«ύο είναι τα κρίσιµα ζητήµατα: Το πρώτο αφορά στη θεώρηση του ιµπεριαλισµού ως σύστηµα, το δεύτερο στη θεώρηση της Ελλάδας σαν ιµπεριαλιστικής χώρας ή επί λέξει σαν χώρας µε ενδιάµεση και εξαρτηµένη θέση στο παγκόσµιο ιµπεριαλιστικό σύστηµα. Το ΚΚΕ ξεκινά από την ανάγκη να ξεχάσει οτιδήποτε έχει να κάνει µε την ανεξαρτησία, δηλαδή µε τη ρήξη µε την ξενική εξάρτηση, δηλαδή µε τον ιµπεριαλισµό όπως εµφανίζεται στην περιοχή και στη χώρα. Και αυτή η πολιτική ανάγκη του ΚΚΕ µετατρέπει τον ιµπεριαλισµό σε σύστηµα, εντάσσει όλες τις χώρες στο ιµπεριαλιστικό σύστηµα (είναι περισσότερο ή λιγότερο ιµπεριαλιστικές, µε ψηλή, ενδιάµεση ή χαµηλή θέση ) εξαφανίζοντας τη θεµελιώδη διάκριση ανάµεσα σε ιµπεριαλιστικές και εξαρτηµένες χώρες, διάκριση στην οποία βασίστηκε εν πολλοίς το παγκόσµιο κοµµουνιστικό κίνηµα και οι επαναστατικές θύελλες του 20 ου αιώνα» (*) ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ σελ.103: «Το µονοπώλιο είναι πέρασµα από τον καπιταλισµό [σηµ. δική µου: του ελεύθερου συναγωνισµού] σ ένα ανώτερο σύστηµα. Αν χρειαζόταν να δοθεί ένας όσο το δυνατό πιο σύντοµος ορισµός του ιµπεριαλισµού, θα έπρεπε να πούµε ότι ο ιµπεριαλισµός είναι το µονοπωλιακό στάδιο του καπιταλισµού. Ο ορισµός αυτός θα περιείχε το κυριότερο ( )» «( ) χωρίς να ξεχνάµε τη συµβατική και σχετική σηµασία όλων των ορισµών γενικά, που ποτέ δεν µπορούν ν αγκαλιάσουν τις ολόπλευρες σχέσεις του φαινοµένου στην πλήρη ανάπτυξή του, πρέπει να δώσουµε έναν τέτοιο ορισµό του ιµπεριαλισµού, που θα περιέκλειε τα παρακάτω πέντε βασικά του γνωρίσµατα» σελ.104: «Ο ιµπεριαλισµός είναι ο καπιταλισµός στο στάδιο εκείνο της ανάπτυξης, στο οποίο έχει διαµορφωθεί η κυριαρχία των µονοπωλίων και του χρηµατιστικού κεφαλαίου, έχει αποκτήσει εξαιρετική σηµασία η εξαγωγή κεφαλαίου, έχει αρχίσει το µοίρασµα του κόσµου από τα διεθνή τραστ και έχει τελειώσει το µοίρασµα όλων των εδαφών της γης από τις µεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες» (**) Ο ιµπεριαλισµός λοιπόν είναι σύστηµα (είναι το καπιταλιστικό σύστηµα µετά από ένα στάδιο της ανάπτυξης του) που εκτείνεται παγκόσµια, και στο πλαίσιο του οποίου ορισµένες χώρες έχουν ολοκληρώσει το µοίρασµα όλων των εδαφών της γης µεταξύ τους και οι υπόλοιπες χώρες είναι µοιρασµένες στις πρώτες. Και οι πρώτες και οι δεύτερες χώρες αποτελούν συστατικά µέρη του παγκόσµιου ιµπεριαλιστικού συστήµατος που δεν νοείται µόνο µε τις πρώτες ή µόνο µε τις δεύτερες, όπως δεν νοείται ληστεία χωρίς ληστή και ληστευόµενο, κατοχή χωρίς καταχτητή και κατεχόµενο, εξάρτηση χωρίς κυρίαρχο και εξαρτηµένο. Κατά µια λογική (τη λογική της «Αριστεράς») οι «µεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες» είναι και οι µόνες ιµπεριαλιστικές όµως καπιταλιστής δεν είναι µόνο ο µέτοχος του 40 και του 50% αλλά και αυτός του 1, του 2 και του 3% παρά την εξαρτηµένη από τον 1
πρώτο θέση του. Ιµπεριαλιστικά γνωρίσµατα λοιπόν παρουσιάζει και µια χώρα, που χωρίς να ανήκει στις «µεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες», ακόµη και αν βρίσκεται (και το πιθανότερο είναι να βρίσκεται) κάτω από αυτές σε σχέση εξάρτησης, ωστόσο η χώρα αυτή έχει ξεπεράσει ένα ορισµένο στάδιο της καπιταλιστικής ανάπτυξης, ο καπιταλισµός σε αυτήν έχει µπει στο µονοπωλιακό του στάδιο, έχει προχωρήσει στη δηµιουργία µιας χρηµατιστικής ολιγαρχίας πάνω στη βάση του «χρηµατιστικού κεφαλαίου» που έχει προκύψει από τη σύµφυση του τραπεζικού κεφαλαίου µε το βιοµηχανικό, έχει αποκτήσει εξαιρετικά σπουδαία σηµασία η εξαγωγή κεφαλαίου σε διάκριση από την εξαγωγή εµπορευµάτων, και σαν αποτέλεσµα των παραπάνω- έχουν µεταβάλει αντίστοιχα τον χαρακτήρα τους οι απαιτήσεις (ή τουλάχιστον: έχουν εµφανιστεί πλέον ορισµένες απαιτήσεις ανάγκες) της άρχουσας τάξης της στο πλαίσιο του οικονοµικού µοιράσµατος του κόσµου ανάµεσα στις διεθνείς µονοπωλιακές ενώσεις των καπιταλιστών αλλά και στο πλαίσιο του εδαφικού µοιράσµατος του κόσµου ανάµεσα στις µεγαλύτερες καπιταλιστικές χώρες. Ποιο είναι λοιπόν το σύστηµα; Χονδρικά το εξής: (σελ.117:) «ο κόσµος χωρίστηκε σε µια χούφτα κράτη τοκογλύφους και σε µια τεράστια πλειοψηφία κράτη-οφειλέτες». ή, (σελ14-πρόλογος:) «ο καπιταλισµός έχει ξεχωρίσει τώρα µια φούχτα ( ) πολύ πλούσια και ισχυρά κράτη που ληστεύουν όλο τον κόσµο κόβωντας απλώς κουπόνια» (**). Πριν από αυτό το «ξεχώρισµα» ο παγκόσµιος καπιταλισµός -στη φάση του ελεύθερου συναγωνισµού που οδήγησε σε αυτό το «ξεχώρισµα»- και πάλι σαν διεθνές σύστηµα οικονοµικών και πολιτικών σχέσεων υφίστατο. Φτάνοντας στο ιµπεριαλιστικό του στάδιο αυτό το διεθνές σύστηµα των οικονοµικών και πολιτικών σχέσεων έχει πια πάρει τη µορφή που περιγράφεται παραπάνω. Ο κόσµος χωρίζεται σε µια φούχτα κράτη ληστές και σε µια πλειοψηφία κρατών ληστευόµενων κι αυτό είναι το βασικό, σε αδρές (αδρότατες) γραµµές εξωτερικό γνώρισµα του διεθνούς ιµπεριαλιστικού συστήµατος. Στο πλαίσιο αυτού του συστήµατος η κάθε χώρα καταλαµβάνει ανάλογα µε το επίπεδο της οικονοµικής της ανάπτυξης αλλά και τους πολιτικούς συσχετισµούς- µια ορισµένη (σχετικά µεταβλητή στην εξέλιξη) θέση είτε στα άκρα αυτής της σχέσης είτε σε µια ορισµένη ενδιάµεση θέση και αυτό µάλλον δεν χρειάζεται πολλή φιλοσοφία για να το αντιληφθεί κανείς: Άλλη συγκεκριµένη θέση (οικονοµική και πολιτική) έχουν οι ΗΠΑ, άλλη θέση η Βρετανία, και άλλη η Γερµανία ή η Ιταλία στο παγκόσµιο ιµπεριαλιστικό σύστηµα παρότι γενικά ανήκουν όλες στο κλαµπ των ισχυρών. Και, παρακάτω, άλλη η θέση της οικονοµικά και πολιτικοστρατιωτικά εξαρτηµένης αλλά µε καπιταλισµό αναπτυγµένο ως το κρατικοµονοπωλιακό του στάδιο Ελλάδας, και άλλη η θέση της σύγχρονης Βουλγαρίας, Αλβανίας ή της ΠΓ Μακεδονίας: Όλες αυτές οι χώρες ανήκουν, αποτελούν συστατικά µέρη του παγκόσµιου ιµπεριαλιστικού συστήµατος (ή µήπως µόνο µέρη «του παγκόσµιου καπιταλιστικού συστήµατος» είναι σωστό να λέει κανείς;). Αλλά οι διαφορές της θέσης τους στο σύστηµα αυτό είναι αρκετά προφανείς ώστε να µην χρειάζονται περισσότερα λόγια. Όπως επίσης προφανείς είναι και οι διαφορές στο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισµού στην Ελλάδα, (του ελληνικού καπιταλισµού, που έφτασε µέσα από την συνεχιζόµενη εξάρτησή του στο µονοπωλιακό-ιµπεριαλιστικό του στάδιο) από το επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισµού πχ στην ΠΓ Μακεδονίας, ώστε να µην χρειάζονται περισσότερες διευκρινίσεις για τη σύγχρονη φύση των συµφερόντων της ΠΓµακεδονικής (ή της βουλγάρικης ή της αλβανικής θα µπορούσε να 2
προσθέσει κανείς) άρχουσας τάξης και τη διαφορά τους από τη σύγχρονη φύση των συµφερόντων της ελληνικής άρχουσας τάξης. Το ότι στο πλαίσιο της «θεµελιώδους διάκρισης ανάµεσα σε ιµπεριαλιστικές και εξαρτηµένες χώρες» υπάρχουν ενδιάµεσες θέσεις και βαθµίδες, αυτό οφείλεται ακριβώς και στο γεγονός ότι η διάκριση αυτή είναι θεµελιώδης, περιγράφει τις θεµελιακές, τις βασικές πλευρές µιας αντίθεσης και όπως οι θεωρητικοί ορισµοί- έτσι και αυτή «δεν µπορεί ν αγκαλιάσει τις ολόπλευρες σχέσεις του φαινοµένου στην πλήρη ανάπτυξή του». Ξενίζει η έννοια της εξαρτηµένης και µαζί ιµπεριαλιστικής (στην κλίµακα που αντιστοιχεί στα οικονοµικά του µεγέθη) φύσης του ελληνικού καπιταλισµού; Κανονικά αν ο προσδιορισµός των χαρακτηριστικών της όποιας πραγµατικότητας γινόταν στο συγκεκριµένο έδαφος αυτής της ίδιας πραγµατικότητας κι όχι στο έδαφος των θεωρητικών αφαιρέσεων- δεν θα έπρεπε να ξενίζει. Αλλά αν, παρόλα αυτά, ξενίζει ας ανατρέξει κανείς στην περιγραφή της Πορτογαλίας από τον Λένιν ως κηδεµονευόµενης από την Αγγλία, και µαζί, αποικιακής δύναµης, για να διαπιστώσει ότι η πραγµατική ζωή είναι πολύ περισσότερο σύνθετη από τις γενικές ταξινοµήσεις των θεωρητικών επεξεργασιών: (σελ. 100:) «Μια κάπως διαφορετική µορφή χρηµατιστικής και διπλωµατικής εξάρτησης µε καθεστώς πολιτικής ανεξαρτησίας µας δείχνει το παράδειγµα της Πορτογαλίας. Η Πορτογαλία είναι αυτοτελές και κυρίαρχο κράτος, ουσιαστικά όµως εδώ και πάνω από 200 χρόνια ( ) βρίσκεται κάτω από την κηδεµονία της Αγγλίας. Η Αγγλία υπεράσπισε την Πορτογαλία και τις αποικιακές κτήσεις της Πορτογαλίας για να στερεώσει τη δική της θέση στον αγώνα ενάντια στους αντιπάλους της, την Ισπανία και τη Γαλλία. Η Αγγλία πήρε σαν αντάλλαγµα εµπορικά προνόµια ( ). Τέτοιου είδους σχέσεις ανάµεσα σε διάφορα µεγάλα και µικρά κράτη υπήρχαν πάντα, στην εποχή όµως του καπιταλιστικού ιµπεριαλισµού γίνονται γενικό σύστηµα, αποτελούν µέρος του συνόλου των σχέσεων του «µοιράσµατος του κόσµου», µετατρέπονται σε κρίκους της αλυσίδας των πράξεων του παγκόσµιου χρηµατιστικού κεφαλαίου» (υπογράµµιση δική µου) (**) Η ΕΝ ΙΑΜΕΣΗ ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΜΕΝΗ ΘΕΣΗ «Στα ίδια κείµενα της ΚΟΕ ( ) ξεκαθαρίζεται: Η Ελλάδα είναι χώρα εξαρτηµένη µε µέσο επίπεδο ανάπτυξης του καπιταλισµού». Θα µπορούσε κανείς να νοµίσει, παρά τη λεκτική διαφορά ανάµεσα στη θέση της ΚΟΕ (εξάρτηση & µέσο επίπεδο ανάπτυξης) και τη θέση του ΚΚΕ (ενδιάµεση/εξαρτηµένη θέση & ιµπεριαλιστικά γνωρίσµατα), ότι ουσιαστικά υπάρχει ταύτιση µεταξύ τους. Όµως αυτό δεν ισχύει, καθώς η ΚΟΕ αποµονώνει το επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισµού από το διεθνές καπιταλιστικό σύστηµα (δηλαδή το σύγχρονο σύστηµα του καπιταλιστικού ιµπεριαλισµού) και καθώς αναγνωρίζει ως ιµπεριαλιστικές µόνο τις 5-10 ισχυρότερες χώρες του πλανήτη. Έτσι το «µέσο επίπεδο ανάπτυξης» του ελληνικού καπιταλισµού παραµένει µια στατική παράµετρος, έως ένα βαθµό αφηρηµένη αφού από 3
αυτήν δεν προκύπτει ξεκάθαρα και µια ποιοτική εκτίµηση του συγκεκριµένου σταδίου ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισµού, µια παράµετρος «καθαρά» οικονοµική και αποκλειστικά εσωτερικό γνώρισµα του ελληνικού καπιταλισµού, που δεν επηρεάζει τη διεθνή θέση της ελληνικής άρχουσας τάξης αφού αυτή παραµένει εξαρτηµένη, και το στοιχείο αυτό της εξάρτησης αναγορεύεται σε µοναδικό καθοριστικό στοιχείο στην εκτίµηση των ουσιαστικών χαρακτηριστικών του ελληνικού καπιταλισµού. ιαφορετική είναι η οπτική σε αυτό το «µέσο επίπεδο» όταν γίνεται λόγος για «ενδιάµεση θέση» του ελληνικού καπιταλισµού (στο κρατικοµονοπωλιακό στάδιο της ανάπτυξής του) µέσα στο διεθνές ιµπεριαλιστικό σύστηµα (δηλαδή µέσα στο διεθνές καπιταλιστικό σύστηµα στο ιµπεριαλιστικό του στάδιο). Όµως, αν αφήσουµε κατά µέρος την διαφορά ανάµεσα στο «µέσο επίπεδο» και την «ενδιάµεση θέση», τότε το ερώτηµα είναι ο όλος καυγάς για την εξάρτηση πάνω σε τι ακριβώς στηρίζεται. Η ΚΟΕ λέει «η Ελλάδα είναι χώρα εξαρτηµένη». Το ΚΚΕ λέει «ο ελληνικός καπιταλισµός παραµένει σε ( ) εξαρτηµένη θέση στο παγκόσµιο ιµπεριαλιστικό σύστηµα». Το ότι η εξάρτηση του ελληνικού καπιταλισµού από τις ισχυρές ιµπεριαλιστικές δυνάµεις παραµένει σαν ένα κύριο ουσιαστικό χαρακτηριστικό του και από κάποιες απόψεις εντείνεται, αυτό αναιρεί το γεγονός ότι η ελληνική µονοπωλιακή άρχουσα τάξη συντάσσεται µε την γενικότερη ιµπεριαλιστική στρατηγική και για την εξυπηρέτηση των συµφερόντων της στο µονοπωλιακό στάδιο της ανάπτυξής της; Και τι είδους συµφέροντα θα µπορούσε να είναι αυτά στο σηµερινό στάδιο ανάπτυξης αν όχι συµφέροντα επιθετικά, επεκτατικά, ιµπεριαλιστικά; Θα µπορούσε να είναι,απλά, συµφέροντα στερέωσης της κυριαρχίας της στο εσωτερικό όπως ήταν πριν από 50 χρόνια; Και ειδικά για την περιοχή της Βαλκανικής, λένε άραγε τίποτα για τις επιδιώξεις της ελληνικής άρχουσας τάξης οι κραυγές των αρχών της περασµένης δεκαετίας για τα εκατοµµύρια των αλύτρωτων που περιµένουν την απελευθέρωση από την µητέρα πατρίδα ή αυτές οι κραυγές απηχούσαν απλά και µόνο τις ιδεοληπτικές βλέψεις κάποιων περιθωριακών εθνικιστικών κύκλων; Φυσικά, βέβαια, και οι τέτοιες κραυγές πόνταραν για την προώθηση των «αιτηµάτων» τους στην υποστήριξή τους από τους φορείς εξάρτησης του ελληνικού καπιταλισµού, αφού τέτοια εξαρτηµένη- είναι η θέση του τελευταίου (ή αλλιώς: αφού η Ελλάδα είναι εξαρτηµένη χώρα): εν είναι η Ελλάδα, δεν είναι ο ελληνικός καπιταλισµός που θα χαράξει είτε την γενικότερη ιµπεριαλιστική στρατηγική είτε θα χαράξει µια δική του ιµπεριαλιστική στρατηγική ανεξάρτητη από τη γενικότερη, αλλά είναι ο ελληνικός καπιταλισµός που θα εντάξει την εξυπηρέτηση των σχετικά αυτοτελών συµφερόντων του σε αυτήν. Φυσικά, επίσης, και ο όποιος κατασιγασµός αυτών των κραυγών οφείλεται και στο ότι αυτοί οι «φορείς της εξάρτησης» επέλεξαν άλλα σενάρια ως αποδοτικότερα για το ξεδίπλωµα των σχεδιασµών τους σενάρια στα οποία ενσωµατώθηκαν, στο µέτρο του δυνατού, τα ίδια αυτά συµφέροντα που φιλοδοξούσαν σε µια ταχύτερη, ληστρικότερη, αρπακτικότερη µορφή ικανοποίησής τους και φυσικά, επίσης, είναι θέµα προσδιορισµού ο ρόλος που έπαιξε ο παράγοντας λαϊκό κίνηµα τόσο στον εξαναγκασµό χαµηλώµατος των τέτοιων τόνων όσο και στις τελικές επιλογές των σχεδιαστών της γενικότερης ιµπεριαλιστικής στρατηγικής. 4
Ή, από την άλλη, η επιδίωξη της ελληνικής µονοπωλιακής άρχουσας τάξης να εξυπηρετεί µε τον ικανοποιητικότερο γι αυτήν τρόπο τα αυτοτελή της συµφέροντα, αναιρεί το γεγονός της βαθιάς της εξάρτησης; Αναιρεί το γεγονός ότι τελικά η ικανοποίηση αυτών των συµφερόντων της θα υλοποιηθεί µόνο µέσα στα περιθώρια τα οποία ο συγκεκριµένος βαθµός εξάρτησής της επιτρέπει; Ή µήπως στη διάρκεια της τελευταίας 15ετίας και στις κρίσεις που σηµειώθηκαν σε αυτήν, το ελληνικό κράτος πήρε τις θέσεις που πήρε, αποκλειστικά και µόνο λόγω της εξάρτησής του (που έχει φτάσει να προβάλλεται έντεχνα έως και σαν δικαιολογία λαϊκού κατευνασµού από τους κυβερνώντες για τη στάση τους!), κι όχι επίσης γιατί αυτές οι όποιες θέσεις εξυπηρετούσαν και τα επεκτατικά οικονοµικά συµφέροντα του ελληνικού µονοπωλιακού κεφαλαίου; Η ΣΗΜΑΣΙΑ «Η τέτοια ή αλλιώτικη θεώρηση του ιµπεριαλισµού ήταν αυτή που στο παρελθόν οδήγησε τµήµα της αριστεράς στην Ελλάδα και πολύ περισσότερο στην Ευρώπη σε ανοιχτά φιλοϊµπεριαλιστικές θέσεις. Ήταν αυτή που στη διάλυση των Βαλκανίων µίλαγε για τους τοπικούς εθνικισµούς και δεν έβρισκε ούτε µια λέξη για τον ευρωπαϊκό και τον αµερικανικό ιµπεριαλισµό». Η «τέτοια», λοιπόν, ή η «αλλιώτικη» θεώρηση του ιµπεριαλισµού; Η θεώρηση που αποδίδει στον ελληνικό καπιταλισµό θέση εξαρτηµένη και ενδιάµεση στο ιµπεριαλιστικό σύστηµα, που αποδίδει στον ελληνικό καπιταλισµό ένα στάδιο ανάπτυξης στο οποίο εµφανίζονται συµφέροντα µε ιµπεριαλιστικά χαρακτηριστικά, είναι υπεύθυνη για την εξάντληση του θέµατος της διάλυσης των Βαλκανίων στους τοπικούς εθνικισµούς, για την απουσία κριτικής στον αµερικάνικο και τον ευρωενωσιακό ιµπεριαλισµό; ε νοµίζω. Απλά η παραπάνω θεώρηση, έχει την ικανότητα να ερµηνεύει και τη στάση της ελληνικής κυβέρνησης σε ό,τι αφορά τη διάλυση των Βαλκανίων όχι µόνο σαν αποτέλεσµα της εξάρτησης του ελληνικού καπιταλισµού αλλά και σαν αποτέλεσµα, σαν έκφραση των συµφερόντων της ελληνικής άρχουσας τάξης. Χωρίς αυτό σε τίποτα να την εµποδίζει να αντιτάσσεται σε ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ, χωρίς ούτε στιγµή να παύει να καταδεικνύει την κυριαρχική τους ευθύνη στις βαλκανικές εξελίξεις. Ποια λοιπόν θεώρηση ήταν αυτή που οδήγησε τµήµα της αριστεράς σε «ανοιχτά φιλοϊµπεριαλιστικές θέσεις»; Αν µιλάµε για την ευρωπαϊκή αριστερά, µήπως για τις θέσεις της, πχ της γαλλικής αριστεράς, ευθύνεται ίσα ίσα όχι η αναγνώριση του ιµπεριαλιστικού χαρακτήρα της ίδιας της χώρας, αλλά ο περιορισµός των θεωρήσεων και επεξεργασιών της στα πλαίσια που χάραζε η κυρίαρχη αστική πολιτική των «εθνικών» συµφερόντων; Ποιο ήταν το τµήµα της αριστεράς που εξηγούσε τον πόλεµο «µόνο µε τον νεοφιλελευθερισµό και τα καπιαταλιστικά κέρδη»; Και ποιο είναι, µε δυο λόγια, το τµήµα της αριστεράς που ανάγει κάθε ερµηνεία (είτε του πολέµου είτε της ειρήνης) «στον νεοφιλελευθερισµό και τα καπιταλιστικά κέρδη», που αδυνατεί να ερµηνεύσει την ανάπτυξη των τοπικών εθνικισµών σαν φαινόµενο εκτός των άλλων- συναρτηµένο µε την προώθηση των γενικότερων ιµπεριαλιστικών επιδιώξεων; Είναι το τµήµα της αριστεράς που διαµορφώνει τη σύγχρονη πολιτική του εκτίµηση µέσα από την εξέταση 5
της θέσης της χώρας του στο διεθνές ιµπεριαλιστικό σύστηµα και από την εξέταση, ταυτόχρονα, του επίπεδου ανάπτυξης του ελληνικού κρατικοµονοπωλιακού καπιταλισµού; Ή µήπως είναι το τµήµα της αριστεράς µε το οποίο βρέθηκε να «συναλλάσσεται» πολιτικά η ΚΟΕ στο πλαίσιο της συµµετοχής της στις διεργασίες του «ελληνικού κοινωνικού φόρουµ»; Και φυσικά ούτε λόγος για το τµήµα της αριστεράς «που αδυνατούσε να δεχτεί τον αντιαµερικανισµό σαν υγιέστατη αντιιµπεριαλιστική έκφραση του ελληνικού λαού». Εκτός αν στο τµήµα αυτό κατατάσσεται κι εκείνη η µερίδα της αριστεράς που θεωρεί ότι η αντίσταση στον ιµπεριαλισµό δεν εξαντλείται στην έκφραση των (υγιέστατων) αντιαµερικανικών αισθηµάτων, η µερίδα της αριστεράς που έχει ταυτόχρονα ανοιχτό µέτωπο ενάντια σε λογικές επιλογής ανάµεσα σε «καλά» και «κακά» ιµπεριαλιστικά κέντρα, ανοιχτό µέτωπο ακόµα και σε λογικές «επιλογής» ανάµεσα στα συµφέροντα των ΗΠΑ και σε (ενδεχοµένως διιστάµενα προς αυτά) συµφέροντα της ελληνικής άρχουσας τάξης που αντιτίθενται στα πραγµατικά συµφέροντα του ελληνικού λαού. Ή µήπως ένα τέτοιο ενδεχόµενο είναι ολωσδιόλου απίθανο (ενταγµένο µάλιστα στο πλαίσιο των διεθνών ενδοϊµπεριαλιστικών αντιθέσεων); Είναι βέβαιη η ΚΟΕ ότι οι παραπάνω και ακόµα κάποιες αιτιάσεις της (όπως πχ για Κυπριακό και ελληνοτουρκικά) απευθύνονται στον σωστό αποδέκτη; Και συνεχίζει το κείµενο της «Αριστεράς» µε την διαπίστωση ότι η «τέτοια ή η αλλιώτικη» θεώρηση του ιµπεριαλισµού είναι αυτή «που βλέπει τις ελληνικές επενδύσεις στη Βαλκανική, αντίστοιχα µε τις εξαγωγές κεφαλαίου για τις οποίες έκανε λόγο ο Λένιν». Αλλά δεν εξηγεί το κείµενο της ΚΟΕ γιατί τις ελληνικές επενδύσεις στη Βαλκανική δεν θα έπρεπε να τις βλέπει κανείς «αντίστοιχα» προς τις εξαγωγές κεφαλαίου για τις οποίες έκανε λόγο ο Λένιν, ούτε εξηγεί µε ποιον τρόπο θα έπρεπε να τις βλέπει κανείς. Η ίδια θεώρηση επίσης, κατά την «Αριστερά», ήταν αυτή «που θαµπώνεται από τη συµµετοχή της Ελλάδας σε εκστρατευτικά σώµατα, κρύβοντας [!] τη συµµετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία ενάντια στην ΕΣΣ πριν 80 χρόνια ή τη συµµετοχή της στον πόλεµο της Κορέας πριν 50 χρόνια». Μάλλον όµως απέχει αυτή η θεώρηση [επιγραµµατικά: η θεώρηση της ενδιάµεσης και εξαρτηµένης θέσης (µε αναπτυσσόµενα ιµπεριαλιστικά γνωρίσµατα) του ελληνικού καπιταλισµού στο ιµπεριαλιστικό σύστηµα] είτε από το να «κρύβει» είτε από το να «θαµπώνεται» από την συµµετοχή της Ελλάδας στα όποια ιµπεριαλιστικά εκστρατευτικά σώµατα σήµερα ή στο παρελθόν. Και µάλλον αυτή τη συµµετοχή (είτε την πριν από 80 είτε πριν από 50 χρόνια είτε την σηµερινή) επιδιώκει να την ερµηνεύει στη βάση της εκτίµησης για το εκάστοτε επίπεδο ανάπτυξης του ελληνικού καπιταλισµού και της εκτίµησης για τη θέση του στο παγκόσµιο ιµπεριαλιστικό σύστηµα (και όχι το αντίθετο). Έτσι, το ότι «η συµµετοχή σε ιµπεριαλιστικούς πολέµους και επεµβάσεις» χαρακτηρίζεται ως ένα από τα «βασικά γνωρίσµατα του ιµπεριαλιστικού σταδίου του ελληνικού καπιταλισµού», αποτελεί συµπέρασµα που προκύπτει πρώτα από όλα από την παραπάνω εκτίµηση του επιπέδου ανάπτυξής του και τη διεθνούς θέσης του δεν είναι από µόνη της αυτή η συµµετοχή που θεµελιώνει την γενική εκτίµηση, αλλά είναι η γενική εκτίµηση που θεµελιώνει τον χαρακτήρα της συµµετοχής. Και φυσικά δεν είναι µόνο η ενδιάµεση θέση ή το µονοπωλιακό στάδιο ανάπτυξης (και ο συνακόλουθος ιµπεριαλιστικός χαρακτήρας των συµφερόντων της ελληνικής άρχουσας τάξης), αλλά και η εξάρτηση του ελληνικού καπιταλισµού, στην οποία οφείλεται η συµµετοχή της Ελλάδας στις ιµπεριαλιστικές 6
επεµβάσεις. Μόνο που αν πριν 80 ή 50 χρόνια η ελληνική άρχουσα τάξη συµµετέχοντας λόγω της εξάρτησής της στις ιµπεριαλιστικές στρατιωτικές επεµβάσεις, προσδοκούσε σαν αντάλλαγµα είτε την διεύρυνση του ακόµα υπό διαµόρφωση εθνικού χώρου της είτε την πολιτική και οικονοµική σταθεροποίηση της ύπαρξης της κυρίως στο εσωτερικό, τώρα η συµµετοχή της (στη βάση των πολιτικοστρατιωτικών της εξαρτήσεων) πραγµατοποιείται µε την προσδοκία ανταλλαγµάτων που σχετίζονται µε τη διανοµή της ιµπεριαλιστικής λείας έστω κι αν το µερίδιό της είναι µερίδιο όρνεου σε σύγκριση µε το λεόντιο µερίδιο των ισχυρών ιµπεριαλιστικών δυνάµεων. ΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ Τελικά όµως το ερώτηµα ως προς την κριτική της ΚΟΕ παραµένει: Κατά ποιο τρόπο η θεώρηση της Ελλάδας σαν χώρας µε εξαρτηµένη θέση στο ιµπεριαλιστικό σύστηµα «εξαφανίζει τη θεµελιώδη διάκριση ανάµεσα σε ιµπεριαλιστικές και εξαρτηµένες χώρες» αφού πάνω σε αυτή ακριβώς τη διάκριση αναφέρεται (χωρίς όµως για χάρη αυτής της διάκρισης να συγκαλύπτει και τον -σε κλίµακα πιο περιορισµένη από την γενική, φυσικά- ιµπεριαλιστικό χαρακτήρα της (εξαρτηµένης) ελληνικής άρχουσας τάξης; Ακόµη περισσότερο, µε ποιο τρόπο η θεώρηση της «ενδιάµεσης και εξαρτηµένης θέσης» υπηρετεί το στόχο «εξαφάνισης της ανεξαρτησίας ως εκείνης της κατεύθυνσης που µπορεί πραγµατικά να συνενώσει τον εργαζόµενο λαό». Αυτό τον στόχο θα τον υπηρετούσε µια θεώρηση που θα έκανε λόγο για κάποιας λογής αυτοδύναµη θέση του ελληνικού καπιταλισµού στο διεθνές (ιµπεριαλιστικό τι άλλο;) σύστηµα κι όχι αυτή που καθορίζει τη θέση του ως εξαρτηµένη. Επίσης, παύει να είναι «αξεδιάλυτη» η «πάλη ενάντια στον ιµπεριαλισµό από την πάλη ενάντια στην ελληνική ολιγαρχία», από το γεγονός ότι στην αντιιµπεριαλιστική πάλη δεν εντάσσονται µόνο οι φορείς εξάρτησης (ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, ΕΕ) του ελληνικού καπιταλισµού αλλά και η ίδια η ελληνική ολιγαρχία στο βαθµό που ο βαθµός αυτοτέλειας των συµφερόντων της (και όχι µόνο η εξάρτησή της) συντείνει στην χάραξη και άσκηση της πολιτικής της; Από το γεγονός ότι από τη µια η εξάρτηση και από την άλλη η άρχουσα τάξη αντιµετωπίζονται σαν ένα ενιαίο πλέγµα κοινωνικής ταξικής κυριαρχίας που συγκροτείται από την ταξική αυτοτέλεια και τη διεθνή εξάρτηση της άρχουσας τάξης ταυτόχρονα (άσχετα από επιµέρους αποκλίσεις και αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό των εκµεταλλευτικών συσχετισµών); Από την αναγνώριση του γεγονότος ότι η πάλη κατά της ελληνικής άρχουσας τάξης έχει να αντιµετωπίσει και τους φορείς της εξάρτησής της (καθώς η ανατροπή της πρώτης σηµαίνει την καθοριστική διακύβευση των συµφερόντων και των ερεισµάτων των ισχυρών ιµπεριαλιστικών χωρών), όπως και η πάλη κατά της εξάρτησης έχει να αντιµετωπίσει και την ίδια την ελληνική άρχουσα τάξη καθώς ανεξαρτησία σηµαίνει γι αυτήν καθοριστική διακύβευση των συµφερόντων της και της ύπαρξής της; Και πώς παίρνει «συγχωροχάρτι» ο ελληνικός αστικός κόσµος «για τις χίλιες δυο αλυσίδες µε τις οποίες έχεις προσδέσει τη χώρα µας στους επικίνδυνους ιµπεριαλιστικούς σχεδιασµούς», όταν του καταµαρτυρείται ότι η πολιτική του αυτή δεν οφείλεται µόνο στον εξαρτηµένο χαρακτήρα του αλλά και στα αυτοτελή συµφέροντα του σηµερινού σταδίου ανάπτυξης της ταξικής του κυριαρχίας; Και τελικά, το «αξεδιάλυτο» του αγώνα ενάντια στον ιµπεριαλισµό (αυτόν που υφίσταται η χώρα τόσο από τους φορείς της εξάρτησής της όσο κι από την ελληνική 7
άρχουσα τάξη και στην εξωτερική και στην εσωτερική διάσταση της πολιτικής της) και ενάντια στην (και εξαρτηµένη και ιµπεριαλιστική) ελληνική ολιγαρχία, πώς αλλιώς µπορεί να εκφραστεί, αν όχι µε το «αξεδιάλυτο» του αγώνα για «µια ριζική κοινωνική και πολιτική αλλαγή» και του αγώνα για τον σοσιαλισµό; Κι αυτή η ενιαία διαδικασία (διαδικασία που αγκαλιάζει όλες τις σφαίρες των οικονοµικών, πολιτικών, σχέσεων, όλα τα εθνικά και κοινωνικά ζητήµατα από τη σκοπιά της ταξικής πάλης) είναι υπόθεση του αντιιµπεριαλιστικού, αντιµονοπωλιακού δηµοκρατικού µετώπου (1), που θα θέσει τις προϋποθέσεις γι αυτήν. (*) Τα αποσπάσµατα µε πλάγια γράµµατα είναι από το κείµενο «διαζύγιο µε την αντιιµπεριαλιστική πάλη» της εφηµερίδας «Αριστερά». (**) Τα αποσπάσµατα που παρατίθενται είναι από ΛΕΝΙΝ, Ο ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ, Σύγχρονη Εποχή. (1) Έχω την εντύπωση ότι ξεχωριστό κεφάλαιο συζήτησης θα µπορούσαν να αποτελούν τα οριζόµενα σαν χαρακτηριστικά (αντιιµπεριαλιστικό, αντιµονοπωλιακό, δηµοκρατικό) του µετώπου ανατροπής των κυρίαρχων πολιτικών ταξικών συσχετισµών καθώς και ο τρόπος µε τον οποίο αυτά γίνονται κατανοητά. Όσο επίσης και οι µορφές µετωπικής συσπείρωσης και δράσης. Με την επίγνωση, πάντα, ότι έτσι ή αλλιώς η συζήτηση δεν υποκαθιστά την καθηµερινή πράξη, τον τελικό κριτή που θέτει σε δοκιµασία κάθε θεωρητική ανάλυση και επεξεργασία. 8