Περιεχόµενα: Ο «Ενδείκτης» τυπώνεται σε οικολογικό χαρτί που δεν παράγεται από κορµούς δέντρων και δεν περιέχει χλώριο ή οξέα.



Σχετικά έγγραφα
Πανεπιστήμιο Κύπρου Πολυτεχνική Σχολή Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών και Μηχανικών Περιβάλλοντος Πρόγραμμα Αρχιτεκτονικής ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ.

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

ΟΜΟΔΟΣ ΟΨΕΙΣ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ. χατζηπέτρου_ελένη. Περιοχές-Όψεις

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος

Το κτίριο περιγράφεται σχηµατικά από το τρίπτυχο: δοµή, µορφή, περιεχόµενο

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

ΞΑΠΛΩΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟ ΕΔΑΦΟΣ. Στρατηγική Συν-Κατοίκησης

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Η Α Ν Α Λ Υ Σ Η Π Α Ρ Α Δ Ο Σ Ι Α Κ Ω Ν Κ Τ Ι Ρ Ι Ω Ν - Σ Υ Ν Ο Λ Ω Ν

Ακολούθησέ με... στο ανάκτορο της Τίρυνθας

majestic insight in living

Α Ρ Χ Ι Τ Ε Κ Τ Ο Ν Ι Κ Ο Σ Σ Χ Ε Δ Ι Α Σ Μ Ο Σ 3 : Κ Α Τ Ο Ι Κ Ι Α / Α Κ Α Δ Η Μ Α Ι Κ Ο Ε Τ Ο Σ

Το οικόπεδο που μας δίνεται να αναπτύξουμε την κτιριακή σύνθεση χαρακτηρίζεται από την έντονη κλίση προς τη θάλασσα

ΔΗΜΟΤΙΚΟΥ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΟΥ ΜΟΥΣΕΙΟΥ «ΣΠΕ ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ».

ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΡΙΖΟΥΠΟΛΗΣ ΠΕΡΙΣΣΟΥ

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

ΠΡΟΣ ΜΙΑ ΝΕΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΩΝ ΤΟΠΙΩΝ: Η ΕΜΠΕΙΡΙΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ

ΕΚΘΕΣΗ ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΜΕΤΑΛΛΙΚΟΥ ΚΤΗΡΙΟΥ ΣΤΗΝ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥΠΟΛΗ ΓΙΑ ΧΡΗΣΗ ΩΣ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ

Είναι αυτή η πρώτη πόλη της υτικής Ευρώπης;

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΤΟΠΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Ιωάννα Καταπίδη, PhD, Research Fellow, University of Birmingham

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΧΕΔΙΩΝ. Το οικόπεδο μας ανήκει στον κύριο Νίκο Δαλιακόπουλο καθώς και το γειτονικό οικόπεδο.

«ΕΡΓΑΣΙΕΣ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΟΥ ΚΤΙΡΙΟΥ ΠΡΩΗΝ ΔΗΜΟΤΙΚΩΝ ΣΦΑΓΕΙΩΝ, ΚΑΙ ΕΠΑΝΑΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΩΣ ΑΙΘΟΥΣΑ ΠΟΛΛΑΠΛΩΝ ΧΡΗΣΕΩΝ»

Ο τρόπος οργάνωσης σε οµάδες κατοικιών οδηγεί σε κοινή

Σχολή Ανθρωπιστικών Σπουδών Σπουδές στον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό ΓΕΝΙΚΗ ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ, ΑΝΘΡΩΠΟΓΕΩΓΡΑΦΙΑ. 4η Γραπτή Εργασία Ακαδημαϊκού Έτους

ισόγειο βρίσκεται άλλοτε σε άμεση επαφή με το υπόγειο και άλλοτε το χρησιμοποιεί σαν βοηθητικό χώρο εξωτερικά προσπελάσιμο από το κεντρικό

356 Γεωγραφίας Χαροκοπείου (Αθήνα)

Ξενοδοχείο 4* «Virginia Hotel» εκτός Σχεδίου Δήμος Ρόδου

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

ι. ΣΤΑΔΙΟ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗΣ ιι. ΣΤΑΔΙΟ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ιιι. ΣΥΝΘΕΤΙΚΟ ΣΤΑΔΙΟ ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ & ΠΡΟΤΑΣΗ ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ

Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική

Πανεπιστήμιο Κύπρου ΑΡΗ 311. Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εαρινό Εξάμηνο 2013 ΠΕΡΑ ΟΡΕΙΝΗΣ. Χωριό: Πέρα Ορεινής Θέμα μελέτης: Προσόψεις.

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Περιγραφή του εκπαιδευτικού/ μαθησιακού υλικού (Teaching plan)

ΤΕΧΝΙΚΟ ΕΠΙΜΕΛΗΤΗΡΙΟ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΜΗΜΑ ΚΕΝΤΡΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΠΕΡΙΟΧΗ ΓΕΡΙΟΥ Τ.Θ.: 12665, 2251 ΛΕΥΚΩΣΙΑ - ΚΥΠΡΟΣ. Τ: Φ: Ε: nkm@cytanet.com.cy

Βιβλιοθήκη «Στέλιος Ιωάννου», η στέγη της γνώσης

ΡΑΠΤΗΣ ΠΤΕΛΕΑ ΛΕΙΒΑΔΑΚΙ

Στρατόπεδο Aσηµακοπούλου. Παραλία

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

Πολεοδοµικός σχεδιασµός και αρχιτεκτονική της πόλης

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ 9. "Χαλκίδα - Ιστορική Εξέλιξη και Σύγχρονα Ζητήματα Σχεδιασμού"

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

Αρχιτεκτονική με κοινωνικό πρόσωπο - Daveti Home Brokers Sunday, 10 February :55. Του Στράτου Ιωακείμ

ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΧΕΔΙΩΝ. Το οικόπεδο μας ανήκει στον κύριο Νίκο Δαλιακόπουλο καθώς και το γειτονικό οικόπεδο.

Διάταξη Θεματικής Ενότητας ΕΛΠ42 / Αρχαιολογία στον Ελληνικό Χώρο

ΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ Ο ΔΗΜΟΣ ΑΓΛΑΝΤΖΙΑΣ ΕΝΩΝΟΥΝ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΓΙΑ YΛΟΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ HYBUILD

ΔΙΑΤΗΡΗΤΕΕΣ ΟΙΚΟΔΟΜΕΣ: ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟ ΠΑΡΕΛΘΟΝ, ΟΡΑΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ. που γέννησες και ανάθρεψες τους γονείς και τους παππούδες μας.

Τελετή Αποφοίτησης 2019 Τετάρτη 26 Ιουνίου 2019 ΣΧΟΛΗ ΘΕΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ, ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

Πέμπτη 29 Ιουνίου 2017

ΤΕΧΝΙΚΕΣ ΠΡΟΔΙΑΓΡΑΦΕΣ

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Αρχιτεκτονική σχεδίαση με ηλεκτρονικό υπολογιστή

ΣΧΟΛΗ ΓΡΑΦΙΚΩΝ ΤΕΧΝΩΝ & ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ Α.Τ.Ε.Ι. ΕΞΑΜΗΝΟ ΕΑΡΙΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: AΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΕΣΩΤΕΡΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ / ΧΩΡΟΙ ΑΝΑΨΥΧΗΣ

ΘΕΜΑ: «Προτάσεις για την Τουριστική Ανάπτυξη και προβολή της Τοπικής Κοινότητας Στράτου» Κύρια πύλη δευτερεύουσα πύλη πύλη Ακρόπολης Παραποτάμια πύλη

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

ΔΗΜΗΤΡΗΣ Κ. ΜΠΟΤΣΑΚΗΣ, Φυσικός, PhD ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ ΦΥΣΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ Π.Δ.Ε. ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

4 ο ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΟ ΠΕΔΙΟ:

Δομή και Περιεχόμενο

Παρασκευή, 15 Νοεμβρίου 2013, ώρα: 5:30 μ.μ. Ξενοδοχείο Hilton Park

Αρχιτεκτονική Τοπίου. Διδάσκων: Ιωάννης Τσαλικίδης. Συνεργάτες: Ελένη Αθανασιάδου Μαρία Λιονάτου Ευθύμης Χαραλαμπίδης Βασίλης Χαριστός

m pi-*. κείμενο: Τόνια Κατερίνη, Μαρία Καζολέα, αρχιτέκτονες μηχανικοί φωτογράφηση: Αθηνά Καζολέα, Πάτροκλος Στελλάκης

Βάση της διάλεξης είναι η ερευνητική εργασία με τίτλο «Οικολογικές γειτονιές σε χώρες της Ευρώπης» των Κατεργιανάκη Ευγενία, Μουσταφατζή Βασιλική,

14 Δυσκολίες μάθησης για την ανάπτυξη των παιδιών, αλλά και της εκπαιδευτικής πραγματικότητας. Έχουν προταθεί διάφορες θεωρίες και αιτιολογίες για τις

«Οι Σπουδές στην Αρχιτεκτονική»

η ενημέρωση για τις δράσεις που τυχόν υιοθετήθηκαν μέχρι σήμερα και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από αυτές.

ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΤΑΣΚΕΥΑΣΤΙΚΩΝ ΣΧΕ ΙΩΝ ΜΙΚΡΗΣ ΙΩΡΟΦΗΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ.

Η πόλη και οι λειτουργίες της.

1.- Η πρόταση αφορά στην οργάνωση ενός συνόλου κατοικιών η οποία διαμορφώνει συγχρόνως ένα συνεχές σύστημα δημόσιων, υπαίθριων χώρων και χώρων πρασίνο

Ανάπτυξη εξοχικών κατοικιών στο Σκροπονέρι Ν. Ευβοίας

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ Ανώτατο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα Πειραιά Τεχνολογικού Τομέα. Ιστορία Κατασκευών

Ανάπτυξη της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΤΟΠΙΟ ΤΩΝ ΟΙΚΙΣΜΩΝ ΤΟΥ ΠΗΛΙΟΥ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗ ΤΟΥ ΔΟΜΗΜΕΝΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΣΤΙΣ ΝΕΕΣ ΑΝΑΓΚΕΣ ΜΕ ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ

Ο σχεδιασμός για προστασία της «παλιάς πόλης» ως σχεδιασμός της «σημερινής πόλης»

ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Αρχιτεκτονική Σύνθεση Ορισμοί ΝΕΟΣ ΟΙΚΟΔΟΜΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ Ν. 4067/2012

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

Ελληνικό Παιδικό Μουσείο Κυδαθηναίων 14, Αθήνα Τηλ.: , Fax:

Δήμητρα Γιαννοπούλου, Δήμητρα Μαζωνάκη, Στέλλα Μαριδάκη, Λεωνίδας Μουκάκος

B Η ΧΩΡΟΤΑΞΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΓΕΝΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ

«γεωγραφικές δυναμικές και σύγχρονοι μετασχηματισμοί του ελληνικού χώρου» σ. αυγερινού- κολώνια, ε. κλαμπατσέα, ε.χανιώτου ακαδημαϊκό έτος

WebDance: Web dance for all using advanced e-learning tools. Χορός στο διαδίκτυο µε τη χρήση προηγµένων εργαλείων ηλεκτρονικής εκµάθησης

ΝΕΑ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΕΛΚΥΣΗ ΚΟΙΝΟΥ ΤΩΝ ΜΟΥΣΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ

2/1/2013. ο Αστικός Αναδασμός. η Μεταφορά Αναπτυξιακών ικαιωμάτων, και. το Τέλος Πολεοδομικής Αναβάθμισης.

Παρουσίαση των βραβείων του Διεθνούς Αρχιτεκτονικού Διαγωνισμού για το Σχολείο Ευρωπαϊκής Παιδείας στο Ηράκλειο Κρήτης

Μελέτη Περίπτωσης Νέο Μουσείο Ακρόπολης

Jordi Alsina Iglesias. Υποψήφιος διδάκτορας. Πανεπιστήμιο Βαρκελώνης

Στο εν λόγω τεύχος παρουσιάζονται οι εκλαϊκευμένες κατευθύνσεις δόμησης σε τέσσερα παραρτήματα, ως εξής:

ΤΕΥΧΟΣ ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΣΜΟΥ

Πάτρα : Οικονομία, Κοινωνία, Πολιτισμός. Η εικόνα της πόλης την Όμορφη Εποχή

Συνέντευξη από την Ανδρούλλα Βασιλείου, Επίτροπο εκπαίδευσης, πολιτισμού, πολυγλωσσίας και νεολαίας

ΣΥΓΚΡΟΤΗΜΑ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ GIFU KITAGATA

ΑΞΟΝΑΣ ΠΡΟΤΕΡΑΙΟΤΗΤΑΣ 7: «Ενίσχυση της δια βίου εκπαίδευσης ενηλίκων στις 8 Περιφέρειες Σύγκλισης»

ένα αειφόρο πρότυπο Ήβη Νανοπούλου Αρχιτέκτων - Διευθύνων σύμβουλος ΘΥΜΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΕΜ

αρχιτεκτονική μελέτη - επίβλεψη ΜΥΡΤΩ ΜΗΛΙΟΥ σύνθεση ΜΥΡΤΩ ΜΗΛΙΟΥ, ΒΛΑΔΙΜΗΡΟΣ ΛΕΒΙΔΗΣ και τη διώροφη μορφή του

Κοινωνική Στέγη - Προσιτή Κατοικία

ΧΩΡΟΘΕΤΗΣΗ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΖΩΗ

ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑς ΤΟΥς ΕΦΗΒΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΑ: ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΕΡΩΤΗΜΑ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ. Κουσερή Γεωργία

Προγραμματική Κατοίκηση. Σχεδιασμός Kοινότητας Kοινωνικών Kατοικιών με αρχές Oικολογικού Σχεδιασμού στο δήμο Αξιού, Νομού Θεσσαλονίκης

ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗ ΚΑΙ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟΤΗΤΑ 15

Transcript:

Ενηµερωτικό ελτίο του Πανεπιστηµίου Κύπρου Τευχος 18 - εκέµβριος 2008 O Ενδείκτης είναι περιοδική έκδοση του Πανεπιστηµίου Κύπρου και διευθύνεται από συντακτική επιτροπή. Εξώφυλλο: Από τα σχέδια του αρχιτέκτονα Jean Nouvel για το κτίριο της βιβλιοθήκης «Στέλιος Ιωάννου». Περιεχόµενα: ΤΟ ΘΕΜΑ AΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ 3 H ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ «ΤΟΠΟΥ» ΣΕ ΕΝΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΠΟΙΗΜΕΝΟ ΚΟΣΜΟ: Η ΣΚΟΠΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ της Παναγιώτας Πύλα 4 Η ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΗ ΣΧΕΣΗ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ: Η ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΤΟΥ ΚΥΠΡΙΑΚΟΥ ΔΟΜΗΜΕΝΟΥ ΤΟΠΙΟΥ του Σωκράτη Στρατή 9 ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ: ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΤΥΠΟΛΟΓΙΑΣ της Μάρως Αποστόλου 14 ΓΙΑΤΊ ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΟΥ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑ ΕΧΕΙ ΕΝΑ ΚΑΘΙΣΤΙΚΟ ΕΝΩ ΤΟΥ ΠΕΛΑΤΗ ΕΧΕΙ ΔΥΟ ΚΟΥΖΊΝΕΣ του Χρίστου Χατζηχρίστου 20 ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ «ΣΤΕΛΙΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ», Η ΣΤΕΓΗ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ του Φίλιππου Τσιμπόγλου 29 Ο ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΑΣ ΩΣ ΑΓΓΕΙΟΠΛΑΣΤΗΣ του Ζήνωνα Σιερεπεκλή 35 ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΊΟΥ ΚΎΠΡΟΥ του Μάριου Κ. Φωκά 38 BIBΛΙΟ ΠΕΡΑΣΤΕ ΓΙΑ ΕΝΑΝ ΚΑΦΕ. ΣΧΕΣΕΙΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΣΤΗΝ ΚΟΨΗ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ, Φτιάκα, Ελένη 46 ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ, Παπαδής, Δημήτρης 46 STATISTICAL MODELS AND METHODS FOR BIOMEDICAL AND TECHNICAL SYSTEMS, BIRKHÄUSER, Vonta F., M. Nikulin, N. Limnios, and C. Huber-Carol (eds.) 46 Ο ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΣ ΒΕΝΙΖΕΛΟΣ ΚΑΙ Η ΚΥΠΡΟΣ, Καζαμίας, Γιώργος & Παπαπολυβίου, Πέτρος (επιμέλεια) 48 ΜETA CO GNITION AND THEORY OF MIND, CAMBRIDGE, Παπαλεοντίου Λουκά, Eλεονώρα 48 ΝΕΑ ΠΡΟΣΩΠΑ 50 Ο «Ενδείκτης» τυπώνεται σε οικολογικό χαρτί που δεν παράγεται από κορµούς δέντρων και δεν περιέχει χλώριο ή οξέα. Πρόεδρος Συντακτικής Επιτροπής: Σταύρος Α. Ζένιος, Πρύτανης, Συντακτική Επιτροπή: Τάσος Χριστοφίδης, Αλεξία Παναγιώτου, Μαρία Μαργαρώνη, Παναγιώτα Πύλα, Κωνσταντίνος Πίτρης, Υπεύθυνη Ύλης: Μαριάννα Κατσογιάννου, Επιµέλεια Έκδοσης: Αθηνά Φράγκου, Σχεδιασµός/Σελιδοποίηση: FBRH Consultants Ltd - Σάιµον Πιτσιλλίδης, Εκτύπωση: RPM Λιθογράφικα Λτδ. Πανεπιστήµιο Κύπρου, Κτίριο Συµβουλίου-Συγκλήτου Αναστάσιος Γ. Λεβέντης, Πανεπιστηµιούπολη, Τ.Θ. 20537, 1678 Λευκωσία, Τηλ:22892000, Τέλεφαξ: 22892100, http://www.ucy.ac.cy ΓΙΑ ΝΑ ΑΠΟΣΤΕΛΛΕΤΑΙ Ο ΕΝ ΕΙΚΤΗΣ ΣΤΗΝ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΣΑΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΗΣΕΤΕ: Τ.Θ. 20537, 1678 ΛΕΥΚΩΣΙΑ, ΤΗΛ: 22894010, ΤΕΛΕΦΑΞ: 22894469, Ε-MAIL: endeiktis@ucy.ac.cy ISSN 1986-2210 (ηλεκτρονική μορφή) ISSN 1450-0752 (έντυπη μορφή)

τ Η σ σ Υ ν τ α Ξ Η σ Aρχιτεκτονική στην Κύπρο Πολλοί υποστηρίζουν ότι η αρχιτεκτονική, που μπορεί πολύ γενικά να οριστεί ως σχεδιασμός κτιστών υποδομών, δεν είναι μόνο επιστήμη, αλλά και τέχνη. και είναι αλήθεια ότι ο σχεδιασμός - με την έννοια της δημιουργίας - όπως και η υλοποίηση κτιρίων των οποίων η παρουσία διαμορφώνει τον περιβάλλοντα χώρο, μπορεί να κλέψει την παράσταση από την τέχνη γιατί η διαμόρφωση του χώρου έχει τη δυνατότητα να εκμεταλλεύεται στοιχεία από πολλές τέχνες μαζί, με αποτέλεσμα η γοητεία της να είναι μεγαλύτερη. από τα αρχαία κιόλας χρόνια άλλωστε, από την εποχή του Βιτρούβιου (De architectura, 1ος αι. π.χ.), θεωρήθηκε ότι το έργο του αρχιτέκτονα οφείλει να ενεργοποιεί και να εξισορροπεί τρία διαφορετικά στοιχεία ταυτόχρονα: κάλλος, σταθερότητα και ευχρηστία. εύκολα λοιπόν αντιλαμβάνεται κανείς πόσο σημαντική είναι η αρχιτεκτονική, όχι μόνο για την καθημερινή ζωή, αλλά και για τις διάφορες λειτουργίες που επιτελούνται σε μία κοινωνία και σε ένα βαθμό για τον ίδιο τον προσδιορισμό της κάθε κοινωνίας. ειδικά στην κύπρο, όπου η ραγδαία ανάπτυξη των οικοδομών τα τελευταία χρόνια άλλαξε ριζικά την εικόνα των πόλεων, των οποίων η δόμηση αποτελεί αυτή τη στιγμή ένα τυχαίο κράμα από διάφορες τάσεις και σχολές, είναι φανερή η ανάγκη για ανάπτυξη μίας θεωρητικής αρχιτεκτονικής σκέψης, στην οποία θα μπορεί να βασιστεί ο μελλοντικός προβληματισμός γύρω από το σχεδιασμό των κτιρίων σε σχέση με το περιβάλλον στο οποίο θα φιλοξενηθούν. και αυτό ισχύει εξίσου για την αισθητική της ιδιωτικής κατοικίας, που μπορεί να αναβαθμίσει άμεσα την ποιότητα της καθημερινότητας, για τις εταιρείες που καταλαμβάνουν σημαντικό χώρο στα κέντρα των σύγχρονων πόλεων και για τα κτίρια των δημόσιων οργανισμών που αντιπροσωπεύουν την εικόνα του κράτους. στο τεύχος αυτό του ενδείκτη προσπαθήσαμε να αναλύσουμε ορισμένες όψεις του ρόλου της αρχιτεκτονικής στο σύγχρονο κυπριακό χώρο, σε μία περίοδο κατά την οποία είναι σαφές ότι το επάγγελμα του αρχιτέκτονα στην κύπρο αναβαθμίζεται και η ουσία του γίνεται ευρύτερα γνωστή στο πλατύ κοινό. στόχος μας ήταν να παρουσιάσουμε τους τρόπους με τους οποίους εισάγονται και εφαρμόζονται οι νέες ιδέες, τις διαδικασίες με τις οποίες εντάσσονται οι νέες κτιριακές μονάδες στο παραδοσιακό περιβάλλον και τις στρατηγικές που αναπτύσσουν οι αρχιτέκτονες για να επικοινωνήσουν τόσο με τους χρήστες των κτιρίων που σχεδιάζουν όσο και με τους αποδέκτες του ευρύτερου αστικού τοπίου που διαμορφώνεται υπό την επίδραση της εργασίας τους. το αποτέλεσμα επαφίεται στην κρίση του αναγνώστη. Π α Πν αε νπ ει σπ τι ση τμ Ηι μο ι κο Υ κπ Υρ Πο ρυ ο - Υ δ- ε ικ οε Υμ λβ ιροι σ ο σ 2 0 02 60 0 8 3

H έννοια του «τόπου» σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο: η σκοπιά της αρχιτεκτονικής της Παναγιώτας Πύλα Τμήμα Αρχιτεκτονικής σε ένα συμπόσιο που οργανώθηκε στη λευκωσία τον περασμένο φεβρουάριο με θέμα την ιστορία της μοντέρνας αρχιτε κτονικής στην ευρώπη, το ακροατήριο στην πλειοψηφία του επαγγελματίες αρχιτέ κτονες εξέφρασε επανειλημμένα έναν έντονο προβληματισμό: ποιο χαρακτήρα πρέπει να έχει η αρχιτεκτονική στην κύπρο σήμερα; πώς μπορούμε να διαπραγματευτούμε τις ιδιαιτερότητες της σημερινής κύπρου μέσα από την αρχιτεκτονική; κάποιος μάλιστα αναρωτήθηκε με αγωνία αν είναι, ακόμη και ως ιδέα, δυνατό για τους σημερινούς επαγγελματίες αρχιτέκτονες της κύπρου να ανταποκριθούν στην πραγματικότητα της χώρας τους, αφού μέχρι στιγμής όλοι σπούδασαν σε ξένα πανεπιστήμια και κυρίως σε διαφορετικές κοινωνίες. μήπως θα έπρεπε το τμήμα αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο κύπρου ρώτησε άλλος σε ένα από τα πηγαδάκια που σχηματίστηκαν μετά το τέλος του συμποσίου να επικεντρωθεί στην προώθηση μιας κυπριακής αρχιτεκτονικής ταυτότητας; οι παρουσιάσεις των προσκεκλημένων εισηγητών καθηγητές από την Architectural Association του λονδίνου, το μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Πανεπιστήμιο Πατρών κ.ά αναφέρθηκαν στην περίπτωση της κύπρου περιφερειακά, αφού καταπιάστηκαν με γενικότερα θέματα περί διεθνισμού και τοπικισμού σε πρόσφατες τάσεις μοντερνισμού, περί κοινωνικών οραμάτων και περιβαλλοντικών επιπτώσεων στις διαδικασίες εκμοντερνισμού, περί της πολυπλοκότητας και ρευστότητας της έννοιας της μοντερνικότητας στην ευρώπη και στη μέση ανατολή... Όμως η εμμονή του ακροατηρίου σε ερωτήσεις για το χαρακτήρα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής στην κύπρο έδειχνε ότι αυτό το ερώτημα αποτελούσε το κύριο «φίλτρο» μέσα από το οποίο η πλειοψηφία του ακροατηρίου επεξεργαζόταν το υλικό που παρουσιάστηκε. από την άλλη μεριά, υπήρξαν και μέλη του ακροατηρίου που θεώρησαν αντιπαραγωγικές τις τέτοιου είδους αναζητήσεις, τη στιγμή που ζούμε σε ένα παγκοσμιοποιημένο κόσμο, στον οποίο η επαγγελματική μας Έχει η αρχιτεκτονική στην Κύπρο σήμερα, κάτι δικό της να πει; Μπορεί ο «τόπος» μας να συμβάλει στην ευρύτερη αρχιτεκτονική κουλτούρα; «κοινότητα» δεν ορίζεται από γεωγραφικά ή εθνικά σύνορα, αλλά από τα διεθνή δίκτυα μέσα στα οποία κινούμαστε. στο συγκεκριμένο αίτημα για μια κυπριακή αρχιτεκτονική εκπαίδευση, ο αντίλογος ήταν η εμφανής ανάγκη διατήρησης διόδων επικοινωνίας με άλλα ακαδημαϊκά και επαγγελματικά κέντρα κάτι που θα ήταν πιο δύσκολο, αν όχι αδύνατο, με μια εμφατικά τοπικιστική εκπαίδευση. Πώς μπορεί λοιπόν κανείς να τοποθετηθεί; Έχει η αρχιτεκτονική στην κύπρο σήμερα, κάτι δικό της να πει; μπορεί ο «τόπος» μας με την ιστορία του, τις πληγές του και τις ελπίδες του να συμβάλει στην ευρύτερη αρχιτεκτονική κουλτούρα; Ή μήπως η ανα- 4 Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ει ο ν κδ Υε Π ιρ κο Υ τ Η- ισ ο Υ λ ι ο σ 2 0 0 6

H ε ν ν ο ι α τ ο Υ «τ ο Π ο Υ» σ ε ε ν α Π α γ κ ο σ μ ι ο Π ο ι Η μ ε ν ο κ ο σ μ ο Εικόνα 1: To «κόκκινο σπίτι» του William Morris, σχεδιασµένο από τον Philip Webb στην Αγγλία, 1859. Εικόνα 2: Μέρος του χωριού Νέο Μπαρίζ, που σχεδίασε ο Hassan Fathy στην Αίγυπτο, 1967. φορά στον τόπο συγκαλύπτει κάποια προδιάθεση εσωστρέφειας; συμμετείχα στο συμπόσιο ως εισηγήτρια και θα ήθελα να αναλύσω εδώ, σε γενικές γραμμές, την άποψη ότι πριν σπεύσει κανείς να τοποθετηθεί στη μία ή την άλλη πλευρά της πιο πάνω αντιπαράθεσης, θα πρέπει να αναστοχαστεί τις προϋποθέσεις στις οποίες βασίζεται η κάθε θέση. αρχιτέκτονες και ακαδημαϊκοί είναι σημαντικό να ανιχνεύσουμε όλες τις επιλογές μας, ειδικά σήμερα που αναδύονται αρχιτεκτονικές σχολές στην κύπρο. το κύριο θέμα εδώ είναι σε τελική ανάλυση, η έννοια του τόπου. και πρώτα απ όλα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε: μπορούμε σήμερα να μιλούμε για αρχιτεκτονική του τόπου της κύπρου; αν όντως δεχτούμε ότι η αρχιτεκτονική δημιουργία δεν είναι απλά μια φορμαλιστική ή εγκεφαλική άσκηση, αλλά, αντίθετα, είναι μία πολιτιστική έκφραση άμεσα συνυφασμένη με την κοινωνία την οποία εξυπηρετεί, από την οποία εμπνέεται και την οποία ενδεχομένως και να εμπνέει, τότε σίγουρα η αρχιτεκτονική μπορεί, και μάλιστα οφείλει, να ανταποκρίνεται στις ανάγκες, τα προβλήματα, τα βιώματα και τα όνειρα των ανθρώπων του τόπου της. με αυτή την έννοια, η αρχιτεκτονική είναι τοπική. σε τι ακριβώς όμως συνίσταται η «τοπική» αυτή διάσταση; είναι άραγε κάτι που μπορεί να αντικειμενοποιήσει κανείς μέσα από κατασκευαστικά Αν δεχτούμε ότι η αρχιτεκτονική δημιουργία δεν είναι απλά μια φορμαλιστική ή εγκεφαλική άσκηση, αλλά, αντίθετα, είναι μία πολιτιστική έκφραση άμεσα συνυφασμένη με την κοινωνία την οποία εξυπηρετεί, από την οποία εμπνέεται και την οποία ενδεχομένως και να εμπνέει, τότε σίγουρα η αρχιτεκτονική μπορεί, και μάλιστα οφείλει, να ανταποκρίνεται στις ανάγκες, τα προβλήματα, τα βιώματα και τα όνειρα των ανθρώπων του τόπου της. υλικά και τεχνοτροπίες που συνεχώς αλλάζουν; είναι κάτι που μπορεί να συσχετιστεί με μία ανάμνηση ενός τόπου/χρόνου που είναι αναπόφευκτα επιλεκτική και εξιδανικευμένη; μπορεί άραγε η «τοπικότητα» να οριστεί από την πολιτισμική ταυτότητα των δημιουργών της που είναι ανεξέλεγκτα πολυδιάστατη, αφού μία/ένας αρχιτέκτονας μπορεί να γεννήθηκε στην κερύνεια, να σπούδασε στη Βοστόνη κάνοντας μελέτες από την μπανγλόρ μέχρι το μπουένος Άιρες και να έχει τώρα γραφείο στη λευκωσία υλοποιώντας έργα στο Ηράκλειο και το ντουμπάι; και, έστω κι αν προσπαθήσουμε να αντικειμενοποιήσουμε την τοπικότητα με κάποια από τα πιο πάνω κριτήρια, δε θα έπρεπε να αναγνωρίσουμε επίσης ότι η οποιαδήποτε τοπικότητα δια- Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ι ο κ Υ Π ρ ο Υ - δ ε κ ε μ Β ρ ι ο σ 2 0 0 8 5

Αν θέλουμε να προστατέψουμε την αρχιτεκτονική σκέψη (ίσως και κάθε πολιτισμική έκφραση) από ουσιοκρατικές νοσταλγίες, τότε πρέπει σίγουρα να μείνουμε μακριά από πολωτικές θεωρήσεις του ντόπιου έναντι του ξένου, του τοπικού έναντι του παγκόσμιου, της παράδοσης έναντι της μοντερνικότητας. Εικόνα 3: Ξενοδοχείο Hilton στην Κωνσταντινούπολη, σχεδιασµένο από τη διεθνή εταιρεία SOM (1952-55). πραγματεύεται το χαρακτήρα της μέσα από ευρύτερες παγκόσμιες πραγματικότητες; ας μη ξεχνάμε, για παράδειγμα, ότι τα συνεχώς αυξανόμενα κινήματα «τοπικισμού», καθώς και τα κινήματα «πολιτιστικής κληρονομιάς», είναι παγκόσμια φαινόμενα της σύγχρονης εποχής. εδώ λοιπόν αρχίζουν τα δύσκολα... αν δούμε το θέμα από ιστορική σκοπιά κάτι συχνά χρήσιμο στα μεγάλα διλήμματα του παρόντος θα θυμηθούμε ότι από ήδη τον καιρό του κινήματος Arts and Crafts στην ευρώπη του 19ου αιώνα, η αναζήτηση ενός τοπικού χαρακτήρα χρησίμευε στους αρχιτέκτονες για να επικρίνουν κάποια κατεστημένα του επαγγέλματός τους και της γενικότερης κοινωνίας. το έργο των πρωτοπόρων αυτού του κινήματος, που έδινε έμφαση στις ικανότητες του τεχνίτη και τις ιδιαιτερότητες του περιβάλλοντος, ήταν στην ουσία μία έντονη κριτική της ραγδαίας εκβιομηχάνισης, της αποξένωσης των αστικών κέντρων, και της επαγγελματικής εξειδίκευσης που επήλθαν μετά τη βιομηχανική επανάσταση (εικόνα 1). Παρομοίως, οι πολυδιάστατες εκφάνσεις τοπικισμού στον 20ο αιώνα από τον Antonio gaudi στην ισπανία ως τον Hassan fathy στην αίγυπτο, και τον δημήτρη Πικιώνη στην ελλάδα, ανάμεσα σε πολλούς άλλους αποτελούσαν μια αντίδραση στον ισοπεδωτικό διεθνισμό και τεχνολογικό ορθολογισμό που προωθήθηκε μέσα από κάποιες άτεγκτες μορφές μοντερνισμού (εικόνα 2). ειδικά στο δεύτερο μισό του 20ού αιώνα, και πιό συγκεκριμένα στο μετα-αποικιοποιημένο κόσμο, η αναζήτηση μίας γηγενούς αρχιτεκτονικής αντιπροσώπευε μία γενική δυσφορία απέναντι στις κρατούσες τάσεις εκμοντερνισμού, όπως προωθήθηκαν από μεγάλες διεθνείς κατασκευαστικές εταιρείες ή διεθνείς οργανισμούς ανάπτυξης, που βασίζονταν σε μια μονολιθική έννοια της προόδου και σε μονοδιάστατα κοινωνικά, οικονομικά και αισθητικά κριτήρια (εικόνα 3). τα έργα του geoffrey Bawa στη σρι λάνκα (εικόνα 4), του Balkrishna doshi στην ινδία, του δημήτρη Aντωνακάκη στην ελλάδα, παρά τις πολλές διαφορές τους, εμπίπτουν σε αυτή την κατηγορία: αποτελούσαν μια αισιόδοξη αντίσταση στην τάση για ομοιογενοποίηση. από την άλλη πλευρά όμως, η πρόσφατη ιστορία της αρχιτεκτονικής μας διδάσκει επίσης ότι η έννοια του τόπου, όπως και η παρεμφερής έννοια της παράδοσης, εμπεριέχει και ένα μεγάλο κίνδυνο: μπορεί εύκολα να μεταβληθεί από κριτικό εργαλείο σε 6 Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ει ο ν κδ Υε Π ιρ κο Υ τ Η- ισ ο Υ λ ι ο σ 2 0 0 6

H ε ν ν ο ι α τ ο Υ «τ ο Π ο Υ» σ ε ε ν α Π α γ κ ο σ μ ι ο Π ο ι Η μ ε ν ο κ ο σ μ ο Εικόνα 4: Parliament Complex στη Sri Lanka, 1982, έργο του Geoffrey Bawa. απόλυτη και ουσιοκρατική θεώρηση. αυτό συμβαίνει όταν η έννοια «τόπος» χάνει την κριτική της ορμή και καταλήγει να χρησιμοποιείται για να προσδώσει την εγκυρότητα μίας προαιώνιας αυθεντικότητας. στην περίπτωση της αρχιτεκτονικής, τέτοιες αναζητήσεις για έναν έκδηλο τοπικισμό καταλήγουν, στην καλύτερη περίπτωση, σε επιτηδευμένα δάνεια από κάποιο τόπο/χρόνο, όπως τα πλαστά ιδιώματα του ιστορικισμού της δεκαετίας του 1980 (εικόνα 5). σε άλλες περιπτώσεις, οι αναφορές σε έναν απόλυτο και αμόλυντο τόπο και χρόνο είχαν συγκεκριμένες ιδεολογικές χρήσεις, ή ακόμα και σοβινιστικές προδιαθέσεις. εδώ, το πιο κραυγαλέο ίσως παράδειγμα να είναι ο σφετερισμός των ιδεών του γερμανικού κινήματος Arts and Crafts το οποίο ζητούσε την επιστροφή στις καθιερωμένες αξίες μίας αγροτικής χειροτεχνικής οικονομίας από τους υποστηρικτές των ναζί. σε μία άλλη περίπτωση, η τοπικιστική προσέγγιση του φαθύ στη νέα γκούρνα, που αναβίωσε παλιές οικοδομικές μεθόδους και μορφολογικές επιλογές με στόχο την αναζωογόνηση μίας αιγυπτιακής εθνικής υπερηφάνειας, κατέληξε να εμμένει στον περιορισμό των γυναικών σε κλειστές ιδιωτικές αυλές, ενδυναμώνοντας Εικόνα 5: To πολυτελές ξενοδοχείο Sheraton Miramar του Michael Graves στο θέρετρο El Gouna της Αιγύπτου. έτσι, στο όνομα μίας «παράδοσης», πολλά σοβινιστικά στερεότυπα για τις σχέσεις των δύο φύλων. σε τελική ανάλυση λοιπόν, η έννοια του τόπου έχει διττή διάσταση. από τη μία, ο αρχιτεκτονικός προβληματισμός για τον «τόπο» ενέχει μια αισιοδοξία αντιστέκεται σε μονολιθικές θεωρήσεις του ανθρώπινου πολιτισμού. από την άλλη, η ερμηνεία του τόπου εμπεριέχει τον κίνδυνο να γίνει και αυτή μονολιθική. αν θέλουμε να προστατέψουμε την αρχιτεκτονική σκέψη (ίσως και κάθε πολιτισμική έκφραση) από ουσιοκρατικές νοσταλγίες, τότε πρέπει σίγουρα να μείνουμε μακριά από πολωτικές θεωρήσεις του ντόπιου έναντι του ξένου, του τοπικού έναντι του παγκόσμιου, της παράδοσης έναντι Π α Πν αε νπ ει σπ τι ση τμ Ηι μο ι κο Υ κπ Υρ Πο ρυ ο - Υ δ- ε ικ οε Υμ λβ ιροι σ ο σ 2 0 02 60 0 8 7

της μοντερνικότητας. τέτοιες πολώσεις δημιουργούν πλαστά διλήμματα, τη στιγμή που αυτό που χρειάζεται είναι μια κριτική αποδοχή ενός ενδιάμεσου, υβριδικού χώρου. με άλλα λόγια, το τοπικό και το παγκόσμιο δεν είναι δυο πολικά αντίθετα, αλλά απεναντίας είναι συστήματα με πολλαπλές επικαλύψεις. Όπως η παράδοση, αρχιτεκτονική και άλλη, δεν είναι ξεκάθαρα διαχωρισμένη από την μοντερνικότητα (αντίθετα, βιώνουμε την παράδοση καθημερινά μέσα από τη μοντερνικότητά μας), έτσι και το τοπικό βιώνεται μέσα από το παγκόσμιο και αντιστρόφως. είμαστε μέρος ενός διαπολιτισμικού, πολυθρησκευτικού κόσμου που υπερβαίνει συνεχώς και με πολλούς τρόπους πολιτισμικά και εθνικά σύνορα. αυτό δεν συνεπάγεται την ισοπέδωση των αξιών και των ταυτοτήτων μας είτε σαν ατόμων, είτε σαν κοινωνικών ομάδων, είτε σαν λαού, αλλά ούτε και σημαίνει νοσταλγική προσκόλληση σε κάποια αποκλειστικότητα. Η έμφαση στον τόπο είναι σημαντική για να μας προστατεύει από μια παθητική (παρ)ακολούθηση του διεθνούς αρχιτεκτονικού γίγνεσθαι, είναι όμως επίσης αναγκαίο να μένουμε μακριά από ουσιοκρατικές τοποθετήσεις που καταστρέφουν τον δια-πολιτισμικό προβληματισμό. θα ήταν πιο χρήσιμο να δούμε τον «τόπο» σαν ένα Θα ήταν πιο χρήσιμο να δούμε τον «τόπο» σαν ένα δοκιμαστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να αναπτυχτούν διάφορες ιδέες και εναλλακτικές γεωγραφίες, παρά σαν μία απόλυτη γεωγραφία που χαρακτηρίζεται από προκαθορισμένες ιδέες. δοκιμαστικό πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορούν να αναπτυχτούν διάφορες ιδέες και εναλλακτικές γεωγραφίες, παρά σαν μια απόλυτη γεωγραφία που χαρακτηρίζεται από προκαθορισμένες ιδέες. αν δεχτούμε τη γεωγραφία σαν μια πολυπρισματική έννοια, τότε ο τόπος και ο τρόπος με τον οποίο τη διαπραγματεύεται ο αρχιτέκτονας απαιτεί κριτική διάθεση και συνεχή επαγρύπνηση. Η ταυτότητα της αρχιτεκτονικής μας κουλτούρας (στο δομημένο περιβάλλον της κύπρου, στο πανεπιστήμιο, κλπ.) δεν θα οριστεί με το να υψώνουμε φραγμούς, αλλά με το να κινούμαστε μέσα σε μια υβριδική κατάσταση που αναγνωρίζει το τοπικό, το περιφερειακό και το παγκόσμιο, μαζί με όλες τις ενδιάμεσες πολυπλοκότητές τους. για να απαντήσουμε το αρχικό ερώτημα: ναι, η αρχιτεκτονική στην κύπρο, όπως και κάθε άλλη πολιτιστική έκφραση, έχει να πει κάτι δικό της, αλλά συνάμα είναι σαφές ότι δεν πρέπει να μιλά μόνη της. 8 Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ει ο ν κδ Υε Π ιρ κο Υ τ Η- ισ ο Υ λ ι ο σ 2 0 0 6

Η τοπογραφία στη σχέση δημόσιου και ιδιωτικού: η παραγωγή του κυπριακού δομημένου τοπίου * του Σωκράτη Στρατή Τμήμα Αρχιτεκτονικής αναφερόμενοι στο τοπίο της κυπριακής πόλης και ιδιαίτερα σε αυτό των αστικών περιφερειών, παρατηρούμε δύο χαρακτηριστικές διαδικασίες που συνδέονται η πρώτη με τους μηχανισμούς ανάπτυξης της ιδιωτικής μικρoιδιοκτησίας και η δεύτερη με τους μηχανισμούς ανάπτυξης της κυβερνητικής ιδιοκτησίας, έτσι όπως κληρονομήθηκαν από την οθωμανική και την αγγλική κυριαρχία. το σκεπτικό αυτό επικεντρώνεται στις περιφέρειες των κυπριακών πόλεων που σχηματίστηκαν με ενσωμάτωση αγροτικών περιοχών στα αστικά σύνολα. μία ενσωμάτωση που έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο να συνυπάρχουν οι αστικοί μηχανισμοί ιδιωτικής και δημόσιας ανάπτυξης, αλλά και να επηρεάζονται από παλαιότερους αγροτικούς μηχανισμούς διάθεσης καλλιεργήσιμης γης. Η σημασία αυτής της επαλληλίας ή μάλλον της υβριδοποίησης μηχανισμών είναι το σημείο στο οποίο θα επικεντρωθούμε στη συνέχεια για να περιγράψουμε μία ιδιαιτερότητα των κυπριακών πόλεων. Το τοπίο και κατ επέκταση η τοπογραφία έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη χωροθέτηση δημοσίων κτιρίων στην περιφέρεια της Λευκωσίας και στις υπόλοιπες πόλεις της Κύπρου. Προτείνεται η χρήση της έννοιας της τοπογραφίας ως μέσου «ανάγνωσης» του χώρου μεταξύ αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας σε σχέση με τα δημόσια κτίρια. στη διάρκεια της ιστορίας της κύπρου, οι σχέσεις ιδιωτικής και δημόσιας γης μεταβάλλονται, ανάλογα με το ποιος έχει την * Μία πρώτη μορφή του άρθρου αυτού έχει δημοσιευτεί στο περιοδικό Αρχιτεκτονικά Θέματα Ν. 41, Αθήνα, 2007, με τίτλο «Αρχιτεκτονική στην Κύπρο: σχέσεις δημόσιου με ιδιωτικό». Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ι ο κ Υ Π ρ ο Υ - δ ε κ ε μ Β ρ ι ο σ 2 0 0 8 9

κυριαρχία του νησιού. με τον ερχομό νέων κατακτητών, ιδιωτικές περιουσίες και προνόμια περνούσαν στους νέους κυρίαρχους. Η υφιστάμενη σχέση μεταξύ ιδιωτικής και δημόσιας γης βασίζεται σε νόμους και κανονισμούς της οθωμανικής αυτοκρατορίας (Οθωμανικός Κώδικας Γαιών, 1857 - Ιδρυση Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, 1858) 1 και της αγγλικής αποικιοκρατίας (Γενική Χωρομετρία της Κύπρου, 1929). σε μια αγροτική κοινωνία, όπως ήταν η κυπριακή στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ού, ο χαρακτηρισμός της γης ως ιδιωτικής ή μη είχε άμεση σχέση με τις δυνατότητες αγροτικής ανάπτυξής της. Πολλές καλλιεργήσιμες εκτάσεις πέρασαν σιγά-σιγά στους ιδιώτες μέσα από θεσμοθετημένους μηχανισμούς, με σκοπό την αγροτική τους ανάπτυξη και στη συνέχεια τη φορολόγησή τους. Ένα μέρος της σημερινής δημόσιας ιδιοκτησίας αποτελείται από μία κατηγορία γης που δεν είχε δυνατότητες άμεσης αγροτικής ανάπτυξης και έμενε χωρίς ιδιοκτήτη. συνήθως, η μη καλλιεργήσιμη γη καθοριζόταν από τα χαρακτηριστικά του εδάφους: απότομες πλαγιές βουνών ή λόφων, άγονες περιοχές με σκληρά ασβεστολιθικά πετρώματα (καφκάλλες στην κυπριακή διάλεκτο), κοίτες ποταμών, βάλτοι, κτλ. Η κατηγορία αυτή ονομάστηκε arazi mevat στον οθωμανικό κώδικα περί γαιών και dead land ή hali land (έρημη γη) από τους Άγγλους 2. σήμερα είναι γνωστή ως χαλίτικη γη και υπάρχει σε αρκετές περιοχές στις περιφέρειες των κυπριακών πόλεων. Όσον αφορά τις καλλιεργήσιμες ιδιωτικές εκτάσεις, αυτές περνούν από γενιά σε γενιά, μέσα από μία διαδικασία κατάτμησης. μια διαδικασία που δημιουργεί όλο και μικρότερα τεμάχια τα οποία γίνονται μικρότερα όσο πλησιάζει κανείς σε κατοικημένες περιοχές. κατά τη δεκαετία του 1960 οι ιδιωτικές εκτάσεις μπαίνουν σε μια άλλη διαδικασία κατάτμησης, αυτή της οικοπεδοποίησης και της εισόδου τους στην αγορά ακινήτων. Πρόκειται για ένα μοντέλο ανάπτυξης που βρίσκουμε σε πολλές μεσογειακές πόλεις, ιδιαίτερα στην ελλάδα και στην ιταλία, όπου είναι γνωστό με το όνομα la città diffusa (η διάσπαρτη πόλη). στην κύπρο όμως, η αγγλική επιρροή και οι αναφορές σε αστικά επιτεύγματα, όπως η «πράσινη αγγλοσαξονική πόλη», αλλά και πολύ αργότερα (δεκαετία του 1960) η νέα πόλη Milton keynes, με απόλυτη προτεραιότητα στο σχεδιασμό και στη χρήση του ιδιωτικού αυτοκινήτου, είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός ομοιογενούς αστικού τοπίου στις περιφέρειες των πόλεων με ιδίου μεγέθους δρόμους και με ανάπτυξη μέσα στη λογική του πανταχόθεν ελεύθερου συστήματος. αυτή η διαδικασία παραγωγής ομοιογενοποιημένου τοπίου επεκτείνεται συνεχώς στις αγροτικές περιοχές, ενσωματώνοντας στην υπό ανάπτυξη πόλη πρώην καλλιεργήσιμες και μη εκτάσεις. οι μη καλλιεργήσιμες εκτάσεις που εντάσσονται στη γενικότερη κατηγορία των χαλίτικων διαδραματίζουν διαφορετικό ρόλο όταν ενσωματώνονται στον αστικό ιστό, που επεκτείνεται μέσω της διαδικασίας αστικής ανάπτυξης της δημόσιας γης: γίνονται οι πιο εύκολες και ανώδυνες περιοχές ευκαιριακής χωροθέτησης δημοσίων χρήσεων, χωρίς ανάγκη απαλλοτρίωσης ιδιωτικής γης ή οποιουδήποτε αστικού 10 Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ει ο ν κδ Υε Π ιρ κο Υ τ Η- ισ ο Υ λ ι ο σ 2 0 0 6

Η τ ο Π ο γ ρ α φ ι α σ τ Η σ χ ε σ Η δ Η μ ο σ ι ο Υ κ α ι ι δ ι ω τ ι κ ο Υ προγραμματισμού. Πολλές φορές, ελλείψει γενικής χωροθετικής πολιτικής (αφού τα σχέδια ανάπτυξης των πόλεων της κύπρου εφαρμόζονται μόλις στα τέλη της δεκαετίας του 1980, ακόμα και στις αρχές της δεκαετίας του 1990) τα χαλίτικα γίνονται περιοχές χωροθέτησης δημόσιων σχολείων, προσφυγικών οικισμών το 1974, πολιτιστικών κέντρων, κυβερνητικών γραφείων, πάρκων, κτλ. με άλλα λόγια, τα χαρακτηριστικά του φυσικού τοπίου, με τρόπο έμμεσο αλλά καθοριστικό, παράγουν κάποιες σχέσεις μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής γης μέσα στις πόλεις. σχέσεις τις οποίες πολλοί χαρακτηρίζουν ως «μη ορθολογιστικές», αλλά που μπορούν σε κάθε περίπτωση να χαρακτηριστούν ως «τοπολογικές». Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα αποτελεί το τοπογραφικό ρήγμα (ή τοπογραφική πτύχωση) που διασχίζει τη νότια περιφέρεια της λευκωσίας από τα ανατολικά προς τα δυτικά 3, δηλαδή τα πρώην προάστια της πόλης που τώρα έχουν ενσωματωθεί στο ευρύτερο αστικό σύνολο: το δήμο αγλαντζιάς στα ανατολικά και το δήμο στροβόλου στα δυτικά. το ρήγμα χαρακτηρίζεται από σκληρά επιφανειακά ασβεστιογενή πετρώματα (καφκάλλες) και από μια συνεχή μεταβαλλόμενη υψομετρική διαφορά μεταξύ του πάνω και κάτω πλατώματος, η οποία, σε ορισμένες περιπτώσεις, ανέρχεται στα 5-10 μέτρα. το ρήγμα αυτό, αρχικά δημόσια γη (χαλίτικο), έγινε μία επιμήκης ζώνη χωροθέτησης δημόσιων και κοινωφελών χρήσεων. το πλάτος της δημόσιας γης κατά μήκος του ρήγματος αυξομειώνεται: σε ορισμένες περιπτώσεις περιορίζεται σε στενούς διαδρόμους, ενώ και σε άλλες διευρύνεται σε πλατώματα στο πάνω ή στο κάτω επίπεδο του ρήγματος. Ξεκινώντας από το δήμο αγλαντζιάς στα νοτιο-ανατολικά της πόλης συναντά κανείς τις πιο κάτω χρήσεις: το δάσος της αθαλάσσας, τηνπανεπιστημιούπολη με τα κτίρια διαφόρων σχολών, τον προσφυγικό οικισμό Πλατύ, ένα πολιτιστικό κέντρο με Π α Πν αε νπ ει σπ τι ση τμ Ηι μο ι κο Υ κπ Υρ Πο ρυ ο - Υ δ- ε ικ οε Υμ λβ ιροι σ ο σ 2 0 02 60 0 8 11

το όνομα σκαλί 4, έναν οργανωμένο οικισμό δημοσίων υπαλλήλων. στη συνέχεια, προς τα δυτικά, βρίσκεται η Ξενοδοχειακή σχολή και το συνεδριακό κέντρο της λευκωσίας στο πάνω μέρος του ρήγματος, το δάσος της Παιδαγωγικής ακαδημίας και μέρος των εγκαταστάσεων του Πανεπιστημίου κύπρου. Πιο νότια, στις παρυφές του πάνω μέρους του ρήγματος βρίσκεται μια έκταση στρατιωτικών και αστυνομικών εγκαταστάσεων, καθώς επίσης και το κτίριο του ραδιοφωνικού ιδρύματος κύπρου. συνεχίζοντας προς τα δυτικά συναντούμε τα κεντρικά γραφεία της δημόσιας αρχής τηλεπικοινωνιών, δημόσια σχολεία και πάρκα, ένα νοσοκομείο. καταλήγοντας στην κοίτη του ποταμού Πεδιαίου βρίσκει κανείς και το Προεδρικό μέγαρο με τους χώρους πρασίνου που το περιβάλλουν. μια εκπληκτική απαρίθμηση δημοσίων αρχιτεκτονικών έργων με μεγάλη αστική σημασία που αλλάζουν το τοπολογικό ρήγμα στο μεγαλύτερο μήκος του και το μεταμορφώνουν σε αστικό, το μετατρέπουν δηλαδή σε δημόσια τομή ενός ιδιωτικού ομοιογενή ιστού της πόλης της λευκωσίας. είναι σημαντικό να τονιστεί ότι οι χρήστες της πόλης, που διασχίζουν καθημερινά σε πολλά σημεία το ρήγμα αυτό, δεν έχουν συνειδητοποιήσει την έκταση και ακόμα περισσότερο την οντότητά του. Παρόλο που πρόκειται για μεγάλης κλίμακας μόρφωμα που έχει προκύψει από τις διαδικασίες που περιγράφηκαν πιο πάνω, δεν έχει καν καταγραφεί από τα Πολεοδομικά σχέδια ανάπτυξης. από τη στιγμή που η κινητήρια δύναμη χωροθέτησης των δημοσίων κτιρίων μέσα σε ένα ομοιογενές ιδιωτικό αστικό τοπίο είναι αυτή της τοπογραφίας, μπορεί η ίδια η τοπογραφία να χρησιμοποιηθεί ως μία από τις γενεσιουργούς δυνάμεις παραγωγής της αρχιτεκτονικής των δημοσίων κτιρίων; σε απάντηση, είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον να ανατρέξει κανείς στις προτάσεις που έγιναν, σε διαφορετικές χρονικές περιόδους, για το δημόσιο ρήγμα της λευκωσίας μέσα από διαγωνισμούς αρχιτεκτονικής: διεθνής διαγωνισμός ιδεών για την ανέγερση της Πανεπιστημιούπολης (αρχές 1990), πολιτιστικό κέντρο σκαλί (αρχές 1990), οικισμός δημοσίων υπαλλήλων (τέλη 1970), πάρκο ακροπόλεως (αρχές 1990). εδώ θα αναφερθούμε επιγραμματικά σε τρία παραδείγματα. το πρώτο από αυτά αφορά το βραβείο του διαγωνισμού για την ανέγερση του πολιτιστικού κέντρου σκαλί, ενώ το δεύτερο αναφέρεται στο τρίτο βραβείο στο διεθνή διαγωνισμό ιδεών για την ανέγερση της Πανεπιστημιούπολης του Πανεπιστημίου κύπρου, στον οποίο ο υπογράφων έχει αναμειχθεί ως συμμετέχων. θα γίνει τέλος αναφορά στην πρόσφατη πρόταση του αρχιτέκτονα Jean nouvel για τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου κύπρου που έχει σχεδιαστεί για να υλοποιηθεί στην πανεπιστημιούπολη που βρίσκεται μέσα στο λευκωσιάτικο ρήγμα. στην περίπτωση του διαγωνισμού για την ανέγερση του πολιτιστικού κέντρου σκαλί 5, η αρχιτεκτονική πρόταση που βραβεύτηκε και υλοποιήθηκε ενσωματώνεται στην υψομετρική διαφορά του ρήγματος και γίνεται μια τοπογραφική διαφοροποίηση. τα φυσικά χαρακτηριστικά του δημοσίου ρήγματος στο συγκεκριμένο σημείο υψομετρική διαφορά, χώροι λαξευμένοι μέσα στο βράχο, άγρια υφή του βράχου γίνονται χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής πρότασης. το κτίριο μ ένα υπαίθριο αμφιθέατρο, εκθεσιακό χώρο και καφετέρια, δημιουργεί ένα ενδιάμεσο πλάτωμα κάτω από το οποίο οργανώνεται ο εσωτερικός χώρος. αυτό το ενδιάμεσο πλάτωμα συνδέει το πάνω με το κάτω πλάτωμα του ρήγματος. Όσον αφορά στο τρίτο βραβείο του διε- 12 Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ει ο ν κδ Υε Π ιρ κο Υ τ Η- ισ ο Υ λ ι ο σ 2 0 0 6

Η τ ο Π ο γ ρ α φ ι α σ τ Η σ χ ε σ Η δ Η μ ο σ ι ο Υ κ α ι ι δ ι ω τ ι κ ο Υ θνούς διαγωνισμού για την ανέγερση της Πανεπιστημιούπολης του Πανεπιστημίου κύπρου 6, η βασική ιδέα της πρότασης που υποβλήθηκε εγγράφεται σε μια συστημική αντιμετώπιση του τοπίου χάρη στην οποία ορίζονται αρχιτεκτονικά συστήματα που αναπαράγουν κάποια χαρακτηριστικά του. αυτό επιτυγχάνεται μέσα από τη μετάφραση του υπάρχοντος τοπίου της περιοχής και την εισαγωγή του στην οργάνωση της Πανεπιστημιούπολης. Η λογική της τοπογραφίας στη συγκεκριμένη πρόταση επεκτείνεται και καθορίζει όχι μόνο την αρχιτεκτονική των κτιρίων, αλλά την ίδια τη δομή της πανεπιστημιούπολης. τέλος, σε σχέση με τα σχέδια του Jean nouvel για τη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου κύπρου, ο αρχιτέκτονας κλήθηκε να σχεδιάσει το κτίριο μέσα σε μια πανεπιστημιούπολη της οποίας η υποδομή, βασισμένη σ έναν ομοιογενή διαχωρισμό τεμαχίων και δρόμων μέσα στο λευκωσιάτικο ρήγμα, είχε ήδη σχεδιαστεί από έναν αγγλικό οίκο. Η πρόταση του Jean nouvel επαναλαμβάνει τα χαρακτηριστικά των εντυπωσιακών μικρο-οροπεδίων που βρίσκονται στην περιοχή κατά μήκος του ρήγματος, προτείνοντας τη χωροθέτηση ενός τοπογραφήματος, ενός τεχνητού μικρο-οροπεδίου μέσα στον ομοιογενή ιστό της Πανεπιστημιούπολης: πρόκειται για έναν ακόμα τρόπο μετάφρασης και μεταφοράς των χαρακτηριστικών του συγκεκριμένου τοπίου. μέσα από τα όσα ειπώθηκαν πιο πάνω για την ανατομία του δημοσίου ρήγματος στη λευκωσία, προτείνονται τρεις βασικές κατευθύνσεις για την ανάλυση της σχέσης μεταξύ αρχιτεκτονικής και πόλης: Πρώτα πρώτα, η πιθανότητα οριζόντιας ανάγνωσης πόλης και αρχιτεκτονήματος, αποφεύγοντας τις αποσπασματικές θεωρήσεις είτε μέσα στην αρχιτεκτονική είτε μέσα στην πολεοδομία. Η δεύτερη κατεύθυνση αναφέρεται σε έναν τρόπο διαμόρφωσης δημόσιας αρχιτεκτονικής άμεσα συνδεδεμένο με τις διαδικασίες σχεδιασμού της κυπριακής πόλης, αλλά αναζητώντας παράλληλα αναφορές προερχόμενες από τη μεγάλη οικογένεια της αρχιτεκτονικής. Η τελευταία κατεύθυνση αφορά στην πολιτική πτυχή της ανέγερσης δημοσίων κτιρίων και στων συμβολικών αναφορών τους στο υπό διαμόρφωση κυπριακό κράτος, ένα κράτος του οποίου και οι δύο κοινότητες έχουν επειγόντως ανάγκη από τέτοιες αναφορές, πέραν των μέχρι τώρα εθνοκεντρικών πλαισίων. το τοπίο και κατ επέκταση η τοπογραφία έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη χωροθέτηση δημοσίων κτιρίων στην περιφέρεια της λευκωσίας και στις υπόλοιπες πόλεις της κύπρου. Προτείνεται η χρήση της έννοιας της τοπογραφίας ως μέσου «ανάγνωσης» του χώρου μεταξύ αρχιτεκτονικής και πολεοδομίας σε σχέση με τα δημόσια κτίρια. 1. Χρ. Μαρκίδης, Ιστορική Ανασκόπηση και Κτηματολογικές Διαδικασίες 1857-1990, εκδόσεις Τμήματος Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, Λευκωσία, 1991, σελ. 212. 2. Χρ. Μαρκίδης, σελ. 54. 3. Τέτοια «ρήγματα» υπάρχουν και στις υπόλοιπες πόλεις της Κύπρου, ιδιαίτερα στην Πάφο. Στις παραλιακές πόλεις υπάρχει ακόμα ένα είδος δημόσιας ζώνης μεταξύ πόλης και θάλασσας που αναπτύσσεται με την ίδια λογική. 4. Είναι ενδιαφέρον να σημειώσει κανείς την τοπολογική προέλευση των τοπωνυμίων των περιοχών γύρω από το ρήγμα (πχ. Σκαλί, Πλατύ). 5. Αρχιτέκτονες έργου: Ιωακείμ, Λοϊζάς. 6. Αρχιτέκτονας έργου: Σωκράτης Στρατής. Σύμβουλοι: Αλέξανδρος Τομπάζης, αρχιτέκτονας, Μαρία Λοϊζίδου, εικαστικός. Π α Πν αε νπ ει σπ τι ση τμ Ηι μο ι κο Υ κπ Υρ Πο ρυ ο - Υ δ- ε ικ οε Υμ λβ ιροι σ ο σ 2 0 02 60 0 8 13

Παραδοσιακή αρχιτεκτονική: ζητήματα τυπολογίας της Μάρως Αποστόλου Δρ Αρχιτεκτονικής το παρόν άρθρο αποτελεί σύνοψη της διάλεξης που παρουσιάστηκε στις 31-10-2008 στο οίκημα του ιδρύματος α. γ. λεβέντης μετά από πρόσκληση του συνδέσμου Υποτρόφων του ιδρύματος 1. Η διάλεξη είχε ως αντικείμενο την παραδοσιακή αρχιτεκτονική του ευρύτερου ελλαδικού χώρου, με ιδιαίτερη έμφαση στους συσχετισμούς που μπορούν να γίνουν με την κυπριακή αρχιτεκτονική. οι αναφορές στηρίχτηκαν στην ως τώρα κεκτημένη γνώση και κυρίως σε εργασίες που επικεντρώνονται στο θέμα της τυπολογίας και πραγματεύονται κάθε μία στο σύνολό της τον κυπριακό και ελλαδικό χώρο. Πιο συγκεκριμένα, πρόκειται για το έργο των γ. μέγα 2 και γ. χ. Παπαχαραλάμπους 3, ενώ επικουρικά γίνεται χρήση και άλλων δημοσιεύσεων επί του αντικειμένου 4. το θέμα επικεντρώνεται στις κατοικίες που, ως υλικά στοιχεία πολιτισμών, αποτελούν τεκμήρια της ιστορίας των λαών, των ηθών και εθίμων τους, αλλά και της καθημερινότητάς τους, τεκμήρια που αποκρυσταλλώνονται στους τύπους των κτισμάτων. οι συσχετισμοί ανάμεσα στην ελλαδική και στην κυπριακή αρχιτεκτονική στοχεύουν στον εντοπισμό ταυτοτήτων και ετεροτήτων, καθώς και οι δύο αυτοί στόχοι ανάγονται σε πεδία περιορισμένης διερεύνησης. στη μεθοδολογία ανάλυσης της τυπολογίας υπάρχουν δύο βασικές προϋποθέσεις, η καταγραφή και η ταξινόμηση του υλικού. ως προς τη δεύτερη προϋπόθεση, ακολουθήθηκε η ήδη εφαρμοσμένη από το γ. μέγα πρακτική, δηλαδή η κατάταξη από τους απλούς, βασικούς τύπους στους σύνθετους. με βάση μία σειρά από παραδείγματα που παρουσιάστηκαν αναλυτικά στη διάρκεια της διάλεξης, υποστηρίχτηκε η άποψη ότι υπάρχει ευρύ πεδίο ταύτισης της κυπριακής αρχιτεκτονικής με την αντίστοιχη τυπολογία του ελληνικού χώρου, καταρχήν στους ίδιους τους τύπους των απλών μονόχωρων και δίχωρων κατοικιών, αλλά και σε σχέση με την ευρεία χρήση τους και στις δύο περιοχές. αυτό είναι το συμπέρασμα που συνάγεται από τη μελέτη της ποικιλίας των παραλλαγών του κάθε τύπου και από ταυτίσεις τύπων των δύο συσχετιζόμενων περιοχών. ταυτίσεις που ισχύουν όχι μόνο για τους βασικούς τύπους, αλλά και για παραλλαγές τους, οι οποίες ακολουθούν ίδιους κανόνες στους τρόπους επέκτασης και διεύρυνσης της κατοικίας διαδικασίες που έχουν στόχο να την καταστήσουν ανετότερη, πιο ευρύχωρη και με μεγαλύτερη ιδιωτικότητα. οι παραλλαγές προκύπτουν από επεκτάσεις που γίνονται μπρος, πλάι και πίσω από τη βασική μονάδα εφαπτόμενες σ' αυτήν οπότε διαμορφώνεται ένα συμπαγές σύνολο (εικ. 1) ή μόνο πλάι, σε κατά παράθεση γραμμικές συνθέσεις. ιδιαίτερο ενδιαφέρον, τόσο ως διαδικασία όσο και ως αποτέλεσμα, παρουσιάζει η συνένωση δύο μονόχωρων βασικών μονάδων που δεν διατηρούν την ανεξαρτησία τους, αλλά ενοποιούνται μετά την απάλειψη του διαχωριστικού τοίχου τους, με αποτέλεσμα τη δημιουργία του «διευρυμένου» μονόχωρου. Πρόκειται για το ονομαζόμενο δίχωρο 5 ή παλάτι κατά την κυπριακή ορολογία, τη σάλα κατά την αιγαιοπελαγίτικη (εικ. 2). Η διαδικασία αυτή, επαναλαμβανόμενη στην ίδια μονάδα, έχει δώσει σε κάποιες 14 ε ν δ ε ι κ τ Η σ

Π α ρ α δ ο σ ι α κ Η α ρ χ ι τ ε κ τ ο ν ι κ Η : ζ Η τ Η μ α τ α τ Υ Π ο λ ο γ ι α σ Α Β Εικόνα 1: Μονόχωρος πυρήνας και επεκτάσεις σε συµπαγή σύνθεση: A) Κύπρος, Παραδοσιακοί Οικισµοί Κύπρου, Τοµ.1. Κάτω ρυς, σελ.100, (Ο. Γαλαίου, et al, Αθήνα 2003. B) Κυκλάδες, Το Ελληνικό Λαϊκό Σπίτι. Αθήνα 1960. περιπτώσεις ακόμη πιο ευρύχωρες κατοικίες. Η ταυτότητα αυτού του τύπου στα νησιά του αιγαίου και στην κύπρο ενισχύει την ήδη διαπιστωμένη τυπολογική ενότητα του δωματοσκέπαστου τύπου κατοικίας στον ευρύτερο αυτό ελληνικό χώρο. αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία για την κύπρο είναι η ποιότητα αυτού του χώρου, με την ευρύτητα και το ύψος που αποκτά όταν υπάρχει καμάρα, η οποία μάλιστα, ειδικά στην κύπρο, υφίσταται και σημαντική καλλιτεχνική επεξεργασία. εξαιρετικά μεγάλη ποικιλία, αλλά και ενδιαφέρουσα διαμόρφωση, παρουσιάζουν οι συνθετότεροι τύποι. οι επεκτάσεις με χαγιάτι κατά το μέτωπο των τύπων με τρι- Εικόνα 2: ιαµόρφωση διευρυµένου µονόχωρου από συνένωση δύο µονόχωρων. Αριστερά: Κύπρος, Λεύκαρα. Πηγή: Παραδοσιακοί Οικισµοί Κύπρου. Τοµ.2, Λεύκαρα (Π. Καλαθά, Ρ. Νικολάου, Ε Πετροπούλου,. Μυριανθέας). Σταδιακή διάλυση του µεσότοιχου. εξιά: (πίνακας Γ. Μέγα, Η Ελληνική Οικία. Πιν. Θ): Ελλαδικός χώρος, κατηγορίες διάλυσης του µεσότοιχου (1η στήλη από αριστερά), διευρυµένο µονόχωρο και παραλλαγές (2η στήλη από αριστερά). Π α Πν αε νπ ει σπ τι ση τμ Ηι μο ι κο Υ κπ Υρ Πο ρυ ο - Υ δ- ε ικ οε Υμ λβ ιροι σ ο σ 2 0 02 60 0 8 15

μερή σύσταση και στη συνέχεια οι διευρύνσεις του χαγιατιού και το κλείσιμο του ανοιχτού χαγιατιού που ακολουθεί, σύμφωνα με το γ. μέγα δίνουν ποικίλες όσο και ενδιαφέρουσες παραλλαγές, με κορυφαία δείγματα τα αρχοντικά του 17ου και 18ου αιώνα. σχετικά με το θέμα αυτό, άξια προσοχής στον παρατιθέμενο πίνακα του μέγα είναι η κατηγορία του τρίχωρου με το μεσαίο χώρο ανοικτό και ενοποιημένο με το χαγιάτι μπροστά από το μέτωπο του τρίχωρου. ο τύπος αυτός δεν είναι συνήθης στο χώρο του νοτίου αιγαίου, αλλά στην κεντρική και βόρεια ελλάδα και στα Βαλκάνια. στην κύπρο αντιστοιχεί στον τύπο με το πόρτιο ή ηλιακό (εικ. 3, επάνω), το χώρο που αποτε- Πιν. Ε (Γ. Μέγα) - Τρίχωρη διάταξη. 1η στήλη (αριστερά): ο µεσαίος χώρος ανοικτός προς χαγιάτι (ηλιακός). 2η στήλη (αριστερά): ο µεσαίος χώρος διαµπερής (το πορτίο της Κύπρου). Κ Κ Αρχοντικό Χατζηγεωργάκη Πιν. (Γ. Μέγα) - Τρίχωρη διάταξη. Επεκτάσεις και σταδιακό κλείσιµο του χαγιατιού. Κ Κ Πιν. Στ (Γ. Μέγα) Επεκτάσεις και διευρύνσεις της τρίχωρης διάταξης. Συµµετρικές διατάξεις στη δεξιά στήλη. Κ Εικόνα 3: Tρείς πίνακες του Γ. Μέγα µε τρίχωρες διατάξεις (Γ. Μεγα, Η Ελληνική Οικία, Αθ.1949). Οι κατόψεις σε µεγέθυνση στο κάτω µέρος των πινάκων είναι από την Κύπρο (Κ.) (Γ. Παπαχαραλάµπους, Η Κυπριακή Οικία, Λευκωσία, 1968). 16 Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ει ο ν κδ Υε Π ιρ κο Υ τ Η- ισ ο Υ λ ι ο σ 2 0 0 6

Π α ρ α δ ο σ ι α κ Η α ρ χ ι τ ε κ τ ο ν ι κ Η : ζ Η τ Η μ α τ α τ Υ Π ο λ ο γ ι α σ λεί πέρασμα από την είσοδο του ισόγειου προς την αυλή και ο οποίος, όταν υπάρχει και μετωπικός ηλιακός (χαγιάτι 6 ), συνενώνεται με αυτόν σε έναν ενιαίο υπαίθριο στεγασμένο χώρο σχήματος τ. Πρόκειται για χώρο άριστα προσαρμοσμένο στις κλιματολογικές συνθήκες, κατάλληλο για ηλιοπροστασία και ελεγχόμενο διαμπερή αερισμό για δροσισμό το καλοκαίρι και προστασία από καιρικές συνθήκες το χειμώνα, που συμβάλλει στην ποιότητα ζωής 7. Η διάταξη αυτή επαναλαμβάνεται και στον όροφο, όταν υπάρχει, οπότε ο αντίστοιχος με το πόρτιο χώρος προεκτείνεται στο δρόμο πάνω από την είσοδο του ισογείου. Η προεξοχή αυτή, με την ονομασία κιόσκι στην κύπρο (εικ. 4), ανοίγει προς το δημόσιο χώρο την κλειστή εσωστρεφή ζωή της αστικής κυπριακής κατοικίας. στη βορειοελλαδική, βαλκανική, αλλά και στην ευρύτερη ανατολική παράδοση, η ονομασία του αντίστοιχου χώρου είναι σαχνισί 8. Παράδειγμα του σύνθετου τύπου αρχοντικών αποτελεί η οικία χατζηγεωργάκη κορνέσιου στη λευκωσία. Ένας ακόμα τύπος αρχοντικού ή εύπορης κατοικίας, με συμμετρική συνήθως κάτοψη, διαμπερή σάλα, κλειστή, με ή χωρίς σαχνισί, καταγράφεται από τον γ. μέγα στον κεντρικό και βόρειο ελληνικό χώρο και σποραδικά σε άλλες περιοχές, υπάρχει όμως και στο βαλκανικό. αφενός οι διχογνωμίες για την καταγωγή του και αφετέρου η εφαρμογή του, γενικότερα αλλά και στην κύπρο, μέχρι και τις αρχές του 20ου αιώνα σε κατοικίες που δέχονται επιρροές από νεοκλασικά και άλλα μορφολογικά ιδιώματα (π.χ. στοιχεία παλαδιανισμού στην κύπρο), καθιστούν τον τύπο αυτό περίπτωση που χρήζει ειδικότερης διερεύνησης. Παρουσιάζοντας συνοπτικά τα συμπεράσματα που συνάγονται για την κυπριακή παραδοσιακή αρχιτεκτονική, μπορούμε να πούμε ότι το δίχωρο (κατά την κυπριακή ορολογία, δηλαδή το διευρυμένο μονόχωρο) είναι πολύ χαρακτηριστικό και αρκετά διαδεδομένο στοιχείο της, το οποίο είναι ταυτόχρονα σημαντικό και εντυπωσιακό (εικ. 5). Η διακόσμησή του, το εύρος του, η ιδιαίτερη αισθητική που του προσδίδει η καμάρα και η προσεγμένη διακόσμησή της 9, αποδεικνύουν τη συναίσθηση που έχει ο κάτοχος του σπιτιού για τη σημασία του. Η ποιότητα της κυπριακής κατοικίας ολοκληρώνεται με τον ηλιακό, μετωπικό και εγκάρσιο και με την τοξοστοιχία του μετωπικού ηλιακού, που έχει επίσης μεγάλη καλλιτεχνική σημασία για τον κάτοικο και για την αισθητική ποιότητα της κατοικίας γενικότερα (εικ. 6). εγκάρσιος και αξονικός ηλιακός (πόρτιο), όταν είναι ανοικτά προς την αυλή και συνυπάρχουν σε μορφή τ κάνουν τον ημιυπαίθριο χώρο να διεισδύει στην κατοικία, ουσιαστικά να ενοποιείται με τον κλειστό χώρο. αυτή η αρχιτεκτονική ποιότητα μεταφράζεται σε ποιότητα ζωής και θυμίζει μια από τις βασικές επιδιώξεις της μοντέρνας αρχιτεκτονικής για την κατοικία, την ποιότητα που προσφέρει στον χρήστη του σπιτιού η διείσδυση του φυσικού χώρου μέσα σε αυτό. Ποιότητα που σε μεμονωμένα σπάνια παραδείγματα μπόρεσε να κρατηθεί στη σύγχρονη μαζικής παραγωγής κατοικία και ίσως τώρα τείνει να ξεχαστεί. Ποιότητα που με άλλους τρόπους βρίσκουμε σε τόπους του αιγαίου, όταν τα δώματα των ισογείων γίνονται αυλές των ορόφων και συχνά περιβάλλονται και οριοθετούνται από τα κτίσματά τους. Ένα γενικό συμπέρασμα είναι επίσης ότι ο κυπριακός χώρος παρουσιάζει μεγαλύτερη συνάφεια με τον αιγαιοπελαγίτικο ως Π α Πν αε νπ ει σπ τι ση τμ Ηι μο ι κο Υ κπ Υρ Πο ρυ ο - Υ δ- ε ικ οε Υμ λβ ιροι σ ο σ 2 0 02 60 0 8 17

Εικόνα 4: Σπίτι µε κιόσκι στη Λευκωσία (φωτό: Μ. Λαµπρινού, 2008). 18 Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ε ι ο ν κ δ Υ ε Π ι ρ κ ο Υ τ Η - ι σ ο Υ λ ι ο σ 2 0 0 6

Π α ρ α δ ο σ ι α κ Η α ρ χ ι τ ε κ τ ο ν ι κ Η : ζ Η τ Η μ α τ α τ Υ Π ο λ ο γ ι α σ Εικόνα 5: ίχωρο (διευρυµένο µονόχωρο), Βάβλα Κύπρου (2008). Εικόνα 6: Ερειπωµένος µετωπικός ηλιακός. Τυπική σκάλα για το ανώι. Βάβλα (2008). προς τους απλούς τύπους κατοικίας που αφορούν κυρίως τον αγροτικό χώρο 10, ενώ η συνάφεια με το βορειοελλαδικό και βαλκανικό χώρο αναφέρεται κυρίως σε αστικά παραδείγματα. Όλα τα παραπάνω όμως αποτελούν μόνο ενδείξεις επιδράσεων που περιορίζονται μεταξύ κύπρου και ελληνικού και βαλκανικού γεωγραφικού χώρου. καθώς όμως η κύπρος βρίσκεται σε θέση-κλειδί του ευρύτερου χώρου της ανατολικής μεσογείου, με τον οποίο υπάρχουν σαφείς ενδείξεις για τυπολογικές συγγένειες στον τομέα της αρχιτεκτονικής, το τόσο ενδιαφέρον πεδίο έρευνας των επιρροών και αλληλεπιδράσεων μένει ανοικτό 11. 1. Ευελπιστούμε ότι στο μέλλον θα ακολουθήσει μια πλήρης επιστημονική παρουσίαση του υλικού, η οποία δεν ήταν δυνατόν να γίνει στον περιορισμένο χώρο της παρούσας δημοσίευσης. 2. Λαογραφία, Δελτίον της Ελληνικής Λαογραφικής Εταιρείας, Τόμος κς (ΧΧΧVI: 1968-1969) «Εις τιμήν Γ. Μέγα: περιέχει τας εις την λαϊκήν αρχιτεκτονικήν αφιερωθείσας μελέτες του», Αθήνα, 1960. 3. Γ. Χ. Παπαχαραλάμπους, Η κυπριακή οικία, Λευκωσία, 1968, επανεκδ. 2001. 4. Πολλές νεότερες δημοσιεύσεις διευρύνουν το γνωστικό πεδίο της αρχιτεκτονικής περιοχών, πόλεων και οικισμών. Μεταξύ αυτών δεν μπορεί να μην μνημονευθεί ονομαστικά το ευρύτατο έργο του καθηγητή Μορφολογίας της Αρχιτεκτονικής Σχολής του ΑΠΘ Ν. Μουτσόπουλου (540 περίπου διμοσιεύσεις). 5. Η ονομασία δίχωρο είναι αυτή που χρησιμοποιείται στην Κύπρο, στη γενική βιβλιογραφία όμως ο όρος αναφέρεται σε κατοικία με δύο ακέραιες βασικές μονάδες. 6. Χαγιάτι στο βορειοελλαδικό χώρο είναι κατ αρχήν ο μετωπικός ηλιακός. 7. Την ποιότητα αυτή ο Μέγας, αναφερόμενος στην αρχαία ελληνική οικία, αποδίδει ως εξής: «Αλλ η στοά της βόρειας πλευράς η εκτεινομένη προ του κεντρικού και σπουδαιοτέρου τμήματος της κατοικίας ( ) είναι δι ούτως διατεταγμένη, ώστε τον μεν χειμώνα να δέχεται τον ήλιον, το δε θέρος να έχει σκιάν, καθ όν ακριβώς τρόπον εκτίθεται εις τ Απομνημονεύματα του Ξενοφώντος ( )» Γ. Μέγα, ο.π. 47. Για την σχέση αυτή βλ. και Σ. Σίνος, Αναδρομή στη Λαϊκή Αρχιτεκτονική και Κύπρος, Αθήνα 1976, σ.119. 8. Όρος που απαντά με διάφορες παραλλαγές σε διάφορες περιοχές, π.χ. μπουντί στην Άνδρο, σαχνισίνι στη Λέσβο κ.ά. 9. Εδώ ο Γ. Μέγας προσθέτει και την αρμονική σχέση της με την όλη αισθητική της κατοικίας: «Τόσον η καμάρα όσον και ( ) προσθέτουν εις το κυβικό σχήμα της νησιωτικής οικίας έναν τόνον ευαρέστου αντιθέσεως όταν μάλιστα το προστώον εν τη προσόψει είναι ανοικτόν και αντί κιόνων προς υποστήριξιν της στέγης έχει καμάραν.» Γ. Μέγα, ο.π. 41. 10. «Εκ της όλης εξετάσεως συνάγεται ότι η ελληνική νησιωτική οικία δεν έσχεν την λαμπράν εξέλιξιν που δεικνύει η κατοικία της ηπειρωτικής Ελλάδος, αλλά παρέμεινε μάλλον πιστή εις τας απλάς μορφάς» Γ. Μέγα, ο.π. 11. Ε. Ριζοπούλου-Ηγουμενίδου, η παραδοσιακή αρχιτεκτονική της Κύπρου (18 ος - 20 ος αι.) «Βαλκανική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική», Θεσαλλονίκη 1993, σ. 339. Π α Πν αε νπ ει σπ τι ση τμ Ηι μο ι κο Υ κπ Υρ Πο ρυ ο - Υ δ- ε ικ οε Υμ λβ ιροι σ ο σ 2 0 02 60 0 8 19

Γιατί το σπίτι του αρχιτέκτονα έχει ένα καθιστικό ενώ του πελάτη έχει δύο κουζίνες * του Χρίστου Χατζηχρίστου Τμήμα Αρχιτεκτονικής Εάν η παράδοση σχετίζεται με την ταυτότητα, με ποιο τρόπο επηρεάζει ο αρχιτέκτονας την κοινωνική και πολιτισμική ταυτότητα ενός πελάτη με τον σχεδιασμό της κατοικίας του; Η χρήση της πρόθεσης «μετά» τοποθετεί το θέμα ύστερα από μια καθορισμένη περίοδο χρόνου ή από ένα συγκεκριμένο γεγονός. επομένως, το μετα-παραδοσιακό περιβάλλον είναι αυτό πού ακολουθεί ή αντικαθιστά το παραδοσιακό χρονικά ή ουσιαστικά - αφού για να ξεχωρίσει σαν τέτοιο απαιτεί την διαφοροποίησή του από αυτό που αντικαθιστά. σε ποιο βαθμό ισχύει αυτό στην περίπτωση του σύγχρονου δομημένου περιβάλλοντος; Προτού δοθεί απάντηση στο ερώτημα αυτό, χρειάζεται να δοθεί ένας ορισμός του παραδοσιακού όχι μόνο σαν κάποιου πράγματος που παραγόταν σε παλιότερους καιρούς: χρειάζεται να διευκρινιστεί και τι σημαίνει να είναι κάτι παραδοσιακό στο περιβάλλον του σήμερα. Παραδοσιακό θεωρείται κάτι που παράγεται από μία επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά λόγω συμμετοχής σε μία ομάδα (π.χ. την οικογένεια), μια κοινωνία ή μια κουλτούρα. εάν μία σειρά ενεργειών ακολουθεί προκαθορισμένη πορεία, χωρίς να υπάρχει αμφισβήτηση των υποθέσεων στις οποίες βασίζεται, με ελαφριές μόνο αναπροσαρμογές, τότε η σχετική δραστηριότητα, όπως και το αποτέλεσμά της, μπορούν να χαρακτηριστούν ως προϊόν συνήθειας εάν αφορούν ένα άτομο ή ως «παραδοσιακά» εάν αφορούν τη συμπεριφορά ή τις ενέργειες μελών μίας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας ή κουλτούρας. αλλαγές στο προϊόν μίας τέτοιας δραστηριότητας οφείλονται περισσότερο σε αλλαγές στα μέσα που χρησιμοποιούνται παρά σε αλλαγές στην ίδια τη δραστηριότητα. σε τέτοιες περιπτώσεις είναι σημαντικό να διευκρινιστεί ότι, αντί για μία απόλυτη ιδιότητα του αντικειμένου, η έννοια του παραδοσιακού σχετίζεται περισσότερο με τον τρόπο ή τη διαδικασία παραγωγής του, κάτι που ο Andrew Benjamin χαρακτηρίζει ως «προκαθορισμένη πεποίθηση» (determination in advance) 1. θα μπορούσε επίσης να υποστηριχθεί ότι ο τοπικός χαρακτήρας που έχει το παραδοσιακό δεν οφείλεται σε μία εγγενή ιδιότητα, αλλά κυρίως στο γεγονός ότι μέσα στο χώρο της εκάστοτε κοινωνικής ομάδας ή κουλτούρας, η διακίνηση ιδεών, μέσων και ανθρώπων είναι μάλλον περιορισμένη. Υπερ-χωρικές κουλτούρες, οι οποίες είναι πιο τυπικές των σημερινών κοινωνιών, πιθανό να μην είναι τόσο περιορισμένες γεωγραφικά και άρα να μην περιορίζονται σε μία περιοχή ή ακόμα και σε μια χώρα. επιπρόσθετα, μία δραστηριότητα όπως ο σχεδιασμός μίας κατοικίας είναι στην πραγματικότητα το αποτέλεσμα ενός συνδυασμού ενεργειών ή σειράς σκέψεων, οι οποίες μπορεί να είναι, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, ανεξάρτητες ή τουλάχιστον διακριτές. επομένως, μία από αυτές μπορεί να είναι * Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα αγγλικά με τον τίτλο Why the Architect s House has one sitting room and the client s house has two kitchens, in Nezar Al Sayyad (ed.), Dealing with Tradition, Working Paper Series, International Association for the study of Traditional Environments, Volume 164, 2004, σ. 40-48. 20 ε ν δ ε ι κ τ Η σ

γ ι α τ ι τ ο σ Π ι τ ι τ ο Υ α ρ χ ι τ ε κ τ ο ν α ε χ ε ι ε ν α κ α θ ι σ τ ι κ ο Συνειδητή πρόθεση των αρχιτεκτόνων είναι η επίτευξη μίας πιο σωστής σχέσης μεταξύ του τρόπου ζωής που προτείνει η αρχιτεκτονική σύνθεση και του πραγματικού τρόπου ζωής των συγκεκριμένων χρηστών. παραδοσιακή με την πιο πάνω έννοια, ενώ μια άλλη μπορεί να ανήκει περισσότερο στη μετα-παραδοσιακή κατηγορία, εάν η σειρά ενεργειών/σκέψεων επανεξετάζει και επαναπροσδιορίζει ορισμένα χαρακτηριστικά. Έτσι, ενώ το δομημένο περιβάλλον που παράγεται σήμερα είναι οπτικά διαφορετικό από το παραδοσιακό, αυτό δεν οδηγεί κατ ανάγκη και σε ανάλογη ουσιαστική μετατόπιση στη συνθετική δραστηριότητα, ή στη σειρά σκέψεων που χρησιμοποιείται από τον σχεδιαστή κατά την εκτέλεση του ρόλου του. συνεπώς, μπορεί άραγε ο σημερινός αρχιτεκτονικός σχεδιασμός να θεωρηθεί σαν μετα-παραδοσιακή δραστηριότητα, ή είναι περισσότερο παραδοσιακή σχετικά με μερικά από τα στοιχεία της; και, εάν η παράδοση σχετίζεται με την ταυτότητα, με ποιο τρόπο επηρεάζει ο αρχιτέκτονας την κοινωνική και πολιτισμική ταυτότητα ενός πελάτη με τον σχεδιασμό της κατοικίας του; αυτά τα ερωτήματα θα συζητηθούν βάσει μελέτης με θέμα το ρόλο του πελάτη και του αρχιτέκτονα στο σχεδιασμό και την κατασκευή του ελληνοκυπριακού σπιτιού 2. μία σύντομη περιγραφή του παραδοσιακού σπιτιού θα ακολουθηθεί από μια εξίσου περιληπτική παρουσίαση της έρευνας και των συμπερασμάτων της. Το ελληνοκυπριακό παραδοσιακό σπίτι το παραδοσιακό ελληνοκυπριακό σπίτι κτιζόταν από μάστορες οι οποίοι προσάρμοζαν ένα βασικό σχέδιο στις ιδιαιτερότητες του οικοπέδου και τις ανάγκες του συγκεκριμένου ιδιοκτήτη. Η φάση του σχεδιασμού ήταν ουσιαστικά μία συζήτηση ή ανταλλαγή ιδεών μετά από την οποία ο ιδιοκτήτης και ο εργολάβος, ή «μάστρος», συμφωνούσαν για τη γενική χωροθέτηση. το τελικό αποτέλεσμα υπαγορευόταν από τα διαθέσιμα υλικά και την εμπειρική γνώση του κτίστη. κοινωνικές διακρίσεις Π α Πν αε νπ ει σπ τι ση τμ Ηι μο ι κο Υ κπ Υρ Πο ρυ ο - Υ δ- ε ικ οε Υμ λβ ιροι σ ο σ 2 0 02 60 0 8 21

εκδηλώνονταν με την έκταση της ιδιόκτητης γης αντί με το μέγεθος, την αρχιτεκτονική σύνθεση ή την εξωτερική διακόσμηση της οικίας. Έτσι, μία παλιά παροιμία ενθαρρύνει τον κύπριο να είναι ιδιοκτήτης ενός μικρού σπιτιού που μόλις τον χωρεί, αλλά να κατέχει κτήματα τα οποία επεκτείνονται όσο βλέπει το μάτι. Η βασική διάταξη ήταν μία σειρά συνδεδεμένων χωρικά δωματίων γύρω από μια αυλή και με έναν τοίχο ύψους 2.5 μέτρων να διαχωρίζει τον ιδιωτικό από το δημόσιο χώρο. σημαντικός χώρος ήταν ο ηλιακός ή «δωμάτιο ήλιου», ένας καλυμμένος χώρος που άνοιγε προς την αυλή, η οποία συνήθως βρισκόταν στο νότο. στη μία πλευρά του συνόρευε με ένα μεγάλο δωμάτιο, το κυρίως υπνοδωμάτιο, στο οποίο η οικογένεια υποδεχόταν τυχόν επισκέπτες. ο χώρος αυτός ήταν συχνά διπλός αφού μία καμάρα επέτρεπε τη χρήση δύο σειρών ξύλινων δοκών, μία στην κάθε πλευρά της, υπαγορεύοντας έτσι και την ονομασία «δίχωρο». στην άλλη πλευρά του ηλιακού βρισκόταν μία αποθήκη ή η κουζίνα. σε πολλές περιπτώσεις η παρασκευή των γευμάτων γινόταν σε ένα χώρο που δεν επικοινωνούσε εσωτερικά με το υπόλοιπο σπίτι. ο «μάστρος» διέθετε αυτό που ο glassie 3 αποκαλεί «αρχιτεκτονική ικανότητα» (architectural competence), ένα είδος γνώσης που του επέτρεπε να διεξάγει την εργασία του με επιτυχία, χωρίς κατ ανάγκη να μπορεί να δικαιολογήσει με ένα λογικά συστηματικό τρόπο τις πράξεις και επιλογές του. το αποτέλεσμα της εργασίας του κρινόταν ως επιτυχές, αφού κατάφερνε να παραδώσει αυτό που αναμενόταν από αυτόν: η διαμόρφωση του χώρου ταίριαζε με το λειτουργικό πρόγραμμα, η κατασκευή ανταποκρινόταν στη διαθεσιμότητα των υλικών, στις ντόπιες δεξιότητες και στις κλιματολογικές συνθήκες της περιοχής, ενώ η αισθητική που εκφραζόταν έδινε στην οικία τις ποιότητες που άρμοζαν ή που ήσαν κοινωνικά επιθυμητές. Η έννοια αυτή της επιτυχίας οφείλετο κυρίως στο γεγονός ότι το δομημένο παραδοσιακό περιβάλλον το δημιουργούσαν άτομα της ίδιας κουλτούρας με τους χρήστες. επομένως, το αποτέλεσμα το χρησιμοποιούσαν και το έκριναν τα ίδια άτομα που το παρήγαγαν. με αυτήν την έννοια, η ικανότητα του παραδοσιακού δομημένου περιβάλλοντος να ικανοποιεί τους στόχους και τις προσδοκίες των χρηστών του είναι κατά κάποιο τρόπο παραπλανητική, αφού οι στόχοι και οι προσδοκίες αυτές καθορίζονταν άμεσα από τις ίδιες τις κρινόμενες δεξιότητες και τα διαθέσιμα υλικά. ο Sahlins 4 υποστηρίζει πως οι πρωτόγονες Στην παραδοσιακή αρχιτεκτονική, η διαµόρφωση του χώρου ταίριαζε µε το λειτουργικό πρόγραµµα, η κατασκευή ανταποκρινόταν στη διαθεσιµότητα των υλικών, στις ντόπιες δεξιότητες και στις κλιµατολογικές συνθήκες της περιοχής, ενώ η αισθητική που εκφραζόταν έδινε στην οικία τις ποιότητες που άρµοζαν ή που ήσαν κοινωνικά επιθυµητές. όπως και οι σύγχρονες κοινωνίες λειτουργούν μέσω «συμβολικών συνάψεων», σημειολογικών κωδικών συστημάτων, τα οποία ενώνουν πολλά πεδία δράσης και επιτρέπουν μία συνοχή στη ζωή του ατόμου. αυτό επιτυγχάνεται με την παραγωγή «όχι μόνο αντικειμένων για κατάλληλα υποκείμενα, αλλά και υποκειμένων για κατάλληλα αντικείμενα». ο giddens 5 με τη θεωρία του structuration και ο Bourdieu 6 με τη θεωρία του habitus εξηγούν με ένα παρόμοιο τρόπο πώς η συνήθεια λειτουργεί για να δημιουργήσει το πιο πάνω αποτέλεσμα. θα μπορού- 22 Π α ν ε Π ι σ τ Η μ ει ο ν κδ Υε Π ιρ κο Υ τ Η- ισ ο Υ λ ι ο σ 2 0 0 6