Υπό του ΔΣΛ ΤΣΑΓΚΑΡΗ ΣΤΑΜΑΤΗ



Σχετικά έγγραφα
Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ

Ενότητα 27- Το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Το κίνημα στο Γουδί (αφίσα της εποχής)

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ

2 ο Γυμνάσιο Μελισσίων Σχολικό έτος: Τμήμα: Γ 2 Μάθημα: Νεότερη και Σύγχρονη Ιστορία. Επιμέλεια παρουσίασης: Μαμίτσα Μαρία, Μάστορα Βεατρίκη

Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ 27/28/29/30

Πανελλαδικές εξετάσεις 2016

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ 4 ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΝΟΤΗΤΕΣ

Να δώσετε το περιεχόµενο των παρακάτω όρων: α. Οργανικός νόµος 1900 β. Συνθήκη φιλίας και συνεργασίας γ. «Ηνωµένη αντιπολίτευσις»

Ενότητα 19 - Από την 3η Σεπτεμβρίου 1843 έως την έξωση του Όθωνα (1862) Ιστορία Γ Γυμνασίου

Η μετάκληση του Βενιζέλου στην Αθήνα και οι επιπτώσεις στο Κρητικό Ζήτημα

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

Κεφάλαιο 6. Η κρίση στα Βαλκάνια (σελ )

Ειδικό Φροντιστήριο Στην Ελληνική Γλώσσα Απαντήσεις

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ Α

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

18 ος 19 ος αι. ΣΟ ΑΝΑΣΟΛΙΚΟ ΖΗΣΗΜΑ. «Σώστε με από τους φίλους μου!»

ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΜΑΧΑΙΡΑ. Ιστορία Στ

ΚΑΡΟΛΙΝΑ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ ΑΘΑΝΑΤΟΥ

ΤΕΛΕΤΗ Α/Τ ΒΕΛΟΣ 2017 Κύριε Εκπρόσωπε της Κυβέρνησης - Υπουργέ Εθνικής Άμυνας, Κυρία Εκπρόσωπε της Βουλής των Ελλήνων [Μαρία Τριανταφύλλου],

Ανατολικο ζητημα κριμαϊκοσ πολεμοσ. Μάθημα 4ο

Κεφάλαιο 4. Η Ελλάδα στον Α' Παγκόσµιο Πόλεµο (σελ )

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

ȀǼǿȂǼȃȅ ī ȅǻǿīǿǽȉ (ȖȚĮ IJȠȣȢ İȟİIJĮȗȠȝȑȞȠȣȢ) 1. ȈIJȠ İȟȫijȣȜȜȠ ȈIJȠ İıȫijȣȜȜȠ ʌȑȟȧ- ʌȑȟȧ ȈIJȘȞ ĮȡȤȒ IJȦȞ ĮʌĮȞIJȒıİȫȞ ıįȣ ȃį ȝșȟ ĮȞIJȚȖȡȐȥİIJİ ȞĮ ȝș ȖȡȐȥİIJİ 2.

Ενότητα 22 - Τα Βαλκάνια των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών επιδιώξεων. Ιστορία Γ Γυμνασίου. Μακεδονομάχοι Το αντάρτικο σώμα του Μελά

Τα Βαλκάνια των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών επιδιώξεων

ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ : ΙΩΑΝΝΑ ΚΑΛΑΙΤΖΙΔΟΥ. Σελίδα 1

Η Τουρκία στον 20 ο αιώνα

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΟΜΑΔΑ ΑΝΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Συμμετοχικές Διαδικασίες και Τοπική διακυβέρνηση

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ Κυριακή 6 Απριλίου 2014 ΟΜΑΔΑ Α

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Τηλ: Ανδρέου Δημητρίου 81 & Ακριτών 26 ΚΑΛΟΓΡΕΖΑ [1]

Ιστορία του Αραβοϊσλαμικού Πολιτισμού

ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ 2016

ΕΝΟΤΗΤΑ 10η: Ελληνική επανάσταση και Ευρώπη. Ελληνική επανάσταση και ευρωπαϊκή διπλωματία ( )

η πορεία προς την πτώση της πρώτης δηµοκρατίας και η δικτατορία της 4 ης Αυγούστου

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

Σάββατο, 01 Ιουνίου 2002 ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΟΜΑ Α Α

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 13 ΙΟΥΝΙΟΥ 2018 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

Α.1.1. Να δώσετε το περιεχόµενο των παρακάτω όρων: α. Βενιζελισµός. β. Φεντερασιόν. γ. Πεδινοί. Μονάδες 12

ανάπτυξη του εργατικού κινήματος) εργατικής ιδεολογίας στη χώρα.» προσφύγων στη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη».

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥ 20 ΟΥ ΑΙΩΝΑ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Το πολίτευμα που προβλέπει το ελληνικό Σύνταγμα του 1975/1986/2001/ Οι θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος

Επαναληπτικό διαγώνισμα Ιστορίας (Οικονομία 19 ος -20 ος αιώνας)

Επαναληπτικό διαγώνισμα Ιστορίας

ΙΣΤΟΡΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝ ΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

φιλολογικές σελίδες, ιστορία κατεύθυνσης γ λυκείου

Το κίνηµα στο Γουδί και η κυβέρνηση Βενιζέλου

ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ Λυκείου- Θεωρητική

Ενότητα 9 Πρώτες προσπάθειες των επαναστατημένων Ελλήνων για συγκρότηση κράτους

Α1. Να δώσετε το περιεχόμενο των όρων που ακολουθούν: γ. Εκλεκτικοί Μονάδες 15

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

Ομιλία στο συνέδριο "Νοτιοανατολική Ευρώπη :Κρίση και Προοπτικές" (13/11/2009) Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ ΣΤΗΝ Ε.Ε.

ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΕΥΤΕΡΑ 12 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017 ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΗΜΕΡΗΣΙΩΝ ΛΥΚΕΙΩΝ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 20 ΜΑΪΟΥ 2016

Κεφάλαιο 5 (σελ ) Η επανάσταση στα νησιά του Αιγαίου

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

γ. Από το 1827 έως το 1908

Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΚΟΜΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

ΘΕΜΑ Α2 ΘΕΜΑ Β1. β. 1 Σωστό, 2 Σωστό, 3 Σωστό, 4 Λάθος, 5 Λάθος. α. Σελ «Το πιστωτικό σύστηµα... ειδικών κοινωνικών οµάδων».

ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΤΑΞΗΣ Η Ε ΗΣΙ ΑΙ ΤΑΞΗΣ ΕΣΠΕ ΙΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤ ΙΑ ΑΤΕ Θ ΝΣΗΣ ΠΑ ΑΣ Ε Η 29 ΑΪ 2015

ΕΝΑΣ ΓΕΡΜΑΝΟΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΓΙΟΥ ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ: ΓΡΑΠΤΕΣ ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΙΟΥΝΙΟΥ Μάθημα: ΙΣΤΟΡΙΑ Ημερομηνία: 15 Ιουνίου 2015

ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ ΟΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΑΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ

Ιστορία του Θωρακισμένου Καταδρομικού Γεώργιος Αβέρωφ Του Έφεδρου Ανθυποπλοιάρχου (Ο) ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΓΕΡΟΝΤΑ ΠΝ

Η Γαλλική επανάσταση ( )

ÖÑÏÍÔÉÓÔÇÑÉÏ ÈÅÙÑÇÔÉÊÏ ÊÅÍÔÑÏ ÁÈÇÍÁÓ - ÐÁÔÇÓÉÁ

1ο Σχέδιο. δεδοµένων της Β και Γ στήλης, που αντιστοιχούν στα δεδοµένα της Α στήλης. A. Βασικοί όροι των συνθηκών Β. Συνθήκες Γ.

` ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΕΤΑΡΤΗ 13 ΙΟΥΝΙΟΥ 2018 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΛΥΣΕΙΣ

ΓΙΩΡΓΗ ΚΑΤΣΟΥΛΗ ΜΑΡΙΟΥ ΝΙΚΟΛΙΝΑΚΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΦΙΛΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ. Από το 1453 μέχρι το 1830 ΤΟΜΟΣ Α ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ..

Σύσταση για ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2018 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ : 5

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ

δίπλα στον αριθμό που αντιστοιχεί στην κάθε πρόταση.

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ

«ΑΠΟ ΣΗΝ ΑΓΡΟΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΗΝ ΑΣΙΚΟΠΟΙΗΗ (19 ος - 20 ος αιώνας)»

Άρθρο 1. Μορφή του πολιτεύματος * Άρθρο 2. Πρωταρχικές υποχρεώσεις της Πολιτείας ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

1ο ΣΧΕ ΙΟ. Το έργο της Αντιβασιλείας

ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α: Η ΕΥΡΩΠΗ ΚΑΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΤΟΝ 19 Ο ΑΙΩΝΑ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΟΜΑ Α Α

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2002 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΟΜΑ Α Α

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΠΛΗΡΕΙΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - I ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚHΣ EΝΩΣΗΣ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ. Προς τη Βουλή των Ελλήνων

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 5/11/2017 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ. Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων :

«ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ» ΟΡΙΣΜΟΣ

«Ο λαός συμμετείχε.. παρατάξεων» «Οι ορεινοί πλοιοκτητών»

Transcript:

«Η αναδιοργάνωση του ελληνικού κράτους και η ελληνική πολιτική ασφαλείας εν όψει των Βαλκανικών Πολέμων, 1912-1913» Υπό του ΔΣΛ ΤΣΑΓΚΑΡΗ ΣΤΑΜΑΤΗ ΠΕΙΡΑΙΑΣ 2012

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος σελ.3 Κεφάλαιο 1 Το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί......σελ.4 Ο Βενιζέλος καλείται ως διαιτητής και σύμβουλος...σελ.5 Κεφάλαιο 2 Η ανάληψη της εξουσίας από το Βενιζέλο σελ.6 Συνταγματική μεταρρύθμιση και διοικητικά μέτρα...σελ.7 Μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη, Ναυτιλία, Εμπόριο και Γεωργία...σελ.8 Δημοσιονομική Μεταρρύθμιση...σελ.9 Αναδιοργάνωση Στρατού και Στόλου..σελ.10 Εξωτερική πολιτική και διπλωματικές εξελίξεις.σελ.14 Αντί Επιλόγου..σελ.17 Βιβλιογραφία...σελ. 20 ΣΧΟΛΗ ΝΑΥΤΙΚΩΝ ΔΟΚΙΜΩΝ ΔΟΚΙΜΟΣ ΣΗΜΑΙΟΦΟΡΟΣ ΛΙΜΕΝΙΚΟΥ ΤΣΑΓΚΑΡΗΣ ΣΤΑΜΑΤΗΣ Τηλέφωνα επικοινωνίας: 6937376284, 6996366009 Ηλεκτρονική διεύθυνση: stamatis1897@hotmail.com εικόνα εξώφυλλου: Λαϊκή εικόνα. Εθν. Ιστορικό. Μουσείο. Με τη συνθήκη του Βουκουρεστίου που υπογράφτηκε στις 28 Ιουλίου του 1913 καθορίζονταν τα όρια της Ελλάδας, όχι οπωσδήποτε στην έκταση που προϋπέθεταν οι επιτυχίες των δυνάμεων της, αλλά βέβαια σε μια έκταση πολύ μεγαλύτερη από προηγούμενα. Στη λιθογραφία γίνεται αναφορά της ιδιαίτερης συμβολής του ελληνικού στόλου κατά τους βαλκανικούς πολέμους. 2

ΠΡΟΛΟΓΟΣ Το 1900 δεν καλωσορίστηκε στην Αθήνα όπως σε άλλες πρωτεύουσες τις Ευρώπης με εορταστικές εκδηλώσεις. Η διπλή σκιά της ήττας του 1897 και του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου προσέδωσε μια μελαγχολική απόχρωση για το μέλλον. Η χώρα βίωνε μια καμπή του ελληνικού αλυτρωτισμού που η αποτυχία τον έχει κάνει περισσότερο ενδοστρεφή και αντιδυτικό. Ο ελληνικός αλυτρωτισμός έχει ιστορικό βάθος και αυτή είναι σημαντική διαφορά του από άλλους ευρωπαϊκούς εθνικισμούς. Η συλλογική ταυτότητα διαμορφώθηκε γύρω από την έννοια του Γένους και ήταν το αποτέλεσμα μακράς διαδικασίας. «Οι απαρχές της χάνονται στους βυζαντινούς χρόνους όταν συναντώνται οι πρώτες ταυτίσεις με την αρχαία Ελλάδα» (Ιστορία του Ελληνικού Κράτους, Γ. Β. Δερτίλης, σελ. 826). Οι κυριότεροι τρόποι προβολής και επιβολής της εθνικής ταυτότητας ήταν δύο από τους ισχυρότερους κρατικούς θεσμούς, η δημόσια εκπαίδευση και ο στρατός. Αυτό ήταν ίσως το μόνο πεδίο στο οποίο το νεοελληνικό κράτος και το εκπαιδευτικό σύστημα αποδείχτηκαν πλήρως αποτελεσματικά. «Ο εθνικισμός ήταν θέμα αυτοσυντήρησης όχι μόνο για τον θεσμό που ονομάζουμε κράτος, αλλά και για το πλέγμα των θεσμών που το συναποτελούσαν, για το πλέγμα της εξουσίας που το περιέλαβε, για όσους συμμετείχαν σε αυτό το πλέγμα, ακόμη και για όσους δε συμμετείχαν αλλά επεδίωκαν να μετάσχουν» (Ιστορία του Ελληνικού Κράτους, Γ. Β. Δερτίλης, σελ. 830). Επιπλέον, ο αλυτρωτισμός ήταν το κυριότερο μέσο νομιμοποίησης για το εκάστοτε πολιτειακό καθεστώς. Χάρη στην επιμονή των πολιτικών παρατάξεων στις λυτρωτικές πλειοδοσίες, φαίνεται ότι ο λόγος τους πετύχαινε το στόχο του, ότι κολάκευε τους πολίτες και ότι ίσως τους έπειθε. Ως το 1909 δύο κόμματα εναλλάσσονταν ουσιαστικά στην εξουσία, το Τρικουπικό με αρχηγό το Θεοτόκη και το Δηλιγιαννικό, με τον ίδιο τον ιδρυτή του μέχρι το 1905, ενώ τον διαδέχθηκαν οι Δημήτριος Ράλλης και Κυριακούλης Μαυρομιχάλης. Σε αυτή την κρίσιμη καμπή της ιστορίας της νεότερης Ελλάδας ένα από τα ιστορικότερα γεγονότα έλαβε χώρα. Ήταν το Κίνημα που εκδηλώθηκε τον Αύγουστο του 1909 στο Γουδί, η δράση του οποίου υπήρξε η απαρχή των μετέπειτα θετικών εξελίξεων για τη χώρα. 3

Κεφάλαιο 1 Το στρατιωτικό κίνημα του 1909 Το κίνημα του στρατού ξεκίνησε ως ανταρσία των κατώτερων αξιωματικών του στρατεύματος εναντίον ενός νομοσχεδίου που περιόριζε τις δυνατότητες προαγωγής τους. Μια μικρή ομάδα υπολοχαγών, ανθυπολοχαγών και λοχαγών είχε αρχικά την πρωτοβουλία ενός στρατιωτικού κινήματος που θα ανέτρεπε την υφιστάμενη πολιτική κατάσταση, τους «παλαιοκομματικούς» όπως τους αποκαλούσαν (Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 1826-1974, σελ. 87). Οι νεαροί εκείνοι αξιωματικοί υπήρξαν οι τολμηροί της περίστασης και ανέλαβαν την πρωτοπορία του αντικαθεστωτικού αγώνα. Ωστόσο υπήρχαν και βαθύτερα αίτια που οδήγησαν στη δημιουργία του, όπως η γενικότερη δυσαρέσκεια που επικρατούσε εναντίον της κυβέρνησης και του βασιλιά λόγω της ήττας στον πόλεμο του 1897, της οικονομικής κρίσης του 1908, της αδυναμίας διάθεσης των γεωργικών προϊόντων και της κακής συγκομιδής, της κακής απονομής της δικαιοσύνης, της έλλειψης δημόσιας ασφαλείας και της αύξησης της φορολογίας. Ηγέτης του Στρατιωτικού Συνδέσμου ήταν ο συνταγματάρχης Πυροβολικού, Νικόλαος Ζορμπάς. Σε σχετικό βιβλίο του αναφέρει ότι, στις ένοπλες δυνάμεις επικρατούσε απελπιστική κατάσταση λόγω της αδράνειας που είχαν περιέλθει οι αξιωματικοί τόσο στο Στρατό όσο και στο Ναυτικό εξαιτίας της άσχημης οικονομικής κατάστασης της χώρας. Επισημαίνει χαρακτηριστικά: «Ούτως εχόντων των πραγμάτων οι αξιωματικοί είχον, ως ήτο φυσικόν, κύριον θέμα ομιλίας συνήθως, τα συμβαίνοντα και ιδίως τα περί της στρατιωτικής και ναυτικής αδυναμίας του Κράτους και συνεζήτουν περί των μέσων άτινα ηδύναντο να συντελέσωσιν προς την βελτίωσιν της καταστάσεως των πραγμάτων» (Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 1826-1974, σελ. 91). Το κίνημα είχε ξεκάθαρα αιτήματα, ανάμεσα στα οποία διαβεβαίωνε ότι δε θα προέβαινε σε ενέργειες διάλυσης της Βουλής ή αντικατάστασης του Βασιλιά. «Μέσα στο Σύνδεσμο επικράτησε η άποψη της αποφυγής της στρατιωτικής δικτατορίας καθώς τα σχέδιά τους απέβλεπαν σε μια κυβέρνηση που θα εφάρμοζε στην πράξη το πρόγραμμά τους, πρόγραμμα εξαιρετικά μετριοπαθές και συντηρητικό» (Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ. 273). Εφόσον μέσα στο Σύνδεσμο επικράτησε η άποψη της διατήρησης της Βουλής, η στροφή προς το λαό ήταν απαραίτητη για να μειωθεί η εχθρική επιρροή των κομμάτων προς το Σύνδεσμο. Προς την κατεύθυνση αυτή έγινε η διοργάνωση του λαϊκού συλλαλητηρίου το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους σε συνεννόηση με τις συντεχνίες και τους συλλόγους των Αθηνών, ώστε να κερδίσει ο Σύνδεσμος τη συμπάθεια του λαού. Με αυτό τον τρόπο τα Ανάκτορα θα αντιλαμβάνονταν ότι έχοντας ο Σύνδεσμος κερδίσει μεγάλη μερίδα του λαού, θα έπρεπε να συνεργαστούν με αυτόν. Εκείνη την εποχή πρωθυπουργός της χώρας ήταν ο Ράλλης. Όταν ξέσπασαν τα γεγονότα στο Γουδί, ο Ράλλης υπέβαλε την παραίτησή του στο βασιλιά Γεώργιο αρνούμενος να λάβει υπ όψιν του τους όρους του Συνδέσμου. 4

Τη διακυβέρνηση της χώρας τότε ανέλαβε ο Κυριακούλης Μαυρομιχάλης ο οποίος ήταν ηγέτης ενός μικρού κόμματος που διατηρούσε όμως στενούς δεσμούς με το κίνημα των αξιωματικών. Από τις πρώτες μέρες ανάληψης της εξουσίας από το Μαυρομιχάλη, φάνηκε η δυσκολία του εγχειρήματος που είχε αναλάβει. Στις αρχές του 1910 ο Σύνδεσμος αξίωσε την αποπομπή του από τον κυβερνητικό θώκο. Ο Βενιζέλος καλείται ως διαιτητής και σύμβουλος Το κλίμα έντασης της εποχής είχε επηρεάσει και το Σύνδεσμο. Στο εσωτερικό του είχε αναπτυχθεί έντονη συνωμοτική δράση, ενώ όξυναν το κλίμα αντιθέσεις μεταξύ ανωτέρων και κατωτέρων αξιωματικών αναφορικά με τα μέτρα που έπρεπε να ληφθούν για τη σωτηρία της πατρίδας. Η αδυναμία του Στρατιωτικού Συνδέσμου να βρει κατάλληλο εκφραστή των αναγεννητικών σκοπών του ανάμεσα στους ηγέτες των παλιών κομμάτων οδήγησε στην προσφυγή στον κρητικό πολιτικό Ελευθέριο Βενιζέλο. Η επιλογή αυτή έγινε κάτω από την επίδραση συναισθηματικών κινήτρων αλλά και ορθολογικών εκτιμήσεων. Η σκέψη της συνεργασίας τους όμως δεν ήταν καινούρια. Σε άρθρο του πρώτου πρωτοκόλλου που συντάχθηκε, αναγράφεται αυτολεξεί ότι «άμα ο Σύνδεσμος επικρατήσει θα μετακαλέση εκ Κρήτης, όπως του αναθέση τη κυβέρνησιν, τον χαλύβδινον Κρήτα πολιτευτήν Ελευθέριο Βενιζέλο» (Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 1826-1974, σελ 95). Η πρόσκληση του Στρατιωτικού Συνδέσμου διαβιβάστηκε στο Βενιζέλο σε απόρρητη επιστολή από τον απεσταλμένο της επαναστατικής επιτροπής στην Κρήτη, το λοχαγό Κονταράτο. Η συνεργασία που είχε ο Βενιζέλος με το Σύνδεσμο τον οδήγησε στην πρωθυπουργία ένα χρόνο μετά. Η δημιουργία ενός κράτους σύγχρονου, ικανού να αντιμετωπίσει τις εντεινόμενες διεθνείς πιέσεις και να συμβάλει στη βελτίωση των όρων της κοινωνικής ζωής είχε αποτελέσει τη συνισταμένη των προγραμματικών αρχών του Βενιζέλου και των διακηρύξεων του Συνδέσμου. Σε αυτή τη βάση ο Βενιζέλος επιφορτίστηκε με την αποστολή να διευκολύνει τη συμφιλίωση της επανάστασης με τα πολιτικά κόμματα και να αναλάβει την ηγεσία του ανορθωτικού αγώνα. Παρόλο που η επαφή του Βενιζέλου με το Σύνδεσμο έγινε με μυστικότητα, η είδηση διέρρευσε και γενική προσοχή συγκεντρώθηκε στο πρόσωπό του. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος συνδύαζε τον πολιτικό ρεαλισμό με την αίσθηση της πολιτικής ευθύνης. Γεννημένος ηγέτης, διακρίθηκε για τα θετικά του στοιχεία. Ήταν αποφασιστικός στις κινήσεις του, διέθετε ωραίο, πειστικό λόγο και υπήρξε εκφραστής πνεύματος αλλαγής. «Παρουσίαζε σύγχρονον κλασικόν τύπον ευγλωττίας, συνδυάζοντα την επιχειρηματολογίαν του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου με την σοβαρότητα του Χαριλάου Τρικούπη. Ενεφανίζετο ως ρήτωρ απέριττος και πραγματολόγος. Ως ύφος ακόμη η καθαρεύουσα του Βενιζέλου ήτο ζώσα, νευρώδης, ώριμος. Χωρίς ίχνος αλλά και άνευ τολμηρών παραληρήσεων προς τη δημοτικήν εδημιουργεί θαυμάσιον υπόδειγμα νεοελληνικού λόγου» (Η Ελλάς του 1910-120, Βεντίρης Γ., σελ. 72). Από τη στιγμή όμως που άρχισε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στο Σύνδεσμο, ο Βενιζέλος είχε κάνει δημόσια γνωστό ότι δεν ήθελε να έχει καμία 5

σχέση με στρατιωτική δικτατορία. Επίσης διέκρινε ότι η επανάσταση όφειλε να επιφέρει «αλλαγές ως προς τη ρύθμιση του πολιτεύματος και όχι ως προς τα κόμματα και τι αυτά πρεσβεύουν» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 267). Ο Βενιζέλος αρνήθηκε να αναλάβει την πρωθυπουργία καθώς αφενός πίστευε ότι η παρουσία του ήταν απαραίτητη στην Κρήτη για την επίλυση του Κρητικού ζητήματος, αφετέρου ήταν της άποψης ότι κάτι τέτοιο θα προκαλούσε την αντίδραση των κομμάτων και του Βασιλιά. Δέχθηκε όμως να αναλάβει το ρόλο του μεσολαβητή ανάμεσα στην επαναστατημένη ηγεσία και τα πολιτικά κόμματα. Εκείνη την περίοδο πρότεινε τους Σκουλούδη και Δραγούμη ως καταλληλότερους στη θέση του πρωθυπουργού. ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Η ανάληψη της εξουσίας από το Βενιζέλο Μετά από μια σύντομη περίοδο κυβέρνησης Δραγούμη και την παραίτηση αυτής, την πρωθυπουργία ανέλαβε ο Βενιζέλος. Η πολιτική του συνοψίζονταν στις λέξεις ελευθερία και τάξις. Ο πολιτικός του πραγματισμός εξηγεί τη μέριμνα για τα πρόσωπα που επάνδρωσαν τους θεσμούς ώστε αυτά να αποτελούν την κύρια εγγύηση για την καλή λειτουργία του πολιτεύματος. Ο νέος πρωθυπουργός δε λησμονεί ποτέ τον αφορισμό του Μιραμπώ: Ουδέποτε θα επανεστάτουν οι λαοί αν οι υπουργοί επελαμβάνοντο και ικανοποιούν εγκαίρως τας αξιώσεις των (Η Ελλάς του 1910-120, Βεντίρης Γ., σελ. 74). Ο Βενιζέλος τότε κατεχόταν από όρεξη και δημιουργία να προσφέρει έργο και αυτό μετέδιδε και στους υπουργούς του. Οι υπουργοί του ήταν από τους ικανότερους που πέρασαν από υπουργικές θέσεις και επιπλέον ήταν τόσο ακέραιοι και άφθαρτοι ώστε να δίνουν στην κοινή γνώμη την εντύπωση ότι η νέα κυβέρνηση ήταν άξια να προχωρήσει αποφασιστικά στο προγραμματισμένο ανορθωτικό έργο της. Υπό τις συνθήκες αυτές άνεμος αισιοδοξίας φυσούσε σε όλη την Ελλάδα καθώς και στον απόδημο ελληνισμό που αποτελούσε πλέον ισχυρότατο παράγοντα του έθνους. «Υπό την καθοδήγησή του αυτή αναδείχθηκαν προσωπικότητες που επιτέλεσαν σπουδαίο έργο, όπως ο Ν. Δημητρακόπουλος στο Υπουργείο Δικαοσύνης, ο Λ Κορομηλάς στο Οικονομικών, ο Ε Ρέπουλης στο Εσωτερικών και άλλοι» (Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 1826-1974, σελ. 236). Έτσι η επιτυχία του συστήματος που διαμόρφωσε ο κρητικός ηγέτης στηρίχθηκε στην αρετή των ηγετών του και βέβαια και σε συγκυριακούς παράγοντες. Το 1910 ο Βενιζέλος αποκατάστησε το πληγωμένο κύρος του βασιλικού θεσμού και ανέδειξε το μονάρχη - ρυθμιστή των πολιτικών αποφάσεων. «Αναγνώρισε έτσι στο θρόνο το δικαίωμα να κρίνει την πολιτική των κυβερνήσεων επιστρέφοντας ουσιαστικά σε μια πρακτική διπολικής εξουσίας, διακινδυνεύοντας έτσι τη σύγκρουση του αρχηγού του κράτους με τον αρχηγό της κυβέρνησης» (Θ. Βερεμής, Ελευθέριος Βενιζέλος Κοινωνία Οικονομία Πολιτική στην εποχή του, σελ. 17). 6

Συνταγματική μεταρρύθμιση και διοικητικά μέτρα Στις 5 Σεπτεμβρίου αποβιβάστηκε στον Πειραιά όπου του επιφυλάχθηκε θερμή υποδοχή από τους οπαδούς και φίλους του. Στους προεκλογικούς του λόγους ο Βενιζέλος είχε διατυπώσει σαφώς το πρόγραμμά του. Απευθυνόμενος στον αθηναϊκό λαό την ίδια μέρα διακήρυξε τις πεποιθήσεις και τις επιδιώξεις του. Ανάμεσα σε άλλα προανήγγειλε τις άμεσες πρακτικές εφαρμογές του, όπως τη μεταρρύθμιση του συστήματος της αυτοδιοίκησης και την απαλλαγή της κρατικής μηχανής από τις κομματικές επιρροές, τη χάραξη οικονομικής πολιτικής βασισμένης στην παραγωγική δύναμη της χώρας, την καθιέρωση μέτρων για την προστασία και την ασφάλεια εργατών και αγροτών και τη δημιουργία αξιόπιστης και ετοιμοπόλεμης στρατιωτικής δύναμης. «Ο Κρητικός πολιτικός κυβέρνησε την Ελλάδα από τον Νοέμβριο του 1910 έως το καλοκαίρι του 1912.Κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 1911 πέρασε στη Βουλή 53 τροποποιήσεις μη θεμελιωδών διατάξεων του Συντάγματος.» (Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ. 280). Στις τροποποιήσεις που έκανε, συμπεριέλαβε μέτρα για το διαχωρισμό των εξουσιών, της νομοθετικής, της εκτελεστικής και της δικαστικής. Το μεταρρυθμιστικό έργο του Βενιζέλου κατά την πρώτη θητεία συνοψίζεται στην αναθεώρηση του Συντάγματος του 1864, η οποία πραγματοποιήθηκε το 1911. Η αναθεώρηση του ήταν πράξη εξέλιξης, προόδου, μεταρρυθμίσεως αλλά όχι επαναστάσεως. Τα δικαιώματα του στέμματος δεν περιορίστηκαν ώστε να εξασφαλίζεται η απόλυτη υπεροχή του λαού, ως κυρίαρχου ρυθμιστή του πολιτεύματος. Το νέο Σύνταγμα ήταν προϊόν συμβιβασμού. Μέχρι τότε ο κοινοβουλευτισμός διατηρούσε εντελώς πολιτικό χαρακτήρα. Οι νέοι αντιπρόσωποί του έδωσαν διαφορετική μορφή. Η Βουλή απέκτησε πια τεχνοκρατικό χαρακτήρα. Ο κοινοβουλευτισμός έγινε πρακτικός και τεχνικός, σηματοδοτώντας την πολιτική ηγεσία των αστών. Από την αναθεώρηση αυτή προέκυψαν βασικοί θεσμοί του δημοσίου δικαίου που ισχύουν και σήμερα: η μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων και των δικαστικών, η καθιέρωση της υποχρεωτικής και δωρεάν στοιχειώδους εκπαίδευσης, η δημιουργία του Συμβουλίου της Επικρατείας, ενός συμβουλευτικού οργάνου που ασχολείται με την επεξεργασία των νομοθετημάτων, και η ίδρυση του Εφετείου που ασχολείται με τις διοικητικές αποφάσεις. Καθιερώθηκε επίσης το ασυμβίβαστο μεταξύ του στρατιωτικού αξιώματος και της ιδιότητας των δημοσίων υπαλλήλων και της βουλευτικής θέσης. Ασυμβίβαστο επίσης τέθηκε μεταξύ της θέσης του διευθυντή τράπεζας ή δημόσιας επιχείρησης και της ιδιότητας του βουλευτή. Επίσης αναγνωρίστηκε το δικαίωμα των δημοσίων συγκεντρώσεων, της ελευθεροτυπίας και το απαραβίαστο της κατοικίας και της αλληλογραφίας. Σημαντική επίσης ρύθμιση ήταν η κήρυξη της χώρας σε κατάσταση πολιορκίας, σε περίπτωση μεγάλου εξωτερικού κινδύνου. «Το νομοθετικό έργο της κυβέρνησης Βενιζέλου συνεχίστηκε και μετά την Αναθεώρηση του Συντάγματος με αμείωτο ρυθμό, καθώς μέχρι το τέλος του 1911 ψηφίσθηκαν περί τους 330 νέους νόμους.» (Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 1826-1974, σελ.280). Ορισμένα από τα 7

νομοθετήματα αυτά υπήρξαν αντιδημοτικά, αλλά ο Βενιζέλος δεν υπέκυπτε στις λαϊκές αντιδράσεις, προκειμένου να οργανώσει το κράτος σε νέες βάσεις. Αδιαφορούσε για το αν έχανε τη δημοτικότητά του ή δε γινόταν αρεστός στο λαό. Όφειλε να προχωρήσει, παρόλο που δεχόταν αντιδράσεις, ακολουθώντας τη γραμμή που είχε χαράξει και εφαρμόζοντας το πρόγραμμά του. Άλλα μεταρρυθμιστικά μέτρα που λήφθηκαν τότε αφορούσαν την αναδιοργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκητης, την ίδρυση του Υπουργείου Γεωργίας, την καθιέρωση κανονισμών για τις συνθήκες εργασίας στις βιομηχανίες και τις βιοτεχνίες, τη δημιουργία ασφαλιστικών ταμείων και την αναγνώριση των εργατικών συνδικάτων. Επίσης μειώθηκε το επιτόκιο και καθορίστηκαν κατώτατα όρια μισθών για τους εργαζόμενους. Η νομοθετική προστασία με την οποία περιέλαβε και τότε και αργότερα τους εργαζομένους, είτε των πόλεων είτε της υπαίθρου, πιστοποιούν το ουσιαστικό ενδιαφέρον του για τις κατώτερες οικονομικά τάξεις. Αλλά η βασική του σκέψη ήταν και παρέμεινε η ενίσχυση και η προαγωγή των αστών και των μικροαστών τους οποίους θεωρούσε σπονδυλική στήλη του νέου κράτους, που ήθελε να είναι καλά οργανωμένο και ισχυρό. «Η κυβέρνησις δεν διστάζει να κηρύξη προς τον ελληνικόν λαόν ότι επιδιώκει όπως εν μέρος των δημοσίων βαρών, το οποίο υφίστανται σήμερον οι ανίσχυροι ώμοι των απορωτέρων τάξεων, μεταπέση εις τους ισχυροτέρους ώμους των ευπορωτέρων τάξεων» (Η Ελλάς του 1910-120, Βεντίρης Γ., σελ. 72). Όφειλε λοιπόν να οργανώσει το κράτος επί της αστικής του βάσεως χωρίς να παραβλέψει εντελώς τα ολιγαρχικά στοιχεία τα οποία ήταν χρήσιμα και αναγκαία για την πολιτική του έθνους. Μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη, Ναυτιλία, Εμπόριο και Γεωργία Στις σπουδαίες ενέργειες που πραγματοποίησε η κυβέρνηση Βενιζέλου, ανήκει η αναδιοργάνωση του τομέα της δικαιοσύνης. Τον τομέα αυτό είχε αναλάβει ο Νικόλαος Δημητρακόπουλος, μια από τις ισχυρότερες προσωπικότητες της εποχής εκείνης. «Ακέραιος, αδέκαστος και προπαντώς με υψηλή αντίληψη περί των υπουργικών του καθηκόντων, επετέλεσε σπουδαίο έργο που τον κατέταξε στην κορυφή των συνεργατών του Βενιζέλου» (Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 1826-1974, σελ. 262). Θεωρήθηκε μάλιστα από πολλούς ότι ήταν τόσο ικανός ώστε να αντικαταστήσει τον αρχηγό του. Η απόδοση του ήταν εντυπωσιακή στο νευραλγικό τομέα της δικαιοσύνης. Από τα έργα και τις ενέργειες που του αναλογούν ήταν η αναδιοργάνωση των δικαστηρίων, η υποστήριξη που παρείχε στους τίμιους δικαστές, η ουσιαστική σημασία που έδωσε στην έννοια της ισονομίας και της απονομής του δικαίου με μια σειρά αποφασιστικών και μελετημένων νομοθετημάτων. Μέσα σε μικρό διάστημα κατάφερε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του ελληνικού λαού για την αμεροληψία του. Έτσι η κοινωνία στις πόλεις και στην ύπαιθρο απέκτησε ξανά ασφάλεια και ηρεμία, καθώς πολλές αξιόποινες πράξεις περιορίστηκαν. Ανάλογη μεταμόρφωση σημειώθηκε και στον τομέα της ναυτιλίας. Ο ρυθμός των ναυπηγήσεων σημείωσε άνοδο και το ναυτεμπόριο ακολούθησε 8

αυτήν την ανάπτυξη. Ο κλάδος αυτός απασχολούσε ναυτικούς, λιμενεργάτες και ξυλουργούς. Οι πλοιοκτήτες βρήκαν ξανά τη χαμένη τους αυτοπεποίθηση και την εμπιστοσύνη στο νέο κράτος. Μέσω της ναυτιλίας ανακατανέμονταν τα πλεονάσματα της αγροτικής παραγωγής και εξυπηρετούνταν το εξαγωγικό εμπόριο. Σε αυτή την ανάπτυξη συνέβαλαν τα κεφάλαια από ομογενείς του εξωτερικού που άρχισαν να εισδύουν στην αγορά, σηματοδοτώντας την εμπιστοσύνη που έδειχνε ο λαός στο πρόσωπο του νέου κυβερνήτη, η βελτίωση των συγκοινωνιών και τα προστατευτικά δασμολογικά μέτρα που καθιερώθηκαν. Έτσι η χώρα απέκτησε βιομηχανία που παρουσίαζε σταθερή, ανοδική εξέλιξη. Τα κέρδη της εμπορικής ναυτιλίας που σημειώθηκαν τόσο με το εισαγωγικό όσο και με το εξαγωγικό εμπόριο της Ελλάδας, παρουσίασαν αξιοσημείωτη ανάπτυξη τα χρόνια πριν την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων. «Το ύψος των ετήσιων εξαγωγών έφτασε τα 113 εκατομμύρια τα έτη 1906-1909 και τα 143 εκατομμύρια το διάστημα 1910-1912. Την ίδια εποχή αυξήθηκε και η αξία των μετοχών και παρατηρήθηκε σταθερή άνοδος των ξένων επενδύσεων. Τη σημαντική οικονομική άνοδο συμπλήρωσαν τα τελωνειακά τέλη» (Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ. 380), επιτρέποντας στην Ελλάδα να οργανώσει ικανές στρατιωτικές και ναυτικές δυνάμεις που πήραν μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος επέδειξε επίσης ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη γεωργία, με τη δημιουργία υποδομών, καινοτόμων θεσμών και την εισαγωγή πιστωτικών, συνεταιριστικών και εκπαιδευτικών οργανισμών στα πλαίσια της αγροτικής πολιτικής που ακολούθησε. Παρά τις αδυναμίες της πολιτικής του, τις αντιφάσεις και τις παλινωδίες από τους αρχικούς στόχους, παρέμεινε σταθερά προσηλωμένος στην προτεραιότητα της αγροτικής ανάπτυξης και εκσυγχρονισμού για τον αστικό μετασχηματισμό της χώρας. Το πιο ριζοσπαστικό μέτρο της πολιτικής του υπήρξε αναμφισβήτητα η αγροτική μεταρρύθμιση και ο αναδασμός της γης με την έναρξη της αποκατάστασης των ακτημόνων γεωργών της Θεσσαλίας. Με την ανάπτυξη της βιοτεχνίας, της βιομηχανίας, της ναυτιλίας αλλά και της γεωργίας η μακρά εσωτερική αναταραχή και η κρατική αστάθεια μειώθηκε. Η ακρίβεια υποχώρησε, τα ημερομίσθια ανέβηκαν, καθώς αυξήθηκε η προσφορά εργασίας από το άνοιγμα της αγοράς και το βιοτικό επίπεδο άρχισε να ανεβαίνει. Δημοσιονομική Μεταρρύθμιση Στο διάστημα 1898-1907 τα δημοσιονομικά του ελληνικού κράτους σημείωσαν βελτίωση. «Στο τέλος του 1905 το χρέος σε χρυσό έφτανε τα 29 εκατομμύρια λίρες Αγγλίας και το εσωτερικό χρέος τα 6 εκατομμύρια λίρες. Κατά τη διάρκεια του 1905 έγινε η έκδοση ενός δανείου 20 εκατομμυρίων δραχμών και ακολούθησε άλλο ένα των 10 εκατομμυρίων. Κατά τη διάρκεια του 1906 και 1907, η απόδοση των προσόδων από τα μερίσματα της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος είχε βελτιωθεί. Έτσι κατά τα τέλη του 1907 το χρέος των 2 προηγούμενων ετών είχε μειωθεί σημαντικά. Το έλλειμμα όμως παρέμενε και το 1909 ανέβηκε στα 24 εκατομμύρια δραχμές».( Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ.237). 9

Επί κυβερνήσεως Δραγούμη, οι δημόσιες δαπάνες μειώθηκαν σε 140 εκατομμύρια δραχμές με την εφαρμογή σφικτής οικονομικής πολιτικής. Τα έσοδα του κράτους τότε έφταναν τα 175 εκατομμύρια περίπου. Η οικονομική εξυγίανση όμως ήρθε με την κυβέρνηση Βενιζέλου, που διαδέχτηκε το Δραγούμη στην εξουσία. Ο υπουργός Οικονομικών, Κορομηλάς, βελτίωσε την οικονομική κατάσταση της χώρας. Το 1910 οι οικονομικές ανάγκες του κράτους για την τακτοποίηση των εθνικών δανείων επέβαλαν τη σύναψη μεγάλου εξωτερικού δανείου ύψους 150 εκατομμυρίων φράγκων. Για το λόγο αυτό θεωρήθηκε απαραίτητο να πάει στο Παρίσι για διαπραγματεύσεις ο διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Ι. Βαλαωρίτης. Οι διαπραγματεύσεις αυτές θα καταλήξουν τον Ιούλιο του 1910 στην υπογραφή σύμβασης μεταξύ ελληνικής κυβέρνησης και των τραπεζών Εθνική, Αθηνών, Ανατολής και 4 άλλων ξένων τραπεζών. «Τελικά στις 11 Ιουλίου 1911 η αρχική σύμβαση τροποποιήθηκε και το αρχικό ποσό περιορίστηκε στα 110 εκατομμύρια» (Παντελάκης Ν., Δημόσια Δάνεια, σελ.62). «Τα έσοδα τότε ήταν κοντά στα 240 εκατομμύρια δραχμές, 60 εκατομμύρια πάνω από τα έξοδα. Έτσι στο διάστημα 1910-1911 προέκυψε πλεόνασμα πάνω από 94 εκατομμύρια». (Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ.283). Ο Κορομηλάς επιμελήθηκε της είσπραξης των φόρων και καθόρισε με σαφήνεια και τάξη τις υποχρεώσεις έναντι των δημοσίων λογαριασμών. Το Φεβρουάριο του 1912 το ελληνικό θησαυροφυλάκιο είχε καταθέσεις σε μετρητά που έφταναν τα 77 εκατομμύρια δραχμές. Οι προσπάθειες που κατέβαλε αντικατοπτρίζονταν στην οικονομική ανόρθωση της χώρας. Αναδιοργάνωση Στρατού και Στόλου Τα σκληρά διδάγματα του ατυχούς πολέμου του 1897 χρησίμευσαν ως μάθημα. Οι Έλληνες αντιλήφθηκαν ότι για την επιτυχή διεξαγωγή ενός πολέμου δεν αρκούν μόνο οι άκαιροι πατριωτισμοί, αλλά χρειάζεται συστηματική και επίμονη προσπάθεια για την προπαρασκευή των ενόπλων δυνάμεων του έθνους. Και η προσπάθεια αυτή έγινε πράξη με τον ερχομό στην εξουσία του κρητικού ηγέτη. Από τις πρώτες μέρες που ανέλαβε την εξουσία ο κρητικός πολιτικός έλεγε και επαναλάμβανε στους φίλους του ότι η Ελλάδα θα διπλασιαζόταν σε μια διετία. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση που έκανε την τρίτη μέρα από την άφιξή του στην Αθήνα: «Εντός δύο ετών πρέπει να γίνωμεν διπλάσιοι. Και θα γίνωμεν» (Η Ελλάς του 1910-120, Βεντίρης Γ., σελ. 77). Η πεποίθησή του αυτή οφειλόταν στην διπλωματική του οξύνοια και γνώση ότι σε δύο ή τρία χρόνια το πολύ, ο διαμελισμός της ευρωπαϊκής Τουρκίας θα λάμβανε χώρα και η Ελλάδα θα έπρεπε να διεκδικήσει ενόπλως τα εθνικά της δίκαια, όχι μόνο από τους Οθωμανούς αλλά και από τους γείτονές της που προετοιμάζονταν από καιρό για πόλεμο στην περιοχή. Με τους υπολογισμούς αυτούς ο Βενιζέλος έκρινε ότι ήταν απόλυτη ανάγκη να οργανώσει ένα ισχυρό κράτος με την ανάπτυξη των ενόπλων δυνάμεων, ώστε την κρίσιμη ώρα η Ελλάδα να είναι έτοιμη να συμμετάσχει στη βαλκανική σύρραξη κατά της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η στιγμή που ανέλαβε 10

την εξουσία ήταν μια προπολεμική περίοδος. Ο Βενιζέλος είχε το βλέμμα του στραμμένο στην επερχόμενη βαλκανική κρίση. Κύριο μέλημα του νέου καθεστώτος ήταν η πολεμική οργάνωση του τόπου. Ο Βενιζέλος ανέλαβε προσωπικά τη βελτίωση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, με την ανάληψη των υπουργείων Στρατιωτικών και Ναυτικών. Στο υπουργείο των Στρατιωτικών βρήκε μια υποτυπώδη βάση για τη δημιουργία του στρατεύματος. Η προηγούμενη κυβέρνηση του Θεοτόκη είχε εφοδιάσει τις αποθήκες με πολεμοφόδια, στρατό όμως δεν είχε καταφέρει να οργανώσει. Το σώμα των αξιωματικών ήταν διαιρεμένο και δεν διαπνέονταν από ενιαίο, πολεμικό δόγμα. Ο Βενιζέλος άρχισε την αποκατάσταση της ενότητας στο στράτευμα και για αυτό επανέφερε σε αυτό το Μάη του 1911 το διάδοχο Κωνσταντίνο και τον τοποθέτησε επικεφαλή της Γενικής Επιθεώρησης Στρατού, όπως είχε υποσχεθεί στο Βασιλιά Γεώργιο. Ο Κωνσταντίνος είχε χάσει την αρχιστρατηγία του με την επανάσταση του 1909. Ο Διάδοχος είχε χρεωθεί τον ατυχή πόλεμο του 1897. Με νομοσχέδιο όμως που προέβλεπε τη σύσταση Γενικής Επιθεώρησης Στρατού επανήλθε από τον Βενιζέλο. Η τοποθέτησή του προκάλεσε σφοδρές πολιτικές και στρατιωτικές επικρίσεις κυρίως από τους αξιωματικούς που ηγήθηκαν του Κινήματος στο Γουδί. Για τη σωτηρία του ελληνισμού όμως, ο Βενιζέλος πίστευε ότι η συνένωση όλων των εθνικών δυνάμεων ήταν υπεράνω στέμματος, κομμάτων και κυβερνήσεων. Τη θέση δεν του την έδωσε ο Βενιζέλος αλλά ο ελληνικός λαός. Πολλές φορές ο πρωθυπουργός επανέλαβε: «Διότι η γνώμη του ελληνικού λαού, χθες και προχθές, αλλά και αυτή η εθνική ψυχή τον θεσμόν της βασιλείας τον συνδέει προς την ιδιότητα του βασιλέως ως στρατιώτου βασιλέως» (Η Ελλάς του 1910-1920, Βεντίρης Γ., σελ. 83). Ο Βενιζέλος δε διακινδύνευσε την επιτυχία του αναπόφευκτου εθνικού αγώνα, ένεκα του εσωτερικού πολιτικού συμφέροντος. Ο ισχυρός κυβερνήτης υπεραμύνθηκε των απόψεων του και επιβλήθηκε των επικριτών του. Οι ηγετικές ικανότητες του Κωνσταντίνου ως στρατιωτικού επιβεβαιώθηκαν στους νικηφόρους πολέμους του 1912 και 1913. Οι δεσμεύσεις της νέας κυβέρνησης που είχε λάβει για την εμφάνιση των αξιωματικών στο πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας, αλλά και γενικότερα η διεύρυνση των ενόπλων δυνάμεων έβρισκε σύμφωνα όλα τα ελληνικά κόμματα. Ακολουθούσαν με αυτό τον τρόπο τις υπόλοιπες μεγάλες βαλκανικές δυνάμεις τις εποχής, Βουλγαρία, Σερβία και Ρουμανία, οι οποίες επέκτειναν τις πολεμικές τους δυνάμεις. Η έλλειψη όμως Ελλήνων αξιωματικών με ευρύτερες οργανωτικές ικανότητες είχε δημιουργήσει την ανάγκη πρόσκλησης ξένων, που θα μπορούσαν να αναμορφώσουν τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις. Η μετάκληση ξένης οργανωτικών αποστολών για την πληρέστερη οργάνωση του στρατού και του στόλου είχε απασχολήσει και την κυβέρνηση Δραγούμη. Το πρόβλημα ήταν ποιες από τις Μεγάλες Δυνάμεις θα ανταποκρίνονταν στο δύσκολο αυτό εγχείρημα. Φυσικά αρκετές Ευρωπαϊκές δυνάμεις είχαν προθυμοποιηθεί να βοηθήσουν. Πίσω όμως από αυτή τους την προθυμία κρύβονταν βαθύτερα σχέδια. Όποια Μεγάλη Δύναμη αναλάμβανε τη διοργάνωση του ελληνικού στρατού και στόλου, θα ενίσχυε αυτομάτως την επιρροή της στην Ελλάδα. Θα γινόταν κάτοχος ελληνικών αμυντικών μυστικών, δυνατοτήτων και αδυναμιών, 11

πετυχαίνοντας έτσι να διεισδύσει στα εσωτερικά ζητήματα της χώρας και να επηρεάσει την εξωτερική της πολιτική. Το πρόβλημα συνεπώς ήταν καίριο για τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Εκείνη την εποχή τέσσερις ευρωπαϊκές Δυνάμεις ανταγωνίζονταν για το ποια θα ήταν η επικρατέστερη. Η Αγγλία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Αυστροουγγαρία ήταν στο προσκήνιο. Η Ρωσία δεν έπαιζε κάποιο ρόλο καθώς είχε ταχθεί με τη μεριά των Σλάβων. Από την ελληνική πλευρά η λύση θα δινόταν από τα Ανάκτορα των Αθηνών. Εκεί όμως τα πράγματα δεν ήταν ξεκάθαρα. Διότι τα Ανάκτορα ήταν χωρισμένα σε δύο μέρη, του Βασιλιά Γεωργίου και του Διαδόχου Κωνσταντίνου. Κάθε μεριά είχε τις δικές της συμπάθειες και τους δικούς της ευνοούμενους αξιωματικούς των οποίων τα συμφέροντα εξυπηρετούσε. Ο Βενιζέλος τελικά εκλήθη να λύσει το πρόβλημα. Αποδέχτηκε να καλέσει κατάλληλους οργανωτές αξιωματικούς από τις Δυτικές Δυνάμεις, από τη Γαλλία για την αναδιοργάνωση του στρατού και από την Αγγλία για το στόλο, καθώς είχε προσανατολίσει την πολιτική του προς τις χώρες αυτές. Η απόφαση του αυτή ταυτιζόταν με την απόφαση του Στρατιωτικού Συνδέσμου να καλέσει κατάλληλους εκπαιδευτές από τις ίδιες χώρες, απόφαση όμως που μέχρι τότε δεν είχε υλοποιηθεί. Έτσι στα μέσα Ιανουαρίου του 1911 κατέφθασαν Γάλλοι αξιωματικοί υπό το Στρατηγό Εντού. Όταν ήρθε στην Ελλάδα ο Εντού τον Απρίλιο του 1911 του απονεμήθηκε ο βαθμός του αντιστράτηγου, και τέθηκε επικεφαλής των ομοιοβάθμων του για λόγους ιεραρχίας. Η εκπαιδευτική δράση της γαλλικής αποστολής υπήρξε πολύτιμη για τον ελληνικό στρατό και κυρίως για τους αξιωματικούς, καθώς πρόσφερε σημαντικές υπηρεσίες για την αναδιοργάνωση του ελληνικού στρατού, κατά την παραμονή των Βαλκανικών πολέμων. «Ως τον Οκτώβρη του 1912 ο Βενιζέλος ανέβασε την ισχύ των ελληνικών μονάδων που ήταν έτοιμες για κινητοποίηση σε 146.136 αξιωματικούς και στρατιώτες, εξοπλισμένους με 115.000 τουφέκια τύπου Mannlicher και 112.000 τουφέκια παλαιού τύπου. Ο στρατός διέθετε 144 ταχέα τηλεβόλα και 36 ορεινά τηλεβόλα. Για 125.000 άνδρες υπήρχαν στολές, ενώ είχαν παραγγελθεί και άλλες» (Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ. 281). Οι ξένοι παρατηρητές εξέφραζαν την άποψη ότι η δυναμική του στρατού αυτού ήταν ικανοποιητική. Αυτό οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στο έργο που είχε επιτελέσει η γαλλική στρατιωτική αποστολή στην Ελλάδα. «Ο Γάλλος στρατηγός, βρίσκοντας ότι οι ανώτεροι αξιωματικοί ήταν πολύ χαμηλού επιπέδου και ότι έλλειπαν σχεδόν εντελώς από το στράτευμα οι καλά εκπαιδευμένοι επιτελάρχες, έστειλε αρκετούς κατώτερους αξιωματικούς στη Γαλλία για εκπαίδευση. Ίδρυσε επίσης μια σχολή επιτελών και στρατιωτικές σχολές για τα διάφορα όπλα» (Douglas Dalkin H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ. 282 ). Το Φεβρουάριο του 1912 η Βουλή ψήφισε το σχέδιο που είχε υποβάλει για την αναδιοργάνωση του ελληνικού στρατού. Καταργήθηκαν όλες οι βασικές μόνιμες μονάδες. Η Ελλάδα διαιρέθηκε σε τέσσερις στρατιωτικές περιφέρειες όπου η καθεμιά θα προμήθευε μια μεραρχία σε καιρό ειρήνης και δύο σε καιρό επιστράτευσης. Το μόνιμο στράτευμα θα το αποτελούσαν δώδεκα συντάγματα πεδινών πυροβολαρχιών, δύο συντάγματα ορεινών πυροβολαρχιών, μια μοίρα 12

βαρέων πυροβόλων και δύο συντάγματα μηχανικού. Είχε προβλεφθεί επίσης να αυξηθεί ο αριθμός των εφέδρων και των δοκίμων αξιωματικών. Ο Βενιζέλος προσπάθησε να κρατήσει αυτόν το στρατό μακριά από την πολιτική και φρόντισε να γίνονται οι τοποθετήσεις ανάλογα με τις ανάγκες και τα προσόντα. Ο ελληνικός στρατός αναδιοργανωμένος, εκπαιδευμένος και πολύ καλά εξοπλισμένος με σύγχρονο οπλισμό, βρισκόταν σε εξαιρετικό μαχητικό επίπεδο. Η γενική επιστράτευση άρχισε τα μεσάνυχτα της 4/17 Σεπτεμβρίου του 1912. Το σύνολο του ελληνικού στρατού ξηράς κατανεμήθηκε σε δύο μεγάλες συγκροτήματα: τo στρατό Θεσσαλίας και το στρατό Ηπείρου. Ο στρατός της Θεσσαλίας, με διοικητή τον αντιστράτηγο διάδοχο Κωνσταντίνο και με επιτελάρχη τον Υποστράτηγο Δαγκλή, «απαρτίστηκε από το Γενικό Στρατηγείο, από μερικές μη μεραρχιακές μονάδες και 4 τάγματα ευζώνων. Επίσης επιστρατεύτηκαν 1 τάγμα εθνοφρουρών, 1 ανεξάρτητη ταξιαρχία Ιππικού και άλλες βοηθητικές μονάδες, 7 μεραρχίες που είχαν καθεμιά 3 συντάγματα πεζικού και ευζώνων, 1 ημιλαρχία ιππικού και 2 μοίρες πυροβολικού. Ακόμα υπήρχαν ανάλογες βοηθητικές μονάδες αποτελούμενες από 63 τάγματα, 8 ίλες, 7 λόχους σκαπανέων, 70 πυροβόλα, 96 πεδινά και 24 ορειβατικά πυροβόλα. Επιπλέον διέθεταν 4 αεροπλάνα τύπου Farman με κινητήριο δύναμη 50 ίππων. Η συνολική παραταχθείσα δύναμη ήταν 100.000». (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ.289). Ο στρατός Ηπείρου με διοικητή τον αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Σαπουτζάκη και επιτελάρχη τον αντισυνταγματάρχη Ιωάννου, «περιλάμβανε 8 τάγματα πεζικού και ευζώνων, 1 ίλη ιππικού και 24 πυροβόλα. Αργότερα ενισχύθηκε με 2 από τα 3 τάγματα του συντάγματος Κρητών και τη λεγεώνα των Γαριβαλδινών. Η συνολική του παρατακτική δύναμη κυμαινόταν γύρω στους 13.000». (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 290). Τα επιτελεία του ελληνικού στρατού και του ναυτικού έδιναν μεγάλη σημασία στο θέμα της κυριαρχίας στο Αιγαίο, όχι μόνο για το ζήτημα των νήσων, αλλά και για τη διασφάλιση των θαλασσίων συγκοινωνιών, οι οποίες θα επέτρεπαν την ταχεία κινητοποίηση κατά των Τούρκων. Όταν ανέλαβαν την εξουσία οι Φιλελεύθεροι, ο ελληνικός στόλος είχε σημαντικές ελλείψεις και προβλήματα. Τα τρία θωρηκτά τύπου Ύδρας ήταν σκάφη μικρά και παλιά. Υπήρχαν ακόμα πέντε μικρά τορπιλοβόλα ηλικίας 24 ετών, 5 πολύ παλιοί κανονιοφόροι και 4 ατμοδρόμωνες. Αξιόμαχος ήταν μόνο ο στόλος των αντιτορπιλικών αποτελούμενος από οκτώ νέες μονάδες. Έτσι κατά τη διάρκεια της περιόδου της αναδιοργάνωσης, σημαντική προσοχή δόθηκε στο Ναυτικό. Η οργάνωση της ανώτερης διεύθυνσης της Επιτελικής Υπηρεσίας του Ναυτικού, της πρακτικής εκπαίδευσης του προσωπικού του στόλου και των ασκήσεων του, αποφασίστηκε να γίνει από αλλοδαπό αξιωματικό του Ναυτικού. Έτσι, στηριζόμενη σε νόμο του 1909, η ελληνική κυβέρνηση ζήτησε και ανέθεσε το σημαντικό αυτό έργο σε αγγλική αποστολή. Η επιλογή δεν ήταν τυχαία. Η Αγγλία ήταν μια παραδοσιακή ναυτική δύναμη της εποχής. Την αγγλική αποστολή αποτελούσαν ο Ναύαρχος Τώφνελ, συνοδευόμενος από μερικούς άλλους αξιωματικούς. Η αποστολή έφτασε στην Ελλάδα στα μέσα του 1911 και ανέλαβε να αλλάξει πολλά από αυτά που μέχρι τότε ίσχυαν στο Πολεμικό μας Ναυτικό. Ειδικότερα άλλαξαν οι κανονισμοί της 13

εσωτερικής Υπηρεσίας, το σύστημα των σημάνσεων, τα άρθρα της ναυτικής τακτικής, οι ελιγμοί της στολοδρομίας και η εκπαίδευση των πληρωμάτων. Σε συνεργασία με το ελληνικό Υπουργείο Ναυτικών ο Ναύαρχος Τώφνελ ίδρυσε σχολές πυροβολητών, σηματοδοτών και εκπαίδευσης στα τορπιλοβόλα και αναμόρφωσε το σύστημα της εκπαίδευσης των ναυτικών δοκίμων. Ο ελληνικός στόλος ήταν αξιόμαχος και ικανός να εκτελέσει την αποστολή του. Τα κυριότερα πλεονεκτήματά του ήταν η ναυτική παράδοση της χώρας και η άρτια εκπαίδευση των πληρωμάτων του. Καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη των γεγονότων υπήρξε η συμβολή του Παύλου Κουντουριώτη, ο οποίος τη μέρα της κήρυξης του πολέμου, προάχθηκε σε υποναύαρχο και Αρχηγό του Στόλου του Αιγαίου. Τις ικανότητες του κατάφερε να τις ξεδιπλώσει με την ναυαρχίδα του ελληνικού στόλου, το θωρακισμένο καταδρομικό Aβέρωφ, που ήταν η πιο αξιόμαχη και σύγχρονη ναυτική μονάδα των Βαλκανικών Πολέμων. Η ναυπήγησή του άρχισε το 1909 και η ελληνική σημαία υψώθηκε το Μάη του 1911. Το φθινόπωρο του 1912 ο στόλος είχε ενισχυθεί με ένα υποβρύχιο, 6 αντιτορπιλικά και 4 εξοπλισμένα ατμόπλοια της γραμμής. Η κυβέρνηση Βενιζέλου εφοδίασε το στόλο με τορπίλες και πυρομαχικά. Αλλά απόλυτη υπεροχή δεν υπήρχε. Πριν την κήρυξη του πολέμου, ο πρωθυπουργός ζήτησε να μάθει αν το ναυτικό χρειάζεται περαιτέρω ενίσχυση. Ενώ οι αξιωματικοί του στόλου έκριναν απαραίτητη την προσθήκη και νέων πολεμικών πλοίων για την αντιμετώπιση των Τούρκων, ο αρχηγός της μοίρας των θωρηκτών, Παύλος Κουντουριώτης, απάντησε χαρακτηριστικά: «Κύριε πρόεδρε, καλά τα είπαν οι συνάδελφοί μου. Εν τούτοις θα εξασφαλίσωμεν τας συγκοινωνίας και θα κλείσωμεν τους Τούρκους εις τα Δαρδανέλλια. Κι αν ξεμυτίσουν, θα τους τσακίσωμε.» (Η Ελλάς του 1910-120, Βεντίρης Γ., σελ. 104). Ο ελληνικός στόλος είχε χωριστεί σε 2 επιχειρησιακές μονάδες. Στο στόλο του Αιγαίου και στο στόλο του Ιονίου. Το επιτελείο του στόλου του Αιγαίου αποτελούσαν ο αρχηγός του στόλου Παύλος Κουντουριώτης με το επιτελείο του. «Στο στόλο αυτό ανήκαν το θωρηκτό Αβέρωφ, η παλιά μοίρα των θωρηκτών αποτελούμενα από το Ύδρα, Σπέτσαι και Ψαρά, η ομάδα με τα νεοαποκτηθέντα ανιχνευτικά Λέοντα, Αετό, Ιέρακα και Πάνθηρα, o στολίσκος των 10 αντιτορπιλικών Βέλος, Νέα Γενιά, Νίκη, Ασπίς, Δόξα, Σφενδόνη, Θύελλα, Λόγχη, Κεραυνός, Ναυκρατούσα, το υποβρύχιο Δελφίν και το ναρκοβόλο Κανάρης με τα υπόλοιπα βοηθητικά πλοία. Το στόλο του Ιονίου αποτελούσαν οι κανονιοφόροι και οι ατμοδρόμωνες.» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, σελ. 315). Εξωτερική πολιτική και διπλωματικές εξελίξεις Ο Ελευθέριος Βενιζέλος ήδη από την πρώτη περίοδο της θητείας του στο πρωθυπουργικό αξίωμα είχε καταλάβει ότι η ύφεση στις σχέσεις με την Τουρκία έπρεπε να αντιστραφεί, προκειμένου να υπάρξει αποτελεσματική διεκδίκηση των εθνικών δικαίων στο στρατιωτικό και διπλωματικό τομέα. Ο νέος πρωθυπουργός επεδίωξε πάντως να κερδίσει πολύτιμο χρόνο στην προσπάθειά του για την στρατιωτική ενίσχυση της χώρας. Από τα πρώτα βήματα της αναμίξεώς του με 14

την πολιτική, ιδίως μετά το 1908 ο Βενιζέλος απέβλεπε στην ιδέα της στενής ελληνοτουρκικής συνεργασίας ως εναλλακτικής λύσης του γενικότερου ελληνικού προβλήματος. Η προσέγγιση με την Τουρκία ή η συνεννόηση με τα χριστιανικά έθνη των Βαλκανίων αποτελούσαν ήδη εδώ και μισό αιώνα ζωής, τις δύο βασικές εναλλακτικές δυνατότητες της ελληνικής διπλωματίας για τις σχέσεις με τις γείτονες χώρες. Η επίσπευση των ευρύτερων ευρωπαϊκών και ενδοβαλκανικών εξελίξεων καθιστούσε επιτακτική τη σύνταξη της Ελλάδος με τη μια ή την άλλη μεριά. O Βενιζέλος ανέλυσε από το βήμα της Βουλής στις 21 Μαΐου 1913 τους λόγους που υπαγόρευαν την πολιτική συμπόρευση του με τα γειτονικά σλαβικά έθνη. Ανάμεσα στα άλλα ανέφερε: «Δεν ήρξατο από εμέ να εκλέξω τους συμμάχους μου δια τον αγώνα κατά της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Τους συμμάχους τους παρέσχον τα πράγματα, τους παρέσχεν η γεωγραφική και πολιτική ιστορία και η σύστασις η εθνολογική, η οποία διεπλάθη εν τη Χερσονήσω του Αίμου από δέκα και τριών αιώνων. Δεν ηδυνάμην λοιπόν να ζητήσω αλλαχού τους συμμάχους μου...έχομεν την συναίσθησιν, ότι αγωνιζόμεθα, ίνα αποκτήσωμεν ό,τι ανήκει εις ημάς, χωρίς να επωφεληθώμεν εκείνου, όπερ ανήκει εις τους άλλους. Δεν ζητούμεν να εγκαθιδρύσωμεν εν τη Ελληνική Χερσονήσω ηγεμονίαν Ελληνικήν» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους σελ. 285). Η αναφορά αυτή καθόριζε την ελληνική απόφαση για την προσέγγιση με τους βόρειους βαλκανικούς γείτονες και σηματοδοτούσε τη σημαντική συνένωση των λαών της Χερσονήσου εναντίον του Τούρκου κατακτητή. Η ιδέα της βαλκανικής συνεννόησης υφίστατο από παλιά ποτέ όμως δεν είχε καταφέρει να υλοποιηθεί λόγω των ανταγωνισμών μεταξύ των χριστιανικών εθνών των Βαλκανίων και λόγω των αντιφατικών και αλληλοσυγκρουόμενων πιέσεων των Μεγάλων Δυνάμεων που καθιστούσαν ανέφικτη κάθε ανάληψη πρωτοβουλίας για τη σύμπηξη ενιαίου, Βαλκανικού μετώπου. Η κινητοποίηση των τουρκικών στρατευμάτων στο χώρο της ευρωπαϊκής Τουρκίας, τον Οκτώβριο του 1911, οδήγησε στην οριστική απόφαση της Σόφιας να προχωρήσει στην άμεση σύναψη της αμυντικής συμφωνίας με τη σερβική Κυβέρνηση. Με τη μεσολάβηση του τσάρου και την έντονη πίεση των Ρώσων επιταχύνθηκε ο ρυθμός των διαπραγματεύσεων ώσπου Σερβία και Βουλγαρία κατέληξαν με κάθε μυστικότητα στη σύναψη διμερούς αμυντικής συμμαχίας στις 29 Φεβρουαρίου/13 Μαρτίου 1912. Η σερβοβουλγαρική συμφωνία προέβλεπε την αμοιβαία εγγύηση της πολιτικής ανεξαρτησίας και της εδαφικής ακεραιότητας των δύο κρατών. Σε περίπτωση επιθέσεως οποιουδήποτε τρίτου είχε συμφωνηθεί αμοιβαία στρατιωτική συνδρομή. Προέβλεπε επίσης τη διανομή των εδαφών σε περίπτωση επιτυχούς πολέμου. Στη Βουλγαρία αναγνωριζόταν το δικαίωμα της προσαρτήσεως της περιοχής ανατολικώς της Ροδόπης και του Στρυμώνα και στη Σερβία η περιοχή βορείως και δυτικώς του όρους Σκάρδου. Σε εκκρεμότητα παρέμενε μεγάλο μέρος της Μακεδονίας, κεντρικής και δυτικής και τμήματος του Κοσσυφοπεδίου. Αν δεν αποφασιζόταν η αυτονόμηση της περιοχής και δεν βρισκόταν κοινά αποδεκτή λύση στη διανομή των εδαφών, τότε θα μεσολαβούσε η Ρωσία για την επίλυση του θέματος. Λίγες βδομάδες αργότερα, στις 29 Απριλίου/12 Μαΐου, υπογράφτηκε και συμπληρωματική 15

στρατιωτική σύμβαση μεταξύ των δύο συμμάχων που προέβλεπε η κινητοποίηση 200.000 Βουλγάρων και 150.000 Σέρβων. Επίσης προβλέπονταν η υποχρέωση της Σερβίας να βοηθήσει τη Βουλγαρία στην περίπτωση που κινηθεί εναντίον της Ρουμανίας. Η σύναψη της σερβοβουλγαρικής συνθήκης δε στάθηκε δυνατόν να παραμείνει μυστική. Η ελληνική κυβέρνηση παρακολουθούσε τις εξελίξεις και αγωνιούσε για τον ελληνισμό της Μακεδονίας και της Θράκης ο Έλληνας όμως πρωθυπουργός δεν έχασε την ψυχραιμία του. Παρά την άκρα μυστικότητα της συμμαχίας, το βρετανικό Υπουργείο εξωτερικών είχε έγκαιρα ενημερωθεί για όλα όσα συνέβαιναν και από τη στιγμή εκείνη ενθάρρυνε με όλα τα κατάλληλα μέσα τη διερεύνηση της συμμαχίας ώστε να αποκλείσει την κηδεμονία της από τη Ρωσία. Ο Βενιζέλος ήδη από τις πρώτες μέρες ανάληψης της εξουσίας επεδίωκε τη συμμαχική προσέγγιση με τη Βουλγαρία εξομαλύνοντας τις διαφορές μεταξύ των δύο χωρών. «Αποφασιστικό ρόλο στην κρίσιμη αυτή φάση διαδραμάτισε ο ανταποκριτής των Times του Λονδίνου James Bourchier, ο οποίος ήταν γνώστης των βαλκανικών προβλημάτων και υπέρμαχος της Βαλκανικής συσπείρωσης.» (Ιστορία του ελληνικού Έθνους, σελ 286). Η ευόδωση των προσπαθειών για την ελληνοβουλγαρική προσέγγιση αποτέλεσε το επιστέγασμα μακρών και επίπονων διαπραγματεύσεων. Τελικά στις 6/19 Μαρτίου του 1912 η ελληνική κυβέρνηση πέτυχε να υποβάλει στη Βουλγαρία το πρώτο σχέδιο διμερούς συνεννόησης, το οποίο προέβλεπε την προστασία των εθνικών δικαιωμάτων των χριστιανών της Ευρωπαϊκής Τουρκίας και τη συμφωνία αμοιβαίας συνδρομής σε περίπτωση που η Τουρκία επιτίθετο κατά του ενός ή του άλλου κράτους. Η θετική ανταπόκριση της Σόφιας στην πρωτοβουλία των Αθηνών δεν αρκούσε για να παρακαμφθεί κάθε διαφωνία ανάμεσα στις δύο κυβερνήσεις. Η ελληνική πλευρά προκειμένου να μη ματαιώσει την επιδιωκόμενη προσέγγιση, αποφάσισε να αποφύγει κάθε συζήτηση γύρω από τον τρόπο διανομής των εδαφών της Ευρωπαϊκής Τουρκίας σε περίπτωση νικηφόρας έκβασης των πολεμικών επιχειρήσεων. Το τελικό κείμενο της ελληνοβουλγαρικής συνθήκης υπογράφηκε στις 16/29 Μαΐου του 1912 στη Σόφια από το Βούλγαρο πρωθυπουργό και τον Έλληνα πρεσβευτή και είχε τριετή ισχύ. Στη συνθήκη αυτή προβλεπόταν εξαίρεση στην περίπτωση πρόκλησης πολέμου μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας λόγω του Κρητικού ζητήματος. Η Βουλγαρία δηλαδή σε αυτή την περίπτωση θα περιοριζόταν σε ουδετερότητα και δε θα επέμβαινε στη λύση του Κρητικού. Ακολούθως, τον Ιούνιο του 1912 η κυβέρνηση του Μαυροβουνίου διαβεβαίωσε τους Βούλγαρους για τη στρατιωτική συνδρομή της σε περίπτωση σύρραξης με την Τουρκία. Η συμφωνία των δύο μερών συνεπαγόταν ακόμα τη δυνατότητα του Μαυροβουνίου να προσαρτήσει οθωμανικά εδάφη σε περίπτωση νικηφόρου αγώνα. Η ελληνοβουλγαρική στρατιωτική σύμβαση υπεγράφη στις 5 Οκτωβρίου 1912, λίγες μέρες πριν την έναρξη του πολέμου και διαφαίνεται ότι χάριν κυρίως του ισχυρού της στόλου δέχθηκαν οι Βούλγαροι, όπως και τα υπόλοιπα βαλκανικά κράτη να συμμαχήσουν με την Ελλάδα. Τον ελληνικό στρατό τον 16

υπολόγιζαν οι Βούλγαροι ως δευτερεύουσας σημασίας καθώς θεωρούσαν ότι ήταν ικανός απλώς να κρατήσει και να απασχολήσει τις τουρκικές δυνάμεις στην ελληνοτουρκική μεθόριο και σε αυτό συνηγορούσε η ήττα του 1897. Ούτε όμως τις δυνάμεις των Σέρβων εκτιμούσαν οι Βούλγαροι. Ήταν άλλωστε νωπές οι μνήμες από το πόσο εύκολα τους είχαν νικήσει στο παρελθόν. Η υποτίμηση των Βουλγάρων ως προς τις δυνάμεις του ελληνικού στρατού αποδείχτηκε ιδιαίτερη ωφέλιμη για την Ελλάδα, καθώς πρόλαβε ο Ελληνικός στρατός να εισέλθει πρώτος στη Θεσσαλονίκη. Στα μέσα του 1912 λοιπόν, στη νεότερη ιστορία των Βαλκανικών Λαών και με επίκεντρο τη Σόφια, διαφαίνεται μια τριμερής συμμαχική ομάδα. Η διαρροή των πρώτων πληροφοριών γύρω από το απόρρητο περιεχόμενο των συμφωνιών αυτών ήταν εύλογο να προκαλέσει την ανησυχία και την αντίδραση των Μεγάλων Δυνάμεων. Οι Δυνάμεις με κοινό διάβημά τους προς την Αθήνα, τη Σόφια, το Βελιγράδι και την Κεττίγκη δήλωναν κατηγορηματικά ότι δε θα επέτρεπαν τη μεταβολή του εδαφικού καθεστώτος στα Βαλκάνια, έστω και μετά από νικηφόρα έκβαση του αγώνα. Την ένοπλη σύρραξη που ακολούθησε διευκόλυνε και η συγκυρία: η εξέλιξη του Ιταλοτουρκικού πολέμου, η εξέγερση των Μουσουλμάνων του Κοσσυφοπεδίου, η σφαγή αθώων Βουλγάρων από τουρκικές αρχές στα Κότσανα του Κοσσυφοπεδίου, ως αντίποινα για την δράση ένοπλου αντάρτικου σώματος στην περιοχή, η εξέγερση των Αλβανών και τέλος οι σκληρές πιέσεις των Τούρκων κατά των χριστιανών. Η απόφαση της ελληνικής κυβέρνησης να κηρύξει επιστράτευση στις 16/29 Σεπτεμβρίου μετά τη Βουλγαρία, τη Σερβία και το Μαυροβούνιο αποτέλεσε το τελευταίο βήμα στην κλιμάκωση πριν την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων. Η κήρυξη του πολέμου εναντίον της Τουρκίας έγινε δεκτή στην πανελλήνια κοινή γνώμη με ενθουσιασμό. Το απόγευμα της 4/17 Οκτωβρίου 1912, δόθηκε το τελεσίγραφο των συμμάχων προς την Πόλη για την κήρυξη του πολέμου. Το πρωί της επομένης, ο Βασιλιάς και το υπουργικό συμβούλιο κατέβηκαν στο Φάληρο επί του Αβέρωφ, όπου ο Παύλος Κουντουριώτης ύψωσε το σήμα του Ναυάρχου του στόλου του Αιγαίου. Το σύνθημα που έδωσε δύναμη στον επικείμενο πόλεμο, το ανήγγειλε ο Βενιζέλος: Η πατρίς δε σας ζητεί να αποθάνητε υπέρ αυτής Σας ζητεί να νικήσετε. Αντί Επιλόγου Στις προσωπικότητες που ξεχώρισαν κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών Πολέμων συγκαταλέγονται ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος, ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης και Ελευθέριος Βενιζέλος. Ο Βασιλιάς Κωνσταντίνος υπήρξε αρχηγός μιας βασιλευόμενης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και διαδέχτηκε τον πατέρα του στο θρόνο κατόπιν της δολοφονίας του στις 5/18 Μαρτίου 1913. Μετά τις νίκες του Κωνσταντίνου ιδίως έναντι των Βουλγάρων, αρκετοί ήταν αυτοί που ορμώμενοι από ενθουσιασμό, τον θεώρησαν ως συνεχιστή της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. «Για αυτό το λόγο έθεσαν ζήτημα μετονομασίας του ως Κωνσταντίνου ΙΒ', συνεχίζοντας την παράδοση και ακολουθώντας τη δόξα του τελευταίου 17

αυτοκράτορα του Βυζαντίου, Κωνσταντίνου ΙΑ Παλαιολόγου.» (Μαρκεζίνης Σ., Πολιτική ιστορία της Νεότερης Ελλάδος, 1828-1964, σελ. 248). Η συμβολή του Βασιλιά Κωνσταντίνου στο στρατιωτικό αγώνα του Έθνους αναγνωρίστηκε και από τον Βενιζέλο, που εισηγήθηκε να του δοθεί η ονομασία του Στρατάρχου. Στις 6/19 Απριλίου 1914 έλαβε χώρα μεγαλοπρεπή τελετή στη μεγάλη αίθουσα των ανακτόρων κατά τη διάρκεια της οποίας ο Βενιζέλος ως Υπουργός των Στρατιωτικών απένειμε στον Κωνσταντίνο στραταρχική ράβδο. Άλλη σπουδαία προσωπικότητα που αναδείχθηκε στα γεγονότα της εποχής υπήρξε ο Ναύαρχος Παύλος Κουντουριώτης. «Εις τα λέξεις προσέθεσε την ενέργειαν και ανεδείχθη ο κατ εξοχήν προσωπικός ήρως της περιόδου 1910-1920.» (Η Ελλάς του 1910-1920, Βεντίρης Γ., σελ. 104). Καθοριστική ήταν η συμβολή του με το θωρηκτό Αβέρωφ, στις 2 ιστορικές ναυμαχίες των Βαλκανικών πολέμων, Έλλης και Λήμνου. Η ναυμαχία της Έλλης που έλαβε χώρα στις 3 Δεκεμβρίου 1912, ανάμεσα στον ελληνικό και τούρκικο στόλο κοντά στην έξοδο των στενών στα Δαρδανέλια, προκάλεσε τη γενική υποχώρηση του τουρκικού στόλου. Η ναυμαχία της Λήμνου στις 5 Ιανουαρίου 1913, ολοκλήρωσε το έργο της πρώτης ναυμαχίας και εξασφάλισε για τον ελληνικό στόλο και τους Βαλκάνιους συμμάχους την κυριαρχία στο Αιγαίο και στην Ανατολική Μεσόγειο. Στην πολιτική ζωή της χώρας της εποχής εκείνη, η προσωπικότητα του Ελευθερίου Βενιζέλου ήταν αυτή που ξεχώρισε. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από τις εντυπώσεις του Γάλλου Γεωργίου Κλεμανσώ κατά την επιστροφή του από ένα ταξίδι στην Ελλάδα και την Κρήτη το 1899, όπως τις μεταφέρει σε μια συγκέντρωση στο Παρίσι, στο Μέγαρο της κόμισσας ντε Νουάιγ: «δε θα σας κουράσω μιλώντας για το μεγαλείο της Ακροπόλεως ούτε θα σας βασανίσω με αρχαιολογική διάλεξη. Είδα τόπους θαυμαστούς και μεταξύ άλλων την Κρήτη. Και δεν μπορείτε να μαντεύσετε ποια είναι η πιο ενδιαφέρουσα ανακάλυψή μου και από τις ανασκαφές. Ένας δικηγόρος, Βενιζέλος ή Βενιζουέλος. Ειλικρινά δεν μπορώ να προφέρω ακριβώς το όνομά του, αλλά σε μερικά χρόνια ολόκληρη η Ευρώπη θα μιλά για αυτόν» (Παναγιωτόπουλος Δ., Σωτηρόπουλος Δ, Η ελληνική αγροτική κοινωνία και οικονομία κατά τη βενιζελική περίοδο, σελ. 27). Ο Βενιζέλος υπήρξε ο πολιτικός που επέδρασε περισσότερο από κάθε άλλον στη νεότερη πορεία του Έθνους. Γεννήθηκε στις Μουριές της Κρήτης και άσκησε το λειτούργημα του δικηγόρου στα Χανιά τα τελευταία χρόνια του 19 ου αιώνα. Υπήρξε από τους πρωταγωνιστές του κρητικού αγώνα για την ένωση του νησιού με την Ελλάδα. Όταν ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος κατέλαβε την εξουσία το 1909, τον κάλεσε στην Ελλάδα και του παρέδωσε την εξουσία. Ο Βενιζέλος ίδρυσε το κόμμα των Φιλελευθέρων το 1910 και κερδίζοντας τις εκλογές του 1912 με συντριπτική νίκη, έγινε πανίσχυρος κοινοβουλευτικός πρωθυπουργός. Η ισχυρή κυβέρνηση του Βενιζέλου έδωσε στην Ελλάδα τη δυνατότητα να πολεμήσει νικηφόρα και να βγει πολλαπλά ωφελημένη από του Βαλκανικούς πολέμους 1912-1913. Η Ελλάδα απέκτησε την Κρήτη, τη Μακεδονία, μεγάλο μέρος της Ηπείρου και κατάφερε να ελέγχει πολυάριθμα νησιά του ανατολικού Αιγαίου. «Η ελληνική επικράτεια σχεδόν διπλασιάστηκε από τα 63.211 στα 120.308 τετραγωνικά χιλιόμετρα και ο πληθυσμός της επίσης, φτάνοντας τα 4.800.000 κατοίκους.» (Ιστορία του Ελληνικού Έθνους,σελ. 354). «Επιπλέον 18

αυξήθηκε σημαντικά η καλλιεργήσιμη γη και η αξία της αγροτικής παραγωγής ανήλθε στα 262 εκατομμύρια δραχμές το 1912». (Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ 304). Με την ενσωμάτωση της Θεσσαλονίκης αλλά και της Μακεδονίας στο Ελληνικό κράτος άλλαξε η κοινωνική δομή της χώρας, καθώς απέκτησε περισσότερους αστούς και εργάτες. Το Ελληνικό κράτος δηλαδή αστικοποιείται και ταυτόχρονα κληρονομεί μεγάλες ομάδες εργατών λόγω των πόλεων της Μακεδονίας. Η Θεσσαλονίκη ήταν εκείνη την εποχή η πιο ευρωπαϊκή πόλη του Ελληνικού κράτους, με μεγάλο και οργανωμένο εργατικό δυναμικό. Η ελληνική νίκη είχε και το ανάλογο τίμημα. «Την περίοδο 1905-1911, η Ελλάδα δαπάνησε 193 εκατομμύρια δραχμές για την αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεών της, ποσό σημαντικό που το στέρησε από την εσωτερική ανάπτυξη της χώρας. Ο πόλεμος κόστισε περίπου 411 εκατομμύρια δραχμές συνυπολογίζοντας τις δαπάνες για τους αιχμαλώτους πολέμου και τους πρόσφυγες.» (Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, σελ.303). Παρόλο το υψηλό αυτό κόστος, η ελληνική οικονομία, με τη βελτιωμένη δημοσιονομική πολιτική, κατάφερε να σηκώσει το βάρος αυτό χωρίς μεγάλες δυσκολίες. Ένα τμήμα από τις δαπάνες καλύφτηκε από τα τακτικά έσοδα του κρατικού ταμείου και το υπόλοιπο από τον εσωτερικό και τον εξωτερικό δανεισμό. Με την επένδυση αυτών των ποσών η Ελλάδα όχι μόνο αύξησε το δυναμικό του στρατού και του ναυτικού της, αλλά πολλαπλασίασε και τα έσοδά της που προέρχονταν από τις νέες επαρχίες. Αυτό είχε θετική επίδραση στην ελληνική οικονομία και επιτάχυνε την κοινωνικοπολιτική εξέλιξη. Η διεθνής θέση της χώρας άλλαξε και οι Έλληνες μπορούσαν να ατενίζουν το μέλλον με αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση. 19

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Δερτίλης Γ., Ιστορία του Ελληνικού Κράτους, Αθήνα, 2005 Γεωργίου Ρούσσου, Νεώτερη Ιστορία του Ελληνικού Έθνους 1826-1974, Αθήνα 1975 Βεντίρης Γ., Η Ελλάς του 1910-1920, τόμος Α,Αθήνα, 1931 Douglas Dakin, H ενοποίηση της Ελλάδας, Αθήνα, 2005 Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Αθήνα, 1978 Μαρκεζίνης Σ., Πολιτική ιστορία της Νεότερης Ελλάδος, 1828-1964, Αθήνα 1966 Ρούσκας Ι., Πόρος Ναύσταθμος και Εκπαιδευτήριο του Πολεμικού Ναυτικού, Αθήνα, 1989 Ζαφείρη Η., Η ιστορία της Ελλάδας από την αρχαιότητα μέχρι τον πόλεμο 1940-1941, Αθήνα, 1992 Παναγιωτόπουλος Δ., Σωτηρόπουλος Δ, Η ελληνική αγροτική κοινωνία και οικονομία κατά τη βενιζελική περίοδο, Αθήνα 2007 Βερεμής Ε., Ελευθέριος Βενιζέλος: Κοινωνία, οικονομία, πολιτική στην εποχή του, Αθήνα, 1989 Παντελάκης Ν., Δημόσια Δάνεια, Αθήνα, 1995 Θεοφανίδης Ι., Ιστορία του ελληνικού ναυτικού 1909-1913, Αθήνα, 1925 Γρηγοριάδης Σ., Τα Νέα, Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι 1912 1913, Αθήνα, 2011 20