Οµιλία του Γενικού Γραµµατέα του Υπουργείου Οικονοµίας, Ανάπτυξης και Τουρισµού Ηλία Ξανθάκου COMPETITIVENESS & EMPLOYMENT AMCHAM EVENT 2016 Θέµα: Κίνητρα για µια ανταγωνιστική αγορά εργασίας 1. Γενικά για την «ανταγωνιστική» 1 αγορά εργασίας Θα ξεκινήσω λέγοντας τα αυτονόητα, ότι, δηλαδή, η αγορά εργασίας είναι η αγορά στην οποία οι εργοδότες αναζητούν εργαζόµενους και οι εργαζόµενοι αναζητούν θέσεις εργασίας. Η αγορά εργασίας δεν είναι µια φυσική περιοχή, ένα γήπεδο, αλλά περισσότερο είναι µια έννοια µέσα στην αναδεικνύεται και αποδεικνύεται ο ανταγωνισµός και η αλληλεπίδραση µεταξύ των διαφόρων δυνάµεων της παραγωγής. Η αγορά εργασίας µπορεί να αυξηθεί ή να συρρικνωθεί ανάλογα µε τη ζήτηση και την προσφορά εργασίας στο πλαίσιο της συνολικής οικονοµίας, ή στο πλαίσιο συγκεκριµένων κλάδων, ή για συγκεκριµένα επίπεδα εκπαίδευσης ή για συγκεκριµένες εργασιακές λειτουργίες. Σύµφωνα µε αυτά, ανταγωνιστική αγορά εργασίας είναι η αγορά εργασίας όπου οι δύο πλευρές -εργοδότες/επιχειρήσεις από τη µία και εργαζόµενοι, ενεργοί και µη από την άλληβρίσκονται σε ένα είδος σχετικής ισορροπίας, δηλαδή είναι -και οι δύο πλευρέςανταγωνιστικές. Τώρα, για να έχουµε ανταγωνιστικές επιχειρήσεις χρειαζόµαστε: 1) σταθερό µακροοικονοµικό περιβάλλον 2) κατάλληλους κατευθυντήριους άξονες (ή κατάλληλα οριοθετηµένο πλαίσιο) αναπτυξιακής πολιτικής 3) περιβάλλον φιλικό προς την επιχειρηµατικότητα (από την ίδρυση ή την αδειοδότηση νέων επιχειρήσεων έως τη λειτουργία τους, ακόµα και το κλείσιµό τους), 4) διευκολύνσεις µε κανόνες για πρόσβαση στη χρηµατοδότηση 5) σαφές φορολογικό και ασφαλιστικό σύστηµα 6) κράτος δικαίου αλλά και αποτελεσµατικό και τελεσφόρο σύστηµα απονοµής δικαιοσύνης 7) θεσµικό πλαίσιο που ενισχύει τη δηµιουργία καινοτοµίας και τη µεταφορά της µέσα στις επιχειρήσεις κλπ. Από την άλλη, για να έχουµε ανταγωνιστικούς εργαζόµενους χρειαζόµαστε, πέραν των προαναφερθέντων για τις επιχειρήσεις: 1) υψηλή εκπαίδευση ή κατάρτιση, που επιτρέπει τον εύκολο εµπλουτισµό γνώσεων και δεξιοτήτων και διευκολύνει την προσαρµογή στις εξελίξεις 1 Από το λεξικό: ανταγωνισµός (ουσιαστικό) = αγώνας εναντίον, το να είναι κάποιος αντίπαλος άλλου, συναγωνισµός, άµιλλα ανταγωνιστικός, -ή, -ό (επίθετο) = που προσφέρεται για ανταγωνισµό ή που αποβλέπει στον ανταγωνισµό, που εξουδετερώνει την επίδραση άλλου. [1]
2) κατάλληλος σχεδιασµός εργατικού δυναµικού (δηλαδή, δυναµικό σε σχετική αντιστοίχιση µε την παραγωγική διάρθρωση της οικονοµίας) 3) κατάλληλο περιβάλλον εργασίας κλπ. Στα επόµενα θα µου επιτρέψετε να περιοριστώ µόνον σε όσα αφορούν το Υπουργείο Οικονοµίας, Ανάπτυξης και Τουρισµού. ηλαδή να µείνω στο κοµµάτι των επιχειρήσεων, δεδοµένου ότι τα σχετικά µε τους εργαζόµενους είναι κυρίως θέµα των Υπουργείων Εργασίας και, κυρίως, Παιδείας. 2. Τι κάνουµε, λοιπόν, εµείς σήµερα Προχωρώ αµέσως στη σύντοµη περιγραφή του πλαισίου της πολιτικής µας, η οποία, σε πρώτη φάση, επεδίωξε τη σταθεροποίηση της οικονοµίας και, σε δεύτερη φάση, τη µετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγµα. Πρώτον, στο µακροοικονοµικό επίπεδο: µε τη συµφωνία στο Eurogroup της 24ης Μαΐου και την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης εξασφαλίζεται µακροπρόθεσµα ένα σταθερό περιβάλλον. Με δεδοµένο αυτό το νέο σταθερό µακροοικονοµικό πλαίσιο, µπορούµε, πλέον, να περάσουµε στη δεύτερη φάση, δηλαδή στη µετάβαση σε ένα νέο αναπτυξιακό υπόδειγµα που θα βασίζεται στην αναδιάταξη των παραγωγικών δυνάµεων της χώρας, θα δώσει τη δυνατότητα ανάτασης της πραγµατικής οικονοµίας και θα οδηγήσει τη χώρα σε µία δίκαιη και βιώσιµη ανάπτυξη. εύτερον, αναφορικά µε την πολιτική της ανάπτυξης: Σε σχέση µε την πολιτική της ανάπτυξης, τα σηµάδια της διαπιστώνονται τόσο στη λογική του νέου ΕΣΠΑ, του νέου Αναπτυξιακού Νόµου, αλλά και της Στρατηγικής για την Ανάπτυξη (Αναπτυξιακό Σχέδιο) που βρίσκεται σε φάση ολοκλήρωσης. Οι τρεις κεντρικοί πυλώνες του νέου Αναπτυξιακού Νόµου και, βέβαια, του αναπτυξιακού προτύπου της χώρας, είναι: 1) Η σταδιακή µετατόπιση των προτεραιοτήτων από την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών χαµηλής προστιθέµενης αξίας και χαµηλής έντασης γνώσης προς µια νέα κατεύθυνση η οποία χωρίς να αγνοεί τα συγκριτικά και ανταγωνιστικά πλεονεκτήµατα της χώρας θα επενδύσει στην ανακάλυψη νέων πηγών αξίας και ανταγωνιστικού πλεονεκτήµατος και στη δόµηση νέου ανταγωνιστικού πλεονεκτήµατος. Τα βασικά χαρακτηριστικά της νέας αυτής κατεύθυνσης θα είναι: - Η προσπάθεια επανεκβιοµηχάνισης της χώρας. - Η στροφή σε διεθνώς εµπορεύσιµες υπηρεσίες υψηλότερης προστιθέµενης αξίας. - Η αύξηση του τεχνολογικού περιεχοµένου προϊόντων και υπηρεσιών, αλλά και καινοτόµων διαδικασιών. 2) Η ενδυνάµωση της εξωστρέφειας των ελληνικών επιχειρήσεων. 3) Η στήριξη του εγχώριου παραγωγικού δυναµικού, σε αντιδιαστολή µε τη µέχρι σήµερα ασκούµενη πολιτική που οδήγησε στη θεµελίωση της µεγέθυνσης της χώρας στην εισαγόµενη καταναλωτική ζήτηση. [2]
Τρίτον, στην προσπάθεια για τη διαµόρφωση περιβάλλοντος φιλικού προς την επιχειρηµατικότητα: Οι πρωτοβουλίες µας σε αυτό τον τοµέα κινούνται σε δύο κατευθύνσεις: Η πρώτη έχει να κάνει µε την απλοποίηση της αδειοδότησης των επιχειρήσεων και η δεύτερη έχει να κάνει µε την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας. Τρία-ένα, λοιπόν: απλοποίηση αδειοδότησης επιχειρήσεων Βρισκόµαστε σε µία διαδικασία ταχείας υλοποίησης του νόµου για την απλοποίηση των διαδικασιών σύστασης και αδειοδότησης επιχειρήσεων (αρχικά σε τέσσερις οικονοµικούς τοµείς: τρόφιµα & ποτά, εστίαση, τουριστικά καταλύµατα και λατοµεία-µεταλλεία άµεσα θα έχουµε το νέο θεσµικό/νοµοθετικό πλαίσιο για τους τρεις πρώτους τοµείς. Θα ακολουθήσουν άλλα δύο κύµατα, όπου π.χ. επειδή θέλουµε ανάπτυξη των logistics θα απλοποιήσουµε τη διαδικασία αδειοδότησης αποθηκών). Με την ολοκλήρωση της νοµοθέτησης των νέων κανόνων αδειοδότησης σκοπεύουµε να προχωρήσουµε στην ίδρυση Κέντρου Εξυπηρέτησης Επιχειρήσεων, όπου όλες οι απαιτούµενες διαδικασίες σύστασης των επιχειρήσεων θα συγκεντρώνονται σε ένα σηµείο. Αυτή η µεταρρύθµιση θα πλαισιωθεί από την αναθεώρηση της επιµελητηριακής νοµοθεσίας. Βασική προτεραιότητα, εδώ, είναι η ουσιαστική αναβάθµιση του ρόλου των Επιµελητηρίων, προκειµένου αυτά να µετασχηµατιστούν σε θεσµό ουσιαστικά χρήσιµο, για τα µέλη τους και για την Πολιτεία, µε στόχο την ενίσχυση της συµµετοχής. Στο ίδιο πνεύµα κινείται και η απλοποίηση των εξαγωγικών διαδικασιών όπου βασικός µας στόχος είναι η ολοκλήρωση του συνόλου της εξαγωγικής διαδικασίας σε ένα µόνο σηµείο. Τρία-δύο: ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας Σε συνεργασία µε τον ΟΟΣΑ προχωρούµε στη µελέτη των επιπτώσεων που έχει η νοµοθεσία στον ανταγωνισµό σε πέντε κλάδους, που είναι: 1) Οι Κατασκευές (Construction), 2) Τα Μέσα Ενηµέρωσης (Media), 3) Το Χονδρικό Εµπόριο (Wholesale trade), 4) Το Ηλεκτρονικό Εµπόριο (E-commerce), 5) Η Μεταποίηση (Manufacturing). Σε αυτά είναι πρέπει να προσθέσουµε τον επικείµενο νέο Νόµο για τις ηµόσιες Συµβάσεις, που είναι ήδη έτοιµος, ο οποίος θέτει κανόνες στο πώς θα διενεργούνται οι συµβάσεις και οι προµήθειες του ηµοσίου, µε διασφάλιση των όρων υγιούς ανταγωνισµού και απλοποίηση της διαδικασίας, που σηµαίνει γρήγορη εξυπηρέτηση των επιχειρήσεων και µείωση του διοικητικού κόστους. Τέταρτον, προς µία πολιτική εξωστρέφειας: Έχει ωριµάσει πλέον στη συνείδηση όλων η επιτακτική ανάγκη να διευκολυνθεί µε κάθε δυνατό τρόπο η στήριξη των εξαγωγικών επιχειρήσεων, ακόµη και µε τους δεδοµένους περιορισµούς. Τα τελευταία χρόνια, άλλωστε, παρατηρείται ένα ενδιαφέρον για ανάπτυξη εξαγωγικής δραστηριότητας που είναι ελπιδοφόρο. Ακόµα και αν προκύπτει από ανάγκη, λόγω της συρρίκνωσης της εσωτερικής αγοράς, οφείλουµε να την αξιοποιήσουµε και να την µετατρέψουµε σε επιλογή προς το νέο αναπτυξιακό µοντέλο. [3]
Σε αυτό το πλαίσιο, έχει ήδη καταρτιστεί και υλοποιείται ένα «Σχέδιο ράσης για την Προώθηση των Εξαγωγών», το οποίο είναι επικεντρωµένο στη κάλυψη διαπιστωµένων αναγκών που οφείλονται κυρίως σε αδυναµίες των δηµόσιων φορέων που δεν µπορεί να καλύψει η ελεύθερη οικονοµία, δίνεται, δηλαδή, έµφαση στην ανάπτυξη των θεσµικών ικανοτήτων του κράτους, ως προϋπόθεση για τον σχεδιασµό και την υλοποίηση αποτελεσµατικών πολιτικών προώθησης των εξαγωγών. Πέµπτον, ως προς τη διευκόλυνση των επιχειρήσεων για πρόσβαση στη χρηµατοδότηση: Η Κυβέρνηση προσπαθεί να διευκολύνει την πρόσβαση των µικροµεσαίων επιχειρήσεων στη χρηµατοδότηση, µέσα από τη δηµιουργία νέων χρηµατοδοτικών εργαλείων και τη συνένωση όλων των υφιστάµενων κάτω από την οµπρέλα ενός αναπτυξιακού ταµείου. Προς αυτή την κατεύθυνση είµαστε σε µία διαδικασία αναβάθµισης του ΕΤΕΑΝ σε Αναπτυξιακό Ταµείο, που θα καλύψει ένα µεγάλο κενό στο νέο αναπτυξιακό υπόδειγµα που προωθεί η κυβέρνησή µας: αυτό της χρηµατοδότησης των µικρών και µεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες αποτελούν το 99,9% των επιχειρήσεων της εθνικής οικονοµίας, απασχολούν το 86,9% του εργατικού δυναµικού της χώρας και συνεισφέρουν στο 74,8% της προστιθέµενης αξίας στην οικονοµίας. 3. Κλείνοντας Το παραγωγικό µοντέλο της Ελλάδας έχει πλέον εξαντλήσει τα όριά του και βρίσκεται σε αδυναµία ανταγωνισµού τόσο µε τις χώρες χαµηλού κόστους όσο και µε τις χώρες που παράγουν προϊόντα υψηλής ποιότητας µε ενσωµατωµένη γνώση. Εµείς δεν θέλουµε, αλλά και δεν µπορούµε, να ανταγωνιστούµε άλλες οικονοµίες µε βάση το χαµηλό κόστος εργασίας ή/και τους χαµηλούς φορολογικούς συντελεστές. Η χώρα µας πρέπει να µετακινηθεί στην αλυσίδα παραγωγής της αξίας και να παράγει περισσότερο σύνθετα προϊόντα και υπηρεσίες. Μόνο έτσι µπορεί να βελτιώσει τη θέση της στον ιεθνή Καταµερισµό Εργασίας ο οποίος, άλλωστε, µεταβάλλεται ταχύτατα από την αυξανόµενη βιοµηχανική παραγωγή στις χώρες του αναπτυσσόµενου κόσµου και από την εξ αυτού του λόγου εντεινόµενη ανταγωνιστική πίεση και τις τάσεις αποβιοµηχάνισης των αναπτυγµένων χωρών 2.. Γι αυτό, εξάλλου, η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέστρωσε το γνωστό «Ευρώπη 2020», όπου προτάσσει τρεις αλληλοσυµπληρούµενες προτεραιότητες: Πρώτον, έξυπνη ανάπτυξη, που θα βασίζεται στη γνώση και την καινοτοµία, εύτερον, διατηρήσιµη ανάπτυξη που θα προωθεί πιο αποδοτική χρήση των πόρων, πιο πράσινη και πιο ανταγωνιστική οικονοµία και Τρίτον, ανάπτυξη χωρίς αποκλεισµούς, µε υψηλή απασχόληση, κοινωνική και εδαφική συνοχή. 2 Tο µερίδιο των αναπτυσσόµενων χωρών επί της παγκόσµιας προστιθέµενης αξίας στην µεταποίηση αυξήθηκε από 27% το 2000 σε 50% το 2014 (UNCTADstat). [4]
Σε αυτό το περιβάλλον προσπαθούµε να ανταπεξέλθουµε. Γνωρίζοντας τις δυσκολίες, αλλά γνωρίζοντας επίσης ότι δεν υπάρχει περιθώριο ολιγωριών. Η χώρα µας οφείλει τα επόµενα χρόνια να κάνει ένα επενδυτικό και αναπτυξιακό άλµα, δηµιουργώντας απασχόληση, προκειµένου να βρεθεί σε τροχιά ανάπτυξης. Τα χρονικά περιθώρια είναι πλέον ασφυκτικά και θα πρέπει να γίνουν πολλά σε πολύ σύντοµο χρόνο και πρέπει όλοι να συνεισφέρουµε σε αυτό. [5]