Οµάδα Εργασίας Σπύρου Μητροσύλη Σχόλιο µε αφορµή το κείµενο «Αναλυτική συνθήκη και σαγήνη» Δέσποινα Εµπέογλου Το κείµενο του Σπύρου Μητροσύλη παρουσιάζει από πολλές απόψεις µεγάλο ενδιαφέρον και τον ευχαριστώ, όπως και όλους που είµαστε σήµερα εδώ. Ευχαριστώ που µου δόθηκε η ευκαιρία να το διαβάσω και να σκεφτώ πάνω σε αυτό µαζί σας. Το κείµενο µάς προτείνει να σκεφτούµε πάνω στην «αναλυτική διάταξη», όπως ονοµάζει το αναλυτικό πλαίσιο, και πιο συγκεκριµένα τη διάσταση του πλαισίου που ονοµάζεται «setting» και αφορά περισσότερο την οργάνωση της αναλυτικής συνάντησης, δηλαδή το χώρο, τη θέση του αναλυτή και του αναλυόµενου, τον προκαθορισµένο χρόνο κάθε συνεδρίας, τα χρήµατα, τη συχνότητα και φυσικά τον θεµελιώδη κανόνα που εκφέρει ο αναλυτής στην αρχή κάθε ανάλυσης. Μας εξηγεί ο Σπύρος Μητροσύλης ότι η διάταξη αυτή είναι στη σκέψη του Φρόυντ απόγονος της ύπνωσης και της καθαρτικής µεθόδου: µια απόγονος που δε θέλει να κάνει τα λάθη του παρελθόντος, δηλαδή να υποβάλει και να σαγηνεύσει υπέρµετρα την ασθενή. Γιατί το βέβαιο είναι ότι ο Φρόυντ των «Μελετών για την υστερία» είχε να κάνει µε «ασθενείς», µε γυναίκες ανήµπορες στα µάτια του, -αρχικά τουλάχιστοννα βρουν το νόηµα αυτών που τους συµβαίνει, στο σώµα και την ψυχή τους. Ταυτόχρονα, όµως, ο ίδιος άνθρωπος, -αν είµαστε ποτέ οι ίδιοι κάθε φορά, ακόµα και σε κάθε συνεδρία- κατάφερε να σωπάσει, να ακούσει την ασθενή του, την κα Emmy von N. που του ζήτησε να την αφήσει να πει ό,τι θέλει εκείνη, όπως της ερχόταν στο µυαλό, να µην την πιέζει να απαντά σε συγκεκριµένες ερωτήσεις που απέβλεπαν στον Iστοσελίδα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Δελτίο [τεύχος 53] 1
εντοπισµό της χρονικής στιγµής ή της αιτιολογίας των συµπτωµάτων της, όπως την πίεζε να γεµίσει το στόµα και την κοιλιά της µε συγκεκριµένη ποσότητα τροφής και νερού, εντός συγκεκριµένου χρονικού διαστήµατος. Η βούληση του Φρόυντ να είναι η αναλυτική διάταξη «αντιυποβλητική», όπως µας λέει στο κείµενο του ο Μητροσύλης, χρωµατίζει τις επιλογές του για σιωπή, ουδετερότητα εκ µέρους του αναλυτή και αναστολή της κινητικότητας των δύο πρωταγωνιστών αυτής της σκηνής που στήνεται προοδευτικά. Ο Φρόυντ που ανακαλύπτει πια και εδραιώνει την ψυχανάλυση ως µέθοδο και επιστήµη, και ακόµη πολύ περισσότερο οι αναλυτές του σήµερα -το κείµενο αναφέρεται σε σηµαντικούς γάλλους σύγχρονους αναλυτές όπως οι Donnet, Laplanche, Green, Roussillon- ενδιαφέρονται για την «αποκάλυψη αυτών που είναι να αποκαλυφθούν», όπως ακούσαµε. Και αυτό που σίγουρα αποκαλύφθηκε µέσω της αναλυτικής διάταξης είναι η µεταβίβαση, και µάλιστα η νεύρωση µεταβίβασης, ως εµπόδιο αρχικά, ως µείζον εργαλείο στην αναλυτική εργασία αργότερα. Είναι η µεταβίβαση προκλητή, άρα και υποβαλλόµενη από το πλαίσιο που ορίζει ο αναλυτής, ή αυθόρµητη; Αυτό αυτό είναι ένα από τα ερωτήµατα που εξετάζει ο Μητροσύλης. Εξ αιτίας του λίγου χρόνου που έχω στη διάθεσή µου, αλλά όχι µόνο, δεν θα µπορέσω να αναφερθώ διεξοδικά σε όλες τις ιδέες του κειµένου γύρω από την αλληλεπίδραση της διάταξης και της αναλυτικής συνθήκης, όπως εκτυλίσσεται κάθε φορά. Εκείνο που κατά τη γνώµη µου είναι κεντρικό στη σκέψη του οµιλητή, είναι ότι το αναλυτικό πλαίσιο, παρά την πρόθεση του για ουδετερότητα και ελευθερία (ελεύθεροι συνειρµοί, ισοµερώς διάχυτη προσοχή του αναλυτή, αναστολή κρίσεων και απαντήσεων εκ µέρους του, ερµηνείες) συν-διαµορφώνεται µε τον κάθε αναλυόµενο. Με αυτό δεν εννοώ υποχρεωτικά τις παραµέτρους που ορίζουν τις συναντήσεις, ας τις ονοµάσουµε εξωτερικές παραµέτρους του Iστοσελίδα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Δελτίο [τεύχος 53] 2
αναλυτή (αν και δεν αποκλείονται και τέτοιες µεταβολές, ανάλογα µε την περίσταση και την εξέλιξη της εργασίας), αλλά τη σηµασία που θα πάρει κάθε φορά το πλαίσιο ανάλογα µε τη συµβολοποιητική δυνατότητα του αναλυόµενου. «Το ψυχαναλυτικό πλαίσιο συµβολίζει τη συµβολοποίηση, αλλά όλοι οι αναλυόµενοι δεν δύνανται να βιώσουν το πλαίσιο µε τον ίδιο τρόπο, διότι δε συµβολοποιούν µε τον ίδιο τρόπο», µας λέει ο Σπύρος Μητροσύλης. Ίσως, µάλιστα, ούτε και ο ίδιος ο αναλυόµενος να µπορεί να αξιοποιήσει το αναλυτικό πλαίσιο µε τον ίδιο τρόπο καθόλη τη διάρκεια της ανάλυσής του, καθώς οργανώνεται και εκτυλίσσεται το «δράµα» της µεταβιβαστικής νεύρωσης και ο ψυχισµός υπόκειται σε µεγάλης έντασης διεγέρσεις. Στην οµιλία έγιναν αναφορές σε µια τέτοια περίπτωση. Μήπως, µας λέει ακόµα ο αναλυτής, µιλώντας για την πρωτογενή και την δευτερογενή συµβολοποίηση, η αναλυτική διάταξη διέπεται, τηρουµένων των αναλογιών, από τους ίδιους µηχανισµούς µετατόπισης, συµπύκνωσης και δραµατοποίησης, που διέπουν και άλλους ψυχαναλυτικούς σχηµατισµούς, όπως το όνειρο; Όπως κατά την εργασία µε τα όνειρα δεν µπορούµε να γνωρίζουµε, ακούγοντας µόνο τη διήγηση που µας έρχεται από τον αναλυόµενο και πριν από τους συνειρµούς του, µε ποιό τρόπο έδρασαν οι παραπάνω µηχανισµοί στο σχηµατισµό των εικόνων του ονείρου, έτσι και κατά την αναλυτική συναλλαγή ίσως να µην είµαστε σε θέση να ξέρουµε εκ των προτέρων µε κάθε ένα αναλυόµενο, µε ποιο τρόπο η αναλυτική συνθήκη, φαινοµενικά ίδια για όλους, επιδρά στην ανάδειξη των µεταβιβαστικών κινήσεων και την δυναµική της αναλυτικής εργασίας. Το κείµενό σας, κ. Μητροσύλη, µας έκανε λιγότερο αθώους, µας σαγήνευσε προς αυτή την κατεύθυνση. Διακριτική είναι η αναφορά σας στην αντιµεταβίβαση. Σκέφτηκα ότι ίσως δε χρησιµοποιείτε αυτή την έννοια, επειδή, δεν ξέρω αν θα συµφωνήσετε, δεν είναι αρκετή για να αποδώσει το εσωτερικευµένο από Iστοσελίδα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Δελτίο [τεύχος 53] 3
τον αναλυτή αναλυτικό πλαίσιο. Πώς εσωτερικεύεται η αναλυτική διαδικασία, ώστε να παραµείνει κανείς εφευρετικός και ταυτόχρονα σύµφωνος µε την πολυπλοκότητα της τεχνικής της αναλυτικής µεθόδου; Μήπως µπορεί η έννοια της σαγήνης/επικυριαρχίας να µας καθοδηγήσει επ αυτού; Μιλάτε για «επικυριαρχία», «καθυπόταξη» του αναλυόµενου, παραπέµποντας ίσως και στην έννοια που πήρε δευτερογενώς η σαγήνη, όπως µας είπε ο Χρ. Ζερβής, την έννοια της στρατιωτικής επέλασης. Αν και δεν αποτελεί παρά µια πτυχή της σχέσης σαγηνευτή-σαγηνευόµενου, µου τράβηξε την προσοχή λόγω της «έκθεσής» του αναλυτή σε αυτήν και στις προφυλάξεις που πιθανώς παίρνουµε. Μέσω των προβληµατισµών αυτών οδηγήθηκα στην έννοια της «ισχύος» (force), της δύναµης για την οποία µιλάει ο Vidermann στο βιβλίο του «Η κατασκευή του αναλυτικού χώρου/του αναλυτικού διαστήµατος» 1 (1970). Ο συγγραφέας αυτός, ξεκινώντας από το ζήτηµα της εγκατάστασης του αναλυτικού πλαισίου και της ψυχανάλυσης ως µεθόδου που θα νικήσει τις αντιστάσεις και θα άρει την απώθηση, παρατηρεί ότι η δύναµη είναι σύµφυτη µε την ψυχανάλυση, όπως η αναζήτηση του νοήµατος και η απόδοσή του στον αναλυόµενο µέσω της ερµηνείας. Δε µου ήταν σαφές σε ποια «δύναµη» αναφέρεται: σε αυτή που χρειάζεται για να θέσει και να διατηρήσει κανείς το αναλυτικό setting; Σε αυτή που χρειάζεται ο αναλυτής για να διατυπώσει µια ερµηνεία ή να κάνει µια κατασκευή, την ίδια στιγµή που το νόηµα «πέφτει πάνω του» ξαφνικά, (Einfall), τραυµατίζοντάς τον ελαφρά, ή µήπως στη δύναµη που χρειάζεται για να µην το διατυπώσει και να το κρατήσει, µέχρι να έρθει µια προσφορότερη στιγµή, αν έρθει ποτέ και να 1 Μεταφράζω «αναλυτικό διάστημα» το «espace analytique», που όπως και στα ελληνικά σημαίνει συγκεκριμένο χώρο και χρόνο, απόσταση, αλλά και το άπειρο, το διάστημα. Iστοσελίδα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Δελτίο [τεύχος 53] 4
µην το αφήσει να χαθεί; Είναι µία δύναµη ή πολλές που διατρέχουν την ανάλυση; Ο καταναγκασµός της επανάληψης περιγράφεται ως δύναµη, η ενόρµηση ως ενέργεια µε ποσοτική διακύµανση, η µεταβίβαση είναι σίγουρα µια δύναµη. Όσον αφορά τον αναλυτή, αυτός δεν ορίζεται άραγε από δυνάµεις όπως η εναποµείνασα µεταβίβαση στον ή στους αναλυτές του και τους επόπτες του, καθώς και από τη σχέση µε τους δασκάλους του, µε τη θεωρία της ψυχανάλυσης, ή µε το αναλυτικό πλαίσιο όπου ανήκει ή δεν ανήκει; Μήπως η αντιµεταβίβαση και οι contre-attitudes (για τις οποίες θα µας µιλήσει ο Γ. Σταθόπουλος) καθορίζονται από αυτές τις δυνάµεις τις οποίες επιστρατεύει ή αντιµάχεται κανείς µέσα στη συνεδρία; Ο Vidermann συµπεραίνει µε τον γλαφυρό του τρόπο σχετικά µε την σχέση δύναµης και νοήµατος τα εξής: «δεν πετάµε παρά σε χώρους όπου ο αέρας αντιστέκεται και µας σηκώνει» 2. Το νόηµα θα προκύψει µέσα στον αναλυτικό χώρο που περιγράφει η δύναµη/δυνάµεις. Ποιά δύναµη όµως; Του αναλυτή µόνο; Δεν νοµίζω ότι η δύναµη βρίσκεται µόνο από την πλευρά του αναλυτή, όπως δεν υπάρχει κάποιος που είναι µόνο σαγηνευόµενος και δεν έχει και ο ίδιος σαγηνεύσει. Ο αναλυόµενος δεν είναι α-σθενής, χωρίς σθένος. Μεταφράζω: «Η ερµηνεία που δε θέλει να γνωρίζει παρά νοήµατα αγνοεί την επιµειξία, καθώς και το γεγονός ότι ο αναλυόµενος την ακούει µόνο για τον λόγο ότι για αυτόν δεν είναι µόνο νόηµα, αλλά και δύναµη- ίδια δύναµη µε τη δική του, καθώς και οι δύο µαζί επενδύουν τον αναλυτικό χώρο, που είναι κορεσµένος από συναισθήµατα (affects) 3». 2 p. 267 3 Η λέξη affect που χρησιμοποιεί ο Vidermann παραπέμπει και στη συμμετοχή του σώματος, διαφορετική από το sentiment. Iστοσελίδα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Δελτίο [τεύχος 53] 5
Η δύναµη για την οποία διερωτώµεθα είναι λοιπόν η ενορµητική δύναµη, όπως αυτή εµφανίζεται και για τους δύο εξίσου µέσα στην ανάλυση 4 µέσω των εκπροσώπων της, των αναπαραστάσεων και των ιδεών, αλλά κυρίως µέσω των συναισθηµάτων. Θα τελειώσω µε ένα ακόµη παράθεµα από τον Vidermann: «Είναι µέσα σε αυτό το διπλό ανήκειν και µέσα σε αυτή την αµοιβαιότητα της οικονοµίας και της σηµασίας, που η ερµηνεία έχει την ευκαιρία να βρει την πρακτική αποτελεσµατικότητά της και την επιστηµολογική της εδραίωση» 5. 4 Εξίσου, αλλά και μέσα στην ασυμμετρία της σχέσης. 5 P. 293 Iστοσελίδα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Δελτίο [τεύχος 53] 6
Iστοσελίδα της Ελληνικής Ψυχαναλυτικής Εταιρείας Δελτίο [τεύχος 53] 7