GREEK EDITION VOLUME 18 - NUMBER 6 ΙΟΥΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2011



Σχετικά έγγραφα
1.1 Δικανική ψυχιατρική Δικανική ψυχιατρική νοσηλευτική 5 2 Θυμός, επιθετικότητα και εγκληματικότητα 7

Άρθρο 1. Άρθρο 2. Άρθρο 3. Άρθρο 4. Επίσημα κείμενα και διδακτικό υλικό. Ορισμός του παιδιού. Παιδί θεωρείται ένα άτομο κάτω των 18 ετών.

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 5: Ουσιαστικό ποινικό δίκαιο ανηλίκων

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 8: Η θέση του ανηλίκου ως κατηγορουμένου

Ποιο άτομο θεωρείται παιδί;

Ένα κουίζ για μικρούς και μεγάλους!

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 3: Ποινικό Δίκαιο των Ανηλίκων

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4493,

ΔΕΙΚΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΠΡΑΞΕΙΣ ΣΥΝΤΡΟΦΙΚΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΙ ΒΙΑΣΜΟΥ

ΝΑΡΚΩΤΙΚΑ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ. Ευαγγελία Ανδρουλάκη Χριστίνα Κατάκη Χρήστος Παπαδόπουλος. Επιστημονικά Υπεύθυνη Καθηγήτρια: Χριστίνα Ζαραφωνίτου

Co-funded by the European Union

Παιδική και Νεανική Πρόνοια

Γενικά. Ερευνητικοί στόχοι. Μεθοδολογία. Νοέµβριος 2012

Γράφει η κα.ευτυχία Γ. Μανιάκη-Επιμελήτρια Ανηλίκων Αγρινίου

Πτυχιακή Εργασία: «Η Ψυχιατρική Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα» Επιμέλεια Εργασίας: Ταταρίδης Μιχάλης Τουμπουλίδης Ιωάννης

Η ΣΥΜΒΑΣΗ ΤΩΝ ΗΝΩΜΕΝΩΝ ΕΘΝΩΝ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ. Νόμος 2101/1992. Κύρωση της Διεθνούς Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού (ΦΕΚ Α 192)

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 1: Αυτονόμηση της αντιμετώπισης των ανηλίκων

Co-funded by the European Union Quest. Quest

Oδηγός Σπουδών ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑΣ ΚΑΙ ΨΥΧΟΘΕΡΑΠΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ετής Εκπαίδευση στη Δικαστική Ψυχοθεραπεία

Βασικές Αρχές για το Ρόλο των Δικηγόρων 1

GREEK EDITION VOLUME 18 - NUMBER 5 ΜΑΪΟΣ-ΙΟΥΝΙΟΣ 2011

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 4: Βασικές Αρχές της απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 7: Ιδιαιτερότητες της ποινικής διαδικασίας ανηλίκων

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΘΕΜΑ: ΟΙ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΚΩΔΙΚΑ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ 4322/2015

24η ιδακτική Ενότητα ΠΟΙΝΙΚΟ ΙΚΑΙΟ- ΕΓΚΛΗΜΑ. Παρατηρήσεις - Σχόλια - Επεξηγήσεις

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 9: Ιδιαιτερότητες της σωφρονιστικής μεταχείρισης των νεαρών δραστών

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου) ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑ

18(Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΕ ΔΙΕΡΜΗΝΕΙΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ. Η Βουλή των Αντιπροσώπων ψηφίζει ως ακολούθως:

Sex Working Community Mobilisation Training Report

ΕΝΝΟΜΗ ΤΑΞΗ ΚΥΠΡΟΣ. Σύνταγμα Διεθνείς Συμβάσεις Πρωτογενής νομοθεσία Δευτερογενής νομοθεσία. Δικαστήρια

Κοινωνικές έρευνες-έγκαιρη παρέμβαση-γνωμοδοτικός ρόλος της ΥΕΑ 17

Το δικαίωμά σας για ένσταση κατά της απόφασης για την απαίτησή σας

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ Επιτροπή Πολιτικών Ελευθεριών, Δικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Βία κατά των γυναικών ένα αρχαίο ζήτηµα που ανθεί και στον 21 αιώνα. Θεοφανώ Παπαζήση

Ψυχική υγεία και εργασία στο επίκεντρο της Παγκόσμιας Ημέρας Ψυχικής Υγείας

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Κατευθυντήριες γραμμές για να αποφασιστεί ποια δικαιοδοσία θα πρέπει να ασκήσει δίωξη

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΝΕΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. 2 ο Λύκειο Αμαρουσίου Β Τάξη 1 ο project Σχολικό Έτος: Υπεύθυνη καθηγήτρια: κα Σπανού

Εμπειρίες από υπηρεσίες ψυχικής ενδυνάμωσης για παιδιά στο Ηνωμένο Βασίλειο. Π. Παναγοπούλου, MD, MPH, PhD Παιδίατρος

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ ΕΝΟΤΗΤΑ Β : TO ΔΙΚΑΙΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3880, 2/7/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΒΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ (ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΘΥΜΑΤΩΝ) ΝΟΜΟ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 6 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Πανευρωπαϊκή έρευνα. ΣΗΜΕΙΩΜΑ / 5 Μαρτίου 2014 Βία κατά των γυναικών

ΟΙ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ ΤΗΣ ΕΝΔΟΣΧΟΛΙΚΗΣ ΒΙΑΣ

Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. Συντάκτης γνωμοδότησης: Cristian-Silviu Buşoi

Για μία Ευρώπη που σέβεται την ελευθερία όλων

ΕΡΕΥΝΑ ΤΟΥ ΚΕΘΕΑ ΓΙΑ ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΤΑ ΟΦΕΛΗ ΤΗΣ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ

Ηλίας Α. Στεφάνου Έλενα Α. Καπαρδή Δικηγόροι

κακουργηματική παράβαση του ΚΝΝ δηλ. για αγορά, κατοχή κ.λπ. ναρκωτικών με σκοπό την εμπορία

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3629, 9/8/2002

Αντιμετώπιση Αναγκών Ψυχικής Υγείας των Ανήλικων Παραβατών. Victoria Condon and Panos Vostanis Μετάφραση: Ματίνα Παπαγεωργίου

9663/19 ΣΠΚ/μγ 1 JAI.2

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΤΑΞΕΩΣ

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΠΟΙΝΙΚΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΑΡΧΕΣ/ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΜΕ ΠΑΙΔΙΑ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ

Η ΔΙΕΘΝΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΜΕ ΑΠΛΑ ΛΟΓΙΑ

Μέσα στους Α.Α. Κατανοώντας την Αδελφότητα και τις Αντιπροσωπείες Υπηρεσιών.

Αναμόρφωση του ΚΟΚ και η προστασία της ανθρώπινης ζωής στο δρόμο

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 12: Ανάλυση των στοιχείων των ελληνικών εγκληματολογικών στατιστικών της ποινικής δικαιοσύνης

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το Άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου)

Παγκόσµια Μέρα κατά των Ναρκωτικών- Χαιρετισµός από τον ρα Χρύσανθο Γεωργίου - Πρόεδρο Αντιναρκωτικού Συµβουλίου Κύπρου 26 Ιουνίου 2014, 1230

ΣΧΕΔΙΟ ΓΝΩΜΟΔΟΤΗΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL. Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο 2016/0126(NLE) της Επιτροπής Νομικών Θεμάτων

Την ασφαλή κράτηση ατόμων που παραπέμπονται σ αυτό από τα Δικαστήρια.

Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπηρίες

σύμφωνα με την αξιοποίηση και επεξεργασία των ερωτηματολογίων που διανεμήθηκαν στους συμβούλους

Η Διεθνής Σύμβαση για τα Δικαιώματα. του Παιδιού. με απλά λόγια

ΒΙΒΛΙΑΡΙΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ

Μετάφραση και δικαιώματα διανοητικής ιδιοκτησίας (DGT/2013/TIPRs)

Προς τον Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων Καθηγητή κ. Νίκο Παρασκευόπουλο

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 6: Το αυτοτελές σύστημα των εννόμων συνεπειών του ποινικού δικαίου ανηλίκων

Στοιχεία Βιοηθικής της Ανθρώπινης Αναπαραγωγής. Γεώργιος Λ. Αντωνάκης Αναπληρωτής Καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας Πανεπιστημίου Πατρών

Αξιολόγηση & Επιλογή Βέλτιστων Πρακτικών Προγραμμάτων & Πρακτικών Αντιμετώπισης Παραβατών

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ (E.F.P.P.A.)

Παγκόσμια Ιατρική Ένωση

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 14: Προσέγγιση και αξιολόγηση του ελληνικού συστήματος απονομής δικαιοσύνης σε ανηλίκους

Έγγραφο δικαιωμάτων. Τα δικαιώματά σας:

IP Chapter I. Σχετικά διεθνή νομικά πρότυπα

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΔΙΚΑΣΤΙΚΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0024/1. Τροπολογία. Eleonora Evi, Rosa D Amato, Rolandas Paksas εξ ονόματος της Ομάδας EFDD

Διεπιστημονικό Ιστορικό και Διάγνωση

Η επιτροπή εφαρμόζει πέντε διαφορετικούς νόμους. Αυτοί οι νόμοι είναι:

23η ιδακτική Ενότητα ΓΕΝΙΚΑ ΠΕΡΙ ΤΩΝ ΠΟΙΝΙΚΩΝ - ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΓΕΝΙΚΟΣ ΣΚΟΠΟΣ ΠΟΙΝΩΝ ΠΕΡΙ ΠΟΙΝΩΝ ΠΕΡΙ ΕΥΘΥΝΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗ ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Δ ΤΑ ΘΕΜΕΛΙΩΔΗ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

Στόχος της ψυχολογικής έρευνας:

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Στρατιωτικό προσωπικό και Ανθρώπινα Δικαιώματα. Πρόσφατες Εξελίξεις στην Ελλάδα

Εγώ έχω δικαιώματα, εσύ έχεις δικαιώματα, αυτός/αυτή έχει δικαιώματα... Εισαγωγή στα Δικαιώματα του Παιδιoύ

831 Ν. 57(I)/92. Ε.Ε. Παρ. I (I), Αρ. 2724,

retailer tools ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΗ & ΕΓΚΑΙΡΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΧΡΗΣΗ ΑΛΚΟΟΛ ΑΠΟ ΝΕΟΥΣ

"Τα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα στο Σύνταγμα του Μαυροβουνίου"

Αμοιβαία αναγνώριση μέτρων προστασίας σε αστικές υποθέσεις

Δίκαιο των Ανηλίκων. Ενότητα 2: Το δίκαιο πρόνοιας και αρωγής ανηλίκων

Personal resuscitation plans and end of life planning for children with disability and life-limiting/life-threatening conditions

811 Ν. 23/90. ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ Δικαστήρια Δικαστές Γραμματεία

Αθήνα, 4 Iουνίου 2010 Αρ. Πρωτ. : /14910/2010 Χειριστές: Μαρία Βουτσίνου

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ. Σύσταση Εθνικού Μηχανισμού Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας στα σώματα ασφαλείας και τους υπαλλήλους των καταστημάτων κράτησης

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ

Αγωγή και προαγωγή της υγείας στην παιδική και εφηβική ηλικία.

Transcript:

GREEK EDITION VOLUME 18 - NUMBER 6 ΙΟΥΛΙΟΣ-ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2011 ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Ειδικό αφιέρωμα Ψυχιατροδικαστική: Ευκαιρίες και μελλοντικές προκλήσεις ΑΝHΛΙΚΟΙ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤHΡΙΟ Mattthew F. Soulier, MD, and Charles L. Scott, MD ΝOΜΟΙ ΠΕΡI ΠΥΡΟΒOΛΩΝ OΠΛΩΝ: ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΩΔΗ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΙ ΨΥΧΙΑΤΡΟΙ Marilyn Price, MD, and Donna Marie Norris, MD ΑΝΑΠΗΡΙΑ ΚΑΙ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΚΑΝΟΤΗΤΑΣ ΠΡΟΣ ΕΡΓΑΣΙΑ: ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΙΚΗ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΚΑΙ ΠΟΣΟΤΙΚΗ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΕΚΠΤΩΣΗΣ C. Donald Williams, MD ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΕΙΓΟΥΣΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ: Η ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΣΗ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΕΡΙΟΡΙΣΜΩΝ ΣΤΑ ΙΑΤΡΙΚΑ ΚΑΙ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΑ Anna Glezer, MD, and Rebecca Weintraub Brendel, MD, JD Η ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΔΡΑΣΤΩΝ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΩΝ ΑΔΙΚΗΜΑΤΩΝ: ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗ Fabian M. Saleh, MD, Albert J. Grudzinskas Jr., JD, H. Martin Malin, PhD, and R. Gregg Dwyer, MD ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ Ronald Schouten, MD, JD informa healthcare H Μ. ΠΙΤΣΙΛΙΔΗΣ Α.Ε. ΕΙΝΑΙ Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΤΗΣ INFORMA HEALTHCARE ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ & ΤΩΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΝ ΤΟΥ HARVARD COLLEGE

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 1

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 2 EDITORIAL OFFICE EDITOR IN CHIEF SENIOR EDITOR DEPUTY EDITOR Shelly F. Greenfield, MD, MPH Stephen Scher, PhD, JD David H. Brendel, MD, PhD COMMYNICATIONS EDITOR ASSISTANT EDITORS William B. Jaffee, PhD Daniel Ebert, MD, PhD Mireya Nadal-Vicens, MD, PhD Lucy A. Epstein, MD Sandrine Pirard, MD FOUNDING EDITORS Tamara E. Gersh, MD Roberto B. Sassi, MD, PhD Joseph T. Coyle, MD Julieta Holman, MD Jason B. Strauss, MD Steven M. Mirin, MD Eric M. Morrow, MD, PhD ASSOCIATE EDITORS Dost Öngür, MD, PhD Hadine Joffe, MD David S. Jones, MD, PhD Roy H. Perlis, MD Hilary Smith Connery, MD, PhD EDITORIAL BOARD Miriam C. Tepper, MD FIELD EDITORS James A. Chu, MD Tana Grady-Weliky, MD Carl Salzman, MD Felton Earls, MD John G. Gunderson, MD Robert J. Waldinger, MD Richard Frank, PhD Stuart T. Hauser, MD, PhD Roger D. Weiss, MD Jean Frazier, MD Michael A. Jenike, MD Donald C. Goff, MD Robert W. McCarley, MD COLUMN EDITORS William R. Beardslee, MD Arthur Kleinman, MD Joshua L. Roffman, MD Anne Becker, MD, PhD Elizabeth Lunbeck, PhD Ronald Schouten, MD, JD Jonathan F. Borus, MD Malkah T. Notman, MD Jordan W. Smoller, MD, ScD Richard C. Hermann, MD Katharine A. Phillips, MD Ming T. Tsuang, MD, PhD, DSc CLINICAL CHALLENGES EDITORS Robert M. Goisman, MD Jacqueline Olds, MD Richard S. Schwartz, MD Derri Shtasel, MD, MPH GENERAL EDITORIAL BOARD Nancy C. Andreasen, MD, PhD Mary Anne Badaracco, MD Ross J. Baldessarini, MD Arthur J. Barsky, MD Francine M. Benes, MD, PhD Joseph Biederman, MD Jack D. Burke, Jr., MD, MPH Bruce M. Cohen, MD, PhD Kenneth L. Davis, MD David R. DeMaso, MD Leon Eisenberg, MD Marshal F. Folstein, MD Thomas G. Gutheil, MD Leston Havens, MD J. Allan Hobson, MD Steven E. Hyman, MD Jerome Kagan, PhD Herbert E. Kleber, MD Don R. Lipsitt, MD Nancy K. Mello, PhD Jack H. Mendelson, MD Michael Miller, MD Carol Nadelson, MD Charles B. Nemeroff, MD, PhD John C. Nemiah, MD David L. Pauls, PhD Judith L. Rapoport, MD Julius B. Richmond, MD Jerrold F. Rosenbaum, MD Alan F. Schatzberg, MD Scott A. Rauch, MD Robert L. Selman, PhD Miles F. Shore, MD David Spiegel, MD George E. Vaillant, MD Myrna M. Weissman, PhD Joel Yager, MD

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 3

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 4 ΠEPIEXOMENA Ιούλιος-Αύγουστος 2011 Volume 18 - Number 6 For any references/citations from this selection of articles, the source must be given as the original English article with full bibliographic details as given at the top of the first page of each article. Για oπoιεσδήπoτε αναφoρές/παραπoμπές από αυτή την επιλoγή θεμάτων, η πηγή πρέπει να δίνεται ως τo πρωτότυπo αγγλικό άρθρo με πλήρη βιβλιoγραφικά στoιχεία όπως αυτά δίνoνται στην κoρυφή της πρώτης σελίδας κάθε άρθρoυ. Ειδικό αφιέρωμα Ψυχιατροδικαστική: Ευκαιρίες και μελλοντικές προκλήσεις Εισαγωγή Rebecca Weintraub Brendel, MD, JD, and Anna Glezer, MD...11 ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Ανήλικοι στο δικαστήριο Mattthew F. Soulier, MD, and Charles L. Scott, MD...13 Νόμοι περί πυροβόλων όπλων: Τα στοιχειώδη που πρέπει να γνωρίζουν οι ψυχίατροι Marilyn Price, MD, and Donna Marie Norris, MD...23 Αναπηρία και εκτίμηση της ικανότητας προς εργασία: Αντικειμενική διάγνωση και ποσοτική εκτίμηση της έκπτωσης C. Donald Williams, MD...35 Πέρα από τις επείγουσες ανάγκες: Η χρησιμοποίηση φυσικών περιορισμών στα ιατρικά και ψυχιατρικά περιβάλλοντα Anna Glezer, MD, and Rebecca Weintraub Brendel, MD, JD...53 ΑΝΑΣΚΟΠΗΣΕΙΣ Η αντιμετώπιση των δραστών σεξουαλικών αδικημάτων: Προοπτικές για την ψυχιατρική Fabian M. Saleh, MD, Albert J. Grudzinskas Jr., JD, H. Martin Malin, PhD, and R. Gregg Dwyer, MD...60 Τρομοκρατία και συμπεριφορικές επιστήμες Ronald Schouten, MD, JD...72 IΔIOKTHΣIA: M. ΠITΣIΛIΔHΣ Α.E., Αγ. Νικολάου 102, 166 74 Γλυφάδα Tηλ.: 210.89.47.002, Fax: 89.41.551, www.pitsilidis.gr, e-mail: info@pitsilidis.gr ΚΩΔΙΚΟΣ: 3224 EKΔOTHΣ - ΔIEYΘYNTHΣ: Mιχάλης Πιτσιλίδης, Λ. Πορφύρα 11, Βούλα 166 73 MΕΤΑΦΡΑΣΗ, HΛΕΚΤΡOΝΙΚΗ ΣΕΛΙΔOΠOΙΗΣΗ, ΔΙΑΧΩΡΙΣΜOΙ, EΚΤΥΠΩΣΗ: M. ΠITΣIΛIΔHΣ Α.E. H Μ. ΠΙΤΣΙΛΙΔΗΣ Α.Ε. ΕΙΝΑΙ Ο ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΣ ΑΝΤΙΠΡΟΣΩΠΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥΣΑΣ ΕΚΔΟΣΗΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΔΕΙΑ ΤΗΣ INFORMA HEALTHCARE ΕΚ ΜΕΡΟΥΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ & ΤΩΝ ΣΥΝΑΔΕΛΦΩΝ ΤΟΥ HARVARD COLLEGE Authorised translation of the original English language edition, Harvard Review of Psychiatry, Volume 18, Number 6, copyright 2010/2011 Presidents and Fellows of Harvard College and licensed by Informa Healthcare. This work is subject to copyright. All rights are reserved, whether the whole or part of the material is concerned, specifically the rights for translation, reprinting, reuse of illustrations, broadcasting, reproduction on microfilm or in any other way, and storage in data banks. The use of registered names trademarks etc. in this publication does not imply, even in the absence of a specific statement, that such names are exempt from the relevant laws and regulations and therefore free for general use. Product liability: the publishers cannot guarantee the accuracy of any information about the application of medications contained in this publication. Μετάφραση κατόπιν αδείας από την πρωτότυπη Αγγλική έκδοση, Harvard Review of Psychiatry, τόμος 18, αριθμός 6, copyright 2010/2011 από τον Πρόεδρο και τα Μέλη του Harvard College και με την άδεια της Oxford University Press. Αυτή η εργασία υπόκειται σε δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας. Όλα τα δικαιώματα επιφυλάσσονται, όσον αφορά το όλο ή μέρος του υλικού, ιδιαίτερα τα δικαιώματα μετάφρασης, ανατύπωσης, επαναχρησιμοποίησης των εικόνων, εκπομπής, αναπαραγωγής σε μικροφίλμ ή με οποιοδήποτε άλλο τρόπο και αποθήκευσης σε τράπεζες δεδομένων. Η χρήση κατατεθημένων ονομάτων, εμπορικών σημάτων κ.λ.π. σε αυτό το έντυπο δεν συνεπάγεται, ακόμα και απουσία ειδικής δήλωσης, ότι αυτά τα ονόματα εξαιρούνται από τους σχετικούς νόμους και κανονισμούς και επομένως ότι είναι ελεύθερα για γενική χρήση. Ευθύνη για προϊόντα: οι εκδότες δεν μπορούν να εγγυηθούν την ακρίβεια οποιασδήποτε πληροφορίας για τη χρήση φαρμάκων που περιέχεται σε αυτό το έ- ντυπο. The publication of an advertisement neither constitutes nor implies a guarantee or endorsement of the product or service advertised or of the claims made for the product or service by the Editor, Editorial Board, Copyright Owner, or Publisher of Harvard Review of Psychiatry.

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 5

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 6 EDITORIAL H ψυχιατροδικαστική (forensic psychiatry) είναι η υποειδικότητα της ψυχιατρικής, η οποία εστιάζεται στις σχέσεις αλληλοσύνδεσης μεταξύ της ψυχιατρικής και του νόμου. Με τις συνεχιζόμενες ευκαιρίες σε παραδοσιακούς τομείς της ψυχιατροδικαστικής πρακτικής (ιδιαίτερα σε σχέση με τις αξιολογήσεις), την αυξανόμενη σχέση με τη γενική ψυχιατρική πρακτική και τις αναδυόμενες ευκαιρίες ενημέρωσης και διαμόρφωσης της κοινωνικής πολιτικής και του νόμου, η ψυχιατροδικαστική βρίσκεται σε ένα συναρπαστικό σημείο και είναι έτοιμη για μελλοντική διεύρυνση, δημιουργώντας δυνατότητες για ανάπτυξη, προκλήσεις και επιρροή. Το ειδικό αφιέρωμα του παρόντος τεύχους της Ψυχιατρικής Επιθεώρησης του Χάρβαρντ αντικατοπτρίζει τα γενικά χαρακτηριστικά της ψυχιατροδικαστικής και ευρύτερος στόχος του είναι να προσφέρει ποιοτικές πληροφορίες και ιδέες, τόσο για στο γενικό ψυχίατρο, όσο και στον πεπειραμένο ψυχιατροδικαστή. Η πρώτη ανασκόπηση εξετάζει το σύστημα των δικαστηρίων ανηλίκων και το ρόλο των παιδοψυχιάτρων μέσα σε αυτό. Η περιγραφή του ενός από τους παραδοσιακά βασικούς τομείς ψυχιατροδικαστικής αρχίζει με την προϊστορία των εννοιολογικών και πρακτικών προκλήσεων της ανάπτυξης ενός συστήματος νόμων για ανήλικους και του πώς οι αλλαγές του κοινωνικοπολιτικού πλαισίου έχουν διαμορφώσει την εξέλιξη του συστήματος, ιδιαίτερα κατά τον τελευταίο αιώνα. Με τους νόμους περί πυροβόλων όπλων και τα στοιχειώδη που πρέπει να γνωρίζουν οι ψυχίατροι ασχολείται η επόμενη ανασκόπηση. Το κοινό θεωρεί ότι οι πάσχοντες από ψυχικά νοσήματα ή κατάχρηση ουσιών δημιουργούν αυξημένο κίνδυνο βίας, τόσο για τον εαυτό τους, όσο και για τους άλλους. Ως αποτέλεσμα, ομοσπονδιακοί και πολιτειακοί νόμοι έχουν περιορίσει το δικαίωμα ορισμένων πασχόντων από ψυχικά νοσήματα ή κατάχρηση ουσιών, να κατέχουν, να δηλώνουν, να διαθέτουν άδεια, να διατηρούν ή να φέρουν πυροβόλο όπλο. Οι συγγραφείς, μέσα από την ανάλυσή τους, αποκαλύπτουν ένα κρίσιμο πρόβλημα σχετικά με τα σημεία που τέμνονται η ψυχιατρική και ο νόμος: η σχέση ανάμεσα στα ψυχικά νοσήματα και στη βία κατά των άλλων υποστηρίζεται ανεπαρκώς από τις διαθέσιμες ενδείξεις και το ίδιο συμβαίνει και με την αποτελεσματικότητα των νόμων για τα όπλα χειρός, οι οποίοι απαγορεύουν την αγορά τους από άτομα πάσχοντα από ψυχικά νοσήματα. Ωστόσο, τονίζουν ότι, οι ψυχίατροι πρέπει να γνωρίζουν τους νόμους αυτούς και να παραμένουν σε εγρήγορση για οποιεσδήποτε αλλαγές, που είναι δυνατό να τους δημιουργούν αυξημένες ευθύνες αναφοράς των ασθενών τους. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η ανασκόπηση που εξετάζει τη χρησιμοποίηση φυσικών περιορισμών όπως η απομόνωση σε κλειδωμένο χώρο και οι περιορισμοί με δερμάτινους ιμάντες δύο και τεσσάρων σημείων στα ιατρικά και ψυχιατρικά περιβάλλοντα. Το άρθρο ανασκοπεί τις αρχές και τους κανονισμούς που διέπουν τη χρήση των περιορισμών σε ψυχιατρικούς ασθενείς, με ιδιαίτερη προσοχή στη χρήση των περιορισμών κατά την παροχή ιατρικής θεραπείας σε αυτό τον πληθυσμό ασθενών. Οι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι, παρά την ασάφεια που περιβάλλει ειδικούς τομείς όσον αφορά τη χρήση των φυσικών περιορισμών σε ιατρικούς ασθενείς, οι κλινικοί γιατροί μπορούν να παίρνουν σωστές κλινικές αποφάσεις και να διαχειρίζονται αποτελεσματικά τον κίνδυνο, γνωρίζοντας τα πρότυπα που επικρατούν στις δικαιοδοσίες στις οποίες ασκούν το επάγγελμά τους, κάνοντας σωστές κλινικές κρίσεις, ζητώντας κατάλληλες συμβουλές από ειδικούς και τεκμηριώνοντας προσεκτικά τις κλινικές τους αποφάσεις. 6

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 7

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 8

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 9

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 10

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 11 ΕΙΔΙΚΟ ΑΦΙΕΡΩΜΑ Ψυχιατροδικαστική: Ευκαιρίες και μελλοντικές προκλήσεις ΕΙΣΑΓΩΓΗ Rebecca Weintraub Brendel, MD, JD, and Anna Glezer, MD Η ψυχιατροδικαστική (forensic psychiatry) είναι η υποειδικότητα της ψυχιατρικής που εστιάζεται στις σχέσεις αλληλoσύνδεσης μεταξύ της ψυχιατρικής και του νόμου. Οι ψυχιατροδικαστές συχνά θεωρούνται και απεικονίζονται στη λαϊκή συνείδηση ως ειδικοί στις αστικές και ποινικές δικαστικές διαμάχες, για παράδειγμα για τη διαπίστωση ποινικής ευθύνης (criminal responsibility). Παρότι αυτές οι παραδοσιακές λειτουργίες και οι ρόλοι των ψυχιατροδικαστών παραμένουν βασικοί τομείς πρακτικής, το πεδίο της ψυχιατροδικαστικής έχει ολοένα μεγαλύτερη σχέση με τη γενική ψυχιατρική. Σε ακόμα πιο πολύπλοκα και διεπόμενα από νομικές ρυθμίσεις περιβάλλοντα πρακτικής, τα δικαστικά ζητήματα παρεισφρέουν σχεδόν σε όλους τους τομείς της κλινικής πρακτικής, από θέματα σχετιζόμενα με την εχεμύθεια (confidentiality) και τη γνωστοποίηση ιατρικών πληροφοριών μέχρι την εκτίμηση του κινδύνου βίας των ασθενών κατά του εαυτού τους και άλλων, περιλαμβανομένων της πρόληψης βλάβης και του αστικού εγκλεισμού (civil commitment). Με τις συνεχιζόμενες ευκαιρίες σε παραδοσιακούς τομείς της ψυχιατροδικαστικής πρακτικής (ιδιαίτερα σε σχέση με τις αξιολογήσεις [evaluations]), την αυξανόμενη σχέση με τη γενική ψυχιατρική πρακτική και τις αναδυόμενες ευκαιρίες ενημέρωσης και διαμόρφωσης της κοινωνικής πολιτικής και του νόμου, η ψυχιατροδικαστική βρίσκεται σε ένα συναρπαστικό σημείο και είναι έτοιμη για μελλοντική διεύρυνση, δημιουργώντας δυνατότητες για ανάπτυξη, προκλήσεις και επιρροή. Το ειδικό αφιέρωμα αυτού του τεύχους της Ψυχιατρικής Επιθεώρησης του Χάρβαρντ αντικατοπτρίζει αυτά τα γενικά χαρακτηριστικά της ψυχιατροδικαστικής και ευρύτερος στόχος του είναι να προσφέρει ποιοτικές πληροφορίες και ιδέες τόσο στο γενικό ψυχίατρο όσο και στον πεπειραμένο ψυχιατροδικαστή. Το παρόν τεύχος ξεκινά με την ανασκόπηση των Soulier και Scott για το σύστημα των δικαστηρίων ανηλίκων (juvenile court system) και το ρόλο των παιδοψυχιάτρων μέσα σε αυτό. Η περιγραφή τους ενός από τους παραδοσιακά βασικούς τομείς ψυχιατροδικαστικής αρχίζει με την προϊστορία των εννοιολογικών και πρακτικών προκλήσεων της ανάπτυξης ενός συστήματος νόμων για ανηλίκους και του πώς οι αλλαγές του κοινωνικοπολιτικού πλαισίου έχουν διαμορφώσει την εξέλιξη του συστήματος, ιδιαίτερα κατά τον τελευταίο αιώνα. Χρησιμοποιώντας παραδείγματα περιπτώσεων, οι συγγραφείς καθοδηγούν τον αναγνώστη εξηγώντας του αυτές τις αλλαγές, ιδιαίτερα όσον αφορά τους σημερινούς, 2010/2011 President and Fellows of Harvard College κρίσιμης σημασίας τομείς της θανατικής ποινής (death penalty), της μεταφοράς ανηλίκων σε δικαστήριο ενηλίκων (μέσω του μηχανισμού της παραίτησης από τη δικαιοδοσία [waiver]) και της συνταγματικής προστασίας που παρέχεται στα παιδιά στο σύστημα του ποινικού δικαίου ανηλίκων (juvenile justice system). Τέλος, το άρθρο παρέχει μια γενική ανασκόπηση του διευρυνόμενου και διαρκώς εξελισσόμενου ρόλου του παιδοψυχιάτρου σε δικαστικά πλαίσια, υπογραμμίζοντας παράλληλα πόσο σημαντικό είναι για τους ψυχιάτρους να διατηρούν τη σαφήνεια του ρόλου τους κατά την παροχή υπηρεσιών, τόσο κλινικών όσο και αξιολογητικών, σε περιβάλλοντα ποινικού δικαίου ανηλίκων. Οι ψυχίατροι και ειδικότερα οι ψυχιατροδικαστές βρίσκονται αντιμέτωποι με κλινικές, ηθικές και νομικές απαιτήσεις στο βαθμό που είναι υπεύθυνοι για την εκτίμηση του κινδύνου βλάβης στον οποίο είναι δυνατό να θέσουν τον εαυτό τους ή άλλα άτομα οι ασθενείς ή οι αξιολογούμενοι (evaluees). Στη συζήτησή τους και ανάλυση της ψυχιατρικής και των νόμων για τα πυροβόλα όπλα, οι Price και Norris ρίχνουν φως στις βασισμένες σε ενδείξεις (evidence-based) συστάσεις για τις εκτιμήσεις της ασφάλειας και τη σημασία της διαθεσιμότητας των πυροβόλων όπλων ως παράγοντα κινδύνου αυτοκτονίας. Ωστόσο, η ανάλυσή τους αποκαλύπτει ένα κρίσιμο πρόβλημα σχετικά με τα σημεία που τέμνονται η ψυχιατρική και ο νόμος: η σχέση ανάμεσα στα ψυχικά νοσήματα και στη βία κατά των άλλων υποστηρίζεται ανεπαρκώς από τις διαθέσιμες ενδείξεις και το ίδιο συμβαίνει και με την αποτελεσματικότητα των νόμων για τα όπλα χειρός (handgun laws) οι οποίοι απαγορεύουν την αγορά τους από άτομα πάσχοντα από ψυχικά νοσήματα (οι νόμοι αυτοί ψηφίστηκαν σε μεγάλο βαθμό σε ανταπόκριση στην πολύ μεγάλη δημοσιοποίηση της βίας κατά των άλλων). Παρά την πιθανή αυτή αποσύνδεση μεταξύ ενός κλινικού, βασισμένου στις έρευνες τρόπου κατανόησης των ψυχικών νοσημάτων και της μετάφρασής του σε νομοθεσία και πολιτική, οι συγγραφείς υπενθυμίζουν στους ψυχιάτρους ότι πρέπει να γνωρίζουν και να συμμορφώνονται με τις επιταγές του νόμου σχετικά με τα πυροβόλα όπλα και την αναφορά των ψυχικών νοσημάτων στις δικαιοδοσίες στις οποίες ασκούν το επάγγελμά τους. Το άρθρο του Williams πραγματεύεται τις σχετιζόμενες με την επαγγελματική απασχόληση εκτιμήσεις που αποτελούν κατά παράδοση κύριο μέσο στο οποίο στηρίζεται η ψυχιατροδικαστική, αλλά τις συναντάμε επίσης συχνά και στη γενική ψυχιατρική πρακτική, για παράδειγμα για τους σκοπούς των αποφάσεων περί Ασφάλειας Αναπηρίας της Κοινωνικής Ασφάλισης (Social Security Disability Insurance) για τους πάσχο- 11

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 12 12 Brendel and Glezer November-December 2010 ντες από ψυχικά νοσήματα. Αφού θέσει το πλαίσιο για τις εργασιακές εκτιμήσεις, ο Williams επικεντρώνεται στις αξιολογήσεις της αναπηρίας και στις αξιώσεις των εργαζομένων για αποζημίωση, παρέχοντας ένα πρακτικό και εννοιολογικό οδικό χάρτη των κύριων συστατικών των λεπτομερών και ακριβών εκτιμήσεων που λαμβάνουν υπόψη τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στα περιβάλλοντα, τις νομικές προϋποθέσεις και τις ρυθμιστικές δομές. Το άρθρο ρίχνει φως στις πιθανές εσωτερικές και εξωτερικές πηγές δυνητικής προκατάληψης ή μειωμένης αντικειμενικότητας. Ιδιαίτερα σημαντικό είναι οι αξιολογητές να αποφεύγουν να συγχέουν το ρόλο τους με το ρόλο των θεραπευτών. Το άρθρο των Glezer και Brendel εστιάζεται στη χρήση των φυσικών περιορισμών (physical restraints), είτε σε ψυχιατρικά είτε σε ιατρικά περιβάλλοντα. Υπάρχουν ποικίλες θεσμικές, πολιτειακές και ομοσπονδιακές πολιτικές που ρυθμίζουν τη χρήση τους στα ψυχιατρικά περιβάλλοντα, αλλά η χρήση των περιορισμών στο πλαίσιο της παροχής ιατρικής φροντίδας σε ψυχιατρικούς ασθενείς είναι πιο πολύπλοκη. Ποιες αρχές και ποιοι κανόνες ισχύουν; Οι αρχές και οι κανόνες για τους ψυχιατρικούς ασθενείς, για τους ιατρικούς ασθενείς ή κάποιος συνδυασμός και των δυο; Κατά τη διερεύνηση του ζητήματος αυτού, οι συγγραφείς ασχολούνται με γενικές αρχές της διαχείρισης κινδύνου (risk management) για να βοηθήσουν στην αποφυγή αρνητικών εκβάσεων και για να μειωθεί ο κίνδυνος δικαστικών διώξεων για αδικαιολόγητη ή παράνομη χρήση περιορισμών, όλα με κυρίαρχο στόχο τη διατήρηση της σωστής (και νομικά αποδεκτής) ισορροπίας μεταξύ της αυτονομίας (autonomy) των ασθενών και της ασφάλειάς τους. Τα δυο τελευταία άρθρα του παρόντος τεύχους είναι αφιερωμένα σε δυο σημαντικές κοινωνικοπολιτικές προκλήσεις της σημερινής κοινωνίας. Το ένα έχει ως θεματικό επίκεντρο τις σημερινές και πιθανές εφαρμογές της ψυχιατρικής στις προκλήσεις της πολιτικής και θεραπείας για τους δράστες σεξουαλικών εγκλημάτων, ενώ το δεύτερο έχει να κάνει με την παγκόσμια πρόκληση της αντιμετώπισης της τρομοκρατίας και της αντίδρασης σε αυτήν. Και τα δυο άρθρα είναι αντιπροσωπευτικά της συμβολής που μπορούν να προσφέρουν οι ψυχίατροι (και άλλοι εκπρόσωποι της συμπεριφορικής υγείας) στην ανάπτυξη στρατηγικών για τη διαχείριση συγκεκριμένων πληθυσμών. Και τα δυο άρθρα τονίζουν επίσης τη δυνατότητα κακών εκβάσεων. Οι ερευνητές, οι κλινικοί γιατροί και οι ειδικοί στις πολιτικές πρέπει όλοι να διατηρούν σαφή εικόνα για τους συγκεκριμένους ρόλους τους και σχετικά με τα όρια του τι είναι και τι δεν είναι γνωστό. Στην ανασκόπησή τους για τους δράστες σεξουαλικών εγκλημάτων, οι Saleh και συνεργάτες δίνουν έμφαση στο πόσο σημαντικό είναι για τους ψυχιάτρους να αναγνωρίζουν ακριβώς τι ρόλο παίζουν του θεραπευτή ή του αξιολογητή ιδιαίτερα δεδομένου ότι το ιατρικό σύστημα δίνει πρωταρχική σημασία στην παροχή θεραπείας και το νομικό σύστημα δίνει πρωταρχική σημασία, στο πλαίσιο αυτό, στην προστασία του κοινού από τον κίνδυνο που δημιουργούν οι δράστες σεξουαλικών εγκλημάτων. Οι συγγραφείς θεωρούν ότι η αντιμετώπιση των ψυχικών διαταραχών από τους ψυχιάτρους περιλαμβάνει διάγνωση και κατόπιν θεραπεία τόσο με φάρμακα όσο και με ψυχοθεραπευτική αγωγή. Αντίθετα, μέσω μιας ιστορικής περιγραφής των νομικών προσεγγίσεων των δραστών σεξουαλικών εγκλημάτων, οι συγγραφείς υπογραμμίζουν τις ανεπάρκειες του νομικού συστήματος στην αντιμετώπιση αυτού του ανομοιογενούς πληθυσμού. Αυτό που προκύπτει από το άρθρο είναι η ανάγκη να τεθούν σε εφαρμογή τα κλινικά ευρήματα και η κλινική εμπειρία στη δημόσια πολιτική σχετικά με τους δράστες σεξουαλικών εγκλημάτων. Τέλος, το άρθρο του Schouten για την τρομοκρατία, που ασχολείται με τα κρισιμότερα ζητήματα πολιτικής της δεκαετίας, ξεκινά διερευνώντας τις προκλήσεις του απλού ορισμού της τρομοκρατίας. Περιγράφει τον ιστορικό ρόλο των συμπεριφορικών επιστημών στη μελέτη της τρομοκρατίας, συζητά την ευθύνη των συμπεριφορικών επιστημόνων, περιλαμβανομένων των ψυχιάτρων, στην υποβοήθηση της κοινότητας των υπηρεσιών πληροφοριών στη συγκέντρωση στοιχείων και στην ανάκριση και ασχολείται με τα ηθικά διλήμματα που συνδέονται με τις λειτουργίες αυτές. Μετά τη συζήτηση αρκετών ψυχολογικών θεωριών για τη συμπεριφορά των τρομοκρατών, ο Schouten ολοκληρώνει το άρθρο του εξετάζοντας τις μελλοντικές κατευθύνσεις. Δίνει έμφαση στην ανάγκη συνεργασίας των ποικίλων κλάδων των συμπεριφορικών επιστημών με στόχο την προαγωγή των γνώσεών μας για την τρομοκρατία και την κατανόησή της και υποδεικνύει διάφορους ρόλους που είναι δυνατό να διαδραματίσουν οι ψυχίατροι σε αυτό το ραγδαία αναπτυσσόμενο πεδίο. Τα άρθρα του ειδικού αυτού αφιερώματος της Ψυχιατρικής Επιθεώρησης του Χάρβαρντ ανοίγουν ένα παράθυρο στη δυναμική ανάπτυξη, τις ευκαιρίες και τις καινοτομίες στην παρούσα πρακτική της ψυχιατροδικαστικής. Μέσω της δυναμικής της αλληλεπίδρασης με πολλές από τις κρίσιμες κοινωνικές και πολιτικές προκλήσεις της εποχής μας, η ψυχιατροδικαστική είναι σε θέση να παίζει έναν ολοένα πιο σημαντικό, αυξανόμενου κύρους και πολύ απαραίτητο ρόλο επηρεάζοντας τη μελλοντική ανάπτυξη των νόμων και της δημόσιας πολιτικής και παράλληλα, τόσο άμεσα όσο και έμμεσα, τη δομή της ψυχιατρικής πρακτικής.

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 13 ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΝΗΛΙΚΟΙ ΣΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ Juveniles in Court 2010, Vol. 18, No. 6, 317-325 Matthew F. Soulier, MD, and Charles L. Scott, MD Division of Psychiatry and the Law, University of California, Davis Campus, Sacramento, CA Οι Αμερικανοί μεταρρυθμιστές του 19ου αιώνα ανησυχούσαν για την επιρροή της ανωριμότητας (immaturity) και της ανάπτυξης στα αδικήματα ανηλίκων (juvenile offenses). Η αντίδρασή τους στην εγκληματικότητα των νέων τους ήταν να δημιουργήσουν δικαστήρια ανηλίκων (juvenile courts). Το πρώιμο αυτό αμερικανικό σύστημα ποινικού δικαίου ανηλίκων επιδίωκε να μεταχειρίζεται τα παιδιά διαφορετικά από ό,τι τους ενήλικες και να αναμορφώνει τους απείθαρχους νέους μέσω της ανάληψης γονεϊκού ρόλου από το κράτος. Παρότι αυτοί οι στόχοι αναμόρφωσης δεν πραγματοποιούνταν ποτέ πλήρως, το πεδίο της αμερικανικής παιδοψυχιατρικής (child psychiatry) γεννήθηκε μέσα από αυτές τις προσπάθειες για λογαριασμό των νεαρών παραβατών. Οι πρώτοι παιδοψυχίατροι άρχισαν να παρέχουν θεραπεία σε ανήλικους παραβάτες. Το καθήκον που είχε να επιτελέσει ένας παιδοψυχίατρος με ανήλικους παραβάτες εκτεινόταν πέρα από την αυστηρή αναμόρφωση, ωστόσο, καθώς τα δικαστήρια ανηλίκων εξελίχθηκαν έτσι που έμοιαζαν με τα δικαστήρια ενηλίκων λόγω των αποφάσεων-ορόσημων του Ανώτατου Δικαστηρίου, καθώς επίσης και λόγω της νομοθεσίας για τους ανηλίκους της περιόδου 1966-1975. Σε απάντηση στα δραματικά αυξημένα ποσοστά βίας και εγκληματικότητας των ανηλίκων κατά τη δεκαετία του 1980, το ποινικό δίκαιο των ανηλίκων έγινε πιο ανταποδοτικό (retributional) και η κοινωνία αναγκάστηκε να αντιμετωπίσει ζητήματα όπως η θανατική ποινή (capital punishment) για τους ανηλίκους, η μεταφορά τους σε δικαστήρια ενηλίκων και η ικανότητά τους να δικάζονται. Στο σύγχρονο δικαστήριο ανηλίκων, ζητείται συχνά από παιδοψυχιάτρους να συμμετέχουν στην εξέταση ζητημάτων αυτού του είδους, λόγω της εμπειρίας τους στην ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτό, ανασκοπούμε το ρόλο των ψυχιάτρων στην υποβοήθηση των δικαστηρίων ανηλίκων. (HARV REV PSYCHIATRY 2010, 18:317-325.) Λέξεις-κλειδιά: παιδοψυχιατρική, δικαστήρια, ψυχιατροδικαστική, ανήλικοι Η ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΝΟΜΩΝ ΓΙΑ ΑΝΗΛΙΚΟΥΣ Οι νόμοι που καθορίζουν την τάξη και τη δικαιοσύνη στις κοινωνίες φτιάχνονταν ανέκαθεν από ενήλικους, αλλά από ιστορική άποψη οι νόμοι αυτοί διέφεραν ως προς την απόδοση ποινικής ενοχής (criminal culpability) σε ανήλικους και ενήλικους. Για παράδειγμα, το 18ο αιώνα, σύμφωνα με το αγγλικό εθιμικό δίκαιο (common law), τα παιδιά κάτω των 7 ετών θεωρούνταν ότι δεν διέθεταν τη νοητική ικανότητα να γνωρίζουν και να καταλαβαίνουν τις συνέπειες των πράξεών τους. Χωρίς την εγκληματική πρόθεση (criminal intent) ή mens rea 2010/2011 President and Fellows of Harvard College (πρόθεση εκτέλεσης άδικης πράξης), τα ανώριμα παιδιά αυτής της κατηγορίας δεν ήταν ικανά να διαπράξουν εγκληματική πράξη. Τα παιδιά ηλικίας 7 έως 14 ετών θεωρούνταν επίσης δεδομένο ότι δεν διέθεταν την ικανότητά αυτή, εκτός αν ο κατήγορος μπορούσε να αποδείξει ότι ήξεραν και καταλάβαιναν τις συνέπειες των πράξεών τους. Τα άτομα άνω των 14 ετών θεωρούνταν ενήλικα και υποκείμενα πλήρως στις συνέπειες του νόμου και τις ποινές, περιλαμβανομένης και της θανατικής ποινής, αν το αποφάσιζε το δικαστήριο (1). Αυτός ο «κανόνας των επτά ετών» ( rule of sevens ) βασίστηκε σε αναπτυξιακούς λόγους και μια ηθική διάκριση μεταξύ των παιδιών και των ενηλίκων. Τα δικαστήρια, οι ειδικοί, οι θρησκείες και οι φιλόσοφοι ασχολούνται από παλιά με τη διαφορά μεταξύ παιδιών και 13

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 14 14 Soulier & Scott November-December 2010 ενηλίκων, καθώς επίσης και με το ρόλο της ανωριμότητας κατά την απόδοση ποινικής ευθύνης. Οι ηθικές διακρίσεις αυτού του είδους απορρέουν από την αναπτυξιακή μας ευαισθησία, που παρατηρεί τα παιδιά να αλλάζουν σωματικά, συναισθηματικά και νοητικά σε ενήλικες. Καθώς τα παιδιά ωριμάζουν στους τομείς αυτούς, εξελίσσονται επίσης και από ηθική άποψη. Πολυάριθμοι ερευνητές έχουν βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα την ηθική ανάπτυξη. Ο Piaget διαπίστωσε ότι η ηθική σκέψη μετατοπιζόταν μεταξύ δυο σταδίων όταν τα παιδιά έφταναν σε ηλικία 10 ή 11 ετών. Παρατήρησε ότι τα μικρότερα παιδιά έκαναν ηθικές κρίσεις με βάση κανόνες και τις συνέπειες της παραβίασής τους. Τα παιδιά που εισέρχονταν σε επίσημες δράσεις άρχιζαν να εξετάζουν τις προθέσεις που βρίσκονταν πίσω από την πράξη της παραβίασης των κανόνων αυτών με μια πιο σχετικιστική (relativistic) σκοπιά. Ο Kohlberg, αναπτύσσοντας τη θεωρία του με βάση τα στάδια του Piaget, διατύπωσε την υπόθεση ότι η ηθική ανάπτυξη διερχόταν από έξι στάδια καθώς το άτομο βρισκόταν αντιμέτωπο με ηθικά διλήμματα (moral dilemmas). Σύμφωνα με τον Kohlberg, οι προκλήσεις και οι διαμάχες με άλλους γύρω από ηθικά προβλήματα διευρύνουν την αρχική εστίαση του παιδιού στην εξουσία για να αρχίσει στη συνέχεια να λαμβάνει υπόψη του το καλό της κοινωνίας (2). Τα στάδια της ηθικής ανάπτυξης, όπως περιγράφονται από τον Piaget και τον Kohlberg, εκφράζουν μια βάση για διαφορά μεταξύ της ηθικής ενοχής των ανηλίκων και των ενηλίκων. Ως μέρος της ανάπτυξης, τα παιδιά θα γίνουν ενήλικες με διαφορετική αίσθηση και άποψη για το σωστό και το λάθος. Οι κοινωνίες παλεύουν από παλιά με αυτές τις ηθικές διακρίσεις όταν εξετάζουν τις νομικές διαδικασίες τους και τη διαχείριση των ανηλίκων παραβατών. Παρότι η Αμερική του 19ου αιώνα δεν είχε την περί ηθικής αντίληψη που διασαφήνισαν ο Piaget και ο Kohlberg, η κοινωνία ήταν επηρεασμένη από μια αναδυόμενη εκτίμηση της ανάπτυξης και μια άποψη για την εφηβεία ως μιας ξεχωριστής περιόδου της ζωής που απαιτούσε γαλούχηση (nurturing). Το δίκαιο των ανηλίκων στις Ηνωμένες Πολιτείες χρησιμοποίησε ως πηγή του κύρους του το δόγμα του αγγλικού εθιμικού δικαίου parens patriae, το οποίο σημαίνει στα Λατινικά «γονέας του έθνους». Σύμφωνα με το δόγμα αυτό, το κράτος έχει την εξουσία και την άδεια να ενεργεί ως «γονέας» και να προστατεύει τα άτομα που δεν έχουν τη δικαιοπρακτική ικανότητα να ενεργούν από μόνα τους. Με την εξουσία αυτή, η δημιουργία «καταφυγίων/ασύλων» ή αναμορφωτηρίων (reformatories) ήταν μια από τις πρωιμότερες θεσμικές παρεμβάσεις που έγιναν στις Ηνωμένες Πολιτείες για λογαριασμό των απείθαρχων νεαρών ατόμων. Το πρώτο τέτοιο «καταφύγιο» ιδρύθηκε στη Νέα Υόρκη το 1825 από την Society for Prevention of Juvenile Delinquency (Εταιρία Πρόληψης Νεανικής Εγκληματικότητας) (3). Σκοπός αυτού του αναμορφωτηρίου ήταν να στεγάζει ανηλίκους μακριά από τους ενηλίκους, να τους αναμορφώνει και να προλαμβάνει την καθ έξιν υποτροπή (recidivism) μέσω της εκπαίδευσης, της διάπλασης του χαρακτήρα και των επαγγελματικών δεξιοτήτων (2). Τα πρώτα αναμορφωτήρια είχαν ως στόχο την ελαχιστοποίηση των δικαστικών διαδικασιών και την αποφυγή ποινών, εκτός αν οι άλλες εναλλακτικές λύσεις απέβαιναν μάταιες. Απομακρύνοντας τα παιδιά από δυσμενή οικιακά περιβάλλοντα «για το καλό τους» ( for their own good ), τα πρώτα αναμορφωτήρια λειτουργούσαν κυρίως με φιλανθρωπική φιλοσοφία, αλλά οι καλές αυτές προθέσεις δημιουργούσαν τα δικά τους προβλήματα. Οι κανονισμοί βάσει των οποίων ρυθμιζόταν η λειτουργία των εγκαταστάσεων αυτών ήταν ανεπαρκείς και κάποιοι ανήλικοι κακοποιούνταν (were abused) και θυματοποιούνταν (and victimized). Η θεωρία και η πρακτική της φυλάκισης ανηλίκων δεν συμφωνούσαν πάντα. Ο Pisciotta (4) εξέτασε τα αρχεία και τις ετήσιες αναφορές μερικών από αυτά τα κέντρα και ανακάλυψε ότι οι σωφρονιστικές μέθοδοι χαρακτηρίζονταν από λιγότερη ανθρωπιά από ό,τι το γονεϊκό περιβάλλον. Διαπίστωσε επίσης ότι τα περιβάλλοντα αυτά συχνά ευνοούσαν τη διαφθορά, εφάρμοζαν διακρίσεις κατά των μειονοτήτων και των ανηλίκων των κατώτερων κοινωνικοοικονομικών στρωμάτων και δεν ήταν σε θέση να παρέχουν το επίπεδο εκπαίδευσης και μόρφωσης που είχαν αρχικά υποσχεθεί σύμφωνα με το δόγμα parens patriae. Πέρα από τις ανησυχίες για την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα, άρχισε να αμφισβητείται η συνταγματικότητα της ακούσιας κράτησης (involuntarily detaining) ανηλίκων σε ιδρύματα καθώς χάραζε η Προοδευτική Εποχή (the Progressive Era) στα τέλη του 19ου αιώνα. Την εποχή εκείνη, άτομα με τις ίδιες απόψεις άρχισαν να ασχολούνται με ζητήματα όπως τα δεινά των γυναικών, οι νόμοι για την παιδική εργασία (child labor) και η υποχρεωτική εκπαίδευση (mandatory education). Το κίνημα με την ονομασία Child Savers (Σωτήρες Παιδιών) έκανε την εμφάνισή του ως μια ομάδα μορφωμένων ατόμων που ενδιαφέρονταν για τη μεταρρύθμιση της πρόνοιας για τα παιδιά. Μέσω προσπαθειών υπεράσπισης (advocacy) και των εξελισσόμενων κριτηρίων κατανόησης της ανάπτυξης του παιδιού σε σχέση με την τιμωρία και την ποινική ευθύνη των ανηλίκων, ιδρύθηκε το πρώτο δικαστήριο ανηλίκων στο Ιλινόι το 1899. Ο νόμος Illinois Juvenile Court Act του 1899 δημιούργησε το πρώτο σύστημα δικαστηρίων ανηλίκων με εξουσία και δικαιοδοσία σε παιδιά κάτω των 16 ετών κακοποιημένα, παραμελημένα (neglected), με παραπτωματική συμπεριφορά (delinquent) και εξαρτημένα (dependent). Σύμφωνα με το μοντέλο του parens patriae, ο σκοπός του δικαστηρίου παρέμενε αναμορφωτικός μάλλον παρά τιμωρητικός απέναντι σε αυτά τα ευάλωτα νεαρά άτομα που είχαν παρεκτραπεί. Για το λόγο αυτό, ο νόμος απαιτούσε το διαχωρισμό των ανηλίκων από τους ενηλίκους, δεν επέτρεπε την κράτηση παιδιών κάτω των 12 ετών σε φυλακές και τηρούσε εχεμύθεια όσον αφορά τα σχετικά αρχεία, για να ελαχιστοποιείται ο στιγματισμός τους (stigma) αργότερα στη ζωή τους. Τα δικαστήρια διατηρούσαν τον πολιτικό σχεδιασμό τους και οι προβλέψεις ποινικής προστασίας που ίσχυαν για τους ενηλίκους αρχικά δεν ίσχυαν στις δίκες ανηλίκων. Οι δικαστές αντιμετώπιζαν τους ανηλίκους με πατρικό τρόπο και ο χειρισμός των υποθέσεων γινόταν χωρίς αντιπαλότητα (in a nonadversarial manner) (3). Τα επόμενα 50 χρόνια, ακολούθησε η ανάπτυξη δικαστηρίων ανηλίκων και σε άλλες πολιτείες. Δημιουργώντας ένα σύστημα δικαστηρίων ανηλίκων, η πολιτεία θεωρούνταν δεδομένο ότι ενεργούσε προς το συμ-

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 15 Volume 18, Number 6 Ανήλικοι στο Δικαστήριο 15 φέρον του παιδιού. Οι δικαστές είχαν ευρεία διακριτική ευχέρεια να χειρίζονται τις υποθέσεις και μεγάλη ελευθερία δράσης για να αναμορφώνουν τους ανηλίκους. Το δικαστήριο επέκτεινε την εξουσία του πέρα από τα παιδιά που διέπρατταν ποινικά κολάσιμες πράξεις και σε ευρύτερη ποικιλία παιδιών που συμπεριφέρονταν ανάρμοστα (misbehaving children) και ανηλίκους που διέπρατταν κανονιστικές/θεσμικές παραβάσεις (status offenders), όπως για παράδειγμα σκασιαρχείο, το οποίο απαγορεύει ο νόμος, αλλά δεν θα αποτελούσε αδίκημα αν το διέπραττε ένας ενήλικος. Τα άτομα που διαπράττουν τα αδικήματα αυτά συχνά αναφέρονται ως PINS (Persons in Need of Services [Άτομα που έχουν Ανάγκη Υπηρεσιών]) ή CHINS (Children in Need of Services [Παιδιά που έχουν Ανάγκη Υπηρεσιών]). Τα ζητήματα που αφορούσαν τις πολιτικές ελευθερίες (civil liberties) των παιδιών αυτών, όπως τα δικαιώματα αυτοδιάθεσης ή μη παράνομης κράτησης (habeas corpus) παραβλέπονταν. Αν αποφασιζόταν ότι ένας ανήλικος χρειαζόταν περιορισμό (confinement), ο περιορισμός αυτός θεωρούνταν μέσο αναμόρφωσης μάλλον παρά τιμωρίας. Αυτή η αναμόρφωση των ανήλικων παραβατών του νόμου, που ξεκίνησε με τα δικαστήρια ανηλίκων, τελικά εξελίχθηκε στο πεδίο της ψυχιατρικής του παιδιού και του εφήβου στις Ηνωμένες Πολιτείες. Μετά την ίδρυση του πρώτου δικαστηρίου ανηλίκων της χώρας στο Σικάγο, τα προβλήματα που συνδέονταν με τη νεανική παραβατικότητα (juvenile delinquency) αποτέλεσαν αντικείμενο περαιτέρω προσοχής των γυναικών του συμβουλίου διευθυντών του Hull House της Jane Adams. Το 1909, δημιούργησαν (επίσης στο Σικάγο) το Juvenile Psychopathic Institute (Ίδρυμα Ανηλίκων Ψυχοπαθών) και προσέλαβαν ένα νευρολόγο, τον William Healy, ο οποίος ήθελε να μελετήσει τους εγκεφάλους ανηλίκων με παραβατική συμπεριφορά. Ο Dr. Healy συγκρότησε ομάδες που περιλάμβαναν νευροψυχιάτρους, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς για να εκτιμούν τα νεαρά αυτά άτομα και να τους παρέχουν θεραπεία (6). Το μοντέλο αυτό μιμήθηκαν οι κλινικές καθοδήγησης του παιδιού (child guidance clinics) που έκαναν την εμφάνισή τους σε άλλες μεγάλες πόλεις των Ηνωμένων Πολιτειών. Οι κλινικές αυτές άρχισαν τη λειτουργία τους ως επικουρικοί μηχανισμοί των δικαστηρίων ανηλίκων που προσπαθούσαν να αναμορφώνουν τους απείθαρχους ανηλίκους, αλλά εξελίχθηκαν στο πρώτο κοινοτικό θεραπευτικό πρόγραμμα (community treatment program) για ψυχικά διαταραγμένα νεαρά άτομα. Πολλές από αυτές τις κλινικές καθοδήγησης παιδιού που ιδρύθηκαν στις αρχές του 20ού αιώνα συνεχίζουν να παρέχουν υπηρεσίες σε παιδιά και εφήβους μέχρι σήμερα. Η ΠΟΙΝΙΚΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΗΛΙΚΩΝ Το 1925, μόνο δυο πολιτείες δεν διέθεταν δικαστήριο ανηλίκων (7) και η λειτουργία των δικαστηρίων αυτών δεν προσέκρουε σε σοβαρές αντιρρήσεις μέχρι τα μέσα του 20ού αιώνα. Κατά τις δεκαετίες του 1950 και του 1960, οι υπέρμαχοι των πολιτικών ελευθεριών αμφισβήτησαν την ικανότητα του συστήματος του ποινικού δικαίου των ανηλίκων να αναμορφώνει τους ανηλίκους με παραβατική συμπεριφορά. Αμφισβητούσαν αν τα ιδρύματα ανηλίκων διέφεραν σημαντικά από τις φυλακές ενηλίκων και ήταν αντίθετοι με την ευρεία διακριτική ευχέρεια που είχε δοθεί στους δικαστές των δικαστηρίων ανηλίκων (3). Επειδή τα δικαστήρια ανηλίκων είχαν δημιουργηθεί με βάση το μοντέλο της αναμόρφωσης, η οφειλόμενη διαδικαστική προστασία που προσφερόταν στους ανηλίκους ήταν ελάχιστη. Τα νόμιμα δικαιώματα των παιδιών στα δικαστήρια ανηλίκων αντιμετωπίστηκαν τελικά μέσω μιας σειράς αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.Π.Α. από το 1966 μέχρι το 1975, παράλληλα με την ομοσπονδιακή νομοθεσία που είχε τεθεί σε εφαρμογή το 1974. Στο τέλος αυτής της περιόδου, η συνταγματική προστασία που παρεχόταν στα παιδιά στα δικαστήρια ανηλίκων άρχισε να μοιάζει περισσότερο με των ενηλίκων. Η πρώτη υπόθεση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.Π.Α. σχετικά με το σύστημα των δικαστηρίων ανηλίκων ήταν η υπόθεση Kent κατά Ηνωμένων Πολιτειών (1966) (8), η οποία αφορούσε το ερώτημα αν ήταν συνταγματικό για ένα δικαστήριο ανηλίκων, χωρίς την κατάλληλη διαδικασία και προστασία για τα νόμιμα συμφέροντα του ανηλίκου, να παραιτείται της δικαιοδοσίας να δικάσει τον ανήλικο, μεταφέροντας έτσι την υπόθεση στο κοινό ποινικό δικαστήριο ενηλίκων. Ο κύριος σκοπός της μεταφοράς μιας υπόθεσης ανηλίκου σε ποινικό δικαστήριο ενηλίκων για εκδίκαση είναι ότι στο σύστημα των ενηλίκων υπάρχουν αυστηρότερες ποινές. Ο Morris Kent ήταν ένα 16χρονο αγόρι κατηγορούμενο για ληστεία, διάρρηξη και βιασμό. Ανακρίθηκε και τέθηκε υπό κράτηση χωρίς να παρίσταται δικηγόρος και δεν ενημερώθηκε για το δικαίωμά του να μη μιλήσει. Δεν έλαβε ποτέ χώρα ακρόαση για το θέμα της παραίτησης παρά την υποβολή σχετικού αιτήματος από το δικηγόρο του. Ο δικηγόρος του κυρίου Kent υπέβαλε ένορκη γραπτή βεβαίωση (affidavit) ψυχιάτρου που δήλωνε ότι ο κύριος Kent έχρηζε ψυχιατρικής νοσηλείας και το υπεύθυνο για την επιτήρησή του προσωπικό του δικαστηρίου ανηλίκων παρατήρησε ότι η ψυχική του κατάσταση επιδεινωνόταν συνεχώς. Ο δικαστής αρνήθηκε να λάβει υπόψη του τις πληροφορίες αυτές, παραιτήθηκε της δικαιοδοσίας του στον Kent και με τον τρόπο αυτό μεταβίβασε την υπόθεσή του σε δικαστήριο ενηλίκων. Εκεί, ο κύριος Kent κρίθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε φυλάκιση 30 έως 90 ετών. Η υπεράσπιση υπέβαλε έφεση και το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Kent κατά Ηνωμένων Πολιτειών αποφάνθηκε ότι ένας ανήλικος έχει δικαίωμα σε ακροαματική διαδικασία, με αντικείμενο την παραίτηση από τη δικαιοδοσία, στην οποία αντιπροσωπεύεται από δικηγόρο, ότι ο δικηγόρος του πρέπει να έχει πρόσβαση σε όλα τα έγγραφα και πρακτικά και ότι ο δικαστής υποχρεούται να περιγράφει εγγράφως τους λόγους της παραίτησης από τη δικαιοδοσία. Το Ανώτατο Δικαστήριο εξέφρασε ειδικότερα την ανησυχία του σχετικά με τη συνταγματική προστασία που παρέχεται στους ανηλίκους, παρατηρώντας ότι «στο παιδί επιφυλάσσεται η χειρότερη μεταχείριση και από τους δυο κόσμους:...αφενός μεν δεν τυγχάνει της προστασίας που δικαιούνται οι ενήλικοι, αφετέρου δε δεν έχει την επιμελή φροντίδα και αναμορφωτική μεταχείριση που θεωρείται δεδομένο ότι χρειάζονται τα παιδιά.» Η απόφαση για την υπόθεση Kent σηματοδότησε μια μεταστροφή στη στάση της κοινωνίας όσον αφορά το σκοπό των δικαστηρίων ανηλίκων και ανέδειξε την ολοένα μεγαλύτερη

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 16 16 Soulier & Scott November-December 2010 διαφωνία με τη θυσία συνταγματικών δικαιωμάτων για να ικανοποιηθεί ο σκοπούμενος στόχος της αναμόρφωσης. Το 19667, η Commission on Law and Enforcement and Administration of Justice (Επιτροπή Νόμου και Επιβολής και Απονομής Δικαιοσύνης) του προέδρου Lynton Johnson δημοσίευσε μια αναφορά με τίτλο Juvenile Delinquency and Youth Crime (Παραβατικότητα και Εγκληματική Συμπεριφορά Ανηλίκων) σχετικά με το σύστημα των δικαστηρίων ανηλίκων και την πρόληψη της παραβατικότητας. Η αναφορά αυτή αμφισβητούσε επίσημα πολλές από τις αναμορφωτικές πρακτικές του δικαστηρίου ανηλίκων που είχαν κριθεί σημαντικότερες των συνταγματικών προβλέψεων (9). Το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. εξέτασε περαιτέρω πολλά από τα ζητήματα που ετέθησαν από την υπόθεση Kent και την αναφορά της επιτροπής του Johnson στην υπόθεση Gault (1967) (10). Ο Gerald Gault ήταν 15 ετών και υπό δικαστική επιτήρηση (on probation) στην Αριζόνα όταν, μαζί με ένα φίλο του, έκανε μια χυδαία τηλεφωνική φάρσα σε μια γειτόνισσα, ρωτώντας την αν είχε «μεγάλα μπαλκόνια». Η γειτόνισσα αναγνώρισε τη φωνή του κυρίου Gault, ο οποίος συνελήφθη και οδηγήθηκε στο κρατητήριο. Οι γονείς του δεν ειδοποιήθηκαν την επόμενη μέρα. Στη δίκη, ο κύριος Gault δεν εκπροσωπήθηκε από δικηγόρο, δεν παρουσιάστηκαν αποδεικτικά στοιχεία και το θύμα δεν προσήλθε να καταθέσει. Αν για την ίδια πράξη είχε καταδικαστεί ένας ενήλικας, η μέγιστη δυνατή ποινή που θα του είχε επιβληθεί θα ήταν φυλάκιση δυο μηνών ή πρόστιμο 50 δολαρίων. Ο κύριος Gault κρίθηκε ότι ήταν ανήλικος παραβάτης του νόμου και τον έστειλαν σε αναμορφωτικό κατάστημα για απροσδιόριστο χρονικό διάστημα, μέχρι την ηλικία των 21 ετών. Ο δικηγόρος του κυρίου Gault υπέβαλε αίτηση για έκδοση εντάλματος habeas corpus, θεωρώντας παράνομη την κράτηση του πελάτη του και η υπόθεση έφτασε στο Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. Στην υπόθεση Gault, το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε ότι, σύμφωνα με τη Δέκατη Τέταρτη Τροπολογία (Fourteenth Amendment), οι ανήλικοι έχουν τα εξής δικαιώματα: γνωστοποίηση των κατηγοριών, εκπροσώπηση από δικηγόρο, προστασία από αυτοενοχοποίηση (self-incrimination), διαδικασία αναγνώρισης (confrontation) και κατ αντιπαράσταση εξέταση των μαρτύρων (cross-examination of witnesses). Σε μια απόφαση υπέρ του Gault, ο δικαστής Fortas έγραψε, «Σύμφωνα με το Σύνταγμά μας, η κατάσταση τού να είσαι αγόρι δεν αιτιολογεί ένα δικαστήριο-παρωδία (a kangaroo court)». Το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. ενίσχυσε περαιτέρω την κατάλληλη προστασία για ανηλίκους στην υπόθεση Winship (1970) (11). Ο Samuel Winship ήταν 12 ετών όταν κατηγορήθηκε ότι έκλεψε 112 δολάρια από το πορτοφόλι μιας γυναίκας σε ένα κατάστημα. Το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι ο ανήλικος είχε παραβεί το νόμο και κλείστηκε σε αναμορφωτήριο με βάση όχι αποδεικτικά στοιχεία πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας (evidence beyond a reasonable doubt) (όπως γινόταν συνήθως στα δικαστήρια ενηλίκων), αλλά την υπεροχή των αποδεικτικών στοιχείων (δηλαδή με μέτρο την ισχυρότερη πιθανότητα [preponderance of evidence]) όπως γινόταν στα δικαστήρια ανηλίκων και στις αστικές υποθέσεις μόνο του συστήματος δικαστηρίων ενηλίκων. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι τα δικαστήρια ανηλίκων έπρεπε να χρησιμοποιούν τον ίδιο βαθμό ισχύος των αποδεικτικών στοιχείων (πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας) που χρησιμοποιούσαν και τα δικαστήρια ενηλίκων (12). Η τελευταία από τις υποθέσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου των Η.Π.Α. που θα συζητήσουμε εδώ οι οποίες ώθησαν τα δικαστήρια ανηλίκων προς την υιοθέτηση της προστασίας που δικαιούται και ένας ενήλικος κατηγορούμενος σε μια ποινική δίκη ήταν η υπόθεση Breed κατά Jones (1975) (13). Ο Gary Jones ήταν 17 ετών όταν καταδικάστηκε για ένοπλη ληστεία. Κατά τη διαδικασία του δικαστηρίου ανηλίκων που είναι αντίστοιχη με την ακροαματική διαδικασία για τον καθορισμό της ποινής, ο δικαστής παραιτήθηκε από τη δικαιοδοσία του και μεταβίβασε την υπόθεση στο ποινικό δικαστήριο ενηλίκων. Ο δικηγόρος του κυρίου Jones υποστήριξε ότι η αυτή η παραίτηση και η επακόλουθη μεταφορά της υπόθεσης σε άλλο δικαστήριο παραβίαζε τη Διάταξη περί Διπλού Κινδύνου (Double Jeopardy Clause) της Πέμπτης Τροπολογίας (Fifth Amendment), η οποία απαγορεύει να δικάζεται ένα άτομο δυο φορές για το ίδιο αδίκημα. Ο δικηγόρος υποστήριξε ότι ο πελάτης του είχε δικαστεί στο δικαστήριο ανηλίκων (παρότι επρόκειτο για επιδίκαση [adjudication] και όχι για δίκη) και ότι η παραπομπή σε δικαστήριο ενηλίκων ουσιαστικά είχε ως αποτέλεσμα να δικαστεί για δεύτερη φορά για το ίδιο αδίκημα. Το Ανώτατο Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η παραίτηση από τη δικαιοδοσία πρέπει να γίνεται προ ή αντί της ακροαματικής διαδικασίας της επιδίκασης επειδή οι πιθανές συνέπειες της επιδίκασης είναι τόσο σοβαρές όσο και στις ποινικές δίκες των ενηλίκων. Έτσι, η Διάταξη περί Διπλού Κινδύνου προστατεύει τους ανηλίκους από την ποινική δίωξη για ένα αδίκημα για το οποίο έχει ήδη λάβει χώρα επιδίκαση από δικαστήριο ανηλίκων. Επιπρόσθετα στις δογματικές εξελίξεις στο δικαστικό σύστημα, σημαντικό ρόλο έπαιξε και το Κογκρέσο με την ψήφιση του Νόμου περί Δικαιοσύνης Ανηλίκων και Πρόληψης Παραβατικότητας (Juvenile Justice and Delinquency Prevention Act, JJDPA) το 1974. Η νομοθεσία αυτή δημιούργησε το Office of Juvenile Justice and Delinquency Prevention (Γραφείο Δικαιοσύνης Ανηλίκων και Πρόληψης Παραβατικότητας) και πρόσφερε ομοσπονδιακά κονδύλια στις πολιτείες που επικύρωσαν δυο «μέτρα βασικής προστασίας» ( core protections ): την αποϊδρυματοποίηση (deinstitutionalization) των ανηλίκων με παραβατική συμπεριφορά, η οποία προβλέπει ότι οι ανήλικοι που διαπράττουν αδικήματα όπως το σκασιαρχείο δεν πρέπει να κρατούνται σε αναμορφωτήρια, και το διαχωρισμό (separation) των ανηλίκων και των ενηλίκων κρατουμένων, ακόμα και αν οι ανήλικοι εγκλειστούν σε φυλακή ενηλίκων. Το 1980, προστέθηκε μια επιπλέον πρόβλεψη στον JJDPA: η απομάκρυνση των ανηλίκων από τις φυλακές ενηλίκων με εξαίρεση περιορισμένες συνθήκες. Το 1992, ο JJDPA αναθεωρήθηκε, αυτή τη φορά για να συμπεριλάβει την απαίτηση να αντιμετωπίσουν οι πολιτείες την υπεραντιπροσώπευση (overrepresentation) των μειονοτικών ανηλίκων στις ποινικές δίκες ανηλίκων. Με εξαίρεση το Γουαϊόμινγκ, όλες οι πολιτείες συμμετέχουν στο πρόγραμμα αυτό σήμερα. Το Κογκρέσο αυτή την εποχή εξετάζει το ενδεχόμενο να ψηφίσει νομοθεσία για να επανεγκρίνει τα πρότυπα που έθεσε ο JJDPA επειδή η ισχύς του εξέπνευσε το 2007 (14).

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 17 Volume 18, Number 6 Ανήλικοι στο Δικαστήριο 17 ΤΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΑΝΗΛΙΚΩΝ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΟΥΝ ΝΑ ΜΗΝ ΕΙΝΑΙ ΠΟΙΝΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΕΝΗΛΙΚΩΝ Με τα αυξημένα αυτά μέτρα, οι ανήλικοι προστατεύονται καλύτερα κατά τη νομική διαδικασία, αλλά τα δικαιώματά τους στο σύστημα των δικαστηρίων ανηλίκων εξακολουθούν να διαφέρουν από των ενηλίκων στα ποινικά δικαστήρια. Μετά τη σύλληψή του, ένας ανήλικος δράστης μπορεί να τεθεί υπό κράτηση και συνήθως απαιτείται ακροαματική διαδικασία για την κράτησή του εντός 24 ωρών. Στην ακροαματική διαδικασία, ωστόσο, το δικαστήριο μπορεί να αποφασίσει να συνεχιστεί η κράτησή του, χωρίς εγγύηση (bail), πριν από τη δίκη ή την ακροαματική διαδικασία κατά την οποία διαπιστώνονται οι συνθήκες διαβίωσής του, αν το δικαστήριο κρίνει ότι ο ανήλικος αποτελεί απειλή για τον εαυτό του ή την κοινότητα ή αν δεν υπάρχει γονέας ικανός και πρόθυμος να τον φροντίσει. Περίπου το 20% των περιπτώσεων υποθέσεων ανηλίκων δραστών καταλήγουν σε τέτοιου είδους κράτηση (15). Οι ανήλικοι θεωρούν την κράτηση αυτή τιμωρία, αλλά στην υπόθεση Schall κατά Martin (1984) (16) το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. υποστήριξε τη συνταγματικότητα της προληπτικής κράτησης (preventive detention) πριν από τη δίκη ανηλίκων που θα μπορούσαν να το σκάσουν ή να διαπράξουν και άλλο αδίκημα, με στόχο «την προστασία του ανηλίκου και της κοινωνίας από τους κινδύνους εγκληματικών πράξεων προ της δίκης». Ο Gregory Martin, ένας 14χρονος που συνελήφθη και κατηγορήθηκε για ληστεία, επίθεση και οπλοκατοχή, ήταν υπό κράτηση για 15 ημέρες επειδή το δικαστήριο έκρινε ότι υπήρχε «σοβαρός κίνδυνος» να διαπράξει και άλλη εγκληματική πράξη αν αφηνόταν ελεύθερος. Ένας περαιτέρω περιορισμός της νομικής προστασίας των ανηλίκων στο δικαστήριο έχει να κάνει με το δικαίωμά τους να δικάζονται από ενόρκους (jury). Στην περίπτωση του McKeiver κατά της Πενσιλβανίας (1976) (17), ο Joseph McKeiver ήταν ένα 16χρονο αγόρι που αντιμετώπιζε τις κατηγορίες της ληστείας, της μικροκλοπής (larceny) και της κλεπταποδοχής, καθώς μαζί με 20-30 συντρόφους του κυνήγησε τρεις ανηλίκους και τους απέσπασε 25 σεντς. Οι ενήλικοι κατηγορούμενοι μπορούν να ζητήσουν δίκη με ενόρκους, αλλά όταν υπέβαλε παρόμοιο αίτημα ο δικηγόρος του κυρίου McKeiver για τον πελάτη του, το δικαστήριο ανηλίκων το απέρριψε. Κατά την εκδίκαση της έφεσης, το Ανώτατο Δικαστήριο των Η.Π.Α. αποφάνθηκε ότι δεν ήταν απαραίτητοι οι ένορκοι για παιδιά σε δικαστήρια ανηλίκων. Επανερχόμενο στην αρχική αποστολή του δικαστηρίου ανηλίκων, το Ανώτατο Δικαστήριο υποστήριξε ότι οι δίκες με ενόρκους περιλάμβαναν από τη φύση τους υπερβολική αντιπαλότητα και ήταν αντίθετες προς τον αναμορφωτικό σκοπό του συστήματος των δικαστηρίων ανηλίκων. Σήμερα, σε ορισμένες πολιτείες και για ορισμένα αδικήματα, οι ανήλικοι έχουν δικαίωμα να ζητήσουν ενόρκους, αλλά ο γενικός κανόνας παραμένει ότι οι ανήλικοι δεν δικαιούνται δίκες με ενόρκους, εκτός αν το δικαστήριο ανηλίκων παραιτηθεί από τη δικαιοδοσία του και μεταβιβάσει την υπόθεση σε δικαστήριο ενηλίκων. Παρά τη δικαστική πρόοδο που έχει σημειωθεί σε κάποια μέτωπα, η εμπειρία ενός ανήλικου παραβάτη στο σύστημα του ποινικού δικαίου ανηλίκων παραμένει σημαντικά διαφορετική από ενός ενηλίκου σε ποινικό δικαστήριο (ο οποίος βασικά δικάζεται και κατόπιν καταδικάζεται [και καθορίζεται η ποινή του] ή όχι). Αν κριθούν ένοχοι, οι ανήλικοι μπορούν να παραμείνουν υπό κράτηση σε σωφρονιστικά καταστήματα ανηλίκων μέχρι την ηλικία των 21 ετών, να τεθούν υπό δικαστική επιτήρηση ή να παραπεμφθούν σε προγράμματα όπως τα προγράμματα θεραπείας ημέρας για τη χρήση φαρμακευτικών ουσιών. Όπως έχουμε δει επίσης, οι ανήλικοι μπορούν, μέσω παραίτησης του δικαστή ανηλίκων, να μεταφερθούν σε δικαστήρια ενηλίκων. Η ηλικία κατά την οποία μπορεί να γίνει μια τέτοια μεταφορά διαφέρει από πολιτεία σε πολιτεία. Στο Βερμόντ, μέσω της παραίτησης από τη δικαιοδοσία, ένας ανήλικος 10 ετών μπορεί να παραπεμφθεί σε δικαστήριο ενηλίκων (18). Το ποιος φέρει το βάρος της απόδειξης (δηλαδή η πολιτεία έναντι της υπεράσπισης) στον προσδιορισμό της καταλληλότητας της παραίτησης από τη δικαιοδοσία ποικίλλει επίσης από πολιτεία σε πολιτεία, αν και στις περισσότερες δικαιοδοσίες η πολιτεία πρέπει να αποδείξει ότι ένας ανήλικος δεν επιδέχεται θεραπεία. Η παραίτηση από τη δικαιοδοσία εξαρτάται επίσης συνήθως από τον κίνδυνο που διατρέχει ο ανήλικος για μελλοντική επικινδυνότητα (dangerousness) σε συνδυασμό με άλλους παράγοντες που καθορίζουν οι νόμοι της κάθε πολιτείας. Παρότι τα διαδικαστικά δικαιώματα των ανηλίκων είναι δυνατό να είναι περισσότερα στα δικαστήρια ενηλίκων, η μεταβίβαση ενός ανηλίκου σε δικαστήριο ενηλίκων έχει πολλά μειονεκτήματα γι αυτόν. Από τη στιγμή που θα βρεθεί σε ποινικό δικαστήριο, μπορεί να καταδικαστεί σε μεγαλύτερη ποινή, να χάσει μελλοντικά δικαιώματα όπως το δικαίωμα ψήφου και να καταλήξει να έχει βεβαρημένο ποινικό μητρώο που μπορεί να χρησιμοποιηθεί εναντίον του αργότερα, ιδιαίτερα στο πλαίσιο της νομοθετικής δομής three strikes you re out, που προβλέπει ισόβια κάθειρξη για όποιον καταδικαστεί για εγκληματικές πράξεις τρεις φορές. Τα ποινικά δικαστήρια εκθέτουν επίσης τον ανήλικο σε εμπειρίες μεγαλύτερης θυματοποίησης στις φυλακές ενηλίκων και οι παραιτήσεις από τη δικαιοδοσία έχει αποδεχτεί ότι στην πραγματικότητα αυξάνουν τη μελλοντική καθ έξιν υποτροπή (recidivism) στους ανηλίκους. Οι ανήλικοι που έχουν χάσει το δικαίωμα να δικαστούν από δικαστήριο ανηλίκων είναι πιθανότερο να παρανομήσουν και πάλι, και μάλιστα πιο σύντομα και πιο συχνά από ό,τι όσοι παραμένουν στο σύστημα των δικαστηρίων ανηλίκων (19). Σημαντικό ποσοστό των ανηλίκων που παραπέμπονται σε δικαστήρια ενηλίκων ανήκουν σε μειονότητες και έως και το 40% κατηγορούνται για μη βίαια αδικήματα (20). Επιπλέον, οι ανήλικοι που παραπέμπονται σε δικαστήρια ενηλίκων και κατόπιν φυλακίζονται, εκτίουν την ποινή τους σε εγκαταστάσεις κατάλληλες για ενηλίκους και δεν λαμβάνουν την κατάλληλη από αναπτυξιακή άποψη θεραπεία, εκπαίδευση ή μόρφωση. Ένα από τα δυνατά σημεία των σωφρονιστικών καταστημάτων ειδικά για ανηλίκους είναι η αναπτυξιακή τους βάση και η δυνατότητά τους να εκτιμούν τους ανηλίκους και να τους παρέχουν θεραπεία σε πιο εξατομικευμένο επίπεδο. Τα σωφρονιστικά καταστήματα ανηλίκων παραμένουν αναμορφωτικά, ενώ οι φυλακές ενηλίκων έχουν χαρακτήρα τιμωρητικό (punitive). Από τη στιγμή που ένας ανήλικος μεταφέρεται στο δικαστήριο ενηλίκων, μειώνονται σημαντικά οι

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 18 18 Soulier & Scott November-December 2010 πιθανότητες αναμόρφωσής του επειδή τα περιβάλλοντα, αν κριθεί ένοχος και φυλακιστεί, δεν διαθέτουν τα κατάλληλα από αναπτυξιακή άποψη μέσα, ούτε την κατανόηση ότι η χρονολογική ηλικία δεν συμβαδίζει υποχρεωτικά με την ηλικία ωρίμανσης (maturational age). Οι περισσότερες πολιτείες ορίζουν ως ανήλικα τα άτομα κάτω των 18 ετών. Ωστόσο, ορισμένες πολιτείες (π.χ. το Κονέκτικατ, η Νέα Υόρκη και η Βόρεια Καρολίνα) έχουν ορίσει ως ανώτερη ηλικία για δικαιοδοσία των δικαστηρίων ανηλίκων τα 15 έτη και όλοι οι νέοι ηλικίας 16 ετών και άνω θεωρούνται ενήλικοι (21). Η εξουσία των δικαστηρίων ανηλίκων μπορεί επίσης να επεκταθεί και πέραν του ανώτερου ηλικιακού ορίου της αρχικής δικαιοδοσίας. Στα τέλη του 2004, οι νόμοι σε 34 πολιτείες επέκτειναν τη δικαιοδοσία των δικαστηρίων ανηλίκων σε περιπτώσεις παραβατικότητας μέχρι το εικοστό πρώτο έτος (21). Αυτή η διευρυμένη δικαιοδοσία επιτρέπει στα δικαστήρια ανηλίκων να επηρεάζουν τις επιλογές και τις ευκαιρίες πέρα από τα χρόνια της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, με δυνατότητα να επηρεάζεται αρνητικά η εισαγωγή σε κολέγια και η κατάταξη στο στρατό. Εξακολουθούν να μπορούν να κινηθούν νομικές διαδικασίες κατά ανηλίκων για τη διάπραξη θεσμικών/κανονιστικών αδικημάτων. Το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών δεν έχει διασαφηνίσει ακόμα τα δικαιώματα που πρέπει να έχουν κατά τις διαδικασίες αυτές οι ανήλικοι παραβάτες. Πολλά δικαστήρια απαιτούν μόνο υπεροχή αποδεικτικών στοιχείων για να κρίνουν έναν ανήλικο υπόλογο για μια θεσμική παράβαση (22). Οι δικαιοδοσίες ποικίλλουν ευρέως ως προς το πώς χειρίζονται τέτοιου είδους παραβάσεις παρά τον JJDPA του 1974, ο οποίος επιβεβαίωνε την αποϊδρυματοποίηση των δραστών θεσμικών παραβάσεων και συνιστούσε την αφαίρεση της δικαστικής εξουσίας πάνω σε αυτούς. Η εχεμύθεια (confidentiality) για τους νεαρούς δράστες που κάποτε αποτελούσε πρώτιστο μέλημα ενός δικαστηρίου ανηλίκων έχει διαβρωθεί σοβαρά. Οι ακροαματικές διαδικασίες δικών ανηλίκων είναι ανοικτές στο κοινό σε 14 πολιτείες και 47 πολιτείες έχουν τροποποιήσει ή απαλείψει τις προβλέψεις περί εχεμύθειας για τα δικαστήρια ανηλίκων. Με την άδεια του δικαστηρίου, το μητρώο ενός ανηλίκου μπορεί να εξεταστεί από τον εισαγγελέα, τα όργανα επιβολής του νόμου, τις κοινωνικές υπηρεσίες, τις σχολικές αρχές, το θύμα και το κοινό (21). ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΣΤΟΥΣ ΝΟΜΟΥΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΗΛΙΚΟΥΣ Στα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990, τα ποσοστά των εγκληματικών πράξεων ανηλίκων αυξήθηκαν και τα δικαστήρια ανηλίκων υιοθέτησαν μια πιο τιμωρητική στάση καθώς βρίσκονταν μπροστά σε ένταση της βίας και αύξηση των ανθρωποκτονιών. Περισσότεροι νεαροί δράστες παραπέμπονταν, μέσω της παραίτησης από τη δικαιοδοσία, σε δικαστήρια ενηλίκων και η κοινωνία άρχισε να ζητά περισσότερη τιμωρία και λιγότερη ανοχή για τους ανηλίκους που διέπρατταν εγκληματικές πράξεις. Παρότι τα ποσοστά ανθρωποκτονιών από ανηλίκους άρχισαν να μειώνονται μετά το 1992, οι πολιτείες ψήφισαν νόμους για την παραπομπή των ανηλίκων που διέπρατταν ορισμένες εγκληματικές πράξεις σε δικαστήρια ενηλίκων. Στο πλαίσιο αυτής της εν θερμώ απαίτησης για τιμωρία των ανηλίκων, η κοινωνία επανεξέτασε επίσης τη συνταγματικότητα της εκτέλεσης κατηγορουμένων που διέπραξαν αδικήματα ως ενήλικοι. Οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η μόνη ανεπτυγμένη χώρα που συνέχισε να επιτρέπει τη θανατική ποινή ατόμων που είχαν διαπράξει εγκλήματα όταν ήταν ανήλικοι. Από το 1973 μέχρι το 2004, 228 άτομα αυτής της κατηγορίας καταδικάστηκαν σε θάνατο. Σε 22 από τις περιπτώσεις αυτές, οι καταδικασθέντες εκτελέστηκαν και σε 134 περιπτώσεις η ποινή ακυρώθηκε ή μειώθηκε. Οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Σομαλία είναι τα μόνα κράτη-μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών που δεν έχουν επικυρώσει τη Σύμβαση του Ο.Η.Ε. για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία απαγορεύει την εκτέλεση ή την ισόβια κάθειρξη χωρίς αναστολή (parole) για εγκληματικές πράξεις που έχουν διαπραχθεί από ανήλικο (7). Η απαγόρευση αυτή βασίζεται στην πεποίθηση ότι ένα παιδί κάτω των 18 ετών δεν διαθέτει τη νοητική ωριμότητα (cognitive maturity) για να θεωρηθεί το ίδιο ηθικά υπεύθυνο με έναν ανήλικο που έχει διαπράξει παρόμοια εγκληματική πράξη. Την πρώτη σημαντική νομική πρόκληση για την εκτέλεση δραστών που διέπραξαν εγκληματικές πράξεις ως ανήλικοι αποτέλεσε η υπόθεση Thompson κατά Οκλαχόμα (1988) (23). Με την απόφαση που εξέδωσε για την υπόθεση αυτή, το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών αποφάνθηκε ότι η νομοθεσία της Οκλαχόμα, η οποία δεν προσδιόριζε κανένα όριο ηλικίας για την εκτέλεση ανηλίκου, παραβίαζε την απαγόρευση απάνθρωπης και ασυνήθιστης τιμωρίας (cruel and unusual punishment) της Όγδοης Τροπολογίας. Το ζήτημα αυτό επανεξετάστηκε το 2005 από το Ανώτατο Δικαστήριο στην υπόθεση Roper κατά Simmons (24). Το 1993, ο Christopher Simmons ήταν 17 ετών όταν σχεδίασε τη δολοφονία της Shirley Cook μαζί με φίλους του. Ο κύριος Simmons είχε πει ότι ήθελε να σκοτώσει κάποιον πριν από τα γενέθλια των 18 του χρόνων επειδή πίστευε ότι δεν θα καταδικαζόταν σε θάνατο λόγω της ηλικίας του. Ο κύριος Simmons και ένας φίλος του πέταξαν την κυρία Cook από μια γέφυρα ενώ ήταν ακόμα ζωντανή. Ο κύριος Simmons ομολόγησε το φόνο και οι ένορκοι εισηγήθηκαν να καταδικαστεί σε θάνατο. Ο δικηγόρος του κυρίου Simmons αμφισβήτησε τη συνταγματικότητα της θανατικής ποινής, βάσει της παραπάνω απαγόρευσης της Όγδοης Τροπολογίας, καθώς επίσης και βάσει της υπόθεσης του 2002 Atkins κατά Βιρτζίνια, στην οποία το Ανώτατο Δικαστήριο είχε αποφανθεί ότι, σύμφωνα με τα εξελισσόμενα κριτήρια περί του κοινωνικά αποδεκτού (decency), η εκτέλεση των ατόμων με νοητική υστέρηση (mentally retarded) ήταν ποινή απάνθρωπη και ασυνήθιστη. Παρότι το έγκλημα που είχε διαπράξει ο κύριος Simmons ήταν στυγερό και ειδεχθές, η American Psychiatric Association (Αμερικανική Ψυχιατρική Εταιρία) και η American Academy of Child and Adolescent Psychiatry (Αμερικανική Ακαδημία Ψυχιατρικής του Παιδιού και του Εφήβου) υπέβαλαν υπομνήματα στο Ανώτατο Δικαστήριο υπέρ της κατάργησης της θανατικής ποινής για τους ανηλίκους. Οι ψυχιατρικές αυτές οργανώσεις παρουσίασαν νευροεπιστημονικά (neuroscientific) στοιχεία που έδειχναν ότι οι ανήλικοι ήταν ανώριμοι λόγω

Doc.HARVARD 18.6 6/21/11 10:13 AM Page 19 Volume 18, Number 6 Ανήλικοι στο Δικαστήριο 19 περιορισμένης εγκεφαλικής και νοητικής ανάπτυξης. Με ψήφους 5-4, το δικαστήριο έκρινε ότι ήταν απάνθρωπη και ασυνήθιστη ποινή η εκτέλεση ενός ατόμου που διέπραξε εγκληματική πράξη πριν από τη συμπλήρωση των 18 ετών. Στην απόφασή του αυτή, το δικαστήριο παρέθετε τις κοινωνιολογικές και επιστημονικές ενδείξεις που είχαν τεθεί υπόψη του σχετικά με την αναπτυξιακή ανωριμότητα (developmental immaturity). Το δικαστήριο σημείωσε επιπρόσθετα ότι οι πολιτείες είχαν ήδη νόμους που απαγόρευαν στα άτομα κάτω των 18 ετών να ψηφίζουν ή να ορίζονται ένορκοι θεωρώντας τους ανηλίκους ανώριμους για κάτι τέτοιο. Επιπλέον, τα «εξελισσόμενα κριτήρια περί του κοινωνικά αποδεκτού» είχαν ως αποτέλεσμα μόνο τρεις πολιτείες (η Οκλαχόμα, το Τέξας και η Βιρτζίνια) να εκτελέσουν θανατικές ποινές ανηλίκων κατά την τελευταία δεκαετία (12). Χάρη στην υπόθεση Roper κατά Simmons, οι ανήλικοι δεν καταδικάζονται πλέον σε θάνατο, αλλά συνέχισαν να υπάρχουν, όπως και την εποχή που πάρθηκε η απόφαση αυτή, περιπτώσεις στις οποίες ανήλικοι είχαν καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη χωρίς αναστολή για εγκληματικές πράξεις που δεν περιλάμβαναν ανθρωποκτονία. Επιπλέον, στην πολιτεία της Ουάσινγκτον, δράστες ακόμα και μόλις 8 ετών μπορούσαν να καταδικαστούν σε ισόβια κάθειρξη χωρίς τη δυνατότητα αναστολής για τέτοιου είδους αδικήματα (26). Το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών επανεξέτασε την κατάσταση αυτή στην υπόθεση του 2010 Graham κατά Φλόριντα, η οποία αφορούσε ένα 17χρονο νέο που καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη μετά από παραβίαση των όρων αναστολής του έπειτα από δίωξή του για ληστεία σε βαθμό κακουργήματος (felony robbery) σε ηλικία 16 ετών (27). Τα επιχειρήματα που είχαν ακουστεί στην υπόθεση Roper σχετικά με τα εξελισσόμενα κριτήρια περί του κοινωνικά αποδεκτού παρουσιάστηκαν και πάλι στο δικαστήριο. Με ψήφους 5-4, το δικαστήριο αποφάνθηκε ότι η καταδίκη ανηλίκων σε ισόβια κάθειρξη χωρίς αναστολή λόγω εγκληματικών πράξεων που δεν περιλαμβάνουν ανθρωποκτονία είναι απάνθρωπη και ασυνήθιστη ποινή και συνιστά παραβίαση της Όγδοης Τροπολογίας. Με τον τρόπο αυτό, το δικαστήριο έκρινε οριστικά ότι οι ανήλικοι δράστες είναι λιγότερο ένοχοι από ό,τι οι ενήλικοι. Η υπόθεση Graham πιθανότατα θα οδηγήσει σε νέες καταδικαστικές αποφάσεις και για άλλους εφήβους, όπως ο Joe Sullivan, ο οποίος καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη στη Φλόριντα για σεξουαλική κακοποίηση (sexual battery) σε ηλικία 13 ετών. Παρότι το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την υπόθεση του κυρίου Sullivan (28) την ίδια ημέρα που εξέδωσε την απόφασή του για την υπόθεση Graham, ο κύριος Sullivan, που σήμερα είναι 33 ετών, θα έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει αλλαγή της ποινής του με βάση αυτή την απόφαση. Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΨΥΧΙΑΤΡΟΥ ΣΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΑΝΗΛΙΚΩΝ Κατά τα πρώτα χρόνια λειτουργίας των δικαστηρίων ανηλίκων και των κλινικών καθοδήγησης παιδιών στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι ψυχίατροι διαδραμάτισαν βασικό ρόλο στην εκτίμηση και στη θεραπεία των ανηλίκων παραβατών. Πριν από έναν αιώνα, τα δικαστήρια ανηλίκων είχαν ως στόχο την αναμόρφωση των ανηλίκων παραβατών και το πεδίο της αμερικανικής παιδοψυχιατρικής αναπτύχθηκε μέσα από τη συμμετοχή των ψυχιάτρων στη διαδικασία αυτή. Όπως περιγράψαμε παραπάνω, αυτές οι κλινικές καθοδήγησης του παιδιού ήκμασαν και εξελίχθηκαν σε σημαντικά κοινοτικά κέντρα βοήθειας των διαταραγμένων ανηλίκων και των οικογενειών τους. Σήμερα, σε τέτοιου είδους κλινικές εξακολουθούν να εργάζονται ψυχίατροι, καθώς επίσης και σε θεραπευτικά κέντρα και σωφρονιστικά καταστήματα, όπως σε αναμορφωτήρια, όπου ασχολούνται με τη συνεχή θεραπεία και αποκατάσταση των ανηλίκων παραβατών. Παρότι η θεραπεία αυτή είναι απαραίτητη, ο ρόλος των παιδοψυχιάτρων επεκτάθηκε πέρα από τη φροντίδα και την αποκατάσταση, καθώς τα δικαστήρια ανηλίκων άρχισαν να ποινικοποιούνται ολοένα περισσότερο σε ανταπόκριση στη νομοθεσία και στις αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου οι οποίες, επιβάλλοντας περισσότερα δικαιώματα για τους ανηλίκους, είχαν επίσης ως αποτέλεσμα να αποκτήσουν οι δίκες ανηλίκων ένα χαρακτήρα μεγαλύτερης αντιπαλότητας (29). Ζητείται συχνά από τους παιδοψυχιάτρους να εκτιμήσουν ανηλίκους και, γενικότερα, να συμμετέχουν στη διαδικασία της εφαρμογής μέτρων νομικής προστασίας και δικαιωμάτων για τους ανηλίκους που θα ήταν αδιανόητο όταν δημιουργήθηκαν για πρώτη φορά δικαστήρια ανηλίκων. Οι παιδοψυχίατροι συμμετέχουν πέρα από την καθοριζόμενη θεραπεία των ανηλίκων παραβατών μέσω ψυχιατροδικαστικών αξιολογήσεων, γράφοντας αναφορές και καταθέτοντας στο δικαστήριο σχετικά με ειδικά νομικά ζητήματα όπως η ικανότητα να συμμετάσχουν στη διαδικασία της επιδίκασης και η ποινική ευθύνη. Ο παιδοψυχίατρος και ψυχίατρος του εφήβου μπορεί να έχει ποικίλους ρόλους, ανάλογα με το πλαίσιο της αξιολόγησης στο σύστημα των δικαστηρίων ανηλίκων. Δεδομένων των διαφορών μεταξύ περιβαλλόντων όπως το δικαστήριο ανηλίκων, η επανεξέταση της αναστολής και τα σωφρονιστικά καταστήματα, είναι αναγκαίο να διευκρινίζουν εκ των προτέρων οι ψυχίατροι το περιβάλλον, το συγκεκριμένο ρόλο τους και για ποιον διενεργείται η αξιολόγηση. Όταν είναι δυνατό, οι ψυχίατροι πρέπει να αποφεύγουν το διπλό ρόλο του θεραπευτή και του δικαστικού αξιολογητή (30). Ο θεραπευτής ενδιαφέρεται κυρίως για την ευημερία του παιδιού. Αν του ζητηθεί να καταθέσει για κάποιο νομικό ζήτημα με τη συγκατάθεση του ασθενούς, ο θεράπων ψυχίατρος μπορεί να μιλήσει για τη θεραπεία, αλλά δεν δίνει τη γνώμη του για νομικά ζητήματα. Οι δικαστικοί αξιολογητές μπορούν να κληθούν ως ειδικοί για να γνωμοδοτήσουν πάνω σε νομικά θέματα και δεν πρέπει να λειτουργούν ως συνήγοροι. Πρέπει, αντίθετα, να προσπαθούν να ενημερώνουν αμερόληπτα και αντικειμενικά το δικαστήριο για τα νομικά ζητήματα που τίθενται. Αν είναι αναπόφευκτος ο διπλός ρόλος τους, ο ανήλικος πρέπει να ενημερώνεται για τη σύγκρουση αυτή. Αφού διασαφηνιστεί το αντικείμενο της αξιολόγησης, τα ζητήματα μη τήρησης εχεμύθειας (nonconfidentiality) πρέπει να εξετάζονται προσεκτικά, κατά αναπτυξιακά πρόσφορο τρόπο, μαζί με τον ανήλικο και τα άτομα που χρησιμεύουν ως πηγές πληροφοριών γι αυτόν (collateral contacts). Παρότι η θεωρούμενη ως δεδομένη αποστολή του ποινικού δικαίου ανηλίκων μπορεί να παραμένει η αναμόρφωση, ένας ψυχία-