Αναπηρία, Εκπαίδευση και Κοινωνική Δικαιοσύνη

Σχετικά έγγραφα
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ

Ιστορική Αναδρομή. Η ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα

ΔΙΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΑΝΑΠΗΡΙΑΣ ΣΤΗΝ ΚΥΠΡΟ

Αναπηρία, Εκπαίδευση και Κοινωνική Δικαιοσύνη

Ειδική Αγωγή αναπόσπαστο τµήµα ολόκληρης της Εκπαίδευσης. µάθηση Απορρίπτοντας στερεότυπες αντιλήψεις και κατηγοριοποιήσεις

Ιστορική Αναδρομή. Η ειδική εκπαίδευση στην Ελλάδα

Το δικαίωμα του παιδιού με αναπηρία στην πρόσβαση στην πληροφορία και Εκπαιδευτική Πολιτική

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΥΠΡΟΥ ΤΜΗΜΑ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Η ΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΟΧΥΡΩΣΗ ΤΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΑΣΘΕΝΩΝ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Π. ΜΠΡΟΥΣΑ Υ.Δ.Ν., ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ Υπεύθυνη Διεκδίκησης Δικαιωμάτων Ασθενών ΑΚΕΣΩ

Η διαφορετικότητα είναι μια σύνθετη έννοια, η οποία δεν θα πρέπει να συγχέεται με την έννοια της ποικιλομορφίας.

ΜΑΘΗΣΙΑΚΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ (1)

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Άτομα με αναπηρία: συνεκπαίδευση

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΩΝ ΨΥΧΟΛΟΓΩΝ (E.F.P.P.A.)

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

ΜΑΘΗΤΕΣ ΜΕ ΧΡΟΝΙΑ ΝΟΣΗΜΑΤΑ ΚΑΙ Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΑΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ ΤΗΣ ΣΥΝΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

«Εκπαίδευση ατόμων με κινητικές και σωματικές αναπηρίες»

ΕΛ.Ε.ΑΝ.Α. «Άτομα με αναπηρία και εργασία: εμπόδια και δικαιώματα» Εισηγητής: Γιάννης Λυμβαίος. Γεν. Γραμματέας ΕΣΑμεΑ

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΧΤΕΛΙΔΗΣ, ΥΒΟΝ ΚΟΣΜΑ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Αειφόρα σχολεία και προαγωγή της Υγείας

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ & ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΕΚΤΙΚΟΤΗΤΑ & ΤΟ ΣΕΒΑΣΜΟ ΤΗΣ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΤΗΤΑΣ

Σχόλια σε Κεφάλαιο από το βιβλίο «Κοινωνική και Πολιτική Αγωγή» της ΣΤ' Δημοτικού

Ο σκοπός του Κώδικα Συμπεριφοράς Κατά του Ρατσισμού στο σχολείο μας είναι: α)η αναγνώριση των οποιωνδήποτε άμεσων ή έμμεσων,

Η διαπολιτισμική διάσταση των φιλολογικών βιβλίων του Γυμνασίου: διδακτικές προσεγγίσεις

Πολυπολιτισμικότητα και Σχεδιασμοί Μάθησης

Αναπτυξιακή Ψυχολογία. Διάλεξη 6: Η ανάπτυξη της εικόνας εαυτού - αυτοαντίληψης

Κοινωνικο-πολιτισμική ετερότητα & Αναλυτικό Πρόγραμμα

ΒΑΣΙΚΕΣ ΕΝΝΟΙΕΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΗΣ ΥΓΕΙΑΣ

Διγλωσσία και Εκπαίδευση

«Η ειδική αγωγή στην Ελλάδα»

Διαπολιτισμική Συμβουλευτική

Ισχύουσα νομοθεσία ένταξης και γονείς

Εναλλακτικές θεωρήσεις για την εκπαίδευση και το επάγγελμα του εκπαιδευτικού

Επιδιώξεις της παιδαγωγικής διαδικασίας. Σκοποί

Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα δικαιώματα των ανθρώπων με αναπηρίες

Ιστορία. ΓΙΑΝΝΗΣ Ι. ΠΑΣΣΑΣ, MED ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ «ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ» 16 Σεπτεμβρίου Α. ΚΕΙΜΕΝΟ [Ιστορία & Εκπαίδευση]

Σωτήρης Τοκαμάνης Φιλόλογος ΚΕ.Δ.Δ.Υ. Ν. Ηρακλείου Διαπολιτισμική εκπαίδευση: σύγχρονη ανάγκη

Διάγραμμα Μαθήματος. Κωδικός Μαθήματος Τίτλος Μαθήματος Πιστωτικές Μονάδες ECTS EDUC-521DL Μορφές Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών

Πανεπιστήμιο Κύπρου Τμήμα Επιστημών της Αγωγής. MA Ειδική και Ενιαία Εκπαίδευση

Πολυπολιτισμικότητα και Εκπαίδευση

ΑΡΧΕΣ/ΚΑΝΟΝΕΣ ΔΕΟΝΤΟΛΟΓΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΜΕ ΠΑΙΔΙΑ ΓΕΝΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΚΑΙ ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ

Έμφυλες ταυτότητες v Στερεότυπα:

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ Α ΕΞΑΜΗΝΟ

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Χ Ρ Η Σ Η Γ Λ Ω Σ Σ Α Σ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν Μ 0 Ν Α Δ Ε Σ

αντιπροσωπεύουν περίπου το τέσσερα τοις εκατό του συνολικού πληθυσμού διαμορφώνονται νέες συνθήκες και δεδομένα που απαιτούν νέους τρόπους

Σκοποί της παιδαγωγικής διαδικασίας

Κίνητρο και εμψύχωση στη διδασκαλία: Η περίπτωση των αλλόγλωσσων μαθητών/τριών

Δικαίωμα ίσης αναγνώρισης από το νόμο «Η άποψη, η επιθυμία και η προτίμησή μου μετρούν» 5/12/2015

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ. 3. ΙΣΤΟΡΙΚΟΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΗΣ ΕΙΔΙΚΗΣ ΑΓΩΓΗΣ Πρωτόγονη και αρχαία περίοδος. Ελληνική και Ρωμαϊκή περίοδος.. Μεσαίωνας..

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΛΙΤΟΧΩΡΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Πανευρωπαϊκή έρευνα. ΣΗΜΕΙΩΜΑ / 5 Μαρτίου 2014 Βία κατά των γυναικών

Έργο: «Εκπόνηση μελετών» Δράση 3: Διακρίσεις και εμπόδια για τα άτομα με αναπηρία στην πρωτοβάθμια, δευτεροβάθμια και μεταλυκειακή εκπαίδευση

Αντιρατσιστική, Αντισεξιστική και Διαπολιτισμική Εκπαίδευση Ασκήσεις

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

ΚΑΡΤΕΣ ΣΕΞΟΥΑΛΙΚΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

Ελένη Σίππη Χαραλάμπους ΕΔΕ Παναγιώτης Κύρου ΕΔΕ

ΠΕΡΙΓΡΑΜΜΑ ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Στοιχεία που τεκμηριώνουν τη σχέση μεταξύ της ενταξιακής εκπαίδευσης και της κοινωνικής ένταξης

ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας και η προώθηση του σεβασμού και της ισότητας»

Δρ. Ευριπιδου Πολυκαρπος Παθολογος-Διαβητολογος C.D.A. College Limassol

Στόχος υπό έμφαση για τη σχολική χρονιά

Εννοιολόγηση της αναπηρίας. Κατηγορίες ατόμων που ανήκουν στα άτομα με αναπηρία.

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ Πολιτισμική Ετερότητα, Ιδιότητα του Πολίτη και Δημοκρατία: Εμπειρίες, Πρακτικές και Προοπτικές. Αθήνα, 7 8 Μαΐου 2010

Κυρίες και Κύριοι, Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την τιμή που μου κάνετε να απευθύνω χαιρετισμό στο συνέδριό σας για την «Οικογένεια στην κρίση», για

Aνάπτυξη υποστηρικτικών δομών για LGBTQI /ΛΟΑΤΚI φοιτητές/τριες

Διδακτική αξιοποίηση του Καταστατικού Χάρτη της Γης

Θέματα Συνάντησης. Υποστηρικτικό Υλικό Συνάντησης 1

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΧΟΛΕΙΟΥ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Παράγοντες χαρακτηριστικά αποτελεσματικού σχολείου

Το κομμάτι που λείπει ή αλλιώς η εκπαιδευτική βιογραφία ως εργαλείο αναστοχασμού των εκπαιδευτικών συνεχιζόμενης επαγγελματικής κατάρτισης

Πολυπολιτισμική Συμβουλευτική & Φεμινιστική Συμβουλευτική

Αναπτύσσοντας δεξιότητες επικοινωνίας, συνεργασίας και ενσυναίσθησης μεταξύ μαθητών, εκπαιδευτικών και γονέων

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΕΙΔΙΚΗ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Η λειτουργία της εκπαίδευσης στην κοινωνικοποίηση των ατόμων για το ρόλο των φύλων

Η αυθεντική μάθηση και αξιολόγηση. Δρ Δημήτριος Γκότζος

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

Ερωτήµατα. Πώς θα µπορούσε η προσέγγιση των εθνικών επετείων να αποτελέσει δηµιουργική διαδικασία µάθησης και να ενεργοποιήσει διαδικασίες σκέψης;

Διαπολιτισμική Εκπαίδευση

Δομές Ειδικής Αγωγής στην Δευτεροβάθμια. Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική Ηγεσία: ο ρόλος. του Διευθυντή μέσα από το υπάρχον θεσμικό.

Γυναίκες - Αναπηρία Υγεία

LOGO

ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΑΠΟ ΤΟ ΝΗΠΙΑΓΩΓΕΙΟ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΙ ΚΑΙ ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Β ΣΤΟΧΟΣ 2 ος : Η ευαισθητοποίηση κατά του ρατσισμού και της μισαλλοδοξίας και η προώθηση της ισότητας και του σεβασμού

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΝΕΑΝΙΚΗ ΠΑΡΑΒΑΤΙΚΟΤΗΤΑ. 2 ο Λύκειο Αμαρουσίου Β Τάξη 1 ο project Σχολικό Έτος: Υπεύθυνη καθηγήτρια: κα Σπανού

«Νέα Προοπτική στην Ειδική Εκπαίδευση - Προσωποκεντρική Διαχείριση»

«Οι βασικές αρχές και οι στόχοι του Ελληνικού Δικτύου για την καταπολέμηση των διακρίσεων»

Η σύγχρονη αντίληψη για την αναπηρία και η ομάδα Αποκατάστασης. Η σημασία αξιόπιστων επιδημιολογικών στοιχείων.

Μαριάννα Μουστάκα Δήμητρα Τζάφα Τμήμα Εκπαίδευσης και Αγωγής στην Προσχολική Ηλικία Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Κοινωνιογνωστική θεωρία Social Cognitive Theory

ΚΕ 800 Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης (κοινωνικοποίηση διαπολιτισμικότητα)

Φιλοσοφία της παιδείας

Η διαφοροποίηση της διδασκαλίας για τυφλούς μαθητές


Κώδικας εοντολογίας για Επαγγελματίες στην Υποστηριζόμενη Απασχόληση

Ο Ρόλος του Κριτικού Στοχασμού στη Μάθηση και Εκπαίδευση Ενηλίκων

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

Transcript:

Αναπηρία, Εκπαίδευση και Κοινωνική Δικαιοσύνη «Το κοινωνικό μοντέλο της αναπηρίας, αποτελεί θεμελιώδη συμβολή στη συζήτηση σχετικά με την πολυπλοκότητα της αναπηρίας αλλά και στην κατανόηση/επεξήγηση της αναπηρίας, σύμφωνα με τις εμπειρίες των ατόμων με αναπηρίες. Κριτική ανάλυση των κυριότερων εννοιών που στηρίζουν το «κοινωνικό μοντέλο» σε αντιπαράθεση με το ιατρικό μοντέλο της» της εκπαιδευτικού ΠΕ03 Κίτσου Γεωργίαs ΑΘΗΝΑ 2016 1

Περιεχόμενα Εισαγωγή... 3 Κεφάλαιο 1ο: Η προσέγγιση του ιατροκεντρικού μοντέλου της αναπηρίας... 4 1.1 Η «κοινωνική κατασκευή» της αναπηρίας στο αντίποδα της ιατρικής προσέγγισης... 5 Κεφάλαιο 2ο: Η ανάλυση του κοινωνικού μοντέλου της αναπηρίας... 7 2.1 Η περίπτωση της Βρετανίας... 8 Κεφάλαιο 3ο: Κριτικές προσεγγίσεις στο κοινωνικό μοντέλο και νέες θεωρήσεις... 9 3.1 Σύγχρονες τάσεις και αντιλήψεις... 11 Επίλογος... 12 Βιβλιογραφικές Αναφορές... 14 2

Εισαγωγή Το ζήτημα της αναπηρίας του ατόμου αποτελούσε, ανέκαθεν, ένα υπό συζήτηση θέμα, που οι εκάστοτε κοινωνίες προσπαθούσαν να «αντιμετωπίσουν. Στο πλαίσιο αυτό, κατά τον 15 ο αιώνα, τα άτομα με αναπηρία συνδέονταν με δυνάμεις του σκότους και την μαύρη μαγεία, ενώ μέχρι τον 18 ο αιώνα συναντάμε το στάδιο του αποκλεισμού και της απόρριψής τους. Ωστόσο, το δεύτερο στάδιο που ακολούθησε, στη συνέχεια, προσέγγισε τις ειδικές ανάγκες των εν λόγω ατόμων ως προσωπική τραγωδία έχοντας ως στόχο την περίθαλψη, την προστασία και την ξεχωριστή τους εκπαίδευση. Από την άλλη πλευρά, οι ιδέες του Διαφωτισμού έπαιξαν το δικό τους ρόλο στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, στην ανάγκη για ανατροπή των ανισοτήτων, στην αξία του ανθρωπισμού καθώς και της κοινωνικής ευθύνης απέναντι στους πολίτες. Στις μέρες μας λοιπόν, τα ίσα ανθρώπινα δικαιώματα και η συνεκπαίδευση αποτελούν το τρίτο στάδιο αντιμετώπισης των ατόμων με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες που διεκδικούν την αναγνώρισης της αναπηρίας τους, σε νέες βάσεις (Λιασίδου, 2014α). Είναι γνωστό ότι, καθ όλη τη διάρκεια της παραπάνω συνοπτικής ιστορικής διαδρομής, δύο ήταν τα μοντέλα που κυριάρχησαν ως προς την προσέγγιση της αναπηρίας. Το πρώτο ήταν το ιατρικό και παθολογικό, με το κοινωνικό μοντέλο που σταδιακά κερδίζει έδαφος, σήμερα, να έπεται. (Ζώνιου-Σιδέρη, Ντεροπούλου-Ντέρου & Βλάχου-Μπαλαφούτη, 2012). Σε μια ανάγκη, λοιπόν, βαθύτερης κατανόησης της πολυπλοκότητας της έννοιας της αναπηρίας, η παρούσα εργασία στόχο έχει να αναδείξει την αξία του κοινωνικού μοντέλου έναντι της παθολογικής προσέγγισης, κάνοντας αναφορά τόσο στα πλεονεκτήματα όσο και στις πιθανές αδυναμίες του. 3

Κεφάλαιο 1ο: Η προσέγγιση του ιατροκεντρικού μοντέλου της αναπηρίας Σε μια προσπάθεια κατανόησης του ζητήματος της αναπηρίας, πολλοί επιστημονικοί κλάδοι, όπως η κοινωνιολογία και η ειδική αγωγή έχουν προσπαθήσει να την προσεγγίσουν εννοιολογικά. Οι θεωρητικές αυτές τοποθετήσεις βασίζονται στις κυρίαρχες χρονικά και γεωγραφικά κοινωνικές και ηθικές αξίες υπαγορεύοντας, αντίστοιχα, συγκεκριμένους τρόπους παρέμβασης (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012). Ως εκ τούτου, ανάλογα με το νόημα που αποδίδεται κάθε φορά στην αναπηρία των ατόμων, ακολουθεί και η αντιμετώπισή τους σε όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής και της εκπαίδευσης. Πιο συγκεκριμένα, το ιατρικo παθολογικό μοντέλο ήταν αυτό το οποίο κυριάρχησε στις αρχές του 20 ου αιώνα και ως τα τέλη της δεκαετίας του 60 προσεγγίζοντας την αναπηρία ως μια αυθύπαρκτη, αντικειμενική πραγματικότητα, η οποία είναι αδιαμφισβήτητη και υφίσταται ανεξάρτητα από υποκειμενικές ερμηνείες, ενώ ο άνθρωπος με αναπηρία δομείται ως ένα πραγματοποιημένο «αντικείμενο» της επιστήμης χωρίς, ιστορικά, σημαινόμενη κοινωνικοπολιτική πολιτισμική ταυτότητα (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012). Αναντίρρητα, η έμφαση δίνεται στην ατομική παθολογία και το άτομο θα πρέπει να δεχθεί ειδική αγωγή και ειδική εκπαίδευση, ενώ αντιμετωπίζεται ως ασθενής που χρήζει φροντίδας, φαρμακευτικής αγωγής ή και νοσηλείας. Έτσι, χαρακτηριστικά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, το 1980, αφενός, προβάλλει την αιτιακή σχέση της αναπηρίας με ατομικό περιορισμό ή έλλειμμα και, αφετέρου, σχετίζει αιτιολογικά την αναπηρία με τη μειονεξία (disability and handicap) και την ατομική ανεπάρκεια/ασθένεια (impairment) (Λιασίδου, 2014β). Αντίστοιχα, ο ίδιος Οργανισμός, το 2003, θεωρεί ότι η αναπηρία είναι ο οποιοσδήποτε περιορισμός ή η έλλειψη ικανότητας, που είναι αποτέλεσμα του βιολογικού προβλήματος, το οποίο δεν επιτρέπει την εφαρμογή κάποιας δραστηριότητας, η οποία βρίσκεται μέσα στο πλαίσιο του εφικτού για το κάθε άτομο. Συνεπώς, εύκολα, κανείς εξάγει το συμπέρασμα πως το ιατρικό μοντέλο της αναπηρίας εστιάζει στο «λάθος» χαρακτηριστικό του ατόμου και όχι σε αυτά που το άτομο χρειάζεται, με αποτέλεσμα 4

να δημιουργούνται χαμηλές προσδοκίες, οδηγώντας τους ανθρώπους στο να χάσουν την ανεξαρτησία και τον έλεγχο στη ζωή τους (Μαύρης, 2011). Καταλήγοντας, τo ιατρικό μοντέλο οφείλει την ονομασία του στις ιατρικές γνωματεύσεις και ταξινομήσεις και στην ιατρική αντιμετώπιση των «δυσλειτουργιών» που μπορούν να λάβουν χώρα σε μερικές περιπτώσεις, ώστε τα άτομα να γίνουν «φυσιολογικά». Η αποδυνάμωση και εξάρτηση του ατόμου με αναπηρία από το πόρισμα ενός εμπειρογνώμονα, καθιστά το ιατρικό πρότυπο κατακριτέο από πολλούς. Κατά την ίδια λογική, ιατρικοποιείται και η εκπαιδευτική ικανότητα διαχωρίζοντας τους μαθητές χωρίς αναπηρίες από τους μαθητές με αναπηρίες και απομονώνοντας πιθανά ενδιαφέροντα και κλίσεις αυτού του μαθητικού πληθυσμού, με την αποσιώπηση στην ουσία των κοινωνικών, οικογενειακών, ψυχολογικών και άλλων παραγόντων που δρουν ανασταλτικά στην πορεία της μάθησης τόσο των μαθητών γενικότερα, όσο και των παιδιών με αναπηρία ειδικότερα. 1.1 Η «κοινωνική κατασκευή» της αναπηρίας στο αντίποδα της ιατρικής προσέγγισης Ο κοινωνικός διαχωρισμός που βασίστηκε στην προσέγγιση του ιατρικού μοντέλου, είχε άμεσο αντίκτυπο σε όλα τα επίπεδα. Από την μία πλευρά η σωματοποίηση της αναπηρίας ώθησε την επίσημη κοινωνική πολιτική να παράσχει κοινωνικές παροχές μέριμνας που νομιμοποιούσαν έως και τον εγκλεισμό των ατόμων με αναπηρία σε ιδρύματα, τα οποία συχνά λειτουργούσαν κάτω από άθλιες συνθήκες. Από την άλλη πλευρά, το εκπαιδευτικό σύστημα δημιούργησε μία σειρά από κατασκευασμένες έννοιες όπως «ακαδημαϊκή επιτυχία και αποτυχία» και «κανονικούς μαθητές και ειδικούς μαθητές». Συνεπώς, η ειδική αγωγή αποτέλεσε μια λύση απόκρυψης της αποτυχίας του εκπαιδευτικού συστήματος να ανταποκριθεί σε όλες τις εκπαιδευτικές ανάγκες των παιδιών (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012). 5

Έχει διαπιστωθεί ότι η θεωρία της «κοινωνικής κατασκευής» που αντιμετώπισε την αναπηρία ως προϊόν της κοινωνίας αναπτύχθηκε σταδιακά. Γεγονός που σημαίνει ότι οι απόψεις και στάσεις των υποκειμένων ατομικά και συλλογικά απέναντι στα άτομα με αναπηρία, βασίζονταν στις αντιλήψεις που κάθε πολιτεία είχε δημιουργήσει με ιστορικό και πολιτισμικό περιεχόμενο. Συγκεκριμένα, η βιομηχανοποίηση οδήγησε τα άτομα με αναπηρία να αποκοπούν από το παραγωγικό δυναμικό (Finkelstein, 2001), ενώ η μεγάλη αξία που αποδίδεται στην εργασία για το κοινωνικό κύρος του ατόμου, αναδεικνύει τη σημασία των οικονομικών σχέσεων στην εμφάνιση της αναπηρίας (Oliver, 1990). Αναλυτικότερα, στο πλαίσιο της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, η κοινωνία δημιουργεί κάποια κριτήρια με βάση τα οποία θα χαρακτηρίσει κάποιους αναπήρους ή μη, ενώ οι προσωπικοί κανόνες του κάθε ατόμου κατά κύριο λόγο έχουν επηρεαστεί από τις πεποιθήσεις του κοινωνικού συνόλου. Έτσι, αυτή η κοινωνική αλληλεπίδραση οδηγεί στην αποδοχή και επανάληψη συγκεκριμένων, πολλές φορές, προκαταλήψεων υπό την επίδραση διάφορων κοινωνικών «ταμπελών» (Ζώνου- Σιδέρη, 1998). Στην περίπτωση της αναπηρίας, η πεποίθηση ότι τα άτομα αυτά αδυνατούν να συμμετάσχουν στην κοινωνική ζωή λόγω των δυσλειτουργιών τους, αποτελεί μια «κοινωνική κατασκευή», εξυπηρετώντας συγκεκριμένες σκοπιμότητες ελέγχου τους από την κοινωνία και θεωρείται μια μορφή κοινωνικής καταπίεσης (Tomlisson, 1981, 1982). 6

Κεφάλαιο 2ο: Η ανάλυση του κοινωνικού μοντέλου της αναπηρίας Η ανάδυση του κινήματος των αναπήρων ενάντια στην κοινωνική καταπίεση κατά τη δεκαετία του 1970 και το ενδιαφέρον για κριτική απέναντι στο κυρίαρχο ως τότε ιατρικό μοντέλο, έφερε στο προσκήνιο το «κοινωνικό μοντέλο» αναπηρίας. Παύει πλέον να ενοχοποιείται το ίδιο το άτομο και η ευθύνη αναζητείται στην κοινωνία, εφόσον η αναπηρία θεωρείται μια «κοινωνική κατασκευή», ενώ η αναπηρία, δεν θεωρείται το προϊόν μιας σωματικής παθολογίας, αλλά αυτό της κοινωνικής οργάνωσης (Κουτάντος, 2005). Ωστόσο, οι πρωτεργάτες του κοινωνικού μοντέλου, σύμφωνα με τον Barnes (2014), ερμηνεύοντας τη διαφορετικότητα μέσα από το πρίσμα των κοινωνικών περιορισμών, υποστήριζαν πως δεν υφίσταται το διαφορετικό, αλλά πως πρόκειται για μια κοινωνικά κατασκευασμένη έννοια. Μετατόπισαν έτσι το προσωπικό πρόβλημα σε κοινωνικό ζήτημα και την ατομική μεταχείριση σε κοινωνική δράση. Αυτή η μετατόπιση από την εξατομικευμένη προσέγγιση στο κοινωνικό μοντέλο μετέβαλε την «πραγματικότητα» από προσωπική τραγωδία σε κοινωνική καταπίεση. Ξεκινώντας από την Αμερική και την Μεγάλη Βρετανία, τα αναπηρικά κινήματα επεκτάθηκαν και σε άλλες χώρες. Κατ επέκταση δημιουργήθηκε το Διεθνές και Ευρωπαϊκό Αναπηρικό Κίνημα (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012), το οποίο διεκδίκησε ισοτιμία και άρση εμποδίων τόσο σε κτιριακές εγκαταστάσεις και σε ζητήματα εργασίας, όσο στην εκπαίδευση και στην αυτόνομη διαβίωση. Επιπρόσθετα, το βασικότερο πρόβλημα που αντιμετώπισαν οι θεμελιωτές του μοντέλου αυτού ήταν ότι η αποδοχή της διαφορετικότητας της σωματικής ανεπάρκειας, που είχε ήδη νοηματοδοτηθεί στη βάση του ιατρικού μοντέλου και είχε γίνει αντιληπτή ως ατομικό και όχι ως κοινωνικό πρόβλημα. Έτσι, κρίθηκε σκόπιμος ο διαχωρισμός μεταξύ βλάβης (impairment) και αναπηρίας (disability), που αποτελεί κομβικό σημείο του κοινωνικού μοντέλου. Συγκεκριμένα, η πρώτη έννοια αναφέρεται σε κάποιου είδους δυσλειτουργία, ενώ η δεύτερη στον περιορισμό που η δυσλειτουργία αυτή προκαλεί στη ζωή των ατόμων που τη φέρουν, επειδή η εκάστοτε κοινωνική οργάνωση δεν έχει λάβει καθόλου ή έχει λάβει ελάχιστη μέριμνα για τα 7

άτομα αυτά, με αποτέλεσμα να τα αποκλείει από τις δραστηριότητές της. Κατά το κοινωνικό μοντέλο, οι ανάπηροι δεν αξιοποιούν όλες τις δυνατότητές τους εξαιτίας του καταπιεστικού αντίκτυπου μιας μη ανάπηρης κοινωνίας, η οποία λειτουργεί με τους όρους του καπιταλισμού, όπου μια ισχυρή ηγεμονεύουσα τάξη κυριαρχεί, μεταξύ άλλων και επί των ανίσχυρων αναπήρων. Έτσι, η ευθύνη της αλλαγής τοποθετείται μάλλον στην κοινωνία παρά στα ανάπηρα άτομα, ενώ τα άτομα με αναπηρίες παύουν να αποτελούν το αντικείμενο της επέμβασης και επανατοποθετούνται ως υποκείμενα στη δική τους ζωή (Watson, 2004). Καταληκτικά, ο Oliver (1990) ισχυρίζεται πως η κοινωνία είναι αυτή που οφείλει να αλλάξει και όχι τα άτομα και μάλιστα, ότι αυτή η αλλαγή θα πρέπει να αποτελεί μέρος της πολιτικής ενδυνάμωσης των αναπήρων ως ομάδα. Το κοινωνικό μοντέλο αναγνωρίζει το δικαίωμα των ατόμων με αναπηρία να είναι ενταγμένα στην κοινωνία μαζί με τα άτομα χωρίς αναπηρία. Διαφωνεί πλήρως με τη λύση που βασίζεται στη φιλανθρωπία και αναζητά αυτή της νομοθεσίας, η οποία μπορεί να δώσει ίσα δικαιώματα στα άτομα με αναπηρία και να καταπολεμήσει τη διάκριση. 2.1 Η περίπτωση της Βρετανίας Το εκπαιδευτικό σύστημα στο Ηνωμένο Βασίλειο και η εφαρμογή της αρχής της ένταξης, φαίνεται πως αποτελεί ένα αίτημα για κοινωνική δικαιοσύνη μέσα στα πλαίσια του κοινωνικού μοντέλου. Συγκεκριμένα, προωθεί την απομάκρυνση από την αντίληψη του διαχωρισμού, ως φυσικής και αναπόφευκτης συνέπειας της βλάβης και την στροφή προς την αντίληψη της αποδοχής των παιδιών με αναπηρίες ως ισότιμα μέλη της κοινωνίας, που έχουν τα ίδια δικαιώματα με οποιοδήποτε άλλο άτομο, όπως αυτό της παρακολούθησης σε γενικά σχολεία. Οι εκπρόσωποι του κοινωνικού μοντέλου διεύρυναν τη θεώρηση της ένταξης πέρα από τα όρια της αναπηρίας και επεδίωξαν τη δημιουργία «ενός σχολείου για όλους», το οποίο θα αποδέχεται το διαφορετικό εξίσου με το όμοιο και θα λαμβάνει εξαρχής υπόψη του τις ανάγκες και τις δυνατότητες όλων των μαθητών (Armstrong, 2012). 8

Χαρακτηριστικά, ο κώδικας για το Καθήκον Ισότητας ως προς την Αναπηρία που δεσμεύει τους δημόσιους φορείς στην Μεγάλη Βρετανία, απαιτεί απ όλα τα εκπαιδευτικά ιδρύματα να διασφαλίζουν, ότι οι μαθητές με αναπηρίες δεν θα αντιμετωπίζονται λιγότερο ευνοϊκά από τους άλλους και ότι θα είναι πλήρως προσβάσιμα, να προάγουν τις θετικές στάσεις, ενώ οφείλουν να εξαλείψουν το αίσθημα του εκφοβισμού και της παρενόχλησης που προκαλεί η φοβία προς την αναπηρία και να προωθήσουν την ισότητα των μαθητών με αναπηρίες, των γονέων. Ωστόσο στην πράξη και σύμφωνα με έρευνες, οι πιέσεις για υψηλές βαθμολογίες στα εθνικά τεστ δεν επιτρέπουν μεγάλη ελευθερία στα σχολεία και πολύ περισσότερο σε εκείνα που ακολουθούν ενταξιακές πρακτικές (Armstrong, 2012). Κεφάλαιο 3ο: Κριτικές προσεγγίσεις στο κοινωνικό μοντέλο και νέες θεωρήσεις Πολλοί ερευνητές έχουν ασκήσει έντονη κριτική στο κοινωνικό μοντέλο επισημαίνοντας πως είναι ανεπαρκές, καθώς δεν περιλαμβάνει τις πολιτισμικές και συναισθηματικές παραμέτρους του ατόμου με αναπηρία, αλλά εστιάζει ιδιαιτέρως στους κοινωνικοδομικούς και οικονομικούς παράγοντες. Έτσι, κατά την Thomas (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012), δεν λαμβάνονται υπόψη οι προσωπικές εμπειρίες του ατόμου, ούτε η σωματική ανεπάρκεια, ως ένα ζήτημα που επιδρά στην καθημερινή ζωή του ατόμου. Ταυτόχρονα, αποσιωπάται ο όρος της διαφορετικότητας, γεγονός που οδηγεί στην άρνηση της ύπαρξης του ατόμου. Υπό το πρίσμα αυτό, η αναπηρία μοιάζει να ακολουθεί μια αντίστοιχη πορεία αποκλεισμού όμοια με αυτή του σεξισμού και του ρατσισμού. Στόχος για την Thomas και άλλες ερευνήτριες με αναπηρία, είναι το κοινωνικό μοντέλο να αποδοθεί με μια νέα οπτική που θα συμπεριλαμβάνει τις φερόμενες ως «ψυχοσυναισθηματικές παραμέτρους» και οι οποίες αφορούν από την μια τον περιορισμό της αναπηρίας με κοινωνική προέλευση και από την άλλη την ανεπάρκεια με σωματική-ατομική προέλευση (Shakespeare & Watson, 2002). Σε κάθε περίπτωση, η σωματική βλάβη θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως συλλογική ευθύνη και όχι ως ατομικό πρόβλημα, με 9

έντονο πολιτικό περιεχόμενο. Το προσωπικό βίωμα και το δικαίωμα απέναντι στη διαφορετικότητα βοήθησαν στον επαναπροσδιορισμό της αναπηρίας μέσα από χαρακτηριστικά όπως το είδος και ο βαθμός της αναπηρίας, το φύλο, η κοινωνική τάξη, η ηλικία, η σεξουαλική τοποθέτηση, η εθνικότητα και το πολιτισμικό υπόβαθρο, τα οποία ασκούν διαφορετική επίδραση στα βιώματα των ανθρώπων με αναπηρία και στα οποία δεν είχε δοθεί η ανάλογη προσοχή από τους θεμελιωτές του κοινωνικού μοντέλου (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012). Από την άλλη μεριά, σύμφωνα με τη φεμινιστική προσέγγιση της αναπηρίας, η γυναίκα με αναπηρία καλείται καθημερινά να δίνει μια διπλή μάχη ενάντια σε αποκλεισμούς και διακρίσεις λόγω φύλου και αναπηρίας. Τα δύο στερεότυπα, δημιουργούν ανυπέρβλητα εμπόδια για την πλήρη και αποτελεσματική συμμετοχή τους στην κοινωνία. Οι γυναίκες με αναπηρία θεωρούνται συχνά ακατάλληλες για μητέρες ή σύζυγοι, υφίστανται διακρίσεις στον τομέα της εργασίας και έχουν λιγότερες πιθανότητες να είναι οικονομικά ανεξάρτητες, ενώ υπό-εκπροσωπούνται στα κέντρα λήψης αποφάσεων (Παναγιώτου, Τσιάνικα, & Συμεωνίδου, 2012). Το κοινό στοιχείο ανάμεσα στις μορφές προκατάληψης σε σχέση με την κοινωνική τάξη, τη φυλή, την ηλικία, το φύλο και τη σεξουαλικότητα είναι ότι τοποθετούν τους πολίτες και στην περίπτωση αυτή τις γυναίκες, σε μια ιεραρχία δύναμης και κύρους. Όσο πιο χαμηλά τοποθετούνται στην κοινωνική ιεραρχία τόσο λιγότερη αυτονομία αποκτούν στη ζωή τους, υπόκεινται σε μεγαλύτερο έλεγχο και αντιμετωπίζονται με λιγότερο σεβασμό. Αντιμέτωποι με το φάσμα της απόρριψης και της μη αναγνώρισης της προσωπικότητάς τους αδυνατούν να ολοκληρωθούν ως γυναίκες και ως άνθρωποι (Βοζίκη, 2011). Παράλληλα, ενώ το κοινωνικό μοντέλο απορρίπτει την καθεαυτό συζήτηση για το σώμα, η κοινωνιολογία του σώματος αντικαθιστά το σώμα υπό την ιδιότητα της βιολογίας, ανοίγοντας έτσι τον ορίζοντα για την κοινωνιολογική διερεύνηση της υλικής υπόστασης. Ο διαχωρισμός αναπηρίας/βλάβης που προτείνει το κοινωνικό μοντέλο, αποϊατρικοποιεί την αναπηρία και ταυτόχρονα αφήνει το φθαρμένο σώμα στην αποκλειστική δικαιοδοσία της ιατρικής ερμηνείας (Παναγιώτου, Τσιάνικα, & Συμεωνίδου, 2012). 10

Ωστόσο, το αρχικό κοινωνικό μοντέλο που διατυπώθηκε από τον Oliver (1990), φαίνεται πως μεταλλάχθηκε σε ένα νομικίστικο μοντέλο της αναπηρίας, καθώς τα πρώτα αιτήματα για κοινωνική αλλαγή που το συνόδευαν μετατράπηκαν σε εκστρατεία νομικών «δικαιωμάτων» και αγώνα για νομικές διεκδικήσεις. Η μετατόπιση του κοινωνικού μοντέλου προς ένα μοντέλο αστικών δικαιωμάτων αποδυναμώνει το πρώτο από την αιχμηρή του κριτική και απονευρώνει τα κοινωνικά του αιτήματα, καθώς το μετατρέπει σε ένα μοντέλο απόλυτα συμβατό με τη νεοφιλελεύθερη αντίληψη. Κατά τον Finkelstein (2001), τα αστικά δικαιώματα αποτελούν νομικού τύπου προσέγγιση της χειραφέτησης και η εκστρατεία για «τα δικαιώματα των αναπήρων» δεν αντανακλά το κοινωνικό μοντέλο αναπηρίας. Στην προσέγγιση των δικαιωμάτων το κοινοβούλιο είναι αυτό που παραχωρεί νομικά δικαιώματα σε αυτούς που το ίδιο ορίζει ως «ανάπηρους». Στο επίκεντρο είναι τα χαρακτηριστικά του ατόμου, μάλλον, παρά η φύση της κοινωνίας και έτσι γίνονται επιλεκτικές «παραχωρήσεις» σε αυτούς που έχουν ορισθεί ως ανάπηροι. Ωστόσο, δεν μπορεί κανείς να διαπραγματευθεί την αναπηρία αφήνοντας έξω την ουσιώδη φύση της κοινωνίας (Finkelstein, 2001). 3.1 Σύγχρονες τάσεις και αντιλήψεις Τα δύο κυρίαρχα μοντέλα αναπηρίας, διέπονται από διαφορετικές αντιλήψεις και φιλοσοφίες. Στη πράξη υπάρχουν επαγγελματίες οι οποίοι ενστερνίζονται το ιατρικό μοντέλο και υλοποιούν το παρεμβατικό τους έργο βάση προσεγγίσεων που δε βοηθούν στην ολιστική ανάπτυξη και εξέλιξη του ατόμου. Παράλληλα, η εκπαίδευση δείχνει τάσεις ενταξιακής πολιτικής αν και πρόκειται για μια περίπλοκη και δύσκολη διαδικασία. Η ανάγκη εντοπίζεται αρχικά στη δημιουργία και αποδοχή μιας κοινής ορολογίας, εννοιών και νοημάτων, που θα προσεγγίζουν την αναπηρία και τη διαφορετικότητα με αξιοπρέπεια και σεβασμό (Μαύρης, 2011). Αντίθετα, η μετατόπιση της έμφασης από την κλινική στη διαγνωστική διαδικασία και η ανίχνευση σχετικών δυσκολιών στον ευρύτερο πληθυσμό, οδήγησε σε μια διεύρυνση της αναπηρίας και των κατηγοριών που εμπίπτουν στις κατηγορίες της ψυχικές ασθένειας (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012). Ταυτόχρονα, 11

επανεμφανίζονται στο προσκήνιο ειδικοί επιστήμονες της ιατρικής που νοηματοδοτούν την αναπηρία βάση των βιολογικών δυσλειτουργιών και μαρτυρώντας την άσκηση επιρροής του ιατρικού μοντέλου στις μέρες μας. Κατά μία άποψη, η χρηματοδότηση των ερευνητικών δραστηριοτήτων από εθνικούς πόρους, εξυπηρετεί τις πολιτικές πρακτικές και τον κοινωνικό έλεγχο σε εποχές μετανάστευσης και οικονομικών ανακατατάξεων (Βλάχου, Διδασκάλου & Παπανάνου, 2012). Επίλογος Η μεταμοντερνιστική προσέγγιση της αναπηρίας προσθέτει τους παράγοντες της ιστορίας, της κουλτούρας και της γλώσσας στην προσπάθεια για την κατανόηση των θεμάτων της αναπηρίας. Η αποκάλυψη της μίας και μοναδικής αλήθειας δεν είναι ο στόχος των μεταμοντερνιστικών θεωριών. Η κατανόηση της ζωής με αναπηρία μέσα από πολύπλευρες οπτικές και εναλλακτικούς τρόπους σκέψης, μέσα από ιστορικές διαδρομές και πολιτισμικές ιδιαιτερότητες, και ατομικά χαρακτηριστικά (φύλο, φυλή, κοινωνική τάξη κτλ.) μπορούν να συμβάλουν στην αποδόμηση των στερεοτύπων για τν αναπηρία και στην καλύτερη κατανόησή της. Αυτή η προσέγγιση θα ανοίξει τον πολιτικό λόγο σε ζητήματα γλώσσας και διαφορετικότητας και της σχέσης τους με την άνιση κατανομή της γνώσης, ενώ θα επιτρέψει την πλήρη διερεύνηση του κοινωνικού παράγοντα και του ζητήματος των στάσεων και της γλώσσας της προκατάληψης. Ακόμη, η αναπηρία θα πρέπει να ειδωθεί ως μια σχέση μεταξύ βλάβης και καταπίεσης. Η ιδέα της καταπίεσης ως «καθολικότητα» απορρίπτεται από τους υπερασπιστές του μεταμοντερνισμού, επειδή οι ανάπηροι δεν αποτελούν μια ομοιογενή ομάδα. Αυτή η ανάλυση επιτρέπει, επίσης, την αναγνώριση και άλλων ειδών καταπίεσης, που στην περίπτωση της αποκλειστικής εστίασης στο ζήτημα της αναπηρίας περιθωριοποιούνται, αποκρύπτονται ή καταστέλλονται. Έτσι, μπορούν να αναδυθούν και οι διαφοροποιήσεις των εμπειριών ανάλογα με το φύλο, την εθνότητα, τον σεξουαλικό προσανατολισμό και την ηλικία. Προτείνεται, συνεπώς, ένας πλουραλισμός θεμελιωμένος στις εμπειρίες των ατόμων με αναπηρίες, που θα 12

παρέχει τη δυνατότητα υπέρβασης των ορίων και θα ενθαρρύνει την πολιτική της αναπηρίας ως ένα δημοκρατικό κίνημα (Watson, 2004). 13

Βιβλιογραφικές Αναφορές Ελληνόγλωσσες Armstrong, F. (2012). Πολιτική, αναπηρία και ο αγώνας για ενταξιακή εκπαίδευση στην Αγγλία σε έναν παγκοσμιοποιημένο κόσμο. Στο Ζώνιου-Σιδέρη, Α. & Ντεροπούλου-Ντέρου, Ε. & Βλάχου-Μπαλαφούτη, Α. (Επιμ.), Αναπηρία και εκπαιδευτική πολιτική: Κριτική προσέγγιση της ειδικής και ενταξιακής εκπαίδευση (σ.σ. 49-64). Αθήνα: Πεδίο. Βλάχου, Α., Διδασκάλου, Ε. & Παπανάνου, Ι. (2012). Εννοιολογικές προσεγγίσεις της αναπηρίας και οι επιπτώσεις τους στην εκπαίδευση των ατόμων με αναπηρία. Στο Α. Ζώνιου-Σιδέρη, & Ε. Ντεροπούλου-Ντέρου & Α. Βλάχου-Μπαλαφούτη (Επιμ.), Αναπηρία και εκπαιδευτική πολιτική: Κριτική προσέγγιση της ειδικής και ενταξιακής εκπαίδευση (σ.σ. 75-89). Αθήνα: Πεδίο. Βοζίκη, Α. (2011). Η κοινωνική κατασκευή της αναπηρίας. Ανακτήθηκε στις 2 Μαΐου 2016. Διαθέσιμο στο: http://www.specialeducation.gr/files4users/files/pdf/a_voziki_disability.pdf Ζώνιου-Σιδέρη, Α. (1998). Ένταξη ατόμων με ειδικές ανάγκες και αναλυτικά προγράμματα. Μια ψυχοπαιδαγωγική προσέγγιση της ένταξης. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Ζώνιου-Σιδέρη, Α., Ντεροπούλου-Ντέρου, Ε., & Βλάχου-Μπαλαφούτη, Α. (2012). Αναπηρία και εκπαιδευτική πολιτική. Αθήνα: Εκδόσεις Πεδίο. 14

Κουτάντος, Δ. (2005). Η Εκπαίδευση Παιδιών και Νέων με Μειωμένη Όραση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. Λιασίδου, Α. (2014α). Ιστορική Ανάλυση της Αντιμετώπισης και Εκπαίδευσης των Αναπήρων. Λευκωσία, Κύπρος : Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Λιασίδου, Α. (2014β). Εισαγωγή στις Σπουδές για την Αναπηρία. Λευκωσία, Κύπρος : Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου. Μαύρης, Σ. (2011). Η αναπηρία: «κλινικό» ή «κοινωνικό» μοντέλο;: Οι ειδικοί παιδαγωγοί και το μοντέλο που υιοθετούν. Τετράδια: γλώσσας-μάθησης-ψυχολογίαςσυμπεριφοράς, 5(2), 5-12. Ανακτήθηκε στις 3 Μαΐου. Διαθέσιμο στο: 2016 από http://www.glossa-mathisi.gr/online-periodiko/30-2o-tefxos/67-anapiria-kliniko-ikoinoniko-montelo.html Παναγιώτου, Μ., Τσιάνικα, Β. και Συμεωνίδου, Σ. (2012). Η αναπηρία στην κοινωνία και στο σχολείο: Αντώνης Ρέλλας σκηνοθέτης πολίτης με αναπηρία. Στο Ν. Τσαγγαρίδου, Κ. Μαύρου, Σ. Συμεωνίδου, Ε. Φτιάκα, Λ. Συμεού & Ι. Ηλία (Επιμ.), 12ο Συνέδριο Παιδαγωγικής Εταιρείας Κύπρου, Η Κρίση και ο Ρόλος της Παιδαγωγικής: θεσμοί, αξίες, κοινωνία, 8-9 Ιουνίου 2012 (σσ. 315-328). Λευκωσία, Πανεπιστήμιο Κύπρου. Ξενόγλωσσες Barnes, E. (2014). Valuing Disability. Causing Disability. Ethics, 125(1), 88-113. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2016. Διαθέσιμο στο: http://www.digital.lib.auth.gr 15

Finkelstein, V. (2001). The social model of disability repossessed. Ανακτήθηκε στις 10 Απριλίου 2016. Διαθέσιμο στο: http://disabilitystudies.leeds.ac.uk/files/library/finkelstein-soc-mod-repossessed.pdf Oliver, M. (1990). The politics of disablement. London: MacMillan. Shakespeare, T. & Watson, N. (2002). The social model of disability: an outdated ideology? Research in social science and disability, 2, 9-28. Tomlinson, S. (1981) Educational Subnormality: A study in decision-making. London, Routledge and Kegan Paul. Tomlinson, S. (1982) A sociogy of Special Education. London, Routledge and Kegan Paul Watson, N. (2004). Implementing the social model of disability: Theory and research. Leeds: The Disability Press World Health Organization (1980). International Classification of Impairment, Disabilities and Handicaps: A Manual of Classification relating to the Consequences of Disease. Geneva: World Health Organization. 16