Πρόλογος Το βιβλίο αυτό αποσκοπεί να φέρει στο προσκήνιο του ελληνικού επιστημονικού διαλόγου την κοινοτική εργασία τόσο ως πεδίο θεωρητικής διερεύνησης των πολλαπλών και πολύσημων διαστάσεων που περικλείει η διαδικασία της τοπικής ανάπτυξης, όσο και ως πεδίο σχεδιασμού και εφαρμογής παρεμβάσεων με κεντρικό άξονα την πολύπλευρη και πολυπολιτισμική «διάγνωση» των αναγκών της «τοπικής κοινότητας», την προώθηση συμμετοχικών διαδικασιών και την ανάδειξη του τοπικού κοινωνικοπολιτισμικού κεφαλαίου. Στην προσπάθειά του αυτή, ο συγγραφέας διερευνά ένα ευρύ φάσμα προοπτικών για την κοινωνική ανάπτυξη. Με αφετηρία την κριτική τοποθέτηση απέναντι στη μονοδιάστατη λογική που ταυτίζει την ανάπτυξη με την οικονομική μεγέθυνση, εξετάζονται οι κυριότερες ερμηνευτικές προοπτικές και το ιδεολογικό-θεωρητικό υπόβαθρό τους για τον προσδιορισμό των βασικών συνιστωσών της ανάπτυξης (με επίκεντρο τις χώρες της περιφέρειας), από τις πρώτες δεκαετίες μεταπολεμικά μέχρι σήμερα. Η σύντομη αλλά περιεκτική επισκόπηση διαφορετικών οπτικών για την ανάπτυξη (σχολή του εκσυγχρονισμού, σχολή της εξάρτησης, νεοφιλελεύθερες πολιτικές, «Τρίτος Δρόμος») εστιάζεται στη σημασία που καθεμία από αυτές αποδίδει στην «κοινότητα» (community) ως βασική ενότητα ανάλυσης των κοινωνικών αναγκών, προσδιορισμού αναπτυξιακών προτεραιοτήτων και εφαρμογής «ολοκληρωμένων» παρεμβάσεων. Η προοπτική της «κοινότητας» συνιστά κεντρικό συνδετικό κρίκο ανάμεσα στην κριτική επισκόπηση των μακροθεωρήσεων για την κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη που περικλείει το εν λόγω βιβλίο και προσεγγίσεων και εφαρμογών της κοινοτικής εργασίας που συγκροτούν τον κύριο κορμό των θεωρητικών αναζητήσεων του συγγραφέα, αλλά και τη βάση της εμπειρικής έρευνας που διεξήγαγε. Επιπλέον, η επικέντρωση στο τοπικό επίπεδο και η ανάδειξη των ζητημάτων κοινοτικής ανάπτυξης σε κεντρικό ζήτημα προβληματισμού παραπέμπουν άμεσα στις σύγχρονες τάσεις αναδιάρθρωσης του κοινωνικού κράτους όπως η αποδυνάμωση της λογικής και πρα- 11
ΠΡΟΛΟΓΟΣ κτικής του κεντρικού προγραμματισμού, η διάσπαση των κεντρικά ελεγχόμενων γραφειοκρατικών συστημάτων κοινωνικής ευημερίας, η μεταφορά αρμοδιοτήτων και κοινωνικών λειτουργιών σε χαμηλότερα επίπεδα αυτοδιοίκησης, και η ανάπτυξη νέων δομών συνεργασίας (εταιρικές σχέσεις, δίκτυα κ.λπ.) μεταξύ αποκεντρωμένων δημόσιων οργανισμών, δημοτικών υπηρεσιών, μη κυβερνητικών οργανώσεων και ιδιωτικών φορέων. Οι τάσεις θεσμικής ανασυγκρότησης των υποεθνικών οργάνων διοίκησης/αυτοδιοίκησης και η αποκέντρωση (κοινωνικών) λειτουργιών που παρατηρούνται τα τελευταία χρόνια σε πολλές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης συναρτώνται συχνά με διεργασίες ανάδειξης νέων μορφών συλλογικής δράσης μέσα από την κινητοποίηση της κοινωνίας των πολιτών, την ενεργοποίηση/αξιοποίηση του τοπικού κοινωνικού κεφαλαίου και την ενδυνάμωση συμμετοχικών διαδικασιών στη λήψη αποφάσεων. Κυοφορείται έτσι ένα οργανωτικό πλαίσιο μιας «από τη βάση προς τα επάνω» προσέγγισης (bottom-up approach) της τοπικής ανάπτυξης, όπου η ανάπτυξη ορίζεται ως πολύπλευρο φαινόμενο το οποίο δεν εξαρτάται μόνο από τη διαθεσιμότητα ή μη οικονομικών πόρων αλλά πρωτίστως από ένα σύνολο κοινωνικοπολιτιστικών παραμέτρων. Υπό το πρίσμα αυτό, η έκβαση των αναπτυξιακών στρατηγικών σε μια περιφέρεια ή τοπική κοινωνία αποδίδεται, σε μεγάλο βαθμό, σε κοινωνικοοικονομικούς και πολιτιστικούς παράγοντες που διαμορφώνουν και αναπτύσσουν το τοπικό κοινωνικό κεφάλαιο, οικοδομούν θεσμούς διαπολιτισμικής διάδρασης και προωθούν μορφές συλλογικής δράσης, εκμάθησης και προσαρμογής. Χωρίς, ωστόσο, να παραγνωρίζει κανείς καίριους παράγοντες, όπως ο παγκόσμιος καταμερισμός εργασίας (και οι σχέσεις οικονομικοπολιτικής κυριαρχίας σε παγκόσμια κλίμακα), καθώς και οι μακροοικονομικές συνιστώσες της εθνικής ανάπτυξης, που οπωσδήποτε επηρεάζουν καθοριστικά την αναπτυξιακή πορεία ενός τόπου. Ο συγγραφέας του εν λόγω βιβλίου θέτει και επεξεργάζεται με σαφήνεια και πληρότητα τα παραπάνω ζητήματα, ενώ παράλληλα οικοδομεί ένα μεθοδολογικό πλαίσιο για την πιλοτική, εμπειρική δοκιμασία των ερευνητικών υποθέσεων που προσφέρει η «από τη βάση προς τα επάνω» προσέγγιση της τοπικής ανάπτυξης. Η ενδυνάμωση της τοπικής κοινότητας (commu - nity empowerment) αποτελεί κεντρικό στοιχείο αυτής της προσέγγισης. Προς την κατεύθυνση αυτή μπορεί να συμβάλει η συστηματική ενεργοποίηση των ΟΤΑ στην άσκηση κοινωνικής πολιτικής και την ενθάρρυνση της κοινωνικής καινοτομίας, η ενεργός συμμετοχή των διαφόρων ομάδων του 12
ΠΡΟΛΟΓΟΣ τοπικού πληθυσμού στη διαδικασία συγκρότησης και υλοποίησης κοινωνικών παρεμβάσεων, η ενίσχυση της δημοκρατικής ευθύνης μέσα από τον δημόσιο διάλογο, και η προώθηση της συνέργειας μεταξύ δημόσιων/ιδιωτικών/εθελοντικών φορέων δράσης. Στρατηγική κεντρικής σημασίας αποτελεί η απόκτηση «φωνής» ιδιαίτερα από τα μη προνομιούχα, περιθωριοποιημένα κοινωνικά στρώματα για παράδειγμα, ενίσχυση της επίγνωσης των προβλημάτων και των τρόπων αντιμετώπισής τους, από την πλευρά των λιγότερο προνομιούχων κοινωνικών ομάδων μέσα από πρακτικές συνηγορικής υποστήριξης. Στο πλαίσιο αυτό η εκτίμηση των αναγκών της κοινότητας με εργαλείο την έρευνα-δράση (action-research) διαμορφώνει τον πυρήνα της κοινωνικής παρέμβασης. Ο αναγνώστης του βιβλίου έχει πολλά να ωφεληθεί από την έκθεση μιας συστηματικής, κριτικής επιχειρηματολογίας πάνω στην κεντρική προβληματική της κοινοτικής εργασίας, τις μεθόδους αποτύπωσης των αναγκών της κοινότητας (community needs profiling), καθώς και τις πρακτικές κοινοτικής δράσης. Η γόνιμη προσπάθεια εφαρμογής έρευνας-δράσης στον δήμο Αιγείρου της Θράκης (έναν ακριτικό Δήμο που βιώνει έντονα κοινωνικοοικονομικά προβλήματα), με στόχο την εκτίμηση των αναγκών ως προς τις κεντρικές διαστάσεις της καθημερινής ζωής των κατοίκων (απασχόληση και ανεργία, εκπαίδευση, υγειονομική περίθαλψη και κοινωνική φροντίδα) αποτελεί αξιοσημείωτη συμβολή στην ούτως ή άλλως ισχνή εμπειρική τεκμηρίωση εφαρμογών κοινοτικής δράσης στην Ελλάδα. Το πλούσιο εμπειρικό υλικό που αποτυπώνει τις ανάγκες στον ακριτικό αυτό Δήμο σε συνδυασμό με την πιλοτική εφαρμογή μέτρων «κοινοτικής» παρέμβασης διανοίγουν προοπτικές για τη συστηματική εμπειρική διερεύνηση των δυνατοτήτων σύζευξης της κοινοτικής εργασίας με ζητήματα τοπικής ανάπτυξης στην Ελλάδα. Η προσπάθεια αυτή αναδεικνύει αξιοσημείωτα πεδία πρωτοβουλιών για αποτελεσματικές κοινωνικές παρεμβάσεις, με κεντρικό μοχλό την ενδυνάμωση του ρόλου της κοινότητας. Αν και πιλοτική, η εφαρμογή που προώθησε, επόπτευσε και σχολιάζει εκτενώς στο βιβλίο αυτό ο συγγραφέας δείχνει τον δρόμο για ουσιαστικές κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, με επίκεντρο την ίδρυση και λειτουργία δημοτικών κοινωνικών υπηρεσιών ως κομβικών μονάδων για την ανίχνευση των αναγκών, τον σχεδιασμό κοινοτικών δράσεων, τον συντονισμό των παρεμβάσεων και την προώθηση της συνεργασίας ανάμεσα σε όλο το φάσμα των φορέων κοινωνικής προστασίας και ευημερίας (αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες, δημοτικοί φορείς, μη κυβερνητικές οργανώσεις και άλλοι οργανισμοί). 13
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Στα δέκα κεφάλαια του βιβλίου ο συγγραφέας παρουσιάζει με τρόπο σαφή και περιεκτικό τις θεωρητικές διαστάσεις και προϋποθέσεις για την ανάλυση της κοινοτικής ανάπτυξης, τα μεθοδολογικά ζητήματα γύρω από την έρευνα-δράση, τα εμπειρικά δεδομένα που αποτυπώνουν τις κοινωνικές ανάγκες του δήμου Αιγείρου, το πρόγραμμα παρέμβασης και τα συμπεράσματα που μπορεί να αντλήσει κανείς από αυτό. Προβάλλονται και τεκμηριώνονται τα θετικά γνωρίσματα της «κοινοτικής προσέγγισης», όπως η αποτελεσματική αποτύπωση και διερεύνηση των τοπικών κοινωνικών αναγκών, η ανάπτυξη τοπικών πρωτοβουλιών και η ενθάρρυνση συμμετοχικών διαδικασιών στη λήψη αποφάσεων και τον σχεδιασμό δράσεων για την τοπική ανάπτυξη. Ωστόσο, ο συγγραφέας δεν αγνοεί ότι πολλές φορές η αναφορά στην αποκέντρωση, την κοινότητα και την τοπική ανάπτυξη περιορίζεται σε ένα συμβολικό επίπεδο, ως νομιμοποίηση των διαδικασιών αναδιάρθρωσης του κοινωνικού κράτους (συρρίκνωση του κοινωνικού κράτους, μεταφορά ευθυνών για την κοινωνική ευημερία από το κοινωνικό κράτος στην οικογένεια, την κοινότητα, τις μη κυβερνητικές οργανώσεις, στροφή προς την ιδιωτική αγορά κ.λπ.). Ακόμη και υπό το πρίσμα αυτό, όμως, θα μπορούσε να ισχυριστεί κανείς ότι η σύνδεση της «κοινοτικής» προοπτικής με την τοπική ανάπτυξη περικλείει δυνάμει προοδευτικά στοιχεία για την άσκηση πολιτικής (όπως ενίσχυση της συμμετοχικής δημοκρατίας και του κοινωνικοπολιτιστικού πλουραλισμού), που κάτω από ορισμένες συνθήκες μπορούν να προαγάγουν την κοινωνική καινοτομία στο τοπικό επίπεδο. Εν κατακλείδι, το βιβλίο αποτελεί ουσιαστική συμβολή στην εξαιρετικά περιορισμένη ακόμη εγχώρια ερευνητική παραγωγή στο πεδίο της κοινοτικής εργασίας. Απευθύνεται σε πολλούς αποδέκτες. Είναι χρήσιμο για την επιστημονική κοινότητα των επαγγελματιών κοινωνικών λειτουργών, αλλά και άλλων ειδικοτήτων που ασχολούνται με ζητήματα κοινωνικής πολιτικής και τοπικής ανάπτυξης. Αποτελεί συστηματική πηγή πληροφόρησης για προπτυχιακούς και μεταπτυχιακούς φοιτητές. Ακόμη, συνιστά γόνιμο εργαλείο-οδηγό για άλλες παρόμοιες μελέτες και σημείο αναφοράς για εφαρμογές έρευνας-δράσης, οι οποίες θα δώσουν την ευκαιρία για μια παραπέρα συγκριτική δοκιμασία κοινοτικών παρεμβάσεων σε άλλες τοπικές κοινότητες του ελλαδικού χώρου. Κομοτηνή, 9 Απριλίου 2008 Μαρία Πετμεζίδου Καθηγήτρια Κοινωνικής Πολιτικής Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης 14
Ευχαριστίες Θα ήθελα να ευχαριστήσω την καθηγήτρια Θεανώ Καλλινικάκη που μου πρόσφερε ολόθερμα και απλόχερα την επιστημονική και πολύπλευρη υποστήριξή της καθ όλη τη διάρκεια συγγραφής του βιβλίου. Η αστείρευτη εργατικότητα, η μακρόχρονη εμπειρία και το ενδιαφέρον της για τα ζητήματα τοπικής ανάπτυξης και τους τρόπους απόκρισης των φορέων στις πολλαπλές ανάγκες και στερήσεις των κατοίκων της Θράκης αποτέλεσαν για μένα μόνιμη πηγή έμπνευσης. Θα ήθελα, επίσης, να εκφράσω την ευγνωμοσύνη μου στην επίκουρη καθηγήτρια Αγάπη Κανδυλάκη, που με ενθαρρύνει και με τροφοδοτεί με γνώση από το ξεκίνημα των μεταπτυχιακών μου σπουδών. Σημαντικό μέρος του εν λόγω βιβλίου αντλεί από τις συζητήσεις και τους προβληματισμούς που αναπτύξαμε τα τελευταία χρόνια με αφορμή τη συμπόρευσή μας στα πιλοτικά προγράμματα που εφαρμόζει το Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης του ΔΠΘ, σε συνεργασία με Δήμους, στην ευρύτερη περιοχή της Θράκης. Ευχαριστώ ιδιαιτέρως την καθηγήτρια Μαρία Πετμεζίδου για τις καίριες επισημάνσεις, τα σχόλια και τις υποδείξεις της, τον αναπληρωτή καθηγητή Χρίστο Παπαθεοδώρου για τις συμβουλές του σε ζητήματα ανάπτυξης και τον λέκτορα Χαράλαμπο Τσαϊρίδη για την πολύτιμη συμβολή του στην επεξεργασία και ανάλυση των δεδομένων της έρευνας εκτίμησης αναγκών της πιλοτικής παρέμβασης στον δήμο Αιγείρου του νομού Ροδόπης, που περιγράφεται στο δεύτερο μέρος του βιβλίου. Ιδιαίτερες ευχαριστίες οφείλω στον Ορχάν Μποζ, τη Νουράι Μπίμπαση, τη Βιλντάν Γιουσούφ, τον Βασίλη Τηλιακό, την Ελένη Αθανασίου, τον Νίκο Παναγιώτου και τους φοιτητές του Τμήματος Κοινωνικής Διοίκησης για τη συνεισφορά τους σε διάφορα στάδια υλοποίησης της παρέμβασης. Ευχαριστώ θερμά τον Δήμαρχο Αιγείρου Βαγγέλη Λίτσιο, χωρίς τη συμβολή του οποίου η πραγματοποίηση του προγράμματος παρέμβασης δεν θα ήταν εφικτή, τον Αντιδήμαρχο Δημήτρη Μπακιρτζάκη για την υποστήριξη, τις Προέδρους των συλλόγων της περιοχής, καθώς και τα στελέ- 15
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ χη των τοπικών υπηρεσιών για τη συνεργασία και τη συμμετοχή τους στις δράσεις που αναπτύχθηκαν. Ωστόσο, τις θερμότερες ευχαριστίες οφείλω στους κατοίκους της περιοχής, που μου άνοιξαν τα σπίτια τους και μου εμπιστεύτηκαν τα βιώματα, τις απόψεις, τις προσδοκίες και την αγωνία τους για τον τόπο τους. Ελπίζω η δράση του προγράμματος παρέμβασης στην περιοχή να ανταμείψει μέρος της εμπιστοσύνης αυτής. Τέλος, θα ήθελα να ευχαριστήσω τις συνεργάτιδες των εκδόσεων «Τόπος» Χρύσα Ξενάκη, Σεβαστή Μπούμπαλου και Τασούλα Μανταίου, οι οποίες διεκπεραίωσαν με ιδιαίτερη φροντίδα τη γλωσσική και τεχνική επιμέλεια του βιβλίου. 16