EULP- 512: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΟ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΔΡ. ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΙΩΑΝΝΟΥ Ελεύθερη Διακίνηση Ευρωπαίων Εργαζομένων
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων είναι μία από τις 4 ελευθερίες των πολιτών της ΕΕ. Είναι επίσης μία από τις ιδρυτικές αρχές της ΕΕ. Η έμφαση στην ελεύθερη διακίνηση των εργαζομένων, από ιδρύσεως της ΕΟΚ, ήταν αυτό που διαχώριζε την κοινοτική ρύθμιση εργατικών δικαιωμάτων από το εθνικό εργατικό νομοθετικό πλαίσιο των κ/μ. Η ελεύθερη διακίνηση εργαζομένων παρέχει το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης σε άλλο κ/μ της ΕΕ, το δικαίωμα εργασίας και εγκατάστασης για τον σκοπό αυτό, και προστατεύει από διακρίσεις στην εργασία, την αμοιβή και άλλες συνθήκες απασχόλησης, σε σύγκριση με συναδέλφους που είναι υπήκοοι του κ/μ. Ορίζεται στο άρθρο 45 ΣΛΕΕ και συνιστά θεμελιώδες δικαίωμα των εργαζομένων. Συνεπάγεται την κατάργηση κάθε διάκρισης λόγω ιθαγένειας μεταξύ εργαζομένων των κ/μ όσον αφορά την απασχόληση, την αμοιβή και τις λοιπές συνθήκες εργασίας και απασχόλησης.
ΠΟΙΑ Η ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΔΙΑΚΙΝΗΣΗΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΕΕ; Περιλαμβάνει τα δικαιώματα: μετακίνησης των εργαζομένων διαμονής των εργαζομένων εισόδου και διαμονής των μελών της οικογένειας εργασίας σε άλλο κράτος μέλος. (Τα δικαιώματα αυτά συνοδεύονται από ορισμένους περιορισμούς, ιδίως όσον αφορά τα δικαιώματα εισόδου και διαμονής και το δικαίωμα πρόσβασης σε θέσεις εργασίας στο δημόσιο τομέα. Επιπλέον, σε ορισμένες χώρες ισχύουν περιορισμοί για τους πολίτες που προέρχονται από τα «νέα» κ/μ). Αν και η ελεύθερη διακίνηση είναι πρωτίστως οικονομική και όχι κοινωνική έννοια, έχει επιπτώσεις κοινωνικής φύσης, όπως τα δικαιώματα των μεταναστών σε: συντάξεις και κοινωνικά επιδόματα, ανεργιακά επιδόματα, κοινωνικές ασφαλίσεις και άλλα οφελήματα, οικογενειακά θέματα μόρφωσης, Τέτοια θέματα δεν αντιμετωπίζονται ως ανεξάρτητα κοινωνικά ζητήματα, αλλά εντός των πλαισίων της ελεύθερης διακίνησης των οικονομικά ενεργών Ευρωπαίων πολιτών. Υπάρχει ένας ξεκάθαρος συνυφασμός οικονομικών και κοινωνικών ζητημάτων στο πεδίο της ελεύθερης διακίνησης.
ΕΝΝΟΙΕΣ & ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ Σημαντικός ο διαχωρισμός μεταξύ των οικονομικά ενεργών πολιτών (εργαζομένων), από άλλες κατηγορίες (όπως μη οικονομικά ενεργών πολιτών, αυτοτελώς εργαζομένων και αποσπασμένων). Σημαντικός ο διαχωρισμός μεταξύ ελεύθερης διακίνησης εργαζομένων και ελευθερίας παροχής υπηρεσιών. Το τελευταίο συμπεριλαμβάνει το δικαίωμα μιας εταιρείας να παρέχει υπηρεσίες σε άλλο κ/μ της ΕΕ με την απόσπαση (posting) εργαζομένων σε αυτό το κράτος προσωρινά. Τα δικαιώματα των «αποσπασμένων» εργαζομένων στα πλαίσια παροχής υπηρεσιών καλύπτονται από την Οδηγία 96/71/EΚ σχετικά με την απόσπαση εργαζομένων στο πλαίσιο παροχής υπηρεσιών. Όσον αφορά στους αυτοτελώς εργαζόμενους, αυτοί έχουν ελευθερία εγκατάστασης ή/και παροχής υπηρεσιών σε άλλα κ/μ.
ΕΝΝΟΙΕΣ & ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ Ο όρος «εργαζόμενος» ( worker ) στα πλαίσια της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας καλύπτει κάθε άτομο που διεξάγει γνήσια και αποτελεσματική εργασία (genuine and effective work) και αμείβεται κάτω από της οδηγίες κάποιου τρίτου. Πρέπει δηλαδή να πληρούνται 3 κριτήρια: (1)Αμοιβή (Remuneration), (2)Υποταγή (Subordination), (3)Γνήσια και αποτελεσματική εργασία (Genuine and effective work). Ο όρος δεν καλύπτει υπηκόους τρίτων χωρών. Πριν την Συνθήκη του Μάαστριχτ, θέματα ελεύθερης διακίνησης εργαζομένων ήταν συνυφασμένα με οικονομικές παραμέτρους, όπως για παράδειγμα την επίτευξη των στόχων της ενιαίας αγοράς. Σήμερα, οι εργαζόμενοι αυτοί, απολαμβάνουν δικαιώματα στη χώρα υποδοχής τους, τα οποία ενισχύθηκαν σημαντικά με το Άρθρο 17 ΣΕΚ Συνθήκη του Μάαστριχτ (Άρθρο 20 ΣΛEΕ) και τις πρόνοιές της στο θέμα της Ιθαγένειας (citizenship).
ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΓΩΓΟ ΔΙΚΑΙΟ Το δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης προβλέπεται από τις Συνθήκες της ΕΕ (Πρωτογενές Δίκαιο), καθώς και από Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς (Regulations) και Οδηγίες (Directives) (Παράγωγο Δίκαιο). Έχει ενισχυθεί περαιτέρω μέσα από νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου. Η ελεύθερη διακίνηση εργαζομένων, ως αρχή, κατοχυρώνεται με το Άρθρο 45 ΣΛΕΕ (πρώην Άρθρο 39 ΣΕΚ) Το κοινοτικό κεκτημένο (acquis communautaire) στον τομέα αυτό δίνει στους Ευρωπαίους πολίτες το δικαίωμα της ελεύθερης διακίνησης στην ΕΕ για σκοπούς εργασίας, ενώ προστατεύει επίσης τα κοινωνικά δικαιώματα του εργαζόμενου και των μελών οικογενείας του.
ΝΟΜΙΚΗ ΒΑΣΗ Άρθρο 45 ΣΛΕΕ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ (ΕΕ) αριθ. 492/2011 ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 2011 που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης. Οδηγία 2004/38/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004 σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών της οικογενείας τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών (OJ No L 158, 30 April 2004) (ΕΝΑΡΜΟΝΙΣΤΙΚΟΣ ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΝΟΜΟΣ: Ο περί του Δικαιώματος των Πολιτών της Ένωσης και των Μελών των Οικογενειών τους να Κυκλοφορούν και να Διαμένουν Ελεύθερα στη Δημοκρατία Νόμος του 2007 (N. 7(I)/2007) Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 7ης Σεπτεμβρίου 2005 σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (OJ No L 255/22, 30 Sept. 2005) Οδηγία 98/49/ΕΚ του Συμβουλίου της 29ης Ιουνίου 1998 σχετικά με την προστασία των δικαιωμάτων συμπληρωματικής συνταξιοδότησης των μισθωτών και των μη μισθωτών που μετακινούνται εντός της Κοινότητας (OJ No L 209, 25 July 1998) Νομολογία Δικαστηρίου της ΕΕ
ΑΡΘΡΟ 45 (ΠΡΩΗΝ ΑΡΘΡΟ 39 ΤΗΣ ΣΕΚ) Kατά το άρθρο 45 ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 39 ΣΕΚ), η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων περιλαμβάνει το δικαίωμα, (με επιφύλαξη τους δικαιολογούμενους από τη δημόσια τάξη, ασφάλεια και υγεία περιορισμούς), να: απαντούν στις προσφορές εργασίας, μετακινούνται προς τούτο ελεύθερα στην επικράτεια των κρατών μελών, διαμένουν σε ένα κ/μ για να ασκούν ένα επάγγελμα και παραμένουν στην επικράτεια αυτού του κ/μ αφού εξάσκησαν ένα επάγγελμα σε αυτό.
ΑΡΘΡΟ 45 (ΠΡΩΗΝ ΑΡΘΡΟ 39 ΤΗΣ ΣΕΚ) «1. Εξασφαλίζεται η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων εντός της Ένωσης. 2. Η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων συνεπάγεται την κατάργηση κάθε διακρίσεως λόγω ιθαγενείας μεταξύ των εργαζομένων των κρατών μελών, όσον αφορά την απασχόληση, την αμοιβή και τους άλλους όρους εργασίας. 3. Με την επιφύλαξη των περιορισμών που δικαιολογούνται για λόγους δημοσίας τάξεως, δημοσίας ασφαλείας και δημοσίας υγείας, η ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων περιλαμβάνει το δικαίωμά τους: α) να αποδέχονται κάθε πραγματική προσφορά εργασίας, β) να διακινούνται ελεύθερα για τον σκοπό αυτό εντός της επικρατείας των κρατών μελών, γ) να διαμένουν σε ένα από τα κράτη μέλη με το σκοπό να ασκούν εκεί ορισμένη εργασία σύμφωνα με τις νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις που διέπουν την απασχόληση των εργαζομένων υπηκόων αυτού του κράτους μέλους, δ) να παραμένουν στην επικράτεια ενός κράτους μέλους και μετά την άσκηση σ αυτό ορισμένης εργασίας, κατά τους όρους που θα αποτελέσουν αντικείμενο κανονισμών που θα εκδώσει η Επιτροπή. 4. Οι διατάξεις του παρόντος άρθρου δεν εφαρμόζονται προκειμένου περί απασχολήσεως στη δημόσια διοίκηση.»
ΕΡΓΑΣΙΑΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ - ΓΕΝΙΚΑ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΟΦΕΛΗ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ Κ/Μ : Αναγνώριση επαγγελματικών προσόντων Γλωσσικές απαιτήσεις Πρόσβαση σε θέσεις στον δημόσιο τομέα Ελεύθερη διακίνηση στον τομέα του αθλητισμού ΙΣΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ: Απαγόρευση της διάκρισης στην ελεύθερη διακίνηση Συνθήκες εργασίας Κοινωνικά οφέλη Φορολογικά οφέλη Δικαιώματα μετά το τέλος της εργασιακής σχέσης ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΩΣ ΚΑΤΟΙΚΟΣ ΣΤΟ Κ/Μ ΜΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΟΦΕΛΗ Βάσει του Άρθρου 45(3) ΣΛΕΕ, το δικαίωμα ελεύθερης διακίνησης αποδίδεται για σκοπούς αποδοχής πραγματικής προσφοράς εργασίας. Δηλαδή ΔΕΝ ΑΦΟΡΑ ΜΟΝΟ άτομα που έχουν ήδη δεχτεί κάποια προσφορά εργασίας πριν μεταναστεύσουν, αλλά και άτομα που είναι σε αναζήτηση εργασίας. Κάθε πολίτης της ΕΕ έχει το δικαίωμα να: αναζητήσει εργασία στην επικράτεια άλλου κ/μ της ΕΕ, σύμφωνα με την εθνική νομοθεσία που ισχύει για τους ημεδαπούς εργαζόμενους να λάβει την ίδια βοήθεια από το εθνικό γραφείο εύρεσης εργασίας όπως και οι υπήκοοι του κ/μ υποδοχής χωρίς καμία διάκριση λόγω ιθαγένεια παραμείνει στη χώρα υποδοχής για χρονικό διάστημα που επαρκεί για την αναζήτηση εργασίας, την εκδήλωση ενδιαφέροντος για μια θέση απασχόλησης και την πρόσληψή του.
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΟΦΕΛΗ Οδηγία 2004/38/EΚ σχετικά με το δικαίωμα των πολιτών της Ένωσης και των μελών της οικογενείας τους να κυκλοφορούν και να διαμένουν ελεύθερα στο έδαφος των κρατών μελών Άρθρο 24 1. Με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων που προβλέπονται ρητώς στη Συνθήκη και στο παράγωγο δίκαιο, όλοι οι πολίτες της Ένωσης που διαμένουν στην επικράτεια του κράτους μέλους υποδοχής βάσει της παρούσας οδηγίας, απολαύουν ίσης μεταχείρισης σε σύγκριση με τους ημεδαπούς του εν λόγω κράτους μέλους εντός του πεδίου εφαρμογής της Συνθήκης. Το ευεργέτημα του δικαιώματος αυτού εκτείνεται στα μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, εφόσον έχουν δικαίωμα διαμονής ή μόνιμης διαμονής.
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΕ ΟΦΕΛΗ Αμοιβαία αναγνώριση της κατάρτισης Ως βασική αρχή, κάθε πολίτης της ΕΕ πρέπει να μπορεί να ασκεί ελεύθερα το επάγγελμά του σε οποιοδήποτε κ/μ. Ωστόσο, η πρακτική εφαρμογή αυτής της αρχής συχνά παρεμποδίζεται από εθνικές απαιτήσεις σχετικά με την πρόσβαση σε συγκεκριμένα επαγγέλματα στη χώρα υποδοχής. Έχουν εισαχθεί μεταρρυθμίσεις στο σύστημα αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων προκειμένου να ενισχυθεί η ευελιξία των αγορών εργασίας και να ενθαρρυνθεί περισσότερο αυτόματη αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων. Η Οδηγία 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων (όπως εκσυγχρονίστηκε με την οδηγία 2013/55/ΕΕ) ενοποιεί και εκσυγχρονίζει 15 υφιστάμενες οδηγίες, καλύπτει σχεδόν όλους τους κανόνες σχετικά με την αναγνώριση και προβλέπει καινοτόμα χαρακτηριστικά όπως η ευρωπαϊκή επαγγελματική ταυτότητα και η αμοιβαία αναγνώριση νομοθετικά ρυθμιζόμενων επαγγελμάτων.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ Κ/Μ Οι αλλοδαποί εργαζόμενοι πρέπει να τυγχάνουν ιδίας μεταχείρισης με τους ημεδαπούς εργαζόμενους, όσον αφορά στα ακόλουθα: Πρόσβαση στην απασχόληση (διαδικασίες προσλήψεως) Συνθήκες απασχόλησης (όπως μισθοδοσία, βαθμίδα). Αναγνώριση επαγγελματικής πείρας και αρχαιότητας Γλωσσικές Απαιτήσεις Άρθρο 53 της Οδηγίας 2005/36/EΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων: «Οι δικαιούχοι της αναγνώρισης των επαγγελματικών προσόντων πρέπει να διαθέτουν τις απαιτούμενες γλωσσικές γνώσεις για την άσκηση του επαγγέλματος στο κράτος μέλος υποδοχής.» Οι εργαζόμενοι όμως δεν πρέπει να υφίστανται διακρίσεις, π.χ. όσον αφορά στις γλωσσικές απαιτήσεις, οι οποίες πρέπει απλώς να είναι εύλογες και απαραίτητες για τη συγκεκριμένη θέση εργασίας.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ Κ/Μ Άρθρο 3 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 492/2011 που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης: 1. Στο πλαίσιο του παρόντος κανονισμού, δεν εφαρμόζονται οι νομοθετικές, κανονιστικές και διοικητικές διατάξεις ή οι διοικητικές πρακτικές κράτους μέλους: α) οι οποίες περιορίζουν ή εξαρτούν από όρους, που δεν προβλέπονται για τους ημεδαπούς, τη ζήτηση και την προσφορά εργασίας, την πρόσληψη σε απασχόληση και την άσκησή της από τους αλλοδαπούς ή β) οι οποίες, αν και εφαρμόζονται ανεξαρτήτως ιθαγενείας έχουν ως αποκλειστικό ή κύριο σκοπό ή αποτέλεσμα να αποκλείουν τους υπηκόους των άλλων κρατών μελών από την προσφερόμενη απασχόληση. Το πρώτο εδάφιο δεν αφορά τους όρους τους σχετικούς με τις απαιτούμενες γλωσσικές γνώσεις λόγω της φύσεως της προς πλήρωση θέσεως εργασίας. 2. Περιλαμβάνονται ιδίως μεταξύ των διατάξεων ή πρακτικών κράτους μέλους κατά την παράγραφο 1 πρώτο εδάφιο, εκείνες οι οποίες: α) υποχρεώνουν τους αλλοδαπούς να προσφεύγουν σε ειδικές διαδικασίες προσλήψεως εργατικού δυναμικού β) περιορίζουν ή υποβάλλουν την ανακοίνωση των προσφορών εργασίας διαμέσου του τύπου ή με οποιοδήποτε άλλο μέσο σε όρους άλλους από εκείνους που ισχύουν για τους εργοδότες που ασκούν τις δραστηριότητές τους στην επικράτεια του κράτους αυτού γ) εξαρτούν την απασχόληση από προϋποθέσεις εγγραφής στα γραφεία ευρέσεως εργασίας ή εμποδίζουν την ονομαστική πρόσληψη εργαζομένων όταν πρόκειται για πρόσωπα που δεν διαμένουν στην επικράτεια του κράτους αυτού.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ Κ/Μ Πρόσβαση σε θέσεις εργασίας στον Δημόσιο Τομέα Το άρθρο 45 4 της ΣΛΕΕ (πρώην άρθρο 39 4 ΣΕΚ) θέτει περιορισμούς στις θέσεις των εθνικών δημόσιων διοικήσεων από την αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων. Κατά την Επιτροπή και το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, όμως, η εξαίρεση από τη γενική αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων δεν αφορά στις απασχολήσεις που, έστω και αν χρηματοδοτούνται από δημόσιο ταμείο, δεν έχουν σχέση με τις συνήθεις λειτουργίες της δημόσιας διοίκησης, π.χ., τους οργανισμούς του δημοσίου οι οποίοι διαχειρίζονται εμπορικές υπηρεσίες, τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας, την εκπαίδευση σε δημόσια ιδρύματα και την έρευνα για μη στρατιωτικούς σκοπούς σε δημόσια ιδρύματα [Υπόθεση C-290/94]. Πρέπει να αναγνωρίζεται προϋπηρεσία στον δημόσιο τομέα άλλου κ/μ [Υπόθεση C-187/96]. Το Δικαστήριο της ΕΕ έχει επανειλημμένα υπογραμμίσει ότι η εξαίρεση αυτή αφορά περιπτώσεις άμεσης ή έμμεσης συμμετοχής στην άσκηση καθηκόντων που αφορούν την διασφάλιση γενικών συμφερόντων του κράτους.
ΠΡΟΣΒΑΣΗ ΣΤΗΝ ΕΡΓΑΣΙΑ ΥΠΟ ΤΟΥΣ ΙΔΙΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟ ΠΟΥ ΕΧΕΙ ΙΘΑΓΕΝΕΙΑ ΤΟΥ Κ/Μ : Ελεύθερη διακίνηση στον τομέα του αθλητισμού Η βασική ελευθερία διακίνησης ισχύει και στον χώρο του αθλητισμού Βάσει του Άρθρου 165 ΣΛΕΕ, «Η Ένωση συμβάλλει στην προώθηση των ευρωπαϊκών επιδιώξεων στον χώρο του αθλητισμού, λαμβάνοντας υπόψη παράλληλα τις ιδιαιτερότητές του» Το Δικαστήριο έχει επανειλημμένα ξεκαθαρίσει ότι οι επαγγελματίες αθλητές είναι «εργαζόμενοι»/«μισθωτοί», όπως ο όρος αυτός ορίζεται στις Συνθήκες (δυνάμει δηλαδή του γεγονότος ότι ο αθλητισμός αφορά επικερδή απασχόληση) (Cases C-36/74, 13/76, C-415/93, C-519/04, C-176/96 και C- 325/08).
ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΙΣΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Όσον αφορά στους όρους εργασίας και απασχόλησης στην επικράτεια του κ/μ υποδοχής, οι εργαζόμενοι που είναι υπήκοοι άλλου κ/μ δεν μπορούν να έχουν διαφορετική μεταχείριση σε σχέση με τους ημεδαπούς εργαζόμενους λόγω ιθαγένειας. Αυτό ισχύει ιδίως όσον αφορά στην πρόσληψη, στην απόλυση και στην αμοιβή, καθώς και στα μέτρα επαγγελματικής κατάρτισης και επανακατάρτισης. Οι πολίτες κ/μ που απασχολούνται σε άλλο κ/μ διαθέτουν τα ίδια κοινωνικά και φορολογικά πλεονεκτήματα και πρόσβαση στη στέγαση με τους ημεδαπούς εργαζομένους και δικαιούνται ίση μεταχείριση ως προς την άσκηση των συνδικαλιστικών τους δικαιωμάτων.
ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΙΣΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Τμήμα 2 του Κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 492/2011 που αφορά την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων στο εσωτερικό της Ένωσης: Άρθρο 7 1. Ο εργαζόμενος υπήκοος ενός κράτους μέλους δεν δύναται στην επικράτεια των άλλων κρατών μελών, να έχει, λόγω της ιθαγένειάς του, διαφορετική μεταχείριση από τους ημεδαπούς εργαζομένους, ως προς τους όρους απασχόλησης και εργασίας, ιδίως όσον αφορά την αμοιβή, την απόλυση, την επαγγελματική επανένταξη ή την επαναπασχόληση αν έχει καταστεί άνεργος. 2. Απολαύει των ιδίων κοινωνικών και φορολογικών πλεονεκτημάτων με τους ημεδαπούς εργαζομένους. 3. Δικαιούται εξίσου, όπως και οι ημεδαποί εργαζόμενοι και υπό τους αυτούς όρους, να φοιτά στις επαγγελματικές σχολές και στα κέντρα επαναπροσαρμογής ή επανεκπαίδευσης. 4. Κάθε ρήτρα συλλογικής ή ατομικής συμβάσεως ή άλλης συλλογικής ρυθμίσεως που αφορά την πρόσβαση σε απασχόληση, την αμοιβή και τους άλλους όρους εργασίας και απόλυσης, είναι αυτοδικαίως άκυρη κατά το μέτρο που προβλέπει ή επιτρέπει όρους που εισάγουν διακρίσεις έναντι των εργαζομένων υπηκόων άλλων κρατών μελών.
ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΙΣΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Άρθρο 8 Ο εργαζόμενος υπήκοος κράτους μέλους που απασχολείται στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους απολαύει ίσης μεταχειρίσεως ως προς τη συμμετοχή του σε συνδικαλιστικές οργανώσεις και την άσκηση των συνδικαλιστικών του δικαιωμάτων συμπεριλαμβανομένων και του δικαιώματος ψήφου και της κατάληψης διοικητικών ή διευθυντικών θέσεων συνδικαλιστικής οργανώσεως. Είναι δυνατόν να αποκλεισθεί η συμμετοχή του από τη διοίκηση οργανισμών δημοσίου δικαίου και από την άσκηση λειτουργήματος δημοσίου δικαίου. Απολαύει εξάλλου του δικαιώματος εκλογιμότητας στα όργανα εκπροσώπησης των εργαζομένων στην επιχείρηση. Άρθρο 9 1. Ο εργαζόμενος υπήκοος κράτους μέλους που απασχολείται στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους απολαύει όλων των δικαιωμάτων και όλων των πλεονεκτημάτων που παρέχονται στους ημεδαπούς εργαζομένους ως προς τη στέγη, συμπεριλαμβανομένου του δικαιώματος κτήσεως της κυριότητος της κατοικίας την οποία έχει ανάγκη. 2. Ο εργαζόμενος κατά την παράγραφο 1 δικαιούται εξίσου όπως και οι ημεδαποί να εγγράφεται στην περιφέρεια όπου απασχολείται στους καταλόγους ανευρέσεως κατοικίας, όπου τηρούνται παρόμοιοι κατάλογοι, και να απολαύει της προτεραιότητας και των πλεονεκτημάτων που προκύπτουν από την εγγραφή αυτή. Εάν η οικογένειά του παρέμεινε στη χώρα προελεύσεως, θεωρείται για τον σκοπό αυτόν ότι διαμένει στην εν λόγω περιφέρεια, εφόσον οι ημεδαποί εργαζόμενοι απολαύουν παρομοίου τεκμηρίου.
ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΚΑΙ ΙΣΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗΣ Βάσει του Άρθρου 7(3) της Οδηγίας 2004/38/EΚ, η ιδιότητα του μισθωτού διατηρείται για τον πολίτη της ΕΕ στις ακόλουθες περιπτώσεις : α) αν ο ενδιαφερόμενος είναι προσωρινά ανίκανος προς εργασία εξαιτίας ασθενείας ή ατυχήματος, β) αν ο ενδιαφερόμενος έχει καταγραφεί δεόντως ως ακουσίως άνεργος, έχοντας ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα άνω του ενός έτους, και έχει καταγραφεί ως πρόσωπο το οποίο αναζητεί εργασία στην αρμόδια υπηρεσία απασχόλησης, γ) αν ο ενδιαφερόμενος έχει καταγραφεί δεόντως ως ακουσίως άνεργος μετά τη λήξη ισχύος της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου με διάρκεια μικρότερη του ενός έτους ή αφού κατέστη ακουσίως άνεργος κατά τη διάρκεια των πρώτων δώδεκα μηνών και έχει καταγραφεί στην αρμόδια υπηρεσία απασχόλησης ως πρόσωπο το οποίο αναζητεί εργασία. Στην περίπτωση αυτή, η ιδιότητα του εργαζομένου διατηρείται επί χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να είναι μικρότερο του εξαμήνου δ) αν ο ενδιαφερόμενος παρακολουθεί μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης. Εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος είναι ακουσίως άνεργος, η διατήρηση της ιδιότητας του εργαζομένου προϋποθέτει την ύπαρξη σχέσης μεταξύ της προηγούμενης επαγγελματικής δραστηριότητας και της κατάρτισης.
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ. Η Οδηγία 2004/38/ΕΚ εισάγει την ιθαγένεια της ΕΕ ως το βασικό καθεστώς των υπηκόων των κ/μ όταν ασκούν το δικαίωμα ελεύθερης κυκλοφορίας και διαμονής στην επικράτεια της ΕΕ. Για τους πρώτους 3 μήνες, κάθε πολίτης της ΕΕ έχει δικαίωμα διαμονής στην επικράτεια άλλου κ/μ χωρίς προϋποθέσεις ή διατυπώσεις. Για μεγαλύτερες περιόδους, το κ/μ υποδοχής μπορεί να απαιτεί από τους πολίτες της ΕΕ να εγγράφονται από τις αρμόδιες αρχές για τα διαστήματα παραμονής που υπερβαίνουν τους 3 μήνες (Το δελτίο διαμονής για τους πολίτες της ΕΕ έχει καταργηθεί). Το δικαίωμα διαμονής των μεταναστών εργαζομένων για χρονικό διάστημα άνω των 3 μηνών εξακολουθεί να υπόκειται σε ορισμένες προϋποθέσεις, οι οποίες ποικίλουν ανάλογα με το καθεστώς τους (μισθωτοί, αυτοαπασχολούμενοι, συνταξιούχοι, αποσπασμένοι εργαζόμενοι ή άνεργοι).
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ Άρθρο 6 Οδηγίας 2004/38/ΕΚ Δικαίωμα διαμονής έως τρεις μήνες «1. Οι πολίτες της Ένωσης έχουν δικαίωμα διαμονής στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους για χρονικό διάστημα έως τρεις μήνες χωρίς κανένα όρο ή διατύπωση πέραν της απαίτησης κατοχής ισχύοντος δελτίου ταυτότητας ή διαβατηρίου. 2. Οι διατάξεις της παραγράφου 1 εφαρμόζονται και στα μέλη της οικογένειας που είναι κάτοχοι ισχύοντος διαβατηρίου, δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους και συνοδεύουν ή πηγαίνουν να συναντήσουν τον πολίτη της Ένωσης.»
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΑΝΩ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΜΗΝΩΝ Το δικαίωμα διαμονής του πολίτη για χρονικό διάστημα άνω των τριών μηνών ισχύει εφόσον: ασκεί οικονομική δραστηριότητα ως μισθωτός ή μη μισθωτός εργαζόμενος διαθέτει επαρκείς πόρους και ασφάλιση ασθενείας ούτως ώστε να μην επιβαρύνει κατά τη διάρκεια της διαμονής του το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας του κ/μ υποδοχής. Στο πλαίσιο αυτό, τα κ/μ δεν δύνανται να προσδιορίζουν το ύψος των πόρων που τα ίδια θεωρούν επαρκή, πρέπει όμως να λάβουν υπόψη τους την προσωπική κατάσταση του ενδιαφερομένου παρακολουθεί κατάρτιση ως σπουδαστής και διαθέτει επαρκείς πόρους και ασφάλεια ασθένειας ώστε να μην καταστεί κατά την παραμονή του βάρος για την κοινωνική πρόνοια του κ/μ υποδοχής είναι μέλος της οικογενείας πολίτη της ΕΕ που εμπίπτει σε μια από τις προαναφερθείσες κατηγορίες. (Βλ. Άρθρο 8 Οδηγίας 2004/38/ΕΚ «Διοικητικές διατυπώσεις για τους πολίτες της Ένωσης»)
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΑΝΩ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΜΗΝΩΝ Άρθρο 7 Οδηγίας 2004/38/ΕΚ Δικαίωμα διαμονής άνω των τριών μηνών «1. Όλοι οι πολίτες της Ένωσης έχουν δικαίωμα διαμονής στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών μηνών, εφόσον : α) είναι μισθωτοί ή μη μισθωτοί στο κράτος μέλος υποδοχής, ή β) διαθέτουν επαρκείς πόρους για τον εαυτό τους και τα μέλη των οικογενειών τους, ούτως ώστε να μην επιβαρύνουν κατά τη διάρκεια της περιόδου παραμονής τους το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας του κράτους μέλους υποδοχής, καθώς και πλήρη ασφαλιστική κάλυψη ασθενείας στο κράτος μέλος υποδοχής, ή γ) - έχουν εγγραφεί σε ιδιωτικό ή δημόσιο ίδρυμα, εγκεκριμένο ή χρηματοδοτούμενο από το κράτος μέλος υποδοχής βάσει της νομοθεσίας ή της διοικητικής πρακτικής του, για να παρακολουθήσουν κατά κύριο λόγο σπουδές, συμπεριλαμβανομένων μαθημάτων επαγγελματικής κατάρτισης, και διαθέτουν πλήρη ασφαλιστική κάλυψη ασθενείας στο κράτος μέλος υποδοχής και βεβαιώνουν την αρμόδια εθνική αρχή, με δήλωση ή με ισοδύναμο μέσο της επιλογής τους, ότι διαθέτουν επαρκείς πόρους για τον εαυτό τους και τα μέλη της οικογένειάς τους, ούτως ώστε να μην επιβαρύνουν το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας του κράτους μέλους υποδοχής κατά τη διάρκεια της παραμονής τους, ή δ) είναι μέλη της οικογένειας τα οποία συνοδεύουν ή πηγαίνουν να συναντήσουν πολίτη της Ένωσης που πληροί τους όρους που αναφέρονται στα στοιχεία α), β) ή γ). 2. Το δικαίωμα διαμονής που προβλέπεται στην παράγραφο 1 εκτείνεται στα μέλη της οικογένειας τα οποία δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους, όταν συνοδεύουν ή πηγαίνουν να συναντήσουν, στο κράτος μέλος υποδοχής, τον πολίτη της Ένωσης και εφόσον ο εν λόγω πολίτης πληροί τους όρους που αναφέρονται στην παράγραφο 1, στοιχεία α), β) ή γ).
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΧΡΟΝΙΚΟ ΔΙΑΣΤΗΜΑ ΑΝΩ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΜΗΝΩΝ 3. Για τους σκοπούς της παραγράφου 1, στοιχείο α), η ιδιότητα του μισθωτού ή του μη μισθωτού διατηρείται για τον πολίτη της Ένωσης που δεν είναι πλέον μισθωτός ή μη μισθωτός στις ακόλουθες περιπτώσεις : α) αν ο ενδιαφερόμενος είναι προσωρινά ανίκανος προς εργασία εξαιτίας ασθενείας ή ατυχήματος, β) αν ο ενδιαφερόμενος έχει καταγραφεί δεόντως ως ακουσίως άνεργος, έχοντας ασκήσει επαγγελματική δραστηριότητα άνω του ενός έτους, και έχει καταγραφεί ως πρόσωπο το οποίο αναζητεί εργασία στην αρμόδια υπηρεσία απασχόλησης, γ) αν ο ενδιαφερόμενος έχει καταγραφεί δεόντως ως ακουσίως άνεργος μετά τη λήξη ισχύος της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου με διάρκεια μικρότερη του ενός έτους ή αφού κατέστη ακουσίως άνεργος κατά τη διάρκεια των πρώτων δώδεκα μηνών και έχει καταγραφεί στην αρμόδια υπηρεσία απασχόλησης ως πρόσωπο το οποίο αναζητεί εργασία. Στην περίπτωση αυτή, η ιδιότητα του εργαζομένου διατηρείται επί χρονικό διάστημα που δεν μπορεί να είναι μικρότερο του εξαμήνου, δ) αν ο ενδιαφερόμενος παρακολουθεί μαθήματα επαγγελματικής κατάρτισης. Εκτός εάν ο ενδιαφερόμενος είναι ακουσίως άνεργος, η διατήρηση της ιδιότητας του εργαζομένου προϋποθέτει την ύπαρξη σχέσης μεταξύ της προηγούμενης επαγγελματικής δραστηριότητας και της κατάρτισης. 4. Κατά παρέκκλιση από την παράγραφο 1, στοιχείο δ) και την παράγραφο 2, μόνο ο/η σύζυγος, ο καταχωρημένος σύντροφος που προβλέπεται στο άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο β) και τα συντηρούμενα τέκνα έχουν δικαίωμα διαμονής ως μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, ο οποίος πληροί τους όρους της παραγράφου 1, στοιχείο γ). Το άρθρο 3, παράγραφος 2 ισχύει για τους συντηρούμενους απευθείας ανιόντες, καθώς και εκείνους του/της συζύγου ή του καταχωρημένου συντρόφου.»
ΜΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ Με την Οδηγία 2004/38/ΕΚ τροποποιήθηκε ο κανονισμός 1612/68/ΕΟΚ για την οικογενειακή επανένωση και επεκτάθηκε ο ορισμός «μέλος οικογένειας» (που προηγουμένως περιοριζόταν στον/στη σύζυγο, τους κατιόντες κάτω των 21 ετών ή τα συντηρούμενα παιδιά και στους συντηρούμενους ανιόντες), προκειμένου να συμπεριλάβει τους καταχωρημένους συντρόφους, εφόσον η νομοθεσία του κ/μ υποδοχής αναγνωρίζει τη σχέση καταχωρημένης συμβίωσης ως ισοδύναμη προς τον γάμο. Ανεξαρτήτως της ιθαγένειάς τους, τα εν λόγω μέλη οικογενείας έχουν το δικαίωμα διαμονής στην ίδια χώρα με τον εργαζόμενο. Βάσει του Άρθρου 2 της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ, ο όρος «μέλος της οικογένειας» μπορεί να περιλαμβάνει: α) τον/την σύζυγο, β) τον/την σύντροφο με τον/την οποίο/α ο πολίτης της ΕΕ έχει σχέση καταχωρημένης συμβίωσης, βάσει της νομοθεσίας κ/μ, εφόσον η νομοθεσία του κ/μ υποδοχής αναγνωρίζει τη σχέση καταχωρημένης συμβίωσης ως ισοδύναμη προς τον γάμο, και σύμφωνα με τους όρους που προβλέπονται στην οικεία νομοθεσία του κ/μ υποδοχής, γ) οι απευθείας κατιόντες οι οποίοι είναι κάτω της ηλικίας των 21 ετών ή είναι συντηρούμενοι καθώς και εκείνοι του/της συζύγου ή του/της συντρόφου, όπως ορίζεται στο στοιχείο β), δ) οι συντηρούμενοι απευθείας ανιόντες καθώς και εκείνοι του/της συζύγου ή του/της συντρόφου, όπως ορίζεται στο στοιχείο β).
ΜΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ Τα κ/μ χορηγούν στα μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης τα οποία δεν είναι υπήκοοι κ/μ δελτίο διαμονής, εφόσον η προβλεπόμενη διάρκεια παραμονής τους υπερβαίνει τους τρεις μήνες (Άρθρο 9(1) Οδηγίας 2004/38/ΕΚ «Διοικητικές διατυπώσεις για τα μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους») Το δικαίωμα διαμονής των μελών της οικογένειας πολίτη της ΕΕ τα οποία δεν είναι υπήκοοι κ/μ πιστοποιείται με τη χορήγηση εγγράφου («Δελτίου διαμονής μέλους της οικογένειας ενός πολίτη της Ένωσης»), το αργότερο εντός 6 μηνών από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης. (Άρθρο 10(1) Οδηγίας 2004/38/ΕΚ «Χορήγηση του δελτίου διαμονής») Η διάρκεια ισχύος του δελτίου διαμονής είναι 5 έτη από την ημερομηνία χορήγησης (Άρθρο 11(1) Οδηγίας 2004/38/ΕΚ «Ισχύς του δελτίου διαμονής») Η ισχύς του δελτίου διαμονής δεν επηρεάζεται από προσωρινές απουσίες που δεν υπερβαίνουν τους 6 μήνες ετησίως ούτε από απουσίες μεγαλύτερης διάρκειας για την εκπλήρωση υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας ή από μία απουσία 12 συναπτών μηνών κατ ανώτατο όριο για σοβαρούς λόγους, ιδίως εγκυμοσύνη και μητρότητα, σοβαρή ασθένεια, σπουδές ή επαγγελματική κατάρτιση ή τοποθέτηση σε άλλο κ/μ ή τρίτη χώρα (Άρθρο 11(2) Οδηγίας 2004/38/ΕΚ «Ισχύς του δελτίου διαμονής»).
ΜΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ Το Δικαίωμα Εργασίας Το δικαίωμα στην εργασία για τα μέλη της οικογένειας ορίζεται από το Άρθρο 23 της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ «Συναφή δικαιώματα»: «Ανεξαρτήτως ιθαγένειας, τα μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης, τα οποία έχουν το δικαίωμα διαμονής ή το δικαίωμα μόνιμης διαμονής σε κράτος μέλος, δικαιούνται να εργάζονται εκεί ως μισθωτοί ή μη μισθωτοί.» Το Δικαίωμα στην Εκπαίδευση Το Δικαίωμα στην Εκπαίδευση για τα μέλη της οικογένειας ορίζεται από το Άρθρο 10 του Κανονισμού 492/2011: «Τα τέκνα του υπηκόου κράτους μέλους που απασχολείται ή έχει απασχοληθεί κατά το παρελθόν στην επικράτεια άλλου κράτους μέλους γίνονται δεκτά στα μαθήματα γενικής εκπαιδεύσεως, μαθητείας και επαγγελματικής εκπαιδεύσεως υπό τους ίδιους όρους με τους υπηκόους αυτού του κράτους, εφόσον τα εν λόγω τέκνα διαμένουν στην επικράτειά του. Τα κράτη μέλη ενθαρρύνουν τις πρωτοβουλίες που καθιστούν δυνατό στα εν λόγω τέκνα να παρακολουθήσουν τα ανωτέρω μαθήματα με τις καλύτερες δυνατές προϋποθέσεις.»
ΜΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, ο θάνατος του πολίτη της ΕΕ ή η αναχώρησή του από την επικράτεια του κ/μ υποδοχής, καθώς και το διαζύγιο, η ακύρωση του γάμου ή η λήξη της εταιρικής σχέσης δεν θίγουν το δικαίωμα διαμονής των μελών της οικογενείας του τα οποία δεν έχουν την ιθαγένεια του κ/μ Βάσει του Άρθρου 12(2) της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ «Διατήρηση του δικαιώματος διαμονής από τα μέλη της οικογένειας σε περίπτωση θανάτου ή αναχώρησης του πολίτη της Ένωσης»: «Με την επιφύλαξη του δευτέρου εδαφίου, ο θάνατος πολίτη της Ένωσης δεν συνεπάγεται απώλεια του δικαιώματος διαμονής των μελών της οικογένειάς του τα οποία δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους και διαμένουν στο κράτος μέλος υποδοχής ως μέλη της οικογένειας επί ένα έτος τουλάχιστον πριν από τον θάνατο του πολίτη της Ένωσης.» Τα εν λόγω μέλη της οικογένειας διατηρούν το δικαίωμα διαμονής αποκλειστικά σε προσωπική βάση. Βάσει του Άρθρου 12(2) της Οδηγίας 2004/38/ΕΚ, «Η αναχώρηση του πολίτη της Ένωσης από το κράτος μέλος υποδοχής ή ο θάνατός του δεν συνεπάγεται απώλεια του δικαιώματος διαμονής των τέκνων του ή του γονέα ο οποίος έχει πράγματι την επιμέλεια των τέκνων, ανεξαρτήτως ιθαγένειας, εφόσον τα τέκνα διαμένουν στο κράτος μέλος υποδοχής και είναι εγγεγραμμένα σε εκπαιδευτικό ίδρυμα με σκοπό την πραγματοποίηση σπουδών, έως την ολοκλήρωση των σπουδών τους.»
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΜΟΝΙΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ Κάθε πολίτης της ΕΕ αποκτά το δικαίωμα μόνιμης διαμονής στο κ/μ υποδοχής εφόσον έχει διαμείνει νομίμως και επί συνεχές διάστημα 5 ετών στο έδαφος του εν λόγω κ/μ και εφόσον δεν έχει ληφθεί κατά αυτού κάποιο μέτρο απέλασης (Άρθρο 16(1) Οδηγίας 2004/38/ΕΚ) Ο ίδιος κανόνας ισχύει και για τα μέλη της οικογενείας που δεν έχουν την ιθαγένεια του κ/μ και τα οποία έχουν διαμείνει επί πέντε έτη με πολίτη της ΕΕ (Άρθρο 16(2) Οδηγίας 2004/38/ΕΚ) Αποκτηθέν δικαίωμα μόνιμης διαμονής δεν επηρεάζεται από προσωρινές απουσίες που δεν υπερβαίνουν συνολικά τους 6 μήνες ετησίως ούτε από απουσίες μεγαλύτερης διάρκειας για την εκπλήρωση υποχρεωτικής στρατιωτικής θητείας ή από μία απουσία 12 συναπτών μηνών κατ ανώτατο όριο για σοβαρούς λόγους, ιδίως εγκυμοσύνη και μητρότητα, σοβαρή ασθένεια, σπουδές ή επαγγελματική κατάρτιση ή τοποθέτηση σε άλλο κ/μ ή τρίτη χώρα (Άρθρο 16(3) Οδηγίας 2004/38/ΕΚ) Αποκτηθέν δικαίωμα μόνιμης διαμονής χάνεται αποκλειστικά σε περίπτωση απουσίας από το κ/μ υποδοχής για χρονικό διάστημα που υπερβαίνει τα 2 συναπτά έτη (Άρθρο 16(4) Οδηγίας 2004/38/ΕΚ) Στους πολίτες της ΕΕ που υποβάλλουν αίτηση χορηγείται έγγραφο που βεβαιώνει το δικαίωμα μόνιμης διαμονής τους. Τα κ/μ χορηγούν στα μέλη των οικογενειών τους που είναι υπήκοοι τρίτων χωρών άδεια μόνιμης διαμονής απεριόριστης διάρκειας που ανανεώνεται δικαιωματικά κάθε 4 έτη. Η άδεια αυτή χορηγείται εντός έξι μηνών από την υποβολή της σχετικής αίτησης. Το αδιάκοπο της κατοικίας μπορεί να αποδειχθεί με οποιοδήποτε αποδεικτικό μέσο που ισχύει στο κ/μ υποδοχής.
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΜΟΝΙΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ Άρθρο 17 Οδηγίας 2004/38/ΕΚ- Παρεκκλίσεις για τα πρόσωπα τα οποία δεν εργάζονται πλέον στο κράτος μέλος υποδοχής και για τα μέλη των οικογενειών τους «1. Κατά παρέκκλιση από το άρθρο 16, το δικαίωμα μόνιμης διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής πριν από τη συμπλήρωση συνεχούς χρονικού διαστήματος πέντε ετών διαμονής απολαύουν : α) οι μισθωτοί ή οι μη μισθωτοί, οι οποίοι, κατά το χρόνο παύσης της εργασίας τους, έχουν φθάσει στην ηλικία που ορίζεται από το δίκαιο του κράτους μέλους υποδοχής για την απόκτηση δικαιωμάτων σε σύνταξη γήρατος, ή μισθωτοί οι οποίοι έχουν παύσει να ασκούν μισθωτή δραστηριότητα λόγω πρόωρης συνταξιοδότησης, υπό την προϋπόθεση ότι εργάσθηκαν στο εν λόγω κράτος μέλος τουλάχιστον τους προηγούμενους δώδεκα μήνες και ότι έχουν διαμείνει εκεί συνεχώς για περισσότερα από τρία έτη. Αν το δίκαιο του κράτους μέλους υποδοχής δεν αναγνωρίζει δικαίωμα σε σύνταξη γήρατος σε ορισμένες κατηγορίες μη μισθωτών, λογίζεται ότι η προϋπόθεση ηλικίας πληρούται όταν ο ενδιαφερόμενος συμπληρώσει την ηλικία των 60 ετών, β) στους μισθωτούς ή μη μισθωτούς, οι οποίοι διέμεναν συνεχώς για περισσότερα από δύο έτη στο κράτος μέλος υποδοχής και έπαυσαν να εργάζονται εκεί εξαιτίας μόνιμης ανικανότητας προς εργασία. Αν η ανικανότητα αυτή είναι συνέπεια εργατικού ατυχήματος ή επαγγελματικής ασθενείας που παρέχει ευεργέτημα το οποίο καταβάλλεται στον ενδιαφερόμενο εν όλω ή εν μέρει από φορέα του κράτους μέλους υποδοχής, δεν επιβάλλονται όροι στη διάρκεια της παραμονής, γ) στους μισθωτούς ή μη μισθωτούς, οι οποίοι, μετά τη συμπλήρωση τριών ετών συνεχούς απασχόλησης και διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής, ασκούν μισθωτή ή μη μισθωτή δραστηριότητα σε άλλο κράτος μέλος, διατηρώντας τον τόπο διαμονής τους στο κράτος μέλος υποδοχής, στο οποίο και επιστρέφουν, καταρχήν, καθημερινώς ή τουλάχιστον άπαξ εβδομαδιαίως. Για τους σκοπούς της απόκτησης των δικαιωμάτων που προβλέπονται στα στοιχεία α) και β), οι περίοδοι απασχόλησης στο κράτος μέλος όπου εργάζεται ο ενδιαφερόμενος λογίζονται ως περίοδοι απασχόλησης οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στο κράτος μέλος υποδοχής. Οι περίοδοι ακουσίας ανεργίας, οι οποίες έχουν καταγραφεί δεόντως από την αρμόδια υπηρεσία απασχόλησης, οι περίοδοι διακοπής δραστηριότητας που δεν οφείλονται στη βούληση του ενδιαφερομένου και οι απουσίες από την εργασία ή η διακοπή δραστηριότητας λόγω ασθενείας ή ατυχήματος λογίζονται ως περίοδοι απασχόλησης.
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΜΟΝΙΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ 2. Οι όροι της διάρκειας παραμονής και απασχόλησης που προβλέπονται στην παράγραφο 1, στοιχείο α) και ο όρος της διάρκειας παραμονής που προβλέπεται στην παράγραφο 1, στοιχείο β), δεν ισχύουν αν ο/η σύζυγος ή ο αναφερόμενος στο άρθρο 2, παράγραφος 2, στοιχείο β), σύντροφος του μισθωτού ή του μη μισθωτού, είναι υπήκοος του κράτους μέλους υποδοχής ή απώλεσε την ιθαγένεια του κράτους μέλους αυτού λόγω του γάμου του/της με τον εν λόγω μισθωτό ή μη μισθωτό. 3. Ανεξαρτήτως ιθαγένειας, τα μέλη της οικογένειας μισθωτού ή μη μισθωτού που διαμένουν μαζί του στην επικράτεια του κράτους μέλους υποδοχής έχουν δικαίωμα μόνιμης διαμονής στο εν λόγω κράτος μέλος, εφόσον ο ίδιος ο μισθωτός ή ο μη μισθωτός έχει αποκτήσει δικαίωμα μόνιμης διαμονής στο εν λόγω κράτος μέλος δυνάμει της παραγράφου 1. 4. Ωστόσο, αν ο μισθωτός ή ο μη μισθωτός απεβίωσε ενόσω ακόμη εργαζόταν αλλά πριν αποκτήσει το καθεστώς μόνιμης διαμονής στο κράτος μέλος υποδοχής δυνάμει της παραγράφου 1, τα μέλη της οικογένειάς του που διαμένουν μαζί του στο κράτος μέλος υποδοχής, έχουν δικαίωμα μόνιμης διαμονής εκεί, υπό την προϋπόθεση ότι : α) ο μισθωτός ή ο μη μισθωτός είχε διαμείνει κατά τον χρόνο του θανάτου του, συνεχώς επί δύο έτη στην επικράτεια του εν λόγω κράτους μέλους, ή β) ο θάνατός του οφείλεται σε εργατικό ατύχημα ή επαγγελματική ασθένεια, ή γ) ο/η επιζών/ώσα σύζυγος έχει απολέσει την ιθαγένειά του/της εν λόγω κράτους μέλους λόγω του γάμου του/της με τον μισθωτό ή τον μη μισθωτό.»
ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΜΟΝΙΜΗΣ ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΓΙΑ ΜΕΛΗ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ Άρθρο 18 Οδηγίας 2004/38/ΕΚ Απόκτηση δικαιώματος μόνιμης διαμονής από ορισμένα μέλη της οικογένειας που δεν είναι υπήκοοι κράτους μέλους «Με την επιφύλαξη του άρθρου 17, τα μέλη της οικογένειας πολίτη της Ένωσης για τα οποία ισχύει το άρθρο 12, παράγραφος 2 και το άρθρο 13, παράγραφος 2 και τα οποία πληρούν τους εκεί προβλεπόμενους όρους, αποκτούν το δικαίωμα μόνιμης διαμονής εάν διαμείνουν νομίμως για χρονικό διάστημα πέντε συναπτών ετών στο κράτος μέλος υποδοχής.»
ΠΑΡΑΒΙΑΣΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΗΣ Οι Ευρωπαίοι πολίτες, βασιζόμενοι άμεσα στο Άρθρο 45 ΣΛΕΕ και στο παράγωγο Δίκαιο, έχουν το δικαίωμα να προσφύγουν στα ένδικα μέσα (εθνικού δικαστηρίου) σε περιπτώσεις που εθνική νομοθεσία παραβιάζει τον Ευρωπαϊκό νόμο. Αν εθνικό δικαστήριο έχει αμφιβολία για την ερμηνεία του κοινοτικού δικαίου, τότε μπορεί να αποστείλει προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ερωτώντας για τη σωστή ερμηνεία του κοινοτικού νόμου. (Αν το εθνικό δικαστήριο είναι ανώτατο, τότε δε δικαιούται απλώς αλλά υποχρεούται να αποστείλει προδικαστικό ερώτημα στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο). Σε περίπτωση που το κ/μ δεν συμμορφώνεται με το κοινοτικό δίκαιο και ο εθνικός νόμος παραβιάζει την ελευθερία κυκλοφορίας εργαζομένων, τότε μπορεί η Επιτροπή (ή άλλο κ/μ) να προσφύγει εναντίον του στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Της προσφυγής αυτής προηγείται η αποστολή στο κ/μ από την Επιτροπή αιτιολογημένης γνώμης, με την οποία του επισημαίνεται ότι παραβιάζει το κοινοτικό δίκαιο και καλείται να απαντήσει στις αιτιάσεις ή να συμμορφωθεί. Αν το κ/μ δε συμμορφωθεί, ακολουθεί η προσφυγή. Το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο θα διαπιστώσει την ύπαρξη παράβασης ή όχι. Αν διαπιστωθεί παράβαση, το κ/μ οφείλει να συμμορφωθεί. Αν δε συμμορφωθεί, ακολουθεί δεύτερη προσφυγή της Επιτροπής με αίτημα τη καταδίκη του κ/μ σε πρόστιμο.
ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΒΕΛΤΙΩΣΗ ΤΗΣ ΚΙΝΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΤΩΝ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ Ευρωπαϊκή κάρτα ασφάλισης ασθένειας Οδηγία σχετικά με τη διασυνοριακή υγειονομική περίθαλψη Συντονισμός των συστημάτων κοινωνικής ασφάλισης με τον κανονισμό (ΕΚ) αριθ. 883/2004 και τον κανονισμό εφαρμογής (ΕΚ) αριθ. 987/2009 Πρόταση οδηγίας για τη δυνατότητα μεταφοράς των δικαιωμάτων επικουρικής σύνταξης, επί της οποίας το Κοινοβούλιο και το Συμβούλιο κατέληξαν σε συμφωνία στα τέλη του 2013 Τοποθετήσεις νέων εργαζομένων σε θέσεις εργασίας στο εξωτερικό: το νέο πρόγραμμα Erasmus+ για την περίοδο 2014 έως 2020 προβλέπει περιόδους απόκτησης επαγγελματικής εμπειρίας και πρακτικές ασκήσεις για σπουδαστές επαγγελματικής κατάρτισης σε άλλα κράτη μέλη
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΜΠΟΣΜΑΝ Η απόφαση Μποσμάν προήλθε από απόφαση Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου (1995) σχετική με την ελεύθερη μετακίνηση εργαζομένων, την ελευθερία του συνεταιρίζεσθαι και την άμεση εφαρμογή του Άρθρου 48 της Συνθήκης της Ρώμης του 1957 (μετέπειτα Άρθρο. 39 ΣΕΚ) νυν Άρθρο 45 ΣΛΕΕ. Η απόφαση Μποσμάν είναι αποτέλεσμα τριών ξεχωριστών νομικών υποθέσεων: 1. Υπόθεση Βελγικής ομοσπονδίας κατά Μποσμάν (Union royale belge des sociétés de football association ASBL v Jean-Marc Bosman). 2. Υπόθεση Λιέρς κατά Μποσμάν και λοιπών (Royal club liégeois SA v Jean-Marc Bosman and others). 3. Υπόθεση ΕΕ και UEFA κατά Μποσμάν (Union Européenne de Football Association (UEFA) v Jean-Marc Bosman).
ΤΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ Το 1990 έληξε το συμβόλαιο του Ζαν Μαρκ Μποσμάν με την ομάδα του, τη Βελγική RFC Λιέρς (R.F.C. de Liège). Ο ποδοσφαιριστής είχε συμφωνήσει να συνεχίσει την καριέρα του στην άσημη γαλλική ομάδα Δουνκέρκη (USL Dunkerque). Υπήρχε όμως ένα πρόβλημα: Σύμφωνα με το άρθρου 17 του καταστατικού της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Ποδοσφαίρου (FIFA), σχετικό με τις μεταγραφές, η πρώην ομάδα του είχε το δικαίωμα να ζητήσει από τη γαλλική ομάδα ένα ποσό για να τον αφήσει να αγωνιστεί σε αυτή, όπως και έγινε. Το ποσό αυτό δεν μπορούσε να το δώσει η Δουνκέρκη και έτσι η Λιέρς αρνήθηκε την μετεγγραφή του Μποσμάν. Αυτό έδωσε το έναυσμα για να αλλάξει το ποδόσφαιρο της Ευρώπης για πάντα. Ο Ζαν Μαρκ Μποσμάν προσέφυγε στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στηριζόμενος στο άρθρο 48 της Συνθήκης της Ρώμης του 1957 που προέβλεπε σχετικά με την ελεύθερη μετακίνηση των εργαζομένων μέσα στην ΕΕ.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΚΑΙ Ο «ΝΟΜΟΣ ΜΠΟΣΜΑΝ» Στις 15 Δεκεμβρίου 1995, η απόφαση του Δικαστηρίου δικαιώνει τον Μποσμάν. Το δικαστήριο αποφασίζει πως το μέχρι τότε σύστημα μετεγγραφών παρεμπόδιζε την ελεύθερη μετακίνηση των εργαζομένων και ερχόταν σε αντίθεση με το άρθρο 39 της Συνθήκης της Ρώμης. Η απόφαση αυτή είχε ως αποτέλεσμα να ακυρωθούν όλες οι σχετικές διατάξεις των Ομοσπονδιών των κ/μ της ΕΕ που επέβαλαν περιορισμούς στις μετεγγραφές, όπως στην υπόθεση Μποσμάν. Πριν από την απόφαση Μποσμάν, οι σύλλογοι μπορούσαν να εμποδίσουν έναν ποδοσφαιριστή τους να υπογράψει σε άλλο σύλλογο ακόμα κι όταν έληγε το συμβόλαιό του. Μετά την απόφαση Μποσμάν αυτό δεν επιτρέπεται. Όταν λήξει το συμβόλαιό του, ο ποδοσφαιριστής διαπραγματεύεται ελεύθερα είτε με τον ίδιο είτε με άλλο σύλλογο. Επίσης, έχει το δικαίωμα να υπογράψει προσύμφωνο με άλλο σωματείο μέχρι κι έξι μήνες πριν από τη λήξη του συμβολαίου του. Οι ποδοσφαιριστές είχαν πλέον το δικαίωμα να μετακινηθούν σε όποια ομάδα ήθελαν εντός της ΕΕ με τη λήξη του συμβολαίου τους, χωρίς η προηγούμενη ομάδα τους να μπορεί να προβάλει την παραμικρή απαίτηση. Έπαψε επίσης να ισχύει το ανώτατο όριο ξένων ποδοσφαιριστών που μπορούσαν να αγωνιστούν σε μια ομάδα, αρκεί βέβαια να ήταν κοινοτικοί.
Η ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΑΝΑΛΥΤΙΚΑ Η αρχή της ελεύθερης κυκλοφορίας των εργαζομένων δεν μπορεί να παρεμποδιστεί από τους κανόνες των αθλητικών ομίλων. Στην απόφαση Bosman, η οποία έφερε αναστάτωση στα ήθη του Ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου, το Ευρωπαϊκό δικαστήριο θεώρησε, πράγματι, ότι το άρθρο 48 της Συνθήκης ΕΟΚ (νέο άρθρο 45 ΣΛΕΕ) εφαρμόζεται στις συλλογικές ρυθμίσεις που θεσπίζονται από τις ιδιωτικές αθλητικές ενώσεις εφόσον η άσκηση των αθλημάτων, στο μέτρο που αποτελεί οικονομική δραστηριότητα, υπάγεται στο ευρωπαϊκό δίκαιο [υπόθεση C415/93]. Ειδικότερα, το Δικαστήριο θεώρησε ότι, στο μέτρο που εμποδίζουν ή αποτρέπουν κάποιον υπήκοο κράτους μέλους να εγκαταλείψει τη χώρα καταγωγής του, οι κανόνες μεταγραφής συνιστούν εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζομένων. Κατά το Δικαστήριο, οι εν λόγω κανόνες δεν είναι σε θέση να ενθαρρύνουν και να χρηματοδοτήσουν τη δραστηριότητα των μικρών ομίλων που καταρτίζουν νέους παίκτες, γιατί η προοπτική είσπραξης αποζημίωσης είναι αβέβαιη και το ποσόν αυτών των αποζημιώσεων είναι ανεξάρτητο από τα πραγματικά αναληφθέντα έξοδα για την κατάρτιση. Το Δικαστήριο θεώρησε επίσης ότι το άρθρο 48 (ΕΟΚ) αντιτίθεται στην εφαρμογή κανόνων που επιβάλλουν στους αθλητικούς ομίλους, κατά τη διάρκεια των αγώνων, να χρησιμοποιούν μόνον περιορισμένο αριθμό επαγγελματιών παικτών άλλων κ/μ.
ΣΥΝΕΧΕΙΑ Η απόφαση του Δικαστηρίου δεν έλυσε οριστικά το πρόβλημα της ελεύθερης κυκλοφορίας των ποδοσφαιριστών και άλλων διεθνών παικτών. Μετά από υποβολή καταγγελιών από ευρωπαϊκές ομοσπονδίες ποδοσφαίρου, η Επιτροπή είχε κινήσει διαδικασία το 1999 με την αιτιολογία ότι οι κανόνες της FIFA ήταν παράνομοι, επειδή δεν επέτρεπαν στους ποδοσφαιριστές να διαπραγματεύονται τη λύση του συμβολαίου τους. Σκοπός της Επιτροπής ήταν να επιτύχει μια ισορροπία μεταξύ του θεμελιώδους δικαιώματος των ποδοσφαιριστών στην ελεύθερη κυκλοφορία και του εξίσου θεμιτού στόχου της ακεραιότητας του αθλήματος και της σταθερότητας των πρωταθλημάτων. Μετά από συζητήσεις μεταξύ FIFA και Επιτροπής, η εκτελεστική επιτροπή της FIFA εκπόνησε ικανοποιητικούς κανόνες και κανονισμούς εφαρμογής που εγκρίθηκαν στο Μπουένος Άϊρες στις 5 Ιουλίου 2001.
ΣΥΝΕΧΕΙΑ Στις 30 Μαΐου 2008 εγκρίθηκε από το συνέδριο της FIFA σχέδιο του προέδρου της παγκόσμιας ομοσπονδίας ποδοσφαίρου Γιόζεφ Μπλάτερ, για σταδιακή μείωση του αριθμού των ξένων παικτών που αγωνίζονται στις ενδεκάδες των ομάδων. Εισηγείται 6 ντόπιους και 5 ξένους. Το σχέδιο δύσκολα θα μπορέσει να εφαρμοστεί, επειδή συγκρούεται με τους νόμους της ΕΕ περί ελεύθερης διακίνησης εργαζομένων. Ο επίτροπος της EE για την απασχόληση είχε δηλώσει χαρακτηριστικά: «Βγάζουμε κόκκινη κάρτα». Από την άλλη, ο πρόεδρος της UEFA Μισέλ Πλατινί υποστήριξε το σχέδιο αλλά δεν παρέλειψε να προειδοποιήσει ότι οι ομοσπονδίες της Ευρώπης κινδυνεύουν να οδηγηθούν στα δικαστήρια από τις ομάδες που θα θεωρήσουν ότι πλήττονται τα συμφέροντά τους. Υπάρχουν δεδικασμένα που δυστυχώς δεν θα μπορέσει να προσπεράσει η FIFA. Είναι ενδιαφέρον ότι ο κανονισμός Μποσμάν προκάλεσε μια παρόμοια υπόθεση μεταξύ της FIBA και των ομάδων μπάσκετ το 2000. Με την προσφυγή οι ομάδες ζητούσαν και πέτυχαν να θεωρηθεί παράνομη απόφαση της FIBA που απαγόρευε τη μετακίνηση ενός μπασκετμπολίστα σε άλλο σύλλογο κατά τη διάρκεια της ίδιας σεζόν.