Υδρογεωλογία της Νήσου Πάρου



Σχετικά έγγραφα
ΜΕΛΕΤΗ ΑΞΙΟΠΟΙΗΣΗΣ Υ ΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΥ ΤΕΜΕΝΟΥΣ ΚΑΙ ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΑΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΧΕΙΜΑΡΟΥ ΙΑΚΟΝΙΑΡΗ

Μελέτη Προέγκρισης Χωροθέτησης του Μικρού Υδροηλεκτρικού Σταθμού Βαλορέματος. Υδρολογική μελέτη

Ελλειμματικό Υδατικό Ισοζύγιο στα νησιά των Κυκλάδων Επιτακτική ανάγκη ολοκληρωμένης υδατικής πολιτικής και Διαχείρισης (Το παράδειγμα της Πάρου)

Για να περιγράψουμε την ατμοσφαιρική κατάσταση, χρησιμοποιούμε τις έννοιες: ΚΑΙΡΟΣ. και ΚΛΙΜΑ

2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ - ΝΕΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ Β. ΤΣΙΟΥΜΑΣ - Β. ΖΟΡΑΠΑΣ ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΟΙ

ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΥΔΡΕΥΣΗΣ Ν. ΠΑΡΟΥ ΚΑΙ ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΝΑΓΚΑΙΩΝ ΕΡΓΩΝ ΓΙΑ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΗ ΥΔΡΟΔΟΤΗΣΗΣ

ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΝΤΙΠΛΗΜΜΥΡΙΚΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΔΥΤΙΚΟΥ ΛΕΚΑΝΟΠΕΔΙΟΥ ΤΗΣ ΑΘΗΝΑΣ

Υ ΡΟΛΟΓΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ Υδροπερατοί σχηµατισµοί. Ανάπτυξη φρεάτιων υδροφόρων οριζόντων. α/α ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ.

Η ΣΤΑΘΜΗ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΧΘΕΣ, ΣΗΜΕΡΑ, ΑΥΡΙΟ

Περίληψη. Βογιατζή Χρυσάνθη Προσοµοίωση Παράκτιου Υδροφορέα Βόρειας Κω

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ


ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΤΑΞΙΝΟΝΗΣΗ ΕΛΛΑΔΑΣ

Το κλίμα της Ελλάδος. Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία Σ ε λ ί δ α 1

Τεχνική Υδρολογία (Ασκήσεις)

ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ - ΤΟ ΠΑΡΟΝ ΚΑΙ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΣΤΑ ΝΗΣΙΑ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ

Ποσοτικά και ποιοτικά χαρακτηριστικά υπόγειων υδροφόρων συστημάτων Αν. Μακεδονίας ΙΩΑΝΝΗΣ ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΚΑΘΗΓΗΤΗΣ ΔΠΘ

Κώστας Κωνσταντίνου Τμήμα Γεωλογικής Επισκόπησης

ΠΕΡΙΒΑΛΛΩΝ ΧΩΡΟΣ ΤΕΧΝΙΚΟΥ ΕΡΓΟΥ. Ν. Σαμπατακάκης Καθηγητής Εργαστήριο Τεχνικής Γεωλογίας Παν/μιο Πατρών

ΦΑΚΕΛΟΣ ΤΟΥ ΕΡΓΟΥ ΤΕΥΧΟΣ ΤΕΧΝΙΚΩΝ ΔΕΔΟΜΕΝΩΝ (Τ.Τ.Δ.)

Το πολύ ζεστό ή κρύο είναι ασυνήθιστο κατά τη διάρκεια του Μαΐου, αλλά μπορεί να συμβεί σπάνια.

Εργαστηριακή Άσκηση Φωτογεωλογίας (Ouarkziz)

ΑΣΚΗΣΗ 5 η ΤΕΧΝΙΚΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ Ι ΤΕΧΝΙΚΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΣΗΡΑΓΓΑΣ

ΧΗΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΥΔΡΟΛΟΓΙΚΗ ΛΕΚΑΝΗ ΤΟΥ ΑΝΑΠΟΔΑΡΗ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΕΔΙΑΔΑ ΤΗΣ ΜΕΣΣΑΡΑΣ

ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗΣ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΝΕΡΩΝ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΔΗΜΟΥ ΘΕΡΜΑΪΚΟΥ ΝΟΜΟΥ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ «ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ ΝΟΜΟΥ ΑΡΓΟΛΙΔΑΣ»

Η Γεωλογία της περιοχής Λέντα- δυτικών Αστερουσίων

Αθανάσιος Λουκάς Καθηγητής Π.Θ. Τμήμα Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Ανάλυσης Υδατικών Συστημάτων

1. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ & ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΠΟΡΩΝ Εξάμηνο: Κωδικός μαθήματος:

Λιµνοδεξαµενές & Μικρά Φράγµατα


ΠΙΛΟΤΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΔΙΑΣΥΝΟΡΙΑΚΗΣ ΛΕΚΑΝΗΣ ΠΟΤΑΜΟΥ ΝΕΣΤΟΥ

H ΠΡΟΣΟΜΟΙΩΣΗ TΩΝ ΥΦΑΛΜΥΡΩΝ ΚΑΡΣΤΙΚΩΝ ΠΗΓΩΝ ΜΕ ΤΟ ΜΟΝΤΕΛΟ MODKARST

ΙΚΤΥΟ ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗΣ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΝΕΡΩΝ ΕΛΛΑ Ο. Π. Σαμπατακάκης

«Διερεύνηση υδρολογικής αποκατάστασης της Υπέρειας Κρήνης στην περιοχή Βελεστίνου της Π.Π»

ΙΖΗΜΑΤΑ -ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΣ ΕΤΗΣΙΑ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗ ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΑΝΕΜΟΣ ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΑ

Υδρογραφήματα υδρορρευμάτων δείχνει την παροχή ενός ποταμού σε μια απλή θέση ως συνάρτηση του χρόνου

ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΥΔΑΤΙΚΩΝ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ

ΥΔΑΤΙΚΟΙ ΠΟΡΟΙ ΝΕΟΥ ΔΗΜΟΥ ΣΑΡΩΝΙΚΟΥ ΑΤΤΙΚΗΣ

ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗ ΚΑΙ ΒΙΩΣΙΜΗ ΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΣΕ ΕΠΙΠΕ Ο ΛΕΚΑΝΗΣ ΑΠΟΡΡΟΗΣ ΜΕ ΧΡΗΣΗ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ ΜΟΝΤΕΛΩΝ ΚΑΙ GIS

Οι καταιγίδες διακρίνονται σε δύο κατηγορίες αναλόγως του αιτίου το οποίο προκαλεί την αστάθεια τις ατμόσφαιρας:

ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ «ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΜΕΤΑΞΥ ΠΕΙΡΟΥ ΠΑΡΑΠΕΙΡΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΔΙΑΝΟΙΞΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΑΜΨΗΣ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ ΠΑΤΡΑ-ΤΡΙΠΟΛΗ»

ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΠΛΗΜΜΥΡΙΚΩΝ ΠΑΡΟΧΩΝ ΥΔΑΤΟΡΡΕΥΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΕΜΠΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ

4. γεωγραφικό/γεωλογικό πλαίσιο

Το νερό στο φυσικό περιβάλλον συνθέτει την υδρόσφαιρα. Αυτή θα μελετήσουμε στα επόμενα μαθήματα.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΠΑΛΑΙΟΓΕΩΓΡΑΦΙΚΗ ΕΞΕΛΙΞΗ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ ΠΕΛΑΓΟΥΣ ΚΑΙ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΔΟΜΗ ΝΗΣΟΥ ΠΑΡΟΥ

ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΖΟΥΝ ΤΟ ΚΛΙΜΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΗΠΕΙΡΟΥ & Κλίµα / Χλωρίδα / Πανίδα της Κύπρου

Υπόγεια Υδραυλική. 5 η Εργαστηριακή Άσκηση Υδροδυναμική Ανάλυση Πηγών

iv. Παράκτια Γεωμορφολογία

ΠΡΟΚΑΤΑΡΚΤΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΩΝ ΘΕΣΕΩΝ ΝΟΜΟΣ ΑΡΚΑΔΙΑΣ

τον Τόμαρο και εκβάλλει στον Αμβρακικό και ο Άραχθος πηγάζει από τον Τόμαρο και εκβάλλει επίσης στον Αμβρακικό (Ήπειρος, Ζαγόρι).

γεωγραφικό γλωσσάρι για την πέμπτη τάξη (από το βιβλίο «Μαθαίνω την Ελλάδα» του ΟΕΔΒ)

ΚΛΙΜΑΤΙΚΗ ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΚΑΤΑ KOPPEN Το κλίμα μιας γεωγραφικής περιοχής διαμορφώνεται κατά κύριο λόγο από τους 3 παρακάτω παράγοντες: 1) το

ΑΤΜΟΣΦΑΙΡΙΚΑ ΑΠΟΒΛΗΜΑΤΑ

Υδρολογική θεώρηση της λειτουργίας του υδροηλεκτρικού έργου Πλαστήρα

Ενιαία ΜΠΚΕ Ελλάδας Παράρτημα Μελέτη Υφιστάμενης Κατάστασης Υπόγειων Υδάτω

ΠΕΡΙΟΧΕΣ ΜΕ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΥΦΑΛΜΥΡΩΣΗΣ ΕΝΤΟΣ ΤΟΥ ΕΘΝΙΚΟΥ ΠΑΡΚΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗΣ

ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΑΡΓΟΛΙΚΟΥ ΠΕΔΙΟΥ ΥΠΟΒΑΘΜΙΣΗ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗΤΟΣ ΕΜΠΛΟΥΤΙΣΜΟΣ

ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ ΚΑΙ ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΖΩΝΩΝ ΠΕΡΙΜΕΤΡΙΚΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΠΗΓΩΝ ΚΡΥΑΣ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ

Πολιτικοί Μηχανικοί ΕΜΠ Τεχνική Γεωλογία Διαγώνισμα 10/ ΘΕΜΑ 1 ο (4 βαθμοί)

νήσο Λέσβο» Παρουσίαση Εργασίας µε Τίτλο: 11 ο ΕΘΝΙΚΟ ΣΥΝΕ ΡΙΟ ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑΣ Κατερίνα Τζαβέλλα ΝΑΥΠΛΙΟ 8-10 εκεµβρίου 2010

ΑΣΚΗΣΗ 6 ΒΡΟΧΗ. 1. Βροχομετρικές παράμετροι. 2. Ημερήσια πορεία της βροχής

ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΥΔΡΕΥΤΙΚΩΝ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ. Δρ Τσιφτής Ευάγγελος Υδρογεωλόγος Υπ. Αιγαίου

Υδατικό Διαμέρισμα Θεσσαλίας. Υπόγεια Υδατικά Συστήματα Υδατικού Διαμερίσματος Θεσσαλίας

ΤΕΧΝΙΚΗ Υ ΡΟΛΟΓΙΑ. Εισαγωγή στην Υδρολογία. Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων

Περιβαλλοντική Υδρογεωλογία. Υδροκρίτης-Πιεζομετρία

ΕΜΠ Σχολή Πολιτικών Μηχανικών Τεχνική Υδρολογία Διαγώνισμα κανονικής εξέτασης

Ασκήσεις Τεχνικής Γεωλογίας 7 η Άσκηση

ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΓΕΩΜΟΡΦΟΛΟΓΙΑ

Εύη Λίττη ΛΔΚ ΕΠΕ Άνδρος 2008

Εφαρμογή προσομοίωσης Monte Carlo για την παραγωγή πλημμυρικών υδρογραφημάτων σε Μεσογειακές λεκάνες

Tαξινόμηση υδρορρεύματος

Γνωρίζοντας τι θα χαρτογραφήσουμε. i) Γεωλογικούς σχηματισμούς (πετρώματα), ii) Επαφές (όρια), iii) Τεκτονικές δομές & στοιχεία, iv) Άλλα

Τεχνική Υδρολογία (Ασκήσεις)

Υδρολογική διερεύνηση της διαχείρισης της λίµνης Πλαστήρα

Υδρολογική διερεύνηση της διαχείρισης της λίµνης Πλαστήρα

ΚΡΙΤΙΚΗ ΘΕΩΡΗΣΗ ΕΡΓΟΥ Υ ΡΕΥΣΗΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

ΔΙΑΡΚΗΣ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΤΩΝ ΦΥΣΙΚΩΝ ΚΑΙ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΩΝ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΩΝ

Προστασία Υδροφόρων Οριζόντων Τρωτότητα. Άσκηση 1

Τεχνική αναφορά για τη νήσο Κρήτη 1. Γεωλογικό Υπόβαθρο Σχήμα 1.

Έργα μεταφοράς ύδατος και διανομής νερού άρδευσης από πηγές Κιβερίου (Ανάβαλος) στο Δήμο Βόρειας Κυνουρίας 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Τα Άνυδρα νησιά που µελετώνται στις Κυκλάδες

Μετεωρολογία Κλιματολογία (ΘΕΩΡΙΑ):

ΕΠΙΠΤΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΚΛΙΜΑΤΙΚΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ ΣΤΑ ΥΠΟΓΕΙΑ ΝΕΡΑ ΚΑΙ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΑΡΜΟΓΗΣ: Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ

ΕΚΘΕΣΗ. Ανασκόπηση. Λειτουργίας θυροφράγματος Κούλας και. Διαχείριση στάθμης λίμνης Μικρής Πρέσπας. το έτος 2012

Α.3.4. Προκαταρκτική Μελέτη Γεωλογικής Καταλληλότητας

1. Το φαινόµενο El Niño

1. Τα αέρια θερµοκηπίου στην ατµόσφαιρα είναι 2. Η ποσότητα της ηλιακής ακτινοβολίας στο εξωτερικό όριο της ατµόσφαιρας Ra σε ένα τόπο εξαρτάται:

Τύποι χωμάτινων φραγμάτων (α) Με διάφραγμα (β) Ομογενή (γ) Ετερογενή ή κατά ζώνες

Ταµιευτήρας Πλαστήρα

Δασική Εδαφολογία. Εδαφογένεση

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ 6. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ ΥΠΟΓΕΙΩΝ ΝΕΡΩΝ

Τεχνική Υδρολογία - Αντιπλημμυρικά Έργα

ΤΟ ΜΑΡΜΑΡΟ ΣΤΟ ΝΟΜΟ ΚΑΒΑΛΑΣ. Σε τούτα εδώ τα μάρμαρα κακιά σκουριά δεν πιάνει Γιάννης Ρίτσος

ΑΝΙΧΝΕΥΣΗ ΠΡΟΔΡΟΜΩΝ ΣΕΙΣΜΙΚΩΝ ΦΑΙΝΟΜΕΝΩΝ ΕΥΡΥΤΕΡΗΣ ΠΕΡΙΟΧΗΣ ΚΕΦΑΛΛΗΝΙΑΣ

Η ΕΠΟΧΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΤΟΥΡΙΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΚΗ ΤΗΣ ΔΙΑΣΤΑΣΗ

Υδρολογία - Υδρογραφία. Υδρολογικός Κύκλος. Κατείσδυση. Επιφανειακή Απορροή. Εξατµισιδιαπνοή. κύκλος. Κατανοµή του νερού του πλανήτη

ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ : " ΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΥΝΑΤΟΤΗΤΩΝ ΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΥΛΙΣΟΥ ΗΡΑΚΛΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΓΙΑ ΑΠΟΘΗΚΕΥΣΗ ΝΕΡΩΝ ΠΗΓΗΣ ΑΛΜΥΡΟΥ"

Transcript:

Υδρογεωλογία της Νήσου Πάρου ΚΑΡΟΛΟΣ Α. ΜΠΕΖΕΣ Δρ Υδρογεωλόγος Ρενιέρη 26 Αθήνα 1143 Τηλ. 2528884 e-mail bezes@x-treme.gr 1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ H Υδρογεωλογική Έρευνα της Νήσου Πάρου πραγματοποιήθηκε στο διάστημα 1993-1995 και είχε σαν στόχο την έρευνα των καρστικών υδροφόρων οριζόντων, που αναπτύσσονται μέσα στα μάρμαρα της ορεινής ζώνης του νησιού. Σήμερα η έρευνα του νησιού συνεχίζεται στα πλαίσια υδρογεωλογικών μελετών που γίνονται παράλληλα με την Μελέτη Διαχείρισης Υδατικών Πόρων Κυκλάδων. Στην Πάρο εμφανίζονται σχεδόν αποκλειστικά μεταμορφωμένα πετρώματα της Πελαγονικής ζώνης και κυρίως γνεύσιοι και μάρμαρα σε επάλληλα στρώματα, τα οποία ανήκουν σε διαφορετικές τεκτονικές υπο-ενότητες της Πελαγονικής ζώνης. Για να εκτιμηθεί η θέση των μαρμάρων στο υπέδαφος χαρτογραφήθηκε εκ νέου όλο το νησί σε κλίμακα 1:10.000, έτσι ώστε να διαφοροποιηθούν μεταξύ τους οι διάφοροι ορίζοντες των μαρμάρων. Από την έρευνα προέκυψε ότι τα μάρμαρα της λεγόμενης ενότητας του Μαραθίου εμφανίζονται μόνο στο κέντρο του νησιού (όρος Αγ. Πάντες) ενώ τα μάρμαρα της δεύτερης ενότητας, του Δρυού, εμφανίζονται στις χαμηλότερες περιοχές, στην περιφέρεια του νησιού. Από υδρογεωλογικής απόψεως, οι δύο σχηματισμοί μαρμάρων διαφέρουν σημαντικά. Στα μάρμαρα του Μαραθίου εντοπίσθηκαν αξιόλογοι υδροφόροι ορίζοντες, που είναι απομονωμένοι από την θάλασσα, ενώ στα μάρμαρα του Δρυού εντοπίσθηκαν μόνο μεμονωμένοι και συχνά υφάλμυροι υδροφόροι ορίζοντες. Στα μάρμαρα της ορεινής ζώνης αναπτύσσονται δύο καρστικοί υδροφόροι ορίζοντες, που εκφορτίζονται από την πηγή της Νάουσας, στο βόρειο τμήμα του νησιού, και την Πηγή του Δρυού, στο νότιο τμήμα. Οι δύο υδροφόροι ορίζοντες φαίνεται ότι επικοινωνούν μεταξύ τους, στην ενδιάμεση περιοχή (περιοχή Κώστου - Πρόδρομου), όπου σχηματίζεται υπόγειος υδροκρίτης. 2. ΓΕΩΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ Η Πάρος γεωλογικώς, ανήκει στην γεωτεκτονική ζώνη της Αττικοκυκλαδικής Μάζας, που περιλαμβάνει μεταμορφωμένα και αμεταμόρφωτα πετρώματα και εκτείνεται από την Αττική και την Νότιο Εύβοια μέχρι την Ικαρία και την Σάμο. Γενικά, υπάρχουν τρεις στρωματογραφικές - τεκτονικές ενότητες (εάν δεν ληφθούν υπόψη τα νεογενή και τεταρτογενή πετρώματα). Από κάτω προς τα επάνω, διακρίνονται: α) η ενότητα των γνευσίων (προλιθανθρακοφόρο υπόβαθρο), β) η ενότητα των κατωτέρων μαρμάρων με αμφιβολίτες (Περμοτριδική ομάδα) και γ) η ενότητα των ανωτέρων μαρμάρων με σχιστόλιθους (τριαδικοϊουρασικό ανθρακικό κάλυμμα), που καλύπτεται από την αμεταμόρφωτη σειρά των οφιολίθων (προανωκρητιδικό τεκτονικό κάλυμμα), των κρητιδικών ασβεστόλιθων (επικλυσιγενές κάλυμμα) και της ολιγοκαινικής μολάσσας [4]. Αναλυτικότερα, οι τρεις στρωματογραφικές ενότητες έχουν τα εξής χαρακτηριστικά: 2.1. Γνεύσιοι του υποβάθρου. Οι γνεύσιοι σχηματίζουν το μεταμορφωμένο υπόβαθρο της Πάρου. Στην κεντρική Πάρο καλύπτονται από την αμφιβολιτική σειρά. Στην βόρεια και στην δυτική Πάρο καλύπτονται τοπικά από μάρμαρα της ενότητας του Δρυού. 2.2. Μάρμαρα - αμφιβολίτες. Η ομάδα αυτή αποτελείται από δύο ενότητες: Η κατώτερη ενότητα αντιστοιχεί σε αμφιβολίτες, οι οποίοι παρουσιάζουν ποικιλία μορφών, από καθαρό αμφιβολίτη, χωρίς ασβεστίτη, μέχρι καθαρό μάρμαρο με λεπτά στρώματα ή φακούς αμφιβολίτη. Η ανώτερη ενότητα αντιστοιχεί σε λευκά μάρμαρα με μερικές ενστρώσεις πυριτικών και δολομιτικών οριζόντων. Η σειρά περιέχει τουλάχιστον τρεις σημαντικούς ορίζοντες μαρμάρων, πάχους 30-50 μ. περίπου. Οι ορίζοντες αυτοί αντιστοιχούν στα στρώματα από τα οποία εξορύσσεται το

2 ονομαστό μάρμαρο της Πάρου (λατομεία του Μαραθίου). Κάτω από αυτούς τους τρεις ορίζοντες μαρμάρου, η αμφιβολιτική σειρά έχει μεγάλο πάχος με πολλές λεπτές ενδιαστρώσεις μαρμάρου. Επίσης η αμφιβολιτική σειρά συνεχίζεται και πάνω από τους τρεις ορίζοντες μαρμάρου, με λεπτές παρεμβολές μαρμάρου και πάλι. 2.3. Ενότητα του Δρυού. Η ενότητα του Δρυού είναι ένα τεκτονικό σύνολο, που περιλαμβάνει δύο στρωματογραφικούς ορίζοντες: τον ορίζοντα των μεταμορφωμένων πετρωμάτων του Δρυού (με την στενή έννοια) και τον ορίζοντα των μη μεταμορφωμένων πετρωμάτων των Μαρμάρων (ονομασία προερχόμενη από το χωριό Μάρμαρα). 2.3.1. Ορίζοντας του Δρυού. Είναι έντονα πτυχωμένος και τεκτονισμένος και στο εσωτερικό του διακρίνονται με δυσκολία τρεις διαφορετικοί σχηματισμοί: α) Μεταμορφωμένα ελαφρώς οφιολιθικά πετρώματα (μεταδιαβάσης). β) Κρυσταλλικός ασβεστόλιθος μαύρου και κυανού χρώματος σε εναλλαγές στρώσεων με λευκό ασβεστόλιθο. γ) Ιώδης ασβεστοφυλλίτης, με διακυμάνσεις σύστασης από φυλλίτη έως εναλλαγές γκρι μαρμάρου με ιώδη ασβεστοφυλλίτη. Ο ορίζοντας του Δρυού είναι επωθημένος επάνω στους γνεύσιους του υποβάθρου και στην αμφιβολιτική σειρά. 2.3.2. Ορίζοντας των Μαρμάρων. Ο ορίζοντας αυτός αποτελεί τον ανώτατο στρωματογραφικό ορίζοντα της Πάρου. Περιλαμβάνει μη μεταμορφωμένα πετρώματα, σε τρεις διαφορετικούς ορίζοντες (οφιόλιθοι, κρητιδικοί ασβεστόλιθοι και μολάσσα). 2.4. Νεώτερα ιζήματα. Τα νεώτερα ιζήματα αντιστοιχούν κυρίως σ ένα θαλάσσιο ψαμμιτικό ασβεστόλιθο (μολάσσα), πλειοκαινικής ηλικίας. Στα ανώτερα στρώματα της μολάσσας παρατηρούνται στρώματα ηφαιστειακών πετρωμάτων όξινης σύστασης (ηφαιστειακοί τόφοι). Η ηλικία των τόφων δεν είναι ακριβώς γνωστή (πιθανώς τεταρτογενής). Από τεκτονικής απόψεως, μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι η Πάρος σχηματίζεται από ένα μεγάλο αντίκλινο, του οποίου ο άξονας έχει διεύθυνση ΒΑ-ΝΔ. Στο κέντρο του νησιού εμφανίζονται οι βαθύτεροι στρωματογραφικοί τεκτονικοί ορίζοντες, δηλαδή οι γνεύσιοι του υποβάθρου, ενώ στην περιφέρεια του νησιού εμφανίζονται οι ανώτεροι ορίζοντες, δηλαδή οι ορίζοντες Δρυού και Μαρμάρων. 3. ΥΔΡΟΛΟΓΙΑ 3.1. Κλίμα Η Πάρος βρίσκεται στο κέντρο περίπου του Αιγαίου Πελάγους, αρκετά μακριά από την ηπειρωτική Ελλάδα. Λόγω της θέσεώς της αυτής, η Πάρος χαρακτηρίζεται από τυπικό θαλάσσιο - μεσογειακό κλίμα, με μικρό εύρος της ετήσιας διακύμανσης της θερμοκρασίας (δροσερό καλοκαίρι και ήπιος χειμώνας), υψηλή υγρασία του αέρος και ισχυρούς ανέμους. Η μέση ετήσια θερμοκρασία είναι 18,7 C, η ελάχιστη μέση μηνιαία θερμοκρασία είναι 10,8 C και παρατηρείται τον Ιανουάριο, ενώ η μέγιστη μηνιαία θερμοκρασία παρατηρείται τον Ιούλιο και είναι 26,5 C. 3.2. Βροχοπτώσεις Οι βροχοπτώσεις σημειώνονται σχεδόν μόνο τον χειμώνα. Παρά το γεγονός ότι οι άνεμοι μεταφέρουν προς το νησί μεγάλες ποσότητες υδρατμών, οι βροχοπτώσεις είναι σχετικώς σπάνιες, διότι απουσιάζουν οι μεγάλες οροσειρές, που ενεργούν σαν εμπόδιο και προκαλούν την ανύψωση των αερίων μαζών και την συμπύκνωση των υδρατμών. Στον βροχομετρικό σταθμό της Παροικίας (υψόμετρο 3 μ.), η μέση ετήσια τιμή των βροχοπτώσεων, για την περίοδο 1980-1994 ήταν 404,7 χλστ., με ελάχιστη τιμή 203,5 χλστ. το 1989 και μέγιστη 727,4 χλστ. το 1981. Υπάρχει, επομένως έντονη διακύμανση των ετήσιων βροχοπτώσεων, όμως το κλίμα δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί σαν ιδιαίτερα ξηρό. Υπενθυμίζεται ότι στην Αθήνα η μέση ετήσια βροχόπτωση ανέρχεται σε 416,2 χλστ., στην Χαλκίδα 466,4 χλστ., στην Σκύρο 546,4 χλστ, στον Βόλο 475,8 χλστ. και στην Νάξο 397 χλστ. 3.3. Ανάλυση των βροχοπτώσεων

3 Στα πλαίσια της Μελέτης Διαχείρισης Υδατικών Πόρων Κυκλάδων, που εκπονείται σήμερα, δόθηκε ιδιαίτερη έμφαση στην βροχομετρική ανάλυση. Αναπτύχθηκε μία νέα μέθοδος (γραμμική και καμπυλόγραμμη παλινδρόμηση και κατασκευή ψηφιακού βροχομετρικού μοντέλου) και χρησιμοποιήθηκαν σχεδόν όλα τα διαθέσιμα δεδομένα, που καλύπτουν την περίοδο 1931 1999 και προέρχονται από 70 βροχομετρικούς σταθμούς. 3.4. Βροχομετρικοί σταθμοί Οι βροχομετρικοί σταθμοί μέσα στην περιοχή των Κυκλάδων είναι σχετικά λίγοι και οι περισσότεροι εγκατεστημένοι σε χαμηλά υψόμετρα. Για να αντιμετωπισθεί αυτό το έλλειμμα βροχομετρικών παρατηρήσεων αποφασίσθηκε να επεκταθεί η βροχομετρική ανάλυση και να χρησιμοποιηθούν σταθμοί και από την ευρύτερη περιοχή. Έτσι, η βροχομετρική ανάλυση κάλυψε μία περιοχή γύρω από τις Κυκλάδες, ακτίνας 200 χλμ. περίπου (με κέντρο την Πάρο) και βασίσθηκε στην επεξεργασία 70 βροχομετρικών σταθμών. Η περιοχή αυτή υποδιαιρέθηκε σε 6 υποπεριοχές, με διαφορετική βροχομετρική δίαιτα, και σε κάθε μία από τις οποίες έγινε ανεξάρτητη επεξεργασία των βροχομετρικών δεδομένων. Για λόγους ομοιομορφίας, η ανάλυση κάλυψε την περίοδο από το 1931 και μετά, και στις 6 επί μέρους περιοχές. Στην διάρκεια της επεξεργασίας, συμπληρώθηκαν οι παρατηρήσεις των περιόδων, κατά τις οποίες δεν είχαν λειτουργήσει ορισμένοι σταθμοί (κυρίως κατά την περίοδο 1941 1950). Η επεξεργασία των βροχομετρικών παρατηρήσεων έγινε με το ειδικό πρόγραμμα TRENDMHN. Συνολικά έγινε μία εφαρμογή για κάθε μία από τις υποπεριοχές Κυκλάδων, Νοτίου. Αιγαίου, Ανατολικού Αιγαίου, Κεντρικού Αιγαίου, Αττικής Ευβοίας, και Αργοσαρωνικού Ανατολικής Πελοποννήσου. Το σύνολο των επεξεργασμένων δεδομένων εισήχθη σε μία τελική εφαρμογή, που περιέλαβε ολόκληρο τον χώρο του Κεντρικού και Νοτίου Αιγαίου. Για κάθε μήνα της περιόδου από το 1931 μέχρι το 1999 προσδιορίσθηκε η κατανομή των βροχοπτώσεων στον χώρο, με την μέθοδο της πολλαπλής γραμμικής παλινδρόμησης. που προσαρμόζει στα βροχομετρικά δεδομένα κάθε μηνός μία πολυωνυμική συνάρτηση, η οποία εκφράζει την μηνιαία βροχόπτωση σε κάθε σημείο του χώρου συναρτήσει των συντεταγμένων x, y και z του χώρου. Στην διάρκεια των 6 παραπάνω εφαρμογών το μοντέλο TRENDMHN εντόπισε τις λανθασμένες μετρήσεις (που αποκλίνουν πολύ από την υπολογιζόμενη κατανομή της βροχόπτωσης) και επέτρεψε την διόρθωσή τους. Με τον ίδιο τρόπο ελέγχθηκε και διορθώθηκε η κάθε μηνιαία κατανομής της βροχόπτωσης που εμφάνιζε αρνητική βροχοβαθμίδα. Είναι γνωστό, ότι στις Κυκλάδες οι βροχοπτώσεις είναι χαμηλότερες, απ ότι στις γύρω περιοχές. Δηλαδή εάν θέλαμε να σχεδιάσουμε τον βροχομετρικό χάρτη ενός δεδομένου μηνός (ή έτους) θα παίρναμε βροχομετρικές (ισοϋέτιες) καμπύλες, που θα παρουσίαζαν ένα ελάχιστο στην περιοχή των Κυκλάδων. Αυτές οι ισοϋέτιες καμπύλες, στην πραγματικότητα αντιστοιχούν σε μία κοίλη βροχομετρική επιφάνεια (όπως π.χ. η τοπογραφική επιφάνεια), που έχει το βαθύτερο σημείο της στις Κυκλάδες. Σε κάθε σημείο της επιφάνειας αυτής αντιστοιχεί μία τιμή της μηνιαίας (ή ετήσιας) έντασης της βροχής. Με την τελευταία εφαρμογή του TRENDMHN υπολογίσθηκε (για κάθε μήνα) μία εξίσωση 3 ου βαθμού, που αντιστοιχεί στην παραπάνω καμπύλη επιφάνεια. Η εξίσωση, όπως και στις προηγούμενες εφαρμογές, δίνει την μηνιαία βροχόπτωση συναρτήσει των Χ, Υ και Ζ σε οποιοδήποτε σημείο του χώρου του Νοτίου Αιγαίου. Οι κατανομή της βροχόπτωσης στον χώρο, όπως υπολογίσθηκε παραπάνω, ονομάσθηκε μηνιαίο βροχομετρικό μοντέλο. Αυτό το μοντέλο χρησιμοποιήθηκε για την δημιουργία του λεγόμενου ψηφιακού βροχομετρικού μοντέλου, που είναι η βροχόπτωση υπολογισμένη στο σύνολο των κόμβων ενός ψηφιακού υψομετρικού μοντέλου (δηλαδή ενός δικτύου υψομετρικών σημείων που περιγράφουν την μορφολογία κάθε νησιού). 3.3. Υδατικό ισοζύγιο Στις σχετικώς ξηρές ζώνες (όπως είναι οι Κυκλάδες) το ποσοστό της κατείσδυσης (σε υπερετήσια διάρκεια) είναι γενικώς μικρό. Σε μικρότερες όμως περιόδους (ετήσιες ή μηνιαίες) παρατηρείται μεγάλη διακύμανση της κατείσδυσης. Στην παρούσα μελέτη το ισοζύγιο υπολογίσθηκε με την βοήθεια του μαθηματικού μοντέλου BEMERMHN [6] που εφαρμόσθηκε στην πηγή της Νάουσας (ελήφθη σαν αντιπροσωπευτικό παράδειγμα) για την περίοδο 1970 -

4 1999. Η έκταση της λεκάνης τροφοδοσίας της πηγής (λεκάνη Ξηροποτάμου) είναι 14,74 τετ.χλμ. και το μέσο υψόμετρο 224 μ. Το υδατικό ισοζύγιο διαμορφώθηκε ως εξής: ΙΣΟΖΥΓΙΟ 1970 1999 mm % ΒΡΟΧΗ 15.184 100,00 ΕΞΑΤΜΙΣΙΔΙΑΠΝΟΗ 10.132 66,73 ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗ ΑΠΟΡΡΟΗ 0.000 0,00 ΚΑΤΕΙΣΔΥΣΗ 5.134 33,81 ΑΥΞΟΜΕΙΩΣΗ ΑΠΟΘΕΜΑΤΩΝ -82-0,54 Στους επόμενους πίνακες εμφανίζονται, αναλυτικά, η βροχόπτωση και η αντίστοιχη κατείσδυση για κάθε μήνα. ΕΤΟΣ ΙΑΝ ΦΕΒ ΜΑΡ ΑΠΡ ΜΑΙ ΙΟΥΝ ΙΟΥΛ ΑΥΓ ΣΕΠ ΟΚΤ ΝΟΕ ΔΕΚ ΕΤΟΥΣ 1970 64.5 51.8 77.8 23.4 38.5 30.8.. 0.8 76.9 20.5 82.2 467.2 1971 136.0 172.1 86.7 9.6 5.0. 4.9.. 9.8 40.9 53.7 518.7 1972 77.3 50.4 62.0 76.9 50.1. 6.3 18.0 2.1 104.0 25.5 52.0 524.6 1973 144.8 66.2 38.1 40.9.... 4.4 34.4 51.6 46.8 427.2 1974 43.1 85.3 68.8 11.9 4.4... 8.8 16.8 75.8 55.9 370.8 1975 78.3 79.0 40.3 36.4 18.1 40.6... 60.5 136.9 86.6 576.7 1976 37.4 96.6 86.9 31.3 10.2 3.6.. 6.0 121.8 79.3 80.5 553.6 1977 60.8 14.3 20.5 16.5. 1.4.. 37.4 47.6 51.7 131.6 381.8 1978 149.1 104.4 67.4 58.8 14.3... 66.5 65.6 30.4 109.2 665.7 1979 99.1 40.6 84.1 6.3 25.0 0.1 4.1.. 54.6 161.8 88.5 564.2 1980 90.7 71.8 80.9 54.1 12.2.... 89.9 30.4 137.7 567.7 1981 294.5 174.2 35.3 33.5 17.3..... 155.3 117.0 827.1 1982 73.1 115.5 119.1 68.4 39.1 4.8... 16.3 56.2 51.0 543.5 1983 30.0 91.2 56.5 6.9 7.9. 1.0 0.8. 31.1 98.3 150.9 474.6 1984 87.0 100.9 83.7 78.0 0.1. 0.1... 106.0 89.2 545.0 1985 175.8 56.8 103.5 15.5 4.5.... 40.9 46.5 64.3 507.8 1986 80.7 68.2 15.2 10.7 10.3 26.4.. 35.0 51.2 46.2 79.7 423.6 1987 52.9 63.8 81.1 54.0 0.1.... 19.2 118.3 69.4 458.8 1988 101.5 90.4 116.1 19.5 2.4.... 22.0 134.7 132.7 619.3 1989 4.0 3.6 95.5 0.7 21.4 3.6.. 8.9 89.8 37.5 32.0 297.0 1990 5.1 53.9. 26.2... 10.0 6.5 7.2 53.8 210.6 373.3 1991 92.3 69.8 47.8 48.3 27.7.... 48.0 28.9 165.0 527.8 1992 19.4 49.7 56.4 24.9 5.9.... 0.9 44.0 137.4 338.6 1993 69.7 101.5 56.8 20.8 30.5 16.7.... 139.9 26.5 462.4 1994 70.1 106.3 25.5 18.7 32.4 8.0... 185.7 76.2 136.2 659.1 1995 122.3 19.5 67.3 28.1 0.6... 2.2 18.8 92.7 75.5 427.0 1996 141.6 141.8 105.2 10.8 4.7... 9.6 22.1 32.6 157.5 625.9 1997 92.4 79.1 106.5 41.8 27.1 1.4... 25.7 62.4 80.1 516.5 1998 86.5 13.6 120.2 25.2 37.0... 22.6 7.8 92.5 108.9 514.3 1999 99.3 87.9 70.6 24.4.... 31.5 22.1 32.8 56.2 424.8 Μ..Ο. 89.3 77.3 69.2 30.8 14.9 4.6 0.5 1.0 8.1 43.0 72.0 95.5 506.2 ΜΕΤ. 3253. 1702. 1006. 445. 213. 106. 3. 14. 240. 1801. 1781. 1956. 12182. Τ.ΑΠ.. 57.0 41.3 31.7 21.1 14.6 10.3 1.6 3.7 15.5 42.4 42.2 44.2 110.4 ΠΙΝΑΚΑΣ 1. Μέση βροχόπτωση λεκάνης Ξηροποτάμου.

5 ΕΤΟΣ ΙΑΝ ΦΕΒ ΜΑΡ ΑΠΡ ΜΑΙ ΙΟΥΝ ΙΟΥΛ ΑΥΓ ΣΕΠ ΟΚΤ ΝΟΕ ΔΕΚ ΕΤΟΥΣ 1970 42.3 24.6 42.8 0.8 0.2 0.1... 0.6 0.2 13.7 125.3 1971 55.0 150.9 57.7 2.2..... 0.1 0.4 0.6 266.9 1972 20.8 6.2 10.8 8.8 0.3.. 0.1. 11.2 0.3 3.4 61.9 1973 58.3 36.2 1.3 0.8..... 0.3 0.5 3.4 100.8 1974 8.3 23.1 11.7 0.4..... 0.1 4.9 11.9 60.4 1975 23.4 22.1 3.5 1.0 0.1 0.1... 0.4 30.1 28.0 108.7 1976 16.4 76.1 56.7 1.7 0.1.... 12.4 15.3 20.8 199.5 1977 27.7 0.8 0.4 0.3.... 0.2 0.5 0.5 35.7 66.1 1978 93.2 74.5 30.5 1.1 0.1... 0.4 0.5 0.3 22.2 222.8 1979 34.1 11.9 42.4 0.4 0.1.... 0.4 39.7 34.9 163.9 1980 71.2 52.0 50.4 3.4 0.1.... 0.6 0.3 34.7 212.7 1981 241.4 152.2 4.8 1.4 0.1..... 38.8 52.3 491.0 1982 49.3 96.7 91.3 16.8 0.2.... 0.1 0.6 7.0 262.0 1983 4.4 29.0 10.8 1.0..... 0.3 14.2 55.0 114.7 1984 61.7 73.6 48.9 28.2...... 16.5 26.4 255.3 1985 124.3 39.4 72.1 1.5..... 0.4 0.5 4.9 243.1 1986 22.5 16.7 0.8 0.5 0.1 0.1.. 0.2 0.4 0.5 18.4 60.2 1987 11.4 15.6 33.5 4.5..... 0.2 22.1 17.3 104.6 1988 46.5 67.4 82.3 1.3..... 0.2 32.8 66.9 297.4 1989 0.8 0.7 31.3 0.5 0.1.... 1.7 0.8 2.6 38.5 1990 0.2 6.7 0.6 0.3..... 0.1 0.5 64.9 73.3 1991 60.3 48.4 13.8 1.4 0.2.... 0.3 0.3 49.5 174.2 1992 1.8 22.5 26.9 1.6...... 0.4 36.7 89.9 1993 20.9 78.4 26.3 1.7 0.2 0.1.... 31.1 0.5 159.2 1994 16.1 62.1 1.2 0.7 0.2.... 32.3 16.6 98.8 228.0 1995 99.5 1.7 23.8 1.0..... 0.2 15.9 21.4 163.5 1996 84.3 115.9 72.5 1.5..... 0.2 0.3 43.9 318.6 1997 48.9 59.4 76.5 2.0 0.2.... 0.2 0.6 18.5 206.3 1998 25.2 1.0 43.6 0.8 0.2... 0.1 0.1 8.9 34.8 114.7 1999 56.9 57.6 33.4 0.7.... 0.2 0.2 0.3 0.8 150.1 Μ.Ο. 47.6 47.4 33.4 2.9 0.1 0.0 0.0 0.0 0.0 2.1 9.8 27.7 171.1 ΜΕΤ. 2335. 1758. 746. 33. 0. 0. 0. 0. 0. 41. 172. 557. 9762. Τ.ΑΠ.. 48.3 41.9 27.3 5.8 0.1 0.0 0.0 0.0 0.1 6.4 13.1 23.6 98.8 ΠΙΝΑΚΑΣ 2. Κατείσδυση υπολογισμένη από το μοντέλο BEMERMHN. Διαπιστώνεται, ότι οι συνθήκες είναι ιδιαίτερα δυσμενείς για τα υπόγεια νερά. Μόνο το 34% των βροχοπτώσεων συμμετέχει στην τροφοδοσία των υδροφόρων οριζόντων. Επίσης παρατηρούνται ολόκληρα υδρολογικά έτη με σχεδόν μηδενική τροφοδοσία των υπογείων νερών. Αντίθετα, κατά τις βροχερές χρονιές η τροφοδοσία είναι σημαντική και εμπλουτίζονται ικανοποιητικά τα υδροφόρα στρώματα. Εάν μάλιστα συμβαίνει (όπως είναι η περίπτωση της πηγής της Νάουσας) η εκφόρτιση του υδροφόρου ορίζοντα να είναι αργή, τότε μία βροχερή χρονιά (όπως αυτή του 1981) αρκεί για να αυξήσει σε σημαντικό βαθμό τα υπόγεια αποθέματα, ώστε να διατηρείται επί μακρόν σχεδόν σταθερή η παροχή της πηγής. 4. ΥΔΡΟΓΕΩΛΟΓΙΑ Ο σημαντικότερος υδροφόρος σχηματισμός αντιστοιχεί στα μάρμαρα της σειράς των μαρμάρων - αμφιβολιτών, που εμφανίζονται στο κέντρο του νησιού. Τα μάρμαρα αυτά είναι λευκά και αδροκρυσταλλικά. Η καρστικοποίησή τους είναι μέτρια, σε σχέση με άλλες περιοχές της Ελλάδας. Αυτό οφείλεται, πιθανότατα, στις χαμηλές βροχοπτώσεις και στον χαμηλό τεκτονισμό του πετρώματος, που έχει σαν αποτέλεσμα να δημιουργούνται δύσκολα οι αρχικές ρωγμές και διακλάσεις. Δεύτερος καρστικός σχηματισμός, στην Πάρο, είναι τα λευκοκίτρινα, μικροκρυσταλλικά μάρμαρα την βάσης της ενότητας του Δρυού. Τα μάρμαρα αυτά είναι εντονότατα τεκτονισμένα και έχουν μικρό σχετικώς πάχος. Εναλλάσσονται με φυλλίτες και συχνά σχηματίζουν ένα μίγμα με αυτούς, λόγω του έντονου τεκτονισμού. Ένας άλλος σημαντικός υδροφόρος σχηματισμός είναι οι χαλαρές προσχώσεις που καλύπτουν τις χαμηλές παραλιακές περιοχές. Οι υδροφόροι ορίζοντες που σχηματίζονται στους σχηματισμούς αυτούς (Μάγγανο, Βουτάκος, Αμπελάς) είναι κατά κανόνα υφάλμυροι και καλύπτουν μόνο τοπικές ανάγκες άρδευσης. Ορισμένοι άλλοι σχηματισμοί, όπως οι κρητιδικοί ασβεστόλιθοι και οι μαργαϊκοί ασβεστόλιθοι είναι υδροφόροι αλλά δεν παρουσιάζουν ενδιαφέρον διότι έχουν μικρή εξάπλωση.

6 Οι υφιστάμενες εκμεταλλεύσεις στην Πάρο είναι οι εξής: Στην περιοχή Νάουσας υπάρχουν 4 γεωτρήσεις με συνολική παροχή 100-120 κ.μ/ώρα. Ορισμένες έχουν νερό υψηλής περιεκτικότητας σε άλατα (600 ppm χλωριόντων, δηλαδή όσο και η υφάλμυρη πηγή της Νάουσας). Η αλατότητα μειώνεται αισθητά καθώς αυξάνει η απόσταση των γεωτρήσεων από την θάλασσα. Η Παροικία υδρεύεται από 6-7 γεωτρήσεις των περιοχών Μαραθίου, Ξηροπόταμου, Έλητα, Κακάπετρας και Παρασπόρου καθώς και από άλλες μικρότερης σημασίας. Γενικώς, η Παροικία αντιμετωπίζει έντονο πρόβλημα ύδρευσης κατά τους θερινούς μήνες. Στην περιοχή Κώστου υπάρχουν δύο γεωτρήσεις, που τροφοδοτούν την Κοινότητα Κώστου και ενισχύουν επίσης την ύδρευση της Παροικίας. Οι υπόλοιπες Κοινότητες υδρεύονται από γεωτρήσεις στην περιοχή Πρόδρομου, Τούρλου, Δρυού, Αγκαιριάς, αλλά με ορισμένα προβλήματα το θέρος. Το ίδιο ισχύει και για την Αντίπαρο, που αντιμετώπισε οξύτατο πρόβλημα το 1994. Παρακάτω περιγράφονται αναλυτικά τα υδρογεωλογικά χαρακτηριστικά κάθε κύριας υδρογεωλογικής ενότητας (υπολεκάνης). 4.1. Υδρογεωλογική λεκάνη Νάουσας - Ξηροπόταμου - Κώστου. Το πλέον αξιόλογο υδρογεωλογικό φαινόμενο της λεκάνης αυτής είναι η πηγή της Νάουσας. Η πηγή εμφανίζεται περί τα 150 μ. νοτίως της ακτής, μέσα στην κοίτη του Ξηροπόταμου. Το πέτρωμα στην περιοχή της πηγής είναι μάρμαρο της βάσης της ενότητας του Δρυού, που βρίσκεται επωθημένο επάνω στο γνευσιακό υπόβαθρο. Προς το εσωτερικό της περιοχής, το στρώμα των μαρμάρων της ενότητας του Δρυού έχει πάχος 100 μ. περίπου, ενώ η οριζόντια εξάπλωσή του είναι 300 μ. περίπου. Το νερό της πηγής περιέχει περίπου 600 ppm χλωριόντων. Η παροχή και η αλατότητα παρουσιάζουν ελάχιστη εποχική διακύμανση. Η παροχή το 1993-1995 ήταν της τάξης των 60-80 κ.μ./ώρα. Το νερό χρησιμοποιείται για άρδευση κατά τους θερινούς μήνες, οπότε και αντλείται μία παροχή της τάξης των 80 κ.μ./ώρα. Η ροή του υπογείου νερού προς την πηγή, στην περιοχή που εκτείνεται 1-2 χλμ. νοτίως της Νάουσας, είναι περιορισμένη σε μία στενή ζώνη πλάτους 300 μ. περίπου. Η λεκάνη τροφοδοσίας της πηγής της Νάουσας, προς το εσωτερικό του νησιού είναι πολύ ευρύτερη και βρίσκεται κυρίως μέσα σε μάρμαρα της αμφιβολιτικής σειράς. Η απόλυτη στάθμη των γεωτρήσεων σε απόσταση 1,5 χλμ. από την ακτή (στο φαράγγι Ξηροπόταμου) είναι 7,5 μ. περίπου, δηλαδή σχετικώς αρκετά υψηλά. Αυτό δείχνει, είτε ότι υπάρχει μία στένωση της ροής κατάντη των γεωτρήσεων αυτών, είτε ότι το αδιαπέρατο υπόβαθρο βρίσκεται πολύ μικρό βάθος. Πιθανότατα, η μικρή σχετικώς υφαλμύρυνση του υδροφόρου ορίζοντα να οφείλεται σ αυτό το αίτιο. Ο υδροφόρος ορίζοντας της Νάουσας προεκτείνεται προς τα νοτιοανατολικά του φαραγγιού του Ξηροπόταμου και επικοινωνεί με τον υδροφόρο ορίζοντα των γεωτρήσεων του Κώστου. Μία μελλοντική εκμετάλλευση με την κατασκευή νέων γεωτρήσεων θα μπορούσε να γίνει στην περιοχή μεταξύ Κώστου και Ιστερνίου, όπου οι μορφολογικές συνθήκες είναι ευνοϊκότερες απ ότι στο φαράγγι του Ξηροπόταμου. Οι γεωτρήσεις που έχουν κατασκευασθεί στον Ξηροπόταμο έχουν νερό καλύτερης ποιότητας από αυτό των γεωτρήσεων του Κώστου, που βρίσκονται νοτιότερα. Αυτό οφείλεται πιθανότατα κατείσδυση επιφανειακών νερών του Ξηροπόταμου προς τον υδροφόρο ορίζοντα. Το φαινόμενο αυτό δείχνει την σημασία των επιφανειακών διηθήσεων για την ποσοτική αύξηση των αποθεμάτων και για την βελτίωση της ποιότητας του υπόγειου νερού. Για την ενίσχυση των διηθήσεων έχουν ήδη κατασκευασθεί φράγματα ανάσχεσης. 4.2. Υδρογεωλογική λεκάνη Μαραθίου - Παροικίας. Η λεκάνη αυτή αντιστοιχεί στο υψηλότερο τμήμα της λεκάνης του Ξηροπόταμου. Ουσιαστικά περιλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της βορινής πλευράς του ορεινού όγκου των Αγ. Πάντων. Η περιοχή μπορεί να χωρισθεί σε δύο τμήματα. Το νότιο τμήμα περιλαμβάνει την ορεινή περιοχή της Μονής Θάψανης, όπου επικρατούν τα μάρμαρα και οι σχιστόλιθοι της αμφιβολιτικής σειράς. Το βόρειο τμήμα εκτείνεται βορείως της γραμμής Έλητας - Μαράθι - Ματζώρο, δηλαδή περιλαμβάνει το οροπέδιο του Μαραθίου και τα υψώματα της Μονής Λογγοβάρδας και της Καντινελιάς. Αποτελείται από μάρμαρα της βάσης της ενότητας του Δρυού, που είναι επωθημένα επάνω σε εναλλαγές μαρμάρων - σχιστόλιθων της αμφιβολιτικής σειράς (με επικράτηση των σχιστόλιθων).

7 Στην ζώνη ενός ρήγματος, που διέρχεται από το χωριό Μαράθι, έχουν κατασκευασθεί πολλές γεωτρήσεις, όμως μόνο μία έδωσε ικανοποιητικά αποτελέσματα (παροχή 40-50 κ.μ./ώρα) και χρησιμοποιείται για να καλύψει το μεγαλύτερο μέρος των αναγκών της Παροικίας. Οι υπόλοιπες γεωτρήσεις, είτε συνάντησαν μάρμαρα χωρίς ανοικτό καρστ, είτε συνάντησαν τους σχιστόλιθους της πεδιάδας του Μαραθίου. Στην περιοχή της Μονής Λογγοβάρδας εμφανίζονται μάρμαρα, που ανήκουν στην ενότητα του Δρυού και είναι επωθημένα επάνω στους γνεύσιους. Οι εμφανίσεις είναι σχετικώς μικρές. Η κλίση των μαρμάρων είναι προς ΒΑ. Μέσα στα μάρμαρα αυτά σχηματίζεται μικρός υδροφόρος ορίζοντας, τον οποίο εκμεταλλεύονται τρεις γεωτρήσεις. Ανατολικά της Παροικίας, στις νότιες πλαγιές του βουνού Νοτιάς, που καλύπτεται από μάρμαρα της ενότητας του Δρυού, κατασκευάσθηκαν από το Ι.Γ.Μ.Ε. δύο γεωτρήσεις (γεωτρήσεις Κακάπετρας), που συνάντησαν τοπικούς μικρούς υδροφόρους ορίζοντες. Μετά από λειτουργία 3-4 ετών εξάντλησαν τα αποθέματά τους. Νοτιοδυτικά της Παροικίας σχηματίζεται μέσα στους γνεύσιους η λεκάνη του Παρασπόρου ποταμού, η οποία στο κατώτερο τμήμα της καλύπτεται από λεπτό στρώμα προσχώσεων. Στην περιοχή αυτή υπάρχει μικρή γεώτρηση, η οποία τροφοδοτεί επί σειράν ετών την Παροικία με νερό. Ο αλλουβιακός υδροφόρος ορίζοντας της περιοχής επανατροφοδοτείται κανονικά κάθε χρονιά. Από την ανάλυση της διακύμανσης της στάθμης των γεωτρήσεων της λεκάνης αυτής βγαίνουν τα εξής συμπεράσματα: Ο υδροφόρος ορίζοντας του Μαραθίου αποτελεί την προς Νότο προέκταση του υδροφόρου ορίζοντα Νάουσας - Κώστου. Στην Μονή Λογγοβάρδας, ένας μικρός υδροφόρος ορίζοντας, που αναπτύσσεται μέσα στα μάρμαρα της βάσης της ενότητας του Δρυού, είναι ανεξάρτητος από τον ορίζοντα του Μαραθίου και έχει διαφορετικό (υψηλότερο) επίπεδο βάσεως. Η ποιότητα του νερού στις γεωτρήσεις του Μαραθίου και της Μονής Λογγοβάρδας είναι πολύ καλή. 4.3. Υδρογεωλογική λεκάνη Πρόδρομου - Τούρλου - Δρυού. Η πηγή του Δρυού εμφανίζεται δίπλα στον δημόσιο δρόμο, μέσα στο χωριό, σε απόσταση 500 μ. περίπου από την ακτή. Τα νερά της πηγής συγκεντρώνονται με την βοήθεια ενός μικρού φράγματος ύψους 3 μ. περίπου μέσα σε μία δεξαμενή, και από εκεί διοχετεύονται στις καλλιέργειες. Η πηγή του Δρυού έχει μηδαμινή παροχή το καλοκαίρι, ενώ τον χειμώνα ξεπερνά τα 500 κ.μ./ώρα. Η ποιότητα του νερού δεν επηρεάζεται καθόλου από την θάλασσα. Δειγματοληψίες νερού στην πηγή του Δρυού έδειξαν ότι το νερό περιέχει 142-156 ppm χλωριόντων και έχει σκληρότητα 32-35 F. Η λεκάνη τροφοδοσίας της πηγής του Δρυού αντιστοιχεί στην περιοχή Μονής Αγ. Γεωργίου, Τούρλου και Πρόδρομου. Τα μάρμαρα έχουν μικρή σχετικώς επιφανειακή εξάπλωση (6-7 τετ.χλμ.), όμως αποδείχθηκε γεωφυσικώς ότι προεκτείνονται προς τα ανατολικά κάτω από τους σχιστόλιθους του Πρόδρομου. Στον υδροφόρο ορίζοντα, που τροφοδοτεί την πηγή του Δρυού έχουν κατασκευασθεί 10 γεωτρήσεις από το Ι.Γ.Μ.Ε., με σχετική επιτυχία. Όλες οι γεωτρήσεις έχουν κοινή συμπεριφορά. Στην περιοχή του Πρόδρομου η μέση στάθμη τους βρίσκεται περί τα 15 μ. πάνω από την στάθμη της θάλασσας. Οι στάθμες μειώνονται από Βορρά προς Νότο, δηλαδή προς την πηγή του Δρυού. Από την μελέτη της διακύμανσης της στάθμης προκύπτει ότι οι χρονιές 1986, 1987, 1990 και 1992 ήταν πολύ ξηρές, με αποτέλεσμα να μην τροφοδοτηθεί ο υδροφόρος ορίζοντας. Τις υπόλοιπες χρονιές η τροφοδοσία ήταν ικανοποιητική. Η ποιότητα του νερού είναι πολύ καλή με 120-200 ppm χλωριόντων και σκληρότητα 25-40 F. Η γεωφυσική έρευνα ανατολικά των χωριών Πρόδρομου και Τούρλου, έδειξε ότι τα μάρμαρα του Τούρλου προεκτείνονται κάτω από τους σχιστόλιθους, με κλίση 10-20 και πάχος 50-80 μ. Νοτιότερα, προς την περιοχή του Δρυού, φαίνεται ότι το πάχος περιορίζεται σε 20-40 μ. Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώθηκαν από μία γεώτρηση που κατασκευάσθηκε στην περιοχή αυτή το 1996. Όσον αφορά το υδατικό ισοζύγιο του υδροφόρου ορίζοντα του Δρυού, αυτό υπολογίσθηκε ως εξής: Η συνολική επιφάνεια τροφοδοσίας είναι της τάξης των 10 τετ. χλμ. Δεδομένου ότι η μέση ετήσια ενεργός βροχόπτωση είναι 77 mm, η ετήσια τροφοδοσία του υδροφόρου ορίζοντα είναι 770.000 κ.μ. Η ποσότητα αυτή αντιστοιχεί σε μέση ετήσια παροχή 88 κ.μ./ώρα. Σήμερα εκτιμάται ότι από τις υφιστάμενες γεωτρήσεις της περιοχής Πρόδρομου - Τούρλου - Δρυού αντλούνται ετησίως περίπου 200.000 κ.μ. Επομένως υπάρχουν ακόμη περιθώρια για αύξηση της εκμετάλλευσης.

8 4.4. Υδρογεωλογική λεκάνη Αγκαιριάς - Καμαρίου - Ανεράτζας. Η υδρογεωλογική λεκάνη της Αγκαιριάς περιλαμβάνει τους ασβεστολιθικούς σχηματισμούς της νότιας πλαγιάς του βουνού των Αγ. Πάντων, που αποτελούν την προς Νότο προέκταση των μαρμάρων της λεκάνης του Μαραθίου. Μεταξύ των δύο περιοχών υπάρχει μία αναθόλωση του υποβάθρου και η λεκάνη της Αγκαιριάς αποτελεί ξεχωριστό σύστημα από την λεκάνη του Μαραθίου. Η συνολική έκταση της λεκάνης τροφοδοσίας ανέρχεται μετά βεβαιότητας σε 6 τετ.χλμ. αλλά είναι ενδεχόμενο να φθάνει τα 10 τετ.χλμ., εάν συμπεριληφθεί και το όρος Στρούμπουνας. Το καρστικό σύστημα Αγκαιριάς - Καμαρίου - Ανεράτζας δεν έχει εμφανή έξοδο. Η εκφόρτιση του υδροφόρου ορίζοντα φαίνεται ότι γίνεται υπογείως προς γειτονικές υδρογεωλογικές λεκάνες. Έχουν κατασκευασθεί δύο γεωτρήσεις, στο Βαθύ Ποτάμι, βορείως της Αγκαιριάς και δυτικά της Μονής των Αγ. Θεοδώρων. Η μέση στάθμη βρίσκεται σε υψόμετρο +30 μ και η ετήσια διακύμανση είναι της τάξης των 6 μ. περίπου. Η ποιότητα του νερού είναι πολύ καλή, με 70 ppm χλωριόντων και σκληρότητα 29-30 F. Τα ετησίως ανανεούμενα αποθέματα της λεκάνης ανέρχονται σε 460.000 έως 770.000 κ.μ., ανάλογα με την έκταση της λεκάνης. 4.5. Υδρογεωλογική λεκάνη Ψυχοπιανών - Μάγγανου - Αλυκής Η λεκάνη αυτή δεν είναι ενιαία, αλλά περιλαμβάνει αρκετές υπολεκάνες, που σχηματίζονται μέσα σε μάρμαρα της ενότητας του Δρυού. Η μεγαλύτερη, σχετικώς, υπολεκάνη είναι αυτή που σχηματίζεται από το στρώμα των μαρμάρων που καλύπτει την λοφώδη περιοχή ανατολικά των Ψυχοπιανών. Ένα τμήμα του υποσυστήματος προεκτείνεται προς τα νοτιοδυτικά και πιθανότατα φθάνει στο Συρίγο Ποταμό. Η αμέσως νοτιότερη υπολεκάνη περιλαμβάνει τα μάρμαρα που καλύπτουν την περιοχή νοτίως του Συρίγου Ποταμού και του συνοικισμού Κάμπος και προεκτείνεται πιθανότατα κάτω από τις νεογενείς αποθέσεις του Μάγγανου. Η τρίτη σημαντική υπολεκάνη σχηματίζεται από τα μάρμαρα που καλύπτουν τους χαμηλούς λόφους μεταξύ Καμαρίου και Αλυκής. Η έκταση των μαρμάρων είναι περίπου 1 τετ.χλμ. και ο υδροφόρος ορίζοντας εκφορτίζεται προς μικροπηγές και πηγάδια της χαμηλής περιοχής (παλαιότερα ήταν έλος) δυτικά της Αλυκής. 4.6. Υδρογεωλογική λεκάνη Άσπρου Χωριού Η λεκάνη αυτή εκτείνεται στην χαμηλή λοφώδη περιοχή του Άσπρου Χωριού, στο νοτιότερο τμήμα της Πάρου και λεκάνη αναπτύσσεται σε μάρμαρα της ενότητας του Δρυού. Η στάθμη του νερού του υδροφόρου ορίζοντα βρίσκεται σχεδόν στο επίπεδο της επιφανείας της θάλασσας. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. ΜΑΡΚΟΥ - ΙΑΚΩΒΑΚΗ Π., 1979. Υετός εις την Νήσον Κρήτης - Διατριβή επί διδακτορία - Αθήναι. 2. ΧΑΡΜΑΝΙΔΗΣ Φ., 1987. Πρόδρομος έκθεση για τα αποτελέσματα της γεωτρητικής έρευνας, που εκτελέσθηκε στα νησιά Σύρο, Τήνο και Πάρο τα έτη 1983-1987. Αδημοσίευτη έκθεση, Ι.Γ.Μ.Ε. - Αθήνα. 3. ΧΑΡΜΑΝΙΔΗΣ Φ., ΠΡΑΤΑΝΟΠΟΥΛΟΣ Δ., 1988. Έκθεση - Αποτελέσματα γεωτρητικής έρευνας που πραγματοποιήθηκε με την Σύμβαση 1201/87 στα νησιά Σύρο, Τήνο και Πάρο. Αδημοσίευτη έκθεση, Ι.Γ.Μ.Ε. - Αθήνα. 4. PAPANIKOLAOU D., 1980. Contribution to the geology og Aegean Sea: The island of Paros. Ann. Geol. Pays Hellen, 30, p. 65-96. 5. ΑΝΑΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Ι., 1964. Γεωλογική κατασκευή της νήσου Αντιπάρου και των περί αυτήν νησίδων. Διατριβή επί διδακτορία. Θεσσαλονίκη. 6. BEZES K., 1976. Contribution à la modélisation des systèmes aquifères karstiques - Etablissement du modele BEMER - Son application à 4 systemes du Midi de la France. Doctorat de specialite en Géologie Appliquée - Hydrogeologie (Doctorat 3e cycle). Université de Montpellier.