Ο ΡΟΛΟΣ ΤΩΝ ΥΠΟΘΑΛΑΣΣΙΩΝ ΚΑΤΟΛΙΣΘΗΤΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΤΗΝ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ, ΕΞΕΛΙΞΗ ΚΑΙ ΥΝΑΜΙΚΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΖΩΝΗΣ ΤΟΥ. ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ Β. Λυκούσης, Ερευνητής Α, ΙΩ/ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. Σακελλαρίου, Ερευνητής Β, ΙΩ/ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε Σ. Αλεξανδρή, Ειδ. Τεχν. Επιστήµονας, ΙΩ/ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε Γ. Ρουσάκης, Ερευνητής Γ, ΙΩ/ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε Π. Νοµικού, Ειδ. Τεχν. Επιστήµονας, ΙΩ/ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. Μπάλλας, Eιδ. Λειτ. Επιστ Β ΙΩ/ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε Ινστιτούτο Ωκεανογραφίας, Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών, 19013 Ανάβυσσος email: vlikou@ath.hcmr.gr ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ο Κορινθιακός Κόλπος είναι µία από τις πλέον ενεργές νεοτεκτονικά και σεισµικά περιοχές της Μεσογείου παρουσιάζει έντονη σεισµικότητα. Η σηµερινή δοµή του Κόλπου παρουσιάζει εικόνα ασύµµετρης τάφρου στην οποία το κύριο σύστηµα ρηγµάτων, «λιστρικής» µορφής, τοποθετείται ανοικτά των ακτών της Β. Πελοποννήσου τα οποία ευθύνονται για την κατά 1000µ. τουλάχιστον ανύψωση των πλειστοκαινικών ιζηµάτων της Β. Πελοποννήσου. Η εργασία αυτή αντλεί στοιχεία από µελέτες που πραγµατοποίησε το ΕΛΚΕΘΕ κατά την διάρκεια της τελευταίας 15ετίας χρησιµοποιώντας το ΩΚ ΑΙΓΑΙΟ, το βαθυσκάφος ΘΕΤΙΣ και όργανα πεδίου όπως τοµογράφοι υποδοµής του πυθµένα (3.5kHz, Air Gun), πλευρικό ηχοβολιστικό (side scan sonar) και πολυδεσµικό βυθοµετρικό σύστηµα (multibeam echosounder). Το µεγαλύτερο τµήµα της κύριας λεκάνης καλύπτεται από µάζες πρόσφατων ιζηµάτων που έχουν αποκοπεί από το εξωτερικό τµήµα της πλατφόρµας και έχουν ολισθήσει κατά µήκος της κατωφέρειας προς τα βαθύτερα σηµεία. Κατά την διάρκεια των καταρρεύσεων αυτών µεγάλες ποσότητες άµµου της παράκτιας ζώνης µεταφέρονται µε µορφή επεισοδιακών τουρβιδιτικών ροών και αποτίθενται στην βαθύτερη λεκάνη του Κορινθιακού κόλπου (περίπου 0.6 10 6 µ 3 το 1861µχ σύµφωνα µε πρόσφατες εκτιµήσεις). Τα φυσικά αυτά φαινόµενα επηρεάζουν την παράκτια δυναµική των ιζηµάτων και καθορίζουν την µορφολογία της παράκτιας ζώνης: 1) µε την επεισοδιακή οπισθοχώρηση/κατάρρευση της ακτής 2) την απότοµη διαφοροποίηση του βάθους και της κλήσης της παράκτιας ζώνης 3) την δηµιουργία (απο κατολισθήσεις) παράκτιων κοιλαδοφαραγγιών τα οποία διακόπτουν την σύγχρονη παράκτια µετακίνηση της άµµου οδηγώντας µεγάλες ποσότητες κοκκοδών ιζηµάτων προς τα βαθύτερα. 53
THE ROLE OF SUBMARINE SEDIMENT FAILURES IN THE CONFIGURATION, EVOLUTION AND COASTAL DYNAMICS IN THE WESTERN GULF OF CORINTH V. Lykousis, Research Director, IO/HCMR D. Sakellariou, Researcher, IO/HCMR S. Alexandri, Research assistant,io/hcmr G. Roussakis, Researcher, IO/HCMR P. Nomikou, Research assistant, IO/HCMR D. Ballas, Researcher, IO/HCMR Institute of Oceanography, Hellenic Centre for Marine Research, 19013 Anavyssos email: vlikou@ath.hcmr.gr ABSTRACT Multibeam, seismic profiling, submersible dives and sedimentological data (cores, x-ray images, AMS and Pb 210 dating) provide new information regarding the mass failure processes in one of the most active rifts among the European margins. The Gulf of Corinth, Greece is characterized by a various and complex set of natural risks, (earthquakes, slumps, tsunamis, fluid escape etc) mainly connected to its strong seismic activity. The seismicity, the steep slopes of the basin, together with the large amount of sediments deposited by the several rivers (sedimentation rates about 3m/ka) is the key factors of sediment failure. Smaller and minor failure events, mostly due to retrogration and gravity faults activation, are often and continuous as evidenced by submersible observations and local ground vibrations and sounds due to offshore slumping. One of the greater recent extensive offshore and coastal failure happened during and after the 1861AD strong earthquake. Only the basin was covered by a 10cm thick sandy-silt turbidite layer (0.6x10 6 m 3 of total volume). These natural seabed processes play a key role in the coastal dynamics inducing a permanent and long term negative budget in the coastal zone sandy/gravelly deposits and as a consequent the coastal zone associated with deltaic plains, retreats due to coastal erosion and also during episodic coastal subsidence. 54
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Η συστηµατική σεισµική-γεωφυσική και γεωλογική-ιζηµατολογική διερεύνηση του Κορινθιακού Κόλπου απο διάφορους ερευνητές (Kelletat et al.,1976; Brooks and Ferentinos, 1984; Bernard et al., 1996;) ανέδειξαν την ύπαρξη τεσσάρων ανεξάρτητων ενεργών νεοτεκτονικών λεκανών κάτω από τον πυθµένα του Κορινθιακού Κόλπου. Οι λεκάνες του Κεντρικού Κορινθιακού Κόλπου, του υτικού Κορινθιακού Κόλπου, του Κόλπου Αλκυονίδων και του Κόλπου Λέχαιου αποτελούν ανεξάρτητες νεοτεκτονικές λεκάνες µε διακριτή χρονική εξέλιξη και δοµή κάθε µία. Η λεκάνη του Κεντρικού Κορινθιακού Κόλπου είναι η κυρίαρχη δοµή στο σύνολο της σηµερινής τάφρου (βάθος 870m, µέγιστο πάχος ιζηµάτων 2-2,2km). Ρυθµός ιζηµατογένεσης 2,2-2,4m/kyr και τεκτονικής βύθισης της λεκάνης σε 3,6 m/kyr υπολογίστηκε για τα ανώτερα 500m περίπου της ιζηµατογενούς ακολουθίας. Η λεκάνη του υτικού Κορινθιακού (βάθος 400-440m, πάχος ιζηµάτων 400-450m) εντοπίζεται δυτικά της γραµµής Αιγίου-Ερατεινής και διαχωρίζεται από την λεκάνη του Κεντρικού Κορινθιακού µε µία ζώνη έντονης ρηξιγενούς παραµόρφωσης. Η σεισµική στρωµατογραφία της λεκάνης δηλώνει µεγαλύτερο ρυθµό βύθισης κατά µήκος του ρήγµατος των Τριζονίων και κυριαρχείται από αποθέσεις χαοτικού χαρακτήρα, σε αντίθεση µε τις ρυθµικές τουρβιδιτικές αποθέσεις που επικρατούν στις άλλες τρεις λεκάνες. Η ηλικία δηµιουργίας της λεκάνης δεν έχει προσδιορισθεί ακόµη, όµως µε βάση τον χαρακτήρα των ιζηµάτων, τον υψηλό ρυθµό ανύψωσης του νότιου περιθωρίου και τα πρόσφατα σεισµολογικά και γεωδαιτικά στοιχεία είναι πιθανό η λεκάνη του υτικού Κορινθιακού Κόλπου να αποτελεί το νεότερο τµήµα του Κορινθιακού Κόλπου. Από τα παραπάνω προκύπτει ότι η σηµερινή δοµή και µορφολογία της υποθαλάσσιας τάφρου του Κορινθιακού Κόλπου είναι το αποτέλεσµα επάλληλων και ως ένα βαθµό παράλληλων, χρονικά και χωρικά, φάσεων δηµιουργίας και εξέλιξης επιµέρους τεκτονικών λεκανών από το Ανώτερο Πλειόκαινο Κατώτερο Πλειστόκαινο µέχρι σήµερα. Η κατάσταση αυτή διατηρείται µέχρι πριν 500-600ka, όταν η επέκταση της εφελκυστικής παραµόρφωσης προς ανατολικά οδηγεί στην δηµιουργία της λεκάνης του Κόλπου Αλκυονίδων. Οι τρεις λεκάνες (Κεντρικού Κορινθιακού, Κόλπου Αλκυονίδων και Κόλπου Λέχαιου) εξελίσσονται έκτοτε παράλληλα αλλά µε διαφορετικούς ρυθµούς παραµόρφωσης. εν είναι ακόµη σαφές πότε αρχίζει η διάνοιξη της λεκάνης του υτικού Κορινθιακού Κόλπου, όµως είναι πολύ πιθανό ότι δηµιουργείται µετά από την λεκάνη του Κόλπου Αλκυονίδων ή σύγχρονα µε αυτήν. Ο σκοπός της εργασίας είναι η αξιοποίηση των στοιχείων για να διαπιστωθεί ο πιθανός ρόλος των υποθαλάσσιων ροών ιζηµάτων στο ιζηµατολογικό ισοζύγιο της παράκτιας ζώνης του. Κορινθιακού κόλπου. 2. ΜΕΘΟ ΟΛΟΓΙΑ Η παρούσα εργασία χρησιµοποιεί δεδοµένα αναλυτικών βυθοµετρικών αποτυπώσεων µε πολυδεσµικό βυθοµετρικό σύστηµα (multibeam 20KHz και 180ΚΗz) από έρευνες που πραγµατοποιήθηκαν στον Κορινθιακό (µε ιδιαίτερη έµφαση και πυκνότητα στον. Κορινθιακό) στα πλαίσια των κοινοτικών προγραµµάτων ASSEM και 3Haz-Corinth. Χρησιµοποιούνται επίσης σεισµικές διασκοπήσεις πυθµένα (3.5kHz, Air Gun), πλευρικό 55
ηχοβολιστικό (side scan sonar), δειγµατοληψίες βυθού και καταδύσεις µε το βαθυσκάφος ΘΕΤΙΣ. 3. ΥΠΟΘΑΛΑΣΣΙΑ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΥΤΙΚΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ ΚΟΛΠΟΥ Η βόρεια και η νότια κατωφέρεια του Κορινθιακού Κόλπου χαρακτηρίζονται από έντονες µορφολογικές κλίσεις που κυµαίνονται µεταξύ 15-30%. Η κύρια λεκάνη αποτελεί το βαθύτερο επίπεδο τµήµα του Κορινθιακού Κόλπου που εκτείνεται µεταξύ της βόρειας και της νότιας κατωφέρειας. Το βάθος της αυξάνεται σταδιακά από προς Α από 200µ. στη περιοχή ΝΑ των εκβολών του Μόρνου σε 930µ. περίπου στο κεντρικό τµήµα του Κορινθιακού Κόλπου. Μορφολογικά, το δυτικό τµήµα του Κορινθιακού Κόλπου µπορεί να διακριθεί σε τρεις περιοχές: την ηπειρωτική πλατφόρµα, την κατωφέρεια και την κύρια λεκάνη. Στις περισσότερες περιοχές του. Κορινθιακού Κόλπου η ηπειρωτική πλατφόρµα απουσιάζει ή περιορίζεται σε πολύ µικρή απόσταση από την ακτή, µέχρι λίγες δεκάδες µέτρα (Σχήµα 1). Στις λίγες περιπτώσεις που εµφανίζεται, στη περιοχή Ψαθόπυργου και Μόρνου, στον Όρµο της Ερατεινής και τον Κόλπο της Ιτέας, το βάθος του ορίου της πλατφόρµας δεν είναι σταθερό και κυµαίνεται µεταξύ 74-110 µ. Ιδιαίτερα στη περιοχή της Αιγιαλείας το όριο της πλατφόρµας ευρίσκεται σε βάθος 35-55 µ. Σχήµα 1. Υποθαλάσσια βαθυµετρία του. Κορινθιακού Κόλπου Figure 1. Multibeam bathymetry of the W. Gulf of Corinth 56
4. ΡΗΞΙΓΕΝΕΙΣ ΟΜΕΣ ΥΤΙΚΟΥ ΚΟΡΙΝΘΙΑΚΟΥ Το τελευταίο στάδιο εξέλιξης της τάφρου του. Κορινθιακού Κόλπου µε τη σηµερινή της µορφή ελέγχεται από δύο σηµαντικές υποθαλάσσιες ρηξιγενείς ζώνες που εντοπίζονται κατά µήκος της βόρειας και της νότιας κατωφέρειας του Κόλπου. Παρουσιάζουν µέση διεύθυνση ΑΝΑ- Β, παράλληλη προς την µέση διεύθυνση των ακτογραµµών και προς τον επιµήκη άξονα του. Κορινθιακού Κόλπου, αλλά αποτελούνται από µία σειρά ρηγµάτων διεύθυνσης Α-, τα οποία διατάσσονται κλιµακωτά (en enchelon). Η κατακόρυφη µετατόπιση κατά µήκος των δύο υποθαλάσσιων ρηξιγενών ζωνών είναι της τάξης των 200µ. στο δυτικό τµήµα του. Κορινθιακού Κόλπου και αυξάνεται σταδιακά προς Α. Σχ. 3 Σχήµα 2. Τρισδιαστατη απεικόνηση της υποθαλάσσιας µορφολογίας της Αιγιάλειας Figure 2. 3-D submarine view Aigialia margin showing the valleys/canyons and sediment failures Η υποθαλάσσια ηπειρωτική πλατφόρµα ανοικτά των ακτών της Αιγιαλείας αποτελεί συνέχεια του χερσαίου δελταϊκού πεδίου της περιοχής και χαρακτηρίζεται από την παρουσία σηµαντικού αριθµού ενεργών ρηγµάτων διέυθυνσης Α- έως Β -ΝΑ µε σαφείς ενδείξεις πρόσφατης δραστηριοποίησης (Σχήµα 2). Πρόκειται για ρήγµατα βαρύτητας µε συνολικά άλµατα της τάξης των λίγων µέτρων έως λίγων δεκάδων µέτρων, τα οποία διακόπτουν την συνέχεια όχι µόνο των πλέον πρόσφατων δελταϊκών ιζηµάτων αλλά και του βυθού και δηµιουργούν ευκρινείς µορφολογικές ανωµαλίες στην µικρής κλίσης επιφάνεια της πλατφόρµας. Ορισµένα από αυτά εντοπίζονται στις περιοχές (Τρυπιά, Βαλληµίτικα, Τέµενη) που παρατηρήθηκαν φαινόµενα υποχώρησης ακτών, 57
ρευστοποιήσεων και καθιζήσεων (Lekkas et al. 1997 ) και παράκτιων/υποθαλάσσιων κατά τον σεισµό του Αιγίου, 6,1R της 15/6/1995, µε τα οποία πιθανότατα συνδέονται άµεσα. Οι υποθαλάσσιες ολισθήσεις παρατηρήθηκαν κατά την ερµηνεία των σεισµικών τοµών στις περιοχές Τρυπιά, Νικολέϊκα, στις εκβολές του Σελινούντα και του Μεγανείτη καθώς επίσης στον Ορµο της Ερατεινής. 5. ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΕΙΣ ΙΕΡΓΑΣΙΕΣ Η κύρια λεκάνη του Κορινθιακού Κόλπου χαρακτηρίζεται από περιβάλλον απόθεσης τουρβιδιτικού χαρακτήρα ιζηµάτων (Brooks & Ferentinos, 1984; Ferentinos et al. 1988). Το πάχος των πρόσφατων Πλειο(;)-Τεταρτογενών ιζηµάτων δεν είναι σταθερό και σε συµφωνία µε το βάθος του Κορινθιακού Κόλπου και το άλµα των δύο περιθωριακών ρηξιγενών ζωνών αυξάνεται από δυτικά (100µ.) προς ανατολικά (>550µ.). Οι κυρίαρχες ιζηµατολογικές διεργασίες στο νότια πρανή του. Κορινθιακού κόλπου είναι τα µεγάλης έκτασης σύνθετα κατολισθητικά φαινόµενα, τα οποία ενεργοποιούνται από την σεισµική δραστηριότητα σε συνδυασµό µε τα ενεργά ρήγµατα των βορείων ακτών της Πελοποννήσου που διαµορφώνουν τις µεγάλες κλίσεις στα νότια πρανή του. Κορινθιακού αλλά και γενικότερα του Κορινθιακού Κόλπου. Σε πολλές περιοχές του. Κορινθιακού Κόλπου το µεγαλύτερο τµήµα της κύριας λεκάνης καλύπτεται από µάζες πρόσφατων ιζηµάτων που έχουν αποκοπεί από το εξωτερικό τµήµα της πλατφόρµα και έχουν ολισθήσει κατά µήκος της κατωφέρειας προς τα βαθύτερα σηµεία (Σχ. 3). Σχήµα 3. Τρισδιαστατη απεικόνηση της υποθαλάσσιας µορφολογίας της Αιγιάλειας Figure 3. 3-D submarine view Aigialia margin showing the valleys/canyons and sediment failures 58
Η επαναλαµβανόµενη δράση των «οπισθόδροµων» κατολισθητικών φαινοµένων αυτών διαχρονικά έχει οδηγήσει στην σταδιακή οπισθοχώρηση του ορίου της ηπειρωτικής πλατφόρµας και την ελαχιστοπίηση του ευρους (η και τοπικά την πλήρη απουσία) της παράκτιας ζώνης µε χαρακτηριστικότερη περίπτωση αυτή της περιοχής ανοικτά των ακτών της Αιγιαλείας (Σχ.3). Μεγάλος αριθµός δειγµάτων βυθού έχει αναλυθεί από τον. Κορινθιακό Κόλπο (πυρήνες βαρύτητας και κιβωτοδειγµατολήπτες). Ακτινοσκόπηση των πυρήνων ιζηµάτων από την λεκάνη του κόλπου σε συνδυασµό µε ραδιοχρονολογήσεις (AMS) έχει δείξει ότι τα τελευταία 2-3 χιλιάδες χρόνια έχουν αποτέλεσµα 5-10 στρώσεις άµµου ορισµένων εκατοστών που αποδίδονται σε τουρβιδιτικές αποθέσεις (από κατολισθήσεις ή/και τσουνάµις), τα οποία βεβαίως προέρχονται από την παράκτια ζώνη (Lykousis et at, 2007). Το πλέον πρόσφατο γεγονός τουρβιδιτικών αποθέσεων (περίπου 20-30cm κάτω από την επιφάνεια του πυθµένα, Σχήµα 4), το οποίο χρονολογήθηκε µε την µέθοδο του 210 Pb εκτιµάται ότι αποτέθηκε 100-150 χρόνια πριν πιθανότατα κατά την διάρκεια του µεγάλου σεισµού του 1861µχ και των συνοδών κατολισθητικών φαινοµένων. Ο όγκος της άµµου µετακινήθηκε επεισοδιακά από την παράκτια ζώνη στην λεκάνη του. Κορινθιακού εκτιµάται σε όγκο 0.6x10 6 µ 3. Σχήµα 4. Αµµώδεις αποθέσεις στα υποεπιφανειακά ιζήµατα της λεκάνης του. Κορινθιακού Figure 4. Sandy turbidites in subsurface sediments of the basin of the W. Gulf of Corinth Οι παρατηρήσεις του πυθµένα µε καταδύσεις του βαθυσκάφους «ΘΕΤΙΣ» έδειξαν ότι: α) Τα κατώτερα πρανή (βάθος 200-250m) των κοιλαδοφαραγγίων παρουσιάζουν διαβρωσιγενή κανάλια τουρβιδιτικών ροών διατοµής περίπου 30χ30cm, τα οποία καλύπτονται επιφανειακά από αµµορυτίδες. (φωτο 5B) β) Κροκάλες ρηχής παράκτιας ζώνης σε βάθη περίπου 100-200m (Σχήµα 5 Α, Γ) δ) Φαινόµενα ασταθούς δοµής των ιζηµάτων του πυθµένα σε απότοµα πρανή (περίπου σε βάθος 50-100m) (Σχήµα 5 ). Τα 59
ανωτέρω τεκµηριώνουν και την σύγχρονη ροή ιζηµατογενούς υλικού από την ρηχή παράκτια ζώνη προς τα βαθύτερα τµήµατα του. Κορινθιακού. Α Β Γ Σχήµα 5. Αντιπροσωπευτικές φωτογραφίες απο τα πρανή του. Κορινθιακού (Αιγιάλεια) Figure 5. Representative photographs of the Aigialia slopes (W. Gulf of Corinth) 6. ΣΥΖΗΤΗΣΗ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Οι µορφολογικές και ιζηµατολογικές έρευνες των τελευταίων δέκα ετών στον. Κορινθιακό Κόλπο κατέδειξαν αφ ενός µεν την σηµαντικότητα των επεισοδιακών ροών βαρύτητας στην στερεοµεταφορά µεγάλων ποσοτήτων υλικού από την παράκτια ζώνη, έδωσαν σηµαντικά στοιχεία όσον αφορά τις λεπτοµέρειες των διεργασιών αυτών αλλά (κυρίως) γίνεται µια πρώτη προσπάθεια ποσοτικοποίησης της στερεοµεταφοράς. Με αυτό τον τρόπο εκτιµάται ότι ποσότητες άµµου έως 0.6x10 6 µ 3 είναι δυνατόν να µεταφέρονται επεισοδιακά προς την λεκάνη του. Κορινθιακού Κόλπου σε χρονικό ορίζοντα όσον αφορά την συχνότητα του φαινοµένου σε 200-300 χρόνια. Μικρότερες ποσότητες άµµου αλλά και χαλίκων-κροκαλών είναι δυνατόν να διασπείρονται στα πρανή µε αρκετά µεγαλύτερη συχνότητα (σε επίπεδο δεκαετιών). 60
Τα ανωτέρω φαινόµενα αλλά και οι καθιζήσεις / ρευστοποιήσεις της παράκτιας ζώνης (κατά την διάρκεια σεισµών ή ασεισµικά) θα πρέπει να θεωρηθεί ότι αποτελούν µια φυσική διεργασία, η οποία έχει ως αποτέλεσµα ένα διαχρονικό αρνητικό ισοζύγιο ιζηµάτων της παράκτιας ζώνης µε τελικό αποτέλεσµα, είτε την επεισοδιακή ή την σταδιακή υποχώρηση και διάβρωση της ακτής. Θα πρέπει να σηµειωθεί ότι οι διεργασίες αυτές εντοπίζονται σε περιοχές όπως του Ν. Κορινθιακού όπου συνδυάζουν δελταϊκά πεδία (υψηλής στερεοπαροχής), µεγάλη σεισµικότητα και ενεργά ρήγµατα στην παράκτια ζώνη που δηµιουργούν απότοµες κλίσεις αλλά και πρόσθετες συνθήκες αστάθειας των προδελταϊκών ιζηµατογενών αποθέσεων. 7. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ Bernard P. et al. (1996): The Ms=6.2, June 15, 1995 Aigion earthquake (Greece): Results of a multidisciplinary study. J. Seismology, in press Brooks N. & Ferentinos G. (1984): Tectonics and sedimentology in the Gulf of Corinth and Zakynthos and Kefallinia chanels, western Greece. Tectonoph. 101, p. 25-54 Ferentinos G, Papatheodorou G, Collins ΜΒ (1988) Sediment transport processes on an active submarine fault escarpement: Gulf of Korinth, Greece. Mar Geol 83:43-61. Kelletat D., Kowalczyk G., Schroeder B. & Winter K.-P. (1976): A synoptic view on the neotectonic development of the Peloponnesian coastal regions. Z. Dtsch. Geol. Ges. 127, 447-465. Lekkas E., Lozios S., Skourtsos N. & Kranis H. (1997): Liquefaction, ground fissures and coastline change during the Egio earthquake (June 15, 1995, Central-Western Greece). Terra Nova, in press. V. Lykousis, D. Sakellariou, G. Rousakis, S. Alexandri, H. Kaberi, P. Nomikou, P. Georgiou, D. Balas (2007). Sediment failure processes in active grabens: the Western Gulf of Corinth (Greece). In: Lykousis V., Sakellariou D., Locat J. (eds.), Submarine Mass Movements and their Consequences, 297-305, Springer. 61