Κοίταξα τον πίνακα και μετά ξανά τον αδερφό μου. «Γιατί; Επειδή είναι το μοναδικό πράγμα εδώ μέσα που έχει κάποιο νόημα;» Εκείνος γύρισε προς τον



Σχετικά έγγραφα
ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΤΟ Σ ΑΓΑΠΑΩ

Η Μόνα, η μικρή χελώνα, μετακόμισε σε ένα καινούριο σπίτι κοντά στη λίμνη του μεγάλου δάσους.

«Ο Αϊούλαχλης και ο αετός»

Τράντα Βασιλική Β εξάμηνο Ειδικής Αγωγής

Από όλα τα παραμύθια που μου έλεγε ο πατέρας μου τα βράδια πριν κοιμηθώ, ένα μου άρεσε πιο πολύ. Ο Σεβάχ ο θαλασσινός. Επτά ταξίδια είχε κάνει ο

Πριν από λίγες μέρες πήγα για κούρεμα.

ΙΑ ΧΕΙΡΙΣΗ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ

Μαμά, γιατί ο Φώτης δε θέλει να του πιάσω το χέρι; Θα σου εξηγήσω, Φωτεινή. Πότε; Αργότερα, όταν μείνουμε μόνες μας. Να πάμε με τον Φώτη στο δωμάτιό

Ο εγωιστής γίγαντας. Μεταγραφή : Γλυμίτσα Ευθυμία. Διδασκαλείο Δημοτικής Εκπαίδευσης. «Αλέξανδρος Δελμούζος»

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

«Πώς να ξέρει κανείς πού στέκει; Με αγγίζεις στο παρελθόν, σε νιώθω στο παρόν» Μυρσίνη-Νεφέλη Κ. Παπαδάκου «Νερό. Εγώ»

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ. ΑΡΗΣ (Συναντώνται μπροστά στη σκηνή ο Άρης με τον Χρηστάκη.) Γεια σου Χρηστάκη, τι κάνεις;

ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΜΑΘΗΤΏΝ ΚΑΙ ΜΑΘΗΤΡΙΩΝ

ΙΕ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΛΕΜΕΣΟΥ (Κ.Α.) ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ:

Κάτι μου λέει πως αυτή η ιστορία δε θα έχει καλό

Σε μια μικρή παραθαλάσσια πόλη

Αποστολή. Κρυμμένος Θησαυρός. Λίνα Σωτηροπούλου. Εικόνες: Ράνια Βαρβάκη

Τι όμορφη μέρα ξημέρωσε και σήμερα. Ως συνήθως εγώ ξύπνησα πιο νωρίς από όλους και πήγα δίπλα στην κυρία Σταυρούλα που κοιμόταν. Την ακούμπησα ελαφρά

«Ο Σάββας η κλώσσα και ο αετός»

Μια νύχτα. Μπαίνω στ αμάξι με το κορίτσι μου και γέρνει γλυκά στο πλάϊ μου και το φεγγάρι λες και περπατάει ίσως θέλει κάπου να μας πάει

Εργασία Οδύσσειας: θέμα 2 ο «Γράφω το ημερολόγιο του κεντρικού ήρωα ή κάποιου άλλου προσώπου» Το ημερολόγιο της Πηνελόπης

Παραμύθι για την υγιεινή διατροφή

Αν δούµε κάπου τα παρακάτω σήµατα πώς θα τα ερµηνεύσουµε; 2. Πού µπορείτε να συναντήσετε αυτό το σήµα; (Κάθε σωστή απάντηση 1 βαθµός)

Το παραμύθι της αγάπης

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ. Εργασία για το σπίτι. Απαντούν μαθητές του Α1 Γυμνασίου Προσοτσάνης

Down. Πηγή: kosmos/item/ down- syndrome- pos- eipa- ston- gio- mou- pos- exei- syndromo- down

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

ΕΡΓΑΣΙΕΣ. Α ομάδα. Αφού επιλέξεις τρία από τα παραπάνω αποσπάσματα που σε άγγιξαν περισσότερο, να καταγράψεις τις δικές σου σκέψεις.

Οι αριθμοί σελίδων με έντονη γραφή δείχνουν τα κύρια κεφάλαια που σχετίζονται με το θέμα. ΣΧΕΣΗ ΜΕ ΜΑΘΗΜΑ

το θύμα, ο θύτης και ο θεατής Σοφία Ζαχομήτρου Μαθήτρια της Ε2 Τάξης

Πώς γράφεις αυτές τις φράσεις;

ΛΕΟΝΑΡΝΤ ΚΟΕΝ. Στίχοι τραγουδιών του. Δεν υπάρχει γιατρειά για την αγάπη (Ain t no cure for love)

Τα παιδιά της Πρωτοβουλίας και η Δώρα Νιώπα γράφουν ένα παραμύθι - αντίδωρο

ΑΝ ΚΑΙ ΖΩ ΣΤΟΝ ΒΥΘΌ, το ξέρω καλά πια. Ο καλύτερος τρόπος να επικοινωνήσεις με τους ανθρώπους και να τους πεις όσα θέλεις είναι να γράψεις ένα

Ο νονός μου είναι ο καλύτερος συγγραφέας τρελών ιστοριών του κόσμου.

Τα λουλούδια που δεν είχαν όνομα ''ΜΥΘΟΣ''

Εντυπώσεις μαθητών σεμιναρίου Σώμα - Συναίσθημα - Νούς

ΑΠΟΔΡΑΣΗ ΑΠΟ ΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΤΟΥ ΤΡΟΜΟΥ

κι η τιμωρία των κατηγορουμένων. Βέβαια, αν δεν έχεις πάρει καθόλου βάρος, αυτό θα σημαίνει ότι ο κατηγορούμενος

ΠΑΝΑΓΙΩΣΑ ΠΑΠΑΔΗΜΗΣΡΙΟΤ. Δέκα ποιήματα για τον πατέρα μου. Αλκιβιάδη

Δεν είναι λοιπόν μόνο οι γυναίκες που έχουν αυτήν την ανάγκη, αλλά κι οι άντρες επίσης, όσο σκληροί κι αν το παίζουν.

Τριγωνοψαρούλη, μην εμπιστεύεσαι ΠΟΤΕ... αχινό! Εκπαιδευτικός σχεδιασμός παιχνιδιού: Βαγγέλης Ηλιόπουλος, Βασιλική Νίκα.

Αγγελική Δαρλάση. Το παλιόπαιδο. Εικονογράφηση Ίρις Σαμαρτζή

Πρόλογος. Καλή τύχη! Carl-Johan Forssén Ehrlin

Μαρία Κωνσταντινοπούλου Ψυχολόγος - ειδική παιδαγωγός

Και ο μπαμπάς έκανε μία γκριμάτσα κι εγώ έβαλα τα γέλια. Πήγα να πλύνω το στόμα μου, έπλυνα το δόντι μου, το έβαλα στην τσέπη μου και κατέβηκα να φάω.

Γλωσσικές πράξεις στη διαγλώσσα των μαθητών της Ελληνικής ως Γ2

ΜΙΑ ΦΟΡΑ ΚΑΙ ΕΝΑΝ ΚΑΙΡΟ ΚΟΥΒΕΝΤΙΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΝΙΩΣΑΜΕ.. ΠΟΣΟ ΠΟΛΥΤΙΜΟΙ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΕΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΛΛΟΝ!

A READER LIVES A THOUSAND LIVES BEFORE HE DIES.

ΟΝΕΙΡΟ ΜΙΑΣ ΚΑΠΟΙΑΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ. ακριβώς το που.την μητέρα μου και τα αδέρφια μου, ήμουν πολύ μικρός για να τους

Η καλύτερη στιγμή των Χριστουγεννιάτικων διακοπών

ΤΟ ΓΙΟΡΝΑΝΙ ΜΕ ΤΑ ΚΟΚΚΙΝΑ ΓΑΡΟΥΦΑΛΛΑ

Η Αλφαβητοχώρα. Γιώργος Αμπατζίδης. Ελλάδα. A sea of words 5 th year

Ξέρεις ένα μικρό χω ριου δάκι μπροστά

Ένα παραμύθι φτιαγμένο από τα παιδιά της Δ, Ε και Στ τάξης του Ζ Δημοτικού Σχολείου Πάφου κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους με τη συγγραφέα Αμαλία

Ρένα Ρώσση-Ζαΐρη: Στόχος μου είναι να πείσω τους αναγνώστες μου να μην σκοτώσουν το μικρό παιδί που έχουν μέσα τους 11 May 2018

Πάει τόσος καιρός από το χωρισμό σας, που δε θυμάσαι καν πότε ήταν η τελευταία φορά

Μια φορά και ένα καιρό, σε μια μουντή και άχρωμη πόλη κάπου στο μέλλον, ζούσαν τρία γουρουνάκια με τον παππού τους. Ο Ανδρόγεως, το Θρασάκι και ο

Την επομένη ήρθε προς το μέρος μου και μου είπε καλημέρα.

Εισαγγελέας: Δευτέρα 03/10/2011, η ημέρα της δολοφονίας της Souzan Anders. Παρατηρήσατε κάτι περίεργο στην συμπεριφορά του κατηγορούμενου;

Δύο μικρά δεινοσαυράκια θέλουν να πάνε σχολείο μαζί με τα παιδάκια

Το δικό µου σκυλάκι. Ησαΐα Ευτυχία

Μια μέρα καθώς πήγαινα στο σπίτι είδα έναν κλέφτη να μπαίνει από το παράθυρο και να είναι έτοιμος να αρπάξει τα πάντα...

Όταν η μαμά έχει στομία

μετάφραση: Μαργαρίτα Ζαχαριάδου

Τοπαλίδης Ιπποκράτης, 13 ετών

Κολόνες Μπαλόνια Έγκατα Αιώνες Κουμπότρυπες Όλα Σύννεφα Πρίγκιπες Αγριοπερίστερα...

ΕΚ ΟΣΕΙΣ ΨΥΧΟΓΙΟΣ Α.Ε.

ΘΟΔΩΡΗΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

Η χριστουγεννιάτικη περιπέτεια του Ηλία

ΔΕΝ ΜιΛΗΣΑ ΠΟΤΕ, ΣΕ ΚΑΝΕΝΑΝ, ΓιΑ ΕΚΕιΝΟ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑιΡι ΠΑΡΑ ΜΟΝΟ ΣΤΗ ΜΗΤΕΡΑ ΣΟΥ. ΗΜΑΣΤΑΝ ΠΑΝΤΡΕΜΕΝΟι ΚΟΝΤΑ 16 ΧΡΟΝιΑ.

ΛΥΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΚΦΟΒΙΣΜΟ ΚΑΙ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟ ΣΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ: Περιγραφή μίας αποτελεσματικής μεθοδολογίας σε μορφή διαλόγου

17.Γ. ΠΡΟΣΤΧΑ ΑΝΕΚΔΟΣΑ ΜΕ ΣΟΝ ΣΟΣΟ 4 - ΧΑΣΖΗΑΛΕΞΑΝΔΡΟΤ ΜΑΡΙΑ

Πρώτες μου απορίες. ΚΟΙΤΑΖΑ τ αγόρια και σκέπτουμουν. [7]

9 απλοί τρόποι να κάνεις μία γυναίκα να μην μπορεί να σε βγάλει από το μυαλό της

ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΣ ΠΡΩΤΟΓΗΡΟΥ Πρωτοδίκου Διοικητικών Δικαστηρίων ΟΜΙΛΙΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΗΣ ΧΟΡΩΔΙΑΣ ΟΡΧΗΣΤΡΑΣ ΤΩΝ ΝΕΩΝ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΑΛΚΙΔΟΣ

Περιεχόμενα Κεφάλαιο 1: Κεφάλαιο 2: Κεφάλαιο 3: Κεφάλαιο 4:

Εικόνες: Eύα Καραντινού

ΘΕΑΤΡΙΚΟ 2 ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΟΥΖΙΝΑ

ΜΙΑ ΣΕΙΡΑ ΑΠΟ ΑΤΥΧΗ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

ALBUM ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ 2010 ΦΥΣΑΕΙ

Μαριέττα Κόντου ΦΤΟΥ ΞΕΛΥΠΗ. Εικόνες: Στάθης Πετρόπουλος

Γεννηθήκαμε και υπήρξαμε μωρά. Κλαίγαμε, τρώγαμε, γελάγαμε, κοιμόμασταν, ξυπνάγαμε, λερωνόμασταν.

Λήστευαν το δημόσιο χρήμα - Το B' Μέρος με τους αποκαλυπτικούς διαλόγους Άκη - Σμπώκου

ΣΚΕΤΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΛΕΚΤΡΟΝΙΚΗ ΠΑΡΕΝΟΧΛΗΣΗ. ΝΑΤΑΣΑ (Μέσα στην τάξη προς το τέλος του μαθήματος) ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ Η Γη, κυρία Νατάσα, έχει το σχήμα μιας σφαίρας.

ΧΑΡΤΑΕΤΟΣ UÇURTMA Orkun Bozkurt

Οι προσωπικοί στόχοι καθενός μπορούν κατά καιρούς να αποτελούν και να καθορίζουν το success story της ζωής του για μια μικρή ή μεγάλη περίοδο.

Μια φορά κι ένα γαϊδούρι

Περιεχόμενα. Πρόλογος Εισαγωγή Ευχαριστίες Το ξεκίνημα μιας σχέσης Βήμα πρώτο: Τι χρειάζομαι, τι επιθυμώ, πώς αντιδρώ;...

Αυτό το βιβλίo είναι μέρος μιας δραστηριότητας του Προγράμματος Comenius

Μια φορά και έναν καιρό ζούσε στα βάθη του ωκεανού µια µικρή σταγόνα, ο Σταγονούλης. Έπαιζε οληµερίς διάφορα παιχνίδια µε τους ιππόκαµπους και τις

Προσοχή! Μη διαβάσετε ποτέ μεγαλόφωνα το βιβλίο αυτό σε κάποιον που οδηγεί.

Ανδρέας Αρματάς Φραντσέσκα Ασσιρέλλι

Φωνή: Θανούλη! Φανούλη! Μαριάννα! Φανούλης: Μας φωνάζει η μαμά! Ερχόμαστε!

Δύο ιστορίες που ρωτάνε

Ε: Τι λέτε, μου πάνε; Α: χαχχαχχαχ (τα έπαιξαν και με τραβούσαν από τα χερια καθώς απομακρυνόμουν

ΤΑ ΜΠΑΛΟΝΙΑ ΤΗΣ ΦΙΛΙΑΣ

Modern Greek Beginners

Γράφει η Ευρυδίκη Αμανατίδου

Περιεχόμενα. Εφτά ξύλινα αλογάκια κι ένα αληθινό Αν έχεις τύχη Η μεγάλη καφετιά αρκούδα κι εμείς... 37

Transcript:

Πρόλογος Βρισκόμασταν στο πιο άσχημο διαμέρισμα όλου του Μανχάταν και σίγουρα δεν έφταιγε μόνο το γεγονός ότι ο εγκέφαλός μου έμοιαζε προγραμματισμένος να μην εκτιμάει καθόλου την τέχνη: αντικειμενικά, όλοι οι πίνακες ήταν φρικτοί. Ένα τριχωτό πόδι που ξεπηδούσε απ τον μίσχο ενός λουλουδιού. Ένα στόμα που έφτυνε μακαρόνια. Δίπλα μου, ο μεγάλος μου αδερφός και ο πατέρας μου μουρμούριζαν σκεφτικοί, κουνώντας το κεφάλι σαν να καταλάβαιναν τι έβλεπαν. Όσο για μένα, το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να προχωρήσουμε όσο το δυνατόν πιο γρήγορα. Κατά τα φαινόμενα, υπήρχε κάποιος άγραφος νόμος που υπαγόρευε ότι οι καλεσμένοι της δεξίωσης έπρεπε πρώτα να ακολουθήσουν ολόκληρη τη διαδρομή και να θαυμάσουν τα έργα τέχνης τότε και μόνο θα μπορούσαν να δοκιμάσουν τα ορεκτικά που περιφέρονταν στην αίθουσα πάνω στους δίσκους. Στο τέλος της διαδρομής όμως, πάνω απ το ογκώδες τζάκι και ανάμεσα σε δύο κακόγουστα κηροπήγια υπήρχε ένας πίνακας με μια διπλή έλικα τη δομή του μορίου του DNA και κατά μήκος του καμβά ήταν τυπωμένη η γνωστή ρήση του Τιμ Μπάρτον: Όλοι γνωρίζουμε ότι τα ειδύλλια μεταξύ διαφορετικών ειδών είναι αλλόκοτα. Ενθουσιασμένη, γέλασα και στράφηκα προς τον Τζένσεν και τον μπαμπά. «Εντάξει. Αυτό είναι ωραίο.» Ο Τζένσεν αναστέναξε. «Έτσι νομίζεις.» 5

Κοίταξα τον πίνακα και μετά ξανά τον αδερφό μου. «Γιατί; Επειδή είναι το μοναδικό πράγμα εδώ μέσα που έχει κάποιο νόημα;» Εκείνος γύρισε προς τον μπαμπά και προς στιγμήν φάνηκε σαν να παίζεται κάτι μεταξύ τους, λες και έδινε ο πατέρας την άδεια στον γιο να ξεκινήσει την κουβέντα. «Πρέπει να σου μιλήσουμε για τη σχέση σου με τη δουλειά σου.» Πέρασε ένα λεπτό μέχρι ν αρχίσει ο εγκέφαλός μου να ε- πεξεργάζεται τα λόγια του, τον τόνο του και την αποφασιστική έκφρασή του. «Τζένσεν», είπα. «Σοβαρά τώρα, θέλεις να κάνουμε αυτή τη συζήτηση εδώ;» «Ναι, εδώ.» Μισόκλεισε τα πράσινα μάτια του. «Είναι η πρώτη φορά τις δύο τελευταίες μέρες που σε βλέπω έξω απ το εργαστήριο. εξαιρούνται οι φορές που σε έχω δει να κοιμάσαι ή να χλαπακιάζεις κάτι.» Για μένα, σίγουρα αυτή δεν ήταν η πρώτη φορά που παρατηρούσα το πώς τα σημαντικότερα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των γονιών μου η εγρήγορση, ο δυναμισμός, η παρορμητικότητα, η γοητεία και η σύνεση φαίνονταν να έχουν περάσει αυτούσια και χωρίς καμία μετάλλαξη στους πέντε απογόνους τους. Η εγρήγορση και ο δυναμισμός ετοιμάζονταν να κονταροχτυπηθούν εν μέσω μιας δεξίωσης στο Μανχάταν. «Σε πάρτι έχουμε έρθει, ρε συ Τζενς. Υποτίθεται ότι πρέπει να συζητάμε για το πόσο όμορφα είναι τα έργα τέχνης», απάντησα δείχνοντας κάπως αόριστα προς τους τοίχους της αίθουσας με τα πολυτελή έπιπλα. «Και για το σκάνδαλο που α- ποκαλύφθηκε για τον» Δεν είχα ιδέα ποια ήταν τα τελευταία κουτσομπολιά, και το μόνο που κατάφερα με την άγνοιά μου ήταν να ενισχύσω την άποψη του αδερφού μου. 6

Παρακολούθησα τον Τζένσεν να πασχίζει να κρύψει την αγανάκτησή του. Ο μπαμπάς μού έδωσε ένα ορεκτικό που έμοιαζε με σαλιγκάρι ξαπλωμένο πάνω σε κράκερ. Το έχωσα διακριτικά σε μια χαρτοπετσέτα τη στιγμή που περνούσε από δίπλα μου ο σερβιτόρος. Το καινούριο μου φόρεμα μου προκαλούσε μια μικρή φαγούρα και αναρωτήθηκα γιατί δεν είχα βρει τον χρόνο να ρωτήσω τους άλλους στο εργαστήριο για το καινούριο λαστέξ που είχα τη φαεινή ιδέα να φορέσω. Και μόνο αυτή η εμπειρία μού ήταν αρκετή για να με πείσει ότι ήταν δημιούργημα είτε του Σατανά είτε κάποιου άντρα που ήταν υπερβολικά λεπτός ακόμα και για τα εφαρμοστά τζιν. «Δεν είσαι μόνο έξυπνη», συνέχισε ο Τζένσεν. «Έχεις και χιούμορ. Είσαι κοινωνική. Είσαι ένα όμορφο κορίτσι.» «Γυναίκα» τον διόρθωσα μιλώντας μέσα απ τα δόντια μου. Εκείνος έσκυψε προς το μέρος μου, σε μια προσπάθεια να μη φτάσει η κουβέντα μας στα αυτιά των φιλότεχνων που περνούσαν από δίπλα μας. Ο Θεός να μας φυλάξει αν κάποιο μέλος της υψηλής κοινωνίας της Νέας Υόρκης τον άκουγε να μου κάνει διάλεξη για το πώς να φέρομαι πιο ερωτικά στις κοινωνικές συναναστροφές μου. «Εξακολουθώ λοιπόν να μην καταλαβαίνω πώς είναι δυνατόν να έχουμε έρθει να σε δούμε για ένα τριήμερο και οι μόνοι άνθρωποι με τους οποίους έχουμε βγει έξω να είναι οι δικοί μου φίλοι.» Χαμογέλασα στον μεγάλο μου αδερφό και, αφού άφησα να με κατακλύσει το πρώτο κύμα της ευγνωμοσύνης για το υπερπροστατευτικό ενδιαφέρον του, ένιωσα να αναψοκοκκινίζω από τον εκνευρισμό που είχε αρχίσει να απλώνεται αργά και βασανιστικά στο δέρμα μου. Ήταν σαν να άγγιζα ένα καυτό σίδερο, μια οξεία αντανακλαστική αντίδραση που την ακολου- 7

θούσε ένα παρατεταμένο, δυνατό κάψιμο. «Κοντεύω να τελειώσω τη σχολή, Τζενς. Μετά θα έχω όλο τον καιρό μπροστά μου για να ζήσω τη ζωή μου.» «Μα αυτή είναι η ζωή σου», είπε εκείνος κοιτάζοντάς με επιτακτικά με τα μάτια του ορθάνοιχτα. «Εδώ και τώρα. Όταν ήμουν στην ηλικία σου, με δυσκολία κατάφερνα να κρατήσω τον μέσο όρο της βαθμολογίας μου σε αξιοπρεπή επίπεδα. Το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να ξυπνήσω τη Δευτέρα και να μην είμαι τύφλα.» Ο μπαμπάς στεκόταν σιωπηλός δίπλα του. Έκανε πως δεν άκουσε το τελευταίο σχόλιο του αδερφού μου, αλλά κουνούσε το κεφάλι δείχνοντας να συμφωνεί με το ρεζουμέ της ιστορίας, δηλαδή ότι ήμουν ακοινώνητη, χωρίς καθόλου φίλους. Τον κάρφωσα με το βλέμμα μου σαν να του έλεγα, Εσύ τα λες αυτά, ο εργασιομανής επιστήμονας που περνούσε περισσότερη ώρα στο εργαστήριό του παρά στο ίδιο του το σπίτι; Εκείνος όμως έμεινε απαθής, έχοντας την ίδια έκφραση που θα είχε αν μια χημική ένωση, που κανονικά θα έπρεπε να είναι διαλυτή, μετατρεπόταν τελικά σ ένα γλοιώδες ίζημα μέσα στον δοκιμαστικό σωλήνα: μια έκφραση σύγχυσης, ίσως και προσωπικής προσβολής. Απ τον μπαμπά μου είχα κληρονομήσει τον δυναμισμό, ε- κείνος όμως θεωρούσε ανέκαθεν ότι ήταν λογικό να έχω κληρονομήσει απ τη μαμά μου και κάποια γοητεία, έστω και ελάχιστη. Ίσως επειδή ήμουν κορίτσι ή ίσως επειδή πίστευε ότι κάθε γενιά πρέπει να είναι η βελτιωμένη έκδοση της προηγούμενης, περίμενε από μένα να ισορροπήσω την καριέρα μου με την προσωπική μου ζωή καλύτερα απ ό,τι το είχε καταφέρει ο ίδιος. Την ημέρα των πεντηκοστών γενεθλίων του με είχε φωνάξει στο γραφείο του για να μου πει, έτσι απλά: «Οι άνθρωποι είναι εξίσου σημαντικοί με την επιστήμη. Πρέπει να μάθεις απ 8

τα δικά μου λάθη.» Και μετά άρχισε να τακτοποιεί κάτι χαρτιά πάνω στο γραφείο του και να κοιτάζει επίμονα τα χέρια του ώσπου εγώ βαρέθηκα, σηκώθηκα και επέστρεψα στο εργαστήριο. Ήταν φανερό ότι είχα αποτύχει. «Το ξέρω ότι γίνομαι φορτικός», ψιθύρισε ο Τζένσεν. «Λιγάκι» συμφώνησα. «Ξέρω επίσης ότι χώνω τη μύτη μου εκεί που δεν πρέπει.» Τον κοίταξα με κατανόηση και ψιθύρισα: «Είσαι η προσωπική μου Παλλάδα Αθηνά.» «Με τη διαφορά ότι δεν είμαι απ την Ελλάδα κι ότι έχω πουλί.» «Ναι, αυτό προσπαθώ να μην το θυμάμαι.» Ο Τζένσεν αναστέναξε και, επιτέλους, ο μπαμπάς φάνηκε να συνειδητοποιεί ότι μπορούσε κι αυτός να παίξει έναν ρόλο. Είχαν έρθει και οι δύο μαζί να με δουν και, παρ όλο που μου είχε φανεί παράξενη αυτή η από κοινού τυχαία επίσκεψη στα μέσα Φεβρουαρίου, δεν το είχα πολυσκεφτεί μέχρι τώρα. Ο μπαμπάς με αγκάλιασε με το ένα του χέρι από τον ώμο και με έσφιξε. Αν και τα μπράτσα του ήταν μακριά και λεπτά, ανέκαθεν μπορούσε να σε σφίξει σαν μέγγενη ήταν ένας άντρας πολύ πιο δυνατός απ ό,τι έδειχνε. «Είσαι καλό παιδί, Ζιγκς.» Χαμογέλασα. Έτσι αντιλαμβανόταν ο πατέρας μου ότι έ- πρεπε να είναι μια θερμή και εποικοδομητική συζήτηση μεταξύ πατέρα και κόρης. «Ευχαριστώ.» Ο Τζένσεν πρόσθεσε: «Ξέρεις ότι σ αγαπάμε.» «Κι εγώ σας αγαπώ. Τον περισσότερο καιρό.» «Ας πούμε όμως ότι θεωρήσαμε υποχρέωσή μας να παρέμβουμε. Είσαι εθισμένη με τη δουλειά σου. Είσαι εθισμένη με τη γρήγορη και επιτυχημένη εξέλιξη που θεωρείς ότι πρέπει να έχει η καριέρα σου. Εντάξει, ίσως κι εγώ να επεμβαίνω υπερ- 9

βολικά προσπαθώντας να διαχειριστώ ακόμα και την τελευταία λεπτομέρεια στη ζωή σου» «Ίσως;» τον διέκοψα. «Εσύ ήθελες να κανονίζεις τα πάντα, από το πότε θα μου βγάλουν η μαμά και ο μπαμπάς τις βοηθητικές ρόδες απ το ποδήλατό μου μέχρι το πόσο αργά θα μπορούσα να μείνω έξω μετά τη δύση του ήλιου, λες και ίσχυε για μένα κάποια ειδική απαγόρευση κυκλοφορίας. Και ούτε καν ζούσες πια μαζί μας, Τζενς. Και φαντάσου ότι ήμουν δεκάξι χρονών.» Προσπάθησε να με καθησυχάσει με το βλέμμα του. «Ορκίζομαι ότι δεν πρόκειται να σου πω τι να κάνεις, απλώς» Σταμάτησε και κοίταξε τριγύρω του σαν να περίμενε να περάσει κάποιος με μια πινακίδα που θα έγραφε το υπόλοιπο της φράσης του. Το να ζητάει κανείς απ τον Τζένσεν να μην μπλέκεται με τα πάντα ήταν σαν να ζητάει από οποιονδήποτε άλλο άνθρωπο να πάψει να αναπνέει για δέκα ολόκληρα λεπτά. «Απλώς πάρε και κανένα τηλέφωνο σε κάποιον.» «Σε κάποιον; Τζένσεν, εδώ και ώρα προσπαθείς ουσιαστικά να μου πεις ότι δεν έχω φίλους. Αυτό μπορεί να είναι εν μέρει αλήθεια, όμως σε ποιον φαντάζεσαι ότι θα πρεπε να τηλεφωνήσω για να ξεκινήσω αυτή την ιστορία του βγες-έξω-καιζήσε-τη-ζωή-σου; Σε κάποιον άλλο μεταπτυχιακό φοιτητή που είναι εξίσου χωμένος μέσα στην έρευνά του όσο εγώ; Είμαστε μεταπτυχιακοί φοιτητές στη Βιοϊατρική Μηχανική, όχι ανερχόμενοι αστέρες της κοσμικής κοινωνίας.» Έκλεισε τα μάτια του κοιτώντας το ταβάνι. Εκείνη τη στιγμή κάτι φάνηκε να του περνάει απ το μυαλό. Όταν με κοίταξε ξανά, είχε σηκώσει τα φρύδια και το βλέμμα του ήταν γεμάτο ελπίδα και μια ακαταμάχητη αδερφική τρυφερότητα. «Τι θα λεγες για τον Γουίλ;» 10

Άρπαξα το ποτήρι της σαμπάνιας από το χέρι του μπαμπά δεν είχε προλάβει να πιει ούτε μια γουλιά και το κατέβασα μονορούφι. Δεν χρειάστηκε να μου το πει δεύτερη φορά. Ο Γουίλ Σάμερ ήταν ο κολλητός του Τζένσεν στο πανεπιστήμιο και είχε δουλέψει ως ασκούμενος στο γραφείο του πατέρα μας. Σε αυτό το σημείο ίσως θα έπρεπε να αναφέρω και μια ασήμαντη λεπτομέρεια: ήταν επίσης το αντικείμενο όλων ανεξαιρέτως των ε- φηβικών μου φαντασιώσεων. Μπορεί εγώ να ήμουν το φιλικό σπασικλάκι, η μικρή αδερφή του Τζένσεν, αλλά ο Γουίλ ήταν το κακό παιδί-ιδιοφυΐα με το στραβό χαμόγελο, τα τρυπημένα αυτιά και τα γαλανά μάτια που υπνώτιζαν όποιο κορίτσι τον συναντούσε. Όταν εγώ ήμουν δώδεκα χρονών, ο Γουίλ ήταν δεκαεννιά και είχε έρθει να μας επισκεφθεί με τον Τζένσεν για λίγες μέρες τα Χριστούγεννα. Ήταν ένας βρόμικος και υπέροχος τύπος ήδη από τότε έτσι όπως έπαιζε το μπάσο του στο γκαράζ με τον Τζένσεν και φλέρταρε με παιχνιδιάρικο τρόπο τη μεγαλύτερη αδερφή μου, τη Λιβ. Όταν εγώ ήμουν δεκάξι, εκείνος μόλις είχε πάρει το πτυχίο του και είχε έρθει να μείνει μαζί μας ένα ολόκληρο καλοκαίρι, δουλεύοντας για τον πατέρα μου. Απέπνεε μια έντονη σεξουαλική αύρα, οπότε κι εγώ αποφάσισα να χαρίσω την παρθενιά μου σ έναν πρωτάρη και άσχετο από την τάξη μου, απλώς για να ανακουφιστώ από τον οδυνηρό πόθο που μου προκαλούσε ο Γουίλ ως αρσενικό. Ήμουν σχεδόν σίγουρη ότι η αδερφή μου τον είχε τουλάχιστον φιλήσει εξάλλου ο Γουίλ ήταν πολύ μεγάλος για μένα. 11

Στη μοναξιά του δωματίου μου όμως, μέσα στον μυστικό χώρο της καρδιάς μου, δεν φοβόμουν να παραδεχτώ ότι ο Γουίλ Σάμερ ήταν το πρώτο αγόρι που θέλησα να φιλήσω ποτέ, το πρώτο αγόρι που με έκανε, ξαπλωμένη στο κρεβάτι μου, να γλιστρήσω το χέρι μου στο εσώρουχό μου και να τον φανταστώ μέσα στο σκοτάδι του δωματίου μου. Να φανταστώ το διαβολικό, σκανταλιάρικο χαμόγελό του και τα μαλλιά του που, ως συνήθως, έπεφταν πάνω απ το δεξί του μάτι. Τα πανέμορφα μυώδη μπράτσα του και την ηλιοκαμένη επιδερμίδα του. Τα μακριά του δάχτυλα. Ακόμα και τη μικρή ουλή στο πιγούνι του. Τα αγόρια της ηλικίας μου ακούγονταν εντελώς βαρετά και αδιάφορα στα αυτιά μου, ενώ η φωνή του Γουίλ ήταν βαθιά και ήρεμη. Το βλέμμα του ήταν υπομονετικό, γεμάτο κατανόηση. Τα χέρια του δεν ήταν ποτέ νευρικά ή αμήχανα συνήθως τα είχε χωμένα βαθιά στις τσέπες του. Όταν κοίταζε τα κορίτσια, έγλειφε τα χείλη του και ψιθύριζε διάφορα σχόλια με προκλητική αυτοπεποίθηση για το στήθος, τα πόδια και το στόμα τους. Ανοιγόκλεισα τα μάτια και κοίταξα τον Τζένσεν. Δεν ήμουν πια δεκάξι. Ήμουν είκοσι τεσσάρων και ο Γουίλ τριάντα ενός. Τον είχα δει πριν από τέσσερα χρόνια στον καταδικασμένο να αποτύχει γάμο του Τζένσεν, και το ήρεμο, υπέροχο χαμόγελό του μου είχε φανεί ακόμα πιο έντονο, ακόμα πιο σαγηνευτικό. Τον είχα παρακολουθήσει μαγεμένη να τρυπώνει αθόρυβα σε μια γκαρνταρόμπα μαζί με δύο από τις παρανύφους της συζύγου του αδερφού μου. «Πάρ τον τηλέφωνο», με παρότρυνε ο Τζένσεν, βγάζοντάς με από τις ονειροπολήσεις μου. «Έχει καταφέρει να δημιουργή- 12

σει μια ισορροπία ανάμεσα στη δουλειά και στα προσωπικά του. Παρότι Νεοϋορκέζος, είναι καλό παιδί. Θέλω ν αρχίσεις α- πλώς να βγαίνεις λίγο έξω, εντάξει; Ο Γουίλ θα σε φροντίσει.» Με το που άκουσα την τελευταία του φράση, προσπάθησα να καταπνίξω το ρίγος που ένιωσα ν απλώνεται μεμιάς στο κορμί μου. Δεν ήμουν σίγουρη μέσα μου με ποιον τρόπο θα προτιμούσα να με φροντίσει ο Γουίλ: ήθελα να είναι απλώς ο φίλος του αδερφού μου που θα με βοηθούσε να μάθω να ζω τη ζωή μου πιο αρμονικά; Ή μήπως ήθελα να δω με τα μάτια μιας ενήλικης γυναίκας το αντικείμενο των πιο βρόμικων φαντασιώσεών μου; «Χάνα», επέμεινε ο μπαμπάς. «Άκουσες τι σου είπε ο α- δερφός σου;» Ένας σερβιτόρος πέρασε από δίπλα μας με έναν δίσκο γεμάτο ποτήρια σαμπάνιας. Άφησα το άδειο ποτήρι μου και πήρα ένα καινούριο, γεμάτο. «Τον άκουσα. Ναι, εντάξει Θα τηλεφωνήσω στον Γουίλ.» 13

Ένα Μία φορά. Δύο. Σταμάτησα να πηγαινοέρχομαι για λίγο, τόσο όσο χρειαζόταν ώστε να τραβήξω την κουρτίνα και να ρίξω μια ματιά έξω απ το παράθυρο, σμίγοντας τα φρύδια μου μόλις είδα τον ουρανό. Έξω είχε σκοτάδι ακόμα, αλλά μετά τον απαραίτητο έ- λεγχο κατέληξα στο συμπέρασμα ότι το μπλε επικρατούσε του μαύρου, ενώ ροζ και μοβ πινελιές είχαν εμφανιστεί στον ορίζοντα. Τελικό συμπέρασμα: ήταν πρωί. Είχαν περάσει τρεις μέρες από τη διάλεξη του Τζένσεν, και αυτή ήταν όλως τυχαίως η τρίτη απόπειρά μου να πάρω τηλέφωνο τον Γουίλ. Και παρότι δεν είχα ιδέα τι έπρεπε να πω ούτε καν τι περίμενε ο αδερφός μου να πω όσο πιο πολύ το σκεφτόμουν, τόσο περισσότερο συνειδητοποιούσα ότι ο Τζενς είχε δίκιο: περνούσα σχεδόν όλο τον χρόνο μου στο εργαστήριο, με μοναδική εξαίρεση τις ώρες που γύριζα στο σπίτι για να κοιμηθώ ή να φάω. Και η απόφασή μου να μείνω μόνη μου στο διαμέρισμα που είχαν οι γονείς μου στο Μανχάταν, αντί να βρω κάποιο μέρος στο Μπρούκλιν ή το Κουίνς, πιο κοντά στους συναδέλφους μου, δεν μου άφηνε και πολλές επιλογές σε ό,τι αφορά την κοινωνική μου ζωή. Στο ψυγείο μου θα έβρισκες πάντα μερικά ξεχασμένα λαχανικά, φαγητό αμφιβόλου ποιότητας που είχα παραγγείλει απέξω ή κατεψυγμένα έτοιμα γεύματα. Όλη μου η ζωή έως τώρα ήταν εστιασμένη στο να τελειώσω τη σχολή και να ξεκινήσω τη σπουδαία ερευνητική 15

μου καριέρα. Προβληματισμένη, συνειδητοποίησα ότι δεν υ- πήρχε τίποτε άλλο πέρα από αυτό. Προφανώς η οικογένειά μου το είχε προσέξει, και για κάποιον λόγο ο Τζένσεν έδειχνε να πιστεύει πραγματικά ότι ο Γουίλ ήταν η μόνη λύση για να μη μείνω στο ράφι. Εγώ πάντως δεν ήμουν και τόσο σίγουρη. Μάλλον το α- ντίθετο. Η κοινή προϊστορία μας ήταν ομολογουμένως πενιχρή, και δεν αποκλείεται βέβαια να μη με θυμόταν καλά καλά. Ήμουν η μικρή αδερφή, κάπου στο φόντο του πίνακα που απεικόνιζε τις πολλές περιπέτειές του με τον Τζένσεν και τη σύντομη ε- ρωτική του ιστορία με την αδερφή μου. Και τώρα του τηλεφωνούσα για να του ζητήσω τι; Να με βγάλει έξω; Να παίξουμε επιτραπέζια; Να μου μάθει πώς να Δεν μπορούσα καν να ολοκληρώσω τη σκέψη. Σκέφτηκα για μια στιγμή το ενδεχόμενο να το κλείσω. Να χωθώ ξανά στο κρεβάτι και να πω στον αδερφό μου να πάει να γαμηθεί και να βρει κάτι άλλο να ασχοληθεί αντί να προσπαθεί να βελτιώσει τη δική μου ζωή. Αλλά πριν προλάβω ν ακούσω ολόκληρο το τέταρτο κουδούνισμα, κι ενώ έ- σφιγγα το κινητό μου τόσο δυνατά που ήμουν σίγουρη ότι το σημάδι θα έμενε στο χέρι μου ως την επόμενη μέρα, ο Γουίλ το σήκωσε. «Παρακαλώ;» Η φωνή του ακουγόταν ακριβώς όπως τη θυμόμουν, βραχνή και γεμάτη, αλλά ακόμα πιο βαθιά. «Παρακαλώ;» ρώτησε ξανά. «Γουίλ;» Ανέπνευσε κοφτά και αμέσως μετά άκουσα ένα χαμόγελο να διαγράφεται στη φωνή του μόλις με φώναξε με το παρατσούκλι μου: «Ζίγκι;» 16

Γέλασα. Μα, φυσικά, πώς αλλιώς θα με θυμόταν Μόνο η οικογένειά μου με αποκαλούσε έτσι πια. Κανένας δεν ήξερε πραγματικά τι σήμαινε το παρατσούκλι αυτό όντως είχαν δώσει πολύ μεγάλη εξουσία τότε στον μόλις δύο χρονών α- δερφό μου, αφήνοντάς τον να επιλέξει το παρατσούκλι της νέας αδερφούλας του αλλά μου είχε μείνει. «Ναι. Η Ζίγκι είμαι. Πώς το ;» «Με πήρε τηλέφωνο ο Τζένσεν χθες», με διέκοψε για να μου εξηγήσει. «Μου είπε τα πάντα για την επίσκεψή του και το πώς σ τα έχωσε γενικά. Και μου ανέφερε ότι μπορεί να τηλεφωνούσες.» «Να με λοιπόν κι εγώ» αποκρίθηκα μη βρίσκοντας κάτι πιο πρωτότυπο να πω. Ακούστηκε ένας βαθύς αναστεναγμός και μετά ο θόρυβος που έκαναν τα σεντόνια. Κρατήθηκα με νύχια και με δόντια για να μη φανταστώ πόσο γυμνός μπορεί να ήταν ο συνομιλητής μου στην άλλη άκρη της γραμμής. Αλλά οι πεταλούδες στο στομάχι μου πέταξαν προς τον λαιμό μου μόλις αντιλήφθηκα ότι ακουγόταν κουρασμένος επειδή κοιμόταν. Εντάξει, μπορεί και να μην ήταν πρωί ακόμα Έριξα άλλη μια γρήγορη ματιά έξω. «Δεν φαντάζομαι να σε ξύπνησα, έτσι;» Δεν είχα καν κοιτάξει το ρολόι μου πριν, και δεν υπήρχε περίπτωση να το τολμήσω τώρα. «Όχι, δεν υπάρχει θέμα. Το ξυπνητήρι μου θα χτυπούσε ούτως ή άλλως σε» έκανε μια παύση για να χασμουρηθεί «μία ώρα.» Δαγκώθηκα για να μην ακουστεί ο αναστεναγμός από την ταπείνωση που ένιωσα. «Συγγνώμη. Ήμουν λίγο ανυπόμονη.» «Μην ανησυχείς, δεν πειράζει. Δεν μπορώ να το πιστέψω ότι ξέχασα πως μένεις στην πόλη πλέον. Απ ό,τι έμαθα, τα τρία 17

τελευταία χρόνια έχεις τρυπώσει στην P & S, κρυμμένη στην ασφάλεια των δοκιμαστικών σωλήνων.» Ο τρόπος που βράχνιασε η βαθιά φωνή του καθώς με πείραζε λέγοντας αυτό το αστείο έκανε το στομάχι μου να πάρει δυο τούμπες. «Μάλλον είσαι με το μέρος τού Τζένσεν.» Ο τόνος του έγινε πιο απαλός. «Απλώς ανησυχεί για σένα. Ως μεγάλος σου αδερφός, αυτή είναι η αγαπημένη του ασχολία.» «Ναι, το έχω καταλάβει.» Άρχισα και πάλι να βηματίζω πέρα δώθε σε όλο το δωμάτιο, προσπαθώντας να κάνω κάτι για να περιορίσω τη νευρικότητά μου. «Έπρεπε να σε είχα πάρει νωρίτερα» «Το ίδιο κι εγώ.» Κουνήθηκε λίγο για να ανασηκωθεί. Τον άκουσα να ξεφυσάει ξανά καθώς τεντωνόταν κι έκλεισα τα μάτια μου για να συγκεντρωθώ στον ήχο. Έναν ήχο που έμοιαζε εντελώς, ακριβώς και μεθυστικά πολύ με σεξ. Αναπνέουμε από τη μύτη, Χάνα. Ήρεμα. «Θέλεις να πάμε πουθενά σήμερα;» κατάφερα να ξεστομίσω. Πραγματικό τέρας ψυχραιμίας, τι να σας πω Εκείνος δίστασε για λίγο, ενώ εγώ ήθελα να με αρχίσω στα χαστούκια που ήμουν τόσο ηλίθια και δεν σκέφτηκα ότι μπορεί να είχε ήδη κανονίσει κάτι άλλο. όπως, ας πούμε, να πάει στη δουλειά του. Και μετά τη δουλειά μπορεί να είχε κανονίσει κάποιο ραντεβού με την κοπέλα του. Ή τη γυναίκα του. Ασυναίσθητα προσπάθησα ν ακούσω έστω και τον παραμικρό ήχο που θα κατάφερνε να σπάσει τη σιωπή και να υπερνικήσει τα παράσιτα της γραμμής. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα που μου φάνηκαν αιώνας με ρώτησε: «Τι έχεις κατά νου;» Ερώτηση-παγίδα. «Για δείπνο ίσως;» 18

Ένιωσα την καρδιά μου να χτυπάει δυνατά και να πονάει μέχρι ν ακούσω την απάντησή του. «Έχω κανονίσει κάτι. Μια συνάντηση αργά το βράδυ. Τι θα έλεγες για αύριο;» «Θα είμαι στο εργαστήριο. Έχω ήδη προγραμματίσει ένα δεκαοχτάωρο ραντεβού με κάτι κύτταρα που αναπτύσσονται πολύ αργά και θα μαχαιρώσω κυριολεκτικά τον εαυτό μου με κάποιο αιχμηρό αντικείμενο αν τα κάνω θάλασσα και πρέπει να κάνω ξανά το πείραμα απ την αρχή.» «Δεκαοχτώ ώρες; Θα φας όλη σου τη μέρα, Ζιγκς.» «Το ξέρω.» Άρχισε να μουρμουρίζει κάτι πριν με ρωτήσει: «Τι ώρα πρέπει να πας στο εργαστήριο σήμερα το πρωί;» «Αργότερα», απάντησα ρίχνοντας μια λοξή ματιά στο ρολόι. Ήταν μόλις έξι. «Ίσως στις εννιά με δέκα.» «Θέλεις να πάμε μαζί στο πάρκο για τρέξιμο;» «Τρέχεις;» τον ρώτησα. «Για γυμναστική;» «Ναι», είπε γελώντας ανοιχτά πια. «Δεν τρέχω επειδή με κυνηγάει κάποιος, αλλά επειδή θέλω να γυμναστώ.» Έκλεισα τα μάτια μου σφιχτά νιώθοντας τη γνωστή πρεμούρα να μην αφήσω αυτή την ιστορία στη μέση, λες και ήταν εργασία για το μεταπτυχιακό μου. Βλαμμένε Τζένσεν «Σε πόση ώρα;» «Να πούμε σε μισή ωρίτσα;» Κοίταξα ξανά έξω απ το παράθυρο. Δεν είχε χαράξει ακόμα. Άσε που το είχε στρώσει για τα καλά. Αλλαγή, υπενθύμισα στον εαυτό μου. Και με τη σκέψη αυτή έκλεισα τα μάτια μου και είπα: «Στείλε μου μήνυμα με τις οδηγίες πώς να έρθω. Θα σε συναντήσω εκεί.» 19

Έκανε κρύο. Ψοφόκρυο, για την ακρίβεια. Περπατώντας πέρα δώθε για να ζεσταθώ, ξαναδιάβασα το μήνυμα του Γουίλ που έλεγε να τον συναντήσω κοντά στο Ε- ντζινίαρς Γκέιτ, στη διασταύρωση της 5ης Λεωφόρου και της 90ής οδού στο Σέντραλ Παρκ. Ο πρωινός αέρας τσουρούφλιζε το πρόσωπό μου, ενώ το λεπτό ύφασμα της φόρμας μου δεν έδειχνε ικανό να τον συγκρατήσει. Μα πώς είναι δυνατόν να ξεχάσω να πάρω σκούφο Πώς γίνεται να ξεχάσω ότι ήταν Φεβρουάριος στη Νέα Υόρκη και μόνο οι τρελοί σ αυτή την πόλη πήγαιναν στο πάρκο τέτοια εποχή; Δεν ένιωθα καν τα δάχτυλά μου και είχα αρχίσει πραγματικά να ανησυχώ μήπως με τόσο τσουχτερό αέρα, σε συνδυασμό με τον δείκτη ψυχρότητας, μπορεί και να μου έπεφταν τα αυτιά. Τριγύρω υπήρχαν ελάχιστοι άνθρωποι: διάφοροι τύποι κολλημένοι με τη φυσική τους κατάσταση που είχαν βαλθεί να ξεπεράσουν τον εαυτό τους κι ένα νεαρό ζευγάρι που είχε στριμωχτεί σ ένα παγκάκι κάτω από ένα τεράστιο ψηλόλιγνο δέντρο, κρατώντας πλαστικά κύπελλα γεμάτα με κάτι που φαινόταν ζεστό και πεντανόστιμο. Ένα σμήνος από γκρίζα πουλιά τσιμπολογούσε το έδαφος ψάχνοντας για οτιδήποτε μπορεί να τρωγόταν, ενώ ο ήλιος είχε μόλις αρχίσει να ξεπροβάλλει πάνω από τους ουρανοξύστες στο βάθος. Είχα περάσει το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου ακροβατώντας μεταξύ του κοινωνικά αποδεκτού και του να είμαι το φυτό που έλεγε συνεχώς ασυναρτησίες, οπότε σίγουρα είχα νιώσει να βρίσκομαι έξω απ τα νερά μου και άλλες φορές στο παρελθόν: όταν παρέλαβα εκείνο το βραβείο έρευνας μπροστά σε χιλιάδες γονείς και φοιτητές στο MIT σχεδόν κάθε φορά που πήγαινα για ψώνια και το κορυφαίο όλων, όταν ο Ίθαν Κίνγκμαν ήθελε να του πάρω πίπα στη δευτέρα λυκείου κι εγώ δεν μπορούσα καν να διανοηθώ πώς ήταν δυνατόν να κάνω κάτι 20

τέτοιο και ν αναπνέω ταυτόχρονα. Και τώρα, βλέποντας τον ουρανό να φωτίζεται με κάθε λεπτό που περνούσε, θα ήμουν άπειρα ευγνώμων αν μπορούσα να ανταλλάξω αυτό που θα ε- πακολουθούσε με οποιαδήποτε από αυτές τις αναμνήσεις. Δεν ήταν ότι δεν ήθελα να πάω για τρέξιμο βασικά αυτό ήταν, και μάλιστα σε υπερθετικό βαθμό. Δεν ήθελα με τίποτα να πάω για τρέξιμο. Δεν ήμουν καν σίγουρη ότι ήξερα πώς τρέχει κανείς για να γυμναστεί. Όμως ο τρόμος που ένιωθα δεν είχε να κάνει με το γεγονός ότι θα έβλεπα τον Γουίλ. Ήμουν απλώς αγχωμένη. Θυμόμουν πώς ήταν στο παρελθόν η προσοχή που σου έδειχνε πάντα είχε κάτι το αργό και υπνωτιστικό. Κάτι επάνω του απέπνεε έντονα την αίσθηση του σεξ. Δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να βρεθώ τετ-α-τετ μαζί του και ανησυχούσα μήπως δεν είχα την απαραίτητη αυτοκυριαρχία για να χειριστώ μια τέτοια κατάσταση. Ο αδερφός μου μου είχε αναθέσει αυτή την εργασία να βγω και να ζήσω τη ζωή μου στο έπακρο ξέροντας ότι ο μόνος τρόπος να εξασφαλίσει την επιτυχή έκβαση αυτού του εγχειρήματος ήταν να με κάνει να σκεφτώ ότι θα αποτύγχανα οικτρά. Κι ενώ ήμουν αρκετά σίγουρη ότι η πρόθεση του Τζένσεν δεν ήταν να κάνω παρέα με τον Γουίλ προκειμένου να μάθω πώς να βγαίνω ραντεβού και, τέλος πάντων, να πηδηχτώ, εγώ ένιωθα την ανάγκη να τρυπώσω στο μυαλό του Γουίλ, να μάθω από τον μεγάλο δάσκαλο και ν αρχίσω να συμπεριφέρομαι περισσότερο σαν εκείνον σε τέτοια θέματα. Επομένως το μόνο που είχα να κάνω ήταν να προσποιηθώ ότι ήμουν ένας μυστικός πράκτορας με μία και μοναδική αποστολή: να καταφέρω να τρυπώσω και να αποδράσω χωρίς ούτε μία γρατσουνιά. Σε αντίθεση με την αδερφή μου. Μετά το χριστουγεννιάτικο χαμούρεμα της δεκαεφτάχρονης Λιβ με τον δεκαεννιάχρονο-παίζω-μπάσο-και-φοράω-σκου- 21

λαρίκι Γουίλ, είχα μάθει πολλά σχετικά με το τι ακριβώς συμβαίνει όταν μια κοπελίτσα στην εφηβεία τρώει κόλλημα με το «κακό παιδί» της ιστορίας. Ο Γουίλ Σάμερ ήταν ο ορισμός του κακού παιδιού. Όλα τα αγόρια γούσταραν την αδερφή μου, όμως η Λιβ δεν είχε μιλήσει ποτέ για κανέναν με τον τρόπο που μιλούσε για τον Γουίλ. «Ζιγκ!» Σήκωσα απότομα το κεφάλι μου και γύρισα προς το σημείο απ όπου ακούστηκε το όνομά μου, αφήνοντας να φανεί με μια μικρή διαφορά φάσης η έκπληξή μου καθώς ο άντρας για τον οποίο μιλάω τόση ώρα άρχισε να έρχεται προς το μέρος μου. Ήταν ψηλότερος απ ό,τι θυμόμουν. Είχε ένα κορμί μακρόστενο και σφριγηλό, με τόσο μακριά χέρια και πόδια που κανονικά θα έπρεπε να είναι ατσούμπαλος αλλά με κάποιον μαγικό τρόπο δεν ήταν. Αυτός ο άντρας διέθετε πάντα κάτι το σαγηνευτικό και ακαταμάχητο που δεν είχε να κάνει με την κλασική συμμετρική ομορφιά κι όμως, το πώς ακριβώς θυμόμουν τον Γουίλ μέχρι και πριν από τέσσερα χρόνια ωχριούσε μπροστά στον άντρα που βρισκόταν τώρα κοντά μου. Το χαμόγελό του παρέμενε αναλλοίωτο, λίγο στραβό και πάντα παρατεταμένο, χαρίζοντας μια σκανταλιάρικη έκφραση που έλαμπε συνεχώς στο πρόσωπό του. Καθώς με πλησίαζε, ακούστηκε μια σειρήνα μόλις γύρισε και κοίταξε αλλού, άρπαξα την ευκαιρία να παρατηρήσω τις γωνίες που σχημάτιζε το αξύριστο σαγόνι του, αλλά και τον μακρύ, υπέροχο, μαυρισμένο λαιμό που χανόταν κάτω απ τον γιακά του μικροφλίς του. Όταν πλησίασε αρκετά, το χαμόγελό του έγινε ακόμα πιο πλατύ. «Καλημέρα», είπε. «Καλά το φαντάστηκα ότι ήσουν εσύ. Σε θυμάμαι που συνήθιζες να πηγαινοέρχεσαι έτσι όταν είχες άγχος για το σχολείο ή κάτι άλλο. Η μαμά σου τρελαινόταν.» 22

Χωρίς καν να το σκεφτώ, έκανα ένα βήμα μπροστά, τύλιξα τα χέρια μου γύρω απ τον λαιμό του και τον αγκάλιασα σφιχτά. Δεν νομίζω ότι είχα καταφέρει ποτέ στο παρελθόν να βρεθώ τόσο κοντά στον Γουίλ. Ήταν τρυφερός και στιβαρός ταυτόχρονα έκλεισα τα μάτια μου μόλις ένιωσα το πρόσωπό του πάνω στα μαλλιά μου. Η βαθιά φωνή του έμοιαζε να πάλλεται μέσα μου: «Χαίρομαι τόσο πολύ που σε βλέπω.» Η Μυστική Πράκτορας Χάνα. Απρόθυμα έκανα ένα βήμα προς τα πίσω ρουφώντας αυτό το μεθυστικό μείγμα που δημιουργούσε ο φρέσκος αέρας με τη μυρωδιά απ το αφρόλουτρό του. «Κι εγώ χαίρομαι που σε βλέπω.» Τα σκούρα μαλλιά του ήταν κρυμμένα ατημέλητα μέσα στον μαύρο σκούφο του και, λίγο πιο κάτω, δύο μάτια πιο γαλάζια και απ τον ουρανό με κοίταζαν από ψηλά. Πλησίασε α- κόμα περισσότερο κι έβαλε κάτι στο κεφάλι μου. «Το φαντάστηκα ότι θα το χρειαζόσουν.» Σήκωσα το χέρι μου χαϊδεύοντας τον χοντρό μάλλινο σκούφο. Ουάου! Αυτό ήταν αφοπλιστικά γοητευτικό. «Σ ευχαριστώ. Μπορεί και να καταφέρουν να επιβιώσουν τα αυτάκια μου τελικά.» Καθώς χαμογέλασε, έκανε ταυτόχρονα ένα βήμα προς τα πίσω για να με σκανάρει από πάνω έως κάτω. «Φαίνεσαι διαφορετική, Ζιγκς.» Γέλασα. «Κανένας πέρα απ την οικογένειά μου δεν μ έχει αποκαλέσει έτσι εδώ και αιώνες.» Το χαμόγελό του έσβησε για λίγο. Άρχισε να κοιτάζει το πρόσωπό μου, λες και περίμενε να του χαμογελάσει η τύχη και να εμφανιστεί ως διά μαγείας ένα τατουάζ με το βαφτιστικό μου όνομα. Πάντα με φώναζε Ζίγκι, όπως και τα αδέρφια μου 23

ο Τζένσεν, φυσικά, αλλά και η Λιβ και ο Νιλς και ο Έρικ. Μέχρι να φύγω απ το πατρικό μου, ήμουν πάντα η Ζίγκι. «Ωραία, πώς σε φωνάζουν οι φίλοι σου;» «Χάνα», απάντησα χαμηλόφωνα. Συνέχισε να με κοιτάζει έντονα. Τσέκαρε τον λαιμό μου, τα χείλη μου και μετά, χωρίς να βιάζεται, με κοίταξε για αρκετή ώρα στα μάτια. Μπορούσα να αισθανθώ την ενέργεια μεταξύ μας αλλά όχι. Δεν υπήρχε περίπτωση, σίγουρα το μυαλό μου παρερμήνευε τα σημάδια. Αυτός ακριβώς, κυρίες και κύριοι, ήταν ο δημόσιος κίνδυνος που άκουγε στο όνομα Γουίλ Σάμερ. «Λοιπόν», ξεκίνησα να λέω εγώ σηκώνοντας τα φρύδια μου. «Να αρχίσουμε να τρέχουμε;» Ανοιγόκλεισε τα μάτια του και μεμιάς φάνηκε να συνειδητοποιεί πού βρισκόμασταν. «Εμ, βέβαια!» Έγνεψε καταφατικά σηκώνοντας τα χέρια του για να τραβήξει τον σκούφο του πιο χαμηλά και να καλύψει τα αυτιά του. Έδειχνε πολύ πιο διαφορετικός απ ό,τι τον θυμόμουν περιποιημένος και πετυχημένος αλλά αν τον κοίταζες από κοντά, μπορούσες να διακρίνεις τα ανεπαίσθητα σημάδια από τις τρύπες για τα σκουλαρίκια του. «Πρώτον», είπε, οπότε εγώ έστρεψα γρήγορα την προσοχή μου ξανά στο πρόσωπό του. «Θέλω να είσαι σε εγρήγορση για τον πάγο. Κάνουν σοβαρές προσπάθειες για να κρατούν τα μονοπάτια καθαρά, αλλά αν δεν προσέχεις, μπορεί να πάθεις χοντρή ζημιά.» «Εντάξει.» Έδειξε το φιδωτό μονοπάτι που περνούσε μέσα απ το παγωμένο νερό. «Αυτό είναι το εσωτερικό κομμάτι. Διατρέχει κυκλικά τη λίμνη και νομίζω ότι θα είναι το πιο κατάλληλο, επειδή δεν έχει σχεδόν καθόλου κλίση.» «Και τρέχεις αυτή τη διαδρομή κάθε μέρα;» 24

Τα μάτια του Γουίλ άστραψαν τη στιγμή που κουνούσε πέρα δώθε το κεφάλι του. «Όχι αυτή τη διαδρομή. Η απόσταση είναι μόνο ενάμισι μίλι. Επειδή τώρα ξεκινάς, θα διανύσουμε το πρώτο και το τελευταίο κομμάτι περπατώντας, και θα τρέξουμε το μίλι στο ενδιάμεσο.» «Γιατί δεν ακολουθούμε την κλασική διαδρομή σου;» ρώτησα εγώ, επειδή δεν μου πολυάρεσε η ιδέα να τρέχει πιο σιγά ή να αλλάξει τη ρουτίνα του για μένα. «Γιατί είναι έξι μίλια.» «Μια χαρά μπορώ να τα καταφέρω», αποκρίθηκα. Τα έξι μίλια δεν μου φαίνονταν και τόσο πολλά. Τριάντα δύο χιλιάδες πόδια μείον κάτι ψιλά. Αν έκανα μεγάλα βήματα, μπορεί και να ήταν μόνο δεκάξι χιλιάδες βήματα Καθώς τα σκεφτόμουν διεξοδικά όλα αυτά, ένιωσα την απογοήτευση να ζωγραφίζεται στις άκρες των χειλιών μου. Με χτύπησε φιλικά στον ώμο με υπερβολική καρτερικότητα. «Φυσικά και μπορείς. Αλλά ας δούμε καλύτερα πώς θα τα πας σήμερα και το ξανασυζητάμε.» Και μετά; Έπειτα μου έκλεισε με νόημα το μάτι. Λοιπόν, απ ό,τι φαινόταν, το τρέξιμο δεν ήταν το φόρτε μου. «Τρέχεις τόσο κάθε μέρα;» τον ρώτησα λαχανιασμένη. Μπορούσα να νιώσω τον ιδρώτα να τρέχει στο μέτωπο και στον σβέρκο μου, αλλά δεν είχα τη δύναμη ούτε καν να σηκώσω τα χέρια μου για να σκουπιστώ. Έγνεψε συγκαταβατικά έδειχνε άνετος, λες και είχε βγει απλώς έξω για ν απολαύσει έναν κάπως γρήγορο πρωινό περίπατο. Όσο για μένα, νόμιζα ότι θα πεθάνω. «Πόσο έχουμε ακόμα;» 25

Έστρεψε το βλέμμα του προς το μέρος μου μ ένα αυτάρεσκο και απολαυστικό χαμόγελο. «Μισό μίλι.» Θεούλη μου. Τέντωσα το κορμί μου και σήκωσα το πιγούνι μου. Μπορούσα να το κάνω. Ήμουν νέα και σε μάλλον καλή φυσική κατάσταση. Στεκόμουν όρθια όλη μέρα, έτρεχα από το ένα δωμάτιο του εργαστηρίου στο άλλο και πάντα ανέβαινα από τις σκάλες όταν επέστρεφα στο σπίτι. Σίγουρα μπορούσα να το κάνω. «Ωραία» είπα. Οι πνεύμονές μου ζορίζονταν λες και είχαν γεμίσει με τσιμέντο, και το μόνο που μπορούσα να κάνω ήταν να παίρνω μικρές, κοφτές ανάσες. «Νιώθω μια χαρά.» «Δεν κρυώνεις πια;» «Όχι.» Μπορούσα κυριολεκτικά ν ακούσω το αίμα να κυλάει στις φλέβες μου, την καρδιά μου να χτυπάει βίαια μέσ στο στήθος μου. Τα πόδια μας σφυροκοπούσαν το μονοπάτι, και όχι, σίγουρα δεν κρύωνα πια. «Πέρα απ το ότι σου τρώει όλο τον χρόνο, σου αρέσει η δουλειά που κάνεις;» ρώτησε, χωρίς να ζορίζεται καθόλου να μιλάει και να τρέχει συγχρόνως. «Τη λατρεύω», απάντησα αγκομαχώντας. «Μ αρέσει πολύ να δουλεύω με τον Λιμάτσκι.» Μιλήσαμε αρκετά για το αντικείμενο της έρευνάς μου αλλά και για τα υπόλοιπα άτομα στο εργαστήριό μου. Είχε ακουστά τον επιβλέποντα καθηγητή μου λόγω της φήμης που είχε αποκτήσει στο ερευνητικό πεδίο των εμβολίων. Πρέπει να ομολογήσω ότι εντυπωσιάστηκα απ το γεγονός ότι ο Γουίλ ήταν ε- νημερωμένος γύρω από τη βιβλιογραφία ακόμα και σ έναν τομέα που, απ ό,τι είπε, δεν είχε και τις καλύτερες αποδόσεις στον κόσμο των επενδυτικών κεφαλαίων. Αλλά ακόμα πιο ε- 26

ντυπωσιακό ήταν το ενδιαφέρον του να μάθει περισσότερα για μένα, εκτός από τη δουλειά μου ήθελε να μάθει για τη ζωή μου και με ρώτησε ευθέως, χωρίς περιστροφές. «Η ζωή μου είναι το εργαστήριο» απάντησα εγώ κοιτώντας τον για να τεστάρω την αντίδρασή του. Ούτε καν που α- νοιγόκλεισε τα μάτια του. Στο εργαστήριό μου υπήρχαν μερικοί μεταπτυχιακοί φοιτητές κι ένας ολόκληρος στρατός από μεταδιδακτορικούς ερευνητές που έκαναν συνεχώς δημοσιεύσεις. «Είναι όλοι τους εξαιρετικοί», διευκρίνισα ξεροκαταπίνοντας πριν πάρω βαθιά ανάσα. «Αλλά τα πάω πιο καλά με δύο από αυτούς που είναι παντρεμένοι με παιδιά, οπότε, όπως καταλαβαίνεις, δεν πρόκειται να μας δεις να αράζουμε στα μπιλιαρδάδικα μετά τη δουλειά.» «Δεν νομίζω ότι θα βρεις μπιλιαρδάδικο ανοιχτό την ώρα που τελειώνετε εσείς τη δουλειά σας, έτσι κι αλλιώς» είπε πειραχτικά. «Αυτός άλλωστε δεν είναι και ο λόγος που είμαι εγώ εδώ; Να παίξω τον ρόλο του μεγάλου αδερφού να σε βγάλω κατά κάποιον τρόπο από τη ρουτίνα σου;» «Αυτό ακριβώς!» απάντησα γελώντας. «Και, παρόλο που ενοχλήθηκα αρκετά όταν ο Τζένσεν μου είπε ωμά ότι έπρεπε ν αποκτήσω έστω και μια υποτυπώδη ζωή, η αλήθεια είναι ότι δεν είχε εντελώς άδικο.» Συνέχισα να τρέχω για λίγο, χωρίς να μιλάω. «Απλώς ήμουν τόσο αφοσιωμένη στη δουλειά για πολύ καιρό με μοναδικό στόχο να ξεπεράσω το επόμενο εμπόδιο και αμέσως μετά το επόμενο που δεν έβρισκα χρόνο ν απολαύσω τίποτα στην πορεία.» Καταλαβαίνω», είπε χαμηλόφωνα. «Αυτό δεν είναι και τόσο καλό.» Προσπάθησα να αγνοήσω την πίεση που μου προκαλούσε το βλέμμα του, γι αυτό και κράτησα τα μάτια μου καρφωμένα στο μονοπάτι που απλωνόταν μπροστά μας. «Αισθάνεσαι ποτέ 27

ότι οι άνθρωποι που είναι πιο σημαντικοί για σένα είναι εκείνοι τους οποίους καταλήγεις να βλέπεις λιγότερο συχνά;» Όταν είδα ότι δεν είχε πρόθεση να απαντήσει, πρόσθεσα: «Τον τελευταίο καιρό νιώθω ότι δεν βάζω την ενέργειά μου σε αυτά που έχουν αληθινό νόημα.» Με την άκρη του ματιού μου τον είδα να στρέφει το κεφάλι του από την άλλη πλευρά συμφωνώντας. Δίστασε πάρα πολύ ν απαντήσει, αλλά τελικά, όταν το έκανε, είπε: «Ναι, σε καταλαβαίνω απόλυτα.» Ένα δευτερόλεπτο αργότερα άκουσα ξαφνικά το δυνατό του γέλιο, έναν βαθύ ήχο που έμοιαζε να τρυπάει το πετσί μου και να φτάνει ως τα κόκαλά μου. «Τι ακριβώς κάνεις εκεί;» με ρώτησε. Όταν προσπάθησα να καταλάβω τι έβλεπε, διαπίστωσα ότι κοίταζε τα σταυρωμένα χέρια στο στήθος μου. Χαμήλωσα τα μάτια από ντροπή προτού παραδεχτώ: «Πονάνε τα στήθη μου. Πώς τα καταφέρνετε εσείς οι άντρες;» «Ε, να, εμείς δεν έχουμε» Έκανε μια ακαθόριστη χειρονομία δείχνοντας την περιοχή του στήθους μου. «Ναι, αλλά τι γίνεται με τα υπόλοιπα; Θέλω να πω, φοράτε μποξεράκια όταν τρέχετε;» Χριστέ μου, μα πόσο βλαμμένη είσαι; Πρόβλημα υπ αριθμόν ένα: δεν λέμε ό,τι μας κατεβαίνει στο κεφάλι. Γύρισε να με κοιτάξει ξανά σε κατάσταση προφανούς σύγχυσης, με αποτέλεσμα παραλίγο να σκοντάψει σ ένα πεσμένο κλαδί. «Ορίστε;» «Μπο-ξε-ρά-κια;» επανέλαβα, τονίζοντας εμφατικά όλες τις συλλαβές. «Ή μήπως φοράτε κάτι που δεν αφήνει τα α- ντρικά σας εξαρτήματα να» Με διέκοψε μ ένα δυνατό γέλιο σαν γάβγισμα που αντήχησε στα δέντρα κι ύστερα χάθηκε στον παγωμένο αέρα. «Ναι, 28

δεν φοράμε μποξεράκια», είπε. «Θα υπήρχε πάρα πολύς ελεύθερος χώρος και θα έβλεπες διάφορα πράγματα να χοροπηδάνε εκεί κάτω» Μου έκλεισε το μάτι κι έστρεψε ξανά το βλέμμα του μπροστά στο μονοπάτι, μ ένα κάπως πονηρό χαμόγελο ζωγραφισμένο στα χείλη του. «Γιατί, εσύ έχεις έξτρα εξαρτήματα;» ρώτησα για να τον πειράξω. Μου έριξε μια ματιά που φανέρωνε ότι του άρεσε η συζήτησή μας. «Αν θέλεις ντε και καλά να ξέρεις, φοράω σορτσάκι όταν τρέχω. Κολλητό, για να κρατάω την οικογένεια ασφαλή.» «Μάλλον τα κορίτσια είμαστε τυχερά από αυτή την άποψη. Δεν υπάρχει τίποτα εκεί κάτω που να» τον διέκοψα κουνώντας τα χέρια μου σαν τρελή «κρέμεται και να πηγαίνει πέρα δώθε. Τα πράγματα είναι πιο τακτοποιημένα.» Όταν φτάσαμε στο επόμενο επίπεδο κομμάτι της διαδρομής, επιβραδύναμε και αρχίσαμε να περπατάμε. Ο Γουίλ γέλασε χαμηλόφωνα δίπλα μου. «Ναι, μου φαίνεται ότι το έχω παρατηρήσει αυτό.» «Αφού είσαι ειδικός σ αυτά.» Με κοίταξε με σκεφτικό ύφος. «Σε τι;» Για ένα κλάσμα του δευτερολέπτου ο εγκέφαλός μου έκανε μια απόπειρα να συγκρατήσει αυτό που ετοιμαζόμουν να ξεστομίσω, αλλά ήταν ήδη αργά. Δεν ήμουν ποτέ πολύ καλή στο να λογοκρίνω τις σκέψεις μου κάτι που οι γονείς και τα αδέρφια μου ήταν παραπάνω από πρόθυμοι να μου υπενθυμίζουν όποτε παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Όμως τώρα αισθανόμουν ότι ο εγκέφαλός μου ήθελε να εκμεταλλευτεί αυτή τη σπάνια περίσταση και να τα βγάλει όλα στη φόρα ενώπιον του θρυλικού Γουίλ, λες και δεν θα εμφανιζόταν ποτέ ξανά μια τέτοια ευκαιρία. «Ειδικός στα μουνιά», ψιθύρισα, με την τελευταία λέξη να βγαίνει δειλά απ τα χείλη μου. 29