ΤΓΚΡΙΗ ΣΩΝ ΜΕΣΡΩΝ ΣΗ ΥΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗΗ ΓΙΑ ΣΗΝ ΜΕΙΩΗ ΣΗ ΡΤΠΑΝΗ

Σχετικά έγγραφα
Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ. Ενότητα 4. Ευτύχιος Σαρτζετάκης Τμήμα Οικονομικών Επιστημών

13 Το απλό κλασικό υπόδειγμα


Άριστο επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Χειμώνας-Άνοιξη Μάθημα: Δημόσια Οικονομική Διδασκαλία: Γεωργία Καπλάνογλου

Κοινωνικοοικονομική Αξιολόγηση Επενδύσεων Διάλεξη 4 η. Επιπτώσεις Επενδυτικών Έργων και Μέτρων Πολιτικής


Διάλεξη 15. Βραχυχρόνια προσφορά. Προσφορά κλάδου. Προσφορά από ανταγωνιστικό κλάδο

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ: ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΡΙΣΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΥ ΦΟΡΟΥ

ΔΕΟ43. Απάντηση 2ης ΓΕ Επιμέλεια: Γιάννης Σαραντής. ΘΕΡΜΟΠΥΛΩΝ 17 Περιστέρι ,

Προσφορά από ανταγωνιστικό κλάδο

Γενικά. Διάλεξη 12. Υπερβάλλον βάρος: Ορισμός. Ορισμός. Ορισμός. Ορισμός

Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Αρ. Απάντηση Αρ. Απάντηση Ερώτησης 1. A 6. C 2. C 7. A 3. A 8. E 4. B 9. A 5. E 10. C

Διάλεξη 11. Μεγιστοποίηση κέρδους. Οικονοµικό κέρδος. Η ανταγωνιστική επιχείρηση

To 2 ο Θεμελιώδες Θεώρημα Ευημερίας

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΕΚΤΟ ΜΟΡΦΕΣ ΑΓΟΡΑΣ. 1. Τι πρέπει να κατανοήσει ο μαθητής


από την ποσοστιαία μεταβολή της ζητούμενης ποσότητας προς την ποσοστιαία Σχέση ελαστικότητας ζήτησης και κλίση της καμπύλης ζήτησης.

Σχεδιάγραμμα 1: Αξία ή Μικτή Ωφέλεια Ενός Προϊόντος και το Πλεόνασμα του Καταναλωτή. Μέτρα ευημερίας του καταναλωτή. Κ α μ π ύ λ η Ζ ή τ η σ η ς P 1

Τέλειος ανταγωνισµός. Ηεπιχείρησηστον τέλειο. ύο ακραίες περιπτώσεις. Οι συνθήκες µέγιστου κέρδους

Διάλεξη 12. Φορολογία και αποτελεσματικότητα. Ράπανος - Καπλάνογλου 2016/7

Μεταβιβάσιµες Άδειες Ρύπανσης (Tradeable Emission Permits) Ας θεωρήσουµε και πάλι ότι υπάρχουν επιχειρήσεις n, ( i 1,2,..., n)

Μορφές καμπυλών κόστους

Notes. Notes. Notes. Notes. p = MC(q) = 0 p = dc(q) dq

ΔΕΟ 34 ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΑΝΑΛΥΣΗΣ ΤΟΜΟΣ 1 ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής

Εισαγωγή στην Οικονομική Επιστήμη Ι. Επιχειρήσεις σε ανταγωνιστικές αγορές. Αρ. Διάλεξης: 09

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

να μεταβάλει την ποσότητα ενός ή περισσότερων από τους συντελεστές που χρησιμοποιεί

Πλήρης ανταγωνισμός. Καθηγήτρια: Β. ΠΕΚΚΑ- ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ. Υποψήφια Διδάκτωρ: Σ. ΤΑΚΑΟΓΛΟΥ

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΑ

Προσφορά επιχείρησης

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ


ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΠΑΡΑΓΩΓΗΣ. Κεφάλαιο 10. Το κόστος παραγωγής. ! Οι επιχειρήσεις επιθυµούν να παράγουν µεγαλύτερη ποσότητα, όσο υψηλότερη είναι η τιµή

ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ Διάλεξη 2α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΓΕΝΙΚΗ ΙΣΟΡΡΟΠΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΗΣ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ

ΚΑΙ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

1. Με βάση τον κανόνα της ψηφοφορίας με απλή πλειοψηφία, η ποσότητα του δημόσιου αγαθού που θα παρασχεθεί είναι η κοινωνικά αποτελεσματική ποσότητα.

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΣΠΟΥΔΩΝ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΚΗΣ

Αλγεβρικό Παράδειγμα Σχετικά με τηνεπιλογή Μέτρων Πολιτικής για τη Μείωση της Ρύπανσης: Φορολογία Ρύπων Ή Ανώτατα Όρια

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ 2

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΑΝΕΩΣΙΜΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΑΛΙΕΙΑΣ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΜΑΘΗΜΑ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ & Γ ΤΑΞΗΣ ΕΠΑ.Λ (ΟΜΑ Α Β ) 2 ΙΟΥΝΙΟΥ 2015 ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ ΟΜΑ Α ΕΥΤΕΡΗ

ΣΧΟΛΗ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΜΙΚΡΟΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ «ΤΕΛΕΙΟΣ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΜΟΣ» Ακαδημαϊκό Έτος


ΔΕΟ34. Ενδεικτική Απάντηση 1ης γραπτής εργασίας Επιμέλεια: Γιάννης Σαραντής

ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΑΓΟΡΕΣ

Εθνικό & Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Σχολή Οικονομικών & Πολιτικών Επιστημών Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Τομέας Πολιτικής Οικονομίας

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ Ακαδημαϊκό έτος Τμήμα Οικονομικών Επιστημών Εξέταση στο μάθημα: Δημόσια Οικονομική Διδασκαλία: Γεωργία Καπλάνογλου

1. ΑΝΟΙΚΤΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗ ΜΑΚΡΟΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟ

ΑΝΤΑΛΛΑΓΗ. Οι συναρτήσεις χρησιμότητας των ατόμων Α και Β είναι αντίστοιχα. και. και το αρχικό απόθεμα και.

ΑΣΚΗΣΕΙΣ. 1η οµάδα. 2. Έστω ο επόµενος πίνακας παραγωγικών δυνατοτήτων: Χ Υ Κόστος. Κόστος ευκαιρίας Ψ Α /3

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΑΙΔΕΙΑΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΑΝΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΑΝΩΤΑΤΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΠΑΓΚΥΠΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ 2015

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Α.Ο.Θ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ (Μακροοικονομική) Mankiw Gregory N., Taylor Mark P. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΤΖΙΟΛΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ 35 ΤΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΤΗΣ ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ

Μικροοικονοµική Θεωρία. Προσφορά προϊόντος από επιχείρηση. Προσφορά προϊόντος από επιχείρηση. = 0 p = dc(q) Notes. Notes. Notes.

Τιµή, αξία (πρόθεση για πληρωµή) και µέτρα ευηµερίας του καταναλωτή

ΔΕΙΓΜΑ ΠΡΙΝ ΤΙΣ ΔΙΟΡΘΩΣΕΙΣ

Σύμφωνα με τον προηγούμενο ορισμό οι εξωτερικές οικονομίες διακρίνονται σε :

Μικροοικονομική Ανάλυση της Κατανάλωσης και της Παραγωγής

Διάλεξη 14. Προσφορά επιχείρησης

ΣΥΝΘΕΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ

Δεύτερο πακέτο ασκήσεων και λύσεων

Σύντομος πίνακας περιεχομένων

Ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών

ΕΡΓΑΣΙΕΣ 3 ου ΚΕΦΑΛΑΙΟΥ. 1 η Ομάδα: Ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ. και το Κόστος

Θεωρία παραγωγού. Μικροοικονομική Θεωρία Ι / Διάλεξη 11 / Φ. Κουραντή 1

(1β) Μη Χωροθετικά Υποδείγματα Διαφοροποιημένου Προϊόντος με Ενδογενές Πλήθος Επιχειρήσεων

Επαναληπτικές ερωτήσεις πολλαπλής επιλογής: Κεφάλαιο 1 ο

οριακό έσοδο (MR) = οριακό κόστος (MC)

Εξειδικευμένοι Συντελεστές Παραγωγής και Διανομή του Εισοδήματος. Το Υπόδειγμα των Jones και Samuelson

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΕΠΙΛΟΓΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ 15/06/2018 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4. Προσφορά των Αγαθών

ΒΡΑΧΥΧΡΟΝΙΑ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Το Υπόδειγμα IS-LM. (1) ΗΚαμπύληIS (Ισορροπία στην Αγορά Αγαθών)

ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΟΛΛΑΠΛΗΣ ΕΠΙΛΟΓΗΣ ΓΙΑ ΔΥΝΑΤΟΥΣ ΛΥΤΕΣ

Διάλεξη 3. Οικονομικά της ευημερίας. Οικονομικά της ευημερίας 3/9/2017. Περίγραμμα. Εργαλεία δεοντολογικής ανάλυσης

Μικροοικονομική Ι. Ενότητα # 7: Αγορά εργασίας Διδάσκων: Πάνος Τσακλόγλου Τμήμα: Διεθνών και Ευρωπαϊκών Οικονομικών Σπουδών

Α1. ΘΕΜΑ Α. 1. Λ 2. Σ 3. Λ 4. Σ 5. Λ Α2.1. Β Α2.2. Δ

Απαντήσεις στο 2 ο Διαγώνισμα Α.Ο.Θ. Γ Λυκείου Θ Ε Μ Α Τ Α

ΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΝΤΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΑΓΟΡΑ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ(EΠΑΛ) ΟΜΑΔΑ Α

Οικονομικά για Μη Οικονομολόγους Ενότητα 5: Μορφές Αγοράς

Ανάλυση Νεκρού Σημείου Σημειώσεις

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΚΛΕΙΣΤΟΥ ΤΥΠΟΥ ΑΠΟ ΟΛΑ ΤΑ ΚΕΦΑΛΑΙΑ

ΑΡΧΕΣ ΟΙΝΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ

ΔΥΝΑΜΙΚΗ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΑΠΟΤΥΧΙΕΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ. (Συνέχεια)

ΘΕΜΑ Α Α.1.α Α.1.β Α.1.γ Α.1.δ Α.1.ε Α.2 Α.3 Λάθος Σωστό Σωστό Λάθος Σωστό δ β ΘΕΜΑ Β

ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

Επιλογή Ποιότητας και Κάθετη Διαφοροποίηση Προϊόντος

ΑΡΧΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ (ΝΕΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) ΕΠΙΛΟΓΗΣ (ΠΑΛΑΙΟ ΣΥΣΤΗΜΑ) 25 ΜΑΪΟΥ 2016 ΕΚΦΩΝΗΣΕΙΣ ΟΜΑ Α ΠΡΩΤΗ

ΔΗΜΟΣΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ Ι

4. ΕΞΩΤΕΡΙΚΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΕΣ

Εισαγωγή στην Οικονομική Ανάλυση. Εξετάσεις περιόδου Ιανουαρίου Ιανουαρίου Νίκος Θεοχαράκης Θανάσης Μανιάτης

Μικροοικονομική. Ελαστικότητες

Transcript:

ΤΓΚΡΙΗ ΣΩΝ ΜΕΣΡΩΝ ΣΗ ΥΟΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΣΗ ΕΠΙΔΟΣΗΗ ΓΙΑ ΣΗΝ ΜΕΙΩΗ ΣΗ ΡΤΠΑΝΗ Όταν και εφόσον ισχύει το θεώρημα του Coase, γνωρίζουμε ότι είναι αδιάφορο το αν οι ρυπογόνες επιχειρήσεις αποζημιώνουν εκείνους οι οποίοι βλάπτονται (λόγω των ρύπων που οι επιχειρήσεις παράγουν) ή το αν οι θιγόμενοι αποζημιώνουν τις επιχειρήσεις για τα διαφυγόντα κέρδη, τα οποία προκύπτουν από την μείωση των ρύπων. Θα μπορούσαμε, κατά αναλογία, να ισχυριστούμε ότι η επιδότηση της μείωσης των ρύπων, είναι ένα ισοδύναμο μέτρο πολιτικής με αυτό του περιβαλλοντικού φόρου; Η σύντομη απάντηση είναι όχι. Η επιδότηση και η φορολογία έχουν ταυτόσημη άμεση βραχυχρόνια επίδραση στις ρυπογόνες επιχειρήσεις, αλλά έχουν τελείως διαφορετική επίδραση στην μακροχρόνια ισορροπία της αγοράς. Επιπλέον τα δύο αυτά μέτρα έχουν διαφορετικό δημοσιονομικό βάρος, η φορολογία προσπορίζει έσοδα στον κρατικό προϋπολογισμό ενώ αντίθετα η επιδότηση απαιτεί δημόσιες δαπάνες. 1) Περίπτωση 1: Βραχυχρόνια Ισορροπία της Αγοράς Ας υποθέσουμε ότι αναφερόμαστε σε μια ανταγωνιστική αγορά στην οποία παράγεται ένα ομογενές προϊόν, q, και κατά τη διάρκεια της παραγωγικής διαδικασίας δημιουργούνται επιβλαβείς ρύποι, e. Αν υποθέσουμε επίσης ότι υπάρχει ομογένεια στις επιχειρήσεις της αγοράς, τότε στην περίπτωση που εφαρμόζεται φορολόγηση των ρύπων το συνολικό κόστος μιας αντιπροσωπευτικής επιχείρησης είναι:,, c q e c q e FC te (1) όπου c q, e συμβολίζει το συνολικό κόστος,, i i v c q e το μεταβλητό κόστος, FC το v i i σταθερό κόστος και te τις δαπάνες φορολογίας εφόσον με το t συμβολίζουμε τον περιβαλλοντικό φόρο. Στην συνέχεια κάνουμε την παραδοχή ότι υπάρχει μια γνωστή σχέση μεταξύ παραγόμενου προϊόντος και επιπέδου ρύπων. Αυτή η παραδοχή, η οποία μπορεί να γραφεί ως αύξουσα συνάρτηση e f ( q), με f( q), μας επιτρέπει να απλοποιήσουμε την q (1) ξαναγράφοντας την ως: ( ) c q c q FC tf q (2) v 1

Έτσι, λοιπόν, από την (2) προκύπτει ότι το οριακό κόστος της αντιπροσωπευτικής επιχείρησης είναι: ( ) MC q t q q q t c q cv q f q Από την (3) συνάγουμε ότι το οριακό κόστος της επιχείρησης στην οποία επιβάλλεται f( q) περιβαλλοντικό φόρος είναι αυξημένο κατά t. q (3) Ας υποθέσουμε τώρα ότι παρέχουμε κίνητρα στην επιχείρηση για να μειώσει το επίπεδο των ρύπων που παράγει. Τέτοια κίνητρα είναι η επιδότηση της μείωσης των ρύπων. Σ αυτή την περίπτωση η επιχείρηση λαμβάνει επιδότηση ανά μονάδα μείωσης των ρύπων ίση με s. Το συνολικό ποσό της επιδότησης είναι s e e, όπου το e δηλώνει το μέγιστο επίπεδο ρύπων που η επιχείρηση παράγει εφόσον αντιστοιχεί στο σημείο μεγιστοποίησης των κερδών της επιχείρησης όταν δεν εφαρμόζεται καμία πολιτική ρύθμισης. Στην περίπτωση που εφαρμόζεται επιδότηση της μείωσης των ρύπων το συνολικό κόστος μιας αντιπροσωπευτικής επιχείρησης είναι: η οποία μπορεί να ξαναγραφεί ως:, v, c q e c q e FC s e e (4) v ( ) c q c q sf q FC se se (5) εφόσον το τμήμα FC se είναι ανεξάρτητο της παραγόμενης ποσότητας, το οριακό κόστος της επιχείρησης είναι: ( ) MC q s q q q s c q cv q f q Αντιπαραβάλλοντας τις (3) και (6) και εφόσον s (6) t, προκύπτει ότι το οριακό κόστος της επιχείρησης είναι το ίδιο είτε η πολιτική μείωσης των ρύπων επιδιωχθεί με αντικίνητρα (περιβαλλοντικός φόρος) είτε με κίνητρα (επιδότηση). Εφόσον, λοιπόν, αναφερόμαστε σε βραχυχρόνιο ορίζοντα η επιχείρηση καθορίζει τις παραγωγικές επιλογές της λαμβάνοντας 2

υπόψη της μόνο το οριακό κόστος. Το πόσο θα παράγει η επιχείρηση προσδιορίζεται από την εξίσωση του οριακού της κόστους με την τιμή του προϊόντος, με την προϋπόθεση φυσικά ότι η τελευταία καλύπτει το μέσο μεταβλητό κόστος. Το σταθερό κόστος της επιχείρησης δεν έχει καμία άμεση επίδραση στην βραχυχρόνια ισορροπία. Επομένως, και οι δύο πολιτικές ωθούν την επιχείρηση στις ίδιες παραγωγικές επιλογές, δηλαδή το επίπεδο παραγωγής προϊόντος δεν επηρεάζεται από το αν εφαρμόζεται περιβαλλοντικός φόρος ή επιδότηση της μείωσης των ρύπων. Συνεπώς, και εφόσον έχουμε υποθέσει ότι υπάρχει μια γνωστή σχέση μεταξύ παραγόμενου προϊόντος και επιπέδου των ρύπων, προκύπτει ότι και οι δύο πολιτικές εξασφαλίζουν το ίδιο επίπεδο περιβαλλοντικής προστασίας. Το Διάγραμμα 1 απεικονίζει την λογική του μέτρου της επιδότησης της μείωσης των ρύπων. M B M B Α Β s, t α β q, e q+ 1 e q, e Διάγραμμα 1: Το μέτρο της επιδότησης της μείωσης των ρύπων Όπως φαίνεται από το Διάγραμμα 1, είναι προς όφελος της επιχείρησης να μειώσει το επίπεδο των παραγόμενων ρύπων μέχρι του σημείου που το οριακό της όφελος εξισώνεται με την τιμή της επιδότησης. Αυτό προκύπτει εφόσον στο διάστημα ( e e ) η τιμή της επιδότησης είναι μεγαλύτερη από το οριακό όφελος της επιχείρησης, οπότε η μείωση των ρύπων μέχρι το σημείο 3

e προσπορίζει περισσότερα έσοδα (περιοχή (περιοχή ). 1 ) σε σχέση με τα διαφυγόντα κέρδη Ένας διαφορετικός τρόπος ερμηνείας της επιδότησης s e ( e) είναι να θεωρηθεί ότι αποτελείται από δύο τμήματα. Το πρώτο τμήμα, se, περιλαμβάνει μια μεταβίβαση εισοδήματος η οποία είναι ανεξάρτητη από τις παραγωγικές επιλογές της επιχείρησης (lump sum subsidy). Αντίθετα, το δεύτερο τμήμα, ταυτίζεται με τον περιβαλλοντικό φόρο εφόσον s se, αποτελείται από ένα μεταβλητό φόρο που t. Πρέπει να τονιστεί ότι το δεύτερο τμήμα είναι εκείνο που παρέχει το απαραίτητο κίνητρο στην επιχείρηση για να συμμορφωθεί με την εξασφάλιση του e. Ταυτοχρόνως, από το προηγούμενο διάγραμμα προκύπτει η εξήγηση του γιατί και ο φόρος και η επιδότηση μεταβάλλουν το οριακό κόστος της επιχείρησης με τον ίδιο τρόπο. Ας υποθέσουμε, για παράδειγμα, ότι η επιχείρηση λειτουργεί στο σημείο κατά το οποίο το επίπεδο ρύπων είναι μονάδα, e. Αν η επιχείρηση, στην συνέχεια, μεταβάλλει την παραγωγή της κατά μία q 1, τότε θα πρέπει να πληρώσει επιπλέον φόρο t f ( q), q 1, που στο Διάγραμμα 1 δηλώνεται με την σκιασμένη περιοχή. Αντιθέτως, αν εφαρμόζεται το μέτρο της επιδότησης της μείωσης της ρύπανσης, η επιχείρηση δεν θα εισπράξει το ποσό s f ( q). Επομένως, εφόσον έχουμε ορίσει τις δύο πολιτικές έτσι ώστε να ισχύει s της επιχείρησης προς τα δεξιά του σημείου t, μια μετατόπιση q συνεπάγεται την εξίσωση της επιπλέον επιβάρυνσης στην περίπτωση της φορολογίας, με το κόστος ευκαιρίας (διαφυγόντα έσοδα) στην περίπτωση της επιδότησης. Επομένως και τα δύο μέτρα πολιτικής αυξάνουν το οριακό κόστος της επιχείρησης. Προκύπτει, λοιπόν, το παρακάτω συμπέρασμα για την λειτουργία της επιχείρησης: υμπέρασμα 1: Αν ισχύει s t τότε η φορολόγηση και η επιδότηση των ρύπων έχουν ταυτόσημη άμεση βραχυχρόνια επίδραση σε ομογενείς ρυπογόνες επιχειρήσεις, εφόσον και τα δύο μέτρα αυξάνουν το οριακό κόστος των επιχειρήσεων κατά το ίδιο ποσοστό. Το επίπεδο παραγωγής των επιχειρήσεων και το επίπεδο ρύπων είναι ανεξάρτητα του αν η πολιτική ρύθμισης των ρύπων επιδιώκεται με φόρο ή με επιδότηση. 1 Η πεπιοσή α αναθέπεηαι ζηο ηπίγωνο q Ae, ενώ η πεπιοσή β ζηο ηπίγωνο ABe. 4

Πρέπει να τονιστεί ότι στην περίπτωση κατά την οποία δεν έχουμε ακριβή πληροφόρηση αναφορικά με την καμπύλη του οριακού οφέλους, η εξασφάλιση του e είναι ευκολότερη με την χρήση φορολογίας. Το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα περιβαλλοντικής προστασίας επιτυγχάνεται με διαδοχικές προσεγγίσεις (trial and error) της τιμής του φόρου. Αντιθέτως, το μέτρο της επιδότησης απαιτεί διαδοχικές προσεγγίσεις δύο μεταβλητών, της τιμής της μοναδιαίας επιδότησης, s, και του σημείου αναφοράς, περισσότερες ανάγκες e. Η πολιτική της επιδότησης έχει δηλαδή πληροφορίας. Επομένως, προκύπτει το παρακάτω συμπέρασμα αναφορικά με την επιλογή του κατάλληλου μέτρου πολιτικής: υμπέρασμα 2: Όταν επικρατεί αβεβαιότητα αναφορικά με το οριακό όφελος των επιχειρήσεων, τότε η εξασφάλιση δεδομένων στόχων περιβαλλοντικής προστασίας επιτυγχάνεται ευκολότερα με την χρήση περιβαλλοντικών φόρων παρά με επιδοτήσεις. 2) Περίπτωση 2: Μακροχρόνια Ισορροπία της Αγοράς Όπως φαίνεται από τις σχέσεις (3) και (6), η πολιτική της μείωσης των ρύπων αυξάνει το οριακό κόστος της επιχείρησης, είτε αυτή η πολιτική εφαρμόζεται με φορολογία είτε με επιδότηση. Αντιθέτως, τα δύο αυτά μέτρα πολιτικής έχουν τελείως διαφορετική επίδραση στο μέσο κόστος της επιχείρησης. Ειδικότερα η φορολογία αυξάνει το μέσο κόστος όπως προκύπτει από την (3): ( ) t c q cv q tf q AC ( q) (7) q q ενώ η επιδότηση μειώνει το μέσο κόστος της επιχείρησης όπως προκύπτει από την παρακάτω σχέση: Εφόσον e f q q v ( ) s c c q s e f q AC ( q) (8) q q ( ) από τις εξισώσεις (7) και (8) είναι προφανές ότι η t s AC ( q) AC( q) AC ( q). Ποια είναι η πρακτική σημασία αυτής της παρατήρησης? Ας υποθέσουμε, λοιπόν, ότι πριν την εφαρμογή οποιασδήποτε πολιτική ρύθμισης του επιπέδου των ρύπων υπάρχει μια επιχείρηση η οποία λειτουργεί με μηδενικό κέρδος, δηλαδή η τιμή του 5

προϊόντος ισούται με το μέσο κόστος. Το σημείο της αρχικής λειτουργίας της επιχείρησης είναι το q που προσδιορίζεται από την εξίσωση τιμής του προϊόντος και μέσου κόστους, P AC. S 2 MC 1 =MC 2 P AC 2 MC Κίνηηπο εξόδου P D S S 1 AC P AC 1 Κίνηηπο ειζόδου (a) q q Q 2 Q (b) Q 1 Q Διάγραμμα 2: Μακροχρόνια ισορροπία της αγοράς και το μέτρο της επιδότησης της μείωσης των ρύπων Η εφαρμογή του μέτρου φορολογίας σ αυτήν την επιχείρηση θα αυξήσει και το οριακό κόστος MC MC και το μέσο κόστος AC AC2, όπως φαίνεται στο Διάγραμμα 2. Αυτό έχει 2 σαν αποτέλεσμα να μετατραπεί η επιχείρηση από κερδοφόρα ή έχουσα μηδενικό κέρδος σε βραχυχρονίως ζημιογόνα και ενδεχομένως σε μακροχρόνιο ορίζοντα να οδηγηθεί σε παύση της λειτουργίας της. Το τμήμα (a) απεικονίζει την βραχυχρόνια ζημιά της επιχείρησης και το κίνητρο εξόδου από τον κλάδο μερικών επιχειρήσεων, όταν εφαρμοστεί περιβαλλοντικός φόρος. Το τμήμα (b) αντιστοίχως αναφέρεται στην ισορροπία του κλάδου και δείχνει πως η ενδεχόμενη παύση της λειτουργίας μερικών επιχειρήσεων θα μετατοπίσει την καμπύλη προσφοράς S S, μεταβάλλοντας έτσι και την ποσότητα και την τιμή ισορροπίας στην αγορά. Κατά 2 κανόνα, η νέα ποσότητα ισορροπίας είναι μικρότερη, Q2 Q, οπότε και το συνολικό επίπεδο ρύπων μειώνεται με την εφαρμογή περιβαλλοντικού φόρου. Αντιθέτως, η εφαρμογή του μέτρου της επιδότησης θα αυξήσει και το οριακό κόστος MC MC αλλά θα μειώσει το μέσο κόστος AC AC1. Κάτι τέτοιο θα προσπορίσει 1 επιπλέον κέρδος στην επιχείρηση και ενδεχομένως σε μακροχρόνιο ορίζοντα να προσελκύσει 6

καινούργιες επιχειρήσεις να δραστηριοποιηθούν στην συγκεκριμένη αγορά. Το βραχυχρόνιο κέρδος της επιχείρησης και το κίνητρο εισόδου στον κλάδο νέων επιχειρήσεων όταν εφαρμοστεί η επιδότηση της μείωσης των ρύπων φαίνεται στο τμήμα (a). Ταυτοχρόνως, η είσοδος νέων επιχειρήσεων στον κλάδο θα μετατόπιζε την καμπύλη προσφοράς S S2, οδηγώντας σε νέα ποσότητα και τιμή ισορροπίας. Είναι αξιοσημείωτο, ότι δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο ότι η νέα ποσότητα ισορροπίας είναι μεγαλύτερη, Q1 Q. Αυτό το παράδοξο μπορεί να συμβεί όταν η επιπλέον παραγωγή των νέων επιχειρήσεων που προσελκύονται στην συγκεκριμένη αγορά υπερκεράζει την μείωση της παραγωγής των επιχειρήσεων οι οποίες προϋπάρχουν. 2 Η περίπτωση αυτή απεικονίζεται στο τμήμα (b) του Διαγράμματος 2 και συνοδεύεται με αύξηση του συνολικού επιπέδου των ρύπων. Επιπλέον η ενδεχόμενη αύξηση του προϊόντος οδηγεί στην επικράτηση χαμηλών τιμών ισορροπίας στην αγορά, γεγονός το οποίο δεν αποτρέπει την κατανάλωση από ρυπογόνα προϊόντα όπως συμβαίνει με την περίπτωση του περιβαλλοντικού φόρου. Έχουμε λοιπόν το παρακάτω συμπέρασμα: υμπέρασμα 3: Σε μακροχρόνιο ορίζοντα τα δύο μέτρα πολιτικής έχουν τελείως διαφορετική επίδραση πάνω στις συνθήκες εισόδου και εξόδου (entry-exit conditions) των επιχειρήσεων σ έναν κλάδο. Το μέτρο της φορολόγησης των ρύπων οδηγεί σε μικρότερο αριθμό επιχειρήσεων σ έναν κλάδο ενώ το αντίθετο αναμένεται με την εφαρμογή του μέτρου της επιδότησης. Ακόμη, δεν μπορεί να αποκλεισθεί το παράδοξο της αύξησης της συνολικής ποσότητας των ρύπων στην περίπτωση κατά την οποία ο έλεγχος της ρύπανσης επιχειρείται με το μέτρο της επιδότησης. Μια επιπλέον διαφορά μεταξύ περιβαλλοντικού φόρου και επιδότησης της μείωσης των ρύπων σχετίζεται με το διαφορετικό δημοσιονομικό βάρος το οποίο επιβάλλεται αντίστοιχα με την εφαρμογή αυτών των μέτρων πολιτικής. Η εφαρμογή του μέτρου της επιδότησης απαιτεί δημόσιες δαπάνες. Από πού προέρχονται τα δημόσιες έσοδα τα οποία είναι απαραίτητα για την χρηματοδότηση αυτών των δαπανών; Σχεδόν στην πλειοψηφία τους τα δημόσια έσοδα προέρχονται από την φορολογία, οπότε το Κράτος θα πρέπει να διευρύνει την φορολογική 2 Απαπαίηηηη πποϋπόθεζη για να ζςμβεί κάηι ηέηοιο είναι ηο επίπεδο πύπων να είναι ζηαθεπή ή αύξοςζα ζςνάπηηζη ηος πποϊόνηορ πος παπάγεηαι και ο μόνορ ηπόπορ μείωζηρ ηων πύπων να πποέπσεηαι από ανηίζηοιση μείωζη ηος παπαγόμενος πποϊόνηορ. Ανηίθεηα, αν η μείωζη ηων πύπων μποπεί να πποέλθει με ηην σπήζη ανηιππςπανηικήρ ηεσνολογίαρ ή ςποκαηάζηαζη ειζποών, ηόηε δεν είναι απαπαίηηηο όηι θα ζςμβεί ηο εν λόγω παπάδοξο. 7

βάση σε υπάρχοντες φόρους ή να θεσπίσει καινούργιους φόρους για να εξασφαλίσει τους αναγκαίους πόρους για να χρηματοδοτήσει το μέτρο της επιδότησης των ρύπων. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο παρουσιάζει δύο προβλήματα. Το πρώτο και προφανές πρόβλημα είναι ότι οι νέοι φόροι είναι σχεδόν πάντα μη δημοφιλείς και ελάχιστα πολιτικά αποδεκτοί. Το δεύτερο πρόβλημα σχετίζεται με το γεγονός ότι η φορολογία σχεδόν πάντα δημιουργεί στρεβλώσεις στην λειτουργία της αγοράς. Η επιβολή, λοιπόν, της φορολογίας για την εξεύρεση πόρων για την χρηματοδότηση του μέτρου της επιδότησης ενδέχεται να δημιουργήσει περισσότερα προβλήματα σε σχέση μα τα ενδεχόμενα οφέλη για τα οποία σχεδιάστηκε. Κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί όταν απώλειες κοινωνικής ευημερίας, οι οποίες οφείλονται στην μεγέθυνση των στρεβλώσεων μιας αγοράς λόγω επιβολής νέων φόρων, είναι μεγαλύτερες από τα κοινωνικά οφέλη του περιορισμού του επιπέδου των ρύπων. Είναι αυτονόητο ότι αν το μέτρο της επιδότησης οδηγεί σε αύξηση του συνολικού επιπέδου των ρύπων τότε η πολιτική αυτή είναι διπλά επιβαρυντική. Αφενός οδηγεί σε μεγαλύτερη περιβαλλοντική επιδείνωση και κατά συνέπεια σε μεγέθυνση του κοινωνικού κόστους, και αφετέρου εισάγει επιπλέον στρεβλώσεις στην λειτουργία της αγοράς. Απεναντίας, η πολιτική της φορολογίας προσπορίζει δημόσια έσοδα τα οποία ενδεχομένως να μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να μειωθεί το ύψος των φόρων που προϋπάρχουν. Είναι αξιοσημείωτο, ότι αν οι φόροι που ενδέχεται να αντικατασταθούν, ή να μειωθούν, δημιουργούν περισσότερες στρεβλώσεις σε σχέση με τον περιβαλλοντικό φόρο, τότε προκύπτει η περίπτωση η οποία είναι γνωστή ως υπόθεση του διπλού μερίσματος (κέρδος) (double dividend hypothesis). Το πρώτο μέρισμα αναφέρεται στην βελτίωση της κοινωνικής ευημερίας η οποία προκύπτει λόγω μείωσης των ρύπων. Ενώ, το δεύτερο μέρισμα αφορά στην επιπλέον αύξηση της κοινωνικής ευημερίας λόγω της μείωσης των στρεβλώσεων που επικρατούν σε μια αγορά. υμπέρασμα 4: Το μέτρο της επιδότησης της μείωσης των ρύπων απαιτεί δημόσιες δαπάνες των οποίων η χρηματοδότηση τους ενδέχεται να είναι προβληματική. Απεναντίας, το μέτρο της φορολογίας προσπορίζει δημόσια έσοδα τα οποία ενδεχομένως να σχετίζονται με την υπόθεση του διπλού μερίσματος. 8

Οι επιδοτήσεις για την μείωση της ρύπανσης στην πράξη. Πέραν του γεγονότος ότι η επιδότηση είναι μια δαπανηρή πολιτική ελέγχου της ρύπανσης, μια θεμελιώδης αντίρρηση η οποία συχνά εγείρεται ενάντια στην ενδεχόμενη εφαρμογή του μέτρου της επιδότησης σχετίζεται με τον συμβολικό χαρακτήρα του μέτρου. Η επιδότηση της μείωσης της ρύπανσης επιβραβεύει αντί να τιμωρεί εκείνους που ρυπαίνουν. Είναι αυτονόητο ότι κάτι τέτοιο είναι αντίθετο με τη λογική της αρχής «ο ρυπαίνων πληρώνει». Η μόνη ενδεχομένως νομιμοποίηση του μέτρου της επιδότησης προέρχεται από την αρχή «αυτός που προσφέρει αμείβεται» (the provider gets principle). Σύμφωνα με την προηγούμενη αρχή, δεν έχει σημασία αν κάποιος έχει η δεν έχει δικαίωμα να ρυπαίνει. Μια τέτοια συζήτηση μπορεί να μην τελειώσει ποτέ. Απεναντίας, αυτό που έχει σημασία είναι το γεγονός ότι η μείωση της ρύπανσης ωφελεί ένα μικρό ή μεγάλο μέρος της κοινωνίας. Δύο ενδεχόμενα φαίνεται ότι είναι πιθανά. Πρώτον, το Κράτος αναγνωρίζει την ωφέλεια που προκύπτει από την μείωση της ρύπανσης και ανταμείβει μια τέτοια βελτίωση. Κατά το δεύτερο ενδεχόμενο αυτοί που ωφελούνται από την μείωση της ρύπανσης οφείλουν να αποζημιώσουν εκείνους οι οποίοι προσφέρουν την εν λόγω βελτίωση. Δηλαδή, η αρχή ««αυτός που προσφέρει αμείβεται» μπορεί να μετασχηματιστεί είτε στην λογική «το Κράτος πληρώνει» ή «ο ωφελούμενος πληρώνει». Είναι αυτονόητο ότι η επιλογή της νομιμοποιητικής βάσης η οποία είναι πίσω από την επιλογή των μέτρων πολιτικής δεν είναι ανεξάρτητη από την κοινωνική διευθέτηση των δικαιωμάτων ιδιοκτησίας. Στην πράξη η επιδότηση της μείωσης της ρύπανσης σπανίως θα πάρει την μορφή της αμοιβής για κάθε μονάδα μείωσης. Πιο συχνά συναντάμε τις παρακάτω μορφές: Επιδοτήσεις για την εγκατάσταση αντιρρυπαντικής τεχνολογίας. Απαλλαγές φόρων από το φορολογητέα κέρδη για τις δαπάνες αντιρρυπαντικής τεχνολογίας. Επιδότηση επιτοκίου δανεισμού για την αγορά και εγκατάσταση αντιρρυπαντικής τεχνολογίας. 9