Η ΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗΣ-ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟ ΚΑΙ ΣΤΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΧΡΗΣΕΩΝ ΓΗΣ Eιρήνη Θεοδοσίου- ρανδάκη Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), ιεύθυνση Γεωλογίας και Γεωλογικών Χαρτογραφήσεων Περίληψη Η εργασία αυτή σκοπό έχει να φωτίσει διάφορες όψεις του θέµατος της διατήρησης της γεωλογικήςγεωµορφολογικής κληρονοµιάς, ώστε να προωθήσει τις σχετικές έννοιες και την ορολογία, που διαµορφώνονται στη νέα αυτή επιστηµονική περιοχή και να συµπληρώσει την περιβαλλοντική προβληµατική. Αυτό µπορεί να βοηθήσει ώστε η διατήρηση της γεωλογικής κληρονοµιάς να αποκτήσει την αναγνώριση που απαιτείται και να γίνει περιβαλλοντική πρακτική. Με τον τρόπο αυτό και οι γεωλογικές θέσεις που δεν έχουν µνηµειακό χαρακτήρα ή ιδιαίτερο φυσικό κάλλος, αλλά είναι σηµαντικές για την έρευνα, την επιστήµη, την εκπαίδευση και τον πολιτισµό, να συµπεριλαµβάνονται στο σχεδιασµό για τη χωροταξία, την ανάπτυξη, την προστασία της κληρονοµιάς και της φύσης. Ιδιαίτερα δε να είναι αντικείµενο διαπραγµάτευσης για το χαρακτηρισµό και τη διαχείριση χρήσεων γης, στις Ζώνες Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) και στα Γενικά Πολεοδοµικά Σχέδια (Σ.Χ.Ο.Α.Α.Π), να δηµιουργηθεί δε σχετικό νοµοθετικό πλαίσιο. H Τοπική Αυτοδιοίκηση επίσης, επειδή είναι πιο ευέλικτη, µπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στην υλοποίηση των στόχων για τη διατήρηση της γεωλογικής κληρονοµιάς. Την ανάγκη διατήρησης της γεωλογικής κληρονοµιάς αναγνωρίζει µε πρόσφατη απόφαση του, καθώς και µε συστάσεις προς τα κράτη µέλη, το Συµβούλιο της Ευρώπης, εξέλιξη που κρίνεται ιδιαίτερα θετική για το µέλλον της γεωδιατήρησης. GEOLOGICAL-GEOMORPHOLOGICAL HERITAGE CONSERVATION IN SPATIAL PLANNING AND LAND USE MANAGEMENT Irini Theodossiou-Drandaki Institute of Geology and Mineral Exploration (IGME), D/ment of Geology and Geological Mapping Abstract This paper aims to illuminate various options of geological heritage conservation concept, in order to promote meanings and terminology shaped in this new scientific domain, as well as to complement environmental consideration issues. This task can help at the recognition of geological heritage conservation as an environmental imperative. That way geological sites without monumental character or special natural beauty, but significant for research, science, education, culture as well as for their intrinsic values, to be included in planning for the development, protection of heritage and nature, as well as in spatial planning. Moreover these sites to be under consideration in the negotiations for the characterization and management of land uses, especially in Urban Control Zones and in General Urban Plans, while in parallel a relevant legal framework might be created. Local Authorities also, being more flexible, can play an important role in geological heritage conservation achievement. Τhe Council of Europe with a recent decision as well as with recommendations to Member States recognizes the need for geological heritage conservation, a fact considered as very positive for the future of geoconservation in Europe. Λέξεις-κλειδιά: γεώτοποι, γεωποικιλότητα, γεωδιατήρηση, γενικά πολεοδοµικά σχέδια, Συµβούλιο της Ευρώπης Key words: geotopes, geodiversity, geoconservation, general urban plans, Council of Europe 1. Εισαγωγή
Η προσπάθεια της διατήρησης και της αρχειοθέτησης των γεωτόπων, έχει πάρει τελευταία µεγάλες διαστάσεις διεθνώς και έχει στόχο να µη χαθούν περιοχές που έχουν ιδιαίτερη σηµασία και αποτελούν αντιπροσωπευτικές θέσεις για τη γεωλογική ιστορία καθώς και για την ερµηνεία των τοπίων. Και τούτο διότι η ραγδαία και ανεξέλεγκτη ανάπτυξη και η χρήση εκατοµµυρίων τόνων υλικών που στην πραγµατικότητα είναι γεωλογικοί σχηµατισµοί, έχουν εξαφανίσει γεωλογική πληροφορία εκατοµµυρίων ετών, που στην ουσία είναι πληροφορία που αφορά τον κόσµο µας, τον πλανήτη µας, τον ίδιο τον άνθρωπο και την ιστορία του. Η διατήρηση της γεωλογικής-γεωµορφολογικής κληρονοµιάς είναι µία έννοια σχετικά πρόσφατη στη χώρα µας, ενώ σε ευρωπαϊκό και παγκόσµιο επίπεδο τα πράγµατα είναι κάπως διαφορετικά. Είναι χαρακτηριστικό ότι µέχρι το 1995, η ορολογία η σχετική µε τη διατήρηση της γεωλογικής-γεωµορφολογικής κληρονοµιάς (γεωδιατήρηση, γεώτοποι, γεωποικιλότητα κλπ.) και κατά συνέπεια ή έννοια αυτή στην ολότητα και περιπλοκότητα της δεν υπήρχε στην ελληνική γλώσσα. Εποµένως το 1995 πρέπει να θεωρηθεί ως το έτος έναρξης προώθησης της ιδέας της διατήρησης της γεωλογικής κληρονοµιάς στη Ελλάδα. Έκτοτε µε την πάροδο του χρόνου και τη συστηµατική ενασχόληση γεωεπιστηµόνων µε το αντικείµενο, όλο και περισσότερο συνειδητοποιείται το πρόβληµα και η ανάγκη διατήρησης του µη βιοτικού περιβάλλοντος παράλληλα µε το βιοτικό, εφόσον στην πραγµατικότητα το περιβάλλον είναι ενιαίο και αλληλοεξαρτώµενο. Εποµένως όλο και περισσότερο γίνεται αντιληπτή, στο πλαίσιο µιας αειφόρου ανάπτυξης, η ανάγκη για διατήρηση του γεωλογικού περιβάλλοντος, µιας περιβαλλοντικής παραµέτρου σχετικά παραµεληµένης. Το πρόβληµα αυτό είναι εντονότερο κυρίως στο αστικό περιβάλλον, όπου µε την ταχύτητα που µεταβάλλεται, εξαφανίζονται και οι τελευταίοι µάρτυρες της γεωλογικής ιστορίας, η οποία έχει σηµαντική σχέση µε την όλη ιστορία δηµιουργίας της πόλης και των κατοίκων της. εν µπορεί κανείς να διδαχθεί, να µελετήσει, να ερευνήσει από γεωλογικά χαρακτηριστικά in situ, παρά µόνο από ντοκουµέντα και βιβλία. εν υπάρχουν ούτε οι ελάχιστες θέσεις που θα εξασφάλιζαν στους µαθητές τη βιωµατική εκπαίδευση για στοιχειώδεις γεωλογικές έννοιες, χωρίς να χρειάζεται να διανύσουν αποστάσεις ( Theodossiou-Drandaki, 1998). Γι αυτό θα πρέπει να αναδεικνύονται και να προστατεύονται οι ελάχιστες γεωλογικές θέσεις µέσα ή κοντά στις πόλεις λόγω της σπανιότητας τους. Επιδιώκεται λοιπόν να διατηρηθούν όσο είναι δυνατόν περισσότερες γεωλογικές θέσεις και µερικές από αυτές, οι πιο αντιπροσωπευτικές, οι γεώτοποι όπως ονοµάζονται, να συµπεριληφθούν στο χωροταξικό σχεδιασµό και στη διαχείριση χρήσεων γης. Για να γίνει όµως αυτό, χρειάζεται πρωτίστως να συνεχιστεί η έρευνα και επιλογή θέσεων γεωλογικής-γεωµορφολογικής κληρονοµιάς, τοπικού, εθνικού, διεθνούς ενδιαφέροντος µε χρηµατοδότηση του κράτους. Τα θέµατα αυτά αποτελούν µέρος της στρατηγικής που απαιτείtαι σε µια χώρα για τη διατήρηση της γεωλογικής της κληρονοµιάς και της γεωποικιλότητας σε επίπεδο εθνικό (Θεοδοσίου- ρανδάκη, 2002) και ευρωπαϊκό (Θεοδοσίου- ρανδάκη, 2001α ). 2. Ιστορικό καταγραφής αντιπροσωπευτικών γεωλογικών-γεωµορφολογικών θέσεων Μια πρώτη καταγραφή θέσεων (γεωλογικών µνηµείων σύµφωνα µε την υπάρχουσα νοµοθεσία) έγινε το 1982 από το ΙΓΜΕ για το Υπουργείο Πολιτισµού. Στη συνέχεια, µια συστηµατική προσπάθεια καταγραφής σε εθελοντική βάση, που συντονίζει το ΙΓΜΕ και συνεργάζονται γεωεπιστήµονες από άλλους φορείς και τα Πανεπιστήµια της χώρας, ξεκίνησε το 1998. Η προσπάθεια αυτή αποτελεί συµµετοχή της χώρας σε µια διεθνή πρωτοβουλία της UNESCO, IUGS ( ιεθνής Ένωση Γεωεπιστηµών), την πρωτοβουλία Geosites (Ishchenko et al, 1998), που στοχεύει στη δηµιουργία παγκόσµιου καταλόγου γεωτόπων (geosites) για τις ανάγκες της έρευνας και της επιστήµης, µέσα από συγκριτικές διαδικασίες των εθνικών καταλόγων γεωτόπων, βάσει ορισµένων διεθνών κριτηρίων. Στην Ευρώπη η πιλοτική αυτή εργασία συντονίζεται από την ProGEO (Ευρωπαϊκή Εταιρεία για τη διατήρηση της γεωλογικής-γεωµορφολογικής κληρονοµιάς) (Θεοδοσίου- ρανδάκη, 2001β και Θεοδοσίου- ρανδάκη et al., 2001) και διεξάγεται σε πολλά ευρωπαϊκά κράτη (Theodossiou-Drandaki et al, 2002). Η καταγραφή αυτή δεν έχει σαν προαπαιτούµενο το µνηµειακό χαρακτήρα, αλλά τη σηµασία και τη σπουδαιότητα του γεώτοπου για την έρευνα και την επιστήµη. Άλλη προσπάθεια καταγραφής αποτελεί το βιβλίο τα εθνικά µνηµεία της Ελλάδας (Μπορνόβας, 1999) που επίσης αναφέρεται στο µνηµειακό χαρακτήρα και σε κατηγορίες θέσεων κυρίως γεωµορφολογικές. Μία τρίτη προσπάθεια είναι το έργο καταγραφής του µνηµειακού χαρακτήρα των γεωλογικών θέσεων του Αιγαίου, που χρηµατοδοτήθηκε από το Υπουργείο Αιγαίου και συντονίστηκε από το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Απολιθωµένου άσους Λέσβου µε τη συνεργασία των Πανεπιστηµίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Αιγαίου (Βελιτζέλος et al, 2002). Και στις δύο τελευταίες περιπτώσεις είναι σαφής η αντίληψη για το προστατευτέο αντικείµενο σε σχέση µε την υπάρχουσα νοµοθεσία και δικαιολογηµένα (η νοµοθεσία επιβάλλει).
Χρειάζεται εποµένως διεύρυνση της νοµοθεσίας στο πνεύµα που προαναφέραµε ώστε και θέσεις όχι µνηµειακές αλλά σηµαντικές να περιλαµβάνονται σ αυτήν. Αυτό όχι µόνο θα βοηθήσει στην εξεύρεση εργαλείων και µηχανισµών κυρίως χρηµατοδοτικών όµως και θεσµικών, αλλά και θα δηµιουργήσει µία άλλη αντίληψη και νοοτροπία προστασίας και διαχείρισης. 3. Επιλογή αντιπροσωπευτικών θέσεων Από τις υπάρχουσες γεωλογικές θα επιλεγούν, βάσει ορισµένων κριτηρίων (µοναδικότητα, πληρότητα, σαφήνεια, πρόσβαση, θέαση, ασφάλεια, κάλλος κλπ.) και βαρών, οι πλέον αντιπροσωπευτικοί γεώτοποι για την επιστήµη και την έρευνα, την εκπαίδευση, τον πολιτισµό και τον τουρισµό. Οι επιλεγµένες θέσεις θα είναι τέτοιες, ώστε οι µαρτυρίες της γεωλογικής ιστορίας της περιοχής να είναι εµφανείς και πλήρεις (φυσικές εµφανίσεις ή ανθρωπογενείς τοµές π.χ. σε ανοίγµατα δρόµων, λατοµεία κλπ.). Η διατήρηση των θέσεων αυτών, ανάλογα µε το σκοπό για τον οποίο πρέπει να διατηρηθούν, θα αφορά το κράτος, την τοπική αυτοδιοίκηση, τα σχολεία και την κοινωνία, ιδιαίτερα την τοπική (Theodossiou- Drandaki, 1999). Οι πλέον σηµαντικές, αντιπροσωπευτικές θέσεις για την έρευνα και την επιστήµη θα πρέπει να προστατεύονται από το κράτος µέσα από συγκεκριµένο νοµοθετικό πλαίσιο που θα αναγνωρίζει την ανάγκη διατήρησης και προστασίας γεωτόπων και θα προβλέπει το όλο σχήµα διαχείρισης καθώς και µηχανισµών και εργαλείων γι αυτούς τους σκοπούς. Οι υπόλοιπες θα είναι φροντίδα της τοπικής αυτοδιοίκησης, εθελοντικών οµάδων, συλλόγων κλπ. Το υπάρχον νοµοθετικό πλαίσιο δεν είναι ιδιαίτερα συγκεκριµένο και σαφές στο θέµα διατήρησης της γεωλογικής κληρονοµιάς και των γεωτόπων και κυρίως δεν υπάρχει καµία πρόβλεψη για την ανάγκη διαχείρισης τους, όπως φαίνεται από µια σχετική αποδελτίωση (Theodossiou-Drandaki & Foundou, 1997 και Theodossiou-Drandaki, 2004). 4. Υπάρχον νοµοθετικό πλαίσιο Πολύ συνοπτικά, οι πρώτες αναφορές στη διατήρηση γεωµορφολογικών σχηµατισµών βρίσκονται στο νόµο 856/37 για τη δηµιουργία των πρώτων πέντε εθνικών δρυµών. Στη συνέχεια µε το νόµο 1469/50 περί «τοπίων ιδιαίτερου φυσικού κάλλους» προστατεύθηκαν κάποιες σηµαντικές θέσεις (π.χ. ο στρωµατότυπος του Πικερµίου), έστω και χωρίς ιδιαίτερο φυσικό κάλλος αφού αυτός ο νόµος λειτούργησε ως κυµατοθραύστης στην καταστροφή φυσικών και πολιτιστικών µνηµείων. Η προστασία φυσικά παρέµενε στα χαρτιά και όχι σε πραγµατικά προστατευτικό καθεστώς µε µηχανισµούς διαχείρισης. Με το νόµο 996/71 και στη νέα κατηγορία προς προστασία, «φυσικά µνηµεία» περιλαµβάνονται περιοχές µε ειδική παλαιοντολογική, γεωµορφολογική και ιστορική αξία. Πρέπει να επισηµανθεί ότι οι όποιες νοµοθετικές ρυθµίσεις αναφέρονται στο γεωπεριβάλλον (το λεκτικό στους νόµους αφορά κυρίως γεωµορφολογικούς σχηµατισµούς) βρίσκονται περιθωριακά στη νοµοθεσία που αφορά τα δάση και τις αρχαιολογικές θέσεις. Για παράδειγµα µε την υπουργική απόφαση 650/83 τα σπήλαια αποτελούν προστατευτέα µνηµεία και προστατεύονται από το νόµο 5351/32 περί αρχαιοτήτων. Οι συνταγµατικές ρυθµίσεις του 1975 για το φυσικό περιβάλλον ( άρθρο 14) είχαν σα συνέπεια το νόµο 360/76 για χωροταξικό σχεδιασµό και περιβάλλον και το νόµο 1032/80 για τη δηµιουργία του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Χωροταξίας που αργότερα (1985) µετονοµάστηκε σε Υπουργείο Περιβάλλοντος, Χωροταξίας και ηµοσίων Έργων. Με το νόµο-πλαίσιο 1650/86 αναγνωρίζονται πέντε προστατευτέες κατηγορίες: περιοχές απόλυτης προστασίας, περιοχές προστασίας της φύσης, εθνικοί δρυµοί, φυσικοί σχηµατισµοί- τοπία - στοιχεία τοπίων, περιοχές οικοανάπτυξης. Στην κατηγορία φυσικοί σχηµατισµοί- τοπία - στοιχεία τοπίων περιλαµβάνονται σπήλαια, καταρράκτες, απολιθωµένα δάση, παλαιοντολογικά ευρήµατα, ή µεµονωµένα φυσικά στοιχεία µε ιδιαίτερη επιστηµονική, οικολογική ή αισθητική αξία. Ο νόµος αυτός παρότι έχει µια πιο ολοκληρωµένη προσέγγιση στις αξίες της φύσης παραµένει αόριστος στο θέµα της διατήρησης της γεωλογικής κληρονοµιάς και των γεωτόπων και η όποια αναφορά είναι ad hoc. Με την υπουργική απόφαση 33318/3028/98 που εισάγει τη οδηγία 92/43/EEC για την προστασία των οικοτόπων, της πανίδας και της χλωρίδας στην ελληνική νοµοθεσία, οι περιοχές Natura 2000 εισέρχονται στο σύστηµα και στις διαδικασίες του νόµου-πλαισίου 1650/1986. Με το νόµο 2742/99 που αναφέρεται σε σχεδιασµό, αειφόρο ανάπτυξη και άλλες διατάξεις, καταγράφεται η διαδικασία για τους συντονιστές διαχειριστικών αρχών των περιοχών Natura 2000, ενώ µε το νόµο 3044/02 (περί µεταφοράς συντελεστή δόµησης) ορίζονται 25 συντονιστές, σε αντίστοιχες περιοχές Natura 2000. Συµπληρωµατικά, µε το νόµο αυτό η Εθνική Επιτροπή Natura 2000 διευρύνεται σε Εθνική Επιτροπή για όλες τις περιοχές υπό προστασία. Η αιτιολογία ίσως είναι ότι για την καταγραφή των θέσεων
Natura λήφθηκαν υπόψη σχεδόν όλες οι θέσεις που µέχρι τότε ήταν υπό κρατική προστασία ή διεθνή αναγνώριση. Όπως είναι φανερό το συνολικό Εθνικό σχήµα διατήρησης του φυσικού περιβάλλοντος περνάει από το σχήµα Natura 2000, όπου η προσέγγιση είναι κυρίως βιοτική φύση. Εκείνο που παρατηρείται και όχι απρόσµενα, είναι ότι η λέξη γεωλογία και γενικότερα η ορολογία που αναφέρεται στη διατήρηση του γεωλογικού περιβάλλοντος λείπει σχεδόν ολοκληρωτικά από την υπάρχουσα νοµοθεσία, η όποια αναφορά είναι ελλιπής ή περιθωριακή, δεν υπάρχει συστηµατική κατηγοριοποίηση προστατευτέων γεωλογικών-γεωµορφολογικών αντικειµένων, ούτε πολύ περισσότερο µηχανισµών διαχείρισης. Ακόµα και η αναφορά στη φύση και στο περιβάλλον που σε µια προσέγγιση ολιστική συµπεριλαµβάνει την αβιοτική φύση και το µη βιοτικό περιβάλλον, µε την παραδοσιακή, στερεοτυπική σκέψη στενεύει µόνο στο βιοτικό περιβάλλον, στην έµβια φύση. Η µόνη αναφορά στην προστασία των «γεωλογικών, γεωµορφολογικών σχηµατισµών» γίνεται στη Σύµβαση για την προστασία της παγκόσµιας πολιτιστικής και φυσικής κληρονοµιάς της UNESCO, που έγινε ο νόµος του ελληνικού κράτους 1126/81. Εν τούτοις, και παρά τις συστάσεις της UNESCO για ισορροπία µεταξύ των πολιτιστικών και φυσικών περιοχών προς προστασία, στη πραγµατικότητα υπερτερούν κατά πολύ οι περιοχές πολιτιστικής κληρονοµιάς, ενώ στις θέσεις φυσικής κληρονοµιάς οι αξίες που αναφέρονται είναι κυρίως αυτές της πανίδας και της χλωρίδας. Μία άλλη σηµαντική Σύµβαση είναι αυτή της βιοποικιλότητας που έγινε νόµος του ελληνικού κράτους 2204/94. Επίσης και εδώ η φροντίδα και η πρόβλεψη είναι η βιοτική φύση. Ένας πολύ σοβαρός λόγος για τις ελλείψεις που προαναφέραµε είναι ότι παραδοσιακά δεν υπάρχουν γεωλόγοι στις επιτροπές, είτε νοµοπαρασκευαστικές, είτε σύνταξης διεθνών συµβάσεων. Η απουσία αυτή των γεωλόγων οφείλεται κυρίως στη µη συνειδητοποίηση από αυτούς έγκαιρα του σοβαρού προβλήµατος της υποβάθµισης του γεωλογικού περιβάλλοντος, της απώλειας σηµαντικών γεωλογικών θέσεων και της κατά συνέπεια εξαφάνισης σηµαντικών µαρτυριών της γεωλογικής ιστορίας του πλανήτη, του κόσµου µας. Οι επιτροπές αυτές απαρτίζονται κυρίως από βιολόγους και αρχιτέκτονες. Οι επιστήµονες και ειδικοί αυτοί συνειδητοποίησαν πολύ νωρίτερα την ανάγκη προστασίας της φύσης και του πολιτιστικού περιβάλλοντος, καθώς επίσης την έννοια της κληρονοµιάς, φυσικής ή πολιτιστικής. Ακόµη και η συνειδητοποίηση για την προστασία του γεωπεριβάλλοντος και της γεωλογικής κληρονοµιάς έγινε νωρίτερα από ανθρώπους εξοικειωµένους µε τις έννοιες της προστασίας, της διατήρησης, της κληρονοµιάς, όχι απαραίτητα γεωεπιστήµονες. Η ελληνική φύση όµως είναι ευνοηµένη µε αντιπροσωπευτικούς γεώτοπους ή µοναδικά τοπία µε µοναδικά γεωλογικά, γεωµορφολογικά και φυσιογραφικά χαρακτηριστικά. Η σηµασία και η αξία τους και η ανάγκη για ειδική µέριµνα δεν έχουν εκτιµηθεί όπως χρειάζεται. 5. Προτάσεις για τη νοµοθεσία και το χωροταξικό σχεδιασµό. H γεωλογία σαν αυταξία και η συµβολή της στον πολιτισµό, στη ζωή, στην καθηµερινότητα του ανθρώπου και στην ανάπτυξη, πρέπει να αναγνωριστεί. Η διατήρηση επίσης αντιπροσωπευτικών γεωλογικών θέσεων πρέπει να αποκτήσει προτεραιότητα και κρατική µέριµνα. Γι αυτό πρέπει να γίνεται ιδιαίτερη σχετική µνεία, σαν ιδιαίτερη αξία φυσικής κληρονοµιάς σε όλα τα µέρη της νοµοθεσίας, σε νόµους, υπουργικές αποφάσεις, διατάγµατα ή κανονισµούς που αναφέρονται στο χωροταξικό σχεδιασµό, στην ανάπτυξη, στην προστασία της κληρονοµιάς ή της φύσης. Η γεωλογική φυσική διατήρηση συµπληρώνει τα µέτρα για την οικολογική και πολιτιστική διατήρηση, τη διατήρηση της βιοποικιλότητας και της πολιτιστικής κληρονοµιάς. Άλλωστε η βιοποικιλότητα είναι πολλές φορές άρρηκτα δεµένη µε τη γεωποικιλότητα, ενώ ο πολιτισµός είναι συνδεδεµένος µε τα ορυκτά και µεταλλεύµατα µε τέτοιο τρόπο που η άνθιση πολιτισµών (π.χ. Μακεδονικός πολιτισµός, κλασσική εποχή) ή ο χαρακτηρισµός χρονολογικών εποχών (π.χ. εποχή του χαλκού, του σιδήρου) να εξαρτάται άµεσα από αυτές τις πρώτες ύλες της γης. 5.1 Η γεωλογική κληρονοµιά στο χωροταξικό σχεδιασµό Συγκεκριµένα όσον αφορά το χωροταξικό σχεδιασµό, µε την κατάρτιση νέων Ζωνών Οικιστικού Ελέγχου (ΖΟΕ) και Γενικών Πολεοδοµικών Σχεδίων (Σ.Χ.Ο.Α.Α.Π) θα πρέπει οι αρµόδιες υπηρεσίες του ΥΠΕΧΩ Ε, σε συνεργασία µε τη Γεωλογική Υπηρεσία της Χώρας, το ΙΓΜΕ δηλαδή, που ασχολείται µε την καταγραφή γεωτόπων, να καθορίσουν αντιπροσωπευτικά γεωλογικά και γεωµορφολογικά τοπία και θέσεις (γεώτοπους), που είναι δυνατόν να χαθούν ή να αλλοιωθούν από την οικιστική ανάπτυξη και γενικότερα τα αναπτυξιακά έργα. Κατά συνέπεια µε τη συγκυρία της εκπόνησης των µελετών για ΖΟΕ και ΣΧΟΑΠ, να ορισθεί το πρόβληµα και το µέγεθος του και να τεθούν οι βάσεις για την προστασία των περιοχών αυτών. Εφόσον δε µετά από τις σχετικές µελέτες αποφασισθεί ότι επιβάλλεται εξ αιτίας άλλων προτεραιοτήτων, να αποδοθούν οι θέσεις σε άλλες χρήσεις, η διαδικασία αυτή πρέπει να γίνεται αφού
προηγηθεί ειδική διαπραγµάτευση, µελέτη και σχεδιασµός. Να δίνεται η δυνατότητα της ελάχιστης διατήρησης ή ακόµη αν αυτό είναι αδύνατο, τουλάχιστον της καταγραφής, της φωτογράφησης και αρχειοθέτησης του γεώτοπου, έτσι ώστε να µην υπάρχουν κενά και ασυνέχειες στην πληροφορία της φύσης όσο αφορά τη γεωλογική ιστορία του τόπου και την ερµηνεία των τοπίων του. Ακόµη να δίνεται η δυνατότητα καταγραφής της νέας πληροφορίας που προκύπτει από την αποκάλυψη νέων µετώπων πετρωµάτων κατά την πρόοδο των τεχνικών έργων, πράγµα που θα βοηθήσει στη συµπλήρωση της γεωλογικής ιστορίας. 5.2 Η γεωλογική κληρονοµιά στο όλο σχήµα διατήρησης της φύσης Κάτι άλλο σηµαντικό που επίσης πρέπει να γίνει είναι οι όποιες θέσεις για την προστασία της φύσης που έχουν καταγραφεί µέχρι τώρα να ερευνηθούν συµπληρωµατικά από την άποψη του γεωλογικού τους ενδιαφέροντος. Συγκεκριµένα για τις θέσεις του δικτύου Natura 2000, χρειάζεται να συµπληρωθούν δεδοµένα που λείπουν ή δεν έχουν ερµηνευθεί επαρκώς (και στις σχετικές φόρµες καταγραφής), κυρίως όσο αφορά τα γεωλογικά χαρακτηριστικά και τις γεωλογικές θέσεις προς διατήρηση εντός των περιοχών Natura. Είναι χαρακτηριστική η φράση ενός µέλους της IUCN ( ιεθνής Ένωση Προστασίας της Φύσης, όπου παραδοσιακά εκπροσωπείται η έµβια φύση): «γεωλογικά σηµαντικές θέσεις περιέχουν τα τρία/τέταρτα των θέσεων παγκόσµιας φυσικής και µεικτής (φυσικής και πολιτιστικής) κληρονοµιάς» (Paul Dingwall, 2001). Κάτι ανάλογο συµβαίνει και µε τις περιοχές Natura. Πρέπει λοιπόν κάτι να γίνει προς αυτή την κατεύθυνση. Κυρίως πρέπει να στελεχωθούν οι οµάδες των ειδικών του δικτύου Natura, µε γεωεπιστήµονες που µε µια διεπιστηµονική προσέγγιση, θα συµπληρώσουν αυτό το µεγάλο ευρωπαϊκό έργο, όχι µόνο ως προς τα δεδοµένα που λείπουν αλλά θα δώσουν και µια άλλη διάσταση. Θα ερµηνεύσουν για παράδειγµα τη σχέση του οικολογικού ενδιαφέροντος σε πολλές θέσεις µε τα ειδικά γεωλογικά περιβάλλοντα, τα οποία οδήγησαν σε µικροκλιµατικές συνθήκες, που στη συνέχεια υποστήριξαν την ανάπτυξη κάποιων φυτοκοινωνιών ή δηµιούργησαν πρόσφορες συνθήκες για οικότοπους και πανίδες, κ.ο.κ. Μια τέτοια εξέλιξη στη νοµοθεσία όπως περιγράφεται στις ενότητες 5.1 και 5.2 θα δίνει τη δυνατότητα σε διάφορα κυβερνητικά όργανα και κρατικούς οργανισµούς να ασχοληθούν µε τη διατήρηση των γεωλογικών χαρακτηριστικών. Επί πλέον δε η εξέλιξη αυτή θα βοηθήσει ώστε οι σηµαντικές γεωλογικές θέσεις να συµπεριληφθούν στο Εθνικό Κτηµατολόγιο. 6. Προτεινόµενες πρωτοβουλίες για την Τοπική Αυτοδιοίκηση στο χωροταξικό σχεδιασµό της Το ζητούµενο νοµοθετικό πλαίσιο θα απαιτήσει κάποιο χρόνο, µέχρι να δηµιουργηθεί σταδιακά, να συµπεριληφθεί σε όλες τις πολιτικές και να δηµιουργήσει για τους γεώτοπους, ανάλογα µε τη σηµασία τους, καθεστώς διατήρησης, διαχείρισης, προστασίας. Η τοπική αυτοδιοίκηση πιο ευέλικτη µπορεί να δράσει πιο γρήγορα και να έχει αποτελέσµατα. Αυτό σηµαίνει βέβαια ότι ξέρει τη γεωλογική της κληρονοµιά και τις θέσεις για τις οποίες πρέπει να προβλέψει. Η τοπική αυτοδιοίκηση είναι σηµαντικός παράγων προστασίας θέσεων στην περιοχή της, µέσα από το χωροταξικό σχεδιασµό. Πολλές φορές είναι θέσεις µεγάλης αισθητικής ή εκπαιδευτικής αξίας που µπορούν να προστατευθούν από βλέψεις δόµησης, λατόµευσης, τοποθέτησης απορριµµάτων, ή δάσωση. Στην περίπτωση διαφόρων βλέψεων είναι πολύ χρήσιµη και η γνώµη της κοινωνίας, µιας κοινωνίας καλά ενηµερωµένης και δραστήριας για την καλλίτερη χρήση. Μια καλή πρόνοια ώστε οι γεώτοποι αυτοί να µην καταστρέφονται κατά τη διάρκεια διαφόρων αναπτυξιακών έργων είναι: 1. Κατ ελάχιστον οι τοπικές αρχές στο σχεδιασµό των πολιτικών τους για την ανάπτυξη στο πνεύµα της αειφορίας και το σχεδιασµό για τη διατήρηση της κληρονοµιάς, να αναφέρονται στο «να προστατεύονται από ακατάλληλη ανάπτυξη οι θέσεις γεωλογικής κληρονοµιάς». Αυτό βέβαια σηµαίνει όπως ήδη αναφέρθηκε, ότι υπάρχει η διαµορφώνεται ένας τέτοιος κατάλογος σε κάθε τοπική αρχή. Οι ενέργειες αυτές για την κληρονοµιά και ειδικά για τον χωροταξικό σχεδιασµό καθιστούν υπεύθυνη την τοπική αυτοδιοίκηση να ρυθµίσει ώστε η διατήρηση της γεωλογικής κληρονοµιάς να παρουσιαστεί όπως πρέπει µέσα στα διαχειριστικά σχέδια που αφορούν τη φυσική και πολιτιστική κληρονοµιά στην περιοχή, όπως επίσης να ενσωµατωθεί η έννοια αυτή (της διατήρησης της γεωλογικής κληρονοµιάς) και των γεωτόπων στα ανανεωµένα και ολοκληρωµένα σχέδια ανάπτυξης και χωροταξικού σχεδιασµού της περιοχής της. Αυτό είναι δύσκολο για την τοπική αυτοδιοίκηση αφού συνήθως δεν έχει γεωεπιστήµονες και πολύ λίγοι υπάλληλοι των υπηρεσιών κληρονοµιάς, διατήρησης της φύσης και χωροταξίας αν υπάρχουν, έχουν ειδική γνώση ή ειδικότητα στη γεωλογία. Το ΙΓΜΕ έχει τη γνώση, την ειδικότητα και την εµπειρία να συνεργαστεί µε την τοπική αυτοδιοίκηση σε θέµατα που σχετίζονται µε τη διατήρηση και ανάδειξη θέσεων της γεωλογικής κληρονοµιάς, των γεωτόπων-
γεωπάρκων, και τη διατύπωση σχετικών προτάσεων µε σκοπό την ανάδειξη των θέσεων αυτών ως φυσικό αγαθό για την έρευνα, την περιβαλλοντική εκπαίδευση, τον πολιτισµό και το γεωτουρισµό µε κριτήρια περιβαλλοντικά και κοινωνικοοικονοµικά για την περιοχή. Ετσι στο πλαίσιο της προγραµµατικής σύµβασης µεταξύ του Ινστιτούτου Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ) µε το ΥΠΕΣ Α και την ΚΕ ΚΕ, που στοχεύει στην παροχή επιστηµονικής συνδροµής προς τους ήµους της χώρας σε θεµατικά αντικείµενα σχετικά µε υδατικούς πόρους, γεωτεχνικές αστοχίες και περιβάλλον, αναλαµβάνει αυτή τη συνεργασία για προτάσεις σχετικές µε τη γεωλογική κληρονοµιά. Στόχος είναι να βοηθήσει την τοπική αυτοδιοίκηση να ετοιµάσει τη διάσταση γεωλογική κληρονοµιά για τα σχέδια ανάπτυξης και διατήρησης της φύσης και της κληρονοµιάς στην περιοχή. Επίσης να προτείνει δράσεις και πρωτοβουλίες που να αναδεικνύουν τη σωστή χρήση της γεωλογικής και µεταλλευτικής κληρονοµιάς για το καλό της περιοχής, των τοπικών κοινωνιών και όλων των ενδιαφεροµένων. 2. Επειδή κατά τη διάρκεια µεγάλων εκσκαφών δηµιουργείται νέα γεωλογική πληροφορία που αν αξιοποιηθεί προσθέτει γνώση ή λύνει ζητήµατα στην τοπική ή τη γενικότερη γεωλογική ιστορία καλό είναι το ΙΓΜΕ, ως Γεωλογική Υπηρεσία της χώρας, που λειτουργεί σα κέντρο συλλογής αυτής της πληροφορίας να έχει ενηµέρωση από την Τοπική Αυτοδιοίκηση, για κάθε σηµαντική εκσκαφή που πρόκειται να γίνει ώστε να παίρνει κατά το δυνατόν τα κατάλληλα µέτρα. συλλογής, καταγραφής, µελέτης και αξιοποίησης της πληροφορίας. Στις περιοχές ενεργούς εξόρυξης πρέπει να γίνεται προσπάθεια να καταγράφεται το χαρακτηριστικό επιστηµονικού ενδιαφέροντος που χάνεται, αλλά επίσης να γίνει διαπραγµάτευση ώστε να διατηρηθούν κάποια νέα χαρακτηριστικά αναφοράς για τις ανάγκες της τωρινής και µελλοντικής έρευνας και εκπαίδευσης, που αποκαλύπτονται λόγω της εκµετάλλευσης. Κάποια από τα χαρακτηριστικά αυτά µπορεί να είναι µοναδικά για την ερµηνεία ιδεών, θεωριών κλπ. Στην περίπτωση αυτή η επίβλεψη από γεωδιατηρητή από τα αρχικά στάδια µπορεί να καθορίσει θέσεις προς διατήρηση ή άλλη χρήση. 3. Στα υπάρχοντα µεταλλεία, λατοµεία προς αποκατάσταση να συµµετέχει η µονάδα γεωλογικής κληρονοµιάς του ΙΓΜΕ ώστε να αναδεικνύονται ενδεχόµενες θέσεις γεωλογικής κληρονοµιάς προς διατήρηση και ενδεχόµενη διαχείριση. Η ρύθµιση αυτή πρέπει να προβλέπεται και στο λατοµικό και µεταλλευτικό κώδικα. Είναι παράδοξο οι θέσεις αυτές που εξορύσσονται για τα γεωλογικά και µεταλλευτικά υλικά να µην ανταποδίδουν στην επιστήµη της γεωλογίας και γενικότερα στη γνώση κάτι σχετικό µε αυτήν την επιστήµη και γνώση. Οι αποκαταστάσεις, κυρίως στην Ελλάδα, δεν έχουν σαν προτεραιότητα και τη λειτουργία της πληροφορίας της φύσης στα θέµα τα της γεωλογίας όπως θα ήταν λογικό. Στόχος είναι οι προτάσεις αυτές που αφορούν θέσεις και τοποθεσίες των δηµοτικών διαµερισµάτων και δήµων, να συµπεριληφθούν στα αναπτυξιακά σχέδια της περιφερειακής αυτοδιοίκησης, καθώς και στο σχεδιασµό διαχειριστικών σχεδίων για τη διατήρηση της φύσης και κληρονοµιάς. Οι προβλέψεις αυτές θα βοηθήσουν ώστε γεώτοποι υψηλής αξίας από την άποψη της επιστήµης, της εκπαίδευσης, της παιδείας γενικότερα, του τουρισµού και της αναψυχής να µπορέσουν να προστατευθούν µέσα από τους χωροταξικούς σχεδιασµούς της τοπικής αυτοδιοίκησης, σε περιπτώσεις ενδεχόµενων ασύµβατων χρήσεων και του µεγάλου φάσµατος πιέσεων για γη ιδιαίτερα στις πόλεις. Με αυτόν τον τρόπο εξασφαλίζεται ώστε οι θέσεις τοπικής, περιφερειακής, εθνικής σηµασίας συµπεριλαµβάνονται στους σχεδιασµούς της περιφερειακής και τοπικής αυτοδιοίκησης, υπάρχουν σε κάποιο τοπικό χωροταξικό σχεδιασµό και λαµβάνονται υπόψη από τα αντίστοιχα γραφεία χωροταξίας. Αυτό θα βοηθήσει να µη καταστραφούν µέχρι τη δηµιουργία από το κράτος του ειδικού νοµοθετικού πλαισίου και τη σταδιακή ενσωµάτωση αυτών των εννοιών στη νοµοθεσία χωροταξικού σχεδιασµού, διατήρησης της φύσης και της κληρονοµιάς στο σύνολο της. 7. Συστάσεις του Συµβουλίου της Ευρώπης προς τα κράτη µέλη για τη διατήρηση της γεωλογικής κληρονοµιάς. Σε σχέση µε όσα αναφέρθηκαν ανωτέρω, παρατίθενται αποσπάσµατα πρόσφατης απόφασης (Συµβούλιο της Ευρώπης, 5.5.2004) της Επιτροπής Υπουργών του Συµβουλίου της Ευρώπης, η οποία: Αναγνωρίζοντας ότι η γεωλογική κληρονοµιά αποτελεί µια φυσική κληρονοµιά µε επιστηµονική, πολιτιστική, αισθητική, οικονοµική αξία, αξία τοπίου και αυταξία και πρέπει να διατηρηθεί και να κληροδοτηθεί στις µελλοντικές γενιές. Αναγνωρίζοντας το σηµαντικό ρόλο της γεωλογικής-γεωµορφολογικής διατήρησης στη διατήρηση του χαρακτήρα πολλών ευρωπαϊκών τοπίων Αναγνωρίζοντας ότι η διατήρηση και διαχείριση της γεωλογικής κληρονοµιάς πρέπει να ενσωµατωθεί από τις κυβερνήσεις στους εθνικούς στόχους και προγράµµατα. Συστήνει στις κυβερνήσεις των κρατών µελών:
Να καταγράψουν στην επικράτεια τους περιοχές ιδιαίτερου γεωλογικού ενδιαφέροντος, η διατήρηση και διαχείριση των οποίων θα συµβάλει στην προστασία και εµπλουτισµό της Εθνικής και Ευρωπαϊκής γεωλογικής κληρονοµιάς. Σ αυτό το πλαίσιο, να λάβουν υπόψη υπάρχοντες οργανισµούς και υπάρχοντα προγράµµατα γεωδιατήρησης. Να ενδυναµώσουν υπάρχοντα νοµικά εργαλεία ή να αναπτύξουν καινούρια, για να προστατεύσουν περιοχές ιδιαίτερου γεωλογικού ενδιαφέροντος και κινητές αξίες γεωλογικής κληρονοµιάς, κάνοντας πλήρη χρήση υπαρχόντων διεθνών συµβάσεων. Να διαθέτουν ανάλογες οικονοµικές πηγές να υποστηρίξουν τα προτεινόµενα ανωτέρω. Συµπεράσµατα Όπως είναι φανερό από όσα αναφέρθηκαν, η διατήρηση της γεωλογικής-γεωµορφολογικής κληρονοµιάς έχει κάνει τα πρώτα αλλά σηµαντικά βήµατα στη χώρα µας. Συστηµατική προσπάθεια και συντονισµένες δραστηριότητες χρειάζονται ακόµη ώστε: 1. Να συµπληρωθεί και να τελειοποιηθεί σε εύλογο χρόνο η συστηµατική έρευνα και καταγραφή των γεωτόπων. Αυτή η έρευνα απαιτεί τη χρηµατοδότηση του κράτους, δεν µπορεί να στηριχτεί µόνο σε εθελοντικές πρωτοβουλίες. Σηµαντικές θέσεις µπορεί να καταστραφούν αν δεν ληφθούν σύντοµα κάποια συντονισµένα µέτρα. Σωστό είναι οι πιο αντιπροσωπευτικές γεωλογικές θέσεις να συµπεριληφθούν στο Εθνικό κτηµατολόγιο. Μια τέτοια εξέλιξη θα είναι µία καλή λύση για την προστασία σηµαντικών γεωτόπων. 2. Να συµπληρωθεί, διευρυνθεί το νοµοθετικό πλαίσιο µε τα θέµατα διατήρησης της γεωλογικής κληρονοµιάς. Το µέχρι τώρα ισχύον νοµοθετικό πλαίσιο αναφέρεται κυρίως σε τοπία ιδιαίτερου φυσικού κάλλους ή θέσεις µνηµειακού χαρακτήρα, η αντίληψη όµως για τη διατήρηση της γεωλογικής κληρονοµιάς είναι πολύ ευρύτερη. Οι γεωλογικές θέσεις προς διατήρηση, οι γεώτοποι, πρέπει επίσης να λαµβάνονται υπόψη στο χωροταξικό σχεδιασµό και στη διαχείριση χρήσεων γης, ενώ µερικές σηµαντικές θέσεις πρέπει να προστατεύονται από το κράτος. 3. Στο δίκτυο των ήδη υπό προστασία και διαχείριση περιοχών, π.χ. Natura, πρέπει να συµπληρωθεί η διάσταση που αφορά τη γεωλογία και τη σχέση της µε τις διάφορες µορφές διατήρησης (οικολογική, αρχαιολογική κλπ.). Ακόµη να καταγραφούν οι γεώτοποι µέσα σ αυτές τις υπό προστασία περιοχές. Έτσι θα εµπλουτιστούν και θα συµπληρωθούν οι αξίες που προστατεύονται εκεί, ενώ θα φωτιστεί καλλίτερα η ερµηνεία τους. 4. Η τοπική αυτοδιοίκηση µπορεί να παίξει ένα σηµαντικό ρόλο στη διατήρηση της γεωλογικής κληρονοµιάς µέσα από τοπικά σχέδια που αφορούν χωροταξία, διατήρηση της φύσης, διατήρηση της κληρονοµιάς. 5. Οι αποφάσεις της Επιτροπής Υπουργών του Συµβουλίου της Ευρώπης δηµιουργούν ένα θετικό κλίµα για την επίτευξη της διατήρησης της γεωλογικής κληρονοµιάς στην Ευρώπη. Χρειάζεται δουλειά για να εντάξουµε τη γεωλογία σε ένα ευρύτερο περιβαλλοντικό και πολιτιστικό πλαίσιο αλλά δεν πρέπει να αγνοείται ότι η γεωλογία είναι η υποδοµή του κόσµου µας. Βιβλιογραφία Theodossiou-Drandaki I., 1998: The Natural environment in urban areas. Special Issue «Geological heritage of Europe» Geologica Balcanica (I. Zagorchev and R. Nakov, Sp. Eds), 28. 3-4, 143-152. Θεοδοσίου- ρανδάκη Ειρ., 2002: Σκέψεις για την πολιτική σχετικά µε τη γεωλογική κληρονοµιά στην Ελλάδα. Πρακτικά 3 ου ιεθνούς Συµποσίου διαχείριση προστατευόµενων περιοχών και µνηµείων της φύσης. Μυτιλήνη 13-15.7.1998, 47-54. Θεοδοσίου- ρανδάκη Ειρ., 2001α: Γεωδιατήρηση και Ευρωπαϊκή Ενωση. Πρακτικά 2 ου ιεθνούς Συµποσίου, Μνηµεία της φύσης και γεωλογική κληρονοµιά, Μόλυβος 30.6-2.7.1997, 21-27. Ishchenco et al, 1998: a first attempt at a Geosites framework for Europe- an IUGS initiative to support recognition of World Heritage and European Geodiversity. Special Issue «Geological heritage of Europe» Geologica Balcanica(I. Zagorchev and R. Nakov, Sp. Eds), 28. 3-4, 5-47. Θεοδοσίου- ρανδάκη Ειρ., 2001β: Γεωλογικό πλαίσιο για την επιλογή γεωτόπων σύµφωνα µε τις προδιαγραφές της ιεθνούς Ενωσης Γεωεπιστηµών (IUGS) και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη διατήρηση της γεωλογικής-γεωµορφολογικής κληρονοµιάς (ProGEO). 1 η φάση, ετοιµασία ενός πρώτου πλαισίου σε επίπεδο χώρας. Πρακτικά 9 ου ιεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρείας, τόµ. XXXIV/2, 795-802. Θεοδοσίου- ρανδάκη Ειρ., Παπαδοπούλου-Βρυνιώτη Κ., Μαρκοπούλου- ιακαντώνη Α., 2001: γεωλογικό πλαίσιο για την επιλογή γεωτόπων σύµφωνα µε τις προδιαγραφές της ιεθνούς Ενωσης Γεωεπιστηµών (IUGS) και της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη διατήρηση της γεωλογικής-γεωµορφολογικής κληρονοµιάς (ProGEO). 2 η φάση, άνοιγµα µιας συζήτησης στη χώρα, δηµοσίευση του πλαισίου, βελτίωση-
συµπλήρωση του πλαισίου. Πρακτικά 9 ου ιεθνούς Συνεδρίου Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρείας, τόµ. XXXIV/2, 803-810. Theodossiou-Drandaki I., Nakov R., Wimbledon W.A.P., Serjani A., Neziraj A., Hallaci H., Sijaric G., Begovic P., Petrussenko Sv., Tchoumatchenco Pl., Todorov T., Zagorchev I., Antonov M., Sinnyovski D., Diakantoni A., Fassoulas Ch., Fermeli G., Galanakis D., Koutsouveli A., Livaditi A., Papadopoulou K., Paschos P., Rassiou A., Skarpelis N., Zouros N., Grigorescu D., Andrasanu Al., Hlad Br., Herlec U., Kazanci N., Saroglu F., Dogan A., Inaner H., Dimitrijevic M., Gavrilovic D., Krstic B., Mijovic D., 2002: IUGS Geosites project progress - a first attempt at a common framework list for South Eastern European Countries. Proceedings under printing of the Conference Natural and Cultural landscapes: the geological foundation, Dublin, Ireland - September 9 11/9/02, 81-89. Μπορνόβας Ι., 1999: The Natural Monuments of Greece. Εκδ. Κάκτος, 347. Βελιτζέλος Ε., Μουντράκης., Ζούρος Ν., Σουλακέλλης Ν., 2002: Άτλας γεωλογικών µνηµείων της Ελλάδας. Υπ. Αιγαίου, 351. Theodossiou-Drandaki I., 1999: No Conservation without Education. Proceedings 3rd international symposium of ProGEO: towards the balanced management and conservation of the geological heritage in the new millennium, 2 nd volume. Madrid, 23-25.11.1999, 111-125. Theodossiou-Drandaki I. & Foundou Chr., 1997 : Geoconservation within the framework of the nature conservation in Greece. Proceedings of the international symposium on engineering geology and the environment (IAEG), Athens 23-27 June 1997, 3015-3019. Theodossiou-Drandaki I., 2004: Geological Heritage conservation in Europe. Εθνική συµµετοχή στο εγχειρίδιο της ProGEO, υπό έκδοση. Dingwall P., 2001: Carved in earth and stone. Magazine World Conservation 2/2001, 15-16. Συµβούλιο της Ευρώπης, 2004: απόφαση Επιτροπής Υπουργών Συµβουλίου της Ευρώπης περί συστάσεων για τη διατήρηση της γεωλογικής κληρονοµιάς και περιοχών ιδιαίτερου γεωλογικού ενδιαφέροντος. Πρακτικά Συµβουλίου Ευρώπης 5.5.2004.