1:26 PM Page 1 ISBN: 978-960-386-240-6 ΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑ ΕΙΞΗΣ 10/6/15 Ο ΟΧΥΡΩΜΕΝΟΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΣΚΥΡΟΥ Palamari exofyllo:layout 1 Ο Ο Χ Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο Σ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΣΚΥΡΟΥ Ι Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Η Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Η ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑ ΕΙΞΗΣ Επιστηµονική επιµέλεια ΛΙΑΝΑ ΠΑΡΛΑΜΑ, ΜΑΡΙΑ. ΘΕΟΧΑΡΗ Χ ΡΙΣΤΙΝΑ Ρ ΩΜΑΝΟΥ, Σ ΤΑΜΑΤΗΣ Μ ΠΟΝΑΤΣΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΡΓΟΥ ΠΑΛΑΜΑΡΙΟΥ ΣΚΥΡΟΥ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΡΓΟΥ ΠΑΛΑΜΑΡΙΟΥ ΣΚΥΡΟΥ Ο ΟΧΥΡΩΜΕΝΟΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ Σ Τ Ο Π Α Λ Α Μ Α Ρ Ι Σ Κ Υ Ρ Ο Υ Ι Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Η Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Η ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑ ΕΙΞΗΣ Αθήνα, 23-24 Οκτωβρίου 2012 Επιστηµονική επιµέλεια ΛΙΑΝΑ ΠΑΡΛΑΜΑ ΜΑΡΙΑ. ΘΕΟΧΑΡΗ ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΡΩΜΑΝΟΥ ΣΤΑΜΑΤΗΣ ΜΠΟΝΑΤΣΟΣ ΑΘΗΝΑ 2015
Π Ε Ρ Ι Ε Χ Ο Μ Ε Ν Α Χαιρετισµοί ΛΙΝΑ ΜΕΝ ΩΝΗ 8 ΒΑΣΙΛΗΣ ΛΑΜΠΡΙΝΟΥ ΑΚΗΣ 10 Πρόλογος 13 Λ. ΠΑΡΛΑΜΑ, Μ.. ΘΕΟΧΑΡΗ, ΣΤ. ΜΠΟΝΑΤΣΟΣ, ΧΡ. ΡΩΜΑΝΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ Το ανασκαφικό έργο 19 Λ. ΠΑΡΛΑΜΑ Εργασίες προστασίας, συντήρησης και ανάδειξης του οχυρωµένου προϊστορικού οικισµού στο Παλαµάρι της Σκύρου στο πλαίσιο των Κοινοτικών Συγχρηµατοδοτούµενων Προγραµµάτων (Γ Κ.Π.Σ. και Ε.Σ.Π.Α.) 25 Λ. ΠΑΡΛΑΜΑ, ΣΤ. ΜΠΟΝΑΤΣΟΣ Ενηµερωτική Έκθεση Επισκεπτών στον αρχαιολογικό χώρο 34 ΣΤ. ΜΠΟΝΑΤΣΟΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ Παλαµάρι Σκύρου: Νεότερα δεδοµένα για τη στρωµατογραφία και τη χρονολόγηση του οικισµού 39 Λ. ΠΑΡΛΑΜΑ, Μ.. ΘΕΟΧΑΡΗ Παλαµάρι Σκύρου: Η στρωµατογραφική ακολουθία του οικισµού στην περιοχή της νότιας οχύρωσης 49 ΣΤ. ΜΠΟΝΑΤΣΟΣ, ΧΡ. ΡΩΜΑΝΟΥ Η οχύρωση του Παλαµαρίου 71 ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΡΩΜΑΝΟΥ Η ανασκαφή τµήµατος του οικισµού στην περιοχή της νότιας οχύρωσης, µε χαρακτηριστικά εργαστηριακής και αποθηκευτικής χρήσης. Οι τετράπλευρες κατασκευές - «πλυντήρια» 93 ΧΡΙΣΤΙΝΑ ΡΩΜΑΝΟΥ Η κεραµική της Μέσης Εποχής του Χαλκού από το Παλαµάρι στην έκθεση του Αρχαιολογικού Μουσείου Σκύρου 113 ΕΛΕΝΗ ΦΡΟΥΣΣΟΥ Περιστρέφοντας τον κεραµικό τροχό στο Παλαµάρι Σκύρου: Νέες τεχνολογικές πρακτικές και κεραµικές παραδόσεις στο Αιγαίο της Πρώιµης Εποχής του Χαλκού 143 Μ. ΧΟΛΕΒΑ
ΑΡΧΑΙΟΜΕΤΡΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ Χαρτογραφική αποτύπωση του προϊστορικού οικισµού στο Παλαµάρι Σκύρου µέσω γεωφυσικών τεχνικών 167 Α. ΣΑΡΡΗΣ, Ν. ΠΑΠΑ ΟΠΟΥΛΟΣ, S. DEDERIX, M.C. SALVI, E. MONAHAN Παλαιογεωγραφική ανασύσταση του τοπίου της ευρύτερης περιοχής του προϊστορικού οικισµού Παλαµαρίου (ΒΑ Σκύρος) κατά το Ολόκαινο 189 Κ. ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ, Μ. ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ,. ΜΑΡΚΟΥ, Γ. ΑΠΟΣΤΟΛΟΠΟΥΛΟΣ, Π. ΚΑΡΚΑΝΑΣ, Α. ΚΟΥΛΗ, Β. ΚΑΨΙΜΑΛΗΣ Οι διαδικασίες σχηµατισµού των αρχαιολογικών επιχώσεων του Παλαµαρίου 201 Π. ΚΑΡΚΑΝΑΣ Μελέτη φυτολίθων από τις αρχαιολογικές αποθέσεις του Παλαµαρίου 223 Γ. ΤΣΑΡΤΣΙ ΟΥ Χρονολογήσεις οστών µε άνθρακα-14 από το Παλαµάρι Σκύρου και σύγκριση µε άνθρακες: ο ακριβής προσδιορισµός των οικιστικών φάσεων 239 Γ. ΜΑΝΙΑΤΗΣ, Θ. ΑΡΒΑΝΙΤΗ Χρονολόγηση µε άνθρακα-14 του Παλαµαρίου και υπολογισµός της απόκλισης του διαµερίσµατος της θάλασσας της δεξαµενής του άνθρακα στην περιοχή των Βόρειων Σποράδων κατά την Εποχή του Χαλκού 257 Γ. ΦΑΚΟΡΕΛΛΗΣ, B. N. DAMIATA, Ε. ΒΑΡ ΑΛΑ-ΘΕΟ ΩΡΟΥ, Μ. ΝΤΙΝΟΥ, J. SOUTHON, K. TΡΑΝΤΑΛΙ ΟΥ ΛΙΘΟΤΕΧΝΙΑ - ΜΕΤΑΛΛΟΤΕΧΝΙΑ - ΟΣΤΑ - ΟΣΤΡΕΑ Τα εργαλεία λειασµένου λίθου από τον οικισµό της Εποχής του Χαλκού στο Παλαµάρι της Σκύρου. Μελέτη προέλευσης και διακίνησης των πρώτων υλών 273 Χ. Σ. ΑΓΟΥΡΙ ΗΣ Από το εύρηµα... στην ερµηνεία. Ιχνολογία, συγκριτική τεκµηρίωση και πειραµατική αρχαιολογία στο Παλαµάρι Σκύρου 295 Γ. ΜΑΝΟΣ ιερεύνηση της προέλευσης του µαρµάρου ενός ειδωλίου από το Παλαµάρι της Σκύρου 309. ΤΑΜΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, Γ. ΜΑΝΙΑΤΗΣ Μετάλλινα ευρήµατα από τις ανασκαφές Παλαµαρίου 321 ΣΤ. ΜΠΟΝΑΤΣΟΣ Μεταλλουργικές δραστηριότητες και χρήση των µετάλλων στο Παλαµάρι 347 Μ. ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γ. ΜΠΑΣΙΑΚΟΣ Αποκρυπτογραφώντας τα ζωικά κατάλοιπα. Βιοποικιλότητα και κτηνοτροφία στο Παλαµάρι της Πρώιµης και Μέσης Εποχής του Χαλκού 367 K. TΡΑΝΤΑΛΙ ΟΥ Πρόγραµµα ιεπιστηµονικής Συνάντησης 467
Μελέτη φυτολίθων από τις αρχαιολογικές επιχώσεις του Παλαµαρίου ΓΕΩΡΓIΑ ΤΣΑΡΤΣI ΟΥ Εισαγωγή Οπροϊστορικός οικισµός του Παλαµαρίου έχει µελετηθεί κάτω από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες, καθώς ποικίλες επιστηµονικές µέθοδοι έχουν εφαρµοστεί για την κατανόηση του τρόπου ζωής και της δράσης που ασκούσε η σηµαντική αυτή θέση. Η παρούσα µελέτη επιχειρεί στο πλαίσιο της ανάλυσης των φυτικών µικροκαταλοίπων (φυτολίθων) να αναγνωρίσει ανθρώπινες πρακτικές και δραστηριότητες, όπως αυτές αποτυπώθηκαν στα δάπεδα και τις υπόλοιπες αποθέσεις του οικισµού. Για τον σκοπό αυτό µελετήθηκαν φυτολιθικές συγκεντρώσεις από διάφορες περιοχές κατά µήκος της Βόρειας και Νότιας Οχύρωσης, εντός και εκτός του τείχους: αναλύθηκαν δάπεδα κατασκευασµένα από τους κατοίκους του οικισµού καθώς και αποθέσεις που υποδηλώνουν φυσικές διεργασίες (κατάρρευση τοίχων κ.λπ.) και µελετήθηκαν στρώµατα καταστροφής, προκειµένου να αναζητηθούν οι µάρτυρες της ανθρώπινη επιλογής όσον αφορά τη µεταφορά συγκεκριµένων φυτικών ειδών στον οικισµό και τη χρήση τους από τους κατοίκους του Παλαµαρίου. Επιχειρείται, τέλος, µια προσπάθεια κατανόησης του οικονο- µικού χαρακτήρα του οικισµού (γεωργοκτηνοτροφικού ή µη). Φυτόλιθοι Οι φυτόλιθοι είναι µικροσκοπικές µορφές πυριτίου (οπαλίου), ενός ορυκτού που αναπτύσσεται στο κυτταρικό σύστηµα των φυτών. Τα φυτά ως ζωντανοί οργανισµοί απορροφούν µε τις ρίζες τους το µονοξείδιο του πυριτίου (H 4 SiO 4 ) που εµπεριέχεται στο νερό του εδάφους (διαλυτό πυρίτιο) και στη συνέχεια το µεταφέρουν µέσω του αγγειακού τους συστήµατος στο υπόλοιπο σώµα: µίσχο, φύλλα, άνθη 1. Μεσω της εξατµισοδιαπνοής, το νερό εξατµίζεται και το πυρίτιο καθιζάνει καταλαµβάνοντας τον χώρο δίπλα, µέσα και πάνω στα κύτταρα, αντιγράφοντας τη µορφολογία τους. Έτσι, όταν η οργανική ύλη του φυτού χαθεί µετά από καύση ή αποσύνθεσή του, αυτό που αποµένει είναι η ανόργανη ύλη, δηλαδή οι φυτόλιθοι. Το ότι είναι ανόργανοι τους καθιστά από τα πιο ανθεκτικά αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα, που δεν διαβρώνονται εύκολα από βακτήρια και διατηρούνται στις πιο δύσκολες περιβαλλοντικές συνθήκες. Επιπλέον, αντίθετα µε τα υπόλοιπα µακροκατάλοιπα (σπόροι, ξύλο κ.λπ.), δεν απαιτείται απανθράκωση για τη διατήρηση τους 2. Οι φυτόλιθοι παράγονται σε όλους τους τύπους φυτών και σε όλα τα όργανά τους (ρίζες, φύλλα, βλαστό, άνθη) συχνά σε πολύ µεγάλες ποσότητες. Ως εκ τούτου, εµφανίζουν εξαιρετική συγκέντρωση στα ιζήµατα, φυσικά ή αρχαιολογικά µε αποτέλεσµα να αντιπροσωπεύουν αξιόπιστα το στρώµα, από το οποίο προέρχονται. 1. PIPERNO 2006, 9. 2. HARVEY - FULLER 2004. μελετη φυτολιθων απο τισ αρχαιολογικεσ επιχωσεισ του παλαμαριου
Εικ. 1. Σχηματική αποτύπωση της Βόρειας και Νότιας Οχύρωσης του Παλαμαρίου. Με μαύρα τετράγωνα ορίζονται οι περιοχές απ όπου συλλέχθηκαν δείγματα ιζήματος για την ανάλυση φυτολίθων. Fig. 1. Schematic view of the north and south fortification. The black squares are the sampling areas showing also the sample numbers. Πρέπει να σηµειωθεί εδώ ότι δεν παράγουν όλα τα φυτά τον ίδιο αριθµό φυτολίθων. Υπάρχουν οικογένειες φυτών που ανεξάρτητα από τις περιβαλλοντικές συνθήκες, υπακούοντας στους βιολογικούς κανόνες, παράγουν πάντα µεγάλο αριθµό φυτολίθων, ενώ άλλες παράγουν λίγους ή και καθόλου 3. Τα µονοκοτυλήδονα φυτά (π.χ. αγρωστώδη, φοινικοειδή) είναι φυτά πλούσια σε οπάλιο και συνήθως κυριαρχούν στα ιζήµατα. Σε αυτά ανήκουν και τα δηµητριακά που παράγουν εξαιρετικά µεγάλο αριθµό φυτολίθων, οι οποίοι επιτρέπουν την αναγνώριση γένους ή και είδους. Αντίθετα, πολλά δικοτυλήδονα στερούνται φυτολίθων ή παράγουν πολύ µικρή ποσότητα. Τα φύλλα των δικοτυλήδονων δέντρων και θάµνων, παρουσιάζουν µεγάλη διακύµανση ως προς τον αριθµό των παραγόµενων φυτολίθων. Μορφολογικά, διαφοροποιούνται ανά οικογένεια και τάξη. Είναι, δηλαδή, εύκολο να αναγνωρίσει κανείς τα δικοτυλήδονα από τα κωνοφόρα, αλλά δύσκολο να ταυτίσει γένος ή είδος. Τα άνθη παράγουν πολλούς φυτόλιθους, αλλά συχνά χωρίς ταξινοµική σπουδαιότητα. Όσον αφορά τους καρπούς των δέντρων και θάµνων, οι περισσότεροι παράγουν µικρό αριθµό φυτολίθων χωρίς ταξινοµική σπουδαιότητα µε λαµπρές εξαιρέσεις φυτών, όπως π.χ. το λιθόσπερµο (Lithospermum arvense), ή τη µελικουκιά (Celtis australis). Τέλος, το ξυλώδες µέρος (κορµός) των δέντρων είτε δεν παράγει καθόλου φυτόλιθους ή παράγει ελάχιστους µορφολογικά αδιάγνωστους και ταξινοµικά αδύναµους 4. Η παρουσία των κορµών δέντρων, όµως, µπορεί να γίνει αντιληπτή από µια σειρά παραγόντων. Ο µικρός αριθµός φυτολίθων σε συνδυασµό µε την αυξηµένη παρουσία ασβεστίτη σε κάποιο ίζηµα παραπέµπει σε στάχτη ξύλου. Συχνά, µάλιστα, οι λεγόµενοι αδιάγνωστοι φυτόλιθοι που κατά κύριο λόγο παράγονται από τα ξυλώδη µέρη των δέντρων συνοδεύονται από τα λεγόµενα πυριτικά συσσωµατώµατα, τα οποία είναι χαρακτηριστικά των φλοιών των δέντρων 5. Με τον τρόπο αυτό µια αδυναµία της µελέτης των φυτολίθων µετατρέπεται σε σηµαντική πληροφορία ιδιαίτερα στις περιπτώσεις, όπου η παρουσία της φωτιάς µακροσκοπικά είναι αδύνατη λόγω χηµικών αλλοιώσεων της στάχτης. Τέλος, δύο ακόµη αδυναµίες της µελέτης φυτολίθων θα πρέπει να σηµειωθούν: α) η επανάληψη, η παραγωγή δηλαδή του ίδιου µορφότυπου σε περισσότερα από ένα είδος φυτών, και β) ο πλεονασµός, η παραγωγή δηλαδή πολλών µορφοτύπων από ένα είδος 6. Μεθοδολογία και υλικά Το πρώτο στάδιο της µελέτης ήταν η δειγµατοληψία, η οποία πραγµατοποιήθηκε σε δύο περιόδους (2009, 2010) µετά το πέρας των ανασκαφών και επικεντρώθηκε στις παρειές των τοµών εξωτερικά της Βόρειας Οχύρωσης καθώς και εξωτερικά και εσωτερικά της Νότιας Οχύρωσης (εικ. 1). Συγκεντρώθηκαν 30 δείγµατα, τα οποία συλλέχθηκαν από τις εξής επιχώσεις ακολουθώντας την ιζηµατολογική µελέτη του Π. Καρκάνα: 1. αποθέσεις αλλεπάλληλων κατασκευασµένων δαπέδων (floors), 2. αποθέσεις επιχωµάτωσης και ισοπέδωσης (construction fills), 3. PIPERNO 2006, 15 CARNELLI et al. 2001. 4. TSARTSIDOU et al. 2007. 5. ALBERT et al. 1999. 6. ROVNER 1983. γεωργια τσαρτσιδου
1 3. αποθέσεις από φυσικές διεργασίες σε ανοιχτούς χώρους έξω από το τείχος (outdoors), 4. αποθέσεις καταστροφών µε ενδείξεις φυσικών αποθετικών διεργασιών (natural destruction layers), π.χ. κατολισθήσεις στην επικλινή πλευρά του οικισµού κ.λπ., 5. στρώµατα καταστροφής µε ενδείξεις πυρκαγιάς (destruction layers). Στη συνέχεια, τα δείγµατα µεταφέρθηκαν στο ειδικά εξοπλισµένο εργαστήριο Wiener της Αµερικανικής Σχολής Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα, όπου και µελετήθηκαν. Η ανάλυση των φυτολίθων περιλαµβάνει ποσοτική καταγραφή και µορφολογική-ταξινοµική περιγραφή. Στο πλαίσιο της ποσοτικής καταγραφής, τα δείγµατα ζυγίζονται σε ζυγαριά ακριβείας σε όλα τα βήµατα της ανάλυσης. Η ποιοτική ανάλυση περιλαµβάνει την καταγραφή των φυτολίθων µε βάση τη µορφολογία τους (σχήµα, µέγεθος µορφή) και την υφή της επιφάνειάς τους ή της περιφέρειάς τους (οµαλή, κυµατιστή, µε προεξομελετη φυτολιθων απο τισ αρχαιολογικεσ επιχωσεισ του παλαμαριου
χές κ.λπ.) και κατηγοριοποιούνται ανά γενικό τύπο φυτού (µονοκοτυλήδονα, δικοτυλήδονα), µέρος φυτού (µίσχος, άνθος κ.λπ.) και οικογένεια, γένος ή είδος φυτού, όταν αυτό είναι εφικτό. Εργαστηριακή ανάλυση Χρησιµοποιείται 1 γραµµάριο στεγνού δείγµατος, το οποίο αφού ζυγιστεί, τοποθετείται σε πυρίµαχο σκεύος και καίγεται σε αποτεφρωτή στους 500 ο C για τέσσερις ώρες. Με την καύση αφαιρούνται όλα τα οργανικά υλικά. Στη συνέχεια ζυγίζεται η στάχτη και διαλύεται σε 1Ν υδροχλωρικό οξύ (HCl), το οποίο βράζει, προκειµένου να αποµακρυνθούν τα ανθρακικά και φωσφορικά υλικά. Όταν σταµατάει η αντίδραση µε το υδροχλωρικό οξύ, το δείγµα τοποθετείται σε φιαλίδιο φυγοκέντρησης µαζί µε αποσταγµένο νερό και φυγοκεντρείται στις 3.500 στροφές (ανά λεπτό) για 10 λεπτά επί τρεις φορές. Σε κάθε κύκλο φυγοκέντρησης πετιέται το εναιώρηµα. Με αυτό τον τρόπο ξεπλένεται από το υδροχλωρικό. Στη συνέχεια το δείγµα στεγνώνει σε θερµαντική λάµπα και ζυγίζεται σε ζυγαριά ακριβείας. Ακολουθεί φυγοκέντρηση του δείγµατος µε βαρύ υγρό (Sodium polytungstate: Na 6 H 2 W 12 O 40 ), ώστε να επιτευχθεί διαχωρισµός των ορυκτών µε βάση την πυκνότητά τους. Με τον τρόπο αυτό απελευθερώνονται οι φυτόλιθοι, οι οποίοι συνιστούν το ελαφρύτερο ορυκτό. Το δείγµα τοποθετείται σε φιαλίδια φυγοκέντρησης µαζί µε 5 ml βαρύ υγρό και τοποθετούνται για 10 λεπτά σε λουτρό υπερήχων, προκειµένου να διαχωριστούν τα τεµαχίδια των ορυκτών. Ακολουθεί φυγοκέντρηση στις 3.500 στροφές (ανά λεπτό) για 20 λεπτά. Το διάλυµα αυτό έχει πυκνότητα 2,4 gr/ml και ως εκ τούτου µετά τη φυγοκέντρηση οι φυτόλιθοι και τα πυριτικά συσσωµατώµατα που είναι πυκνότητας 1,5-2,3 7 αποτελούν µέρος του εναιωρήµατος, ενώ τα βαρύτερα ορυκτά βρίσκονται στον πυθ- µένα του φιαλιδίου. Το εναιώρηµα µεταφέρεται σε καινούριο φιαλίδιο, όπου προστίθεται 1 ml νερό και φυγοκεντρείται επίσης στις 3.500 στροφές για 20 λεπτά. Τα ορυκτά του πυθµένα µεταφέρονται σε µικροφιαλίδια φυγοκέντρησης και πλένονται στη φυγόκεντρο µε αποσταγµένο νερό επί τρεις φορές ή τόσες φορές, όσες κριθούν απαραίτητες, ώστε να έχει το δείγµα ξεπλυθεί εντελώς από το βαρύ υγρό. Η ίδια διαδικασία επαναλαµβάνεται για δύο ακόµη κύκλους και στον τέταρτο και τελευταίο κύκλο τα φιαλίδια γεµίζονται µε νερό, µε στόχο οι φυτόλιθοι, που έχουν πια µεγαλύτερη πυκνότητα, να συσσωρευτούν στον πυθµένα. Με την επεξεργασία αυτή τα πρώτα δύο κλάσµατα περιέχουν όλα τα βαριά ορυκτά (άργιλο, χαλαζία κ.λπ.) και τα δύο τελευταία περιέχουν τους φυτόλιθους. Τα τέσσερα κλάσµατα του κάθε δείγµατος στεγνώνουν σε λάµπα πυρακτώσεως και ζυγίζονται. Από τα δύο τελευταία κλάσµατα (3 και 4) των δειγµάτων ετοιµάζονται δύο αντικειµενοφόρες πλάκες µε φυτόλιθους, οι οποίοι µελετώνται στο πετρογραφικό µικροσκόπιο. Μικροσκοπική ανάλυση Για την ανάλυση των δειγµάτων στο µικροσκόπιο χρησιµοποιείται 1mg δείγµατος, το οποίο τοποθετείται σε αντικειµενοφόρο πλάκα και προστίθενται 5-6 σταγόνες κόλλας (Entellan). Στη συνέχεια καλύπτεται µε καλυπτρίδα µεγέθους 24 x 24 mm. 7. JONES - BEAVERS 1963. γεωργια τσαρτσιδου
Η ανάλυση γίνεται σε µεγέθυνση 400x ή 500x. Οι φυτόλιθοι µετρώνται ανά οπτικό πεδίο. Συνολικά µετρώνται το ελάχιστο 200 φυτόλιθοι σε κάθε αντικειµενοφόρο πλάκα και τουλάχιστον 10 πεδία. Έτσι συνολικά καταµετρώνται το ελάχιστο 400 φυτόλιθοι ανά δείγµα, όποτε αυτό είναι δυνατόν. Στην περίπτωση που οι φυτόλιθοι είναι λιγοστοί, καταµετράται όλη η επιφάνεια. Η µέθοδος αυτή περιέχει σφάλµα 20% 8. Η ανάλυση των φυτολίθων ολοκληρώνεται µε τη µορφολογική και ταξινοµική περιγραφή τους. Η περιγραφή των φυτολίθων γίνεται είτε σύµφωνα µε την ανατοµική τους προέλευση, ή, όταν αυτό δεν είναι δυνατό, σύµφωνα µε το σχήµα τους. Αρχικά χωρίζονται σε φυτόλιθους σταθερής µορφολογίας, οι οποίοι έχουν συγκεκριµένο σχήµα και επαναλαµβάνονται σε περισσότερα από ένα δείγµα και σε φυτόλιθους ποικίλης µορφολογίας, που δεν έχουν συγκεκριµένο σχήµα και δεν επαναλαµβάνονται. Οι φυτόλιθοι σταθερής µορφολογίας περιγράφονται µε µορφότυπους που ακολουθούν τη διεθνή ονοµατολογία 9 και έχουν µεταφραστεί στα ελληνικά από τη γράφουσα 10. Οι µορφότυποι αυτοί αντιπροσωπεύουν συγκεκριµένο γεωµετρικό σχήµα ή ανατοµική προέλευση και συχνά συνδέονται µε συγκεκριµένο είδος ή γένος φυτών. Αποτελέσµατα Στον Πίνακα 1 παρουσιάζονται τα δείγµατα που αναλύθηκαν και τα ποσοστά των οργανικών και των ανθρακικών υλικών που περιέχουν. Η οργανική ύλη των αποθέσεων δεν ξεπερνά το 4% (µε µοναδική εξαίρεση το δείγµα Π5, το οποίο όµως δεν περιέχει ικανό αριθµό φυτολίθων και έτσι δεν περιλαµβάνεται στη µορφολογική ανάλυση). Το εξαιρετικά µικρό ποσοστό οργανικών υποδηλώνει τη σχεδόν ολοκληρωτική απουσία κοπριάς από τα στρώµατα που αναλύθηκαν µε προϋπόθεση ότι η οργανική ύλη δεν έχει αποσυντεθεί τελείως. Η ανάλυση, όµως, των φυτολίθων (ανόργανου υλικού που ανιχνεύεται ακόµη και στην περίπτωση πλήρους αποσύνθεσης της οργανικής ύλης) επιβεβαιώνει την απουσία κοπριάς. Ανάλυση, επίσης, των δειγµάτων µε στόχο την ανεύρεση σφαιρουλιτών, οι οποίοι είναι µικροσκοπικές µορφές (σφαιρίδια) που σχηµατίζονται στο εντερικό σύστηµα των ζώων και είναι χαρακτηριστικοί της κοπριάς 11, απέδειξε την απουσία τους. Όσον αφορά την περιεκτικότητα των δειγµάτων σε ανθρακικά υλικά, παρατηρείται (Πίνακας 1) ότι ο µέσος όρος ανθρακικών υλικών (ασβεστίτη) των ανοιχτών χώρων είναι πολύ µεγαλύτερος (41%) από ό,τι των υπολοίπων στρωµάτων, που κυµαίνονται µεταξύ 29% και 32% και κυρίως των δαπέδων (26%). Αυτό συµβαίνει, διότι το γεωλογικό υπόβαθρο της περιοχής είναι µάργα, δηλαδή ανθρακικό υλικό. Επιπλέον, µεταφέρονται από τον αέρα κελύφη θαλάσσιων οργανισµών που είναι πλούσια σε ανθρακικό ασβέστιο και εµπλουτίζουν το έδαφος µε ανθρακικά υλικά. Το κατά πολύ χαµηλότερο ποσοστό ανθρακικών υλικών στα δάπεδα του οικισµού αποδεικνύει την ανθρωπογενή επέµβασηκατασκευή τους και επιπλέον υποδηλώνει ότι δεν χρησιµοποιήθηκε ασβέστης για την κατασκευή τους. 8. ALBERT - WEINER 2001. 9. TWISS et al. 1969 BROWN 1984 PIPERNO 2006 MA- DELLA et al. 2005. 10. ΤΣΑΡΤΣΙ ΟΥ 2009. 11. CANTI 1999. μελετη φυτολιθων απο τισ αρχαιολογικεσ επιχωσεισ του παλαμαριου
Ποσοτικά αποτελέσµατα Τα ποσοτικά αποτελέσµατα, δηλαδή η περιεκτικότητα των δειγµάτων σε φυτόλιθους, παρουσιάζονται στον Πίνακα 1 και απεικονίζονται στο ραβδόγραµµα της εικ. 2. Συνολικά, ο αριθµός των φυτολίθων θα µπορούσε να χαρακτηριστεί µικρός (το µέγιστο 136.000). Παρατηρώντας το ραβδόγραµµα της εικ. 2 αντιλαµβάνεται κανείς µεγάλες διαφορές στα στρώµατα του οικισµού. Οι ανοιχτοί χώροι συνολικά διατηρούν ελάχιστους φυτόλιθους (150-800 ανά γραµ- µάριο ιζήµατος), ανεξάρτητα µε την περιοχή, από την οποία έχουν συλλεχθεί: και ανά- µεσα στους Προµαχώνες Α-Β και ανάµεσα στους Προµαχώνες Β-Γ διασώζονται ελάχιστα φυτικά κατάλοιπα. Η απουσία φυτολίθων στους ανοιχτούς χώρους, όπου η ανθρώπινη επέµβαση είναι ελάχιστη ή ανύπαρκτη, τονίζει την παρουσία φυτολίθων στα υπόλοιπα στρώµατα-χώρους επιβεβαιώνοντας ότι τα φυτολιθικά σύνολά τους είναι αποτέλεσµα ανθρώπινης επέµβασης και όχι αποτέλεσµα φυσικών διεργασιών. Τα δείγµατα των δαπέδων προέρχονται από διαφορετικές περιοχές: τα Π2, Π4, ΙΙ20, Π7, Π8 έχουν συλλεχθεί από την περιοχή έξω από τη Βόρεια Οχύρωση και συγκεκριµένα τα Π2 και Π4 και ΙΙ20 από την περιοχή µεταξύ του Προµαχώνα Β και Γ και τα Π7 και Π8 από την περιοχή µεταξύ Προµαχώνα Α και Β. Τα υπόλοιπα δείγµατα δαπέδων (Π12, Π13, Π14, Π36, Π40) έχουν συλλεχθεί από τη Νότια Οχύρωση και αντιπροσωπεύουν χώρους εντός του τείχους. Αξιοπρόσεκτη είναι η σχεδόν ολοκληρωτική απουσία φυτολίθων στα τελευταία (δεν εντοπίστηκαν περισσότερες από µερικές εκατοντάδες φυτόλιθων) µε εξαίρεση το ΙΙ36, το οποίο διασώζει περίπου 1.500 φυτόλιθους ανά γραµµάριο. Η γενική εικόνα που αποκοµίζει κανείς είναι ότι τα δάπεδα έξω από τη βόρεια οχύρωση διασώζουν πολύ µεγαλύτερες συγκεντρώσεις φυτολίθων (3.000-10.000) από ό,τι τα δάπεδα εσωτερικά της νότιας οχύρωσης. Οι ισοπεδώσεις-επιχωµατώσεις των δαπέδων (ΙΙ34, ΙΙ35) το «µπάζωµα» δηλαδή που πραγµατοποιείται πριν τη δηµιουργία ενός νέου δαπέδου διασώζουν παρόµοια φυτολιθικά σύνολα µε τα δάπεδα της ίδιας περιοχής (ΙΙ40 και ΙΙ36), πράγµα που υποδηλώνει την ακόλουθη πρακτική: καταστροφή-διάλυση του δαπέδου και ενσωµάτωσή του στο «µπάζωµα», ισοπέδωση του χώρου και στη συνέχεια κατασκευή νέου δαπέδου. Τα στρώµατα που διαφοροποιούνται ποσοτικά από όλα τα υπόλοιπα είναι τα στρώµατα καταστροφής. Οι φυτόλιθοι που διασώζουν ανά γραµµάριο ιζήµατος κυµαίνονται από 2.000 µέχρι 136.000. Είναι προφανές ότι τα στρώµατα αυτά καλύφθηκαν άµεσα µετά τη φωτιά λόγω της πτώσης οροφών και τοίχων διασώζοντας τα φυτικά κατάλοιπα που περιείχαν. Επιπλέον, το γεγονός ότι πρόκειται για απόθεση µετά από καταστροφικό γεγονός αποδεικνύεται από την ανοµοιογένεια των δειγµάτων. Πιο συγκεκριµένα, παρατηρείται ότι µολονότι τα δείγµατα ΙΙ10 και ΙΙ42 αντιπροσωπεύουν το ίδιο στρώµα καταστροφής (ΠΧ ΙΙ) διασώζουν ανόµοιες συγκεντρώσεις φυτολίθων: το ΙΙ10 περιέχει περίπου 4.000 και το ΙΙ42 περιέχει 39.000 φυτόλιθους/γραµ. ιζήµατος. Το ίδιο χαρακτηρίζει και τα δείγ- µατα ΙΙ11 και ΙΙ44: Ανήκουν στο ίδιο στρώµα καταστροφής (τέλος ΠΧ ΙΙ - αρχή ΠΧ ΙΙΙ) και περιέχουν το πρώτο 13.000 και το δεύτερο 136.000 φυτόλιθους. Η ανοµοιογένεια αυτή είναι συµβατή µε στρώµα καταστροφής, όπου η διατήρηση των φυτικών αλλά και των υπόλοιπων καταλοίπων αναµένεται να είναι πλούσια κατά τόπους. γεωργια τσαρτσιδου
2 Τέλος, τα στρώµατα που αντιπροσωπεύουν αποθέσεις σχηµατισµένες από φυσικές καταστροφές (ΙΙ3, ΙΙ15-ΙΙ17, ΙΙ19, ΙΙ39, ΙΙ43) διασώζουν εξαιρετικά µικρό αριθµό φυτολίθων (70-700) µε µοναδική εξαίρεση το ΙΙ19 που διασώζει περίπου 10.000 φυτόλιθους/γραµµάριο ιζήµατος. Μορφολογικά αποτελέσµατα Τα ραβδογράµµατα της εικόνας 3 παρουσιάζουν τα µορφολογικά αποτελέσµατα της ανάλυσης: µέρος φυτών, οικογένειες, γένη. Σηµειώνεται ότι σε όσα δείγµατα µετρήθηκαν λιγότεροι από 50 φυτόλιθοι δεν συµπεριλήφθηκαν στη µορφολογική ανάλυση, διότι περιέχουν µεγάλο στατιστικό λάθος και κατά συνέπεια δεν απεικονίζονται στα ραβδογράµµατα. Με τον τρόπο αυτό δεν απεικονίζονται οι αποθέσεις ανοιχτών χώρων. Αναφορικά µε τα δάπεδα, παρατηρείται µια σαφής διαφοροποίηση µεταξύ τους: τα ΙΙ12, ΙΙ13, ΙΙ14 που προέρχονται εσωτερικά της Νότιας Οχύρωσης από τον Χώρο 3Β της ιερευνητικής Τοµής 7, δεν διασώζουν αρκετούς φυτόλιθους, ώστε να συµπεριληφθούν στη µορφολογική ανάλυση. Πρόκειται για χώρους, στους οποίους ασκούνται δραστηριότητες που δεν αφήνουν φυτικά κατάλοιπα, ή πρόκειται για δάπεδα καθαρισµένα µε επιµέλεια. Τα δάπεδα (ΙΙ36, ΙΙ40), που προέρχονται επίσης µέσα από το τείχος, αλλά από άλλη περιοχή (τοµή 6 χώρος 2), διασώζουν µικρό αριθµό φυτολίθων ξύλου (2%) και διακρίνονται για την απουσία φυτολίθων φύλλων, ενώ αντίθετα παρατηρείται αυξηµένη παρουσία (4-10%) άγριων αγρωστωδών της υποοικογένειας των Χλωριδοειδών. Τα Χλωριδοειδή είναι χαµηλά αγρωστώδη που ευδοκιµούν σε θερµό και ξηρό κλίµα. Πιθανόν αποτελούσαν µέρος της χλωρίδας της περιοχής έξω από το τείχος. Αντίθετη εικόνα παρουσιάζουν τα δάπεδα που προέρχονται από την περιοχή έξω από τη Βόρεια Οχύρωση (ΙΙ2 και ΙΙ7), τα οποία διασώζουν µεγάλο αριθµό φυτολίθων από φύλλα δικοτυλήδονων δέντρων/θάµνων (11-14%) και έχουν ελαφρώς µεγαλύτερο αριθµό φυτολίθων ξύλου (3%). Υποδηλώνεται έτσι η παρουσία στάχτης ξύλου (κλαδιά και κορµός) στα δάπεδα της περιοχής αυτής. ιασώζουν επίσης µικρότερο ποσοστό φυτολίθων άχυρου αγρωστωδών (3-9%) από ό,τι τα υπόλοιπα δάπεδα (13-23%). Τέλος, στα δάπεδα της βόρειας Εικ. 2. Ραβδόγραμμα που απεικονίζει τα ποσοτικά αποτελέσματα (αριθμός φυτολίθων ανά γραμμάριο ιζήματος) από την ανάλυση φυτολίθων. Fig. 2. Quantitative results. The number of phytoliths per gram sediment is shown. μελετη φυτολιθων απο τισ αρχαιολογικεσ επιχωσεισ του παλαμαριου
οχύρωσης εντοπίζεται ένας µικρός αριθµός δηµητριακών και συγκεκριµένα σιταριού (2%). Καρποί αγρωστωδών εντοπίζονται σε παρόµοια ποσοστά (περίπου 5%) σε όλα τα δάπεδα εκτός από αυτά της περιοχής 7. Πρόκειται για ένα ποσοστό, το οποίο σε συνδυασµό µε τον µικρό αριθµό σιταριού, δεν παραπέµπει σε πιθανή γεωργική δραστηριότητα. Όσον αφορά το στρώµα ισοπέδωσης και πιθανής επιχωµάτωσης (ΙΙ35) που προέρχεται από τον Χώρο 2 της ιερευνητικής Τοµής 6 εσωτερικά της Νότιας Οχύρωσης, παρατηρείται σαφής οµοιότητα µε το δάπεδο (ΙΙ36) της ίδιας περιοχής: πολύ µικρή παρουσία φύλλων και ξύλου δικοτυλήδονων δέντρων/θάµνων (1%), περιορισµένη παρουσία Χλωριδοειδών αγρωστωδών (3%), σχετικά µικρή παρουσία άχυρου (12%) και ακόµη µικρότερη παρουσία καρπού αγρωστωδών (2%). Η οµοιότητα αυτή υποδηλώνει την ενσωµάτωση των δαπέδων για τη δηµιουργία ενιαίου επιπέδου (ισοπέδωσης) πριν την κατασκευή νέων δαπέδων: όλα τα απορρίµµατα-φυτικά κατάλοιπα που έφεραν τα δάπεδα ενσωµατώνονταν στα στρώ- µατα ισοπέδωσης-θεµελίωσης. Αναφορικά µε τα στρώµατα καταστροφής, παρατηρείται η ίδια ποικιλία φυτικών υλικών που παρατηρήθηκε και στα ποσοτικά αποτελέσµατα: φυτόλιθοι ξύλου και φύλλων δέντρων µε τα µεγαλύτερα ποσοστά να εντοπίζονται στο δείγµα Π42 (16%). Πρόκειται πιθανόν για κατάλοιπα µιας καταστροφικής φωτιάς που έκαψε τα ξυλώδη µέρη του οικισµού. Εµπεριέχονται πιθανόν και τα κατάλοιπα εστιών. Οι φυτόλιθοι άχυρου διασώζονται σε ποσοστά 40%. Ενδιαφέρουσα είναι η υψηλή περιεκτικότητα ορισµένων δειγµάτων (ΙΙ10, ΙΙ11, και ΙΙ44) σε καρπούς αγρωστωδών (25%, 40% και 15% αντίστοιχα). Στο ΙΙ44 αναγνωρίστηκαν καρποί σιταριού. Λαµβάνοντας υπόψη ότι τα στρώµατα αυτά προέρχονται από την ίδια περιοχή εξωτερικά της Νότιας Οχύρωσης, µεταξύ του Προ- µαχώνα Η και του Βραχίονα α ίσως αντιπροσωπεύουν αποθηκευτικούς χώρους καρπών σιταριού. Μικρά ποσοστά φυτολίθων καλαµιών (αρουνδινοειδών) εντοπίζονται σε δύο από τα δείγµατα (ΙΙ10 και ΙΙ44). Μπορεί να αντιπροσωπεύουν κατασκευές, όπως οροφές από καλάµια ή χρηστικά είδη, π.χ. καλάθια κ.λπ. Συνολικά παρατηρείται οµοιότητα του στρώµατος καταστροφής ΙΙ41, που προέρχεται από τον Χώρο 2 της ιερευνητικής Τοµής 6, µε τα δάπεδα της περιοχής αυτής (ΙΙ36 και ΙΙ40). Παρατηρείται απουσία φυτολίθων ξύλου και φύλλων, εξαιρετικά µεγάλος αριθµός φυτολίθων Χλωριδοειδών αγρωστωδών (7%) και παρόµοια ποσοστά φυτολίθων καρπού και άχυρου (βλ. ραβδογράµµατα εικ. 3). Τέλος, από τα στρώµατα που αντιπροσωπεύουν αποθέσεις σχηµατισµένες από φυσικές καταστροφές στη µορφολογική ανάλυση συµπεριλήφθηκαν τα ΙΙ39, ΙΙ19 και ΙΙ43. Το πρώτο προέρχεται από τον Χώρο 2 της ιερευνητικής Τοµής 6, εσωτερικά της νότιας οχύρωσης και τα δύο άλλα προέρχονται από την περιοχή εξωτερικά της νότιας οχύρωσης. Παρατηρείται συνολικά ότι τα στρώµατα αυτά διασώζουν φυτόλιθους από διαφορετικά είδη. Λίγοι φυτόλιθοι (2%) ανήκουν σε καρπούς άγριων αγρωστωδών και εντοπίζονται στο Π39. Το Π43 έχει 12% φυτόλιθους φύλλων δέντρων/θάµνων καθώς και 10% ξύλων και το Π19 έχει 47% φυτόλιθους από καρπούς αγρωστωδών, εκ των οποίων 2% έχει ταυτιστεί µε καρπούς σιταριού. Σηµειώνεται ότι το ΙΙ19 προέρχεται από την ίδια περιοχή µε τα στρώµατα καταστροφής που περιγράφησαν ανωτέρω, στοιχείο που ενδυναµώνει την πιθανότητα να αντιπροσωπεύουν χώρους αποθήκευσης σιταριού. Φυτόλιθοι καλαµιών γεωργια τσαρτσιδου
Εικ. 3. Ραβδογράμματα που απεικονίζουν τα ποιοτικά αποτελέσματα της ανάλυσης φυτολίθων: ποσοστά φυτολίθων ξύλου, φύλλων δικοτυλήδονων δέντρων και θάμνων, αγρωστωδών (Χλωριδοειδών, Αρουνδινοειδών, σιτηρών), καθώς και μέρους (μίσχου, καρπού) των αγρωστωδών. Fig. 3. Qualitative results. The charts show the frequencies of phytoliths from wood, dicot leaves, grass families as well as part of grasses (husk and stem) recovered from the sediment samples analysed. 3 εντοπίζονται σε όλα τα στρώµατα φυσικών καταστροφών υποδηλώνοντας κατασκευές από καλάµια (ψάθες, καλάθια κ.λπ.) ή πεσµένες οροφές. Σηµειώνω, τέλος, τη σχεδόν ολοκληρωτική απουσία φυτολίθων βούρλων σε όλα τα δείγµατα, µολονότι γεωοµορφολογικές αναλύσεις 12 έχουν εντοπίσει την παρουσία µικρών χειµάρων στην περιοχή. Αυτό πιθανόν υποδηλώνει την προτίµηση των κατοίκων στα καλάµια ως κατασκευαστικό υλικό ή την κακή διατήρηση των βούρλων στα ιζήµατα. 12. PAVLOPOULOS et al. 2010. μελετη φυτολιθων απο τισ αρχαιολογικεσ επιχωσεισ του παλαμαριου
Συζήτηση - Συµπεράσµατα Πίνακας 1. Στον πίνακα δίνεται το σύνολο των δειγμάτων που αναλύθηκαν, η περιοχή και η θέση, απ όπου συλλέχθηκε το κάθε δείγμα, η ιζηματολογική περιγραφή τους, η χρονολόγηση καθώς και οι ποσότητες σε οργανικά και ανθρακικά υλικά και ο αριθμός φυτολίθων/γραμμάριο ιζήματος. Table 1. The table shows the samples analysed, the location of sampling and their geological description as well as the quantitative results, i.e. the number of phytoliths per gram sediment, and the carbonate and organic component of the sediments. Από την ανάλυση των φυτολιθικών καταλοίπων διαπιστώνεται η γενικά µικρή διατήρηση φυτολίθων. Το γεγονός αυτό µπορεί να εξηγηθεί είτε λόγω του οικονοµικού χαρακτήρα του οικισµού ή λόγω ταφονοµίας. Αναφορικά µε το πρώτο, η απουσία έντονης αγροκτηνοτροφικής δραστηριότητας θα µπορούσε να είναι µια αιτία για την περιορισµένη παρουσία φυτολίθων. Τόσο εθνογραφικά 13 όσο και αρχαιολογικά 14 έχει παρατηρηθεί ότι σε οικισµούς που ασκούνται αγροτικές εργασίες και τα ζώα κυκλοφορούν ελεύθερα, οι συγκεντρώσεις φυτολίθων είναι εξαιρετικά µεγάλες. Αυτό είναι το αποτέλεσµα της συγκέντρωσης κοπριάς και άχυρου στο έδαφος, τα οποία µεταφέρονται είτε εσκεµµένα, για να χρησιµοποιηθούν, είτε ακούσια ως απορρίµµατα στο εσωτερικό των σπιτιών. Μια δεύτερη πιθανή αιτία είναι η ταφονοµία: η έντονη δράση του ανέµου, η οποία έδρασε και δρα µέχρι σήµερα σε χώρους που δεν καλύφθηκαν αµέσως µετά την εγκατάλειψή τους δεν επέτρεψε τη διατήρηση φυτικών καταλοίπων. Αυτό ενισχύεται από την παρουσία µεγάλου αριθµού φυτολίθων µόνο σε στρώµατα καταστροφής που µάλλον καλύφθηκαν αµέσως. Είναι πιθανόν, όµως, να έδρασαν και οι δύο παραπάνω παράγοντες. Ως προς τα δάπεδα που αναλύθηκαν, η φυτολιθική ανάλυση έδειξε ότι αντανακλούν τη διαφορετική χρήση του χώρου. Τα δάπεδα της Βόρειας Οχύρωσης που βρίσκονταν εκτός οικισµού διασώζουν κατάλοιπα καθηµερινών δραστηριοτήτων που σχετίζονται µε χρήση εστίας και κατανάλωση ή προετοιµασία τροφής. Τα κατάλοιπα αυτά παραπέµπουν σε κατοικίες. Αντίθετα, στα δάπεδα που αναλύθηκαν εντός της Νότιας Οχύρωσης δεν εντοπίστηκε ισχυρή παρουσία στάχτης ξύλου και τα ευρήµατα δεν υποδηλώνουν οικιακή χρήση. Μια πιθανότητα είναι να συνιστούσαν εργαστηριακούς χώρους. Είναι ενδιαφέρον ότι η εικόνα αυτή επιβεβαιώνεται και από τις δύο περιοχές εσωτερικά της Νότιας Οχύρωσης: εσωτερικά του Προµαχώνα Ζ, χώρος ΙΑ/Βα και εσωτερικά του Προµαχώνα Η, Τοµή 6, Χώρος 2. Η περιοχή εξωτερικά της Νότιας Οχύρωσης φαίνεται να αντανακλά διαφορετική χρήση, καθώς τόσο στα στρώµατα καταστροφής όσο και στις φάσεις φυσικών καταστροφών εντοπίστηκαν υψηλά ποσοστά καρπών σιταριού. Παραπέµπουν, εποµένως, µάλλον σε αποθηκευτικούς χώρους, οι οποίοι κατέρρευσαν εξωτερικά του τείχους. Αξιοσηµείωτο είναι ότι η χρήση αυτή αναγνωρίζεται και κατά την ΠΧ ΙΙ και υστερότερα κατά το τέλος ΠΧ ΙΙ - αρχή ΠΧ ΙΙΙ. Παρατηρείται, εποµένως, σταθερή χρήση του εν λόγω χώρου στον χρόνο. Η κατασκευαστική πρακτική που αναγνωρίζεται στη δηµιουργία δαπέδων είναι η χρήση υλικού (χώµατος) που προέρχεται από περιοχές έξω από τον οικισµό και πιθανόν από διαφορετικά σηµεία, καθώς τα δάπεδα της Νότιας Οχύρωσης είναι πλούσια σε Χλωριδοειδή αγρωστώδη (χαµηλό χορτάρι), ενώ τα δάπεδα της Βόρειας Οχύρωσης όχι. Ο ασβέστης δεν φαίνεται να αποτελεί κατασκευαστικό υλικό. Τέλος, η παρουσίας στάχτης στα δάπεδα µπορεί να υποδηλώνει και τη χρήση της ως υλικού πρόσµιξης. Οι επιφάνειες ισοπέδωσης επιβεβαιώνονται ως τέτοιες από τη φυτολιθική ανάλυση, καθώς διασώζουν παραπλήσιες φυτολιθικές συγκεντρώσεις και περιέχουν αντίστοιχα φυτικά είδη µε τα δάπεδα. Η κατασκευαστική πρακτική που εντοπίζεται είναι η ακόλουθη: πριν ξεκινήσει η κατασκευή ενός νέου δαπέδου η επιφάνεια κατακερµατιζόταν 13. SHAHACK-GROSS et al. 2004, 2005 TSARTSIDOU et al. 2008. 14. TSARTSIDOU et al. 2009. γεωργια τσαρτσιδου
μελετη φυτολιθων απο τισ αρχαιολογικεσ επιχωσεισ του παλαμαριου
και τα υλικά από τα προηγούµενα δάπεδα-επιφάνειες χρήσης ενσωµατώνονταν στο στρώµα, το οποίο χρησιµοποιόταν στη συνέχεια ως υπόβαθρο-µπάζωµα. Το στρώµα αυτό στη συνέχεια ισοπεδωνόταν και προετοιµαζόταν η νέα επίπεδη επιφάνεια που συνιστούσε το νέο δάπεδο. Αναφορικά µε τις υπόλοιπες κατασκευές του οικισµού, τα φυτικά κατάλοιπα παραπέµπουν σε πιθανή ύπαρξη σκεπών από καλάµια. Τα καλάµια, άλλωστε, φαίνεται να είναι το µοναδικό φυτικό κατασκευαστικό υλικό για καλάθια, ψάθες και άλλα είδη αποθήκευσης ή καθηµερινής χρήσης. Τα βούρλα, µολονότι φαίνεται να υπήρχαν στην περιοχή, δεν προτιµήθηκαν από τους κατοίκους του οικισµού. εν µπορεί να αποκλειστεί βέβαια η πιθανότητα να µην έχουν δαιτηρηθεί για ταφονοµικούς λόγους. Σχετικά µε την οικονοµία του οικισµού, παρατηρείται µικρή ποσότητα καρπών δηµητριακών και πιο συγκεκριµένα σιταριού, ενώ απουσιάζουν υποπροϊόντα αγροτικών εργασιών, δηλαδή θερισµού και αλωνίσµατος: δεν εντοπίστηκαν άγανα και το άχυρο εντοπίζεται σε περιορισµένο βαθµό, σε ποσοστά δηλαδή που δεν υποδηλώνουν γεωργική δραστηριότητα. Η παρουσία των καρπών είναι επίσης περιορισµένη και υποδηλώνει µάλλον αποθηκευµένους καρπούς που αποτελούν προϊόντα εµπορίου και όχι γεωργικά προϊόντα καλλιεργηµένα στη θέση. Φαίνεται, εποµένως, ότι η οικονοµία του οικισµού δεν στηριζόταν στη γεωργία. Από την άλλη, δεν υπάρχουν ενδείξεις για έντονη παρουσία κοπριάς. Επιπλέον, δεν αναγνωρίστηκε η χρήση κοπριάς για κατασκευαστικούς ή άλλους σκοπούς (π.χ. θερµαντικούς). Εθνοαρχαιολογικές µελέτες έχουν αποδείξει ότι σε έναν οικισµό που ασκούνται κτηνοτροφικές πρακτικές η χρήση της κοπριάς είναι συχνή και η παρουσία της αισθητή σε όλο τον οικισµό και όχι µόνο στους χώρους σταβλισµού. Μεταφέρεται µε την κυκλοφορία των ανθρώπων σε όλους τους χώρους εξωτερικούς και εσωτερικούς. Εξ αυτών συνάγεται ότι ούτε στην κτηνοτροφία στηριζόταν η οικονοµία του Παλαµαρίου. Υπόθεση που προκύπτει αποτιµώντας τα αποτελέσµατα της φυτολιθικής ανάλυσης είναι ότι η οικονοµία του οικισµού µάλλον δεν βασιζόταν στη γεωργοκτηνοτροφία αλλά οι κάτοικοι προµηθεύονταν τα απαραίτητα γεωργικά και κτηνοτροφικά προϊόντα µέσω εµπορικών συναλλαγών. Η θέση του οικισµού, άλλωστε, θα βοηθούσε σε αυτή την πρακτική. εν µπορεί, βέβαια, να αποκλειστούν µικρής κλίµακας γεωργικές ή κτηνοτροφικές δραστηριότητες που πιθανόν να ασκούνταν σε περιοχές έξω από τον οικισµό αλλά αυτές, αν υπήρχαν, θα αποτελούσαν µάλλον συµπληρωµατικό µέσο διαβίωσης και όχι βασικό οικονοµικό παράγοντα. Η παρουσία περιορισµένου αριθµού λίθινων εργαλείων εν γένει αλλά και εργαλείων που σχετίζονται µε αγροτικές εργασίες, όπως και τα επίσης περιορισµένα κατάλοιπα ζώων (βλ. παρόντα τόµο) φαίνεται να συµφωνούν µε την παρούσα υπόθεση. Η σύνθεση των αποτελεσµάτων όλων των µελετών θα ολοκληρώσει την εικόνα χρήσης του οικισµού και θα βοηθήσει στην κατανόηση του τρόπου ζωής των κατοίκων του και της θέσης του οικισµού στην ευρύτερη περιοχή. Γ. ΤΣΑΡΤΣΙ ΟΥ Εφορεία Παλαιοανθρωπολογίας-Σπηλαιολογίας Νότιας Ελλάδας gtsartsidou@ymail.com γεωργια τσαρτσιδου
BΙΒΛΙΟΓΡΑΦIΑ ALBERT, R. M. - LAVI, Ο. ESTROFF, L.- WEINER, S. 1999. Mode of Occupation of Tabun Cave, mt Carmel, Israel during the Mousterian Period: A Study of the Sediments and Phytoliths, Journal of Archaeological Science 26, 1249-1260. ALBERT, R. M. - WEINER, S. 2001. Study of Phytoliths in Prehistoric Ash Layers using a Quantitative Approach, στο J. D. MEUNIER - F. COLIN (επιµ.), The Phytoliths: Applications in Earth Science and Human History, Lisse, Netherlandss, 251-266. BROWN, D. A. 1984. Prospects and Limits of a Phytolith Key for Grasses in the Central United States, Journal of Archaeological Science 11, 345-368. CANTI, M. 1999. The Production and Preservation of Faecal Spherulites: Animals, Environment and Taphonomy, Journal of Archaeological Science 26, 251-258. CARNELLI, A.L. - M. MADELLA - J. P. THEURILLAT 2001. Biogenic Silica Production in Selected Alpine Plant Species and Plant Communities, Annals of Botany 87, 425-434 HARVEY, E. L. - D. Q. FULLER 2004. Investigating Crop Processing using Phytolith Analysis: The Example of Rice and Millets, Journal of Archaeological Science 32, 739-752. JONES, R.L. - A. H. BEAVERS 1963. Some Mineralogical and Chemical Properties of Plant Opal, Soil Science 96, 375-379. MADELLA, M., - A. ALEXANDRE - T. BALL 2005. International Code for Phytolith Nomenclature, Annals of Botany 96, 253-260. PAVLOPOULOS, K. - M. TRIANTAPHYLLOU - P. KARKANAS - K. KOULI - G. SYRIDES - K. VOUVALIDIS - N. PALY- VOS - T. TSOUROU 2010. Paleoenvironmental Evolution and Prehistoric Human Environment, in the Embayment of Palamari (Skyros Island, Greece) during Middle-Late Holocene, Quaternary International 216, 41-53. PIPERNO, D. R. 2006. Phytoliths: a Comprehensive Guide for Archaeologists and Paleoecologists, Lanham MD. ROVNER, I. 1983. Plant Opal Phytolith Analysis: Major Advances in Archaeological Research, στο M. B. SCHIFFER (επιµ.), Advances in Archaeological Method and Theory, vol. 9, 225-265. SHAHACK-GROSS, R. - F. MARSHALL - K. RYAN - S. WEINER 2004. Reconstruction of Spatial Organization in abandoned Maasai Settlements: Implications for Site Structure in the Pastoral Neolithic of East Africa, Journal of Archaeological Science 31, 1395-1411. SHAHACK-GROSS, R. - R. M. ALBERT - A. GILBOA - O. NAGAR-HILMAN - I. SHARON - S. WEINER 2005. Geoarchaeology in an Urban Context: The Uses of Space in a Phoenician Monumental Building at Tel Dor (Israel), Journal of Archaeological Science 32, 1417-1431. TSARTSIDOU, G. 2009. H συµβολή των φυτολίθων στην αναγνώριση της χρήσης του χώρου στην προϊστορία. Συγκριτική µελέτη ενός εθνογραφικού παραδείγµατος και µιας νεολιθικής θέσης (διδ. διατριβή, Πανεπιστήµιο Θεσσαλονίκης). TSARTSIDOU, G. - S. LEV YADUN - R. M. ALBERT - A. ROSEN - N. EFSTRATIOU - S. WEINER 2007. The Phytolith Archaeological Record: Strengths and Weaknesses Evaluated Based on a Quantitative Modern Reference Collection from Greece, Journal of Archaeological Science 34, 1262-1275. TSARTSIDOU, G. - S. LEV YADUN - N. EFSTRATIOU - S. WEINER 2008. Ethnoarchaeological Study of Phytolith Assemblages from an Agro-pastoral Village in Northern Greece (Sarakini): Development and Application of a Phytolith Difference Index, Journal of Archaeological Science 35, 600-613. TSARTSIDOU, G. - S. LEV YADUN - N. EFSTRATIOU - S. WEINER, 2009. Use of Space in a Neolithic Village in Greece (Makri): Phytolith Analysis and Comparison of Phytolith Assemblages from an Ethnographic Setting in the Same Area, Journal of Archaeological Science 36, 2342-2352. TWISS, P. C. - S. ERWIN, - R. M. SMITH 1969. Morphological Classification of Grass Phytoliths, Soil Science Society of America Proceedings 33, 109-115. μελετη φυτολιθων απο τισ αρχαιολογικεσ επιχωσεισ του παλαμαριου
SUMMARY PHYTOLITH ANALYSIS FROM THE ΑRCHAEOLOGICAL SEDIMENTS OF PALAMARI Georgia Tsartsidou Ephorate of Paleoanthropology-Speleology, Ardittou 34A, 11636 Athens, Greece gtsartsidou@ymail.com Phytoliths are microscopic mineral forms that consist of amorphus silica (opal), which develop in the cellular system of living plants (Piperno 2006). Since they tend to be deposited in archaeological sediments either by means of the death and decay of plants or else by means their burning, phytoliths provide evidence on the human action at the places where they are found. The strengths of phytoliths are that they are inorganic and therefore withstand decomposition and that they don t have to be burnt in order to be retrieved in the archaeological sediments. They are often thus the only archaeobotanical remain in archaeological sites. The weaknesses of the phytolith analysis are the redundancy and multiplicity, i.e. more than one plant may produce the same phytolith type and more than one type can be produced by one plant. In addition we must note that not all plants produce many and characteristic phytoliths. Grasses are the most prolific producers and cereals produce not only many but also characteristic phytoliths of genus and sometimes species. Leaves of dicot trees and shrubs on the other hand are not always prolific producers. The morphotypes formed in the leaf epidermis can be easily assigned to clade (dicots or conifers) and sometimes families. Finally woody parts of trees are the less prolific plant part. Some species produce no phytoliths at all and those that do show small numbers of undiagnostic morphotypes. Nevertheless there are other parameters that can help in identifying the wood in the sediments and these are the percentage of calcite and the presence of siliceous aggregates, i.e. microscopic forms shaped in the bark of trees. The present study uses phytoliths as a tool for recognising the plants brought into the city of Palamari for constructions and actions-practices related to everyday life. The economic character of the city is also investigated. The analysis involves a series of 30 samples collected from the profiles of Palamari during the summers of 2009 and 2010. The sampling followed the sedimentological study of P. Karkanas, which divides sediments in the following categories: floors, destruction layers, construction fills, outdoor areas and natural destruction layers. The samples were analysed at the Wiener Laboratory of the American School of Classical Studies at Athens. The method used in the preparation of the samples is the following. Close to 1 gram of dry sediment is treated with reagents in order to remove organics and carbonates. The samples are weighed in each step of the analysis in order to record the mineral component of a given sample. For the extraction of the phytoliths themselves, the sediment is next cen- γεωργια τσαρτσιδου
trifuged using a heavy liquid (Sodium polytungstate). About 1 mg. of each of the final fractions is then placed on a slide for examination under a petrographic microscope. The assemblage is studied morphologically and quantitatively: that is, the phytoliths on a slide are counted and taxa are classified. The number of phytoliths observed on a slide is related to 1 gram of sediment. In terms of morphology, phytoliths with consistent morphologies are classified in families, genera and species whenever possible as well as the part of the plant involved (e.g., leaves of trees or shrubs, stem-straw or husk-inflorescence of grasses). The chemical analysis of the sediments provides the first guide with regard to the components of a sample s sediment. It can be seen in Table 1 that the organic material is lower than 4% for almost all of the samples. This means that dung is not a major component of the sediments. The lack of dung is also supported by the absence of faecal spherulites. The latter are calcitic spheres formed in the animal guts (Canti 1999) and commonly found in dung remains. The absence of dung in the samples analyzed implies that the inhabitants of the site were non-pastoral in character. With respect to the carbonates, the samples show a good deal of variability: the open areas have high calcitic content (average 41%). This indicates that ash is involved. The calcitic component of the floor samples falls to 26% implying that neither wood ash nor lime was major components in floor construction. The phytolith concentrations show a clear pattern of variation as well (fig. 1). Note that samples, in which less than 50 phytoliths were counted on slide, are not included in the qualitative analysis. In general the amounts of phytoliths do not exceed 140,000 per gram sediment. This may be the result of strong wind action or it implies the absence of agropastoral activities in the city. Our results point to both. The lowest amounts have been recovered from outdoor areas. The natural destruction layers preserve also small amounts of phytoliths. Interestingly they show high amounts of reeds (aroundinoid phytoliths) that given the aridity of the landscape may come from constructions (mats, basketry) or fallen roofs. The floors show great variability since these that come from the NW area outside the fortification wall preserve wood ash and dicot leaves remains (hearth). Some remains of wheat seeds are also present pointing to habitation next to the wall. The rest of the floors do not contain any evidence of ash and they show in general very small amounts of phytoliths preserving thus weak evidence of everyday activities. Could it be an industrial and not a habitation area? The richest phytolith assemblages have been recovered from the destruction layers. This most probably is the result of the roof and wall collapse, which sealed the rich in activity remains layers. They preserve high amounts of grass husk phytoliths and sporadic remains of wheat seeds representing most probably the storage of wheat grains for consumption. By-products of agricultural activities (threshing, winnowing) have not been identified in the phytolith assemblages. That implies that the inhabitants of the site were non-agricultural in character. μελετη φυτολιθων απο τισ αρχαιολογικεσ επιχωσεισ του παλαμαριου
In closing, the evidence provided by this study implies that the city of Palamari was not agropastroral in character and the subsistence was most probably based on merchandised products. Small-scale cultivation or animal breeding cannot be excluded. The small number of stone tools and animal bone remains seem to reinforce the hypothesis of a non agropastoral city. The synthesis of all data will help us gain a much clearer understanding of how Palamari was functioning during the Bronge Age and how critical its role in Skyros island was. γεωργια τσαρτσιδου
1:26 PM Page 1 ISBN: 978-960-386-240-6 ΙΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑ ΕΙΞΗΣ 10/6/15 Ο ΟΧΥΡΩΜΕΝΟΣ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΣΚΥΡΟΥ Palamari exofyllo:layout 1 Ο Ο Χ Υ Ρ Ω Μ Ε Ν Ο Σ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΣ ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΣΤΟ ΠΑΛΑΜΑΡΙ ΣΚΥΡΟΥ Ι Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Η Σ Υ Ν Α Ν Τ Η Σ Η ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΕΡΕΥΝΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑ ΕΙΞΗΣ Επιστηµονική επιµέλεια ΛΙΑΝΑ ΠΑΡΛΑΜΑ, ΜΑΡΙΑ. ΘΕΟΧΑΡΗ Χ ΡΙΣΤΙΝΑ Ρ ΩΜΑΝΟΥ, Σ ΤΑΜΑΤΗΣ Μ ΠΟΝΑΤΣΟΣ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ, ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΗΣΚΕΥΜΑΤΩΝ ΓΕΝΙΚΗ ΙΕΥΘΥΣΗ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΩΝ ΚΑΙ ΚΛΑΣΙΚΩΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΕΡΓΟΥ ΠΑΛΑΜΑΡΙΟΥ ΣΚΥΡΟΥ