Προπτυχιακή Εργασία. Νταλαμάνη Ελένη. Το Ισχύον Εκλογικό Σύστημα ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Σχετικά έγγραφα
7η ιδακτική Ενότητα ΕΚΛΟΓΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

ΟΡΙΖΟΝΤΙΑ ΨΗΦΟΦΟΡΙΑ ΣΤΙΣ ΒΟΥΛΕΥΤΙΚΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ

9ο Κεφάλαιο (σελ )

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

ΘΕΜΑ: ΤΑ ΕΚΛΟΓΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑ Α ΜΕΤΑ ΤΟ ΕΥΤΕΡΟ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΠΟΛΕΜΟ ΟΝΟΜΑΤΕΠΏΝΥΜΟ: ΧΑΤΖΗΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΗΤΡΟΟΥ: 8681

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

ΠΡΟΣ ΤΗ ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ-ΠΡΟΣΘΗΚΗ

Εισαγωγή στη Συγκριτική Πολιτική

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΣΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΝΟΜΟΘΕΤΗΜΑΤΟΣ

στην πρόταση νόµου «Αναλογική εκπροσώπηση πολιτικών σχηµατισµών τροποποίηση εκλογικού νόµου κατάργηση εκλογικής πριµοδότησης πρώτου κόµµατος»

Εισαγωγή στη Συγκριτική Πολιτική

ΜΟΝΤΕΛΟ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 2019

α) Ο Νομός Αττικής σε πέντε (5) εκλογικές περιφέρειες, δηλαδή στις: αα) Α' Εκλογική Περιφέρεια Αθηνών, που αποτελείται από το Δήμο Αθηναίων,

Πολιτική και Δίκαιο Γραπτή Δοκιμασία Α Τετραμήνου

7597/18 ΔΛ,ΔΛ/γομ/ΔΛ 1 DRI

ΕΡΓΑΣΙΑ ΣΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΤΟΣ:

Μαθηματικά στην Πολιτική Επιστήμη:

Ορθή Επανάληψη-Ανακοίνωση της Εφορευτικής Επιτροπής για τη διαδικασία των εκλογών της 7ης και 8ης Ιουνίου 2017

Συνταγματικό Δίκαιο Ασκήσεις

ΘΕΜΑ: ΤΟ ΟΛΛΑΝΔΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ (Συνοπτική παρουσίαση) ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ:ΦΩΤΗΣ ΜΟΡΦΟΠΟΥΛΟΣ

<~ προηγούμενη σελίδα ΕΡΩΤΗΜΑΤΟΛΟΓΙΟ. ***Οι σωστές απαντήσεις είναι σημειωμένες με κόκκινο χρώμα. 1. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας γίνεται :

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ

στην πρόταση νόµου «Για την καθιέρωση της Απλής Αναλογικής ως Εκλογικού Συστήµατος για την Εκλογή Βουλευτών και Βουλευτών Επικρατείας»

Σελίδα 1 από 5. Τ

ΟΔΗΓΙΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΙΕΞΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΑΡΧΑΙΡΕΣΙΩΝ

Ενότητα 11 η : Αρχή δεδηλωμένης Διορισμός πρωθυπουργού

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

Ενότητα 13 η : Απαλλαγή Κυβέρνησης από τα καθήκοντά της Η Διάλυση της Βουλής

ΕΘΝΙΚΟ & ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΣτΕ 1383/2012. κατά των:α)... και β)..., κατοίκων..., τακτικών δημοτικών συμβούλων, στις ως άνω δημοτικές εκλογές, οι οποίοι δεν παρέστησαν.

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

-Να καταργεί διατάξεις που δεν ανταποκρίνονται στη σημερινή πραγματικότητα

Η ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ & Η ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

Ανακοίνωση της Εφορευτικής Επιτροπής σχετικά με τη διαδικασία των εκλογών της 3ης και της 4ης Ιουνίου 2015

Περιεχόμενα. Μέρος Ι Συνταγματικό Δίκαιο... 17

Τι Πιστεύουν οι Έλληνες για τη Συνταγματική Αναθεώρηση & τον Εκλογικό Νόμο

Ενότητα 7 η : Αρχές της ψήφου και της ψηφοφορίας Το εκλογικό σύστημα Η αρχή του πολυκομματισμού

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ 2-7. EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2012/2020(REG) Σχέδιο έκθεσης Carlo Casini (PE v01-00)

ΝΙΚΟΣ ΜΠΑΣΑΚΙΔΗΣ. Δημοτικός Σύμβουλος Καλαμάτας Καθηγητής Πληροφορικής

ΤΡΑΠΕΖΑ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΩΝ ΝΟΜΟΣ (INTRASOFT INTERNATIONAL)

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΠΕ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΤΟΜΕΑΣ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟ ΕΤΟΣ

Αριθμός 7228 / 2019 TO ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΕΚΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑΣ

«2. Ο αριθμός των μελών του διοικητικού συμβουλίου των Επιμελητηρίων καθορίζεται ως εξής για εγγεγραμμένα μέλη:

ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΜΑΥΡΟΒΟΥΝΙΟΥ

Κάθε πότε γίνονται εκλογές; Κάθε τέσσερα χρόνια, εκτός αν η Βουλή διαλυθεί νωρίτερα.

ΒΑΣΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ ΣΧΕΔΙΟΥ ΝΟΜΟΥ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ

Δ4/662α/ ΥΠ.Ε.Π.Θ.

Θέματα Εφαρμοσμένης. Ενότητα 3 : Κόμματα ή Πρόσωπα. Θεόδωρος Χατζηπαντελής Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ

Αριθμός αποφάσεως 5932/2010 ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΑ. (Διαδικασία Εκούσιας Δικαιοδοσίας)

Γεωργία Καζάκου, ΠΕ09. Οικονομολόγος. Πολιτική Παιδεία. Β Τάξη Γενικού Λυκείου

Οι περιπτώσεις στις οποίες εφαρμόζεται η διαδικασία έγκρισης περιγράφεται εξαντλητικά στις Συνθήκες. Κατά βάση είναι οι εξής:

Πρωτ. Από τα επίσηµα Πρακτικά της ΙΘ, 31 Οκτωβρίου 2018, Συνεδρίασης της Ολοµέλειας της Βουλής, στην οποία ψηφίστηκε το παρακάτω σχέδιο νόµου:

ΟΙ ΑΡΜΟ ΙΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ

airetos.gr 2. ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΕΔΡΩΝ ΤΟΥ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΑΝΑ ΕΚΛΟΓΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 140 ΥΠΟΜΝΗΜΑ- ΕΠΕΞΗΓΗΣΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΚΑΤΑΝΟΜΗΣ ΕΔΡΩΝ

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΣΧΟΛΗ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥΔΩΝ ΔΙΟΙΚΗΣΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΟΡΓΑΝΙΣΜΩΝ

Υπουργική απόφαση Δ4/662/1998. Όργανα οργανώσεων γονέων

ΟΔΗΓΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΑΓΗ ΤΟΥ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΝΙΣΧΥΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΕΝΤΡΩΣΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΜΟΝΤΕΛΟ ΒΟΥΛΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ 2019

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. στην πρόταση νόµου «Για την καθιέρωση της Απλής Αναλογικής ως Εκλογικού Συστήµατος για την εκλογή Βουλευτών»

ΠΡΟΤΑΣΗ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΟΥ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ

ΔΠΡ ΘΕΣΣΑΛ 6/2011. Τρ Διοικ Πρ Θεσ 6/2011

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ

πληρεξουσίων του συντακτικού σώματος, που επρόκειτο να συγκροτηθεί και, μεταξύ άλλων, ανέφερε ότι «...καλούνται εις την συνέλευσιν πληρεξούσιοι ου

Νοµοθεσία Συλλόγου Γονέων και Κηδεµόνων ΟΡΓΑΝΩΣΕΙΣ ΓΟΝΕΩΝ. Ν.1566/85 Αρ. 53

ΓΝΩΜΟΔΟΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ

Πίνακας 1: Πρόθεση ψήφου στις περιφερειακές εκλογές στην Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας

Το Συνταγματικό Δίκαιο και το Σύνταγμα. 3. Η παραγωγή του Συντάγματος και των συνταγματικών κανόνων

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

Συνταγματικό Δίκαιο. Ενότητα 8: Συντακτική Εξουσία και Αναθεωρητική Λειτουργία

Ενότητα 10 η : Κοινοβουλευτική αρχή

Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ & ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΗΣ ΑΝΑΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗΣ ΚΑΙ Ο ΥΠΟΥΡΓΟΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

Agiou Spirodona str Egaleo (Athens) Greece Τel , Secretariat

ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΚΗΔΕΜΟΝΩΝ

«Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΙΑΤΗΡΗΣΗΣ» ΑΡΘΡΟ 84 ΤΟΥ ΣΥΝΑΓΜΑΤΟΣ

O.Λ.Μ.Ε. Ερμού & Κορνάρου 2 ΤΗΛ: FAX: Αθήνα, ΠΡΟΣ: - τα Δ.Σ.

Με την αίτηση αυτή οι αναιρεσείοντες επιδιώκουν να αναιρεθεί η υπ` αριθμ. 17/2011 απόφαση του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών.

Θέματα Εφαρμοσμένης. Ενότητα 6 : Εκλογικά Συστήματα. Θεόδωρος Χατζηπαντελής Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΝΟΙΚΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ

ΣΧΕΔΙΟ ΕΚΘΕΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/2124(REG)

ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ Πρόταση εμπιστοσύνης

Αθήνα, Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/ 2656/ ΓΝΩΜΟ ΟΤΗΣΗ 2/2016

Εισαγωγή στο Δίκαιο και Συνταγματικό Δίκαιο

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

ΤΟ ΒΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ άτομα στις 13 περιφέρειες της χώρας Οκτωβρίου 2014

2. Κατ άρθρον. 1. Γενικά ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. Άρθρο 1

ΣτΕ 2140/2013. της..., κατοίκου Αθηνών (...), η οποία παρέστη με τη δικηγόρο Δέσποινα Στειροπούλου (Α.Μ ), που την διόρισε στο ακροατήριο,

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2018 ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ. Οι Έλληνες παίρνουν θέση για τη Συνταγματική Αναθεώρηση

ΕΝΗΜΕΡΩΤΙΚΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΓΙΑ ΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΩΝ ΣΤΙΣ ΕΛΜΕ ΓΙΑ ΤΟ 13 ο ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΤΗΣ ΟΛΜΕ

Δημοσκόπηση της Alco για το Πρώτο Θέμα

Εκλογές. Δρ. Κωνσταντίνος Αδαμίδης

16. ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Αποτελέσματα πολιτειακών εργαστηρίων

Ο διορισµός Πρωθυπουργού - Μια απόπειρα ερµηνείας του άρθρου 37 παρ. 4 του Συντάγµατος.

Περιεχόμενο: Αρχή διάκρισης των λειτουργιών

Διοικητικό Δίκαιο Ι. Μαθητική σχέση έννομη σχέση δημόσιου διοικητικού δικαίου. Αντικείμενο Διοικητικού Δικαίου Διοίκηση

ΘΕΜΑ: Εφαρμογή του συστήματος ταξινομικής ψήφου, κατά τη διαδικασία εκλογής των καθηγητών - εσωτερικών μελών του Συμβουλίου κάθε Α.Ε.Ι.

Το Σύνταγμα της Ελλάδας του 1975/86/01 στο δεύτερο μέρος του περιλαμβάνει τις διατάξεις τις σχετικές με τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα.

ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΒΟΥΛΗΣ Αριθμ. Πρωτ.:. S L Q J... Ημερομ. \ z q a 5 ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ

Οργάνωση και Λειτουργία του Κράτους 19 ος Διαγωνισμός ΕΣΔΔ 2 ος Διαγωνισμός ΕΣΤΑ Σάββατο 09 Δεκεμβρίου 2006

ΤΟΜΕΑΣ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΚΗΣ ΕΥΘΥΝΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

ΥΛΗ ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ

Transcript:

Προπτυχιακή Εργασία Νταλαμάνη Ελένη Το Ισχύον Εκλογικό Σύστημα ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η συγκεκριμένη εργασία, που γίνεται στα πλαίσια του Συνταγματικού Δικαίου, μαθήματος του Α Εξαμήνου, έχει ως βασικό της θέμα το εκλογικό σύστημα που ισχύει σήμερα στην Ελλάδα. Όμως θεώρησα πως ήταν σκόπιμο πρώτα να γίνει μία αναφορά στην γενικότερη έννοια του εκλογικού συστήματος και στα είδη του τελευταίου, έτσι ώστε να είναι περισσότερο κατανοητό το ισχύον εκλογικό σύστημα και να είναι δυνατή η σύγκριση του με άλλα προηγούμενων ετών ή και πιθανώς με εκλογικά συστήματα ξένων χωρών. Για αυτό, λοιπόν, το λόγο διέκρινα την εργασία μου σε 2 κεφάλαια: Στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α, το οποίο είναι, όπως ανέφερα και παραπάνω, περισσότερο σαν ένα είδος εισαγωγής στην έννοια του εκλογικού συστήματος και στο ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β που αποτελεί τον βασικό κορμό της εργασίας και στο οποίο γίνεται διεξοδική ανάλυση του ισχύοντος εκλογικού συστήματος της Ελλάδας Ελπίζω η εργασία μου να αποτελεί μία ουσιαστική σύνθεση των πηγών που χρησιμοποιήθηκαν για τη συγγραφή της και να έχει πετύχει το στόχο της, που είναι η όσο το δυνατόν σαφέστερη παρουσίαση του εκλογικού συστήματος που ισχύει σήμερα στην Ελλάδα. Αθήνα, Δεκέμβριος 2004 Νταλαμανή Ελένη ΚΥΡΙΟ ΜΕΡΟΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α 1. ΕΚΛΟΓΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ Κ ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΓΙΑ ΤΗ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΕΥΜΑΤΟΣ Το εκλογικό σύστημα μπορεί να οριστεί με βάση είτε την ευρεία είτε την στενή έννοια του όρου. Εκλογικό σύστημα με την ευρεία έννοια του όρου είναι το σύνολο των ρυθμίσεων που διέπουν όλη την εκλογική διαδικασία, από την αρχή της εκλογικής περιόδου ως την νόμιμη ανακήρυξη των υποψηφίων. Υπό στενή έννοια το εκλογικό σύστημα θα μπορούσε να οριστεί ως το σύνολο εκείνων των δικαιικών κανόνων που περιλαμβάνονται στον εκλογικό νόμο και ορίζουν την μέθοδο κατανομής των εδρών ενός αντιπροσωπευτικού σώματος σε συνδυασμούς ή μεμονωμένους υποψηφίους βάσει των ψήφων που παίρνουν κατά την εκλογική αναμέτρηση στην οποία αυτοί συμμετέχουν. Το εκλογικό σύστημα παίζει έναν πολύ σημαντικό ρόλο για το πολιτικό σύστημα και την ομαλή λειτουργία του πολιτεύματος, καθώς, σε συνδυασμό με τον εκλογικό νόμο, δεν αποτελούν απλά ένα νόμο, αλλά ένα αναπόσπαστο μέρος του ουσιαστικού Συντάγματος και θεμελιώδη, αν όχι τον βασικότερο παράγοντα του πολιτικού και κομματικού συστήματος της χώρας. Συγκεκριμένα, από το εκλογικό σύστημα εξαρτάται κατά πολύ η σύνθεση του Κοινοβουλίου (Άρθρο 57 3 Σ 75) καθώς και η σχέση της Βουλής με την Κυβέρνηση και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά και οι σχέσεις των δύο τελευταίων οργάνων μεταξύ τους. Για να γίνω πιο σαφής, το Κοινοβούλιο είναι το όργανο εκείνο που σε μία αντιπροσωπευτική Δημοκρατία όπως η δική μας δίνει την εμπιστοσύνη του στην Κυβέρνηση (Άρ.84 Συντάγματος) και εκλέγει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας (Άρ30 και 32 Συντάγματος), ενώ επιδρά και στις σχέσεις Κυβέρνησης και Πρ. της Δημοκρατίας μιας και ο δεύτερος διορίζει τον Πρωθυπουργό και με πρόταση αυτού διορίζει και παύει τα υπόλοιπα μέλη της Κυβέρνησης και τους Υφυπουργούς (Άρ37 1 του Συντάγματος) σύμφωνα με την δύναμη των κομμάτων στη Βουλή κατά την διαδικασία των 2 επ.του άρθρου 37 Σ, η οποία είναι σε μεγάλο βαθμό απόρροια και του εκλογικού συστήματος. 2. ΕΙΔΗ ΕΚΛΟΓΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ Τα εκλογικά συστήματα μπορούν να διακριθούν καταρχήν σε δύο κατηγορίες, τα αναλογικά και τα πλειοψηφικά, σύμφωνα με την υιοθετούμενη κάθε φορά αρχή αντιπροσώπευσης, και σε δεύτερο επίπεδο υπάρχουν τα μεικτά συστήματα που αποτελούν συνδυασμούς των δύο παραπάνω συστημάτων. Πλειοψηφικό ονομάζεται το εκλογικό σύστημα σύμφωνα με το οποίο εκλέγεται εκείνος

(συνδυασμός ή υποψήφιος) ο οποίος συγκεντρώνει την πλειοψηφία των ψήφων. Σε αυτό ακριβώς το γεγονός συνίσταται και η αρχή της πλειοψηφίας, η οποία είναι άλλοτε απόλυτη και άλλοτε μόνο σχετική. Σημαντικό πλεονέκτημα του πλειοψηφικού συστήματος είναι η ενίσχυση της κυβερνητικής σταθερότητας μέσω της δημιουργίας συμπαγών πλειοψηφιών, όμως εντοπίζεται το πρόβλημα του αποκλεισμού των μειοψηφιών. Αναλογικό είναι το εκλογικό σύστημα σύμφωνα με το οποίο η κατανομή των βουλευτικών εδρών σε όλους τους συνδυασμούς ή μεμονωμένους υποψηφίους γίνεται ανάλογα με την εκλογική δύναμη καθενός σε κάθε εκλογική περιφέρεια. Το αναλογικό σύστημα δεν έχει τη μειονέκτημα του πλειοψηφικού, δηλαδή εξασφαλίζει τη εκπροσώπηση των μειοψηφιών, ενώ παράλληλα βρίσκεται πολύ κοντά στην αρχή της λαϊκής κυριαρχίας, άρα είναι και δικαιότερο. Στην πραγματικότητα τα δύο παραπάνω είδη εκλογικών συστημάτων αποτελούν ιδεατούς τύπους, προς τους οποίους συγκλίνουν λιγότερο ή περισσότερο τα εκλογικά συστήματα, με αποτέλεσμα ο χαρακτηρισμός του καθενός τους ως αναλογικού ή πλειοψηφικού να έχει μόνο σχετική αξία. Για αυτό το λόγο διακρίνεται και μία τρίτη κατηγορία εκλογικών συστημάτων, τα μεικτά συστήματα. Σε αυτά συγκαταλέγονται το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής και το βελτιωμένο πλειοψηφικό σύστημα που εισήχθη στη χώρα μας με το νόμο 3457/1955. 3. ΤΑ ΕΚΛΟΓΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΕΦΑΡΜΟΣΤΗΚΑΝ ΣΤΗΝ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ Όπως προκύπτει από τις διατάξεις της συνταγματικής ιστορίας της Ελλάδας ο νομοθέτης είναι πάντα αυτός που καθορίζει το εκλογικό σύστημα. Ο πρώτος εκλογικός νόμος ψηφίστηκε την 9η Νοεμβρίου του 1822 ενώ στις 7/25.3.1844 ψηφίστηκε νόμος που εισήγαγε το πλειοψηφικό σύστημα. Αν και ο συγκεκριμένος νόμος καταργήθηκε έπειτα από κάποια χρόνια, οι εκλογές στην Ελλάδα μέχρι το 1923 έγιναν πάντοτε με το σύστημα της σχετικής πλειοψηφίας. Από το 1911, όμως, είχε προταθεί στην Β Αναθεωρητική Βουλή η εισαγωγή του αναλογικού συστήματος που τελικά πραγματοποιήθηκε με τον Ν.3363/1926, ο οποίος ακολούθησε κατά βάση την μέθοδο Ηagenbach-Bischoff με διαιρέτη για κάθε εκλογική περιφέρεια τον αριθμό των εδρών της αυξημένο κατά μία μονάδα και με τρεις κατανομές εδρών. Μετά την πάροδο ενός σύντομου χρονικού διαστήματος, το πλειοψηφικό σύστημα επανήλθε με νόμο της 11.7.1928 και, τέσσερα χρόνια αργότερα, ο νόμος 5493/1932 επανεισήγαγε το αναλογικό σύστημα. Αυτό εφαρμόστηκε στις εκλογές των ετών 1936, 1946, 1950, 1951, 1958, 1961, 1963, 1964, 1974, 1977, 1981, 1985, 1989, 1990 και 1993.Το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής εισήχθη με τον Ν.1878 του 1951 και επαναφέρθηκε υπό εξελιγμένη μορφή με το νόμο 3822/1958 και κυριάρχησε αμέσως μετά την πτώση της δικτατορίας των συνταγματαρχών(ν.δ.65/25.9.74) και, στη συνέχεια, υπό το Σύνταγμα του 1975.Αντίθετα οι εκλογές του 1935, του 1952, του 1954 και του 1955 διεξήχθηκαν με πλειοψηφικό σύστημα και οι εκλογές του 1956 με ιδιόρρυθμο μεικτό σύστημα. ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β 1.Η ΠΡΟΒΛΕΨΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Κατά το άρθρο 54 1 του Συντάγματος το εκλογικό σύστημα καθώς και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται από τον κοινό νομοθέτη, ο οποίος εξουσιοδοτείται για αυτό το λόγο από το κείμενο του Συντάγματος. Δυστυχώς, όμως, αυτή η ευχέρεια την οποία παρέχει το

Σύνταγμα έχει οδηγήσει πολλές φορές στο παρελθόν στην μεταβολή του συστήματος την παραμονή των εκλογών για να αιφνιδιαστούν οι πολιτικοί αντίπαλοι του κυβερνώντος κόμματος και να εξασφαλιστεί η διατήρησή του στην εξουσία. Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό ότι σε πολλές περιπτώσεις το εκλογικό σύστημα είχε προσαρμοστεί στα μέτρα του κόμματος που κατείχε την εξουσία και πως περιλαμβάνονταν σε αυτό διατάξεις που στόχευαν στην εξουδετέρωση των πολιτικών αντιπάλων. Αυτή η τακτική είχε ως αποτέλεσμα η Ελλάδα να μην αποκτήσει πάγιο εκλογικό σύστημα, όσο και αν είχαν καταβληθεί,σε αναθεωρητικές Βουλές, προσπάθειες προς αυτή την κατεύθυνση, διότι αν και από το 1958 και μετά οι εκλογές στην πατρίδα μας έγιναν με το αναλογικό σύστημα, αυτό μεταρρυθμιζόταν νομοθετικά τις παραμονές των εκλογών, σε ορισμένα σημεία, ανάλογα με τις επιθυμίες της προεκλογικής κυβέρνησης. Για τους παραπάνω λόγους, το Σύνταγμα της 18ης Απριλίου 2001 διαφέρει από τα προηγούμενα όσον αφορά τον καθορισμό του εκλογικού συστήματος και των εκλογικών περιφερειών, διότι εγκαταλείπει την αόριστη διατύπωση του άρθρου 54 1 του Συντάγματος του 1975/1986 και κατοχυρώνει πως οι αλλαγές της εκλογικής νομοθεσίας θα ισχύουν από την επόμενη βουλευτική περίοδο. Συγκεκριμένα με τη νέα διατύπωση του άρθρου 54 1 προβλέπεται ότι «το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται με νόμο που ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός και αν προβλέπεται η ισχύς τους άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών». Παρά την βελτιωμένη διατύπωση του παραπάνω άρθρου, κατά τον κ. Ανδρέα Γ. Δημητρόπουλο, ορθότερο θα ήταν να οριζόταν το εκλογικό σύστημα από το ίδιο το Σύνταγμα και να ήταν μόνιμο, κάτι που, όμως, προσκρούει σε πολλές δυσκολίες. Τέλος, θα πρέπει να τονιστεί πώς το ότι το Σύνταγμα δεν ορίζει το ίδιο το εκλογικό σύστημα στη χώρα μας, αλλά αναθέτει αυτό το έργο στον νόμο, δε σημαίνει σε καμία περίπτωση πως ο κοινός νομοθέτης δεν δεσμεύεται από κάποιες συνταγματικές αρχές. Μάλιστα, όσον αφορά τους βουλευτές επικρατείας το εκλογικό σύστημα ορίζεται από τον ίδιο τον συντακτικό νομοθέτη, ενώ η ψήφιση του εκλογικού νόμου, κατά το άρθρο 72 1, ανήκει στην αρμοδιότητα της Βουλής. 2.ΟΙ ΘΕΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗΣ ΤΟΥ ΕΚΛΟΓΙΚΟΥ ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ Λόγω των δυσλειτουργιών που δημιουργήθηκαν όσον αφορά τον χρόνο ψήφισης του εκλογικού συστήματος (βλ. προηγούμενη παράγραφο), η αναθεώρηση του άρθρου 54 1 Σ 75 θεωρήθηκε επιτακτική, για αυτό και στη Βουλή του 1993 υποβλήθηκαν από τα κόμματα προτάσεις αναθεώρησης του Συντάγματος, οι οποίες συζητήθηκαν στην Επιτροπή Αναθεώρησης του Συντάγματος και έμειναν αναλλοίωτες και στη Βουλή του 1996. Στη συνέχεια θα παρουσιαστούν αναλυτικά αυτές οι προτάσεις των κομμάτων. Καταρχάς, η θέση της ΝΔ ως προς την Αναθεώρηση του άρθρου 54 1 Σ 75 είναι η εξής: «Το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται με νόμο, που μπορεί να ψηφίζεται μόνο κατά τη διάρκεια της πρώτης συνόδου της βουλευτικής περιόδου. Σε διαφορετική περίπτωση ισχύει για τις μεθεπόμενες εκλογές». Όμως διαπιστώνουμε πώς στην ουσία στην παραπάνω πρόταση της ΝΔ υπάρχει μεν δέσμευση του νομοθέτη, όμως αυτή αφορά, όχι τον χρόνο ψήφισης, αλλά τον χρόνο ισχύς του εκλογικού συστήματος.από την άλλην πλευρά, η πρόταση του ΠΑΣΟΚ που όριζε πώς «το εκλογικό σύστημα πρέπει να έχει ως γνώμονα τα βασικά χαρακτηριστικά του αναλογικού συστήματος και, εφόσον τροποποιείται, να ισχύει από τις μεθεπόμενες βουλευτικές εκλογές» ήταν πιο αυστηρή, αν και θεωρητικά δεν δεσμεύει τον νομοθέτη για το χρόνο ψήφισης του εκλογικού συστήματος, αυτό, όμως, σε

κάθε περίπτωση θα τεθεί σε εφαρμογή από τις μεθεπόμενες εκλογές. Στόχος και των δύο αυτών προτάσεων ήταν η αποτροπή του αιφνιδιασμού της εκάστοτε κοινοβουλευτικής μειοψηφίας από την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία με την ψήφιση εκλογικού συστήματος πριν τις εκλογές, καθώς και η διασφάλιση πως το εκλογικό σύστημα θα έπαυε να λειτουργεί ως όργανο για την επίτευξη πολιτικών σκοπιμοτήτων πριν από κάθε εκλογική αναμέτρηση. Γενικότερα, παρόλο που και οι δύο προτάσεις σαφώς είχαν πολλά θετικά, είχαν από ένα αρνητικό έκαστη. Έτσι, η πρόταση της ΝΔ δεν προέβλεπε την περίπτωση κατά την οποία το εκλογικό σύστημα θα ψηφιστεί μεν από την πρώτη περίοδο και στην συνέχεια το κόμμα ή τα κόμματα της κυβερνητικής πλειοψηφίας θα συμφωνήσουν στην πρόωρη διάλυση της Βουλής, είτε με βάση την διαδικασία του άρθρου 37 4 Σ 75/86 είτε με βάση αυτή του άρθρου 41 2 Σ75/86, σε σύντομο χρονικό διάστημα πετυχαίνοντας τον εκλογικό αιφνιδιασμό και των κομμάτων της μειοψηφίας και του εκλογικού σώματος. Αντίθετα, η θέση του ΠΑΣΟΚ απέφευγε τον παραπάνω σκόπελο, καθιστούσε, όμως, την οποιαδήποτε τροποποίηση του εκλογικού συστήματος de facto αδύνατη ή έστω ιδιαιτέρως δυσχερή. Πάντως, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, η φιλοσοφία των αρχικών προτάσεων των δύο μεγάλων κομμάτων κινούταν προς την ίδια κατεύθυνση, κάτι που οδήγησε την Επιτροπή Αναθεώρησης της Βουλής να προτείνει στη Ολομέλεια την αναθεώρηση της παραγράφου 1 του άρθρου 54 του Συντάγματος, πρόταση που υπερψηφίστηκε και τις δύο φορές, όπως ορίζει το άρθρο 110 2 Σ 75, με μεγάλη μάλιστα πλειοψηφία. Όμως δεν πρέπει να παραβλέψουμε τις θέσεις και των μικρότερων κομμάτων, με το ΚΚΕ να υποστηρίζει πως κυρίαρχο θέμα είναι η συνταγματική κατοχύρωση του συστήματος της «απλής και ανόθευτης αναλογικής» και όχι τόσο ο χρόνος ψηφίσεως ή ισχύος του εκλογικού συστήματος, και τον Συνασπισμό της Αριστεράς και της Προόδου να συμφωνεί, όντας παράλληλα υπέρ και της ρήτρας βάσει της οποίας ο εκλογικός νόμος πρέπει να ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές. Τέλος, το ΔΗΚΚΙ απλά συμφώνησε με την ανάγκη καθιέρωσης του συστήματος της απλής αναλογικής. Όσον αφορά την συζήτηση στην Ζ Αναθεωρητική Βουλή, τα κόμματα υπεραμύνθηκαν των θέσεων που είχαν προβάλει κατά την συζήτηση στην Βουλή του 1996, παρ όλα αυτά, όμως, στην τελική διατύπωση του άρθρου 54 1 Σ 2001 υπάρχουν διαφοροποιήσεις σε σχέση με την πρόταση της πλειοψηφίας της Βουλής του 1996. Συγκεκριμένα, το τελικό κείμενο του άρθρου 54 1, όπως αυτό τροποποιήθηκε και ισχύει με το ψήφισμα της 6ης Απριλίου 2001 της Ζ Αναθεωρητικής Βουλής, και όπως έχει αναφερθεί και πρωτύτερα, είναι το εξής: «Το εκλογικό σύστημα και οι εκλογικές περιφέρειες ορίζονται με νόμο που ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός και αν προβλέπεται η ισχύς του άμεσα από τις επόμενες εκλογές με ρητή διάταξη που ψηφίζεται με την πλειοψηφία των δύο τρίτων του όλου αριθμού των βουλευτών». Η σχετική διάταξη έλαβε κατά την ψηφοφορία της Βουλής 270 θετικές ψήφους, 6 αρνητικές, 4 Βουλευτές δήλωσαν παρών, ενώ 20 Βουλευτές απείχαν για διάφορους λόγους από την ψηφοφορία. Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί πώς το κείμενο της πρότασης της Βουλής του 1996 έχει σε σχέση με αυτό του αναθεωρημένου άρθρου 54 1 Σ 2001 μία προσθήκη και μία απάλειψη. Η προσθήκη αναφέρεται στην ρήτρα που πρότεινε με σημείωμά του στην Επιτροπή αναθεώρησης του Συντάγματος ο Γενικός Εισηγητής του ΠΑΣΟΚ Ε. Βενιζέλος και έγινε αποδεκτή από την πλειοψηφία των δύο μεγαλύτερων κομμάτων, τόσο στην επιτροπή, όσο και στην ολομέλεια, και που προβλέπει ότι κατ εξαίρεση από τον κανόνα που καθιερώνει η αναθεωρημένη διάταξη, μπορεί το εκλογικό σύστημα να ισχύει και στις επόμενες εκλογές, με την προϋπόθεση ότι θα ψηφιστεί από τα 2/3 του όλου αριθμού των βουλευτών. Από την άλλη, η απάλειψη έχει να κάνει με τα χαρακτηριστικά του αναλογικού συστήματος που θα έπρεπε να έχει το εκλογικό σύστημα, μιας και ο Γενικός Εισηγητής της πλειοψηφίας πρότεινε ως εδάφιο β στην 1 του άρθρου 54 την διατύπωση ότι «οι εκλογικές περιφέρειες μπορεί να διακρίνονται σε μείζονες και ελάσσονες, όπως νόμος ορίζει», πρόταση που απορρίφθηκε. Άλλωστε μία τέτοια ρήτρα μόνο ως περιττή θα μπορούσε να χαρακτηριστεί, αφού αυτή η δυνατότητα παρέχεται ήδη στον κοινό νομοθέτη με την εξουσιοδότηση του ίδιου άρθρου. 3.Η ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΤΩΝ ΕΔΡΩΝ

Το εκλογικό σύστημα που κυριαρχεί στην Ελλάδα από το 1974 έως σήμερα, με ένα σύντομο διάλειμμα το 1989, είναι το σύστημα της ενισχυμένης αναλογικής. Στη βάση αυτού του συστήματος βρίσκεται η διαίρεση της χώρας σε 56 πρωτοβάθμιες περιφέρειες και 13 δευτεροβάθμιες, από τις οποίες εκλέγονται συνολικά 288 βουλευτές και 12 επικρατείας. Η πρώτη κατανομή λαμβάνει χώρα στις 56 πρωτοβάθμιες εκλογικές περιφέρειες (50 πολυεδρικές και 6 μονοεδρικές), οι οποίες συμπίπτουν με τους νομούς. Στην πρώτη κατανομή των πολυεδρικών περιφερειών ισχύει η απλή αναλογική με την ρήτρα του συν ένα (+1), δηλαδή την ρήτρα σύμφωνα με την οποία το εκλογικό μέτρο σε κάθε εκλογική περιφέρεια βρίσκεται διαιρώντας τον αριθμό των έγκυρων ψηφοδελτίων με τον αριθμό των εδρών της αυξημένο κατά μία μονάδα. Ο αριθμός των εδρών που καταλαμβάνει κάθε κόμμα σε μία εκλογική περιφέρεια προκύπτει από την διαίρεση του αριθμού των ψήφων που έλαβε κάθε συνδυασμός σε κάθε εκλογική περιφέρεια δια το εκλογικό μέτρο. Τις έδρες που κερδίζει κάθε κόμμα καταλαμβάνουν εκείνοι οι υποψήφιοι που συγκέντρωσαν τους περισσότερους σταυρούς προτίμησης. Στις 6 μονοεδρικές περιφέρειες δεν εφαρμόζεται η αναλογική, αλλά οι έδρες περιέρχονται στους υποψηφίους που συγκέντρωσαν την σχετική πλειοψηφία. Έτσι για την κατάληψη έδρας από την πρώτη κατανομή απαιτείται συνήθως υψηλό ποσοστό ψήφων σε συγκεκριμένη περιφέρεια, δεδομένου ότι η παραχώρηση των εδρών γίνεται με διαίρεση του συνόλου των έγκυρων ψήφων της περιφέρειας διά του αριθμού των εδρών της, έστω και αυξημένο κατά μία μονάδα (άρθρο 88 π.δ. 55/1999). Από την πρώτη κατανομή παραμένουν πάντοτε αδιάθετες έδρες που προσκυρώνονται στα κόμματα ή σε συνασπισμούς με την δεύτερη κατανομή, η οποία γίνεται στις 13 μείζονες ή δευτεροβάθμιες εκλογικές περιφέρειες, στις οποίος εντάσσονται οι 56 πρωτοβάθμιες από 2 ως 8 σε κάθε δευτεροβάθμια.η δεύτερη κατανομή διενεργείται με ιδιαίτερο για κάθε εκλογική περιφέρεια δευτεροβάθμιο εκλογικό μέτρο. Για τον υπολογισμό αυτού του εκλογικού μέτρου εφαρμόζονται δύο μέθοδοι. Κατά την πρώτη αθροίζονται κατά δευτεροβάθμια περιφέρεια τα αδιάθετα υπόλοιπα (εκτός των 6 μονοεδρικών) και το άθροισμα των υπολοίπων διαιρείται με το άθροισμα των αδιάθετων εδρών της περιφέρειας και δίδει το εκλογικό μέτρο. Κατά τη δεύτερη μέθοδο, σε κάθε μία από τις δευτεροβάθμιες περιφέρειες αθροίζονται το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων κάθε κόμματος ή συνασπισμού στην μείζονα περιφέρεια και το άθροισμά του διαιρείται με τον αριθμό των αδιάθετων εδρών της οικείας μείζονας περιφέρειας. Το πηλίκο αυτής της διαίρεσης, παραλείποντας το κλάσμα, αποτελεί το εκλογικό μέτρο στην δευτεροβάθμια περιφέρεια και κάθε κόμμα ή συνασπισμός αποκτά από την κατανομή αυτή τόσες έδρες όσες φορές το εκλογικό μέτρο περιέχεται στην εκλογική του δύναμη στην μείζονα περιφέρεια (άρθρο 89 Π.Δ. 92/1994). Η τελευταία μέθοδος είναι και αυτή την οποία κατοχυρώνει ο ισχύων εκλογικός νόμος και η οποία ευνοεί τα μεγάλα κόμματα, διότι ανεβαίνει το εκλογικό μέτρο με το να μην υπολογίζεται ο αριθμός των υπολοίπων, αλλά του συνόλου των έγκυρων ψηφοδελτίων της περιφέρειας. Τέλος, αν μετά και την δεύτερη κατανομή, απομένουν αδιάθετες έδρες, η εκλογική νομοθεσία προβλέπει και τρίτη κατανομή σε επίπεδο επικράτειας (ΕΚ άρθρο 2 παρ.1), όπου υπολογίζεται εκ νέου τριτοβάθμιο εκλογικό μέτρο. Έτσι, το σύνολο των έγκυρων ψηφοδελτίων ολόκληρης της επικράτειας διαιρείται με τον αριθμό των αδιάθετων εδρών που δεν έχουν κατανεμηθεί κατά την πρώτη και δεύτερη κατανομή. 4.Η ΡΗΤΡΑ ΤΟΥ 3% Ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του εκλογικού συστήματος που ισχύει σήμερα στη χώρα μας, είναι η ρήτρα αποκλεισμού από όλες τις κατανομές όσων σχηματισμών δεν συγκέντρωσαν τουλάχιστον το 3% των έγκυρων ψήφων σε όλη την επικράτεια (άρθρο 3 ν. 1907/1990, άρθρο 88 παρ. 10 π.δ. 55/1999). Δηλαδή κόμμα ή συνασπισμός κομμάτων ή ανεξάρτητος συνδυασμός ή μεμονωμένος υποψήφιος που δεν συγκέντρωσε ποσοστό τουλάχιστον ίσο με 3% επί των έγκυρων ψηφοδελτίων σε όλη την επικράτεια, δεν δικαιούται βουλευτική έδρα από καμία διανομή. Η συνταγματικότητα της συγκεκριμένης ρήτρας είναι αμφίβολη σε ότι έχει να κάνει με τους ανεξάρτητους υποψηφίους που ακόμα και αν συγκεντρώσουν παμψηφία στην περιφέρειά τους, αφού, άλλωστε, λίγες εκλογικές περιφέρειες έχουν ψηφοφόρους πάνω από 3% του εθνικού συνόλου, δεν δικαιούνται να καταλάβουν

βουλευτική έδρα. Θα μπορούσε, λοιπόν, κάποιος να υποστηρίξει πως η ρήτρα του 3% οδηγεί σε απαγόρευση συμμετοχής στην πολιτική σκηνή για τους πολίτες που δεν είναι οργανωμένοι σε κάποιο κόμμα και θέλουν να διατηρήσουν αυτή τους την ανεξαρτησία, γεγονός που ίσως αντίκειται στο άρθρο 29 1 του Συντάγματος, από το οποίο συνάγεται η ελευθερία της μη συμμετοχής σε κόμματα. Πάντως, το ΣτΕ έκρινε πώς το περιεχόμενο της ρήτρα αυτή δεν αντίκειται στο Σύνταγμα, και ειδικότερα στην αρχή της ισοδυναμίας της ψήφου και στην αρχή της ίσης μεταχείρισης των πολιτικών κομμάτων. Ακόμη προβλέπεται (άρθρο 4 ν.1907/1990, άρθρο 88 παρ. 11-12 π.δ. 55/1999) η λεγόμενη εξομάλυνση της αντιστοιχίας των ψήφων και εδρών των κομμάτων, με την έννοια ότι όσα κόμματα υπερβούν το όριο του 3% λαμβάνουν τουλάχιστον το 70% των εδρών οι οποίες (ιδανικά) αντιστοιχούν στο πανελλαδικό ποσοστό ψήφων τους (παραλειπομένου πάντως του κλάσματος, π.χ. κόμμα με 5% πανελλαδικά θα λάβει 10 έδρες σε σύνολο 300 ). Οι παραπάνω έδρες αφαιρούνται από το αμέσως προηγούμενο σε έδρες κόμμα, κάτι που οδηγεί στην ενίσχυση των μικρότερων κομμάτων, χωρίς σε καμία περίπτωση να θίγεται η κοινοβουλευτική αυτοδυναμία του πρώτου κόμματος. Με αυτό τον τρόπο μειώνονται κάπως οι ανισότητες σε βάρος των μικρών κομμάτων που προκαλούνταν από την παλαιότερη εφαρμογή της ενισχυμένης αναλογικής. Παρ όλα αυτά πολλές φορές και η εξομάλυνση έχει δεχτεί έντονη κριτική, ωστόσο η νομολογία δέχεται σταθερά την συνταγματικότητά της. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ Το ζήτημα του εκλογικού συστήματος είναι, όπως συνάγεται από ολόκληρη την εργασία, ιδιαιτέρως κρίσιμο λόγω της μεγάλης του πολιτικής και συνταγματικής σημασίας, κάτι που γίνεται φανερό σε ολόκληρη την πορεία των εκλογικών συστημάτων στην ελληνική ιστορία. Για αυτό το λόγο θεωρήθηκε αναγκαία η αναθεώρηση του άρθρου 54 1 του Συντάγματος, ώστε να τεθούν κάποιοι φραγμοί στην ευχέρεια του εκλογικού νομοθέτη να μεταβάλλει κατά βούληση το εκλογικό σύστημα, εξυπηρετώντας πολλές φορές πολιτικές σκοπιμότητες. Έτσι, η αναθεωρημένη μορφή του άρθρου θα πρέπει να θεωρείται ως θετική, αν και, κατά την άποψη μου ίσως θα ήταν πιο σωστό όλες οι πολιτικές δυνάμεις να συμφωνήσουν σε ένα κοινώς αποδεκτό εκλογικό σύστημα που να εξασφαλίζει κυβερνητική σταθερότητα και να μην αποβλέπουν απλά στην εξυπηρέτηση του πολιτικού τους συμφέροντος.