Η BIOΠΟΙΚΙΛΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Πριν 10 εκ. χρόνια περίπου, η µετακίνηση προς βορρά και η βύθιση της αφρικανικής πλάκας κάτω από την ευρωπαϊκή, προκάλεσε την ανύψωση του βυθού της Τηθύας Θάλασσας, στην περιοχή που βρίσκεται σήµερα στο βορειοανατολικό µέρος της Μεσογείου. Aυτό είχε ως αποτέλεσµα να αναδυθούν από τη θάλασσα, σαν δυο µικρά νησιά, ένα µέρος του οφιολιθικού συµπλέγµατος του Τροόδους και ένα µέρος του Πενταδάκτυλου. Η δηµιουργία της Κύπρου ολοκληρώθηκε πριν 2 εκ. χρόνια περίπου, οπότε οι οροσειρές του Τροόδους και του Πενταδάκτυλου παίρνουν την τελική τους µορφή και η πεδιάδα της Μεσαορίας αναδύεται για πρώτη φορά από τη θάλασσα. Ο δραµατικός τρόπος µε τον οποίο δηµιουργήθηκε το νησί µέσα από τα νερά της αρχαίγονης Τηθύας θάλασσας, θυµίζει πολύ τον τρόπο µε τον οποίο αναδύθηκε εκατοµµύρια χρόνια µετά, στις Πάφειες ακρογιαλιές του, µια άλλη Αφροδίτη. Η Κύπρος είναι ένα νησί µε εκπληκτική φυσική οµορφιά και µεγάλη ποικιλία από τοπία και περιοχές µε εξαιρετική θέα. Στις δαντελωτές ακτές της εναλλάσσονται βραχώδεις παραλίες, ακρωτήρια, κολπίσκοι και γραφικές αµµουδιές. Το εσωτερικό της καλύπτεται από εκτεταµένες πεδιάδες, που διακόπτονται από λοφίσκους κάθε γεωµετρικού σχήµατος και από δασοσκεπή βουνά στολισµένα µε γραφικά χωριουάκια. Η απότοµη, ύψους 3.300 ποδιών, στενή και επιµήκης ασβεστολιθική οροσειρά του Πενταδάκτυλου εκτείνεται κατά µήκος της βόρειας παραλιακής πεδιάδας, που είναι σκεπασµένη µε το πράσινο της ελιάς και της χαρουπιάς. Στα νότια, ο επιβλητικός ορεινός όγκος του Τροόδους που φτάνει, στην κορυφή του Ολύµπου, τα 6.400 πόδια, πνίγεται κυριολεκτικά στο πράσινο του πεύκου, της λατζιάς, του κυπαρισιού και του κέδρου. Ανάµεσα στις δυο οροσειρές εκτείνεται η εύφορη πεδιάδα της Μεσαορίας. Η γεωγραφική θέση τη Κύπρου στη συµβολή τριών Ηπείρων, ο νησιώτικος χαρακτήρας της, η µακραίωνη αποµόνωσή της και οι κλιµατικές της συνθήκες, οδήγησαν στην ανάπτυξη µεγάλης βιολογικής ποικιλότητας και ενός σηµαντικού αριθµού ενδηµικών ειδών. Ο φυτικός κόσµος της Κύπρου και ιδιαίτερα τα ενδηµικά είδη χλωρίδας, αποτελούν µια εξαιρετικής σηµασίας βιολογική και αισθητική φυσική κληρονοµιά. Από την αρχή της δηµιουργίας της, πριν 10 εκ. χρόνια, περίπου, η Κύπρος ήταν πάντα νησί. Η τελική διαµόρφωση του σχήµατος της Κύπρου ήταν το αποτέλεσµα της αλληλοεπίδρασης της διαφορικής ανύψωσης του νησιού και της διακύµανσης της στάθµης της θάλασσας κατά τις περιόδους των παγετώνων στο Πλειστόκαινο. Κατά τις περιόδους αυτές τεράστιες ποσότητες νερού δεσµεύτηκαν στους πάγους, µε αποτέλεσµα την πτώση της στάθµης της θάλασσας πέραν των 100 µέτρων και τον σχηµατισµό µικρών νησιών ανατολικά του Ακρωτηρίου του Αποστόλου Ανδρέα. Πιστεύεται ότι αυτά τα νησιά βοήθησαν τα πρώτα θηλαστικά, όπως ελέφαντες και ιπποπόταµους, να εποικίσουν το νησί. Τα ζώα αργότερα λόγω της αποµόνωσης και της περιορισµένης τροφής µεταλλάκτηκαν σε νάνους ελέφαντες και ιπποποτάµους. Η τελική εξαφάνισή τους πριν 10.000 χρόνια οφείλεται στον άνθρωπο, όπως απέδειξαν οι τελευταίες ανασκαφές στον οικισµό Αετόκρεµµος στο Ακρωτήρι, όπου βρέθηκαν στοιχεία που µαρτυρούν ότι εκατοντάδες τέτοια θηλαστικά σκοτώθηκαν και κατατεµαχίστηκαν για σκοπούς διατροφής. Επίσης κατά την περίοδο των παγετώνων οι ακτές προεκτείνονται προς τη θάλασσα µερικά χιλιόµετρα πέραν της σηµερινής ακτογραµµής. 1
Η Κύπρος, από τους Οµηρικούς χρόνους, χρησιµοποιείται από εκατοµµύρια πουλιά ως ενδιάµεσος σταθµός κατά τη διάρκεια της µετανάστευσής τους από την Ευρώπη και Αφρική και αντίστροφα. Από τα είδη της θαλάσσιας παν δας, οι φώκιες και οι χελώνες είναι, αναµφίβολα, τα πιο αξιαγάπητα. Η ανάπτυξη της Κύπρου κατά τις τελευταίες τρεις δεκαετίες και κυρίως η γρήγορη οικονοµική ανάπτυξη της χώρας µε το 1974, εξάσκησε πιέσεις πάνω στο φυσικό περιβάλλον, κυρίως στην παραλιακή ζώνη. Η περιβαλλοντική αντίληψη, αν και επισκιάστηκε από πιο πιεστικές ανάγκες σε ορισµένες περιόδους, τώρα κατευθύνεται σε µια σταθερή πολιτική για την προστασία του επριβάλλοντος. ιάφοροι νόµοι εµπεριέχουν πρόνοιες που στοχεύουν στην προστασία του περιβάλλοντος, οι κυριότεροι από τους οποίους είναι οι Νόµοι περί Πολεοδοµίας και Χωροταξίας, Αλιείας, ασών, Προστασίας των Ακτών, ο Περί Οδών και Οικοδοµών Νόµος, καθώς, επίσης οι διάφοροι νόµοι για την προστασία του κυνηγίου. Αναφορικά µε την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης, έχει σηµειωθεί σηµαντική πρόοδος, µε την ψήφιση, το 1991, των Νόµων για τον Ελεγχο της Ρύπανσης των Νερών και της Ατµόσφαιρας από Βιοµηχανικές πηγές. Το νοµοθετικό αυτό πλαίσιο συµπληρώνονται µε ένα αριθµό σηµαντικών διεθνών περιβαλλοντικών Συµβάσεων που έχουµε επικυρώσει. 2
2. ΦΥΤΟΚΑΛΥΨΗ - ΧΡΗΣΗ ΓΗΣ 2.1 Περιοχές έξω από τα κρατικά δάση (7505.3 τετρ. χιλ. ή 81.2%) - Ακαλλιέργητη γη (1121 τετρ. χιλ. ή 12.12%) Αυτή περιλαµβάνει άγονες εκτάσεις που συνήθως χρησιµοποιούνται για τη βόσκηση ζώων. Στις περιοχές αυτές η βλάστηση είναι υποβαθµισµένη και το έδαφος έχει διαβρωθεί αποκαλύπτοντας σε πολλές περιπτώσεις το µητρικό πέτρωµα. - Θαµνώδης µακκία βλάστηση (1102 τετρ. χιλ. ή 11.91%) Ο τύπος αυτός της βλάστησης απαντάται κυρίως σε ηµιορεινές και ορεινές περιοχές και η σύνθεση της υπόκειται σε συνεχείς αλλαγές λόγω συχνών πυρκαγιών. - Ξηρικές καλλιέργειες (2587 τετρ. χιλ. ή 27.96%) Οι µεγαλύτερες εκτάσεις µε ξηρικές καλλιέργειες βρίσκονται στα κατεχόµενα. - Χαρουπιές και ελιές µε ξηρικές καλλιέργειες (725 τετρ. χιλ. ή 7.84%) Αυτές βρίσκονται σε ηµιορεινές κυρίως περιοχές µε σχετικά µικρές κλίσεις που µπορούν να καλλιεργηθούν. - Χαρουπιές, ελιές και άγρια βάστηση (666 τετρ. χιλ. ή 7,2%) Βρίσκονται σε ηµιορεινές και ορεινές περιοχές µε σχετικά µεγάλες κλίσεις που δεν µπορούν να καλλιεργηθούν. - Αρδευόµενες περιοχές (563 τετρ. χιλ. ή 6.08%) Η έκταση των αρδευόµενων περιοχών έχει αυξηθεί σηµαντικά κατά τα τελευταία χρόνια, λόγω της κατασκευής των υδατοφρακτών και της ανόρυξης γεωτρήσεων σε διάφορες περιοχές της νήσου. - Αµπέλια (422 τετρ. χιλ. ή 4.56%) Η έκταση των περιοχών που καλύπτονται µε αµπέλια έχει µειωθεί σηµαντικά κατά τα τελευταία χρόνια µετά από κυβερνητικό σχέδιο για την εκρίζωση µεγάλων εκτάσεων µε αµπέλια. - Μη κρατικά δάση (215.5 τετρ. χιλ. ή 2.33%) Ανήκουν κυρίως σε µοναστήρια, εκκλησίες και διάφορες κοινότητες. - Υγρότοποι (21.84 τετρ. χιλ. ή 0.24%) Οι σηµαντικότεροι υγρότοποι του τόπου µας είναι οι δύο µεγάλες αλυκές της Λάρνακας και της Λεµεσού. Με την κατασκευή των υδατοφρακτών, ο αριθµός των υγροτόπων έχει αυξηθεί σηµαντικά και µερικοί απ αυτούς έχουν εξελιχθεί σε υγρότοπους µε µεγάλη οικονοµική και περιβαλλοντική αξία όπως π.χ. το φράγµα της Αχνας. - Κατοικηµένοι χώροι (88 τετρ. χιλ. ή 0.95%) Η έκταση των κατοικηµένων χώρων αυξάνεται συνεχώς κυρίως γύρω από τα µεγάλα αστικά κέντρα. Η διαφοροποίηση αυτή γίνεται κατά κύριο λόγο σε βάρος της καλλιεργήσιµης γης. - Κρατική δασική γη (1740 τετρ. χιλ. ή 18.81%) 3
2.2 Φυτοκάλυψη κρατικών δασών - Φυσικά δάση τραχείας πεύκης (779.3 τετρ. χιλ. ή 44.76%) Η τραχεία πεύκη είναι το κυριότερο δασοπονικό είδος του τόπου µας. Η εξάπλωσή του αρχίζει από την επιφάνεια της θάλασσας και επεκτείνεται µέχρι 1400 µέτρα υψόµετρο. - Φυσικά δάση µαύρη πεύκης (51.73 τετρ. χιλ. ή 2.98%) Η µαύρη πεύκη είναι το δεύτερο σε σηµασία δασοπονικό είδος του τόπου µας. Η εξάπλωσή της αρχίζει από 1200 µέτρα και επεκτείνεται µέχρι τις ψηλότερες κορυφές του Τροόδους. Σε µια ζώνη µεταξύ 1200 και 1400 µέτρων σχηµατίζει µικρές συστάδες µε την τραχεία. - Κέδρα (8.56 τετρ. χιλ. ή 0.5%) Το κέδρο είναι ενδηµικό δένδρο του τόπου µας και η εξάπλωση του περιορίζεται σε µια πολύ µικρή περιοχή του δάσους Πάφου γνωστή ως "Κοιλάδα των Κέδρων". Στην περιοχή αυτή σχηµατίζει συνήθως αµιγείς συστάδες αλλά και µικτές µε την τραχεία πεύκη και έχει κηρυχθεί από το Υπουργικό Συµβούλιο σε περιοχή προστασία της χλωρίδας και πανίδας. - Αναδασώσεις τραχείας πεύκης (363.74 τετρ. χιλ. ή 20.90%) Κατά τη διάρκεια της τουρκικής εισβολής το 1994, µεγάλες εκτάσεις του δάσους Πάφου καταστράφηκαν από πυρκαγιές. Οι περιοχές αυτές αναδασώθηκαν και η µέθοδος που χρησιµοποιήθηκε ήταν η κατασκευή λωρίδων µε µηχανικά µέσα. Ολες οι εκτάσεις που αναδασώθηκαν έχουν γίνει καταπράσινες και εξελίσσονται ικανοποιητικά. - Φρύγανα και γυµνές εκτάσεις (110.16 τετρ. χιλ. ή 6.33%) - Ηµιορεινοί και ορεινοί θαµνώνες (85.21 τετρ. χιλ. ή 4.89%) - Παραλιακή µακκία βλάστηση είναι πολύ κοινή στις περιοχές του Ακάµα, Κάβο Γκρέκο, Ακρωτηρίου και στη χερσόνησο της Καρπασίας. - Φυτείες ευκαλύπτων (15.53 τετρ. χιλ. ή 0.90%) Αυτές έχουν εγκατασταθεί στην περιοχή Φασουρίου στη Λεµεσό. - Αλλες χρήσεις (35.68 τετρ. χιλ. ή 2.06%) Ενα µικρό ποσοστό από την κρατική δασική γη χρησιµοποιείται αυτή τη στιγµή για µη δασικούς σκοπούς. Η γη αυτή είναι ενοικιασµένη σε ιδιώτες και χρησιµοποιείται είτε για γεωργικούς σκοπούς (πατατοκαλλιέργεια) ή για τουριστική ανάπτυξη (ξενοδοχεία, κέντρα αναψυχής κλπ.). 4
3. ΧΛΩΡΙ Α Ο φυτικός κόσµος της Κύπρου αποτελεί µιαν εξαιρετικής σηµασίας βιολογική και αισθητική φυσική κληρονοµιά για τη χώρα. Στην Ελληνική Μυθολογία το όνοµα Χλωρίς δόθηκε στη θεά της Ανοιξης και των λουλουδιών. Αναφορές στην κυπριακή χλωρίδα και ιδιαίτερα σε φυτικά είδη µε οικονοµική σηµασία, χρονολογούνται από την εποχή του Οµήρου. Επίσης αρχαίοι συγγραφείς, όπως ο Θεόφραστος, ο ιοσκουρίδης, ο Πλίνιος και άλλοι, αναφέρουν, στα έργα τους διάφορα είδη της κυπριακής χλωρίδας. Η κυπριακή βλάστηση διακρίνεται σε τρεις βασικές φυτοκοινωνίες: το δάσος των Κωνοφόρων, τη διάπλαση Μακί και τη Φρυγανώδη βλάστηση. Υπάρχουν φυσικά και άλλες, µάλλον τοπικές, αλλά εξίσου σηµαντικές, φυτοκοινωνίες όπως π.χ. οι διάφοροι υγροβιότοποι, οι αλυκές, παραλιακές αµµόθινες, ορεινά ποτάµια, οικοσυστήµατα κλπ. Στην Κύπρο βρίσκουµε σήµερα έναν αριθµό φυτών τα οποία έχουν εξαφανιστεί από την Ευρώπη µε την κάθοδο των παγετώνων κατά την τελευταία παγετώδη περίοδο και τούτο γιατί η χώρα µας δεν επηρεάστηκε από τους παγετώνες της περιόδου εκείνης. Τέτοια φυτά είναι η χαρουπιά, (Ceratonia siligua), η µυρτιά (Myrtus communis), η πικροδάφνη (Nerium oleander) και η µοναδική µποσέα η κυπριακή (Bosea cypria). Μέχρι σήµερα έχουν εντοπιστεί 1908 περίπου είδη υποειδή και ποικιλίες φυτών από τα οποία 140 ή ένα ποσοστό 7.3% είναι ενδηµικά και 360 περίπου σπάνια ή πολύ σπάνια. Τρία άλλα είδη βρίσκονται στο στάδιο της περιγραφής και κατά πάσα πιθανότητα είναι νέα ενδηµικά. Η οροσειρά του Τροόδους είναι το πλουσιότερο µέρος της Κύπρου σε ενδηµικά. Στην περιοχή υπάρχουν 89 ενδηµικά από τα οποία 47 είναι τοπικά ενδηµικά. Η οροσειρά του Πενταδαχτύλου έχει 61 ενδηµικά από τα οποία τα 20 είναι τοπικά. Οι αντίστοιχοι αριθµοί για τον Ακάµα είναι 37 ενδηµικά από τα οποία το ένα είναι τοπικό ενδηµικό. Στον αναθεωρηµένο κατάλογο της Σύµβασης της Βέρνης που επικυρώθηκε το 1988 από την Κυπριακή ηµοκρατία, συµπεριλαµβάνονται 22 φυτά από τα οποία 19 είναι ενδηµικά. Ο κατάλογος της IUCN περιλαµβάνει 40 συνολικά απειλούµενα taxa της Κύπρου, 39 από τα οποία είναι ενδηµικά. Η πιο σύγχρονη και ολοκληρωµένη επιστηµονική µελέτη της χλωρίδας της Κύπρου είναι το βιβλίο του R. D. Meikle Flora of Cyprus. Η µελέτη, που χρειάστηκε περίπου 30 χρόνια για να ολοκληρωθεί, έγινε στο Βοτανολόγιο, στους Βασιλικούς Βοτανικούς Κήπους Kew του Λονδίνου, µε τη συνεργασία του Υπουργείου Γεωργίας, Φυσικών Πόρων και Περιβάλλοντος της Κύπρου. Ο πρώτος τόµος εκδόθηκε το 1977 και ο δεύτερος το 1985. Το 1966 άρχισε στο ΙΓΕ η δηµιουργία Βοτανολογίου µε στόχο τη χρησιµοποίησή του για τον προσδιορισµό φυτών για διάφορα ερευνητικά προγράµµατα. Στο Βοτανολόγια του ΙΓΕ έχουν δωρηθεί δύο συλλογές, η µια αποτελεί, µέρος της συλλογής της Elisabeth Kennedy και η άλλη είναι η συλλογή της Inn Matthews. Επίσης το 1990 µεταφέρθηκε στο ΙΓΕ και η παλαιά συλλογή του Τµήµατος Γεωργίας. 5
Σχετικά νεότερο σε υλικά αλλλα εξίσου σηµαντικό είναι και το Βοτανολόγιο του Τµήµατος ασών η ετοιµασία του οποίου άρχισε το 1990. Μέσα σε σύντοµο χρονικό διάστηµα έγινε δυνατή η ετοιµασία µιας σηµαντικής φυτολογικής συλλογής. Και τα δύο Βοτανολόγια είχαν φτάσει σε ζηλευτά επίπεδα από άποψη περιεχοµένου και οργάνωσης και αποτελούν εθνική παρακαταθήκη. Οι προσπάθειες για βελτίωση τους συνεχίζονται και στόχος είναι η συµπλήρωσή τους µε όλα τα φυτά της χλωρίδας της Κύπρου. 6
4. ΙΑΤΗΡΗΣΗ ΦΥΤΙΚΟΥ ΓΕΝΕΤΙΚΟΥ ΥΛΙΚΟΥ ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΓΟΝΩΝ 4.1 ιατήρηση Φυτικού Γενετικού Υλικού Η πρώτη ύλη η οποία χρησιµοποιείται για τη δηµιουργία νέων φυτικών ποικιλιών, µε ψηλές αποδόσεις, πρέπει να είναι πλούσια σε γενετική ποικιλοµορφία. Βασικές πηγές αποτελούν οι καλλιεργούµενες ποικιλίες, τόσο οι παραδοσιακές όσο και οι βελτιωµένες, καθώς επίσης και τα αυτοφυή συγγενικά φυτά µιας καλλιέργειας. Η ποικιλοµορφία στις ντόπιες κυπριακές ποικιλίες και στα άγρια φυτά της Κύπρου έχει αποτελέσει επανειληµµένα αντικείµενο συλλογής και εκµετάλλευσης τόσο από ξένους όσο και από Κύπριους ερευνητές. Οµως το πλούσιο σε γενετική ποικιλοµορφία αυτό υλικό αντιµετωπίζει όλο και περισσότερο τον κίνδυνο ολοκληρωτικού αφανισµού µε την αντικατάσταση των παραδοσιακών ποικιλιών µε βελτιωµένες οµοιόµορφες ποικιλίες, µε την αλλαγή των καλλιεργειών και επίσης µε τα αναπτυξιακά έργα που επηρεάζουν το περιβάλλον. Στο Ινστιτούτο Γεωργικών Ερευνών (ΙΓΕ) λειτουργεί πρόγραµµα φυτικού γενετικού υλικού στόχος του οποίου είναι η διατήρηση και η αειφορική χρήση φυτικού γενετικού υλικού από ντόπιες και παλιές ποικιλίες διαφόρων καλλιεργειών και από τη χλωρίδα της Κύπρου. 4.2 Εθνική Τράπεζα Γόνων Στα πλαίσια της συνεργασίας µε το ιεθνές Ινστιτούτο Φυτικών Γενετικών Πόρων και άλλους ιεθνείς Οργανισµούς, αλλά και στα πλαίσια προγραµµάτων του ΙΓΕ, έχει ετοιµαστεί αριθµός συλλογών. Οι συλλογές αφορούν ντόπιες ποικιλίες σιτηρών, οσπρίων, κτηνοτροφικών ψυχανθών, άγρια φυτά συγγενικά καλλιεργειών, ενδηµικά και σπάνια φυτά της Κύπρου και άλλα. Το γενετικό υλικό το οποίο έχει συλλεγεί διατηρείται στην Τράπεζα Γόνων (CYPARI Genebank) στο ΙΓΕ, η οποία είναι και η Εθνική Τράπεζα. ιπλές συλλογές έχουν σταλεί σε διάφορες τράπεζες γόνων στο εξωτερικό για µακρόχρονη διατήρηση και για χρησιµοποίηση από επιστήµονες του εξωτερικού. Η συλλογή αποτελείται από 12,000 δείγµατα τα οποία διατηρούνται σε ερµητικά κλειστούς φακέλους από αλουµίνιο και φυλάσσονται σε ειδικό θάλαµο που λειτουργεί κάτω από ελεγχόµενες συνθήκες θερµοκρασίας (0-4 o C) και σχετικής υγρασίας (50-60%). 7
5. ΠΑΝΙ Α Σύµφωνα µε µαρτυρίες που υπάρχουν, τα πρώτα ζώα της ξηράς που έφτασαν στην Κύπρο ήταν ιπποπόταµοι και ελέφαντες, είδη που τα δύο ήταν πολύ καλοί κολυµβητές. Εφτασαν εδώ, από γειτονικές περιοχές, πριν 1.5 εκ. χρόνια και εκτός από ένα σχετικά µικρό αριθµό από σκίουρους και ποντικούς, ήταν τα µόνα θηλαστικά που κυριαρχούσαν στο νησί µας προτού να φτάσει σ αυτό πριν 9,000 χρόνια περίπου, ο άνθρωπος, ο οποίος ήταν τελικά και η βασική αιτία που οδήγησε στην εξαφάνισή τους. Σε πιο πρόσφατες εποχές διάφορα είδη της κυπριακής πανίδας, στα οποία αναφέρονται συγγραφείς και ταξιδιώτες απ το 15ο µέχρι το 19ο αιώνα, έχουν εξαφανιστεί ή ελαττωθεί σε πολύ σηµαντικό βαθµό. Σήµερα η πανίδα της Κύπρου περιλαµβάνει περίπου 32 είδη θηλαστικών 126 είδη αµφιβίων και ερπετών 364 είδη πτηνών και ένα τεράστιο αριθµό εντόµων και άλλων ασπόνδυλων. Σηµαντικό είναι το γεγονός τι στην Κύπρο δεν υπήρξαν ποτέ αρπακτικά σαρκοφάγα ζώα όπως οι αρκούδες και τα αιλουροειδή (λιοντάρια, τίγρεις, λύκοι, κλπ.) Το µεγαλύτερο άγριο ζώο που συναντούµε σήµερα ελεύθερο στο φυσικό περιβάλλον του νησιού είναι το αγρινό (Ovis orientalis ophion) ένα σπάνιο είδος άγριου προβάτου που είναι ενδηµικό της Κύπρου. Κατά το µεσαίωνα συναντούµε το αγρινό σε µεγάλους αριθµούς και σε σχεδόν όλα τα µέρη του τόπου. Το αγρινό αποτελούσε εκλεκτό είδος κυνηγιού για την αριστοκρατία του νησιού όπως απεικονίζεται και σε ρωµαϊκά µωσαϊκά στην Οικία του ιόνυσου στην Κάτω Πάφο. Από το έντονο κυνήγι το αγρινό αγγίζει τα όρια της εξαφάνισης κατά το 1937 µε µόνο 15 ζώα να επιβιώνουν. Ευτυχώς σήµερα και χάρις στη λήψη νοµοθετικών µέτρων και προστασία του δάσους Πάφου, που είναι η κατεξοχή βιότοπος του ζώου, το αγρινό έχει ξεφύγει το κίνδυνο του πλήρους αφανισµού. Η Κύπρος χρησιµοποιείται από εκατοµµύρια πουλιά ως ενδιάµεσος σταθµός κατά τη διάρκεια της µετανάστευσής τους από την Ευρώπη στην Αφρική και αντίστροφα. Το γεγονός αυτό οφείλεται βασικά στην ύπαρξη των αλυκών Λάρνακας και Λεµεσού, που αποτελούν υδροβιότοπους µε µοναδική σηµασία τόσο για τον τόπο µας όσο και για τον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο. Από τα διάφορα είδη άγριων πτηνών της Κύπρου, τα αρπακτικά είναι σίγουρα τα πιο εντυπωσιακά και από αυτά το Φαλκόνι της ελεονώρας (Falco eleonorae) και ο αυτοκρατορικός αετός (Aquila heliaca) αποτελούν πραγµατικό στολίδι του φυσικού µας περιβάλλοντος. Είναι όµως πολύ ανησυχητικό το γεγονός ότι ο πληθυσµός των ειδών αυτών συνεχών ελαττώνεται και για το λόγο αυτό ανήκουν στην κατηγορία των αυστηρά προστατευόµενων ειδών, όπως άλλωστε και όλα τα είδη αρπακτικών πτηνών του τόπου µας. Συµπερασµατικά θα µπορούσε να λεχθεί ότι η πανίδα του τόπου µας παρουσιάζει µια ανοµοιοµορφία ως προς το βαθµό µελέτης και γνώσης της. Οι γνώσεις µας σε θέµατα πανίδας µπορούσε να πούµε ότι είναι ελλειπής. Υπάρχουν βέβαια οµάδες όπως τα πουλιά, τα θηλαστικά, τα ερπετά και τα ψάρια που είναι λίγο πολύ γνωστά. Οµως οµάδες, όπως αυτές των εντόµων που είναι και τα περισσότερα παρουσιάζουν σηµαντικές ελλείψεις. Ακόµα λιγότερα πράγµατα ξέρουµε για την µικροπανίδα, για τον τρόπο ζωής της, τη χρησιµότητα και το ρόλο της στο οικοσύστηµα καθώς και την κατάσταση των πληθυσµών της λόγω της αυξανόµενης επίδρασης του ανθρώπου. Στο κυπριακό χώρο έχουν µέχρι σήµερα καταγραφεί 364 περίπου είδη πτηνών που ανήκουν σε 61 οικογένειες. Από αυτά 48 είναι µόνιµοι κάτοικοι και τα υπόλοιπα 316 είναι αποδοµητικά. Ο 8
ολικός αριθµός των πουλιών που γεννούν στην Κύπρο ανέρχεται στα 114 και περιλαµβανει πουλιά που έχουν γεννήσει έστω και µια φορά. Σύµφωνα µε τους Vaurie και Bannerman στον τόπο µας υπάρχουν 7 ενδηµικά πουλιά. Ενα είδος και έξι ποικιλίες: 1. Τρυποπάσιης - Sylvia melanothorax 2. Σκαλιφούρτα - Oenanthe pleschanka cypriaca 3. Θουπί - Otus scops cyprius 4. ωδεκάτης - Parus ater cypriotes 5. Κίσσα - Garrulus glandarius glanzeri 6. Σταυροµύτης - Loxia curvirostra guillemardi 7. Κόρθιος ο βραχυδάκτυλος - Certhia brachydactyla dorothea. Πριν από 1.5 εκατοµµύρια χρόνια περίπου στον τόπο µας ζούσαν ελέφαντες και ιπποπόταµοι. Με το πέρασµα του χρόνου εξελίχθηκαν σε πυγµαία είδη και τελικά εξαφανίστηκαν πριν από 8-10 χιλιάδες χρόνια, µε την παρουσία των πρώτων ανθρώπων στο νησί. Απολιθώµατα αυτών των πυγµαίων ελεφάντων και ιπποπόταµων βρέθηκαν πρόσφατα σε σπηλιές στο Ακρωτήρι. Το ελάφι του είδους Dama dama mesopotamica φαίνεται ότι εξαφανίστηκε σχετικά πρόσφατα, πριν από 400 περίπου χρόνια, ίσως λόγω εντατικού κυνηγιού. Η αλεπού (Vulpes vulpes) είναι το µόνο σαρκοφάγο θηλαστικό που ζει στον τόπο µας. Αν και συναντάνται σε όλες τις περιοχές, ο πληθυσµός της έχει µειωθεί αισθητά, επειδή κυνηγήθηκε ανελέητα κατά τις δεκαετίες 1970-1990 σαν επιβλαβής για την κτηνοτροφία και τους θηραµατικούς πληθυσµούς. Παρόλο που σήµερα µετά από επιστηµονικές έρευνες, έχει αποδειχτεί ότι είναι οικολογικά ωφέλιµη και προστατεύεται σε χώρες της Ευρώπης, στην Κύπρο εξακολουθεί να υπάρχει ακόµη προκατάληψη για το ζώο αυτό, κυρίως από τους κυνηγούς. Ο λαγός (Lepus europaeus) είναι το κύριο αλλά και µεγαλύτερο θηραµατικό είδος. Ο σκαντζόχοιρος (Hemiechinus auritus) πληρώνει κάθε χρόνο φόρο αίµατος στην άσφαλτο κυρίως την άνοιξη και το καλοκαίρι. Οι νυχτερίδες είναι ένα σηµαντικό στοιχείο της πανίδας µας. Στον τόπο µας ζουν 16 περίπου διαφορετικά είδη, µερικά από τα οποία ζουν µόνιµα εδώ, ενώ άλλα µεταναστεύουν. Στην κατηγορία των θηλαστικών, περιλαµβάνονται και 3-4 είδη τροκτικών (ποντικοί, νυφίτσες και ένα είδος µυγαλίδος). Στην Κύπρο σήµερα είναι γνωστά 22 είδη ερπετών και 4 είδη αµφιβίων. Στα ερπετά έχουµε 8 είδη φιδιού, 11 είδη σαύρας, 3 είδη χελώνας και στα αµφίβια ένα κάβουρα του γλυκού νερού και 3 είδη βατράχων. Τρεις σαύρες σε επίπεδο υποείδους θεωρούνται ενδηµικές της Κύπρου. Από τα 8 είδη φιδιών 3 µόνο είναι δηλητηριώδη. Ενα είδος φιδιού, το Coluber cypriensis είναι ενδηµικό. Στην Κύπρο υπάρχουν γύρω στα 3500 είδη εντόµων. Εξέχουσα θέση µεταξύ τους κατέχουν οι πεταλούδες, οι οποίες και έχουν µελετηθεί σε βάθος. Εχουν αναγνωρισθεί 52 είδη πεταλούδων από τα οποία τα 9 είναι ενδηµικά. 9
6. ΘΑΛΑΣΣΙΑ ΖΩΗ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ Η Μεσόγειος όπως την ξέρουµε σήµερα δηµιουργήθηκε πριν από 5,3 εκατοµµύρια χρόνια. Κινήσεις του φλοιού της γης άνοιξαν τότε τα στενά του Γιβραλτάρ ενώνοντας τον Ατλαντικό µε τη λεκάνη της Μεσογείου, µια ξηρή λεκάνη, ο βυθός της οποίας ήταν 2-3 χιλιόµετρα κάτω από την επιφάνεια του Ατλαντικού. Υπολογίζεται ότι χρειάστηκαν δεκαετίες για να γεµίσει η λεκάνη αυτή και να δηµιουργηθεί η Μεσόγειος. Μερικά υψώµατα στο βυθό της λεκάνης αυτής δηµιούργησαν τα σηµερινά µεγάλα νησιά της, όχι βέβαια όπως τα ξέρουµε σήµερα, γιατί συνεχίστηκαν οι κινήσεις του φλοιού της γης που, σε πολλές περιπτώσεις όπως της Κύπρου, επέφεραν την ανύψωσή τους. Η Μεσόγειος, λόγω του τρόπου δηµιουργίας της και των ιδιαίτερων υδρογραφικών συνθηκών που επικρατούν σ αυτή, παρουσιάζει ειδική πανίδα και χλωρίδα. Χαρακτηριστικό της θαλάσσιας ζωής της περιοχής είναι η µεγάλη ποικιλία οργανισµών, ορισµένων οικογενειών ψαριών, η οποία υπερβαίνει τα 80 είδη σε σύγκριση µε 20 είδη που κυριαρχούν στον Βορειοανατολικό Ατλαντικό. Κανένα από τα 80 είδη δεν επικρατεί όπως συµβαίνει αλλού. Ισως η µόνη εξαίρεση είναι η σαρδέλλα την οποία δεν έχουµε σε σηµαντικές ποσότητες στην Κύπρο. Τη θέση της µέσα στο οικοσύστηµα φαίνεται να παίρνει η Picarel ή µαρίδα (Maena smaris) η οποία είναι το πιο άφθονο εκµεταλλεύσιµο ψάρι στην Κύπρο. Η θαλάσσια ζωή της Κύπρου για τα τελευταία 5 περίπου εκατοµµύρια χρόνια βρίσκεται σε κάποιο είδος ισορροπίας ακολουθώντας τους νόµους της φύσης και της εξέλιξης. Για τον υποβρύχιο επισκέπτη η πρώτη εντύπωση είναι ότι η πανίδα στα ξέβαθα νερά είναι φτωχή. Και όµως εδώ υπάρχουν πολλά ζώα καµουφλαρισµένα ή κρυµµένα στην άµµο, όπως αρκετά είδη αχινών της άµµου, διάφορα είδη αστερία, καθώς και είδη ψαριών όπως οι γλώσσες, οι σκαρµοί, τα χελιδονόψαρα και άλλα. Σε ξέβαθες βραχώδεις θαλάσσιες περιοχές αφθονούς οι αχινοί που βόσκουν πάνω σε φύκια στην επιφάνεια των βράχων. Τα κοινά ψάρια εδώ είναι οι πέρκες, οι γύλοι, οι χειλούδες, οι χαρατζίδες και οι σκάροι. Κοντά στους βράχους µικρές οµάδες παρπουνιών ανακατεύουν την άµµο για να βρουν µικροσκοπικές γαρίδες. Λίγο βαθύτερα, κάτω από 5 περίπου µέτρα, αρχίζουν λιβάδια από ποσειδώνιες (Posidonia oceanica) παρουσιάζοντας ένα πολύ χαρακτηριστικό µεσογειακό θαλάσσιο τοπίο. Η ποσειδώνια δεν είναι είδος φυκιού αλλά φυτό (αγγειόσπερµα) που εξελίχθηκε στην ξηρά και έχει προσαρµοστεί µε µεγάλη επιτυχία στη θάλασσα. Αυτά τα φυτά βγάζουν λουλούδια, αν και όχι πολύ εντυπωσιακά. Σ αυτά τα λιβάδια, που σε ορισµένες περιοχές είναι εκτεταµένα, η θαλάσσια ζωή είναι πλούσια, µε διάφορα είδη ψαριών και µε πολλούς οργανισµούς. Τα λιβάδια ποσειδώνιας είναι σηµαντικό µέρος του µεσογειακού θαλάσσιου οικοσυστήµατος, ειδικά ως αναπαραγωγικοί χώροι για πολλά ψάρια και άλλα είδη θαλάσσιων οργανισµών. Λίγο πιο βαθιά, συνήθως γύρω στα 15-20 µέτρα σε αµµώδεις και λασπώδεις βυθούς αρχίζει την εµφάνιση του ένα είδος φυτού, η Caulerpa. Στο βιότοπο αυτό βρίσκονται τα µεγαλύτερα δίθυρα όστρακα της Μεσογείου, οι πίννες (Pinna nobilis). Χωρίς αµφιβολία, όµως, οι πιο πλούσιες υποβρύχιες περιοχές είναι αυτές των βαθιών υφάλων κάτω από τα 25 περίπου µέτρα. Οι υποβρύχιοι λόφοι και κρηµνοί µε σπηλιές και φαράγγια είναι θεαµατικοί. Ο ίδιος ο βράχος είναι αόρατος, καλυµµένος από ζώα και φυτά διαφόρων αποχρώσεων και µορφών. Οι βυσσινιές επικαλύψεις από λιθοθάµνιο (Lithothamnium) αποτελούν µεγάλη αντίθεση µε τα τεράστια σκούρα σφουγγάρια. 10
Στις ρωγµές και τις σπηλιές των υφαλών αυτών αποικίες κατάλευκων και κόκκινων πολύχαιτων της θάλασσας διεκδικούν το χώρο από τα πολύχρωµα σφουγγάρια. Τα σφουγγάρια κυριαρχούν εδώ, οι φωτεινές, σχεδόν φωσφορίζουσες, πορτοκαλιές αξινέλλες (Axinella) µπορούν να φτάσουν το ύψος του ενός µέτρου, µερικές ψηλές και ίσιες, άλλες δηµιουργώντας παράξενα σχήµατα. Πάνω σε βυσσινιά-καφέ σφουγγάρια ζουν οικογένειες µαλακίων (Οπισθοβράγχια) µε άσπρες και καστανές βούλες. Ροζ θαλάσσιοι γυµνοσαλίγκαροι (Nudibranchia) τρέφονται µε αποικίες µικροσκοπικών υδροζώων. Στις ρωγµές και στις σπηλιές ζουν διάφορα είδη ψαριών όπως ρώσοι, σιακοί και οι µικροί κόκκινοι ανθίες. 11
7. ΤΟ ΚΥΠΡΙΑΚΟ ΤΟΠΙΟ Η Κύπρος είναι ένα νησί µε εκπληκτική φυσική οµορφιά και µεγάλη ποικιλία από τοπία και περιοχές µε εξαιρετική θέα. Στις δαντελωτές ακτές της εναλάσσονται διαδοχικά βραχώδεις παραλίες, ακρωτήρια και κολπίσκοι µε γραφικές αµµουδιές. Το εσωτερικό της καλύπτεται από εκτεταµένες πεδιάδες, που διακόπτονται από λοφίσκους σε κάθε γεωµετρικό σχήµα και δασοσκεπή βουνά στολισµένα µε γραφικά χωρουδάκια. Οι υγροβιότοποι, µια σπάνια για τον τόπο κατηγορία βιότοπων, αποτελούν ένα πραγµατικά γοητευτικό µέρος του φυσικού περιβάλλοντος. Οι πιο σηµαντικοί από αυτούς είναι οι αλυκές της Λάρνακας και του Ακρωτηρίου και ο υγροβιότοπος στο Μερρά Ακρωτηρίου. Οι αλυκές µας παρά το γεγονός ότι είναι λίµνες το χειµώνα και αλµυρές έρηµοι το καλοκαίρι, εντούτοις χαρακτηρίζονται από µια δυναµική οικολογική ισορροπία και συντηρούν µια εκπληκτική ποικιλία από πτηνά, αµφίβια, ερπετά, θηλαστικά και υδρόβιους οργανισµούς που όλα µαζί αποτελούν µέρος µιας πολύπλοκης αλλά ευαίσθητης και εύθραυστης τροφικής αλυσίδας. Ο ορεινός όγκος του Τροόδους µε τις βαθιές καταπράσινες κοιλάδες και τις κορυφογραµµές που τον ρυτιδώνουν, τις πυκνά δασωµένες πλαγιές και τα ειδυλλιακά ποταµάκια µε τα κελαριστά νερά, φλέβες ζωής που τον διασχίζουν, φιλοξενεί µια εκπληκτική ποικιλία ορεινών βιότοπων. Το δυτικό µέρος της οροσειράς του Τροόδους καλύπτεται από το δάσος Πάφου που απλώνεται σε µια έκταση 67,000 εκτ. µε τη µοναδική και εξαιρετικά όµορφη Κοιλάδα των Κέδρων. Στη βορειοδυτική εσχετιά του νησιού βρίσκεται η χερσόνησος του Ακάµα, το πιο απόµακρο και αποµονωµένο κοµµάτι γης της χώρας µας. Ο Ακάµας αποτελεί µια µοναδική για τον τόπο µας παρθένα περιοχή µε ποικιλόµορφα χαρακτηριστικά όπως η πλούσια χλωρίδα και πανίδα, ενδιαφέρουσα γεωλογία ιστορικό, αρχαιολογικό και πολιτιστικό πλούτο, όµορφες και θεαµατικές ακρογιαλιές, µεγάλη ποικιλία βιότοπων και ένα δυναµικό τοπίο µε µεγάλη εναλλαγή γεωγραφικών µορφωµάτων. Ενα τοπίο εξαιρετικά δυνατό, φορτισµένο µε µνήµες, ιστορία, παράδοση, θρύλο και πολιτισµό, ένα τοπίο που έχει τη µοναδική δύναµη να διατηρείται έξω από το χρόνο, ανέπαφο και ενέγγικτο από χέρι ανθρώπου. Η πολύ µεγάλη ποικιλία οικοτόπων, ειδών άγριας ζωής και τοπίων, κάνει την Κύπρο µια χώρα εξαιρετικής φυσικής οµορφιάς µε πολλά µοναδικά χαρακτηριστικά. Ενα νησί όπου οι µυθικοί θεοί και θεές της αρχαίας Ελλάδας παραδίδονται στον αθλητισµό, τις απολαύσεις και την τραγωδία, όπου η Αφροδίτη, θεά της οµορφιάς και του έρωτα, αναδύθηκε από τα αφρισµένα κύµατα της θάλασσας σε µιαν ειδυλλιακή ακρογιαλιά. Ενα νησί που το περίγραψαν µε χάρη αρχαίοι και σύγχρονοι ταξιδιώτες και συγγραφείς, που το ζωγράφισαν µε τα πιο ζωηρά χρώµατα ζωγράφοι, που το επαίνεσαν µε πάθος ποιητές και που το αγάπησαν µε θέρµη οι άνθρωποι από την αρχαιότητα µέχρι την εποχή µας. 12