ΕΡΓΑΣΙΑ ΑΠΟ ΕΑΠ: ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΕΠΟ 33 (3η ΕΡΓΑΣΙΑ 2004-2005) (Οι λόγοι που οδήγησαν στην ανάδειξη της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης) ΘΕΜΑ: Η αδράνεια που χαρακτήρισε την Ευρωπαϊκή Κοινότητα τις πρώτες δεκαετίες της εµφανίστηκε να υποχωρεί από τα µέσα της δεκαετίας του 1980. Αναλύστε τους λόγους και τις εξελίξεις που σηµατοδότησαν αυτή την ανανέωση του ενδιαφέροντος για την ενοποιητική διαδικασία, κάνοντας παράλληλη αναφορά στον τρόπο που αυτές οι εξελίξεις αποτυπώνονται στις διαδοχικές αναθεωρήσεις των ιδρυτικών συνθηκών. ΥΠΟ ΕΙΓΜΑΤΙΚΗ ΛΥΣΗ Οι λόγοι που πυροδότησαν τις εξελίξεις για την ανανέωση του ενδιαφέροντος για την ενοποιητική διαδικασία στην Ευρώπη κατά τις αρχές του 1980, µπορούν να χωριστούν σε εξωτερικούς και εσωτερικούς: Εξωτερικοί λόγοι Πριν όµως φτάσουµε στα µέσα της δεκαετίας του 80 θα πρέπει να αναφέρουµε τις οικονοµικές και πολιτικές προκλήσεις της δεκαετίας του 70 και οι οποίες λειτούργησαν σαν καταλύτης για να απελευθερώσουν τις ευρωπαϊκές δυνάµεις και πρακτικές που θα απαγκίστρωναν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα από την αδράνειά της. Οι λόγοι από τον εξωτερικό, πολιτικό και οικονοµικό χώρο είναι οι εξής: Οι πετρελαϊκές κρίσεις του 73 και του 79. Οι περισσότερες κυβερνήσεις προσπαθούσαν να αντεπεξέλθουν στα εσωτερικά προβλήµατα που τους δηµιουργούσαν οι οικονοµικές δυσχέρειες της εποχής. Έµοιαζε να λείπει µια κοινή ευρωπαϊκή προοπτική αντιµετώπισης των δυσχερειών. Κατάσταση παρατεταµένης κρίσης που έγινε γνωστή ως στασιµοπληθωρισµός. Ο στασιµοπληθωρισµός σηµαίνει ύφεση (εκτεταµένη ανεργία) και πληθωρισµός (υψηλός ρυθµός αύξησης των τιµών) ταυτόχρονα. Τα δύο αυτά οικονοµικά φαινόµενα θεωρούνται αντίστροφα ή κατά µια έννοια αλληλοαποκλειόµενα, γιαυτό και η συνύπαρξή τους θεωρείται περίεργη και δύσκολα αντιµετωπίσιµη κατάσταση. Ο στασιµοπληθωρισµός ήταν µια σηµαντική απειλή, διότι δεν ήταν δυνατό να καταπολεµηθεί αποτελεσµατικά µε τα διαδεδοµένα εργαλεία οικονοµικής πολιτικής. Ο ανταγωνισµός που αντιµετώπιζαν τα ευρωπαϊκά προϊόντα ήταν οξύτατος τόσο από τις ΗΠΑ όσο και από τις βιοµηχανικές χώρες της νοτιοανατολικής Ασίας και του Ειρηνικού: Ιαπωνία, Νότια Κορέα, Ταϊβάν, Σιγκαπούρη, Μαλαισία. Οι λεγόµενες «νέες βιοµηχανικές χώρες» της νοτιοανατολικής Ασίας συνδύαζαν χαµηλό εργατικό κόστος, έντονο κρατικό παρεµβατισµό και ενισχύσεις σε επιλεγµένους τοµείς της εξαγωγικής βιοµηχανίας. Στη διεθνή πολιτική µέχρι και τις αρχές του 80 οι ευρωπαϊκές χώρες παρέµεναν εγκλωβισµένες στη λογική του διπολισµού, ανάµεσα δηλαδή σε 1
ΗΠΑ και ΕΣΣ. Με την άνοδο του Γκορµπατσόφ στα µέσα της δεκαετίας, το διεθνές περιβάλλον άρχισε να µεταβάλλεται και να διαφαίνεται σιγά-σιγά η δυνατότητα ανάδειξης της Ευρώπης ως ενός σηµαντικού παράγοντα στη διεθνή σκηνή. Εσωτερικοί λόγοι Ας εξετάσουµε τώρα τους εσωτερικούς λόγους ή αλλιώς αυτούς που έχουν να κάνουν εγγενώς µε την Κοινότητα, ή που προκαλούνται από την ίδια την Κοινότητα και τις µέριµνες της για περαιτέρω ενοποίηση και εµβάθυνση. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 είχαν κατατεθεί αιτήσεις συµµετοχής από τρεις µεσογειακές χώρες την Ελλάδα, την Πορτογαλία και την Ισπανία. Αν και το περιεχόµενο των διαπραγµατεύσεων ήταν κυρίως οικονοµικό και συγκεκριµένα αφορούσε τις διαφορές µεταξύ των τριών αιτούντων και των χωρών που ήταν ήδη µέλη, ο καθοριστικό παράγοντας των νέων διευρύνσεων ήταν πολιτικός. Ένα σηµαντικό εσωτερικό θέµα της Κοινότητας ήταν η αναµόρφωση των θεσµών. Αυτό ήταν ένα µόνιµο θέµα, αλλά γινόταν πιεστικότερο εν όψει της διεύρυνσης που βρισκόταν σε διαρκή εξέλιξη. (Το 1973 έχουµε εισχώρηση τριών νέων µελών οπότε η Ευρώπη των 6 γίνεται Ευρώπη των 9, το 1981 µε την εισχώρηση της Ελλάδας έχουµε την Ευρώπη των 10 και αργότερα το 86 µπαίνει και η Ισπανία µε την Πορτογαλία οπότε φτάνουµε τις 12 χώρες). Άλλο πράγµα και σαφώς ευκολότερο είναι η λειτουργία της Κοινότητας των 6 µελών και άλλο αυτή των 10 ή των 12 κτλ Το λεγόµενο «δηµοκρατικό έλλειµµα» της Ευρωπαϊκής Κοινότητας ακουγόταν ολοένα και περισσότερο ως µια µεγάλης και αποφασιστικής σηµασίας κριτική στην λειτουργία του ευρωπαϊκού οικοδοµήµατος. Λόγου χάρη το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε µέχρι αυτή τη χρονική στιγµή µονάχα συµβουλευτικό χαρακτήρα και σίγουρα δεν είχε κανένα λόγο στη νοµοθετικές πράξεις και στη λήψη αποφάσεων όπως έχει ένα εθνικό κοινοβούλιο. Η ανάληψη της θέσης του Προέδρου της νέας Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το Jacque Delors στα µέσα του 80 σηµατοδότησε µια νέα δυναµική στο θεσµό της Επιτροπής. Ο Delors γρήγορα αναδείχθηκε ως σηµαντικός παράγονταςσηµαντική προσωπικότητα στα ευρωπαϊκά πράγµατα. Ένθερµος φεντεραλιστής, ο Delors ήταν ο πρώτος Πρόεδρος το όνοµα του οποίου έγινε πασίγνωστο, γεγονός που έδωσε νέα πνοή και ανανέωση στην κατεύθυνση της περαιτέρω ολοκλήρωσης και εµβάθυνσης. Στις αρχές της δεκαετίας του 1980 άρχισαν να γίνονται αντιληπτά από τους πολιτικούς και οικονοµικούς κύκλους της δυτικής Ευρώπης το µέγεθος και η σηµασία τόσο των διεθνών εξωτερικών όσο και των εσωτερικών προκλήσεων. Η συνειδητοποίηση του γεγονότος ότι η Ευρώπη βρισκόταν σ ένα κρίσιµο σταυροδρόµι δηµιούργησε προβληµατισµό για την ανάγκη εξεύρεσης λύσεων που αφορούσαν σε δύο βασικά επίπεδα: Την οικονοµική αναζωογόνηση και την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των ευρωπαϊκών προϊόντων και 2
Τη θεσµική µεταρρύθµιση και τη βελτίωση της λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσµών. Η Ευρώπη για να επιλύσει και να ξεπεράσει τις προκλήσεις τόσο οικονοµικής όσο και θεσµικής φύσης επέλεξε να βάλει πίσω τις εθνικές ή τις όποιες άλλες λύσεις και να προχωρήσει προς τα εµπρός. Επιλέγοντας και υιοθετώντας πάλι τη λειτουργική µέθοδο η Κοινότητα αποφάσισε την πλήρη ολοκλήρωση της ενιαίας εσωτερικής αγοράς της. Μέσω της εµβάθυνσης και της ενοποίησης της αγοράς αλλά και µέσω µιας θεσµικής µεταρρύθµισης η Κοινότητα ήλπιζε να ενδυναµώσει σε βάθος χρόνου εν γένει και όντας δυνατότερη και πιο στέρεη να ελπίζει και στην πολιτική ολοκλήρωση. Ε.Ε.Π (Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη) Οι συνδυασµένες προσπάθειες και µέριµνες της Κοινότητας για να ενισχυθεί η διεθνής οικονοµική θέση της δυτικής Ευρώπης καθώς και να βελτιωθεί το θεσµικό σύστηµα των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων οδήγησαν στις Συνθήκες του 1986 (ΕΕΠ) και του 1992 (ΣΕΕ= Συνθήκη Ευρωπαϊκής Ένωσης ή αλλιώς Συνθήκη Μάαστριχ). Ας εξετάσουµε πρώτα την ΕΕΠ. Τον Ιανουάριο του 1985, µια νέα Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχε αναλάβει καθήκοντα και ο πρόεδρός της J. Delors, παρουσίασε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τις βασικές κατευθύνσεις που θα οδηγούσαν τις ενέργειές της. Κατά τον Delors η Κοινότητα έπρεπε να ξαναβρεί την οδό της φαντασίας και της δραστηριότητας. Στο εσωτερικό πεδίο ήταν πια καιρός να τεθεί τέρµα στην εικόνα µιας φεουδαρχικής Ευρώπης µε φραγµούς, σύνορα διατυπώσεις και γραφειοκρατίες. Θα έπρεπε, βάσει του προγράµµατος παγίωσης της εσωτερικής αγοράς, το οποίο είχε παρουσιάσει η προηγούµενη Επιτροπή, να καταργηθούν όλα τα εσωτερικά σύνορα της Κοινότητας µέχρι το 1992. Έτσι πρωτοαναφέρθηκε η µαγική χρονολογία του 1992! Η Επιτροπή είχε αναλάβει την πρόκληση της δηµιουργίας µιας αληθινής κοινής αγοράς χωρίς εσωτερικά σύνορα µέχρι το τέλος του 1992. Γιαυτό το σκοπό η Επιτροπή στις 14 Ιουνίου 1985, διαβίβασε στο Ευρωπαϊκό Συµβούλιο ένα «Λευκό Βιβλίο» για την ολοκλήρωση της εσωτερικής αγοράς. Το «ενιαίο πλαίσιο» το οποίο πρότεινε αυτή την τροποποίηση της Συνθήκης ΕΟΚ και για την πολιτική συνεργασία έγινε δεκτό από το Ευρωπαϊκό Συµβούλιο και οριστικοποιήθηκε ως µια «ενιαία πράξη» από τους Υπουργούς εξωτερικών συνεδριάζοντες σε ιακυβερνητική ιάσκεψη τον Ιανουάριο του 1986. Η Ενιαία Πράξη επέφερε και αρκετά σηµαντικές µεταρρυθµίσεις στο θεσµικό σύστηµα της Κοινότητας. Αποκαθιστώντας της αποφάσεις του Συµβουλίου κατά πλειοψηφία έδινε στην Κοινότητα τη δυνατότητα να παίρνει αποφάσεις πιο σύντοµα και δηµοκρατικότερα. Στο Κοινοβούλιο έδινε µεγαλύτερη εξουσία στο νοµοθετικό έργο. Καθιέρωνε τέλος µια πολιτική συνεργασία η οποία γινόταν πλέον νοµική δέσµευση και έπαυε να είναι πλέον εθελοντική. Η πρόβλεψη για πρώτη φορά µιας Συνθήκης που θα αποτελέσει τη βάση της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας (ΕΠΣ) ήταν σηµαντική. ηµιουργήθηκε λοιπόν ένας οικονοµικός χώρος 380.000.000 κατοίκων µέσα στον οποίο τα εµπορεύµατα κυκλοφορούσαν ελεύθερα χωρίς κανένα έλεγχο στα εσωτερικά σύνορα. εν είναι και λίγό! Η ΕΕΠ επέσπευσε τις αποφάσεις για την περαιτέρω πορεία της Κοινότητας. Για να εδραιωθεί η εσωτερική αγορά ήδη από τη Σύνοδο στη Χάγη το 3
1969 είχε γίνει λόγος για την Οικονοµική και Νοµισµατική Ένωση (ΟΝΕ). Η χρονική στιγµή για να µπει αυτό στην ατζέντα της Κοινότητας ήταν στο Μάαστριχ το 1992. ΣΥΝΘΗΚΗ ΜΑΑΣΤΡΙΧΤ ή ΣΥΝΘΗΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΉ ΈΝΩΣΗ (ΣΕΕ) Η οικονοµική και νοµισµατική ένωση η οποία προβλέπεται από τη Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΣΕΕ) να έχει ολοκληρωθεί µέχρι το 1999, αποτελεί ένα νέο και πολύ σηµαντικό στάδιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Η ΣΕΕ ή όπως συνηθίζεται να λέγεται η Συνθήκη του Μάαστριχτ άνοιξε µια νέα φάση στη διαδικασία µιας διαρκώς στενότερης ένωσης των λαών της Ευρώπης και υπογράφηκε στο Μάαστριχτ της Ολλανδίας το Φεβρουάριο του 1992. Η Ένωση πλέον, όπως µετονοµάστηκε η Κοινότητα, βασίζεται στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, συµπληρωµένες µε νέες πολιτικές και µορφές συνεργασίας. Η εσωτερική αγορά είναι τώρα ολοκληρωµένη, τα κράτη µέλη έχουν δηµιουργήσει στενούς δεσµούς µεταξύ τους σε όλα τα πεδία και έχουν αναλάβει τη συµβατική υποχρέωση να συνεργαστούν για τη σύγκλιση των οικονοµιών τους. Τι ακριβώς όµως σηµαίνει οικονοµική και νοµισµατική ένωση; Σηµαίνει τη σταδιακή αλλά αυστηρή δέσµευση των κρατών µελών- ή τουλάχιστον των περισσοτέρων απ αυτά- να δηµιουργήσουν ένα ενιαίο νόµισµα, το οποίο θα διαχειρίζεται µια ενιαία κεντρική τράπεζα. Καταργώντας, χάρη στο ενιαίο νόµισµα, τα περιθώρια διακύµανσης, η ΣΕΕ επιδιώκει να εξαλείψει τη νοµισµατική αστάθεια από την ενιαία αγορά. Αλλά το Μάαστριχτ δεν είναι µόνο η ΟΝΕ και το κοινό νόµισµα, το ευρώ. Χαρακτηρίζεται και από σηµαντικές αλλαγές στο πεδίο των θεσµών και της πολιτικής. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ εγκαθίδρυσε την Ε.Ε ώς ένα θεσµικό οικοδόµηµα µε τρεις πυλώνες : Ευρωπαϊκή Κοινότητα Κοινή Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφάλειας (ΚΕΠΠΑ) Συνεργασία στους τοµείς της ικαιοσύνης και Εσωτερικών Υποθέσεων (Σ ΕΥ) Οι θεσµικές µεταρρυθµίσεις επιγραµµατικά είναι οι εξής: Ενισχύεται ο ρόλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στη διαδικασία λήψης αποφάσεων µέσω της εισαγωγής της διαδικασίας της «συναπόφασης». Επίσης ενισχύεται ο ρόλος του Ευρ. Κ στον κοινοβουλευτικό έλεγχο τους Σ.Υ και της Επιτροπής καθώς επίσης και στη διαδικασία διορισµού της τελευταίας. Ενισχύεται ο ρόλος της ειδικής πλειοψηφίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων στο Σ.Υ Καθιερώνονται νέοι τοµείς πολιτικής όπως π.χ η προστασία του περιβάλλοντος. ηµιουργείται ένας νέος θεσµός, η Επιτροπή των Περιφερειών, µε σκοπό την αντιπροσώπευση των «περιφερειών και τοπικών σωµάτων» αυτοδιοίκησης από τα κράτη µέλη Εισάγεται η έννοια της ευρωπαϊκής ιθαγένειας Εισάγεται η αρχή της επικουρικότητας Από τις θεσµικές αυτές αλλαγές, ορισµένες από τις οποίες ήδη είχαν δροµολογηθεί και από την ΕΕΠ, βλέπουµε το ενδιαφέρον της Ένωσης πια να στρέφεται στα πιο επιµέρους 4
αλλά και ουσιώδη πολιτικά προβλήµατα και θέµατα. Η ενίσχυση του ρόλου του Κοινοβουλίου είναι σηµαντικό βήµα στην προσπάθεια διαφάνειας και ενίσχυσης της δηµοκρατικότητας των θεσµών. Μια σηµαντική επιµέρους διάσταση αφορά και την προσπάθεια να διαµορφωθεί κοινή εξωτερική και αµυντική πολιτική, κάτι που έχει επιχειρηθεί και στο παρελθόν (ΕΑΚ, ΕΕ) αλλά δυστυχώς στην πράξη ανεπιτυχώς. Ο δεύτερος πυλώνας της Ε.Ε η ΚΕΠΠΑ αντανακλά αυτήν την απόπειρα εκ νέου. ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΟΥ ΑΜΣΤΕΡΝΤΑΜ Στις 16 και 17 Ιουνίου του 1997 στο Άµστερνταµ οι αρχηγοί κρατών των δεκαπέντε πλέον κρατών της Ε.Ε αναθεώρησαν τη ΣΕΕ. Οι λόγοι που οδήγησαν σε αυτή την ανάγκη αναθεώρησαν ήταν τόσο οικονοµικοί όσο και πολιτικοί: H πορεία προς την ΟΝΕ αποτελούσε πορεία προς ένα νέο και εν πολλοίς ανεξερεύνητο πεδίο Η κατάρρευση των διαχωριστικών γραµµών ανάµεσα σε δυτική και ανατολική Ευρώπη οδήγησε σε ένα νέο κύµα αιτήσεων για ένταξη στην Κοινότητα Ο τρόπος πρόσληψης της Συνθήκης του Μάαστριχτ από τους πολίτες της Ε.Ε φανέρωνε αδιαφορία ή και σε ορισµένες χώρες, επιφυλακτικότητα και ενίοτε άρνηση Η Συνθήκη του Άµστερνταµ καθιέρωνε µια πιο δηµοκρατική Ευρώπη που εξασφαλίζει το σεβασµό των δικαιωµάτων του ανθρώπου και των δηµοκρατικών αρχών από τα κράτη- µέλη. Επίσης σηµειώνει σαφής προόδους στα θέµατα που αφορούν την ελεύθερη κυκλοφορία των πολιτών της, ενώ συγχρόνως επιτρέπει την καλύτερη αντιµετώπιση του διεθνούς οργανωµένου εγκλήµατος, µια και ενσωµατώθηκε επίσηµα η Συµφωνία Schengen στην Ε.Ε, έγινε δηλαδή και τυπικά µέρος του Κοινοτικού θεσµικού πλαισίου. Ορισµένα στοιχεία που προωθούν την περαιτέρω εµβάθυνση είναι τα εξής: H περαιτέρω ενίσχυση του Ευρ. Κ. µέσω της ενίσχυσης της διαδικασίας συναπόφασης» την οποία και εισήγαγε η Συνθήκη του Μάαστριχτ. Η ενίσχυση του ρόλου του Προέδρου της Επιτροπής Η περαιτέρω θεσµοποίηση της ΚΕΠΠΑ ως «κανονικού» τοµέα δράσης της Ε.Ε υποδεικνύουν ότι η οµοσπονδιακή όψη της Ένωσης παραµένει δυνητικά σηµαντική Το Άµστερνταµ λοιπόν ενισχύει σε ένα βαθµό το Κοινοβούλιο και την Επιτροπή, κατεξοχήν υπερεθνικούς θεσµούς της Ένωσης. Επίσης το Άµστερνταµ προσδίδει κάποια υπερεθνικά στοιχεία στην κυρίαρχα διακυβερνητική ΚΕΠΠΑ. Με τη νέα Συνθήκη, όµως, η εξωτερική και αµυντική πολιτική της Ένωσης αποκτά για πρώτη φορά έναν εκπρόσωπο, ένα θεσµό που θυµίζει Υπουργείο Εξωτερικών. ΣΥΝΘΗΚΗ ΤΗΣ ΝΙΚΑΙΑΣ Η νέα ιακυβερνητική που επεξεργάστηκε τις αλλαγές στη Συνθήκη του Άµστερνταµ, κατέληξε σε µια Συνθήκη που τελικά υπογράφηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2001 στο Συµβούλιο της Νίκαιας. 5
Τα βασικά σηµεία της είναι : Με δεδοµένη την αύξηση του αριθµού των κρατών- µελών, ορίζεται ότι από το 2005 η Επιτροπή θα απαρτίζεται από έναν Επίτροπο από κάθε κράτος µέλος (άρα οι µεγάλες χώρες χάνουν το δικαίωµα αποστολής δύο Επιτρόπων) Αυξάνεται ο αριθµός των περιπτώσεων στις οποίες εφαρµόζεται η αρχή της ειδικής πλειοψηφίας στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, παραµένουν όµως «εκτός» αρκετά κρίσιµα πεδία (κοινωνική πολιτική, φορολογία κ.α) Η «ενισχυµένη συνεργασία» (πρόκειται για παλαιότερο αίτηµα ευελιξίας στην ανάπτυξη µορφών στενότερης συνεργασίας µεταξύ ορισµένων µελών) την οποία εισήγαγε το Άµστερνταµ παρέµεινε µετέωρη. Με τη Νίκαια ρυθµίζονται οι προϋποθέσεις µετάβασης σε «ενισχυµένες συνεργασίες» και επεκτείνεται η δυνατότητα εφαρµογής της «ενισχυµένης συνεργασίας» και στο πεδίο της ΚΕΠΠΑ, µε την προϋπόθεση ότι η συνεργασία αυτή δεν αφορά «θέµατα που έχουν στρατιωτικές συνέπειες ή θέµατα άµυνας». Ωστόσο, η Συνθήκη της Νίκαιας δεν αποτέλεσε τελικά ένα κείµενο που να µοιάζει λιγότερο προσωρινό από αυτό του Άµστερνταµ. Ακριβέστερα, η νέα Συνθήκη έδωσε κάποιες λύσεις σε επιµέρους τεχνικά ζητήµατα που αφορούσαν κυρίως την προσαρµογή της Ένωσης ενόψει της διεύρυνσης της µε νέα µέλη, άφησε όµως και πάλι αναπάντητα τα µεγάλα, συνταγµατικής φύσης, ερωτήµατα που αφορούν το πολιτικό σύστηµα της Ευρώπης. Σηµαντικό είναι επίσης να επισηµάνουµε ότι εκτός του πλαισίου της Συνθήκης της Νίκαιας και χωρίς- δυστυχώς- να έχει δεσµευτική ισχύ για τα κράτη- µέλη, υιοθετήθηκε και ο Χάρτης Θεµελιωδών ικαιωµάτων. Ο Χάρτης αποτελεί µια νοµικά ανίσχυρη αλλά συµβολικά µεγάλης σηµασίας εξέλιξη, η οποία υπογραµµίζει την αποδοχή από τα µέλη της Ένωσης µιας σειράς κοινών πολιτικών αξιών (ανθρώπινη αξιοπρέπεια, ατοµικές ελευθερίες, ισότητα, αλληλεγγύη, ιδιότητα του πολίτη της Ένωσης). Ανακεφαλαιωτικά να τονίσουµε το πόσο µεγάλη σηµασία δίνει η Ένωση στην οικονοµική και νοµισµατική πτυχή του ευρωπαϊκού οικοδοµήµατος. Με τη µέθοδο της λειτουργικούς οδού, η Ένωση δείχνει να ξεκινάει από την ενοποίηση της οικονοµίας και να στοχεύει πάντα στην πολιτική ενοποίηση. Στοχεύει σίγουρα προς τα εκεί, θα το τολµήσει όµως; Οι θεσµοί του οικοδοµήµατος της Ένωσης έχουν επίσης κεφαλαιώδη σηµασία εξού και όλες αυτές οι διαδοχικές αναθεωρήσεις των Συνθηκών που αποδεικνύουν πως οι ειδήµονες και οι υπεύθυνοι της λειτουργίας της Ένωσης προσπαθούν κάθε τόσο να βελτιώνουν ή τουλάχιστον να επανακαθορίζουν τον τρόπο λειτουργίας, λήψης αποφάσεων και αποτελεσµατικότητας. Έχουν γίνει ήδη πολλά, περιµένουµε ακόµη περισσότερα... ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ S. Henig, Η Ενοποίηση της Ευρώπης. Από τη διχόνοια στην οµόνοια, ΕΑΠ, Πάτρα 2002 Κ. Λάβδας, ηµιουργία και Εξέλιξη των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ΕΑΠ, Πάτρα 2002 Ν. Μούσης, Ευρωπαϊκή Ένωση, εκδ Παπαζήση, Αθήνα 1999 Eπιµέλεια: Εύη Παπασταθοπούλου 6