Ο ΤΟΝΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ

Σχετικά έγγραφα
Τα σύνθετα ρήματα έχουν την τάση να διατηρούν τον τόνο τους στη συλλαβή που τονίζεται και το αντίστοιχο απλό ρήμα: λύειν - ἀπολύειν, ἦχθαι - ἀπῆχθαι,

ΕΙΜΙ= είμαι, υπάρχω. ΥΠΟΤΑ- ΚΤΙΚΗ ω ης η ωμεν. ισθι εστω. εσοίμην εσοιο εσοιτο εσοίμεθα εσοισθε εσοιντο ΑΡΣΕΝΙΚΟ ΘΗΛΥΚΟ ΟΥΔΕΤΕΡΟ. ο υσης ο υσ η ο υσαν

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

Σχηματισμός Ευκτικής Παρακειμένου Ενεργητικής Φωνής. Στις σημειώσεις μας θα εστιάσουμε στον περιφραστικό τύπο, καθώς αυτός είναι ο πιο εύχρηστος.

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ. Παναγιώτης Δεμέστιχας Στέλλα Γκανέτσου

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ. Προγραμματισμός κατά ενότητα

Οι μαθητές και οι μαθήτριες να είναι σε θέση να: Να κατανοούν την ανθρωποκεντρική διάσταση του αρχαίου κόσμου.

ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ Γ ΚΛΙΣΗΣ Α. ΦΩΝΗΕΝΤΟΛΗΚΤΑ. Παρατηρήσεις στα φωνηεντόληκτα ουσιαστικά: 1. Στα καταληκτικά μονόθεμα σε -υς, -υος:

Το ρήμα λύω στην Οριστική Ε.Φ. Επιμέλεια: Ευθυμιάδου Ευφροσύνη

ΟΜΟΙΟΙ ΚΑΙ OMOHXΟΙ ΤΥΠΟΙ

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

Προτεινόμενος Προγραμματισμός κατά ενότητα

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

Τ Α Κ Υ Ρ Ι Ω Τ Ε Ρ Α Φ Θ Ο Γ Γ Ι Κ Α Π Α Θ Η

Επιχείρηση: Παρακείμενος. Οι πρώτες μου γνώσεις για το σχηματισμό του Παρακειμένου

Συλλαβική αύξηση είναι η προσθήκη στην αρχή του θέματος ενός -ἐ- (Προσοχή! παίρνει ψιλή). Λέγεται συλλαβική επειδή προστίθεται μια νέα συλλαβή.

Τα ουσιαστικά. Ενικός αριθµός Πληθυντικός αριθµός

Ασκήσεις γραμματικής. Να γράψετε τις πλάγιες πτώσεις στα τρία γένη των δύο αριθμών: δράς, θείς, γνούς, εἰδώς, ἀδικῶν, ἀπολλύς.

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΤΑΞΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Η Α' κλίση των ουσιαστικών

Το παρόν βοήθημα απευθύνεται σε μαθητές όλων των τάξεων Γυμνασίου και Λυκείου

Σχηματισμός της οριστικής. Ενρινόληκτων και υγρόληκτων ρημάτων α' συζυγίας

«Η τροπικότητα στην Νέα Ελληνική» Ανάλυση βάσει του Επικοινωνιακού Δοµολειτουργικού Προτύπου

καταλήξεις ασυναίρετων της β' κλίσης Ενικός ον. γεν. δοτ. αιτ. κλ. -ον -ου -ῳ -ον -ον -ος -ου -ῳ -ον -ε Πληθυντικός -οι -ων -οις -ους -οι

Δευτερόκλιτα επίθετα

ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ: ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ

Η πρόταση. Πρόταση λέγεται ένα σύντομο κομμάτι του λόγου, που περιλαμβάνει μια σειρά από λέξεις με ένα τουλάχιστον ρήμα και έχει ολοκληρωμένο νόημα.

Ενεργητική Φωνή. Ενικός Αριθμός. Ενεστώτας Μέλλοντας Αόριστος Παρακείμενος. ἡ λύσασα. ὁ λύσας. τὸ λελυκὸς τοῦ λύοντος.

Εργαστήριο Αρχαιομάθειας. Κείμενο. Κατάλογος φαινομένων. Περιεχόμενα. [Διδασκαλία - Εκπαίδευση] Ηλεκτρονικές Ασκήσεις

Ρήματα λέγονται οι λέξεις που φανερώνουν ότι ένα πρόσωπο, ζώο ή πράγμα ενεργεί ή παθαίνει κάτι ή βρίσκεται σε μία κατάσταση.

Α ΚΛΙΣΗ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ. (Υπάρχει και η κατηγορία των συνηρημένων ουσιαστικών που θα τη μάθουμε σε μεγαλύτερες τάξεις.)

ΣΧ.ΕΤΟΥΣ Τάξη Β Τμήμα: Β θεωρητική 1 Μάθημα: Λατινικά Α ΤΕΤΡΑΜΗΝΟ. ρωμαϊκής λογοτεχνίας, γενικά χαρακτηριστικά της ρωμαϊκής λογοτεχνίας

πατρίδα του (ο φιλόπατρις) Αυτός που είναι αγνώστου Το Εκκλησίας Αυτός που δεν έχει πατρίδα

Μελέτησε τις παρακάτω σημειώσεις για τις καταλήξεις των ρημάτων

ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ

Δεκτές είναι μόνο οι λέξεις της νέας Eλληνικής γλώσσας που υπάρχουν στα ισχύοντα βοηθήματα-λεξικά τα οποία είναι τα εξής (1) :

ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΥΘΥ ΣΤΟΝ ΠΛΑΓΙΟ ΛΟΓΟ

Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ-ΑΡΧΑΙΑ *ΘΕΩΡΙΑ 1) ΒΑΣΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ ΤΟΝΙΣΜΟΥ

Ασκήσεις γραμματικής. Να γίνει εγκλιτική αντικατάσταση των παρακάτω τύπων στον ενεστώτα και αόριστο β, στην ενεργητική και μέση φωνή:

ISBN

ΡΗΜΑΤΑ. Στην πρώτη περίπτωση κάποιος ενεργεί (ρήμα) και η ενέργειά του αυτή ασκείται σε ένα άλλο πρόσωπο ή πράγμα έξω από αυτόν.

Page 1

Η παθητική σύνταξη και το ποιητικό αίτιο

Λογισμικό: Αρχαία με Νόημα Κατηγορία αναπηρίας: Κώφωση Βαρηκοΐα Μάθημα: Αρχαία Ελληνικά Τάξη/εις: Α, Β Γυμνασίου

Απλές ασκήσεις για αρχάριους μαθητές 3


ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ

ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟ Ο. ΠΑΛΑΙΟΧΩΡΙΝΟΥ

Ουσιαστικά. Ενικός αριθµός Πληθυντικός αριθµός

ΜΕΛΕΤΗ ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΟ ΓΕΡΟΥΝΔΙΑΚΟ (GERUNDIVUM) ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[Γραμματική. Αρσενικό Θηλυκό Ουδέτερο Αρσενικό Θηλυκό Ουδέτερο

Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ, ΝΕΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΣΥΝΘΕΣΗ ΛΕΞΕΩΝ:

Β. ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ. 1. Να αποδώσετε το παραπάνω κείμενο στη νέα ελληνική γλώσσα.

1 ο ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΟΜΟΤΗΝΗΣ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΣΧ. ΕΤΟΥΣ Β ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΣΤΑ ΑΓΓΛΙΚΑ ΤΑΞΗ: B ΠΡΟΧΩΡΗΜΕΝΩΝ

Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής

Βασικό Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ (ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΙΑΤΙΚΟ ΔΩΡΑΚΙ!!!!)

Ο ΠΛΑΓΙΟΣ ΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΥΘΥ ΣΕ ΠΛΑΓΙΟ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΛΑΓΙΟ ΣΤΟΝ ΕΥΘΥ

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 1) Πώς είναι το πολιτικό σκηνικό στην Αθήνα; Σε ποια παράταξη ανήκει ο Θηραμένης και ποια ήταν η πρόταση του στην εκκλησία του δήμου;

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 3) Να σχολιάσετε τον κάθε όρο ειρήνης και ποιές συνέπειες θα έχει για τους Αθηναίους. Πώς ο Ξενοφώντας διακρίνει τον σημαντικότερο όρο;

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΙΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΗΣ ΣΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ. 1 η ΜΕΡΑ

Ορθογραφία : Συλλαβές. Μονοσύλλαβη : το, και Δισύλλαβη : πό δι, ε- κεί. Τρισύλλαβη : πα τέ ρας, μη τέ ρα. Πολυσύλλαβη : πα ρα μύ θι, α στα μά τη τα

Copyright: A. Γιαγκοπούλου, Ν. Γιαγκόπουλος, Eκδόσεις ZHTH, Θεσσαλονίκη, 2013

ΤΑ ΠΑΡΕΠΟΜΕΝΑ ΤΟΥ ΡΗΜΑΤΟΣ ΦΩΝΗ ΣΥΖΥΓΙΑ ΔΙΑΘΕΣΗ ΧΡΟΝΙΚΗ ΒΑΘΜΙΔΑ ΠΟΙΟΝ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ

Στόχος του βιβλίου αυτού είναι να κατακτήσουν οι μικροί μαθητές

ΓΕΝΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΕΠΙΘΕΤΑ

Αρχαία Ελληνικά A. Εισαγωγή Β. Κείμενα Γ. Γραμματική Συντακτικό Ετυμολογικά

ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΥΠΟΤΡΟΦΙΩΝ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ ΓΛΩΣΣΑ

Ξενοφώντος Κύρου Παιδεία 3, 2, 12

Φιλολογική Επιμέλεια Σεβαστή Ε. Δριμαροπούλου

Η ύλη για τις εξετάσεις υποτροφιών: (για οποιαδήποτε διευκρίνιση μπορείτε να απευθύνεστε στις γραμματείες των φροντιστηρίων).

Οι τόνοι και τα πνεύματα. Τα αρχαία ελληνικά διαθέτουν τρία τονικά σημάδια: Την οξεία( ), τη βαρεία( `) και την περισπωμένη ( )

Γραμματική και Συντακτικό Γ Δημοτικού ανά ενότητα - Παρασκευή Αντωνίου

Θ.Α. ΑΜΕΛΙΔΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΠΙΝΑΚΕΣ ΡΗΜΑΤΩΝ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ

Γράμματα. Δίφθογγοι. Συνδυασμοί

Tελευταία επανάληψη..

Λυσίου, Κατὰ Ἀλκιβιάδου Α 10-12

A. Από το κείµενο που σας δίνεται να µεταφράσετε στο τετράδιό σας το απόσπασµα: «Oœty dü pñr ïpistgl m... ja ökkeixir ja t lósom». Μονάδες 10 B.

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

ΦΩΝΗΤΙΚΗ-ΦΩΝΟΛΟΓΙΑ (Ι)

Ι, Α. Ερωτήσεις ανοικτού τύπου ή ελεύθερης ανάπτυξης

Ασκήσεις γραμματικής

ὁμιλῶ ὁμολογῶ ποθῶ ποιῶ πολεμῶ πολιορκῶ πονῶ σκοπῶ συμμαχῶ τελῶ τηρῶ τιμωρῶ ὑμνῶ ὑπηρετῶ φοβοῦμαι ὠφελῶ

Β ΚΛΙΣΗ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΩΝ. Αρσενικά και θηλυκά σε ως και ουδέτερα σε ων. Α. ΑΣΥΝΑΙΡΕΤΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ- ΤΑΞΗ Α ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΑ ΕΝΌΤΗΤΕΣ : 1, 2,3,6,7,10, 11, 13, 14, 15, 16, 21,22, 24, 25, 26, 29, 32. ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ :

ΙΙΙ, Α. Ερωτήσεις ανοικτού τύπου ή ελεύθερης ανάπτυξης

ΧΡΗΣΙΜΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΛΑΤΙΝΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Φύλλο εργασία στη Γραµµατική Ενεστώτα και Μέλλοντα Μέση Φωνή

ΑΡΧΑΙΑ Β ΛΥΚ. ΠΡΟΕΤ. Γ ΛΥΚΕΙΟΥ

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ

Π Ο Λ Ι Τ Ι Κ Α Κ Α Ι Σ Τ Ρ Α Τ Ι Ω Τ Ι Κ Α Γ Ε Γ Ο Ν Ο Τ Α

ΚΟΛΛΕΓΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Σχολικό έτος: ΤΜΗΜΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ ΓΥΜΝΑΣΙΟ

ΣΥΝΗΘΗ ΛΑΘΗ ΣΤΗ ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΛΕΞΕΩΝ

ΛΑΝΙΤΕΙΟ ΛΥΚΕΙΟ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟ ΕΞΕΤΑΣΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΑΠΟΤΕΛΕΙΤΑΙ ΑΠΟ ΕΠΤΑ (7) ΣΕΛΙΔΕΣ

Γραμματική και Συντακτικό Γ Δημοτικού ανά ενότητα - Παρασκευή Αντωνίου

Στο παρακάτω κείµενο να βρείτε, µε βάση όσα γνωρίζετε, τα συµφωνόληκτα ουσιαστικά

ΔΙΑΛΕΞΗ ΕΝΔΕΚΑΤΗ ΚΕΙΜΕΝΑ ΥΣΤΕΡΗΣ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗΣ

Transcript:

Α. Ο ΤΟΝΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΕΓΚΛΙΣΕΙΣ ΤΟ ΕΙΔΟΣ ΤΟΥ ΤΟΝΟΥ Τα ρήματα δεν παρουσιάζουν καμία δυσκολία ως προς το είδος του τόνου που θα τεθεί στην τονιζόμενη συλλαβή, γιατί εφαρμόζουν απαρέγκλιτα 1 τους γενικούς κανόνες τονισμού και τον ειδικό κανόνα για τη μακρόχρονη τονιζόμενη λήγουσα των ρημάτων που προβλέπει ότι: Η μακρόχρονη λήγουσα όλων των προσώπων των ρημάτων όταν τονίζεται περισπάται. Π.χ. εἶ, ἦν, ὦ, ᾖς, ᾖ, φῶ, φῇς, ποιῶ, τιμᾷς, δηλοῖ, βαλοῦ, ἐπιγενοῦ. Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΟΝΟΥ Αντιθέτως, προσοχή χρειάζεται στον προσδιορισμό της θέσεως του τόνου, ζήτημα όμως το οποίο ρυθμίζεται από γενικότατους, και πάλι, στην εφαρμογή τους κανόνες. ΚΑΝΟΝΕΣ 1. Τα ρήματα σε όλα τα πρόσωπα τονίζονται κανονικά όσο ψηλότερα επιτρέπει η λήγουσα. Δηλαδή: τα ρήματα τονίζονται στην προπαραλήγουσα όταν η λήγουσα είναι βραχύχρονη 2 και στην παραλήγουσα όταν η λήγουσα είναι μακρόχρονη π.χ. λέλυκα, ἔλυον, λυέσθω. Στη λήγουσα μπορεί να βρεθεί ο τόνος μόνο λόγω συναίρεσης (π.χ. ποιέου > ποιοῦ), φυσικά όταν ο τύπος είναι μονοσύλλαβος (π.χ. δός, οὗ) και σε λίγες άλλες περιπτώσεις που περιγράφονται παρακάτω. 2. Στους σύνθετους ρηματικούς τύπους κανονικά ο τόνος ανεβαίνει, εφόσον το επιτρέπει η λήγουσα, ως την τελευταία συλλαβή του α συνθετικού 3, όπως άλλωστε ορίζουν οι γενικοί κανόνες τονισμού για όλες τις σύνθετες λέξεις π.χ. πρόσιμεν, σύνοιδα, ἀπόδος, ἄπελθε, πρόσεχε, ἄπαγε. a. Ποτέ όμως ο τόνος δεν υπερβαίνει τη συλλαβή της αύξησης 4 στους ιστορικούς χρόνους της οριστικής (π.χ. ἀπῆλθε, προσεῖχε, ἀπῆγε) και τη συλλαβή του αναδιπλασιασμού με μορφή αύξησης στους συντελικούς χρόνους (π.χ. ἀφῖγμαι, ἀφῖξο, ἀπῆγμαι, ἀπῆξο). 1 Οι μόνες εξαιρέσεις μέσα στις μυριάδες των περισπώμενων ρηματικών τύπων είναι δύο: το απρόσωπο ρήμα χρὴ μόνο στην οριστική ενεστώτα και το β ενικό πρόσωπο του ενεστώτα της οριστικής του ρ. φημί: φῄς. 2 Εξαιρούνται φαινομενικά και τονίζονται στην παραλήγουσα, αν και η λήγουσα είναι βραχύχρονη: α) λόγω συναίρεσης το γ πληθυντικό του ενεστώτα της οριστικής στην ενεργητική φωνή των σε μι ρημάτων με χαρακτήρα η/α καθώς και του ρ. ἵημι π.χ. ἱστᾶσι (< ἱστά-ασι), ὀνινᾶσι, πιμπλᾶσι, (ἐμ)πι(μ)πρᾶσι, ἱᾶσι (< ἱέ-ασι), και β) λόγω συγκοπής το γ ενικό του μέλλοντα της οριστικής του ρ. εἰμί (ἔσται < ἔσεται), όταν είναι σύνθετο π.χ. ἀπέσται, ἐξέσται. 3 Ειδικά στα διπλοσύνθετα ρήματα ως α συνθετικό νοείται το α συνθετικό της πρώτης σύνθεσης, δηλαδή το ευρισκόμενο αμέσως προ του θέματος του απλού ρήματος. Έτσι, π.χ. θα τονίσουμε: συνέκδος, παρένθες και όχι σύνεκδος, πάρενθες, παρόλο που η βραχύχρονη λήγουσα θα επέτρεπε την άνοδο του τόνου μέχρι την προπαραλήγουσα. 4 Ο κανόνας έχει εφαρμογή μόνο στην περίπτωση της χρονικής αύξησης, γιατί στην περίπτωση της συλλαβικής δεν υπάρχει ενδεχόμενο να φτάσει ο τόνος στο α συνθετικό. Σελ. 1

ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ 1. Εξαιρούνται, είτε είναι τύποι απλοί είτε σύνθετοι, και τονίζονται ΣΤΟ ΕΓΚΛΙΤΙΚΟ ΦΩΝΗΕΝ η ή ω (της υποτακτικής) και ι (ακριβέστερα: ι/ιη) (της ευκτικής) όλα τα πρόσωπα της υποτακτικής και της ευκτικής 5 I. του παθητικού αορίστου α και β π.χ. λυθῶ, λυθῶμεν, φανῆτε, ἐπιλεχθῇ, ἐπιγραφῶσι, όπως και λυθείην, λυθείημεν & λυθεῖμεν, φανείητε & φανεῖτε, ἐπιλεχθεῖτε, ἐπιγραφεῖεν. II. του ενεργητικού και του μέσου ενεστώτα των φωνηεντόληκτων σε μι ρημάτων 6 π.χ. τιθῶ, τιθῶμαι, ἱστῆτε, ἱῶνται, ἐπιτιθῶ, ἐκδιδῷ, όπως και τιθεῖμεν, ἱσταῖτε, ἱεῖντο, διδοῖεν, τιθεῖο, ἱσταῖντο, ἐπιτιθεῖτε, ἐκδιδοῖντο. Το ίδιο ισχύει και για όσους τύπους του ενεστώτα εμφανίζουν στην υποτακτική και στην ευκτική τα ανώμαλα σε μι ρήματα εἰμί, κάθημαι, οἶδα, φημί π.χ. παρῆτε, παρεῖμεν, καθῆσθε, καθῇσθε, εἰδῶ, εἰδεῖεν, ἀποφῶμεν, ἀποφαῖεν. a. Δεν ισχύει όμως για τα επίσης ανώμαλα σε μι ρήματα εἶμι, κεῖμαι, ἄγαμαι, δύναμαι, ἐπίσταμαι, κρέμαμαι, ὀνίναμαι. Τα ρήματα αυτά τονίζονται κανονικά, δηλαδή όπως τα σε ω π.χ. ἴω, ἴοιμεν, κέηται, κέοιντο, ἄγαιντο, δύνωμαι, δύναιο, ἐπίστῃ, ἐπίσταιτο, κρέμαισθε, ὀνίναισθε (τα ρ. ἄγαμαι, κρέμαμαι, ὀνίναμαι στερούνται υποτακτικής). III. του ενεργητικού και του μέσου αορίστου β των φωνηεντόληκτων σε μι ρημάτων, αλλά και των αθέματων αορίστων β των σε ω ρημάτων οι οποίοι κλίνονται κατά το ἔστην 7 π.χ. δῶμεν, θῶσι, στῆτε, ἐπιθῶ, ἐπιθῶμαι, ἀφῶσι, αλλά και ἁλῶ, χαρῇς, βιῷ, ἀποδρῶμεν, ἐκβῆτε, παραγνῶτε, ὑποφθῶσι, ῥυῶσι και δοῖμεν, θεῖεν, θεῖο, σταῖτε, ἀφεῖεν, ἐπιθεῖσθε, αλλά και ἁλοίην, χαρείης, βιῴη, ἀποδραῖμεν, ἐκβαῖτε, παραγνοῖεν, ὑποφθαῖεν. 5 Αξίζει να σημειωθεί ότι, ενώ δίνεται έμφαση στον τονισμό της προστακτικής, το πρόβλημα στην έγκλιση αυτή είναι πολύ περιορισμένο (βλ. τις εξαιρέσεις 2.ΙΙ και 2.ΙΙΙ) εξάλλου, συνήθως υπογραμμίζεται ότι ο τόνος πρέπει να ανέβει στους σύνθετους τύπους της προστακτικής, κάτι που δεν συνιστά ιδιαιτερότητα της προστακτικής αλλά κανόνα γενικό (βλ. κανόνα 2). Αντιθέτως, δεν έχει κατανοηθεί επαρκώς η σημασία της πραγματικής εξαίρεσης που κρατά τον τόνο πάνω στο εγκλιτικό φωνήεν της υποτακτικής και της ευκτικής, η οποία δεν περιορίζεται σε ένα πρόσωπο ενός χρόνου, αλλά αφορά ένα σημαντικό αριθμό τύπων. Γι αυτό και εδώ προτάσσεται η εξαίρεση αυτή. 6 Τα συμφωνόληκτα σε μι ρήματα τονίζονται κανονικά π.χ. δεικνύῃς, δεικνύωνται, όπως και δεικνύοις, δεικνύοιντο. 7 Πρόκειται βασικά για τους αορίστους β ἑάλων (του ρ. ἁλίσκομαι), ἔβην (του ρ. βαίνω), ἔβρων (του ρ. βιβρώσκω), ἐβίων (του ρ. βιόω-ῶ), ἐγήραν (του ρ. γηράσκω), ἔγνων (του ρ. γιγνώσκω), [ἀπ]ἔδραν (του ρ. [ἀπο]διδράσκω), ἔδυν (του ρ. δύομαι), ἐρρύην (του ρ. ῥέω), ἔφθην (του ρ. φθάνω) και ἔφυν (του ρ. φύομαι) όλοι αθέματοι αόριστοι β θεματικών ρημάτων, δηλαδή ρημάτων της 1 ης συζυγίας, της σε -ω. Ας συμπεριλάβουμε και τον αόριστο ἔσβην (του σε αθέματου ρ. σβέννυμαι). Να προσεχθεί η συγγένεια όλων αυτών των αορίστων β με τον παθητικό αόριστο: έχουν θέμα μακρόχρονο όπου εκείνος έχει χρονικό πρόσφυμα -(θ)η- και θέμα βραχύχρονο όπου εκείνος έχει πρόσφυμα -(θ)ε- (συγκεκριμένα όπου ακολουθεί -ιή -ντ-), ενώ και στο β ενικό της προστακτικής έχουν κατάληξη θι. Στην ίδια ομάδα ανήκουν και ο μέσος αόριστος β ἐπριάμην (του ρ. ὠνοῦμαι), στον οποίο γίνεται παρακάτω αναφορά, και οι σπάνιοι αόριστοι β ἔσκλην (του ρ. σκέλλομαι), ἔτλην (του ρ. τλάω-ῶ) και ἔπτην (του ρ. πέτομαι), αλλά αυτοί στερούνται υποτακτικής, ευκτικής και προστατικής. Σελ. 2

a. όμως τονίζονται κανονικά στην υποτακτική και στην ευκτική οι αθέματοι αόριστοι β ἐπριάμην (του ρ. ὠνοῦμαι) και ὠνήμην (του ρ. ὀνίναμαι), που κλίνονται κατά το ἵσταμαι, καθώς και οι αθέματοι αόριστοι β ἔφυν και ἔδυν, οι οποίοι στην υποτακτική και την ευκτική κλίνονται (και τονίζονται) κατά τα σε ω, αλλά κατά τα λοιπά κλίνονται κατά το ἔστην π.χ. πρίωμαι, πρίαιο, ὄναιτο, φύωμεν, φύοιτε, δύωσι (το ὠνήμην στερείται υποτακτικής και το ἔδυν ευκτικής). 2. Εξαιρούνται και τονίζονται ΣΤΗ ΛΗΓΟΥΣΑ: I. όλα τα πρόσωπα του ενεστώτα της οριστικής του ρ. εἰμὶ και του ρ. φημί: εἰμί, εἶ, ἐστί, ἐσμέν, ἐστέ, εἰσί(ν), φημί, φῄς, φησί, φαμέν, φατέ, φασί(ν). Δώδεκα τύποι. a. Προσοχή όμως: οι ίδιοι τύποι όταν είναι σύνθετοι τονίζονται σύμφωνα με τον κανόνα 2 π.χ. ἄπειμι, ἀπόφημι 8. b. Ακόμη, τονίζεται κανονικά το γ ενικό του ενεστώτα της οριστικής του ρ. εἰμί: ἒστι, όταν βρίσκεται στην αρχή περιόδου (π.χ. Ἔστιν οὕτως), όταν σημαίνει υπάρχει ή είναι δυνατόν (π.χ. ἔστι θεός, ἔστι παρελθεῖν) και στις εκφράσεις: οὐκ ἔστι, μὴ ἔστι, εἰ ἔστι, ὡς ἔστι, τοῦτ ἔστι, ἀλλ ἔστι. II. το β ενικό πρόσωπο της ενεργητικής προστακτικής του αορίστου β των ρημάτων ἔρχομαι, εὑρίσκω, λαμβάνω, λέγω, ὁρῶ. Δηλαδή οι εξής πέντε τύποι: ἐλθέ, εὑρέ, λαβέ, εἰπέ, ἰδέ. a. Προσοχή όμως: οι ίδιοι τύποι όταν είναι σύνθετοι τονίζονται σύμφωνα με τον κανόνα 2 π.χ. ἄπελθε, ἔφευρε, παράλαβε, πρόσειπε, κάτιδε. III. το β ενικό πρόσωπο της μέσης προστακτικής του αορίστου β όλων των ρημάτων που διαθέτουν μέσο αόριστο β, είτε απλά είναι αυτά είτε σύνθετα. π.χ. γενοῦ, προσγενοῦ, λαβοῦ, ἀντιλαβοῦ, λιποῦ, παραλιποῦ. a. Όταν όμως οι τύποι αυτοί είναι σύνθετοι με α συνθετικό δισύλλαβη πρόθεση και β συνθετικό ρηματικό τύπο μονοσύλλαβο στο β ενικό της προστακτικής τονίζονται σύμφωνα με τον κανόνα 2 π.χ. ἀπόδου, κατάθου, παράσχου. Αλλά: ἀφοῦ, γιατί η δισύλλαβη πρόθεση ἀπὸ στην περίπτωση αυτή έχει πάθει έκθλιψη. Επομένως, προς αποφυγήν πάσης παρανοήσεως, ας ειπωθεί και αλλιώς: ο τόνος ανεβαίνει κανονικά στην τελευταία συλλαβή του α συνθετικού στο β ενικό πρόσωπο της προστακτικής του αορίστου β της μέσης φωνής μόνο σε τρισύλλαβους τύπους συντιθέμενους από δισύλλαβη πρόθεση και μονοσύλλαβο ρηματικό τύπο. 8 Το β ενικό πρόσωπο του ενεστώτα της οριστικής του ρ. φημί, ακόμη και σύνθετο δεν ανεβάζει τον τόνο π.χ. ἀποφῄς. Ώστε ο τύπος αυτός συνιστά εξαίρεση και ως προς τη θέση και ως προς το είδος του τόνου (βλ. σημ. 1). Σελ. 3

Β. Ο ΤΟΝΙΣΜΟΣ ΣΤΙΣ ΜΕΤΟΧΕΣ ΚΑΙ ΣΤΑ ΑΠΑΡΕΜΦΑΤΑ Η ΘΕΣΗ ΤΟΥ ΤΟΝΟΥ Και πάλι η προσοχή μας πρέπει να εστιαστεί στον προσδιορισμό της θέσεως του τόνου, γιατί κανένα πρόβλημα δεν παρουσιάζεται με το είδος του τόνου. Δυστυχώς, εδώ οι κανόνες δεν έχουν την καθολικότητα που εμφανίζεται στον τονισμό των εγκλίσεων. ΚΑΝΟΝΕΣ 1. Και οι μετοχές και τα απαρέμφατα συχνότερα τονίζονται όσο ψηλότερα επιτρέπει η λήγουσα, δηλαδή στην προπαραλήγουσα όταν η λήγουσα είναι βραχύχρονη, και στην παραλήγουσα όταν η λήγουσα είναι μακρόχρονη π.χ. λυόμενος, λυομένη, διδόμενον, ἕμενος, λαμβάνειν, ὄψεσθαι, ἵστασθαι. Οι εξαιρέσεις όμως είναι πολλές. 2. Οι σύνθετες μετοχές και τα σύνθετα απαρέμφατα τονίζονται όπου και όπως αν ήταν απλά. Με άλλα λόγια: η σύνθεση δεν επηρεάζει τον τονισμό της μετοχής και του απαρεμφάτου π.χ. ἀπελθεῖν, ἐξεῖναι, προδούς. 3. Όπως ακριβώς συμβαίνει και με όλα τα άλλα τριγενή πτωτικά, το ουδέτερο της μετοχής στην ονομαστική τονίζεται στη συλλαβή τονίζεται και το αρσενικό, ενώ το θηλυκό στη θέση όπου τονίζεται το αρσενικό, εκτός αν εμποδίζει η λήγουσα π.χ. ὁ κωλύων, ἡ κωλύουσα, τὸ κωλῦον, ὁ βαλών, ἡ βαλοῦσα, τὸ βαλόν, ὁ ἐπιστάς, ἡ ἐπιστᾶσα, τὸ ἐπιστάν, ὁ λελυκώς, ἡ λελυκυῖα, τὸ λελυκός, ὁ λυόμενος, ἡ λυομένη, τὸ λυόμενον, ὁ λυθείς, ἡ λυθεῖσα, τὸ λυθέν, ὁ ἑστώς 9, ἡ ἑστῶσα, τὸ ἑστὼς ή ἑστός. ΕΞΑΙΡΕΣΕΙΣ α) Από τις μετοχές 1. Εξαιρείται και τονίζεται ΣΤΗ ΛΗΓΟΥΣΑ η μετοχή αρσενικού γένους όλων των τριτόκλιτων καταληκτικών (-ς) μετοχών εκτός της μετοχής του ενεργητικού αορίστου α, παρόλο που κι αυτή είναι τριτόκλιτη καταληκτική, και επιπροσθέτως της μετοχής του ενεργητικού αορίστου β, παρόλο που αυτή είναι ακατάληκτη. Συγκεκριμένα: i. του παθητικού αορίστου α & β π.χ. λυθείς, γραφείς. ii. του ενεργητικού παρακειμένου π.χ. εἰληφώς, λελυκώς, πεπαιδευκώς, πεπραγώς. iii. του ενεργητικού ενεστώτα των σε μι ρημάτων π.χ. δεικνύς, ἱστάς, τιθείς, ἱείς, διδούς. iv. του ενεργητικού αορίστου β π.χ. λαβών, προδούς, ἐπιθείς, ἀφείς, παραστάς, συγγνούς, ἐκβάς, ῥυείς. 9 Υπενθυμίζεται ότι στους συνηρημένους τύπους ο τόνος τίθεται πριν γίνει η συναίρεση και μένει στη συνηρημένη συλλαβή, εφόσον τονιζόταν ένας από τους δύο φθόγγους που συναιρέθηκαν, όπως ορίζουν οι γενικοί κανόνες τονισμού. Στις μετοχές, όπως και στα άλλα πτωτικά, η λήγουσα που προέρχεται από συναίρεση, όταν τονίζεται, παίρνει κανονικά περισπωμένη, εκτός αν πριν τη συναίρεση έπαιρνε οξεία η δεύτερη από τις συλλαβές που συναιρέθηκαν π.χ. τιμάων > τιμῶν, αλλά ἑσταώς > ἑστώς. Σελ. 4

2. Εξαιρείται και τονίζεται ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΗΓΟΥΣΑ η μετοχή αρσενικού γένους του μέσου και παθητικού παρακειμένου π.χ. εἰλημμένος, δεδομένος λελυμένος, πεπαιδευμένος, πεπραγμένος, ὠξυμμένος. β) Από τα απαρέμφατα 1. Εξαιρείται και τονίζεται ΣΤΗ ΛΗΓΟΥΣΑ το απαρέμφατο του ενεργητικού αορίστου β των σε ω ρημάτων π.χ. βαλεῖν, ἐκβαλεῖν, λαβεῖν, προσλαβεῖν. 2. Εξαιρούνται και τονίζονται ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΗΓΟΥΣΑ όλα τα απαρέμφατα με κατάληξη αι, ναι, έναι και από τα απαρέμφατα με κατάληξη σθαι μόνο εκείνα του μέσου αορίστου β και του μέσου & παθητικού παρακειμένου. Συγκεκριμένα: i. του ενεργητικού αορίστου α π.χ. παιδεῦσαι, προσνεῖμαι. ii. του παθητικού αορίστου α & β π.χ. λυθῆναι, γραφῆναι. iii. του ενεργητικού ενεστώτα των σε μι ρημάτων π.χ. δεικνύναι, ἱστάναι, τιθέναι, ἱέναι, διδόναι. iv. του ενεργητικού αορίστου β των σε μι ρημάτων αλλά και των αορίστων β των σε ω ρημάτων οι οποίοι κλίνονται κατά το ἔστην (βλ. σημ. 7) π.χ. στῆναι (ενεργ. ως μέσος), προδοῦναι, ἐπιθεῖναι, ἀφεῖναι, αλλά και ῥυῆναι, συγγνῶναι, ἐκβῆναι, ἀποδρᾶναι, ἐκδῦναι. v. του ενεργητικού παρακειμένου π.χ. εἰληφέναι, δεδωκέναι, λελυκέναι, πεπαιδευκέναι, πεπραγέναι. vi. του μέσου αορίστου β π.χ. λιπέσθαι, προσθέσθαι. vii. του μέσου & παθητικού παρακειμένου π.χ. εἰλῆφθαι, δεδόσθαι, λελύσθαι, πεπαιδεύσθαι, πεπρᾶχθαι. Σελ. 5

ΤΑ ΔΙΧΡΟΝΑ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ Α. ΤΑ ΔΙΧΡΟΝΑ ΣΤΗ ΛΗΓΟΥΣΑ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ 1. Τα δίχρονα στη λήγουσα των ρημάτων είναι πάντοτε βραχύχρονα, είτε αυτά είναι δίχρονα των καταλήξεων 10 (π.χ. λύουσι, λέλυκα, λέλυκας, ἐλελύκεσαν, ἔλυσα, ἔλυσας, ἔλυσαν, λυόμεθα, λύοιμι, λύθητι, γράφηθι, λῦσαν, νεῖμαν, ποιῆσαν, ἦραν, δείκνυμι, τίθησι, ἱστᾶσι, ἐδίδοσαν, ἔδωκα, ἧκας, ἔθεσαν, στῆθι, ἐστί, εἰσί, ἴασι, ᾖσαν, φασί, ἔφασαν, οἶδα) είτε του θέματος που τυχαίνει να βρίσκονται στη λήγουσα (π.χ. ἱστάν, δύν, φύν). 2. Κατ εξαίρεση είναι μακρόχρονα τα δίχρονα που προκύπτουν από συναίρεση (π.χ. ἐρώταε > ἐρώτᾱ), αντέκταση (π.χ. ποιῆσαντ-ς > ποιήσᾱς, ἱστάντ-ς > ἱστάς, δύντ-ς > δύς, φύντς > φύς) ή έκταση (π.χ. δείκνῡς, ἐδείκνῡν, ἐδείκνῡς, ἐδείκνῡ, δείκνῡ, σύμφωνα με τους κανόνες σχηματισμού των συμφωνολήκτων σε μι 11, και ἔδῡν, ἔδῡς, ἔδῡ, ἔφῡν, ἔφῡς, ἔφῡ, σύμφωνα με τους κανόνες σχηματισμού του αορίστου β ἔστην 12 ). Β. ΤΑ ΔΙΧΡΟΝΑ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΛΗΓΟΥΣΑ ΤΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ 1. Τα δίχρονα στην παραλήγουσα των ρημάτων της 1 ης συζυγίας (σε ω) είναι συνήθως μακρόχρονα στα φωνηεντόληκτα, στα ερρινόληκτα και τα υγρόληκτα, ενώ βραχύχρονα στα αφωνόληκτα. 2. Επίσης, τα δίχρονα στην παραλήγουσα των ρημάτων της 2 ης συζυγίας (σε μι) είναι συνήθως βραχύχρονα. Αναλυτικότερα, την ποσότητα των διχρόνων της παραλήγουσας επιχειρεί να συστηματοποιήσει και να περιγράψει (οπωσδήποτε απλουστευτικά, εφόσον αναφέρεται μόνο στα πιο συνήθη ρήματα και εστιάζει ειδικά στις περιπτώσεις όπου η ποσότητα επηρεάζει τον τονισμό) ο επόμενος πίνακας: 10 Ας σημειωθεί ότι γενικώς τα δίχρονα (πρόκειται για το -α- ή το -ι- ποτέ το -υ-) που εμφανίζονται στις πραγματικές καταλήξεις και των ρημάτων και των πτωτικών είναι πάντοτε βραχύχρονα. Ζήτημα υπάρχει μόνο με το -α- των φαινομενικών καταλήξεων της α κλίσης, το οποίο είναι άλλοτε βραχύχρονο (βασικά το μη καθαρό) και άλλοτε μακρόχρονο (βασικά το καθαρό). 11 Τα αθέματα συμφωνόληκτα (σε μι) ρήματα δέχονται μετά το θέμα τους το πρόσφυμα -νυ-, το οποίο είναι κανονικά βραχύχρονο, αλλά εκτείνεται και γίνεται μακρόχρονο στο α, το β και το γ ενικό πρόσωπο του ενεστώτα και του παρατατικού της ενεργητικής οριστικής και στο β ενικό πρόσωπο του ενεστώτα της ενεργητικής προστακτικής π.χ. πήγνῡμι, πήγνῡς, πήγνῡσι, ἐπήγνῡν ἐπήγνῡς, ἐπήγνῡ, πήγνῡ. Και τα αθέματα φωνηεντόληκτα (σε μι) σχηματίζουν από το αδύνατο (βραχύχρονο) θέμα τους τους περισσότερους τύπους, ενώ από το ισχυρό (μακρόχρονο) θέμα τους σχηματίζουν μόνο το α, το β και το γ ενικό πρόσωπο του ενεστώτα, του παρατατικού και του αορίστου β της ενεργητικής οριστικής και το β ενικό πρόσωπο του ενεστώτα της ενεργητικής προστακτικής, καθώς επίσης και όλους τους τύπους του ενεστώτα και του αορίστου β της ενεργητικής και μέσης υποτακτικής π.χ. ορ. ενεστ.: ἵστημι, ἵστης, ἵστησι, ἵσταμεν, παρατ.: ἵστην, ἵστης, ἵστη, ἵσταμεν, αόρ. β : ἔθηκα, ἔθηκας, ἔθηκε, ἔθεμεν, προστ. ενεστ.: ἵστη, ἱστάτω, υποτ. ενεστ. μέσης φ.: ἱστῶμαι, ἱστῇ. 12 Ο αόριστος β ἔστην του ρ. ἵσταμαι και (ἀπ)ἔσβην του ρ. (ἀπο)σβέννυμαι, όπως και οι αόριστοι β των σε ω ρημάτων οι οποίοι κλίνονται κατά το ἔστην σχηματίζονται κανονικά από βραχύχρονο θέμα το οποίο όμως εκτείνεται σε μακρόχρονο όταν δεν ακολουθείται από -ι- ή -ντ- ως αποτέλεσμα σχηματίζονται από το βραχύχρονο θέμα μόνο στην ευκτική, τη μετοχή και στο γ πληθυντικό πρόσωπο της προστακτικής με κατάληξη ντων π.χ. σταίην, σταῖμεν, στάντ-ς > στάς, στάντων, αλλά στήτωσαν (βλ. και τη σημ. 7). Σελ. 6

Σ τ η ν 1 η σ υ ζ υ γ ί α ( σ ε ω ) Ε Ι Ν Α Ι Μ Α Κ Ρ Ο Χ Ρ Ο Ν Α Ε Ι Ν Α Ι Β Ρ Α Χ Υ Χ Ρ Ο Ν Α 1. ΤΑ ΦΩΝΗΕΝΤΟΛΗΚΤΑ Εξαιρέσεις των φωνηεντολήκτων Αυτά έχουν συνήθως το δίχρονο της παραλήγουσας μακρόχρονο ακριβώς στους τύπους που τυχαίνει η λήγουσα να είναι βραχύχρονη, και συνεπώς στους τύπους αυτούς περισπώνται π.χ. β ενικό προστ.: λῦε, λῦσον, λῦσαι, απαρ.: λῦσαι 13, μετοχή: λῦον, λῦσον, λῦσαν. Εξαιρείται συνήθως, είναι βραχύχρονο και οξύνεται το δίχρονο της παραλήγουσας του απαρεμφάτου του μέσου και παθητικού παρακειμένου. Επομένως, τονίζουμε: λελύσθαι, δεδύσθαι, τεθύσθαι. Ειδικότερα: τα περισσότερα σε ίω και ύω εκτείνουν το -ι- και το -υ- του χαρακτήρα τους μπρος από τα σύμφωνα των ολικών καταλήξεων. Τα ρ. λύω και θύω μόνο μπρος από -σ- και στον ενεστώτα και τον παρατατικό ομοίως και το ρ. δύω αλλά επιπροσθέτως και μπρος από -κ- π.χ. θῦσον, θῦσαι, φῦσον, φῦσαι, ξῦσαι. Όμως, τα ρ. (ἐξ)ἀρτύω, δακρύω, ἱδρύω, ἰσχύω, κωλύω, μηνύω, πρίω, χρίω έχουν πάντα μακρόχρονο τον χαρακτήρα τους -υ- ή -ι- π.χ. ἐξηρτῦσθαι, ἱδρῦσθαι, ἰσχῦσαι, κεκωλῦσθαι, μεμηνῦσθαι, κεχρῖσθαι. Από τα συνηρημένα σε αω έχουν το -α- μακρόχρονο στους χρόνους που δεν γίνονται συναιρέσεις όσα έχουν -ε-, -ι- ή -ρ- μπρος από τον χαρακτήρα -α-, ενώ το ρ. δράω-ῶ έχει πάντοτε το -α- μακρόχρονο π.χ. ἐᾶσαι, ἐᾶσαν, θηρᾶσαι, δρᾶσαι. Το ρ. (ἀπο)διδρά-σκ-ω έχει το -α- του θέματός του μακρόχρονο π.χ. ἀποδιδρᾶσκον. Εξαιρέσεις των αφωνολήκτων Από τα αφωνόληκτα εξαιρούνται και έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας μακρόχρονο τα ουρανικόληκτα ρήματα κηρύττω, πνίγω, πράττω, φρίττω, φρύγω (=ξεροψήνω), ψύχω, τα χειλικόληκτα ρήματα θλίβω, κύπτω, ῥίπτω, τρίβω, το οδοντικόληκτο πίπτω και λίγα ακόμη πιο σπάνια. Επομένως, τονίζουμε: κεκηρῦχθαι, πνῖξαν, πρᾶξαι, πεπρᾶχθαι, φρῖξαι, πεφρῦχθαι, διαψῦξαι, θλῖψαι, κῦψαι, ῥῖπτε, ῥῖψον, ῥῖψαι, ἐρρῖφθαι, τρῖβε, τετρῖφθαι, πῖπτε. Αντίθετα: πολύ λίγα από τα ρήματα σε ίω και ύω έχουν το -ι- και το -υ- του χαρακτήρα τους βραχύχρονο όταν αυτό δεν ακολουθείται από σύμφωνο π.χ. φύε, φύον. Τα ρ. ἀνύ(τ)ω (=τελειώνω), ἀρύ(τ)ω (=αντλώ), ἑλκύω, ἐσθίω (και λίγα άλλα σπάνια) έχουν πάντα βραχύχρονο τον χαρακτήρα τους -υ- ή -ι- π.χ. ἀνύσαι, ἀνύσον, διηνύσθαι, ἀρύσαι, ἑλκύσαι. Από τα συνηρημένα σε αω έχουν το -α- βραχύχρονο στους χρόνους που δεν γίνονται συναιρέσεις τα ρ. γελάω-ῶ, σπάω-ῶ, χαλάω-ῶ κ.ά. σπάνια π.χ. γελάσαι, σπάσαν, σπάσον, ἐσπάσθαι, χαλάσαι, χαλάσαν. Το ρ. ἐλαύνω έχει το -α- του θέματός του βραχύχρονο π.χ. ἐλάσαι, ἐλάσαν, ἐληλάσθαι. 2. ΤΑ ΑΦΩΝΟΛΗΚΤΑ Τα περισσότερα από αυτά έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας βραχύχρονο. Επομένως, τονίζουμε: ἄγε, ἄγον, ἄρξαι, ἅπτε, ἅψαι, βλάψον, βλάψαι, γράφε, γράφον, γράψον, κρύπτε, κεκρύφθαι, θάπτε, τεθάφθαι, λάβε 14, λάθε, λίπε, πίθε, πεπύσθαι, φάγε, φύγε, φυλάξαι, πεφυλάχθαι. 3. ΤΑ ΕΝΡΙΝΟΛΗΚΤΑ ΚΑΙ ΥΓΡΟΛΗΚΤΑ Εξαιρέσεις των ενρινολήκτων και υγρολήκτων Τα περισσότερα από αυτά έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας μακρόχρονο. Αυτό ισχύει για όλα τα ρ. σε ίνω, ύνω, ίρω, ύρω τουλάχιστον στον ενεστώτα, τον παρατατικό και τον αόριστο λόγω του σχηματισμού των χρόνων αυτών που συνεπάγεται αντέκταση. Επομένως, τονίζουμε: ἀμῦναι, κρῖνε, κρῖναι, ὀξῦναι, πλῦναι, οἰκτῖραι, σῦρε, σῦραι. (Βλ. όμως τη σημ. 14 για τον αόριστο β ) Εξαιρείται συνήθως, είναι βραχύχρονο και οξύνεται το δίχρονο της παραλήγουσας του απαρεμφάτου του μέσου και παθητικού παρακειμένου. Επομένως, τονίζουμε: ᾐσχύνθαι, κεκλίσθαι, κεκρίσθαι, πεφάνθαι, σεσημάνθαι, ὠξύνθαι, ἐσφάλθαι, κεκαθάρθαι, ἐφθάρθαι. Επίσης, εξαιρούνται και έχουν το δίχρονο της παραλήγουσας βραχύχρονο τα ρ. σε λλω, άνω και τα ρ. τίνω, φθίνω, θνῄσκω π.χ. βάλλε, λαμβάνον, λανθάνον, σφάλλε, φθάνε, φθάσον, τίνε, τετίσθαι, φθίνε, τεθνάναι. 13 Υπενθυμίζεται ότι το αι και το οι στο γ ενικό πρόσωπο της ευκτικής είναι μακρόχρονο, γιατί δεν είναι τελικό απλώς έχει εκπέσει το τελικό τ γι αυτό τύποι όπως οι παρακάτω παροξύνονται: λύοι, λύσοι, λύσαι, λελύκοι. 14 Είναι γνωστό ότι ο αόριστος β σχηματίζεται κανονικά από το αδύνατο (βραχύχρονο) θέμα επομένως τα δίχρονα της παραλήγουσας είναι βραχύχρονα, οπότε τονίζουμε: βάλε, δράμε, θίγε, πίε, τύχε. Σελ. 7

Ε Ι Ν Α Ι Μ Α Κ Ρ Ο Χ Ρ Ο Ν Α Μακρόχρονο είναι μόνο το δίχρονο -α- και -υ- των αορίστων β των ρημάτων της 1 ης συζυγίας οι οποίοι κλίνονται κατά τον αόριστο β ἔστην (βλ. σημ. 7) στους ίδιους τύπους όπου αυτό σχηματίζεται από το μακρόχρονο θέμα του, δηλαδή σε όλους τους τύπους εκτός της ευκτικής, της μετοχής και του γ πληθυντικού προσώπου της προστακτικής με κατάληξη ντων. Επομένως, τονίζουμε: δρᾶθι, δρᾶτε, δρᾶναι, δῦθι, δῦτε, δῦναι, φῦναι, αλλά δράντος, δύντος, φύντος, όπως και στῆθι, στῆτε, στῆναι, στάντος. Σ τ η 2 η σ υ ζ υ γ ί α ( σ ε μ ι ) Ε Ι Ν Α Ι Β Ρ Α Χ Υ Χ Ρ Ο Ν Α Ο χαρακτήρας -α- των φωνηεντολήκτων με θέμα σε -α/ηείναι βραχύχρονος (βλ. σημ. 11) π.χ. ἱστάναι, ἱστάντος, ὀνινάναι, φάθι, φάτε (εκτός αν συμβεί αντέκταση π.χ. ἱστάντ-σα > ἱστᾶσα). Ομοίως και ο χαρακτήρας -ι- του ρ. εἶμι και του ρ. οἶδα π.χ. ἴμεν, ἴτε, ἴθι, ἴσμεν, ἴστε, ἴσθι. Βραχύχρονο, επίσης, είναι το -υ- του προσφύματος -νυ- των συμφωνολήκτων π.χ. δεικνύναι, δεικνύντος μακρόχρονο μπορεί να γίνει μόνο λόγω αντέκτασης (π.χ. δεικνύντ-σα > δεικνῦσα) ή έκτασης αλλά μόνο στη λήγουσα (βλ. σημ. 11). Βραχύχρονο είναι, τέλος, και το -α- της παραλήγουσας των σιγμολήκτων ρημάτων κεράννυμι, πετάννυμι, σκεδάννυμι π.χ. κεράσαν, πετάσαν, ἐσκεδάσθαι, σκεδάσαν. Βιβλιογραφία Chantraine P., Ιστορική μορφολογία της ελληνικής γλώσσας, (μτφρ. Ν. Κ. Αγκαβανάκης), εκδ. Ινστ. του Βιβλίου Μ. Καρδαμίτσα, Αθήνα 1990. Liddell H. G. Scott R., Μέγα λεξικόν της ελληνικής γλώσσης, (μτφρ. Ξ. Π. Μόσχος, Μιχ. Κωνσταντινίδης), εκδ. Ι. Σίδερης, Αθήνα 1925. Γεωργοπαπαδάκος Α., Λεξικόν ανωμάλων ρημάτων της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, εκδ. Βιβλιοπωλείον Μόλχο, Θεσσαλονίκη 1970. Δελής Τρ. Ι., Γραμματική τέχνη, τόμοι α & β, εκδ. Gutenberg, Αθήνα 1985-86. Ζηκίδης Γ., Μεγάλη ελληνική γραμματική της αττικής πεζογραφικής διαλέκτου, ανατύπωση της έκδοσης του 1900, εκδ. Δ. Ν. Παπαδήμα, Αθήνα χ.χ. Οικονόμου Μιχ. Χ., Γραμματική της αρχαίας ελληνικής, εκδ. Ινστ. Νεοελληνικών Σπουδών (Ίδρ. Μαν. Τριανταφυλλίδη), Θεσσαλονίκη 1974. Πατάκης Στ. Α. Τζιράκης Ν. Ε., Λεξικό ρημάτων αρχαίας ελληνικής, ομαλών και ανωμάλων, εκδ. Πατάκη, Αθήνα 1984. Σηφάκις Ν., Μέγα λεξικόν γραμματικής, Αρχαία-Νέα-Δημοτική, τόμοι 1-3, εκδ. Βύβλος, χχ. Σταματάκος Ι., Λεξικόν αρχαίας ελληνικής γλώσσης, Αθήνα 1970. Τζάρτζανος Αχ., Γραμματική της αρχαίας ελληνικής γλώσσης, εκδ. ΟΕΔΒ 1967, 26 1981. Τρεμόπουλος Κ. Α. Μαυρόπουλος Θ. Γ., Λεξικό των ρημάτων της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, Θεσσαλονίκη 1992. Σελ. 8