ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΠΑΤΡΩΝ ΤΜΗΜΑ ΒΙΟΛΟΓΙΑΣ Χωροχρονική κατανομή, τυπολογία και δραστηριότητα αλιευτικού στόλου στην περιοχή κεντρικού Ιονίου Πατραϊκού ΚΕΤΣΙΛΗΣ ΡΙΝΗΣ ΒΛΑΣΙΟΣ Μεταπτυχιακή Διατριβή ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΚΥΚΛΟΣ: ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ - ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ & ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΦΥΣΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ Α.Μ.: 510 ΠΑΤΡΑ 2015
Τριμελής Εξεταστική Επιτροπή Επιβλέπων Κουτσικόπουλος Κωνσταντίνος Μέλη Τζανάτος Ευάγγελος Μακρίδης Παύλος I
ABSTRACT Despite the great socioeconomic importance of both professional and recreational fishing, there is concern over the official fisheries data suffering both quantitatively and qualitatively. The present study carried out a detailed data collection from ports of the central Ionian Sea and Patraikos Gulf in order to indentify the spatiotemporal distribution of the fishing fleet, to clarify its characteristics and its activity aiming to constitute a typology and compare the information with the database of Common Fisheries Register of the EU. The main findings from the comparison between the fleet actually existing in the region and the theoretical fleet in the database of Common Fisheries Register indicate a significant divergence of the actual professional fleet by around -30%. This element could affect the sampling strategy for the monitoring of fishing effort and the annual estimates of the catches. The major divergences concern small-scale fisheries, especially regarding small, plastic and older vessels. Furthermore the size of the recreational fishing fleet recorded in the region was sixfold that of the professional fleet. It was characterized by large seasonal variations of ~25% regarding the number of vessels and demonstrated limited fishing activity, with only 3.5% of the fleet been active according to our typology. On the contrary, the professional fishing fleet is not characterized by seasonal variations and its activity reaches 85%. Finally, regarding the spatial distribution of the fleet, 2/3 of the registered professional fishing vessels in the study area are less than 12 km from the reference port (port where they have been declared to operate from). Also only 30% of the theoretical fleet of the Common Fisheries Register uses one of the five main ports of the study area as home port. The findings could be useful for designing representative sampling schemes that will accurately depict the existing heterogeneity of the fisheries of this region. II
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Παρά το μεγάλο ενδιαφέρον σε κοινωνικοοικονομικό επίπεδο τόσο της επαγγελματικής όσο και της ερασιτεχνικής αλιείας, υπάρχουν ανησυχίες πως η παρεχόμενη πληροφορία γύρω από την αλιεία πάσχει ποσοτικά και ποιοτικά. Στην παρούσα εργασία συγκεντρώθηκε πρωτογενής πληροφορία ως αποτέλεσμα απογραφής πεδίου από την περιοχή κεντρικού Ιονίου και Πατραϊκού κόλπου με σκοπό την χωροχρονική κατανομή του αλιευτικού στόλου, την διευκρίνιση χαρακτηριστικών της τυπολογίας και δραστηριότητάς του και τη σύγκριση της πληροφορίας με τη βάση δεδομένων του Κοινού Αλιευτικού Μητρώου. Τα σημαντικότερα συμπεράσματα συγκεντρώνονται γύρω από την σύγκριση του υπαρκτού στόλου της περιοχής με το θεωρητικό στόλο που βρίσκεται καταχωρημένος στη βάση του Κοινού Αλιευτικού μητρώου. Τα αποτελέσματα δείχνουν σημαντική απόκλιση του επαγγελματικού στόλου της τάξης του -30%, στοιχείο που επηρεάζει τόσο το σχεδιασμό της δειγματοληψίας για την παρακολούθηση της αλιευτικής προσπάθειας όσο και την εκτίμηση της συνολικής αλιευτικής παραγωγής. Οι σημαντικότερες αποκλίσεις εστιάζονται στα σκάφη της μικρής παράκτιας αλιείας και ιδιαίτερα σε σκάφη μικρά, πλαστικά και μεγάλης ηλικίας. Επιπλέον ο ερασιτεχνικός στόλος της περιοχής καταγράφηκε εξαπλάσιος του επαγγελματικού. Χαρακτηρίζεται από μεγάλη εποχική διακύμανση στο μέγεθος, της τάξης του 25% και εμφανίζει περιορισμένη αλιευτική ενεργότητα, με μόλις 3,5% του στόλου να είναι ενεργός με βάση την τυπολογία που αναπτύξαμε. Αντιθέτως ο επαγγελματικός στόλος δεν παρουσιάζει εποχικές διακυμάνσεις και η ενεργότητά του αγγίζει το 85%. Τέλος όσον αφορά τη χωρική κατανομή του στόλου, βρέθηκε πως τα 2/3 των επαγγελματικών καταγεγραμμένων σκαφών της περιοχής μελέτης απέχουν λιγότερο από 12km από το λιμάνι δήλωσής τους. Επίσης μόλις το 30% του θεωρητικού στόλου του Κοινού Αλιευτικού Μητρώου, ελλιμενίζεται σε ένα από τα πέντε κύρια λιμάνια της περιοχής μελέτης. Αυτά τα ευρήματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για τον σχεδιασμό αντιπροσωπευτικών δειγματοληψιών, οι οποίες θα απεικόνιζαν με ακρίβεια την υφιστάμενη ετερογένεια της αλιείας στην περιοχής μελέτης. III
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Φτάνοντας στο τέλος της περιπέτειας ενός μεταπτυχιακού αισθάνομαι πως δεν είχα ποτέ άλλοτε όπως τώρα την ανάγκη να ευχαριστήσω μία μεγάλη ομάδα ανθρώπων. Όσο και να προσπαθώ δεν μπορώ να απομονώσω τη διαδικασία εκπόνησης της μεταπτυχιακής μου εργασίας από το σύνολο των εμπειριών που απέκτησα όχι μόνο τα τελευταία χρόνια ως μεταπτυχιακός φοιτητής αλλά συνολικά από τα χρόνια παρουσίας μου στο χώρο του εργαστηρίου. Ευχαριστώ ιδιαίτερα τον επιβλέποντα Καθηγητή Κωνσταντίνο Κουτσικόπουλο που όχι μόνο πρότεινε αλλά με ζήλο και υπομονή προσπάθησε να μου αναδείξει την σημασία του θέματος της εργασίας. Εξίσου σημαντικό είναι το γεγονός πως κατάφερε να με οδηγήσει να «δαγκωθώ» με το θέμα, όπως αρέσκεται στον ίδιο να λέει και δείχνοντας εμπιστοσύνη, μου επέτρεψε να πάρω πρωτοβουλίες για την υλοποίηση της εργασίας, κάνοντας την εκπόνησή της κάτι παραπάνω από προσωπική μου υπόθεση. Ο Λέκτορας Ευάγγελος Τζανάτος ήταν αυτός που ουσιαστικά με μύησε στον κόσμο και τους ανθρώπους της αλιείας μέσω της ευκαιρίας που μου έδωσε να εργαστώ στο Εθνικό Πρόγραμμα Συλλογής Αλιευτικών Δεδομένων. Τον ευχαριστώ ιδιαίτερα τόσο για αυτή τη μεγάλη ευκαιρία όσο και για την αμέριστη βοήθειά του σε ότι και αν χρειάστηκα στα πλαίσια της μεταπτυχιακής μου εργασίας. Ευχαριστώ επίσης τον Επίκουρο Καθηγητή Παύλο Μακρίδη για την διακριτική και πάντα ευχάριστη στάση του. Ιδιαίτερη χαρά μου έδωσε η συνεργασία που είχα αυτά τα χρόνια με όλους αυτούς τους ανθρώπους που πέρασαν από αυτό το εργαστήριο. Την επιβλέπουσα της προπτυχιακής μου εργασίας Επίκουρη Καθηγήτρια Αικατερίνη Φραγκοπούλου (κατά κόσμο Νίνα), το Σωτήρη, την Πολύμνια, τη Γεωργία, τη Ξανθίππη, τη Χρύσα και αρκετούς ακόμα που με δυσκολία θυμάμαι το όνομα τους αλλά η εργασία μαζί τους στο πεδίο και οι συζητήσεις μας, θα αποτελούν για πάντα τις πρώτες μου όμορφες αναμνήσεις από το χώρο του Πανεπιστημίου. Φτάνοντας πιο κοντά στο σήμερα το «εργαστήριο» γέμισε ακόμα περισσότερο και αν και οι εντάσεις δεν έλειψαν η χαρά όλων ήταν έκδηλη. Το εργαστήριο ομορφαίνει από τα άνθη, τις μαγειρικές ικανότητες και φυσικά την παρουσία της Νικολίας και της Σοφίας. Η Νινόν και η Παναγιώτα πάντα χαμογελαστές και με όρεξη για γλέντι οργανώνουν τις βραδινές εξόδους του εργαστηρίου. Η Αναστασία (μικρή) προετοιμάζει τους πάγκους ώστε να μη λήψη η ευωδία των χελιών από το IV
χώρο και η Δήμητρα (Μιμίκα) προσπαθεί μέσα σε αυτόν τον χαμό να μετρήσει φυτοπλαγκτόν διακόπτοντας τη φασαρία με ήχους γυαλικών που μας αφήνουν χρόνους. Μέσα σε αυτή την γυναικοκρατία ένας άντρας! Ο Δημήτρης θα μπει στο χώρο και με αφοπλιστική ειλικρίνεια και λόγο ευθύ και ακατέργαστο θα κερδίσει τη φιλία όλων. Αξέχαστες οινοποσίες και γλέντια θα επισφραγίσουν μια φιλία και πολλές υποσχέσεις. Τι να πω για τους συνεργάτες και συνταξιδιώτες μου; Ο Αλέξης, η Αναστασία (μεγάλη) και η Μάρθα είναι οι άνθρωποι που πέρασα τις περισσότερες περιπέτειες μαζί τους. Δουλέψαμε την ώρα που ο κόσμος κοιμάται, διασκεδάσαμε τις ώρες που ο κόσμος ξυπνάει και έτσι αγγίξαμε έναν όμορφο αλλά και μυστήριο κόσμο γύρω από τον οποίο στήσαμε τις ερευνητικές μας ανησυχίες. Θα ήταν επομένως παράληψη να μην ευχαριστήσω εκ μέρους και των τεσσάρων μας όλους τους καπετάνιους αλλά και τα πληρώματα που μας δέχτηκαν και που μοιράστηκαν μαζί μας το κρεβάτι, το φαγητό τους αλλά και την καθημερινότητά τους με τα απρόσμενα γλέντια, τον μόχθο και τις αγωνίες τους. Επίσης θα ήθελα να ευχαριστήσω τους καλούς μου φίλους που απόκτησα ως φοιτητής στην Πάτρα και ιδιαίτερα τον Δημήτρη (Καλαματιανό), τον Κώστα, τον Μάνο και τον Φώτη, τους οποίους και παραμέλησα το τελευταίο διάστημα αλλά υπόσχομαι πως θα επανορθώσω. Τέλος θα ήθελα να ευχαριστήσω τη Ματούλα και τον Γιώργο που εκτός από υπέροχοι γονείς, είναι και καλοί μου φίλοι, απόδειξη πως μου αρέσει ακόμα να πηγαίνω διακοπές μαζί τους. Την αδερφή μου Άννα-Μαρία και την σύντροφό μου Ελένη που με ανέχθηκαν και με υποστήριξαν για να ολοκληρώσω αυτή την προσπάθεια. Σας ευχαριστώ για όλα! V
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ... 1 1.1. ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΗ ΑΛΙΕΙΑ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΗ... 1 1.1.1. ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ... 2 1.1.2. ΜΙΚΡΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ... 3 1.2. ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΙΚΗ ΑΛΙΕΙΑ... 8 1.3. ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ... 11 1.3.1. ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΝΕΙΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ... 12 1.3.2. ΑΛΙΕΙΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ... 13 1.4. ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΟΣ ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ... 18 1.4.1. ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ... 19 1.4.2. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ... 19 1.4.3. ΧΩΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ ΚΑΙ ΔΙΑΣΠΟΡΑ... 20 1.4.4. ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΣΤΟΛΟΥ ΜΕ Κ.Α.Μ... 20 1.5. ΣΚΟΠΟΣ ΤΗΣ ΜΕΛΕΤΗΣ... 26 2. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ... 27 2.1. ΥΛΙΚΑ, ΣΚΕΠΤΙΚΟ ΚΑΙ ΓΕΝΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ... 27 2.2. ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ... 30 2.2.1. ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ... 30 2.2.2. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ... 33 2.2.3. ΧΩΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ... 34 2.2.4. ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΣΤΟΛΟΥ ΜΕ Κ.Α.Μ... 37 3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ / ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 40 3.1. ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ... 40 3.2. ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΑ... 52 3.3. ΧΩΡΙΚΗ ΚΑΤΑΝΟΜΗ... 67 3.3.1. ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΙΚΕΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ... 67 3.3.2. ΣΧΕΤΙΚΕΣ ΑΠΟΣΤΑΣΕΙΣ... 70 3.4. ΣΥΓΚΡΙΣΗ ΣΤΟΛΟΥ ΜΕ Κ.Α.Μ.... 74 4. ΣΥΖΗΤΗΣΗ... 85 VI
5. ΓΕΝΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ... 87 6. ΣΥΝΟΨΗ... 99 7. ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ... 100 8. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ... 101 VII
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Με τον όρο αλιεία χαρακτηρίζεται η δραστηριότητα κατά την οποία γίνεται η σύλληψη και η απόσπαση υδρόβιων οργανισμών από τον βιότοπό τους. Πρόκειται για μια τεχνική που χρονολογείται τουλάχιστον από την ανώτερη Παλαιολιθική εποχή πριν από περίπου 40.000 χρόνια. Με την ανάπτυξη του δυτικού πολιτισμού η αλιεία γίνεται πόλος έλξης λόγω των εύρωστων ιχθυαποθεμάτων και της μεγάλης αξίας προϊόντων. Η ολοένα αυξανόμενη προσφορά και ζήτηση επηρεάζει τα ιχθυαποθέματα οδηγώντας στην ανάγκη για συστηματική μελέτη της αλιείας. Έτσι στα τέλη του 1850, με την Νορβηγία να αναρωτιέται για την μείωση της παραγωγής του μπακαλιάρου από χρόνο σε χρόνο και την πρόσληψη επιστημόνων να εξηγήσουν το φαινόμενο, η μελέτη της αλιείας αναγνωρίζεται ως επιστημονικός κλάδος (Smith 1994, Πούλος 2008). Στα μέσα του 20 ου αιώνα η αλιεία γιγαντώνεται τόσο εξαιτίας της αύξησης του παγκόσμιου πληθυσμού και της συνακόλουθης αύξησης των τροφικών αναγκών όσο και της ραγδαίας προόδου της τεχνολογίας. Το αποτέλεσμα είναι η κατάρρευση διαφόρων ιχθυαποθεμάτων αποτελώντας ερέθισμα για έναρξη προσεκτικής και συστηματικής διαχείρισης των αλιευμάτων (Jennings et al 2001, Πούλος 2008). Στις μέρες μας το πρόβλημα της αλιείας φαντάζει ακόμα μεγαλύτερο τόσο σε παγκόσμιο όσο και ευρωπαϊκό επίπεδο. Η αλιεία διακρίνεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες στην επαγγελματική και στην ερασιτεχνική αλιεία. 1.1. Επαγγελματική Αλιεία σε Ελλάδα και Ευρώπη Η Ελλάδα έχει εκτεταμένη ακτογραμμή μήκους 16.300Κm και ετερογένεια θαλάσσιων οικοσυστημάτων (Stergiou et al. 1997, Τζανάτος 2006). Βάση της ακτογραμμής της βρίσκεται στην 9η θέση παγκοσμίως ανάμεσα σε χώρες με εκατονταπλάσια χερσαία έκταση όπως η ΗΠΑ και η Κίνα. Η αλιεία στην Ελλάδα παρουσιάζει τα περισσότερα χαρακτηριστικά της μεσογειακής αλιείας. Τέτοια χαρακτηριστικά σύμφωνα με τους Lleonart & Maynou (2003) και Tzanatos et al. (2013) είναι: ο μεγάλος αριθμός σκαφών και η διασπορά του κατά μήκος της ακτογραμμής η μικρή ατομική παραγωγή και παρουσία πολλών σημείων εκφόρτωσής της οι πολλές και σύντομες αλιευτικές εξορμήσεις η απουσία βιομηχανοποιημένου συστήματος παραγωγής 1
1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 2015 ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ η μεγάλη ποικιλία αλιευτικών εργαλείων και η διαφορές στην απόδοσή τους η πολυ-ειδικότητα (όταν ένα αλιευτικό εργαλείο συλλαμβάνει πληθώρα ειδών) και η πολυ-εργαλιεικότητα (όταν ένα αλιευόμενο είδος συλλαμβάνεται από πολλά αλιευτικά εργαλεία) ο διαφορετικός βαθμός οικονομικής εξάρτησης των αλιέων από το επάγγελμα της αλιείας Επιπλέον τόσο ο αλιευτικός στόλος της Μεσογείου όσο και κατ επέκταση και ο ελληνικός χωρίζεται σε τρεις κλάδους: τη βιομηχανοποιημένη, την μέση και την παράκτια αλιεία (Lleonart & Maynou 2003, Τζανάτος 2006). Διαχρονικά η βιομηχανικής κλίμακας αλιεία στην Ελλάδα απαρτίζεται από ελάχιστα σκάφη τα οποία χρησιμοποιούν ως κύριο και μοναδικό αλιευτικό εργαλείο την μηχανότρατα και δραστηριοποιούνται έξω από την Μεσόγειο (Βόρεια Θάλασσα). Η μέση αλιεία αποτελείται από μερικές εκατοντάδες σκάφη μηχανότρατας (OTB) και γρι-γρί (PS) τα οποία δραστηριοποιούνται κυρίως εντός των εθνικών υδάτων. Ενώ το μεγαλύτερο μέρος του στόλου αποτελείται από σκάφη παράκτιας αλιείας με το συντριπτικό ποσοστό να ανήκει στην κατηγορία της μικρής παράκτιας αλιείας και τα οποία χρησιμοποιούν ως αλιευτικά εργαλεία κατά κόρον δίχτυα και παραγάδια (Τζανάτος 2006, Κ.Α.Μ.). 1.1.1. Μέση αλιεία Στην Ελλάδα σύμφωνα με το Κ.Α.Μ. το 2014 ο αλιευτικός στόλος αποτελείται από συνολικά 15.716 σκάφη εκ των οποίων 552 (3,51%) της μέσης αλιείας. Με βάση στοιχεία του 1991 ο αλιευτικός στόλος έχει μειωθεί συνολικά κατά 32,28% και πιο συγκεκριμένα η μέση αλιείας κατά 40,39%. 1000 ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ 900 800 700 600 500 400 Εικόνα 1: Εξέλιξη αλιευτικού στόλου μέσης αλιείας από το 1991-2014 (Κ.Α.Μ.) 2
ΤΟΝΟΙ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΕΥΡΩ Σύμφωνα με την ελληνική στατιστική αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) το 2013 η συνολική αλιευτική παραγωγή έφτασε τους 63.600ton αξίας 234 εκ. παρουσιάζοντας πτώση της τάξης του 29% σε παραγωγή και 14,88% σε αξία αντίστοιχα από το 2003. Η μέση αλιεία το 2013 συγκέντρωσε το 61% της παραγωγής. Μέσα σε 11 χρόνια (2003-2013) η μέση αλιεία φαίνεται να υποχωρεί κατά 26,66% σε παραγωγή και κατά 8,55% σε αξία προϊόντων. 70.000,0 60.000,0 50.000,0 40.000,0 30.000,0 20.000,0 10.000,0 0,0 ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΑΞΙΑ 200,00 180,00 160,00 140,00 120,00 100,00 80,00 60,00 40,00 20,00 0,00 Εικόνα 2: Εξέλιξη παραγωγής μέσης αλιείας από το 2003-2013 (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) 1.1.2. Μικρή παράκτια αλιεία Ο κλάδος της μικρής παράκτιας επαγγελματικής αλιείας παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Στην Ελλάδα σε αυτόν το κλάδο απασχολούνται περισσότεροι σε σχέση με τη βιομηχανοποιημένη και μέση αλιεία (Κουτσικόπουλος et al. 2003). Σε επίπεδο Μεσογείου αν και γενικά ο στόλος φαίνεται να μειώνεται από τη δεκαετία του 90, ιδιαίτερα στις χώρες των βορείων ακτών, το 55% του εργατικού αλιευτικού δυναμικού εξακολουθεί να απασχολείται στον τομέα της μικρής παράκτιας αλιείας (Sauzade & Rousset 2013, FAO 2013). Το ποσοστό αυτό συντηρείται κυρίως λόγω των υποτροπικών χωρών της νοτίου Μεσογείου όπου ο κλάδος της μικρής παράκτιας αλιείας κυριαρχεί πιθανότατα και ως μέσο εξασφάλισης τροφής και όχι εισοδήματος. Στην Ελλάδα σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ. το 2013 η παράκτια αλιεία απασχόλησε 9.336 εργαζομένους, το 86,6% του εργατικού αλιευτικού δυναμικού έναντι 89 εργαζομένων της υπερπόντιας αλιείας (0,8%) και 1.352 της μέσης αλιείας (12,5%). Τα στοιχεία αυτά ωστόσο δεν φαντάζουν ιδιαίτερα αξιόπιστα καθώς κατά το ίδιο έτος στο Κοινό Αλιευτικό Μητρώο (Κ.Α.Μ.) υπάρχουν καταχωρημένα περίπου 3
1990 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 2015 ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ 16.000 σκάφη (15.826 στις αρχές του 2013) έναντι μόλις 5.803 καταχωρημένων στην ΕΛ.ΣΤΑΤ. Από αυτά τα 5.803 σκάφη τα 5.262 ανήκουν στην παράκτια αλιεία έναντι 5 της υπερπόντιας και 536 της μέσης αλιείας (ΕΛ.ΣΤΑΤ.). Αντίστοιχα σύμφωνα με το Κ.Α.Μ. από τα 15.826 σκάφη του 2013: Τα 15.282 ανήκουν στην παράκτια αλιεία, 9 στην υπερπόντια και 548 στη μέση αλιεία. Τα ίδια περίπου στοιχεία ισχύουν και για τον Ιανουάριο του 2014. Στην Ελλάδα με βάση το Κ.Α.Μ. το 2014 από τα συνολικά 15.716 αλιευτικά σκάφη τα 15.177 (96,57%) ανήκουν στην παράκτια αλιεία, ενώ σύμφωνα με στοιχεία του 1991 ο παράκτιος αλιευτικός στόλος έχει μειωθεί κατά 32,04%. 24000 ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ 22000 20000 18000 16000 14000 12000 Εικόνα 3: Εξέλιξη αλιευτικού στόλου παράκτιας αλιείας από το 1991-2014 (Κ.Α.Μ.) Εάν αποδεχτούμε ότι τα στοιχεία αυτά μας δίνουν μια αίσθηση της κατάστασης που επικρατεί στον τομέα της απασχόλησης στην αλιεία τότε φαίνεται ότι στην Ελλάδα η παράκτια και κατ επέκταση και η μικρή παράκτια αλιεία έχει ιδιαίτερα μεγάλη σημασία διαφοροποιώντας την χώρα μας από τις υπόλοιπες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και καθιστώντας τη συγκρίσιμη με χώρες της τροπικήςυποτροπικής ζώνης (Almeida et al. 2001, Franco de Camargo & Petrere 2001, Chavez et al. 2002, Baticados 2004, Τζανάτος 2006). Ένα άλλο σημαντικό στοιχείο της μικρής παράκτιας αλιείας είναι η μεγάλη συμμετοχή της στην παραγωγή αλιευμάτων. Εκτιμάται ότι παγκοσμίως παράγει τόσο αλιεύματα προς άμεση κατανάλωση όσο και η βιομηχανοποιημένη αλιεία (FAO 4
ΤΟΝΟΙ ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΑ ΕΥΡΩ 2013). Ωστόσο η εκτίμηση της μικρής παράκτιας παραγωγής είναι δύσκολη καθώς μεγάλο μέρος της μπαίνει στο εμπόριο χωρίς προηγουμένως να καταγραφεί. Σύμφωνα με την ΕΛ.ΣΤΑΤ. στην Ελλάδα το 2013 η παράκτια αλιεία συγκέντρωσε το 38% της παραγωγής με 24.000ton αξίας 116 εκ., το μισό δηλαδή της αξίας της συνολικής παραγωγής. Από το 2003 έως το 2013 η παράκτια αλιεία υποχώρησε κατά 25,59% σε παραγωγή και κατά 11,88% σε αξία προϊόντων. 40.000,0 35.000,0 30.000,0 25.000,0 20.000,0 15.000,0 10.000,0 5.000,0 0,0 ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΑΞΙΑ 180,00 160,00 140,00 120,00 100,00 80,00 60,00 40,00 20,00 0,00 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 Εικόνα 4: Εξέλιξη παραγωγής παράκτιας αλιείας από το 2003-2013 (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) Η παράκτια και η μέση αλιεία αποτελούν σχεδόν το σύνολο της αλιείας στην χώρα μας. Ένας πολύ μικρός αριθμός σκαφών αλλά και παραγωγής ανήκει στην υπερπόντια αλιεία. Συγκρίνοντας λοιπόν την παράκτια με την μέση αλιεία βλέπουμε ότι η μέση αλιεία παράγει σε ποσότητα διαχρονικά περίπου το 60% του ετήσιου αλιεύματος έναντι του 40% της παράκτιας αλιείας (Εικ.5). Ωστόσο σε αξία εμπορεύματος βλέπουμε ότι την παράκτια αλιεία να φτάνει και κάποιες χρονιές ακόμα και να ξεπερνά το 50% (Εικ.6). Αυτό μας δίνει μια αίσθηση της μεγάλης εμπορικής αξίας αλιεύματα που έχει ως στόχο ο κλάδος της παράκτιας αλιείας. 100% 90% 80% 70% 60% 50% 40% 30% 20% 10% 0% ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΑΛΙΕΥΜΑΤΟΣ ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 Εικόνα 5: Σύγκριση ποσότητας αλιεύματος παράκτιας και μέσης αλιείας από το 2003-2013 (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) 5
100% 90% 80% 70% 60% 50% 40% 30% 20% 10% 0% ΑΞΙΑ ΑΛΙΕΥΜΑΤΟΣ ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 Εικόνα 6: Σύγκριση αξίας αλιεύματος παράκτιας και μέσης αλιείας από το 2003-2013 (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) Παρά την σημασία της δεν υπάρχει επίσημος ορισμός για την μικρή παράκτια αλιεία. Ωστόσο είναι κοινώς αποδεκτό ότι επρόκειτο για αλιεία που διεξάγεται από σκάφη που δεν χρησιμοποιούν δυναμικά εργαλεία, όπως το γρι-γρί και η μηχανότρατα (Κουτσικόπουλος et al. 2003). Στην Ε.Ε ο διαχωρισμός του στόλου της μικρής παράκτιας αλιείας από τον υπόλοιπο στόλο δεν ακολουθεί παντού τα ίδια κριτήρια. Στην Ελλάδα ένα κριτήριο διαχωρισμού είναι το μήκος του σκάφους. Σύμφωνα με το Κ.Α.Μ. τα σκάφη χωρίζονται σε μικρότερα ή μεγαλύτερα των 12m, αλλά και με βάση τα αλιευτικά τους εργαλεία. Συνηθίζεται και με βάση παλαιότερες εργασίες όπως (Stergiou et al. 1996, 2002, Κουτσικόπουλος et al. 2003) στον κλάδο της μικρής παράκτιας αλιείας να συμπεριλαμβάνονται οι ομάδες «Παράκτια μεγαλύτερα από 12m», «Παράκτια μικρότερα από 12m» και «Βιντζότρατες». Ο λόγος που τα σκάφη με Βιντζότρατα συγκαταλέγεται σε αυτόν τον κλάδο είναι ότι παρόλο που χρησιμοποιούν δυναμικό αλιευτικό εργαλείο βρίσκονται σε άμεση εξάρτηση από ψαρότοπους της παράκτιας ζώνης, ενώ επιπλέον χρησιμοποιούν συχνά κλασικά εργαλεία της μικρής παράκτιας αλιείας όπως δίχτυα, παραγάδια, παγίδες, πετονιές και άλλα. Σαφώς ο ίδιος ο όρος «μικρή παράκτια» υποδηλώνει δύο βασικά της χαρακτηριστικά, την διεξαγωγή της από σκάφη σχετικά μικρού μεγέθους και την τέλεση της αλιείας σε περιοχές ως επί το πλείστον παράκτιες. Ωστόσο σε κάποιες περιπτώσεις, μικρές επί του συνόλου σε παγκόσμια και εθνική κλίμακα, ούτε το μέγεθος των σκαφών, ούτε η σχέση τους με την παράκτια ζώνη συνάδουν με τα προβλεπόμενα (Τζανάτος 2006). 6
Τα χαρακτηριστικά της μικρής παράκτιας αλιείας στην Ελλάδα επιγραμματικά είναι (Κουτσικόπουλος et al. 2003, Τζανάτος 2006, Guyader et al. 2013, Sauzade & Rousset 2013, FAO 2013): το μικρό ολικό μήκος, η ιπποδύναμη και η χωρητικότητα η εκτεταμένη δραστηριότητα στην παράκτια ζώνη πολλές φορές εξαιτίας μικρής αυτονομίας και αδυναμίας πολυήμερων εξορμήσεων η μεγάλη διασπορά των αλιέων στην ακτογραμμή της χώρας η χρήση ως επί το πλείστον παθητικών αλιευτικών εργαλείων η ποικιλία των αλιευτικών εργαλείων με χρονικές και τοπικές ιδιαιτερότητες καθώς και αυτοσχεδιαστικό χαρακτήρα η έντονη προσαρμοστικότητα σε μη προβλεπόμενες συνθήκες όπως ο καιρός και η ζήτηση των προϊόντων ο ποικίλος βαθμός εξάρτισης των αλιέων από την αλιεία και κατά συνέπεια ενασχόλησης με αυτήν η διακίνηση του προϊόντος απευθείας στην αγορά, δυσχεραίνοντας τη συστηματική καταγραφή της παραγωγής ο παραδοσιακός εμπειρικός χαρακτήρας και οι οικογενειακοί δεσμοί μεταξύ των συνήθως ολιγομελών πληρωμάτων οι χαμηλές συνολικές επενδύσεις κεφαλαίου και οι μικρότερες ανάγκες στην κατανάλωση καυσίμων ανά σκάφος σε σύγκριση με τα σκάφη της μέσης αλιείας Αυτή η δομή και τα χαρακτηριστικά της ελληνικής αλλά και γενικότερα μεσογειακής αλιείας δυσχεραίνουν την καταγραφή βασικών δεδομένων, όπως η ποσότητα και η σύνθεση της αλιευτικής παραγωγής ιδιαίτερα στον κλάδο της παράκτιας αλιείας. Υπό αυτές τις συνθήκες για την απόκτηση αξιόπιστων αλιευτικών δεδομένων απαιτείται ιδιαίτερα υψηλή, χρονοβόρα και κοστοβόρα δειγματοληπτική προσπάθεια (Τζανάτος 2006). Τέλος η σημασία και ο ρόλος της μικρής παράκτιας αλιείας αρχίζει να γίνεται σιγά-σιγά κατανοητός όχι μόνο σε εθνικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο. Η Διεθνής Οργάνωση Τροφίμων και Γεωργίας, στην 29 σύνοδο της επιτροπής περί αλιείας το 2011, συνέστησε τη δημιουργία ενός διεθνούς οργάνου με στόχο τη διασφάλιση της βιώσιμης αλιείας μικρής κλίμακας, λαμβάνοντας υπόψη το σημαντικό ρόλο που 7
διαδραματίζει ιδιαίτερα για τις αναπτυσσόμενες χώρες στο πλαίσιο της επισιτιστικής ασφάλειας και της καταπολέμησης της φτώχειας (FAO 2013). 1.2. Ερασιτεχνική αλιεία Στην Ελλάδα όπως και σε ολόκληρη τη Μεσόγειο πέραν της επαγγελματικής αλιείας, στην οποία αναφερθήκαμε και στις προηγούμενες ενότητες μέσα από τα στοιχεία του Κοινού Αλιευτικού Μητρώου και της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, υπάρχει επίσης και ιδιαίτερα έντονη ερασιτεχνική αλιεία. Σύμφωνα με το Π.Δ. 373/85 «Ως ερασιτεχνική και αθλητική αλιεία ορίζονται οι δραστηριότητες που έχουν σαν κύριο σκοπό την άθληση και την αναψυχή». Την διετία 1997-1999 πραγματοποιήθηκε για πρώτη φορά προσπάθεια καταγραφής των μεγεθών της ερασιτεχνικής αλιείας στα πλαίσια της μελέτης «Sport Fisheries in Eastern Mediterranean (Greece & Italy). Parameter estimates, linkages and conflicts with professional fisheries» (Κουτσικόπουλος et al. 2003, Κουτσικόπουλος et al. 2008) Στη μελέτη αυτή καταγράφηκαν για το 1996, 71.144 ερασιτεχνικά σκάφη και 96.075 ερασιτέχνες αλιείς. Ενώ τα επαγγελματικά σκάφη για το ίδιο έτος σύμφωνα με το Κ.Α.Μ. ήταν 20.591 και οι επαγγελματίες αλιείς 34.846 (Κουτσικόπουλος et al. 2003). Η αναλογία ερασιτεχνικών / επαγγελματικών σκαφών για το 1996 ήταν x3,46 και αντίστοιχα των ερασιτεχνών / επαγγελματιών αλιέων x2,76. Το 2007 ο αριθμός των ερασιτεχνικών σκαφών έφτασε τα 97.483 σύμφωνα με τους Κουτσικόπουλος et al. (2008), παρουσιάζοντας μια αύξηση 37% και επιβεβαιώνοντας φόβους που υπήρχαν για υπέρμετρη αύξηση του αριθμού τους. Το ίδιο έτος ο αριθμός των επαγγελματικών σκαφών πέφτει σε 17.687 σύμφωνα με το Κ.Α.Μ. παρουσιάζοντας μείωση της τάξης του 14%. Έτσι το 2007 η αναλογία ερασιτεχνικών / επαγγελματικών σκαφών μεγάλωσε ακόμα περισσότερο φτάνοντας το x5,51. 8
ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ 120.000 100.000 80.000 60.000 40.000 20.000 0 ΑΛΙΕΥΤΙΚΟΣ ΣΤΟΛΟΣ 1996 2007 ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΙΚΑ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΑ Εικόνα 7: Ερασιτεχνικός και επαγγελματικός αλιευτικός στόλος 1996 και 2007 (Κουτσικόπουλος et al. 2008, Κ.Α.Μ.) Μία ακόμα πηγή πληροφόρησης για στοιχεία της ερασιτεχνικής αλιείας είναι η Διεύθυνση Ελέγχου Αλιείας. Ωστόσο η βάση αυτή, η οποία υπάγεται στη Διεύθυνση του Λιμενικού Σώματος και Ακτοφυλακής, αναλώνεται κυρίως σε στατιστικά θέματα υποβολής κυρώσεων με βάση την εθνική νομοθεσία. Τα μοναδικά στατιστικά στοιχεία περί μεγέθους ερασιτεχνικής αλιείας που υπάρχουν στη βάση είναι οι εκδόσεις και οι ανανεώσεις των ατομικών αδειών αλιείας και αδειών αλιείας σκαφών. Για αυτά τα στοιχεία η βάση διατηρεί σήμερα ιστορικό από το 2010 έως το 2014. Το 2014 τα στοιχεία της βάσης επηρεάζονται και αλλάζουν τάξη μεγέθους εξαιτίας της κατάργησης, από τις 14/4/2014, της ατομικής ερασιτεχνικής άδειας αλιείας σύμφωνα με τον νόμο 4256/2014 (ΦΕΚ 92/Α /2014) αρ.14, παρ.2. Φαίνεται ότι λόγω κακής ή ελλιπούς πληροφόρησης μεγάλο μέρος των κατόχων ερασιτεχνικών σκαφών πέρα των ατομικών αδειών αλιείας δεν προέβησαν ούτε στην έκδοση/ανανέωση των αδειών αλιείας σκαφών. Έτσι τα στοιχεία του 2014 θεωρούνται μη αξιόπιστα. Πίνακας 1: Εκδόσεις και ανανεώσεις ερασιτεχνικών αδειών αλιείας (Δ.Ε.Α) ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΙΚΕΣ ΑΔΕΙΕΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΕΤΟΣ ΣΚΑΦΟΥΣ ΑΤΟΜΙΚΕΣ ΕΚΔΟΣΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ ΕΚΔΟΣΗ ΑΝΑΝΕΩΣΗ 2010 14486 23892 42898 46429 2011 12803 15591 37363 49272 2012 11529 27246 34643 49086 2013 11122 27809 34780 52871 2014 2246 979 4114 6362 9
Παίρνοντας υπόψη ότι οι ερασιτεχνικές άδειες αλιείας ανανεώνονται κάθε δύο χρόνια μπορούμε να προσεγγίσουμε το μέγεθος της ερασιτεχνικής αλιείας ομαδοποιώντας τα δεδομένα του (Πίν.1) ανά διετία 2010-2011, 2012-2013 Έτσι αυτό που προκύπτει μας δείχνει ότι τη διετία 2010-2011 είχαμε 175.962 ερασιτέχνες αλιείς και 66.772 σκάφη εφοδιασμένα με ερασιτεχνική άδεια. Ενώ τη διετία 2012-2013 είχαμε 171.380 αλιείς και 77.706 σκάφη αντίστοιχα. Τόσο το μέγεθος αλλά και πολύ περισσότερο τα χαρακτηριστικά της ερασιτεχνικής αλιείας την φέρνουν συχνά σε σύγκρουση με την επαγγελματική αλιεία και κυρίως με τους μικρούς παράκτιους επαγγελματίες αλιείς. Οι κύριες διενέξεις μεταξύ ερασιτεχνών και επαγγελματιών αλιέων οφείλονται στον ανταγωνισμό για τον χώρο αλίευσης, τα αλιευτικά εργαλεία, την αλιευτική προσπάθεια και την αγορά καθώς υπάρχουν ερασιτέχνες αλιείς που παραβλέποντας τις απαγορεύσεις εμπορεύονται την παραγωγή τους (Anonymous 2003). Έτσι πολλές φορές απουσία ελέγχου της αλιευτικής προσπάθειας των ερασιτεχνών και λόγω πολλαπλάσιου μεγέθους του στόλου τους, φτάνουμε σε περιπτώσεις όπου οι ποσότητες αλιευμάτων είναι συγκρίσιμες με αυτές των επαγγελματιών (Κουτσικόπουλος et al. 2008). Συμπερασματικά θα μπορούσαμε να πούμε ότι και οι δύο δραστηριότητες είναι σημαντικές, ιδιαίτερα στο επίπεδο της τοπικής κοινωνίας. Η επαγγελματική αλιεία παρόλο που απασχολεί ένα μικρό κομμάτι του πληθυσμού της χώρας παρουσιάζει ιδιαίτερα δυναμική οικονομία τόσο η ίδια όσο και ο κύκλος εργασιών που δημιουργούνται γύρω από αυτή. Αλλά και η ερασιτεχνική αλιεία παρόλο που δεν αποτελεί επαγγελματική απασχόληση, δημιουργεί σημαντική κίνηση οικονομικών πόρων και μια μορφή τουρισμού που επιφέρει εισόδημα στις περιοχές που διενεργείται (Κουτσικόπουλος et al. 2003). Από όλα τα παραπάνω στοιχεία προκύπτει το υπέρμετρο μέγεθος της παράκτιας ερασιτεχνικής αλιείας στη χώρα μας, η σημασία της αλλά και η έλλειψη ουσιαστικής πληροφορίας η οποία δεν μπορεί να οδηγήσει σε εφαρμόσιμα και ρεαλιστικά διαχειριστικά μέτρα. Τόσο η ποιότητα όσο και η ποσότητα πρωτογενούς πληροφορίας φυσικών συστημάτων είναι περιορισμένη γι αυτό και η αξιοποίησή της πρέπει να γίνεται με ιδιαίτερη προσοχή. Τέτοια προβλήματα είναι δυστυχώς κοινά και πολύ σημαντικά στα πρωτογενή δεδομένα γύρω από την αλιεία κυρίως διότι οι εκμεταλλευόμενοι πόροι είναι «αόρατοι» αλλά και γιατί η προσέγγιση του παραγωγού είναι δύσκολη για πολλούς τεχνικούς, κοινωνικούς και διοικητικούς λόγους (Κουτσικόπουλος et al. 2009). 10
1.3. Περιοχή Μελέτης Η περιοχή μελέτης της παρούσας εργασίας εκτείνεται στο νομό Αιτωλοακαρνανίας σε όλη την παράκτια περιοχή από το λιμάνι της Ναυπάκτου και της εκβολές του Μόρνου έως την παραλία του Κρυονερίου και της εκβολές του Αλφειού. Στο νομό Αχαΐας από το χωρίο Λαμπίρι (10km δυτικότερα της πόλης του Αιγίου) έως την περιοχή Κουνουπέλι (σύνορα Αχαΐας-Ηλείας) και από εκεί παραλιακά στον νομό Ηλείας έως και το λιμάνι του Κατάκολου και της εκβολές του Αλφειού. Ουσιαστικά καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος του παραλιακού μετώπου του Πατραϊκού κόλπου (εκτός της ευρύτερης περιοχής του λιμένα και της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου), το δυτικότερο κομμάτι του Κορινθιακού κόλπου καθώς και το βορειοδυτικό κομμάτι των ακτών της Πελοποννήσου. Συνολικά καλύπτει περίπου 230km παραλιακού μετώπου εκ των οποίων 34km στο νομό Αιτ./νίας, 95km στο νομό Αχαΐας και 100km στο νομό Ηλείας. Εικόνα 8: Περιοχή μελέτης, με κόκκινα βέλη οριοθετούνται τα άκρα της περιοχής (Google Εarth) Η περιοχή του Πατραϊκού και Κορινθιακού κόλπου εμφανίζει ιδιαίτερη γεωμορφολογική, υδρολογική και ωκεανογραφική δομή (Friligos et al. 1985, Lascaratos et al. 1989, Κουτσικόπουλος et al. 2008). 11
Ο Πατραϊκός επικοινωνεί στα ανατολικά με τον Κορινθιακό κόλπο μέσω του στενού (2km) Ρίου-Ανντιρρίου και μαζί αποτελούν τα φυσικά όρια ανάμεσα στους γεωγραφικούς όγκους της Στερεάς Ελλάδας και της Πελοποννήσου. Επίσης εκτείνεται προς τα δυτικά μέχρι το κεντρικό Ιόνιο Πέλαγος, με το οποίο σχηματίζει μέτωπο μήκους 12km μεταξύ του ακρωτηρίου Πάππας και της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου. Η τροφοδοσία του κόλπου με γλυκά νερά πραγματοποιείται κυρίως μέσω του Εύηνου ποταμού και παραποτάμων του Αχελώου που καταλήγουν στην λιμνοθάλασσα Μεσολογγίου-Αιτωλικού και δευτερευόντως από μικρότερους ποταμούς της Πελοποννήσου όπως ο Πείρος και ο Γλαύκος. Ο Κορινθιακός κόλπος παρουσιάζει περιορισμένη επικοινωνία με ανοιχτές θαλάσσιες μάζες καθώς στα δυτικά όπως προαναφέραμε συνορεύει με τον Πατραϊκό κόλπο, ενώ στα ανατολικά επικοινωνεί μέσω της διώρυγας της Κορίνθου με το Σαρωνικό κόλπο. Η τροφοδοσία του κόλπου με γλυκά νερά γίνεται κυρίως μέσω του ποταμού Μόρνου που αποτελεί και σύνορο της περιοχής μελέτης και του Βουραϊκού ποταμού, καθώς και από αρκετούς ποταμοχειμάρους. Ο Πατραϊκός κόλπος είναι ένας σχετικά αβαθής κόλπος με μέγιστο βάθος τα 132m, ενώ στο μεγαλύτερο μέρος του δεν ξεπερνά τα 80m. Ο Κορινθιακός κόλπος αντίστοιχα αν και περίκλειστος έχει απότομη κλίση και η ισοβαθής των 500m βρίσκεται πολύ κοντά στην ακτή. Το μέγιστο βάθος του κόλπου φτάνει τα 935m. Όσον αφορά στα ωκεανογραφικά χαρακτηριστικά του Πατραϊκού κόλπου ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα ψυχρά επιφανειακά ύδατα του βόρειου τμήματος πιθανότατα λόγω ανοδικών ρευμάτων τα οποία επηρεάζουν την παραγωγικότητα του οικοσυστήματος (Lascaratos et al. 1989). Επίσης όπως είναι λογικό ο κόλπος επηρεάζεται και από τις υδάτινες μάζες του Ιονίου και του Κορινθιακού. Το αποτέλεσμα είναι ότι ενώ σε επίπεδο πρωτογενούς και δευτερογενούς παραγωγής ο κόλπος παρουσιάζει ολιγοτροφικά χαρακτηριστικά, σε επίπεδο τριτογενούς παραγωγής (αλίευμα) η περιοχή είναι ιδιαίτερα παραγωγική (Παπακωνσταντίνου et al. 1987). 1.3.1. Ανθρωπογενείς επιδράσεις Η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας στην οποία και εκτείνεται η περιοχή μελέτης έχει έκταση περίπου 11.500km 2 και αριθμεί 680.000 κατοίκους. Ακριβέστερα η μελέτη διεξήχθη μόνο στους παραλιακούς δήμους της περιφέρειας και άρα ο άμεσα 12
εξαρτώμενος πληθυσμός γύρω από την περιοχή περιορίζεται τους 200.000 κατοίκους (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) Όσον αφορά τις ανθρωπογενείς επιδράσεις, στην περιοχή υπάρχει πρόσφατο βιομηχανικό παρελθόν ιδιαίτερα στην περιοχή της Πάτρας, έντονη ναυσιπλοΐα, και αυξημένη αλιευτική δραστηριότητα. Το 2004 εγκαινιάζεται στο στενό Ρίο-Αντιρρίου η καλωδιωτή γέφυρα η οποία θα συνδέσει την Πελοπόννησο με την δυτική ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ το 2011 στην περιοχή της Πάτρας τίθεται σε λειτουργία το τρίτο μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας. Τα δύο αυτά μεγάλα έργα άλλαξαν ριζικά το τοπίο της περιοχής ενώ δεν γνωρίζουμε ακόμα ποιες είναι οι επιπτώσεις τους στο οικοσύστημα και τα ιχθυαποθέματα. Τέλος το 2012-2013 εντείνονται οι συζητήσεις περί έρευνας και εκμετάλλευσης κοιτασμάτων υδατανθράκων στις περιοχές του δυτικού Κατάκολου και δυτικού Πατραϊκού κόλπου (ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. 2013) με δημόσιες διαβουλεύσεις «Στρατηγικών Μελετών Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων» Στην περιοχή του Κορινθιακού κόλπου υπάρχει έντονη αγροτική ανάπτυξη καθώς και βιομηχανική δραστηριότητα κυρίως στο βόρειο τμήμα του με χαρακτηριστικό παράδειγμα το εργοστάσιο βωξίτη στον κόλπο της Αντίκυρας και τις σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις που έχει προκαλέσει στη γύρω περιοχή και τον Κορινθιακό κόλπο. 1.3.2. Αλιεία στην περιοχή μελέτης Η περιοχή αποτελεί σημαντικό αλιευτικό πεδίο ειδών υψηλής εμπορικής αξίας όπως ο μπακαλιάρος (Merluccius merluccius), η κουτσομούρα (Mullus barbatus) και το λυθρίνι (Pagellus erythrinus) (Παπακωνσταντίνου et al. 1987). Ο Πατραϊκός συγκεκριμένα παρουσιάζει αλιευτική δραστηριότητα από αρκετά παλαιοτέρα. Αναφορές μιλούν για ναυπηγήσεις αλιευτικών σκαφών στην περιοχή από το 1747 και για συνοικισμούς ψαράδων στην περιοχή του Ψαθόπυργου επί τουρκοκρατίας (Κουτσικόπουλος et al. 2008). Ενώ αφηγήσεις ντόπιων κατοίκων τοποθετούν την καταγωγή τους από ήρωες ναυτικούς της επανάστασης του 1821. Οι πρώτες αναφορές για χρήση ανεμότρατας στην περιοχή έγιναν στα τέλη του 19 ου αιώνα με αιχμές ήδη από τότε για πιθανές καταστροφές του γόνου των ψαριών και ζήτημα απαγόρευσης του εργαλείου. Στις αρχές του 20 ου αιώνα η Πάτρα συγκέντρωνε το 6% του συνολικού αριθμού των αλιέων και το 3,4% των αλιευτικών σκαφών σε πανελλήνια κλίμακα. Την ίδια εποχή με Βασιλικό Διάταγμα 13
1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΜΕΣΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΜΕΣΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ απαγορεύτηκε η διεξαγωγή της αλιείας στον Κορινθιακό κόλπο (Ζουρίδης 1998, Κουτσικόπουλος et al. 2008). Στα διαγράμματα που ακολουθούν φαίνεται η εξέλιξη του αλιευτικού επαγγελματικού στόλου της περιοχής μελέτης, σε επίπεδο περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας και Νομών, από το 1991 έως το 2014 με βάση το Κ.Α.Μ. 600 500 400 300 200 100 ΑΙΤΩΛΟΑΚΑΡΝΑΝΙΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ 7 6 5 4 3 2 1 0 0 Εικόνα 9: Εξέλιξη αλιευτικού στόλου Αιτωλοακαρνανίας από το 1991-2014 (Κ.Α.Μ.) 450 400 350 300 250 200 150 100 50 0 ΑΧΑΪΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ 45 40 35 30 25 20 15 10 5 0 Εικόνα 10: Εξέλιξη αλιευτικού στόλου Αχαΐας από το 1991-2014 (Κ.Α.Μ.) 14
1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΜΕΣΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ 1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΑΛΙΕΙΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΜΕΣΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ 140 120 100 80 60 40 20 ΗΛΕΙΑ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ 7 6 5 4 3 2 1 0 0 Εικόνα 11: : Εξέλιξη αλιευτικού στόλου Ηλείας από το 1991-2014 (Κ.Α.Μ.) 1200 1000 800 600 400 200 0 ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑ ΑΛΙΕΙΑ ΜΕΣΗ ΑΛΙΕΙΑ 50 45 40 35 30 25 20 15 10 5 0 Εικόνα 12: Εξέλιξη αλιευτικού στόλου περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας από το 1991-2014 (Κ.Α.Μ.) Παρατηρούμε ότι συνολικά στη Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας αλλά και στους κατά τόπους νομούς η παράκτια αλιεία αντιπροσώπευε καθ όλα τα χρόνια το μεγαλύτερο κομμάτι του στόλου. Σήμερα στο σύνολο της περιφέρειας αντιπροσωπεύει το 95,82%, ενώ αναλυτικά στο νομό της Αιτ./νίας αντιπροσωπεύει το 98,78%, στην Αχαΐα το 90,17% και στην Ηλεία το 97,22%. Αντίστοιχα η μέση αλιεία αντιπροσωπεύει ένα πολύ μικρό κομμάτι του αλιευτικού στόλου. Σε σύνολο περιφέρειας αποτελεί το 4,18%, στην Αιτ./νία το 1,22%, στην Αχαΐα το 9.83% και στην Ηλεία το 2,78%. 15
1991 1992 1993 1994 1995 1996 1997 1998 1999 2000 2001 2002 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 2014 ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΣ Επίσης βλέπουμε ότι κατά την εξέλιξη του στόλου από το 1991 έως το 2014 στην περιφέρεια το σύνολο του στόλου μειώθηκε κατά 32,23% σε σχέση με το 1991 ενώ αναλυτικότερα η παράκτια αλιεία μειώθηκε κατά 32,25% και η μέση αλιεία κατά 31,82%. Πτωτικές τάσεις παρατηρούνται και στους κατά τόπους νομούς όπως φαίνονται στον Πίν.2. Πίνακας 2: Μείωση στόλου ανά νομούς περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας από το 1991-2014 (Κ.Α.Μ.) Νομοί Δυτικής Περιφέρειας Ν. ΑΙΤ./ΝΙΑΣ Ν. ΑΧΑΪΑΣ Ν. ΗΛΕΙΑΣ Φθίνουσα Τάση 1991-2014 Σύνολο Παράκτια Αλιεία Μέση Αλιεία 16,63% 17,31% 150% (Αύξηση) 45,45% 46,31% 36,11% 47,06% 46,15% 66,67% Όσον αφορά το στόλο της περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας σε σχέση με τον συνολικό στόλο της επικράτειας, το 1991 αποτελούσε το 4,56% παραμένοντας σταθερός σε ποσοστό έως και το 2014. Η σταδιακή του μείωση ακολουθεί ομαλά το φαινόμενο της μείωσης του στόλου της επικράτειας όπως φαίνεται στην Εικ.13. 26000 24000 22000 20000 18000 16000 14000 12000 10000 8000 6000 4000 2000 0 ΣΥΝΟΛΙΚΟΣ ΣΤΟΛΟΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ ΔΥΤΙΚΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ 1200 1000 800 600 400 200 0 Εικόνα 13: Εξέλιξη στόλου επικράτειας και περιφέρειας Δυτικής Ελλάδας από το 1991-2014 (Κ.Α.Μ.) Σύμφωνα με τους Κουτσικόπουλος et al. (2008) και έρευνα που πραγματοποιήθηκε από το Πανεπιστήμιο Πατρών στα πλαίσια της ίδιας μελέτης, στον Πατραϊκό κόλπο κατά το δεύτερο μισό του 2006 και καθ όλο το 2007, τα κύρια αλιευτικά εργαλεία που χρησιμοποιούνται από τους παράκτιους αλιείς είναι τα μανωμένα δίχτυα (σε ποσοστό 52,8% των αλιευτικών εξορμήσεων), τα απλάδια 16
ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΤΟΝΟΙ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΤΟΝΟΙ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ ΠΕΡΙΟΧΩΝ (26,4%) και τα παραγάδια (14,6%), ενώ σε μικρότερο ποσοστό τα σύνθετα δίχτυα (5,6%) και οι παγίδες (0,6%). Στις αντίστοιχες αλιευτικές εξορμήσεις κατονομάστηκαν από τους αλιείς 22 είδη-στόχοι ενώ στο αλίευμα καταγράφηκαν συνολικά 102 είδη, με τον μπακαλιάρο (Merluccius merluccius) να κυριαρχεί στη σύνθεση του αλιεύματος στα δίχτυα (απλάδια και μανωμένα) όλες της εποχές. Σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ. η παραγωγή στην περιοχή μελέτης από το 2003 έως σήμερα ακολουθεί την πτωτική τάση (36,49%) που εμφανίζεται και στην υπόλοιπη επικράτεια (29%). Σε σχέση με την συνολική παραγωγή της επικράτειας το 2013 αποτέλεσε το 9,22% με 5.870ton, ενώ το 2003 αποτελούσε το 10,3% με 9.244ton. Για τον υπολογισμό της παραγωγής της περιοχής μελέτης αθροίστηκαν δεδομένα από δύο περιοχές όπως οριοθετούνται από την ΕΛ.ΣΤΑΤ. την περιοχή Πατραϊκός-Ζάκυνθος-Κεφαλονιά και την περιοχή του Κορινθιακού κόλπου. Η παραγωγή στον Κορινθιακό φαίνεται να είναι σαφώς μικρότερη καθ όλα τα έτη, αποτελώντας στην καλύτερη περίπτωση το 1/5 της παραγωγής της περιοχής (2004, 2005), ενώ το 2010 αποτέλεσε μόλις το 1/13. ΠΑΡΑΓΩΓΗ 120,00 100,00 80,00 60,00 40,00 20,00 0,00 ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑ ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΠΑΤΡΑΪΚΟΣ, ΖΑΚΥΝΘΟΣ, ΚΕΦΑΛΟΝΙΑ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΣ 2003 2004 2005 2006 2007 2008 2009 2010 2011 2012 2013 10,00 9,00 8,00 7,00 6,00 5,00 4,00 3,00 2,00 1,00 0,00 Εικόνα 14: Αλιευτική παραγωγή επικράτειας και περιοχή μελέτης από το 2003-2013 (ΕΛ.ΣΤΑΤ.) Για το κομμάτι της ερασιτεχνικής αλιείας τα στοιχεία που έχουμε για την περιοχή είναι περιορισμένα και προέρχονται από την διετή μελέτη (1997-1999) με 17
ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ & ΑΛΙΕΩΝ τίτλο «Sport Fisheries in Eastern Mediterranean (Greece & Italy). Parameter estimates, linkages and conflicts with professional fisheries» (Κουτσικόπουλος et al. 2003, Κουτσικόπουλος et al. 2008). Σύμφωνα με αυτά τα δεδομένα για το έτος 1996 στην περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας καταγράφηκαν 2.863 ερασιτεχνικά σκάφη αλιείας και 4.092 ερασιτέχνες αλιείς έναντι 1.264 επαγγελματικών σκαφών (Κ.Α.Μ.) και 2.191 επαγγελματιών αλιέων (Κουτσικόπουλος et al. 2003). ). Η αναλογία ερασιτεχνικών / επαγγελματικών σκαφών για το 1996 ήταν x2,27 και αντίστοιχα των ερασιτεχνών / επαγγελματιών αλιέων x1,87. Τα στοιχεία δίνονται αναλυτικότερα σε επίπεδο νομών στην Εικ.15. Φαίνεται ότι συνολικά στην περιοχή μελέτης (περιφέρεια Δυτικής Ελλάδας) οι αναλογίες μεταξύ ερασιτεχνών και επαγγελματιών είναι αισθητά βελτιωμένες σε σχέση με την κατάσταση που επικρατεί σε επίπεδο επικράτειας. Ακόμα καλύτερα είναι τα πράγματα για τους νομούς Αιτ./νίας και Ηλείας, ενώ η Αχαΐα παρουσιάζει σχεδόν την ίδια κατάσταση σε σχέση με την υπόλοιπη επικράτεια. ΑΛΙΕΥΤΙΚΟΣ ΣΤΟΛΟΣ & ΑΛΙΕΙΣ (1996) 4500 4000 3500 3000 2500 2000 1500 1000 500 0 ΔΥΤΙΚΗ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑ Ν. ΑΙΤ./ΝΑΙ Ν. ΑΧΑΪΑ Ν. ΗΛΕΙΑ ΣΚΑΦΗ ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΙΚΑ ΣΚΑΦΗ ΕΠΑΓΓΕΛΛΜΑΤΙΚΑ ΑΛΙΕΙΣ ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΕΣ ΑΛΙΕΙΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΕΣ Εικόνα 15: Αναλογία ερασιτεχνικής και επαγγελματικής αλιείας στην περιοχή μελέτης (Κουτσικόπουλος et al. 2008, Κ.Α.Μ.) 1.4. Θέματα προς διερεύνηση Μια πληθώρα θεμάτων υπάρχουν γύρω από το πεδίο της αλιείας και της πρωτογενούς πληροφορίας που απορρέει από αυτήν. Αν και για λόγους χρηστικότητας αναγκαζόμαστε να τα προσεγγίσουμε χωριστά, η φύση τους τα συνδέει άρρηκτα. 18
1.4.1. Εποχικότητα Πολλά από τα διαχειριστικά μέτρα που λαμβάνονται για την επαγγελματική και ερασιτεχνική αλιεία προς έλεγχο και διατήρηση των ιχθυαποθεμάτων έχουν εποχικό χαρακτήρα. Όπως για παράδειγμα η απαγόρευση αλιείας με μηχανότρατα από Ιούνιο έως Σεπτέμβριο, των Γριγρί τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, καθώς και η καθολική απαγόρευση της ερασιτεχνικής αλιείας κατά τον Μάιο. Επομένως φαίνεται ότι ο σχεδιασμός προς χρονική κατανομή της αλιευτικής προσπάθειας των αλιέων και κατ επέκταση της αλιευτικής πίεσης που υφίσταται το ιχθυαπόθεμα, παίζει σημαντικό ρόλο στην αλιευτική διαχείριση. Τόσο η αλιευτική προσπάθεια όσο και η αλιευτική πίεση εξαρτώνται από πολλούς παράγοντες κυρίως όμως από το μέγεθος του στόλου, την σύνθεση, την κατάσταση και την δραστηριότητά του. Γνωρίζουμε αρκετά πράγματα για το μέγεθος και τη σύνθεση του στόλου ακόμα και σε τοπικό επίπεδο ενώ γίνονται προσπάθειες για τον ορισμό της ενεργότητάς του. Ωστόσο δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου στοιχεία για την εποχική του κατανομή και ιδιαίτερα για το κομμάτι του παράκτιου στόλου. Έτσι αν και τα εποχιακά διαχειριστικά μέτρα στηρίζονται ή υποτίθεται ότι στηρίζονται σε μεγάλο βαθμό στο βιολογικό υπόβαθρο του κύκλου αναπαραγωγής και ανάπτυξης των διαφόρων αλιευόμενων ειδών. Θα ήταν χρήσιμος ο εναρμονισμός τους και με την εποχικότητα της παρουσίας και δραστηριότητας του αλιευτικού στόλου. 1.4.2. Μορφολογικά Η εικόνα ενός σκάφους αποτελεί την πρώτη ένδειξη της ενεργότητάς του. Τα μορφολογικά χαρακτηριστικά που προκύπτουν από την εικόνα που παρουσιάζει μπορούν να θεωρηθούν ως ένας αμερόληπτος και αξιόπιστος δείκτης της δραστηριότητας του σκάφους. Ωστόσο η ποικιλία και η διαβάθμιση των χαρακτηριστικών που παρουσιάζει ένας στόλος δεν επιτρέπει τη δημιουργία μιας απλής και εύκολης τυπολογίας. Ενώ επιπρόσθετα δεν είναι πάντα δυνατό να διακρίνουμε όλα τα χαρακτηριστικά τα οποία μπορούν να μας οδηγήσουν σε κάποιο συμπέρασμα. Βέβαια το θέμα της ενεργότητας με οποιονδήποτε τρόπο και αν προσεγγιστεί πάντα φέρει ένα μεγάλο κομμάτι αβεβαιότητας και μεροληψίας. Από τις προσωπικές συνεντεύξεις, τα ημερολόγια αλιείας μέχρι και τις δηλώσεις αλιευτικών εξορμήσεων 19
στα τελωνεία, ο αλιέας συναντά πολλά εμπόδια στο να πει τη αλήθεια και ο εκάστοτε ερευνητής πολλά εμπόδια στο να διακρίνει την πραγματικότητα. 1.4.3. Χωρική κατανομή και διασπορά Η αλιεία είτε ως επάγγελμα, είτε στην ερασιτεχνική και αθλητική της μορφή αποτελεί μια δραστηριότητα η οποία διακρίνεται σε μεγάλο βαθμό από την κινητικότητα που την χαρακτηρίζει. Ακόμα και σε επίπεδο εργαλείων κάνουμε λόγο για στατικά και δυναμικά εργαλεία, για συρτές και παρασυρόμενα παραγάδια, για καθετές και στατικά παραγάδια βυθού. Πολλές φορές ακόμα και η ίδια η κινητικότητα κάποιων εργαλείων (π.χ. μηχανότρατα) αναγκάζει ένα σκάφος να αλλάξει έστω και περιστασιακά περιοχές αλιείας και να απομακρυνθεί από το λιμάνι προέλευσής του. Στις μέρες μας όπου ο στόλος τόσο της επαγγελματικής όσο και της ερασιτεχνικής αλιείας έχει αυξηθεί τόσο σε αριθμό όσο και σε απόδοση και η αλιεία χαρακτηρίζεται από πολυ-ειδικότητα και πολυ-εργαλιεικότητα, η διαμάχη μεταξύ των αλιέων για τα αλιευτικά πεδία έχει οξυνθεί. Αυτό αναγκάζει ακόμα μεγαλύτερο μέρος του στόλου να μετακινείται προς εύρεση νέων αλιευτικών πεδίων και ιχθυαποθεμάτων. Μια αίσθηση της κινητικότητας ενός σκάφους μας δίνει η απόκλιση που παρουσιάζεται μεταξύ του λιμανιού προέλευσης (δήλωσης) σύμφωνα με το Κ.Α.Μ. και του χώρου στον οποίο ελλιμενίζεται. Επίσης η ίδια πληροφορία αποτελεί κριτήριο της διασποράς του στόλου από κεντρικά λιμάνια προέλευσης και περιοχές μεγάλου αλιευτικού δυναμικού. Η διασπορά του στόλου μπορεί να μας παρέχει πληροφορίες της σύνθεσης του αλιευτικού δυναμικού μιας περιοχής, της κατάστασης των αλιευτικών πεδίων με βάση την συγκέντρωση του στόλου σε προτεινόμενες τοποθεσίες, των αλιευτικών υποδομών που παρέχονται στους αλιείς αλλά και της ενεργότητας του στόλου. 1.4.4. Σύγκριση στόλου με Κ.Α.Μ Πολλές μελέτες με στόχο την αλιευτική διαχείριση στηρίζονται στη γνώση της αλιευτικής προσπάθειας των στόλων και της αλιευτικής θνησιμότητας που υφίστανται τα ιχθυαποθέματα. Η ποιότητα των στοιχείων που χρησιμοποιούνται είναι καθοριστικής σημασίας για τη λήψη αποφάσεων. 20
Δυστυχώς σε πολλές περιπτώσεις η εκτίμηση της ποιότητας της πρωτογενούς πληροφορίας που παίρνουμε από δημόσιες πηγές πληροφόρησης είναι δύσκολο να καθοριστεί, ενώ και η ποσότητα πολλές φορές της πληροφορίας είναι ιδιαίτερα περιορισμένη (Κουτσικόπουλος et al. 2009). Καθώς οι πηγές πληροφόρησης αυξάνουν και τα διαθέσιμα δεδομένα πολλαπλασιάζονται αρχίζει να γίνεται επιτακτικό το θέμα της αξιοπιστίας τους. Στην Ελλάδα αυτή τη στιγμή υπάρχουν διάφορα συστήματα καταγραφής και διάθεσης στοιχείων που αφορούν τον αλιευτικό τομέα όπως η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), το Κοινό Αλιευτικό Μητρώο (Κ.Α.Μ), το Εθνικό Πρόγραμμα Συλλογής Αλιευτικών Δεδομένων (Ε.Π.Σ.Α.Δ) καθώς και αρχές οι οποίες εκτός των άλλων αντλούν και επεξεργάζονται δεδομένα από αυτές τις βάσεις όπως η Διεύθυνση Ελέγχου Αλιείας. Συγκρίσεις μεταξύ δεδομένων από τις παραπάνω πηγές έχουν δείξει σημαντικές αποκλίσεις τόσο σε επίπεδο στόλου όσο και σε επίπεδο παραγωγής (Κουτσικόπουλος et al. 2009). Έτσι ένα σημαντικό κομμάτι μελετών που καταλήγει και στηρίζεται στην αναγωγή αλιευτικών δεδομένων πεδίου σε επίπεδο στόλου, κινδυνεύει από μεροληπτικές προσεγγίσεις μέσω επιλεκτικής χρήσης των πηγών. Το Κ.Α.Μ. αποτελεί ωστόσο κατά πολλούς την πιο αξιόπιστη πηγή πληροφόρησης χωρίς προβλήματα εκτίμησης καθώς έχει καθαρά απογραφικό χαρακτήρα. Σε αντίθεση με τις άλλες πηγές οι οποίες είτε είναι προϊόν δειγματοληψίας (ΕΛ.ΣΤΑΤ.), (Ε.Π.Σ.Α.Δ), είτε εξαρτώνται από μεροληπτικές αναφορές συνδεόμενες με ατομικά συμφέροντα, όπως η διακίνηση καυσίμων. Σύμφωνα με το Κ.Α.Μ αναθεωρημένο την 1/12/2014 ο αλιευτικός στόλος της περιοχής μελέτης βρίσκεται εγγεγραμμένος στα λιμεναρχεία των περιοχών Ναυπάκτου, Κυλλήνης, Πάτρας, Παλουκιού και Κατάκολου. Η σύνθεση και η κατανομή του στόλου ανά λιμάνι δίνεται στην Εικ.16. Πρέπει να σημειωθεί ότι η εξαγωγή των στοιχείων από το Κ.Α.Μ. για τις μηχανότρατες και τα γριγρί βασίστηκε στο δηλωμένο ως κύριο εργαλείο των σκαφών. 21
1933-1942 1943-1952 1953-1962 1963-1972 1973-1982 1983-1992 1993-2002 2003-2014 ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΑΝΑΛΟΓΙΑ ΣΚΑΦΩΝ % 100% ΑΛΙΕΥΤΙΚΟΣ ΣΤΟΛΟΣ Γριγρί Μηχανότρες Παράκτια 95% 90% 85% 80% 75% Ναύπακτος Πάτρα Κυλλήνη Παλούκι Κατάκολο ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ ΑΙΤ./ΝΙΑ ΑΧΑΪΑ ΗΛΕΙΑ ΣΥΝΟΛΟ Εικόνα 16: Σύνθεση και κατανομή αλιευτικού στόλου περιοχής μελέτης ανά τύπο αλιείας (Κ.Α.Μ.) Σύμφωνα με το Κ.Α.Μ. σκάφη της μέσης αλιείας είναι καταχωρημένα μόνο στα λιμεναρχεία της Πάτρας (23 σκάφη) και του Κατάκολου (2), ενώ σε επίπεδο περιοχής τα σκάφη αυτά δεν ξεπερνούν το 6,98% (4,47% OTB, 2.51% PS). Αντίθετα η παράκτια αλιεία φαίνεται ότι σε τρία από τα πέντε λιμεναρχεία της περιοχής (Ναυπάκτου, Κυλλήνης και Παλουκιού) αποτελεί το σύνολο του αλιευτικού στόλου, ενώ σε επίπεδο περιοχής το ποσοστό φτάνει το 93,02%. Επίσης το Κ.Α.Μ. δίνει και στοιχεία της μορφολογίας του στόλου όπως το ολικό μήκος των σκαφών (LOA), το υλικό κατασκευής και τη χρονολογία νηολόγησης. Τα δεδομένα έτους νηολόγησης και μήκους ομαδοποιηθήκαν σε κλάσεις και δίνονται ανά λιμάνι περιοχής μελέτης. 120 100 80 60 40 20 0 ΕΤΟΣ ΝΗΟΛΟΓΗΣΗΣ Κατάκολο Παλούκι Κυλλήνη Πάτρα Ναύπακτος ΚΛΑΣΕΙΣ ΕΤΩΝ ΝΗΟΛΟΓΗΣΗΣ Εικόνα 17: Σύνθεση και κατανομή αλιευτικού στόλου περιοχής μελέτης ανά έτος νηολόγησης (Κ.Α.Μ.) 22
ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ ΕΤΟΣ ΝΗΟΛΟΓΗΣΗΣ ΣΚΑΦΩΝ 1996 1995 1994 1993 1992 1991 1990 1989 1988 1987 1986 1985 1984 1983 1982 1981 1980 ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΕΤΟΥΣ ΝΗΟΛΟΓΗΣΗΣ α=0,05 ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ ΠΑΤΡΑ ΚΥΛΛΗΝΗ ΠΑΛΟΥΚΙ ΚΑΤΑΚΟΛΟ ΣΥΝΟΛΟ Εικόνα 18: Μέσος όρος έτους νηολόγησης αλιευτικών σκαφών περιοχής μελέτης (Κ.Α.Μ.) Το μεγαλύτερο κομμάτι του αλιευτικού επαγγελματικού στόλου, ποσοστό που ξεπερνά του 51%, φαίνεται να νηολογείται την εικοσαετία 1983-2002. Το 19% έχει ηλικία μικρότερη των 12 ετών, ενώ πάνω από 87% του στόλου δεν ξεπερνά τα 42 χρόνια από την νηολόγηση του. Η μέση ηλικία των σκαφών φαίνεται να διαφέρει ανάμεσα στα λιμάνια καταχώρησής τους σύμφωνα με το Κ.Α.Μ. Η μεγαλύτερη διαφορά εντοπίζεται ανάμεσα στην περιοχή Ναυπάκτου και Κυλλήνης με μέση ηλικία 31 και 23 χρονών αντίστοιχα, ενώ η μέση ηλικία συνολικά του στόλου της περιοχής μελέτης φτάνει τα 26 έτη. ΜΗΚΗ ΣΚΑΦΩΝ 200 180 160 140 120 100 80 60 40 20 0 (<6) [6-12) [12-18) [18-24) [24-40) Κατάκολο Παλούκι Κυλλήνη Πάτρα Ναύπακτος ΚΛΑΣΕΙΣ ΜΗΚΩΝ (m) Εικόνα 19: Σύνθεση και κατανομή αλιευτικού στόλου περιοχής μελέτης ανά μήκος σκαφών (Κ.Α.Μ.) 23
ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΚΑΦΩΝ LOA ΣΚΑΦΩΝ (m) ΜΕΣΟΣ ΟΡΟΣ ΟΛΙΚΟΥ ΜΗΚΟΥΣ ΣΚΑΦΩΝ α=0,05 10 9 8 7 6 5 4 ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ ΠΑΤΡΑ ΚΥΛΛΗΝΗ ΠΑΛΟΥΚΙ ΚΑΤΑΚΟΛΟ ΣΥΝΟΛΟ Εικόνα 20: Μέσος όρος ολικού μήκους (LOA) αλιευτικών σκαφών περιοχής μελέτης (Κ.Α.Μ.) Το μεγαλύτερο κομμάτι του στόλου, πάνω από 52%, συγκεντρώνεται στην κλάση μήκους [6-12)m, ενώ ένα σημαντικό κομμάτι, περίπου το 39%, αφορά σκάφη κάτω των 6m. Μόλις το 9% των σκαφών υπερβαίνει τα 12m και αυτά ανήκουν κυρίως στην μέση αλιεία. Το μέσο μήκος των σκαφών διαφέρει ανά λιμάνι μελέτης με την Ναύπακτο να έχει μόλις 5,8m και την Πάτρα να φτάνει σχεδόν τα 9m. Ωστόσο αυτή η απόκλιση εξηγείται λόγω της συμμέτοχής στον στόλο της Πάτρας 23 σκαφών μέσης αλιείας έναντι μηδενός στην Ναύπακτο. Στις υπόλοιπες περιοχές ο μέσος όρος κυμαίνεται σε ενδιάμεσα επίπεδα από 6,2-7,2m. Στο σύνολο της περιοχής μελέτης ο στόλος παρουσιάζει μέσο μήκος περίπου 7,7m. 250 ΥΛΙΚΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΚΑΦΩΝ 200 150 100 50 Κατάκολο Παλούκι Κυλλήνη Πάτρα Ναύπακτος 0 Ξύλινο Πλαστικό Μεταλλικό ΥΛΙΚΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ Εικόνα 21: Σύνθεση και κατανομή αλιευτικού στόλου περιοχής μελέτης ανά υλικό κατασκευής σκαφών (Κ.Α.Μ.) 24