ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ ΓΕΝΙΚΟΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ Αθήνα, 3 Απριλίου 2013 ΘΕΜΑ: «ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΚΑΙ ΑΣΦΑΛΕΙΑ ΣΥΝΟΡΩΝ» Ι. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η µετανάστευση είναι ένα φαινόµενο που βρίσκει τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Για παράδειγµα οι Έλληνες συνήθιζαν να ταξιδεύουν πέρα από την πατρίδα τους, προκειµένου να ανακαλύψουν νέους τόπους για να βελτιώσουν τις συνθήκες της ζωής τους. Οι δυο κύριες µορφές της διεθνούς µετανάστευσης είναι οι οικονοµικοί µετανάστες και οι πρόσφυγες. Το βασικό στοιχείο της διαφοροποίησής τους είναι ότι, οι µεν οικονοµικοί µετανάστες φεύγουν από τις πατρίδες τους για βελτίωση της οικονοµικής τους κατάστασης οι δε πρόσφυγες µετακινούνται εξαιτίας διώξεων ή άσκηση βίας κλπ. Η Ελλάδα ως χώρα υποδοχής µεταναστών, από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, βρίσκεται αντιµέτωπη µε πολύπλοκα ζητήµατα που καλείται να αντιµετωπίσει και να διαχειριστεί τόσο σε εθνικό επίπεδο, όσο και σε ευρωπαϊκό, αφού τα τελευταία χρόνια η µεταναστευτική πολιτική είναι ένα από τα κύρια ζητήµατα που απασχολεί την Ευρωπαϊκή Ένωση. Στη χώρα µας βέβαια η µετανάστευση ως φαινόµενο, πήρε διαστάσεις εθνικού προβλήµατος λόγω της αθρόας έλευσης µεταναστών. Οι λόγοι που συνέβαλαν στην µετατροπή της Ελλάδας από χώρα αποστολής µεταναστών που ήταν µέχρι τα µέσα της δεκαετίας του 1980 σε χώρα υποδοχής µεταναστών είναι ποικίλοι, όπως π.χ. η γεωγραφική της θέση, η κατάρρευση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισµού, αλλά και το γεγονός ότι ήταν τότε το µοναδικό κράτος στη Βαλκανική χερσόνησο που ήταν µέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η χώρα µας βρέθηκε µάλλον απροετοίµαστη από άποψη θεσµικού πλαισίου για να αντιµετωπίσει και να διαχειριστεί τα πολύπλοκα ζητήµατα της µετανάστευσης προκειµένου να επιτευχθεί η οικονοµική τους και η κοινωνική τους ένταξη. Το πρόβληµα όµως αυτό δεν ήταν µόνο εθνικό αλλά απασχολούσε και άλλες χώρες ιδίως της ΕΕ. Με την αυξανόµενη µεταναστευτική κίνηση και στην συνέχεια µε την κατάργηση των εσωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα κράτη µέλη της αντιλήφθηκαν την αδήριτη ανάγκη να συνεργαστούν στενά για τα ζητήµατα της µεταναστευτικής πολιτικής, αφού η πολυπλοκότητα και η δυσκολία των συναφών θεµάτων δεν µπορούσε να αντιµετωπιστεί αποσπασµατικά και αποκλειστικά σε εθνικό ή διακρατικό επίπεδο. Στην Ελλάδα το νοµοθετικό πλαίσιο για τη µετανάστευση άρχισε να εφαρµόζεται τα τελευταία περίπου είκοσι χρόνια λόγω της αθρόας εισδοχής µεταναστών στη
χώρα µας. Μέχρι σήµερα θεσπίστηκαν τέσσερις βασικοί νόµοι και δύο προεδρικά διατάγµατα που ρυθµίζουν τα ζητήµατα της µετανάστευσης και του ασύλου. Η εθνική πολιτική ακολουθεί το διαχωρισµό που κάνει και η κοινοτική µεταναστευτική πολιτική µεταξύ των νόµιµων και των παρανόµων µεταναστών. Κοινός τόπος των νόµων είναι ευνοϊκή µεταχείριση των πρώτων, η εφαρµογή της αρχής της δίκαιης µεταχείρισης που προκύπτει από την αρχή της «ίσης µεταχείρισης» των κοινοτικών πολιτών, η αναγνώριση σε αυτούς προοπτικών ενσωµάτωσης στη χώρα καθώς και η λήψη αποτρεπτικών µέτρων για την παράνοµη µετανάστευση. Τα νοµοθετικά κείµενα της πρώτης περιόδου δηλαδή ο Ν. 1975/1991 και τα Π.. 358/1997 και 359/1997 κινούνταν σε µια αποτρεπτική λογική και είχαν ως βασικό στόχο τη µείωση της δυσαναλογίας µεταξύ νόµιµων και παράνοµων µεταναστών. Στη συνέχεια ο Ν. 2910/2001 επιχείρησε να ρυθµίσει ζητήµατα κοινωνικής ένταξης των µεταναστών, ιδιαίτερα όσον αφορά την παιδεία, την υγεία, την οικογενειακή κατάσταση και την εργασία. Ο Ν. 3386/2005 προσπάθησε να εξορθολογίσει το πλαίσιο εστιάζοντας στο τρίπτυχο νοµιµότητα-δικαιώµατακοινωνική ένταξη, λαµβανοµένου υπόψη ότι η εθνική πολιτική υπαγορεύεται από τις Οδηγίες και τους Κανονισµούς της «κοινοτικοποιηµένης» πλέον µεταναστευτικής πολιτικής της Ε.Ε. Οι βασικοί άξονες στους οποίους κινήθηκε ο Ν.3386/2005 για την καθιέρωση µεταναστευτικής πολιτικής, είναι οι παρακάτω: -Ο συντονισµός και παρακολούθηση της µεταναστευτικής πολιτικής στην Ελλάδα από ιυπουργική επιτροπή αποτελούµενη από τους συναρµόδιους µε αυτό το θέµα Υπουργείων -Ο προγραµµατισµός της εισόδου µεταναστών στην Ελληνική Επικράτεια, λαµβάνοντας υπόψη τα δεδοµένα και τις ανάγκες της κοινωνικής και οικονοµικής ζωής της χώρας -Η διασφάλιση των όρων εργασίας των αλλοδαπών που έρχονται στην Ελλάδα, προκειµένου να εργαστούν υπό συνθήκες που αρµόζουν σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου. -Η εισαγωγή ενός συγχρόνου καθεστώτος κοινωνικής ένταξης των µεταναστών. -Η θεσµοθέτηση των κατάλληλων εγγυήσεων για την αποτελεσµατική εφαρµογή των κανόνων της ελληνικής έννοµης τάξης, ώστε να αποφευχθούν φαινόµενα παράνοµης εισόδου και εξόδου αλλοδαπών στην Ελλάδα. Σε ότι αφορά τις διαδικασίες ασύλου το Υπουργείο ηµόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, προχώρησε στη ριζική µεταρρύθµιση του ελληνικού συστήµατος παροχής ασύλου µε την ψήφιση του Νόµου 3907/2011, «Ίδρυση Υπηρεσίας Ασύλου και Υπηρεσίας Πρώτης Υποδοχής». Ήδη έχουν ολοκληρωθεί όλες σχεδόν οι διαδικασίες που αφορούν προσλήψεις προσωπικού, υποδοµών κλπ και εκτιµάται ότι στους επόµενους δύο µήνες θα λειτουργήσουν οι νέες υπηρεσίες. II. ΚΑΤΑΝΟΗΣΗ ΤΟΥ ΖΗΤΗΜΑΤΟΣ Το παρελθόν, κατά άλλους η ιστορία αποτελούν πάντα ή σχεδόν πάντα το µέσο κατανόησης πραγµάτων και αποκόµισης διδαγµάτων, µιας και τα γεγονότα, οι αποφάσεις και οι πράξεις που συνήθως τις συνοδεύουν, έχουν εκτεθεί στο φως του χρόνου και κριθεί εκ του αποτελέσµατος για το βαθµό της ορθότητας τους. Χρησιµοποιώντας λοιπόν το ίδιο αξιόπιστο µέσο για να κατανοήσουµε καλύτερα το όλο ζήτηµα παρατηρούµε ότι, η µετανάστευση (νόµιµη ή µη) έχει ως κύρια χαρακτηριστικά γνωρίσµατά της τη διαχρονικότητα και την πολυµορφικότητα. 2
Μια προσεκτική εξέταση δείχνει πως το επίκεντρο αυτής της κατάστασης είναι ο ίδιος ο άνθρωπος. Ιστορικά επιβεβαιώνονται µετακινήσεις από τη µια γεωγραφική περιοχή στην άλλη, για λόγους που συνδέονται σχεδόν αποκλειστικά µε τα θέλω του ανθρώπου. Αν κανείς εξαιρέσει τις φυσικές καταστροφές που οδήγησαν και οδηγούν σε µετακινήσεις πληθυσµών, όλες οι υπόλοιπες αιτίες φυγής, µετακίνησης, µετανάστευσης, νόµιµης ή παράνοµης, συναρτώνται µε την ανθρώπινη βούληση. Μέσα από αυτή την ανάλυση καταλήγει κανείς στο συµπέρασµα ότι τελικά η µετανάστευση παράνοµη ή νόµιµη εξαιτίας της διαχρονικότητάς της είναι ένα φαινόµενο που τελικά, λόγω της διασύνδεσής του µε τις ανθρώπινες επιθυµίες, θα εξακολουθήσει και στο µέλλον. ΙII. ΚΟΙΝΟΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ Το φαινόµενο της παράνοµης µετανάστευσης αποτελεί πρώτης προτεραιότητας ζήτηµα, για ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιβεβαίωση αυτής της διαπίστωσης αποτελεί το γεγονός ότι το κοινοτικό κεκτηµένο, καθορίζει µε τρόπο σχεδόν εξαντλητικό, όλες τις πτυχές και τα µέτρα που αφορούν στην οµοιόµορφη αντιµετώπιση του. Η πολιτική της Ένωσης για την αντιµετώπιση της παράνοµης µετανάστευσης όπως είναι λογικό δεν ήταν και δεν είναι στατική, αλλά διαρκώς εξελισσόµενη, µιας και οι ανάγκες για την αποτελεσµατική διαχείρισή της, διαφοροποιούνταν συστηµατικά. Η άποψη αυτή επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι εδώ και δυο περίπου δεκαετίες ή Ευρωπαϊκή Ένωση υιοθέτησε διάφορες πολιτικές και, ορισµένες φορές θα έλεγε κανείς, εκ διαµέτρου αντίθετες µεταξύ τους. Συγκεκριµένα, στα τέλη της δεκαετίας του 90, η Ένωση υιοθέτησε µια σειρά αστυνοµικών µέτρων που αποτέλεσαν και την αφορµή να χαρακτηριστεί στο σύνολό της η πολιτική αυτή και κατ επέκταση ολόκληρη η τότε Ευρωπαϊκή Ένωση ως «Ευρώπη Φρούριο». Αντίθετα προς την πολιτική αυτή, στις αρχές της δεκαετίας του 2000 µια νέα στρατηγική ήρθε να αντικαταστήσει τα µέτρα που µετέτρεψαν την Ευρώπη σε «φρούριο», µε εκείνα που υποστήριζαν την άποψη της αντιµετώπισης της παράνοµης µετανάστευσης, µέσω της προώθησης και εφαρµογής µέτρων ελεγχόµενης µετανάστευσης. Παρά την υιοθέτηση αυτής της φιλελεύθερης πολιτικής, στη διαχείριση της µη νόµιµης µετανάστευσης, τα µέτρα δεν απέδωσαν τα προσδοκώµενα αποτελέσµατα και τα κράτη µέλη της Ένωσης σύντοµα άρχισαν να βιώνουν πιο έντονα τη µεταναστευτική πίεση, καθώς οι νοµίµως εισερχόµενοι µετανάστες µετατρέπονταν σε παρανόµως διαµένοντες, αφού παραβίαζαν τις αρχικές προϋποθέσεις νοµίµου εισόδου τους στο κοινό χώρο Ελευθερίας Ασφάλειας και ικαιοσύνης. Έτσι η Ευρώπη οδηγήθηκε στην υιοθέτηση του Ευρωπαϊκού Συµφώνου για τη Μετανάστευση και το Άσυλο (2008) το οποίο ήρθε να εξισορροπήσει δυο εκ διαµέτρου αντίθετες µεταξύ τους πολιτικές. Η αποδοχή εκ µέρους όλων των κρατών µελών της Ένωσης του εν λόγω Συµφώνου, ερµηνεύθηκε ως ωριµότητα της Ευρώπης στην κατανόηση και διαχείριση ενός σύνθετου και όχι απλά αστυνοµικού προβλήµατος. Συγκεκριµένα, το Σύµφωνο αυτό για πρώτη φορά αναγνώρισε πως: -η διεθνής µετανάστευση αποτελεί µια πραγµατικότητα που θα διαιωνίζεται, όσο διατηρούνται οι ανισότητες πλούτου και ανάπτυξης µεταξύ των διαφόρων περιοχών του κόσµου, καθώς και ότι, 3
- η µη ελεγχόµενη µετανάστευση µπορεί να διαταράξει τη συνοχή του κοινωνικού ιστού στις χώρες προορισµού. Συνεπώς, η οργάνωση της µετανάστευσης πρέπει να λαµβάνει υπόψη την ικανότητα υποδοχής της Ευρώπης και κατ επέκταση των χωρών µελών της, από απόψεως αγοράς εργασίας, στέγασης και υγειονοµικών, εκπαιδευτικών και κοινωνικών υπηρεσιών, και να προστατεύει τους µετανάστες από τον κίνδυνο να πέσουν θύµατα εκµετάλλευσης εγκληµατικών δικτύων. Για την υλοποίηση της νέας αυτής πολιτικής το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο, ανέλαβε να φέρει σε πέρας πέντε θεµελιώδεις δεσµεύσεις, οι οποίες συνεχίζουν να µετουσιώνονται σε συγκεκριµένα µέτρα και µε το πρόγραµµα της Στοκχόλµης (2009-2014): -οργάνωση της νόµιµης µετανάστευσης, λαµβάνοντας υπόψη τις προτεραιότητες, τις ανάγκες και τις δυνατότητες υποδοχής κάθε κράτους µέλους, και ενθάρρυνση της ενσωµάτωσης, -καταπολέµηση της παράνοµης µετανάστευσης, εξασφαλίζοντας την επιστροφή των παράνοµων µεταναστών στις χώρες καταγωγής τους ή σε χώρα διέλευσης, -ενίσχυση της αποτελεσµατικότητας των συνοριακών ελέγχων, -συγκρότηση της Ευρώπης ως χώρου ασύλου, -δηµιουργία σφαιρικής εταιρικής σχέσης µε τις χώρες καταγωγής και διέλευσης ευνοώντας τη συνέργεια µεταξύ µετανάστευσης και ανάπτυξης. IV. ΙΑ ΙΚΑΣΙΑ ΥΛΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΕΣΜΕΥΣΕΩΝ ΣΤΟΝ ΤΟΜΕΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Θα πρέπει να επισηµανθεί ότι η επιλογή των µέτρων υλοποίησης, των όσων αποφασίσθηκαν µε το Ευρωπαϊκό Σύµφωνο, για την αντιµετώπιση της παράνοµης µετανάστευσης, στηρίζεται σε ένα κοινά προκαθορισµένο µοντέλο, σχετικό µε το εν λόγω ζήτηµα. Συγκεκριµένα, πρόκειται για το µοντέλο που αφορά στη ολοκληρωµένη διαχείριση των ευρωπαϊκών συνόρων, το οποίο συνιστά σηµαντικό εργαλείο για τη διασφάλιση της εσωτερικής ασφάλειας των κρατών µελών και, πιο συγκεκριµένα, για την πρόληψη και την αποκάλυψη των πραγµατικών διαστάσεων της παράνοµης µετανάστευσης και του σχετιζόµενου µε αυτήν εγκλήµατος, καθώς και των άλλων µορφών διασυνοριακού εγκλήµατος. Η ολοκληρωµένη διαχείριση των συνόρων (Ο Σ) είναι µία έννοια η οποία συναρθρώνεται από τις ακόλουθες διαστάσεις: -τον έλεγχο των συνόρων (έλεγχοι και επιτήρηση) όπως ορίζεται στον Κώδικα Συνόρων του Σένγκεν, περιλαµβανοµένης της σχετικής ανάλυσης κινδύνου και της συλλογής πληροφοριών σχετικά µε εγκλήµατα -την ανίχνευση και έρευνα όσον αφορά διασυνοριακά εγκλήµατα σε συντονισµό µε όλες τις αρµόδιες αρχές επιβολής του νόµου -το µοντέλο τεσσάρων βαθµίδων πρόσβασης για τους ελέγχους (µέτρα σε τρίτες χώρες, συνεργασία µε γειτονικές χώρες, συνοριακοί έλεγχοι, µέτρα ελέγχου εντός του χώρου ελεύθερης διακίνησης, συµπεριλαµβανοµένης της επιστροφής) -τη διυπηρεσιακή συνεργασία για τη διαχείριση των συνόρων (συνοριακοί φρουροί, τελωνεία, αστυνοµία, εθνική ασφάλεια και άλλες αρµόδιες αρχές) και τη διεθνή συνεργασία -το συντονισµό και τη συνοχή των δραστηριοτήτων των κρατών µελών και των θεσµικών οργάνων µε αυτές άλλων οργάνων της Κοινότητας και της Ένωσης. 4
Η συνεκτικότητα µεταξύ αυτών των διαστάσεων και του τρόπου εφαρµογής τους από τα κράτη Σένγκεν αποτελεί το κλειδί για την επιτυχία της έννοιας της ολοκληρωµένης διαχείρισης των συνόρων. Η τελευταία αυτή αναφορά καταδεικνύει και την κατεύθυνση των µέτρων που έχουν ήδη ληφθεί ή πρόκειται να ληφθούν στο προσεχές µέλλον, στους τοµείς που αναφέρει το Μοντέλο για την Ολοκληρωµένη ιαχείριση των Ευρωπαϊκών Συνόρων. V. ΕΘΝΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ ΛΑΜΒΑΝΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ Η Ελλάδα, όπως και όλα τα υπόλοιπα κράτη µέλη της Ε.Ε. διαµορφώνουν την εθνική τους στρατηγική, για την αντιµετώπιση της παράνοµης µετανάστευσης, σύµφωνα µε τις αρχές και τους κανόνες που υιοθετούνται κάθε φορά στην κοινότητα. Η επιλογή της προσαρµογής µας προς το κοινοτικό κεκτηµένο δεν είναι µόνο συµβατική µας υποχρέωση, αλλά θεµελιώδες στοιχείο και ζητούµενο για την εξασφάλιση της αναγκαίας συνοχής στην Ένωση. Βεβαίως, εξυπακούεται ότι ιδιαίτερα µέτρα (εθνικά) σχεδιάζονται και εφαρµόζονται στην πράξη, λόγω της διαφορετικότητας και της έντασης που µπορεί να παρουσιάζει το φαινόµενο στα εξωτερικά σύνορα των κρατών µελών. Με βάση τα παραπάνω η χώρα µας, γενικότερα, και το Υπουργείο ηµόσιας Τάξης και Προστασίας του Πολίτη, ειδικότερα, το οποίο έχει την κύρια ευθύνη παρακολούθησης και διαχείρισης του φαινοµένου, έχει σχεδιάσει και υλοποιεί µια σειρά από µέτρα και δράσεις που περιλαµβάνονται σχεδόν στο σύνολό τους σε δυο Εθνικά Σχέδια ράσης που αφορούν στο συντονισµό της συνεργασίας, σε εθνικό επίπεδο, στα εξωτερικά σύνορα, στην υποδοχή και φιλοξενία των παρανόµων µεταναστών και των ευάλωτων οµάδων, στον επαναπατρισµό και στην παροχή διεθνούς προστασίας. Από τη µέχρι σήµερα αξιολόγηση των µέτρων που εκδηλώνουµε στο πλαίσιο εφαρµογής της εθνικής µας στρατηγικής, από τα αρµόδια κοινοτικά όργανα, επιβεβαιώνεται η ορθότητα των επιλογών µας. Επιβεβαίωση αυτής της θετικής για τη χώρα µας εξέλιξης αποτελεί η µείωση της έντασης του φαινοµένου το 2012, στην περιοχή του Έβρου, σε ποσοστό που αγγίζει το 97%, σε σχέση µε το έτος (2011) και, η έκθεση αξιολόγησης που συντάχθηκε για τη χώρα µας από ειδική για το σκοπό αυτό επιτροπή αξιολόγησης. υσκολίες εξακολουθούν να εντοπίζονται σε θέµατα κυρίως υποδοχής και ταχύτητας παροχής ασύλου, διότι παρά το θετικό αντίκτυπο των µέτρων που λαµβάνουµε και τη µείωση του αριθµού των συλλήψεων παρανόµως εισερχόµενων και διαµενόντων στην Ελλάδα αλλοδαπών, οι αριθµοί εξακολουθούν να είναι υψηλοί, αρκετά πάνω από το µέσο ευρωπαϊκό επίπεδο. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι, το 2012 είχαν συλληφθεί 76.878 αλλοδαποί, της υπόψη κατηγορίας, έναντι 99.368 που συνελήφθησαν το 2011. ηλαδή µείωση της τάξεως του 22,64% VI. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Η Ελλάδα εξαιτίας µιας σειράς παραγόντων είναι και θα εξακολουθήσει να είναι εκτεθειµένη στις µεταναστευτικές ροές που καταλήγουν στα Ανατολικά της, κυρίως, σύνορα. Βέβαια, το έτος 2012 αποτέλεσε µια χρονιά µε θετικό αντίκτυπο στην προσπάθεια για ολοκληρωµένη διαχείριση του εθνικού ζητήµατος της παράνοµης µετ-σης. Σε σύγκριση µε το παρελθόν φαίνεται πως οι θετικές εξελίξεις που καταγράφηκαν 5
αποτελούν µόνο την αρχή µιας προσπάθεια που θα πρέπει να συνεχιστεί µε την ίδια ένταση, καθώς πρόκειται για µείζον εθνικό ζήτηµα. Ολοκληρώνοντας, ενδεικτικά θα ήθελα να αναφέρω ορισµένους παράγοντες που συνέβαλαν ουσιαστικά στην επίτευξη του έργου µας. 1.- Ο σχεδιασµός και η υλοποίηση αστυνοµικής επιχείρησης µε την ονοµασία «Ξένιος Ζευς» για το κέντρο των Αθηνών και την παρέβρια περιοχή, στο πλαίσιο ανάπτυξης ενός πλέγµατος µέτρων, ενεργειών και δράσεων για την αντιµετώπιση του φαινοµένου της παράνοµης µετανάστευσης, τόσο στα εξωτερικά σύνορα της χώρας όσο και στην ενδοχώρα, η οποία επεκτείνεται και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας και τα αποτελέσµατα της αξιολογούνται ως θετικά. 2.- Η αλλαγή της πολιτικής µας όσο αφορά την κράτηση των παρανόµως εισελθόντων και διαβιούντων στη χώρα µας αλλοδαπών, ώστε να εξαντλούνται τα χρονικά όρια κράτησης, προκειµένου να ολοκληρώνονται οι απαιτούµενες διοικητικές διαδικασίες για τον επαναπατρισµό τους (απέλαση / επιστροφή). 3.- Η αύξηση της δυναµικότητας κρατουµένων µε την ίδρυση των Κέντρων προαναχωρησιακής Κράτησης Αλλοδαπών και, 4.- Η αξιοποίηση των οφελών (οικονοµικών) των Ταµείων Επιστροφών και Εξωτερικών Συνόρων. 6