Μάθηση αντί για γνώση. Μια φόρµουλα της ιστορικής Νέας Αγωγής. Μπατσίλας Κωνσταντίνος, ρ., Σχολικός Σύµβουλος



Σχετικά έγγραφα
Ελένη Μοσχοβάκη Σχολική Σύμβουλος 47ης Περιφέρειας Π.Α.

Τι σηµαίνει µέθοδος project; Ετυµολογία: projicio = προβάλλω, σχεδιάζω, σκοπεύω, βάζω κάτι στο µυαλό µου. Σηµερινή χρήση: Η λέξη project εµπεριέχει δύ

Θέση της Φυσικής Αγωγής στο ισχύον εκπαιδευτικό σύστημα

Θέµατα της παρουσίασης. Βάσεις σχεδιασµού αναλυτικών προγραµµάτων φυσικής αγωγής. Τι είναι το αναλυτικό

Κοινωνικοπολιτισμικές. Θεωρίες Μάθησης. & Εκπαιδευτικό Λογισμικό

ΕΝΟΤΗΤΑ 5: ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Διήμερο εκπαιδευτικού επιμόρφωση Μέθοδος project στο νηπιαγωγείο. Έλενα Τζιαμπάζη Νίκη Χ γαβριήλ-σιέκκερη

ΦΥΣΙΚΑ Ε & Στ ΣΤΕΛΙΟΣ ΚΡΑΣΣΑΣ ΣΧΟΛΙΚΟΣ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ

Η ανάπτυξη της Εποικοδομητικής Πρότασης για τη διδασκαλία και τη μάθηση του μαθήματος της Χημείας. Άννα Κουκά

Πετυχημένη Σχολική Ηγεσία: 10 ισχυρές παραδοχές-προκλήσεις για βελτίωση. Δρ Μάριος Στυλιανίδης, ΕΔΕ ΥΠΠ

Αναφορά από τη συνάντηση της οµάδας εργασίας της Συµβουλευτικής προς τον ΟΟΣΑ Επιτροπής των Συνδικάτων (TUAC)

Κάθε επιλογή, κάθε ενέργεια ή εκδήλωση του νηπιαγωγού κατά τη διάρκεια της εκπαιδευτικής διαδικασίας είναι σε άμεση συνάρτηση με τις προσδοκίες, που

ΕΝΟΤΗΤΑ 3: ΣΚΟΠΟI ΚΑΙ ΣΤΟΧΟΙ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ

Σχολική Μουσική Εκπαίδευση: αρχές, στόχοι, δραστηριότητες. Ζωή Διονυσίου

ΕΥΑΡΜΟΓΕ ΣΩΝ ΘΕΩΡΙΩΝ ΜΑΘΗΗ ΣΗΝ ΠΡΟΦΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΤΗ. Δρ Ζωή Καραμπατζάκη

Μουσική Αγωγή στην Προσχολική και Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Ζωή Διονυσίου

Μοντέλα Εκπαίδευσης με σκοπό τη Διδασκαλία με χρήση Ψηφιακών Τεχνολογιών

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α ΛΥΚΕΙΟΥ ΤΡΑΠΕΖΑ ΘΕΜΑΤΩΝ

5 -Τρόποιενσωµάτωσηςτης ΠεριβαλλοντικήςΕκπαίδευσης σταεκπαιδευτικάσυστήµατα

Δρ. Μαρία Γραβάνη «Νέες προσεγγίσεις στην εκπαίδευση ενηλίκων», Παιδαγωγικό Ινστιτούτο Κύπρου Σάββατο, 20 Μαΐου 2017

Η αξιοποίηση των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και

ΠΡΟΩΡΗ ΕΓΚΑΤΑΛΕΙΨΗ ΣΧΟΛΕΙΟΥ (Π.Ε.Σ.) ΠΡΑΓΑ 25-29/1/2016

ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ- ΠΡΟΚΛΗΣΕΙΣ- ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ


ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης Εσωτερικοποίηση του πολιτιστικού υποσυστήματος και εκπαίδευση: Talcott Parsons

Εκπαιδευτική Τεχνολογία και Θεωρίες Μάθησης

Eκπαίδευση Εκπαιδευτών Ενηλίκων & Δία Βίου Μάθηση

Η σημασία της επινόησης στην εκπαίδευση

Π. Καριώτογλου. Παιδαγωγική Σχολή, Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων (ΟΜΑΔΑ Α )

ΣΚΟΠΟΙ 1. Ανάπτυξη κινητικών δεξιοτήτων και ικανοποιητική εκτέλεση ορισμένων από αυτές Απόκτηση γνώσεων από την αθλητική επιστήμη (πώς ώ και γιατί) κα

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

«Η μέθοδος Project ορίζεται ως μια σκόπιμη πράξη ολόψυχου ενδιαφέροντος που συντελείται σε ένα κοινωνικό περιβάλλον» (Kilpatrick, 1918)

ΤΟ ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ : ΤΟ

ΓΙΑΤΙ ΤΑ ΣΧΟΛΕΙΑ ΘΑ ΕΠΡΕΠΕ ΝΑ ΠΡΟΑΓΟΥΝ ΤΗ ΦΥΣΙΚΗ ΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ; Γιάννης Θεοδωράκης Πανεπιστήµιο Θεσσαλίας

ΒΑΣΙΚΕΣ ΑΡΧΕΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΘΗΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Κωνσταντίνος Π. Χρήστου

ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ

Η ανάγκη των εσωτερικών αλλαγών στην τεχνική- επαγγελματική εκπαίδευση. Βασίλης Δημητρόπουλος Επίτιμος Σχολικός Σύμβουλος

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

To project στην εκπαίδευση

ΔΗΜΟΚΡΙΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΡΑΚΗΣ

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ

Ψηφιακός εμπλουτισμός σχολικών εγχειριδίων: Ένα βήμα για τη νοηματοδοτημένη παιδαγωγική αξιοποίηση των ΤΠΕ

Μάθηση & Εξερεύνηση στο περιβάλλον του Μουσείου

Εθνικε ςκαιευρωπαι κε ς Πολιτικε ςστοντομεάτηςδια βιόυμα θησης. Παράλληλα Κείµενα

ΘΕΜΑΤΑ ΠΡΩΤΗΣ ΕΝΟΤΗΤΑΣ: «ΓΝΩΣΤΙΚΟ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ» Συντάκτης: Βάρδα Αλεξάνδρα

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΠΑΙ ΑΓΩΓΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΙΑΤΜΗΜΑΤΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΙΑ ΤΗ ΜΟΡΦΩΤΙΚΗ ΑΥΤΟΤΕΛΕΙΑ ΤΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ

1. Γένεση, καταβολές καιεξέλιξητηςπε

ΔΙΔΑΚΤΙΚΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΠΑΛΙΕΣ ΜΕΘΟΔΟΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Δράση 9.10 Υπηρεσία Υποστήριξης Τελικών Χρηστών των Βιβλιοθηκών και Κέντρων Πληροφόρησης

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΥ. Χαράλαμπος Μπαμπαρούτσης Δρ. Πανεπιστημίου Αθηνών

Τεχνολογίες Πληροφορίας και Επικοινωνιών και Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση ΗΛΙΑΣ ΜΑΡΚΑΤΖΙΗΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗΣ ΜΤΕΕ ΓΕΝΙΚΟΣ ΣΥΝΤΟΝΙΣΤΗΣ ΕΡΓΩΝ ΤΠΕ

Εκπαίδευση και ΤΠΕ: από την ιδέα στην πράξη. Δρ. Ι. Καραβασίλης Περιφερειακός Διευθυντής Εκπαίδευσης Ιονίων Νήσων

Εισαγωγή στην Παιδαγωγική

ΠΛΑΙΣΙΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ (ΠΣ) Χρίστος Δούκας Αντιπρόεδρος του ΠΙ

5. Η εκπαίδευση στην Κοινωνία της Πληροφορίας

Η συμβολή της ανάλυσης των κοινωνικών αναπαραστάσεων στη βελτίωση των διδακτικών πρακτικών: Το παράδειγμα του ζητήματος της σχολικής μετάβασης

Η υποστήριξη της επαγγελματικής μάθησης στη σχολική μονάδα: Ο ρόλος του ηγέτη

Περιεχόµενα ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΕΚΠΑΙ ΕΥΤΙΚΕΣ ΠΡΟΘΕΣΕΙΣ a. Γενικές αρχές b. Γενικοί σκοποί 13

ΕΕκαιαξιολόγησητουμαθητή μετηχρήσητουportofolio (Φάκελοςτουμαθητή) Ελένη Κατσαρού Πανεπιστήμιο Κρήτης

Εποικοδομητική διδασκαλία μέσω γνωστικής σύγκρουσης. Εννοιολογική αλλαγή

Η Καινοτοµία στη Διδασκαλία των Μαθηµατικών. Ε. Κολέζα

Τμήμα: Σύγχρονο εξ αποστάσεως επιμορφωτικό πρόγραμμα Προσχολικής & Πρωτοβάθμιας

Η ΜΕΘΟΔΟΣ PROJECT ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Κωνσταντίνος Δαφνάς, MSc. Ψυχολόγος Κωνσταντίνος Φύσσας, ΜΑ., Ψυχοθεραπευτής

ΣΥΝΕΔΡΙΟ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΣΤΗ ΛΑΤΙΝΙΚΗ ΑΜΕΡΙΚΗ ΜΟΝΤΕΒΙΔΕΟ Οκτωβρίου 2009

ΓΕΝEΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Κοινωνίες αγροτικού τύπου (παραδοσιακές, στατικές κοινωνίες)

Εισαγωγή. ΘΕΜΑΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ: Κουλτούρα και Διδασκαλία

08/07/2015. Ονοματεπώνυμο: ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΚΟΥΤΡΑΣ. Ιδιότητα: ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ Β ΙΕΠ. (Υπογραφή)

Θεωρείτε και σε τι βαθμό, έγκαιρη την ενημέρωσή σας για την ημερίδα στην οποία και συμμετείχατε;

Ενδυναμώνοντας τις σχέσεις με τους γονείς

Θέσεις της Γ.Σ.Ε.Ε προς το ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΠΑΙ ΕΙΑΣ

Σύγχρονες απόψεις για τη μάθηση και θέματα αξιολόγησης. Άννα Κουκά

Τύπος Εκφώνηση Απαντήσεις

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

Η ανάπτυξη της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και ο νέος ρόλος των εκπαιδευτών

Αυθεντικό πλαίσιο μάθησης και διδασκαλίας για ένα σχολείο που μαθαίνει. Κατερίνα Κασιμάτη Επικ. Καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος ΑΣΠΑΙΤΕ

Περιγραφή Χρηματοδοτούμενων Ερευνητικών Έργων 1η Προκήρυξη Ερευνητικών Έργων ΕΛ.ΙΔ.Ε.Κ. για την ενίσχυση Μεταδιδακτόρων Ερευνητών/Τριών

3 ο Πανελλήνιο Συνέδριο με Διεθνή Συμμετοχή για το Εκπαιδευτικό Υλικό στα Μαθηματικά και τις Φυσικές Επιστήμες

Περιγραφή ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ:


Εκπαιδευτικές Αλλαγές και Καινοτομίες

Στυλιανός Βγαγκές - Βάλια Καλογρίδη. «Καθολικός Σχεδιασμός και Ανάπτυξη Προσβάσιμου Ψηφιακού Εκπαιδευτικού Υλικού» -Οριζόντια Πράξη με MIS

Η ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ

Δ.Ε.Π.Π.Σ. Α.Π.Σ. & ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Δρ Δημήτριος Γκότζος

Δημοτικό Σχολείο Σωτήρας Β Η δική μας πρόταση- εμπειρία

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΒΟΡΕΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ / ΜΥΤΙΛΗΝΗ / Ετήσιο Πρόγραμμα Παιδαγωγικής Κατάρτισης Ε.Π.ΠΑΙ.Κ.

Σαφής διάκριση της διαμορφωτικής από τη συγκριτική / τελική αξιολόγηση

ΔΙΔΑΚΤΙΚΉ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΏΝ

ΡΟΜΠΟΤΙΚΗ ΚΑΙ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ

Δημιουργικό Παιχνίδι ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΙΧΝΙΔΙΩΝ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ ΤΗΣ Φ.Α. Διάλεξη 3η

Αξιολόγηση του Εκπαιδευτικού Έργου στην Ειδική Αγωγή και Εκπαίδευση. Διαδικασία Αυτοαξιολόγησης στη Σχολική Μονάδα

ΠΕ60/70, ΠΕ02, ΠΕ03, ΠΕ04)

Προετοιμασία & εργασία των μαθητών στο σπίτι

Κίνητρο και εμψύχωση στη διδασκαλία: Η περίπτωση των αλλόγλωσσων μαθητών/τριών

ΒΗΜΑΤΑ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ ΕΝΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (PROJECT)

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ. Γεώργιος Ν. Πριµεράκης Σχ. Σύµβουλος ΠΕ03

Transcript:

Μάθηση αντί για γνώση. Μια φόρµουλα της ιστορικής Νέας Αγωγής Μπατσίλας Κωνσταντίνος, ρ., Σχολικός Σύµβουλος Η προτεραιότητα της µάθησης έναντι της γνώσης είναι διαρκές µοτίβο του παιδαγωγικού αναστοχασµού από τον 19 ο αι. και αποτελεί σήµερα το επακόλουθο της Νέας Αγωγής µε τις πλουσιότερες συνέπειες. Με την απόρριψη κάθε αυθεντίας και τη στροφή στο υποκείµενο η παιδοκεντρική Νέα Αγωγή µετατοπίζει το ζήτηµα της µάθησης στο µανθάνον πρόσωπο. Στο κέντρο της µαθησιακής προσπάθειας εγκαθίσταται το υποκείµενο και όχι ο δάσκαλος ή το αντικείµενο της µάθησης. Η συσχέτιση του τρόπου µάθησης µε την "προσωπικότητα" και η εξατοµίκευση της µάθησης, έχουν ως αποτέλεσµα την ριζοσπαστικοποίηση της κριτικής του σχολείου. Η αντίθεση µε το συµβατικό σχολείο εξηγείται ουσιαστικά από τις παραδοχές για τη µάθηση. Προτεραιότητα της µάθησης σηµαίνει τελικά εξατοµίκευση της σχολικής µάθησης, η οποία δεν εκτίθεται πλέον στο ισοπεδωτικό στάνταρ του γενικού αναλυτικού προγράµµατος. Ακριβώς όµως αυτό το στάνταρ είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση του µέσου επιπέδου, το οποίο ο αυστηρός προσανατολισµός στο παιδί παραµελεί. 1. Εισαγωγή Η Νέα Αγωγή είναι διαρκές θέµα του παιδαγωγικού αναστοχασµού, που συνδέεται µε µια «πλούσια κληρονοµιά», µ ένα εξαιρετικό παρελθόν, το οποίο γίνεται αντιληπτό ως πρότυπο για το παρόν (Pehnke, 1992). Παρότι ιστορία, παραµένει επίκαιρη και θεωρείται ότι µπορεί να συνεχιστεί. Οι εµπειρίες µε τη «νέα αγωγή» τις πρώτες δεκαετίες του 20 ου αι. θεωρείται ότι µπορούν να αποτελέσουν το πρότυπο και τα θεµέλια για την µελλοντική ανάπτυξη του σχολείου (Semel / Sadovnik, 1999). Το σηµερινό ενδιαφέρον για την Νέα Αγωγή είναι κυρίως πρακτικής φύσεως. Ιστορικά πρότυπα, χωρίς να είναι σαφές πώς προέκυψαν και πώς θα συνεχιστούν, υπηρετούν τον προσανατολισµό του παρόντος για τη διαµόρφωση του µέλλοντος. Το παρελθόν θα ορίσει τη σηµερινή µεταρρύθµιση της αγωγής και της διδασκαλίας, εγγράφοντας έτσι το µέλλον στη Νέα Αγωγή. Η ιστορία υπηρετεί έτσι τη νοµιµοποίηση της εκάστοτε πράξης για την οποία γίνεται αποδεκτό ότι θα µπορούσε ή θα έπρεπε να συνάδει µε τα ιστορικά πρότυπα. Η χρονική απόσταση δεν φαίνεται να παίζει κανένα ρόλο (Oelkers 2005, σ. 13). Η Νέα Αγωγή έχει ορισµένες κεντρικές προτάσεις που συµπυκνώθηκαν σε σλόγκαν, θέτοντας έτσι προτεραιότητες που ποικίλουν ελάχιστα: πρόκειται παντού για τη «στροφή στο παιδί», την «αυτενέργεια», το «σχολείο εργασίας» ή τη «φυσική διδασκαλία». Οι ιδέες και τα µοτίβα της µεταρρύθµισης πρέπει ωστόσο να ειδωθούν στην µακρά διάρκεια: σηµαίνοντα, µοτίβα και επιχειρήµατα είναι µέρος της ιστορικής γλώσσας της αγωγής, η οποία µπορεί να προσαρµοστεί σε κάθε κατάσταση χωρίς να χάνει τον ιδεατό πυρήνα. Η ιστορική δοµή του παιδαγωγικού αναστοχασµού ISSN 1790-8574 1

επιδεικνύει έτσι µια αξιοσηµείωτη σταθερότητα, χρησιµοποιεί επικοινωνιακές φόρµουλες και πρότυπα επιχειρηµατολογίας, τα οποία είναι διακριτά ως «παιδαγωγικά» και µπορούν να διασφαλίζουν την ηθική συγκατάθεση και αποδοχή (Oelkers 2005, σ. 22). Στη συνέχεια παρουσιάζεται ένα τυπικό µοτίβο της µεταρρυθµιστικής συζήτησης, η αντίθεση «µάθησης» και «γνώσης». Η προτεραιότητα της µάθησης έναντι της γνώσης είναι διαρκές µοτίβο του παιδαγωγικού αναστοχασµού από τον 19 ο αι. και αποτελεί σήµερα το επακόλουθο της Νέας Αγωγής µε τις πλουσιότερες συνέπειες. 2. Η προτεραιότητα της µάθησης Με την απόρριψη κάθε αυθεντίας και τη στροφή στο υποκείµενο η παιδοκεντρική Νέα Αγωγή µετατοπίζει το ζήτηµα της µάθησης στο µανθάνον πρόσωπο. Στο κέντρο της µαθησιακής προσπάθειας εγκαθίσταται το υποκείµενο και όχι ο δάσκαλος ή το αντικείµενο της µάθησης. Η µάθηση η ίδια πρέπει να είναι από την αρχή επιστηµονική, δηλαδή µε αναφορά στην εµπειρία και την αυτενέργεια, η µορφή της να µην είναι δογµατική. Η αντίθεση µε το συµβατικό σχολείο εξηγείται ουσιαστικά από τις παραδοχές για τη µάθηση, η οποία θεωρήθηκε αυθόρµητη ή φυσική δραστηριότητα, που είναι πιο σηµαντική από τη γνώση, αφού η γνώση παλιώνει γρήγορα, αποκτάται µε διαφορετικό τρόπο και ξεχνιέται εύκολα. Εδώ εννοείται πάντα η σχολική γνώση, δηλαδή κατασκευές της γνώσης που σχεδιάζονται για τη διδασκαλία (Oelkers 2008, σ. 349 κ.έ.). Η διαφορά επιστηµονικής έρευνας και επιστηµονικής διδασκαλίας προσδιόρισε την ιστορική διαδικασία ανάπτυξης του σχολείου τον 19ο αι., και ακόµη, καθορίζει το δηµόσιο σχολείο µέχρι σήµερα. Η "διδασκαλία" δεν είναι έρευνα, αλλά ακολουθεί τους δικούς της πρακτικούς κανόνες, οι οποίοι περιγράφονται σε ανεξάρτητα διδακτικά και µεθοδολογικά συστήµατα. Η "έρευνα" είναι παραγωγή και η "διδασκαλία" µετάδοση της γνώσης. Οι δύο µορφές πράξης σχετίζονται µεταξύ τους µέσω διδακτικών συστηµάτων και µεθοδικών κανόνων. Η Νέα Αγωγή µπορεί να κατανοηθεί ως πρόγραµµα, το οποίο αντιτίθεται σ αυτήν την διάκριση και φέρνει στο παιχνίδι όχι τη σχέση έρευνας και διδασκαλίας, αλλά τη σχέση προσώπου και µάθησης, έναντι της οποίας το ζήτηµα του επιστηµονικού ορθού Λόγου χάνει την προτεραιότητα. Η καλλιέργεια της νόησης µέσω της επιστηµονικής διδασκαλίας χάνει την σηµασία της και το ζήτηµα της προσωπικότητας του παιδιού και των δραστηριοτήτων του έρχεται από την περιφέρεια στο κέντρο. Από αυτήν την πεποίθηση αναπτύσσεται µια κριτική του σχολείου η οποία εντείνεται διαρκώς. Μέσω των νέων µορφών µάθησης, της «καταστασιακής», ενιαίας, ολιστικής ή βιωµατικής διδασκαλίας πραγµατώνεται η µεταρρύθµιση του ISSN 1790-8574 2

σχολείου. Η διδασκαλία των επιµέρους µαθηµάτων υποχωρεί για χάριν ευρύτερων θεµάτων που γίνονται αντικείµενο επεξεργασίας ως project. Στο επίκεντρο τίθεται η αυτενέργεια του µανθάνοντος. Ο βασικός κανόνας είναι πως µαθαίνεται µε διάρκεια αυτό που συνδέεται µε το βίωµα και την εποπτεία. Η συσχέτιση του τρόπου µάθησης µε την "προσωπικότητα" και η εξατοµίκευση της µάθησης έχουν ως αποτέλεσµα την ριζοσπαστικοποίηση της κριτικής. Στη σχολική διδασκαλία που παρέχει γνώσεις και επιδιώκει την καλλιέργεια της νόησης αντιπαρατίθεται η αυτενεργός µάθηση. Το σχολείο των βιβλίων δεν προάγει τη µάθηση, αλλά µεταδίδει σχολικές γνώσεις που αποµνηµονεύονται, χωρίς να προωθεί την πραγµατική κατανόηση και χωρίς να επιτυγχάνει διαρκή αποτελέσµατα, αφού δε διασφαλίζει την ενεργητική συµµετοχή του µαθητή. Αποφασιστική ωστόσο δεν είναι απλώς η αυτενέργεια ή η ενεργός κατασκευή πραγµάτων, αλλά ο βαθµός κατανόησης που συνδέεται µ αυτήν, η οποία βεβαίως δεν παράγεται αφηρηµένα ή απαγωγικά (Gardner/Boix-Mansilla 1994). Η οικοδόµηση της κατανόησης είναι περισσότερο µια διαδικασία αυτοκατασκευής, στην οποία η συµβολική κουλτούρα αναγεννιέται ατοµικά, έχει όµως πάντα ως προϋπόθεση µια αντικειµενική κατάσταση πραγµάτων, άγνωστη και µακρινή γνώση, την οποία ο µανθάνων δεν τη γεννάει ο ίδιος πρέπει όµως να την ενσωµατώσει στο δικό του ορίζοντα κατανόησης. Η µάθηση δεν είναι ανεξάρτητη από τη γνώση, αφού είναι πάντα και επεξεργασία γνώσεων, όχι απλώς µια αποµονωµένη διαδικασία η οποία θα µπορούσε να περιγραφεί "καθ εαυτή". Ακριβώς αυτό προϋποθέτει η "Νέα Αγωγή" τουλάχιστον εκεί όπου υιοθετεί ψυχολογικές θεωρίες. Η σχέση µε το σχολείο διαµορφώνεται µέσω της αντίθεσης µάθησης και γνώσης. Από αυτόν το δυισµό προκύπτει η ουσιαστική κριτική της Νέας Αγωγής. 3. Η κριτική του σχολείου Το συµβατικό «σχολείο των βιβλίων» εµφανίζεται ως εχθρικό προς τη µάθηση, ουσιαστικά γιατί η µάθηση δεν αντιµετωπίζεται ως δραστηριότητα και αυτενέργεια. Η σχολική µάθηση προσπερνάει τις πραγµατικές δυνατότητες της µάθησης, γιατί επιβαρύνεται από τη γνώση (Oelkers 2008, σ. 351). Το σχολείο θέλει πράγµατι µε τις θεσµικές ρυθµίσεις του, την οργανωµένη προετοιµασία, να προάγει τη µάθηση, η οποία όµως νοείται µε τη σχολική έννοια. Οι ρυθµίσεις βεβαίως δεν ήταν ποτέ αδιαµφισβήτητες. εν υπήρχε ποτέ η τέλεια µέθοδος, σύµφωνα µε την οποία σύµπασα η διδασκαλία θα ήταν επιτυχής. Ο προσανατολισµός στην επιστηµονική γνώση και την ορθολογική οργάνωση και η διδασκαλία των επιµέρους µαθηµάτων στο δηµοτικό σχολείο δεν αλλάζει το ιδεώδες της µεθόδου που υιοθετεί "Νέα Αγωγή". Η σχολική γνώση συνδέεται µε το κακό των εξετάσεων, µαθαίνεται και ξεχνιέται γρήγορα, χωρίς να επιτυγχάνει ένα διαρκές αποτέλεσµα παιδείας. ISSN 1790-8574 3

Οι τόποι της κριτικής του σχολείου µεταβιβάζονται σε κάθε νέα γενιά δασκάλων και έτσι η αντίθεση µάθησης και γνώσης διατηρείται ζωντανή. Η διδασκαλία παρουσιάζει σχολική γνώση, για την οποία δεν αποφασίζει αυτός που µαθαίνει, αλλά προσφέρεται και πρέπει να γίνει αποδεκτή σύµφωνα µ ένα σχέδιο (Oelkers 2008, S. 356). Το σχολικό σύστηµα παρότι µε τους δικούς του όρους ήταν επιτυχές, πρέπει έτσι να γίνει αντικείµενο κριτικής. Αυτό δεν συµβαίνει µια ορισµένη χρονική στιγµή, αλλά αδιάκοπα. Η κριτική συνοδεύει την ανάπτυξη του σχολείου και δεν αποτελεί προνόµιο µιας ορισµένης εποχής (Oelkers 2000). Η ριζοσπαστική κριτική εκφράζει τη δυσφορία για τον εξορθολογισµό της σχολικής παιδείας, που συνδέεται µε την προτεραιότητα της γνώσης, αποτελώντας έτσι µια µορφή της δυσφορίας απέναντι στο Λόγο της γνώσης. Από την εποχή της Νέας Αγωγής συνηθίζεται να γίνεται λόγος για το «σχολείο των βιβλίων» ή το «σχολείο της γνώσης» και να συνδέεται µ αυτό µια δηµοφιλής κριτική. Η κριτική αντιπαραθέτει τη «µάθηση» στη «γνώση» και επιχειρηµατολογεί για µια διδασκαλία που έχει αφετηρία τις ανάγκες και επικεντρώνεται στα ενδιαφέροντα του µανθάνοντα. Οι µορφές µάθησης θα πρέπει να είναι ανοιχτές σε αντίθεση µε την παραδοσιακή διδασκαλία στην οποία οι διδάσκοντες διαµεσολαβούν στην τάξη ότι βρίσκεται στα βιβλία. 4. Η µεταρρύθµιση της µάθησης Η µεταρρύθµιση της µάθησης αποτελεί βεβαίως πρόγραµµα εκσυγχρονισµού. Σε κοινωνίες µε πλουραλιστικούς ορίζοντες, σε βιόκοσµους που διατηρούν ολοένα και περισσότερα περιβάλλοντα παρόντα και ακολουθούν ολοένα και λιγότερο ενιαίους σκοπούς δεν µπορεί η µάθηση να οργανωθεί µε τον παραδοσιακό τρόπο διδασκαλίας, ο οποίος προϋποθέτει ένα ενιαίο σώµα γνώσεων, το οποίο αλλάζει µεν µέσω της έρευνας, όµως για τους σκοπούς της διδασκαλίας πρέπει να διατηρηθεί σταθερό. Τα διδακτικά συστήµατα θα έπρεπε να κατανοούνται ως απεικόνιση των επιστηµών, οι µέθοδοι και οι στρατηγικές µάθησης να ανταποκρίνονται στην στάθµη, τις προϋποθέσεις και τους όρους της επιστηµονικής έρευνας, να προσαρµόζονται στον τρόπο παραγωγής της γνώσης και τη στάθµη της εκάστοτε επιστήµης αναφοράς. Η σηµερινή παραγωγή της γνώσης είναι δυναµική µε µια τάση γρήγορης απαξίωσης που προσπερνάει τις απαιτήσεις κάθε διδακτικού συστήµατος ή τα κάνει τόσο αφηρηµένα, ώστε συγκεκριµένες ιστορικές εµπειρίες δεν επανευρίσκονται σ αυτά. Πώς λοιπόν µπορεί η «γνώση» να είναι σκοπός της διδασκαλίας, εάν δεν µπορούµε πλέον να βασιστούµε στη γνώση, γιατί ο µετασχηµατισµός είναι γρηγορότερος από κάθε διδακτική; Κατά παράδοξο τρόπο αυτή η κατάσταση, η διαδικασία αυξανόµενης απαξίωσης της γνώσης, ονοµάζεται «κοινωνία της ISSN 1790-8574 4

γνώσης». Από την άλλη πλευρά όποιος θέλει να διδάξει πρέπει να προϋποθέσει ένα σχετικά σταθερό περιεχόµενο γνώσεων των σχολικών µαθηµάτων και κλάδων. Η διαρκής επίκληση της «κοινωνίας της γνώσης» δεν έχει νόηµα από µια παιδαγωγική σκοπιά. Οι διαδικασίες µάθησης των σύγχρονων επιστηµών και ο αποσπασµατικός και προσωρινός χαρακτήρας κάθε γνώσης αποτελεί πρόκληση για το σχολείο και τη διδασκαλία και κάνει κατανοητό γιατί η Νέα Αγωγή µετατοπίζει το θέµα της µάθησης στο µανθάνων πρόσωπο, ιδιαίτερα στο µανθάνον ή ανακαλύπτον παιδί. Ενώπιον της αποκλίνουσας γνώσης φαινόταν να είναι το πρόσωπο η µοναδική σταθερή αναφορά των αιτηµάτων διδασκαλίας. Μεταρρυθµιστικές επιδιώξεις και αιτήµατα, όπως η σύνδεση σχολείου και ζωής ή µάθησης και εργασίας, η υπέρβαση του σχολείου των βιβλίων, η ολική, ενιαία ή συγκεντρωτική διδασκαλία που υπερβαίνει τα όρια των σχολικών µαθηµάτων, γίνονται πετυχηµένα σλόγκαν και φόρµουλες διαµαρτυρίας, που υιοθετούνται στη συνέχεια από κάθε νέα γενιά µεταρρυθµιστών και συνοδεύουν την ανάπτυξη του σχολείου (Oelkers, 2005). Όµως η αγωγή αντιδρά πάντα στην κοινωνία, όχι µε την έννοια µιας γραµµικής προσαρµογής, αλλά παράδοξα και αντιφατικά, εντούτοις πάντα έτσι ώστε ο ατοµικός µανθάνων βρίσκει ένα προϋπάρχον συµβολικό σύστηµα, θεµατικές δοµές και θεσµικές διαδικασίες προς τα οποία πρέπει να προσαρµοστεί η µάθηση. Η αποµονωµένη φύση του παιδιού υπάρχει µόνο ως παιδαγωγικό επινόηµα. Ενιαία ή ολιστική µε την έννοια της αδιάκοπης, αρµονικής ή περιεκτικής όλων δεν είναι η µάθηση ποτέ. Επίσης, η κριτική ότι το σχολείο πρέπει να ανοίξει στη ζωή αρνείται την αναγκαία απόσταση της µάθησης για χάρη µιας εντελώς απροσδιόριστης αµεσότητας. Οι µέθοδοι τέλος είναι χωρίς το περιεχόµενο εντελώς κενές και έτσι µπορούν να χρησιµοποιηθούν και να εφαρµοστούν κατά το δοκούν. Οι σύγχρονες επιστήµες αποτελούν πρόκληση για το σχολείο και τη διδασκαλία, όχι τόσο λόγω του περιεχοµένου αλλά λόγω της µεθόδου. Το ζήτηµα είναι να µάθουν οι µαθητές τους τρόπους παραγωγής της γνώσης, αυτό που συνιστά το χαρακτήρα της και τις µορφές µάθησης που συνδέονται µ αυτό. Στο επίκεντρο τίθεται η διαδικασία παραγωγής της γνώσης. Τα παιδιά είναι αντικείµενο παιδαγωγικών επιθυµιών. Η µέθοδος θέλει να υπερβεί τη διαφορά µεταξύ επιθυµίας και πραγµατικότητας, δηλαδή να επηρεάσει έτσι τη µάθηση ώστε αυτή να ανταποκριθεί στις προσδοκίες. Η µάθηση ωστόσο δεν είναι µια «πορεία», αλλά ένα σύνθετο φαινόµενο, το οποίο πρέπει να προετοιµαστεί για διαδικασίες και δεν µπορεί να συσχετίζει απλώς «προθέσεις» µε «καταστάσεις». Άλλωστε οι προθέσεις έχουν πάντα δυο πλευρές, των οποίων οι επιδιώξεις δεν συγκλίνουν πάντα. Καµιά µέθοδος δεν µπορεί να εγγυηθεί ότι οι καλές προθέσεις θα βρουν την αποδοχή της άλλης πλευράς (Oelkers 2008, σ. 366-367). ISSN 1790-8574 5

Τα ερευνητικά δεδοµένα δεν τεκµηριώνουν πλεονέκτηµα των µαθητοκεντρικών ανοιχτών µορφών µάθησης και διδασκαλίας από την άποψη της επίδοσης, ενώ επιβεβαιώνουν την αναγκαιότητα δεσµευτικών στάνταρντς και την αξία της διδασκαλίας των µαθηµάτων (Oelkers 2003, σ. 70). Η ποιότητα της διδασκαλίας δεν είναι αυθαίρετο µέγεθος που προκύπτει από την εφαρµογή οποιωνδήποτε µεθόδων ή οποιωνδήποτε προσωπικών χαρακτηριστικών. εν υπηρετεί κανείς τη µάθηση ενόσω αποφεύγει σκοπούς και στάνταρντς και εξατοµικεύει τη διδασκαλία, αφού ουσιαστικά µαθαίνεται µόνο ότι απαιτείται. Αυτό που είναι πράγµατι αποτελεσµατικό στη σχολική τάξη και µαθαίνουν πράγµατι τα παιδιά προσδιορίζεται και κατευθύνεται λιγότερο από τη µέθοδο και περισσότερο από τα θέµατα της διδασκαλίας και σε σύνδεση µ αυτά από τις εργασίες και την επίδοση (Chall 2002, σ. 170 κ.ε.). Τόσο τα θέµατα της διδασκαλίας όσο και οι εργασίες αναφέρονται στον επιστηµονικό κλάδο ή στα επιµέρους µαθήµατα. Το σχολείο από τον 19 ου αι. λειτουργεί µε βάση το κατανεµηµένο και διακριτό σε επιµέρους µαθήµατα Αναλυτικό Πρόγραµµα, µια κατανοµή η οποία ιστορικά φαίνεται να αποτελεί το πλαίσιο ή το υπόβαθρο της οργάνωσης του σχολείου, χωρίς ωστόσο να είναι το Αναλυτικό Πρόγραµµα αυτό που κυρίως κατευθύνει τη διδασκαλία (Ravitch, 1995). Η σταθερή παράµετρος της σχολικής οργάνωσης είναι το Ωρολόγιο Πρόγραµµα. Αυτό κατανέµει τον εβδοµαδιαίο χρόνο µάθησης ανά µαθήµατα ή καθορισµένες µαθησιακές περιοχές, ούτε ανά θέµατα ούτε ανά µαθησιακές ευκαιρίες. Στην προοπτική της Νέας Αγωγής, η οποία έχει ως αφετηρία τον ατοµικό µανθάνοντα, θεωρείται ότι το παραδοσιακό Αναλυτικό Πρόγραµµα δεν σέβεται τα ατοµικά ενδιαφέροντα και την ατοµική πορεία µάθησης. Στο Αναλυτικό Πρόγραµµα ως συστηµατική διευθέτηση της επιστήµης αντιπαρατίθεται η µάθηση ως ατοµική, ενεργός και ανοιχτή διαδικασία της εµπειρίας. Στο πλαίσιο αυτής της προοπτικής ο Kilpatrick προτείνει τον ατοµικό σχεδιασµό της µάθησης, τη µέθοδο project, η οποία προσανατολίζεται µονόπλευρα στην ψυχολογία της µάθησης του ατοµικού παιδιού. Ο Dewey υιοθετεί από αυτό τον προσανατολισµό του Αναλυτικού Προγράµµατος σε πεδία προβληµάτων, αντί σε περιοχές γνώσης και την συστηµατική τους. Τα δεδοµένα της εµπειρικής έρευνας οδηγούν συχνά σε µαταίωση και δεν επιβεβαιώνουν πάντα τις παιδαγωγικές προσδοκίες. Το ιδεώδες του παιδιού επικοινωνεί προσδοκίες όχι των ίδιων των παιδιών αλλά καλοπροαίρετων ενηλίκων, οι οποίοι παραγνωρίζουν τη διαφορά. Η προσδοκία προκύπτει από την εικόνα του παιδιού, είναι αισθητική, όχι απλώς ψυχολογική. ISSN 1790-8574 6

5. Μάθηση ή γνώση; Η αντίθεση µεταξύ γνώσης και µάθησης είναι λανθασµένη, αφού η διδασκαλία θα ήταν αδύνατη, εάν η γνώση δεν µπορούσε να σχεδιαστεί και να θεωρηθεί ως κάτι που µαθαίνεται. Όµως η πολεµική ενάντια στη "γνώση" και υπέρ της "µάθησης" είναι πολύ σταθερή, αφού µπορεί κανείς να διαπιστώνει πάντα υπερβολές και ελλείµµατα. Η καθαρή µάθηση, ως δραστηριότητα χωρίς αναφορά σε περιεχόµενα, δεν µπορεί να είναι αντικείµενο διερεύνησης. Γι αυτό δεν µπορεί να γίνει διάκριση µεταξύ «µάθησης» και «γνώσης» µε τρόπο που να προκαλείται το ένα για να επιφέρει το άλλο. Μάθηση και γνώση προκαλούνται και επέρχονται συγχρόνως, γεγονός που στο διδακτικά κατασκευασµένο συγκείµενο της «αυτόνοµης µάθησης» παραβλέπεται. Τα αντικείµενα της διδασκαλίας αντιπροσωπεύουν κάποια πραγµατικά υφιστάµενη συνάρτηση, η οποία µαθαίνεται σε επίπεδα ή βαθµιαία. Συχνά η προτεραιότητα της µάθησης κατανοείται µε τρόπο που θέτει σε αµφισβήτηση αυτήν ακριβώς τη δοµή. Η "µάθηση" είναι τότε πάντα αυτενεργός, αυτορρυθµιζόµενη ή αυτόνοµη µάθηση, η οποία βρίσκει ή αναπτύσσει η ίδια το αντικείµενό της. Η «αυτόνοµη» ή «αυτορρυθµιζόµενη» µάθηση στο σχολικό συγκείµενο είναι όµως πάντα µια διδακτική διευθέτηση και όχι αυθόρµητη επιλογή. Προτεραιότητα της µάθησης σηµαίνει τελικά εξατοµίκευση της σχολικής µάθησης, η οποία δεν εκτίθεται πλέον στο ισοπεδωτικό στάνταρ του γενικού αναλυτικού προγράµµατος. Ακριβώς όµως αυτό το στάνταρ είναι αναγκαίο για τη διασφάλιση του µέσου επιπέδου, το οποίο ο αυστηρός προσανατολισµός στο παιδί παραµελεί. Ο νέος προσανατολισµός της εκπαιδευτικής πολιτικής στο αποτέλεσµα θα προάγει την ανάπτυξη της «αυτόνοµης µάθησης» µόνο αν έτσι επιτυγχάνονται καλύτερα αποτελέσµατα απ ότι σε οµάδες ελέγχου µε άλλες µεθόδους διδασκαλίας (Walberg, 1990). Αυτό ισχύει και αντίστροφα, χωρίς αντίκτυπο ή αποτέλεσµα στη διασφάλιση της ποιότητας η «αυτόνοµη µάθηση» δεν θα εφαρµοστεί ούτε θα καθιερωθεί. Σ αυτήν την περίπτωση η ιστορικά νορµάλ µορφή θα ενισχυθεί και µάλιστα ανεξάρτητα από το πόσο καλά τεκµηριωµένη ψυχολογικά είναι η σύλληψη της «αυτόνοµης µάθησης» (Oelkers, 2003). ISSN 1790-8574 7

Βιβλιογραφία Chall, J. S. (2002). The Academic Achievement. What Really Works in the Classroom? New York /London: The Guilford Press. Gardner, H., Boix-Mansilla, V. (1994). Teaching for Understanding in the Disciplines and Beyond. In: Teachers College Record 96 (2), p. 198-218. Oelkers, J., (2000) Schulreform und Schulkritik. 2. Aufl. Ergon Verlag. (Erziehung, Schule, Gesellschaft, hrsg. v. W. Boehm u.a., Bd. 1), Würzburg. Oelkers, J. (2003). Wie man Schule entwickelt. Eine bildungspolitische Analyse nach PISA. Beltz Verlag. Weinheim, Basel, Berlin. Oelkers, J. (2005). Reformpädagogik. Eine kritische Dogmengeschichte, 4. Aufl. Juventa Verlag. Weinheim und München. Oelkers, J. (2008). Lernen versus Wissen: Eine Dichotomie der Reformpädagogik. In: Crotti, Cl. / Osterwalder F. (Hrsg.): Das Jahrhundert der Schulreformen. Internationale und nationale Perspektiven, 1900 1950 (σ. 349 368). Haupt Verlag Bern Stuttgart Wien. Pehnke, A. (Hrsg.) (1992). Ein Plädoyer für unser reformpädagogische Erbe. Neuwied. Ravitch, D. (1995). The Search for Order and the Rejection of Conformity: Standards in American Education. In: D. Ravitch, M.A. Vinovskis (Eds.): Learning From the Past. What History Teaches Us About School Reform (p. 167-190). Baltimore/London: The John Popkins University Press. Ravitch, D. (2000). Left Back: A Century of Failed School Reforms. New York: Simons & Schuster. Semel, S.F. / Sadovnik, A.R. (Eds.) (1999). Schools of Tomorrow, Schools of Today. What Happened to Progressive Education? New York et al.: Peter Lang (= History of School and Schooling, ed. S.F. Semel / A.R. Sadovnik, Vol 8) Walberg, H.J. (1990). Productive Teaching and Instruction: Assessing the Knowledge Basis. In: Phi Delta Kappan 7, p. 470-478. ISSN 1790-8574 8