ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ Βρυξέλλες, 13.5.2015 COM(2015) 198 final ΕΚΘΕΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ Έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο, σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 για την ευρωπαϊκή τυποποίηση, σχετικά με τον αντίκτυπο της διαδικασίας που ορίζει το άρθρο 10 του ίδιου κανονισμού στο χρονοδιάγραμμα της υποβολής αιτημάτων τυποποίησης EL EL
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Σύμφωνα με το άρθρο 25 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση («κανονισμός για την τυποποίηση) 1 : Έως 2ης Ιανουαρίου 2015, η Επιτροπή αξιολογεί τον αντίκτυπο της διαδικασίας που ορίζει το άρθρο 10 του παρόντος κανονισμού για το χρονοδιάγραμμα της υποβολής αιτημάτων τυποποίησης. Η Επιτροπή παρουσιάζει τα συμπεράσματά της σε έκθεση προς το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο. Η έκθεση συνοδεύεται, οσάκις ενδείκνυται, από νομοθετική πρόταση για την τροποποίηση του παρόντος κανονισμού. Η παρούσα έκθεση εκπονήθηκε ως απάντηση στο εν λόγω άρθρο 25. 2. ΕΥΡΩΠΑΪΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΤΕΑ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΤΥΠΟΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΗΣ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΤΗΣ ΈΝΩΣΗΣ 2.1. Ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης Από τη δεκαετία του 1980, οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης (ΕΟΤ) έχουν διαδραματίσει σημαντικό και ευρέως αναγνωρισμένο ρόλο στην εναρμόνιση των εθνικών προτύπων στις χώρες της ΕΕ/ΕΖΕΣ και στην υποστήριξη για τη δημιουργία της ενιαίας αγοράς. Αυτή η αναγνώριση είχε κατ αρχάς επιβεβαιωθεί από την οδηγία 83/189/ΕΟΚ 2 και στη συνέχεια από τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές για τη συνεργασία μεταξύ της Επιτροπής και των ΕΟΤ, που υπογράφηκε το 1984 και αναθεωρήθηκε το 2003 3. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Τυποποίησης (CEN), η Ευρωπαϊκή Επιτροπή Ηλεκτροτεχνικής Τυποποίησης (CENELEC) και το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τηλεπικοινωνιακών Προτύπων (ETSI) είναι οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί τυποποίησης (ΕΟΤ) που αναγνωρίζονται από τον κανονισμό για την τυποποίηση. Θεσπίζουν, σε εθελοντική βάση, ευρωπαϊκά πρότυπα και παραδοτέα ευρωπαϊκής τυποποίησης με σκοπό να ορίσουν προαιρετικές τεχνικές ή ποιοτικές προδιαγραφές με τις οποίες μπορούν να συμμορφώνονται τα σημερινά ή τα μελλοντικά προϊόντα, διαδικασίες παραγωγής ή υπηρεσίες. Το κύριο χαρακτηριστικό του ευρωπαϊκού συστήματος τυποποίησης είναι ότι η Επιτροπή μπορεί να ζητήσει από τους ΕΟΤ να καταρτίσουν ένα ευρωπαϊκό πρότυπο ή ένα παραδοτέο ευρωπαϊκής τυποποίησης για προϊόντα ή υπηρεσίες με σκοπό την υποστήριξη της νομοθεσίας και των πολιτικών της Ένωσης. Η νομική βάση ήταν συνήθως η οδηγία 98/34/ΕΚ και η συμφωνία συνεργασίας με τους ΕΟΤ, ενώ σήμερα είναι ο κανονισμός για την τυποποίηση. Το 20 % περίπου όλων των ευρωπαϊκών προτύπων και παραδοτέων της ευρωπαϊκής 1 Κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 25ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, την τροποποίηση των οδηγιών του Συμβουλίου 89/686/ΕΟΚ και 93/15/ΕΟΚ και των οδηγιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου 94/9/ΕΚ, 94/25/ΕΚ, 95/16/ΕΚ, 97/23/ΕΚ, 98/34/ΕΚ, 2004/22/ΕΚ, 2007/23/ΕΚ, 2009/23/ΕΚ και 2009/105/ΕΚ και την κατάργηση της απόφασης 87/95/ΕΟΚ του Συμβουλίου και της απόφασης αριθ. 1673/2006/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, ΕΕ L 316 της 14.11.2012, σ. 12-33. 2 Οδηγία 83/189/ΕΟΚ του Συμβουλίου, της 28ης Μαρτίου 1983, για την καθιέρωση μιας διαδικασίας πληροφόρησης στον τομέα των τεχνικών προτύπων και προδιαγραφών - η οδηγία 98/34/ΕΚ αποτελεί κωδικοποίηση της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ και των τροποποιήσεών της, ΕΕ L 204 της 21.7.1998. 3 EE C 91 της 16.4.2003. 1
τυποποίησης είναι το αποτέλεσμα τέτοιων αιτημάτων της Επιτροπής, ενώ το υπόλοιπο 80 % προκύπτουν άμεσα από προτάσεις της βιομηχανίας ή άλλων ενδιαφερόμενων μερών του τομέα της τυποποίησης. 2.2. Αίτημα τυποποίησης πριν από την έκδοση του κανονισμού για την τυποποίηση Το άρθρο 6 της οδηγίας 83/189/ΕΟΚ (που αντικαταστάθηκε αργότερα από την οδηγία 98/34/ΕΚ 4 ) έδινε τη δυνατότητα στην Επιτροπή να υποβάλει «προτάσεις που αποσκοπούν στην εξάλειψη των υφιστάμενων ή προβλεπόμενων εμποδίων κατά τις συναλλαγές» και στο πλαίσιο αυτό «να καλέσει τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης να καταρτίσουν ένα ευρωπαϊκό πρότυπο μέσα σε μια καθορισμένη προθεσμία». Πριν από την έκδοση τέτοιων αιτημάτων τυποποίησης, η Επιτροπή θα έπρεπε να ζητήσει τη γνώμη της μόνιμης επιτροπής του άρθρου 5 (της επιτροπής της οδηγίας 98/34) την οποία αποτελούσαν εκπρόσωποι που διορίζονταν από τα κράτη μέλη. Αυτή ήταν η μόνη νομική απαίτηση. Το καθεστώς για τα αιτήματα τυποποίησης όπως οριζόταν από την οδηγία 83/189/ΕΟΚ και, αργότερα, από την οδηγία 98/34/ΕΚ, αφορούσε μόνο την τυποποίηση προϊόντων. Δεν όριζε ρητώς ούτε το περιεχόμενο του εκάστοτε αιτήματος ούτε τη νομική του μορφή, και δεν εξηγούσε τον τρόπο με τον οποίο θα έπρεπε να ζητείται η γνώμη των ΕΟΤ και άλλων ενδιαφερομένων κατά την κατάρτισή του. Το σχέδιο του αιτήματος τυποποίησης υποβαλλόταν για γνωμοδότηση, σε τρεις γλώσσες (DE/EN/FR), στη μόνιμη επιτροπή, συνήθως αφού είχε συζητηθεί στην οικεία τομεακή επιτροπή ή ομάδα εργασίας που είχε συγκροτηθεί με βάση την οικεία τομεακή νομοθεσία, και μετά από διαβούλευση με τους ΕΟΤ και άλλους σχετικούς ενδιαφερόμενους φορείς. Η μόνιμη επιτροπή είχε μόνο συμβουλευτικό χαρακτήρα και η γνώμη της δεν ήταν δεσμευτική για την Επιτροπή. Η διαβούλευση διεξαγόταν είτε σε συνεδρίαση, είτε με γραπτή διαδικασία που διαρκούσε 4 έως 6 εβδομάδες, ώστε να μπορούν να υποβάλουν παρατηρήσεις τα μέλη της επιτροπής. Στη συνέχεια, η Επιτροπή οριστικοποιούσε το αίτημά της ανεξάρτητα, βάσει των παρατηρήσεων που λάμβανε, και κοινοποιούσε το τελικό αίτημα στους ΕΟΤ 2 έως 5 μήνες μετά τη διαβούλευση. Συνήθως δεν οριζόταν προθεσμία στους ΕΟΤ για να ανταποκριθούν σε αίτημα για πρότυπο. Αιτήματα τυποποίησης δεν υποβάλλονταν μόνο για να ζητηθεί η ανάπτυξη προτύπων, αλλά και για να ξεκινήσουν μελέτες σκοπιμότητας ή άλλες προ-τυποποιητικές εργασίες που δεν οδηγούν άμεσα στην έγκριση ευρωπαϊκών προτύπων. 2.3. Αίτημα τυποποίησης ως εκτελεστική πράξη Ο κανονισμός για την τυποποίηση καθορίζει αναθεωρημένους κανόνες όσον αφορά τα αιτήματα ευρωπαϊκών προτύπων και παραδοτέων ευρωπαϊκής τυποποίησης για προϊόντα και υπηρεσίες για τη στήριξη της νομοθεσίας και των πολιτικών της Ένωσης. Η κύρια αλλαγή είναι ότι, σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2 του κανονισμού, ζητείται η γνώμη της επιτροπής του άρθρου 22 (επιτροπή προτύπων) και εφαρμόζεται η διαδικασία εξέτασης που προβλέπεται στο άρθρο 5 του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011 5. Ως εκ τούτου, η γνώμη της 4 ΕΕ L 204 της 21.7.1998, σ. 37. 5 Κανονισμός του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου για τη θέσπιση κανόνων και γενικών αρχών σχετικά με τους τρόπους ελέγχου από τα κράτη μέλη της άσκησης των εκτελεστικών αρμοδιοτήτων από την Επιτροπή, ΕΕ L 55 της 28.2.2011, σ. 13. 2
επιτροπής είναι δεσμευτική και στη συνέχεια εγκρίνεται αίτημα τυποποίησης από την Επιτροπή ως εκτελεστική πράξη (εκτελεστική απόφαση της Επιτροπής). Στην πρόταση κανονισμού σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση [COM(2011)315 6 ] η Επιτροπή είχε προτείνει τη διατήρηση του ανεπίσημου χαρακτήρα των αιτημάτων τυποποίησης καθώς και των διαβουλεύσεων που περιγράφονται στην οδηγία 98/34/ΕΚ. Οι συννομοθέτες, ωστόσο, αποφάσισαν διαφορετικά: κατά την έκδοση αιτημάτων τυποποίησης, τα κράτη μέλη θα πρέπει να διατηρούν τον έλεγχο όσον αφορά τις εκτελεστικές αρμοδιότητες της Επιτροπής μέσω της διαδικασίας εξέτασης του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 182/2011. Για να αντιμετωπιστούν οι ανησυχίες σχετικά με την επίπτωση της νέας διαδικασίας εξέτασης στο χρονοδιάγραμμα υποβολής αιτήματος τυποποίησης, το άρθρο 25 απαιτεί να την αξιολογήσει η Επιτροπή έως τις 2 Ιανουαρίου 2015. 3. ΑΝΑΛΥΣΗ 3.1. Αντίκτυπος του κανονισμού για την τυποποίηση Αν και η συνολική διαδικασία προγραμματισμού, προετοιμασίας, διαβούλευσης και έγκρισης, όπως προβλέπεται στο άρθρο 8, στο άρθρο 10 παράγραφοι 1-2 και στο άρθρο 12 είναι αρκετά διαφορετική από τη διαδικασία που ορίζεται από την οδηγία 98/34/ΕΚ, οι αλλαγές μέχρι σήμερα ήταν διαχειρίσιμες. Πράγματι, πριν ακόμη αρχίσει η εφαρμογή του κανονισμού για την τυποποίηση, η Επιτροπή είχε ήδη αποφασίσει ποιες θα ήταν οι δικές της δεσμεύσεις για τον προγραμματισμό των μελλοντικών αιτημάτων (μέσω σχεδίων δράσης ή κυλιόμενων προγραμμάτων) και για τη δημοσίευση των εν λόγω πληροφοριών, ενώ είχε καθορίσει αρχές για διαβούλευση με τους ΕΟΤ, τους τομεακούς εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και με όλα τα συναφή ενδιαφερόμενα μέρη πριν από τη διαβούλευση με τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της επιτροπής της οδηγίας 98/34. Ο κανονισμός για την τυποποίηση κυρίως επέβαλε τις προηγουμένως μη ρυθμιζόμενες πρακτικές. Το άρθρο 12 για το σύστημα κοινοποίησης είναι η μόνη σημαντική καινοτομία, που επιτρέπει την πρόσβαση του κοινού σε όλα τα σχέδια αιτημάτων. Ο κανονισμός για την τυποποίηση, ωστόσο, θέτει υψηλότερα πρότυπα για την Επιτροπή όταν χρησιμοποιεί την ευρωπαϊκή τυποποίηση ως μέσο άσκησης πολιτικής για τη στήριξη των πολιτικών της Ένωσης. Με δυο λόγια, ο κανονισμός για την τυποποίηση προκαλεί τις ακόλουθες άμεσες και έμμεσες συνέπειες: Σύμφωνα με το άρθρο 8, η Επιτροπή πρέπει να ορίσει τα σχέδιά της σχετικά με νέα αιτήματα τυποποίησης στο ετήσιο πρόγραμμα εργασιών της Ένωσης για την ευρωπαϊκή τυποποίηση. Αυτό σημαίνει ότι το σύνηθες χρονικό διάστημα για την προετοιμασία των αιτημάτων είναι γενικά περισσότερο από 12 μήνες, ανεξάρτητα από τον τρόπο διαβούλευσης με την επιτροπή προτύπων στο τέλος της διαδικασίας. Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 2, πρέπει να ζητείται η γνώμη τομεακών εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών, των ΕΟΤ και των ευρωπαϊκών οργανώσεων ενδιαφερομένων που λαμβάνουν χρηματοδότηση από την Ένωση σύμφωνα με τον 6 COM(2011) 315 final της 1.6.2011. 3
κανονισμό για την τυποποίηση, κατά το στάδιο προετοιμασίας ενός αιτήματος τυποποίησης. Αυτό γινόταν συνήθως και πριν αλλά όχι συστηματικά και χωρίς νομικές υποχρεώσεις. Σύμφωνα με το άρθρο 12, κατά την προπαρασκευαστική φάση, η Επιτροπή πρέπει να υποβάλει σχέδια αιτημάτων, τα οποία να είναι διαθέσιμα σε όλους τους ενδιαφερομένους, ακόμη και σε όσους δεν αναφέρονται στο άρθρο 10 παράγραφος 2, με χρήση του διαδικτυακού συστήματος κοινοποίησης. Σύμφωνα με τους κανόνες και τις διαδικασίες της επιτροπής για τα πρότυπα, ο πρόεδρός της πρέπει να ενημερώσει την Επιτροπή, πριν καταθέσει τη γνώμη της επιτροπής προτύπων, σχετικά με τις γνώμες των τομεακών εμπειρογνωμόνων από τα κράτη μέλη κατά την προπαρασκευαστική φάση. Σύμφωνα με το άρθρο 10 παράγραφος 3, οι ΕΟΤ πρέπει να αναφέρουν σε ένα μήνα από τη στιγμή που έχουν λάβει αίτημα, αν το αποδέχονται. Η απαίτηση αυτή οδηγεί σε ανάγκη αποτελεσματικής και συνεχούς επικοινωνίας μεταξύ της Επιτροπής και των ευρωπαϊκών οργανισμών τυποποίησης κατά τη διάρκεια του σταδίου της προετοιμασίας ενός αιτήματος. Τέλος, επειδή το αίτημα τυποποίησης εκδίδεται ως εκτελεστική πράξη μετά από εντατικές διαβουλεύσεις, προγραμματισμό και συζητήσεις, το εν λόγω αίτημα θα πρέπει να γίνεται δεκτό (ή να απορρίπτεται) άνευ όρων από τους ΕΟΤ, δηλαδή η επιλεκτική αποδοχή μόνο ορισμένων τμημάτων του αιτήματος δεν είναι πλέον δυνατή. Στο παρελθόν, ήταν σύνηθες να γίνονται δεκτά τα αιτήματα της Επιτροπής υπό όρους ή μόνο εν μέρει δεκτά από τους ΕΟΤ βάσει των διαθέσιμων χρηματοοικονομικών πόρων ή άλλων συμφερόντων, επειδή η γνώμη των μελών των ΕΟΤ ζητούνταν πολλές φορές μόνο μετά την επίσημη παραλαβή του τελικού αιτήματος. Η ανακοίνωση με τίτλο «Ένα στρατηγικό όραμα για τα ευρωπαϊκά πρότυπα: Προχωρώντας προς τα εμπρός για την ενίσχυση και την επιτάχυνση της βιώσιμης ανάπτυξης της ευρωπαϊκής οικονομίας έως το 2020» 7, η οποία εγκρίθηκε από την Επιτροπή σε συνδυασμό με την πρόταση κανονισμού σχετικά με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, ορίζει τη βελτίωση της ταχύτητας της ευρωπαϊκής τυποποίησης ως έναν από τους στρατηγικούς στόχους. Για την τυποποίηση που ζητά η Επιτροπή, ο υπολογισμός της ταχύτητας περιλαμβάνει επίσης τον συνολικό χρόνο που καταναλώνει η ίδια η Επιτροπή κατά την προετοιμασία ενός αιτήματος τυποποίησης. Επομένως, υπάρχει αυξημένη ανάγκη για αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των ΕΟΤ, της Επιτροπής, των εμπειρογνωμόνων των κρατών μελών και των ενδιαφερόμενων μερών στο πλαίσιο των νέων κανόνων, ώστε να διασφαλιστεί ότι η πλήρης ακολουθία των απαιτούμενων βημάτων στη διαδικασία μπορεί να ολοκληρωθεί σε εύθετο χρόνο. Επομένως, η διαβούλευση με τα κράτη μέλη στο πλαίσιο της επιτροπής προτύπων δεν προκαλεί στένωση ή καθυστέρηση στη διαδικασία σε σύγκριση με την προηγούμενη πρακτική 8, με βάση τις μέχρι σήμερα εμπειρίες, όταν λαμβάνεται υπόψη ο συνολικός χρόνος που δαπανάται για την προετοιμασία ενός αιτήματος τυποποίησης. 7 COM(2011) 311 final της 1.6.2011. 8 Ο ελάχιστος επιτρεπόμενος χρόνος για διαβούλευση με την εν λόγω επιτροπή είναι δύο εβδομάδες. Στην πράξη δίνονται 4 έως 6 εβδομάδες. 4
Αυτό ισχύει υπό τον όρο ότι το στάδιο προγραμματισμού και η διαβούλευση με τους ΕΟΤ, με τους κατά τομέα εμπειρογνώμονες των κρατών μελών και με όλους τους συναφείς ενδιαφερόμενους παράγοντες έχουν γίνει σωστά και έχει εξασφαλιστεί επίσης η θετική γνώμη της επιτροπής προτύπων. Θετική γνώμη συνεπάγεται επίσης ότι το σχέδιο αιτήματος της Επιτροπής που υποβλήθηκε στη διαδικασία εξέτασης εγκρίνεται χωρίς τροποποιήσεις ή με ορισμένες ήσσονος σημασίας προσαρμογές μόνον για την ταχύτερη κοινοποίηση στους ΕΟΤ. Σε σύγκριση με την παλαιότερη πρακτική, μόνο μια αρνητική γνώμη της επιτροπής προτύπων θα προκαλούσε επιπλέον καθυστέρηση αρκετών μηνών. Ωστόσο, σε σχέση με τις πρωτοβουλίες τυποποίησης σύμφωνα με την οδηγία 2001/95/ΕΚ για τη γενική ασφάλεια των προϊόντων 9 (που υπόκεινται στην κανονιστική διαδικασία με έλεγχο), ο κανονισμός (ΕΕ) αριθ. 1025/2012 πρόσθεσε ένα επιπλέον επίπεδο, το επίπεδο της επίσημης απόφασης της Επιτροπής σύμφωνα με τους κανόνες της επιτροπολογίας, επειδή, αφού εγκριθούν οι απαιτήσεις ασφάλειας που πρέπει να πληρούν τα ευρωπαϊκά πρότυπα με απόφαση της Επιτροπής, σύμφωνα με την οδηγία 2001/95/ΕΚ, το αντίστοιχο αίτημα τυποποίησης πρέπει να εγκριθεί εκ νέου με νέα απόφαση της Επιτροπής σύμφωνα με τον κανονισμό για την τυποποίηση (με τη διαδικασία εξέτασης). Η Επιτροπή έχει ήδη επισημάνει το πρόβλημα και η τρέχουσα πρόταση κανονισμού για την ασφάλεια των καταναλωτικών προϊόντων 10 αποσκοπεί να απλουστεύσει τη διαδικασία και να την ευθυγραμμίσει με τον κανονισμό (ΕΕ) αριθ. 1025/2012. Επιπλέον, το άρθρο 10 του κανονισμού για την τυποποίηση αποκλείει σαφώς προπαρασκευαστικές ή βοηθητικές εργασίες σε σχέση με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, όπως μελέτες σκοπιμότητας, διότι οι ενέργειες αυτές ποτέ δεν οδηγούν αυτόματα στην έκδοση ευρωπαϊκών προτύπων ή παραδοτέων ευρωπαϊκής τυποποίησης κατά την έννοια του άρθρου 10 παράγραφος 1. Στο παλαιό σύστημα τέτοιες ενέργειες κινούνταν από την Επιτροπή με την υποβολή αιτημάτων τυποποίησης, αλλά στο πλαίσιο του κανονισμού για την τυποποίηση αυτό δεν είναι πλέον δυνατό η νέα αυτή πρακτική αφήνει μικρότερο χρονικό περιθώριο για την έναρξη ή την προετοιμασία τέτοιων ενεργειών. 3.2. Στατιστική ανάλυση Οι εσωτερικές στατιστικές της Επιτροπής που καλύπτουν τα έτη 2006-2014 καταδεικνύουν ότι ο μέσος αριθμός αιτημάτων τυποποίησης κατά την περίοδο 2006-2013 (βάσει του παλαιού συστήματος) ήταν 20 αιτήματα ανά έτος. Το 2014, το πρώτο έτος υποβολής αιτημάτων για την έκδοση προτύπων με το νέο σύστημα, ο αριθμός που εκτιμάται είναι εννέα αιτήματα (βλ. πίνακα 1). Το πεδίο των αιτημάτων τυποποίησης έχει διευρυνθεί, περιλαμβάνοντας πέρα από την τυποποίηση προϊόντων και την τυποποίηση υπηρεσιών, οπότε είναι πλέον δυνατόν να υποβάλλονται αιτήματα για τη στήριξη των γενικών πολιτικών της Ένωσης. Ωστόσο, ο αριθμός των αιτημάτων τυποποίησης αναμένεται να σημειώσει πτώση κατά 50 % το 2014 σε σχέση με τον μέσο αριθμό στη διάρκεια των τελευταίων ετών του παλαιού συστήματος. Πέρα από την πτωτική τάση που σημειώθηκε από το 2012 στον αριθμό των αιτημάτων (λόγω ωριμότητας των τομέων της νέας προσέγγισης), οι άλλοι δύο κύριοι λόγοι για τη μείωση αυτή θα μπορούσαν να είναι: 9 ΕΕ L 11 της 15.1.2002, σ. 4. 10 COM(2013)78 final 5
i. η αυξημένη τυπικότητα της διαδικασίας, με τον υποχρεωτικό ετήσιο προγραμματισμό και τις πιο συγκεκριμένες απαιτήσεις σχετικά με το περιεχόμενο ενός αιτήματος τυποποίησης, και ii. το γεγονός ότι τα αιτήματα τυποποίησης δεν χρησιμοποιούνται πλέον για τη δρομολόγηση εργασιών όπως μελέτες σχετικές με την τυποποίηση ή άλλες προπαρασκευαστικές ή βοηθητικές εργασίες που δεν έχουν ως άμεσο αποτέλεσμα την έγκριση ευρωπαϊκών προτύπων ή παραδοτέων ευρωπαϊκής τυποποίησης. Πίνακας 1 Αριθμός αιτημάτων τυποποίησης, συμπεριλαμβανομένων τροποποιήσεων, την περίοδο 2006-2014 Σύστημα διαβούλευσης Έτος Αριθμός αιτημάτων που έχουν εκδοθεί Οδηγία 98/34/ΕΚ [άρθρο 6 παράγραφος 4 στοιχείο ε)] 2006 24 2007 20 2008 18 2009 21 2010 20 2011 19 2012 23 2013 16 *) Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1025/2012 (άρθρο 10 παράγραφος 2) 2014 9 **) *) Για όλα αυτά τα αιτήματα που εκδόθηκαν το 2013 είχε πραγματοποιηθεί διαβούλευση ήδη το 2012 στο πλαίσιο της επιτροπής της οδηγίας 98/34. **) Πρόκειται για εκτίμηση με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία του Οκτωβρίου 2014: το δείγμα αποτελείται από ένα αίτημα που εγκρίθηκε και 8 αιτήματα που υποβλήθηκαν ήδη ή πλησιάζει ο χρόνος υποβολής τους στην επιτροπή προτύπων για να ζητηθεί η γνώμη της. Να σημειωθεί ότι η Επιτροπή ξεκίνησε να καταγράφει πιο συστηματικά την «ημερομηνία έναρξης» της διαδικασίας προετοιμασίας μόλις το 2009. Αυτή η ημερομηνία έναρξης, ωστόσο, αποτελεί την πρώτη επαφή μεταξύ της γενικής διεύθυνσης της Επιτροπής που προετοιμάζει το αίτημα και του προέδρου της επιτροπής (πρόκειται για την επιτροπή της οδηγίας 98/34 και αργότερα για την επιτροπή προτύπων) τη στιγμή κατά την οποία η πραγματική προετοιμασία του αιτήματος είναι έτοιμη να ξεκινήσει ή έχει ήδη ξεκινήσει. Λόγω της αβεβαιότητας αυτής στην καταγραφή, η εν λόγω ημερομηνία θα πρέπει να θεωρείται ως εκτίμηση. 6
Τα στατιστικά στοιχεία της Επιτροπής που καλύπτουν την περίοδο 2009-2013, δηλώνουν μέσο χρόνο προετοιμασίας 363 ημερολογιακών ημερών (περίπου 12 μηνών) για τα αιτήματα που υποβλήθηκαν με το παλαιό σύστημα (το μέγεθος του δείγματος είναι μόλις 40, δεδομένου ότι η ημερομηνία έναρξης είχε καταγραφεί μόνο για το 40 % των αιτημάτων της περιόδου 2009-2013). Οι εκτιμήσεις για το 2014 δηλώνουν μέσο χρόνο προετοιμασίας 420 ημερολογιακών ημερών (περίπου 13,5 μηνών) για τα αιτήματα που εκτιμάται ότι υποβλήθηκαν με το νέο σύστημα (μέγεθος δείγματος εννέα, βλ. πίνακα 2). Η περιορισμένη διαθεσιμότητα και ποιότητα των δεδομένων εμποδίζει την εξαγωγή οριστικών συμπερασμάτων. Ωστόσο, αυτή η πιθανή αύξηση που καταγράφεται, εάν επιβεβαιωθεί, θα μπορούσε να οφείλεται στην αυξημένη τυπικότητα του διοικητικού πλαισίου για την εκπόνηση αιτημάτων τυποποίησης, το οποίο απαιτεί εξαιρετικά αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των εμπλεκόμενων παραγόντων. Πίνακας 2 Μέσος χρόνος προετοιμασίας για τα αιτήματα βάσει του παλαιού και του νέου συστήματος Σύστημα διαβούλευσης Έτος υποβολής Αριθμός αιτημάτων που εξετάστηκαν Μέσος χρόνος από την ημερομηνία έναρξης της προετοιμασίας έως την κοινοποίηση στους ΕΟΤ Οδηγία 98/34/ΕΚ [άρθρο 6 παράγραφος 4 στοιχείο ε)] Κανονισμός (ΕΚ) αριθ. 1025/2012 (άρθρο 10 παράγραφος 2) 2009 2013 40 363 ημερολογιακές ημέρες (12 μήνες) *) (τυπική απόκλιση 179 ημερολογιακών ημερών) 2014 9 **) 420 ημερολογιακές ημέρες (13,5 μήνες) (τυπική απόκλιση 170 ημερολογιακών ημερών) *) Στην έκθεσή της [COM(1998)291 τελικό 11 ], η Επιτροπή εκτιμούσε ότι ο μέσος χρόνος προετοιμασίας ήταν 8 έως 14 μήνες κατά την περίοδο αυτή. **) Ο αριθμός των αιτημάτων που θα υποβληθούν έως το τέλος του 2014 αποτελεί εκτίμηση. Σύμφωνα με τα κατ εκτίμηση αυτά στοιχεία, η κοινοποίηση προς τους ΕΟΤ αναμένεται να γίνει τρεις εβδομάδες μετά τη διαδικασία εξέτασης στο πλαίσιο της επιτροπής προτύπων. 11 COM(1998)291 τελικό της 13.5.1998, Έκθεση της Επιτροπής προς το Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με τίτλο «Αποτελεσματικότητα και εγκυρότητα στην ευρωπαϊκή τυποποίηση στο πλαίσιο της νέας προσέγγισης» 7
4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Εκτιμώντας: τη σχετικά βραχύχρονη εμπειρία από την υποβολή αιτημάτων τυποποίησης με βάση το άρθρο 10 του κανονισμού για την τυποποίηση ότι ο διαφανής και κατάλληλος προγραμματισμός των αιτημάτων τυποποίησης και η άτυπη διαδικασία διαβούλευσης με τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης, τα κράτη μέλη και όλους τους σχετικούς ενδιαφερόμενους παράγοντες είναι καίριας σημασίας πριν από την υποβολή αιτημάτων τυποποίησης ότι η Επιτροπή επικαιροποιεί τις εσωτερικές οδηγίες της σχετικά με τον προγραμματισμό και την εκπόνηση αιτημάτων τυποποίησης και σχετικά με τη διαβούλευση γύρω από τα αιτήματα αυτά ότι οι προπαρασκευαστικές ή βοηθητικές εργασίες σε σχέση με την ευρωπαϊκή τυποποίηση, όπως μελέτες σκοπιμότητας, για τις οποίες η Επιτροπή δεν ζητά συγκεκριμένα ευρωπαϊκά πρότυπα ή παραδοτέα ευρωπαϊκής τυποποίησης μπορούν να ξεκινούν από κοινού με τους ευρωπαϊκούς οργανισμούς τυποποίησης χωρίς να υποβάλλεται αίτημα η Επιτροπή καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, μολονότι οι νέοι κανόνες σύμφωνα με το άρθρο 10 του κανονισμού για την τυποποίηση αυξάνουν την ανάγκη για αποτελεσματική συνεργασία μεταξύ των εμπλεκόμενων παραγόντων, το σύντομο χρονικό διάστημα στο οποίο αποκτήθηκε εμπειρία από τις νέες διαδικασίες δεν επιτρέπει να εξαχθεί τελικό συμπέρασμα σχετικά με το κατά πόσον οι νέοι κανόνες θα οδηγήσουν σε μόνιμη και απαράδεκτη αύξηση της διάρκειας των διαδικασιών για τα αιτήματα τυποποίησης. Ως εκ τούτου, δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία που να τεκμηριώνουν την ανάγκη υποβολής νομοθετικής πρότασης για την τροποποίηση του άρθρου 10 του κανονισμού για την τυποποίηση στο παρόν στάδιο. Η Επιτροπή θα επανεξετάσει την κατάσταση πριν από τα τέλη του 2015, στο πλαίσιο της έκθεσης την οποία θα υποβάλει στο Συμβούλιο και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σχετικά με την εφαρμογή του κανονισμού για την τυποποίηση, σύμφωνα με το άρθρο 24 παράγραφος 3. 8