Εισαγωγή Ένας σηµαντικός αριθµός παιδιών παρουσιάζουν προβλήµατα κατά τη γλωσσική ανάπτυξη, καθώς η γλωσσική τους συµπεριφορά δεν είναι η αναµενόµενη για τη χρονολογική τους ηλικία (βλέπε, Schwartz, 2008, για επισκόπηση της πρόσφατης έρευνας στον τοµέα αυτό). Τα προβλήµατα αυτά συχνά δεν είναι επίκτητα, δηλ. δεν µπορούν να αποδοθούν σε επίκτητη βλάβη. Επιπλέον, αφορούν σε διαφορετικούς πληθυσµούς παιδιών, οµιλητών µίας ή περισσοτέρων γλωσσών και ποικίλλουν σε σχέση µε την αιτιολογία, την ένταση και τη διάρκεια. Ο κλινικός χαρακτηρισµός των προβληµάτων αυτών αποδίδεται µε τον όρο «αναπτυξιακές γλωσσικές διαταραχές». Ο µη επίκτητος χαρακτήρας των προβληµάτων υποδηλώνει πολλές φορές γενετικό υπόβαθρο για τις διαταραχές αυτές (Temple, 1997). Το γενετικό υπόβαθρο, ενώ δεν συνεπάγεται αναγκαστικά εντοπισµό γονιδίου ή γονιδίων, στα ο- ποία θα µπορούσε να αποδοθεί η γλωσσική διαταραχή, συνεπάγεται, όµως, αποκλεισµό εξωτερικών παραγόντων που θα µπορούσαν να συµβάλουν στην εµφάνιση γλωσσικών ελλειµµάτων, όπως, για παράδειγµα, η επίκτητη νευρολογική βλάβη. Αξιοση- µείωτο είναι το πληθυσµιακό εύρος που καλύπτει ο όρος «αναπτυξιακές γλωσσικές διαταραχές». Αφορά σε πληθυσµούς που παρουσιάζουν επιλεκτική βλάβη στον τοµέα των γλωσσικών ικανοτήτων, ενώ τα χαρακτηριστικά της γνωστικής ανάπτυξης εντάσσονται στο φάσµα της τυπικής ανάπτυξης. Επιπλέον, αφορά σε πληθυσµούς στους οποίους τα γλωσσικά ελλείµµατα συνυπάρχουν µε άλλα χαρακτηριστικά µη τυπικής ανάπτυξης ή πληθυσµούς που παρουσιάζουν ελλείµµατα στον αισθητηριακό τοµέα. Οι παραπάνω διακρίσεις καλύπτουν αναπτυξιακές διαταραχές όπως η 7
Εισαγωγή Ειδική Γλωσσική ιαταραχή, τα γενετικά σύνδροµα νοητικής καθυστέρησης, το αυτιστικό φάσµα και το Σύνδροµο ιάσπασης Προσοχής και Υπερκινητικότητας, και η βαρηκοΐα/κώφωση. Συνέπεια του ευρέως πληθυσµιακού φάσµατος στο οποίο παρουσιάζονται οι γλωσσικές διαταραχές είναι και η ετερογένεια στους το- µείς της γλωσσικής συµπεριφοράς που προσβάλλονται από τη διαταραχή. Για παράδειγµα, ελλείµµατα µπορεί να παρουσιαστούν είτε σε όλα τα επίπεδα της γλωσσικής ανάλυσης είτε επιλεκτικά σε κάποια από αυτά, όπως η φωνολογία, η µορφολογία, η σύνταξη, η σηµασιολογία ή η πραγµατολογία. Η ένταση, αλλά και η διάρκεια, εκδήλωσης των γλωσσικών δυσκολιών είναι µια άλλη παρά- µετρος που διαφοροποιεί την εκδήλωση των γλωσσικών ελλειµ- µάτων ακόµη και στα πλαίσια της ίδιας κλινικής κατηγορίας. Για παράδειγµα, κάποια παιδιά παρουσιάζουν σοβαρά γλωσσικά προβλήµατα µεγάλης διάρκειας, τα οποία εµµένουν και στην ενήλικη ζωή, ενώ κάποια άλλα όχι. Είναι ιδιαίτερα θετικό το γεγονός ότι η έρευνα έχει εστιάσει τα τελευταία χρόνια στις αναπτυξιακές διαταραχές, στοχεύοντας στην απάντηση ερωτηµάτων που αφορούν στην τµηµατικότητα ή µη των γνωστικών λειτουργιών κατά την ανάπτυξη, και τον προσδιορισµό του νευροβιολογικού υπόβαθρου των γλωσσικών ελλειµµάτων. Τα ερωτήµατα αυτά αποτελούν καίρια ερωτήµατα της γνωστικής νευροεπιστήµης και προσελκύουν σηµαντικό αριθµό ερευνητών. Η λογοθεραπευτική παρέµβαση φαίνεται να αποτελεί την «πρακτική» πλευρά στον τοµέα των αναπτυξιακών γλωσσικών διαταραχών. Είναι δε ενδεικτικός και ο διαχωρισµός των ερευνητών µεταξύ αυτών της «βασικής έρευνας» και εκείνων της «εφαρ- µοσµένης έρευνας», ο οποίος αποτέλεσε (και ίσως αποτελεί) ένα στερεότυπο στο χώρο αυτό. Εκτός από τα παραδείγµατα διακεκριµένων ερευνητών που θα µπορούσε κανείς να αναφέρει, οι ο- ποίοι θεωρούν τα ζητήµατα κλινικών εφαρµογών εξίσου σηµαντικά µε τα ζητήµατα της βασικής έρευνας (π.χ. η Dorothy Bishop έχει ασχοληθεί µε κλινικά θέµατα διάγνωσης και αξιολόγησης), 8
πρόσφατες θεωρητικές προσεγγίσεις θεωρούν πως οι µεταβολές στη γλωσσική συµπεριφορά, που προκαλούνται από τη θεραπευτική παρέµβαση, συσχετίζονται άµεσα µε στρατηγικές αντιστάθµισης που υποστηρίζονται γνωστικά από τις λειτουργίες εκείνες που δεν έχουν υποστεί βλάβη (π.χ., Ullman & Pierpont 2005). Άλλωστε, είναι κοινή πεποίθηση ότι τα ευρήµατα στην παθολογία της γλώσσας δίνουν πολλές φορές τη βάση για την αναθεώρηση των θεωριών γύρω από τη φυσιολογική λειτουργία της. Συνεπώς, η σχέση ανάµεσα στη βασική και στην εφαρµοσµένη έρευνα στο χώρο των αναπτυξιακών γλωσσικών διαταραχών φαίνεται να είναι δυναµική, αδιάλειπτη και αµφίδροµη. Τα τελευταία χρόνια στη χώρα µας έχει σηµειωθεί αισθητή πρόοδος στον τοµέα της έρευνας και της κλινικής πράξης. Τα α- ποτελέσµατα αυτά διαχέονται στην επιστηµονική κοινότητα, στους ενδιαφερόµενους επαγγελµατίες στους χώρους της υγείας και της εκπαίδευσης, αλλά και στο ευρύτερο κοινό, διαµέσου της δράσης συλλόγων (για παράδειγµα, µπορεί να δει κανείς τα συνέδρια του Πανελληνίου Συλλόγου Λογοπεδικών και τις εκδόσεις του µε αφιέρωµα στην Ειδική Γλωσσική ιαταραχή και τη Βαρηκοΐα/Κώφωση) και δραστηριοτήτων των µελών ΕΠ των πανεπιστη- µίων µας (για παράδειγµα, οργάνωση συµποσίων µε θέµα γλωσσικές διαταραχές και νευρογνωστικές προσεγγίσεις στη γλωσσική ανάπτυξη, στα συνέδρια του κλάδου Γνωστικής Ψυχολογίας και του κλάδου Εξελικτικής Ψυχολογίας της ΕΛΨΕ (2008), όπως και λειτουργία του διεθνούς σχολείου για τις αναπτυξιακές διαταραχές, Spring School of the Psychological Society of Northern Greece, http://www.pseve.org /scientific_meetings/article.asp?key=35). Επιπλέον, φαίνεται πως κερδίζει έδαφος η συνειδητοποίηση πως η διεπιστηµονική προσέγγιση ζητηµάτων που αφορούν τις γλωσσικές διαταραχές είναι απαραίτητη, καθώς µια µόνο οµάδα επιστηµόνων ή επαγγελµατιών υγείας (λογοπεδικοί, ψυχολόγοι) δεν επαρκεί από µόνη της για την επιτυχή θεωρητική κατανόηση και την αποτελεσµατική κλινική 9
Εισαγωγή αντιµετώπιση των γλωσσικών ελλειµµάτων σε παιδιά µε αναπτυξιακές διαταραχές. Ακολουθώντας αυτή την προσέγγιση, οι επιµελητές του παρόντος συλλογικού τόµου, επιχειρήσαµε µε την έκδοση αυτή να καταγράψουµε την τρέχουσα έρευνα στην Ελλάδα και να αποτυπώσουµε στον παρόντα τόµο τις διαφορετικές τάσεις και προσεγγίσεις για τις αναπτυξιακές γλωσσικές διαταραχές. Παράλληλα, επιδιώξαµε να προσελκύσουµε µελέτες θεωρητικές και κλινικές, οι οποίες να θέτουν ερωτήµατα που να αφορούν στη σύνδεση βασικής έρευνας και κλινικής πράξης. Αφορµή για την έκδοση του τό- µου αυτού αποτέλεσε το Συµπόσιο µε διεθνή συµµετοχή το 2008 το οποίο συνδιοργανώθηκε από τον Πανελλήνιο Σύλλογο Λογοπεδικών, το Πανεπιστήµιο Μακεδονίας, εν όψει του εορτασµού των 50 χρόνων από την ίδρυσή του, και το Τµήµα Εκπαιδευτικής και Κοινωνικής Πολιτικής του Πανεπιστηµίου Μακεδονίας, και πλαισιώθηκε από την παρουσία προσκεκληµένων οµιλητών µε διαφορετική επιστηµονική προέλευση, αλλά µε κοινή ενασχόληση στις αναπτυξιακές γλωσσικές διαταραχές. Ενδεικτικά, αναφέρουµε τις διεθνείς συµµετοχές: Nicola Botting (ψυχολόγος), Kristina Hansson (λογοθεραπεύτρια) και Marie-Thérèse Normand (κλινική γλωσσολόγος). Η θεµατολογία του παρόντος τόµου καλύπτει περιοχές που αφορούν στα χαρακτηριστικά γλωσσικής ανάπτυξης ατόµων µε µη τυπική ανάπτυξη, σε γλωσσολογικές προσεγγίσεις για τη γλώσσα των ατόµων µε γλωσσικές διαταραχές, καθώς και σε θεραπευτικές παρεµβάσεις. Πέρα από τη διαφορετικότητα στη θεµατολογία, στον τόµο αυτό µπορεί κανείς να διαπιστώσει διαφορετικότητα και στις επιστηµονικές πεποιθήσεις των συγγραφέων. Ο επιστηµονικός αυτός πλουραλισµός πιστεύουµε πως συµβάλλει ουσιαστικά στον επιστηµονικό διάλογο και µπορεί να προωθήσει την ανανέωση των ερωτηµάτων της επιστηµονικής έρευνας. Ευχαριστούµε όλες και όλους τις/τους συναδέλφους που ανταποκρίθηκαν στο κάλεσµά µας και συνέβαλαν στην έκδοση του τόµου αυτού µε την κατάθεση της εργασίας τους, αλλά και τη συµβολή 10
τους στη διαδικασία κρίσης των άρθρων, και ευχόµαστε τη συνέχεια της διεπιστηµονικής αυτής προσπάθειας. Ιωάννης Βογινδρούκας, Αρετή Οκαλίδου, Σταυρούλα Σταυρακάκη 11
Εισαγωγή Βιβλιογραφία Schwartz, R. G., (2008). The handbook of child language disorders. UK: Psychology Press. UK. Temple, C. M., (1997). Developmental Cognitive Neuropsychology. Hillsdale, NJ: Erlbaum Press. Ullman, M. T., & Pierpont, E. I. (2005). Specific Language Impairment is not specific to language: the procedural deficit hypothesis. Cortex, 41, 399-443. Πανελλήνιος Σύλλογος Λογοπεδικών (1991). Βαρηκοΐα-κώφωση: Πρακτικά 4 ου συνεδρίου του Πανελλήνιου Συλλόγου Ειδικών στις ιαταραχές του Λόγου. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα. Πανελλήνιος Σύλλογος Λογοπεδικών (2000). Ειδική Γλωσσική ιαταραχή- Εξελικτική υσφασία: Από την προσχολική στην εφηβική ηλικία. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα. 12
13