Τα Αστικά «Κενά» και η συμβολή τους στην βελτίωση της ποιότητας ζωής.



Σχετικά έγγραφα
ένα αειφόρο πρότυπο Ήβη Νανοπούλου Αρχιτέκτων - Διευθύνων σύμβουλος ΘΥΜΙΟΣ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΕΜ

H Μητροπολιτική Αθήνα αντιμετωπίζει ριζικές αλλαγές και σύνθετα πολεοδομικά, περιβαλλοντικά και κοινωνικά προβλήματα

Συνεργασίες με τον Λευτέρη Παπαγιαννάκη. Ερευνητικά προγράμματα Ε.Μ.Π. για την. Ερευνητικό πρόγραμμα Ε.Μ.Π. για ένα. Αθήνας Αττικής (δεκαετία 2000)

Για μια αειφόρο προσέγγιση της οικιστικής ανάπτυξης. Θάνος Παγώνης, αρχιτέκτων - πολεοδόμος

ΕΡΓΑΣΤΗΡΙΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟΥ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ Μάθημα 2Σ6 01. ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ελένη ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ, Γρηγόρης ΚΑΥΚΑΛΑΣ Χ Ε Ι Μ Ε Ρ Ι Ν Ο Ε Ξ Α Μ Η Ν Ο

ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΗΣ ΦΥΤΟΚΑΛΥΨΗΣ ΣΤΗ ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΩΝ ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ.

ΣΥΝΟΠΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΑΣΙΝΗ ΑΝΑΠΛΑΣΗ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

Πρότυπος βιοκλιματικός σχεδιασμός στην Ελευσίνα

ΝΑΥΠΛΙΟ Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΙ ΕΡΓΑ ΑΝΑΠΛΑΣΗΣ ΗΠΑΛΙΑΠΟΛΗ ΒΥΖΑΝΤΙΟ ΚΑΙ ΠΡΟΝΟΙΑ

ΗΜΑΡΧΕΙΟ ΜΠΟΣ Α ΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΡΑΤΟΠΕ Ο ΠΑΠΑΣΤΑΘΗ ΦΙΛΑ ΕΛΦΕΙΑΣ

Τ Α ΣΤ Σ Ι Τ Κ Ι Ο Π ΕΡ Ε Ι Ρ Β Ι ΑΛΛ Λ Ο Λ Ν

Η πόλη και οι λειτουργίες της.

Βάση της διάλεξης είναι η ερευνητική εργασία με τίτλο «Οικολογικές γειτονιές σε χώρες της Ευρώπης» των Κατεργιανάκη Ευγενία, Μουσταφατζή Βασιλική,

ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΡΙΖΟΥΠΟΛΗΣ ΠΕΡΙΣΣΟΥ

ΑΝΟΙΚΤΗ ΗΜΕΡΙΔΑ "Ενεργειακή και Περιβαλλοντική Αναβάθμιση Δημόσιων Χώρων: Καινοτόμες Μέθοδοι και Προοπτικές

ΠΕΡΙΟΧΗ ΜΕΛΕΤΗΣ: ΟΙΚΟΣΜΟΣ ΕΡΓΑΤΙΚΩΝ ΚΑΤΟΙΚΙΩΝ «ΠΥΛΗΣ ΑΞΙΟΥ»

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την εφαρμογή προγραμμάτων αστικής αναγέννησης. Προτάσεις για το μέλλον

ΕΜΠ / ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ / ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ / ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2008

ΗΜΕΡΙΔΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΩΝ & ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΩΝ ΣΥΛΛΟΓΩΝ ΣΠΑΡΤΗΣ «Βιώσιμη Αστική Κινητικότητα στην πόλη της Σπάρτης»

ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΣΤΙΚΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΤΟ ΡΕΜΑ ΤΟΥ ΚΗΦΙΣΟΥ. Περίληψη. Ε.Θ.ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟ ΟΜΙΑΣ 7 ο ΕΞΑΜΗΝΟ ΥΠ.ΚΑΘ. :Τ. ΚΟΣΜΑΚΗ. ΠΟΛΥΧΡΟΝΟΠΟΥΛΟΣ ΣΠΟΥ.

ΑΣΤΙΚΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΜΕΤΩΠΟ: Η περίπτωση του Φαληρικού Όρµου

Ολόκληρη η Τροπολογία με την Αιτιολογική της Έκθεση έχουν ως εξής:

ΤΟ ΘΕΜΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗΣ ΜΑΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΕΊΝΑΙ: ΟΙ ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΡΧΗ ΔΟΜΗΣΗ ΤΩΝ ΚΤΙΡΙΩΝ

Βιοκλιματική ανάπλαση της υπαίθριας αγοράς στην περιοχή Πολυκέντρου στην πόλη της Πτολεμαϊδας

ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΠΛΑΝΟ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΥ. Αρχιτεκτονική. Περιβαλλοντική αρχιτεκτονική

Αρχιτεκτονική Τοπίου. Διδάσκων: Ιωάννης Τσαλικίδης. Συνεργάτες: Ελένη Αθανασιάδου Μαρία Λιονάτου Ευθύμης Χαραλαμπίδης Βασίλης Χαριστός

ΙΣΤΟΡΙΚΟΙ ΟΡΕΙΝΟΙ ΟΙΚΙΣΜΟΙ ΤΗΣ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ, ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ, ΑΝΑΠΤΥΞΗ

ΠΑΝΤΕΙΟΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ

Όνομα φοιτήτριας: Παπαστρατή Σοφία Αρχιτέκτων Μηχανικός Α.Π.Θ. Χειμερινό Εξάμηνο, Ακαδημαϊκό έτος

Στρατόπεδο Aσηµακοπούλου. Παραλία

Έργα Υποδομών: μπορούμε να συμβάλουμε στην επιτυχή σύζευξή τους με το «αστικό» περιβάλλον και την αειφορία;

Η εξέλιξη στις καμπύλες ενοικίου μετά την αναβάθμιση της κεντρικής υποβαθμισμένης περιοχής στην πόλη

στον αστικό ιστό Το παράδειγμα του Δήμου Αρτέμιδος Αττικής» ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΕΣ: Ι. ΠΟΛΥΖΟΣ, Τζ. ΚΟΣΜΑΚΗ, Σ. ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ Αθήνα, Μάρτιος 2009

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΑΡΑΚΤΙΑΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΥΤΙΚΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ

ΧΩΡΙΚΟΣ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ ΔΗΜΟΣΙΟΙ ΧΩΡΟΙ ΚΑΙ ΑΣΤΙΚΟ ΠΡΑΣΙΝΟ ΠΡΟΤΑΣΗ ΔΕΙΚΤΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΞΥΠΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΠΟΛΗ

Ολοκληρωμένων Χωρικών Επενδύσεων στην Περιφέρεια Αττικής

12. ΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΙΚΤΥΩΝ ΠΡΑΣΙΝΟΥ

ΑΣΤΙΚΕΣ ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΑΣΙΝΟΣ ΣΧΕΔΙΑΣΜΟΣ

ο εκτοπισμός της κατοικίας από το Γκαζοχώρι

Παροχή στοιχείων που ζητήθηκαν. Ηλίας Γιαννίρης. 10 Οκτωβρίου 2013

Η περιοχή του ήµου Μενεµένης βρίσκεται στη δυτική πλευρά του Πολεοδοµικού Συγκροτήµατος

Οι συγκοινωνιακές προκλήσεις της Αστικής Σήραγγας Ηλιούπολης

Ανάπτυξη της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας

Ο ΔΗΜΟΣ ΝΟΤΙΑΣ ΚΥΝΟΥΡΙΑΣ ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΔΗΜΟ ΤΟΥ ΜΕΛΛΟΝΤΟΣ

ΠΑΘΗΤΙΚΑ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΡΟΣΙΣΜΟΥ. ΤΕΧΝΙΚΗ ΗΜΕΡΙΔΑ ΓΙΑ ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΥΣ ΕΠΙΘΕΩΡΗΤΕΣ: Εξοικονόμηση ενέργειας και ΑΠΕ στα κτήρια

Εισαγωγή στη διεθνή και ελληνική εμπειρία από την. Προτάσεις για το μέλλον

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ

Ο Δήμος Αχαρνών. ΓΠΣ Δήμου Αχαρνών (2004) Υφιστάμενες χρήσεις γης

Υπόγειο δίκτυο πρόσβασης Ένα νέο έδαφος

Τα στρατόπεδα ως πρόκληση αναβάθµισης του πολεοδοµικού ιστού της Αθήνας. ύο ενδεικτικά παραδείγµατα: ΕΑΤ-ΕΣΑ και Γουδί

Άνθρωπος και δοµηµένο περιβάλλον

Δίνοντας ζωή στην Πόλη της Ορεστιάδας

οκ _ τόπους παρεμβάσεις τοπίου για την ανάδειξη του παραλιακού μετώπου του Ναυπλίου

«Αστικό Περιβάλλον, προβλήματα και προτάσεις προς μια βιώσιμη πόλη. Το παράδειγμα της Ελευσίνας»

Φυτεµένα δώµατα & ενεργειακή συµπεριφορά κτιρίων

ΑΕΙΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΑΝΑΠΤΥΞΗ

Η πόλη κινείται κάνουμε μαζί το επόμενο βήμα!

Τα πρότυπα ανάπτυξης των πόλεων στην Ελλάδα

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑΣ ΚΑΙ ΣΤΑΘΜΕΥΣΗΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΠΟΛΗ ΤΟΥ ΝΑΥΠΛΙΟΥ

ΠΛΑΤΕΙΑ ΜΑΚΕ ΟΝΟΜΑΧΩΝ (ΠΡΙΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ)

MILTON KEYNES: ΜΙΑ ΠΟΛΗ-ΠΡΟΤΥΠΟ;

«Ολοκληρωμένες πολιτικές διαχείρισης της αστικής ανάπτυξης και αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής».

Μαριάννα Καρακώστα. Βιώσιμες σχεδιαστικές προσεγγίσεις επανάχρησης στρατιωτικών εκτάσεων: Η περίπτωση των στρατοπέδων Χαϊδαρίου Περιστερίου

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΟΣ ΑΣΤΙΚΟΣ ΣΧΕ ΙΑΣΜΟΣ

Τα στρατόπεδα ως πρόκληση αναβάθµισης του πολεοδοµικού ιστού της Αθήνας. ύο ενδεικτικά παραδείγµατα: ΕΑΤ-ΕΣΑ και Γουδί

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ

ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΤΟΥ ΔΟΜΗΜΕΝΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΣΤΑ ΖΑΓΟΡΟΧΩΡΙΑ Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΒΙΤΣΑΣ

ΔΗΜΟΣ ΛΑΡΙΣΑΙΩΝ. Λεύκωμα Λάρισας χρόνια νεότητας ΛΑΡΙΣΑ 1900 ΛΑΡΙΣΑ ΛΑΡΙΣΑ 1910 ΛΑΡΙΣΑ 1950 ΛΑΡΙΣΑ 1950

ΠΡΑΣΙΝΕΣ ΟΡΟΦΕΣ ΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Η ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ

Το αστικό πράσινο και τα μνημεία του Πειραιά Ένα σχέδιο ανασυγκρότησης του δημόσιου χώρου

Ειδικό Θέµα Περιβάλλοντος 8ου 8 ο εαρινό εξάµηνο ακαδηµαϊκό έτος ΘΕΜΑ:

ΕΜΠ/ΔΠΜΣ ΤΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΤΩΝ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ. Σύστημα πολεοδομικών μελετών στην Ελλάδα

«γεωγραφικές δυναμικές και σύγχρονοι μετασχηματισμοί του ελληνικού χώρου» σ. αυγερινού- κολώνια, ε. κλαμπατσέα, ε.χανιώτου ακαδημαϊκό έτος

ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΗ ΕΛΕΥΣΙΝΑΣ

ΑΝΟΙΧΤΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΓΙΑ ΥΠΟΒΟΛΗ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ ΣΤΟ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΘΡΑΚΗΣ

ΑΝΑΠΛΑΣΕΙΣ ΣΕ ΠΑΡΑΚΤΙΕΣ ΛΙΜΕΝΟΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΕΣ ΖΩΝΕΣ ΤΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΤΩΝ ΛΙΠΑΣΜΑΤΩΝ ΔΡΑΠΕΤΣΩΝΑΣ

Σημερινές ελληνικές πόλεις δέχονται μεγάλο αριθμό μεταναστών Εγκατάσταση τους σε υποβαθμισμένες περιοχές Προβληματισμός : Πως μπορεί ο αρχιτέκτων

Ελληνικό Α.Ε. Το Ακίνητο

Τ.Ε.Ε. τμήμα Κερκύρας / Ν.Α. Νομού Κερκύρας. Ημερίδα με θέμα: Χωροταξικός και Πολεοδομικός Σχεδιασμός Όρος Ζωής για την Κέρκυρα

ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ, ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ& ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΓΕΝΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΑ ΠΑΡΚΑ:

Η ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΕΥΣΙΝΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ ΙΙ: ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΧΩΡΟ Ε.Μ.Π. ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ

ΘΕΜΑ ΕΞΑΜΗΝΟΥ «Το φαινόμενο της αστικοποίησης στο Δήμο Ζωγράφου»

ΒΙΟΚΛΙΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΕΙΣ ΔΗΜΟΣΙΩΝ ΑΝΟΙΚΤΩΝ ΧΩΡΩΝ ΣΥΧΝΕΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ/ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ

Συνθετικές αρχές. Αστικός σχεδιασμός

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΤΟΜΕΑΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΟ ΜΑΘΗΜΑ ΧΩΡΟΤΑΞΙΑΣ

Πράσινη Πιλοτική Αστική Γειτονιά

ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΠΑΡΚΟ ΑΓΡΙΝΙΟΥ

Β βραβείο: η αστική γέφυρα

ΟΙΚΙΣΜΟΣ ΡΑΠΤΗ. Γενική άποψη του οικισμού. Το άνοιγμα στη θέα. Η περιοχή μελέτης

ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΡΥΜΟΤΟΜΙΚΟ ΣΧΕΔΙΟ

ΔΗΜΟΣ ΧΑΛΑΣΤΡΑΣ. Ζητήματα ανάπτυξης: παραγωγικές προοπτικές και προστασία των φυσικών πόρων

ΤΕΧΝΙΚΗ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ ΠΡΑΞΗΣ-ΕΡΓΟΥ. Εντοπισμός της περιοχής μελέτης.

Verde.Tec. Ενότητα «Έργα, στρατηγικός σχεδιασμός ΟΤΑ και διεκδικήσεις»

ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ (ΕΠΙ ΤΗΣ Β ΦΑΣΗΣ - Β1 ΣΤΑΔΙΟΥ ΤΟΥ Γ.Π. Σ. ΔΗΜΟΥ ΣΥΚΙΩΝΙΩΝ)

ΟΨΕΙΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΤΟΠΙΟΥ ΣΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΧΩΡΟ ΠΟΛΗ, ΦΥΣΗ ΚΑΙ ΝΕΕΣ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΕΣ

ΗΚΕΝΤΡΙΚΗ ΕΛΕΥΣΙΝΑ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑ ΙΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΕΣ ΕΠΕΜΒΑΣΕΙΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΙΚΟ ΧΩΡΟ

Τα ψηλά κτίρια από την οπτική της πολεοδομίας: η περίπτωση της Λεμεσού

Πρακτικός Οδηγός Εφαρμογής Μέτρων

Ε Θ Ν Ι Κ Ο Μ Ε Τ Σ Ο Β Ι Ο Π Ο Λ Υ Τ Ε Χ Ν Ε Ι Ο

Transcript:

Τα Αστικά «Κενά» και η συμβολή τους στην βελτίωση της ποιότητας ζωής. Χρυσάνθη Σκοταρά Αρχιτέκτων μηχανικός Π.Σ.Π.Π. xskotara@teemail.gr ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα εργασία γίνεται μία προσπάθεια εξεύρεσης δράσεων, που θα συμβάλουν στην ενεργοποίηση των διάσπαρτων αστικών κενών, με σκοπό την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στις μητροπόλεις του 21 ου αιώνα. Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζονται οι λόγοι για τους οποίους είναι απαραίτητη η αξιοποίηση του υφιστάμενου δυναμικού των κενών χώρων στη πόλη. Εστιάζοντας κυρίως στην Αθήνα αναλύονται οι αιτίες που συντέλεσαν στην υποβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος. Στη συνέχεια αναφέρονται τα βασικότερα προβλήματα που εντοπίζονται στις σύγχρονες μεγαλουπόλεις και συμβάλλουν στην υποβάθμιση της ποιότητας ζωής του πληθυσμού. Τέλος, αναγνωρίζεται συνοπτικά η βλάστηση που υπάρχει στην Αττική και γίνεται μία σύντομη αναφορά στην πρόσφατη προσπάθεια του Δήμου Αθηνών για την αναβάθμιση του πρασίνου στην εν λόγω περιοχή. Στο δεύτερο κεφάλαιο προσεγγίζεται η έννοια του αστικού κενού και παρουσιάζονται παραδείγματα τέτοιων περιοχών της πρωτεύουσας που παρακμάζουν ανεκμετάλλευτες. Μετά, αναλύονται οι τρόποι με τους οποίους τα υπολείμματα του αστικού ιστού συμβάλλουν στην αναβάθμιση του περιβάλλοντος των πόλεων. Στο τελευταίο κεφάλαιο προτείνεται μια στρατηγική ενεργοποίησης των αστικών κενών, θίγοντας θέματα ριζικής - μερικής αντιμετώπισης, αναλύοντας τρόπους και παραδείγματα αύξησης και ενοποίησης τέτοιων χώρων. Τέλος, τονίζεται η σημασία της προσπελασιμότητας και προσιτότητας των πλέον κατάλληλα διαμορφωμένων αστικών κενών, έτσι ώστε να γίνουν αναπόσπαστο κομμάτι της πόλης προσδίδοντας σε αυτήν πολλαπλά οφέλη. ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α : ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΤΑΣΗ Α.1: Η ανυπαρξία υπαίθριων χώρων ως αιτία περιβαλλοντικής υποβάθμισης Α.2: Εντοπισμός των σύγχρονων αστικών προβλημάτων Α.3: Αναγνώριση του Πρασίνου στην Αττική ΚΕΦΑΛΑΙΟ Β: ΠΕΡΙ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΩΝ B.1: Προσέγγιση της έννοιας του αστικού κενού Β.2: Περιοχές «προσδοκίας» στην Αθηναϊκή Μητρόπολη Β.3: Ανασύσταση των συνθηκών του αστικού περιβάλλοντος με την συμβολή των υπολειμμάτων του αστικού τόπου ΚΕΦΑΛΑΙΟ Γ: ΤΡΟΠΟΙ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΩΝ Γ.1: Θέματα ριζικής ή μερικής αντιμετώπισης Γ.2: Αύξηση Γ.3: Ενοποίηση Γ.4: Προσπελασιμότητα Γ.5: Προσιτότητα

Α : ΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΤΟΥ ΔΙΑΣΤΑΣΗ Α.1: Η ΑΝΥΠΑΡΞΙΑ ΥΠΑΙΘΡΙΩΝ ΧΩΡΩΝ ΩΣ ΑΙΤΙΑ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗΣ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗΣ Η συγκέντρωση του πληθυσμού, κυρίως των χωρών του αναπτυσσόμενου κόσμου, στα μεγάλα αστικά κέντρα έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις. Σήμερα, το 80% των ανθρώπων ζει στις πόλεις. Επιπλέον, η αστικοποίηση αυξάνεται με μεγαλύτερο ρυθμό, από αυτόν των παγκόσμιων γεννήσεων, ενώ παράλληλα οι συνθήκες διαβίωσης διαρκώς χειροτερεύουν. Αυτό το φαινόμενο έχει συνδεθεί με την βιομηχανοποίηση, την μεταβολή διαρθρωτικών πλεγμάτων στη γεωργία, την τριτογενοποίηση της οικονομίας και την αποδιάρθρωση των κοινωνικών δομών στην ύπαιθρο (Μοδινός,2000). Βέβαια η υπερσυγκεντρωτική διαδικασία στην Ελλάδα λίγο μπορεί να συνδεθεί με την εκβιομηχάνιση και περισσότερο με τις άλλες αιτίες. Ταυτόχρονα όμως μεγάλη συμβολή στην πληθυσμιακή διόγκωση της Αθήνας είχε η συγκέντρωση των προσφύγων της Μικράς Ασίας, των προσφύγων του εμφυλίου καθώς και των εσωτερικών μεταναστών των πρώτων χρόνων της ανοικοδόμησης. Αυτές οι μεταναστευτικές ροές, ανάγκασαν την άναρχη επέκταση της Αθήνας η οποία δεν ήταν έτοιμη να διαχειριστεί ορθά την εν λόγω κατάσταση. Πράγματι, η Αθηναϊκή μεγαλούπολη αναπτύχθηκε ταχύτατα μέσα σε λιγότερο από δυο αιώνες, χωρίς κανένα σχεδιασμό. Αρχικά έγιναν κάποια πρώτα σχέδια επί Όθωνος, των αρχιτεκτόνων Κλεάνθη και Σάουμπερτ, μετά μία σειρά άλλων προτάσεων διατυπώθηκαν από τον Κλένσε, ενώ το 1860 έχουμε και άλλες προτάσεις. Όμως η Αθήνα συνέχισε να αναπτύσσεται χωρίς κανένα σχεδιασμό, με διαδοχικές επεκτάσεις. Αυτή η λογική της οργανικής πόλης, εκτός από τα θετικά αποτελέσματα της ζωντάνιας του πολεοδομικού ιστού, συνέβαλε και σε πάρα πολλά περιβαλλοντικά προβλήματα, όπως κακή ποιότητα της ατμόσφαιρας, ηχορύπανση, αλλαγή κλιματολογικών συνθηκών κ.α. Η φρενήρης, ασχεδίαστη, ανάπτυξη του αστικού ιστού παρήγαγε υψηλές πυκνότητες δόμησης με ταυτόχρονο έλλειμμα πρασίνου και υπαίθριων δημόσιων χώρων. Στο διάστημα 1978-1983 συντάσσεται για πρώτη φορά στο ελληνικό κράτος ένα Ρυθμιστικό σχέδιο για την πρωτεύουσα (Ρ.Σ.Α.), που θεσμοποιείται το 1985. Σε μία περίοδο που στην Ευρώπη κυριαρχούσαν απόψεις και πολιτικές για αποσυμφόρηση των μεγάλων αστικών κέντρων, το εν λόγω ρυθμιστικό, που διατυπώθηκε μετά από επιστημονική συζήτηση με μεγάλη συμμετοχή, μπορεί να θεωρηθεί ότι αντιστοιχεί στις σημερινές αρχές της βιώσιμης / αειφόρου ανάπτυξης, όρος που μέχρι τότε δεν είχε εισαχθεί στο διεθνές λεξιλόγιο. Το Ρυθμιστικό του 1985 δεν έχει αντικατασταθεί μέχρι σήμερα, αλλά έχει δεχτεί αρκετές τροποποιήσεις, που παρεκκλίνουν της αρχικής του λογικής. Η σημερινή Αθήνα, παρά τα οράματα της προηγούμενης εικοσιπενταετίας για αποσυμφόρηση / αποκέντρωση και βελτίωση των περιβαλλοντικών όρων, εξακολουθεί να μεγενθύνεται ανεξέλεγκτα καθοδηγούμενη από τα μεγάλα κεφάλαια. Η διάχυση της πόλης συντελεί και αυτή στην αύξηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων που τα τελευταία χρόνια επηρεάζουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των κατοίκων και απειλούν αισθητά την υγεία τους. Ακόμα και σήμερα παρόλο που το μεγαλύτερο μέρος της κοινής γνώμης έχει συνειδητοποιήσει ότι το πράσινο συρρικνώνεται και τα περιβαλλοντικά προβλήματα αυξάνουν, ουσιαστικές προσπάθειες για την βελτίωση της κατάστασης δεν υπάρχουν. Αντίθετα, η έντονη διαπλοκή των σχέσεων κράτους - μεγαλοαστικής τάξης αλλά και ευρύτερων κοινωνικών στρωμάτων, συνετέλεσε στην αδυναμία εφαρμογής των διατάξεων της νομοθεσίας, οι οποίες θα διασφάλιζαν μια περισσότερο ορθολογική και περιβαλλοντικά συμβατή ανάπτυξη των μεγαλουπόλεων. Τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα, εκμεταλλευόμενα κάθε αστικό κενό της πόλης, ενέτειναν τα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο πολεοδομικός ιστός του σήμερα και

συνέβαλαν στην υποβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος. Οι δυνατότητες εκμετάλλευσης της γης και η αύξηση των τιμών της συνεπάγονται πιέσεις, συμφέροντα και πολιτικές σκοπιμότητες που συχνά υπερισχύουν, ακυρώνοντας τόσο τις αρχές της πολεοδομίας όσο και συγκεκριμένους σχεδιασμούς ελεύθερων χώρων. Όσο πιο ελλειμματικοί και αδιαφανείς είναι οι θεσμοί, τόσο οι κίνδυνοι για σχεδιασμούς χωρίς όραμα ή για ασύδοτη υπερεκμετάλλευση των χώρων της πόλης αυξάνουν (Μαντουβάλου, 2008). Άλλωστε είναι γνωστό, από πολλά παραδείγματα του παρελθόντος, ότι πολλοί μικροί και μεγάλοι χώροι που δημιουργήθηκαν τυχαία ή με απαλλοτρίωση σπάνια κατέληξαν να γίνουν ελεύθεροι χώροι, και χώροι πρασίνου με οργανωμένο σχεδιασμό. Στις περισσότερες των περιπτώσεων κατατμήθηκαν για να παραλάβουν πλήθος άλλων χρήσεων, με απόρροια τη συνεχόμενη σύσφιξη του αστικού πλέγματος και την ταυτόχρονη υποβάθμιση του περιβάλλοντος των πόλεων. Α.2: ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΣΥΓΧΡΟΝΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ Η πληθυσμιακή πύκνωση των πόλεων, η έλλειψη ελεύθερων χώρων, ο υπερτροφικός ρόλος του Ι.Χ. αυτοκινήτου παράγει ένα πλήθος παραπροϊόντων που συμβάλλουν στην επιδείνωση της ποιότητας ζωής. Η ατμοσφαιρική ρύπανση αποτελεί ίσως ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα των μεγαλουπόλεων. Τα φυσικά συστήματα δεν μπορούν να στηρίξουν τα αστικά κέντρα που παράγουν όλο και αυξανόμενες ποσότητες ρύπων, με αποτέλεσμα 1,1 δις άτομα στις αναπτυσσόμενες χώρες να ζουν σε πόλεις με πολύ κακή ποιότητα αέρα. Παράλληλα, στην ατμοσφαιρική ρύπανση των αστικών κέντρων, όπου ο κύριος ρυπαντής είναι η αυτοκίνηση αποδίδονται οι θάνατοι τουλάχιστον 3 εκ. πολιτών ετησίως, σε παγκόσμιο επίπεδο. Ένα άλλο φαινόμενο, που τα τελευταία χρόνια έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, είναι το φαινόμενο του θερμοκηπίου, που εξαρτάται από τις εκπομπές του CΟ 2 στην ατμόσφαιρα. Το μεγαλύτερο ποσοστό της ηλιακής ενέργειας απορροφάται από την επιφάνεια της γης, ενώ το υπόλοιπο αντανακλάται προς την ατμόσφαιρα, όπου ορισμένα αέρια απορροφούν ένα μέρος της υπέρυθρης ακτινοβολίας και την επανεκπέμπουν σε όλες τις κατευθύνσεις. Αυτό το φαινόμενο έχει σαν αποτέλεσμα την αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της γης στους 15,5 0 C (αυξήθηκε κατά 0,3-0,6 0 C συγκριτικά με τα επίπεδα του 1860). Παράλληλα, ένα άλλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι σημερινές μεγαλουπόλεις είναι το φαινόμενο της αστικής θερμικής νησίδας, δηλαδή η αύξηση της θερμοκρασίας κατά 4-5 0 C στις πόλεις σε σύγκριση με τις γύρω περιοχές. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι πυκνοδομημένες περιοχές με τους ασφαλτωμένους δρόμους και τα κλιματιστικά έχουν μεταβληθεί σε καυτή νησίδα, η ατμόσφαιρα της οποίας απορροφά μεγάλες ποσότητες ακτινοβολίας στη διάρκεια της ημέρας, η οποία παραμένει εγκλωβισμένη τη νύχτα με αποτέλεσμα να αυξάνει η θερμοκρασία αλλά και γενικότερα να διαμορφώνονται ιδιαίτερες καιρικές συνθήκες (Πλαγιαννάκος, 2000). Στην Αθήνα ο αριθμός των διαδοχικών ωρών άνω των 30 ο C έχει αυξηθεί έως και 40% κατά την περίοδο 1990-2004 συγκριτικά με την περίοδο 1977-1989. Πολυετείς μετρήσεις στην Αθήνα έχουν δείξει ότι η αύξηση της θερμοκρασίας στο κέντρο της πόλης φτάνει έως και 10 ο C στη διάρκεια του καλοκαιριού. Η θερμοκρασιακή αυτή αύξηση συντελεί στον διπλασιασμό της απαραίτητης ενέργειας για τον κλιματισμό των κτηρίων (Σανταμούρης, 2008). Βέβαια, η στοιχειώδης άνεση των ανθρώπων δεν εξαρτάται μόνο από τους κλιματολογικούς παράγοντες αλλά και από τον όχληση που προκαλούν ορισμένες χρήσεις και δραστηριότητες. Οι βασικότερες εστίες ηχητικής ρύπανσης είναι η βιομηχανία, οι μεταφορές και η οικοδομική δραστηριότητα. Ο θόρυβος στις μέρες μας είναι ένα από τα σημαντικότερα προβλήματα των μεγαλουπόλεων αφού επιφέρει σοβαρές διαταραχές στην υγεία των κατοίκων,

μόνιμες ή παροδικές. Κατά την Ευρωπαϊκή Επιτροπή πάνω από το 20% του πληθυσμού της Ε.Ε. εκτίθεται σε θόρυβο μεγαλύτερο των αποδεκτών ορίων-65db(α) (Βλαστός, 1999). Επίσης, είναι απαραίτητο να υπογραμμιστεί ότι μείζον πρόβλημα των σύγχρονων μεγαλουπόλεων είναι η έλλειψη σε ποιότητα και ποσότητα χώρων για κοινωνική συναναστροφή. Ιδιαίτερης σημασίας κρίνεται για ένα αστικό σύνολο η παρουσία ενός κατάλληλα διαμορφωμένου δημόσιου χώρου που θα ικανοποιεί την αρχέγονη ανάγκη του ανθρώπου για επικοινωνία και εποικοδομητικό διάλογο. Ως χώροι κίνησης-στάσης των ατόμων έχουν συνδετικό ρόλο μέσα στο πλέγμα των δραστηριοτήτων, των κτιρίων, των σημείων και των ροών του αστικού περιβάλλοντος. Σε αυτούς αρκετές φορές λαμβάνουν χώρα δραστηριότητες πολιτισμικές, αναψυχής, εμπορικές, αλλά και αθλητικές Παράλληλα, οι ελεύθεροι υπαίθριοι χώροι αποτελούν έναυσμα για την ενεργό συμμετοχή των πολιτών στην διαχείριση τους, μέσω προγραμμάτων δράσης και εθελοντικής εργασίας (Γκαιτλιχ, 1999). Τέλος, δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί η οπτική ποιότητα που είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένη στις σημερινές μεγαλουπόλεις. Εκτός από την προστασία των ιστορικών κτιρίων και την εναρμόνιση των νέων στο αστικό περιβάλλον εξίσου σημαντική είναι και η παρουσία του φυσικού στοιχείου στην πόλη. Άλλωστε τα πάρκα, οι κήποι, και οι δεντροφυτεμένες λεωφόροι αποτελούν παραδοσιακά στοιχεία του σχεδιασμού μίας πόλης. Τα χαρακτηριστικά αυτά είναι εξαιρετικά σημαντικά για το οπτικό πεδίο, ακόμη και ένας πολύ μικρός αριθμός μεγάλων δέντρων απαλύνει σημαντικά τη σκληρότητα ενός δομημένου περιβάλλοντος (Πράσινο Βιβλίο για το Αστικό Περιβάλλον). Α.3: ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΤΟΥ ΠΡΑΣΙΝΟΥ ΣΤΗΝ ΑΤΤΙΚΗ Τα παραπάνω χαρακτηριστικά γνωρίσματα των μεγάλων αστικών συγκροτημάτων συντελούν στη συνειδητοποίηση της καθοριστικής σημασίας του φυτοκαλυμμένου ελεύθερου χώρου στην βελτίωση των συνθηκών του περιβάλλοντος της πόλης. Παρά το γεγονός ότι οι επιφάνειες πρασίνου είναι ζωτικής σημασίας για το αστικό περιβάλλον, τις περισσότερες φορές είναι λίγες, μικρής έκτασης και απαντώνται τυχαία στην πόλη. Τέτοιοι πράσινοι χώροι μπορούν να έχουν κοινόχρηστο χαρακτήρα δημοτικοί κήποι, πάρκα, άλση- ή και ιδιωτικό όπως είναι οι προσωπικοί υπαίθριοι χώροι δηλαδή κυρίως οι ιδιωτικοί κήποι. Είναι γεγονός ότι σήμερα στην Αθήνα αντιστοιχεί μόλις 2,55 τ.μ. χώρος πρασίνου ανά κάτοικο, στην Θεσσαλονίκη 2,73 τ.μ., ενώ αντίθετα στο Βερολίνο αντιστοιχεί 13,00 τ.μ. και στο Άμστερνταμ 27,00 τ.μ. (ΥΠΕΧΩΔΕ, 1994). Παράλληλα, το ποσοστό των εκτάσεων πρασίνου στο σύνολο του χώρου εποικισμού του Λεκανοπεδίου σύμφωνα με τη μελέτη «Οικολογικός- Ρυθμιστικός σχεδιασμός του Λεκανοπεδίου Αττικής» κυμαίνεται από 1-15%, ανάλογα με τη θέση των συνοικιών. Αυτό δείχνεί ότι ορισμένες περιοχές της πόλης μειονεκτούν σημαντικά σε χώρους πρασίνου (Χρονόπουλος, 2000). Η Αθήνα λοιπόν υστερεί σε φυτοκαλυμμένους χώρους ως προς τον αριθμό και το μέγεθος, ενώ ταυτόχρονα δεν υπάρχει σύνδεση αυτών με το περιαστικό πράσινο, που άλλωστε είναι εξίσου ελλειμματικό. Το «περιαστικό πράσινο» αποτελούν οι φυτοκαλυμμένες επιφάνειες που περιβάλλουν κάθε πόλη, του οποίου η προσφορά είναι ιδιαίτερα σημαντική. Στον ελληνικό χώρο, τα περισσότερα περιαστικά δάση απαρτίζονται κυρίως από κωνοφόρα, που έχουν προέλθει από φυσική αναγέννηση ή τεχνητή αναδάσωση. Συγκεκριμένα, το Λεκανοπέδιο της Αττικής, περικλείεται από την Πάρνηθα, την Πεντέλη και τον Υμηττό. Τα βουνά αυτά καλύπτονται με έλατα, πεύκα, κυπαρίσσια και περιορισμένο αριθμό πλατύφυλλων, η έκταση των οποίων δεν είναι δυστυχώς προσδιορισμένη, εξαιτίας των μεταβολών που υφίστανται λόγων συχνών πυρκαγιών.

Παράλληλα, οι χώροι «αστικού πρασίνου» είναι οι χώροι που βρίσκονται μέσα στον αστικό ιστό, ενώ συγκεκριμένα οι κοινόχρηστοι πράσινοι χώροι της αθηναϊκής πόλης είναι κυρίως δημοτικά πάρκα, δημόσια πάρκα, χώροι ανασκαφών με φυτοκάλυψη, στρατόπεδα, άλση, κοιμητήρια κ.α. Παρά την ικανοποιητική ποσότητα του εν λόγω πρασίνου, εξαιτίας της ασυνέχειάς του, τα οφέλη προς το αστικό περιβάλλον είναι περιορισμένα. Μόνο στην ανατολική πλευρά του λεκανοπεδίου υπάρχει μια δέσμη πρασίνου που εκτείνεται από τις δυτικές κλιτύες του Υμηττού μέχρι το κέντρο, ενώ μια δεύτερη δέσμη αποτελεί το βόρειο τμήμα της φυτοκαλυμμένης κοίτης του Κηφισού. Οι υπόλοιπες επιφάνειες πρασίνου στο πολεοδομικό συγκρότημα της μείζονος περιοχής της Αθήνας, εμφανίζονται ως νησίδες πρασίνου. Επίσης, εκτός από την ποσότητα του αστικού - περιαστικού πρασίνου, εξίσου σημαντική είναι και η ποιότητά τους. Αρχικά, οι πράσινες επιφάνειες που βρίσκονται μέσα στο αστικό πλέγμα, μπορούν ανάλογα με τα είδη των φυτών που αναπτύσσονται σε αυτές, τη πυκνότητα της βλάστησης που διαθέτουν, τον όγκο της δόμησης των γειτνιαζουσών περιοχών, τα υλικά επίστρωσής τους κ.α. να επηρεάζουν σημαντικά τις όμορες περιοχές. Ο Εθνικός Κήπος για παράδειγμα εντάσσεται στους διαμορφωμένους χώρους πρασίνου με πυκνή και πολυώροφη βλάστηση, με χώρους περιπάτου, χωρίς μεγάλο ποσοστό σκληρών επιφανειών (επίστρωση με άσφαλτο, πλάκες κ.α.). Έχει έκταση 160 στρ. και αποτελεί τον πρώτο διαμορφωμένο χώρο σε πάρκο της χώρας μας. Σε αυτό το χώρο παρατηρούνται τους θερινούς μήνες μειωμένες τιμές θερμοκρασίας αέρος και αυξημένες τιμές υγρασίας τόσο κατά το διάστημα της ημέρας όσο και της νύχτας. Η μείωση της θερμοκρασίας μπορεί να ξεπεράσει τους 4 ο C ενώ η αύξηση της σχετικής υγρασίας το 20% σε σύγκριση με το γύρω δομημένο χώρο. Παράλληλα επιδρά στο μικροκλίμα της περιοχής και συγκεκριμένα περισσότερο στις σχετικά αραιοδομημένες νότιες και ανατολικές περιοχές. Εικόνα 1: Αεροφωτογραφία του Εθνικού Κήπου, Πηγή: Ερευνητικό Πρόγραμμα: Προστασία και Αναβάθμιση των Χώρων Πρασίνου στη Μητροπολιτική Αθήνα. ΕΜΠ, Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Εργαστήριο Αστικού περιβάλλοντος., Εικόνα 2: Αεροφωτογραφία από το Πεδίο του Άρεως., Πηγή: Google Earth. Αντίθετα, το Πεδίο του Άρεως, το άλλο σημαντικό διαμορφωμένο πάρκο του Λεκανοπεδίου, δεν επιδρά στη δομημένη περιοχή που το περιβάλλει. Αυτό συμβαίνει επειδή η βλάστηση είναι πολυώροφη αλλά και αραιά αρδευόμενη, ενώ ταυτόχρονα υπάρχουν αρκετές επιστρωμένες, με άσφαλτο, επιφάνειες. Ενώ έχει μέγεθος 210 στρέμματα λίγο επηρεάζει το μικροκλίμα, γιατί συνορεύει με πυκνότατη δόμηση και έντονο κυκλοφοριακό φόρτο. Ακόμα και στο εσωτερικό του πάρκου δεν παρατηρούνται ομοιογενείς συνθήκες θερμικής άνεσης, καθώς την θερινή ιδίως περίοδο υπάρχει μείωση της θερμοκρασίας σε περιοχές με υψηλή

βλάστηση αλλά το αντίθετο παρατηρείται στις ασφαλτωμένες και πλακοστρωμένες θέσεις του πάρκου. Αξιόλογη επίσης, είναι και η προσφορά των δασών που βρίσκονται τόσο σε αστικές όσο και προαστιακές περιοχές. Συνήθως, τα αστικά δάση περιβάλλονται από μεγάλους όγκους δόμησης, ενώ τα άλση που βρίσκονται στα προάστια βρίσκονται σε περιοχές με χαμηλό ύψος δόμησης. Και στις δύο περιπτώσεις υπάρχει βελτίωση του μικροκλίματος, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου τα κτίρια είναι χαμηλά και οι δρόμοι φαρδείς. Γενικά οι ελλειμματικές συνθήκες νερού στο έδαφος των φυτοκαλυμμένων αυτών επιφανειών και οι αυξημένες θερμοκρασίες του θέρους ελαχιστοποιούν την προσφορά της ξηροφυτικής βλάστησης που διαθέτουν στο περιβάλλον. Αν και οι επιφάνειες αυτές έχουν μειωμένη βιοκλιματική προσφορά σε σχέση με τα πάρκα που προαναφέραμε, η συμμετοχή τους στο μικροκλίμα είναι σημαντική, εξαιτίας κυρίως της μεγάλης έκτασής τους και της απουσίας ασφαλτώσεων και κτιριακών εγκαταστάσεων (Χρονόπουλος,2000). Συμπερασματικά, η συμβολή των πράσινων επιφανειών στο αστικό περιβάλλον είναι εξέχουσας σημασίας, ενώ ταυτόχρονα το ποσοστό τους ανά κάτοικο στην Αθήνα απέχει πολύ από το κατώτερο αποδεκτό. Πρόσφατα, με τη δημιουργία της Χάρτας Πρασίνου για την Αθήνα, τον Ιούλιο του 2008, τίθενται στόχοι για προστασία και αύξηση του πρασίνου στο Δήμο Αθηναίων κατά 7,25 τ.μ. - 5,5τ.μ. πάρκα πόλης 1,75 τ.μ. νησίδες πρασίνου, πλατείες -. σύμφωνα με τα πολεοδομικά σταθερότυπα του 2003 (παράρτημα 2 παράγραφος 2.2). Καθώς η καταγραφή του πρασίνου στη συγκεκριμένη Χάρτα υπολογίζεται σε 6,84 τ.μ. πρασίνου ανά κάτοικο 5,27 τ.μ. πάρκα πόλης και 1,57 τ.μ. νησίδες πρασίνου, πλατείες η προσδοκία του Δήμου για την αύξηση της βλάστησης αγγίζει μόλις το 6%. Θα βελτιωθεί λοιπόν η ποιότητα ζωής και το αστικό περιβάλλον με μία τόσο μικρή αύξηση; Στην πραγματικότητα η κατάσταση, ιδιαίτερα της Αθήνας, απαιτεί περισσότερο δυναμικές λύσεις από μια απλή φύτευση των δωμάτων. Στις μεγαλουπόλεις της Ελλάδας του 21 ου αιώνα κρίνεται επιτακτική η ανάγκη εξεύρεσης λύσεων για την βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης με την «εκμετάλλευση» οποιουδήποτε αστικού κενού «μεγάλου» ή «μικρού» υπερνικώντας τα ιδιωτικά συμφέροντα και οργανώνοντας μια συνολική αντιμετώπιση της κατάστασης. Β: ΠΕΡΙ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΩΝ Β.1: ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΗΣ ΕΝΝΟΙΑΣ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΚΕΝΟΥ Στη σύγχρονη πόλη εναλλάσσονται διαφορετικές πυκνότητες δόμησης, με αστικά και εδαφικά κενά που προκύπτουν από την ανεξέλεγκτη διασπορά, τις αλλαγές χρήσεων ή τους θεσμικούς μετασχηματισμούς (Χάρη,2006). Όμως, η έννοια του αστικού κενού δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί. Αρχικά, μπορούν να πάρουν αυτό το χαρακτηρισμό, περιοχές που σήμερα είναι άδειες, αλλά ήταν κάποτε χτισμένες. Τέτοιες περιοχές χρησιμοποιούνται σήμερα παράνομα σαν χώροι στάθμευσης ή ακόμα χειρότερα σαν σκουπιδότοποι. Τι είναι όμως στην πραγματικότητα το αστικό κενό; Η έννοια του κενού στον χώρο προδίδει μια απουσία είτε υλική είτε λειτουργική. Έτσι, το βασικό χαρακτηριστικό τους είναι ο ακαθόριστος και μη ξεκάθαρος ρόλος τους. Τα αστικά κενά είναι ασαφείς ασχεδίαστες περιοχές της πόλης, οι οποίες είτε δεν απέκτησαν ποτέ σχήμα ή περιεχόμενο είτε απώλεσαν τον παλιότερο σχηματισμό τους ή το ρόλο που είχαν στο παρελθόν (Μωραϊτης, 2006).

Εικόνα 3,4: Αστικά κενά, Πηγή: Αρχιτέκτονες, τεύχος 55 Πράγματι, η απουσία δόμησης σε έναν αστικό χώρο δεν αρκεί για να χαρακτηριστεί αστικό κενό. Οι υπαίθριοι χώροι πλατείες, πάρκα αλλά και δρόμοι, πεζοδρόμια, πεζόδρομοι που βρίσκονται σε χρήση - αν και είναι αδόμητοι, δεν αποτελούν στην πραγματικότητα ένα κενό χώρο, καθώς έχουν μια λειτουργία, ένα ειδικότερο ρόλο στο πλαίσιο της αστικής δομής, προβάλλουν μια αισθητική άποψη, κυρίως όμως σε κάθε περίπτωση χαρακτηρίζονται από τα περιεχόμενα που τους «γεμίζουν» με ενδιαφέρουσες ή αδιάφορες δράσεις της καθημερινότητας (Πολυχρονόπουλος, 2006). Η απουσία δόμησης δεν συμβαδίζει με την απουσία περιεχομένου ενός αστικού τόπου, καθώς δίκτυα αυτών των χώρων, η πλοκή τους μέσα στο δομημένο ιστό της πόλης και η ένταξή τους στο αστικό περιβάλλον εκφράζουν και προσδιορίζουν ταυτόχρονα την ταυτότητα της πόλης (Αραβαντινός, Κοσμάκη, 1988). Αντίθετα, κτήρια ή ακόμα και ολόκληρα κτηριακά συγκροτήματα μπορούν να θεωρηθούν αστικά κενά. Το φαινόμενο των αστικών δομημένων κενών είναι όλο και πιο έντονο στις σύγχρονες ελληνικές μεγαλουπόλεις, καθώς υιοθέτησαν τα τελευταία χρόνια την λογική των λεγόμενων «edge cities» ή «centerless cities», φαινόμενο που παρατηρήθηκε αρχικά στις περισσότερες πόλεις των ΗΠΑ. Τα βασικά χαρακτηριστικά των μητροπολιτικών περιοχών που βιώνουν αυτή τη λογική ανάπτυξης είναι η έλλειψη καθορισμένων ορίων και ενός κυρίαρχου κέντρου. Δημιουργούνται αυτοκινητόδρομοι ταχείας κυκλοφορίας που ενισχύουν τη δημιουργία μεγάλων εμπορικών κέντρων, παραγωγικών μονάδων, κεντρικών γραφείων επιχειρήσεων σε περί-αστικές περιοχές με φτηνή γη και με εύκολη στάθμευση. Παράδειγμα στην Αθήνα αποτελεί η Αττική οδός που περιμετρικά της έχουν χωροθετηθεί πλήθος κτιρίων διαφόρων χρήσεων που προσελκύουν μεγάλο μέρος του πληθυσμού της πόλης. Παράλληλα, οι κατοικίες στα προάστια παύουν να είναι προτέρημα των ανώτερων οικονομικών και κοινωνικών στρωμάτων και αποτελούν τη νέα μορφή της οικιστικής ανάπτυξης. Αυτή η νέα διαμόρφωση του αστικού ιστού ενισχύει την χρήση του Ι.Χ. αυτοκινήτου- με ότι αυτό συνεπάγεται- και απαξιώνει σταδιακά τα βιομηχανικά και οικιστικά αποθέματα του κέντρου. Αυτό οδηγεί σε εγκατάλειψη κτηριακών και συγκοινωνιακών υποδομών ενώ αστικά κενά δημιουργούνται στο χώρο (Ποζουκίδου, Σοπέογλου, Τσιούμα, 2006). Έτσι η σύγχρονη πόλη παράγει αστικά κενά όχι μόνο στο εσωτερικό αλλά και στα όριά της καθώς η επέκταση των μητροπολιτικών δραστηριοτήτων οδηγεί σε αναπόφευκτο εγκλωβισμό θραυσμάτων γης και δημιουργεί νέες υβριδικές μορφές - πρώην αγροτικοί τόποι - που βρίσκονται πλέον σε λειτουργική αδράνεια και εκκρεμότητα νοήματος (Πολυχρονόπουλος, 2006). Συμπερασματικά, αυτοί οι ετερογενείς, στην εμφάνισή τους, χώροι αποτελούν στο σύνολό τους περιοχές «προσδοκίας», καθώς αναμένουν το ρόλο τους για να ενσωματωθούν στον αστικό ιστό και να γίνουν οργανικό τμήμα της πόλης και της κοινωνικής ζωής.

Β.2: ΠΕΡΙΟΧΕΣ «ΠΡΟΣΔΟΚΙΑΣ» ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ Στη σύγχρονη ελληνική πόλη, διαπιστώνεται μια δυσανάλογη πυκνότητα στις κεντρικές περιοχές. Τα εναπομείναντα, ετερογενή ως προς την εμφάνισή τους - αστικά κενά αντιμετωπίζονται σήμερα με την αστική κουλτούρα του «γεμίσματος». Η ήδη «κορεσμένη» αστική γη φαίνεται να εκτιμά εκ νέου τις «εν αποσύρσει» περιοχές, ως τον ιδανικό τόπο κεφαλαιοποίησης της φτηνής γης, με απώτερο σκοπό την ανάδυση εγκαταστάσεων μαζικής κατανάλωσης, εστίασης, αναψυχής, αθλητισμού ακόμα και χώρων στάθμευσης ή επώνυμων κτηρίων. Παρόλα αυτά υπάρχουν ακόμα ορισμένοι χώροι που μπορούν να θεωρηθούν αστικά κενά, μεγάλοι ή μικροί, κεντρικοί ή περιαστικοί, δομημένοι ή αδόμητοι. Αρχικά, θα πρέπει να γίνει λόγος για τα πολυπληθέστερα, σημαντικότερα αστικά κενά - σε παγκόσμιο επίπεδο -, για τις βιομηχανικές περιοχές που συναντώνται συχνά στον αστικό ιστό. Είναι γεγονός ότι στο παρελθόν οι μετασχηματισμοί της πόλης καθοδηγούνταν από τη βιομηχανική ανάπτυξη, ενώ σήμερα οι μηχανισμοί άρθρωσης της μετάπολης οργανώνονται από την από-βιομηχάνιση. Εκτός από την χρεοκοπία ή το κλείσιμο των βιομηχανικών εγκαταστάσεων, αυτοί οι άδειοι αστικοί χώροι είναι αποτέλεσμα της μερικής μετεγκατάστασης ή της υπολειτουργίας των υφιστάμενων απαρχαιωμένων κτηρίων. Στην πραγματικότητα οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις, κατά τη διάρκεια της ζωής τους, συνήθως μεταφέρονται στην ύπαιθρο, σε συγκεκριμένες βιομηχανικές περιοχές ή σε άλλες χώρες και ηπείρους, έτσι ώστε να διευκολύνουν την εξέλιξη ή την αναδιοργάνωσή τους. Αυτές οι περιοχές δεν μπορούν εύκολα να ξαναχρησιμοποιηθούν, καθώς πρώτα χρειάζονται εξυγίανση και προσεκτική αναδιαμόρφωση, ώστε να ενταχθούν και κυρίως να συνεισφέρουν στο υπόλοιπο αστικό σύνολο. (Cirelli, Mercatanti, Porto,2002) Εικόνες 5: Ελαιώνας, Πηγή: Αρχιτέκτονες, τεύχος 55, Εικόνα 6: Άποψη του Ελαιώνα, διακρίνονται οι βιομηχανικές εγκαταστάσεις, οι αδόμητες εκτάσεις και η χωρική ασυνέχεια με τον ιστό της Αθήνας, Πηγή: Φύτα Β. Συγκεκριμένα, χαρακτηριστικό παράδειγμα που ενισχύει την παραπάνω άποψη είναι ο Ελαιώνας, καθώς αποτελεί μια πρωτοφανή - από άποψη μεγέθους - χωρική ασυνέχεια στο πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας. Καταλαμβάνει μια έκταση περίπου 9.000 στρεμμάτων, σε απόσταση μόλις τριών χιλιόμετρων από την Ομόνοια, ενώ κατανέμεται σε πέντε δήμους. Στο εσωτερικό της εν λόγω περιοχής επικρατούν συνθήκες άλλου «τόπου και χρόνου» : αχανής κλίμακα εξαιτίας του μη πραγματοποιημένου τοπικού δικτύου, εγκαταλελειμμένες βιομηχανίες, περιβόλια, αποθήκες, νταλίκες, μάντρες, καταυλισμός αθίγγανων, αυθαίρετη κατοικία αλλά και υπολείμματα του Αρχαίου Ελαιώνα της Αθήνας. Από τα μέσα της δεκαετίας του 80 και έπειτα, η παραγωγική βάση του Ελαιώνα, που αποτέλεσε για μισό αιώνα έδρα σημαντικών επιχειρήσεων και χώρο εργασίας χιλιάδων ανθρώπων, σταδιακά φθίνει. Οι βιομηχανίες φεύγουν αφήνοντας πίσω τους μολυσμένη γη και ερειπωμένες εγκαταστάσεις ή μεταφέρουν τις παραγωγικές τους εγκαταστάσεις εκτός χώρας διατηρώντας στον Ελαιώνα τις εγκαταστάσεις τους, ως κέντρα αποθήκευσης και χονδρεμπορίου. Σήμερα, η περιοχή μετασχηματίζεται, ενώ σε εξέλιξη βρίσκεται η «Διπλή Ανάπλαση» του Δήμου Αθηναίων και της ανώνυμης εταιρείας του Παναθηναϊκού που περιλαμβάνει την κατασκευή του νέου γηπέδου

στην περιοχή του «Βοτανικού» σε συνδυασμό με ανέγερση εμπορικού κέντρου (Παγώνης, 2006). Η πρόταση αυτή αποδοκιμάζεται από μια μερίδα του πληθυσμού, καθώς το προτεινόμενο πράσινο είναι περιορισμένο και η εμπορική δραστηριότητα ευνοείται λόγω ιδιωτικών συμφερόντων. Παράλληλα, μια άλλη μεγάλη μερίδα των μεγάλων αστικών κενών αποτελούν τα στρατόπεδα, που είναι διάσπαρτα στον πολεοδομικό ιστό. Τα περισσότερα από αυτά δημιουργήθηκαν στις παρυφές της πόλης ενώ με το πέρασμα του χρόνου και τη διαρκή επέκτασή της ενσωματώθηκαν σε αυτήν συχνά σε κομβικά σημεία Αυτοί οι αστικοί χώροι έχουν υψηλά επίπεδα πρασίνου και περιορισμένη δόμηση. Πολλές προτάσεις έχουν γίνει για την απομάκρυνση της λειτουργίας των στρατοπέδων από τον αστικό χώρο και την απόδοση της έκτασης που καταλαμβάνουν στην πόλη για τη δημιουργία κοινόχρηστων χώρων πρασίνου αλλά χωρίς να δημιουργούνται προθέσεις για την υλοποίηση. Ο Ν. 2745/99 για τη «σύσταση προσωρινής υπηρεσίας για αξιοποίηση και μετεγκατάσταση στρατοπέδων» προβλέπει την κατά τουλάχιστον 50% παραχώρηση των χώρων των στρατοπέδων που απελευθερώνονται στην Τοπική Αυτοδιοίκηση και τον καθορισμό χρήσεων γης ανεξαρτήτως των ισχυουσών ή προβλεπομένων χρήσεων και όρων δόμησης της κάθε περιοχής, δίνοντας την ευκαιρία για δημιουργία νέων χώρων αστικού πρασίνου. Παρότι σε αρκετές περιπτώσεις έχει εφαρμοστεί ο Νόμος, φαίνεται ότι τα τελευταία χρόνια η κατάσταση έχει παγώσει. Τα στρατόπεδα του Α' Τάγματος Πεζικού -γνωστό ως Πάρκο Ελευθερίας -πρώην ΕΑΤ-ΕΣΑ- και η «Στρατιωτική Πόλη Γουδή», είναι χαρακτηριστικές περιπτώσεις «χαμένης ευκαιρίας» για το Λεκανοπέδιο. Το πρώτο έχει σχεδόν αποκρυσταλλωμένη τη νέα του ταυτότητα, ενώ για το δεύτερο η διαδικασία απόδοσής του στην πόλη βρίσκεται σε εξέλιξη, μέσα από πολλές τριβές και εντάσεις. Και στις δύο περιπτώσεις, η ελληνική πολιτεία έχει προβεί σε σταδιακές παραχωρήσεις τμημάτων σε ομάδες άμεσα συνδεδεμένες με τον ελληνικό στρατό, σε φορείς του δημόσιου τομέα ή σε φορείς που έχουν διασυνδέσεις με αυτόν. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι στο Πάρκο της Ελευθερίας - που σταδιακά, μετά την δεκαετία του 20 κατατμήθηκε και παραχωρήθηκε σε διαφορετικούς αποδέκτες, με διαφορετικό λειτουργικό προσδιορισμό μόνο το 14% της συνολικής έκτασης έχει αποδοθεί στην πόλη ως υπαίθριος δημόσιος χώρος. Παρόμοια κατάσταση επικρατεί και στην άλλη περίπτωση που αναφέρθηκε. Στο Γουδή υπάρχει ένας χώρος έκτασης 4.500 στρεμμάτων με σύνθετο καθεστώς ιδιοκτησίας και χρήσεων εντός του οποίου κυριαρχούν αδόμητες δημόσιες εκτάσεις. Στην πραγματικότητα όμως, μετά τις διαδοχικές παραχωρήσεις από το 1977, μόνο το 2% της συνολικής έκτασης είναι σήμερα δημόσιος χώρος -Άλσος Χωροφυλακής-, ενώ στο 18% δεν έχει καθοριστεί το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Εξαίρεση αποτελεί το Πεδίον του Άρεως, το μεγαλύτερο πάρκο της πόλης (Πολύζος, Μπελαβίλας, Βαταβάλη,2006), (Μπελαβίλας, Βαταβάλη, 2008). Εικόνα 7: Άποψη από το Γουδή, πηγή: Ερευνητικό Πρόγραμμα: Μητροπολιτικό Πάρκο Γουδή Ιλισός, Εικόνα 8: Masterplan πρότασης ομάδας Πολυτεχνείου για το μητροπολιτικό χώρου πρασίνου-πάρκου Γουδή Πηγή: Αρχιτέκτονες, τεύχος 55

Μια άλλη συνήθης περίπτωση αστικών κενών είναι οι περιοχές που φιλοξενούσαν στο παρελθόν εγκαταστάσεις για διάφορα μέσα μεταφοράς - όπως είναι οι σιδηροδρομικές γραμμές, τα λιμάνια, τα αεροδρόμια κ.α.- και που σήμερα δεν χρησιμοποιούνται. Η φρενήρης τεχνολογική εξέλιξη, η παγκοσμιοποίηση, η πληθυσμιακή αύξηση, οι μετασχηματισμοί της πόλης, συντελούν στην αλλαγή της λογικής και στην αύξηση των απαιτήσεων των μεταφορών. Στις περισσότερες των περιπτώσεων, οι παλιές εγκαταστάσεις δεν ανανεώνονται αλλά εγκαταλείπονται με σκοπό την εξεύρεση περιοχών, λιγότερο κορεσμένων, που θα τους επιτρέπουν την ανάπτυξη. Παράδειγμα αποτελεί το πρώην αεροδρόμιο της Αθήνας, η μετεγκατάσταση του οποίου δημιούργησε στην περιοχή του Ελληνικού ένα μεγάλο αστικό κενό. Ο συγκεκριμένος χώρος έχει ιδιαίτερη αξία, κυρίως λόγω του εμβαδού και της θέσης του. Η έκταση του καταλαμβάνει 5.300 στρ., ενώ βρίσκεται μέσα στα όρια της πόλης, σχετικά κοντά στο κέντρο της και κατέχει σημαντική θέση στο θαλάσσιο μέτωπο. Σήμερα, στη συγκεκριμένη περιοχή υπάρχουν εγκαταστάσεις του άλλοτε Πολιτικού αεροδρομίου, της Πολεμικής Αεροπορίας, της άλλοτε Αμερικανικής στρατιωτικής βάσης, πολυάριθμα κτήρια με ποικίλλα χαρακτηριστικά, καθώς επίσης και αθλητικές Ολυμπιακές εγκαταστάσεις. Το 1996 χρησιμοποιείται για πρώτη φορά για το Eλληνικό ο χαρακτηρισμός του ως «μητροπολιτικού πάρκου» και ανατίθεται στο Πολυτεχνείο μια έρευνα με αυτόν τον στόχο. Το 2004 προκηρύχθηκε από τον Οργανισμό της Αθήνας ο Διεθνής Αρχιτεκτονικός Διαγωνισμός Ιδεών για το Μητροπολιτικό Πάρκο και την Πολεοδομική Ανάπτυξη του Ελληνικού βασιζόμενος στην προαναφερθείσα έρευνα του ΕΜΠ. Δύο χρόνια μετά ανατίθεται στους αρχιτέκτονες που κέρδισαν, να συντάξουν τη μελέτη, η οποία παραδίδεται και παρουσιάζεται ένα χρόνο μετά, ξεσηκώνοντας πλήθος αντιδράσεων. Ο βασικότερος λόγος ήταν η απόδοση τμήματος της όλης έκτασης σε οικιστική χρήση με αποτέλεσμα να μειώνεται σε μεγάλο βαθμό ο όγκος του πρασίνου. Εικόνα 9: Η περιοχή του Ελληνικού, Εικόνα 10 : Μητροπολιτικό πάρκο Ελληνικού, Σχέδιο γενικής διάταξης, πηγή: ΟΡΣΑ/ ΥΠΕΧΩΔΕ, 2007 Ακόμα, μεγάλος αριθμός από μικρότερης έκτασης αστικά κενά βρίσκονται διάσπαρτα εντός του αστικού ιστού. Πρόκειται για μικρότερα γήπεδα βιοτεχνιών, πυρήνες κτημάτων που επιβίωσαν έως σήμερα, οικόπεδα που για διάφορους λόγους -πολεοδομικούς ή απλώς ιδιωτικούς- δεν αναπτύχθηκαν, ακάλυπτοι, νησίδες ανάμεσα σε λεωφόρους κυκλοφορίας «ξεχασμένες» κοίτες ρεμάτων και εξάρσεις του εδάφους. Ακόμα και δρόμοι που τα γεωμετρικά τους χαρακτηριστικά ξεπερνούν τον λειτουργικό τους ρόλο μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκουν σε αυτή την κατηγορία χώρων που, σε πρώτη προσέγγιση, δεν θεωρήθηκε ότι αποτελούν τους ιδανικούς υποδοχείς για τις «συμβατικές» κατηγορίες αστικού πρασίνου (Κοσμάκη, 1997).

Πράγματι, όταν οι δρόμοι - που στην αρχή του κεφαλαίου συγκαταλέχτηκαν στους δημόσιους χώρους - χάνουν πια την χρηστικότητα τους, αποτελούν ένα μικρό αστικό κενό. Οι διαστάσεις τους είναι απαγορευτικές πια για την διέλευση οχημάτων, καθώς στις πόλεις του παρελθόντος οι μετακινήσεις γίνονταν με διαφορετικούς τρόπους. Πλήθος τέτοιων περιπτώσεων συναντάμε κυρίως στις ευρωπαϊκές πόλεις που έχουν μεγάλη ιστορία και όχι τόσο στην Αθήνα, μια τόσο «νέα» μητρόπολη. Η δημιουργία μη απαραίτητων δρόμων συντελεί στο να χάσουν σταδιακά την αξία τους. Τα αστικά αυτά κενά μπορούν να αποκτήσουν μια νέα λειτουργία, σημαντική για το δομημένο περιβάλλον, όπως έγινε στην πρόταση για την διαμόρφωση της παραλιακής οδού Λαυρίου και για την ενοποίηση των κεντρικών χώρων πρασίνου. To πολύ καλό οδικό δίκτυο του Λαυρίου δίνει την δυνατότητα ενοποίησης του διάσπαρτου πρασίνου, καθώς οι «άχρηστοι» δρόμοι που το κατακερματίζουν, μπορούν να καταργηθούν, συντελώντας στην αναβάθμιση της περιοχής. Η κίνηση των οχημάτων απομακρύνεται από το κέντρο ενώ ταυτόχρονα αυξάνεται η ασφάλεια των πολιτών και ενθαρρύνεται το περπάτημα και η χρήση του ποδηλάτου από τους κατοίκους. Η συγκεκριμένη πρόταση δεν υλοποιήθηκε. Εικόνα 11: Πρόταση διαμόρφωσης παραλιακής οδού Λαυρίου, Πηγή : Βλαστός Θ., Μπακογιάννης Ε. Συμπερασματικά, γίνεται κατανοητό ότι η Αθήνα διαθέτει ακόμα ένα μεγάλο αριθμό αστικών κενών, που στην πλειονότητά τους μένουν ανεκμετάλλευτα. Κύριοι υπαίτιοι είναι τα μεγάλα ιδιωτικά συμφέροντα, οι λανθασμένες πολιτικές, οι διαφορετικές προτεραιότητες και επιλογές, η άγνοια και η αδιαφορία. Αν και τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια έντονη ευαισθητοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού πάνω σε θέματα του φυσικού και - σε λιγότερο βαθμό - του αστικού περιβάλλοντος, η τεράστια συμβολή του πρασίνου της πόλης στην ποιότητα ζωής του ανθρώπου παραμένει άγνωστη. Β.3: ΑΝΑΣΥΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΜΕ ΤΗΝ ΣΥΜΒΟΛΗ ΤΩΝ ΥΠΟΛΕΙΜΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΤΟΠΟΥ Η μοντέρνα πόλη δεν χρειάζεται να επεκταθεί, όμως κρίνεται απαραίτητη η βελτίωση της ποιότητας ζωής στο εσωτερικό της, «γεμίζοντας» τις άδειες περιοχές της (Cirelli,Mercatanti,Porto,2002). Είναι πλέον γεγονός ότι οι συνθήκες διαβίωσης στις μεγαλουπόλεις του 21 ου αιώνα είναι εξαιρετικά υποβαθμισμένες με συνεχώς αυξανόμενο ρυθμό. Πλήθος περιβαλλοντικών προβλημάτων όπως η κακή ποιότητα του αέρα, η υπερθέρμανση, η ηχορύπανση κ.α. σε συνδυασμό με το γεγονός ότι η σχέση πόλης και φύσης

γέρνει συντριπτικά υπέρ της κυριαρχίας του κτισμένου όγκου, οδηγούν στην ανάγκη εξεύρεσης άμεσων λύσεων για την βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος. Παραδόξως, «η αποσύνθεση» ορισμένων υποβαθμισμένων περιοχών με αποτέλεσμα τη δημιουργία αστικών κενών, μπορεί να αντιπροσωπεύσει στις μέρες μας μια ευκαιρία για την βελτίωση της ποιότητας ζωής στην πόλη. Πράγματι, οι εν λόγω περιοχές μπορούν να επηρεάσουν θετικά τις κλιματολογικές και ατμοσφαιρικές συνθήκες του αστικού ιστού εφόσον υπάρξει μια κατάλληλη διαμόρφωση, η οποία θα δίνει ιδιαίτερη έμφαση στο πράσινο και στην επιλογή κατάλληλων υλικών επίστρωσης του εδάφους, όπου αυτό είναι πραγματικά αναπόφευκτο. Η βλάστηση είναι απαραίτητη στο ασφυκτικά δομημένο αστικό ιστό καθώς διευκολύνει την κίνηση των αέρινων μαζών, βελτιώνει το μικροκλίμα, περιορίζει τους ρύπους, συγκρατεί τα όμβρια και τη σκόνη, μειώνει τον θόρυβο και τελικά αναβαθμίζει συνολικά το περιβάλλον της πόλης και όχι μόνο τις όμορες περιοχές. Βέβαια τα αστικά κενά δεν συμβάλλουν μόνο στην αναβάθμιση της ποιότητας του αστικού περιβάλλοντος, αλλά μπορούν παράλληλα να θεωρηθούν ως κοινωνικοί υποδοχείς ανθρώπινων δραστηριοτήτων. Οι ελεύθεροι υπαίθριοι χώροι δύνανται να φιλοξενήσουν πτυχές της καθημερινότητας του πληθυσμού και να γίνουν αφορμή για κοινωνική συναναστροφή και για επαφή και γνωριμία με την φύση. Τέτοια παραδείγματα αποτελούν οι Βοτανικοί Κήποι της Νέας Υόρκης και του Μπρούκλιν, όπου εκπονήθηκε ένα μεγάλο πρόγραμμα με σκοπό την καλύτερη χρήση και τη βελτίωση της εγκαταλελειμμένης ή απαξιωμένης γης στο κέντρο των πόλεων. Το 1997 ξεκίνησαν, σε συνεργασία με ειδικούς επιστήμονες, τα προγράμματα Green up και Green Bridge, στα οποία ενώσεις κατοίκων και άλλες κοινωνικές ομάδες, μετέτρεψαν 10.000 περίπου κενά οικόπεδα σε κοινοτικούς κήπους, στους οποίους οι κάτοικοι μπορούν να καλλιεργήσουν φρούτα και λαχανικά και τα παιδιά να παίξουν με ασφάλεια (Κοσμάκη, 2008). Εικόνα 12: Κάτοικοι στους Βοτανικούς κήπους του Μπρούκλιν, πηγή: περιοδικό Kew, 1997 Η αξία των αστικών κενών έχει πλέον αναγνωριστεί με αποτέλεσμα να έχουν κηρυχθεί πολλοί διαγωνισμοί για τη διαχείρισή τους. Στην Ελλάδα, όπως έχει ήδη αναφερθεί, πραγματοποιήθηκε ο διαγωνισμός για το Ελληνικό και άλλοι παρόμοιοι, που όμως στόχευαν σε προτάσεις αντιμετώπισης ενός μεμονωμένου χώρου. Μια διαφορετική λογική αξιοποίησης των αστικών κενών, αυτή τη φορά σε κλίμακα ολόκληρης πόλης, υιοθετεί ο διεθνής διαγωνισμός «Urban Voids» του Ινστιτούτου Van Alen για τη Φιλαδέλφεια. Έκταση 400 εκταρίων καταλαμβάνουν τα 40.000 κενά οικόπεδα και καλύπτουν το 2.5% της μητροπολιτικής περιοχής της Φιλαδέλφειας. Σε ορισμένες περιοχές το ποσοστό αυτό κυμαίνεται από 10% έως και 30% της συνολικής επιφάνειας των γειτονιών. Σκοπός του διαγωνισμού ήταν ο οραματισμός νέων δυνατοτήτων σχεδιασμού μιας ολοκληρωμένης αντίληψης για τον αστικό ιστό, έτσι ώστε να δημιουργηθούν νέες σχέσεις μεταξύ οικολογίας και δομημένου περιβάλλοντος. Ζητούμενο ήταν καινοτόμες ιδέες που επανασυνδέουν τα

αστικά κενά με το υπάρχον σύστημα υποδομής πρασίνου της πόλης. Κενά οικόπεδα, εγκαταλελειμμένα κτήρια και απαξιωμένες υποδομές δεν αντιμετωπίζονται πλέον αποσπασματικά με μεμονωμένες επεμβάσεις μικρής κλίμακας. Αντίθετα, εντάσσονται σ ένα ενοποιημένο, συνεχώς μεταβαλλόμενο και εξελισσόμενο αστικό οικοσύστημα. «Τα αστικά κενά εμφανίζονται λοιπόν ως μοναδική ευκαιρία για την αναζήτηση τρόπων έκφρασης της σχέσης αστικού και φυσικού τοπίου όπου πολύπλοκα ανοιχτά οικολογικά συστήματα αλληλεπιδρούν και συσχετίζονται με τα κοινωνικά, πολιτισμικά, οικονομικά και συστήματα υποδομής της σύγχρονης πόλης» (Ποζουκίδου, Σοπέογλου, Τσιούμα, 2006). Με βάση το παραπάνω παράδειγμα του διεθνούς διαγωνισμού «Urban Voids», είναι φανερό ότι σε αρκετές χώρες του εξωτερικού έχει αναγνωριστεί από καιρό η αξία του αστικού κενού στο περιβάλλον της πόλης. Όσο και αν ο ρόλος αυτών των περιοχών γίνει κατανοητός στην Ελλάδα, θα συνεχίσει να παραμένει δύσκολη η ανάδειξη και η ενεργοποίηση του ήδη υφιστάμενου δυναμικού, καθώς απαιτείται ένα σύνολο αποφάσεων και δράσεων που να απορρέουν από επιλογές και προτεραιότητες εκ διαμέτρου αντίθετες από τις επικρατούσες. Γ: ΤΡΟΠΟΙ ΕΝΕΡΓΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΑΣΤΙΚΩΝ ΚΕΝΩΝ Γ.1: ΘΕΜΑΤΑ ΡΙΖΙΚΗΣ Η ΜΕΡΙΚΗΣ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗΣ Η ριζική ανάπλαση είναι μία παρέμβαση ολοκληρωτικής κατεδάφισης του προϋπάρχοντος υποβαθμισμένου οικοδομικού όγκου και στη συνέχεια νέας ανοικοδόμησης. Στην ουσία αναφερόμαστε σε μία περιοχή που έχει χάσει πλέον σε μεγάλο βαθμό την αξίαχρήση της και αποτελεί στο σύνολό της ένα αστικό κενό. Αυτή η μέθοδός αποτέλεσε την κυρίαρχη μορφή ανάπλασης υποβαθμισμένων αστικών περιοχών στις δεκαετίες μέχρι το 1970 σε πολλές χώρες της Δυτικής Ευρώπης και των Η.Π.Α. ενώ στην Ελλάδα δεν έχει ποτέ εφαρμοστεί. Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περιοχή Wedding του Δυτικού Βερολίνου όπου εφαρμόστηκε την δεκαετία του 50 ένα πρόγραμμα ριζικής ανάπλασης. Εικόνα 13, 14: Πρόγραμμα Ριζικής ανάπλασης στην περιοχή Wedding του Δ. Βερολίνου. Υπάρχουσα Κατάσταση. Κτήρια κατοικιών στην πλειοψηφία τους 4-6 ορόφων κατασκευασμένα στα τέλη 19ου αιώνα, Τελική πρόταση -ολική αντικατάσταση οικοδομικού όγκου πλην εκκλησίας- και νέα ανοικοδόμηση.

Αυτή η λύση της κατεδάφισης / νέας ανοικοδόμησης αν και δημιουργεί πλήθος προβλημάτων - όπως μείωση χρηματοδοτήσεων, αλλαγή ιδιοκτησίας στις περιοχές της παρέμβασης και συγκέντρωση της σε μεγάλες επιχειρήσεις, αύξηση ενοικίων και εγκατάλειψη των περιοχών από κατοίκους με χαμηλά εισοδήματα, κερδοσκοπία οικοδομικών επιχειρήσεων δίνει την δυνατότητα, με τον σωστό εξ αρχής σχεδιασμό, να οργανωθεί ορθά μία αστική περιοχή με την σωστή αναλογία ιδιωτικού και δημόσιου χώρου, δομημένου και αδόμητου. Οι νέοι κοινόχρηστοι χώροι όπως πλατείες, πράσινο, ελεύθεροι χώροι δημιουργούν ένα δίκτυο ικανό για μία ικανοποιητική ποιότητα ζωής. Γενικότερα, όμως θα πρέπει να αναφερθεί ότι τέτοια προγράμματα οργανωμένης δόμησης του 50 και του 60 δεν είχαν την αναμενόμενη αποτελεσματικότητα και θεωρήθηκαν από πολλές απόψεις αποτυχημένα. Μια άλλη δυνατότητα παρέμβασης στον αστικό ιστό είναι η μερική ανάπλαση / εξυγίανση, με διατήρηση του υπάρχοντος οικοδομικού έργου. Αυτή, η όχι και τόσο δυναμική λύση, ήρθε στα μέσα της δεκαετίας του 70 να αντικαταστήσει την ριζική ανάπλαση που δημιουργούσε αρκετά προβλήματα και πολλαπλές αντιδράσεις του πληθυσμού, η οποία όμως συνεχίστηκε με μικρότερη ένταση. Τα προγράμματα μερικών αναπλάσεων αφορούσαν μικρής κλίμακας περιοχές, γειτονιές και περιελάμβαναν επεμβάσεις τόσο σε κοινόχρηστους χώρους, σε ακάλυπτους χώρους, σε δρόμους γειτονιάς, όσο και σε κτίρια που τα διατηρούσαν στη αρχική τους δομή. Σε αυτήν την περίπτωση της μερικής ανάπλασης γίνονται παρεμβάσεις κυρίως στα μικρά αστικά κενά, χωρίς να αποκλείονται μικρές επιλεκτικές επεμβάσεις σε τμήματα μεγαλύτερων, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η συνολική τους αναβάθμιση και η ένταξή τους στον αστικό ιστό. Βέβαια προβλήματα όπως π.χ. η αύξηση των ενοικίων, απομάκρυνση του πληθυσμού χαμηλότερων στρωμάτων εντοπίζονται και σε αυτή τη μορφή παρέμβασης αλλά σε αισθητά μικρότερο βαθμό (Αραβαντινός, 1998). Γ.2: ΑΥΞΗΣΗ Με την λογική της μερικής ανάπλασης, τα αστικά κενά, με σωστή δράση, μπορούν να συμβάλουν ενεργά στην δημιουργία ενός υγιούς αστικού περιβάλλοντος. Η συνειδητοποίηση της ύπαρξης των αστικών κενών είναι εξέχουσας σημασίας, καθώς η εκμετάλλευση αυτών των χώρων, κυρίως για φύτευση και κοινωνική συναναστροφή, δεν απαιτεί μεγάλη οικονομική δαπάνη, ενώ αντίθετα έχει πολλαπλές θετικές συνέπειες στην πόλη. Ενδεικτικό είναι το γεγονός ότι με την αξιοποίηση και μόνο των ήδη υπαρχόντων ακάλυπτων χώρων των πολυκατοικιών, το κέντρο της Αθήνας εξασφαλίζει πράσινο ίσο με τριάντα κήπους, ίδιας έκτασης του Εθνικού. Η χαρτογράφηση των ακαλύπτων στην Κυψέλη είναι ενδεικτική, καθώς σε σύνολο 429 οικοδομικών τετραγώνων, οι αδόμητες επιφάνειες αγγίζουν τα 700.000 τ.μ. (Χαράμη, 2008). Το αμέσως επόμενο βήμα, μετά τον εντοπισμό τους, είναι η επαύξηση και η διεύρυνσή τους. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί είτε με την κατάλληλη διάταξη και διαμόρφωση του ιδιωτικού ακάλυπτου χώρου - παραμένοντας ο δημόσιος χώρος ιδιοκτησιακά ο ίδιος (βλ. Εικόνες 20, 21) είτε με την αυτονόητη προσαύξηση των δημόσιων υπαίθριων χώρων. Η τελευταία πρόταση μεταφράζεται σε διαπλατύνσεις οδών, επαυξήσεις διαστάσεων πλατειών ή δημιουργία νέων, και γενικότερα προσθήκη νέων δημόσιων χώρων σε βάρος των ιδιωτικών ή των περιορισμένης χρήσης. Στην πράξη αυτό είναι αρκετά δύσκολο, καθώς απαιτούνται επεμβάσεις όπως αγορές, απαλλοτριώσεις ή ακόμα και σε ορισμένες περιπτώσεις εισφορές σε γη, όμως είναι απαραίτητο για πολλούς λόγους (Αραβαντινός, Κοσμάκη, 1988). Μελέτες έχουν αποδείξει το σημαντικό ρυθμιστικό ρόλο που έχουν οι ανοιχτοί φυτεμένοι χώροι στο μικροκλίμα της περιοχής, καθιστώντας απαραίτητη την εξεύρεση και εκμετάλλευση οποιουδήποτε ελεύθερου χώρου στο εσωτερικό του ασφυκτικά πυκνοδομημένου αστικού περιβάλλοντος. Έτσι στην πόλη του 21 ου αιώνα, στις περισσότερες

των περιπτώσεων, η λειτουργία ενός άκτιστου οικοπέδου είναι πιο σημαντική από τις λειτουργίες του δομημένου χώρου. Με βάση αυτή τη λογική, το 1999 στο Μόντρεαλ ένα αδόμητο γωνιακό οικόπεδο επιφάνειας 2.000 τ.μ., διαμορφώθηκε σε ένα μικρό πάρκο προσφέροντας πολλαπλά οφέλη στους γύρω κατοίκους. Αλλά ακόμα και μικρότερης έκτασης χώροι, όπως αυτός του πάρκου Paley στο Μανχάταν -που διαμορφώθηκε το 1967 στο πλαίσιο προγράμματος για τους δημόσιους χώρους της πόλης-, αποτελούν πνεύμονες πρασίνου για την ευρύτερη περιοχή. Το συγκεκριμένο πάρκο βρίσκεται σε έναν κεντρικό δρόμο, σε στενό-μικρό οικόπεδο διαστάσεων 10x30 μέτρα, ενώ περιβάλλεται από ψηλά κτίρια. Με την κατάλληλη φύτευση, τον επαρκή δρόσισμο -από έναν τεχνητό καταρράκτη- και την προσεκτική επιλογή υλικών επίστρωσης του εδάφους, το πάρκο έχει χαμηλότερη θερμοκρασία από τη γύρω περιοχή και για αυτό το λόγο χρησιμοποιείται συνεχώς κατά τους ζεστούς καλοκαιρινούς μήνες, όταν η γύρω θερμοκρασία φτάνει στους 40 ο C. Εικόνα 15, 16: Ο κήπος της Λυών στο Μόντρεαλ, πηγή: Fundacion Casa de Arquitectos, 2002 Εικόνα 17, 18: Το πάρκο Paley στο Μανχάταν, πηγή : www.pps.org 2 Στην Ελλάδα δυστυχώς, η Πολιτεία δεν ενστερνίζεται τη συγκεκριμένη άποψη, καθώς ένα άκτιστο οικόπεδο θεωρείται ότι δεν επιτελεί το προορισμό του και για αυτό το λόγο επιβάλλεται στον ιδιοκτήτη ο φόρος των ακαλύπτων χώρων (Αραβαντινός, Κοσμάκη, 1988). Επίσης, η επιθυμητή επαύξηση του υπαίθριου χώρου συνήθως προσκρούει σε αδράνειες ενός ήδη διαμορφωμένου ιδιοκτησιακού καθεστώτος. Η οποιαδήποτε μεταβολή του απαιτεί μακροχρόνιες διαδικασίες υλοποίησης, ενώ ένα μεγάλο τμήμα του υφιστάμενου δυναμικού μεγαλύτερων ή μικρότερων υπαιθρίων χώρων, παραμένει ανενεργό σε κατάσταση φθίνουσα ή υφίσταται συνεχώς ή κατά καιρούς πιέσεις από ομάδες συμφερόντων (Κοσμάκη, 1998).

Γ.3: ΕΝΟΠΟΙΗΣΗ Ο ακάλυπτος, δηλαδή ο χώρος του οικοπέδου που αφήνεται ακάλυπτος για να μην υπάρχει υπέρβαση του ποσοστού κάλυψης ή του συντελεστή δόμησης, που υπάρχει στην περιοχή, (άρθρο 2 του Γ.Ο.Κ.) είναι το μέρος του οικοδομικού τετραγώνου που συνήθως είναι υποβαθμισμένο και ανεκμετάλλευτο. Τις περισσότερες φορές πλακοστρώνεται με πολλαπλά αρνητικά αποτελέσματα, κυρίως όσον αφορά το μικροκλίμα της περιοχής. Η απλή φύτευσή του όμως δεν μεγιστοποιεί τα οφέλη που θα μπορούσε να προσφέρει. Ο Γενικός Οικοδομικός Κανονισμός αναφέρει ότι ο συγκεκριμένος χώρος θα πρέπει να είναι προσπελάσιμός από τους χώρους κοινής χρήσεως του κτιρίου και να εξασφαλίζεται η συνέχεια των ακάλυπτων χώρων των αδόμητων οικοπέδων με τους ακάλυπτους γειτονικού δομημένου οικοπέδου. Η έννοια της ενοποίησης συναντάται στην πρόταση για τη δημιουργία ενός μικρού πάρκου στο εσωτερικό κεντρικού οικοδομικού τετραγώνου στο Αγρίνιο. Στην κεντρική περιοχή της εν λόγω πόλης, υπάρχουν κήποι και εγκαταλειμμένα κτίρια του παρελθόντος, οικόπεδα στο εσωτερικό των οικοδομικών τετραγώνων - που παραμένουν κενά - και υπολείμματα ενός παλιότερου δικτύου μονοπατιών. Όλα αυτά τα στοιχεία συνθέτουν μαζί ένα δυναμικό σε λανθάνουσα κατάσταση, το οποίο όμως με την κατάλληλη διαμόρφωση, μπορεί να αναδειχτεί και να αναβαθμίσει την περιοχή. Έτσι, στο συγκεκριμένο Ο.Τ. ο συνδυασμός μιας δημοτικής ιδιοκτησίας - επί της οποίας ευρίσκεται κηρυγμένο διατηρητέο κτήριο - μαζί με τρεις ιδιωτικές ιδιοκτησίες στο εσωτερικό του Ο.Τ. - που δεν μπορούν να αναπτυχθούν σύμφωνα με τους τρέχοντες όρους - και τέλος μαζί με το παλαιό δίκτυο μονοπατιών της μεσαιωνικής πόλης, μπορούν να αποτελέσουν τον πυρήνα ενός μικρού αστικού πάρκου έκτασης μεγαλύτερης των 2.200 τ.μ. Ανάλογες δυνατότητες σε αρκετά Ο.Τ. της ευρύτερης περιοχής και ένα δίκτυο διευρυμένων πεζοδρομίων και πεζόδρομων, που ήδη αναπτύσσει ο Δήμος, μπορούν να οδηγήσουν στη δημιουργία ενός δικτύου μικρών, πάρκων που θα καλύψει το έλλειμμα της πόλης σε αστικό πράσινο (Κοσμάκη, 2008). Εικόνα 19: Εικόνες πλούσιας αστικής βλάστησης στο εσωτερικό κεντρικού οικοδομικού τετραγώνου στο Αγρίνιο, πηγή: Π. Κοσμάκη, Δ. Λουκόπουλος κ.ά. 2006, Εικόνα 20: Πρόταση στο Αγρίνιο Πρόταση για δημιουργία μικρού πάρκου στο εσωτερικό κεντρικού οικοδομικού τετραγώνου στο Αγρίνιο, πηγή Π. Κοσμάκη, Δ. Λουκόπουλος κ.ά. 2006 Επίσης, εκτός από την ενοποίηση των κατάλληλα διαμορφωμένων, φυτεμένων αστικών κενών μεταξύ τους και την συνένωση τους με τους δημόσιους υπαίθριους χώρους, εξίσου σημαντική κρίνεται και η σύνδεση αυτού του αστικού πράσινου με το φυσικό. Φυσικές ενότητες όπως είναι οι ορεινοί όγκοι, οι λόφοι και τα ρέματα θα μπορούσαν να συνεργαστούν μεταξύ τους, δημιουργώντας ένα δίκτυο πρασίνου, με σκοπό την αναβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος. Είναι γνωστό ότι αυτοί οι φυσικοί σχηματισμοί συμβάλλουν σημαντικά στην

μετακίνηση μαζών αέρα με αποτέλεσμα τον δροσισμό και την βελτίωση της ποιότητας της ατμόσφαιρας στις πόλεις. Η ανάπτυξη όμως των δικτύων πρασίνου προϋποθέτει και τη δημιουργία συνδέσεων ανάμεσα στις διάφορες ποιότητες πρασίνου (δημόσιοι και ιδιωτικοί υπαίθριοι χώροι, κατάλληλα διαμορφωμένα αστικά κενά, φυσικό πράσινο). Αυτές συνήθως αναζητούνται μέσα από την επαναξιολόγηση του τρόπου χρήσης των δρόμων του οδικού δικτύου και ευρίσκονται με διευρύνσεις πεζοδρομίων και πεζοδρομήσεις που με κατάλληλες δενδροστοιχίες και φυτεύσεις συμβάλλουν στην ολοκλήρωση του πράσινου δικτύου. Η ιδέα της διασύνδεσης ενός αστικού κενού με περιαστικές φυσικές ενότητες εντοπίζεται στην πρόταση του ερευνητικού προγράμματος του ΕΜΠ για το Γουδή που ήδη έχει αναφερθεί. Ένας από τους στόχους του ήταν η ένωση του Υμηττού με το άλσος Γουδή έτσι ώστε να αποτελέσει έναν ενδιάμεσο χώρο που θα συμβάλει ενεργά στην αναβάθμιση της γύρω περιοχής. Ο χειρισμός αυτών των χώρων και η ένταξή τους στη ζωή της πόλης, έχουν ιδιαίτερη σημασία για την εξασφάλιση ενός λειτουργικού συστήματος πρασίνου. Για την επιτυχή ενσωμάτωση αυτής της περιοχής στον αστικό ιστό απαραίτητη είναι η συνεργασία με δίκτυα κίνησης πεζών και ανοιχτών χώρων στις περιβάλλουσες περιοχές. Μια άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση συνεργασίας των διαφόρων ποιοτήτων πρασίνου, είναι αυτή της χωροθέτησης των μεγάλων υπαίθριων επιφανειών στη Μόσχα, όπου εξασφαλίστηκε ένα συνεχές δίκτυο πρασίνου μέσω της ενοποίησης της φυσικής βλάστησης κατά μήκος των ποταμών και της προσαύξησης - διεύρυνσης των υφιστάμενων πάρκων. Το εν λόγω δίκτυο διεισδύει στο κέντρο της πόλης με την εκμετάλλευση των αστικών κενών, δηλαδή με κατεδαφίσεις υποβαθμισμένων περιοχών και με συνενώσεις ακάλυπτων χώρων μέσα και έξω από οικοδομικά τετράγωνα. Παράλληλα, το αστικό δίκτυο υπαίθριων χώρων συνδέεται με το περιαστικό πράσινο, δηλαδή τους εκτός των διοικητικών ορίων του Δήμου Μόσχας ελεύθερους χώρους. Αυτή η λογική της σφήνας βελτιώνει την ποιότητα της ατμόσφαιρας της πόλης καθώς το πράσινο, δημιουργεί διόδους μεταφοράς αέριων μαζών. Άλλωστε είναι γνωστό ότι οι μεμονωμένοι υπαίθριοι χώροι συντελούν σημαντικά στην βελτίωση των κλιματικών συνθηκών του άμεσου μικρο-περιβάλλοντος, αλλά δεν επηρεάζουν τη ρύπανση στη ατμόσφαιρα της πόλης (Αραβαντινός, Κοσμάκη, 1988). Εικόνα 21: Μόσχα, Η διάρθρωση των επιφανειών πρασίνου και ελεύθερων χώρων στα πλαίσια του Ρυθμιστικού Σχεδίου, πηγή: Greiner, Gelbrich, 1976

Γ.4: ΠΡΟΣΠΕΛΑΣΙΜΟΤΗΤΑ Η πρόσβαση είναι προαπαιτούμενο για τη χρήση οποιουδήποτε χώρου. Χωρίς την ικανότητα να μπεις και να μετακινηθείς σε αυτόν, να δεχτείς πληροφορίες ή αγαθά από αυτόν, ο χώρος δεν έχει αξία (Lynch, Hack, 1989). Η απουσία της προσπελασιμότητας συναντάται κυρίως στους ακάλυπτους των πολυκατοικιών, χτισμένων σύμφωνα με το συνεχές σύστημα δόμησης, οι οποίοι μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να μην είναι εγκαταλελειμμένοι και υποβαθμισμένοι αλλά ταυτόχρονα να καθίσταται αδύνατη η πρόσβαση των κατοίκων. Μια προσπάθεια σύνδεσης των ακαλύπτων με το δημόσιο χώρο εντοπίζεται στην πρόταση της ανάπλασης της περιοχής Παγκρατίου στην Αθήνα στα πλαίσια έρευνας του ΣΠΕ/ ΕΜΠ με ανάθεση του ΚΕΠΕ. Το μεγαλύτερο μέρος των κτηρίων είναι πολυκατοικίες με χρήση κύριας κατοικίας. Στην εικόνα φαίνεται η σύνδεση των δρόμων με τον ενοποιημένο ακάλυπτο που διατίθεται για κοινή χρήση. Στην συγκεκριμένη πρόταση εντοπίζονται αρκετά θετικά στοιχεία όπως η απρόσκοπτη είσοδος, η δημιουργία χώρων στάθμευσης των αυτοκινήτων και η παρουσία πράσινου, το οποίο όμως δεν είναι αρκετό έτσι ώστε να επηρεάσει το μικροκλίμα της περιοχής. Εικόνα 20: Η υπάρχουσα κατάσταση στην περιοχή του Παγκρατίου, πηγή: Αραβαντινός, 1998 Εικόνα 21: Η πρόταση ανάπλασης Παγκρατίου, πηγή: Αραβαντινός, 1998

Η προσπελασιμότητα των ελεύθερων χώρων ορισμένες φορές συνδέεται και με την χωροθέτηση χρήσεων, που καταλαμβάνουν μεγάλες εκτάσεις γης και συγκεντρώνουν μεγάλο πλήθος ατόμων, όπως είναι η ιδιωτική αναψυχή. Στην πραγματικότητα αυτοί οι χώροι δεν αποτελούν αστικούς ή φυσικούς υπαίθριους χώρους, καθώς απευθύνονται σε ορισμένες μόνο ομάδες του πληθυσμού, αυτές που δύνανται να καταναλώσουν, ενώ ταυτόχρονα αποκλείουν τις υπόλοιπες. Η κατάληψη του αστικού κενού από τέτοιου είδους χρήσεις περιορίζει σημαντικά τη λειτουργία του ως φυσικού χώρου αλλά και την αξία του ως κοινωνικού χώρου. Το ίδιο φαινόμενο, της εκμετάλλευσης κυρίως των μεγάλων αστικών κενών, παρατηρήθηκε και την περίοδο προετοιμασίας της Ελλάδας για την Ολυμπιάδα του 2004. Οι εγκαταστάσεις του οργανωμένου αθλητισμού απαιτούν μεγάλες επιφάνειες και παρόλο που συγκεντρώνουν αρκετό κόσμο επιφέρουν μεγάλες αλλοιώσεις στον φυσικό τους υποδοχέα. Και σε αυτή τη περίπτωση περιορίζεται ο ρόλος και η αξία του αστικού κενού, καθώς παρόλη την πιθανή φύτευση οι δραστηριότητες αυτές επιβάλλουν το χαρακτήρα τους στο αστικό περιβάλλον (Κοσμάκη, 1998). Η κατάσταση αυτή μπορεί δυνητικά να χειροτερεύσει, αφού οι περισσότερες εγκαταστάσεις έπαψαν να χρησιμοποιούνται, μετά την εφήμερη λειτουργία τους στους Ολυμπιακούς αγώνες, με απόρροια να αποτελούν οι ίδιες πια αστικά κενά. Τέλος, είναι απαραίτητο να τονιστεί σε αυτό το κεφάλαιο η σημασία των μαζικών μέσων μεταφοράς που είναι απαραίτητα, έτσι ώστε το σύνολο του πληθυσμού της πόλης να έχει εύκολη πρόσβαση στους μεγάλους υπαίθριους αστικούς και περιαστικούς χώρους. Άλλωστε ένα ορθά σχεδιασμένο σύστημα μεταφορών θα ευνοούσε την μείωση των μετακινήσεων με ιδιωτικό αυτοκίνητο και θα συνέβαλε στη βιωσιμότητα του αστικού ιστού. Γ.5: ΠΡΟΣΙΤΟΤΗΤΑ Ο χρόνος που χρειάζεται για να προσεγγίσεις έναν χώρο που εξυπηρετεί τις ανθρώπινες ανάγκες για ηρεμία, άθληση, επαφή με τη φύση και κοινωνική συναναστροφή αποτελεί βασικό κριτήριο για την ορθή εκμετάλλευσή του. Στην προβιομηχανική πόλη, και ιδιαίτερα στο περιτοιχισμένο οικισμό, οι μεγάλες ποσότητες πρασίνου ήταν αναπτυγμένες έξω από τα όρια του, αλλά εξαιτίας του μεγέθους της πόλης ήταν δυνατή η εύκολη πρόσβαση σε αυτές. Η διόγκωση της πόλης μετά την βιομηχανική επανάσταση μεγάλωσε τις αποστάσεις κατοικίας και υπαίθρου. Η μεγέθυνση αυτή σε συνδυασμό με την εκμετάλλευση κάθε αδόμητου χώρου της πόλης, δημιούργησε την ανάγκη να ξαναπλησιάσουν οι ελεύθεροι χώροι την πόλη και τον άνθρωπο. Έτσι, οι τάσεις που διαμορφώθηκαν μεταπολεμικά ήταν το σπάσιμο της μονολιθικότητας του διαμορφωμένου αστικού ιστού και η εξεύρεση νέων χώρων για κατοικία και συμπληρωματικές χρήσεις, δηλαδή η επέκταση των πόλεων αλλά με δίκαιη αναλογία των δομημένων και υπαίθριων χώρων, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται μια καλύτερη ποιότητα ζωής στους κατοίκους. Η άποψη της εξισορρόπησης του κενού και του πλήρους εφαρμόστηκε ακόμα και σε υφιστάμενες πόλεις (Αραβαντινός, Κοσμάκη, 1988). Στις μέρες μας η ζωή και οι απαιτήσεις του πληθυσμού έχουν αλλάξει, ο ελεύθερος χρόνος σταδιακά μειώνεται, η επαφή με την φύση δεν υφίσταται, το άγχος συνεχώς αυξάνεται, η απομόνωση των ανθρώπων μεγαλώνει, με αποτέλεσμα να είναι απαραίτητη η εξεύρεση χώρων στο ιστό της πόλης, οι οποίοι θα είναι ικανοί να συμβαδίζουν με την παραπάνω κατάσταση. Η σωστή διαχείριση όμως αυτών των περιοχών είναι αρκετά δύσκολη κυρίως στην κατανομή του πρασίνου στο χώρο της πόλης, λόγω της πολυπλοκότητας της προαναφερθείσας καθημερινότητας. Ακόμα πιο δύσκολη κρίνεται η δημιουργία ενός λειτουργικού πλέγματος πρασίνου σε μια ήδη δομημένη περιοχή, γιατί τα αστικά κενά που δύνανται να εντοπιστούν σε αυτήν έχουν προκαθορισμένη θέση, συγκεκριμένο μέγεθος και σε ορισμένες περιπτώσεις περιορισμένη πρόσβαση. Η επιλογή αυτών των αστικών κενών, που διαθέτουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και συγκεκριμένες δυνατότητες αξιοποίησης, είναι το βασικότερο βήμα για την δημιουργία ενός πετυχημένου πράσινου δικτύου σε μια υφιστάμενη πόλη.

Συγκεκριμένα, σε μια οργανωμένη πόλη θα πρέπει να εμφανίζονται διάφορες βαθμίδες πρασίνου με αντίστοιχες ακτίνες επιρροής και εξυπηρετούμενο πληθυσμό. Ιδίως σε περιοχές κατοικίας η πρόσβαση θα πρέπει να είναι άμεση και να εξασφαλίζεται οπωσδήποτε με τα πόδια. Σε μεγαλύτερες επιφάνειες πρασίνου, όπως τα αστικά πάρκα, είναι φυσικό να αυξάνουν οι αποστάσεις και η πρόσβαση να εξασφαλίζεται με μεταφορικά μέσα. Ο σύγχρονος άνθρωπος θεωρεί ότι η απόσταση 1.200 μ., με μέγιστο χρόνο διαδρομής 14 λεπτά, είναι ικανοποιητική (Greiner, Gelbrich, 1976). Έτσι, ίσως η πιο σωστή πολιτική είναι η δημιουργία ενός συστήματος υπαίθριων δημόσιων χώρων, που απαρτίζεται από το πράσινο της γειτονιάς και τα μεγάλα αστικά πάρκα. Οι κατάλληλα διαμορφωμένοι ακάλυπτοι χώροι, τα απαλλοτριωμένα αδόμητα οικόπεδα, οι δρόμοι σε λανθάνουσα χρήση κ.α. μπορούν με τη σωστή διαχείριση να ικανοποιήσουν ως ένα βαθμό το πράσινο σε επίπεδο γειτονιάς, ενώ μεγαλύτεροι χώροι, που έχουν χάσει την κοινωνική και τη λειτουργική τους χρήση, όπως είναι τα στρατόπεδα ή οι εγκαταστάσεις παλιών μέσων μεταφοράς, μπορούν, υπό κατάλληλες προϋποθέσεις, να παραλάβουν το ρόλο του μεγάλου αστικού πάρκου και να ικανοποιήσουν την ανάγκη των ανθρώπων για μεγάλες εκτάσεις πράσινου σε κοντινές σχετικά αποστάσεις. Βέβαια, η παραπάνω άποψη πρέπει να αναμορφώνεται ανάλογα με τον χαρακτήρα και τη μορφή της κάθε περιοχής. Για παράδειγμα στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής εξαιτίας της μορφολογίας ορισμένων περιοχών αχανείς εκτάσεις, αραιή δόμηση και της καθημερινότητας των ανθρώπων μετακίνηση σχεδόν αποκλειστικά με το αυτοκίνητο - υπάρχουν προδιαγραφές που δέχονται μέγιστο χρόνο προσπέλασης των αστικών πάρκων από την κατοικία και πάλι στα 15 λεπτά, αλλά αυτή τη φορά με αυτοκίνητο. Αυτή η παραδοχή τείνει να δώσει ιδιαίτερη σημασία στα μεγάλα αστικά πάρκα σε κάποια κεντρική περιοχή, ενώ ταυτόχρονα μειώνει την αξία των μικρών χώρων πρασίνου που βρίσκονται σε επίπεδο γειτονιάς. Αυτή η πρόταση, όπως είναι αυτονόητο, δεν θα λειτουργούσε σε μια οποιαδήποτε άλλη περιοχή παρά ίσως σε πολύ μικρές πόλεις. Άλλωστε είναι αρκετά δύσκολος ο εντοπισμός ενός τέτοιου μεγάλου αστικού κενού στο κέντρο της πόλης, το οποίο να ικανοποιεί τις απαιτήσεις των κατοίκων με τη μετατροπή του σε αστικό πάρκο. Άρα, στην μελέτη για την εξεύρεση χώρων πρασίνου θα πρέπει να συνυπολογιστούν πολλές παράμετροι. Επίσης, ιδιαίτερη σημασία θα πρέπει να δίνεται και στην απόλυτη διασπορά των υπαίθριων χώρων, καθώς δύνανται να αποτελέσουν αιτία κοινωνικών διακρίσεων. Έτσι, η επιλογή των ποικίλων αστικών κενών, που θα αποκτήσουν τη χρήση του υπαίθριου χώρου, θα πρέπει να στοχεύει και σε μια δίκαιη κατανομή τους σε όλες τις περιοχές. Συνήθως, όσο πιο πυκνοδομημένη είναι μια περιοχή, τόσο μεγαλύτερη κάμψη παρατηρείται στις τιμές των ακινήτων, αφού είναι γενικά παραδεκτό ότι η αύξηση των υπαιθρίων χώρων συνεπάγεται και την άνοδο των τιμών. Όμως, η προκαθορισμένη θέση και επιφάνεια των αστικών κενών μπορεί να οδηγήσει στην διασπορά αυτών των μικρών ανεξάρτητων υπαίθριων χώρων μέσα στον ιστό της πόλης με αποτέλεσμα να προκληθούν προβλήματα, καθώς ελλοχεύει ο κίνδυνος οι λιλιπούτειοι αυτοί υποτιθέμενοι «πνεύμονες» να εκμηδενιστούν ή πάντως να υποβαθμιστούν από τις άλλες αστικές χρήσεις, τις πηγές ρύπανσης κτλ. (Αραβαντινός, Κοσμάκη, 1988) Η λύση ίσως είναι η διασύνδεση των μικρών υπαίθριων χώρων με τους μεγάλης κλίμακας υπαίθριους χώρους περιαστικού και αστικού πρασίνου. Φυσικοί και αστικοί υπαίθριοι χώροι είναι συνήθως απομονωμένοι. Τα διαφορετικά σε μέγεθος και σε θέση αστικά κενά θα μπορούσαν σε σύνδεση και συνεργασία μεταξύ τους, εντασσόμενα στον περιβάλλοντα ιστό, να λειτουργήσουν καλύτερα είτε ως κοινωνικοί είτε ως φυσικοί χώροι.