Π.Δ. 28/28 Ιουλίου 1931. Περί Κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου *** Βλ.και άρθρο 18 Ν.2459/1997 με το οποίο αυξήθηκαν τα τέλη χαρτοσήμου *** ΠΡΟΣΟΧΗ: Βλ.άρθρ.25 Ν.2873/2000 με το οποίο ορίζεται μεταξύ άλλων: " 2. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού και στα άρθρα 26 και 27, τα άρθρα 21 έως 29 του π.δ. της 28ης Ιουλίου 1931 καταργούνται,με εξαίρεση το δεύτερο εδάφιο της ποραγράφου 9 του άρθρου 27 και την παράγραφο 9 του άρθρου 28. Με την ίδια επιφύλαξη καταργούνται τα πάγια τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις λοιπές διατάξεις του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος ή από άλλες διατάξεις. Δεν θίγονται τα τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15α του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος. Η κατάργηση αυτή δεν συνεπάγεται την επιβολή αναλογικών τελών χαρτοσήμου. 3. Απαλλαγές από τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις δεν θίγονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου". *** Βλ.και άρθρ.2 ΠΝΠ 288/21.12.2001 με το οποίο καταργήθηκαν τα τέλη χαρτοσήμου στις εξοφλήσεις αποδοχών,συντάξεων,αποζημιώσεων από εργατικό ατύχημα στις συναλλαγματικές κλπ Εχοντες υπ` όψει την παρ. 2 του άρθρ. 27 του Ν. 5164 της 17 Ιουλ. 1931 περί τροποποιήσεως του Ν. 4755, περί κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου απεφασίσαμεν και διατάσσομεν: Αι διατάξεις του νόμου 4755 της 13 Μαίου 1930 "περί κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου" και του νόμου 5164 της 17 Ιουλίου 1931 "περί τροποποιήσεως του νόμου 4755 περί κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου" κωδικοποιούνται εις ενιαίον κείμενον νόμου ως κατωτέρω: Νόμος 4755. ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Α`. Γενικοί ορισμοί. Αρθρ.1. 1. Φόρος υπό το όνομα τέλος χαρτοσήμου επιβάλλεται κατά τα εν τω παρόντι νόμω οριζόμενα επί των αυτώ καθοριζομένων εγγράφων. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Βλ. άρθρ. 59 Νόμ. 947/1979 για συμβάσεις δανείων και λοιπών χρηματοδοτήσεων που αφορούν αγορά γης κλπ. Αρθρο 2 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 10 Αρθρ.2 "1. Τα τέλη χαρτοσήμου διακρίνονται εις αναλογικά και εις πάγια. Ως αναλογικά τέλη κατά τον παρόντα νόμον νοούνται τα υπολογιζόμενα εις ποσοστόν επί της τοις σημαινομένοις εγγράφοις εκφραζομένης χρηματικής
αξίας". *** Η παρ. 1 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 1 Ν. 2246/1952. 2. Εξαιρούνται του τέλους χαρτοσήμου το Δημόσιον, οι Δήμοι και αι Κοινότητες. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με το άρθρο 25 παρ.2-3 Ν.2873/2000 ορίζεται ότι: " 2. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού και στα άρθρα 26 και 27, τα άρθρα 21 έως 29 του π.δ. της 28ης Ιουλίου 1931 καταργούνται, με εξαίρεση το δεύτερο εδάφιο της ποραγράφου 9 του άρθρου 27 και την παράγραφο 9 του άρθρου 28. Με την ίδια επιφύλαξη καταργούνται τα πάγια τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις λοιπές διατάξεις του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος ή από άλλες διατάξεις. Δεν θίγονται τα τέλη χαρτοσήμου που πραβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15α του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος. Η κατάργηση αυτή δεν συνεπάγεται την επιβολή αναλογικών τελών χαρτοσήμου. 3. Απαλλαγές από τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις δεν θίγονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου". Αρθρο 3 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 4 Κατ'Εξουσιοδότηση εκδοθείσα Νομοθεσία 5 Αρθρο 3. 1. "Τα αναλογικά τέλη χαρτοσήμου εισπράττονται, εφ` όσον δεν ορίζεται άλλως εν τω παρόντι νόμω, εάν μεν δεν υπερβαίνουν το ποσόν των πέντε χιλιάδων (5.000) δραχμών δια χρήσεως κινητού επισήματος, εάν δε υπερβαίνουν το ποσόν των "5.000 δραχμών", εξ ολοκλήρου δι` αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Ταμείου. Το αποδεικτικόν πληρωμής, μνημονεύον απαραιτήτως τα ουσιώδη στοιχεία του σημαινομένου εγγράφου, προσαρτάται εις το έγγραφον τούτον. Εις το σώμα δε του εγγράφου ή παρά πόδας αυτού αναγράφονται υπό τινος των συναλασσομένων ή προκειμένου περί συμβολαιογραφικού εγγράφου, υπό του συντάσσοντος τούτο συμβολαιογράφου, ο αριθμός και η ημερομηνία του αποδεικτικού πληρωμής των τελών. Το αποδεικτικόν πληρωμής δέον να εκδίδεται το βραδύτερον εντός πέντε ημερών από της ημερομηνίας του σημαινομένου εγγράφου". *** Το πρώτο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω με το άρθρ. 71 Νόμ. 1041/1980 (ΦΕΚ Α` 75). *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Το ποσό της παρ.1,το οποίο είχε αυξηθεί από 300 σε 600 δρχ. (παρ.ι άρθρ.20 Ν.1473/1984) και στη συνέχεια σε 1000 (άρθρ.19 παρ.7 Ν.1882/1990) αυξήθηκε σε 5000 δρχ. με την παρ.1 άρθρ.27 Ν.2648/1998, Α 238/22.10.1998. "Εξαιρετικώς α) επί δανείων συναπτομένων μεταξύ εμπόρων ή μεταξύ εμπορικών εταιριών ή μεταξύ εμπόρων και εμπορικών εταιριών ως και μεταξύ εμπόρων ή εμπορικών εταιριών και οιουδήποτε τρίτου και β) επί των πάσης φύσεως απολήψεως υπό εταίρων, επί διανομής κερδών ομορρύθμων και ετερορρύθμων εμπορικών εταιριών, ως και επί κεφαλαιοποιήσεως κερδών των εταιριών τούτων, τα οφειλόμενα τέλη χαρτοσήμου καταβάλλονται εντός του πρώτου δεκαπενθημέρου του μηνός του επομένου της εις τα λογιστικά βιβλία εγγραφής των πράξεων τούτων. Ωσαύτως, εξαιρετικώς, επί αυξήσεως του κεφαλαίου των ανωνύμων
εταιριών τα οφειλόμενα τέλη χαρτοσήμου καταβάλλονται, εφ` όσον μεν απαιτείται προς τούτο έγκρισις του Υπουργού Εμπορίου, προ ταύτης, εις πάσαν δε άλλης περίπτωσιν εντός εικοσαημέρου από της λήψεως της αποφάσεως περί αυξήσεως του κεφαλαίου". *** Τα εντός "" εδάφια προσετέθησαν δια της παρ. 1 του άρθρ. 11 του Ν.Δ. 3717/1957. 2. Εξαιρετικώς προκειμένου περί ιδιωτικών εγγράφων εκδιδομένων επί συναλλαγών μετά Τραπεζών, τα κατά την προηγουμένην παράγραφον τέλη, εφ` όσον δεν αφορώσιν εις γραμμάτια εις διαταγήν ή συναλλαγματικάς, δύνανται να εισπράττωνται, αδιαφόρως ποσού, εξ ολοκλήρου είτε δια χρήσεως σφραγιστού χάρτου ή κινητού επισήματος είτε δι` εκδόσεως αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Ταμείου. Εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει εφαρμόζονται αι διατάξεις των δύο τελευταίων περιόδων της προηγουμένης παραγράφου. Τα εν τη παρούση παραγράφω οριζόμενα εφαρμόζονται αναλόγως και επί συμβάσεων συναπτομένων μεταξύ του ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων και οιουδήποτε τρίτου, αλλά μόνον εφ` όσον αι συμβάσεις αύται συντάσσονται δια συμπληρώσεως εντύπων σχεδίων. "3. Επιφυλαττομένης της εφαρμογής των διατάξεων της παρ. 2 του άρθρ. 15α του παρόντος, το δια χρήσεως κινητού επισήματος εισπραττόμενον αναλογικόν τέλος, εάν μεν είναι συνολικού ποσού μέχρι μιας δραχμής αμελείται, εάν δε περιλαμβάνη κλάσμα δραχμής στρογγυλοποιείται εις επομένην μονάδαν ταύτης". *** Η παρ.3 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ.2 άρθρ.31 Νόμ. 1041/1980 (ΦΕΚ Α` 75). 4. Η παρ. 3 του άρθρ. πρώτου του Β.Δ/τος της 6-6-1951 "περί τροποποιήσεως του Κώδικος των νόμων περί τελών χαρτοσήμου" καταργείται. "5. Τα πάγια τέλη χαρτοσήμου, εφόσον δεν ορίζεται διαφορετικά στον παρόντα ή σε άλλους ειδικούς νόμους, εισπράττονται, εάν δεν υπερβαίνουν τις 600 δραχμ., με κινητό επίσημα και αν υπερβαίνουν το ποσό αυτό είτε με κινητό επίσημα είτε με αποδεικτικό πληρωμής του δημοσίου ταμείου, κατά την κρίση του υποχρέου". *** Η παρ. 5 αντικαταστάθηκε ως άνω από την παρ. 2 άρθρ. 20 Νόμ. 1473/1984 (ΦΕΚ Α` 127). *** Το άνω ποσό των 600 δραχμών αυξήθηκε σε 1000 δραχμές από την παρ. 7 άρθρ. 19 Νόμ. 1882/1990, ΦΕΚ Α` 43, (διόρθ. σφαλμ. στο ΦΕΚ Α` 51/6-4-1990). Σύμφωνα δε με την παρ. 8 άνω άρθρ. 19 Νόμ. 1882/1990, η ανωτέρω αύξηση ισχύει μετά 15 ημέρες από τη δημοσίευση του Νόμου αυτού (9 Απρ. 1990). 6. Εν ελλείψει σφραγιστού χάρτου και κινητού επισήματος, τα τέλη χαρτοσήμου εισπράττονται εν πάση περιπτώσει δι` αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Ταμείου, εφαρμοζομένων εν τοιαύτη περιπτώσει των διατάξεων των δύο τελευταίων περιόδων της ανωτέρω παρ. 1. Η έλλειψις σφραγιστού χάρτου και κινητού επισήματος τεκμαίρεται αμαχήτως εκ της υπό του Δημοσίου Ταμείου εκδόσεως γραμματίου παραλαβής ή αποδεικτικού πληρωμής δια την είσπραξιν των τελών. 7. Εις ας περιπτώσεις κατά τας ενεργουμένας πληρωμάς εις τα Δημόσια, Δημοτικά ή Κοινοτικά Ταμεία, ως και τα τοιαύτα νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, οφείλονται οιαδήποτε αναλογικά τέλη, ταύτα εισπράττονται δι` αμέσου καταβολής. 8. Διατάξεις άλλων Νόμων, Β.Δ/των ή Υπουργικών αποφάσεων ορίζουσαι
διάφορον του εν τω παρόντι άρθρω τρόπον καταβολής του τέλους χαρτοσήμου επί ειδικών περιπτώσεων διατηρούνται εν ισχύϊ. ***Το άρθρ. 3 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 2 ν. 2246/1952. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Με το άρθρο 25 παρ.2-3 Ν.2873/2000 ορίζεται ότι: " 2. Με την επιφύλαξη των οριζομένων στην παράγραφο 1 του άρθρου αυτού και στα άρθρα 26 και 27, τα άρθρα 21 έως 29 του π.δ. της 28ης Ιουλίου 1931 καταργούνται, με εξαίρεση το δεύτερο εδάφιο της ποραγράφου 9 του άρθρου 27 και την παράγραφο 9 του άρθρου 28. Με την ίδια επιφύλαξη καταργούνται τα πάγια τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις λοιπές διατάξεις του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος ή από άλλες διατάξεις. Δεν θίγονται τα τέλη χαρτοσήμου που πραβλέπονται από τις διατάξεις της παραγράφου 1 του άρθρου 15α του ανωτέρω προεδρικού διατάγματος. Η κατάργηση αυτή δεν συνεπάγεται την επιβολή αναλογικών τελών χαρτοσήμου. 3. Απαλλαγές από τέλη χαρτοσήμου που προβλέπονται από τις ισχύουσες διατάξεις δεν θίγονται με τις διατάξεις του παρόντος άρθρου". Αρθρο 4 Αρθρ.4. 1. Οτε ο σφραγιστός χάρτης και το κινητόν επίσημα πωλούνται αποκλειστικώς υπό των ταμείων του κράτους αντί τιμής ίσης πρός την επ` αυτών γεγραμμένην αξίαν. (Διά Δ/τος καθορίζεται ο τρόπος της εισπράξεως του προσθέτου ποσοστού υπέρ του αναγκαστικού δανείου επί του πωλουμένου σφραγιστού χάρτου, ή κινητού επισήματος). *** Η εντός () διάταξις ατονεί κατόπιν της δια του Α.Ν. 1578 ενοποιήσεως των τελών χαρτοσήμου. 2. Η πώλησις του σφραγιστού χάρτου, του κινητού επισήματος και παντός άλλου ενσήμου δύναται, ωσαύτως να ενεργήται παρά των κατά νόμον επιτετραμμένων την λιανικήν επί προμηθεία πώλησιν σφραγιστού χάρτου, κινητού επισήματος η άλλου ενσήμου ιδιωτών ή δημοσίων υπαλλήλων και εντός των υπό του νόμου οριζομένων ορίων. *** Επί της παρ. 2 βλ. σχετικάς διατάξεις των άρθρ. 10 και 58 του παρόντος κώδικος. Αρθρο 5 Αρθρ.5. 1. Ο αριθμός των επί του σφραγιστού χάρτου εκτυπουμένων σφραγίδων, ο τρόπος της εκτυπώσεως αυτών, καθώς και ο χρωματισμός και το περιεχόμενον των σφραγίδων τούτων, καθορίζονται διά Δ/των, δι` ών δύναται να ορίζωνται ωρισμένου χρώματος σφραγίδες του σφραγιστού χάρτου διά την σύνταξιν ωρισμένης κατηγορίας εγγράφων. 2. Διά Δ/των ωσαύτως καθορίζονται τα εμβλήματα, τα διακριτικά σημεία, τα χρώματα και εν γένει το περιεχόμενον των κινητών επισημάτων. Αρθρο 6 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 1
Αρθρ.6. "1. Ο σφραγιστός χάρτης έχει πλάτος μέν 0,203 του μέτρου, μήκος δε 0,300, φέρει καθ` άπαν το εύρος της σελίδος κεχαραγμένας γραμμάς τριάκοντα κατά σελίδα και περιθώρια δύο, οριζόμενα διά καθέτου γραμμής και έχοντα πλάτος το μέν πρός τα έσω 0,010, το δε πρός τα έξω 0,025 του μέτρου". 2. Δι` ωρισμένα έγγραφα, καθοριζόμενα διά Β.Δ/τος και προς αποκλειστικήν διά ταύτα χρήσιν, ορίζεται ειδικός τύπος σφραγιστού χάρτου μέχρι και της κλάσεως των δραχ. 150. Ο χάρτης ούτος αποτελείται εκ δύο σελίδων και έχει πλάτος 0,203 του μέτρου, κατά πάντα δε τα λοιπά χαρακτηριστικά τυγχάνει όμοιος προς τον γενικού τύπου σφραγιστόν χάρτην, διακρινόμενος τούτου, μόνον, δι` άλλου χρώματος της σφραγίδος. Εις ας περιπτώσεις, προκειμένου περί τοιούτων εγγράφων το τέλος χαρτοσήμου τυγχάνει ανώτερον των δραχ. 150, γίνεται χρήσις του σφραγιστού χάρτου του γενικού τύπου. 3. Μέχρις εκτυπώσεως του ειδικού τούτου τύπου, σφραγιστού χάρτου, δύναται να τέμνηται εις μονόφυλλο ο ήδη εν χρήση σφραγιστός χάρτης και να διατίθηται το φέρον την κυανήν σφραγίδα μονόφυλλον αυτού διά τα περί ων πρόκειται ωρισμένα έγγραφα". ***Το άρθρ. 6 αντικατεστάθη ως άνω διά του άρθρ. 1 Α.Ν. 2435/1940 η δε παρ. 1 αντικατεστάθη και πάλιν διά του άρθρ. 6 Ν.Δ. 1033/1942, κατωτ. αριθ. 31. Αρθρο 7 Αρθρ.7. 1. Προς διευκόλυνσιν της δημοσίας υπηρεσίας και των συναλλαγών επιτρέπεται κατ` εξαίρεσιν του ανωτέρω άρθρου και κατόπιν αποφάσεως του Υπουργού των Οικονομικών να εκτυπωθώσιν ειδικά ένσημα έντυπα δια συναλλαγματικάς, γραμμάτια είς διαταγήν, φορτωτικά, τελωνειακά και άλλα έγγραφα. Η χρήσις των ειδικών τούτων ενσήμων εντύπων είναι υποχρεωτική, αποκλειομένης της εκδόσεως των εγγράφων τούτων επί μη ενσήμου εντύπου. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Σύμφωνα με το άρθρ. 4 Ν.Δ. 606/1941: "Η αληθής έννοια του άρθρ. 7 του από 28 Ιουλ. 1931 Δ/τος "περί Κώδικος Νόμων περί τελών χαρτοσήμου" ως και η του άρθρ. 5 του υπ` αριθ. 1578/1939 Α.Ν. "περί αντικαταστάσεως δια τέλους ενιαίας αξίας των τελών χαρτοσήμου μετά πάντων των επ` αυτών προσθέτων ποσοστών και συμπληρώσεως ενιαίων διατάξεων των περί τελών χαρτοσήμου Νόμων", είναι ότι δια πάσαν δαπάνην αφορώσιν την κατασκευήν του φύλλου σφραγιστού χάρτου, του κινητού επισήματος, παντός ετέρου ειδικού ενσήμου και ενσήμων ταινιών καπνού την επισήμανσιν, συσκευασίαν, αποσυσκευασίαν ή μεταβολήν αυτών, ως και δι` ημερησίαν αποζημίωσιν των δια την εκτέλεσιν των εργασιών τούτων συνιστωμένων Επιτροπών, ο Υπουργός των Οικονομικών εντέλλεται την εκ του ειδικού προϋπολογισμού των εξόδων του Υπουργείου των Οικονομικών πληρωμήν αυτών. Το ποσόν της κατά τ` ανωτέρω αποζημιώσεως καθορίζεται υπό του Υπουργού όστις εντέλλεται ωσαύτως και την πληρωμήν πάσης άλλης δαπάνης αφορώσης την εκτέλεσιν των εργασιών τούτων". Αρθρο 8 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 14 Αρθρ.8.
1. Εγγραφα έχοντα αντικείμενον κινητήν η ακίνητον περιουσίαν κειμένην εν Ελλάδι ή υποχρεώσεις εκτελεστέας εν αυτή, συνταχθέντα δε εν τη αλλοδαπή, αλλ` ουχί ενώπιον ελληνικής αρχής επί πληρωμή του οικείου τέλους, υποβάλλονται εις τα κατά τον παρόντα νόμον τέλη υπό τας κατωτέρω διακρίσεις: α) Εάν μέν τα έγγραφα ταύτα συνετάγησαν εν Ευρώπη, Τουρκία και Αιγύπτω, χαρτοσημαίνονται διά του απλού τέλους εντός προθεσμίας τριών ετών από της εκδόσεως αυτών, προσαγόμενα είς οιονδήποτε εν Ελλάδι Οικονομικόν Εφορον, άλλως υπόκεινται εις τας εν άρθρ. 40 παρ. 3 ποινάς. β) Εάν τα αυτά έγγραφα συνετάγησαν εν τη αλλοδαπή, πλην ουχί εν Ευρώπη, Τουρκία η Αίγύπτω, υπόκεινται εις το απλούν κατά τον παρόντα νόμον τέλος και μόνον εφ` όσον προσάγονται ενώπιον δικαστηρίων ή άλλης του Κράτους Αρχής. 2. Παν άλλο έγγραφον, έχον αντικείμενον διάφορον του των εγγράφων της παρ. 1 του παρόντος άρθρου, συντασσόμενον εν τη αλλοδαπή υπόκεινται εις το κατά το άρθρ. 24 παράγρ. 6 του παρόντος νόμου τέλος, εάν προσαχθή ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων ή πάσης άλλης του κράτους αρχής. Η διάταξις της παρ. 6 άρθρ. 24 περιελήφθη εις την παρ. 5 του αυτού άρθρου ως τούτο αντικατεστάθη δια του ν. 2246/52 κατωτ. αριθ. 65. 3. Εις τας περιπτώσεις του εδ. β` της ανωτέρω παρ. 1 και της παρ. 2, το κινητόν επίσημα επικολλάται και διαγράφεται υπό του προσάγοντος το έγγραφον. Αρθρο 9 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 4 Κατ'Εξουσιοδότηση εκδοθείσα Νομοθεσία 3 Αρθρ.9. 1. Απαγορεύεται απολύτως η επιστροφή του αντιτίμου ή η ανταλλαγή φύλλων σφραγιστού χάρτου ή κινητών επισημάτων ή παντός άλλου ενσήμου, άπαξ πωληθέντων υπό του δημοσίου ταμείου, και αν ετι ταύτα είναι όλως αμεταχείριστα. 2. Εξαιρετικώς, καθ` ας περιπτώσεις αίρεται εκ της κυκλοφορίας ωρισμένος τύπος σφραγιστού χάρτου ή κινητού επισήματος ή άλλου ενσήμου, επιτρέπεται η ανταλλαγή του κατεχομένου σφραγιστού ή κινητού επισήματος ή άλλου ενσήμου, αιρομένου εκ της κυκλοφορίας, δια τοιούτου του εις κυκλοφορίαν τιθεμένου νέου τύπου. Διά Διατάγματος καθορίζεται εκάστοτε εφ` άπαξ ανατρεπτική προθεσμία διά την προσαγωγήν πρός ανταλλαγήν τούτων υπό των κατόχων. 3. Σφραγιστός χάρτης χρησιμοποιηθείς άπαξ δι` οιονδήποτε σκοπόν, δεν δύναται να χρησιμοποιηθή δι` έτερον, απαγορευομένης της διπλής χρήσεως αυτού. 4. "α. Τέλος χαρτοσήμου οπωσδήποτε καταβληθέν δεν επιστρέφεται. β. Εξαιρετικώς, επιφυλασσομένων των διατάξεων περί παραγραφής, επιστρέφονται τα τέλη χαρτοσήμου τα καταβληθέντα δι` αποδεικτικού πληρωμής του Δημοσίου Ταμείου, εφ` όσον δεν εγένετο η υπό του νόμου προβλεπομένη χρήσις του εκδοθέντος αποδεικτικού πληρωμής ή εφ` όσον αποδεδειγμένως το ποσόν του τέλους κατεβλήθη εν όλω ή εν μέρει αχρεωστήτως. Ομοίως επιστρέφονται και τα καθ` οιονδήποτε τρόπον καταβληθέντα τέλη χαρτοσήμου, εφ` όσον εκδοθή απόφασις διοικητικού δικαστηρίου ή του Συμβουλίου της Επικρατείας, διατάσσουσα την επιστροφήν".
*** Τα εδάφ. α και β αντικατεστάθηκαν ως άνω από το άρθρ. 72 Νόμ. 1041/1980. "γ) Εις ας περιπτώσεις επιστρέφονται υπό του Δημοσίου, ως αχρεωστήτως καταβληθέντες φόροι, δασμοί, τέλη ή δικαιώματα, ως και πάσης άλλης φύσεως έσοδα, συνεπιστρέφονται κατά την αυτήν διαδικασίαν επιστροφής και τα συγκαταβληθέντα και επί των επιστρεφομένων ποσών αναλογούντα οικεία τέλη χαρτοσήμου, ως αχρεωστήτως και ταύτα καταβληθέντα. Επί εξοφλήσεως των ως άνω επιστρεπτέων φόρων κ.λπ. διά συμψηφισμού προς ετέραν οφειλήν του δικαιούχου της επιστροφής, εξοφλούνται και τα επιστρεπτέα τέλη χαρτοσήμου διά συμψηφισμού προς τυχόν οφειλόμενα τοιαύτα διά την συμψηφιστικώς εξοφλουμένην οφειλήν. Εάν διά την συμψιφιστικώς εξοφλουμένην οφειλήν δεν οφείλοται τέλη χαρτοσήμου, τα επί του επιστρεπτέου ποσού αναλογούντα τοιαύτα συμψηφίζονται εις ίσον ποσόν της (κυρίας) οφειλής, άλλως επιστρέφονται". ***Το εδ. γ` προστετέθη δια του άρθρ. 1 Β.Δ. 19/23 Φεβρ. 1949. Αρθρο 10-11 Αρθρ.10-11. (Ερρύθμιζον την λιανικήν πώλησιν χαρτοσήμου. Ηδη δυνάμει του άρθρ. 15 ν. 187/1943, το θέμα ερρυθμίσθη δια της υπ` αριθ. Ε 11150 της 5/6 Νοεμ. 1946 αποφάσεως Υπουργού Οικονομικών). Αρθρο 12 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 14 ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Β` Τέλη χαρτοσήμου εν γένει. Ι. Αναλογικά τέλη χαρτοσήμου α) Αναλογικά τέλη των αστικών εγγράφων Αρθρ.12. 1. Επί των συμβολαίων και των εγγράφων, των κατονομαζομένων εν τω επομένω άρθρ. 13, το τέλος ορίζεται εις 3% της εν αυτοίς διαλαμβανομένης αξίας εις δραχμάς". ***Το άρθρ. 12 αντικατεστάθη ως άνω δια του πρώτου άρθρου του Β.Δ. της 6/7 Ιουνίου 1951. ***Σχετικώς το πρώτον άρθρον παρ. 2 του Β.Δ. 6/7 Ιουν. 1951 ορίζει ότι "όπου, κατά τας ισχυούσας διατάξεις, το τέλος ορίζεται ίσον α) προς το ήμισυ της αστικής κλίμακος, εφεξής ορίζεται ίσον προς το ήμισυ του 3%, β) προς κλάσμα της εμπορικής κλίμακος, εφεξής ορίζεται εις κλάσμα του 1%". Αρθρο 13 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 44 Κατ'Εξουσιοδότηση εκδοθείσα Νομοθεσία 9 Αρθρ.13. "Εις το κατά την παρ. 1 του προηγουμένου άρθρ. 12 τέλος υπόκεινται".
*** Η εντός "" φράσις αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 3 παρ. 1 του Ν. 2246/1952. 1.α. Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτομένη είτε απ` ευθείας, είτε διά δημοσίου συναγωνισμού ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική πρός την σύμβασιν απόδειξις, εφ` όσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε διά δημοσίου, είτε δι` ιδιωτικού καθ` οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου. Εξαιρούνται: Α`. (Αι εξοφλητικαί αποδείξεις των μισθών και άλλων αποδοχών των ιδιωτικών υπαλλήλων εν γένει, των δημοτικών, κοινοτικών, εκκλησιστικών και άλλων υπαλλήλων νομικών προσώπων και ιδρυμάτων, αίτινες, μόνον εφ` όσον πρόκειται περί ποσού μη υπερβαίνοντος τάς δραχμάς τέσσαρας χιλιάδας μηνιαίως υπόκεινται είς το ήμισυ του τέλους της κλίμακος του ανωτέρω άρθρ. 12, επί ποσού όμως υπερβαίνοντας τάς δραχμάς 4.000 μηνιαίως καταβάλλεται ολόκληρον το τέλος του άρθρ. 12 και επί ολοκλήρου του ποσού). ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Αι ως άνω αποδείξεις υπάγονται σήμερον εις την κλίμακα του άρθρ. 14 δυνάμει του άρθρ. 15 παρ. Α` περίπτ. α` και β` του Κώδικος Νόμων περί Χαρτοσήμου, ως ετροποποιήθη δια του Ν. 2246/1952. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Κατά την παρ.2 του άρθρ.11 του Ν.1326/1983 (A 19): " Οι κάθε είδους αποδοχές των τακτικών υπαλλήλων των Δήμων και Κοινοτήτων και νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ως και οι συντάξεις αυτών απαλλάσσονται από τα τέλη χαρτοσήμου". Β`. Αι συμβάσεις, εξοφλήσεις και αποδείξεις, αίτινες κατά τας ρητάς διατάξεις του παρόντος νόμου υπόκεινται εις ελαφρότερον τέλος χαρτοσήμου. ***Επί των εξαιρέσεων της παρ. 1α βλ. και διατάξεις του άρθρ. 3 Α.Ν. 1288/1938. β. Εφ` όσον σύμβασις κατηρτίσθη εγγράφως και υπεβλήθη εξ` υπαρχής εις το τέλος χαρτοσήμου, πάσα εξόφλησις ή σχετική προς την σύμβασιν απόδειξις υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχμών 5.000 εκτός αν η απόδειξις αύτη αφορά την καταβολήν τόκων ή άλλων ωφελειών, δι` α δεν κατεβλήθη προηγουνένως το νόμιμον τέλος οπότε η απόδειξις αύτη υπόκειται εις το τέλος της κλίμακος του άρθρ. 12 ή του κατωτέρω άρθρ. 14 αναλόγως, προς την φύσιν της κυρίας συμβάσεως. Καθ` ας περιπτώσεις το πάγιον τούτο τέλος τυγχάνει ανώτερον το αναλογικού τέλους του αντιστοιχούντος είς το ποσόν, δι` ο η απόδειξεις ή η εξόφλησις καταβάλλεται το αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου. Εφ` όσον η σύμβασις δεν συνήφθη εγγράφως υπόκειται εις το αναλογικόν τέλος η εγγράφως καταρτιζομένη εξόφλησις αυτής ή η σχετική προς την σύμβασιν έγγραφος απόδειξις. γ. Εφ` οιασδήποτε σχέσεως, εκ της οποίας απορρέει απαίτησις δι` ην δεν κατεβλήθη το κατά το άρθρον 12 τέλος, εάν εκδοθή απόφασις εκτελεστή επιδικάζουσα οιονδήποτε ποσόν, το τέλος τούτο καταβάλλεται υποχρεωτικώς προ της εκδόσεως του εκτελεστού απογράφου και υπολογίζεται επί του διά της αποφάσεως επιδικασθέντος κεφαλαίου και των τόκων αυτού μέχρι της ημέρας της εκδόσεως του απογράφου, γιγνομένης ειδικής περί της καταβολής ταύτης μνείας παρά πόδας του εκτελεστού απογράφου υπό της εκδιδούσης αυτό αρχής. Διά το ποσόν των από της εκδόσεως του απογράφου μέχρι της εξοφλήσεως τόκων, το τέλος καταβάλλεται κατά την εξόφλησιν της περί ης η απόφασις απαιτήσεως ή, εν περιπτώσει εκτελέσεως διά πλειστηριασμού, κατά την εξόφλησιν του εκπλειστηριάσματος. Εάν διά την τοιαύτην εξόφλησιν, υπαχθείσαν είς το τέλος κατα τ` ανωτέρω, ενεργηθή πληρωμή δια γραμματίου του δημοσίου ταμείου ή του ταμείου παρακαταθηκών, η σχετική απόδειξις υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχ. 5.000. "Οταν ηττηθείς διάδικος είναι το Δημόσιον ή το ταμείον του εθνικού
στόλου ή το εκκλησιαστικόν ταμείον, το καταβαλλόμενον υπό του νικήσαντος αντιδίκου του, προς λήψιν απογράφου τέλος, βαρύνει αυτόν (τον καταβαλόντα) και δεν είναι αποδοτέον μετά της λοιπής δικαστικής δαπάνης". ***Τα εντός "" της παρ. 1γ` προσετέθησαν υπό του άρθρ. 29 Α.Ν. 553. "δ. Επί ενοικιάσεων δημοσίων, δημοτικών ή κοινοτικών προσόδων ή δικαιωμάτων ή πραγμάτων εν γένει και επί των διά διαγωνισμού ή καθ` οιονδήποτε άλλον τρόπον ενεργουμένων παντός είδους παραχωρήσεων υπό του Δημοσίου, των Δήμων ή Κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, ως και επί πάσης άλλης συμβάσεως οιουδήποτε αντικειμένου, μεταξύ τινος των αυτών προσώπων εξ ενός και οιουδήποτε τρίτου εξ ετέρου εις το αναλογικόν τέλος του άρθρ. 12 υπόκειται η μετά την κατακύρωσιν καταρτιζομένη σύμβασις. Εις όσας περιπτώσεις δεν συνάπτεται ιδιαίτερα έγγραφος σύμβασις, ουδέν εκ της κατακυρώσεως δικαίωμα αποκτά ο υπέρ αύτη προ της καταβολής του αναλογούντος τέλους. Τ` ανωτέρω δεν εφαρμόζονται επί των περιπτώσεων περί ων προβλέπουσι η παρ. 2 του παρόντος και τα άρθρ. 15β, 15γ, 15δ, 15ε και 16 του παρόντος νόμου". ***Το εδ. δ` αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 3 παρ. 2 Ν. 2246/1952. ε. Εφ` όσον σχετικώς προς οιανδήποτε κυρίαν σύμβασιν συνάπτονται παρεπόμενα σύμφωνα, αναφερόμενα εις την παροχήν υποθήκης, ενεχύρου, εγγυήσεως πάσης φύσεως, ως και πάσης άλλης ασφαλείας ή ποινικών ρητρών, εάν μέν υπεβλήθη εις το κατά την κλίμακα του άρθρ. 12 τέλος η κυρία σύμβασις, το δε παρεπόμενον συμφωνείται διά του εγγράφου, εις ουδέν υπόκειται τούτο τέλος. Εάν το παρεπόμενον τούτο σύμφωνον συμφωνήται διά χωριστού εγγράφου, εφ` όσον μέν η κυρία σύμβασις υπεβλήθη εις το τέλος της κλίμακος του άρθρ. 12, το παρεπόμενον σύμφωνον υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχμών 10.000, εν εναντία δε περιπτώσει εις το αναλογικόν τέλος της κλίμακος του άρθρ. 12, υπολογιζόμενον επί του ποσού του αντιστοιχούντος εις την αξίαν της μη υποβληθείσης εις το αναλογικόν τέλος κυρίας συμβάσεως, αδιαφόρως αν το εν τω παρεπομένω συμφώνω ποσόν είναι έλασσον ή μείζον της αξίας της μη υποβληθείσης εις το αναλογικόν τέλος κυρίας συμβάσεως. Παν όμως ποσόν καταβαλλόμενον, συνεπεία προσθέτου συμφώνου, πέραν του υποβληθέντος εις αναλογικόν τέλος ποσού της κυρίας συμβάσεως, υπόκειται κατά την καταβολήν του εις τα κατά το άρθρ. 12 τέλη. "Προκειμένης θεωρήσεως υπό Συμβολαιογράφου ιδιωτικού εγγράφου συστάσεως ενεχύρου, όπως τούτο κτήσηται βεβαίαν χρονολογίαν, κατά τας διατάξεις των άρθρ. 1211 και 1247 του Αστικού Κώδικος, η θεώρησις αύτη υπόκειται εις το κατά τ` ανωτέρω προσήκον αναλογικόν τέλος, εκτός αν προκύπτη ότι το έγγραφον τούτο ή η κυρία σύμβασις υπήχθησαν εις το εν λόγω τέλος, οπότε η θεώρησις υποβάλλεται εις το προσήκον αυτή πάγιον τέλος". ***Η εντός "" παράγραφος προσετέθη δια του άρθρ. 3 παρ. 3 του Ν. 2246/1952. ς) Εφ` όσον κατά τάς διατάξεις του άρθρ. 51 παρ. 1 του Ν.Δ. της 17 Ιουλ. 1923 περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιρειών χορηγείται υποθήκη, εις το κατά τον παρόντα νόμον αναλογικόν τέλος, υπόκειται επί μεν των δανείων απλών ή χρεωλυτικών η πράξις λήψεως των χρημάτων, επί δε δανείων επί ανοικτώ λογαριασμώ η πράξις δι` ής βεβαιούται ότι εξεπληρώθησαν οι όροι του προσυμφώνου και ότι ο οφειλέτης δικαιούται να κάμη χρήσιν της πιστώσεως. Η πράξις αύτη συντάσσεται υποχρεωτικώς προ της ενάρξεως της κινήσεως της πιστώσεως. ζ) Πάσα σύμβασις, δι` ης δίδεται υπόσχεσις περί μελλούσης
καταρτίσεως οριστικής συμβάσεως (προσύμφωνον), υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχ. 10.000, εάν όμως κατά την συνομολόγησιν τοιούτων προσυμφώνων λαμβάνη χώραν οιαδήποτε καταβολή, ιδία λόγω αρραβώνος, διά το ποσόν της τοιαύτης καταβολής καταβάλλεται προσθέτως αναλογικόν τέλος εκπιπτόμενον κατά την συνομολόγησιν της οριστικής συμβάσεως κατά τα διά Δ/τος καθορισθησόμενα. ***Εις εκτέλεσιν της παρ. 1ζ` εξεδόθη το Π.Δ. 17/22 Μαρτ. 1933. "2. α) Το τέλος χαρτοσήμου οριζόμενον εις 3% επιβάλλεται επί του ολικού ποσού των κτωμένων μισθωμάτων εκ εκμισθώσεως οικοδομών άνευ εκπτώσεώς τινος. Ως οικοδομαί νοούνται αι κατά την έννοιαν του άρθρ. 9 του Κώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων τοιαύται. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ.ε του Ν.3229/2004 (ΦΕΚ Α 38) ορίζεται ότι:καταργείται η απαλλαγή της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. από τους παρακάτω φόρους και τέλη: "...ε) από το τέλος χαρτοσήμου σε μισθώματα από οικοδομές που προβλέπονται αντιστοίχως στα άρθρα 13 παρ. 2α και 15 παρ. 1αΒ του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου (Π.Δ. 28/28 Ιουλίου 1931)." β) Επί μισθωμάτων εξ οικοδομών οι οποίοι απαλλάσσονται εξ ολοκλήρου του φόρου Α` κατηγορίας, συμφώνως προς την περίπτωσιν δ` της παρ. 4 του άρθρ. 9 του Κώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων, δεν οφείλεται το κατά το προηγούμενον εδάφιον τέλος. "γ) Το τέλος της παρούσης παραγράφου συμβεβαιούται και συνεισπράττεται μετά του φόρου του αναλογούντος εις το εξ οικοδομών εισόδημα του φορολογουμένου επί τη βάσει της δια τον φόρον τούτον ακολουθουμένης διαδικασίας, μην εφαρμοζομένων εφεξής, ως προς το τέλος τούτο, των περί προκαταβολής διατάξεων των Ν.Δ. 3323/55 και 3843/58. Επί υπερημέρου καταβολής των τελών χαρτοσήμου, λόγω εκπροθέσμου ή ανακριβούς δηλώσεως ή παραλείψεως δηλώσεως φόρου εισοδήματος μεθ` ου συμβεβαιούνται και τα τέλη ταύτα, επιβάλλεται πρόστιμον εις ποσοστόν επί του οφειλομένου τέλους ίσον προς το ποσοστόν του προσθέτου φόρου, το οριζόμενον εκάστοτε εν τη φορολογία του εισοδήματος". *** Το εδάφ. γ` αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 4 άρθρ. 13 Ν.Δ. 4444/1964. δ) Επί οικοδομών απαλλασσομένων του φόρου Α` Κατηγορίας λόγω εκπτώσεως βαρών ή εκ διατάξεως Νόμου, ο κτώμενος το μίσθωμα υποχρεούται εντός των προθεσμιών δηλώσεως και καταβολής του φόρου Α` Κατηγορίας του Κώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων να επιδώση αρχικήν ή κατά περίπτωσιν τροποποιητικήν δήλωσιν μόνον δια το τέλος της παρούσης παραγράφου και να καταβάλη τούτο. ε) Υπόχρεως προς δήλωσιν και καταβολήν του τέλους χαρτοσήμου εις τας περιπτώσεις της παρούσης παραγράφου είναι ο δια τον φόρον Α` Κατηγορίας του Κώδικος φορολογίας καθαρών προσόδων υπόχρεως ή εκείνος όστις θα υπεχρεούτο εις δήλωσιν και καταβολήν του φόρου Α` κατηγορίας, εάν δεν υπήρχεν η λόγω βαρών απαλλαγή εκ του φόρου ή η απαλλαγή εξ άλλης τινος διατάξεως Νόμου. ς) Αι συμβάσεις μισθώσεως οικοδομών και αι αποδείξεις εξοφλήσεως μισθωμάτων εξ οικοδομών συντάσσονται πάντοτε ατελώς. ζ) Το κατά την παρούσαν παράγραφον τέλος βαρύνει εξ ολοκλήρου τον μισθωτήν, οσάκις ούτος προστατεύεται εκ των διατάξεων περί ενοικιοστασίου. Εάν ο μισθωτής δεν προστατεύεται εκ του ενοικιοστασίου
ή επί τη βάσει του ενοικιοστασίου καταβάλλει μίσθωμα συνιστάμενον εις ποσοστόν επί των εισπράξεων της επιχειρήσεώς του, το τέλος χαρτοσήμου βαρύνει εξ ημισείας τον μισθωτήν και τον εκμισθωτήν. "η) Εάν εκμισθωτής τυγχάνη το Δημόσιον: Δήμος ή Κοινότης ή άλλο απαλλασσόμενον των εν λόγω τελών χαρτοσήμου πρόσωπον, το τέλος βαρύνει εξ ολοκλήρου τον μισθωτήν και καταβάλλεται, καθ` ην μεν περίπτωσιν εκμισθωτής τυγχάνει το Δημόσιον, κατά την κατάρτισιν της μισθωτικής συμβάσεως ή, επί αγράφου ή νομίμου παρατάσεως του χρόνου της συμβατικής μισθώσεως ή επί μισθωτικής συμβάσεως απροσδιορίστου ποσού, κατά την εκάστοτε καταβολήν εις το Δημόσιον Ταμείον των μισθωμάτων, εις πάσαν δε άλλην περίπτωσιν κατά τ` ανωτέρω εν εδ. ε` οριζόμενα". *** Το εντός "" εδάφιον της περιπτ. ζ` και η περίπτ. η` αντικατεστάθησαν ως άνω δια των παρ. 1 και 2 άρθρ. 11 Ν.Δ. 2561/1953, (α), του αυτού νόμου ορίζοντος εν παρ. 2 άρθρ. 14 ότι η ισχύς των ανωτέρω διατάξεων άρχεται από 1ης Ιουλ. 1953. "θ. Αι διατάξεις των περιπτ. α` έως και η` της παρούσης παραγράφου εφαρμόζονται αναλόγως και επί εισοδημάτων εξ εκμισθώσεως γαιών". *** Η περίπτ. θ αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 73 Νόμ. 1041/1980. *** ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Δυνάμει της παρ. 4 άρθρ. 3 Ν. 2246/1952, η ως άνω παρ. 2 αποτελέσθη εκ της παρ. 12 άρθρ. 24 του παρόντος Κώδικος ως είχεν αντικατασταθή δια της παρ. 1 άρθρ. 1 Β.Δ. 18/18 Ιουλ. 1950, και αι παρ. 2, 3 και 4 ηριθμίσθησαν εκ νέου ως 3, 4 και 5. *** Το άρθρ. 1 παρ. 3 του Β.Δ. 18/18 Ιουλ. 1950 ορίζει ότι αι ως άνω διατάξεις εφαρμόζονται επί των από 1 Ιουλ. 1950 και εφεξής κτωμένων μισθωμάτων και επί των δηλουμένων κατά το οικον. έτος 1950-1951 και εφεξής εισοδημάτων εκ εκμισθώσεως γαιών. 3(2). Πάσα άλλη απόδειξις διδομένη παρ` οιουδήποτε και δι` οιανδήποτε αιτίαν, εφ` όσον δεν ανάγεται εις σύμβασιν υποβληθείσαν κατά την κατάρτισιν εις αναλογικόν τέλος, αλλ` απορρέει εξ οιοσδήποτε άλλης σχέσεως μη υποβληθείσης οπωσδήποτε προηγουμένως εις το αναλογικόν τέλος. Εξαιρούνται αι αποδείξεις, αίτινες κατά τας διατάξεις του παρόντος νόμου υπόκεινται εις ειδικόν τέλος ελαφρότερον. "4. Πάσαι εις τα δημόσια, δημοτικά ή κοινοτικά ταμεία ή τα ταμεία νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή εις πάντας εν γένει τους κατ` εντολήν και δια λογαριασμόν αυτών ενεργούντας χρηματικάς δοσοληψίας διδόμεναι εξοφλητικαί αποδείξεις, εκτός αν δια το εξοφλούμενον ποσόν προκατεβλήθη το κατά το άρθρ. 12 αναλογικόν τέλος, οπότε αι αποδείξεις αύται υπόκεινται εις το πάγιον τέλος του εδ. β` της παρ. 1 του παρόντος άρθρου. Αι διατάξεις της παρούσης παραγράφου δεν εφαρμόζονται επί των περιπτώσεων, περί ων άλλως ορίζεται εν τω παρόντι. *** Η παρ. 4 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 3 παρ. 5 του Ν. 2246/1952. *** Το πάγιον τέλος της παρ. 1 εδ. β`- δ` και της παρ. 3 ηυξήθη εις 5.000 δραχ. δια της παρ. 1 του άρθρ. 12 Ν. 2246/1952, και το πάγιον τέλος των εδ. ε` και γ` της αυτής παραγράφου ηυξήθη εις δρχ. 10.000 δια των άρθρ. 3 Ν.Δ. 420/1941, άρθρ. 2 Α.Ν. 654/1941,άρθρ. 3 Β.Δ. 28/30 Μαρτ. 1946, άρθρ. 3 Β.Δ. 8/8 Ιαν. 1947 και άρθρ. 3 Β.Δ. 19/20 Ιαν. 1948. 5(4) Αι διδόμεναι εις ασφαλιστικάς εταιρίας αποδείξεις πληρωμής αποζημιώσεων δι` ασφαλίσεις πάσης φύσεως. "Εξαιρετικώς αι αποδείξεις καταβολής αποζημιώσεων δια συναπτομένας εν
Ελλάδι ή μέσω των εν Ελλάδι νομίμων εκπροσώπων των μεσιτών του αγγλικού Λλδϋδ, ασφαλίσεις: α) Φορτίων μεταφερομένων δια θαλάσσης, υπόκεινται εις τέλος 1%. β) Πλοίων, αεροσκαφών, ως και των πληρωμάτων αυτών υπόκεινται εις τέλος δραχ. 5". ***Το εντός "" δεύτερον εδάφιον, προστεθέν δια του άρθρ. 2 Ν.Δ. 4094/1960 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 1 άρθρ. 6 Ν.Δ. 4419/1964. Αρθρο 14 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 12 β) Αναλογικά τέλη επί εμπορικών εγγράφων Αρθρ.14. 1. Επί των εμπορικών και λοιπών εγγράφων και πράξεων, των κατονομαζομένων εν τω επομένω άρθρ. 15, το τέλος ορίζεται εις (1%) "2%" της εν αυτοίς διαλαμβανομένης αξίας εις δραχμές". ***Σχετικώς το πρώτον άρθρον παρ. 2 του Β.Δ. 6/7 Ιουν. 1951 ορίζει ότι: "όπου, κατά τας ισχυούσας διατάξεις, το τέλος ορίζεται ίσον α) προς το ήμισυ της αστικής κλίμακος, εφεξής ορίζεται ίσον προς το ήμισυ του 3% β) προς κλάσμα της εμπορικής κλίμακος, εφεξής ορίζεται εις κλάσμα του 1%". ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Επίσης εν άρθρ. 4 Ν.Δ. 1033/1942, ως τούτο ισχύει σήμερον διατηρηθέν δια του άρθρου 4 παραγρ. 16 Ν. 2246/1952, ορίζεται ότι: Εγγραφα υποκείμενα κατά τας μέχρι τούδε ισχυούσας διατάξεις εις αναλογικά τέλη χαρτοσήμου της κλίμακος του άρθρ. 14 (εμπορικής) του Κώδικος περί τελών χαρτοσήμου υπάγονται εφεξής εις το ήμισυ του αναλογικού τέλους της αστικής κλίμακος. Εξαιρούνται τα έγγραφα περί ων αι παρ. 1, 7, 8, 9, 10, 14-27 του άρθρ. 15 του Κώδικος περί τελών χαρτοσήμου, άτινα υπάγονται εις το αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου της εμπορικής κλίμακος κατά το ανωτ. άρθρ. 14. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Ηδη, δια του άρθρ. 20 Νομ. 12/1975 το τέλος του άρθρ. 14 ηυξήθη εις 2%. Αρθρο 15 Σύνδεση με Νομολογία και Αρθογραφία 104 Κατ'Εξουσιοδότηση εκδοθείσα Νομοθεσία 12 Αρθρον 15. "Εις το κατά την παράγρ. 1 του προηγουμένου άρθρ. 14 τέλος υπόκεινται:". *** Η εντός "" φράσις αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 1 του άρθρ. 4 του Ν. 2246/1952. 1.α. Πάσα σύμβασις, οιουδήποτε αντικειμένου, συναπτομένη είτε απ` ευθείας, είτε διά δημοσίου συναγωνισμού μεταξύ εμπόρων, μεταξύ εμπόρου και εμπορικής εταιρίας πάσης φύσεως, μεταξύ εμπορικών εταιριών πάσης φύσεως, αφορώσα αποκλειστικώς εις την ασκουμένην υπ` αυτών εμπορίαν και μεταξύ τρίτου εν γένει και ανωνύμου εταιρίας ή πάσα εξόφλησις συμβάσεως ή σχετική προς την σύμβασιν
απόδειξις, εφ` όσον καταρτίζονται εγγράφως και δη είτε δια δημοσίου είτε δι` ιδιωτικού καθ` οιονδήποτε τύπον συντεταγμένου εγγράφου. *** Η παρ. 1α αντικατεστάθη ως άνω διά του άρθρ. 2 Ν.Δ. 1033/1942. Εξαιρούνται: Α`. Αι συμβάσεις, εξοφλήσεις και αποδείξεις, αίτινες κατά ρητάς διατάξεις του παρόντος νόμου υπόκεινται εις έλασσον τέλος χαρτοσήμου. Β`. Αι κατά το Ν.Δ της 17 Ιουλ. 1923, περί ειδικών διατάξεων επί ανωνύμων εταιριών, καθ` οιονδήποτε τύπον συμβάσεις ενεγγύου πιστώσεως ή προκαταβολής επί φορτωτικών, αίτινες υπόκεινται εις το ήμισυ του αναλογικού τέλους της κλίμακος του άρθρου 14, πλην των συμβάσεων ενεγγύου πιστώσεως ή προκαταβολής επί φορτωτικών των αφορωσών σιτηρά, καπνά ή σταφίδας, αίτινες υπόκεινται εις το εν τέταρτον του αναλογικού τέλους της κλίμακος του άρθρου 14. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Σύμφωνα με το άρθρο 26 παρ.ε του Ν.3229/2004 (ΦΕΚ Α 38) ορίζεται ότι:καταργείται η απαλλαγή της Αγροτικής Τράπεζας της Ελλάδος Α.Ε. από τους παρακάτω φόρους και τέλη: "...ε) από το τέλος χαρτοσήμου σε μισθώματα από οικοδομές που προβλέπονται αντιστοίχως στα άρθρα 13 παρ. 2α και 15 παρ. 1αΒ του Κώδικα Τελών Χαρτοσήμου (Π.Δ. 28/28 Ιουλίου 1931)." "Γ`. (Τα προικοσύμφωνα, αι συμβάσεις δωρεάς), αι συμβάσεις αι έχουσαι αντικείμενον σύστασιν, μετάθεσιν αλλοίωσιν πραγματικών δικαιωμάτων επί ακινήτων κτημάτων, ή μεταβολήν της νομής αυτών, (ως και αι συμβάσεις μισθώσεως ακινήτων κτημάτων), άτινα υπόκεινται πάντοτε εις το τέλος της κλίμακος του άρθρου 12". ***Η περίπτωσις Γ` αντικατεστάθη ως άνω διά του άρθρ. 2 Ν.Δ. 1033/1942, δε εντός () φράσις διεγράφη δια της παρ. 2 άρθρ. 1 Β.Δ. 18/18 Ιουλ. 1950. Η διαγραφή αύτη, εφαρμόζεται, δυνάμει του άρθρ. 1 παρ. 3 Β.Δ. 18/18 Ιουλ. 1950, επί των από 1 Ιουλ. 1950 και εφεξής κτωμένων μισθωμάτων εξ οικοδομών και επί των δηλουμένων κατά το οικον. έτος 1950-51 και εφεξής εισοδημάτων εξ εκμισθώσεως γαιών. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Δυνάμει της παρ. 1 άρθρ. 7 Ν.Δ. 3842/1958 αι συμβάσεις προικός και δωρεάς εν ζωή ή αιτία θανάτου ανεξαρτήτως αριθμού φύλλων του εγγράφου μέχρι ποσού 30.000 δραχμών υπόκεινται εις πάγιον τέλος χαρτοσήμου δραχ. (100) 200, πέραν δε του ποσού τούτου εις τέλος δραχ. (200) 400. ***Τα πάγια τέλη εδιπλασιάσθησαν ως άνω δια του άρθρ. 25 Νομ. 12/1975 Δ`. Πάσαι αι συμβάσεις αι εις υποθήκας αφορώσαι υποκείμεναι εις τέλη συμφώνως προς τας διακρίσεις του κατωτέρω εδ. δ` και ε`. (Ε`. Τα δάνεια απλά ή χρεωλυτικά ή επι ανοικτώ λογαριασμώ, τα χορηγούμενα υπό ανωνύμων τραπεζιτικών εταιρειών κτηματικής πίστεως, άτινα υπόκεινται πάντοτε και εις τας περιπτώσεις έτι του κατωτέρω εδ. ε` εις το αναλογικόν τέλος του άρθρ. 12, εφαρμοζομένης επ` αυτών της παρ. 1, εδάφ. ε` του άρθρου 13). ***Η περίπτ. Ε` κατηργήθη δια του άρθρ. 2 Α.Ν. 118/1967. ΣΤ`. (Προσετέθη ως και η επομένη περίπτ. Ζ` δια της παρ. 2 άρθρ. 5 Ν. 5164/1931,της διατάξεως ταύτης καταργηθείσης δια της παρ. 3 άρθρ. 2 Β.Δ 18/18 Ιουλ. 1950). "Ζ`. Αι συναλλαγαί, περί ων προβλέπουσι τα άρθρ. 15β, 15δ, 15ε και 16 του παρόντος". Η` "Τα έγγραφα και πράξεις και μόνον ως προς την διανομήν, μεταξύ
ημεδαπών καλλιτεχνικών γραφείων και αλλοδαπών ή ημεδαπών καλλιτεχνικών συγκροτημάτων, του προκύπτοντος, εξ οργανώσεως διαφόρων θεαμάτων εν Ελλάδι, εσόδου εφ ων το τέλος χαρτοσήμου παραμένει εις εν επί τοις εκατόν (1%) (`Αρθρ. 20 Νόμ. 12/1975). β) Αι διατάξεις του άρθρ. 13 παρ. 1 εδ. β`, γ`, ς` και ζ` έχουσιν ανάλογον εφαρμογήν και δια τας περιπτώσεις των εν τω παρόντι άρθρω αναφερομένων συμβάσεων και σχέσεων. γ) Εφ` όσον σχετικώς προς οιονδήποτε κυρίαν σύμβασιν, υποκειμένην εις τα αναλογικά τέλη του παρόντος άρθρου συνάπτωνται παρεπόμενα σύμφωνα, αναφερόμενα εις την παροχήν ενεχύρου, εγγυήσεως πάσης φύσεως, ως και πάσης άλλης ασφαλείας ή ποινικών ρητρών, εάν μεν υπεβλήθη, εις το προσήκον αναλογικόν τέλος, η κυρία σύμβασις, το δε παρεπόμενον σύμφωνον συμφωνείται δια του αυτού εγγράφου, εις ουδέν υπόκειται τούτο τέλος, εάν το παρεπόμενον σύμφωνον συμφωνήται δια χωριστού εγγράφου, εφ` όσον μεν η κυρία σύμβασις υπεβλήθη εις το προσήκον αναλογικόν τέλος, το περεπόμενον σύμφωνον υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχ. (10) 20 εν εναντία δε περιπτώσει εις το κατά εις το κατά την φύσιν της κυρίας συμβάσεως προσήκον αναλογικόν τέλος του παρόντος άρθρου υπολογιζόμενον επί του ποσού αντιστοιχούντος εις την αξίαν της μη υποβληθείσης εις το προσήκον αναλογικόν τέλος της κυρίας συμβάσεως, αδιαφόρως αν το εν τω παρεπομένω συμφώνω ποσόν είναι έλασσον ή μείζον της αξίας της μη φορολογηθείσης κυρίας συμβάσεως. Παν όμως ποσόν καταβαλλόμενον συνεπεία προσθέτου συμφώνου πέρα του υποβληθέντος εις το προσήκον αναλογικόν τέλος ποσού της κυρίας συμβάσεως υπόκειται κατά την καταβολήν του εις το κατά το παρόν άρθρον αναλογικόν τέλος. "Προκειμένης θεωρήσεως υπό Συμβολαιογράφου ιδιωτικού εγγράφου συστάσεως ενεχύρου, όπως τούτο κτήσηται βεβαίαν χρονολογίαν, κατά τας διατάξεις των άρθρ. 1211 και 1247 του Αστικού Κώδικος, η θεώρησις αύτη υπόκειται εις το κατά τ` ανωτέρω προσήκον αναλογικόν τέλος, εκτός αν προκύπτη ότι το έγγραφον τούτο ή η κυρία σύμβασις υπήχθησαν εις το εν λόγω τέλος, οπότε η θεώρησις υποβάλλεται εις το προσήκον αυτή πάγιον τέλος". ***Το εντός "" εδάφιον προσετέθη δια τη παρ. 3 άρθρ. 4 Ν. 2246/1952. δ) Εφ` όσον το παρεπόμενον σύμφωνον αφορά ασφάλειαν δι` υποθήκης εάν μεν τούτο συμφωνήται δια του αυτού μετά της κυρίας συμβάσεως εγγράφου, τούτο μεν εις ουδέν υπόκειται τέλος, η κυρία όμως σύμβασις υπόκειται εις το αναλογικόν τέλος του άρθρ. 12, εάν δε το παρεπόμενον σύμφωνον της υποθήκης γίνεται δια χωριστού εγγράφου, το σύμφωνον τούτο υπόκειται εις το τέλος ίσον προς την διαφοράν μεταξύ του τέλους του άρθρ. 12 και εκείνου, εις ο κατά τον νόμον υπεβλήθη η κυρία σύμβασις, εις ην αφορά το παρεπόμενον σύμφωνον της παροχής υποθήκης. ε) Εξαιρετικώς υπόκεινται εις το αναλογικόν τέλος του άρθρ. 14 πάσα δι` υποθήκης ησφαλισμένη σύμβασις δανείου απλού ή χρεωλυτικού ή πιστώσεως εις ανοικτόν λογαριασμόν (αποκλειομένων των δι` υποθήκης ασφαλιζομένων απαιτήσεων των στηριζομένων επί γραμματίων εις διαταγήν ή συναλλαγματικών, εφ` ων εφαρμόζεται πάντοτε η αμέσως ανωτέρω υπό στοιχείον δ` διάταξις) ως και πάσα σύμβασις δι` ης χορηγείται υποθήκη προς εξασφάλισιν προγενεστέρας ή μελλούσης απαιτήσεως εκ των άνω δανείων ή πιστώσεων εφ` όσον τα δάνεια ή αι πιστώσεις χορηγούνται είτε παρ` ανωνύμων τραπεζικών εταιρειών προς εμπόρους ή εμπορικάς εταιρείας οιασδήποτε φύσεως είτε παρ` οιουδήποτε φυσικού ή νομικού προσώπου προς ανωνύμους βιομηχανικάς εταιρείας. Εις τας περιπτώσεις ταύτας, όταν δια χωριστού εγγράφου χορηγήται υποθήκη πρός εξασφάλισιν προγενεστέρας εκ δανείου ή πιστώσεως οφειλής, η σύμβασις αύτη υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχ. (10) 20, εφ` όσον η κυρία σύμβασις υπήχθη τουλάχιστον εις το αναλογικόν τέλος του άρθρ. 14.
*** Τα πάγια τέλη τίθενται ως εδιπλασιάσθησαν δια του άρθρ. 25 Νομ. 12/1977. "2. Τα καταστατικά των εν Ελλάδι παντός είδους εμπορικών εταιριών και πάσα πράξις σχετική πρός την αύξησιν του κεφαλαίου αυτών. Απλαί τροποποιήσεις των καταστατικών, μη συνεπαγόμεναι αύξησιν κεφαλαίου ή μη αφορώσαι παράτασιν του χρόνου της διαρκείας της εταιρείας υπόκεινται εις πάγιον τέλος δραχ. 10.000. ***Δυνάμει του εδαφ. α` της παρ. 4 άρθρ. 11 Α.Ν. 148/1967 απαλλάσσονται εφ` εξής των τελών χαρτοσήμου τα καταστατικά των παντός είδους ανωνύμων εταιριών και πάσα πράξις σχετική προς την αύξησιν του κεφαλαίου αυτών. ***Δια τας μεταλλευτικάς ανωνύμους εταιρίας βλ. άρθρ. 4 Νόμ. 3663/1957. ***Απαλλαγήν από του τέλους χαρτοσήμου επί περιπτώσεων τινων αυξήσεως του εταιρικού κεφαλαίου εμπορικής εταιρίας εν γένει βλ. εν άρθρ. 3 Α.Ν. 470/1968. "Το κατά τ` ανωτέρω οφειλόμενον τέλος επί των καταστατικών δεν δύναται εν πάση περιπτώσει να είναι κατώτερον των 1.000 δραχμών". ***Το ανωτέρω μέσα σε "" εδάφιο προστέθηκε από το άρθρ. 74 Νόμ. 1041/1980. Εξαιρετικώς τα καταστατικά των παντός είδους ναυτιλιακών εταιριών, περιλαμβανομένης και της συμπλοιοκτησίας, των συνιστωμένων επί τω σκοπώ της εκμεταλλεύσεως είτε των εις Ελληνας πλοιοκτήτας ανηκόντων ή υπό ναυπήγησιν ευρισκομένων και εις τας εταιρίας ταύτας εισφερομένων, είτε υπό των εταιριών τούτων αποκτηθησομένων πλοίων εν γένει ή μεριδίων αυτών, απαλλάσσονται δια το σύνολον των κεφαλαίων αυτών, εφ` όσον τούτο καλύπτεται κατά τα 4/5 αυτού δια της αξίας των εισφερομένων κατά τ` ανωτέρω πλοίων κ.λπ. θα εξακολουθή καλυπτόμενον κατά το αυτό ποσοστόν, καθ` όλην την διάρκειαν της εταιρίας, του κατά τ` ανωτέρω τέλους ή του αντιστοίχου τοιούτου κατά την Προξενικήν Νομοθεσίαν, ως και παντός υπέρ οιουδήποτε τρίτου μέλους, εισφοράς, κρατήσεως ή δικαιώματος επί τη συντάξει ή δημοσιεύσει των καταστατικών τούτων, εξαιρέσει μόνον των δικαιωμάτων των συμβολαιογράφων. Αι κατά τ` ανωτέρω απαλλαγαί παρέχονται υπό την προϋπόθεσιν ότι τα εισφερόμενα εις τας εταιρίας πλοία φέρουσιν ή θα τεθώσιν υπό Ελληνικήν σημαίαν εντός τριμήνου από της υπογραφής του καταστατικού της εταιρίας, ή προκειμένου περί κτήσεως πλοίων υπό της εταιρίας, εντός μηνός από της κτήσεως αυτών. Εν τη τελευταία ταύτη περιπτώσει η κτήσις του πλοίου δέον να πραγματοποιηθή εντός 6 μηνών από της συστάσεως της εταιρίας, προκειμένου δε περί ναυπηγήσεως τοιούτου δέον εντός της αυτής προθεσμίας των 6 μηνών να υπογραφή το σύμφωνον της ναυπηγήσεως. Της αυτής απαλλαγής και υπό τας αυτάς ως άνω προϋποθέσεις απολαύουσι και αι πράξεις αυξήσεως του κεφαλαίου των εταιριών τούτων. Τ` ανωτέρω εφαρμόζονται αναλόγως και επί συγχωνεύσεως ναυτιλιακών εταιριών δια συστάσεως νέας. Επίσης εφαρμόζονται αναλόγως και επί συγχωνεύσεως εις άλλην ή εξαγοράς υπό άλλης μιας ή πλειόνων εταιριών, ως και επί αυξήσεως του κεφαλαίου μετά ή άνευ προσλήψεως συνεταίρου υπό οιασδήποτε άλλης συνεστημένης ναυτιλιακής εταιρίας, της προϋποθέσεως επενδύσεως του κεφαλαίου εις πλοία κατά τα 4/5 αυτών αφορώσης εις την συγχωνευομένην ή εξαγοραζομένην εταιρίαν ή εις το ποσόν της αυξήσεως του κεφαλαίου. Αι πράξεις παρατάσεως του χρόνου της διαρκείας των εταιριών υπόκεινται εις τέλος 0,5% επί του κεφαλαίου αυτών. Εις το αυτό τέλος υπόκεινται και αι πράξεις παρατάσεως του χρόνου της διαρκείας εμπορικών ομορρύθμων και ετερρορύθμων εταιριών, ων η κατά το καταστατικόν αυτών διάρκεια έχει λήξει κατά την έναρξιν της ισχύος του παρόντος, υπό τον όρον ότι καθ` όλον το διάστημα από της λήξεως του χρόνου της διαρκείας
αυτών και μέχρι της κατά την παρούσαν διάταξιν σημάνσεως της πράξεως παρατάσεως του χρόνου της διαρκείας αυτών, είτε υφισταμένης χωρίς να έχη προσηκόντως σημανθή είτε ήδη συνταχθησομένης, αι εταιρίαι αύται εξηκολούθησαν πράγματι και αποδεδειγμένως εργαζόμεναι, άνευ μεταβολής εις τα κατά το καταστατικόν αυτών πρόσωπα των συνεταίρων. Δεν θεωρείται ότι επήλθε μεταβολή εις τα πρόσωπα των συνεταίρων επί συνεχίσεως της εταιρικής συνεργασίας, κατά διάταξιν του καταστατικού, μετά των κληρονόμων αποβιώσαντος συνεταίρου. Η κατά τ` ανωτέρω σήμανσις επιτρέπεται όπως πραγματοποιηθή μέχρι τέλους του οικον. έτους 1952-53. Δια την τοιαύτην σήμανσιν δεν επιβάλλεται οιονδήποτε πρόστιμον". *** Με το άρθρ. 75 Νόμ. 1041/1980 ορίστηκε ότι το τέλος χαρτοσήμου 2% που επιβάλλεται στις πράξεις παρατάσεως των εταιριών υπολογίζεται και στα αποθεματικά γενικά που υπάρχουν κατά το χρόνο παρατάσεως. ***Η παραγρ. 2 αντικατεστάθη ως άνω δια της παρ. 4 του άρθρ. 4 του Ν. 2246/1956. ***Δυνάμει του εδαφ. β` της παρ. 4 άρθρ. 11 Α.Ν. 148/1967 απαλλάσσονται των τελών χαρτοσήμου αι δι` οιονδήποτε λόγον τροποποιήσεως των καταστατικών των ανωνύμων εταιριών. *** Για τις εταιρίες ενεργού πολεοδομίας βλ. άρθρ. 59 Νόμ. 947/1979. *** Για την κατάργηση των τελών χαρτοσήμου στις άνω πράξεις της παρ. 2 και την επιβολή φόρου στη συγκέντρωση κεφαλαίου βλέπε άρθρ. 17 και επόμενα Νόμ. 1676/1986. 3. Αι πράξεις ανωνύμων εταιρειών περί εκδόσεως δανείων δι` ομολογιών, εάν όμως αι ομολογίαι ασφαλίζωνται δι` υποθήκης, το περί υποθήκης σύμφωνον υπόκειται εις πάγιον τέλος δραχ. (10) 20. *** Αι πράξεις ανωνύμων εταιριών περί εκδόσεως δανείου δι` ομολογιών απηλλάγησαν των τελών χαρτοσήμου δια του εδαφ. γ` της παρ. 4 άρθρ. 11 Α.Ν. 148/1967. "4. Οι οριστικοί τίτλοι οιουδήποτε είδους μετοχών των ημεδαπών ανωνύμων εταιρειών, ως και των ημεδαπών κατά μετοχάς ετερορρύθμων εταιρειών, οι τίτλοι παντός είδους ομολογιών και τα εν Ελλάδι κυκλοφορούντα παντός είδους ξένα χρεώγραφα. Οι ιδρυτικοί τίτλοι υπόκεινται εις πάγιον τέλος (10) 20 δραχμών. *** Δυνάμει των εδαφ. δ` και ε` της παρ. 4 άρθρ. 11 Α.Ν. 148/1967 οι προσωρινοί και οριστικοί τίτλοι οιουδήποτε είδους μετοχών ανωνύμων εταιριών, ως και οι τίτλοι παντός είδους ομολογιών και οι ιδρυτικοί τίτλοι απαλλάσσονται εφεξής των τελών χαρτοσήμου. Δεν οφείλεται οιονδήποτε τέλος εν περιπτώσει αντικαταστάσεως των ως άνω τίτλων, λόγω φθοράς ή απωλείας αυτών. Εις πάσαν άλλην περίπτωσιν εκδόσεως νέου τίτλου οφείλεται το αυτό τέλος του πρώτου εδαφίου της παρούσης. Εξαιρετικώς εις ουδέν τέλος υπόκεινται κατά τε την έκδοσιν και την εξ οιουδήποτε λόγου αντικατάστασιν αυτών οι τίτλοι των μετοχών των εταιριών των συνιστωμένων κατά το τρίτον εδάφιον της παρ. 2 του παρόντος άρθρου". *** Η παράγρ. 4 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 4 παρ. 5 του Ν. 2246/1952. "5.α) Αι διανομαί, λόγω διαλύσεως, περιουσιών των εν Ελλάδι ομορρύθμων και ετερρορύθμων εμπορικών εταιριών, μετ` έκπτωσιν εκ του ενεργητικού αυτών της αξίας αα) των κατά την σύστασιν και κατά την
λειτουργίαν των εταιριών τούτων κατατεθέντων κεφαλαίων, ββ) του κατά τον χρόνον της διανομής πραγματικού παθητικού αυτών και γγ) της αξίας των τυχόν περιλαμβανομένων ακινήτων. Η έκπτωσις των υπό τα στοιχεία αα και ββ κονδυλίων συγχωρείται, εφ` όσον αποδεδειγμένως κατά την εις την εταιρίαν εισφοράν των κεφαλαίων και κατά την υπ` αυτής ανάληψιν των λοιπών υποχρεώσεων κατεβλήθη το προσήκον αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου. Η τυχόν μη έκδοσις σχετικών εγγράφων κατά τον χρόνον της εισφοράς του κεφαλαίου ή της συστάσεως των λοιπών υποχρεώσεων δεν απαλλάσσει της υποχρεώσεως καταβολής και επί των εν λόγω κονδυλίων του αναλογικού τέλους χαρτοσήμου της διαλύσεως. Δεν οφείλεται ιδιαίτερόν τι τέλος δια τας υπό των εταίρων αναλαμβανομένας δια της περί διανομής πράξεως υποχρεώσεις της εταιρίας κατά λόγον της εταιρικής αυτών μερίδος. β) Τα εν τω προηγουμένω εδαφίω εφαρμόζονται αναλόγως και επί απολήψεως μερίδων αποσσυρομένων εκ της εταιρίας εταίρων, ανεξαρτήτως αν τας εταιρικάς υποχρεώσεις, τας αναλογούσας εις τας μερίδας των αποσσυρομένων εταίρων, αναδέχηται η εταιρία. *** Η παράγρ. 5 αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 4 παρ. 6 του Ν. 2246/1952. γ) "Εις τέλος 1% υπόκεινται, από του ημερολογιακού έτους 1974 και εφεξής, τα εκ των βιβλίων και στοιχείων προκύπτοντα καθαρά κέρδη των ομορρύθμων, ετερρορύθμων και περιωρισμένης ευθύνης εταιριών, ως και των κερδοσκοπικών συνεταιρισμών και κοινοπραξιών. Το ως άνω τέλος, εις ας περιπτώσεις υφίσταται υποχρέωσις υποβολής της υπό της διατάξεως της παρ. 1 του άρθρ. 16α Ν.Δ. 3323/1955 προβλεπομένης δηλώσεως, καταβάλλεται εφ` άπαξ δια της εν λόγω δηλώσεως και συν τη εμπροθέσμω υποβολή ταύτης. Εις ας περιπτώσεις δεν υφίσταται τοιαύτη υποχρέωσις, το τέλος καταβάλλεται εντός τριμήνου από της λήξεως της διαχειριστικής περιόδου, ανεξαρτήτως της κατηγορίας των τηρουμένων βιβλίων. Το κατά το προηγούμενον εδάφιον τέλος οφείλεται και οσάκις δεν τηρούνται βιβλία και στοιχεία ή εκ των τηρουμένων δεν προκύπτουν τα καθαρά κέρδη ή τα προκύπτοντα τυγχάνουν αναληθή ή προσδιορίζονται κατ` ειδικόν τρόπον. Εν τη περιπτώσει ταύτη το τέλος τούτο υπολογίζεται λαμβανομένων υπ` όψιν των καθαρών κερδών, ως ταύτα προσδιορίζονται δια την επιβολήν του φόρου εισοδήματος". ***Τα εδάφια πρώτο και δεύτερο της περιπτ. γ` αντικαταστάθηκαν ως άνω από την παρ. 1 άρθρ. 76 Νόμ. 1041/1980. Ισχύουν δε οι διατάξεις των άνω εδαφίων από το οικ. έτος 1980 (βλ. παρ. 2 άρθρ. 75, άνω νόμου. ***ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ:Κατά το άρθρο 17, παρ.1 του Ν.2008/1992 (Α 16): "1. Οι διατάξεις του πρώτου και δευτέρου εδαφίου της περίπτωσης γ` της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του π. δ/τος της 28ης Ιουλίου 1931 (ΦΕΚ 239 Α`), όπως ισχύει, δεν εφαρμόζονται, από το ημερολογιακό έτος 1991 και μετά, στα καθαρά κέρδη των κάθε μορφής ναυτιλιακών εταιρειών και ναυτιλιακών κοινοπραξιών. Τέλη χαρτοσήμου, που οφείλονται στα καθαρά κέρδη των ανωτέρω εταιρειών και κοινοπραξιών, που πραγματοποιήθηκαν μέχρι και το ημερολογιακό έτος 1990, δεν αναζητούνται, τα τυχόν δε καταβληθέντα δεν επιστρέφονται." Η ανάληψις ποσών υπό των εταίρων διαρκούσης της εταιρικής χρήσεως, έναντι κερδών της χρήσεως αυτής, η διανομή των κερδών εις τους εταίρους ή η πίστωσις δι` αυτών των προσωπικών λογαριασμών των εταίρων, η μεταφορά των κερδών εις τους λογαριασμούς κέρδη και ζημίαι, τακτικού και εκτάκτου αποθεματικού, ως και η παραμονή των κερδών εις τους ανωτέρω λογαριασμούς εις ουδέν τέλος χαρτοσήμου υπόκεινται". ***Το εντός "" πρώτον εδάφιον αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 21 Νόμ.12/1975.
***Σύμφωνα με την παρ. 3 άρθρ. 20 Νόμ. 1473/1984 οι διατάξεις των ανωτέρω πρώτου, δεύτερου και τρίτου εδαφίων της άνω περιπτ. γ` εφαρμόζονται ανάλογα από το έτος 1984 και μετά και στα κέρδη των αστικών εταιριών και των κοινωνιών του Αστικού Δικαίου που ασκούν επιχείρηση. "Πάσα εν γένει εγγραφή εις τα βιβλία περί καταθέσεως ή αναλήψεως χρημάτων υπό εταίρων ή μετόχων ή άλλων προσώπων προς ή από εμπορικάς εν γένει εταιρίας ή επιχειρήσεις, ήτις δεν ανάγεται εις σύμβασιν, πράξιν κλπ., υποβληθείσαν εις τα οικεία τέλη χαρτοσήμου ή απαλλαγείσαν νομίμως των τελών τούτων, υπόκειται εις αναλογικόν τέλος χαρτοσήμου 1%. Εις ην περίπτωσιν, εκ της εγγραφής ή εξ ετέρου εγγράφου, αποδεικνύεται ότι η κατάθεσις ή ανάληψις αφορά σύμβασιν, πράξιν κλπ. υποκειμένην εις μεγαλύτερον ή μικρότερον τέλος χαρτοσήμου, οφείλεται το δια την σύμβασιν, πράξιν κλπ. προβλεπόμενον τέλος". ***Το τέταρτο εδάφιο αντικαταστάθηκε ως άνω από το άρθρ. 43 Νόμ.1041/1980. Εξαιρετικώς οι προς τον σκοπόν της ταμιακής διευκολύνσεως των ομορρύθμων και ετερρορύθμων εταιριών προσωριναί εις τρεχούμενον λογαριασμόν καταθέσεις των ομορρύθμων εταίρων, ως και αι αναλήψεις τούτων, απαλλάσσονται των τελών χαρτοσήμου, εφ` όσον το εκάστοτε πιστωτικόν υπόλοιπον των καταθέσεων τούτων δεν υπερβαίνει εν συνόλω το ποσόν των δραχ. 25.000. Πιστωτικά υπόλοιπα του τρεχουμένου τούτου λογαριασμού υπερβαίνοντα το ποσόν τούτο υπόκεινται εξ ολοκλήρου εις το οικείον τέλος. Επί δανείων κινουμένων ως τρεχουμένων δοσοληπτικών λογαριασμών το προσήκον τέλος χαρτοσήμου υπολογίζεται δι` εκάστην διαχειριστικήν περίοδον επί του μεγαλυτέρου ύψους του χρεωστικού ή πιστωτικού αυτών υπολοίπου κατά περίπτωσιν. Το χρεωστικόν ή πιστωτικόν υπόλοιπον λογαριασμού τινος μεταφερόμενον εις την επομένην διαχειριστικήν περίοδον θεωρείται ως νέα κατάθεσις (δάνειον) δια την εξεύρεσιν του μεγαλυτέρου ύψους της περιόδου ταύτης". *** Το εδάφ. γ` αντικατεστάθη ως άνω δια του άρθρ. 9 παρ. 1 Νόμ. 3300/1955, ορίσαντος εν συνεχεία (παρ. 2 και 3) τα εξής: "Τα υπό της παρ. 6 του άρθρ. 4 Νόμ. 2246/1952 οριζόμενον τέλος χαρτοσήμου 1 1/2% περιορίζεται εις 1% δια τα από 28 Οκτ. 1952 και εφεξής χορηγηθέντα δάνεια. Συντρεχούσης περιπτώσεως εκπτώσεως ή επιστροφής τελών χαρτοσήμου κατά τας διατάξεις των παρ. 1 και 2 του παρόντος άρθρου, η έκπτωσις ή επιστροφή ενεργείται επί τη αιτήσει του δικαιούχου υποβαλλομένη εντός έτους από της ισχύος του παρόντος εις τον αρμόδιον Οικον. Εφορον, παρ` ου ενεργείται η εκκαθάρισις των τελών προς έκπτωσιν ή επιστροφήν των επί πλέον, βάσει οιουδήποτε τίτλου, βεβαιωθέντων ή καταβληθέντων τελών, πλην των καταβληθέντων τοιούτων δια χρήσεις κινητού επισήματος." *** Π Ρ Ο Σ Ο Χ Η : Με το άρθρο 22 Ν.3296/2004,ΦΕΚ Α 253,ορίζεται ότι: "1. Καταργείται το τέλος χαρτοσήμου που προβλέπεται από τις διατάξεις της περίπτωσης γ της παραγράφου 5 του άρθρου 15 του Π.Δ. της 28.7.1931 (ΦΕΚ 239 Α ), όπως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 3 του άρθρου 20 του Ν. 1473/1984 (ΦΕΚ 127 Α ), για τα καθαρά κέρδη των ομόρρυθμων, ετερόρρυθμων και περιορισμένης ευθύνης εταιρειών, κερδοσκοπικών συνεταιρισμών, κοινοπραξιών, καθώς και αστικών εταιρειών και κοινωνιών αστικού δικαίου που ασκούν επιχείρηση. Η κατάργηση αυτή δεν συνεπάγεται υπαγωγή σε τέλος χαρτοσήμου της ανάληψης ποσών από τους εταίρους, διαρκούσης της εταιρικής χρήσης, έναντι κερδών της χρήσης αυτής, της διανομής των κερδών στους εταίρους ή της πίστωσης με αυτά των προσωπικών λογαριασμών των εταίρων, της μεταφοράς των κερδών στους λογαριασμούς κέρδη και ζημίες, τακτικού και έκτακτου αποθεματικού και της