ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ Σοφοκλέους 5, Αθήνα/

Σχετικά έγγραφα
ΦΥΛΟ, ΘΕΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ

ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΤΜΗΜΑ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑΣ ΤΟΜΕΑΣ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Η ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΗΣ

«ΑΝΑΚΡΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ»

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

Κύριε εκπρόσωπε του Συμβουλίου της Ευρώπης, Κύριε Πρόεδρε του Διοικητικού Συμβουλίου του Κέντρου Μελετών Ασφάλειας,

Πρόλογος: Κογκίδου ήµητρα. Εκπαιδευτική Ηγεσία και Φύλο. Στο: αράκη Ελένη (2007) Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

Επιτροπή Φύλου και Ισότητας στο ΑΠΘ: Σκοποί και στόχοι

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 1: Αυτονόμηση της αντιμετώπισης των ανηλίκων

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

ΚΕΙΜΕΝΟ ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ

Επαγγελματικές Προοπτικές. Επιστημόνων Κοινωνικής Πολιτικής στην Εκπαίδευση. Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο

Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο

Πρώτη Ημέρα 10 Ιανουαρίου 2019

65 η ΣΥΝΟΔΟΣ ΠΡΥΤΑΝΕΩΝ ΚΑΙ ΠΡΟΕΔΡΩΝ Δ.Ε. ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΩΝ Πανεπιστήµιο Κρήτης Οκτωβρίου 2010 ΨΗΦΙΣΜΑ 1

Η ελληνική οικονοµία ως µια αποτυχία της καπιταλιστικής πατριαρχίας & η επιλογή της δυστοπίας

Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο

ελτίο Τύπου Τρίτη,

«Ζούµε, επιτρέψτε µου την έκφραση, σε µια δύσκολη εποχή. Σε µια εποχή και σ ένα περιβάλλον ρευστό και πολύπλοκο.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΝΑΛΥΤΙΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΣΠΟΥ ΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΩΝ ΕΙ ΙΚΟ ΜΕΡΟΣ: ΚΛΑ ΟΣ ΠΕ02 (78 ώρες)

ΑΠΟΛΥΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΝΙΑΙΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟ 1 ΙΟΥΝΙΟΥ 2002 ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ: ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΟΜΑ Α Α

Προς τον Πρόεδρο του Συμβουλίου του Ιδρύματος - ΕΚΠΑ Καθηγητή κ. Δ. Μπερτσιμά

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ

Προσυνεδριακή ημερίδα HELECO Ρύπανση εποφανειακών και υπογείων υδάτων. Ιωάννινα, 20 Μαρτίου 2010

Οικονομικό Ποινικό Δίκαιο

Τµήµα Μεταπτυχιακών Σπουδών Τοµέας ηµοσίου ικαίου Συνταγµατικό ίκαιο Αθήνα, ΤΟ ΣΛΟΒΕΝΙΚΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΟΥ 1991 ΚΑΙ

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 9: Ιδιαιτερότητες της σωφρονιστικής μεταχείρισης των νεαρών δραστών

«Τα Βήματα του Εστερναχ»

Οµιλία κ. Νικόλαου Νανόπουλου ιευθύνοντος Συµβούλου του Οµίλου Eurobank EFG

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 10: Η έκτιση της ποινής στα ειδικά καταστήματα κράτησης νέων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

κ. Ειδικέ Εκπρόσωπε του Γενικού Γραμματέα του Συμβουλίου της Ευρώπης σε θέματα Ρομά, κύριοι Εκπρόσωποι Περιφερειακών και Δημοτικών Αρχών,

ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΑΓΡΟΝΟΜΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΒΟΡΕΙΟΥ ΕΛΛΑ ΟΣ

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΠΡΟΑΓΩΓΗΣ ΑΥΤΟΒΟΗΘΕΙΑΣ Με τη χρηματοδότηση του Υπουργείου Υγείας. Πρόγραμμα εξειδίκευσης στο πεδίο των εξαρτήσεων

Τεχνικές συλλογής δεδομένων στην ποιοτική έρευνα

«Ποιοτική Μεθοδολογία Έρευνας στην Ψυχολογία, την Εκπαίδευση, την Υγεία & τις Κοινωνικές Επιστήμες»

ΘΕΜΑ: Νοµαρχιακή Αυτοδιοίκηση και Οδική Ασφάλεια Εισηγητής: Πάκης Σιβένας Νοµάρχης Πέλλας

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

1ο Συνέδριο του Τομέα Παιδαγωγικής της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. με θέμα: «Επιστημολογικά και μεθοδολογικά ζητήματα της Επιστήμης της Αγωγής»

Ηλεκτρονική Έρευνα Ικανοποίησης Χρηστών Βιβλιοθήκης και Κέντρου Πληροφόρησης Πανεπιστηµίου Ιωαννίνων

Απασχόληση και πολιτισµός, πυλώνες κοινωνικής συνοχής και ένταξης των µεταναστών για µια βιώσιµη Ευρώπη

ΚΟΙΝΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΥΠΑΤΗΣ ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΥ ΤΗΣ ΕΝΩΣΗΣ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΞΩΤΕΡΙΚΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ

ΤΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΑΕΙ ΚΑΙ H ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΣΗΣ. Δήμητρα Λυμπεροπούλου Γεωπόνος ΤΕ MSc Στέλεχος ΜΟΔΙΠ ΑΤΕΙ Καλαμάτας

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ. Ακαδ.

Προϋποθέσεις λήψης πτυχίου φοιτητών του Τμήματος Κοινωνιολογίας

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

Πριν όµως περάσω στο θέµα που µας απασχολεί, θα ήθελα µε λίγα λόγια να σας µιλήσω για το ρόλο του Επιµελητηρίου Μεσσηνίας.

ΚΕΙΜΕΝΟ ΘΑΝΑΤΙΚΗ ΠΟΙΝΗ

ΟΜΙΛΙΑ. κ. ΘΑΝΑΣΗ ΛΑΒΙ Α

Χαιρετισµός του κ. ιονύση Νικολάου, Γενικού ιευθυντή του ΣΕΒ. «Ενεργός Γήρανση: Ένα Κοινωνικό Συµβόλαιο Αλληλεγγύης µεταξύ των Γενεών»

Φυλακές και εγκληµατολογικοί προβληµατισµοί

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΝΩΣΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΑΣ & ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ

ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΤΗΝ ΗΜΕΡΙΔΑ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Σ Υ Ν Ε Δ Ρ Ι Ο. Βόρεια Ελλάδα: Ατμομηχανή Ανάπτυξης της Χώρας. Τετάρτη 29 Φεβρουαρίου Χώρος Διεξαγωγής

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ. Ακολουθεί ολόκληρο το κείµενο και οι υπογραφές των πανεπιστηµιακών:

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

Πρόλογος. Στις μέρες μας, η ελεύθερη πληροφόρηση και διακίνηση της πληροφορίας

μεταναστευτικό ζήτημα θετικό βήμα το εγχείρημα της συγκέντρωσης της σχετικής νομοθεσίας σε ενιαίο κείμενο νόμου.

ΟΜΙΛΙΑ ΠΡΟΕ ΡΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ συν. ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΚΚΑ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΣΥΝΕΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ ΤΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ ΤΗΣ 28 ΙΟΥΝΙΟΥ 2017

Θεωρητικές αρχές σχεδιασµού µιας ενότητας στα Μαθηµατικά. Ε. Κολέζα

Σας µεταφέρω τον χαιρετισµό του Προέδρου µας, Γ. Παπανδρέου και σας εύχοµαι καλή επιτυχία στις εργασίες του Συνεδρίου σας.

2ο Διεθνές Βιωματικό Συνέδριο Εφαρμοσμένης Διδακτικής: «Διδακτικές Τάσεις και Προκλήσεις στα Σύγχρονα Περιβάλλοντα Μάθησης» Δράμα, Απριλίου 2018

Συνέντευξη από την Ανδρούλλα Βασιλείου, Επίτροπο εκπαίδευσης, πολιτισμού, πολυγλωσσίας και νεολαίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΉΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

2η ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ. ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ MΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΕΦΑΡΜΟΓΕΣ» Θεσσαλονίκη, Νοεμβρίου 2015 Πανεπιστήμιο Μακεδονίας.


ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΚΗΣ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑΣ ΕΛΛΑΔΑΣ Νίκης 33, , Αθήνα Τηλ.: , Fax: ,

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Το Έλλειμμα της Διεπιστημονικότητας της Σάσας Λαδά*

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΖΑΡΑΦΩΝΙΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑ ΠΜΣ «ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ» ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

Οµιλία του Εκτελεστικού Αντιπροέδρου Χάρη Κυριαζή. στο FORUM του ΣΕΒ για την Εργασία και τις εξιότητες του Αύριο

Τα «λαϊκά πανεπιστήμια» ως θεσμός Δια Βίου Μάθησης:

Γενικά. Ερευνητικοί στόχοι. Μεθοδολογία. Νοέµβριος 2012

Κοινωνική Περιβαλλοντική ευθύνη και απασχόληση. ρ Χριστίνα Θεοχάρη

Κείµενο Οι γυναίκες διδάσκουν και οι άνδρες διοικούν

10 ο ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ ΟΛΜΕ

Κοινωνικο-πολιτισμική ετερότητα & Αναλυτικό Πρόγραμμα

ΜΟΝΑ Α ΙΑΣΦΑΛΙΣΗΣ ΠΟΙΟΤΗΤΑΣ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΩΝ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΩΝ. Ηλεκτρονική Έρευνα Ικανοποίησης Χρηστών Βιβλιοθήκης και Κέντρου Πληροφόρησης Πολυτεχνείου Κρήτης

23η ιδακτική Ενότητα ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΓΕΝΙΚΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΠΟΙΝΩΝ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΩΝ ΠΕΡΙ ΕΥΘΥΝΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

Η Κοινωνική ιάρθρωση: ιαστρωµάτωση, Κινητικότητα, Μετάταξη

Θέσεις της Γ.Σ.Ε.Ε προς το ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ

ΕΠΕΤΕΙΑΚΟΣ ΛΟΓΟΣ ΓΙΑ ΤΑ 100 ΕΤΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΔΡΥΣΗ ΤΗΣ ΟΔΟΝΤΙΑΤΡΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ Ε.Κ.Π.Α.

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Ο Ρόλος των Τ.Ε.Ι. στην Τεχνολογική Εκπαίδευση

Διδακτική της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης

Επιστημονική ομάδα - συνεργάτες

Κυρίες και Κύριοι, Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την τιμή που μου κάνετε να απευθύνω χαιρετισμό στο συνέδριό σας για την «Οικογένεια στην κρίση», για

Ανάπτυξη και Λειτουργία του Παρατηρητηρίου Θεμάτων Αναπηρίας της Ε.Σ.Α.μεΑ.

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ. Ακαδ.

Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol

Πρόσκληση υποβολής εργασιών

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 12: Ανάλυση των στοιχείων των ελληνικών εγκληματολογικών στατιστικών της ποινικής δικαιοσύνης

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 11: Η επίσημα βεβαιωμένη εγκληματικότητα

Συνέδριο του. Κέντρο Έρευνας και Αξιολόγησης Σχολικών Βιβλίων και Εκπαιδευτικών Προγραμμάτων

Transcript:

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΜΕΛΕΤΗΣ ΤΟΥ ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ Σοφοκλέους 5, Αθήνα/ E-mail: grsscsc@gmail.com Θ ε µ α τ ι κ έ ς Ε ν ό τ η τ ε ς Ένας χρόνος από την ίδρυση της Εταιρείας Συνέδριο Εξουσίες, επιστηµονική ουδετερότητα και εγκληµατολογικός λόγος: 50 χρόνια H. Becker Whose side are we on? Αθήνα 24-25 Μ αϊου 2016 Ιστορία εγκλήματος, κοινωνικού ελέγχου Έγκλημα, εγκληματοποίηση, Πρόληψη, Επιτήρηση, Έλεγχος Απονομή Δικαιοσύνης Μεταχείριση κρατουμένων/ Μετά τη φυλακή Κράτος και ποινικό φαινόμενο Εγκληματολογία και Δημόσιες Πολιτικές Κόστος συμμετοχής για εισηγητές και παρακολουθούντες το συνέδριο: 25 ευρώ (προτυχιακοί και μεταπτυχιακοί φοιτητές 15 ευρώ). -Υποβολή προσωρινού τίτλου εισηγήσεων: έως Τετάρτη 16 Δεκεµβρίου 2015 ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΕΙΣΗΓΗΣΕΩΝ Υποβολή τελικού τίτλου εισήγησης και συνοπτικής απόδοσης 700-1000 λέξεων: έως Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016. --Καταληκτική ηµεροµηνία δήλωσης συµµετοχής ως -Ανακοίνωση προγράµµατος του Συνεδρίου : ακροατές και καταβολής ποσού συµµετοχής για όλους Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016. τους συµµετέχοντες και τους εισηγητές : έως Δευτέρα 15 Μαρτίου 2016 Καθηγήτρια Εφη Αβδελά (Παν/µιο Κρήτης). Καθηγήτρια Βασιλική Αρτινοπούλου (Πάντειο Παν/µιο), Αντιπρόεδρος ΔΣ, ΕΕΜΕΚΕ. Καθηγήτρια Σοφία Βιδάλη (Δ.Π.Θ), Πρόεδρος ΕΕΜΕΚΕ. Αναπληρωτής Καθηγητής Στράτος Γεωργούλας (Παν/µιο Αιγαίου), Μέλος ΔΣ ΕΕΜΕΚΕ. Αναπληρωτής Καθηγητής Μανώλης Δαφέρµος (Παν/µιο Κρήτης). Eπιστηµονική Επιτροπή Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Όλγα Θεµελή (Παν/µιο Κρήτης), Ταµίας ΔΣ ΕΕΜΕΚΕ Καθηγήτρια Ελισσάβετ Καστανίδου (Α.Π.Θ). Επίκουρος Καθηγητής Νικόλαος Κουλούρης (Δ.Π.Θ.), Γραµµατέας ΔΣ ΕΕΜΕΚΕ Καθηγητής Γρηγόρης Λάζος (Πάντειο Παν/µιο), Μέλος ΔΣ ΕΕΜΕΚΕ. Αναπληρωτής Καθηγητής Γιώργος Παπανικολάου (Teesside Univ. UK), Μέλος ΔΣ ΕΕΜΕΚΕ.

ΣΥΝΤΟΜΕΣ ΟΔΗΓΙΕΣ Το συνέδριο απευθύνεται στην πανεπιστηµιακή κοινότητα (διδάσκοντες στα Πανεπιστήµια, Διδάκτορες, Μεταπτυχιακούς και Προπτυχιακούς φοιτητές) σε ερευνητές εντός και εκτός πανεπιστηµίων, σε επαγγελµατίες του ποινικοκατασταλτικού συστήµατος και των φορέων πρόληψης, ιδίως σε εγκληµατολόγους, ποινικολόγους, κοινωνιολόγους, ιστορικούς, συνταγµατολόγους και άλλους επιστήµονες ή ειδικούς µε συναφείς ειδικότητες, οι οποίοι ασχολούνται µε το εγκληµατικό φαινόµενο ως κοινωνικό φαινόµενο, την έρευνα γι αυτό, την πρόληψη και και τις πολτικές αντιµετώπισής του. Υποβολή προσωρινού τίτλου εισηγήσεων: Kαταληκτική ηµεροµηνία Τετάρτη 16 Δεκεµβρίου 2015. Υποβολή τελικού τίτλου εισήγησης και συνοπτικής απόδοσης 700-1000 λέξεων έως την Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016. H συνοπτική απόδοση θα περιλαµβάνει την παρουσίαση των βασικών αξόνων του θέµατος που θα αναπτυχθεί, τη θεωρητική οπτική από την οποία προσεγγίζεται, και την συνάφεια της προτεινόµενης εισήγησης µε το θέµα και το αντικείµενο του συνεδρίου. Η κρίση σχετικά µε την αποδοχή της εισήγησης, περιλαµβάνει την συνάφεια και συναρµογή του θέµατος µε τη θεµατική του συνεδρίου και επίσης, την γενική επιστηµονική τεκµηρίωση του θέµατος, ιδίως εάν πρόκειται για φοιτητές ή µεταπτυχιακούς φοιτητές. Κρίση και απάντηση σχετικά µε την αποδοχή της εισήγησης: Τετάρτη 17 Φεβρουαρίου 2016. Αποστολή τίτλων εισηγήσεων και περιλήψεων : grsscsc@gmail.com Θα δοθούν βεβαιώσεις παρακολούθησης 2

Θεωρητικό υπόβαθρο και επιδιώξεις του συνεδρίου...να έχουµε αξίες ή όχι; το ερώτηµα είναι πάντα µαζί µας. Όταν οι κοινωνιολόγοι επιχειρούν να µελετήσουν προβλήµατα που έχουν σηµασία για τον κόσµο που ζούµε, βρίσκονται µπροστά σε ένα σταυροδρόµι. Μερικοί τους ωθούν να µην παίρνουν θέση, να είναι ουδέτεροι και να κάνουν έρευνα τεχνικά σωστή και χωρίς αναγωγές σε αξίες. Άλλοι τους λένε ότι η δουλειά τους είναι επιφανειακή και άχρηστη εάν δεν εκφράζει µια βαθιά προσήλωση σε αξιακές θέσεις. «Αυτό το δίληµµα, το οποίο φαίνεται τόσο οδυνηρό σε πολλούς, στην πραγµατικότητα δεν υπάρχει και κατά ένα σκέλος του είναι φανταστικό. Για να υπάρχει ένα τέτοιο δίληµµα, πρέπει να υποθέσουµε, όπως κάνουν ορισµένοι φαινοµενικά, ότι είναι όντως δυνατόν να κάνουµε έρευνα που είναι ανεπηρέαστη από προσωπικές και πολιτικές συµπάθειες. Η γνώµη µου είναι πως αυτό δεν είναι δυνατόν και συνεπώς το ερώτηµα δεν είναι εάν θα πρέπει να παίρνουµε θέση, δεδοµένου ότι αναπόφευκτα γίνεται αυτό, αλλά µάλλον ποια θέση παίρνουµε, δηλαδή, µε ποιανού το µέρος βρισκόµαστε...». Με αυτές τις σκέψεις, το καλοκαίρι του 1966 από το βήµα του Συνεδρίου της Αµερικανικής Εταιρείας για τη Μελέτη των Κοινωνικών Προβληµάτων o Howard Becker ανήγγειλε την έλευση µιας τοµής στην εξέλιξη της σύγχρονης κοινωνιολογικής σκέψης και πράξης. Παίρνοντας ανοιχτά θέση απέναντι στην κυρίαρχη τότε αντίληψη ότι η επιστηµονική ουδετερότητα θα πρέπει να είναι κεντρικό χαρακτηριστικό της µελέτης των κοινωνικών προβληµάτων, η οµιλία του Becker δεν εγκαινίασε µόνο µια εποχή ριζικής θεωρητικής και µεθοδολογικής ανανέωσης της κοινωνιολογικής σκέψης. Ακόµη περισσότερο, έφερε τους κοινωνικούς επιστήµονες, ιδίως εκείνους που, όπως και ο ίδιος ο Becker, έχουν στο κέντρο των ενδιαφερόντων τους τα φαινόµενα της παρέκκλισης, της παραβατικότητας και του κοινωνικού ελέγχου, αντιµέτωπους µε τον αναπόφευκτα πολιτικό χαρακτήρα της πρακτικής τους. Σήµερα, πενήντα χρόνια µετά, το ρεύµα της κριτικής κοινωνιολογικής σκέψης, που στο µεταξύ έχει εµπλουτιστεί από πλήθος ανάλογων προσεγγίσεων, έχει καταστήσει σαφές πως η επιστηµονική ουδετερότητα αποτελεί ένα εργαλείο µε βάση το οποίο συγκροτήθηκαν «καθεστώτα» επιλεκτικής γνώσης και εξουσίες επί της γνώσης, εντός και εκτός ακαδηµαϊκού χώρου καθώς και άλλες, κυρίως συναρτηµένες µε το ποινικοκατασταλτικό σύστηµα και την επιλεκτική λειτουργία του. Γνωρίζουµε πια, ότι η επιστηµονική ουδετερότητα, πέρα από τις προθέσεις των υποστηρικτών της, χρησιµοποιήθηκε και για να διαπραχθούν οι µεγαλύτερες παραβιάσεις δικαιωµάτων. Εν τούτοις, η άποψη του Becker πως η επιστηµονική ουδετερότητα είναι ένα ψευδοδίληµµα πολύ απέχει από το να είναι γενικότερα αποδεκτή. Η αντίληψη περί επιστηµονικής ουδετερότητας προσδιορίζει ακόµη και σήµερα τον επίσηµο επιστηµονικό λόγο µέσα στο πανεπιστήµιο. Μάλιστα δεν είναι υπερβολή να τονιστεί ότι αυτός ο λόγος περί επιστηµονικής ουδετερότητας (που παραπέµπει στην αντικειµενικότητα, το θετικισµό και την αυταπόδεικτη «επιστηµονική» αλήθεια), έχει συµβάλει σε πολλές περιπτώσεις ώστε να θεωρείται παρείσακτη και περιττή κάθε πολιτική αξία που κάνει κατανοητή τη σχέση θεσµών, ποινικού φαινοµένου και κοινωνίας. 3

Η εξαιρετική αντοχή αυτού του λόγου είναι ένα πραγµατικό γεγονός, και εγείρει µια σειρά θεµελιωδών ερωτηµάτων, ιδίως στη χώρα µας. Υπό ποιες συνθήκες και µε ποιούς όρους αυτή η διαδικασία απόκτησης «επιστηµονικού κύρους» επικράτησε στην Ελλάδα και στα υποσυστήµατα τυπικού και άτυπου κοινωνικού ελέγχου; Και πώς αυτός ο ο αξιολογικά ουδέτερος επιστηµονικός λόγος επιδρά στην ίδια την πρόσληψη του εγκληµατικού φαινοµένου και την ίδια τη λειτουργία του ποινικοκατασταλτικού συστήµατος; Πού χρησιµεύει; Τι αναπαράγει; Πώς αποτυπώνεται; Και εάν η Επιστήµη της Εγκληµατολογίας είναι, όπως και άλλες κοινωνικές επιστήµες, αποστειρωµένη από κοινωνικές και πολιτικές επιδράσεις, τότε πώς εξηγείται το γεγονός, ότι οι κυρίαρχες απόψεις, που επικράτησαν στον Κλάδο, βρίσκονταν πάντα σε συνάρτηση µε την οπτική της κυρίαρχης πολιτικής βούλησης για τα κοινωνικά προβλήµατα σε κάθε ιστορικής συγκυρία; Σε αυτά τα ερωτήµατα οφείλει κάποιος να προσθέσει την ακόλουθη παρατήρηση: σήµερα, πενήντα χρόνια µετά την οµιλία του Becker τον Αύγουστο του 1966, τα ίδια αυτά προβλήµατα και διλήµµατα παραµένουν επίκαιρα και επίµονα στο πλαίσιο µιας ριζικά διαφορετικής θεωρητικής συγκυρίας. Σε διεθνές επίπεδο, υπάρχουν πολλές ενδείξεις πως η επιρροή του εγκληµατολογικού λόγου στην κατάστρωση της αντεγκληµατικής πολιτικής είναι φθίνουσα, και κατά συνέπεια µειώνεται και η ουσιαστική συµβολή του λόγου αυτού σε σχέση µε τα ίδια τα προβλήµατα και την πράξη της αντεγκληµατικής πολιτικής. Παρά το ότι η εγκληµατολογική έρευνα βρίσκεται στο ανώτατο επίπεδο ανάπτυξης της ιστορίας της, οι κυρίαρχες θεωρητικές επεξεργασίες της έχουν περιοριστεί σε ένα διαχειριστικού τύπου λόγο, ο οποίος καλείται να αντιµετωπίσει τα προβλήµατα του εγκλήµατος και της λειτουργίας των κατασταλτικών µηχανισµών ως τεχνικού τύπου ζητήµατα, για τα οποία πρέπει να δίνονται τεχνοκρατικού τύπου λύσεις, πέρα από την ανθρώπινη κατάσταση. Τα προβλήµατα αυτά πρέπει να τεθούν σήµερα στο επίκεντρο των στοχασµών και του επιστηµονικού µας διαλόγου, όχι για να προστεθεί ένας ακόµη στείρος και αδιέξοδος προβληµατισµός για το µέλλον της Εγκληµατολογίας, αλλά για να προσπαθήσουµε να πάρουµε τα πράγµατα «από την αρχή», σε µια εποχή ρευστότητας και αβεβαιότητας, τώρα, που πολλά όρια και κανόνες έχουν καταρρεύσει και επαναπροσδιορίζονται µε βάση άλλες αξίες από αυτές που ο Διαφωτισµός, η Νεωτερικότητα, ο παραδοσιακός Θετικισµός αλλά και η Κριτική Σκέψη είχαν ορίσει. Σήµερα η σχέση νοµιµότητας-παρανοµίας είναι ρευστή όσο ποτέ και επαναπροσδιορίζεται µε κριτήρια σκοπιµότητας και πάντως όχι στην προοπτική ενός νέου οράµατος κοινωνικής ανάπτυξης. Αναµφίβολα, οι διακηρύξεις περί ανθρωπίνων δικαιωµάτων και σεβασµού της ελευθερίας έχουν κατοχυρωθεί θεσµικά σε παγκόσµιο επίπεδο, όσο ποτέ άλλοτε στο παρελθόν. Αλλά συχνά µοιάζουν κείµενα που δεν µπορούν να δεσµεύσουν κανέναν για την εφαρµογή τους. Το ποινικοκατασταλτικό σύστηµα γίνεται όλο και περισσότερο ένας θεσµός αποστασιοποιηµένος και το «δίκαιο» της κοινωνικής πραγµατικότητας και στοχεύει σε µια νοµιµότητα, που ακόµα και µε βάση τους ίδιους τους κανόνες που διέπουν τα συστήµατα αυτά, είναι συχνά, µία νοµιµότητα µη νοµιµοποιηµένη κοινωνικά ή ακόµα και οριακά νόµιµη: η αστυνοµία και η αστυνόµευση, η απονοµή ποινικής δικαιοσύνης, η σωφρονιστική πολιτική διαµορφώνονται συχνά εν τοις πράγµασι έξω από κανόνες και όρια, µια που τα µόνα αντίδοτα στην κρίση τους είναι συνεχείς θεσµικές νοµοθετικές πρωτοβουλίες για την άµεση ανταπόκριση, την ταχύτητα, την αποσυµφόρηση, όλα µετρήσιµα µε αριθµούς που δεν δείχνουν στην ουσία τίποτα, µια που οι συγκρίσεις είναι εξορισµού επιφανειακές και το βάθος ανάλυσης έχει καταστεί και αυτό 4

περιττό. Αλλά και η ίδια η εγκληµατικότητα έχει αλλάξει όχι επειδή «εισάγεται» ή επειδή χρησιµοποιεί την τεχνολογία, αλλά επειδή έγινε αναπόσπαστο µέρος της καθηµερινότητας σε τέτοιο βαθµό, που να θεωρείται δεδοµένη και αυτό αφορά την εγκληµατικότητα και των φτωχών και των πλουσίων. Το πρόβληµα της σχέσης του εγκληµατολογικού λόγου αφενός µε τις δηµόσιες πολιτικές και αφετέρου, µε τις ίδιες τις κοινωνικές οµάδες, τους θεσµούς και τις διεργασίες, οι οποίες καθορίζουν τα χαρακτηριστικά και την εξέλιξη του εγκλήµατος και της αντιµετώπισής του, εµφανίζεται διπλά οξυµένο στη χώρα µας. Στην Ελλάδα, ο εγκληµατολογικός λόγος, παρά τη σχετική ανάπτυξή του σε πανεπιστηµιακό επίπεδο, είναι διπλά περιθωριοποιηµένος. Πρώτα από την Πολιτεία, η οποία όταν δεν παρασύρεται στη δίνη µιας διαρκούς υπερπολιτικοποίησης των σχετικών ζητηµάτων, παραµένει εγκλωβισµένη σε µια γραφειοκρατικού τύπου αντίληψη, που βρίσκεται σε µόνιµη διάσταση µε την ουσιαστική εγκληµατολογική έρευνα και τον προβληµατισµό. Και έπειτα, ο εγκληµατολογικός λόγος είναι αποκοµµένος από το ίδιο το πεδίο του, µε την έννοια ότι η παραγόµενη εγκληµατολογική γνώση σπάνια «επιστρέφει» και απευθύνεται σε ευρύτερα ακροατήρια, και ακόµη σπανιότερα µετασχηµατίζεται σε παρέµβαση στο κοινωνικό γίγνεσθαι. Η ανάπτυξη εποµένως του εγκληµατολογικού λόγου συντελείται εν πολλοίς ως µία αντίφαση σε σχέση µε τις αντικειµενικές συνθήκες, τις οποίες διαπιστώνει κάποιος στη χώρα µας. Πρόκειται ουσιαστικά για την ανάπτυξη µιας υπανάπτυξης, η οποία όσο περισσότερο θα διαιωνίζεται, τόσο περισσότερο θα επιτρέπει στο πολιτικό σύστηµα να προκρίνει ανορθολογικές, ακόµη και αντιδραστικές προσεγγίσεις στα ζητήµατα της εγκληµατοποίησης, της πρόληψης του εγκλήµατος και της λειτουργίας του ποινικοκαταταλτικού συστήµατος για την αντιµετώπισή του. Το πρόβληµα αυτό αφορά την ελληνική Εγκληµατολογία στο σύνολό της. Βιώνεται όµως πιο δραµατικά από µια Εγκληµατολογία, η οποία επιδιώκει συνειδητά τη σύνδεση της επιστηµονικής της παραγωγής µε τα κεντρικά ζητήµατα των ελευθεριών, της ισότητας, των δικαιωµάτων και της κοινωνικής δικαιοσύνης, µε δυο λόγια, µε το όραµα µιας πιο ελεύθερης και δίκαιης κοινωνίας, ιδίως ενόψει των δραστικών κοινωνικών αναδιαρθρώσεων της τελευταίας εικοσιπενταετίας και τελικά των επιπτώσεων της οξύτατης σηµερινής κρίσης. Η οξύτητα των ερωτηµάτων είναι εύλογη: µε ποια επιστηµονική αξιοπιστία µπορεί κάποιος να ερευνήσει αυτά τα φαινόµενα, εάν δεν θέσει ερωτήµατα για τις αιτίες τους και εάν δεν αναλύσει τους δοµικούς, τους µακρο- και µικροκοινωνικούς παράγοντες που τα σηµατοδοτούν; Μπορούν οι εγκληµατολόγοι να περιοριστούν στην αποστασιοποιηµένη από την κοινωνική πραγµατικότητα επιστηµονική ουδετερότητα, αντί να θέσουν προς έρευνα το εγκληµατικό ζήτηµα ως πολιτικό ζήτηµα, σε ό,τι αφορά τις αιτίες, την αντιµετώπισή του αλλά και την ιστορία του; Μπορεί να υποστηριχθεί σοβαρά σήµερα ότι το εγκληµατικό ζήτηµα πολύ περισσότερο από ένα σύµπτωµα ή ένα λάθος ζωής, δεν αποτελεί ένα απόλυτα κοινωνικό ζήτηµα, αντικείµενο δηµόσιων πολιτικών και αποτέλεσµα µιας διαδικασίας επιλεκτικής «διαλογής» κοινωνικών στρωµάτων για µια θέση στην κοινωνική ιεραρχία; Με άλλα λόγια, η Εγκληµατολογία ως µία πλήρως Κοινωνική Επιστήµη που ανάγει τα αίτια του εγκλήµατος και της αντίδρασης σε αυτό σε όρους αναπαραγωγής των σχέσεων εξουσίας (κάθε είδους), δεν µπορεί να µην θέσει ερωτήµατα σχετικά µε τις 5

κοινωνικές σχέσεις που παράγουν το έγκληµα, τις εξουσίες των τυπικών και άτυπων υποσυστηµάτων που παράγουν και αναπαράγουν την κοινωνική παρέκκλιση, την εγκληµατοποίηση, την υπερβολή, τις νοοτροπίες ζωής και τους υποπολιτισµούς ασύµµετρης βίας (όλων των ειδών) κρατικών εγκληµάτων και διαφθοράς, τη µετατροπή της διακριτικής ευχέρειας σε αυθαιρεσία και την πρόταξη της σκοπιµότητας έναντι της νοµιµότητας. Ιδίως σήµερα, η επιστηµονική ουδετερότητα πρέπει να προβληµατίζει, όχι µόνον για τους εξ ορισµού επιστηµονικούς περιορισµούς της και το στενό οπτικό πεδίο της, αλλά και επειδή η κυριαρχία αυτής της επιστηµολογίας έχει δώσει Βήµα σε µια σειρά από ψευδοεπιστήµες του εγκλήµατος που προέρχονται από τις θετικές επιστήµες, την Ιατρική ή τις Νευρο-Βιολογικές επιστήµες. Ιδίως ανησυχητική είναι η τάση να αποµειώνεται ο ουσιαστικός λόγος και προβληµατισµός των κοινωνικών και ανθρωπιστικών επιστηµών σε µια τεχνική επιλογή «κατάλληλης» στατιστικής µεθοδολογίας και άρα σε µια ψευδαίσθηση επιστηµονικής γνώσης. Το πρόβληµα προφανώς δεν είναι η ανάπτυξη αυτών των επιστηµών, ούτε καν οι θέσεις τους, αλλά η σταδιακή κυριαρχία τους στο χώρο της πρόληψης του εγκλήµατος και της ποινικής καταστολής. Μακροπρόθεσµα αυτή η τάση οδηγεί στην κατασκευή προτύπων ιδεατών ανθρώπων και κοινωνιών. Ο εγκληµατολογικός λόγος δύσκολα πια µπορεί να ταχθεί υπέρ µιας επιστηµονικής ουδετερότητας που αναπτύσσεται αγνοώντας τα ζητήµατα αυτά και το τι συµβαίνει στην ίδια την κοινωνία που ζούµε. Από την άλλη πλευρά, ποια µπορεί να είναι η αξιοπιστία ενός επιστηµονικού λόγου που παίρνει πολιτική ουσιαστικά θέση για τις κοινωνικές σχέσεις, την έρευνα και την ανάλυσή του; Πως τεκµηριώνεται η επιστηµονική αµεροληψία ως προς τα αποτελέσµατα και τους περιορισµούς ή ως προς τις ερωτήσεις και τη µέθοδο; Τι µας διαβεβαιώνει ότι δεν πρόκειται απλά για µία µεροληπτική καταγραφή κοινωνικών φαινοµένων; Ο ίδιος ο Becker υπογράµµιζε πως δεν είναι µόνο τα ερωτήµατα που θέτει κάποιος, αλλά και η επιστηµονική συνέπεια, οι οριοθετήσεις και η αναγνώριση των περιορισµών, οι προσεκτικές γενικεύσεις, η τήρηση των τεχνικών κανόνων της έρευνας, η αναγνώριση του λάθους. Επιπλέον, πενήντα χρόνια µετά, η αξιοπιστία ενός τέτοιου «πολιτικού» λόγου προκύπτει από τα ίδια τα «επιτεύγµατά» του. Είναι η ίδια η αµφισβήτηση της επιστηµολογικής ουδετερότητας που έδωσε ώθηση στις Κοινωνικές Επιστήµες και την Εγκληµατολογία, ιδίως επειδή η διεκδίκηση της πολιτικής θέσης (δηλαδή, ότι κάνουµε έρευνα όχι µόνον από την πλευρά του Κράτους και για το Κράτος, αλλά για την ταξικά δοµηµένη κοινωνία), ήταν εκείνη που επέτρεψε την έρευνα στους ίδιους τους θεσµούς και τους µηχανισµούς που χειρίζονται το έγκληµα, έθεσε το ίδιο το Κράτος στο επίκεντρο της έρευνας ως παράγοντα εγκληµατογένεσης, έθεσε υπό έρευνα το έγκληµα σε όλες τις διαστάσεις του και σε όλη την κλίµακα της κοινωνικής ιεραρχίας και ανέδειξε τον διαταξικό αλλά και ενδοταξικό χαρακτήρα του, όπως και τον απόλυτα κοινωνικό χαρακτήρα της Εγκληµατολογίας. Με αυτούς τους όρους το επίκεντρο της συζήτησης αφορά στον προσανατολισµό και τις πρακτικές προτεραιότητες µιας Εγκληµατολογίας που θα αυτοπροσδιορίζεται ως προοδευτική και θέτει ένα βασικό ερώτηµα: ποια είναι και ποια θα µπορούσε να είναι η σχέση της εγκληµατολογικής γνώσης µε τα πεδία τα οποία αποτελούν το αντικείµενό της; Ποια είναι τα περιθώρια παρέµβασης των εγκληµατολόγων στη διαµόρφωση της 6

κοινωνικής διαδικασίας και των κοινωνικών σχέσεων, από το πανεπιστήµιο έως τη διαµόρφωση πολιτικών και τη δράση των κοινωνικών κινηµάτων, σε µια κατεύθυνση κοινωνικής αλλαγής που θα εγγυάται την κοινωνική δικαιοσύνη, την εναλλακτική προσέγγιση του εγκληµατικού ζητήµατος και την απόδοση του πραγµατικού υλικού αντικρίσµατος στην έννοια των ανθρωπίνων δικαιωµάτων; Τα προβλήµατα αυτά είναι ανάγκη, σήµερα όσο ποτέ να συζητηθούν ξανά, ιδίως στη χώρα µας, στο πλαίσιο της πραγµατικότητας που τα διαµορφώνει και της ιστορικότητας που τα καθορίζει. Το µεταναστευτικό ζήτηµα και η εγκληµατοποίηση του, το προσφυγικό πρόβληµα που σήµερα µονοπωλεί την επικαιρότητα, η εγκληµατικότητα του δρόµου, τα ναρκωτικά, οι διάφορες µορφές οργανωµένου εγκλήµατος, το κρατικό και το κρατικό εταιρικό έγκληµα, η διεύρυνση του πεδίου εφαρµογής του ποινικού νόµου, η απονοµή δικαιοσύνης, το δόγµα της ασφάλειας και η στρατιωτικοποίηση της αστυνοµίας, η σωφρονιστική µεταχείριση και η κρίση της φυλακής αποτελούν µερικά µόνον από τα ζητήµατα που µπορεί κάποιος να αναφέρει ως «παραδείγµατα» για να εξετάσει την ιστορική συγκυρία και τις αντικειµενικές συνθήκες που τα παράγουν, τις εξουσίες που τα διαµορφώνουν και αναπαράγουν τον επίσηµο και τον ακαδηµαϊκό λόγο γι αυτά, τις πολιτικές που υιοθετούνται και τη σχέση τους µε την επιστηµονική έρευνα, την απαξίωση της τελευταίας και την υποκατάστασή της από «πρακτικές λύσεις» άµεσης απόδοσης και µακροπροθεσµης «καταστροφής». Η Ελληνική Εταιρεία Μελέτης του Εγκλήµατος και του Κοινωνικού Ελέγχου (ΕΕΜΕΚΕ), µε το σκεπτικό ότι σε περιόδους κρίσεων, όπου όλα επαναπροσδιορίζονται, είναι ανάγκη να υπάρξει ένας δηµιουργικός αναστοχασµός για την πορεία της Εγκληµατολογίας και της εγκληµατολογικής έρευνας, θέτει ξανά τον προβληµατισµό που έθεσε αρχικά ο Howard Becker. Η σηµασία του, εκτός από όλα όσα προαναφέρθηκαν, έγκειται επιπλέον στο γεγονός, ότι σήµερα µπορεί ο προβληµατισµός να παραµένει επίκαιρος, αλλά το πλαίσιο έχει αλλάξει. Ποιο λοιπόν είναι το σηµερινό επιστηµολογικό και κοινωνικό διακύβευµα που διαµορφώνεται υπό αυτές τις συνθήκες για την Εγκληµατολογία και το ποινικοκατσταλτικό σύστηµα ιδίως στην Ελλάδα; Το Πρώτο Συνέδριο της Ελληνικής Εταιρίας Μελέτης του Εγκλήµατος και του Κοινωνικού Ελέγχου (ΕΕΜΕΚΕ), το οποίο συµπίπτει και µε τη συµπλήρωση ενός χρόνου λειτουργίας της Εταιρείας, θα προσφέρει ένα βήµα ουσιαστικού και προβληµατισµού και διαλόγου, επιχειρώντας να αποτιµήσει υπό το φως των παραπάνω ερωτηµάτων τη συσχέτιση έρευνας, θεωρίας, πράξης (ποινικής αντίδρασης) και δηµόσιων πολιτικών στην Ελλάδα αλλά και διεθνώς. 7