9. Χρηματοπιστωτική ολοκλήρωση: Ευκαιρίες και κρίση 1. Η διεθνής κεφαλαιαγορά και τα οφέλη από το διεθνές εμπόριο 2. Διεθνής τραπεζική και διεθνής κεφαλαιαγορά 3. Διεθνής τραπεζική δραστηριότητα και χρηματοπιστωτική αστάθεια 1
Εισαγωγή Η διεθνής κεφαλαιαγορά είναι ένα σύνολο συνδεδεμένων αγορών (στο Λονδίνο, το Τόκιο, τη Νέα Υόρκη, τη Σιγκαπούρη και σε άλλα χρηματοπιστωτικά κέντρα) όπου ανταλλάσσονται διάφορες μορφές χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, όπως μετοχές, ομόλογα (κρατικά και ιδιωτικά), τραπεζικές καταθέσεις σε διάφορα νομίσματα, συμβάσεις προθεσμιακών συναλλαγών (forwards), συμβάσεις ανταλλαγής συναλλάγματος (foreign exchange swaps), συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης (futures) και δικαιώματα προαίρεσης (options), εμπορεύματα φυσικής παραγωγής (όπως πετρέλαιο, σιτάρι, βωξίτης, χρυσός). Η αγορά συναλλάγματος (όπου γίνεται η ανταλλαγή ομολόγων και τραπεζικών καταθέσεων σε διάφορα νομίσματα) είναι ένα σημαντικό τμήμα της διεθνούς αγοράς κεφαλαίου. Οι βασικοί συμμετέχοντες στη διεθνή αγορά κεφαλαίου είναι οι ίδιοι που συναντήσαμε στην αγορά συναλλάγματος. 2
1. Η διεθνής κεφαλαιαγορά και τα οφέλη από το διεθνές εμπόριο Πώς έχει διευρύνει η διεθνής κεφαλαιαγορά τα οφέλη (ή κέρδη) από το εμπόριο; Όταν ένας αγοραστής και ένας πωλητής προβαίνουν σε μια συναλλαγή και οι δύο παίρνουν κάτι που θέλουν και βελτιώνουν τη θέση τους. Ένας αγοραστής και ένας πωλητής μπορεί να ανταλλάξουν (βλ. Σχήμα 20.1: αγαθά και υπηρεσίες με άλλα αγαθά και υπηρεσίες, αγαθά και υπηρεσίες με περιουσιακά στοιχεία, περιουσιακά στοιχεία με περιουσιακά στοιχεία. Και οι τρεις αυτοί τύποι συναλλαγών οδηγούν σε κέρδη από το διεθνές εμπόριο. 3
1. (συνέχεια) Σχήμα 20.1: Oι τρεις μορφές διεθνών συναλλαγών 4
1.1 Οι κλασικές θεωρίες για τα οφέλη του διεθνούς εμπορίου Οι κλασικές θεωρίες για τα οφέλη του διεθνούς εμπορίου: 1. Η θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος 2. Η θεωρία του διαχρονικού εμπορίου 3. Η θεωρία της διαφοροποίησης χαρτοφυλακίου 1. θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος Η θεωρία του συγκριτικού πλεονεκτήματος περιγράφει τα οφέλη ή κέρδη από το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών με άλλα αγαθά και υπηρεσίες: Επειδή οι πόροι και ο χρόνος είναι πεπερασμένοι, μια χώρα μπορεί να χρησιμοποιήσει τους πόρους και το χρόνο για να παράγει αυτά στα οποία είναι πιο παραγωγική (δηλ. αυτά στα οποία έχει συγκριτικό πλεονέκτημα) και μετά να ανταλλάξει αυτά τα προϊόντα, μέσω του εμπορίου, με τα αγαθά και τις υπηρεσίες που θέλει. Εξειδικεύοντας την παραγωγή της, μια χώρα μπορεί να αποκτήσει πολλά άλλα (μη-παραγόμενα από αυτήν) αγαθά και υπηρεσίες, ως καταναλωτής μέσω του εμπορίου. Κατ αυτόν τον τρόπο, προκύπτουν για τις χώρες κέρδη από το μεταξύ τους διεθνές εμπόριο. 5
1.1 (συνέχεια) 2. Η θεωρία του διαχρονικού εμπορίου Η θεωρία του διαχρονικού εμπορίου περιγράφει τα κέρδη από το εμπόριο αγαθών και υπηρεσιών με περιουσιακά στοιχεία, δηλαδή το εμπόριο σημερινών αγαθών και υπηρεσιών με απαιτήσεις για μελλοντικά αγαθά και υπηρεσίες (δηλ. σημερινά περιουσιακά στοιχεία). Μια χώρα (π.χ. η Ημεδαπή στο Σχήμα 20.1) μπορεί να δανειστεί χρήματα από μια άλλη (την Αλλοδαπή) πουλώντας της ομόλογα (δηλ. περιουσιακά στοιχεία). Η Ημεδαπή μπορεί μέσω αυτής της πώλησης περιουσιακών στοιχείων της να καταναλώσει ή να επενδύσει σε περισσότερα αγαθά και υπηρεσίες από αυτά που μπορεί να αγοράσει με το τρέχον εισόδημά της, και να βρεθεί σε καλύτερη θέση. Η Αλλοδαπή βελτιώνει και αυτή τη δική της θέση, αφού τα περιουσιακά στοιχεία που αγοράζει από την Ημεδαπή φέρουν μια ποσοστιαία απόδοση. Κατ αυτόν τον τρόπο, προκύπτουν για τις δύο χώρες κέρδη από το μεταξύ τους διεθνές εμπόριο. 6
1.1 (συνέχεια) 3. Η θεωρία της διαφοροποίησης χαρτοφυλακίου Η θεωρία της διαφοροποίησης χαρτοφυλακίου περιγράφει τα κέρδη από το εμπόριο περιουσιακών στοιχείων με περιουσιακά στοιχεία (που φέρουν διαφορετικούς συνδυασμούς απόδοσης-κινδύνου). Ένα χαρακτηριστικό των προτιμήσεων των ατόμων είναι η αποστροφή ως προς τον κίνδυνο (risk aversion). Συνήθως οι επενδυτές αποστρέφονται τον κίνδυνο: προτιμούν περιουσιακά στοιχεία που φέρουν χαμηλή και βέβαιη απόδοση και χαμηλό κίνδυνο (και όχι περιουσιακά στοιχεία με υψηλή απόδοση και υψηλό κίνδυνο), όταν οι άλλοι παράγοντες είναι σταθεροί. Η επένδυση σε ένα διαφοροποιημένο σύνολο (ή χαρτοφυλάκιο) περιουσιακών στοιχείων (που αποτελείται δηλαδή από περιουσιακά στοιχεία που διαφέρουν ως προς τον συνδυασμό απόδοσης-κινδύνου που φέρουν) επιτρέπει στους επενδυτές να αποφεύγουν ή να περιορίζουν τον κίνδυνο. Κλασική αρχή της χρηματοοικονομικής διαχείρισης: Μη βάζετε όλα τα αβγά σας στο ίδιο καλάθι (James Tobin). Σε επίπεδο χωρών: οι χώρες ανταλλάσσουν περιουσιακά στοιχεία προκειμένου να διαφοροποιήσουν διεθνώς τα χαρτοφυλάκιά τους και να περιορίσουν έτσι τον κίνδυνο για τον πλούτο τους. 7
1.1 (συνέχεια) 3. Η θεωρία της διαφοροποίησης χαρτοφυλακίου: Υποθετικό παράδειγμα Το παράδειγμα δείχνει πώς οι χώρες βελτιώνουν τη θέση τους μέσω του διεθνούς εμπορίου περιουσιακών στοιχείων. Δύο χώρες, η Ημεδαπή και η Αλλοδαπή, έχουν από ένα αγρόκτημα (περιουσιακό στοιχείο) που παράγει πατάτες. Η σοδειά (απόδοση) του περιουσιακού στοιχείου είναι αβέβαιη: εξαρτάται από τον καιρό. Με άσχημο καιρό η γη μπορεί να παράγει 20 τόνους πατάτες, ενώ με καλό καιρό μπορεί να παράγει 100 τόνους πατάτες. Υποθέστε ότι: (α) πιθανότητα εμφάνισης άσχημου καιρού = πιθανότητα εμφάνισης καλού καιρού = 1/2, (β) όταν η Ημεδαπή έχει καλό καιρό (μεγάλες σοδειές), η Αλλοδαπή έχει άσχημο καιρό (μικρές σοδειές). Σύμφωνα με τα παραπάνω, σε κάθε χώρα, η γη θα παράγει κατά μέσο όρο: (1/2 x 20) + (1/2 x 100) = 60 τόνους. Δηλ., η αναμενόμενη σοδειά σε κάθε χώρα είναι 60 τόνοι. 8
1.1 (συνέχεια) 3. Η θεωρία της διαφοροποίησης χαρτοφυλακίου: Υποθετικό παράδειγμα (συνέχεια) Αν οι 2 χώρες πωλήσουν το 50% του περιουσιακού τους στοιχείου η μία στην άλλη (διαφοροποίηση των χαρτοφυλακίων τους), μπορούν να έχουν πάντα μια βέβαιη σοδειά, αποφεύγοντας τις εναλλαγές αφθονίας και λιμού. - Αν η σοδειά στην Ημεδαπή είναι 20 και η σοδειά στην Αλλοδαπή είναι 100, τότε η κάθε χώρα λαμβάνει: (50% x 20) + (50% x 100) = 60 τόνους. - Αν η σοδειά στην Ημεδαπή είναι 100 και η σοδειά στην Αλλοδαπή είναι 20, τότε η κάθε χώρα λαμβάνει: (50% x 100) + (50% x 20) = 60 τόνους. - Επομένως, εφόσον και οι δύο χώρες αποφεύγουν τον κίνδυνο (δηλ. είναι risk averse), τότε μπορούν να βελτιώσουν τη θέση τους μέσω της διαφοροποίησης των χαρτοφυλακίων τους. 9
1.2 Κατηγορίες διεθνών περιουσιακών στοιχείων Το διεθνές εμπόριο περιλαμβάνει ανταλλαγές πολλών διαφορετικών περιουσιακών στοιχείων. Όμως, κατά την ανάλυση του διεθνούς εμπορίου περιουσιακών στοιχείων, είναι χρήσιμο να διακρίνουμε μεταξύ τίτλων χρέους και μετοχικών τίτλων. Τίτλοι χρέους (π.χ. ομόλογα και τραπεζικές καταθέσεις): Ορίζουν ότι ο εκδότης του τίτλου πρέπει να επιστρέψει στον αγοραστή του τίτλου ένα σταθερό ποσό (αρχικό ποσό + τόκοι), ανεξάρτητα από τις οικονομικές συνθήκες. Μετοχικοί τίτλοι (π.χ. μετοχές): Ορίζουν την ιδιοκτησία (μετοχή = τίτλος ιδιοκτησίας) μεταβλητών κερδών ή αποδόσεων που εξαρτώνται από τις οικονομικές συνθήκες. Αποφασίζοντας για την κατανομή του χαρτοφυλακίου τους ανάμεσα σε τίτλους χρέους και μετοχικούς τίτλους, τα άτομα και οι χώρες μπορούν να επιλέξουν τη σύνθεση εκείνη του χαρτοφυλακίου που θα τους εξασφαλίζει το επιθυμητό επίπεδο κατανάλωσης και επένδυσης ανεξάρτητα από την οικονομική συγκυρία. Η διαχωριστική γραμμή μεταξύ τίτλων χρέους και μετοχικών τίτλων δεν είναι σαφής στην πράξη. 10
2. Διεθνής τραπεζική και διεθνής κεφαλαιαγορά 2.1 Η δομή της διεθνούς κεφαλαιαγοράς Οι κύριοι πρωταγωνιστές της διεθνούς αγοράς κεφαλαίων είναι οι ίδιοι που συναντήσαμε στην αγορά συναλλάγματος: 1. Εμπορικές τράπεζες. 2. Μη-τραπεζικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως επενδυτικές εταιρείες, συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες και αμοιβαία κεφάλαια. 3. Ιδιωτικές εταιρείες. 4. Κεντρικές τράπεζες και άλλοι κρατικοί φορείς. 11
2.2 Εξωχώρια (offshore) τραπεζική δραστηριότητα και εξωχώριες ανταλλαγές νομισμάτων Ο όρος εξωχώρια τραπεζική δραστηριότητα χρησιμοποιείται για να περιγράψει τις εργασίες των τραπεζών στο εξωτερικό. Υπάρχουν 3 τουλάχιστον τύποι εξωχώριων τραπεζικών ιδρυμάτων, που έχουν διαφορετικό ρυθμιστικό πλαίσιο: 1. Πρακτορείο στο εξωτερικό: διεκπεραιώνει δάνεια και μεταφορές χρημάτων, αλλά δεν δέχεται καταθέσεις. Επομένως, δεν υπόκειται στις ρυθμίσεις για τις καταθέσεις ούτε στην ημεδαπή ούτε στην αλλοδαπή. 2. Θυγατρική τράπεζα εγκατεστημένη στο εξωτερικό: υπόκειται στις ρυθμίσεις της αλλοδαπής και όχι στις ρυθμίσεις της χώρας της μητρικής τράπεζας. 3. Υποκατάστημα τράπεζας στο εξωτερικό: συνήθως υπόκειται στις ρυθμίσεις και της ημεδαπής και της αλλοδαπής, αλλά πολλές φορές επωφελείται από τις διαφορές στις ρυθμίσεις μεταξύ των διάφορων χωρών. 12
2.2 (συνέχεια) Η ανάπτυξη των εξωχώριων ανταλλαγών νομισμάτων συνδέεται στενά με την ανάπτυξη της εξωχώριας τραπεζικής δραστηριότητας. Μια εξωχώρια κατάθεση είναι μια τραπεζική κατάθεση που είναι εκφρασμένη σε ένα νόμισμα διαφορετικό από το νόμισμα που κυκλοφορεί στην έδρα της τράπεζας. - Εξωχώρια κατάθεση είναι, π.χ., οι καταθέσεις γιεν σε μια τράπεζα του Λονδίνου, ή οι καταθέσεις αγγλικής λίρας σε μια τράπεζα στην Ελβετία. 13
2.2 (συνέχεια) Η εξωχώρια τραπεζική δραστηριότητα και οι εξωχώριες ανταλλαγές νομισμάτων έχουν αναπτυχθεί για τρεις λόγους: 1. ανάπτυξη των διεθνών επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, 2. αποφυγή εγχώριων κανονισμών/ρυθμίσεων και φόρων, 3. πολιτικοί παράγοντες (π.χ. η επιθυμία των ατόμων να έχουν καταθέσεις σε νομίσματα έξω από τη δικαιοδοσία των χωρών έκδοσής τους για αποφυγή δημεύσεων). Οι τράπεζες στις ΗΠΑ, στην Ε.Ε. και σε άλλες χώρες είναι υποχρεωμένες να διατηρούν υποχρεωτικά διαθέσιμα στην κεντρική τράπεζα της χώρας εγκατάστασής τους (δηλ, να διατηρούν στην ΚΤ ένα ποσοστό των καταθέσεων που έχουν σε εγχώριο νόμισμα). Τα υποχρεωτικά διαθέσιμα είναι το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα ενός εγχώριου κανονισμού που οι τράπεζες έχουν προσπαθήσει να αποφύγουν μέσω των εξωχώριων ανταλλαγών νομισμάτων, μια και σε πολλές χώρες οι καταθέσεις σε ξένο νόμισμα δεν υπόκεινται σε αυτόν τον περιορισμό. 14
3. Διεθνής τραπεζική δραστηριότητα και χρηματοπιστωτική αστάθεια Οι τράπεζες χρεοκοπούν όταν δεν έχουν αρκετά ή τα ενδεδειγμένα περιουσιακά στοιχεία για να καλύψουν τις υποχρεώσεις τους. Η κύρια υποχρέωση (δηλ. το κύριο στοιχείο του Παθητικού) των εμπορικών τραπεζών και των άλλων ιδρυμάτων καταθέσεων είναι οι καταθέσεις που έχουν δεχτεί. Oι τράπεζες χρεοκοπούν όταν δεν μπορούν να πληρώσουν τους καταθέτες τους. - Αν η αξία των περιουσιακών στοιχείων (δηλ. των στοιχείων του Ενεργητικού) μειωθεί, π.χ. λόγω πολλών δανείων σε αθέτηση, τότε η αξία των υποχρεώσεων μπορεί να γίνει μεγαλύτερη από την αξία των περιουσιακών στοιχείων. Η τράπεζα μπορεί να αδυνατεί πλέον να εξυπηρετήσει τις βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις της (όπως τις τρεχούμενες καταθέσεις που είναι απαιτητές άμεσα) => χρεοκοπία. Η απώλεια της εμπιστοσύνης των καταθετών και άλλων πιστωτών στην αξία των περιουσιακών στοιχείων μιας τράπεζας επηρεάζει αρνητικά την οικονομική ευρωστία της τράπεζας. Δημιουργία πανικού και διάδοσή του και σε άλλες τράπεζες => συστημικός κίνδυνος. Σε πολλές χώρες υπάρχει ένα ευρύ ρυθμιστικό πλαίσιο για να αποφεύγονται οι χρεοκοπίες τραπεζών και οι επιπτώσεις τους. 15
3. (συνέχεια) Υπενθύμιση: Υπεραπλοποιημένος ισολογισμός εμπορικής τράπεζας - Ίδια κεφάλαια: είναι πόροι που προέρχονται από ιδιοκτήτες-μετόχους της τράπεζας. Ίδια κεφάλαια = Ενεργητικό μείον λοιπά στοιχεία Παθητικού. - Υπάρχουν διάφοροι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας που αφορούν στη σχέση ιδίων κεφαλαίων και στοιχείων του Ενεργητικού και δείχνουν το ποσοστό απώλειας των περιουσιακών στοιχείων της που μπορεί να αντέξει η τράπεζα πριν χρεοκοπήσει. Ενεργητικό Δάνεια (επιχειρηματικά, στεγαστικά, καταναλωτικά,...) Χρεόγραφα (π.χ. κρατικά και εταιρικά ομόλογα) Αποθεματικά στην Κεντρική Τράπεζα Ταμειακά Διαθέσιμα Παθητικό Καταθέσεις Δανειακές Υποχρεώσεις Καθαρή Θέση ή Ίδια Κεφάλαια 16
3.1 Θωράκιση του τραπεζικού συστήματος απέναντι στη χρηματοπιστωτική αστάθεια Ασφαλιστικές δικλείδες: 1. Ασφάλιση των καταθέσεων μέχρι ενός ποσού από το κράτος: Από 01/01/2016 στην Ε.Ε. οι καταθέσεις είναι ασφαλισμένες για απώλειες έως και 100.000 αν η τράπεζα χρεοκοπήσει. Αποτρέπονται οι τραπεζικοί πανικοί λόγω έλλειψης πληροφόρησης καταθετών σχετικά με την χρηματοοικονομική φερεγγυότητα της τράπεζας. 2. Υποχρεωτικά διαθέσιμα ως καταθέσεις στην ΚΤ: Στην Ε.Ε. οι τράπεζες απαιτείται να διατηρούν ορισμένες καταθέσεις στο Ευρωσύστημα, σε περίπτωση ανάγκης μετρητών (ρευστών περιουσιακών στοιχείων). 3. Δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και περιορισμοί στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων υψηλού κινδύνου: Υψηλότερα ίδια κεφάλαια => περισσότερα ίδια διαθέσιμα για κάλυψη απώλειας περιουσιακών στοιχείων. Περιορισμοί στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων υψηλού κινδύνου => ενθάρρυνση διαφοροποίησης και αποτροπή υπερβολικής έκθεσης σε επικίνδυνα περιουσιακά στοιχεία. 17
3.1 (συνέχεια) Ασφαλιστικές δικλείδες (συνέχεια): 4. Τακτικοί έλεγχοι των λογιστικών βιβλίων των τραπεζών από τις εποπτικές αρχές: Αποτροπή ανάληψης επικίνδυνων δραστηριοτήτων. 5. Δανεισμός έσχατης ανάγκης σε έκτακτες περιπτώσεις (όπως κίνδυνος διάδοσης πανικού): Εφόσον η ΚΤ δύναται να δημιουργήσει νέο χρήμα, μπορεί να χορηγήσει σε τραπεζικά ιδρύματα όσα δάνεια χρειάζονται, δηλ. να ενεργήσει ως δανειστής ύστατης προσφυγής ή δανειστής έσχατης ανάγκης (lender of last resort). Όμως: δημιουργία χρήματος = προσφοράς χρήματος => πιθανό πρόβλημα με εγχώριους μακροοικονομικούς στόχους όπως η συγκράτηση του πληθωρισμού. 6. Αναδιάρθρωση και διάσωση τράπεζας με κρατική παρέμβαση, όταν αποτύχουν τα μέσα στήριξης 1-5: Η προβληματική τράπεζα μπορεί να είναι συστημικά σημαντική (δηλ. πολύ μεγάλη ή διασυνδεδεμένη για να πτωχεύσει ) και η κρατική στήριξη να είναι απαραίτητη. Όμως, μπορεί το κόστος διαχείρισης της κρίσης να περάσει στους φορολογούμενους. 18
3.1 (συνέχεια) Το πρόβλημα του ηθικού κινδύνου (moral hazard) στις δικλείδες 1 και 5: - Ηθικός κίνδυνος: ο κίνδυνος το ένα μέλος μιας συναλλαγής να αναλάβει δραστηριότητες που θεωρούνται αθέμιτες (π.χ. πολύ επικίνδυνες) από το άλλο μέλος, το οποίο και δεν έχει πλήρη ενημέρωση για αυτές τις δραστηριότητες. - Οι δικλείδες 1 και 5 δημιουργούν ηθικό κίνδυνο για τις τράπεζες: οι τράπεζες μπορεί να αναλάβουν μεγαλύτερους κινδύνους, καθώς δεν θα δεν είναι πλήρως υπεύθυνες για αυτόν τον κίνδυνο σε μια ενδεχόμενη χρεοκοπία. 19
3.1 (συνέχεια) Σημείωση (εκτός ύλης εξετάσεων): Στην Ευρωζώνη, η ΕΚΤ δεν λειτουργεί ως lender of last resort με την έννοια που δώσαμε στην Ασφαλιστική Δικλείδα 5. Οι ευρωπαϊκές εμπορικές τράπεζες που χρειάζονται διαθέσιμα μπορούν να δανειστούν: 1. Από άλλες εμπορικές τράπεζες της Ευρωζώνης μέσω της διατραπεζικής αγοράς, με επιτόκιο Euro Interbank Offered Rate Euribor που καθορίζεται στη διατραπεζική αγορά. 2. Μέσω του μηχανισμού waiver της ΕΚΤ: δίνουν κρατικά ομόλογα στην ΕΚΤ και παίρνουν ρευστότητα με κόστος το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ που από τον Μάρτιο 2016 είναι 0,25%. 3. Από το ELA, σε έκτακτες περιπτώσεις, δίνοντας περιουσιακά στοιχεία ως εγγύηση. Το Emergency Liquidity Assistance ELA : είναι εργαλείο της ΕΚΤ για έκτακτες περιπτώσεις και αφορά μόνο βραχυχρόνιο δανεισμό μέχρι 6 μήνες, με επιτόκιο που ήταν 1,55% τον Αύγουστο 2016. 20
3.2 Ανεπάρκεια των ασφαλιστικών δικλείδων απέναντι στη χρηματοπιστωτική αστάθεια Οι δικλείδες ασφαλείας που αναφέραμε στην υποενότητα 3.1 δεν επαρκούν για τη ρύθμιση της διεθνούς τραπεζικής δραστηριότητας και την προστασία του διεθνούς τραπεζικού συστήματος απέναντι στη χρηματοπιστωτική αστάθεια: 1. Η ασφάλιση των καταθέσεων είναι πολύ μικρή για το ύψος των καταθέσεων της διεθνούς τραπεζικής συγκριτικά, η ασφάλιση συχνά είναι μηδαμινή. 2. Απουσία υποχρεωτικών διαθεσίμων στην εξωχώρια τραπεζική. Για παράδειγμα, οι εθνικές αρχές δεν μπορούν να επιβάλλουν τη διατήρηση υποχρεωτικών διαθεσίμων για τις καταθέσεις σε ξένο νόμισμα που δέχονται τα πρακτορεία, τα ξένα υποκαταστήματα ή οι θυγατρικές τράπεζες των τραπεζών τους. 3. Δεν υπάρχει διεθνής δανειστής έσχατης ανάγκης για τις τράπεζες: Το ΔΝΤ ορισμένες φορές λειτουργεί ως δανειστής έσχατης ανάγκης για τις χώρες με προβλήματα στο ισοζύγιο πληρωμών τους. 21
3.2 (συνέχεια) 4. Ο έλεγχος των τραπεζών, τα υποχρεωτικά ίδια κεφάλαια και οι περιορισμοί στη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων είναι πιο δύσκολοι σε διεθνές επίπεδο: - απόσταση και γλωσσικά εμπόδια, - σε διαφορετικές χώρες υπάρχουν διαφορετικά περιουσιακά στοιχεία με διαφορετικά χαρακτηριστικά => δύσκολη η αξιολόγησή τους, - στην περίπτωση των θυγατρικών τραπεζών δεν είναι ξεκάθαρη η δικαιοδοσία: αν η θυγατρική μιας ιταλικής τράπεζας είναι εγκατεστημένη στο Λονδίνο και έχει κυρίως εξωχώριες καταθέσεις σε δολάρια, ποιοι είναι αρμόδιοι για τον έλεγχο του Ενεργητικού της; 22
3.3 Η προσπάθεια έλεγχου της διεθνούς τραπεζικής 1974: Σχηματισμός της Επιτροπής της Βασιλείας από τους επικεφαλείς των κεντρικών τραπεζών 11 βιομηχανοποιημένων χωρών. Στόχος: συντονισμός της εποπτείας που ασκούν οι εθνικές αρχές πάνω στο διεθνές τραπεζικό σύστημα. - Η Επιτροπή έχει προτείνει μια σειρά κατευθυντήριων γραμμών που υιοθετήθηκαν από τις περισσότερες χώρες του κόσμου (Βασιλεία Ι (1988), Βασιλεία ΙΙ (2004), Βασιλεία ΙΙΙ (2010), με πολλές αναθεωρήσεις να μεσολαβούν μεταξύ τους). Η κρίση του 2007 έδειξε την ανεπάρκεια αυτών των συμφωνιών. 1999: Σχηματισμός του Συμβουλίου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, με συμμετοχή πολλών χωρών. Στόχος: παρακολούθηση του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος και διαμόρφωση προτάσεων για τον διεθνή συντονισμό των πολιτικών και τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Εκτός ύλης αλλά ενδιαφέρον: βλ. γενικές πληροφορίες για την κρίση της περιόδου 2007-2009 στη Μελέτη Περίπτωσης και στο Πλαίσιο που βρίσκονται στο Krugman et al. (2015, σελ. 672-677). 23