ΙΩΑΝΝΑ ΚΟΥΦΑΚΗ, Επιτροπή Περιβάλλοντος ικηγορικού Συλλόγου Αθήνας Ο ρόλος των ενεργών πολιτών στη διαµόρφωση των αποφάσεων που αφορούν στην προστασία του περιβάλλοντος Θα ήθελα καταρχάς να ευχαριστήσω την Κοινή ράση και ιδιαίτερα το δήµαρχο Ελληνικού τον κ. Κορτζίδη, για την τιµητική πρόσκληση που µου έκανε να βρίσκοµαι στη σηµερινή συνεδρίαση ως εκπρόσωπος της επιτροπής Περιβάλλοντος του ικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, προκειµένου να συµβάλω στον προβληµατισµό που έχει ήδη αναπτυχθεί για τη διαµόρφωση του χώρου του Μητροπολιτικού Πάρκου του Ελληνικού µε µερικές νοµικές σκέψεις και προτάσεις που αφορούν κατά κύριο λόγο τον ρόλο της κοινωνίας των πολιτών, έρχοντας έτσι να συµπληρώσω τυχαία αλλά νοµίζω πολύ εύστοχα, την προηγούµενη αναφορά του κ. καθηγητή στη συµµετοχή των πολιτών στη διαµόρφωση και τελικά στη λήψη των σχετικών αποφάσεων, η οποία δεν πρέπει να παραµένει ευχή αλλά να θεσµοθετηθεί, έτσι ώστε να µην αποτελεί πια διακριτική ευχέρεια της κυβέρνησης να ακούσει τη φωνή των πολιτών, αλλά θεσµική υποχρέωση. Θα πρέπει να σας αναφέρω εισαγωγικά ότι η ολοµέλεια των δικηγορικών συλλόγων της χώρας, έχει αναπτύξει εδώ και καιρό συστηµατική δράση και συνεργασία µε άλλους επιστηµονικούς φορείς, όπως είναι το ΤΕΕ, το γεωτεχνικό Επιµελητήριο, το Οικονοµικό Επιµελητήριο και τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο, για θέµατα που άπτονται του περιβάλλοντος. Προς το σκοπό αυτό µάλιστα, δηµιουργήθηκε πρόσφατα από τους ως άνω επιστηµονικούς φορείς, ένα νέο όργανο ονοµαζόµενο διεπιστηµονικό συµβούλιο για την προστασία του περιβάλλοντος και την περιβαλλοντική εκπαίδευση, προς ενίσχυση των δικαιωµάτων των πολιτών στο περιβάλλον. Ήδη χθες ο πρόεδρος του ικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και ο πρόεδρος της ολοµέλειας, ο κ. Παξινός, απέστειλε κείµενο χαιρετισµού στο οποίο µεταξύ άλλων αναφέρεται ότι το δικαίωµα στο περιβάλλον αποτελεί δικαίωµα στη ζωή και υπό την έννοια αυτή δεν αποτελεί δικαίωµα διαπραγµατεύσεων, αλλά ούτε αντικείµενο εµπορικών συναλλαγών. Η περιοχή του λεκανοπεδίου, αν και υποβαθµισµένη οικιστικά, εξακολουθεί, όσο κι αν αυτό µπορεί να ακούγεται παράδοξο να δέχεται οικιστικές πιέσεις, που πλέον αποτελεί απειλή για τη ζωή των κατοίκων του σε συνδυασµό µε τους ολοένα αυξανόµενους ατµοσφαιρικούς και άλλους ρύπους. Και φυσικά τις κλιµατικές αλλαγές, στις οποίες έγινε εκτενή αναφορά χθες ιδιαίτερα από τον Επίτροπο. Παράδοξο επίσης είναι ότι η δηµόσια γη, όπως είναι η περιοχή του πρώην αεροδροµίου, εξακολουθεί να αποτελεί αντικείµενο εµπορικής συναλλαγής µε ιδιώτες για περαιτέρω οικιστική ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτό η πρωτοβουλία
των τεσσάρων δήµων για τη διατήρηση των ελεύθερων χώρων και τη δηµιουργία πρασίνου στην περιοχή που συσπειρώνει όχι µόνο την τοπική αυτοδιοίκηση εν γένει, αλλά, όπως χθες τουλάχιστον φάνηκε από τις εναρκτήριες οµιλίες και όλα τα κόµµατα της αντιπολίτευσης, είναι εξέχουσας σηµασίας. Και αξίζει συγχαρητηρίων, ιδιαίτερα αν λάβει κανείς υπόψη, ότι υπάρχουν δήµοι στην Αττική, κυρίως στην ανατολική, που εξακολουθούν δυνάµει µιας παλιάς διάταξης νόµου, να εκποιούν δηµόσια γη στους αυθαίρετα κατέχοντες αυτήν µε την προϋπόθεση να την καλλιεργούν τα τελευταία χρόνια. Με τον τρόπο αυτό -και αυτό αποτελεί παράδειγµα βεβαίως - διατηρείται τελικά εις το διηνεκές η πελατειακή σχέση µεταξύ «κυβερνώντων» και ορισµένων «προνοµιούχων» σε βάρος του γενικότερου δηµοσίου συµφέροντος, στην έννοια του οποίου εµπίπτει το περιβάλλον καθώς αυτές οι φερόµενες ως καλλιεργηµένες εκτάσεις, στη συνέχεια αξιοποιούνται οικοδοµικά. Ευτυχώς η συνταγµατικότητα της εν λόγω διάταξης που παρέχει την ως άνω δυνατότητα θα κριθεί σύντοµα από την ολοµέλεια του Συµβουλίου της Επικρατείας. Το Συµβούλιο της Επικρατείας, επειδή έγινε αναφορά και πριν, κι αυτό δε θα κουραστούµε να το επαναλαµβάνουµε, έχει διαδραµατίσει αναµφισβήτητα σηµαντικό ρόλο στην προστασία του φυσικού, οικιστικού και πολιτιστικού περιβάλλοντος της χώρας. Η διάταξη του άρθρου 24 του συντάγµατος το 75 θεωρήθηκε αρχικά και κατευθυντήρια διάταξη, ωστόσο εν οµολογία πολύ σύντοµα την ανήγαγε σε συνταγµατική επιταγή καλύπτοντας ουσιαστικά την αδράνεια του κοινού νοµοθέτη να θεσπίσει µέτρα προστατευτικά του περιβάλλοντος, που ως συνέπεια είχε, κι αυτό το γνωρίζουµε πολύ καλά όλοι µας, τη συνεχή υποβάθµισή του. Οι νοµικοί επιστήµονες παρατηρούν εδώ και χρόνια µε ιδιαίτερο ενδιαφέρον την εξέλιξη του δικαίου του περιβάλλοντος όπως διαπιστώνεται µέσα από την οµολογία του δικαστηρίου. Οι Έλληνες πολίτες από τη µεριά τους µε ανακούφιση διαπιστώνουν ότι το δικαστήριο εξακολουθεί να ενισχύει µε τις αποφάσεις του µέχρι σήµερα το δικαίωµα τους στο περιβάλλον επιτυγχάνοντας µε τον τρόπο αυτό και την προστασία του. Ωστόσο πολλές από τις δικαστικές κρίσεις, ιδίως σε ζητήµατα χωροταξίας και περιβάλλοντος, δεν ήταν και δεν είναι αρεστές σε ορισµένους. Η δυσαρέσκεια αυτή εκφράζεται εκ µέρους της διοίκησης, όταν παραλείπει να συµµορφωθεί µε δικαστικές αποφάσεις. Αλλά και εκ µέρους του νοµοθέτη, όταν επιδιώκει να ανατρέπει ακυρωτικές αποφάσεις προς ικανοποίηση συνήθως µεµονωµένων συµφερόντων. υστυχώς αυτή η τάση εµφανίζεται πολύ συχνά µε αποτέλεσµα να προκαλεί προβλήµατα στον τοµέα των σχέσεων της δικαστικής µε τη νοµοθετική και εκτελεστική εξουσία που αποτελεί θεµέλιο της λειτουργίας του πολιτεύµατος και του κράτους δικαίου. Αποτελεί όµως αναµφισβήτητο γεγονός ότι στον τοµέα του περιβάλλοντος η λειτουργία του δηµοκρατικού πολιτεύµατος παρουσιάζει σοβαρά ελλείµµατα καθώς κατά
κύριο λόγο περιορίζεται στην εκ των υστέρων προστασία του από το Συµβούλιο Επικρατείας, ενώ η θέσπιση κανόνων εκ µέρους του νοµοθέτη καθώς και η λήψη αποφάσεων εκ µέρους της διοίκησης συνήθως βάλλουν εναντίον του προς χάριν της οικονοµικής ανάπτυξης και ικανοποίησης µεµονωµένων συµφερόντων. Η περιβαλλοντική διάσταση αποτελεί πάντα µια ενοχλητική παράµετρο στα αναπτυξιακά σχέδια, ενώ οι παρατηρήσεις των επιστηµονικών φορέων και οι παρεµβάσεις πολιτών ή µη κυβερνητικών οργανώσεων θεωρούνται γραφικές και αντιµετωπίζονται µε δυσπιστία και καχυποψία. Η έννοια του όρου δηµόσια διαβούλευση, η οποία πλέον ανακοινώνεται µε µεγαλοπρέπεια θα λέγαµε από την Κυβέρνηση για κάθε σχέδιο ή πρόγραµµα, την ακούσαµε και χτες σε αυτήν εδώ την αίθουσα για την περίπτωση του Μητροπολιτικού Πάρκου εκ µέρους του εκπροσώπου του ΥΠΕΧΩ Ε, δεν είναι σαφώς καθορισµένη στην ελληνική έννοµη τάξη. Η εµπειρία επίσης έχει αποδείξει, όπως χαρακτηριστικά ανέφερε χτες και ο αντιπρόεδρος του ΤΕΕ κάνοντας µνεία στην περίπτωση του εθνικού χωροταξικού σχεδίου, ότι δε διασφαλίζεται κατά τη διαβούλευση, όπου κι αν γίνεται η πραγµατική ανταλλαγή απόψεων µεταξύ των ενδιαφερόµενων και εµπλεκόµενων φορέων, ούτε όµως και αποτελεσµατική συµµετοχή της κοινωνίας των πολιτών στη διαµόρφωση των τελικών αποφάσεων. Με τον τρόπο αυτό εντείνεται συνεχώς η αίσθηση ότι οι πολίτες παραµερίζονται κατά τη διαδικασία λήψης αποφάσεων που αφορούν στο περιβάλλον, αφού αυτές κατευθύνονται τελικά από ορισµένους που αποφασίζουν για τους πολίτες ερήµην των πολιτών. Επισηµαίνεται ότι ο όρος κοινωνία των πολιτών αναφέρεται σε εκείνες τις οµάδες ή οργανώσεις που λειτουργούν εκτός των επισήµων δοµών και θεσµικών οργάνων µιας χώρας και περιλαµβάνουν κατά κύριο λόγο τους κοινωνικούς εταίρους. Πέραν αυτών περιλαµβάνουν επίσης τις µη κυβερνητικές οργανώσεις που φέρουν τους ανθρώπους κοντά σε ένα κοινό σκοπό, όπως είναι οι περιβαλλοντικές. Αυτή η κοινωνία των πολιτών σε µια δηµοκρατία θα πρέπει να είναι ασφαλής και προστατευµένη από πάσης φύσεως πιθανές αυθαιρεσίες των κυβερνήσεων και της διοίκησης και θα πρέπει να ενηµερώνεται να συµµετέχει και να εισακούγεται προς όφελος του γενικότερου δηµόσιου συµφέροντος. Ήδη πριν µια δεκαετία περίπου υπογράφτηκε στη ανία µια σύµβαση για την πρόσβαση σε πληροφορίες, τη συµµετοχή του κοινού στη λήψη αποφάσεων και την πρόσβαση στη δικαιοσύνη σε περιβαλλοντικά θέµατα. Η Ελλάδα µόλις το 2005 κύρωσε τη διεθνή αυτή σύµβαση, ενώ δεν έχει εξασφαλίσει µέχρι σήµερα την πλήρη εφαρµογή της. Εν τω µεταξύ, τα τελευταία αυτά χρόνια έχει µεσολαβήσει η έκδοση νεώτερων νοµοθετικών κειµένων από την Ευρωπαϊκή Ένωση που ενισχύουν ακόµα περισσότερο τη συµµετοχή των
πολιτών στη λήψη αποφάσεων για περιβαλλοντικά θέµατα ενισχύοντας κατά συνέπεια µε τον τρόπο αυτό τη νέα προσέγγιση της δηµοκρατικής διακυβέρνησης η οποία όµως δεν πραγµατοποιείται στη χώρα µας. Πρόσφατη νοµοθετική εξέλιξη σε ευρωπαϊκό επίπεδο αποτελεί ο χάρτης των θεµελιωδών δικαιωµάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, που συµπεριλαµβάνεται πλέον στη νέα συνθήκη της Λισσαβόνας που τροποποίησε τις αρχικές συνθήκες και πρόκειται να τεθεί σε ισχύ το 2009. Ο χάρτης περιέχει όλα τα αστικά, πολιτικά, οικονοµικά και κοινωνικά δικαιώµατα των ευρωπαίων πολιτών και όλων των προσώπων που διαµένουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μεταξύ αυτών συµπεριλαµβάνονται το δικαίωµα στην υγεία και το δικαίωµα στο περιβάλλον. Μόλις η νέα συνθήκη επικυρωθεί και από τα κράτη µέλη, ο χάρτης αποκτά δεσµευτική ισχύ, καθώς ορίζεται ότι η Ένωση αναγνωρίζει τα δικαιώµατα, τις ελευθερίες και τις αρχές που περιέχονται στο χάρτη των θεµελιωδών δικαιωµάτων ο οποίος έχει το ίδιο νοµικό κύρος µε τις συνθήκες. Είναι αδιαµφισβήτητο ότι η κατοχύρωση και ο σεβασµός των θεµελιωδών αυτών δικαιωµάτων στην υγεία και στο περιβάλλον αποτελεί τον τροφοδότη της δηµοκρατικής εξέλιξης της κοινωνίας µας και δεν πρέπει να παραγνωρίζεται η άµεση ανάγκη των πολιτών να νιώθουν ασφαλείς και προστατευµένοι µέσα σε αυτήν. Η κατοχύρωση αυτή θα πρέπει να συνδυαστεί µε ένα άνοιγµα των θεσµών στην κοινωνία, µε την ενίσχυση των δηµοκρατικών διαδικασιών που θα εκφράζουν τις πολιτικές και κοινωνικές τάσεις και θα επιτρέπουν τη συµµετοχή των πολιτών στο διάλογο που αφορά άµεσα το µέλλον τους, στη συµµετοχή στη διαδικασία λήψης των αποφάσεων και στην ενδυνάµωση µε τον τρόπο αυτό του δηµοκρατικού πολιτεύµατος. Περαιτέρω έχει επίσης υποστηριχθεί από τους συνταγµατολόγους ότι στην επόµενη αναθεώρηση του ελληνικού συντάγµατος η κοινωνία των πολιτών θα πρέπει να ενταχθεί πλέον στο κείµενο του καθώς στο σύνταγµα περιλαµβάνεται οτιδήποτε θεωρείται πρωταρχικό για τη ρύθµιση της οργανωµένης κοινωνικής συµβίωσης. Η αναγνώριση συνεπώς της κοινωνίας των πολιτών έχει καταρχήν το συµβολικό χαρακτήρα της αναγωγής της λειτουργίας των µη κυβερνητικών οργανώσεων στο επίπεδο των θεµελιωδών και πρωταρχικών στοιχείων του δηµοκρατικού πολιτεύµατος καθώς και της αναγνώρισης µιας τρίτης διάστασης της πολιτείας δίπλα στην ιδιωτική και κρατική σφαίρα. Προσθέτως, η θεσµική συµµετοχή της κοινωνίας των πολιτών στο πολιτικό γίγνεσθαι µπορεί να στηρίξει πολλές και διαφορετικές περαιτέρω κανονιστικές συνέπειες, όπως είναι η υποχρέωση των οργάνων του κράτους να διαβουλεύονται και να συνεργάζονται µαζί της ακόµη και για την υλοποίηση των αποτελεσµάτων της διαβούλευσης και να διατηρούν ανοιχτό, διαφανή και τακτικό διάλογο µε τις αντιπροσωπευτικές ενώσεις και την κοινωνία των πολιτών.
Είναι κατά συνέπεια προφανές ότι η ενίσχυση της συµµετοχικής δηµοκρατίας εµπλουτίζει το πολίτευµα και επιτρέπει στους αντιπροσωπευτικούς θεσµούς την αποτελεσµατικότερη επιτέλεση των καθηκόντων τους. Με άλλα λόγια, η πολιτεία οφείλει πλέον να µην κλείνει τα µάτια στην τρίτη διάσταση της οργανωµένης κοινωνικής συµβίωσης που αποτελεί η κοινωνία των πολιτών. Υπό το φως των ανωτέρω σήµερα αποτελεί στόχο εξέχουσας σηµασίας η διεξαγωγή και για την περίπτωση του Μητροπολιτικού Πάρκου του Ελληνικού, µιας πραγµατικής διαβούλευσης µε τους πολίτες, τους εκπροσώπους της τοπικής αυτοδιοίκησης και τους εν γένει κοινωνικούς εταίρους. Αλλά και η θεσµική θωράκιση της σχετικής διαδικασίας διαβούλευσης, ώστε τελικά να ληφθούν υπόψη πριν από τις τελικές αποφάσεις οι ανησυχίες, οι προτάσεις και οι προσδοκίες των πολιτών για ένα βιώσιµο και ανθρώπινο µέλλον στο λεκανοπέδιο της Αττικής, στο πλαίσιο της νέας δηµοκρατικής διακυβέρνησης που απαιτεί µεγαλύτερη διαφάνεια, ενηµέρωση αλλά και τη συµµετοχή όλων µας. Σας ευχαριστώ για την προσοχή σας.