Οµιλία Προέδρου ΕΣΕΕ κ. Βασίλη Κορκίδη Capital Link-6 ο Συνέδριο ΕΚΕ 27/6/2016 Κυρίες και Κύριοι, Ο επταετής υφεσιακός κύκλος στον οποίο έχει εισέλθει η ελληνική οικονοµία, έχει όχι απλά αρνητικό αλλά κυριολεκτικά καταστρεπτικό αντίκτυπο στην προσπάθεια επιβίωσης των πολύ µικρών, µικρών και µεσαίων επιχειρήσεων. Η µείωση του τζίρου, η υπερφορολόγηση, η µείωση της απασχόλησης, η εξάπλωση των λουκέτων, η αδυναµία πρόσβασης σε χρηµατοδότηση, η απουσία ρευστότητας και η εδραίωση αρνητικών στάσεων στους εµπόρους για το µέλλον της επιχείρησής τους καταδεικνύουν το βάθος και την ένταση της κρισιακής κατάστασης. Ενδεικτικό αυτής, άλλωστε, είναι το γεγονός ότι µέσα σε αυτά τα επτά δύσκολα χρόνια, έκλεισαν 250.000 µικροµεσαίες επιχειρήσεις µε τον κλάδο του χονδρικού και λιανικού εµπορίου αλλά και των κλάδων των κατασκευών να µετράει τις περισσότερες απώλειες. Έχοντας φτάσει σε επίπεδα απασχόλησης του 1997, γίνεται κατανοητό σε όλους ότι πρόκειται για ένα πρωτοφανές πισωγύρισµα που έχει αλλάξει και ακόµη αλλάζει τη µορφή της επιχειρηµατικότητας στη χώρα. Από τη θέση του Προέδρου της ΕΣΕΕ µπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι ο µικροµεσαίος επιχειρηµατίας καθ όλη αυτή τη µακρά διάρκεια της κρίσης έχει κάνει πολλές θυσίες για να συµβάλει θετικά στην ανάκαµψη της εθνικής οικονοµίας. Όπως µπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι αυτά τα επτά χρόνια η ΕΣΕΕ προσπάθησε και νοµίζω ότι το πέτυχε σε ένα µεγάλο βαθµό να υπερασπιστεί τα συµφέροντα και να εκφράσει τα αιτήµατα κάθε µικροµεσαίου της αγοράς, µεταφέροντας τη φωνή του και την αγωνία του στα κέντρα των πολιτικών αποφάσεων. εν διστάσαµε ούτε στιγµή να ασκήσουµε πίεση σε βουλευτές και υπουργούς, διατυπώνοντας µε τεκµηριωµένο πάντοτε τρόπο τις προτάσεις µας ή τυχόν αντιρρήσεις µας. εν περιοριστήκαµε σε ενέργειες διαµαρτυρίας και σε στάσεις µόνιµης άρνησης, αλλά αντίθετα προσπαθούµε να συνεργαζόµαστε µε την εκάστοτε κυβέρνηση, να καταθέτουµε τις προτάσεις και τις αντιπροτάσεις συµπεριλαµβανοµένου και του
προκαλούµενου κόστους µε µοναδικό µας φάρο τις ανάγκες της αγοράς, των µικροµεσαίων, της ελληνικής επιχειρηµατικότητας. Ένα από τα µεγάλα µας παράπονα, όλα αυτά τα χρόνια, είναι ότι ουδείς υπουργός προσπάθησε να συγκροτήσει µια ολοκληρωµένη εθνική στρατηγική για την ανάπτυξη της µικροµεσαίας επιχειρηµατικότητας. Ενώ όλοι µας είχαν στο πλευρό τους, είχαν στη διάθεσή τους τις προτάσεις µας αλλά και όλες τις δυνάµεις µας, είχαµε στενή επαφή και επικοινωνία, µέχρι τώρα ουδείς έχει συνειδητοποιήσει ότι η ανάπτυξη απαιτεί µεγάλες αλλαγές και οι µεγάλες αλλαγές απαιτούν στόχους, χρονοδιαγράµµατα και στρατηγική. υστυχώς, τα προβλήµατα που αντιµετωπίζουν οι µικροµεσαίες επιχειρήσεις πληθαίνουν αντί να περιορίζονται χρόνο µε τον χρόνο. Η απουσία ρευστότητας στην αγορά και κυρίως η αδυναµία στην πρόσβαση σε χρηµατοδότηση είναι δυο όψεις του ίδιου νοµίσµατος. Ο επιχειρηµατίας σήµερα µοιάζει µε άνθρωπο περιπλανώµενο σε µια ζούγκλα. Τα πιστωτικά ιδρύµατα έχουν κλειστές τις πόρτες. Η κατάσταση έχει επιδεινωθεί µετά την επιβολή των capital controls, που έγιναν θηλιά στο λαιµό της επιχειρηµατικότητας. Και παρά το γεγονός ότι έχουν χαλαρώσει, η ύπαρξή τους ενοχλεί και περιορίζει την εµπορική δραστηριότητα και τροµάζει τους προµηθευτές µας στο εξωτερικό. Η πτώση των εξαγωγών κατά -11,7%, η ύφεση στο -1,3%, η αποεπένδυση -2,7%, η χρηµατοδότηση -1,9%, η κατανάλωση -4,3% και η µείωση του δείκτη οικονοµικού κλίµατος στο 89,7 είναι τα αποτελέσµατα των capital controls. Η απώλεια έξι θέσεων στη 56η θέση στην ανταγωνιστικότητα µεταξύ 61 χωρών, είναι επίσης αποτέλεσµα των capital controls. Ανάπτυξη µε capital controls δεν θα έρθει στην αγορά, ούτε βεβαίως και νέο χρήµα στις ελληνικές τράπεζες, όπου οι καταθέσεις έχουν µειωθεί στα 121,5 δις ευρώ. Το µόνο ίσως "θετικό" που µπορεί κανείς να πει ότι έφεραν είναι η κατακόρυφη αύξηση της χρήσης πλαστικού χρήµατος και ηλεκτρονικών πληρωµών, επιβεβαιώνοντας πόσο γρήγορα µαθαίνουµε και προσαρµοζόµαστε στη νέα ψηφιακή εποχή. Σ αυτή τη συγκυρία, το εγχώριο τραπεζικό σύστηµα καλείται να αντιµετωπίσει και να διευθετήσει πολλές προκλήσεις. Κυριότερη όλων το νευραλγικής σηµασίας ζήτηµα της επιστροφής των καταθέσεων και της επανέναρξης του ουσιαστικού του ρόλου, της δανειοδότησης της οικονοµίας. Σύµφωνα µε κάποια στοιχεία από την Ενηµερωτική Έκθεση της ΕΟΚΕ για την πρόσβαση των µικροµεσαίων επιχειρήσεων στη χρηµατοδότηση της περιόδου 2014-2020, τα σηµαντικότερα προσκόµµατα στη δανειοδότηση των πολύ µικρών, µικρών και µεσαίων επιχειρήσεων σχετίζονται µε:
1. το υψηλό κόστος δανειοδότησης, 2. τις έντονα γραφειοκρατικές διαδικασίες, 3. την ανεπαρκή διαθέσιµη πληροφόρηση, 4. τη δυσκολία υιοθέτησης καινοτόµων εφαρµογών και υπηρεσιών R&D, 5. τη µη αξιοποίηση διεθνών βέλτιστων πρακτικών, 6. το σχεδιασµό χρηµατοδοτικών εργαλείων που στην πραγµατικότητα δεν ικανοποιούν τις ανάγκες της αγοράς (προγράµµατα Jeremie, Jessica της ΕτεΠ) αλλά και 7. τη µη εκπόνηση από πλευράς επιχειρηµατιών αξιόπιστων και επαρκώς τεκµηριωµένων business plans. Είναι προβληµατικό που µέχρι στιγµής υστερούµε στη συνεργασία µε άλλα κράτη µέλη της Κοινότητας σε επίπεδο ανταλλαγής βέλτιστων πρακτικών µε κατεύθυνση τη βελτίωση της υφιστάµενης κατάστασης. Από την πλευρά της ΕΣΕΕ, έχουµε κατά καιρούς υποβάλει στα αρµόδια υπουργεία διάφορες προτάσεις αναφορικά µε την άρση των εµποδίων στην προσπάθεια διοχέτευσης πόρων στην πραγµατική οικονοµία. Όπως: 1) Προώθηση σύγχρονων χρηµατοδοτικών εργαλείων, όπως οι Εγγυήσεις και τα Μικρο-πιστώσεις (microcredit) µε ποσά της τάξεως των 5.000 15.000 ευρώ, µέσω της ίδρυσης Αναπτυξιακής Τράπεζας Μικροµεσαίων Επιχειρήσεων. Σε αυτή την πρωτοβουλία καθοριστικός είναι ο ρόλος των Συνεταιριστικών Τραπεζών, καθώς το πανελλήνιο δίκτυο των εµπορικών και επαγγελµατικών οργανώσεων που αποτελούν τα µέλη τους, σε συνδυασµό µε την εθνική κάλυψη του δικτύου Εµπορικών Συλλόγων της ΕΣΕΕ, µπορεί να συµβάλλουν στη χορήγηση πιστώσεων σε επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον εµπορικό κλάδο. Η Αναπτυξιακή Τράπεζα ΜµΕ δεν θα έχει σκοπό να επικαλύψει το ρόλο των συστηµικών τραπεζών, αλλά αντιθέτως, θα προσβλέπει στην περαιτέρω αξιοποίηση και επέκταση των υφιστάµενων δράσεών τους, µέσω σύγχρονων, ανταποκρινόµενων στις ανάγκες των επιχειρήσεων, χρηµατοδοτικών εργαλείων (π.χ. εγγυηµένα µικροδάνεια/ micro-finance).
2) Η αναδιοργάνωση των υφιστάµενων δοµών και η αναβάθµιση των παρεχόµενων υπηρεσιών των τραπεζών που έως σήµερα αποτελούν µια αδιαµφισβήτητα κοστοβόρα και χρονοβόρα διαδικασία. Μέρος του συγκεκριµένου κόστους θα µπορούσε να καλυφθεί, όπως έχει επανειληµµένως προτείνει η ΕΣΕΕ, µέσω κοινοτικών πόρων (προγράµµατα ΕΣΠΑ) µε την προϋπόθεση βεβαίως τα πιστωτικά ιδρύµατα να ανταποδώσουν τη ληφθείσα ωφέλεια, προµηθεύοντας την αγορά µε «φθηνό» χρήµα (µείωση επιτοκίων δανεισµού). 3) Πιέζουµε για θεσµοθέτηση νέων πηγών χρηµατοδότησης: οι θεσµοί Crowdfunding και Venture Capital. Πρόκειται για νέες µεθόδους η µεν για την άντληση κεφαλαίων από µεγάλο αριθµό ενδιαφερόµενων, κατά κύριο λόγο µέσω του διαδικτύου και η δε για επιχειρήσεις που αντιµετωπίζουν πρόβληµα ρευστότητας ή ανεύρεσης ιδίων κεφαλαίων, µε αντάλλαγµα τη συµµετοχή των επενδυτών (νέα Funds) στη διοίκηση της επιχείρησης. Αυτό που ωστόσο απαιτείται για να τύχουν ευρύτερης αποδοχής αυτές οι νέες µέθοδοι είναι η σύσταση ενός συντονιστικού φορέα, ο οποίος θα καθορίσει το θεσµικό πλαίσιο λειτουργίας και εποπτείας της συγκεκριµένης µορφής χρηµατοδότησης. Είναι κρίσιµο να ενσωµατωθούν στην ελληνική επιχειρηµατική κουλτούρα καθώς θα φανούν πολύ χρήσιµες τόσο στις νεοφυείς επιχειρήσεις (start-ups), όσο και σε υφιστάµενες που χρήζουν αναδιάρθρωσης. 4) Στην Ελλάδα, τα πρώτα χρηµατοδοτικά εργαλεία σχεδιάστηκαν στο πλαίσιο του Γ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης και αφορούσαν κυρίως εγγυήσεις για µικρές επιχειρήσεις µέσω του Ταµείου Εγγυοδοσίας Μικρών και Πολύ Μικρών Επιχειρήσεων (ΤΕΜΠΜΕ). Στην προηγούµενη περίοδο επεκτάθηκαν, πέρα από την ενίσχυση των ΜµΕ και την επιχειρηµατικότητα, στους τοµείς αστικής ανάπτυξης («Jessica») και στην ενεργειακή αποδοτικότητα («Εξοικονοµώ κατ οίκον»). Τα προγράµµατα Jeremie-Jessica αποδείχθηκε στην πράξη ότι αποτυγχάνουν να δώσουν αποτελεσµατικές λύσεις στο µείζον ζήτηµα της ανεπαρκούς τραπεζικής ρευστότητας, εξαιτίας των προβλεπόµενων υπερβολικών και άκαµπτων κριτηρίων που εµπεριέχονται στα προγράµµατά της (υψηλά επιτόκια και ζητούµενες εξασφαλίσεις). Τα υπάρχοντα προγράµµατα επιµερισµού κινδύνου αποτυγχάνουν να προσελκύσουν το ενδιαφερόµενο κοινό, όχι µόνο εξαιτίας των δυσµενών όρων που περιλαµβάνουν αλλά και εξαιτίας των χρονοβόρων και κοστοβόρων διαδικασιών που απαιτούνται.
Έχει επίσης παρατηρηθεί µεγάλο ποσοστό απόρριψης αιτηµάτων χρηµατοδότησης ενταγµένων επενδύσεων αλλά και άρνησης έκδοσης Εγγυητικών Επιστολών λήψης προκαταβολής της επιχορήγησης, ακόµη και όταν αυτή ζητούνταν µέσω υποβολής αίτησης στο πλαίσιο του προγράµµατος εγγυοδοσίας της ΕΤΕΑΝ. Η χαµηλή απορροφητικότητα των συγκεκριµένων πόρων (µόλις 1,5 δισ. ευρώ για το 2014) στερεί πολύτιµες ανάσες ρευστότητας από την πραγµατική οικονοµία. Άρα, αυτό που ζητάµε και έχει νόηµα να συµπεριληφθεί στον επόµενο σχεδιασµό, αλλά και στα νέα προγράµµατα ΕΣΠΑ και στην υλοποίηση του Επενδυτικού Σχεδίου Juncker είναι η ελαστικοποίηση των όρων δανειοδότησης και η συµπερίληψη των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών της ελληνικής επιχειρηµατικότητας. Στόχος µας το επόµενο διάστηµα πρέπει να είναι να δοθούν ανάσες χρηµατοδότησης στις επιχειρήσεις. Μόνο έτσι θα έρθει η πολυπόθητη ανάπτυξη. Η πρόσβαση στη ρευστότητα, η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεών µας, η εξωστρέφεια, η καινοτοµία είναι ζητήµατα που µας απασχολούν και πρέπει να ασχοληθούµε µε µεγαλύτερη προσοχή. Γι αυτό είναι κρίσιµο στη σχεδίαση και υλοποίηση πολιτικών σχετικών µε την διευκόλυνση της πρόσβασης στη ρευστότητα να µετέχουν όλοι οι εµπλεκόµενοι φορείς και ιδίως οι κοινωνικοί εταίροι που γνωρίζουν τις ανάγκες και τα χρηµατοδοτικά κενά της αγοράς. Όπως είναι κρίσιµο να έχουµε πάντοτε στο µυαλό µας και να πιέζουµε τα κέντρα λήψεις αποφάσεων ότι το όραµα της «δίκαιης» ανάπτυξης δεν θα προκύψει, όσο δεν υπάρχει δίκαιη φορολογία, χρηµατοδότηση, απασχόληση, δηµόσια διοίκηση, πρόσβαση στο τραπεζικό σύστηµα, ρευστότητα και δίκαιο επιχειρηµατικό περιβάλλον στην ελληνική αγορά. Ευχαριστώ!