ΑΝΑΓΚΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΟΡΕΙΝΩΝ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΡΟΦΟΡΕΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑ



Σχετικά έγγραφα
ΥΔΑΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ ΤΟΥ

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΝΕΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΛΕΙΨΥΔΡΙΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ

ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

Ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά υπόγειων υδροφόρων συστημάτων Αν. Μακεδονίας ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΔΠΘ

Ο ΠΗΝΕΙΟΣ ΠΟΤΑΜΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΑΡΓΟΛΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΟΣ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ

Αθανάσιος Λουκάς Καθηγητής Π.Θ. Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων

Παρά το γεγονός ότι παρατηρείται αφθονία του νερού στη φύση, υπάρχουν πολλά προβλήματα σε σχέση με τη διαχείρισή του.


ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

Ταµιευτήρας Πλαστήρα

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΑΛ. ΜΠΕΛΕΣΗΣ ΓΕΩΛΟΓΟΣ - ΜΕΛΕΤΗΤΗΣ

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΥΔ ΒΟΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL02)

Έργα μεταφοράς ύδατος και διανομής νερού άρδευσης από πηγές Κιβερίου (Ανάβαλος) στο Δήμο Βόρειας Κυνουρίας 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΔ ΒΟΡΕΙΑΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL02)

ΑΣΚΗΣΗ 2 Στην έξοδο λεκάνης απορροής µετρήθηκε το παρακάτω καθαρό πληµµυρογράφηµα (έχει αφαιρεθεί η βασική ροή):

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗ ΥΔΡΕΥΣΗΣ ΑΠΟΧΕΤΕΥΣΗΣ ΜΕΙΖΟΝΟΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣΒΟΛΟΥ

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΝΕΡΩΝ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΗΜΟΥ ΘΕΡΜΑΪΚΟΥ ΝΟΜΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

Τεχνητός εμπλουτισμός ως καλή πρακτική για την αύξηση της διαθεσιμότητας του υπόγειου νερού

ΦΡΑΓΜΑ ΕΝΙΠΕΑ ΣΚΟΠΙΑΣ

ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ - ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΕΡΓΟΥ Υ ΡΕΥΣΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

Υδατικοί πόροι Ν. Αιτωλοακαρνανίας: Πηγή καθαρής ενέργειας

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

Υδρολογική θεώρηση της λειτουργίας του υδροηλεκτρικού έργου Πλαστήρα

Διονύσης Νικολόπουλος

Κατανάλωση νερού σε παγκόσμια κλίμακα

ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΑ ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ

υδρογεωλογικών διεργασιών και λειτουργίας υδροσυστήµατος υτικής Θεσσαλίας

ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΦΡΑΓΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΘΕΣΗ ΜΠΕΛΜΑ. ΑΓΙΑΣ

Υδατικοί πόροι και έργα αξιοποίησης

ΥΔΑΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΥΔΡΕΥΣΕΙΣ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΤΡΩΝ ΔΥΝΑΤΟΤΗΤΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ 6. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΝΕΡΩΝ

Ασκήσεις Τεχνικής Γεωλογίας 7 η Άσκηση

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Παγκόσμια Ημέρα Νερού

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Β. ΤΣΙΟΥΜΑΣ - Β. ΖΟΡΑΠΑΣ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΟΙ

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΥΔΡΕΥΣΗΣ Ν. ΠΑΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΝΑΓΚΑΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΓΙΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΥΔΡΟΔΟΤΗΣΗΣ

15η Πανελλήνια Συνάντηση Χρηστών Γεωγραφικών Συστηµάτων Πληροφοριών ArcGIS Ο ΥΣΣΕΥΣ

Υπόγεια Υδραυλική. 5 η Εργαστηριακή Άσκηση Υδροδυναμική Ανάλυση Πηγών

ΕΜΠ Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Τεχνική Υδρολογία Διαγώνισμα κανονικής εξέτασης

«Διερεύνηση υδρολογικής αποκατάστασης της Υπέρειας Κρήνης στην περιοχή Βελεστίνου της Π.Π»

Υδροληψίες Υδατικοί Πόροι

«ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΡΟΗΣ ΣΕ ΦΥΣΙΚΟ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΣΤΟΝ ΠΟΤΑΜΟ ΕΝΙΠΕΑ ΤΟΥ Ν. ΛΑΡΙΣΑΣ»

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

Διαχείριση Υδατικών Πόρων

ΕΜΠ Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Τεχνική Υδρολογία Διαγώνισμα κανονικής εξέτασης

Λεπτομερής υδρογεωλογική διερεύνηση παράκτιων υδροφόρων

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

«Oρθολογική διαχείριση των υδατικών πόρων του Π.Σ. Βόλου και της ευρύτερης περιοχής του Πηλίου»

ΑΣΚΗΣΗ ΣΤΑΘΜΟΣ ΚΑΤΑΚΡΗΜΝΙΣΕΙΣ ΕΞΑΤΜΙΣΗ. Μ mm 150 mm. Μ mm 190 mm. Μ mm 165 mm. Μ mm 173 mm.

ΤΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΦΟΡΑ ΝΕΡΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΩ ΡΟΥ ΤΟΥ ΑΧΕΛΩΟΥ

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

Τεχνολογία Γεωφραγμάτων

ΚΕΦΑΛΑΙΑ ΤΕΧΝΙΚΗΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑΣ Ι ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΙΑΛΕΞΕΩΝ

Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας. Υπόγεια Υδατικά Συστήματα Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ

1. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Εξάμηνο: Κωδικός μαθήματος:

1. ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΟ. 1.1 Σκοπός χρηματοδότηση - χρονικός ορίζοντας

Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή μέσω του σχεδιασμού διαχείρισης υδάτων στην Κύπρο 4/9/2014

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ»

Εύη Λίττη ΛΔΚ ΕΠΕ Άνδρος 2008

Τεχνικοοικονοµική Ανάλυση Έργων

Μοντέλο Υδατικού Ισοζυγίου

Νερό και ενέργεια τον 21 ο αιώνα Πτυχές της υδροηλεκτρικής παραγωγής

INTERREG GREECE - BULGARIA,

Διαχείριση Υδατικών Πόρων

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη

ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΑΘΗΝΑΣ ΣΧΟΛΗ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΕΦΑΡΜΟΓΩΝ ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑΣ & ΓΕΩΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΥΔ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL03)

Β. ΜΑΛΙΩΚΑΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΕΠΕ Βασίλειος Μαλιώκας, Δρ. Πολ. Μηχανικός

ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΡΟΦΟΡΕΩΝ ΚΡΗΤΗΣ

Υ ΑΤΙΚΟ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ. ιαχείριση πληµµυρών

ΑΥΞΗΣΗ ΧΩΡΗΤΙΚΟΤΗΤΑΣ ΥΔΡΟΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ της Δ.Ε.Υ.Α.Α. ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ & ΩΦΕΛΗ

ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2017 ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΗΜΟΣ ΑΓΡΙΝΙΟΥ ΙΕΥΘΥΝΣΗ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΥΔ ΚΡΗΤΗΣ (EL13)

4.11. Στεγανοποίηση των σχηματισμών

ΗΜΕΡΙΔΑ 1/2/2008 ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΚΑΙ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝ

Ελλειμματικό Υδατικό Ισοζύγιο στα νησιά των Κυκλάδων Επιτακτική ανάγκη ολοκληρωμένης υδατικής πολιτικής και Διαχείρισης (Το παράδειγμα της Πάρου)

ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΤΟΥ ΙΣΟΖΥΓΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΖΗΤΗΣΗΣ ΝΕΡΟΥ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΡ ΙΤΣΑΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΤΟΥ ΛΟΓΙΣΜΙΚΟΥ MIKE BASIN

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΘΕΩΡΙΑΣ (Μονάδες 3, Διάρκεια 20')

Ιωάννης Καραβοκύρης Γ. Καραβοκύρης και Συνεργάτες Σύµβουλοι Μηχανικοί Αλεξανδρουπόλεως 23, Aθήνα 11527,

Τεχνική Υδρολογία (Ασκήσεις)

Υδροηλεκτρικοί ταμιευτήρες

ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΑ ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΣΤΟ ΥΔ ΔΥΤΙΚΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ (EL01)

Υδρολογική διερεύνηση της διαχείρισης της λίµνης Πλαστήρα

Υδρολογική διερεύνηση της διαχείρισης της λίµνης Πλαστήρα

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

Transcript:

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 1 ΑΝΑΓΚΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΟΡΕΙΝΩΝ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΡΟΦΟΡΕΩΝ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΡΙΝΘΙΑ Ι. Ε. ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ Καθηγητής Ε.Μ.Π., Σχολή Μηχανικών Μεταλλείων Μεταλλουργών, Τομέας Γεωλογικών Επιστημών ΠΕΡΙΛΗΨΗ Σκοπός της εργασίας αυτής είναι να δώσει με παραδείγματα από την Κορινθία να κατανοηθεί ότι υπάρχουν ιδιαίτερα ευνοϊκές υδρογεωλογικές συνθήκες και καθεστώς τροφοδοσίας πολλών υδρογεωλογικών ενοτήτων σε ορεινές περιοχές, των οποίων η προστασία, ορθολογική εκμετάλλευση και διαχείριση επιβάλλεται για κάλυψη των υδατικών αναγκών άλλων περιοχών (κυρίως πεδινών) με υψηλή ζήτηση νερού αλλά ανεπάρκεια ή υπερεκμετάλλευση των υδατικών πόρων τους. Οι υδρογεωλογικές συνθήκες σε ορεινές ζώνες είναι συχνά κατάλληλες για αναρρύθμιση των υπόγειων υδροφορέων και ενίοτε επιδεκτικές τεχνητού εμπλουτισμού. Ο συνδυασμός αυτός παρεμβάσεων εξασφαλίζει τη βέλτιστη αξιοποίηση και διαχείριση των ορεινών υπόγειων ταμιευτήρων, οι οποίοι λόγω μεγάλων υψομέτρων εξασφαλίζουν: πλούσια επανατροφοδοσία, καλή ποιότητα νερού, φυσική ροή με βαρύτητα στις περιοχές κατανάλωσης και ενίοτε δυνατότητα αξιοποίησης για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με κατασκευή μικρών υδροηλεκτρικών μονάδων. RESUME Le but ce travail est de faire comprendre, a l aide des examples de la region de Corinthe, qu il y a des structures hydrogeologiques a des regions montagneux tres favorables, ainsi que les conditions d alimentation extraordinaires des aquiferes karstiques et d autres reservoirs souterraines. L exploitation deces aquiferes est necessaire, afin

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 2 de satisfaire les besoins en eau des regions surtout des grandes aglomerations et des plaines irriguees, ou il y a des grands defficits en eau. Les structures hydrogeologiques aux zones montagnards sont souvent favorables d une exloitation rationelle des eaux souterraines et les conditions sont a meme tempes convenables pour recharge artificiel. De cette facon on obtient pour les reservoirs souterraines montagneux une gestion optimum. Les aventages de ces aquiferes sont : La bonne qualite d eau La realimentation tres riche Le transport par gravite La possibilite d une exploitation hydroelectrique. Λέξεις κλειδιά: Ορεινός υδροφορέας, αναρρύθμιση, τεχνητός εμπλουτισμός, διαχείριση, Κορινθία. Mots cles : aquifere montagneu, exploitation rationelle, recharge artificial, gestion, Corinthe. 1. ΥΠΕΡΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΤΩΝ ΠΕΔΙΝΩΝ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΡΟΦΟΡΕΩΝ Οι μεγάλες υδατικές ανάγκες των πεδινών ζωνών της Ελλάδας στις οποίες συγκεντρώνεται σχεδόν το σύνολο των αγροτικών εκτάσεων, των μεγάλων πόλεων και των βιομηχανικών ζωνών, έχουν οδηγήσει στη δημιουργία συνθηκών υπερεκμετάλλευσης των υφιστάμενων σ αυτές υδατικών πόρων, επιφανειακών όσο και κυρίως υπόγειων. Συχνά η συνεχής ζήτηση νερού για κάθε χρήση, έχει οδηγήσει στην ανάγκη αξιοποίησης και μεταφοράς μεγάλων ποσοτήτων από μεγάλες αποστάσεις. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν τα έργα μεταφοράς νερού, επιφανειακού και υπόγειου, για την υδροδότηση της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, του Ηρακλείου, της Κορίνθου, της Κοζάνης, της Χαλκίδας, της Καβάλας, της Κέρκυρας, κ.ά., καθώς και τα έργα εκτροπής του Αχελώου για την ενίσχυση της άδρευσης του Θεσσαλικού κάμπου. Η γενικευμένη για την Ελλάδα ζήτηση νερού στις πεδινές και παραλιακές ζώνες, έχει οδηγήσει σε υπερεκμετάλλευση των τοπικών υδατικών πόρων και δημιουργία αρνητικού ισοζυγίου με σοβαρές συνέπειες όπως πτώση στάθμης υπόγειων νερών, διείσδυση της

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 3 θάλασσας και υφαλμύρωση, καθιζήσεις και άλλες αρνητικές επιπτώσεις. Αναφέρουμε ενδεικτικά μερικές από τις πολλές περιοχές που έχουν υποστεί κάποιες από τις αρνητικές συνέπειες των υπεραντλήσεων: Αργολικό και Θριάσιο πεδίο, τμήματα του Θεσσαλικού κάμπου, Βιομηχανική ζώνη Θεσσαλονίκης, πεδιάδα Ξάνθης-Κομοτηνής, Νότιο Πεδίο Πτολεμαΐδας, ο κάμπος Νάξου και όλες σχεδόν οι παραθαλάσσιες μικρές πεδιάδες των νησιών, ο κάμπος της Μεσσαράς στο Ηράκλειο και πολλές άλλες. Η κατάσταση αυτή, καθώς και η συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση νερού, επιβάλλει την ανάγκη για διερεύνηση, εντοπισμό, μελέτη, αξιοποίηση και προστασία των πλούσιων ορεινών υδροφόρων, καρστικών και μη, οι οποίοι είναι ενίοτε ιδιαίτερα αξιόλογοι και με ευνοϊκές συνθήκες εκμετάλλευσης. Πολλοί από τους ορεινούς αυτούς υδροφόρους ορίζοντες είναι εγκλωβισμένοι μεταξύ στεγανών πετρωμάτων, τροφοδοτούνται πλουσιότατα λόγω υψηλών βροχοπτώσεων-χιονοπτώσεων και αποτελούν λίαν αξιόλογους και υψηλής αξίας υπόγειους ταμιευτήρες. Τα νερά τους είναι άριστης συνήθως ποιότητας και υπερχειλίζουν ενίοτε μέσω πηγών με υψηλές παροχές κατά την υγρή περίοδο με συνέπεια το δυναμικό τους να παραμένει ανεκμετάλλευτο. Αυτού του είδους οι υδροφόροι μπορούν να έχουν, υπό ορισμένες συνθήκες, πολλαπλή χρήση, διότι παρέχουν τη δυνατότητα μεταφοράς του νερού με βαρύτητα, λόγω υψομέτρου, προς τις χαμηλότερες περιοχές υψηλής ζήτησης νερού. Βρίσκονται δε σε περιοχές όπου διευκολύνεται η κατασκευή μικρών έως μεγάλων υδροηλεκτρικών σταθμών. Το τελευταίο τούτο αποκτά ιδιαίτερη αξία λόγω της πρόσφατης απόφασης απελευθέρωσης της αγοράς ενέργειας. Πολλοί απ αυτούς τους υδροφόρους των ορεινών ζωνών παρέχουν τη δυνατότητα αναρρύθμισής των και επομένως βελτιστοποίησης της ταμιευτικής ικανότητάς των, με σειρά παρεμβάσεων στην κατεύθυνση της αειφορικής διαχείρισης του διαθέσιμου υδατικού δυναμικού. Στην κατεύθυνση της βελτιστοποίησης της ταμιευτικής ικανότητας μπορεί ενίοτε να λειτουργήσουν σε συνδυασμό αναρρύθμιση και τεχνητός εμπλουτισμός. Αυτό μπορεί άριστα να εφαρμοσθεί στις περιπτώσεις κατά τις οποίες ένας υδροφόρος που εκτονώ-

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 4 νεται με πηγές υπερχείλισης είναι κατάλληλος και διαθέσιμος για υπερεκμετάλλευση με υπεραντλήσεις κατά την περίοδο της υψηλής ζήτησης, έτσι που οι ποσότητες των υπόγειων νερών που θα αφαιρούνται να είναι αρκετά ή και πολύ μεγαλύτερες από τις μέσες υπερετήσιες ανανεώσιμες ποσότητες που τροφοδοτούν τον υπόγειο ταμιευτήρα. Το έλλειμμα που θα προκύψει στην περίπτωση αυτή, θα μπορεί να καλύπτεται με τεχνητό εμπλουτισμό χρησιμοποιώντας την περίσσεια πηγαίων νερών που συχνά υπάρχουν σε γειτονική ζώνη και κατά τους μήνες της χαμηλής ζήτησης δεν χρησιμοποιούνται και απορρέουν ανεκμετάλλευτα. Επί του θέματος αυτού δίδονται χαρακτηριστικά παραδείγματα από την ορεινή και ημιορεινή Κορινθία, με αναφορά στις υδρογεωλογικές συνθήκες και τις δυνατότητες αξιοποίησης του πλούσιου υδατικού δυναμικού με έργα αναρρύθμισης των υδροφορέων του ασβεστολιθικού όγκου της Κυλλήνης (Ζήριας), των κροκαλοπαγών-ψαμμιτών του Μαύρου Όρους (Μαυρηνόρας) και άλλων μικρότερων υδρογεωλογικών ενοτήτων, ιδιαίτερου ενδιαφέροντος, που παρέχουν ταυτόχρονα τη δυνατότητα αναρρύθμισης αλλά και εφαρμογής σ αυτούς τεχνητού εμπλουτισμού με διοχέτευση μη αξιοποιούμενου νερού γειτονικών πηγών. 2. ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΥΔΡΟΦΟΡΕΩΝ ΚΥΛΛΗΝΗΣ 2.1. Υδρογεωλογικό μοντέλο Οι στρωματογραφικές, τεκτονικές και γεωμορφολογικές συνθήκες, σε συνδυασμό με την έντονη καρστική διεργασία και τη γεωλογική εξέλιξη της περιοχής, έχουν οδηγήσει στη διαμόρφωση του υδρογεωλογικού μοντέλου και των υδρογεωλογικών ενοτήτων που περιγράφονται συνοπτικά παρακάτω. Τα γενικά στρωματοτεκτονικά και μορφολογικά δεδομένα της περιοχής, που αποτελούν τους καθοριστικούς παράγοντες στη διαμόρφωση του υδρογεωλογικού της μοντέλου, είναι τα ακόλουθα: Η ορεινή μάζα της Κυλλήνης αποτελεί μεγάλη μορφολογική μονάδα που αναπτύσσεται από το υψόμετρο των 600 m. και άνω (κορυφή 2.374 m) και έχει περίπου κυκλική διατομή και ψευδοκωνική μορφή. Στα δυτικά της αναπτύσσεται το οροπέδιο του Φενεού και στα νοτιοανατολικά το τεκτονικό βύθισμα Στυμφαλίας-Καισαρίου.

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 5 Ο ορεινός αυτός όγκος, στο σύνολό του σχεδόν, αποτελείται από ανθρακικά πετρώματα της ζώνης της Τρίπολης και του επ αυτής καλύμματος της ζώνης Ωλονού, τα οποία προς τα βόρεια και ανατολικά βυθίζονται κάτω από μεγάλου πάχους πλειστοκαινικά κροκαλοπαγή, κατά θέσεις δε καλύπτονται από χερσαίες τεταρτογενείς αποθέσεις μικρού γενικά πάχους. Από τα δυτικά και τα νοτιοανατολικά έρχονται σε επαφή με τα μικρής περατότητας έως στεγανά υλικά πλήρωσης των λεκανών Φενεού και Στυμφαλίας. Υπόβαθρο όλης αυτής της ορεινής ανθρακικής μάζας αποτελούν τα στρώματα Τυρού και η σειρά φυλλιτών - χαλαζιτών, που στο σύνολό τους παίζουν ρόλο υδροστεγανού υποβάθρου και κατά θέσεις πλευρικού στεγανού ορίου, όπως συμβαίνει από τα νότια και δυτικά. Η μεγάλης επιφανειακής εξάπλωσης σειρά των φυλλιτών - χαλαζιτών της περιοχής Καστανιάς - Δροσοπηγής (νότιο όριο) επεκτείνεται υπεδαφικά προς τα ανατολικά, όπως έχει δείξει γεωφυσική έρευνα, μέχρι τα Κιόνια (ΖΕΡΒΟΓΙΑΝΝΗΣ, 1991). Η επέκταση αυτή του στεγανού υποβάθρου οριοθετεί ουσιαστικά προς τα νότια τους υδροφορείς της Κυλλήνης και λόγω της κλίσης του προς τα ανατολικά, κατευθύνει τη ροή των υπόγειων νερών προς το μέτωπο Κιόνια - Καλιάνοι, στη χαμηλότερη ζώνη του οποίου αναβλύζουν οι πηγές του μετώπου Στυμφαλίας και βορειότερα η πηγή Κεφαλαρίου (ανατολικά του ομώνυμου χωριού). Το στεγανό μεταμορφωμένο φυλλιτικό υπόβαθρο εμφανίζεται και στις βορειοανατολικές παρυφές της Κυλλήνης στην κοίτη του Τρικαλίτικου, 3 km νότια των Τρικάλων Κορινθίας, σε μικρή επιφανειακή έκταση και σε υψόμετρο μεταξύ 700 και 1.000 m. Στην επαφή του στεγανού υποβάθρου στην περιοχή αυτή με τα υπερκείμενα ανθρακικά πετρώματα της ζώνης της Τρίπολης αναβλύζουν οι πηγές του μετώπου της Αγ. Βαρβάρας. Η ανύψωση του στεγανού υποβάθρου στην περιοχή αυτή της βορειοανατολικής Κυλλήνης αποτελεί μια ουσιαστική ένδειξη η οποία σε συνδυασμό με τη μεγάλη εξάπλωση της πρακτικά στεγανής σειράς των νεογενών ιζημάτων που υπόκεινται των κροκαλοπαγών και την πολύ υψηλή στάθμη υπόγειων νερών στα ανθρακικά πετρώματα (περί

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 6 τα 600 m υψόμετρο), οδηγούν στο συμπέρασμα ότι, υπόγεια νερά της ορεινής μάζας δεν βρίσκουν διέξοδο προς τα βόρεια, δηλαδή προς τη θάλασσα του Κορινθιακού κόλπου. Εν τούτοις μένει ανοικτό το θέμα της προέλευσης των νερών των υποθαλάσσιων πηγών στο Μελίσσι του Δήμου Ξυλοκάστρου. Το πρακτικά στεγανό τεκτονοϊζηματογενές σύμπλεγμα (κυρίως υλικά φλύσχη και ογκόλιθοι μεγάλης ποικιλίας πετρωμάτων) που παρεμβάλλεται μεταξύ των ασβεστολίθων των δύο τεκτονικών ενοτήτων στη ζώνη επώθησης, εμφανίζεται στην επιφάνεια της ορεινής μάζας σε μια κύρια, μικρού πλάτους, ζώνη και σε λίγες άλλες μικρής έκτασης εμφανίσεις. Η εξάπλωσή του δεν είναι συνεχής, ώστε να διαχωρίζουν υδραυλικά απόλυτα τις δύο ανθρακικές ενότητες, δηλαδή της σειράς της Τρίπολης από την υπερκείμενη του τεκτονικού καλύμματος Ωλονού-Πίνδου. Υπό τις ως άνω γενικές υδρογεωλογικές και γεωμορφολογικές συνθήκες αναμένεται ότι οι μεγάλοι καρστικοί υδροφόροι της ορεινής μάζας της Κυλλήνης εκτονώνονται προς τα νοτιοανατολικά δια των πηγών του μετώπου Στυμφαλίας και της πηγής Κεφαλαρίου κυρίως και ένας μικρός όγκος διακινείται μέσω βαθύτερου καρστ προς την ίδια κατεύθυνση, πιθανόν και βόρεια προς τον Κορινθιακό, στο Μελίσσι, έξω από την υδρολογική λεκάνη της Στυμφαλίας. Μικρής έκτασης ανθρακική μάζα του καλύμματος στα βόρεια του ορεινού όγκου εκτονώνει την υπόγεια υδροφορία της από τις πηγές Αγ. Βαρβάρας Τρικάλων. 2.2. Υδρογεωλογικές ενότητες Το σύνολο των υδρογεωλογικών ενοτήτων ταξινομείται σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: (α) των ασβεστολίθων του τεκτονικού καλύμματος της ζώνης Ωλονού, (β) των ανθρακικών πετρωμάτων της ζώνης της Τρίπολης και (γ) των κοκκωδών αποθέσεων του Νεογενούς και του Τεταρτογενούς. Ενότητες ασβεστολίθων καλύμματος Στους πλακώδεις πτυχωμένους ασβεστόλιθους του καλύμματος αναπτύσσονται πολλές ανεξάρτητες μεταξύ τους υδρογεωλογικές ενότητες, που κάποιες αποστραγγίζονται προς τους υποκείμενους ασβεστολίθους της ζώνης Τρίπολης και άλλες εκφορτίζονται από μικρές πηγές στην επαφή τους με το τεκτονοϊζηματογενές σύμπλεγμα. Μεγαλύτερες από

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 7 αυτές είναι οι πηγές Μπουζίου, Καστανιάς και Μοσιά. Οι κυριότερες από τις υδρολογικές αυτές ενότητες είναι της Νότιας Κυλλήνης που αποτελεί τη μεγαλύτερη σε έκταση ασβεστολιθική εμφάνιση, των Δύο Βουνών που αποτελεί το ανατολικότερο τμήμα της ορεινής μάζας και της Βόρειας Κυλλήνης (Γυμνό) στο νότιο τμήμα της οποίας το πάχος των πλακωδών ασβεστολίθων είναι μικρό, δημιουργείται ένα καρστικό οροπέδιο με κακή αποχέτευση, με τοπικά κλειστές λεκάνες που αποχετεύονται δια μέσου καταβοθρών. Εξ αυτών η καταβόθρα Μεγαγιάννη επικοινωνεί με τις πηγές Στυμφαλίας όπως έχει διαπιστωθεί με ιχνηθετήσεις (MORFIS - ZOJER, 1986). Ενότητες ασβεστολίθων ζώνης Τρίπολης Διαμορφώνονται δύο κύριες υδρογεωλογικές ενότητες: Μία μεγάλη που καταλαμβάνει το μεγάλο όγκο της Κυλλήνης και εκτονώνεται από τις πηγές της Στυμφαλίας και την πηγή Κεφαλαρίου (που αποκαλούμε μεγάλη καρστική ενότητα Κυλλήνης) και μία πολύ μικρότερη στο νότιο τμήμα, που χωρίζεται υδραυλικά από την προηγούμενη με τα στεγανά πετρώματα του μεταμορφωμένου υποβάθρου της ζώνης Καστανιάς - Δροσοπηγής - Κιονίων η οποία συνδέεται με τις μικρότερες πηγές Βελατσούρι (αρχαία Στύμφαλος) και Φόρτσα παρά τις δυτικές ακτές της λίμνης, που λειτουργούν ως εσταβέλες. Η μεγάλη καρστική υδρογεωλογική ενότητα της Κυλλήνης καταλαμβάνει σχεδόν το σύνολο του ορεινού όγκου. Κατά το βόρειο ήμισυ τα ανθρακικά πετρώματα της ζ. Τρίπολης εξαπλώνονται στην επιφάνεια μέχρι την υψηλότερη ορεινή περιοχή. Νότια της λωρίδας του τεκτονοϊζηματογενούς συμπλέγματος που διασχίζει την ορεινή μάζα, στο μέσον της περίπου, με διεύθυνση Α-Δ, οι ασβεστόλιθοι της ζώνης της Τρίπολης καλύπτονται από τους επωθημένους ασβεστολίθους της ζ. Ωλονού και επανεμφανίζονται στην επιφάνεια στην περιοχή Στυμφαλία - Κιόνια. Με βάση τα διατιθέμενα στοιχεία (ΖΕΡΒΟΓΙΑΝΝΗΣ, 1991) προκύπτει το συμπέρασμα ότι, τα υπόγεια νερά της πλούσιας σε τροφοδοσία και μεγάλης αυτής καρστικής υδρογεωλογικής ενότητας ρέουν προς τα ανατολικά - νοτιοανατολικά και κατά ένα μεγάλο ποσοστό τους αναβλύζουν από τις πηγές του μετώπου Στυμφαλίας-Κεφαλαρίου, όταν η ροή μέσα στον καρστικό υδροφόρο και τον εφαπτόμενο υδροφόρο των κροκαλοπαγών της περιοχής Κιονίων - Καλλιάνων, ανακοπεί από τα στεγανά ή μικρής περατότητας ιζή-

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 8 ματα του βυθίσματος Στυμφαλίας - Κεφαλαρίου. Στο μεγάλο αυτόν καρστικό υδροφόρο και στον εφαπτόμενο και τροφοδοτούμενο πλευρικά απ αυτόν υδροφόρο των κροκαλοπαγών της περιοχής Κιονίων - Καλλιάνων έχουν ανορυχθεί πολύ λίγες γεωτρήσεις και η πλήρης αναρρύθμισή του παρουσιάζει μέγιστο ενδιαφέρον. 2.3. Υδατικό δυναμικό - υφιστάμενο καθεστώς αξιοποίησης Ο μεγάλος υδροφορέας της Κυλλήνης, ο οποίος περιλαμβάνει τον καρστικό υδροφόρο που αναπτύσσεται στα ανθρακικά πετρώματα της ζ. Τρίπολης και τροφοδοτείται επίσης από τις υδροφορίες που αναπτύσσονται στο κάλυμμα της ζ. Ωλονού, καθώς και από τα κροκαλοπαγή, έχει συνολική επιφανειακή εξάπλωση 125 Km 2, εκ των οποίων 90 Km 2 ανθρακικά πετρώματα των ζωνών Τρίπολης και Ωλονού, 22 Km 2 κροκαλοπαγή και 13 Km 2 υλικά της τεκτονοϊζηματογενούς σειράς και προϊόντα αποσάθρωσης. Ο υδροφόρος αυτός τροφοδοτείται πλούσια από κατεισδύσεις και εκτονώνεται από τις προαναφερθείσες πηγές. Το υπερετήσιο ισοζύγιό του έχει εκτιμηθεί στα πλαίσια της Μελέτης αναρρύθμισης των πηγών Στυμφαλίας (ΖΕΡΒΟΓΙΑΝΝΗΣ, Γ., 1991) ως εξής: ατμοσφ. κατακρημνίσματα = Εξατμιση διαπνοή + Επιφ.απορροή + Κατείσδυση 171,4 Χ 10 6 m 3 = 101,8 X 10 6 m 3 + 10,8 X 10 6 m 3 + 60,18 X 10 6 m 3 (100%) (59%) (5,9%) (35,1%) και το ισοζύγιο των υπόγειων νερών: Κατείσδυση (Κ) = Εκροές πηγών (Q) + Απολήψεις (Α) + Υπόγειες εκροές (ΥΕ) 60,18Χ10 6 m 3 = 50,2Χ10 6 m 3 + 0,7Χ10 6 m 3 + 9,18Χ10 6 m 3 Τα 50,2Χ10 6 m 3 πηγαίων απορροών αφορούν στις πηγές του μετώπου Στυμφαλίας στα Κιόνια με μέσες ετήσιες ποσότητες 32Χ10 6 m 3, την πηγή Κεφαλαρίου με 4,7Χ10 6 m 3, που μαζί με τις μεταξύ αυτών αναβλύσεις φθάνουν τα 41,5Χ10 6 m 3 και αποτελούν το 69% των μέσων ετήσιων ανανεώσιμων αποθεμάτων. Το 11% εκφορτίζεται από τις πηγές Αγ. Βαρβάρας με 6,6Χ10 6 m 3 και το 3,5% δηλαδή περί τα 2Χ10 6 m 3 από τις μικρές πηγές του τεκτονικού καλύμματος (Μπουζίου, Καστανιάς, Μοσιάς κ.ά. μικρότερες). Το υπόλοιπο των ετήσιων ανανεώσεων, που αντιστοιχεί στο 16,5% του συνόλου (ΖΕΡ- ΒΟΓΙΑΝΝΗΣ, 1991), εκρέει εκτός της κύριας υδρογεωλογικής ενότητας της Κυλλήνης

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 9 κυρίως από το βαθύτερο καρστ. Ιχνηθετήσεις του 1984 έχουν διαπιστώσει σύνδεση των καταβοθρών Σκαφιδιά της δυτικής Κυλλήνης με τις πηγές Δούκα Βρύση που βρίσκονται 23,7 Km ΝΑ (GOSPODARIČ-LEIBUNDGUT, Πρακτικά 5 ου Inter.Sym.Undrg.Water Tracer, Athens, 1986). Τα νερά όλων των πηγών, πλην αυτών της Αγ. Βαρβάρας και Μοσιάς, συγκεντρώνονται στην περιοχή της Στυμφαλίας σε περιφερειακή τάφρο που περιβάλλει από τα βόρεια-βορειοδυτικά τη λίμνη. Τα νερά δια της τάφρου αυτής οδηγούνται στο στόμιο της σήραγγας Σούρι και δια μέσου αυτής και της ακολουθούσας προς τα ανατολικά σήραγγας Πράθι (αμφότερες οι σήραγγες ρωμαϊκής περιόδου) απορρέουν με καταρράκτη (παρά τον οικισμό Αϊδόνια) στη λεκάνη του π.ασωπού. Μικρό ποσοστό των πηγαίων νερών καταλήγει στη λίμνη και επίσης μικρό ποσοστό χρησιμοποιείται τοπικά για αρδεύσεις. Στην έξοδο του ποταμού Ασωπού από την ορεινή ζώνη έχει κατασκευαστεί μικρού ύψους φράγμα εκτροπής και δι αυτού και δικτύου συνδεδεμένων περιφερειακών τάφρων, μέρος των νερών διατίθεται για χειμερινές κυρίως αρδεύσεις της πεδινής ζώνης μεταξύ Κορίνθου και Κιάτου. Τους θερινούς μήνες ελάχιστες ποσότητες είναι διαθέσιμες για αξιοποίηση, ενώ οι μεγάλες πλημμυρικές απορροές καταλήγουν ανεκμετάλλευτες στη θάλασσα. 2.4. Πρόταση αλλαγής καθεστώτος εκμετάλλευσης Μαζί με την ως άνω διαπίστωση της ύπαρξης μεγάλων ποσοτήτων ανεκμετάλλευτων μη αξιοποιούμενων υπόγειων και πηγαίων νερών πρέπει να επισημανθεί η μεγάλη έλλειψη υδατικών πόρων τόσο για την ύδρευση της Κορίνθου, του Κιάτου και των υπόλοιπων οικιστικών ζωνών της παραλιακής ζώνης, όσο και για άρδευση της παραλιακής πεδιάδας και των εκτεταμένων αμπελώνων της λοφώδους βόρειας Κορινθίας. Η έλλειψη νερού είναι ακόμη μεγαλύτερη στην ανατολική Κορινθία, λόγω υφαλμύρωσης των υπόγειων νερών και αδυναμίας ταμίευσης των επιφανειακών απορροών (Ι.ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ, 1999). Η έλλειψη διαθέσιμου νερού στις περιοχές ζήτησης και η συνεχής αύξησή της, έχει οδηγήσει σε μη επιτρεπτές καταστάσεις, όπως, παράνομη εμπορία νερού, δικαστικές διαμάχες μεταξύ των μεγάλων οικιστικών κέντρων και της ορεινής Κορινθίας στην προσπάθειά τους να ικανοποιήσουν τις υδατικές ανάγκες τους, διάνοιξη πολυάριθμων ανεπι-

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 10 τυχών γεωτρήσεων σε θέσεις απολύτως ακατάλληλες από υδρογεωλογική άποψη, χρησιμοποίηση νερού ποιοτικά υποβαθμισμένου, υπεραντλήσεις και διείσδυση της θάλασσας στους παραλιακούς υπόγειους υδροφόρους, κ.ά. Υπ αυτές τις συνθήκες είναι επιβεβλημένη η αλλαγή του καθεστώτος αξιοποίησης του μεγάλου καρστικού υδροφορέα της Κυλλήνης, έτσι ώστε να αυξηθούν οι εκμεταλλεύσιμοι υδατικοί πόροι και να υπάρξει καλύτερη διαχείριση, με στόχο να καλύπτεται η ζήτηση σε νερό σήμερα και στο μέλλον στη βόρεια και ανατολική Κορινθία. Προς τούτο επιβάλλεται η αναρρύθμιση του μεγάλου αυτού καρστικού υδροφορέα που τροφοδοτεί τις πηγές του μετώπου Στυμφαλίας - Κεφαλαρίου, όπως έχει προταθεί από παλαιότερα (Γ.ΖΕΡΒΟΓΙΑΝΝΗΣ, 1991, Ι.ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ, 1994), αλλά δεν έχει υλοποιηθεί, λόγω κυρίως άρνησης των τοπικών φορέων για την κάλυψη των υδατικών αναγκών ευρύτερων ζωνών του νομού τους όπου υπάρχει μεγάλη ζήτηση, αλλά ανεπάρκεια νερού. Σε μελέτη (ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ, 1994) με τίτλο «Συνδυασμένη εκμετάλλευση υδατικών πόρων λεκάνης Στυμφαλίας - ορεινού όγκου Κυλλήνης και άνω ρου Ασωπού Κορινθίας», η οποία αποτέλεσε τη βάση πρότασης Κοινοπραξίας μεγάλων Τεχνικών Εταιρειών προς την Ε.ΥΔ.Α.Π. για το έργο που είχε προκηρύξει με σκοπό την προμήθεια νερού προς ενίσχυση των υδραγωγείων της, περιγράφονται μεταξύ των άλλων αναλυτικά τα απαιτούμενα έργα αναρρύθμισης του μεγάλου καρστικού υδροφόρου και συμπερασματικά επισημαίνονται τα εξής: Οι προτεινόμενες συνολικές μέγιστες αντλήσεις (55-56x10 6 m 3 ετησίως) για αναρρύθμιση του μεγάλου καρστικού υδροφορέα της Κυλλήνης δεν ξεπερνούν τα ετήσια ανανεούμενα αποθέματα των 60x10 6 m 3, επομένως η όποια πτώση της υδροστατικής στάθμης θα αποκαθίσταται σε υπερετήσια κλίμακα. Τα προταθέντα υδρομαστευτικά έργα με γεωτρήσεις, φρέατα και τάφρους θα κατασκευάζονταν στο μέτωπο Στυμφαλίας-Καλιάνων. Η πιθανή απόληψη στο μέλλον ποσοτήτων υπόγειων νερών από τον ορεινό όγκο της Κυλλήνης, πολύ μεγαλύτερων από τις προαναφερθείσες, που θα οδηγήσουν σε αντλήσεις μόνιμων αποθεμάτων, όταν κατά περιόδους έκτακτης λειψυδρίας αυτό θα

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 11 είναι αναγκαίο για την περαιτέρω ενίσχυση της ύδρευσης της Πρωτεύουσας, δεν θα συνεπάγεται κανένα κίνδυνο από πιθανή διείσδυση της θάλασσας λόγω μεγαλύτερων πτώσεων της υδροστατικής στάθμης. Αυτό είναι απολύτως βέβαιον διότι πέραν του γεγονότος ότι η υδροστατική στάθμη των υπόγειων νερών της Κυλλήνης βρίσκεται σήμερα πάνω από το υψόμετρο των 610m υ.ε.θ., η ορεινή μάζα είναι αποκομμένη υδραυλικά από τη θάλασσα, λόγω παρεμβολής υδροστεγανών πετρωμάτων. Στα πολύ ενδιαφέροντα χαρακτηριστικά της Κυλλήνης πρέπει να περιληφθεί ο αξιόλογος πλούτος των μόνιμων αποθεμάτων των υπόγειων νερών της. Το πάχος του πλούσιου μεγάλου καρστικού υδροφόρου της είναι πολύ μεγάλο. Σε καμιά από τις 16 γεωτρήσεις βάθους μέχρι 200m που έχουν γίνει μεταξύ Κεφαλαρίου και Δροσοπηγής δεν έχει συναντηθεί το στεγανό υπόβαθρό της. Επίσης, η γεωφυσική έρευνα που έγινε στην ίδια ζώνη, για βάθος διασκοπήσεων 250-300m, έδωσε την πληροφορία ότι μέχρι το βάθος αυτό δεν συναντάται το υδροστεγανό μεταμορφωμένο υπόβαθρο (ΖΕΡΒΟΓΙΑΝΝΗΣ, 1991). Τα μόνιμα αποθέματα επομένως πρέπει να ξεπερνούν τα 1.000x10 6 m 3. Αποτελούν κατά συνέπεια μια λίαν αξιόλογη υπόγεια «αποθήκη» νερού, προστατευμένου και διαθέσιμου σε έκτακτες ανάγκες. Επειδή οι ποσότητες των υπόγειων αυτών νερών αποτελούν μέρος του υπεδάφους, δεν διατρέχουν κινδύνους από καταστροφές λόγω σεισμών, πλημμυρών, κατολισθήσεων ή άλλων φυσικών καταστροφικών φαινομένων, από τα οποία κινδυνεύουν τα επιφανειακά έργα όπως π.χ. τα φράγματα και τεχνητές λίμνες. Επίσης είναι προστατευμένα από μολύνσεις και ρυπάνσεις που προέρχονται από ανθρωπογενείς δραστηριότητες και χρήσεις γης, πολύ περισσότερο σε σύγκριση με τα επιφανειακά νερά. Τέλος δεν διατρέχουν κινδύνους από τυχαία ατυχήματα, απρόβλεπτα γεγονότα, σαμποτάζ ή πολεμικές πράξεις (π.χ. απόρριψη τοξικών ουσιών, ανατροπή βυτιοφόρων που μεταφέρουν ουσίες με υψηλά ρυπαντικά φορτία, πτώση αεροπλάνου, βομβαρδισμός κ.τ.λ.). Με τα παραπάνω γίνεται φανερό ότι η πρόταση για τη συνδυασμένη αξιοποίηση υπόγειων και επιφανειακών νερών, περισσότερων υδρολογικών και υδρογεωλογικών ενοτήτων, πέραν του γεγονότος ότι εξασφαλίζει νερό για την κρίσιμη τριετία 1994-

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 12 97, αναρρυθμίζοντας το όλο σύστημα, συγκρατώντας και αξιοποιώντας τεράστιες ποσότητες νερών που χάνονται ανεκμετάλλευτες στη θάλασσα, έχει το πρόσθετο και κρίσιμο πλεονέκτημα της σύνδεσης του δικτύου της Ε.ΥΔ.Α.Π. με περιοχή που διαθέτει πλούσια και μόνιμα αποθέματα, εξασφαλισμένα έναντι κινδύνων και διαθέσιμα για κάλυψη εκτάκτων αναγκών. Τελειώνοντας επισημαίνεται ότι η ποιότητα των νερών της περιοχής, τόσο των επιφανειακών από τις απορροές των βουνών, όσο και των υπογείων, είναι εξαιρετική και από την άποψη αυτή έρχεται να συμβάλλει στην καλυτέρευση της ποιότητας των νερών που διαθέτει η Ε.ΥΔ.Α.Π. Η ως άνω πρόταση αξιολογήθηκε σαν η πλέον ενδεδειγμένη από την Ε.ΥΔ.Α.Π. Δεν υλοποιήθηκε όμως μέχρι σήμερα, επειδή ακολούθησαν πλούσιες βροχοπτώσεις και γέμισαν οι ταμιευτήρες υδροδότησης της Πρωτεύουσας. Η αναρρύθμιση των απορροών του ποταμού Ασωπού με κατασκευή φράγματος που μελετάται τα δύο τελευταία χρόνια, περιλαμβάνει και τις εκροές των πηγών Στυμφαλίας, οι οποίες όπως προαναφέρθηκε διοχετεύονται δια των σηράγγων Σούρι και Πράθι στη λεκάνη του. Το σχέδιο αυτό αποτελεί βελτιωμένη εκμετάλλευση του υδατικού δυναμικού της περιοχής σε σχέση με το υφιστάμενο καθεστώς, δεν παρεμβαίνει όμως αναρρυθμιστικά στον υδροφορέα της Κυλλήνης, τα νερά του οποίου από το υψόμετρο της πηγής Κονίων (610m) και χαμηλότερα παραμένουν ανεκμετάλλευτα. Επίσης η εφαρμογή του σχεδίου με φράγμα και ταμιευτήρα στον Ασωπό, εάν τελικά υλοποιηθεί, ακυρώνει τη δυνατότητα που υφίσταται, για την πλήρη αναρρύθμιση του μεγάλου υδροφορέα της Κυλλήνης στον οποίο οι συνθήκες είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές προς τούτο. Επισημαίνεται ότι ο μεγάλος υδροφόρος της Κυλλήνης επιδέχεται πέραν της αναρρύθμισης και παρεμβάσεις τεχνητού εμπλουτισμού, σε περίπτωση που αυτή υλοποιηθεί, με διάθεση των χειμερινών απορροών των υφιστάμενων ανάντη πηγών Καστανιάς, Κεφαλαρίου και Μπουζίου και έτσι βελτιστοποιείται η ταμιευτική ικανότητά του. Επίσης η βορειοανατολική υδρογεωλογική ενότητα της Κυλλήνης που εκφορτίζεται από τις πηγές Αγ. Βαρβάρας Τρικάλων, παρέχει τη δυνατότητα αξιοποίησης των χειμερινών εκροών των πηγών αυτών δια διοχέτευσης των πολύ καλής ποιότητας νερών

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 13 τους, στις γεωτρήσεις του Δήμου Ξυλοκάστρου που κατασκευάστηκαν πρόσφατα (2001) στην περιοχή κατάντη των πηγών. Οι γεωτρήσεις αυτές εκμεταλλεύονται την υδροφορία μικρών υδρογεωλογικών ενοτήτων κροκαλοπαγών, η φυσική τροφοδοσία των οποίων είναι πολύ περιορισμένη. Με την πραγματοποίηση τεχνητού εμπλουτισμού των κροκαλοπαγών θα δίδεται η δυνατότητα συνεχούς λειτουργίας των γεωτρήσεων αυτών, δεδομένου ότι θα υπάρχει πλούσια ανανέωση και βελτιστοποίηση της αποθηκευτικής ικανότητας των κροκαλοπαγών μέσω διαδικασίας αναρρύθμισης. Επισημαίνεται ότι οι μέσες ετήσιες απορροές των πηγών Αγ. Βαρβάρας που έχουν εκτιμηθεί σε 6,6 Χ 10 6 m 3 (Γ.ΖΕΡΒΟΓΙΑΝ- ΝΗΣ, 1991) πραγματοποιούνται τους χειμερινούς μήνες και μέσω του Τρικαλίτικου ποταμού (Σύθα), οδηγούνται αναξιοποίητες στη θάλασσα. Επειδή οι ποσότητες αυτές είναι μεγάλες, ένα τμήμα τους θα μπορούσε να διοχετευτεί με κλειστό αγωγό στην περιοχή Ξυλοκάστρου-Καμαρίου για τεχνητό εμπλουτισμό των εκεί υδροφόρων που βρίσκονται σε αρνητικό ισοζύγιο. 3. ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗ ΥΔΡΟΦΟΡΩΝ ΟΡΕΙΝΩΝ ΖΩΝΩΝ ΔΗΜΟΥ ΞΥΛΟΚΑΣΤΡΟΥ Ο Δήμος Ξυλοκάστρου αντιμετωπίζει διάφορα προβλήματα που συνδέονται με τους υδατικούς πόρους, την ανισοκατανομή προσφοράς και ζήτησης νερού στο χρόνο και στο χώρο, την ανορθολογική εκμετάλλευσή τους, την υπεράντληση στην παραλιακή πεδινή ζώνη, τη διείσδυση της θάλασσας, κ.ά. (Ξ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, 2000). Μεταξύ των άλλων, λόγω της αύξησης της ζήτησης, καθίσταται αναγκαία η αναζήτηση και αξιοποίηση «νέων» υδροφορέων σε ορεινές και λοφώδεις ζώνες, μακριά από τη θάλασσα, για κάλυψη των αναγκών. Η σχετική έρευνα μας οδηγεί σε συμπεράσματα που συνοψίζονται στις επόμενες παραγράφους. Η εσωτερική λοφώδης και ορεινή ζώνη του Δήμου Ξυλοκάστρου επεκτείνεται έως τη βόρεια ζώνη της μάζας της Κυλλήνης και τον βορειοανατολικό τομέα της υδρολογικής λεκάνης του Φενεού. Με εξαίρεση την ασβεστολιθική μάζα της Κυλλήνης και τη χαμηλή επιμήκη ασβεστολιθική επίσης ορεινή μάζα Παναγιά Κορυφής-Πισταδέικα, ολόκληρη η υπόλοιπη έκταση καταλαμβάνεται από νεογενείς αποθέσεις (ανώτερο Πλειόκαινο - κατώτερο Πλειστόκαινο), οι οποίες κατά ζώνες καλύπτονται από πλειστοκαινικές θαλάσσιες αναβαθμίδες και ολοκαινικές αποθέσεις στην παραλιακή λωρίδα (γεωλογικοί χάρτες

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 14 Ι.Γ.Μ.Ε., φύλλο Ξυλόκαστρο). Εντός της νεογενούς σειράς αναπτύσσονται κατά θέσεις μεγάλου πάχους στρώματα κροκαλοπαγών, όχι μόνο στην κορυφή και στη βάση της, αλλά κατά περιοχές και σε άλλες ενδιάμεσες στρωματογραφικές θέσεις, συχνά μαζί με ψαμμίτες, με μορφή μικρού, μέτριου ή μεγάλου πάχους ενστρώσεις μεταξύ μαργών και αργίλων. Υπ αυτές τις λιθοστρωματογραφικές και τεκτονικές συνθήκες, δημιουργούνται πολλές μικρές αλλά ενίοτε και μεγάλες υδρογεωλογικές αυτόνομες ενότητες με ενδιαφέρουσα έως αξιόλογη υπόγεια υδροφορία. Οι υδρογεωλογικές αυτές μονάδες εκφορτίζονται μέσω πηγών επαφής και ενίοτε υπερχείλισης, περιοδικής ή μόνιμης ροής, με ποικίλες παροχές που ξεπερνούν τα 200 ή 300 m 3 /h και ενίοτε φθάνουν έως και 1000 m 3 /h σε χρονιές πλούσιες σε βροχοπτώσεις. Λίγες από τις πηγές αυτές αξιοποιούνται για ύδρευση (π.χ. Ξυλόκαστρο, Δερβένι, Μάνα, Τρίκαλα, Παναρίτι). Τα νερά των υπολοίπων χρησιμοποιούνται για αρδεύσεις, αλλά κατά την περίοδο των πλούσιων παροχών απορρέουν ανεκμετάλλευτα και καταλήγουν στη θάλασσα. Τέτοιας μορφής αυτόνομες υδρογεωλογικές μονάδες όταν εκφορτίζονται από πηγές υπερχείλισης, επιδέχονται αναρρύθμιση και συχνά υπό καθεστώς αναρρύθμισης μπορούν να γίνουν αποδέκτες και των χειμερινών εκφορτίσεων από γειτονικές πηγές επαφής με εφαρμογή τεχνητού εμπλουτισμού. Ένα σχήμα που στηρίζεται σ αυτή την αρχή προτείναμε στο Δήμο Ξυλοκάστρου και η πρώτη φάση του έχει ήδη υλοποιηθεί στα νοτιοδυτικά όρια του δημοτικού διαμερίσματος Καρυών, όπου στρώματα κροκαλοπαγών και ψαμμιτών βυθίζονται με μεγάλες κλίσεις προς τα νότια, εγκλωβίζονται από στρώματα αργίλων και μαργών, τροφοδοτούνται από την επιφάνεια και εκφορτίζονται από πηγές υπερχείλισης στον παρακείμενο χείμαρρο. Την άνοιξη του 2001 κατασκευάστηκαν οι γεωτρήσεις αναρρύθμισης και χρησιμοποιήθηκαν αμέσως για την ενίσχυση της υδροδότησης της πόλης. Επίκειται η δεύτερη φάση, η οποία προβλέπει τα έργα μεταφοράς των νερών γειτονικών πηγών (που δεν χρησιμοποιούνται) για τον τεχνητό εμπλουτισμό, μέσω των ίδιων γεωτρήσεων, του υδροφορέα των κροκαλοπαγών.

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 15 Το σχήμα αυτό συνδυασμένης εφαρμογής αναρρύθμισης και τεχνητού εμπλουτισμού με στόχο την αύξηση των διαθέσιμων προς εκμετάλλευση υπόγειων νερών και βελτιστοποίηση της αποθηκευτικής ικανότητας των ορεινών υπόγειων ταμιευτήρων μπορεί να εφαρμοσθεί συστηματικά σε πολλές περιοχές της ορεινής Κορινθίας, αλλά και σε άλλες ορεινές ζώνες της Ελλάδας. Μεταξύ των πλέον αξιόλογων υδρογεωλογικών μονάδων αυτής της μορφής στην Κορινθία είναι του Μαύρου Όρους νοτιοδυτικά του Ξυλοκάστρου (Ξ. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, 2001), που εκφορτίζεται μέσω τριών μεγάλων πηγών υπερπλήρωσης και άλλων μικρότερων. Οι δύο αξιοποιούνται για υδροδότηση (μερική) του Ξυλοκάστρου και η άλλη απορρέει προς τα κατάντη για αρδεύσεις. Στη νοτιοδυτική απόληξη των κροκαλοπαγών της μονάδας αυτής έχει διανοιγεί γεώτρηση για τις υδρευτικές ανάγκες του Δερβενίου. Με σκοπό την καλύτερη αξιοποίηση του υφιστάμενου υπόγειου ταμιευτήρα των κροκαλοπαγών αυτών, επιβάλλεται η αναρρύθμισή του, που στην προκειμένη περίπτωση μπορεί να πραγματοποιηθεί με οριζόντιο έργο (στοά), δεδομένου ότι οι γεωλογικές και μορφολογικές συνθήκες το επιτρέπουν. Ένα τέτοιας μορφής έργο θα δώσει τη δυνατότητα αξιοποίησης πολύ μεγαλύτερων ποσοτήτων νερού απ ό,τι σήμερα, με φυσική ροή λόγω μεγάλου υψομέτρου. Μπορεί δε να επιτρέψει και τη λειτουργία μικρού υδροηλεκτρικού έργου. Ένας ακόμη σημαντικού ενδιαφέροντος υδροφορέας κροκαλοπαγών είναι ο αναπτυσσόμενος στην περιοχή Μάνας (Μάρκασι). Η εκτόνωσή του πραγματοποιείται από την ομώνυμη πηγή επαφής που αναβλύζει σε υψόμετρο 868 m. Η παροχή της συνήθως κυμαίνεται μεταξύ 200 και 400 m 3 /h. Τα νερά της χρησιμοποιούνται, κυρίως, για αρδεύσεις κατά την περίοδο Ιουνίου-Σεπτεμβρίου, ενώ όλο τον υπόλοιπο χρόνο απορρέουν δια του ποταμού Σύθα στη θάλασσα. Τα υψηλής ποιότητας αυτά νερά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τεχνητό εμπλουτισμό άλλων υδροφόρων της κατάντη περιοχής του Δήμου Ξυλοκάστρου, οι οποίοι λόγω υπερεκμετάλλευσης το έχουν ανάγκη. Ένας εξ αυτών, ιδιαίτερης αξίας, είναι ο καρστικός υδροφορέας Παναγιάς Κορφιώτισας, νότια του Καμαρίου, ο οποίος την τελευταία 10ετία υπεραντλείται και η υδροστατική στάθμη έχει πέσει περισσότερο από 20 m. Πέραν τούτου, ανάγκη τεχνητού εμπλουτισμού έχουν και οι παράκτιοι

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 16 αλλουβιακοί υδροφορείς, οι οποίοι έχουν αρχίσει να υφαλμυρώνονται. Λόγω μεγάλου υψομέτρου της πηγής είναι ερευνητέα και η δυνατότητα εγκατάστασης μικρού Υ/Η έργου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, από την έξοδο του οποίου με κλειστό αγωγό το πολύ καλής ποιότητας νερό μπορεί να διατεθεί κατευθείαν για τεχνητό εμπλουτισμό μέσα στις υφιστάμενες γεωτρήσεις και φρέατα της χαμηλής ζώνης. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. ΖΕΡΒΟΓΙΑΝΝΗΣ, Γ. (Γραφείο Μελετών με Τεχν.Σύμβουλο Ι.Κουμαντάκη), 1991: Οριστική υδρογεωλογική μελέτη αναρρύθμισης πηγών Στυμφαλίας. Υπουργείο Γεωργίας. 2. Ι.Γ.Μ.Ε. Γεωλογικοί χάρτες κλ. 1:50.000 φύλλα Ξυλόκαστρο, Δερβένι, Κόρινθος, Κανδήλα, Νεμέα. 3. ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ, Ι., 1994: Συνδυασμένη εκμετάλλευση υδατικών πόρων λεκάνης Στυμφαλίας - ορεινού όγκου Κυλλήνης - άνω ρου Ασωπού Κορινθίας. Πρόταση στα πλαίσια του έργου: Προμήθεια νερού προς ενίσχυση των υδραγωγείων της ΕΥΔΑΠ, που υποβλήθηκε από την Κοινοπραξία ΗΡΑΚΛΗΣ ΑΤΕΜΚΕ Α.Τ.Ε. - ΑΤΤΙΚΑΤ Α.Τ.Ε. - ΑΛΤΕ Α.Τ.Ε. 4. ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ, Ι., 1994: Συνδυασμένη εκμετάλλευση υδατικών πόρων λεκάνης Στυμφαλίας - ορεινού όγκου Κυλλήνης - άνω ρου Ασωπού Κορινθίας. Παρέμβαση στην Ημερίδα Το Υδατικό Πρόβλημα της Αθήνας, 1994, Τομέας Υδατικών Πόρων, Ε.Μ.Π. 5. ΚΟΥΜΑΝΤΑΚΗΣ, Ι., 1999: Ερευνητικά προγράμματα με τίτλο Υδρογεωλογική μελέτη τεχνητού εμπλουτισμού υδροφορέων παραλιακής και λοφώδους βόρειας Κορινθίας, Υπ. Γεωργίας. 6. MORFIS, A. - H.ZOJER, 1986: Karst Hydrogeology of the Central and Eastern Peloponnese. Πρακτικά 5 th Inern. Symp. on Underground Water Tracing, Athens, 1986. 7. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, Ξ. (Γραφείο Μελετών με Τεχνικό Σύμβουλο Ι. Κουμαντάκη), 2000: Προκαταρκτική μελέτη προβλημάτων υπόγειας υδροφορίας του Δήμου Ξυλοκάστρου, ΔΕΥΑ Ξυλοκάστρου.

ΜΑΡΤΙΟΣ-ΑΠΡΙΛΙΟΣ 2004 ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ 17 8. ΣΤΑΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, Ξ. (Γραφείο Μελετών με Τεχνικό Σύμβουλο Ι. Κουμαντάκη), 2001: Υδρογεωλογική έρευνα Μαύρου Όρους Δήμου Ξυλοκάστρου, ΔΕΥΑ Ξυλοκάστρου.