Θεματικός Οδηγός για την πρόσβαση στις Κοινωνικές Υπηρεσίες, ο ρόλος των Συμβουλίων Ένταξης Μεταναστών. Συμπεράσματα θεματικού εργαστηρίου Καβάλας Μεθοδολογική προσέγγιση ανάπτυξης των Θεματικών Οδηγών Οι θεματικοί οδηγοί στόχο έχουν να καταγράψουν την προβληματική που αναπτύσσεται αναφορικά με τις καλές πρακτικές και που παρουσιάστηκαν στα εργαστήρια τα οποία υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο του έργου. Το περιεχόμενό τους προκύπτει από την κωδικοποίηση των κεντρικών εισηγήσεων και των παρατηρήσεων των μελών του δικτύου που συμμετέχουν στις εργασίες των εργαστηρίων. Το περιεχόμενο των θεματικών οδηγών προκύπτει από τη λειτουργία των αντίστοιχων θεματικών εργαστηρίων που πραγματοποιήθηκαν στο πλαίσιο του έργου. Τα θεματικά εργαστήρια σχεδιάστηκαν προκειμένου να καλύψουν το μεγαλύτερο φάσμα των ενταξιακών πολιτικών και να συνθέσουν τελικώς μια ενιαία και αποτελεσματική ενταξιακή στρατηγική στο τοπικό επίπεδο. Κάθε οδηγός εντοπίζει την ύλη του στο θεωρητικό πλαίσιο κάθε θεματικού πεδίου το σύνολο των οποίων συνθέτει τις πολιτικές της ένταξης. Επιπλέον, αναφορές γίνονται σε 1
καλές πρακτικές όπως αυτές αντικρίζουν στα βασικά συμπεράσματα των κεντρικών εισηγήσεων. Ακόμη σημειώνονται στοιχεία της πρακτικής εφαρμογής των παρεμβάσεων και δεδομένα αλλά και προβληματισμοί που συνδέονται με τις κατά τόπους ιδιαιτερότητες της λειτουργίας των φορέων της αυτοδιοίκηση και ειδικά του θεσμού των ΣΕΜ. Κάθε οδηγός έχει την ακόλουθη διάταξη 1. Εισαγωγή Το τμήμα αυτό εισάγει τον αναγνώστη στην προβληματική της κάθε θεματικής ενότητας ενώ ταυτόχρονα καταγράφει την ανάλογη θέση της χώρας συγκριτικά με τον δείκτη MIPEX. Ο δείκτης αποτυπώνει τις δημόσιες πολιτικές και στην περίπτωση του κάθε οδηγού υποστηρίζει την κατανόηση της προβληματικής από την πλευρά του αναγνώστη. 2. Το θεωρητικό πλαίσιο Οι θεωρητικές αναφορές ορίζουν το πλαίσιο της συζήτησης και θέτουν τους άξονες επί των οποίων αναπτύσσονται οι προβληματισμοί και οι προτάσεις των μελών του δικτύου. 3. Προτάσεις πολιτικής όπως προκύπτουν από το θεωρητικό πλαίσιο Τα σημεία που συγκεντρώνουν τον έντονο και κοινό προβληματισμό του συνόλου των συμμετεχόντων στο δίκτυο κωδικοποιείται και καταγράφεται στο συγκεκριμένο τμήμα του οδηγού. 4. Αναφορά σε καλές πρακτικές Χωρίς να αποτελεί κεντρικό σημείο οι αναφορές στις καλές πρακτικές λειτουργούν ως αφορμές για την ανάπτυξη των σχετικών ερωτημάτων του σχεδιασμού και της υλοποίησης παρεμβάσεων που εξυπηρετούν παρόμοιους ή κοινούς στόχους. 5. Σημεία θεματικού διαλόγου για τη μεταφορά των καλών πρακτικών η ανάδειξη του ρόλου των ΣΕΜ 2
Ως συνέχεια της προηγούμενης ενότητας στο σημείο αυτό καταγράφονται κωδικοποιημένα τα σημεία του προβληματισμού αναφορικά με τον σχεδιασμό και την υλοποίηση παρεμβάσεων σε συγκεκριμένους στόχους και δεδομένες συνθήκες (διοικητικές και διαχειριστικές δυνατότητες, κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον κλπ). 6. Σχολιασμένη βασική βιβλιογραφία Ενδεικτική αναφορά και σύντομη εισαγωγή σε κείμενα βάσης ή κείμενα αξιόλογης μεθοδολογικής σημασίας. 7. Άλλες καλές πρακτικές Επιγραμματική αναφορά σε σχετικές με τη θεματική πρακτικές που έχουν αναγνωρισθεί ως επιτυχείς στο σύγχρονο ευρωπαϊκό περιβάλλον. 3
1. Εισαγωγή - Η πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες ως μηχανισμός ένταξης Οι τομείς υγείας, εκπαίδευσης και ασφάλισης θεωρούνται σημαντικοί για την κοινωνική συνοχή και ανάπτυξη των ανθρώπων σε μια κοινωνία. Αυτό συμβαίνει διότι οι παραπάνω τομείς προστασίας συνδέουν τη φυσική ασφάλεια και επιβίωση με την ανάπτυξη της κοινωνικής ασφάλειας (social security) και ευκαιριών ή επιλογών στη ζωή και στην οικονομία. Από την άλλη πλευρά, η σχέση των οικονομικά ή πολιτικά ασθενέστερων ομάδων της κοινωνίας με τα παραπάνω ζητήματα και η αντιμετώπιση τους από τους ανάλογους φορείς, ειδικότερα σήμερα όπου κυριαρχούν βασικές μεταρρυθμίσεις στην εργασία και στη φιλοσοφία της κοινωνικής προστασίας, δημιουργούν όπως φαίνεται από σύγχρονες μελέτες σημαντικά προβλήματα. Αυτά τα προβλήματα σχετίζονται κυρίως με τις αντικειμενικές συνθήκες και τις πολιτισμικές αντιλήψεις για την κοινωνική ασφάλεια 4 και τα δικαιώματα στις παροχές του μεταναστευτικού πληθυσμού. Λόγω των σύγχρονων μεταρρυθμίσεων και της αλλαγής φιλοσοφίας στην απασχόληση και στις παροχές κοινωνικών αγαθών ή/και υπηρεσιών (π.χ. όπως οικονομικά βοηθήματα και συμβουλευτικές ενέργειες πρόληψης) φαίνεται ότι αναπτύσσονται νέες μορφές κοινωνικού αποκλεισμού. Πιο συγκεκριμένα, δημιουργείται εντονότερο το φαινόμενο φτώχειας, πολιτικής περιθωριοποίησης και ανάπτυξης διαχωρισμών και εμποδίων πρόσβασης των μεταναστών στις υπηρεσίες. Ταυτόχρονα ο παραπάνω προβληματισμός οδηγεί στην ανάγκη επαναπροσέγγισης των διάφορων ανισοτήτων που διαφορετικές ομάδες βιώνουν όσο και των τρόπων ανάλυσης και προτάσεων για την κοινωνική παρέμβαση ιδίως στους τομείς υγείας. Οι πρόσφατες μεταρρυθμίσεις, τα προβλήματα ανισοτήτων του παρελθόντος και μια σειρά νέων αναγκών και νέων ομάδων σε ρίσκο κοινωνικού αποκλεισμού, δείχνουν ότι χρειάζεται μια συνολικότερη επαναπροσέγγιση της κοινωνικής πολιτικής των προτεραιοτήτων καθώς και μια κατά περίπτωση εξέταση των ιδιαίτερων προβλημάτων. Αυτά τα προβλήματα έχουν εθνικό, έμφυλο, ταξικό και γεωγραφικό πλαίσιο αναφοράς και δημιουργούν διαφορές στην προσβασιμότητα και ποιότητα κάλυψης των αναγκών της ζωής. 4
Η κυρίαρχη γενική υπόθεση στη διεθνή βιβλιογραφία είναι ότι στις ήδη υπάρχουσες ανισότητες και κατηγοριοποιήσεις ανάλογα του φύλου, εθνικότητας και κοινωνικής τάξης οι νέες μεταρρυθμίσεις στα συστήματα κοινωνικής προστασίας και εργασιακής δραστηριότητας και απασχόλησης προσθέτουν νέα προβλήματα ανισότητας. Με τη σειρά τους οι ανισότητες διαμορφώνουν όχι μόνο οικονομικούς διαχωρισμούς που εμποδίζουν την πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες ακόμα περισσότερο και ίσως με διαφορετικούς τρόπους απ ότι στο παρελθόν, αλλά διαμορφώνουν και νέα πρότυπα και προοπτικές ζωής, συμπεριφορές ή στρατηγικές και αντιλήψεις για την πρόνοια. Τα νέα πρότυπα και οι προοπτικές ζωής, στην περίπτωση των ήδη χαμηλόμισθων και από την άποψη του κοινωνικού κύρους ομάδων της κοινωνίας, αφορούν την ανάπτυξη άτυπων και πολλές φορές εκτός νόμου μορφών προστασίας και ανθρώπινης αλληλεγγύης. Στην περίπτωση όμως των μεταναστών και μεταναστριών, το πρότυπα και οι προοπτικές ζωής φαίνεται να συνδέονται όχι μονάχα με ένα γενικό κοινωνικό αποκλεισμό, αλλά και με τη μεταναστευτική διαδικασία και την εργασία και τις ομάδες και τις ανάγκες που υπηρετούν στην εκάστοτε κοινωνία. Ο χώρος προστασίας των μεταναστών/τριών και ειδικότερα των ανθρώπων που αποτελούν το σύγχρονο υπηρετικό προσωπικό διαφορετικών οικογενειών όλο και προσαρμόζεται στις ανάγκες των τελευταίων. Διαμορφώνεται ένα εργατικό δυναμικό σχεδόν ανύπαρκτο για τις κρατικές υπηρεσίες, το νομικό πλαίσιο της κοινωνίας και τις συλλογικές μορφές αλληλεγγύης και προστασίας, αλλά και αναγνώρισης του ως μέρος της κοινωνίας. Τα πρότυπα και οι προοπτικές ζωής αυτού του δυναμικού συγχρονίζονται με την κηπουρική, τις ιδιωτικές κατασκευές, τις οικιακές υπηρεσίες ή τις προσωπικές ανάγκες των εργοδοτών, των διαθέσεων τους και των αντιλήψεων τους και ακολουθούν ανάλογα με τα οικονομικά και πολιτισμικά πρότυπα ένταξης στην εργασία τους, μια πορεία προνοιακής περιθωριοποίησης (welfare marginalisation). Στην Ελλάδα οι πολιτικές πρόσβασης στις κοινωνικές υπηρεσίες βρίσκεται κοντά στον μέσο όρο των χωρών της Ευρώπης σύμφωνα με τον δείκτη Πολιτικών Ένταξης των Μεταναστών / «MigrantIntegrationPolicyIndex» (MIPEX) όπως αυτός εξειδικεύεται 5
στα ζητήματα των διακρίσεων. Ο χάρτης παρακάτω αναφέρεται στην κατάσταση στον ευρωπαϊκό χώρο στα τέλη του 2010. Ο χάρτης των κρατικών πολιτικών αναφορικά με την πρόσβαση στις κοινωνικές υπηρεσίες Σχεδόν στο σύνολο των χωρών της Ευρώπης και τουλάχιστον σε όλος τις χώρες της ΕΕ η νόμιμη διαμονή συνεπάγεται δικαιώματα πρόσβασης στην οργανωμένη από τους επίσημους φορείς κοινωνική προστασία. Αυτό που είναι σημαντικό στο σημείο αυτό είναι να επισημανθεί η διάκριση που γίνεται μεταξύ του δικαιώματος πρόσβασης και της προσβασιμότητας στην πράξη. Η τελευταία περιλαμβάνει πέραν των τυπικών ρυθμίσεων μια σειρά από άτυπες διαδικασίες και πρακτικές διάκρισης και ταξινόμησης οι οποίες ουσιαστικά υπονομεύουν τυπικά δικαιώματα και ταξινομούν πρακτικά άτομα και ομάδες σε κατώτερες κατηγορίες πρόσβασης. 6
Τις άτυπες αυτές διακρίσεις τις τροφοδοτούν στερεότυπα και προκαταλήψεις οι οποίες αυξάνουν στην πράξη τα εμπόδια πρόσβασης των μεταναστών στις υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής προστασίας. Επιπλέον οι πρακτικές άτυπων διακρίσεων τροφοδοτούν τη διαδικασία περιθωριοποίησης των μεταναστών και την ανάπτυξη από μέρους τους παράλληλων πρακτικών κάλυψης των βασικών αναγκών τους. Ωστόσο με τη διαδικασία αυτή ενισχύουν την περιθωριοποίησή τους και την απομάκρυνσή τους από τη δημόσια σφαίρα και εδραιώνουν μόνιμες και αυτο-τροφοδοτούμενες διαδικασίες κοινωνικής απομόνωσης. Οι φορείς της αυτοδιοίκησης διαθέτουν τους μηχανισμούς και τις πρακτικές ώστε να εξαλείψουν τα σχετικά φαινόμενα και να επιδιώξουν τη λειτουργία μόνιμων διαδικασιών ανταπόκρισης στις ειδικές και κατά περίπτωση ανάγκες των μεταναστών και να προωθήσουν άμεσα την κοινωνική συνοχή στο τοπικό επίπεδο. 7
2. Το θεωρητικό πλαίσιο Αφετηρία του προβληματισμού για την οργάνωση κάθε θεματικού οδηγού αναφορικά με την ανταλλαγή θέσεων και απόψεων επί συγκεκριμένων πτυχών της στρατηγικής ένταξης των μεταναστών στις τοπικές κοινότητες και ευρύτερα στον κοινωνικό ιστό, συνιστά η θεωρητική ανάλυση των επιμέρους στοιχείων που μπορούν να συνθέσουν ενιαίο πλέγμα παρεμβάσεων, ιδιαίτερα με την ευθύνη της αυτοδιοίκησης και της συμμετοχής των Συμβουλίων Ένταξης Μεταναστών. Εισηγητής : Περικλής Πολυζωϊδης Επίκουρος Καθηγητής Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Τμήμα Κοινωνικής Διοίκησης Θέμα: Πρόσβαση μεταναστών στις κοινωνικές υπηρεσίες Στο πλαίσιο της συζήτησης για τα συστήματα κοινωνικής πολιτικής σημαντικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι ομάδες που απευθύνονται στους μηχανισμούς κοινωνικής προστασίας και η ποιότητα των υπηρεσιών που απολαμβάνουν. Το ενδιαφέρον αυτό εδράζεται στην ευρύτερη συζήτηση αναφορικά με την αναδιατύπωση του περιεχομένου των συστημάτων κοινωνικής πολιτικής και των σύγχρονων πιέσεων που δέχονται. Η συζήτηση αυτή έχει ειδική σημασία καθότι συνδυάζεται με το δικαίωμα πρόσβασης στις παροχές και τις υπηρεσίες τόσο ατομικά όσο και συλλογικά. Αλλά ακόμα και όταν το δικαίωμα αυτό κατοχυρώνεται από τις τυπικές ρυθμίσεις τα περιθώρια και οι δυνατότητες ερμηνειών από τα στελέχη και τους εργαζόμενους στους μηχανισμούς κοινωνικής προστασίας είναι σε θέση να διαμορφώνουν το χαρακτήρα διανομής των παροχών και των υπηρεσιών και τελικά να επηρεάζουν καθοριστικά το χαρακτήρα του συστήματος κοινωνικής πολιτικής. Το μείγμα των χρηστών των συστημάτων διερευνάται ως παράμετρος που είναι σε θέση να ενισχύει τις δυνάμεις απορύθμισης δεδομένης της αύξησης του όγκου τους και των επιμέρους αναγκών τους τόσο σε υπηρεσίες όσο και στις αντίστοιχες προσαρμογές των μηχανισμών κοινωνικής προστασίας. Μια επιμέρους παράμετρος φάνηκε από τις εμπειρικές έρευνες ότι αξίζει ιδιαίτερης προσοχής, πρόκειται ακριβώς για τη σύνθεση του συνόλου των χρηστών και τις ταξινομήσεις που το τέμνουν. Το ενδιαφέρον εντοπίστηκε, όχι στις τυπικές ρυθμίσεις, που καθορίζουν διαφορετικά επίπεδα παροχών και υπηρεσιών αλλά στη χρήση άτυπων μεθόδων και πρακτικών που έχουν ως αποτέλεσμα τη συγκρότηση, αντίστοιχα άτυπων, υποσυνόλων. Οι διακρίσεις αυτές οδηγούν σε άτυπες διαφοροποιήσεις των χρηστών και είναι σε θέση να ακυρώνουν στην ουσία την λειτουργία του συστήματος κοινωνικής πολιτικής προς την κατεύθυνση της κοινωνικής ένταξης ατόμων και ομάδων. Όπως προκύπτει από την επεξεργασία και ανάλυση πλήθους εμπειρικών ερευνών και 8
καταγραφών η διαφοροποίηση της σύνθεσης των χρηστών των υπηρεσιών με τη συμμετοχή των μεταναστευτικών ομάδων σε αυτό οδηγεί στην ταξινόμησή τους και εν τέλει ουσιαστικά στη διαβάθμιση του δικαιώματος πρόσβασης. Επιβεβαιώνεται, σε γενικές γραμμές, η αδυναμία των συγκεκριμένων μηχανισμών κοινωνικής προστασίας να λειτουργούν απρόσκοπτα προς την κατεύθυνση της κάλυψης των κοινωνικών αναγκών και να προωθούν το στόχο της κοινωνικής ένταξης των μελών των μεταναστευτικών ομάδων. Μάλιστα αφού δεν επιτυγχάνουν το στόχο αυτό είναι επόμενο να λειτουργούν ως μηχανισμοί υποστήριξης ή και αναπαραγωγής των διακρίσεων στο κοινωνικό σύνολο. Ως γενικό και σε μεγάλο βαθμό κοινό, μεταξύ των μηχανισμών που διερευνήθηκαν, συμπέρασμα εμφανίζεται η σχετικά ασαφής λειτουργία του συστήματος. Η ασάφεια φαίνεται να είναι αποτέλεσμα της χρήσης άτυπων πρακτικών από την πλευρά των εργαζομένων και των μεθόδων που έχουν τη δυνατότητα να μετέρχονται προκειμένου να διεκπεραιώνουν τις υποχρεώσεις τους με τον τρόπο που κρίνουν ως καλύτερο. Ως κεντρικό χαρακτηριστικό του ελληνικού συστήματος κοινωνικής πολιτικής εντοπίζεται και από αυτή την έρευνα η εκτεταμένη χρήση άτυπων πρακτικών στη βάση πελατειακών σχέσεων και ανεπίσημων ρυθμίσεων. Συνεπώς στοιχεία των επιλογών και των πρακτικών των εργαζόμενων στο σύστημα στηρίζονται στις καταβολές ανεπίσημου χαρακτήρα- του συστήματος και του τρόπου διαχείρισης και διανομής των παροχών και των υπηρεσιών του. Από τις έρευνες στην Ελλάδα και άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου προκύπτει ότι για τους εργαζόμενους των μηχανισμών κοινωνικής προστασίας τα μέλη των μεταναστευτικών ομάδων συγκροτούν μια διακριτή κατηγορία χρηστών, η οποία μάλιστα δεν φαίνεται να είναι ενιαία. Η διάκριση συνδέεται συχνά με αξιολογικές κρίσεις, από την πλευρά των υπαλλήλων, αναφορικά με τις συμπεριφορές των μεταναστευτικών ομάδων οι οποίες φαίνεται να υποκρύπτουν και αντίστοιχες αξιολογήσεις για το δικαίωμα πρόσβασης στις υπηρεσίες που έχουν κατοχυρώσει τα μέλη των μεταναστευτικών ομάδων. Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ωστόσο η ανάπτυξη, από την πλευρά των εργαζομένων στους μηχανισμούς κοινωνικής προστασίας, κοινής θέσης αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας των υπηρεσιών του συστήματος. Το περιεχόμενο της θέσης αυτής θα μπορούσε να περιγραφεί ως σημείο υπεράσπισης των λειτουργιών του συστήματος κοινωνικής πολιτικής και των τυπικών διαδικασιών σύμφωνα με τις οποίες δεν είναι δυνατό να διαχωρίζονται οι χρήστες του συστήματος με βάση την εθνική τους καταγωγή. Το ενδεχόμενο διακρίσεων και οι ανισότητες στην πρόσβαση σε παροχές ή υπηρεσίες αποκρούεται από τους εργαζόμενους στους φορείς της έρευνας με την προβολή από μέρους τους της ισχύος και της πληρότητας των τυπικών και θεσμικών ρυθμίσεων έναντι των άτυπων και προσωπικών κρίσεων και επιλογών ακόμη παραβλέποντας τις κεντρικές αδυναμίες του ελληνικού συστήματος κοινωνικής πολιτικής. Η θέση αυτή όπως αναλύεται διεξοδικά παραπάνω, περιγράφεται ως «γραμμή άμυνας» η οποία ουσιαστικά ενσωματώνει την ηθική διάσταση των ρυθμίσεων του συστήματος κοινωνικής πολιτικής το οποίο παρουσιάζεται ότι λειτουργεί στη βάση απαρέγκλιτων τυπικών ρυθμίσεων. Η κοινή αυτή θέση, καταφανώς αμυντική, βαθμιαία αναιρείται από την ανάπτυξη των θέσεων και των απόψεων των εργαζομένων στους φορείς κοινωνικής πολιτικής που 9
συμμετείχαν στην έρευνα. Η ταξινόμηση των χρηστών αναδεικνύεται ως κοινό χαρακτηριστικό των μηχανισμών κοινωνικής προστασίας. Οι διαφορές στην ένταση εμφάνισης του φαινομένου δεν αρκούν για να τον περιορίσουν.. Το στοιχείο αυτό έρχεται να ενισχύσει τον ελλειματικό χαρακτήρα του συστήματος κοινωνικής πολιτικής αφού ουσιαστικά επιτείνει την αδυναμία του στην καθολική κάλυψη του πληθυσμού. Φάνηκε από τα στοιχεία της εμπειρικής διερεύνησης ότι η προσθήκη των μεταναστευτικών ομάδων στη χρήση των υπηρεσιών κοινωνικής προστασίας δεν προκάλεσε τις απαραίτητες προσαρμογές. Αλλά η προσαρμογή των μηχανισμών του συστήματος δεν φαίνεται ούτε να ακολούθησε εκ των υστέρων, προκειμένου να εξασφαλιστεί η προστασία των ομάδων αυτών από ταξινομήσεις και αποκλεισμούς. Οι απαραίτητες, κανονιστικού τύπου κατά κύριο λόγο, προσαρμογές δεν προώθησαν τη λειτουργία του συστήματος κοινωνικής πολιτικής ως μέσου κοινωνικής ένταξης των μεταναστευτικών ομάδων. Οι ταξινομήσεις αυτές συνεπάγονται, όπως φάνηκε, διακρίσεις στη διανομή των υπηρεσιών καθώς εκτιμούν συχνά ότι τα μέλη των μεταναστευτικών ομάδων δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα πρόσβασης στις υπηρεσίες του συστήματος κοινωνικής πολιτικής. Η διαδικασία διανομής των παροχών και υπηρεσιών του ελληνικού συστήματος παρέχει σημαντική ισχύ στα στελέχη και τους εργαζόμενους προκειμένου να υλοποιούν τις θεσμοθετημένες ρυθμίσεις. Το χαρακτηριστικό αυτό συνεπάγεται σημαντική επιρροή τελικά στον ίδιο το χαρακτήρα του συστήματος με την ασάφεια των ορίων προστασίας που προσφέρει ή των ομάδων που καλύπτει με ποιες παροχές. Στο πλαίσιο αυτό κατέστη εμφανές ότι οι άτυπες πρακτικές που περιγράφουν οι πληροφορητές της έρευνας καταρρίπτουν το ηθικό και ουσιαστικό περιεχόμενο της «γραμμής άμυνας» σύμφωνα με την οποία το σύστημα λειτουργεί στη βάση απαρέγκλιτων ρυθμίσεων ενώ ταυτόχρονα το φάσμα των παροχών και των υπηρεσιών του εξασφαλίζει το στόχο της κοινωνικής ένταξης των μελών των μεταναστευτικών ομάδων. Η σταδιακή αποδόμηση της «γραμμής άμυνας» δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αποκάλυψη του τρόπου με τον οποίο οι προσωπικές αντιλήψεις ή ακόμα και προκαταλήψεις και στερεότυπα που έχουν αναφορά στην εθνική καταγωγή, το χρώμα του δέρματος, ή το θρήσκευμα, επηρεάζουν καθοριστικά τον τρόπο με τον οποίο οι εργαζόμενοι στους φορείς άσκησης κοινωνικής πολιτικής ασκούν το φάσμα των καθηκόντων τους. Η κρίση που υπονομεύει την αμερόληπτη λειτουργία του συστήματος έχει να κάνει με την αμφισβήτηση των δικαιωμάτων των αλλοδαπών απέναντι στο σύστημα κοινωνικής προστασίας. Σύμφωνα με τις αντιλήψεις των εργαζόμενων στις υπηρεσίες, οι ομάδες των μεταναστών δεν δικαιούνται το ίδιο επίπεδο κοινωνικής προστασίας αφού αυτό αποβαίνει εις βάρος των Ελλήνων χρηστών του συστήματος. Κατηγοριοποιούν τους χρήστες όχι στη βάση των επίσημων ρυθμίσεων αλλά στη βάση προσωπικών κρίσεων. Χωρίς να είναι δυνατό να προχωρήσουμε σε γενικεύσεις μπορούμε να περιοριστούμε στην παρατήρηση ότι οι ίδιοι οι εργαζόμενοι κατηγοριοποιούν τους χρήστες με υποκειμενικά κριτήρια αδυνατίζοντας σημαντικά τη λειτουργία της κοινωνικής προστασίας ως μηχανισμού κοινωνικής ενσωμάτωσης. Ειδικά στο πεδίο των νοσοκομείων από τη σύνοψη των πρόσφατων ερευνών στην Ελλάδα καταγράφηκαν οι σημαντικότερες αποκλίσεις μεταξύ των απόψεων. Παρ ότι 10
υποστηρίχθηκε εντονότερα η ανθρωπιστική διάσταση της λειτουργίας του συστήματος κοινωνικής πολιτικής με την οποία μάλιστα συνδέθηκε η «γραμμή άμυνας», εντοπίστηκαν αντιλήψεις όχι μόνον ταξινόμησης αλλά και αποκλεισμού. Το κανονιστικό πλαίσιο λειτουργίας των υπηρεσιών αυτών παρέχει τη δυνατότητα στους εργαζόμενους να χειρίζονται κατά την κρίση τους τις διάφορες διαδικασίες με αποτέλεσμα οι αποφάσεις τους να διαμορφώνουν τα χαρακτηριστικά της διανομής των παροχών. Συνέπεια αυτού του τρόπου λειτουργίας είναι η γενικευμένη ασάφεια αναφορικά με τα δικαιώματα και τις πραγματικές παροχές του συστήματος γενικά αλλά και ειδικότερα προς τα μέλη των μεταναστευτικών ομάδων που συχνά δεν γνωρίζουν τι μπορούν να αξιώνουν κάθε φορά από τους μηχανισμούς κοινωνικής προστασίας. Φάνηκε ότι συνυπάρχουν αντιλήψεις και πρακτικές που υποστηρίζουν, ενδεχομένως ενισχύουν, την ηθική διάσταση του συστήματος παροχής φροντίδας υγείας στη βάση της οικουμενικότητας των υπηρεσιών. Οι πρακτικές αυτές, αντιφατικές στην ουσία τους εμπεριέχονται με την ίδια ένταση στη «γραμμή άμυνας» που περιγράφεται στην εμπειρική έρευνα. Αυτό συμβαίνει καθότι τόσο η επίκληση της καθολικής κάλυψης των μελών του κοινωνικού σχηματισμού -ακόμη και κατά παρέκκλιση των τυπικών ρυθμίσεων- όσο και η αντίστοιχη τήρηση των διαδικασιών που προβλέπονται από το θεσμικό πλαίσιο εμπεριέχονται ταυτόχρονα στη «γραμμή άμυνας» των εργαζόμενων στους μηχανισμούς κοινωνικής προστασίας η οποία είναι δυνατό να ερμηνεύεται από τους ίδιους με διαφορετικούς τρόπους. Το περιεχόμενο που δίνεται κάθε φορά εκφράζει και στηρίζεται σε παγιωμένες αντιλήψεις και στερεότυπα που με τη σειρά τους διαμορφώνουν τον τρόπο με τον οποίο στελέχη και εργαζόμενοι ασκούν τα καθήκοντά τους. Η παρατήρηση που αξίζει της προσοχής μας στο σημείο αυτό όμως δεν είναι οι διαφορετικές συμπεριφορές ή πρακτικές παρά το περιβάλλον ασάφειας και αβεβαιότητας που αυτές παράγουν. Για το σύστημα κοινωνικής πολιτικής και τον ιδιαίτερο ρόλο του στην κοινωνική ένταξη ειδικών ομάδων του πληθυσμού, όπως οι μετανάστες, η παρατήρηση αφορά την αδυναμία του συστήματος να κατοχυρώσει σταθερότητα αναφορικά με τις υπηρεσίες του και συνεπώς να αποτελέσει μόνιμο και αποτελεσματικό μοχλό κοινωνικής ενσωμάτωσης. Επιπλέον στο πεδίο της προσχολικής εκπαίδευσης συγκεντρώνονται μικρότερες αποκλίσεις μεταξύ των εργαζομένων και μικρότερης έντασης πρακτικές ταξινόμησης των χρηστών με βάση την εθνική καταγωγή, τουλάχιστον στις περιπτώσεις που εξετάστηκαν στο πλαίσιο της παρούσας έρευνας. Οι ταξινομήσεις που εντοπίζονται και στο πεδίο αυτό συνιστούν τουλάχιστον αστοχία αν όχι απειλή για το σύστημα κοινωνικής προστασίας και τις επιδιώξεις του. Και στο πεδίο αυτό εντοπίζεται η επιθυμία των εργαζομένων να εκφράσουν την ηθική διάσταση του συστήματος κοινωνικής προστασίας με την προβολή της θέσης ότι κάθε περίπτωση αντιμετωπίζεται ισότιμα και οπωσδήποτε ανεξάρτητα από την καταγωγή ή το θρήσκευμα. Αλλιώς, σύμφωνα με τη «γραμμή άμυνας» των εργαζομένων στην προσχολική εκπαίδευση οι διαδικασίες καθώς και οι πρακτικές που ακολουθούνται δεν χρησιμοποιούν ταξινομήσεις των χρηστών των υπηρεσιών. Ωστόσο η εμπειρική διερεύνηση κατέδειξε ότι η θέση αυτή σταδιακά αναιρείται και εντοπίζονται, σποραδικά είναι η αλήθεια, πρακτικές διάκρισης ακόμη και αποκλεισμού. 11
Οι πρακτικές αυτές, προφανώς άτυπου χαρακτήρα, πλήττουν το σύστημα κοινωνικής προστασίας. Οι σχετικές διακρίσεις εδράζονται σε στερεοτυπικές αντιλήψεις αναφορικά τόσο με τα δικαιώματα όσο και με τις συμπεριφορές των μελών των μεταναστευτικών ομάδων. Προσωπικές κρίσεις και απόψεις και στο σημείο αυτό είναι σε θέση να διαμορφώνουν τα χαρακτηριστικά του συστήματος και να ενισχύσουν τις δυσκολίες ένταξης των μεταναστών στην ελληνική κοινωνία. Όπως επισημάνθηκε και στο ειδικό κεφάλαιο, η λειτουργία της προσχολικής αγωγής αφορά δύο παράλληλες διαδικασίες. Η πρώτη είναι άμεση και έχει να κάνει με την προσαρμογή και ένταξη της δεύτερης γενιάς των μεταναστευτικών ομάδων στο εκπαιδευτικό σύστημα και μέσω αυτού στην ελληνική κοινωνία. Η δεύτερη είναι έμμεση αλλά εξίσου προφανής και αφορά τις υπηρεσίες φύλαξης των παιδιών προκειμένου οι γονείς να έχουν τη δυνατότητα να εργαστούν. Η άμεση λειτουργία της προσχολικής αγωγής φαίνεται να προσαρμόζεται σχετικά γρήγορα στις ανάγκες της δεύτερης γενιάς των μεταναστευτικών πληθυσμών με σημαντική συμβολή των ίδιων των παιδαγωγών προσχολικής ηλικίας. Οι υπηρεσίες της φύλαξης ωστόσο δεν κατορθώνουν να απαντήσουν στις πραγματικές ανάγκες των μεταναστών αναδεικνύοντας και την αδυναμία του συστήματος κοινωνικής πολιτικής να λειτουργήσει διευκολύνοντας, κυρίως τις μητέρες, να εργαστούν. Το πολύτιμο αγαθό του χρόνου που διατίθεται για εργασία δεν εξασφαλίζεται από τις υπηρεσίες φύλαξης που προσφέρει το σύστημα κοινωνικής προστασίας. Την ίδια στιγμή τα συγγενικά και φιλικά δίκτυα ενώ λειτουργούν όταν πρόκειται για τον πρώτο καιρό της παραμονής στην Ελλάδα ή για την ανεύρεση εργασίας δεν αποδεικνύονται εξίσου ισχυρά στην παραχώρηση χρόνου ο οποίος φαίνεται να είναι ο πολυτιμότερος πόρος για τις ομάδες αυτές. Η ζήτηση των υπηρεσιών προσχολικής αγωγής αποτελεί κρίσιμο στάδιο στη διαδικασία ένταξης των μελών των μεταναστευτικών ομάδων στον κοινωνικό σχηματισμό. Οι υπηρεσίες που προσφέρονται αφορούν τόσο την προσαρμογή της δεύτερης γενιάς όχι μόνο στο εκπαιδευτικό σύστημα αλλά και στις ομάδες των συνομηλίκων τους όσο και την επίτευξη του κεντρικού στόχου της παρουσίας της πρώτης γενιάς στην Ελλάδα, της εργασίας. Το σύστημα κοινωνικής πολιτικής επιβεβαιώνει τον υπολειμματικό του χαρακτήρα αφού όπως φάνηκε δεν είναι σε θέση να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις ανάγκες των ομάδων αυτών. Κυρίως το πλαίσιο της λειτουργίας του αλλά και εντοπισμένες πρακτικές των εργαζομένων δεν κατορθώνουν να απαντήσουν στις ανάγκες των μελών των μεταναστευτικών ομάδων και ουσιαστικά να προωθήσουν τη διαδικασία της κοινωνικής τους ένταξης. Συνολικά το σύστημα κοινωνικής προστασίας εμφανίζει σημαντικές αδυναμίες προκειμένου να λειτουργήσει ως μηχανισμός κοινωνικής ένταξης των νέων ομάδων δικαιούχων. Αντιθέτως μάλιστα φαίνεται να είναι σε θέση να αναπαράγει γενικευμένες πρακτικές διαχωρισμού των πολιτών και ακολούθως να μην ανταποκρίνεται στο στόχο της κοινωνικής ενσωμάτωσης των μελών των μεταναστευτικών ομάδων. Μάλιστα συχνά περιγράφονται ως ομάδες με διαφορετικά δικαιώματα πρόσβασης στο σύστημα και τις παροχές του, όχι στη βάση τυπικών ρυθμίσεων παρά άτυπων πρακτικών. 12
Εισήγητρια : Α. Αμπτελρασούλ Υπ. Διδάκτωρ, ιατρός Αρετέειο νοσοκομείο Θέμα: Η διαπολιτισμική μεσολάβηση Εισαγωγή Σύμφωνα με τον ορισμό της Παγκόσμιας Οργάνωσης Υγείας, η υγεία είναι μια κατάσταση πλήρους φυσικής, ψυχικής και κοινωνικής ευεξίας και δεν συνίσταται μόνο στην απουσία ασθένειας ή αναπηρίας [. Ασφαλώς ο ορισμός είναι αρκετά ευρύς, ώστε να περιλαμβάνει την κοινωνική πρόοδο και την ευημερία ως συστατικά της έννοιας, αναγνωρίζοντας έτσι ότι ο μακροχρόνια άνεργος ή αυτός που βιώνει μια κατάσταση φτώχειας δεν μπορεί να θεωρηθεί απόλυτα υγιής. Άλλωστε, η υγεία αποτελεί επισήμως πλέον στα κοινοτικά κείμενα έναν τομέα ο οποίος είναι ικανός από μόνος του να οδηγήσει σε μία διαδικασία κοινωνικού αποκλεισμού. Αυτό βεβαίως συμβαίνει στην περίπτωση που ένα άτομο δεν μπορεί να έχει πρόσβαση στην υγεία, δηλαδή στις υπηρεσίες υγείας και δη τις δημόσιες, είτε γιατί νομικής φύσης εμπόδια του στερούν αυτή την δυνατότητα είτε γιατί στην πράξη δεν του επιτρέπεται. Η υγεία των πολιτών ορίζεται ως κοινωνικό δικαίωμα για όλους τους πολίτες της Ελλάδος και τελεί υπό την φροντίδα του κράτους, το οποίο οφείλει να λαμβάνει και να υλοποιεί όλα εκείνα τα μέτρα που κρίνονται αναγκαία για την προάσπιση της απρόσκοπτης άσκησης του από τους δικαιούχους. Πλήθος άλλων νομικών κειμένων συγκεκριμενοποιεί την προστασία αυτού του κοινωνικού δικαιώματος ανάλογα με τις ειδικές περιπτώσεις. Οι παράγοντες που είναι ικανοί να οδηγήσουν σε μια διαδικασία κοινωνικού αποκλεισμού είναι πολλοί και κατατάσσονται επίσημα, σε τέσσερις κατηγορίες. Μία από αυτές είναι η Υγεία, ένας τομέας καθοριστικός για την πρόοδο και την ενσωμάτωση όλων, αλλά κυρίως αυτών που ανήκουν στις λεγόμενες ευπαθείς κοινωνικές ομάδες, όπως είναι οι μετανάστες, οι πρόσφυγες ή οι τσιγγάνοι. Τόσο η προσβασιμότητα στις υπηρεσίες Υγείας όσο και η συνολική φυσική κατάσταση και η ψυχολογική υγεία είναι στοιχεία τα οποία είναι ικανά, να οδηγήσουν σε κοινωνικό αποκλεισμό. Θα λέγαμε ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός δεν είναι μία μετρίσιμη κατάσταση. Είναι μία διαδικασία και ταυτόχρονα το αποτέλεσμα αυτής. Αποκλείω σημαίνει παρεμποδίζω την πρόσβαση σε κάτι. Ερμηνεύοντας την Πράσινη Βίβλο της Ε.Ε. καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο κοινωνικός αποκλεισμός νοείται ως η παρεμπόδιση απορρόφησης κοινωνικών και δημόσιων αγαθών, κοινωνικού και δημόσιου πλούτου. Σημασία δεν έχει το γεγονός ότι κατέστη αδύνατη για ένα άτομο η πρόσβαση σε κάποιες κοινωνικές Υπηρεσίες, σε κάποιες συγκεκριμένες περιπτώσεις. Σημασία έχει, όχι η μη πρόσβαση, αλλά η μη προσβασιμότητα (η συστηματική αφαίρεση της δυνατότητας για πρόσβαση) σε αυτές της Υπηρεσίες, η οποία έχει τελικά ως συνέπεια την μη απόλαυση των αντίστοιχων υπηρεσιών. Επιχειρώντας μία γενική ερμηνεία της έννοιας του κοινωνικού αποκλεισμού θα λέγαμε 13
πως περιγράφουμε με αυτό τον όρο μια ή περισσότερες διαδικασίες που τελούνται σε μία συγκεκριμένη χρονική περίοδο σε μια ορισμένη κοινωνία και έχουν ως τελικό αποτέλεσμα την συστηματική αδυναμία άσκησης κοινωνικών δικαιωμάτων ή την αδυναμία απόλαυσης κοινωνικών αγαθών/ ευεργετημάτων ή την αδυναμία πρόσβασης στις κοινωνικές υπηρεσίες εξαιτίας μιας ιδιότητας ή/ και μιας κατάστασης ή/ και απλά ενός χαρακτηριστικού, που συγκεντρώνονται στο πρόσωπο ενός ατόμου, η ύπαρξη των οποίων το κατατάσσουν ενδεχομένως σε μία ή περισσότερες κοινωνικές ομάδες, ενώ η απουσία τους θα απέτρεπε κατά πάσα πιθανότητα την εμφάνιση του τελικού αυτού αποτελέσματος ως κοινωνικό φαινόμενο. Το πολιτισμικό σοκ, οι πολιτισμικές ιδιαιτερότητες αποτελούν εξίσου σημαντικές παραμέτρους που δυσχεραίνουν την αναζήτηση υπηρεσιών στήριξης και υγείας. Τα βιώματα, οι εμπειρίες του καθένα χωριστά, οι λόγοι που τον/την ώθησαν στην απόφαση της φυγής, ο δρόμος, η άφιξη, οι συνθήκες στη χώρα υποδοχής, η δυνατότητα κάλυψης βασικών αναγκών, το άμεσο πρόβλημα κατανόησης της γλώσσας, η προσπάθεια κατανόησης της νέας κουλτούρας, του τρόπου με τον οποίο οι άνθρωποι συναλλάσσονται και πολύ απλά λένε καλημέρα. Ο αστικός ρυθμός της ζωής για τους περισσότερους είναι πολύ πιο έντονος από αυτό που μέχρι τώρα έχουν συνηθίσει. Για κάποιον που έχει συνηθίσει στη ζωή του να χαιρετάει ακόμα και αγνώστους δείχνοντας τον απαραίτητο σεβασμό, που δηλώνεται από το χρόνο που διαθέτει να εξηγήσει την καταγωγή και τους προγόνους, τη στάση του σώματος του, τον τόνο της φωνής του, θα πρέπει να προσαρμοστείς σε μια βιαστική, αρκετά δυνατή, στην καλύτερη περίπτωση χαμογελαστή, αλλά πάντα ξερή καλημέρα. Η συνήθης βιβλιογραφία αγνοεί συνήθως τα μικρά και απλά καθημερινά ζητήματα που αθροιστικά τονίζουν ή αμβλύνουν τις διαφορές μεταξύ λαών και διαφορετικών εθνοτήτων, επηρεάζοντας έτσι θετικά ή αρνητικά την καθημερινή ζωή όλων. Σύμφωνα με τον Oberg (1960), πολιτισμικό σοκ είναι η κατάσταση ανησυχίας που βιώνει κάποιος όταν δεν γνωρίζει πώς να συμπεριφέρεται σε μια νέα κουλτούρα. Στα βασικά χαρακτηριστικά του πολιτισμικού σοκ περιλαμβάνονται το γεγονός ότι οικεία πρότυπα συμπεριφοράς δεν είναι πλέον λειτουργικά και εφαρμόσιμα, η κατά συνέπεια, αδυναμία συνδιαλλαγής και αίσθηση αποπροσανατολισμού που μπορεί να ενισχύεται από μια αίσθηση ότι η κατάσταση είναι μόνιμη και δε μπορεί να βελτιωθεί. Είναι μια αναμενόμενη αντίδραση σε μια νέα πραγματικότητα. Η διαδικασία της πολιτισμικής προσαρμογής πέρα από εξωγενείς παράγοντες που αφορούν στις συνθήκες που επικρατούν στη χώρα υποδοχής εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τα βιώματα και τις προσωπικές εμπειρίες του καθένα ξεχωριστά. Τα διάφορα στάδια προσαρμογής που περιγράφονται στη βιβλιογραφία, από τη μετέωρη αίσθηση, που προκαλούν η έλλειψη των σταθερών σημείων αναφοράς από το οικείο περιβάλλον και ο φόβος για το άγνωστο και το τι μέλλει γενέσθαι, στην αποδοχή, που περιέχει την κριτική θέση των θετικών και αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν τόσο στη χώρα προέλευσης όσο και στη χώρα υποδοχής, μπορεί να διαρκέσουν από μερικούς μήνες μέχρι χρόνια. Ο βαθμός επιπολιτισμού, το εκπαιδευτικό επίπεδο, το φύλο, η προηγούμενη εμπειρία και έκθεση σε διαφορετικό πολιτισμό και το αίτιο της 14
μετακίνησης θα επηρεάσουν τη διαδικασία προσαρμογής αλλά και την αναζήτηση βοήθειας, αν και όταν χρειάζεται. Οι διαφορές στην ιατρική κουλτούρα όπως επίσης και στην αντίληψη της υγείας επηρεάζουν τόσο την προσωπική όσο και την επαγγελματική εκτίμηση και έχουν διευρυνθεί πολύ λίγο. Ωστόσο καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό το πότε και γιατί κάποιος θα αναζητήσει τις δομές υγείας, όπως επίσης και τη διάγνωση και θεραπεία που θα προταθεί ως «φυσιολογική». Συνδέεται άμεσα με τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες και αξίες του κοινωνικού συστήματος από το οποίο προέρχεται και στο οποίο ανήκει. Η πρόσβαση των υπηκόων τρίτων χωρών επηρεάζεται από μια σειρά παραμέτρων που επικεντρώνονται στο ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, στην κουλτούρα, τη στάση, τις αντιλήψεις, τις προκαταλήψεις αλλά και το φόβο τόσο όσων εργάζονται στις δομές παροχής υπηρεσιών υγείας όσο και των ίδιων. Τα δικαιώματα των μεταναστών σε θέματα υγείας στην Ε.Ε Σύμφωνα με τη Συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών του 1951 τα άτομα που είναι αναγνωρισμένα ως μετανάστες έχουν πλήρη δικαιώματα στην πρόσβαση των υγειονομικών υπηρεσιών. Οι οδηγίες της ΕΕ, που είναι νομικά δεσμευτικές υποχρεώνουν τα κράτη μέλη της να παρέχουν ιατρική φροντίδα στους μετανάστες. Αυτή η δέσμευση, εντούτοις, περιορίζεται στην περίθαλψη έκτακτης ανάγκης και δεν εγγυάται την πρόσβασή τους σε υπηρεσίες που σχετίζονται με τη Σεξουαλική και Αναπαραγωγική Υγεία. Το δικαίωμα στην υγεία για τους μετανάστες ποικίλλει ανάλογα με τις εθνικές νομοθεσίες και μόνο ένα μικρός αριθμός από τα κράτη μέλη της Ε. Ε παρέχουν στα άτομα αυτά πρόσβαση στο εθνικό σύστημα υγείας. Στην περίπτωση παράτυπων μεταναστών η κατάσταση είναι ακόμα πιο δύσκολη καθώς στερούνται κάθε δικαιώματος πρόσβασης στις Υπηρεσίες Υγείας. Το PICUM (2007a) (the Platform for International Cooperation on Undocumented Migrants) συνέταξε έναν οδηγό που παρέχει μια επισκόπηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων που ισχύουν για παράνομους μετανάστες στο διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο. Στην Ελλάδα το ζήτημα της υγείας των μεταναστών εισήλθε στην πολιτική ατζέντα μετά το 2000. Ο προηγούμενος μεταναστευτικός νόμος (ν. 2910/2001) χορήγησε επίσημα ίσα δικαιώματα όσον αφορά στην εθνική ασφάλιση και κοινωνική προστασία των ξένων πολιτών που διαμένουν νόμιμα στην Ελλάδα, και ισχύει ότι και για τους Έλληνες πολίτες. Ωστόσο, μόλις το 2002 η κυβέρνηση εισήγαγε για πρώτη φορά ένα πακέτο μέτρων με σκοπό συγκεκριμένα την ένταξη των μεταναστών: το «Σχέδιο Δράσης για την Κοινωνική Ένταξη των Μεταναστών 2002-2005» το οποίο περιλαμβάνει ρυθμίσεις που αφορούν στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη των μεταναστών. Η τυπική πρόσβαση στις δωρεάν υπηρεσίες του Εθνικού Συστήματος Υγείας (ΕΣΥ) υπήρξε συνάρτηση της επίσημης απασχόλησης και του νόμιμου καθεστώτος, κανένα από τα οποία δεν ίσχυε για την πλειοψηφία των μεταναστών στην Ελλάδα στη διάρκεια της δεκαετίας του 1990. Τον Ιούλιο του 2000, το Υπουργείο Υγείας και Πρόνοιας δημοσίευσε μια Εγκύκλιο σχετικά με την «ιατρική περίθαλψη και νοσηλεία» για υπηκόους χωρών εκτός της Ε. Ε. Σύμφωνα με αυτήν και ο νόμιμος μετανάστης μπορεί να έχει πρόσβαση στο ΕΣΥ εφόσον κατέχει βιβλιάριο υγείας εκδιδόμενο από το ασφαλιστικό ταμείο στο οποίο είναι εγγεγραμμένος. 15
Οι μετανάστες ελληνικής καταγωγής (ομογενείς), από την άλλη, μπορούν επίσης να επωφεληθούν από τις υπηρεσίες δημόσιας υγείας εάν είναι ικανοί να προσκομίσουν τα απαραίτητα έγγραφα, συμπεριλαμβανομένου, για τους ανασφάλιστους που παίρνουν επίδομα πρόνοιας, του σχετικού βιβλιαρίου υγείας. Σε κάθε περίπτωση, το μέλος του νοικοκυριού που είναι ασφαλισμένο ή παίρνει επίδομα πρόνοιας, καλύπτει και τα υπόλοιπα (εξαρτημένα) μέλη της οικογένειας. Οι παράτυποι μετανάστες μπορούν να έχουν πρόσβαση μόνο στα επείγοντα περιστατικά των νοσοκομείων για την αντιμετώπιση καταστάσεων που απειλούν τη ζωή τους. Σύμφωνα με το νόμο 2955/2001 στους αλλοδαπούς που έχουν μολυνθεί από τον ιό HIV ή άλλες μεταδοτικές ασθένειες, παρέχεται δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και νοσηλεία, εφόσον όμως η κατάλληλη θεραπεία δεν εφαρμόζεται στη χώρα προέλευσής τους. Το καθεστώς αυτό συνεχίζει να ισχύει μέχρι σήμερα παρότι ο νέος νόμος (3386/2006) σε δύο άρθρα του που αναφέρονται στους παράνομους μετανάστες καθιστά σαφές ότι δεν δικαιούνται περίθαλψης και νοσηλείας εκτός από έκτακτα περιστατικά. Εξίσου σημαντικό είναι ο ίδιος ο διερμηνέας να μοιράζεται με τον «πομπό» τα σημεία που σύμφωνα με την κουλτούρα του θα διευκολύνουν τη σχέση αυτή: ο τόνος της φωνής του «πομπού», η στάση του, το τι συνιστά «αποδεκτό»περιεχόμενο, τι είναι ταμπού και τι θα μπορούσε να εξηγηθεί περιφραστικά. Π.χ. η δυνατή φωνή εκλαμβάνεται απειλητικά σε κάποιες κουλτούρες. Το ίδιο και η άμεση οπτική επαφή. Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης ο διερμηνέας θα γίνει η προέκταση του δέκτη επίσης. Θα πρέπει να επιβεβαιώσει ότι το μήνυμα έγινε αντιληπτό και να μεταφέρει το αντίστοιχο μήνυμα του στον «πομπό» που μετατρέπεται σε δέκτης με τη σειρά του. Το αν λοιπόν ο διερμηνέας θα διευκολύνει ή θα μπλοκάρει την επικοινωνία, αν το μήνυμα, η ερώτηση για τις ανάγκες διάγνωσης ή η απάντηση, τυχόν θεραπευτικές οδηγίες π.χ. για τη λήψη φαρμάκου, γίνονται κατανοητά, αν αυτό που ο εξυπηρετούμενος ρωτά ή μοιράζεται γίνεται αντιληπτό στον δέκτη, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εκπαίδευση του διερμηνέα αλλά και την εξοικείωση του προσωπικού να επικοινωνεί έμμεσα, μέσα από τρίτο πρόσωπο. Στην ανάγκη μας να επικοινωνήσουμε συνήθως παραβλέπουμε αυτές τις παραμέτρους που μπορεί να επηρεάσουν σημαντικά εν τέλει την επικοινωνία. Θα πρέπει όμως να λαμβάνονται υπόψη και να τους αφιερώνεται ο απαραίτητος χρόνος. Πέρα από το ζήτημα της προσβασιμότητας στην θεραπεία στην Ελλάδα και την γνώση των δικαιωμάτων τους που θα αναλύσουμε παρακάτω, οι μετανάστες αντιμετωπίζουν μία σειρά από επιπλέον προβλήματα: Προβλήματα γλωσσικής επάρκειας και επικοινωνίας με το προσωπικό των μονάδων και τις υγειονομικές υπηρεσίες Διαφορετικές δοξασίες και προκαταλήψεις από τον γηγενή πληθυσμό που είναι άγνωστες στους υγειονομικούς (πχ Αφρικανοί και δοξασίες μαγείας ή χρήσης βοτάνων) Διαφορετικό περιεχόμενο του κοινωνικού στίγματος (πχ πίστη ότι αυτός που διαγιγνώσκεται πρώτος από ένα ζευγάρι είναι και αυτός που το έφερε στην οικογένεια) Φόβοι για απέλαση ή απόλυση από την εργασία Ανασφάλεια για το μέλλον και την συνέχεια της δυνατότητας πρόσβασης στην θεραπεία 16
Διαφορετική θέση της γυναίκας και μικρότερη διαπραγματευτική ισχύ στις ενδοοικογενειακές και κοινωνικές σχέσεις ακόμη και αν εργάζεται ή έχει δικό της εισόδημα Ο ρόλος του διαπολιτισμικού μεσολαβητή Ο διαπολιτισμικός μεσολαβητής δε θα πρέπει να αξιολογεί και να κρίνει έναν άλλο διαπολιτισμικός μεσολαβητή ούτε θα πρέπει κάτι τέτοιο να απαιτείται από αυτόν. Οι διαπολιτισμικός μεσολαβητής βεβαιώνονται ότι οι συνθήκες εργασίας είναι κατάλληλες για διερμηνεία. Βεβαιώνονται ότι ο χώρος εργασίας πληρεί τις προϋποθέσεις για την ομαλή διεξαγωγή της διερμηνείας. Θα συμφωνήσει για το μέρος όπου αυτός ή αυτή θα στέκεται ή θα κάθεται κατά την συναλλαγή. Θα πρέπει να έχει άνετη οπτική επαφή με τον πελάτη. Ο διαπολιτισμικός μεσολαβητής θα πρέπει να επιλέγει έναν χώρο εργασίας όπου η ασφάλεια του είναι εγγυημένη και δεν υπάρχει κίνδυνος για την υγεία του, όπως επιθετικότητα από τον πελάτη ή έκθεση σε χημικές ουσίες και μολυσματικές ασθένειες. Άλλοι παράγοντες που περιορίζουν την ασφάλεια στην εργασία μπορεί να είναι ο θόρυβος. Ο διαπολιτισμικός μεσολαβητής στοχεύει σε μια πλήρη μετάφραση της πληροφορίας και δεν παραλείπει τίποτα ούτε προσθέτει τίποτα άσχετο. Καθήκον του διαπολιτισμικού μεσολαβητή είναι να μεταφέρει τόσο γλωσσικά όσο και μη γλωσσικά-πολιτισμικά μηνύματα όσο το δυνατόν εκτενέστερα ενώ ταυτόχρονα το περιεχόμενό τους παραμένει αναλλοίωτο. Δεν εξηγεί τίποτα με τη δική του πρωτοβουλία για λογαριασμό των ατόμων που μιλούν τη γλώσσα που εκείνος μεταφράζει. Είναι αμερόληπτος, παραμένει αμέτοχος, και δεν επιτρέπει στις προσωπικές του απόψεις και στάσεις να επηρεάσουν τη δουλειά του. Πρέπει να λειτουργούν αμερόληπτα για να πετύχουν σχέσεις εμπιστοσύνης με τους πελάτες τους. Αμεροληψία σημαίνει ότι οι προσωπικές τους απόψεις και στάσεις δεν επηρεάζουν την ποιότητα της δουλειάς τους. Αν τα ζητήματα που συζητούνται σε μια μετάφραση είναι ενάντια στις αρχές και την ηθική του μεσολαβητή, δεν επιτρέπει να φανεί αυτό μέσα από τις χειρονομίες, τον τόνο της φωνής του και την επιλογή συγκεκριμένων λέξεων, λειτουργεί ως φορέας μηνυμάτων και δεν παίρνει θέση για το θέμα υπό συζήτηση. Λειτουργεί βοηθητικά και συμβουλευτικά για το άτομο ή την ομάδα που μεσολαβεί. Επιπλέον, ντύνεται σύμφωνα με την περίσταση για να μην τραβά άσκοπα την προσοχή των άλλων. Στόχος του διαπολιτισμικού μεσολαβητή είναι να διευκολύνει την επιτυχή επικοινωνία πέραν των γλωσσικών και πολιτισμικών ορίων. Είναι ένας ουσιαστικός σύνδεσμος μεταξύ των δύο πλευρών που επικοινωνούν καθώς βοηθά και τις δύο πλευρές να εκφραστούν πλήρως στη μητρική τους γλώσσα Επίσης, διευκρινίζουν τις πολιτισμικές διαφορές όταν αυτό είναι αναγκαίο για την κατανόηση. Τους έχει ανατεθεί να μεταφέρουν μηνύματα, νοήματα και σκέψεις. Συγκεντρωτικά οι διαπολιτισμικοί μεσολαβητές προσφέρουν τις κάτωθι Υπηρεσίες 1. Στηρίζουν τους επαγγελματίες υγείας και κοινωνικής πρόνοιας κατά την επικοινωνία τους με τους χρήστες Υπηρεσιών Υγείας 17
2. Αναλαμβάνουν τις δράσεις δικτύωσης με τις κοινότητες και τους συλλόγους των μεταναστών/προσφύγων 3. Συμμετέχουν στη διοργάνωση των διαπολιτισμικών εκδηλώσεων και ημερίδων 4. Προωθούν τη δικτύωση με υπηρεσίες (δημοτικές, υγείας, κοινωνικής πρόνοιας, εθελοντικές) της περιοχής όπου διαμένουν οι χρήστες καθώς και με αντίστοιχες υπηρεσίες άλλων περιοχών. 5. Συμμετέχουν στις εβδομαδιαίες συναντήσεις της ομάδας όπου ανήκουν. Η συνεισφορά τους είναι ιδιαίτερα σημαντική στη διάδοση και ενσωμάτωση καλών πρακτικών για την καταπολέμηση του ρατσισμού και της ξενοφοβίας. Οι υπηρεσίες τους μπορούν να αξιοποιηθούν από: 1. Την τοπική αυτοδιοίκηση 2. Τις υπηρεσίες και τους φορείς που εξυπηρετούν τις ανάγκες μεταναστών και προσφύγων. 3. Τις υπηρεσίες υγείας και κοινωνικής πρόνοιας 4. Κοινωνικούς και εθελοντικούς φορείς Μέσα στη νέα πολιτισμική πραγματικότητα, αναδεικνύεται η ιδιαίτερη αξία της Διαπολιτισμικής Μεσολάβησης, ώστε να υποστηρίζεται η ενσωμάτωση των υπηκόων τρίτων χωρών σε όλες τις εκφάνσεις της καθημερινότητας. Κυρίως στον ευαίσθητο τομέα της Υγείας, οικονομικοί, πολιτισμικοί, επικοινωνιακοί, κοινωνικοί και ψυχολογικοί παράγοντες συνιστούν τους συνήθεις λόγους που δυσκολεύουν την πρόσβαση των μεταναστών στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας. Με τη Διαπολιτισμική Μεσολάβηση γίνεται κατανοητή η διαφορετικότητα των αλλοδαπών ασθενών και διευκολύνονται οι ίδιοι, ενώ δημιουργούνται γέφυρες επικοινωνίας με το προσωπικό των νοσοκομείων, για την άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση των προβλημάτων τους. Οι Διαπολιτισμικοί Μεσολαβητές, που προσφέρουν διαφορετικές υπηρεσίες από τους διερμηνείς, χαρακτηρίζονται ως επαγγελματίες κατάλληλοι να αναγνωρίσουν τις ανάγκες των μεταναστών και να εξασφαλίσουν ίσες ευκαιρίες στην πρόσβαση των υπηρεσιών, λειτουργώντας ως ενδιάμεσοι κρίκοι. Είτε όμως μιλάμε για ασθενείς μετανάστες, είτε για ασθενείς που απολαμβάνουν παροχές υγείας στην χώρα τους, το θεμελιώδες δικαίωμα στην υγεία είναι κοινό. Οφείλουμε να σεβόμαστε αδιακρίτως το δικαίωμα στην πρόσβαση, στην πληροφόρηση, στα προληπτικά μέτρα, στην συγκατάθεση, στην ελεύθερη επιλογή, στην προστασίας προσωπικών δεδομένων και εμπιστευτικότητα, στο σεβασμό του χρόνου επιβίωσης, στην ποιότητα, στην ασφάλεια, στην καινοτομία, στην μη βλάβη, στην εξατομικευμένη θεραπεία, στην αντίθεση με την θεραπεία και στην αποζημίωση 18
3. Προτάσεις πολιτικής όπως προκύπτουν από το θεωρητικό πλαίσιο Συμπερασματικά από τα στοιχεία που έως τώρα έχουν αναφερθεί αλλά και από την εμπειρία που έχει συσσωρευθεί τα τελευταία χρόνια είμαστε σε θέση να κωδικοποιήσουμε κάποιες προτάσεις πολιτικής οι οποίες διασφαλίζουν από τη μια πλευρά τα δικαιώματα που απορρέουν από την εργασία αλλά παράλληλα διευκολύνουν την πρόσβαση των μεταναστών στο φάσμα των κοινωνιών παροχών και υπηρεσιών. Οι προτάσεις αυτές κρίνεται ότι υποστηρίζουν συνολικά την ένταξη των μεταναστών και αίρονται οι συνθήκες που καθιστούν τους μετανάστες ως ομάδες μειωμένων δικαιωμάτων. Άξονες προτάσεων: 1. προτάσεις προς τους επίσημους φορείς υλοποίηση προγραμμάτων καταπολέμησης στερεοτύπων και προκαταλήψεων των εργαζομένων στις δημόσιες υπηρεσίες και υπηρεσίες κοινωνικής πρόνοιας υλοποίηση προγραμμάτων καταπολέμησης στερεοτύπων και προκαταλήψεων του γενικού πληθυσμού θέσπιση θέσης διαπολιτισμικού μεσολαβητή μόνιμα τοποθετημένου σε καίρια σημεία της επαφής των επίσημων φορέων με τους πολίτες 2. προτάσεις προς τις οργανώσεις και κοινότητες μεταναστών ανάδειξη προσώπων αναφοράς για το ρόλο των διαπολιτισμικών μεσολαβητών ανάδειξη πρακτικών για τον περιορισμό άτυπων πρακτικών αντιμετώπισης κοινωνικών αναγκών 19
4. Αναφορά σε καλές πρακτικές Οι παραπάνω στρατηγικοί στόχοι και προτάσεις δεν αρκούν για την αντιμετώπιση του φαινομένου. Η εμπειρία και η έρευνα των πρακτικών που σχεδιάζονται και υλοποιούνται στο τοπικό επίπεδο έχει αναδείξει εξαιρετικά ενδιαφέρουσες πρακτικές οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν παραδείγματα ενώ η μελέτη τους να λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά και να υιοθετηθεί από ΣΕΜ ανά τη χώρα. Τα παραδείγματα αυτά μπορεί να είναι από χώρες της ΕΕ ή την Ελλάδα και μέσω της δικτύωσης και του παρόντος θεματικού οδηγού να προσαρμόσουν στις επιμέρους τοπικές συνθήκες και να αποτελέσουν εργαλεία προώθησης του στόχου της κοινωνικής ένταξης των μεταναστών και της εμπέδωσης της κοινωνικής συνοχής στο τοπικό επίπεδο. Πρόσβαση στη στέγη Τίτλος Προγράμματος: Crossroads Χώρα: Σουηδία Πόλη: Στοκχόλμη Πρόκειται για ένα κέντρο υποστήριξης και πληροφόρησης για άτομα από άλλα κράτη της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων και υπηκόων τρίτων χωρών με άδεια παραμονής σε χώρα της ΕΕ, τα οποία είναι άστεγα (και βρίσκονται στη Στοκχόλμη). Το κέντρο προσφέρει ειδικότερα μια σειρά συμβουλευτικών υπηρεσιών, διάφορα μαθήματα, καθώς και τροφή, χώρους προσωπικής υγιεινής, χώρους για το πλύσιμο των ρούχων, χώρους ανάπαυσης. Το προσωπικό και οι εθελοντές του κέντρου προσφέρουν υπηρεσίες συμβουλευτικής και υποστήριξης, διευκολύνουν στις επαφές με τις δημόσιες υπηρεσίες και οργανισμούς, με εργοδότες, ιδιοκτήτες ακινήτων. Στο κέντρο απασχολούνται πάνω από 100 εθελοντές οι οποίοι προσφέρουν υπηρεσίες διερμηνείας και μετάφρασης, νομικές, ψυχολογική υποστήριξη, καθώς και λοιπές υπηρεσίες. Η μέρα στο κέντρο διαρθρώνεται γύρω από δυο άξονες. Κατά τις πρωινές ώρες παρέχονται δωρεάν γεύματα (πρωινό και μεσημεριανό), ενώ δίνεται η δυνατότητα για 20