ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Α ΚΕΊΜΕΝΟ Γιώργης Παυλόπουλος, «Τα Αντικλείδια» Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή. Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν. 5 Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί. Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν. 10 Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν. Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος. Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν από τότε που υπάρχει ο κόσμος 15 είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια για ν ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης. Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή. Β ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ 1. «Τα Αντικλείδια» του Γιώργη Παυλόπουλου είναι μια αλληγορία για την Ποίηση. Αφού επιβεβαιώσετε την άποψη, να επισημάνετε τα στοιχεία παραμυθιού που διαθέτει. Μονάδες 15 2. α) Στο ποίημα κυριαρχούν οι κύριες ή οι δευτερεύουσες προτάσεις; Να δηλώσετε την αισθητική τους λειτουργία. β) Να ορίσετε το είδος του αφηγητή, το χρόνο και το χώρο του ποιητικού μύθου των Αντικλειδιών. Μονάδες 20 3. Πιστεύετε ότι υπάρχει αντίφαση ανάμεσα στις απόψεις του ποιητικού υποκειμένου ότι «Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή» και «Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ/για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος»; Μονάδες 20
4. Να αναλύσετε τους στίχους 6-10: «Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς/δεν τους ανοίγει γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν» σε 130-150 λέξεις. Μονάδες 25 5. Να εντοπίσετε τρία (3) κοινά στοιχεία ανάμεσα στο ποίημα «Τα Αντικλείδια» του Γιώργη Παυλόπουλου και το «Ρήμα το Σκοτεινόν» του Οδυσσέα Ελύτη. Είμαι άλλης γλώσσας, δυστυχώς, και Ηλίου του Κρυπτού ώστε οι όχι ενήμεροι των ουρανίων να μ αγνοούν. Δυσδιάκριτος καθώς άγγελος επί τάφου σαλπίζω άσπρα υφάσματα που χτυπιούνται στον αέρα και μετά πάλι αναδιπλώνονται κάτι να δείξουν, ίσως, τα θηρία μου τα χωνεμένα ώσπου τελικά να μείνει ένα θαλασσοπούλι τ ορφανό πάνω απ τα κύματα. Όπως και έγινε. Όμως χρόνια τώρα μετέωρος κουράστηκα κι έχω ανάγκη από γης που αυτή μένει κλειστή και κλειδωμένη μάνταλα πόρτες κρυφακούσματα κουδούνια τίποτε. Α πιστευτά πράγματα μιλήστε μου!.... Μιλήστε μου! Έχω ανάγκη από γης που αυτή μένει κλειστή και κλειδωμένη. Έτσι κι εγώ, μαθημένος όντας να σμικρύνω τα ιώτα και να μεγεθύνω τα όμικρον ένα ρήμα τώρα μηχανεύομαι όπως ο διαρρήκτης το αντικλείδι του. Ένα ρήμα σε άγω ή άλλω ή εύω κάτι που να σε σκοτεινιάζει από τη μία πλευρά εωσότου η άλλη σου φανεί. Ένα ρήμα μ ελάχιστα φωνήεντα όμως πολλά σύμφωνα κατασκουριασμένα κάπα ή θήτα ή ταυ αγορασμένα σε συμφερτικές τιμές από τις αποθήκες του Άδη επειδή, από τέτοια μέρη ευκολότερα υπεισέρχεσαι σαν του Δαρείου το φάντασμα ζωντανούς και πεθαμένους να κατατρομάξεις. Εδώ βαρεία μουσική ας ακούγεται. Κι ανάλαφρα τα όρη ας μετατοπίζονται. Ώρα να δοκιμάσω το κλειδί. Λέω: καταρκυθμεύω Στο φως του Ήλιου του Κρυπτού μια στιγμούλα, η φύση μας η τρίτη να φανερωθεί Αλλ η αλήθεια μόνον έναντι θανάτου δίδεται. Τα Ελεγεία της Οξώπετρας Μονάδες 20
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ 1. Το ποίημα «Τα Αντικλείδια» είναι μια αλληγορία για την Ποίηση, τη βαθύτερη ουσία και το περιεχόμενό της, που παρουσιάζεται με ονειρικό και μαγικό τρόπο. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να αντιληφθούν τι ακριβώς είναι η Ποίηση, ούτε μπορούν να νιώσουν κάτι από την ενασχόληση μαζί της και την προσπερνούν. Κάποιοι λίγοι, οι ποιητές, αναγνωρίζουν την αξία της, κάνουν διαρκείς προσπάθειες να συλλάβουν την έννοιά της και να γευθούν τους θησαυρούς της. Οι προσπάθειες αυτές, αν και είναι κοπιώδεις και διαρκείς, ωστόσο είναι ατελέσφορες και συνεπώς ατελείωτες. Το σύνολο της Ποίησης δεν είναι δυνατόν να βιωθεί ποτέ και από κανέναν. Ο ποιητής, λοιπόν, διαχειρίζεται το μύθο του με τρόπο παραβολικό-αλληγορικό: από το ποίημα γεγονός (= το ποίημα που έχει ήδη γραφτεί) οδηγείται στο ποίημα για τη δοκιμασία του δημιουργού, που είναι και ο πυρήνας, το κύριο θέμα του ποιήματος (= ποίημα για την ποιητική). Έτσι, θα μπορούσε τελικά να ειπωθεί ότι Ποίηση είναι το σύνολο των ποιημάτων που δεν γράφτηκαν ακόμη ούτε πρόκειται να γραφτούν ποτέ. Στοιχεία παραμυθιού. Το ποίημα διαρθρώνεται σαν να είναι παραμύθι, σαν ένας ποιητικός μύθος, ο οποίος διαθέτει τα εξής μυστηριακά-μαγικά στοιχεία: Υπάρχει μια πόρτα ανοιχτή για όλους, που πίσω της κρύβει θησαυρούς. Υπάρχει ένα μοναδικό κλειδί (μαγικό)που ανοίγει την πόρτα. Η ατμόσφαιρα είναι μυστηριακή και ενεργοποιεί τη φαντασία του ποιητή και του αναγνώστη. Δημιουργούνται αλληγορίες, εικόνες, μεταφορές, σκηνοθετικοί χειρισμοί (θέμα, πρόσωπα, χώρος, χρόνος, δράση, αντίδραση, πλοκή, σκηνή). Καλλιεργούνται απορίες και ερωτηματικά που υποβάλλονται στον αναγνώστη χωρίς να δίνονται απαντήσεις. Το ποίημα κλείνει με το στίχο με τον οποίο άρχισε (σχήμα κύκλου), ο οποίος όμως ξεχωρίζει τυπογραφικά από το υπόλοιπο σώμα του ποιήματος και αποτελεί το «επιμύθιο» των παλιών μυθικών-αλληγορικών αφηγήσεων: η Ποίηση είναι μια διαρκής (= ανοιχτή πόρτα) πρόσκληση και πρόκληση για όλους, μια περιπέτεια δίχως τέλος. 2α. Στο ποίημα κυριαρχούν οι κύριες προτάσεις, οι οποίες δίνουν νοηματική αυτοτέλεια, προσδίδουν αντικειμενικότητα και σαφήνεια, παράλληλα, όμως, κάνουν το λόγο κοφτό και άμεσο. Το ποίημα αποκτά έτσι γενικότητα και καθολικό κύρος. 2β. Αφηγητής. Ο αφηγητής του ποιήματος δεν είναι σαφές εάν ταυτίζεται ή όχι με τον ποιητή. Αρχικά είναι τριτοπρόσωπος παντογνώστης, προς το τέλος του ποιήματος γίνεται πρωτοπρόσωπος και ομοδιηγητικός δείχνοντας ότι και αυτός είναι ποιητής που φτιάχνει αντικλείδια, για να φτάσει στην ουσία της ποίησης, έστω κι αν δεν το έχει καταφέρει ακόμη.
Χρόνος. Ο ποιητικός χρόνος είναι ρευστός, με διαστάσεις προαιώνιες, καθώς ο αφηγητής παρακολουθεί τις κινήσεις και τις προσπάθειες των ποιητών να δουν πίσω από την πόρτα της Ποίησης «από τότε που υπάρχει κόσμος». Χώρος. Ο ποιητικός μύθος τοποθετείται σε τόπο επίσης ακαθόριστο και ρευστό, χωρίς κανένα περαιτέρω προσδιορισμό. Η απροσδιοριστία του χωροχρόνου, η απόσταση του ποιητή από το αφηγηματικό υποκείμενο (=παντογνώστης αφηγητής), η σκόπιμη ασάφεια και αοριστία, και η συνεχής επανάληψη του «δράματος» χαρίζουν στο ποίημα καθολική εποπτεία, αντικειμενική εγκυρότητα και τη δύναμη μιας αλήθειας μόνιμης και διαρκούς. 3. Το ποίημα ξεκινά με τη θέση ότι η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή σε όλους. Όσοι αντιλαμβάνονται όλα εκείνα που υπάρχουν μέσα προσπαθούν να μπουν, χτυπούν, φτιάχνουν αντικλείδια, χωρίς αποτέλεσμα. Δεν θα καταφέρουν ποτέ να την ανοίξουν. Όμως, η ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, με διαρκώς ανανεώσιμη πρόσκληση για είσοδο σ αυτήν. Κάθε προσπάθεια να ανοίξει η πόρτα της Ποίησης είναι απόπειρα να πλησιάσει ο ποιητής κάτι μαγικό, δηλαδή να προσεγγίσει με τη λογική κάτι συναισθηματικό. Έτσι, η απόπειρα αυτή σκοντάφτει σε μια λογική αντίφαση («πόρτα ανοιχτή» - «η πόρτα κλείνει. Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ»), η οποία εν τούτοις δεν είναι ποιητική, γιατί ο ποιητής γνωρίζει ότι κάθε νέο ποίημά του προσφέρει στον ίδιο κάτι από τη μαγεία της ποίησης, αποτελεί μια βιωματική εμπειρία που τον φέρει εγγύτερα στα μυστικά και τους θησαυρούς της ποίησης. Δεν είναι ούτε φιλοσοφική, γιατί πρόκειται για έναν κύκλο, που δηλώνει την αιώνια προσπάθεια των «μαγεμένων» της ποίησης να ανοίξουν την πόρτα της και να εισέλθουν στα ενδότερα, όπου κρύβονται τα μυστικά και οι θησαυροί της. Συνεπώς, η αντίθεση και το οξύμωρο με την κλειστή πόρτα που παραμένει ανοιχτή, είναι φαινομενική. 4. Για τον Παυλόπουλο, η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή, όμως για εκείνους που είδαν κάτι πίσω από αυτή την ανοιχτή πόρτα επιφυλάσσεται μια έκπληξη, μια δυσάρεστη ανατροπή: «Η πόρτα τότε κλείνει». Αυτή είναι η κορυφαία στιγμή του ποιήματος, γιατί σηματοδοτεί την έναρξη ενός αγώνα χωρίς τέλος με στόχο το άνοιγμα της πόρτας. Αυτοί που θέλουν να μπουν, χτυπάνε με την ελπίδα ότι κάποιος θα τους ανοίξει. Κανείς, όμως, δεν ακούει τα χτυπήματα, γιατί κανείς δεν είναι πίσω από την πόρτα. Τότε ψάχνουν να βρουν το κλειδί, αλλά κι αυτή η προσπάθεια αποβαίνει μάταιη, γιατί, αν και κλειδί υπάρχει, ωστόσο αυτό δεν βρίσκεται και κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Παρόλα αυτά δεν παραιτούνται. Φαίνεται πως αυτό που είδαν στο βάθος της πόρτας είναι τόσο μαγευτικό που έχει παγιδέψει το νου τους, έχει εγκλωβίσει τη σκέψη τους, τους έχει απομακρύνει από κάθε άλλο στόχο και επιδίωξη και έχει γίνει έμμονη ιδέα η απόκτησή του. Ταυτόχρονα είναι και πολύτιμο, αφού καταβάλλουν κάθε προσπάθεια και ενέργεια για να το αποκτήσουν, δεν φείδονται δυνάμεων, κόπων και χρόνου ζωής, σαν να πρόκειται για τον μεγαλύτερο θησαυρό που θα τους χάριζε την απόλυτη ευτυχία. Όμως, οι προσπάθειές τους έχουν δραματικό χαρακτήρα, γιατί είναι ατελέσφορες και σχεδόν εφιαλτικές.
5. Ομοιότητες: 1) Και τα δύο τα ποιήματα, του Παυλόπουλου και του Ελύτη, είναι ποιήματα περί ποιητικής. Περιγράφουν τη διαδικασία δημιουργίας ποιήματος και ποίησης, γιατί και πώς γράφεται ένα ποίημα. Οι ποιητές προσπαθούν με τα ποιήματά τους να προσεγγίσουν την ουσία της ποίησης, να ανακαλύψουν την έννοια και το περιεχόμενό της. Ο Ελύτης, όπως και ο Παυλόπουλος, θεωρεί ότι η ποιητική δημιουργία και γλώσσα αποτελεί έναν κόσμο μαγικό, ονειρικό και πνευματικό, που προσφέρει στον άνθρωπο ψυχικά και πνευματικά αγαθά ανεξάντλητα που συνεχώς ανανεώνονται, όσο ο άνθρωπος δημιουργεί. Η ενασχόληση με την ποίηση συνιστά μια άλλη κοσμοαντίληψη αλλά και στάση ζωής, με την οποία ο άνθρωπος αναζητά και βρίσκει την ομορφιά και τη χαρά της ζωής, την ευτυχία, την πνευματική μεταρσίωση, την αλήθεια, την ελπίδα, την ελευθερία, τη λύτρωση. 2) Και οι δύο ποιητές συμφωνούν ότι η ποίηση δεν προσεγγίζεται από όλους. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν μπορούν να αντιληφθούν τι ακριβώς είναι η Ποίηση, ούτε μπορούν να νιώσουν κάτι από την ενασχόληση μαζί της. Στέκονται απέναντί της με επιπολαιότητα, δεν αντιλαμβάνονται τίποτα και δεν νιώθουν κάτι. Δεν διαθέτουν ποιητική αισθαντικότητα και ευαισθησία. Μόνο οι μυημένοι, οι λίγοι, οι προικισμένοι με ιδιαίτερη ευαισθησία έλκονται από τη μαγεία της ποίησης, συγκινούνται από την ομορφιά της και μπορούν να κατανοήσουν όσα η Ποίηση προσφέρει. Οι ποιητές και όσοι ασχολούνται με την ποίηση, βλέπουν όλα τα θαυμαστά που κρύβονται μέσα στον ονειρικό κόσμο της, βιώνουν την ονειρική πραγματικότητά της, τη μαγεία που αποπνέει, το φως που εκπέμπει, την αλήθεια που αποκαλύπτει. 3) Η Ποίηση είναι ένας χώρος κρυπτός και κλειδωμένος ακόμα και για τους ποιητές. Και οι δύο ποιητές φτιάχνουν ποιήματα-αντικλείδια (το ρόλο του ποιήματος στον Ελύτη έχει το ρήμα) για να εισέλθουν στον απροσπέλαστο κόσμο της Ποίησης και να προσεγγίσουν την ουσία της. Ο Παυλόπουλος αναφέρεται στη δραματική διάσταση της δημιουργίας του ποιήματος, στον τεράστιο δραματικό αγώνα των ποιητών να καταφέρουν να ανοίξουν την πόρτα της ποίησης. Είναι ένας αγώνας εσωτερικός, δημιουργικός, αλλά συνάμα και δύσκολος πολύ, που αφορά την πνευματική και ψυχική υπόσταση του ανθρώπου και την κατάθεση όλων των δυνάμεών του, ακόμη και της ζωής του. Η αγωνιώδης αναζήτηση του «κλειδιού» και η εύρεση του μαγικού τρόπου να εισέλθουν στο μαγευτικό χώρο της Ποίησης γίνεται εμμονή, που παίρνει δραματικές διαστάσεις, «αφού ακόμη και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια». Έτσι, κατασκευάζουν συνεχώς αντικλείδια (=συνθέτουν ποιήματα), αλλά όλες οι προσπάθειές τους αποβαίνουν ατελέσφορες. Οι αρμαθιές αντικλείδια είναι άκαρπες δοκιμές, συνεχείς και ατελείωτες απόπειρες, κάποτε σπατάλη ζωής. Η ποιητική δημιουργία αποτελεί μια υπέρτατη δοκιμασία, παλεύοντας στο μεταίχμιο ζωής και θανάτου, να φτάσουν στην αλήθεια. Η στιγμή αυτής της αλήθειας, όμως, είναι απατηλή και πρόσκαιρη όπως η στιγμή κάθε ευτυχίας. Ομοίως και ο Ελύτης καταθέτει την αγωνιώδη διάσταση της δημιουργίας ποιήματος και εύρεσης του καταλληλότερου εκείνου ποιήματος, ρήματος γράφει εδώ, με το οποίο θα ανοίξει το χώρο της ποίησης και της ποιητικής δημιουργίας. Ψάχνει, αναζητά, εκλιπαρεί, καταβυθίζεται στα έγκατα του κόσμου και της δημιουργίας,
κατακρημνίζεται στο χώρο του θανάτου. Δοκιμάζει «κλειδιά» για να ανοίξει τις αμπάρες και τα μάνταλα, τις κλειδωμένες πόρτες, χτυπά και φωνάζει να του ανοίξουν τα πράγματα, οι λέξεις και τα ονόματα το χώρο της αλήθειας και της δημιουργίας. Επιχειρεί να ξαναπλάσει τον κόσμο και να τον κάνει νέο, καινούριο, γεμάτο φως και αλήθεια. Σε όλη τη διάρκεια της ζωής του αγωνίζεται, γράφει, δημιουργεί και δοκιμάζει, καλλιεργεί τη σκέψη του, δυναμώνει το πνεύμα, αγωνιά να δει ξεκάθαρα. Ύστερα από την ποιητική δημιουργία τα πάντα είναι διαφορετικά, αλλά «μια στιγμούλα», αφού «η αλήθεια μόνο έναντι θανάτου δίδεται». Επιμέλεια θεμάτων ΓΑΛΑΤΣΙΔΑ ΜΑΡΙΑ