ΕΤΗΣΙΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΨΥΧΑΝΑΛΥΤΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ Ρήξεις, Τορίνο, Απρίλιος 2014 To ετήσιο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ψυχαναλυτικής Ένωσης [27 ο ] πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο 2014 στο Τορίνο, με θέμα τις Ρήξεις. Γράφει ο S. Frisch, πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής, στο επιχείρημα του συνεδρίου: «Η οργανωτική επιτροπή προτείνει ακόμη μια φορά ένα θέμα που δεν αφορά έναν ψυχαναλυτικό όρο, καλώντας την ψυχανάλυση και τους ψυχαναλυτές να εργασθούν με τα δικά τους εργαλεία σε εδάφη που δεν είναι πλήρως καταγεγραμμένα, να βγουν από τον μικρόκοσμό τους, να αντιμετωπίσουν άλλες πλευρές της ανθρώπινης πραγματικότητας. Οι ρήξεις διατρέχουν όλες τις όψεις της ανθρώπινης ζωής, από την ατομική ιστορία καθενός ως τις αλλαγές στη συλλογική ζωή, από την κυτταρική ζωή ως τα πεπρωμένα του ανθρώπινου είδους. Γράφει ο F. Forms : «κάθε εμπειρία μας είναι συγκροτημένη από τις πρώτες μας σχέσεις και ρήξεις, εκείνες που μας έκαναν άτομα (μέσα) στις σχέσεις», ως ανθρώπινα όντα 1. Η σύγχρονη ιστορία φέρει στίγματα κάθε είδους ρήξεων. Ζούμε σε έναν αβέβαιο κόσμο με μόνη βεβαιότητα τη σημερινή ρήξη με μια προηγούμενη περίοδο η οποία χαρακτηριζόταν από μια πρωτοφανούς διάρκειας οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη. Η Δυτική τουλάχιστον Ευρώπη σπάνια γνώρισε μια τόσο μακριά περίοδο ανάπτυξης και ειρήνης (εντελώς σχετική είναι αλήθεια αν λάβουμε υπ όψη τα βάσανα ενός τμήματος της Ανατολικής Ευρώπης). Σήμερα αυτή η μακρά περίοδος ανάπτυξης μοιάζει να έχει διαλυθεί για τα καλά, και μαζί της ολόκληρες πτυχές της οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής, οργάνωσης. Διαλύθηκε η υπόσχεση μιας καλύτερης ζωής, διαλύθηκε το όνειρο της ενσωμάτωσης των μεταναστών, διαλύθηκε πολλές φορές η ελπίδα να λυθούν οι συγκρούσεις μέσα από τον δημοκρατικό διάλογο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση (η λέξη ένωση είναι το αντίθετο της ρήξης ) κλονίζεται και ο κίνδυνος μιας μείζονος ρήξης στο εσωτερικό της δεν μπορεί να αποκλειστεί. 1 «Revivre selon les ruptures στο René Frydman Muriel Flis Trèves, Ruptures, XII Colloque Gynécologie Psychanalyse, Puf, 2013, σ. 122.
Δεν είναι δυνατόν σε ένα σύντομο επιχείρημα να καταγράψουμε όλα τα πεδία όπου τίθεται με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο το όλο ζήτημα της ρήξης και των ρήξεων. Στην ιστορία, στην κοινωνιολογία, στην οικονομία ή ακόμη στους διάφορους τομείς της βιολογίας ως και της σύγχρονης τέχνης, η ιδέα της ρήξης φαίνεται να παρουσιάζει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Η ιδέα της ρήξης μας φέρνει αντιμέτωπους με την αμφισημία της δράσης και της αξίας της: από μόνη της δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή. Το μόνο σίγουρο είναι ίσως ότι η έννοια των «ρήξεων» μας φέρνει αντιμέτωπους με τη μια ή με την άλλη μορφή της πραγματικότητας, μας λέει κάτι για μια πραγματικότητα που προηγήθηκε και για μία άλλη που έπεται. Ορισμένες ρήξεις είναι αναπόφευκτες και αναγκαίες, ίσως να είναι και ευκταίες. Αρρώστια, κατάρρευση, χωρισμός, ξερίζωμα, διχοτόμηση, αλλαγή, μετατόπιση, διαφωνία είναι πιθανά συνώνυμα της λέξης ρήξη όπως και το break και το burnout. Γράφοντας «ρήξεις» στον πληθυντικό επιδιώκουμε να ακουστεί και να αναπαραχθεί όλη η πολυσημία της λέξης. Όμως η έκταση του σημασιολογικού πεδίου κινδυνεύει να καταστήσει δύσκολη κάθε ακριβή και ευκρινή ορισμό όσων θέλουμε να επικοινωνήσουμε. Με την επιλογή αυτού του θέματος υπάρχει ο κίνδυνος να αλλοιωθεί η ιδιαιτερότητα των ψυχαναλυτικών εννοιών μας και η συζήτηση μεταξύ μας να γίνει πιο δύσκολη. Όμως ιστορία της ψυχανάλυσης είναι φτιαγμένη από ρήξεις. Η ίδια η ανακάλυψη της ψυχανάλυσης από τον Φρόυντ ήταν μια κίνηση ρήξης. Αποδίδοντας στο ασυνείδητο, στην παιδική σεξουαλικότητα και στην υποκειμενικότητα μια ουσιώδη θέση ανατέμνει ένα ακαθόριστο γίγνεσθαι. Ο ίδιος ο Φρόυντ προκάλεσε αναστάτωση στην ψυχανάλυση επανεξετάζοντας διαρκώς την εμπειρία και τη θεωρία της. Όταν άρχισε να ενδιαφέρεται για τον ναρκισσισμό, και όταν γύρω στο 1921 εισήγαγε τη 2 η τοπική, προξένησε μια αναπόφευκτη στροφή στην ήδη συγκροτημένη αναλυτική γνώση. Αυτή η αλλαγή προκάλεσε σχίσματα και στιγμάτισε τον αναλυτικό κόσμο σε τέτοιο βαθμό που μέχρι και σήμερα ορισμένοι αναλυτές δεν αποδέχονται αυτήν τη στροφή. Όμως οι δύο τοπικές είναι χτισμένες πάνω σε δύο αντιθέσεις: το ζήτημα της συνείδησης, η μάλλον του ασυνείδητου, στην πρώτη, έρωτας και ενόρμηση θανάτου, στη δεύτερη.
Στη διάρκεια της ιστορίας του το ψυχαναλυτικό κίνημα βρέθηκε αντιμέτωπο με ρήξεις. Ρήξεις που έχουν τον απόηχό τους μέχρι και σήμερα όταν ακούμε κάποιους αναλυτές να διακηρύσσουν ότι ο Φρόυντ είναι ξεπερασμένος. Για άλλους παραμένει μια απαραίτητη αναφορά με αντάλλαγμα μια κριτική και διαρκώς ανανεούμενη ανάγνωση του έργου του. Χωρίς ρήξεις δεν υπάρχει εξέλιξη στην ψυχανάλυση. Είτε αυτή είναι η Κlein, είτε ο Winniccott, είτε ο Bion, ο Κοhut ή ο Lacan, για να αναφερθούμε σε ορισμένους θεωρητικούς της ψυχανάλυσης, το έργο τους είναι κατασκευασμένο πάνω σε μια διαλεκτική συνέχειας και ρήξεων σε σχέση με το πεδίο που εγκαινίασε ο Φρόυντ. Και τι να πούμε για τη σημερινή ψυχανάλυση; Η ωραία δυναμική του θριάμβου της ψυχανάλυσης από τη δεκαετία του 60 ως το 90 διεκόπη κι αυτή; Είμαστε μάρτυρες μιας ρήξης μεταξύ ψυχανάλυσης και κοινωνίας; Οδυνηρό τραύμα για τους σημερινούς ψυχαναλυτές; Εάν η ψυχανάλυση αποτελεί και η ίδια μέρος της πραγματικότητας από την οποία περιβάλλεται, δεν διαφεύγει σίγουρα κι από τη μοίρα που καθιστά τη ρήξη μια αναπόφευκτη εμπειρία της ατομικής ίσως και της συλλογικής ανθρώπινης μοίρας. Η ίδια η ζωή είναι φτιαγμένη από ρήξεις. Ρήξεις της ισορροπίας όταν αποσυνδεόμαστε από κάτι χωρίς να χανόμαστε, επώδυνοι αλλά εποικοδομητικοί αποχωρισμοί: σε αυτές τις περιπτώσεις η ρήξη μοιάζει να ανοίγει νέες δυνατότητες. Η ιδέα των ρήξεων μπορεί να έχει μια αρνητική συνδήλωση, να δείχνει μια κάθετη αντίθεση, μια απότομη αλλαγή ανάμεσα στα στοιχεία ενός συνόλου διακόπτοντας τη συνέχειά τους. Μια διαδρομή σταματά. Πρόκειται λοιπόν για ρήξεις, διασπάσεις, τραυματικούς και απρόσκλητους αποχωρισμούς ανθρώπων που τους ένωνε η φιλία, το αίμα ή η αγάπη. Τι γίνεται και οι δυνάμεις της αποσύνδεσης υπερνικούν τον Ερωτα; Χωρίς ρήξεις, χωρίς χωρισμούς, διατρέχουμε τον κίνδυνο να βυθιστούμε στην καθαρή καλλιέργεια της ενόρμησης του θανάτου. Η ρήξη βάζει λοιπόν τέλος στο σενάριο των επαναλήψεων και των μεταθέσεων του ιδίου μέσα στη νεύρωση. Από την άλλη πλευρά οι ρήξεις μπορούν επίσης να γίνουν αποδιοργανωτικές και θανατηφόρες για την ψυχή και το σώμα. Στο πλαίσιο αυτής της τόσο καθαρής αντίθεσης, τι θα μπορούσαμε να πούμε για τους ασθενείς που η ζωή τους μοιάζει να είναι φτιαγμένη αποκλειστικά από επαναλαμβανόμενες ρήξεις;
Η γέννηση είναι ένα πρωτότυπο ρήξης μέσω του χωρισμού ανάμεσα στη μητέρα και το μωρό της σε τέτοιο βαθμό που ορισμένοι θέλησαν να την αναγάγουν σε πρωταρχικό τραύμα. Όμως στο Αναστολή, Σύμπτωμα, Άγχος, ο Φρόυντ γράφει ότι η «ενδομήτρια ζωή και η πρώτη παιδική ηλικία είναι ένα συνεχές το οποίο η ισχυρή τομή της γέννησης δεν μας επέτρεψε να φανταστούμε». Άλλες στιγμές της ζωής μπορεί να θεωρηθούν ρήξεις: το οιδιπόδειο, η εφηβεία, οι έρωτες, η σεξουαλικότητα Όσο φυσιολογικές κι αν είναι οι φάσεις αυτές μπορεί να είναι πολύ θορυβώδεις και να αποσταθεροποιήσουν ριζικά την ισορροπία του υποκειμένου. Όπως έδειξε ο Φρόυντ, η παιδική σεξουαλικότητα (και στο βάθος η ίδια η ενόρμηση) είναι ένας πραγματικός «διακόπτης» της ησυχίας. Χωρίς την παιδική σεξουαλικότητα, δεν μπορεί να υπάρξει ούτε ανάπτυξη, ούτε ωρίμανση. Και ευρύτερα, εάν οι γενικές τάσεις των ενορμήσεων ζωής στοχεύουν στην ένωση, μπορούμε τότε να σκεφτούμε την ενόρμηση θανάτου ως δύναμη ρήξης και όχι μόνον ως αμιγή καταστροφικότητα; Ρήξεις και μέσα στη συνεδρία όταν η πράξη αντικαθιστά τη φαντασίωση, οι σωματοποιήσεις τη συμβολοποίηση, όταν υπάρχει μάλλον επίθεση στη σκέψη παρά αποφυγή της σκέψης, διχοτόμηση παρά απώθηση. Όταν η ψυχική οδύνη αρνείται την ερμηνεία, πώς να ανοίξει κανείς μια χαραμάδα στην αμυντική συγκρότηση; Εάν στις Νέες παραδόσεις ο Φρόυντ γράφει «το Εγώ μπορεί να διχοτομηθεί» αλλά τα διχοτομημένα «μέρη μπορούν να επανενωθούν στη συνέχεια», στην Περατή και μη Περατή ανάλυση, θα μιλήσει για τα «ρήγματα [Riesse] του εγώ που μεγαλώνουν με τον καιρό». Μπορούμε να φανταστούμε μια ψυχανάλυση χωρίς ρήξεις τουλάχιστον στην αναλυτική διαδικασία ή στη διαδικασία της συνεδρίας; Για τον Winniccott «το αναλυτικό ζευγάρι είναι ευχαριστημένο με αυτό που έκανε: κάναμε μαζί μια καλή δουλειά, μια ευφυή δουλειά. Και να που η υποτιθέμενη πρόοδος σταματά με μια καταστροφή. Ο ασθενής διακόπτει λέγοντας: και λοιπόν;». Η δέσμευση σε μια ψυχανάλυση σημαίνει και βούληση να διακόψει κανείς τη ροή των πραγμάτων, των επαναλήψεων. «Ήμουν τριάντα χρονών και ο πατέρας μου εύρισκε ότι μυρίζουν τα χνότα μου. Χωρίς να με ρωτήσει κανόνισε ένα ραντεβού σε έναν παθολόγο που είχε συναντήσει τυχαία. Πήγα. Φτάνοντας εκεί, από τον τρόπο του, κατάλαβα ότι επρόκειτο για έναν αναλυτή. Γνωρίζοντας την εχθρότητα που είχε
πάντοτε ο πατέρας μου απέναντι σ αυτό το επάγγελμα, του μιλάω για τον δισταγμό μου: «υπάρχει περιφρόνηση. Ο πατέρας μου αντιλήφθηκε ότι μυρίζουν τα χνότα μου αλλά με έστειλε σε έναν παθολόγο». Ο ψυχαναλυτής απαντά: «Κάνετε πάντοτε αυτό που σας λέει ο πατέρας σας;». Έκτοτε έγινα αναλυόμενή του (Sophie Calle, Des histoires varies, Actes Sud, 2002). H Ευρωπαϊκή Ψυχαναλυτική Ενωση θέλει να είναι ένας τόπος αντιπαραθέσεων ανάμεσα σε διαφορετικές αναλυτικές κουλτούρες και παραδόσεις. Στις συνελεύσεις και τα φόρα προσπαθούμε να βάλουμε σε διάλογο τους παρουσιαστές και τους συζητητές για να δείξουμε τις διαφορές μας και να επιχειρήσουμε να καταλάβουμε την προέλευσή τους και τις συνέπειες που έχουν στον τρόπο δουλειάς του καθενός μας. Είμαστε σίγουροι ότι οι αντιπαραθέσεις γύρω από τις Ρήξεις θα είναι ζωηρές, μια έννοια τόσο κλινική που όμως διακινεί το ενδιαφέρον μας και σε επίπεδο ιστορικό, πολιτικό αλλά και σε ένα βαθύτερο προσωπικό επίπεδο.» Στο Τορίνο διοργανώθηκε για δεύτερη φορά, μετά το προηγούμενο συνέδριο στη Βασιλεία, ένας ζωντανός, αυθόρμητος διάλογος, χωρίς ειδική προετοιμασία, με προσωπικότητες που δεν είναι αναλυτές για να μπορέσουν οι αναλυτές να συζητήσουν και να αντιπαρατεθούν με άλλες επιστήμες. Στις ομάδες συζήτησης και στις ολομέλειες αναπτύχθηκαν ορισμένες συναρπαστικές και μεγάλης πυκνότητας, ανακοινώσεις, απ ό,τι διαβάσαμε και μάθαμε. Aπό την ελληνική πλευρά ξεχωρίζουμε την ομιλία του Φώτη Μπόμπου Πρώιμα τραύματα και σωματική νόσος την οποία πιθανόν να έχουμε την ευκαιρία να παρουσιάσουμε σε επόμενο δελτίο. Στις ποικίλες προσυνεδριακές ομάδες εργασίες και στις νέες ομάδες που εγκαινιάστηκαν αναπτύχθηκαν νέες όψεις της ψυχανάλυσης, της εργασίας των ψυχαναλυτών σε διαφορετικές κουλτούρες και διερευνήθηκαν νέες απόψεις για την ανθρώπινη ψυχή. «Διαλέγοντας έννοιες που δεν είναι αυστηρά ψυχαναλυτικές προσπαθούμε να πάρουμε αποστάσεις από τα συνήθη ερωτήματά μας, θέλουμε να μετατοπίσουμε λίγο το βλέμμα μας και τις σκέψεις μας, να τους δώσουμε μια άλλη οπτική γωνία, έναν άλλον τρόπο προσέγγισης των ερωτημάτων που μας απασχολούν. Είναι και αυτό μια μορφή ρήξης;» Αριέλλα Ασέρ