Ιεράπετρα, 9 Σεπτεμβρίου 1998 Συνέντευξη με το Νίκο Γενειατάκη και το Γιάννη Γενειατάκη, γιο του Νίκου. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Σχετικά έγγραφα
Συνέντευξη με τον κύριο Αβυσσηνό. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κ. Χριστοδουλάκη Μανώλη στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον κύριο Κοϊνάκη Νικόλαο στην Ιεράπετρα.

Συνέντευξη με τον κύριο Γιώργο Βουτυράκη στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον κύριο Βαρσαμίδη Γεώργιο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Γιάννη Σταυρουλάκη στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον αγαπητό τον κύριο Κανάκη Μηνά στο σπίτι του στον Άγιο Νικόλαο.

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Συνέντευξη με τον Κύριο Σμυρνιό Μιχάλη ή Λαμπράκη στην Ιεράπετρα. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τους κύριους Αντώνη και Μιχάλη Βασαρμίδη (Συμμετέχει ο κος Εξουζίδης Παύλος) στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α.

Συνέντευξη με τον κύριο Βασιλάκη Κωνσταντίνο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Κονδυλάκη Μανώλη στο Ηράκλειο. 1. ΚΑΣΕΤΑ Α. Πλευρά

ΠΑΡΑΜΥΘΙ #14. «Ο μικρός βλάκας» (Τραγάκι Ζακύνθου - Επτάνησα) Διαγωνισμός παραδοσιακού παραμυθιού ebooks4greeks.gr

Συνέντευξη με τον κύριο Κανιτάκη Γιώργο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον Γεώργιο Ξενούδη.

Συνέντευξη με τον Νίκο Τσαγκαράκη.

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Συνέντευξη με τον κύριο Βασιλάκη Γιώργο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Μαρκάκη Αριστοτέλη στη Σητεία. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Βαρδάκη Βαγγέλη στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Τσαντάκη Γιώργο στο Ηράκλειο. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Modern Greek Beginners

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

Συνέντευξη με τον αγαπητό φίλο μας κιθαρίστα Παξιμαδάκη Γιάννη στο Ηράκλειο. Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Περάκη Νίκο.

Συνέντευξη με τον κ. Ζερβάκη Ιωάννη 14/5/98 στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον κύριο Φραγκιαδάκη Γιώργο στη Σητεία. Α. Πλευρά

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

Συνέντευξη με τον κύριο Λουφαρδάκη Μιχαήλ Α. Πλευρά

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

Σχολικές αναμνήσεις. Η γιαγιά του Χάρη θυμάται

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ Π Ρ Ω Τ Η Σ Ε Ι Ρ Α Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν

Κατανόηση προφορικού λόγου

Δουλεύει, τοποθετώντας τούβλα το ένα πάνω στο άλλο.

Συνέντευξη με τον κύριο Καταξάκη Γιώργο στη Σητεία.

Συνέντευξη με τον κύριο Εξουζίδη Παύλο στη Σητεία

Απόψε (ξανα)ονειρεύτηκα

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Σιώμος Θεόδωρος του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Χαμπάρι ο Γιαννάκης. Η μάνα χαμηλώνει το στερεοφωνικό... Ο Γιαννάκης επιτέλους, γυρίζει! Βλέπει τη μάνα... θυμώνει... της βάζει τις φωνές...

Ο Τοτός και ο Μπόμπος εξετάζονται από το δάσκαλό τους. Ο Μπόμπος βγαίνει από την αίθουσα και λέει στον Τοτό:

Κάποια μέρα, όπως όλοι παντρεύονται, έτσι παντρεύτηκε και ο Σοτός. Σον ρωτάει η γυναίκα του:

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

Ενότητα 7. πίνακας του Γιώργου Ιακωβίδη

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Αξιοποιώντας τους γλωσσικούς πόρους

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Συνέντευξη με τον κύριο Γιαννουλάκη Κωστή Α. Πλευρά

Συνέντευξη με τον κύριο Κατράκη Φώτη Α. Πλευρά

Η ζωή είναι αλλού. < <Ηλέκτρα>> Το διαδίκτυο είναι γλυκό. Προκαλεί όμως εθισμό. Γι αυτό πρέπει τα παιδιά. Να το χρησιμοποιούν σωστά

Συνέντευξη με τον κύριο Γερεουδάκη Γεώργιο ή Μαρουβά Α. Πλευρά

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Συνέντευξη με τον κύριο Δασκαλάκη Μανώλη Α. Πλευρά

«Πούλα τα όσο θες... πούλα ας πούµε το καλάµι από 200 ευρώ, 100. Κατάλαβες;»

Οδηγός πως να πιάνεις σωστά το μπουζούκι για να μαθεις να παιζεις γρηγορα σε μικρότερο διαστημα βήμα-βήμα και να έχεις σωστο και ωραιο ηχο!!!

Αυήγηση της Οσρανίας Καλύβα στην Ειρήνη Κατσαρού

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

17.Β. ΜΙΚΡΑ ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΤΟ 2 - ΧΑΤΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΜΑΡΙΑ

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΑ ΟΜΑΔΙΚΑ ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ

2016 Εκδόσεις Vakxikon.gr & Κατερίνα Λουκίδου

Συνέντευξη με τον Κύριο Λαποκωσταντάκη Γιώργο στην Ιεράπετρα. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

LET S DO IT BETTER improving quality of education for adults among various social groups

Λόγοι για την παιδαγωγική της οικογένειας (Γέρων Εφραίμ Κατουνακιώτης)

Συνέντευξη με τον κύριο Μανιουδάκη Εμμανουήλ ή Μανιό Α. Πλευρά

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Έρωτας στην Κασπία θάλασσα

Συγγραφέας: Αλεξίου Θωμαή ΕΠΙΠΕΔΟ Α1 ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΔΙΑΜΟΝΗ. Κατανόηση γραπτού λόγου. Γεια σου, Μαργαρίτα!

Σκηνή 1η Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι Φθινοπωρινή Φυλλαράκι

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

THE ENGLISH SCHOOL ΑΓΓΛΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

Συνέντευξη με τους κυρίους Καπετανάκη Γεώργιο ή Καψάλη και Καπετανάκη Φανούριο

Συνέντευξη με τον Καντηλιεράκη Σταύρο ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

KEΦΑΛΑΙΟ 1 AN HMΟΥΝ ΜΕΓΑΛΟΣ. Όταν είσαι μικρός ένα πράγμα είναι σίγουρο. Ότι θέλεις να μεγαλώσεις όσο πιο γρήγορα γίνεται.

ΟΝΟΜΑ: 7 ο ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΟ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ

Modern Greek Beginners

Ιδέες των μαθητών της ΣΤ' τάξης του Δημοτικού Σχολείου Athener Schule

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Μπεχτσή Μαρία του Κωνσταντίνου, 11 ετών

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ Δ Ε Ι Γ Μ Α Τ Ω Ν 02

Συνέντευξη με τον κύριο Κοσκίνη Γιώργο στη Σητεία. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά

Α ΜΕΡΟΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ ΑΡΗΣ ΤΙΤΑ

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Γεια σας, παιδιά. Είμαι η Μαρία, το κοριτσάκι της φωτογραφίας, η εγγονή

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το Α' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη Σμπώκου

- Γιατρέ, πριν την εγχείρηση δεν είχατε μούσι... - Δεν είμαι γιατρός. Ο Αγιος Πέτρος είμαι...

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών

εργαστηρι 3 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Η ΜΙΚΡΟ ΘΕΑΤΡΙΚΟ «ΔΥΟ ΗΜΕΡΕΣ ΑΠΟ ΤΗ ΖΩΗ ΤΟΥ ΛΕΥΤΕΡΗ ΜΑΚΡΗ» ΠΡΩΤΗ ΠΡΑΞΗ

ΓΙΑ ΕΦΗΒΟΥΣ ΚΑΙ ΕΝΗΛΙΚΟΥΣ Π Ι Σ Τ Ο Π Ο Ι Η Σ Η Ε Π Α Ρ Κ Ε Ι Α Σ Τ Η Σ ΕΛΛΗΝΟΜΑΘΕΙΑΣ Κ Α Τ Α Ν Ο Η Σ Η Π Ρ Ο Φ Ο Ρ Ι Κ Ο Υ Λ Ο Γ Ο Υ ΔΕΥΤΕΡΗ ΣΕΙΡΑ

Συνέντευξη με τους Χαρίδημο και Θεοχάρη Σταματάκη Σάββατο 28 Μαρτίου 1998 Μουσείο Ελληνικών Λαϊκών Οργάνων

:00:11:17 00:00:13:23. Έλα δω να δεις :00:13:23 00:00:15:18. Η Χλόη είναι αυτή; :00:16:21 00:00:18:10. Ναι.

Transcript:

Ιεράπετρα, 9 Σεπτεμβρίου 1998 Συνέντευξη με το Νίκο Γενειατάκη και το Γιάννη Γενειατάκη, γιο του Νίκου. ΠΡΩΤΗ ΚΑΣΕΤΑ. Α. Πλευρά Κύριε Νίκο, θέλουμε να μας πείτε, με λίγα λόγια, ποια ήταν τα πρώτα ερεθίσματά σας για ν ασχοληθείτε με την μουσική, με το όργανο; Από μικρός που ήμουνα, στο σχολείο που πήγαινα -το σχολείο μας είχε κάγκελα γύρω, γύρω- ήταν ένα ραδιόφωνο παλιό, το πρώτο ραδιόφωνο, φέρανε ένα Μόρφι ενού Τάκη, και μόλις θα εβγαίναμε διάλειμμα, εγώ λέω «δεν πάω εγώ τώρα να παίζω παιχνίδια με άλλα παιδιά», μον επήγαινα στα κάγκελα ν ακούω τι τραγούδια έλεγε το ραδιόφωνο, τότε που χε. Είχα μέσα ένα μεράκι από παιδί μες στο σχολείο, όταν ήθελε να μας πει ο δάσκαλος, «έχουμε ωδική», το καλύτερό μου μάθημα μπορώ να σου πω ότι ήταν η ωδική. Να φεύγω από το σχολείο, από τον περίβολο, να πηγαίνω στα κάγκελα να παρακολουθώ το ραδιόφωνο, το Μόρφι, τι τραγούδια έλεγε. Την εποχή έλεγε νησιώτικα, το «Θαλασσάκι» που πρωτόβγαινε τότεσα και πολλά άλλα που μ αρέσανε κι ήπαιξε το κουδούνι αλλά αυτομάτως, άμα ήθελε να παίξει το κουδούνι, πήγαινα εγώ αμέσως στη σειρά μου. Δεν καθυστερούσα πάλι. Κι όσο μεγάλωνα ύστερα, παρακολουθούσα τον Παντελή, ερχότανε στη Καλαμαύκα, σε χοροεσπερίδες και ήπαιζε. Να ρθει ο Παντελής στην Καλαμαύκα, να πάω εγώ αμέσως πρώτος να τον ακούω. Να στέκω ή απ το παραθύρι, ή απ την πόρτα του μαγαζιού, ή να μαι μέσα κοντά του, να παρακολουθώ μόνο, να μαθαίνω τους σκοπούς, μέχρι που τελείωσα το Δημοτικό. Αυτός είναι ο Παντελής Μπαριταντωνάκης; Παντελής Μπαριταντωνάκης, ναι. Και μετά το πρώτο βιολί που αγόρασα ήμουνε είκοσι χρονών. Δεν το πήρα από μικρός, ήμουνα δεκαεννέα, είκοσι 1

χρονών τότε. Και άρχισα να παίζω σιγανά, σιγανά τα πρώτα ακούσματα που άκουγα απ τον Παντελή τον Μπαριταντωνάκη, από κάποιο Δαγαλάκη Γιώργη, χωριανό μας, πρέπει να τον ξέρετε. Ο οποίος έπαιζε βιολί; Ναι. Βιολί παίζει κι αυτός. Δηλαδή, σου έδειξε κάποιος για ν αρχίσεις να παίζεις βιολί; Τα πρώτα μου ακούσματα και οι πρώτες μου πρόβες, εμάθαινα μόνος μου τότε. Μετά που άρχισα λίγο να παίζω τους σκοπούς, επήγαινα εκεί που παίζανε και του λεγα «μου λες και μένα το πάτημα αυτό, πώς να το κάμω». Και μου δείχνανε ορισμένα πράγματα, ό,τι δεν ήξερα στην αρχή ακόμα. Απάνω, όμως, σε ενάμισι, δυο μήνες που πήρα το βιολί, είχαμε ένα αστυνομικό, ενωματάρχη, το Πάσχο, πρέπει να τονε θυμάστε και με κάλεσε κι ήπαιξα σε χοροεσπερίδα μέσα στο καφενείο της Ανδρονίκης την εποχή εκεινιά. Σε δυο μήνες απάνω. Και τους εφάνηκε παράξενο στους χωριανούς μου, σου λέει «δυο μήνες είναι στο βιολί ακόμη». Είχα, δηλαδή, μια όρεξη, όπου να θελα να βρω κιθάρα, να βρω μαντολίνο, να πηγαίνω στο χωράφι έξω, να βρίσκω κανά χοχλιό, να τον τρυπώ λίγο, να βάλω ένα κομμάτι νουνούρα, σας λέω τώρα περιστατικά την εποχή αυτή, να τραγουδώ από μέσα απ τον χοχλιό, να ευχαριστιέται η ψυχή μου, το κορμί μου που λεγα τραγούδια. Κι από κει ξεκινούσα. Πώς τον λέγατε αυτόν τον χοχλιό; Το όργανο αυτό που έφτιαχνες πώς το λέγατε; «Πάμε» λέει «παιδιά να κάνουμε κάθες μια νουνούρα, τη παίζουμε», νουνούρα. Νουνούρα; Νουνούρα τη λέγαμε. Και πώς το κάνατε αυτό; Εβρίσκαμε ένα χοχλιό, αδειανό, κι ήταν βγαλμένο από μέσα το κρέας του. Έξω δα στην εξοχή έχει πολλούς, που ναι αδειανοί χοχλιοί μέσα. 2

Και εκάναμε ένα τρυπαλάκι με την πέτρα, ένα μικρό τρυπαλάκι στρογγυλό και κόβαμε της αράχνης αυτό το πλέγμα που έχει, τον ιστό, το κολλούσαμε απάνω με λίγο σάλιο και τραγουδούσαμε όλη μέρα με το χοχλιό αυτό. Κι ήβγανε πραγματικά ένα ήχο ωραίο, αυτή την εποχή. Ε, δεν είχαμε αυτή την εποχή άλλο όργανο ν ασχοληθούμε. Κι όσοι είχαμε, βέβαια, μεράκι, να θέλουμε τα τραγούδια, αυτό το πράγμα κατασκευάζαμε για να περνάει η ώρα μας. Ο πατέρας σας είπατε προηγουμένως ότι έπαιζε βιολί. Ήπαιζε βιολί, ναι. Ήταν και κουρέας. Ήταν, δηλαδή, επαγγελματίας, τον φωνάζανε σε γλέντια; Ναι, βιολί κι αυτός. Εσείς μάθατε απ τον πατέρα σας; Εγώ ήμουνα ενούς χρονού όταν πέθανε και δεν τον θυμάμαι καθόλου. Μου λέγανε άλλοι ότι ήπαιζε, κάνανε παρέες, οι συνηλικιώτες του. Οπότε βιολί υπήρχε στο σπίτι; Ναι. Και εσείς το πιάνατε και δοκιμάζατε να παίξετε; Ναι, πότε-πότε. Όταν ήσασταν πόσο μικρός; Εγώ το βιολί το πήρα από δεκαοχτώ χρονών. Η μάνα μου ήθελε να μάθω γράμματα. Εγώ δεν είχα κλίση στα γράμματα, μον ήθελα συνέχεια να βρίσκω όργανα, μαντολίνα, κιθάρες, αυτά μ αρέσανε. Είκοσι χρονών το πιασα το βιολί. Όταν ήσασταν, δηλαδή, στο δημοτικό ή στο γυμνάσιο ή μεγαλύτερος; Ποτέ δεν έπιασα βιολί μικρός. Γιατί, δεν σας τράβαγε; Σας είχα πει ότι πήγαινα έξω, ήθελα να διαβάζω. Δεν σας άφηνε η μητέρα; Όχι δεν μ άφηνε, δεν είχα και το βιολί τότε. Την εποχή αυτή το χανε δώσει το βιολί, το χανε πουλήσει. 3

Του πατέρα το βιολί δεν το είχανε; Δεν το είχαν. Το δώκαν σε κάποιος συγγενής μας τότε, επειδή στενοχωριόταν η μάνα μου να το βλέπει, το χε έτσι σαν ενθύμιο. Αλλά ήθελε η μάνα μου για να σπουδάσουμε, να μάθουμε γράμματα και δεν το χε το βιολί. Ήτανε κατοχή αυτή την εποχή και το δώσανε, γιατί είχε φτώχια αυτή την εποχή. Και μετά που μεγάλωσα, ύστερα καμιά εικοσαριά χρονών, πήγα στο εργοστάσιο, στο ελαιουργείο, δούλεψα εκεί πέρα και από κει πήρα το βιολί. Δηλαδή το αγόρασες; Το αγόρασα το βιολί, ναι. Άλλος στην οικογένεια έπαιζε; Κανένας θείος, παππούς, αδερφός; Ε, να, ο πατέρας μου μόνο που ήπαιζε. Ο πατέρας μου, δεν είχε άλλο, ούτε αδερφό, ούτε αδερφή. Είχε αδερφή μα δεν ήπαιζε. Και τώρα αν θέλαμε να πούμε ποιον θεωρείτε δάσκαλό σας στο βιολί, ποιον θα λέγατε; Δάσκαλο, μπορώ να σας πω, ότι θεωρώ, επειδή δεν πήγα πουθενά να σπουδάσω, ήταν τα ακούσματα που άκουγα εγώ ο ίδιος και η πείρα που είχα και η προσπάθεια. Πώς την αποχτήσατε την πείρα; Το χα από παιδί εγώ αυτό το πράγμα, από μικρός μ αρέσανε τα τραγούδια, μ άρεσε η εκκλησία. Πρωί-πρωί, αμέσως από πέντε χρονών πήγαινα στην εκκλησία. Ήθελα εκκλησία και μουσικά όργανα ν ακούω να μαθαίνω. Αλλά δεν σας έδειξε κάποιος πώς κρατάνε το βιολί, κάποια πατήματα, κάποιες δοξαριές; Τα βλεπα εγώ που τα παίζανε στα καφενεία την εποχή αυτή κι ήβλεπα πώς πιάνανε και πώς το παίζανε το βιολί, αλλά ορισμένα πράγματα επήγαινα να με ορμηνεύει και ο μακαρίτης ο Παντελής ο Μπαριταντωνάκης, ο Δαγαλάκης ο Γιώργης που ξέρετε και κάποιος λυράρης που τον λέγαμε απ την Καλαμαύκα, έχει παντρευτεί ο γιος του 4

στην ανατολή, του Μανολιού. Λυράρη τον λέγανε, βιολί έπαιζε, αλλά τον λέγανε λυράρη. Κι από κει ήμαθα ό,τι ήμαθα. Δεν επολυκυκλοφορούσανε βιολιά αυτή την εποχή, γιατί ήταν και ακριβά και δυο, τρία άτομα στο χωριό είχαν βιολί. Ήτανε ένα ο Δαγαλάκης που είχε, εγώ άλλο ένα και ο λυράρης που λέγανε ο βιολάτορας Κενανάκης άλλο ένα. Γιατί νομίζετε ότι τον λέγανε λυράρη; Επειδή ήπαιζε βιολί, τονε λέγανε λυράρη. Αντί να τονε λένε βιολάτορα, τον λέγανε «ήρθε ο λυράρης». «Ήρθε ο βιολάτορας». Στ αστεία το λέγανε. Αυτή την εποχή εβάνανε αρχή οι λύρες να βγαίνουνε στην πιάτσα, προ τριάντα πέντε, σαράντα χρόνια. Αυτή την εποχή εβάναν αρχή οι λύρες στον τόπο μας. Μετά, ύστερα, που φύγαν αυτοί, θα συνεχίσουμε εμείς. Έχετε ακούσει από τη μητέρα σας ή από κάποιον άλλο της οικογένειας, ο πατέρας σας αν ήτανε Η μάνα μου ήτανε μερακλίνα, της αρέσανε τα τραγούδια τα καλά, η καλή παρέα, τα σωστά τραγούδια. Κι ευχαριστιούντανε όταν να θελε να ρθει τώρα, να μας βλέπει να παίζουμε με τον αδερφό μου. Εγώ πήρα το βιολί, ο αδερφός μου πήρε ακορντεόν και παίζαμε μετά σε γάμους και βαφτίσεις. Όχι, αυτό που ήθελα να σας ρωτήσω είναι, αν είχατε ακούσει απ τη μητέρα σας, την εποχή του μπαμπά σας, αν επικρατούσε το βιολί ή η λύρα; Βιολί επικρατούσε, δεν υπήρχε η λύρα αυτή την εποχή. Καθόλου λύρα. Ποτέ δεν υπήρξε στο χωριό σας λύρα απ όσο ξέρεις; Ποτέ στη Καλαμαύκα λύρα. Ξέρετε πότε ήρθε η λύρα εδώ στην Κρήτη; Δεν ξέρω ακριβώς. Οι Ρεθεμνιοχανιώτες μπορεί να χανε λύρες από παλιά, δεν ξέρω. Αλλά, πάντως, εγώ πάντα βιολιά άκουγα, μες στο νομό μας ειδικά, πάντα βιολιά. Ο βιολάτορας ελέγανε πάντα. 5

Δηλαδή, απ όσο θυμάσαι κι απ ό,τι έχεις ακούσει από τον πατέρα σου κι από τον παππού σου, πάντα σου έλεγαν ότι στο χωριό Καλαμαύκα παίζανε βιολί; Ποτέ λύρα. Εγώ σας είχα πει, πατέρα δεν εγνώρισα, επειδή πέθανε όταν ήμουνα μικρός, αλλά από άλλους χωριανούς μου δεν ελέγανε ποτέ λύρα, μόνο βιολί. Ο βιολάτορας, βιολί ελέγανε πάντα. Όταν θέλαν να ονομάσουν, παίρνω αφορμή από κάτι που είπες προηγουμένως, όταν θέλουν να ονομάσουν τα όργανα αυτά, ήρθαν ας πούμε να παίξουνε «Ήρθε ο βιολάτορας». Ο βιολάτορας λένε, όχι ο λυράρης; Γι. Μπορώ να πω κάτι κύριε Αμαργιανάκη; Μπορώ να επέμβω στη συζήτηση; Ναι, βεβαίως. Γι. Μπορεί να ξεχνάει ο πατέρας μου κάτι κι εγώ το χω ακούσει απλά. Υπήρχε ένας χωριανός μας, ο οποίος ήτανε στο Σκίνο και τον λέγανε λυράρη. Αλλά δεν έπαιζε λύρα. Γι. Α, το είπατε αυτό; Δεν ήπαιζε λύρα; Τον λέγαν όμως λυράρη. Τον λέγαν λυράρη. Αυτή την εποχή εκάνανε αρχή οι λύρες. Για πες μου κάτι άλλο. Λέγατε ποτέ τα όργανα βιολοντάουλα; Ναι, πολλές φορές. «Ήρθαν τα βιολοντάουλα». Γιατί τα λέγανε; Είχαν την εποχή αυτή ένα βιολί, ένα νταούλι με μια προβιά κάμε στρογγυλό σαν το κόσκινο, πιο μικρό. Έφταξες νταούλι εσύ; Το θυμούμαι, ναι. Και παίζαν νταούλι με βιολί. «Ήρθαν τα βιολοντάουλα». Αυτό λέγανε. Για λύρα μόνο τα τελευταία χρόνια που χω ακούσει λύρες. Η κιθάρα, συνήθως, δεν συνόδευε το βιολί; 6

Η κιθάρα πάντοτε ήταν. Αλλά παλιότερα νομίζετε ότι το νταούλι συνόδευε το βιολί; Παλαιότερα είχανε πάλι μαντολίνα με κιθάρα. Με το βιολί τι γίνεται; Με το βιολί μαντολίνο και βιολί και κιθάρα. Και τα τρία μαζί; Ναι, και το νταούλι. Έκαναν συγκρότημα. Δηλαδή, παίζανε τέσσερις μουσικοί, ο ένας βιολί Παίζανε ο ένας βιολί, ο άλλος μαντολίνο κι ο άλλος το νταούλι, τα βιολοντάουλα που λέμε. Εκράταγαν δυο ξύλα και το χε με μια προβιά έτσι σασμένο και εκράτα πάσο, ήταν ωραίο κι αυτό. Και στα πανηγύρια, δηλαδή, συνηθίζανε να παίζανε κι αυτοί οι τρεις, τέσσερις; Αυτά παίζονται. Μαντολίνο, βιολί και νταούλι. Όχι κιθάρα; Όχι κιθάρα. Κιθάρα, όσοι εξέρανε και είχανε, παίζανε κιθάρα. Αλλά δεν είχανε, δεν ήταν τα λεφτά εύκολα για να πάρουνε κιθάρα αυτή την εποχή. Είχανε κιθάρα, που κι ένας, είχανε κιθάρες, τις θυμούμαι εγώ τώρα και σαράντα, σαράντα πέντε χρόνια. Δηλαδή, μετά την κατοχή ήρθαν οι κιθάρες; Ναι, προτού είχανε το νταούλι. Βιολί και νταούλι με το μαντολίνο. Μετά ήρθαν οι κιθάρες. Τώρα αν υπήρχαν αλλού κιθάρες, δεν το γνωρίζω. Το μαντολίνο έπαιζε και σκοπούς ή μόνο συνόδευε; Ναι, και σκοπούς ήπαιζε και πάσο κρατούσε, απ όλα. Εσείς πότε θυμάστε για πρώτη φορά τον εαυτό σας σε γλέντι, να πήγατε, να παίξατε, να βγάλατε, περίπου, όλο το γλέντι; Εγώ μόλις πήρα το βιολί, σε δυο, δυόμισι μήνες, είπα ύστερα ενάμισι μήνα, αλλά μπορεί να ταν και δυόμισι, μας εκάλεσε αυτός ο ενωματάρχης ο Πάσχος με τ όνομα και ήθελε να κάνει χοροεσπερίδα στης Ανδρονίκης το καφενείο που το ξέρετε. Πήγα πραγματικά. Την πρώτη φορά 7

περάσαμε ωραία. Κι ήπαιζα σκοπούς, τότες δεν ήτανε πολλοί χοροί. Ήταν ο χανιώτικος, ο πηδηχτός, ο πεντοζάλης και κανά ταγκό. Δεν υπήρχανε οι ρούμπες, τέτοια πράγματα αυτή την εποχή, τα εξελιγμένα που χουμε τώρα. Αλλά τη δεύτερη, τη τρίτη φορά που πήγα, ενθουσιαστήκανε, όταν ήπαιζα εγώ με τον αδερφό μου. Ο αδερφός ήπαιζε ακορντεόν. Και μου κρατούσε με το ακορντεόν κι είχα κι ένα άλλο ξάδερφο και του χα πάρει ένα λαούτο απ το Λασίθι και παίζαμε μαζί παρέα. Την ώρα που επαίζαμε στο καφενείο ενθουσιαστήκαν δα το κοινό όλο, που χορεύανε και μου παίζουνε μια στο βιολί κι ανεβαίνει στο λουξ επάνω της Ανδρονίκης και πέφτει κάτω κι ίδια, πως ήπεσε στο μπαμπάκι και δεν έπαθε το παραμικρό. Συνεχίσαμε εμείς πάλι το βιολί, επαίζαμε όλη νύχτα, χαριεντισμένος ο κόσμος, χωρίς μεγάφωνα, βέβαια, χωρίς ενισχυτές, χωρίς τίποτα. Και έτσι τα βγάναμε τα γλέντια τα πιο πολλά την τότε εποχή. Δηλαδή, όταν ήσασταν σε ηλικία είκοσι ενός, είκοσι δύο χρονών; Είκοσι ενός, είκοσι δύο χρονών. Παίζατε σε γλέντια, σας φωνάζανε; Ναι. Είκοσι χρονών πήρα το βιολί κι αμέσως στα είκοσι δυο μου ήπαιζα εγώ συνέχεια. Αμέσως με καλούσαν και στην Ανατολή και στην Πρίνα, στο Λασίθι πηγαίναμε με τα πόδια. Να φεύγουμε τέσσερις η ώρα το πρωί με τα πόδια, να φτάνουμε την άλλη μέρα ποδαρόδρομοι και να παίζουμε αμέσως στην Καρά που είχανε στον Άγιο Γεώργιο στον Αβρακόντε από πάνω ένα χωριό λεγότανε και παίζαμε τρία μερόνυχτα. Όλη μέρα την παραμονή του Αγίου Ιωάννου. Και την άλλη μέρα το βράδυ και την άλλη μέρα του Αγίου Αλεξάνδρου, της Αγίας Ζώνης. Αυτά τα πρώτα χρόνια, τα πρώτα δυο, τρία χρόνια που χα πάρει το βιολί. Ανεδείχτηκα αμέσως, ο κόσμος με πήρε από καλό μάτι. Όλη η περιφέρεια. Ο ένας μετά λέει στον άλλον κι ήξερα, την τάδε εποχή θα πάω στην Ελούντα στου Μαυρικάκη το καφενείο, την άλλη θα πάω στις Λίμνες στο Χριστινάκι, την άλλη θα πάω στο Χουμεριάκο, την άλλη στις 8

Βρύσες στου Βελονάκη, την άλλη στο Λασίθι. Δηλαδή, μια φορά που μ ακούγανε τότε μου λένε, επειδή τα τηλέφωνα δεν είχανε ευκολίες τότες σαν τη σημερινή εποχή, «θα ξέρεις» μου λέει «θα ρχεσαι την τάδε ημερομηνία, στο τάδε πανηγύρι, χωρίς ειδοποίηση». Και όπως το κάναν πραγματικά. Δεν μας απάντησες σε μια ερώτηση που σου έκανε η Ειρήνη προηγουμένως. Αν σου λεγε κανείς ποιον θεωρείς δάσκαλό σου, με την ευρύτερη έννοια του όρου, όχι ότι έκατσε κάτω και σου έμαθε, αλλά από ποιον έμαθες αυτή τη μουσική που ξέρεις; Μπορώ να σας πω ότι τα πιο πολλά που ήμαθα, είμαι αυτοδίδακτος. Έτσι κλέφτικα έπαιρνα τους σκοπούς από τον Παντελή, από τον Δαγαλάκη, από τον άλλο τον Κενανάκη το λυράρη που λέγαμε. Συλλάμβανα αμέσως τον ήχο, το σκοπό που λέμε και τον ήπαιζα μόλις ήθελα να πάω σπίτι. Ναι, αλλά ποιον είχες σαν πρότυπο, όταν ονειρευόσουνα να γίνεις βιολάτορας. Ποιο ήταν το πρότυπό σου; Ήταν ο Παντελής απού είχε πραγματικά το βιολί του μια γλύκα και μόλις ήθελα ν ακούσω ότι στην Καλαμαύκα έρχεται ο Παντελής, τα άφηνα όλα αμέσως, να πάω να παρακολουθώ τον Παντελή. Ο Παντελής σ έβλεπε με καλό μάτι; Ναι, πάντα ήμαστε φίλοι. Στο χωριό μου, στο σχολείο, σε χοροεσπερίδες, σε εκδηλώσεις που κάνουνε και μου λέει, είχα το βιολί καινούργιο παρμένο και μου λέει να του το δινα κι ήκανε το γλέντι που ήκανε στο χωριό, με ευχαριστούσε μετά που του δωκα το καλό βιολί. Παίξατε ποτέ μαζί; Πολλές φορές. Μου λεγε πολλές φορές, «έλα Νίκο να πάμε να παίξουμε μαζί, γιατί καμιά φορά μου λέει «ο Αντώνης βρίσκει αιτία». Και επηγαίναμε πολλές φορές μαζί και στους Μεσελέρους και στο Λασίθι και στις Λίμνες. Δηλαδή, του έκανες ακομπανιαμέντο; 9

Του κράταγα ακομπανιαμέντο εγώ και μου κράταγε και μένα. Ήπαιζα βιολί και μου κρατούσε ακομπανιαμέντο κι ήπαιζε και του κράταγα ακομπανιαμέντο. Πάντα τα χαμε καλά εμείς με τον Παντελή. Δηλαδή, τα πιο πολλά τα μαθες απ αυτόν θα λέγαμε; Μάλλον απ αυτόν έχω μάθει τα πιο πολλά. Δηλαδή, παρόλο που είμαι αυτοδίδακτος, τ ακούσματα που άκουσα από τον Παντελή, τσι καλούς σκοπούς, τσι γνήσιους, από κει έμαθα τα πιο πολλά. Και από κάποιο Δαγαλάκη που... στη Καλαμαύκα αυτός. Αυτή η παράδοση τώρα που μας περιγράφεις, που έκλεβες απ το δάσκαλό σου, όπως είπες, τα κλεψίματα που έκανες από τον Παντελή κι από άλλους, συνεχίζεται ακόμα και σήμερα στην Καλαμαύκα, έτσι μαθαίνουν τα παιδιά. Καταρχήν, υπάρχουν παιδιά που μαθαίνουν; Τα παιδιά τη σημερινή εποχή δεν θέλουν ν ασχοληθούν τα πιο πολλά με όργανο. Έχουνε όρεξη, αλλά δεν ξέρω. Έχουνε άλλες συνθήκες ζωής και είτε δεν τους αρέσουνε είτε θέλουν να ναι ανεξάρτητα, ελεύθερα να μη δεσμεύονται στο όργανο. Στον Άγιο πάω εγώ πότε-πότε και μαθαίνω κανά δυο παιδιά εκεί πέρα βιολί. Τους αρέσει το βιολί. Έχω ένα, δυο παιδιά απ τον Άγιο, πηγαίνω τα μαθαίνω. Οι γιοι μου τώρα μαθαίνουνε μπουζούκια παιδιά, μαθαίνουνε κιθάρες. Ο γιος μου στη Μήλο έχει παιδιά πολλά και τα μαθαίνει μπουζούκι, με κιθάρα. Αλλά στο βιολί απάνω έχουνε όρεξη δα μου λένε «δύσκολο είναι θείε, πώς θα το μάθω». «Εντά πώς το μαθα» τους λέω «εγώ, σιγά, σιγά». Άλλο παιδί υπάρχει στο χωριό που να ενδιαφέρεται να μάθει; Είναι παιδιά που ενδιαφέρονται να μάθουνε, αλλά για λίγη ώρα που θα του κάνω λίγο μάθημα. Κάμποση ώρα μου λέει «ε, μα κουραστικό είναι και δεν μπορώ να το παίξω κειόνε». Αυτά θέλουνε υπομονή. Το βιολί είναι ένα δύσκολο όργανο, γιατί δεν έχει πατήματα να δεις. Η λύρα έχει το πάτημά της. Η κιθάρα έχει τα πατήματά της. Αλλά το βιολί δεν έχει πάτημα και με το λίγο-λίγο τα βαριούνται τα παιδιά. Έχουνε όρεξη, αλλά τους φαίνεται δύσκολο. Κι εγώ έχω όρεξη να τα μαθαίνω. Όσα 10

έρχονται κοντά μου, έχω όρεξη να τα μαθαίνω. Λέω πως θα προσπαθώ ό,τι μπορώ να λέω και στ άλλα παιδιά, που ναι το βιολί ένα παραδοσιακό όργανο, καλό όργανο. Μ αρέσει το βιολί εμένα, γιατί παίζει όλους τους σκοπούς. Δεν υπάρχει σκοπός να μη τονε παίζει το βιολί. Θα μας πείτε, η αμοιβή εκείνα τα χρόνια, παλιότερα, πώς καθοριζότανε, με βάση τι; Δηλαδή πηγαίνατε εσείς σ ένα γλέντι, είπατε ότι τηλέφωνα δεν υπήρχαν και ξέρατε ότι θα πάτε στο τάδε χωριό εκείνη τη γιορτή να παίξετε. Εσείς πώς αμειβόσασταν; Αυτή την εποχή παίρναμε ένα κατοστάρικο ή εκατόν πενήντα δραχμές και παίζαμε όλη νύχτα. Από ποιον; Από τον καταστηματάρχη ή θα μας έκανε μια συμφωνία «αν δεν πάρετε τυχερά θα σας τα συμπληρώσω εγώ». Αλλά εκατόν πενήντα δραχμές την εποχή αυτή αξίζανε. Εκατόν πενήντα δραχμές ή διακόσιες προ σαράντα χρόνια, ήτανε καλά λεφτά. Και με ποιους άλλους μουσικούς έχετε παίξει; Με τον αδερφό μου παίζαμε ταχτικά ακορντεόν και βιολί. Ή και από άλλα χωριά. Ναι και από άλλα χωριά. Είχα κι απ το χωριό μου πολλούς, τον Αντώνη τον Πορφυράκη, τον Αντώνη τον Μπινιωτάκη. Είχα πολλούς που τους μάθαινα την εποχή εκεινιά και μ ακολουθούσαν όπου και να πήγαινα. Είχα ολόκληρο συγκρότημα παρέα και πηγαίναμε μαζί. Να σηκώνουν τα βιολιά, να σηκώνουν ενισχυτές, μετά που πήραμε ενισχυτές. Και πηγαίναμε πέντε, έξι, επτά, δέκα άτομα. Και πηγαίναμε όλοι μαζί παρέα. Και τι παίζανε αυτοί; Ε, ο ένας μαντολίνο, ο άλλος κιθάρα, είχα κι ένα λαούτο παρμένο από το Λασίθι και το χα στο ξάδερφό μου το Μανώλη το Μανιουτάκη δώσει να το μαθαίνει. Και ερασιτέχνες όλοι, όλοι ερασιτεχνικά πηγαίναμε. Κι είχαμε 11

όρεξη αυτή την εποχή. Αυτή την εποχή ήτανε ορεξάτος ο κόσμος να μαθαίνει. Και τώρα έχουνε όρεξη, αλλά επειδή είναι δύσκολο, για μια στιγμή το βαριούνται και σου λέει άλλη φορά. Θα θέλαμε να μας περιγράψετε λίγο το γλέντι, οι μουσικοί πού καθόντουσαν; Εμείς καθόμασταν πάντα στη μέση στο σπίτι ή στο καφενείο. Γιατί παρά μπρος τσι γάμους, τσι βαφτίσεις τσι κάναν στα σπίτια. Και καθόταν ο βιολάτορας με τον πασαδόρο στη μέση, με τον κιθαρίστα, με τον ακορντεονίστα, μια καρέκλα στη μέση, άμα ήμασταν τρία άτομα, τρεις καρέκλες στη μέση, μέση στο σπίτι. Και οι υπόλοιποι πού χορεύαν, τραγουδούσαν; Γύρω-γύρω ήταν οι καρέκλες και χορεύαν οι άλλοι. Γύρω-γύρω, άμα ήταν μεγάλο το σπίτι και το καφενείο κάθονταν γύρω-γύρω. Καθόμαστε στη μέση-μέση στο σπίτι. Κι ήταν ωραία. Αυτά τα παραδοσιακά πραγματικά είχανε σημασία μεγάλη. Ήβγαινε ο ήχος όπως τον ήπαιζες απ το βιολί κι απ τη κιθάρα. Τώρα έχουμε τα μηχανήματα, πολλές φορές παραμορφώνονται, μόνο πως ξεκουραζομέστανε πιο καλά. Όταν ήθελε κάποιος να πει μια μαντινάδα, θα την έλεγε ή έπρεπε Όι, να ρθει να πει μαντινάδα την έλεγε. Από κει που ήτανε να ρθει κοντά μου να μου κρατά το πρίμο σιγόντο, να τη πω εγώ τη μισή μαντινάδα και μετά να τη συνεχίσει αυτός. Και συνεχίζαμε κοντά στο βιολί, ν ακούσεις το άκουσμα του βιολιού, πότε έπρεπε να πει τη μαντινάδα, να λέει κι αυτός, να λέω κι εγώ και συνεχίζουνταν ο χορός όλη νύχτα, μέχρι το πρωί. Υπήρχαν περιπτώσεις που άλλαζε το βιολί χέρια; Δηλαδή εσείς όταν κουραζόσασταν και κάποιος άλλος από το Άμα ήταν κανείς να ξέρει να πει δώσε μου να σε ξεκουράσω, το δινα ευχαρίστως να ξεκουραστώ κι εγώ. «Παίξε» του λέω «κι εσύ, να ξεκουραστώ κι εγώ». Εγώ ήθελα να ξεκουράζομαι πότε-πότε. Αλλά ήρθε περίπτωση στο Κρούστα και φύγαμε ένα μεσημέρι με τα πόδια να πάμε 12

στον Κρούστα σ ένα γάμο. Και ξεχάσαμε να κάνουμε τέσσερα εικοσιτετράωρα στο γάμο. Πάω δα στην αυλή και μου λένε «έλα επαέ βιολάτορα να δεις». Μπαίνω σε μια κάμαρα μέσα κι είχανε σαράντα οζά κρεμασμένα. Μου λέει «δεν θα φύγεις από παέ αν δεν τα φάνε τα κρέατα όλα». Αλλά εκεί κάθε καλεστός, κάθε οικογένεια πάει κι ένα οζό. Παίζω τη μια βραδιά όλη νύχτα. Οι καλεστοί μισοί εφύγανε και κοιμηθήκανε. Οι άλλοι που δεν ήταν κοιμισμένοι ήρθαν και χορεύανε. Εγώ καθόμουνε. Μια βραδιά όλη μέρα. «Παίζε λυράρη μου καλά κι εγώ θα σε πλερώσω, μια κοπελιά από το χορό να βγάλω να σου δώσω». Ήπαιζα εγώ. Να σας ρωτήσω κάτι τώρα που είπατε αυτή τη μαντινάδα και είπατε «παίζε λυράρη μου καλά»; «Παίζε βιολάτορα καλά κι εγώ θα σε πλερώσω, μια κοπελιά από το χορό θα βγάλω να σου δώσω», μου λέγανε. Αυτό το πράγμα συνεχίστηκε τέσσερα εικοσιτετράωρα. Τελευταία τους λέω «ρε παιδιά, δεν μπορώ ούτε ύπνο να χορτάσω, ούτε πράμα». Και θωρείς είχανε μυτζηθροφτάκια με το μέλι ολόκληρες πιατέλες, βραστά, το ένα, το άλλο. Την τέταρτη μέρα, αφού μετά ξεκουραστήκαμε, ο αδερφός μου κοιμότανε μαζί με τον άλλο το ξάδερφό μου το Μανώλη το Μανιουδάκη, εκοιμόνταν την ημέρα. Εγώ είχα ένα συνήθειο από μικρός και δεν μπορούσα να κοιμηθώ την ημέρα, μακάρι να ξενυχτώ συνέχεια. Όπως τώρα που ξενυχτώ και πάω έξι η ώρα το πρωί σπίτι μου, πέντε, εφτά όποτε πάω, πρέπει στο πόστο μου στην εκκλησία να μια στάνταρ. Έτσι τότε. Την τελευταία ώρα που φεύγαμε τους ελέω «ρε παιδιά δεν θέλω ούτε μυτζηθρόφτες με το μέλι, ούτε βραστό, μόνο να πάω να ηρεμήσω, να ησυχάσω. Εφόσον κουράστηκες και είδαμε ότι δεν εκοιμήθηκες καθόλου έλα να πέσεις εδά απ τον Κρούστα», απ το χωριό του Κρούστα, ξέρετε τώρα, μέχρι στον Σγουρό Πρίνο πέρα στον ποταμό κοντά δυο χιλιόμετρα να ναι, ανάμισι, δεν μπορώ να πω ακριβώς. Και επαίζαμε από το χωριό μέσα όλοι οι χωριανοί που ήταν στο γάμο, γιατί ήταν 13

Γι. Γι. ένας πλούσιος γάμος, όλοι οι χωριανοί εχορεύανε από το χωριό μέσα και πήγαμε μέχρι πέρα στο Σγουρό πρινό που λες, σ ένα πρίνο μεγάλο στον ποταμό κι από κεια φύγαμε ύστερα. Αυτά τα χρόνια ήτανε τα παλιά, καλά χρόνια. Αυτό έγινε σε ποιο χωριό; Στον Κρούστα. Είπες όμως, πράγματι έκανες λάθος προφανώς, αλλά καμιά φορά το λάθος λέει αλήθεια, είπες: «Παίξε λυράρη μου καλά κι εγώ θα σε πληρώσω». Αυτό στο είπανε. Μήπως στο χωριό αυτό παίζανε λύρα; Ήτανε κάποιο παιδί και είχε πάρει τότε μια λύρα, την κατασκεύασε μόνος του, ήτανε βοσκάκι, ήβλεπε οζά. Κι ήταν κι αυτός κει χάμου και μου λέει «να παίζω κι εγώ μια ολιά λύρα;» «ε, να παίξεις» του λέω «αλλά δεν τη βρίσκω με το κούρδισμα που έχετε». Ε, εντάξει, το κουρδίσαμε ύστερα και μετά που ήφυγε αυτό που ήπαιξε κάμποση ώρα, μου λένε εμένα, όταν ήφυγε το παιδί, αυτοί για μια στιγμή φαίνεται ή ξεχάσανε και μου λέγανε εμένα «παίζε λυράρη μου καλά κι εγώ θα σε πλερώσω, μια κοπελιά από το χορό θα βγάλω να σου δώσω». Και τ απαντώ κι εγώ: «Σερβίρισου να μ αγαπάς, μα εμένα δεν σερβίρει, γιατί έχω μέσα στην καρδιά άλλης καρδιάς χατίρι». «Α, ήφερέ μας τη» μου λέει «βιολάτορα». Όπως σας τα λέω τα πράματα είναι. Την εποχή εκείνη ήταν διαφορετικά τα πράματα. Ήξερε ο κόσμος και γλεντούσε ωραία. Αλλά μετά το γλέντι στο Κρούστα άμα ήθελα να πάω να κάνω μια βραδιά δυο άλλες φορές. Εβγαίναμε καντάδα. Τελειώσαμε το πρωί πέντε η ώρα; «Δεν πάμε να κοιμηθούμε» μου λέει «θα πάμε να γυρίσουμε το χωριό όλο καντάδα». Και γυρίζαμε όλο το χωριό καντάδα. Μπορώ να του κάνω μια ερώτηση, κύριε Αμαργιανάκη, του πατέρα μου; Την εποχή που παιζες εκεί στον Κρούστα, γιατί ήμουνα αγέννητος. Ας πούμε ο Νίκος ο Ξυλούρης, δεν ακουγότανε καθόλου την εποχή αυτή; Δεν είχε καθόλου τίποτα. Για το Νίκο τον Ξυλούρη μιλάμε. Ο Μουντάκης ο Κώστας; 14

Εγώ είχα ένα ρεκόρ Γιάννη την εποχή εκείνη τον Παντελή. Γι. Ε, πώς ήτανε πιο παλιός. Δεν έχει σημασία Γιάννη. Για ποια εποχή μιλάμε τώρα; Εσύ πόσο χρονών είσαι Γιάννη τώρα; Γι. Τριάντα έξι. Προ σαράντα χρόνια, προ τριάντα οχτώ χρόνια ακριβώς. Ούτε ακουγότανε καθόλου αυτή την εποχή. Εγώ είχα ένα ρεκόρ αυτή την εποχή, ρε παιδί μου, Λίμνες, Αγιο-Νικόλαο, Ελούντα, Λασίθι. Γι. Δεν υπήρχε, δηλαδή, λυράρης τότε στο Λασίθι; Στο Λασίθι είχε μόνο το Μενέλαο που παιζε βιολί, στο Αβρακόντε, που ήπαιζα εγώ στην Καρά κι αυτός παρακάτω σ ένα καφενείο. Μενέλαος λεγότανε. Κι ήπαιζα εγώ βιολί κι αυτός πάλι βιολί. Μια ημέρα έπαιζα στο Ναυρακόντη, την άλλη μέρα έπαιζα στην Πλάτη, του Αγίου Αλεξάνδρου και τσι Αγίας Ζώνης στο Ψυχρό. Τα χαμε κανονισμένα έτσι τα πανηγύρια. Αγίου Ιωάννου, Αγίου Αλεξάνδρου και Αγίας Ζώνης. Ο Μενέλαος στη μια μπάντα κι εγώ επαίζαμε την εποχή. Δηλαδή, σε όλα αυτά τα μέρη Μεραμπέλο και Λασίθι Ήμουνα εγώ τότες. Όπου δεν προλάβαινα είχε κάτι τοπικούς βιολατόρους. Αυτό θέλω να σε ρωτήσω. Δεν άκουσες καθόλου ότι υπήρχε λύρα; Λύρα δεν άκουσα καμιά φορά, μόνο κανά παιδί ή απ τον Κρούστα ή απ την Κριτσά που κατασκευάζανε λύρες να παίζει. Λέει «ήκαμα εγώ μια λύρα» κι από κει συνηθίσανε τοπικά αυτοί που τις κατασκευάζανε μόνοι τους κι από κει αρχίσανε ύστερα και ήπαιρνε και η λύρα άνοδο. Παραμπρός ήταν τα βιολιά, όπου και να πήγαινα στη Μεσελέρους να πήγαινα. Ήτανε απ το Λασίθι κάποιος κι αυτός βιολί, ήταν τα Βασαρμιδάκια που είχανε βιολί, στην Ιεράπετρα εδώ κάτω. Ήτανε στη Σητεία στα χωριουδάκια κοντά, στον Άγιο Στέφανο στον Κουτσουρά, στο Σταυροχώρι που πήγαινα, βιολιά. Σε ρωτάω εγώ στα μέρη που πήγαινες, στα χωριά που πήγαινες εσύ 15

Ποτέ δεν είδα λύρα. Μόνο στο Κρούστα που τις κατασκευάζανε μόνοι τους αυτή την εποχή και βγαίνανε στην πιάτσα από τότε ορισμένοι που τις κατασκευάζανε οι βοσκοί. Ούτε καλούσαν λυράρηδες από κάπου αλλού να ρθουν να παίξουνε; Δεν είχαν λυράρηδες αυτή την εποχή. Και κείνος ο βοσκός που ήρθε κι έπαιξε λύρα πώς φάνηκε στον κόσμο και του βγάλαν και μαντινάδα «παίξε λυράρη μου καλά»; Όι την μαντινάδα την είπανε σε μένα, αυτός ήφυγε μετά. Πάντως πώς φάνηκε στον κόσμο η λύρα αφού δεν την είχαν συνηθίσει κιόλας; Δεν την είχανε συνηθίσει τη λύρα αυτή την εποχή. Β. Πλευρά Τους εφάνηκε η λύρα καλή. Τι έπαιζε αυτός με τη λύρα, θυμάστε; Ήπαιζε ένα πεντοζάλη. Το παιδί αυτό έπαιξε ένα χανιώτικο νομίζω κι ένα πεντοζάλη. Άλλα πράγματα δεν εμπόρεσε να πει, ήτανε πρωτάρης, δηλαδή, πρώτη φορά έπιανε κι αυτός τη λύρα κι ήθελε να παίξει αυτό σου λέει «να βγω κι εγώ στην πιάτσα, να μάθω». Ήρθε το παιδί, ήπαιξε τη λύρα του. Μετά αυτό ήταν αμάθητο, κουράστηκε το κοπέλι, ήφυγε ύστερα. Μετά που έπαιζα εγώ πολύ ώρα, οι άλλοι είδαν τη λύρα, πώς ήπαιζε το χωριανάκι τους και μου λένε «παίζε λυράρη μου καλά κι εγώ θα σε πλερώσω», όπως σας είπα την μαντινάδα ύστερα. Είχες δει άλλα όργανα να παίζουνε εκεί, στα χωριά αυτά; Στο Κρούστα πήγαινα μόνο εγώ. Όχι μόνο στον Κρούστα και σε άλλα χωριά μου είπες ότι πήγαινες, στο Λασίθι, έπαιζαν άλλα όργανα εκτός από το βιολί; Ήμουνα εγώ και ο Μενέλαος στο Αβρακόντε. 16

Όχι, λέω άλλα όργανα, όχι μόνο βιολί. Άλλα όργανα έπαιζαν εκτός από βιολί; Σε άλλα χωριά δεν ξέρω αν είχανε, γιατί έχει στο Λασίθι πολλά χωριά. Ναι, σε όσα είχες πάει εσύ, είδες κανένα άλλο όργανο; Αλλά τότες είχανε ακορντεόν, είχαμε κάτι ακορντεόν εξηντάρια, τριανταδυάρια. Ήτανε ακορντεόν με βιολιά. Ασκομαντούρα είδες ποτέ; Κι ασκομαντούρα κι ήβγανε ωραίο ήχο η ασκομαντούρα. Ρε παιδί μου, με το ασκί, ήτανε και το θιαμπόλι κι ένα ασκί μεγάλο, γεμάτο αέρα και παίζει κι αυτό ωραία. Έπαιξες ποτέ με ασκομαντούρα μαζί; Επαίξαμε κάποτε, είχε έρθει ένας από πάνω, ένας Θεοδόσης Λογαρίδης. Από πού; Από τη Χαλκιδική από πάνω, από τον Έβρο. Όχι, με ντόπιους εννοώ από δω. Ήρθε εδώ πέρα κι είχε το όργανό του, είναι χρόνια τώρα και κάμαμε παρέα στο σχολείο, είχαμε χοροεσπερίδα και ήρθανε και του λέω «φέρε Θεοδόση το όργανο να παίξουμε μαζί». Αλλά είχε αυτό ωραίο ήχο. Γι. Ντόπιοι παίζανε ασκομαντούρα; Ναι, είχε παλιούς ασκομαντουρίστες, αλλά αυτοί τις εκαταργήσανε μετά. Είχε παλιούς, γιατί θυμούμαι οι πιο παλιοί, προτού τα βιολιά ακόμη, είχαν την ασκομαντούρα. Και το θιαμπόλι επικρατούσε. Θυμάσαι εσύ στα μικράτα σου γλέντι με ασκομαντούρα; Είχες δει ποτέ σου; Άλλοι το λέγανε, εγώ δεν το χα δει. Μόνο αυτό τον άνθρωπο που γνώρισα από πάνω απ τον Έβρο, είναι τώρα χρόνια καμιά εικοσαριά χρόνια. Αφήστε τον Έβρο, για Κρήτη μιλάμε. Στην Κρήτη δεν ήτυχε, άκουγα πως είχαν ασκομαντούρες κι από τη Σητεία άκουσα και από την περιφέρειά μας απ το Μύρτος που μου 17

Γι. Απ. είχανε πει πως είχανε μια ασκομαντούρα. Εγώ για να παίξω με άνθρωπο με ασκομαντούρα απ τη Κρήτη, δεν έτυχε να παίξω με κανέναν. Μόνο με αυτόν τον Θεοδόση το Λογαρίδη που ήρθε εδώ και ήτανε εργάτες στσι ελιές και φέραν το όργανό τους και διασκεδάζανε και κάναν χοροεσπερίδα εδώ στο σχολείο και παίξαμε και μαζί. Με τα κουτάλια έπαιζες όμως. Και με τα κουτάλια παίζαμε, είχαμε κάτι κουτάλια στο ποτήρι μέσα, ένα κι άλλα δυο κουτάλια τα παίζαμε. Είχε διάφορα ακομπανιαμέντα εκείνη την εποχή. Εγώ θα ήθελα να σας κάνω δυο, τρεις ερωτήσεις ακόμα για τα γλέντια και για τους μουσικούς. Όταν σας καλούσαν να παίξετε σ ένα γάμο, θα πλήρωνε ο πατέρας της νύφης, θα παίρνατε λεφτά από πού δηλαδή; Εμείς εκάμαμε παζάρι. Λέγαμε εκατό δραχμές θα μου δώσεις ή εκατόν πενήντα κι ό,τι τυχερά πιάσουμε. Ήταν και τα τυχερά στη μέση. Από τον πατέρα της νύφης, από τον γαμπρό; Από τον πατέρα της νύφης, όποιον εστέλναν να μας εκαλέσει ε, τώρα ή ο γαμπρός επλήρωνε ή ο πατέρας της νύφης επλήρωνε, κάποιος θα πλήρωνε. Και αν ήθελε να πιάσουμε τίποτα τυχερά, ήταν έξτρα τα τυχερά. Παραγγελιές; Και οι παραγγελίες πιο καλά σε χοροεσπερίδες, γιατί δεν μπορείς παραγγελία σ ένα γάμο, γιατί είναι όλοι καλεστοί κι είναι το ίδιο όλοι. Και δεν μπορείς να πεις παραγγελία ο τάδε σε μία εκδήλωση, σε μια χοροεσπερίδα, να το πεις, να πεις την παραγγελία. Αλλά σε γάμο μου φαίνεται βαρύ λίγο κι ο εαυτός μου μου λέει ότι δεν πρέπει να το πω ούτε σε βάφτιση, ούτε σε γάμο. Να πω παραγγελία ο χορός, αφού όλοι είναι μαζί μια παρέα. Πάντως σ ένα γλέντι, όταν δινότανε μια παραγγελιά, σηκωνόταν και χόρευε αυτός και η παρέα του μόνο ή σηκωνόντουσαν κι άλλοι; 18

Πολλές φορές σηκωνότανε αυτός με την παρέα του, αλλά και οι άλλοι ζηλεύανε και θέλαν να χορέψουνε και να ρθει ο γαμπρός να μου πει μυστικά στ αυτί ή ο πατέρας του να μου πει «πες τους εκείνοι απού χορεύουνε δα να μη πολυσηκώνονται, αν δεν μας εβάνει ο τόπος να χορέψουμε και να λιγάνουνε». Ήλεγα «παιδιά πιο λίγα στο χορό» και ησυχάζανε ύστερα και δεν επηγαίναν όλοι μαζί να χορέψουνε όλοι μαζί. Γιατί πηγαίνανε όλοι στη μέση στο χορό και εγίνονταν όλοι μια σούμα που λέει ο λόγος και δεν ευχαριστιόνταν χορό. Μετά εσυνηθίσαν αυτό το σύστημα και ήταν τα πράγματα πιο καλά. Δηλαδή, από πότε άρχισαν να εμφανίζονται οι παραγγελιές με την έννοια που τις χρησιμοποιούν σήμερα, που πάει στο βιολάτορα, στο λυράρη και τον πληρώνει και πρέπει να σηκωθεί η παρέα του μόνο; Αυτό ήταν παλιά ή είναι κάτι καινούργιο; Αυτό είναι από παλιά, αλλά σε γάμους πολλές φορές θα ρχονταν κάποιος, είτε επειδή είχε περίσσια λεφτά παραπάνω, να κάμει ντόρο, να πει «πάρε και το κατοστάρικο» μου λέει «πάρε και το μπαξίσι και θέλω να χορέψω μόνο εγώ με την παρέα μου». Και σε γάμους γινότανε αυτό; Ναι. «Να πεις» μου λέει «παραγγελία». Εγώ τώρα, βέβαια, αφελής αυτήν την εποχή, λέω «να το πω». Λέω «παραγγελία παιδιά, αυτός ο χορός που θα παίξω του τάδε». Είδαν αυτοί ότι έδωσε το κατοστάρικο. Οι άλλοι οι φουκαράδες δεν είχανε λεφτά να δώσουνε, σου λέει «εσύ θα χορεύεις, επειδή έχεις λεφτά». Και γίνονταν μια παραξήγηση πολλές φορές. Σε γάμους βέβαια, αλλά σε χοροεσπερίδες δεν παραξηγούνται. Σε γάμο άμα είναι παραξηγιέται, λέει σε γάμο είμαστε, ό,τι είσαι εσύ είμαι κι εγώ. Στην ερώτηση, όμως, δεν απάντησες. Από πότε άρχισε να γίνεται αυτό; Υπήρχε παλιά, ήταν συνήθεια παλιά από τότε που θυμάσαι ή είναι κάτι καινούργιο; Ήτανε πάντα αυτό το σύστημα. Το θυμάμαι από παλιά μέσα. 19

Στις χοροεσπερίδες; Ναι. Με λίγο, λίγο παραξηγούσανε άμα ήθελε να δούνε άλλο κάποιον ή να χορεύει πιο καλά ή να δώσει λεφτά, μπαξίσι παραπάνω. Αμέσως τα πράγματα επαίρνανε άλλη τροπή. Και με τον τρόπο μου εγώ τους καθησύχαζα. Οι γυναίκες στο γλέντι; Ποια ήταν η θέση τους; Μπορούσε μια γυναίκα να πει μια μαντινάδα; Ναι, όποια ήθελε να πει ή τσι νύφης μαντινιάδα ή στο γλέντι να ρθει να τραγουδήσει απ το μικρόφωνο, απού κεια παίρναν τα μικροφωνάκια, αυτά με τους τα μικρά που είχαμε, «να ρθω κι εγώ να πω μια μαντινιάδα», «πε κι εσύ». Λέγανε τις μαντινιάδες, ωραία σου λέω, χρόνια καλά. Οι υπόλοιποι δεν την παρεξηγούσαν; Καθόλου δεν την παραξηγούσανε, γιατί άμα ήθελε κι αυτός, ελεύθερος είναι να πει κι αυτός τη μαντινιάδα. Όποιος θέλει. Δεν την παραξηγούσαν καθόλου. Θα σηκωνόταν να χορέψει μόνη της, χωρίς να την βάλουν στο χορό άλλοι; Πάντα συνεννοούνταν όλοι μαζί, σου λέει να χορέψουμε το χανιώτη αυτό. Και πήγαινε ο νεαρός ή ο γαμπρός ή ο συγγενής ο άλλος σου λέει «σηκωθείτε να χορέψουμε όλοι ένα χορό, σηκωθείτε όλοι». Του κανε έτσι το χέρι του, σηκωθείτε όλοι να χορέψουμε, πηγαίναν όλοι επάνω και χορεύανε. Για γυναίκες μουσικούς έχετε ακούσει; Να παίζουν κάποια όργανα, υπήρχε κάποια γυναίκα που έπαιζε, ας πούμε, βιολί, μαντολίνο; Μαντολίνο που και κοπέλα της άρεσε το μαντολίνο. Είχαμε στο χωριό μας μια Μαρία Μουσουράκη, της Αγλαΐας τη λέγανε. Αυτή ήτανε μια μερακλίνα κοπέλα και είναι ακόμα. Ήθελε να βαστά το μαντολίνο, να παίζει, να τραγουδεί, τστ άρεσε αυτό το πράγμα. Ήτανε μερακλίνα και στο χορό. Στο χορό πρώτη. Και στο μαντολίνο να το παίζει, ό,τι 20

Γι. Γι. μπορούσε να παίζει. Είχε και τότε που η μια επηρεαζόταν από την άλλη, σου λέει να μάθω κι εγώ μαντολίνο; Να μάθω. Αλλά δεν ετελειοποιούσαν ένα σκοπό, να τονε φέρουνε εις πέρας. Επαίζαν έτσι απλά, ερασιτεχνικά. Αλλά είχαν όρεξη όμως. Άλλα όργανα ξέρετε, έχετε ακούσει γυναίκες να παίζουν κάποιο άλλο όργανο εδώ; Εγώ στο χωριό μέσα δεν έχω ακούσει άλλες. Δε μου λες κυρ-νίκο, εδώ στα χωριά μας, στην Ιεράπετρα Συγνώμη, εμένα η γυναίκα μου λέει «πάρε ένα ακορντεόν, γιατί μ αρέσει το ακορντεόν να το μάθω». Δεν το πήρα κι εγώ, τσι άρεσε, παράληψή μου και μένα. «Έχουμε μαρή» της λέω «ένα ακορντεόν», έχουμε και τριανταδυάρι και μεγάλο εξηντάρι ο αδερφός μου «άμα θες να το μάθεις». Ε, μετά ύστερα ήκαμε τα παιδιά, ξέχασε. «Και είχα» μου λέει «όρεξη να μάθω ακορντεόν και δεν μ έμαθες». Ήπρεπε να της πάρω εγώ τότε ακορντεόν, είχε όρεξη. Αυτή η μουσική που παίζουμε εδώ στα χωριά μας, η παραδοσιακή μουσική, νομίζεις πως είναι κάτι ξεχωριστό, ξεχωρίζει, δηλαδή, από τη μουσική που ακούει κανείς στη Σητεία, στη Μεραμπέλο, έχει κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά; Πράγματι είναι ξεχωριστή η δική μας μεριά Ιεράπετρα, Μεραμπελιώτικα, Ανατολιώτικα. Η μπάντα μας έχει λίγη διαφορά, αλλά οι σκοποί που παίζουνε οι Στειακοί πέρα, έχουνε μάθει από το Δερμιτζογιάννη, έχουνε τον άλλο, τον Καλογερίδη. Τι έπαιζε ο Δερμιτζογιάννης; Ήπαιζε και λύρα και βιολί. Νομίζω έπαιζε και βιολόλυρα. Τον έχω δει σε μια φωτογραφία και παίζει μια λύρα έτσι, με τέσσερις χορδές. Εγώ πήγα μια φορά εκδρομή στο Τοπλού, φεύγουμε απ τη μια κουβέντα και πάμε στην άλλη, και είναι κει πέρα ο Δερμιτζογιάννης. Τονε θωρούμε εκείθε χάμου και κράτα το βιολί και με συστήσανε οι χωριανοί 21

μου, γιατί ήπαιζα κι εγώ το βιολί στο λεωφορείο μέσα. Από την Καλαμαύκα να πάμε στο Τοπλού. Μετά σταματήσαμε στη Σητεία και πάμε στο Δερμιτζογιάννη και να με δει εμένα «έλα» μου λέει «επαέ, να παίξουμε μια ολιά ώρα». Ήπαιζε σκοπούς και μου λέει «πέρνα δυο μαντινιάδες». Λέω «δυο μαντινιάδες». Και μου βγάνει το λόγο μια μαντινιάδα «τάξιμο κάνω στο Θεό μη με σκεπάσει η πλάκα, να μ αξιώσει ο Θεός να ρθω στη Καλαμαύκα». Ήρθε πραγματικά. Τόσο του άρεσε η λίγη ώρα που κάναμε παρέα εκεί πέρα, που τον ευχαρίστησε αυτή η παρέα που κάμαμε. Και βιολί ήπαιξε και λύρα. Δηλαδή, στο μόνο που είδα να παίζει και βιολί και λύρα ήταν ο Δερμιτζογιάννης. Πες μου, όμως, τι διαφορές βλέπεις ανάμεσα στην Ιεράπετρα και στο Λασίθι ή το Μεραμπέλο. Έχουν διαφορές τα βιολιά που ακούς; Το ίδιο σχεδόν μου φαίνονται εμένα τα βιολιά. Έχουν την ίδια γραμμή, το ίδιο στυλ ακριβώς έχουν όλα τα βιολιά. Μπορεί οι Στειακοί να τους βγήκε πως είναι πιο μερακλήδες από άλλους, επειδή τους αρέσει το βιολί. Όχι, δεν μιλάω για το μερακλίδικο, το παίξιμο έχει διαφορά; Δεν έχει τίποτα διαφορά. Μου φαίνεται εμένα πως είναι το ίδιο σχεδόν. Τα στολίδια που κάνουνε στο παίξιμο, τις δαχτυλιές που κάνουν, είναι οι ίδιες; Ή να το πούμε πιο απλά, εάν ακούσεις ένα βιολί να παίζει, μπορείς ν αναγνωρίσεις και να πεις αυτός είναι Στειακός που παίζει ή είναι Μεραμπελιώτης ή είναι Ιεραπετρίτης; Αυτό το καταλαβαίνω. Από τι το καταλαβαίνεις; Έχουνε οι Στειακοί μια λίγη, λίγη διαφορά στο βιολί. Πώς το καταλαβαίνεις, δηλαδή, τι αναγνωρίζεις; Είναι ένα γνήσιο στειακό, επειδή από κει λένε ότι ήτανε ο Καλογερίδης και έχουνε πάρει από κει πέρα το παλιό στυλ του βιολιού. Ναι, αλλά εγώ θέλω να μου πεις εσύ τι αναγνωρίζεις, τι καταλαβαίνεις, πώς αναγνωρίζεις και λες, «α, αυτός είναι Στειακός που παίζει ή αυτός 22

είναι Μεραμπελιώτης που παίζει»; Τι καταλαβαίνεις στο παίξιμό του; Τι είναι αυτό που διαφέρει; Ενδιαφέρει ότι το παίζει πιο γνήσιο, πιο σωστό. Γιατί, εσύ δεν το παίζεις γνήσιο; Έτσι φαίνεται σε μένα, ο άλλος δεν ξέρω πώς να του φαίνεται. Έτσι μου φαίνεται πως το παίζει αυτός πιο καλά από μένα. Δηλαδή βάζει περισσότερα στολίδια, λιγότερα στολίδια, τι κάνει; Ε, βάνει λίγο παραπάνω στα στειακά. Όχι σε άλλα, σε χανιώτικο. Δεν σκαμπάζουν. Στα στειακά. Στα στειακά. Αλλά χανιώτικα, μπάλους καλαματιανά, σε άλλα δεν υπάρχει. Ναι, τι κάνει στα στειακά; Έχουν το γνήσιο στυλ το στειακό, το στειακό χορό. Είναι, δηλαδή, περισσότερο απλά ή πιο σύνθετα απ ότι τα παίζετε εσείς εδώ; Όχι πιο απλά. Το χουνε πιο στρωτό το βιολί στο γνήσιο στειακό απάνου, σ αυτό του, όχι πάλι του Καλογερίδη. Γιατί και ο Καλογερίδης ήπαιξε, ήτανε λίγο στα κομμάτια που παίζει. Βάνουν αυτοί κάτι παραπάνω, που δεν ξέρω πού το χουνε πάρει. Βάνουν κάτι παραπάνω. Που δεν το βάζουν εδώ οι Ιεραπετρίτες; Να στο πω διαφορετικά, παίζεις κοντυλιές του ρε εσύ και παίζει κοντυλιές του ρε και ο Κοσκίνης. Ίδιο πράγμα είναι. Κοντυλιές του ρε είναι κι από δω, κοντυλιές του ρε είναι κι από κει. Τι διαφέρει η μια κοντυλιά από την άλλη, που να κάνει κάποιον να πει «αυτός είναι Στειακός, αυτός είναι Ιεραπετρίτης που παίζει», ενώ παίζουν το ίδιο πράγμα; Έχει το στυλ το στειακό και γνωρίζεται αμέσως. Δηλαδή τι είναι αυτό το στυλ; Μπορείς να το προσδιορίσεις; 23

Γι. Γι. Το παίζει πιο γλυκό το όργανο, ένας καλός βιολάτορας. Έχει πιο πείρα στη δουλειά του απάνω, το χει μάθει με τον τρόπο του το γνήσιο στειακό. Λέμε για στειακό μόνο. Στα άλλα χανιώτικα, δεν τα Όχι, εγώ σου είπα κάτι συγκεκριμένο τώρα, κοντυλιά του ρε. Σας λέω ότι κι εγώ το παραδέχομαι ότι το παίζουνε πιο καλά. Ο Αβυσσηνός είναι πάλι το κάτι άλλο στο βιολί απάνω. Ναι, ο Αβυσσηνός, όμως, σε τι είναι κάτι άλλο; Αυτό θέλω να καταλάβω. Τι αναγνωρίζεις και λες «α, αυτός είναι πολύ καλός»; Να στο πω διαφορετικά, παίζουνε τρεις βιολάτορες τη Καλαμαύκα, απ το χωριό σου. Τρεις πολύ καλοί βιολάτορες και λες «αυτός είναι πολύ καλός, αυτός δεν είναι καλός, αυτός είναι μέτριος». Τι είναι αυτό που λαμβάνεις υπόψη σου και τους αξιολογείς και λες «αυτός είναι πολύ καλός, αυτός είναι άριστος»; Να σας πω και το άλλο. Ότι έχει βγει λέει «οι στειακοί είναι βιολατόροι, παίζουν οι Στειακοί το γνήσιο το βιολί». Και μπορεί να μας εκόλλησε αυτή η ιδέα στο μυαλό να λέμε ότι, άμα ακούσουμε Στειακό, μπορεί να παίζει πιο καλά ο Στειακός. Σε πολλές περιπτώσεις παραδέχομαι ορισμένους καλούς Στειακούς εδώ, σαν το Παπαχατζάκη. Μου ξεφεύγεις, όμως, απ την ερώτηση που σου έκανα. Εγώ σου είπα τρεις Καλαμαυκιανοί, φέρνουμε ένα παράδειγμα ότι είναι τρεις Καλαμαυκιανοί και σε βάζουν να τους κρίνεις και λες «αυτός είναι άριστος, αυτός είναι μέτριος, αυτός είναι κακός». Ποιο είναι το μέτρο που τους κρίνεις για να πεις ότι είναι καλός, είναι άριστος, είναι κακός; Από τη μελωδία που θ ακούσω στο γνήσιο απάνω ή στο λα, ή στο ρε ματζόρε, στο στειακό το γνήσιο. Αυτοί έχουν το γνήσιο στειακό, το χορό το στειακό. Δηλαδή, πιο πολλά στολίδια βάζουνε οι Στειακοί; Βάζουν λίγα παραπάνω. Πιο πολύ γλύκα βάνουνε στην μελωδία, τι κάνουν αυτοί οι άνθρωποι; Πιο πολύ γλύκα βάνει στο βιολί απάνω. 24

Γι. Είπαμε τρεις μουσικούς από τη Καλαμαύκα. Δηλαδή, σε ποιο μουσικό εσείς θα βάζατε δέκα, όχι όνομα, τι θα θέλατε ν ακούσετε απ το μουσικό αυτό για να του βάλετε δέκα; Εγώ, για να μαι ειλικρινής, θα το βανα στο Δεν θέλουμε να μας πείτε ονόματα. Όχι, στο Στειακό θα το βανα. Γενικά σε έναν που είναι απ τη Σητεία και παίζει βιολί θα βάζατε δέκα; Όχι γενικά. Τότε σε ποιον; Σ έναν καλό. Ο καλός για σας ποιος είναι; Ο Δερμιτζάκης, σαν τον άλλο που έχουμε απ τη Ζάκρο το μαέστρο. Αυτός παίζει βιολί ωραίο, έχει δαχτυλίσματα. Να το πούμε διαφορετικά. Τρώμε μία σφακιανόπιτα και λέμε είναι ωραία σφακιανόπιτα, γιατί έχει πάνω τη σωστή αναλογία, το σωστό, το ωραίο το μέλι, είναι ωραία ψηλή. Αν είναι πολύ χοντρή ή έχει λίγο μέλι, δεν θα μας αρέσει, έτσι δεν είναι; Λοιπόν, ο καλός ο βιολάτορας για σας τι πρέπει να έχει; Ο καλός ο βιολάτορας για μένα πρέπει και να παίζει και καλό βιολί και να τραγουδεί και καλά. Άμα παίζει βιολί πάλι σκέτο και δεν τραγουδείς. Μα για βιολάτορα μιλάει η κοπέλα, όχι για τραγουδιστή. Άρα να χει καλή φωνή και να μπορεί να τραγουδάει; Ναι. Ένα αυτό. Άλλο; Άμα παίζει καλά, το καταλαβαίνω εγώ, το αισθάνομαι πως παίζει ωραία. Επειδή εσύ το αισθάνεσαι Λέμε για Στειακό. Τώρα ο φίλος μου ο Βαρδάκης εδώ πέρα, είναι άπιαστος. Ο Βαρδάκης δεν τον συγκρίνω με κανένα Στειακό. Στο λέω τώρα. Όχι πως είναι χωριανός μας, λέω την αλήθεια. Το Βαρδάκη τονε 25

Γι. βάνω από τους πρώτους βιολατόρους που υπάρχουνε, στο παίξιμο απάνω. Σου κάνω μια ερώτηση τόση ώρα και θέλω να με βοηθήσεις, διότι λες το εξής ότι «εγώ αισθάνομαι ποιος είναι ο καλός και λέω αυτός είναι καλός». Αυτό θέλω να καταλάβω κι εγώ, να αισθανθώ κι εγώ ποιος είναι ο καλός. Εγώ δεν μπορώ να τον κρίνω και θέλω να μου δώσεις εσύ τον τρόπο με τον οποίο τον κρίνεις και λες είναι καλός ή δεν είναι καλός. Ποιος είναι ο καλός; Για αυτή την ώρα, για να κρίνω εγώ ένα καλό, βάνω το Βαρδάκη πρώτο. Μα δεν θέλω ονόματα να μου πεις, θέλω να μου πεις ως προς το παίξιμό τους. Στο παίξιμό του. Τον τρόπο που παίζει, την τεχνική του. Το παίζει με τέχνη. Ναι, αυτή η τέχνη πώς είναι, τι κάνει δηλαδή; Με μαεστρία, με τρόπο, με τέχνη, με μεράκι πώς να σας το πω. Είναι στο δοξάρι αυτή η τέχνη, είναι στα δάχτυλα; Και στα δυο πρέπει να ναι. Έχει σημασία πώς το πιάνει το δοξάρι; Έχει σημασία πολύ. Το δοξάρι έχει σημασία. Πώς πρέπει να το κρατεί το δοξάρι; Εκεί πρέπει να το κρατεί. Όχι με τα δάχτυλα; Έτσι, να ναι σπαστό το χέρι. Σπαστός ο αγκώνας; Ναι, σπαστός πρέπει να ναι. Και το βιολί πού πρέπει να το κρατάει; Το βιολί από κάτω στο πηγούνι, ν ακουμπίζει απάνω στο τέτοιο. Το κρατάει με το πηγούνι, το σφίγγει με το πηγούνι ή όχι; 26

Ναι, το χέρι να ναι στον αέρα απάνω. Ο Παντελής, λόγου χάρη, έπαιζε χαμηλά, το πιανε πιο χαμηλά. Το χε συνηθίσει και το ακουμπούσε εκεί πάνω. Τώρα, όποιος παίζει καλό βιολί, ε, οι μουσικοί αυτοί πάνε και το μαθαίνουν μουσικά, το χει εδώ στον αγκώνα απάνω, χωρίς ν ακουμπείς καθόλου εκεί πέρα, το τόξο με τέτοιο τρόπο και βγάνει με τον τρόπο αυτό και πιο γλυκά και τα δάχτυλα και το τόξο με τον τρόπο αυτό που το κάνει παίζει πιο καλά. Πάντως εγώ, χωρίς να λέω ονόματα, το Βαγγέλη τον έχω στα στειακά πρώτο. Όχι επειδή είναι χωριανός μας, επειδή είναι συμπολίτης μας εδώ πέρα, όχι. Επειδή είναι νεαρός και ήμαθε σε τόση μικρή ηλικία αυτά που πρέπει να παίζει σωστά. Παίζει σωστά ο Βαγγέλης, ενώ άλλοι μπορεί να παίζουνε στειακούς χορούς και να τα βιάζουν για μια στιγμή, ενώ ο δικός μας ο Βαγγέλης τα παίζει με σύστημα πραγματικά. Παίζει με σύστημα, σαν να παίζει με νότες. Εγώ το Βαγγέλη τον έχω σας λέω πρώτο. Πρώτο από τον καθένα. Πες μου κάτι άλλο τώρα, λέμε ότι παίζουμε κοντυλιές του φα, κοντυλιές του σολ, κοντυλιές του ρε. Πάντα το λέγατε αυτό; Ναι, πάντα το λέγαμε. Κι όταν λες ότι παίζω κοντυλιές του σολ, τι εννοείς; Ε, όπως πιάνουμε στο σολ τον πηδηχτό χορό, έτσι λέμε και κοντυλιές του σολ. Ναι, όταν λες πιάνουμε στο σολ, τι εννοείς; Τι κάνεις δηλαδή; Πιάνεις δεύτερο λα και τρίτο ρε και λέμε σολ. Ή τρίτο ή τέταρτο. Τι θα πει αυτό; Εκεί παίζουν το σολ τώρα. Δηλαδή, αυτό το σολ που λέμε ότι παίζουμε στο σολ απάνω. Ξέρεις επάνω στο βιολί πού είναι το σολ; Ε, το ξέρω. Ξέρεις. Ξεκινάς από κει απ τη νότα σολ; Ναι. 27

Γι αυτό τη λέτε σολ η κοντυλιά του σολ; Έτσι το χουμε συνηθίσει πρακτικά. Όχι, εγώ θέλω να καταλάβω. Ξεκινάς από τη νότα σολ, απ το βιολί επάνω; Πατάς, δηλαδή, εκεί που είναι το σολ; Ναι. Από κει ξεκινάς; Πατείς και βρίσκεις τον ήχο που θες και κανονίζεις αναλόγως το τραγούδι, ναι, στο σολ επάνω, στο σολ θα παίξω, στο ρε ματζόρε θα παίξω, στο μινόρε θα παίξω. Τώρα, ας πούμε, πως είναι η κοντυλιά του σολ, αυτή η κοντυλιά τι είναι; Είναι ένα πράγμα που από την αρχή μέχρι το τέλος παίζεις το ίδιο πράγμα; Δεν παίζεις το ίδιο πράγμα, έχει τα γυρίσματα μετά, γιατί άμα δεν έχει γύρισμα ο κάθε σκοπός, δεν έχει και ουσία και σημασία. Άμα παίζεις μονότονα ένα σκοπό, χωρίς γύρισμα δεν έχει Δηλαδή, μια κοντυλιά είναι μια μελωδία που έχει πολλά γυρίσματα μέσα; Ναι, έχεις μια κοντυλιά και βάνεις πολλά μέσα ακουστικά γυρίσματα και ομορφαίνεις. Όταν παίζεις την κοντυλιά του σολ, έχεις το δικαίωμα να βάλεις γυρίσματα από άλλες κοντυλιές, απ την κοντυλιά του ρε ή απ την κοντυλιά του φα; Άμα μπορείς να τα παίξεις, θα παίξεις ό,τι θες. Δεν είναι κακό δηλαδή; Δεν είναι κακό. Γιατί εγώ είμαι πρακτικός και δεν ξέρω και πολλά πράγματα απάνω με νότες. Έχεις ποτέ σκεφτεί γιατί τις λέμε κοντυλιές αυτές; Να σας πω, ακούω κοντυλιές από μικρό παιδί που ήμουνα και λέω γιατί κοντυλιές; Επειδή είναι το τόξο, είναι κοντυλιές, πώς; Γιατί είναι κοντυλιές; Πώς τις λένε κοντυλιές; Έχεις καμιά εξήγηση γι αυτό; 28

Ρωτώ κανένα καμιά φορά και μου λέει «κοντυλιά, ο σκοπός που παίζεις» και το χω πει πολλές φορές σε άλλους και τώρα ήρθε η συζήτηση να δω πραγματικά κοντυλιά τι είναι; Εσύ έχεις καμιά εξήγηση; Δεν έχω. Πώς την εξηγάτε την κοντυλιά, πώς είναι; Αυτό θα μας το εξηγήσετε εσείς, δεν θα σας το πούμε εμείς. Από σας θα μάθουμε και θα σας πούμε. Για πες μου κάτι άλλο, αυτές οι κοντυλιές όλες που παίζονται, όταν τις παίζεις, όλες τις παίζεις με την ίδια ταχύτητα; Όχι. Είναι άλλες πιο αργές, άλλες πιο γρήγορες; Είναι και γρήγορα, είναι αργά, αναλόγως το χορό, ο καλαματιανός είναι Όχι, οι κοντυλιές, ξέχασε τα άλλα. Εδώ μιλάμε για ντόπια, κοντυλιές του φα, κοντυλιές του σολ, κοντυλιές του μι. Όλες πρέπει να ναι το ίδιο. Στον ίδιο ρυθμό; Στον ίδιο ρυθμό. Αφού είναι όλοι, σαν σιγανούς τσι λέμε, πρέπει να ναι στον ίδιο ρυθμό κανονισμένοι. Άμα θα παίξω γρήγορα δεν έχει ουσία, δηλαδή, δεν είναι ο σιγανός ή η κοντυλιά να την παίζεις γρήγορη, γιατί ασχημίζει μετά. Όχι, εγώ ρωτάω εάν υπάρχουν κάποιες κοντυλιές που τις παίζεις λίγο πιο γρήγορα και άλλες που τις παίζεις πιο αργά; Όλες πρέπει να παίζονται το ίδιο; Οι κοντυλιές, μου φαίνεται, πρέπει να παίζονται όλες το ίδιο. Τώρα ο πηδηχτός χορός Ο πηδηχτός αλλάζει. Έχεις το δικαίωμα όταν παίζεις πηδηχτό χορό να τον κάνεις πιο γρήγορο στην διάρκεια; 29

Ναι, όταν θέλει να χορέψει ογλήγορα, να ναι ευλύγιστος, «παίξε πιο γρήγορα» μου λέει. Μπορεί να ναι ένας ηλικιωμένος να μη μπορεί να χορέψει «παίξε εμένα να χορέψω που μπήκα στην ομπρός μερά» ε, και υποχρεωτικά σ αναγκάζει να τονε παίξεις πιο γρήγορα. Δεν λέω από την αρχή. Όταν αρχίζεις να παίζεις ένα πηδηχτό, την ώρα που παίζεις τον πηδηχτό. Στην αρχή τονε παίζεις αργό. Μετά, άμα είναι ο χορευτής ζωηρός και θέλει να χορέψει πιο καλά, μου λέει «ανέβαστον λίγο» δηλαδή δώστου πιο γρήγορο. Και τότε τον βάνω πιο γρήγορα. Μπορείς να το κάνεις δηλαδή αυτό. Επιτρέπεται; Μπορώ, ναι. Γιατί δεν μπορείς απ την αρχή να παίξεις τον πηδηχτό γρήγορο, δεν γίνεται. Αφού τα ξέρετε εσείς πιο καλά από μένα. Να σας ελέω τώρα; Να σας ρωτήσω κάτι. Αρχηγού παρόντος πάσα αρχή παυσάτο. Όχι δεν είναι έτσι, εμείς μαθαίνουμε από σας. Στο στειακό, παίζετε γρήγορα κοντυλιές; Δηλαδή, ο στειακός για σας είναι κάτι συγκεκριμένο ή βάζετε κοντυλιές και τις παίζετε γρήγορα; Μα δεν μπορείς να την παίξεις την κοντυλιά γρήγορα, θα τραγουδήσεις τη μαντινάδα και δεν μπορείς να την πεις τη μαντινάδα εύκολα. Στο στειακό, στον πηδηχτό. Στον πηδηχτό ναι. Βάνεις γρήγορες. Βάζεις κοντυλιές και τις παίζετε γρήγορα; Γρήγορα ναι. Μπορεί τις ίδιες κοντυλιές, όταν παίζεις το σιγάνο, μια φορά στην κοντυλιά, να τις παίζεις γρήγορα εκεί που χορεύει ο άλλος, για να δώσει πιο ζωή στο κοινό. Στην ηχογράφηση μέσα είχατε πει «α, αυτές είναι σιγανές κοντυλιές». Τι εννοούσατε μ αυτό; Δηλαδή υπάρχουν ορισμένες κοντυλιές που τραγουδιούνται, άλλες χορεύονται; 30

Σιγανός είναι, πιάνονται αγκαλιά οι νεαροί, κοπέλες, όσοι θέλουνε και παίζουνε, χορεύουνε σιγανό-σιγανό, γι αυτό λέγετε σιγανός. Και μετά σου λέει παίξε πεντοζάλη που είναι πιο γρήγορος και παίζουμε πεντοζάλη μετά. Ναι, όμως, κάνατε μία διάκριση μέσα. Είχατε πει, «όχι αυτές είναι σιγανές κοντυλιές». Που σημαίνει ότι δεν μπορούν να παιχτούν στον πηδηχτό χορό. Όχι, κι αυτές παίζονται, άμα αλλάξεις τα γυρίσματά τους και χορεύουνε πηδηχτό. Ο σιγανός πάλι είναι για να χορεύεις σιγανό γύρω-γύρω. Ο σιγανός τώρα, ξέρετε, που παίζει με ένα, ένα βήμα. Ναι, το καταλαβαίνω αυτό. Αυτό που ρωτάει η Ειρήνη είναι μήπως υπάρχουν κάποιες κοντυλιές του φα, ή του σολ, ή του ρε, δεν ξέρω πώς τις λέτε, που είναι μόνο για σιγανό, δεν μπορείς να τις βάλεις μέσα στον πηδηχτό χορό. Όπως ο Καλογερίδης τώρα που παίζει στο φα (τραγουδάει κοντυλιά), το χω ακούσει και σε γρήγορο και σε σιγανό. Υπάρχουν, όμως, κάποιες που δεν μπορείς να τις παίξεις γρήγορα, πρέπει να τις παίξεις μόνο σιγά; Υπάρχουν ορισμένες που πρέπει να τις παίξεις πιο σιγά. Ποιες είναι αυτές; Αυτό που παίζαμε στο ρε ματζόρε, που λέμε η «μπουχλουμπού» (τραγουδάει κοντυλιά). Ε, δεν μπορείς να τις παίξεις, δεν μπορείς να τραγουδήσεις, δεν γίνεται. Αυτό δεν γίνεται καθόλου ποτέ. Δηλαδή, μόνο κανείς ατζαμής να το παίξει, να μη μπορεί να καταλάβει είντα παίζει, μπορεί να το κάμει γρήγορο. Αυτές οι κοντυλιές είναι συγκεκριμένες, δηλαδή, είναι συγκεκριμένα τραγούδια με ονόματα ή είναι συγκεκριμένες κοντυλιές, όπως λέμε του ρε ή του φα που δεν παίζουν. Είναι συγκεκριμένες, είναι πάντα οι ίδιες. 31

Είναι τραγούδια, όπως είπατε η μπουγλουμπού μέσα ή συγκεκριμένες κοντυλιές; Είναι οι συγκεκριμένες κοντυλιές που δεν μπορούνε να τις παίξεις γρήγορα. Γιατί άμα τις παίξεις πιο γρήγορα, χαλά το ρυθμό, χαλά τον ήχο, χαλά πολλά πράγματα. Παίζετε τα ίδια γυρίσματα από άλλη νότα; Έχετε πιάσει, δηλαδή, τον εαυτό σας να λέει «α, αυτό είναι κοντυλιά του ρε» και να βάζετε ένα γύρισμα από σολ, αλλά να το παίζετε Αυτό είναι δύσκολο, δηλαδή, να παίζεις το ρε και μετά αφού παίζεις το ρε να το παίξεις σολ. Παίζεται, αλλά όπου το βρίσκει ο καθένας. Ή τώρα στο φα να παίξεις την κοντυλιά του ρε, την παίζεις, αλλά είναι δύσκολη. Δεν έχει την ευχέρεια να την παίξεις όπως είναι στο αργό. Δηλαδή, στο φα απάνω να παίξεις τη ρε ματζόρε. Ίσως να μη με καταλάβατε. Παίζετε κοντυλιές του ντο, εσείς σκέφτεστε ότι παίζω κοντυλιές του ντο. Έχετε πιάσει ποτέ τον εαυτό σας να περάσατε σ ένα γύρισμα, πάλι στο ντο να είστε, να μη φύγετε και να είναι αυτό, όμως, να το παίζετε και στο ρε; Ναι, πολλές φορές. Την ίδια μελωδία; Πολλές φορές, ναι. ΔΕΥΤΕΡΗ ΚΑΣΕΤΑ Α. Πλευρά Αυτή την ώρα μπορώ να το σκεφτώ να το κάνω και το πετυχαίνω με τον τρόπο του, όπως να το βγάλω εκειά την ώρα. Πάντως το παίζω. Προηγουμένως προσπάθησα να κάνω ένα πείραμα μέσα που ηχογραφούσαμε και σου είπα να παίξεις διάφορες κοντυλιές, ν αρχίσεις με το ρε και να παίξεις του σολ, να παίξεις του φα, να τις ανακατέψεις. Και το έκανα αυτό για να δω πώς θα κάνεις αυτό το ανακάτεμα. 32