ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΚΑΙ ΤΙΣ ΥΠΑΡΧΟΥΣΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΤΩΝ ΛΙΓΝΙΤΩΝ ΑΠΟ: ΚΩΣΤΑ Θ.ΠΑΠΑΒΑΣΙΛΕΙΟΥ * ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η έρευνα και διαχείριση των εγχώριων ενεργειακών πόρων είναι άρρηκτα συνδεδεµένη µε την κύρια χρήση τους, την παραγωγή ενέργειας, και κατά συνέπεια µε την ενεργειακή πολιτική της χώρας. Η ενεργειακή πολιτική της χώρας οφείλει να ακολουθεί, µέσα σε κάποια πλαίσια ιδιαιτεροτήτων, τη γενικότερη πολιτική της Ε.Ε. αλλά και τις διεθνείς συνθήκες (όπως συµφωνία ΚΥΟΤΟ, «Λευκή και Πράσινη» Βιβλίο Ε.Ε.). Η κατανάλωση πρωτογενούς ενέργειας στην Ε.Ε. των 15, αυξήθηκε από 1.578 Mtce (εκατ. τόνους ισοδύναµου άνθρακα) σε 1.963 Mtce µεταξύ 1990 και 1998, δηλ. αυξήθηκε περισσότερο από 24%. Προβλέπεται δε να αυξηθεί κατά 300 Mtce µέχρι το 2010 και κατά 400 Mtce µέχρι το 2020. Συγκριτικά µε το 1990 αυτό αντιπροσωπεύει µία αύξηση κατά 42% και 48% αντίστοιχα. Ενώ το πετρέλαιο και το φυσικό αύριο αναµένεται να καλύψουν το µεγαλύτερο ποσοστό (αύξηση κατά 27% και 140% αντίστοιχα για το διάστηµα 1990-2020) τα ποσοστά του άνθρακα και της πυρηνικής ενέργειας θα µειωθούν ελαφρά. Για την ηλεκτροπαραγωγή η Ε.Ε. προβλέπει, για την περίοδο 1998-2020, µία αύξηση της τάξης του 40% (από 2.475 TWh σε 3.531 TWh). Ο άνθρακας θα διατηρήσει ένα ποσοστό 23% περίπου έναντι 28% του 1998, όµως η αναγωγή στην παραγωγική ικανότητα και τους απαιτούµενους τόνους καυσίµου δείχνει ότι ενώ το 1998 παρήχθησαν 687 TWh, το 2020 θα απαιτηθούν 812 TWh µε συνέπεια την αυξηµένη ποσότητα σε τόνους άνθρακα από 297 Mtce το 2000 σε 313 Mtce το 2020, όπως φαίνεται από το πιο κάτω διάγραµµα.(σχημα 1) Η εισαγόµενη ενέργεια, στη χώρα µας, µε βάση τα στοιχεία και του ιεθνούς Οργανισµού Ενέργειας ( ΟΕ) αντιστοιχεί στο επίπεδο του 65-70% της προσφοράς ενέργειας. Η πρόβλεψη για την αύξηση στη ζήτηση πρωτογενούς ενέργειας µε ετήσιο ποσοστό 3,8% (στο πετρέλαιο και το Φ.Α.) και κατά 2,7%. στον άνθρακα το 2010, θα φθάσει τα 43 Mtoe (εκατ. τόνοι ισοδύναµου πετρελαίου) Η αύξηση αυτή θα καλυφθεί κύρια από εισαγωγές υδρογονανθράκων και δευτερευόντως από Φυσικό Αέριο. Η εξέλιξη αυτή θα επηρεάσει περαιτέρω την ενεργειακή εξάρτηση της χώρας µε αποτέλεσµα η οικονοµία να είναι περισσότερο ευάλωτη από τη διεθνή κατάσταση της τιµής των υδρογονανθράκων (π.χ. πετρελαϊκές κρίσεις) τις γενικότερες γεωπολιτικές εξελίξεις στον χώρο της Ενέργειας µε εν δυνάµει δυσµενή επίπτωση στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Οι πρόσφατες δραµατικές αυξήσεις της τιµής του πετρελαίου ιδιαίτερα το 2 ο εξάµηνο του 2004 οι οποίες και συνεχίζονται τουλάχιστον στο πρώτο εξάµηνο του 2005 είχαν ήδη ιδιαίτερα σοβαρές επιπτώσεις στην Ελληνική οικονοµία και ειδικότερα στην κλιµάκωση του πληθωρισµού αποτελούν δε άµεση επιβεβαίωση των παραπάνω. * Επικ.Καθηγητής Πανεπιστηµίου Αθηνών/ Τµήµα Γεωλογίας/Τοµέας Οικονοµικής Γεωλογίας/ Γενικός ιευθυντής του ΙΓΜΕ µεταξύ 1982-1989. 1
Λαµβάνοντας υπόψη ότι όλες οι προβλέψεις συντήνουν στο γεγονός ότι η αποκλιµάκωση των τιµών του πετρελαίου τα επόµενα χρόνια σε σχέση µε τα σηµερινά επίπεδα δεν θα είναι µια καθόλου εύκολη υπόθεση µπορεί να κάνει αντιληπτό το γεγονός ότι η ελληνική οικονοµία αντιµετωπίζει ήδη σοβαρότατο πρόβληµα εξαιτίας της αυξανόµενης ενεργειακής εξάρτησης από το πετρέλαιο. Συγκεκριµένα η ενεργειακή εξάρτηση της Χώρας αυξήθηκε από το 63.1% το 1991, στο 66% το 1996 και το 2001 έφθασε το 68.9% ένα µέγεθος που µας καταφτάσει στην 9 η θέση ανάµεσα στους 25 σε ότι αφορά την ενεργειακή εξάρτηση (το 1991 είχαµε την 12 η θέση). (ΣΧ.2) ΣΧΗΜΑ 2. Η εξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο αν και έχει µειωθεί από τις αρχές της δεκαετίας του 70 (77,7%) εξακολουθεί να είναι σηµαντική.σήµερα το πετρέλαιο καλύπτει το 56,1% των ενεργειακών µας αναγκών. Στο η σηµείο αυτό πρέπει να αναφέρουµε ότι ακόµη και σήµερα η εξάρτηση της χώρας από το πετρέλαιο εξακολουθεί να είναι από τις πιο υψηλές σε σχέση µε τις περισσότερες χώρες του διεθνούς οργανισµού ενέργειας. (Πίνακας 1.) 2
Πίνακας 1.Ενεργειακή εξάρτηση από το πετρέλαιο (%) 1991 1996 2001 EU-25 80.7 76.0 78.0 EU-15 79.8 74.5 77.0 Belgium 100.8 100.5 100.8 Czech 97.5 98.3 99.8 Republic Denmark 20.2 8.3-66.8 Germany 96.5 97.8 97.4 Estonia 91.1 101.8 72.7 Greece 93.8 97.3 98.5 Spain 97.0 97.5 98.3 France 98.1 96.5 98.3 Ireland 100.2 101.2 102.9 Italy 92.6 94.6 94.0 Cyprus 105.1 100.3 97.6 Latvia 100.1 112.3 101.0 Lithuania 98.6 92.3 74.7 Luxembourg 98.8 100.9 98.8 Hungary 61.5 70.0 72.0 Malta 108.9 100.0 100.0 Netherlands 90.5 92.7 94.8 Austria 87.7 91.4 88.9 Poland 95.6 96.7 93.9 Portugal 101.2 98.8 102.7 Slovenia 98.1 99.4 100.5 Slovakia 93.4 103.2 96.4 Finland 94.1 100.0 107.1 Sweden 97.1 102.6 100.0 United -8.6-55.0-43.5 Kingdom Iceland 98.7 96.7 99.6 Norway -918.4-1 639.2-1 735.6 Bulgaria 97.2 101.0 98.4 Romania 50.4 47.9 45.2 Turkey 76.9 91.6 91.9 Data Source: Eurostat Η παραγωγή ενέργειας από εγχώριους πόρους (κυρίως λιγνίτη) κάλυπτε το 35,9% των συνολικών ενεργειακών µας αναγκών το 2000, ενώ αναµένεται να µειωθεί στο 27,5% έως το 2010. Πιο συγκεκριµένα κατά το 2002 οι υδρογονάνθρακες, από τη µία πλευρά, καλύπταν το 64% της προσφοράς ενέργειας µε αύξηση στο 66% το 2005 και 68% το 2010 ενώ από την άλλη οι εγχώριοι λιγνίτες θα πέσουν στο 29% το 2010 από 32% το 2000. 3
Ακόµη και στην περίπτωση της µείωσης της συµµετοχής του λιγνίτη στο 29% το 2010 η ετήσια αύξηση ζήτησης κατά 2,7% σηµαίνει ότι µε έτος αναφοράς το 1998 και παραγωγή λιγνίτη 60,9 εκ. τόνους η παραγωγή πρέπει να αυξάνεται σταδιακά για να φθάσει το 2010 τους 83 εκ. τόνους περίπου. Με δεδοµένο ότι τα εκµεταλλευόµενα σήµερα κοιτάσµατα έχουν εξαντλήσει την παραγωγική τους δυνατότητα είναι αναγκαία η σταδιακή αξιοποίηση νέων κοιτασµάτων όπως αυτά της Ελασσόνας και άλλα που πρέπει να εντοπισθούν µετά από σχετική έρευνα. Πέρα από την αύξηση της ενεργειακής εξάρτησης σηµαντική είναι και η επιβάρυνση της εθνικής οικονοµίας από την αύξηση του κόστους του εισαγοµένου πετρελαίου και Φ.Α. Κατά το 1998 οι εισαγωγές πετρελαίου (κυρίως αργού) έφθασαν τους 24.464.000 ΤΙΠ παρουσιάζοντας αύξηση 3% σε σχέση µε το 1997. Το ετήσιο κόστος σε συνάλλαγµα είναι της τάξης των 2.000 εκ. δολάρια (µε µέση ετήσια τιµή πετρελαίου τα 15$ το βαρέλι). Σύµφωνα µε τα στοιχεία των ΕΛ.ΠΕ. η αύξηση των εισαγωγών, κατά τα επόµενα χρόνια, θα φθάσει το 4.4% έναντι 1.3% µόνο του µέσου όρου της Ε.Ε.. και η επιβάρυνση σε συνάλλαγµα θα αυξηθεί ανάλογα µε την αύξηση των εισαγωγών και τη διαµόρφωση των διεθνών τιµών. ΛΙΓΝΙΤΗΣ Η ΣΤΑΘΕΡΗ ΠΑΡΑΜΕΤΡΟΣ ΣΤΟ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟ ΧΑΡΤΗ ΤΗΣ ΧΩΡΑΣ Τα γνωστά σήµερα, οικονοµοτεχνικά απολήψιµα, αποθέµατα λιγνίτη ανέρχονται σε 4,5 δις τόνους και τα βέβαια γεωλογικά σε 7,5 δις. Τα απολήψιµα αποθέµατα αντιστοιχούν σε 600 εκ. ΤΙΠ (Τόνοι Ισοδυνάµου Πετρελαίου) και αξιοποιούνται εντατικά στην ηλεκτροπαραγωγή καλύπτοντας το 64,2% της ετήσιας παραγωγής (2001), κατέχοντας την πρώτη θέση στην Ευρώπη. (ΣΧΗΜΑ 3). ΣΧΗΜΑ 3. Με ετήσια παραγωγή λιγνίτη > 60 εκ. τόνων η χώρα µας είναι στην τρίτη θέση των λιγνιτοπαραγωγών της Ευρώπης (στοιχεία Υπ. Ανάπτυξης). (ΣΧΗΜΑ 4.) 4
ΣΧΗΜΑ 4. Κατά συνέπεια oι λιγνίτες αποτελούν την κύρια εγχώρια ενεργειακή πρώτη ύλη συµβάλλοντας κατά ποσοστό περίπου 85% στην εγχώρια παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας συνολικά. (Πίνακας 2) 5
Πίνακας 2.Παραγωγή πρωτογενούς ενέργειας στις Χώρες µέλη της Ε.Ε και στις υπό ενταξιακές διαπραγµατεύσεις χώρες Από τις αρχές της δεκαετίας του 50 περίπου 1,2 δισεκατ. τόνοι λιγνίτη αξιοποιήθηκαν κύρια στην. Μακεδονία και δευτερευόντως του στη περιοχή της Μεγαλόπολης στη Πελοπόννησο. Η µεγάλη αξιοποίηση του λιγνίτη βοήθησε τη χώρα µας στην λιγότερο οδυνηρή αντιµετώπιση των ενεργειακών κρίσεων και συνέβαλε στη βιοµηχανική και οικονοµική της ανάπτυξη µε τη διάθεση φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας. Ταυτόχρονα αποτέλεσε και αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του ενεργειακού µας συστήµατος εξασφαλίζοντας 6
σταθερή τροφοδοσία βάσης που συµπληρώνεται από τις άλλες πηγές ενέργειας (υδροηλεκτρική, πετρέλαιο, φυσικό αέριο και αιολική). Το ΙΓΜΕ έχει εντοπίσει το µεγαλύτερο ποσοστό των λιγνιτικών κοιτασµάτων που βρίσκονται κατανεµηµένα σ όλη τη χώρα µε βεβαιωµένα αποθέµατα που ανέρχονται σε 7,5 δις. τόνους και αντιστοιχούν σε 1.000 και πλέον εκατ. τόνους ισοδυνάµου πετρελαίου (ΤΙΠ). Από αυτά ένα ποσοστό γύρω στο 60%, η 4.600 τόνοι, κατατάσσεται στα υπαιθρίως απολήψιµα αποθέµατα. Στα 7,5 δις. τόνους δεν υπολογίζονται τα αποθέµατα µικρών ή µεγάλων κοιτασµάτων τύρφης, µεταξύ των οποίων και το τεράστιο κοίτασµα τύρφης και τυρφολιγνίτη των Φιλίππων µε τα 4.300 εκατ. κυβικά µέτρα απόθεµα το οποίο µπορεί να χρησιµοποιηθεί τόσο την ηλεκτροπαραγωγή όσο και σε άλλες εξίσου ή περισσότερο αποδοτικές χρήσεις όπως η γεωργία. Η εντυπωσιακή αύξηση των λιγνιτικών αποθεµάτων από 3.100 εκατοµµύρια τόνους το 1974 σε 5.100 εκατοµµύρια το 1984 και σε 7.500 εκατοµµύρια τόνους σήµερα συνέβαλε στην αντίστοιχη αύξηση της συµµετοχής των εγχώριων λιγνιτών στην ηλεκτροπαραγωγή που από 36% το 1973 πήγε σε 54% το 1981 και έφθασε στο 64,2% σήµερα. Μετά και τις εντατικές έρευνες του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) ιδιαίτερα στις δεκαετίες του 70 και του 80 τα γνωστά αποθέµατα λιγνίτη επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών σε ηλεκτρική ενέργεια, σε ποσοστά από 60%-70%, για 50 χρόνια περίπου ακόµη. Με δεδοµένη ετήσια αύξηση της ζήτησης ενέργειας κατά 3,8% οι σηµερινοί ΑΗΣ δεν επαρκούν για την κάλυψη αυτού του ποσοστού. Έτσι είναι αναγκαία η άµεση αξιοποίηση των 2 µεγάλων κοιτασµάτων λιγνίτη, ράµας και Ελασσόνας, που µπορούν να στηρίξουν εγκατεστηµένη ισχύ 2100 Mwe για 40-50 χρόνια και θα δηµιουργήσουν 7000-8000 νέες θέσεις εργασίας. Το υπουργείο και η νέα ιοίκηση της ΕΗ πρέπει άµεσα να µελετήσουν το θέµα αυτό και να ληφθούν οι σχετικές αποφάσεις. Η δραµατική αύξηση της τιµής του πετρελαίου τους τελευταίους µήνες κάνει ακόµα πιο επιτακτική την ανάγκη να ξαναδούµε πιο ευνοϊκά και πιο αποφασιστικά το θέµα του λιγνίτη. Κυριότερες Περιοχές Λιγνιτικών κοιτασµάτων (Πίνακας 3) Στον πίνακα 1 παρουσιάζονται στοιχεία που αφορούν την παραγωγή και τα άµεσα απολήψιµα αποθέµατα των κυριότερων λιγνιτικών κοιτασµάτων της χώρας. Πίνακας 3.Παραγωγή και Αποθέµατα των κυριότερων Λιγνιτικών πεδιών Περιοχή Τοποθεσία Κοιτάσµατος Πτολεµαϊδα ( ΕΗ) Παραγωγή 2000 (Mt) Άµεσα απολήψιµα αποθέµατα (Mt) υτική Μακεδονία 42.01 1 542 Αµύνταιο ( ΕΗ) υτική Μακεδονία 8.82 322 Μεγαλόπολις ( ΕΗ) Πελοπόννησος 12.5 286 Φλώρινα ( ΕΗ) υτική Μακεδονία.. 140 ρά;µα ( ΕΗ) Ανατολική Μακεδονία.. 900 Ελασσόνα ( ΕΗ) Κεντρική Ελλάδα.. 145 Κοµνινά ( ΕΗ) υτική Μακεδονία.. 100 ιδιωτικά ορυχεία υτική Μακεδονία 0.15 300 Σύνολο 63.48 3 735 7
Το 58% ανήκει τις ιδιωτικές παραχωρήσεις. σηµειώνουµε ότι τα κοιτάσµατα ράµας, Ελασσόνας και Κοµνηνών δεν έχουν ακόµη αξιοποιηθεί. Πηγή: Υπουργείο ανάπτυξης /ΙΓΜΕ Στην ευρύτερη περιοχή Πτολεµαϊδας - Φλώρινας - Κοζάνης εντοπίζονται τα µεγαλύτερα λιγνιτικά αποθέµατα της χώρας ύψους 4.500 εκατ. τόνων,(βέβαια και πιθανά) που τροφοδοτούν ΑΗΣ της ΕΗ. Ακόµη εκτός από τα κοιτάσµατα που αξιοποιεί η ΕΗ υπάρχουν σηµαντικά ιδιωτικά λιγνιτωρυχεία στις περιοχές Αχλάδας, Βεγόρας - Βεύης, Λάβας Κοζάνης τα οποία τροφοδοτούν είτε τους ΑΗΣ της ΕΗ είτε µεταλλουργικές η άλλες βιοµηχανίες π.χ. ΛΑΡΚΟ. Εξ ίσου σηµαντική είναι η περιοχή της Αν. Μακεδονίας - Θράκης όπου κατά τα τελευταία χρόνια ανακαλύφθηκαν τα κοιτάσµατα ράµας και Κοµοτηνής. Το τεράστιο κοίτασµα λιγνίτη της ράµας µε απολήψιµο απόθεµα ύψους 1.000 εκατ. τόνων (γεωλογικό απόθεµα 1.500 εκατ. τόνοι) και καλές συνθήκες εκµεταλλευσιµότητας µπορεί να στηρίξει 3-4 µονάδες ηλεκτροπαραγωγής των 300 MW η κάθε µία. Εδώ ακόµη βρίσκεται το πολύ µεγάλο κοίτασµα τύρφης των Φίλιππων µε απόθεµα 4.300 εκατοµµύρια κυβ. µέτρων που µπορεί να χρησιµοποιηθεί τόσο για ηλεκτροπαραγωγή όσο και για πολλές εξωηλεκτρικές εφαρµογές (ήδη γίνεται µικρής κλίµακας αξιοποίηση της τύρφης σε γεωργικά λιπάσµατα). Από τα κοιτάσµατα της υπόλοιπης Ελλάδας ξεχωρίζει το κοίτασµα Μεγαλόπολης µε βέβαια αποθέµατα της τάξης των 425 εκατ. τόνων που αξιοποιείται εντατικά σήµερα στην ηλεκτροπαραγωγή. Πρόσφατα εντοπίσθηκε το κοίτασµα Ελασσόνας, στο οποίο η έρευνα έφερε στο φως αποθέµατα 145 εκατ. τόνων πολύ καλής ποιότητας λιγνίτη. Το κοίτασµα µπορεί να στηρίξει 2 µονάδες των 300 MW η κάθε µία και ήδη η ΕΗ µελετά την αξιοποίησή του, έχοντας εξασφαλίσει τη συναίνεση των κατοίκων. Στο σχήµα 3 εµφανίζεται η κατανοµή του µε τον απολήψιµου λιγνίτη της χώρας. (ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΙΓΜΕ) ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΑΠΟΛΗΨΙΜΟΥ ΛΙΓΝΙΤΗ (στοιχεία 31/3/00) 36% 3% 7% 54% ΥΤ. ΜΑΚΕ. ΜΕΓΑΛΟΠΟΛ Η ΡΑΜΑ+Α.Μ.Θ ΕΛΑΣΣΟΝΑ ΣΧΗΜΑ 5. Εκτός από τα κύρια (µεγάλα) αυτά κοιτάσµατα υπάρχει µία σειρά άλλων µε µικρότερα αποθέµατα που αξιοποιούνται σε διάφορες χρήσεις από την τροφοδοσία των σταθµών ηλεκτροπαραγωγής µε καλής ποιότητας λιγνίτη µέχρι τη µεταλλουργική βιοµηχανία και τα οικολογικά οργανοχουµικά λιπάσµατα. Αυτά τα κοιτάσµατα είναι των Ιωαννίνων, Καλαβρύτων, Παρανεστίου, Αλεξανδρούπολης, Κυπαρισσίας, Κορώνης Μεσσηνίας, Ηλείας, Κύµης, Λοκρίδας, Κατερίνης, Αιτωλοακαρνανίας, Κανδάνου Κρήτης κ.ά. Η εντυπωσιακή αύξηση των λιγνιτικών αποθεµάτων της χώρας είναι αποτέλεσµα των υψηλών συντελεστών επιτυχίας της κοιτασµατολογικής έρευνας που διεξάγει το ΙΓΜΕ µε πολύ χαµηλό συντελεστή κόστους των ερευνών. Έτσι υπολογίζεται ότι κάθε τόνος 8
απολήψιµου λιγνίτη που εντοπίστηκε έχει επιβαρυνθεί για έρευνα συνολικά µε 3-5% περίπου της αξίας του λιγνίτη που η ΕΗ προµηθεύεται από ιδιωτικά ορυχεία π.χ. στην Ελασσόνα το κόστος έρευνας εκτιµάται στο 1% περίπου του µέσου κόστους εξόρυξής του. Η συµµετοχή του λιγνίτη κατά 64% περίπου στην ηλεκτροπαραγωγή αφορά τις σηµερινές συνθήκες ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Αν ληφθεί υπόψη ότι αναµένεται αύξηση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας κατά µερικές µονάδες ετησίως, τότε γίνεται φανερό ότι απαιτείται ο εντοπισµός νέων λιγνιτικών αποθεµάτων. Εκτιµάται σήµερα ότι υπάρχουν ακόµη πιθανά αποθέµατα λιγνίτη των 4,6 δις. τόνων, τα οποία ευρίσκονται σε δυσµενέστερες συνθήκες εντοπισµού (µεγαλύτερα βάθη, τελείως "τυφλά" κοιτάσµατα) που απαιτούν ολοένα και πιο εξειδικευµένη ερευνητική προσπάθεια. Για τον σκοπό αυτό το ΙΓΜΕ έχει καταρτίσει µεσοπρόθεσµο πρόγραµµα ερευνών των λιγνιτοφόρων και λιγνιτοπιθανών περιοχών της χώρας µε στόχο την επαύξηση των βεβαιωµένων αποθεµάτων κατά 1 δις. τόνους µέχρι το 2007, σε στενή συνεργασία µε τη ΕΗ. Ήδη τα αποτελέσµατα αυτού του προγράµµατος είναι πολύ θετικά µε τον εντοπισµό σηµαντικού λιγνιτικού κοιτάσµατος στην περιοχή Σαππών Κοµοτηνής για το οποίο οι προκαταρκτικές εκτιµήσεις ανεβάζουν το απόθεµα σε 400 εκατ. τόνους τουλάχιστον. Ακόµη εντοπίσθηκε σηµαντική λιγνιτοφορία στην περιοχή Πελλάνας Λακωνίας µε καλής ποιότητας λιγνίτη που µπορεί να εµπλουτίσει το φτωχό καύσιµο των Α.Η.Σ. Μεγαλόπολης. Έτσι οι εγχώριοι λιγνίτες µπορούν να στηρίξουν την ηλεκτροπαραγωγή της χώρας για 70 χρόνια περίπου ακόµα και θα αποτελέσουν τη ραχοκοκαλιά του ενεργειακού µας συστήµατος. Μεταλιγνιτική περίοδος και ρύπανση Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τη µεταλιγνιτική περίοδο στη χώρα και την αντιµετώπιση των επιπτώσεων που θα έχει στην ενεργειακή οικονοµία µας. Με τα γνωστά σήµερα αποθέµατα και το ρυθµό αξιοποίησής τους υπάρχει επάρκεια για 70 περίπου χρόνια ακόµη ενώ οι συνεχιζόµενες έρευνες φέρνουν στο φως νέα αποθέµατα και επιµηκύνουν το χρόνο αυτό. Όσον αφορά τις επιπτώσεις από τη χρήση των λιγνιτών στο περιβάλλον η χηµική σύσταση των Ελληνικών λιγνιτών συµβάλλει στην κατακράτηση κατά την καύση του µεγαλύτερου µέρους του περιεχοµένου θείου (που ούτως ή άλλως είναι χαµηλό) και έτσι το φαινόµενο της «όξινης βροχής» δεν απαντά στη χώρα µας όπως συµβαίνει µε άλλες χώρες της Ευρώπης. Ακόµη σε κάποια από τα κοιτάσµατα που το θείο είναι ελαφρά αυξηµένο εγκαθίστανται από τη ΕΗ µονάδες αποθείωσης (π.χ. Μεγαλόπολη, Φλώρινα) και τα σύγχρονα ηλεκτροστατικά φίλτρα συγκρατούν περισσότερα από 99% της ιπτάµενης τέφρας και ελαχιστοποιούν την επίδραση στο περιβάλλον. Αναφορικά µε το πρόβληµα των εκποµπών CO 2 από την καύση των λιγνιτών και τη δέσµευση της Ε.Ε. για σταδιακή µείωση τους, υπάρχουν σήµερα µέθοδοι για τη µείωση του µε καθαρές τεχνολογίες καύσης, και για την υπόγεια αποθήκευση τους η δέσµευση τους. Ήδη το ΙΓΜΕ συµµετέχει σε ανάλογο κοινοτικό έργο, στα πλαίσια του 5ου Προγράµµατος Πλαισίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, µε 8 ακόµη ευρωπαϊκές χώρες, που έχει ως στόχο την ανεύρεση των κατάλληλων υπόγειων θέσεων για την αποθήκευση του CO 2 που παράγεται από κάθε ενεργειακή η βιοµηχανική πηγή. Το ψευτοδίληµµα: Λιγνίτης η φυσικό αέριο; Επισηµαίνεται ότι ο εγχώριος λιγνίτης παρουσιάζει τα εξής πλεονεκτήµατα έναντι του εισαγόµενου Φ.Α.: Αποτελεί εγχώρια πηγή ενέργειας και έτσι διασφαλίζεται η ασφάλεια του εφοδιασµού και ευνοϊκές οικονοµικές επιπτώσεις από την εξόρυξη του ( χιλιάδες θέσεις εργασίας στα ορυχεία, οικονοµική και κοινωνική ανάπτυξη των λιγνιτικών περιοχών). 9
Σαφώς χαµηλότερο κόστος παραγόµενης ηλεκτρικής ενέργειας σε σχέση µε το Φ.Α Μεγαλύτερη χρονική διάρκεια αποθεµάτων Το πλεονέκτηµα του Φ.Α. µε τις χαµηλότερες εκποµπές CO 2 εξουδετερώνεται σήµερα µε τις νέες καθαρές τεχνολογίες καύσης λιγνίτη που προσφέρουν υψηλούς βαθµούς απόδοσης και µειωµένες εκποµπές ρύπων. Άλλωστε η χώρα µας έχει συγκρατήσει τις εκποµπές CO2 σε χαµηλά επίπεδα συγκριτικά µε τις δεσµεύσεις KYOTO, όπως φαίνεται από το πιο κάτω διάγραµµα. (ΣΧΗΜΑ 6.) ΣΧΗΜΑ 6. Έτσι υπάρχουν τα περιθώρια για εγκατάσταση νέων λιγνιτικών ΑΗΣ µε καθαρές τεχνολογίες καύσης που δεν θα αυξήσουν τις εκποµπές CO2 και θα είµαστε συνεπείς µε τις δεσµεύσεις µας και για τις εκποµπές. Σήµερα δε, υπάρχει η δυνατότητα δέσµευσης του εκπεµπόµενου CO2 από τους ΑΗΣ και σχεδόν εκµηδένιση του. Η βιοµηχανία του άνθρακα στην Ε.Ε. παρά τα υπάρχοντα περιβαλλοντικά προβλήµατα και τον πόλεµο που γίνεται στον άνθρακα προβλέπεται να αυξηθεί περισσότερο µέχρι το 2020. Τα νέα κράτη µέλη εισήλθαν πρόσφατα στην Ε.Ε. έχουν αναπτυγµένη παραγωγή σε γαιάνθρακα και λιγνίτη δίδοντας έτσι σηµαντικά περιθώρια συνεργασίας και ενεργού ρόλου της χώρας µας στην αξιοποίηση τους και στις διάφορες µελέτες που συνεπάγονται. Αυτό φυσικά δεν σηµαίνει ότι και το φυσικό αέριο σε ειδικές περιπτώσεις δεν µπορεί να χρησιµοποιείται στην ηλεκτροπαραγωγή σε συνδυασµό µάλιστα µε τον λιγνίτη αφού άλλωστε υπάρχει η ειδική τεχνολογία. Ήδη η ΕΗ έχει στον άµεσο προγραµµατισµό την κατασκευή 2 µονάδων ηλεκτροπαραγωγής µε φυσικό αέριο. Πιστεύουµε ότι δεν ήταν η καλύτερη επιλογή. Μονάδες συνδυασµένου κύκλου λινίτη - φυσικού αερίου θα ήταν η καλύτερη και φθηνότερη λύση. εν είναι η καλύτερη επιλογή για την ενεργειακή πολιτική της χώρας να εισάγουµε στην ηλεκτροπαραγωγή ένα καύσιµο όπως το φυσικό αέριο που είναι σαφώς ακριβότερο σε σχέση µε τον λιγνίτη προκειµένου πιθανώς να εξυπηρετηθούν και κάποια άλλα συµφέροντα. Συµπέρασµα-Πρόταση. Μετά το πιο πάνω το πρόγραµµα της ενεργειακής ανάπτυξης πρέπει να περιλαµβάνει: 1. Ένταξη στην εθνική ενεργειακή πολιτική της παραπέρα αξιοποίησης των λιγνιτών µε την απαραίτητη εισαγωγή µονάδων καθαρής τεχνολογίας καύσης. 2. Συνέχιση της έρευνας εντοπισµού, µελέτης και αξιολόγησης µε συντονισµένη συνεργασία του ΙΓΜΕ και της ΕΗ για κάθε χρήση των στερεών καυσίµων ώστε να 10
εντοπισθούν τα απαραίτητα αποθέµατα για την κάλυψη των αναγκών µέχρι το 2080 τουλάχιστον. 3. Μελέτη άλλων εξωηλεκτρικών χρήσεων του λιγνίτη και τύρφης που έχουν αποδειχθεί ότι είναι κατάλληλες πρώτες ύλες για παραγωγή λιπασµάτων. 4. Ανάπτυξη και εφαρµογή καθαρών τεχνολογιών καύσης όπως και τεχνολογιών µείωσης εκποµπών αερίων και στερεών ρυπαντών, όπως και τεχνολογιών κατακράτησης και αποθήκευσης τους 5. Χαρακτηρισµό των στερεών καυσίµων της χώρας για την αναζήτηση νέων χρήσεων, εκτίµηση επικαθήσεων, επισκωριώσεων, διαβρώσεων των ΑΗΣ. 6. Επέκταση των δραστηριοτήτων στον τοµέα έρευνας, αξιολόγησης, εξόρυξης λιγνιτών και ενέργειας στις χώρες Α. και Κ. Ευρώπης αρχίζοντας από τις βαλκανικές. 7. Έρευνα για την εκτίµηση αποθεµάτων και τη δυνατότητα αξιοποίησης του µεθανίου των βαθιών λιγνιτικών κοιτασµάτων. Η δραµατική αύξηση της τιµής του πετρελαίου τον τελευταίο ενάµιση χρόνο και η διαφαινόµενη διατήρηση της σε υψηλά επίπεδα για µεγάλο χρονικό διάστηµα δεν αφήνουν πολλά περιθώρια επιλογών, ιδιαίτερα µετά τις δραµατικές επιπτώσεις που είχε στην ήδη δοκιµαζόµενη ελληνική οικονοµία. Ο λιγνίτης µπορεί και πρέπει να αποτελέσει την απάντηση της χώρας στην τρελή κούρσα των τιµών του πετρελαίου µε την προϋπόθεση ότι θα χρησιµοποιηθούν όλες οι υπάρχουσες τεχνολογίες για την προστασία του περιβάλλοντος. 11