ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΤΕΥΧΟΣ Β



Σχετικά έγγραφα
Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 3 η. Νικόλαος Καρανάσιος

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. Δωρεά κινητού, τήρηση τύπου, αρνητική αναγνώριση χρέους

9.ΦΟΡΟΙ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΑΚΙΝΗΤΩΝ

ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΙΟΥΝΙΟΣ Ονοματεπώνυμο:. Α.Μ.: /..

Στοιχεία Αστικού Δικαίου - 4 ο Μάθημα

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 8 ο ΜΑΘΗΜΑ

Επεξηγήσεις - Αναλύσεις - Ειδικά ζητήματα- Παραδείγματα

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΟΜΟΡΡΥΘΜΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

ÐÉÍÁÊÁÓ ÐÅÑÉÅ ÏÌÅÍÙÍ ÅÉÓÁÃÙÃÇ

περιεχόμενα Πρόλογος 15 Εισαγωγή "ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΙΡΕΣΗ ΤΟΥ ΑΙΚΑΙΟΥ"

ΜΑΘΗΜΑ:Εισαγωγή στο Δίκαιο

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών

ΕΦΑΡΜΟΣΤΕΟ ΔΙΚΑΙΟ ΤΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ ΣΤΙΣ ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΗΣ

Πρόλογος... VII ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

ΑΡΧΕΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ 6 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

Δίκαιο των προσωπικών εταιρειών Δίκαιο των κεφαλαιουχικών εταιρειών

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. Διδάκτορoς Παν/μίου Αθηνών ΚΥΡΙΟΤΗΤΑ Β. ΚΤΗΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ

ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΝΩΡΙΖΩ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ

Ζαμπυρίνης Μιχάλης Γκούμα Κατερίνα

Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα των εξετάσεων στο μάθημα «Ασκήσεις Αστικού και Αστικού Δικονομικού Δικαίου» (Εξετ. Περίοδος Σεπτεμβρίου 2014)

Αρχές Δικαίου Επιχειρήσεων Διάλεξη 16 η

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΠΡΩΤΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΗΜΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ Αρ της 2ας ΜΑΡΤΙΟΥ 1990 ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ

Συντάκτης: Ομάδα Καθηγητών

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

Δικαστική συμπαράσταση. Ποιοι υποβάλλονται σε δικαστική συμπαράσταση:

38η ιδακτική Ενότητα ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΣΧΕΣΕΙΣ ΓΟΝΕΩΝ ΚΑΙ ΤΕΚΝΩΝ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ. Δίκαιο είναι το σύνολο των ετερόνομων κανόνων που ρυθμίζουν με τρόπο υποχρεωτικό την κοινωνική συμβίωση των ανθρώπων.

ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΥΜΦΩΝΟ ΑΡΙΘΜΟΣ ΣΥΜΦΩΝΟ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΤΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «Ι ΙΩΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ»

Πρόλογος... VII Πρόλογος στην πέμπτη έκδοση... VIII Πρόλογος στην τέταρτη έκδοση... IΧ Πρόλογος στην τρίτη έκδοση... ΧI Πρόλογος στη δεύτερη

33η ιδακτική Ενότητα ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΩΝ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις


[όπως ισχύει μετά το ν. 2447/1996] ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ Ι Κ Α Σ Τ Ι Κ Η Σ Υ Μ Π Α Ρ Α Σ Τ Α Σ Η

Πολιτική Παιδεία Β Λυκείου

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3791, 31/12/2003 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003

ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (ΕΚΠΑ) ΚΑΤΑΤΑΚΤΗΡΙΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΑΚ. ΕΤΟΥΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ: ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

7/3/2014. ό,τι είναι νόμιμο είναι και ηθικό ; νόμος είναι το δίκαιο του εργοδότη ; ή νομικός κανόνας

Η επικαρπία στα ακίνητα

ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟΥ (τόπος έδρας) (Διαδικασία Εκουσίας Δικαιοδοσίας) ΑΙΤΗΣΗ (άρθρου 4 παρ. 1 ν. 3869/2010)

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ. Αντί προλόγου.

14SYMV

Αριθµός 197(I) του 2003 Ο ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΟΡΙΣΜΕΝΗΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑΣ ΕΓΓΥΗΤΩΝ ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 2003

ΕΙΔΙΚΗ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΟΥ ΧΡΕΟΥΣ Υποχρεωτικοί Κανόνες Σύμβασης Αναδιάρθρωσης Οφειλών (άρθ. 9 Ν.4469/2017)

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

ΖΗΤΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΞΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΑΝΩΝΥΜΩΝ ΜΕΤΟΧΩΝ* Ελευθέριου Σκαλίδη Καθηγητή Πανεπιστημίου

ΕΤΟ Ευρωπαϊκή Τραπεζική Οµοσπονδία ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΛΑΙΣΙΟ ΓΙΑ ΧΡΗΜΑΤΟΠΙΣΤΩΤΙΚΕΣ ΣΥΝΑΛΛΑΓΕΣ. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΓΙΑ ΑΝΕΙΣΜΟ ΚΙΝΗΤΩΝ ΑΞΙΩΝ Έκδοση [Ιανουαρίου] 2001

Κατατακτήριες Εξετάσεις Ακαδημαϊκού Έτους

Του Συνεργάτη μας Ηλία Κοντάκου, Δικηγόρου, υπ. διδάκτορος Παν/μίου Αθηνών ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

ΕΜΠΟΡΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΓΕΝΙΚΟ ΜΕΡΟΣ

Ο ΠΕΡΙ ΤΕΚΝΩΝ (ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΗ ΥΠΟΣΤΑΣΗ) ΝΟΜΟΣ ΤΟΥ 1991 ΚΑΤΑΤΑΞΗ ΑΡΘΡΩΝ ΜΕΡΟΣ Ι ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΕΣ ΙΑΤΑΞΕΙΣ ΜΕΡΟΣ ΙΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ

ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟ ΑΣΤΙΚΗΣ ΜΗ ΚΕΡ ΟΣΚΟΠΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΕΠΩΝΥΜΙΑ

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ (ΦΕΚ Α 327/ ) ΙΑΤΡΙΚΗ ΥΠΟΒΟΗΘΗΣΗ ΣΤΗΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ.

Ιδιωτική κεφαλαιουχική εταιρία (ΙΚΕ)

& ΣΙΑ Ο.Ε.», με ΑΦΜ , Δ.Ο.Υ. Κομοτηνής, που συστάθηκε στις ,

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΤΜΗΜΑ ΝΟΜΙΚΗΣ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΙ ΙΚΕΥΣΗΣ ΣΤΟ ΗΜΟΣΙΟ ΙΚΑΙΟ ΑΚΑ ΗΜΑΪΚΟ ΕΤΟΣ

ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΔΙΑΓΡΑΜΜΑΤΑ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ 7 ου ΜΑΘΗΜΑΤΟΣ

ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΟΣ ΝΟΜΟΣ 2250/1940 ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ BIBΛIO ΠPΩTO

Εντολή: αγορά ακινήτου στο (τοποθεσία)

Θέμα: «ΣΥΜΠΛΗΡΩΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΙΣΕΙΣ» Σχετ. το υπ αρ. πρωτ. Οικ / έγγραφό μας.

ΕΙΔΙΚΟ ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΠΡΩΤΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗ ΑΝΑΠΑΡΑΓΩΓΗ ΚΑΙ ΣΥΓΓΕΝΕΙΑ Ι... Εισαγωγικά... 1 ΙΙ.. Η ιατρική υποβοήθηση στην ανθρώπινη αναπαραγωγή

Αποφάσεις Ανωτάτου Δικαστηρίου & Επαρχιακών Δικαστηρίων ανά άρθρο του Νόμου ΛΕΥΚΩΣΙΑ Λούης Παρλάς

ΤΕΙ ΚΡΗΤΗΣ ΤΜΗΜΑ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΕΠΙΧΕΙΡΗΣΕΩΝ ΘΕΜΑ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:

Έχει ανακύψει εκατοντάδες φορές το ζήτημα τα τελευταία χρόνια στην ελληνική νομολογία και

συμφωνήθηκαν, συνομολογήθηκαν και έγιναν αμοιβαίως αποδεκτά τα ακόλουθα:

32η ιδακτική Ενότητα ΓΕΝΙΚΑ - ΑΣΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΥΠΟΚΕΙΜΕΝΑ ΙΚΑΙΟΥ (ΠΡΟΣΩΠΑ) ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ. Παρατηρήσεις, Σχόλια, Επεξηγήσεις

ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ Ονοματεπώνυμο:. Α.Μ.: /..

ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΤΟΥ ΠΛΟΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΕΦΟΠΛΙΣΤΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΘΑΝΑΣΙΑ ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΚΑΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ

ΠΡΟΤΑΣΗ ΝΟΜΟΥ «ΣΥΜΦΩΝΟ ΕΛΕΥΘΕΡΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ» Άρθρο 1 Σύσταση. Άρθρο 2 Προϋποθέσεις

ΝΟΜΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΚΥΠΡΟΥ. (Εξετάσεις σύμφωνα με το άρθρο 5 του περί Δικηγόρων Νόμου) ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ. Καταχώρισης στο Γενικό Εμπορικό Μητρώο, στοιχείων της Εταιρείας με την επωνυμία ΑΦΟΙ Μ. ΠΑΚΑΤΑΡΙΔΗ Ο.Ε., το

34η ιδακτική Ενότητα ΙΚΑΙΩΜΑ ΙΑΚΡΙΣΕΙΣ ΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΚΤΗΣΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΠΡΑΞΕΙΣ ΙΚΑΙΟΥ - ΙΚΑΙΟΠΡΑΞΙΑ Α ΙΚΟΠΡΑΞΙΑ

Προεδρικό ιάταγµα 456/1984 «Αστικός Κώδικας και Εισαγωγικός του Νόµος» (ΦΕΚ Α' 164/ ) ΕΚΑΤΟ ΟΓ ΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΣΥΜΒΑΣΗ ΕΡΓΑΣΙΑΣ

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Καταχρηστικές ρήτρες σε συµβάσεις: Τι πρέπει να προσέχουν οι αγοραστές ακινήτων

Ταχ. /νση :Ερµού ΠΡΟΣ: ΑΠΟ ΕΚΤΕΣ Ταχ. Κώδ. : ΑΘΗΝΑ ΠΙΝΑΚΑ ΙΑΝΟΜΗΣ Τηλέφωνο : FAX :

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ ΝΟΜΙΚΑ ΠΡΟΣΩΠΑ. Άρθρο 78 Σωµατείο

Ν 1665/1986: ΧΡΗΜΑΤΟ ΟΤΙΚΗ ΜΙΣΘΩΣΗ (Leasing)

ΔΗΛΩΣΗ περιουσιακής κατάστασης έτους 2010 κατά το άρθρο 2 του ν. 3213/2003 (ΦΕΚ 309 Α )

ΙΑΓΩΝΙΣΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΛΗΡΩΣΗ ΘΕΣΕΩΝ ΗΜΟΣΙΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΚΑΙ ΝΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΣΩΠΩΝ ΤΟΥ ΗΜΟΣΙΟΥ TOMEΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ ΠΕ ΕΞΕΤΑΣΗ ΣΤΟ ΜΑΘΗΜΑ: «Ι ΙΩΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ»

ΔΗΛΩΣΗ περιουσιακής κατάστασης έτους του Ν.3213 / 2003 (ΦΕΚ 309/A/ ) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει

ΔΗΛΩΣΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ ΤΩΝ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ

Ο Δήμαρχος, ως εκπρόσωπος του Δήμου, βάσει του άρθρου 58 παρ.1 α Ν.3852/2010, και έχοντας υπόψη:

Περιουσιακής Κατάστασης έτους κατά το άρθρο 2 του Ν.3213 / 2003 (ΦΕΚ 309/A/ ) όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει

ΘΕΜΑ ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΕΣ

Α Π Ο Φ Α Σ Η ΑΡ. 26/2004

ΑΣΤΙΚΟΣ ΚΩΔΙΚΑΣ-ΑΡΘΡΑ ΓΙΑ ΥΙΟΘΕΣΙΑ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3413, 16/6/2000

Συνθετική - ηµιουργική εργασία

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι) Αρ. 4565,

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΕΜΠΟΡΙΚΕΣ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ. Τμήμα Πρώτο. Σύσταση της εταιρίας

Α. ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

Εργασιακά Θέματα. Καταχρηστική καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου εκ μέρους του εργοδότη

ΚΕΦΑΛΑΙΟ Α ΟΜΟΡΡΥΘΜΗ ΕΤΑΙΡΙΑ

01 ΓΕΝΙΚΟ ΑΣΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ

Transcript:

ΕΘΝΙΚΟ ΚΑΙ ΚΑΠΟ ΙΣΤΡΙΑΚΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ ΣΧΟΛΗ ΝΟΜΙΚΩΝ, ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΜΗΜΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΩΝ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΑΣΤΙΚΟ ΙΚΑΙΟ ΤΕΥΧΟΣ Β ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ - ΕΙ ΙΚΟΥ ΕΝΟΧΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ - ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΟΥ ΙΚΑΙΟΥ - ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ - ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟΥ ΙΚΑΙΟΥ - ΙΚΑΙΟΥ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΗ - ΙΚΑΙΟΥ ΙΑΦΗΜΙΣΗΣ & ΑΘΕΜΙΤΩΝ ΕΜΠΟΡΙΚΩΝ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ( ΙΚΑΙΟ MARKETING) ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ιδάσκων: ιονύσιος Π. Φλάµπουρας, Εντεταλµένος ιδασκαλίας Α Εξάµηνο 2011 2012 ΑΘΗΝΑ 8 Φεβρουαρίου 2012

Ι. ΕΙ ΙΚΟ ΕΝΟΧΙΚΟ ΙΚΑΙΟ - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Βιβλιογραφία: Α Γεωργιάδης /Μ Σταθόπουλος, Αστικός Κώδιξ Κατ Άρθρο Ερµηνεία, (ΙΙΙ Ειδικό Ενοχικό ίκαιο (άρθρα 496-740) ( ίκαιο & Οικονοµία, Π Ν Σάκκουλας (1980)). Μ Σταθόπουλος /Μ Αυγουστιανάκης (επιµ.), Εισαγωγή στο αστικό δίκαιο (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, 1986). Φ ωρής, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο, Εγχειρίδιο, Α Τεύχος (εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 1991). Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο, Εγχειρίδιο, Β1 Τεύχος (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή) 1991. Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο 100 Πρακτικά Θέµατα ιδακτικό Βοήθηµα (εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 1990. Κ Α Βαβούσκος, Εγχειρίδιο Αστικού ικαίου (Ε Έκδοση, 1995, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη). Κ Παναγόπουλος, ιάγραµµα Αστικού ικαίου Εισαγωγή στο δίκαιο και στο αστικό δίκαιο (εκδ. Π Ν Σάκκουλας, 1999). Α Σ Γεωργιάδης, Ενοχικό δίκαιο Γενικό Μέρος (εκδ. Π Ν Σάκκουλας, 1999). Μ Σταθόπουλος, Γενικό Ενοχικό ίκαιο (εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, 2004). Π Αγαλλοπούλου, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο (2003). Ι Σ Σπυριδάκης, Εγχειρίδιο Αστικού ικαίου 2/β Ενοχικό ίκαιο Ειδικό Μέρος, β έκδοση (εκδ. Αντ. Ν Σάκκουλα)(2004). Αλ. Βάρκα Αδάµη, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή 2005). Π Κ Κορνηλάκης, Ειδικό Ενοχικό ίκαιο ΙΙ, (εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη) (2005). Ι Σ Σπυριδάκης, Εισηγήσεις Αστικού ικαίου ( Έκδοση, εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 2006). Φλάµπουρας, Η µετάθεση του κινδύνου στην πώληση κινητών, (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή (υπό έκδοση)). 1. ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ Το Ειδικό Ενοχικό δίκαιο περιέχει ειδικές διατάξεις για τη ρύθµιση των πιο συνηθισµένων επιµέρους ενοχικών σχέσεων οι οποίες είναι οι ακόλουθες 1. ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΜΕΤΑΒΙΒΑΣΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΟΤΗΤΑΣ ΕΠΙ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ Με τις συµβάσεις αυτής της κατηγορίας µεταβιβάζεται η κυριότητα επί ορισµένου πράγµατος. Οι κυριότερες από τις συµβάσεις της κατηγορίας αυτής είναι η ωρεά, η Πώληση, η Ανταλλαγή και το άνειο. 1.1 ωρεά (ΑΚ 496-512) Η ωρεά είναι Ετεροβαρής και Χαριστική σύµβαση, µε την οποία ο ένας συµβαλλόµενος ( ωρητής) µεταβιβάζει στον άλλο ( ωρεοδόχο) αντικείµενο περιουσίας χωρίς αντάλλαγµα (Υποσχετική + Εκποιητική σύµβαση). Τα στοιχεία της Σύµβασης ωρεάς είναι τα εξής: Παροχή Περιουσιακού αντικειµένου από τον ωρητή στον ωρεοδόχο Έλλειψη ανταλλάγµατος από την πλευρά του ωρεοδόχου. Η ωρεά καταρτίζεται πάντοτε µε συµβολαιογραφικό έγγραφο (συστατικός τύπος) (ΑΚ 498 1) και εξυπηρετεί κυρίως περιπτώσεις εκπλήρωσης ηθικού καθήκοντος, εξυπηρέτησης κοινωφελών σκοπών και τακτοποίησης θεµάτων οικογενειακής περιουσίας. Εάν πρόκειται για κινητό πράγµα για την έγκυρη σύσταση της δωρεάς αρκεί η παράδοση του πράγµατος στον ωρεοδόχο (δεν απαιτείται συµβολαιογραφικό έγγραφο) (ΑΚ 498 2). Ο ωρητής ευθύνεται µόνο για όλο και Βαριά αµέλεια. (ΑΚ 499 2) Παράδειγµα 1: Ο Π συµφωνεί µε τον να του δωρήσει ένα ποδήλατο. Ο Π παραδίδει στον το ποδήλατο (έγκυρη σύσταση δωρεάς). Παράδειγµα 2: Ο Π συµφωνεί µε τον να του δωρήσει ένα διαµέρισµα στην Ηλιούπολη και καταρτίζουν σχετικό συµβολαιογραφικό έγγραφο (έγκυρη σύσταση δωρεάς). 1.2 Πώληση (ΑΚ 513-572) Πώληση είναι η σύµβαση, µε την οποία (ΑΚ 513): 1

(α) (β) ο ένας συµβαλλόµενος (Πωλητής) αναλαµβάνει έναντι άλλου (Αγοραστής) την υποχρέωση (υπόσχεται) να του µεταβιβάσει την κυριότητα επί του πράγµατος ή άλλο δικαίωµα (που αποτελούν το αντικείµενο της πώλησης) και να του παραδώσει το πράγµα και ο δε Αγοραστής αναλαµβάνει έναντι του πωλητή την υποχρέωση (υπόσχεται) να του πληρώσει το τίµηµα που έχει συµφωνηθεί. Περαιτέρω, ο Πωλητής υποχρεούται να µεταβιβάσει την κυριότητα επί του πωληθέντος πράγµατος ελεύθερη από κάθε δικαίωµα τρίτου (Νοµικό Ελάττωµα) (ΑΚ 514-515). Περαιτέρω, ο Πωλητής είναι υποχρεωµένος να παραδώσει το πράγµα χωρίς Πραγµατικά Ελαττώµατα (δηλαδή χωρίς ατέλειες που µειώνουν τη λειτουργικότητά του) και µε τις Συνοµολογηµένες (Συµφωνηµένες) Ιδιότητες. Πραγµατικό Ελάττωµα είναι η κάθε προς το χειρότερο παρέκκλιση του πράγµατος από την οµαλή (ή συµφωνηµένη) κατάστασή του. Πραγµατικά Ελαττώµατα µπορεί να αποτελούν π.χ. το βάρος, το χρώµα, το µέγεθος, η έκταση, τα υλικά από τα οποία κατασκευάστηκε το πράγµα, διάφορες ασθένειες, η ποιότητα, διάφοροι νόµιµοι περιορισµοί (π.χ. ρυµοτοµία, αρτιότητα οικοπέδου) του πράγµατος κλπ. Συνοµολογηµένη (Συµφωνηµένη) Ιδιότητα είναι κάθε ιδιότητα του πράγµατος, την ύπαρξη (ή την έλλειψη) της οποίας συµφώνησαν τα µέρη. Παράδειγµα: Πωλείται αυτοκίνητο µε ελαττωµατικό φρένα (πραγµατικό ελάττωµα) και µε όριο ανώτατης ταχύτητας 150 χλµ την ώρα, ενώ είχε συµφωνηθεί 200 χλµ την ώρα (έλλειψη συνοµολογηµένης-συµφωνηµένης ιδιότητας). Ο Αστικός Κώδικας προβλέπει την ευθύνη του Πωλητή για ύπαρξη Πραγµατικών Ελαττωµάτων ή έλλειψη Συνοµολογηµένων Ιδιοτήτων (ΑΚ 534 επ.). Τα στοιχεία της Σύµβασης Πώλησης είναι τα εξής: Πράγµα ή ικαίωµα Τίµηµα Η σύµβαση πώλησης είναι: - Ενοχική και υποσχετική σύµβαση (δεν επέρχεται µεταβίβαση δικαιώµατος, αλλά συνεπάγεται µόνο τη γέννηση ενοχικών υποχρεώσεων και αντίστοιχα δικαιωµάτων υπέρ και σε βάρος και των δύο συµβαλλόµενων). - Άτυπη (δηλαδή δεν απαιτεί τύπο µε την εξαίρεση της πώλησης ακινήτου που απαιτεί συµβολαιογραφικό έγγραφο). - Αµφοτεροβαρής (και οι δύο συµβαλλόµενοι έχουν δικαιώµατα και υποχρεώσεις). Παράδειγµα: ο Π (πωλητής) συµφωνεί µε τον Α (αγοραστή) την πώληση στον τελευταίο του αυτοκινήτου του έναντι 10.000 Ευρώ (τίµηµα). Ο Π δηλαδή αναλαµβάνει έναντι του Α την υποχρέωση να του µεταβιβάσει την κυριότητα επί του αυτοκινήτου και να του παραδώσει το αυτοκίνητο. Ο Α αναλαµβάνει έναντι του Π την υποχρέωση να του πληρώσει ως τίµηµα 10.000 Ευρώ. Π (Οφειλέτης) Α ( ανειστής) Παροχή (υποχρέωση πωλητή Π να παραδώσει το πράγµα και να µεταβιβάσει την κυριότητα επί του αυτοκινήτου στον αγοραστή Α: Π = Οφειλέτης, Α = ανειστής) Π ( ανειστής) Α (Οφειλέτης) Αντιπαροχή (υποχρέωση αγοραστή Α να καταβάλει το τίµηµα των 10.000 ευρώ στον πωλητή Π για την απόκτηση του αυτοκινήτου: Α = ανειστής, Π = Οφειλέτης) Εάν το πράγµα παραδοθεί από τον πωλητή στον αγοραστή και στη συνέχεια καταστραφεί από τυχαίο περιστατικό, ο αγοραστής εξακολουθεί να οφείλει να καταβάλει το τίµηµα (κίνδυνος στη σύµβαση της πώλησης) (ΑΚ 522). 1.3 Ανταλλαγή (ΑΚ 573) Ανταλλαγή είναι η Αµφοτεροβαρής Σύµβαση µε την οποία ο ένας συµβαλλόµενος υποχρεούται να µεταβιβάσει την κυριότητα πράγµατος (ή δικαίωµα) (Παροχή) και να το παραδώσει έναντι της 2

υποχρέωσης του αντισυµβαλλοµένου του προς µεταβίβαση της κυριότητας άλλου πράγµατος ή δικαιώµατος (Αντιπαροχή). ηλαδή η διαφορά από την σύµβαση της πώλησης είναι ότι εδώ αντί για χρήµατα ως αντάλλαγµα δίδεται πράγµα ή δικαίωµα. Παράδειγµα: Ο Α υπόσχεται να δώσει στον Β το αυτοκίνητό του µάρκας FIAT έναντι του αυτοκινήτου του Β µάρκας BMW (δηλαδή ο Β δεν θα δώσει χρηµατικό ποσό στον Α ως τίµηµα, αλλά θα του µεταβιβάσει την κυριότητα άλλου κινητού πράγµατος). Ο (Α) (Β) Παροχή (υποχρέωση Α να παραδώσει το FIAT και να µεταβιβάσει την κυριότητα επ αυτού στον Β: A = Οφειλέτης, B = ανειστής) (Α) Ο (Β) Αντιπαροχή (υποχρέωση B να παραδώσει το BMW και να παραδώσει την κυριότητα επ αυτού στον Α: B = Οφειλέτης, A = ανειστής) 1.4 άνειο (ΑΚ 806-809) Με την Παραδοτική σύµβαση ανείου ο ένας από τους συµβαλλόµενους ( ανειστής) µεταβιβάζει κατά κυριότητα στον άλλο (Οφειλέτης) χρήµατα ή άλλα αντικαταστατά πράγµατα, ο δε Οφειλέτης υποχρεούται να αποδώσει (στον ανειστή) άλλα πράγµατα της ίδιας ποσότητας και ποιότητας. Τα στοιχεία της Σύµβασης ανείου είναι τα εξής: Πράγµα Μεταβίβαση της Κυριότητας του Πράγµατος Υποχρέωση Απόδοσης Όµοιου Πράγµατος. Το άνειο µπορεί να είναι έντοκο ή άτοκο. Όταν το άνειο είναι άτοκο, είναι Ετεροβαρής Σύµβαση. Όταν το άνειο είναι έντοκο, είναι Αµφοτεροβαρής Σύµβαση. Σε περίπτωση όπου ο Οφειλέτης καθυστερεί να αποπληρώσει το άνειο, ο ανειστής µπορεί να απαιτήσει µόνο τόκο υπερηµερίας (όχι άλλη αποζηµίωση). Παράδειγµα: Η Χ συµφωνεί να δανείσει άτοκα στον Β για έξι µήνες 1000 Ευρώ και του παραδίδει το συµφωνηθέν χρηµατικό ποσό (έγκυρη σύναψη σύµβασης άτοκου δανείου ετεροβαρής σύµβαση διότι ο Β δεν έχει υποχρέωση απόδοσης τόκου κατά την επιστροφή του ποσού στην Χ). Η Χ συµφωνεί να δανείσει στον Β για έξι µήνες 1000 Ευρώ µε ετήσιο επιτόκιο 5% και του παραδίδει το ποσό (έγκυρη σύναψη έντοκου δανείου αµφοτεροβαρής σύµβαση διότι ο Β έχει υποχρέωση να αποδώσει στην Χ τόκο). 2. ΣΥΜΒΑΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΤΗΣ ΧΡΗΣΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΟΣ Με τις συµβάσεις αυτές δεν µεταβιβάζεται η κυριότητα, αλλά παραχωρείται η χρήση ενός πράγµατος. Τέτοιες συµβάσεις είναι η Σύµβαση Μίσθωσης κινητού ή ακινήτου και η Σύµβαση Χρησιδανείου. 2.1 Σύµβαση Μισθώσεως (ΑΚ 574-618) Με τη σύµβαση της Μίσθωσης Πράγµατος (ΑΚ 574): (α) ο Εκµισθωτής έχει την υποχρέωση να παραχωρήσει στον Μισθωτή τη χρήση του Πράγµατος (κινητού ή ακινήτου) για όσο χρόνο διαρκεί η µίσθωση και (β) ο Μισθωτής έχει την υποχρέωση να καταβάλει το συµφωνηµένο Μίσθωµα. Παράδειγµα: Ο Ε εκµισθώνει το διαµέρισµά του στα Πατήσια στον Μ για δύο χρόνια έναντι 400 Ευρώ το µήνα. Τα στοιχεία της Σύµβασης Μίσθωσης είναι τα εξής: Πράγµα Παραχώρηση της χρήσης του Πράγµατος Μίσθωµα Η Σύµβαση Μίσθωσης είναι: 3

- Ενοχική και Υποσχετική (δεν επέρχεται µεταβίβαση δικαιώµατος, αλλά συνεπάγεται µόνο τη γέννηση ενοχικών υποχρεώσεων και αντίστοιχα δικαιωµάτων υπέρ και σε βάρος και των δύο συµβαλλόµενων). - Επαχθής (αφού συµφωνείται αντάλλαγµα (Μίσθωµα) για τη χρήση του Μισθίου). - Αµφοτεροβαρής (και οι δύο συµβαλλόµενοι έχουν δικαιώµατα και υποχρεώσεις). - ιαρκής (τα µέρη συµφωνούν η παραχώρηση της χρήσης να γίνεται για ορισµένο ή αόριστο χρονικό διάστηµα). - Άτυπη (δηλαδή κατά κανόνα δεν απαιτεί συστατικό τύπο, εκτός εξαιρέσεων που αφορούν σε επαγγελµατικές µισθώσεις µεγάλης χρονικής διάρκειας). Ειδική µορφή Σύµβασης Μίσθωσης αποτελεί η Επαγγελµατική Μίσθωση (όπου το ακίνητο µισθώνεται προκειµένου ο Μισθωτής να το χρησιµοποιήσει για άσκηση επαγγελµατικής δραστηριότητας) όπου ισχύουν ιδιαίτεροι κανόνες προστασίας για τους Μισθωτές (π.χ. ο Χ µισθώνει ένα χώρο στην οδό Σόλωνος προκειµένου να ανοίξει βιβλιοπωλείο πρόκειται για Επαγγελµατική Μίσθωση). Περαιτέρω, υπάρχει η σύµβαση χρηµατοδοτικής µίσθωσης (financial leasing). 2.2 Χρησιδάνειο (ΑΚ 810-821) Χρησιδάνειο είναι η σύµβαση, µε την οποία: (α) (β) ο ένας συµβαλλόµενος (Χρήστης) παραχωρεί στον άλλο (Χρησάµενο) τη χρήση (την κατοχή επί) ενός Πράγµατος χωρίς αντάλλαγµα (και παραδίδει το Πράγµα) και ο δε Χρησάµενος υποχρεούται να αποδώσει στον Χρήστη το Πράγµα µετά τη λήξη της συµβάσεως χρησιδανείου. Τα στοιχεία της Σύµβαση Χρησιδανείου είναι τα εξής: Πράγµα Κινητό ή Ακίνητο Παραχώρηση της Χρήσεως του Πράγµατος από το Χρήστη στο Χρησάµενο Έλλειψη Ανταλλάγµατος Υποχρέωση Αποδόσεως του Πράγµατος από το Χρησάµενο µετά τη λήξη της συµβάσεως χρησιδανείου. Παράδειγµα: Ο Χ παραχωρεί τη χρήση του ποδηλάτου του στον φίλο του Ε για δύο µήνες και του παραδίδει το ποδήλατο (έγκυρη σύναψη σύµβασης χρησιδανείου). Το Χρησιδάνειο είναι Ενοχική και Παραδοτική σύµβαση. Ο Χρησάµενος ευθύνεται για κάθε Πταίσµα. Ο Χρήστης ευθύνεται µόνο για δόλο και βαρειά αµέλεια (ΑΚ 811). 3. Συµβάσεις για την παροχή υπηρεσιών Με τις συµβάσεις αυτές δεν µεταβιβάζεται η κυριότητα, ούτε παραχωρείται η χρήση πράγµατος, αλλά παρέχεται κάποια υπηρεσία (δηλαδή ανθρώπινη ενέργεια για την επιτέλεση κάποιου σκοπού-έργου). Τέτοιες συµβάσεις είναι, µεταξύ άλλων, η Σύµβαση Εργασίας, η Σύµβαση Έργου, η Μεσιτεία, η Εντολή, η Παρακαταθήκη και η Εταιρεία. 3.1 Σύµβαση Εργασίας (ΑΚ 648-680) Σύµβαση Εργασίας είναι η αµφοτεροβαρής σύµβαση µε την οποία: (α) ο ένας συµβαλλόµενος (ο Εργαζόµενος) αναλαµβάνει την υποχρέωση (υπόσχεται), να παρέχει για ορισµένο ή αόριστο χρόνο την εργασία του στον άλλο συµβαλλόµενο (ο Εργοδότης) και (β) ο Εργοδότης αναλαµβάνει την υποχρέωση να πληρώνει Μισθό στον Εργαζόµενο. Τα στοιχεία της Σύµβασης Μίσθωσης Εργασίας είναι τα εξής: 4

Εργασία Μισθός Παροχή εργασίας για ορισµένο ή αόριστο χρόνο (διάρκεια). Παράδειγµα: Ο Α που διατηρεί εστιατόριο προσλαµβάνει τον Β προκειµένου ο τελευταίος να εργάζεται πέντε ηµέρες την εβδοµάδα, οκτώ ώρες την ηµέρα αντί 800 ευρώ µηνιαίως. Οι υποχρεώσεις και τα δικαιώµατα των µερών συνήθως περιέχονται στη µεταξύ τους ατοµική Σύµβαση Εργασίας ή/και σε Συλλογική Σύµβαση Εργασίας. 3.2 Σύµβαση Έργου (ΑΚ 681-702) Σύµβαση Έργου (Εργολαβία) είναι η σύµβαση, µε την οποία ο ένας συµβαλλόµενος (Εργολάβος) αναλαµβάνει την υποχρέωση (υπόσχεται) να εκτελέσει το Έργο και ο άλλος συµβαλλόµενος (Εργοδότης ή Κύριος του Έργου) αναλαµβάνει την υποχρέωση (υπόσχεται) να καταβάλει τη συµφωνηµένη αµοιβή (Εργολαβικό Αντάλλαγµα ή Αµοιβή Εργολάβου) (ΑΚ 681). Τα στοιχεία της Εργολαβίας είναι τα εξής: Έργο, την εκτέλεση του οποίου αναλαµβάνει ο Εργολάβος Αµοιβή του Εργολάβου. Έργο είναι το αποτέλεσµα της δραστηριότητας του Εργολάβου και των µέσων που αυτός διαθέτει και µπορεί να είναι οποιασδήποτε φύσεως (ανάλογα µε τη φύση του Έργου µπορούµε να διακρίνουµε σε εργολαβία κατασκευής ή επισκευής πράγµατος, εργολαβία διεξαγωγής υπόθεσης κτλ). Παράδειγµα 1: Ο οικοδόµος Χ (ο Χ είναι Εργολάβος) αναλαµβάνει να φτιάξει µια αποθήκη στο οικόπεδο του Α (ο Α είναι Εργοδότης Κύριος του έργου) έναντι αµοιβής 1000 Ευρώ (Εργολαβικό Αντάλλαγµα ή Αµοιβή Εργολάβου). Έργο: Η κατασκευή της αποθήκης (εργολαβία κατασκευής ή επισκευής πράγµατος). Παράδειγµα 2: Ο πλαστικός χειρούργος Χ (ο Χ είναι Εργολάβος) αναλαµβάνει να χειρουργήσει τον Α (ο Α Εργοδότης Κύριος του Έργου) προκειµένου να του αφαιρέσει µια κύστη έναντι αµοιβής 2.000 Ευρώ (Εργολαβικό Αντάλλαγµα ή Αµοιβή Εργολάβου). Έργο: η αφαίρεση της κύστης από το σώµα του Α (εργολαβία διεξαγωγής υπόθεσης). Εάν τα µέρη δεν έχουν συµφωνήσει διαφορετικά την ύλη για την κατασκευή του έργου την χορηγεί ο Εργολάβος (ΑΚ 683). Παράδειγµα: Ο οικοδόµος Χ (Εργολάβος) αναλαµβάνει να φτιάξει µια αποθήκη στο οικόπεδο του Α (Εργοδότης Κύριος του έργου) έναντι αµοιβής 1000 Ευρώ (Εργολαβικό Αντάλλαγµα ή Αµοιβή Εργολάβου). Έργο: Η κατασκευή της αποθήκης. Εάν οι Χ και Α δεν έχουν συµφωνήσει διαφορετικά, τα υλικά για την κατασκευή της αποθήκης θα τα χορηγήσει ο οικοδόµος Χ και θα χρεώσει τον Α για την αγορά των υλικών αυτών. Η Σύµβαση Έργου είναι: - Ενοχική και υποσχετική σύµβαση (δεν επέρχεται µεταβίβαση δικαιώµατος, αλλά συνεπάγεται µόνο τη γέννηση ενοχικών υποχρεώσεων και αντίστοιχα δικαιωµάτων υπέρ και σε βάρος και των δύο συµβαλλόµενων) - ιαρκής (συνήθως παρουσιάζει διάρκεια, αλλά η εκτέλεση του Έργου µπορεί να είναι και στιγµιαία), - Επαχθής (οφείλεται αντάλλαγµα), - Αµφοτεροβαρής (και οι δύο συµβαλλόµενοι έχουν δικαιώµατα και υποχρεώσεις) και - (κατά κανόνα) άτυπη. Πρέπει ωστόσο να σηµειωθεί ότι η σύµβαση έργου εξαιρετικά υπόκειται σε τύπο, αν συνδέεται µε άλλη σύµβαση για την οποία ο νόµος αξιώνει τύπο (π.χ. σύµβαση αντιπαροχής η οποία, εκτός από σύµβαση έργου, αποτελεί και σύµβαση για τη µεταβίβαση τµήµατος οικοπέδου στον Εργολάβο). 5

3.3 Μεσιτεία (ΑΚ 703-708) Με την αµφοτεροβαρή σύµβαση της Μεσιτείας ο ένας από τους συµβαλλόµενους (ο Εντολέας) υπόσχεται στον άλλον (τον Μεσίτη) αµοιβή: (α) για την µεσολάβηση του τελευταίου ή (β) για την υπόδειξη ευκαιρίας (δηλαδή παροχή πληροφοριών), προκειµένου ο Εντολέας να µπορέσει να συνάψει σύµβαση. Η αµοιβή όµως προς τον Μεσίτη θα οφείλεται µόνο στη περίπτωση κατά την οποία η σύµβαση θα καταρτισθεί ως συνέπεια αυτής της µεσολάβησης ή αυτής της υπόδειξης ευκαιρίας (ΑΚ 703). Παράδειγµα: Ο Κ έχει ένα οικόπεδο στην Κερατέα το οποίο θέλει να πωλήσει. Αναθέτει στον µεσίτη Μ την ανεύρεση αγοραστή και συµφωνεί ότι εάν ο Μ του βρει αγοραστή, θα του δώσει ως αµοιβή το 5% από την τιµή πώλησης του οικοπέδου. 3.4 Εντολή (ΑΚ 713-729) Με τη σύµβαση αυτή ο ένας από τους συµβαλλόµενους (ο Εντολέας) αναθέτει υπόθεση στον άλλο (τον Εντολοδόχο), ο οποίος είναι υποχρεωµένος να διεξάγει την υπόθεση χωρίς αµοιβή (ΑΚ 713). Τα στοιχεία της Εντολής είναι τα εξής: Υπόθεση ιεξαγωγή Υπόθεσης Έλλειψη Αµοιβής Υπόθεση είναι οποιοδήποτε θέµα, υλικής ή νοµικής φύσεως, που αφορά την περιουσία ή το πρόσωπο του Εντολέα. Αν συµφωνηθεί αµοιβή τότε δεν πρόκειται για εντολή, αλλά για Σύµβαση Εργασίας ή Σύµβαση Έργου (βλ. ανωτέρω 4.1 και 4.2). Ο Εντολοδόχος ευθύνεται για κάθε πταίσµα (ΑΚ 714). Παράδειγµα 1: Ο Χ αναθέτει, χωρίς αµοιβή, στον Ε (και ο Ε αναλαµβάνει την υποχρέωση έναντι του Χ) να βρει εντός δέκα ηµερών ένα καλό µεταχειρισµένο αυτοκίνητο µάρκας «BMW» προκειµένου στη συνέχεια να το αγοράσει ο Χ. Παράδειγµα 2: ο Χ αναλαµβάνει, χωρίς αµοιβή, την υποχρέωση έναντι του γείτονά του Ε να του βόσκει την αγελάδα του. Η Σύµβαση Εντολής είναι: - Ετεροβαρής (διότι κατά κανόνα δηµιουργεί δικαιώµατα µόνο για τον ένα συµβαλλόµενο, τον Εντολέα), - Χαριστική (διότι κατά κανόνα δεν συµφωνείται αντάλλαγµα), - κατά κανόνα Άτυπη (εκτός αν προβλέπεται τύπος για την δικαιοπραξία που θα καταρτίσει ο εντολοδόχος, οπότε υπόκειται στον ίδιο τύπο), - ελεύθερα ανακλητή οποτεδήποτε από τον Εντολέα. 3.5 Παρακαταθήκη (ΑΚ 822-833) Με τη Σύµβαση Παρακαταθήκης ο ένας συµβαλλόµενος (Θεµατοφύλακας) παραλαµβάνει από τον άλλο (Παρακαταθέτη) κινητό πράγµα για φύλαξη, το οποίο είναι υποχρεωµένος να αποδώσει (επιστρέψει στον Παρακαταθέτη) µόλις του ζητηθεί, ακόµη και πριν περάσει η προθεσµία φύλαξης που είχε συµφωνηθεί. Τα βασικά στοιχεία της Σύµβασης Παρακαταθήκης είναι τα εξής: Πράγµα Κινητό Φύλαξη του Πράγµατος. Παράδειγµα: Ο Α φεύγει για µεταπτυχιακά στις Η.Π.Α. και παραδίδει στον Π προς φύλαξη κατά τη διάρκεια της απουσίας του την συλλογή του από ακριβά γραµµατόσηµα (έγκυρη σύναψη σύµβασης παρακαταθήκης). Η Σύµβαση Παρακαταθήκης είναι: 6

- Παραδοτική (διότι για την έγκυρη κατάρτισή της απαιτείται παραλαβή του προς φύλαξη πράγµατος από τον Θεµατοφύλακα) (ΑΚ 822), - ιαρκής (διότι παρουσιάζει ορισµένη διάρκεια), - Άτυπη (διότι για την έγκυρη σύσταση της δεν απαιτεί ορισµένο τύπο) και - ατελώς Ετεροβαρής (αφού δηµιουργούνται από αυτήν κύριες υποχρεώσεις µόνο από την πλευρά του Θεµατοφύλακα και δευτερεύουσες υποχρεώσεις για τον Παρακαταθέτη (π.χ. καταβολή στον θεµατοφύλακα τυχόν δαπανών για τη φύλαξη του πράγµατος (ΑΚ 826 εδ. α )). Εάν συµφωνηθεί αµοιβή στον Θεµατοφύλακα για τη φύλαξη του πράγµατος, η Παρακαταθήκη µετατρέπεται σε Αµφοτεροβαρή Σύµβαση, αφού συνεπάγεται δικαιώµατα και υποχρεώσεις και για τα δύο συµβαλλόµενα µέρη (ΑΚ 822 εδ. β ). Κατά τη φύλαξη του πράγµατος του Παρακαταθέτη ο Θεµατοφύλακας οφείλει να δείχνει την επιµέλεια που δείχνει και για τα δικά του πράγµατα. Εάν όµως έχει συµφωνηθεί αµοιβή για τη φύλαξη, ο Θεµατοφύλακας ευθύνεται για κάθε πταίσµα του (ακόµα και για ελαφρά αµέλεια). 3.6 Εταιρεία (ΑΚ 741-784) Εταιρία είναι η σύµβαση µε την οποία δύο ή περισσότερα πρόσωπα (εταίροι) αναλαµβάνουν αµοιβαίως την υποχρέωση να επιδιώκουν µε κοινές εισφορές κοινό σκοπό, ιδίως οικονοµικό. Αποτέλεσµα της συµβάσεως αυτής είναι η δηµιουργία ενός νοµικού µορφώµατος που δεν έχει νοµική προσωπικότητα 1. Πρόκειται για τη λεγόµενη αστική εταιρία. Ο σκοπός της Εταιρίας µπορεί να είναι ιδεαλιστικός ή οικονοµικός (όχι όµως εµπορικός διότι τότε η εταιρία καθίσταται εµπορική). 4. Παρεπόµενες Συµβάσεις Βασικό χαρακτηριστικό των Παρεπόµενων Συµβάσεων είναι ότι συνδέονται µε άλλη κύρια σύµβαση. Οι Παρεπόµενες Συµβάσεις ρυθµίζονται από τον Αστικό Κώδικα και είναι η Εγγύηση, ο Συµβιβασµός, η Αφηρηµένη Αναγνώριση Χρέους και η Έκταξη. 4.1 Εγγύηση (AK 847-870) Η Εγγύηση είναι σύµβαση µεταξύ του ανειστή µιας υφιστάµενης Ενοχής-Σύµβασης και ενός τρίτου (Εγγυητής), µε την οποία ο τρίτος αναλαµβάνει απέναντι στον ανειστή την ευθύνη ότι θα καταβληθεί η οφειλή που οφείλεται στον ανειστή από τον Οφειλέτη της Ενοχής-Σύµβασης. Αν δηλαδή δεν καταβάλει ο Οφειλέτης καταβάλει ο τρίτος. Ο τρίτος ονοµάζεται Εγγυητής. Η οφειλή, την ευθύνη για την καταβολή της οποίας αναλαµβάνει ο Εγγυητής, ονοµάζεται Κύρια Οφειλή. Ο Οφειλέτης της Κύριας Οφειλής ονοµάζεται Πρωτοφειλέτης. Παράδειγµα: Ο οφειλέτης Ο (Πρωτοφειλέτης) οφείλει στον δανειστή 1000 Ευρώ από δάνειο (Κύρια Οφειλή- Παροχή). Ο εγγυητής Ε συνάπτει σύµβαση µε τον και αναλαµβάνει αυτός την υποχρέωση έναντι του να του καταβάλει το χρηµατικό ποσό των 1000 ευρώ, εάν ο Ο δεν εκπληρώσει την υποχρέωσή του προς Παροχή (την Κύρια Οφειλή). Ο (Πρωτοφειλέτης οφείλει 1000 ευρώ στον Κύρια Οφειλή) Τα στοιχεία της Σύµβασης Εγγύησης είναι τα εξής: Ύπαρξη Κύριας Οφειλής Ε (Εγγυητής Αναλαµβάνει µε την Σύµβαση Εγγύησης έναντι του να πληρώσει τα 1000 ευρώ στον, εάν δεν πληρώσει ο Ο) 1 Η Αστική Εταιρία µπορεί να αποκτήσει νοµική προσωπικότητα αν συντρέχουν συνολικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: (α) Υπάρχει σχετική συµφωνία όλων των Εταίρων και (β) Ο σκοπός της Εταιρείας είναι οικονοµικός. (γ) Τηρηθούν οι διατυπώσεις δηµοσιότητας της οµόρρυθµης εµπορικής εταιρίας. 7

Ανάληψη υποχρέωσης από τον Εγγυητή για την εκπλήρωση της Κύριας Οφειλής. Η Σύµβαση Εγγύησης έχει παρεπόµενο χαρακτήρα: Η γένεση, το περιεχόµενο και η τύχη της ενοχής από την Εγγύηση εξαρτάται από την Κύρια Οφειλή. Η Σύµβαση Εγγύησης είναι Μονοµερώς Τυπική (η δήλωση βούλησης του Εγγυητή πρέπει να γίνει µε έγγραφο (Συστατικός Τύπος)) (ΑΚ 849). Η Εγγύηση είναι Σύµβαση µε τα ακόλουθα χαρακτηριστικά: - Ενοχική και Υποσχετική (δεν επέρχεται µεταβίβαση δικαιώµατος, αλλά συνεπάγεται µόνο τη γέννηση ενοχικών υποχρεώσεων και αντίστοιχα δικαιωµάτων υπέρ και σε βάρος και των δύο συµβαλλόµενων), - Ετεροβαρής (δηµιουργεί υποχρεώσεις µόνο για τον Εγγυητή), 4.2 Συµβιβασµός (ΑΚ 871-872) Συµβιβασµός είναι η σύµβαση, µε την οποία οι συµβαλλόµενοι διαλύουν µε αµοιβαίες υποχωρήσεις µια φιλονικία τους ή µια αβεβαιότητα για κάποια έννοµη σχέση. 4.3 Αφηρηµένη Υπόσχεση ή Αναγνώριση Χρέους (ΑΚ 873-875) Αφηρηµένη υπόσχεση (αναγνώριση) χρέους είναι η σύµβαση, µε την οποία ο ένας συµβαλλόµενος (Οφειλέτης) υπόσχεται ή αναγνωρίζει χρέος (υποχρέωση προς Παροχή), έτσι ώστε µεταξύ των µερών να γεννιέται Ενοχή ανεξάρτητα από την αιτία του χρέους. Παράδειγµα: Ο Α χρωστάει από προφορικό δάνειο στην Β 1000 ευρώ. Ο Α µε έγγραφή του δήλωση αναγνωρίζει ότι χρωστάει στην Β 1000 ευρώ, χωρίς καµιά αναφορά στην αιτία υπό την οποία οφείλονται τα χρήµατα (δηλαδή στην ύπαρξη του προφορικού δανείου). Η αφηρηµένη υπόσχεση (αναγνώριση) χρέους είναι σύµβαση: - Ενοχική και Υποσχετική (δεν επέρχεται µεταβίβαση δικαιώµατος, αλλά συνεπάγεται µόνο τη γέννηση ενοχικών υποχρεώσεων και αντίστοιχα δικαιωµάτων υπέρ και σε βάρος και των δύο συµβαλλόµενων) - Μονοµερώς τυπική (µόνο η δήλωση του Οφειλέτη για την υπόσχεση (αναγνώριση) χρέους πρέπει να γίνει µε έγγραφο (συστατικός τύπος)) - Ετεροβαρής (δηµιουργεί υποχρεώσεις µόνο για το ένα συµβαλλόµενο µέρος, τον Οφειλέτη). 4.4 Έκταξη (ΑΚ 876-887) Έκταξη είναι η δικαιοπραξία, µε την οποία το ένα συµβαλλόµενο µέρος (Εκτάσσων) εγχειρίζει, µε σκοπό καταρτίσεως της εκτάξεως, στο άλλο µέρος (Λήπτης) ένα έγγραφο (ονοµαστικό αξιόγραφο), µε το οποίο εξουσιοδοτούνται: (α) ο Λήπτης να εισπράξει από τρίτον (Εκτασσόµενος) Παροχή (χρηµατική ή άλλων αντικαταστατών πραγµάτων) (την οποία Παροχή οφείλει να εκπληρώσει ο Εκτάσσων (ως Οφειλέτης) προς τον Λήπτη (ως ανειστή)) και (β) ο τρίτος (Εκτασσόµενος) να καταβάλει στο Λήπτη την ανωτέρω Παροχή, για λογαριασµό του Εκτάσσοντος. Παράδειγµα: Ο Α οφείλει στον Β 1000 ευρώ. Ο Γ οφείλει στον Α επίσης 1000 ευρώ. Με την παράδοση του εγγράφου της έκταξης στον Β, ο Α (Εκτάσσων) εξουσιοδοτεί: (α) τον Β (Λήπτη) να εισπράξει από τον Γ το ποσό αυτό και (β) τον Γ (Εκτασσόµενος) να καταβάλει το ποσό των 1000 ευρώ στον Β (δηλ. ο Γ να εκπληρώσει στον Β την παροχή του Α προς τον Β). Εάν ο Γ αποδεχθεί την έκταξη (µε σχετική γραπτή δήλωσή του στο έγγραφο της έκταξης) έναντι του Β, τότε είναι υποχρεωµένος έναντι στον Β να καταβάλει σε αυτόν την παροχή των 1000 Ευρώ (ΑΚ 877). Αφότου ο Γ καταβάλει τα 1000 ευρώ στον Β, επέρχεται εξόφληση του χρέους (της υποχρέωσης προς Παροχή) του Α προς τον Β. Α Β Α (Εκτάσσων) Γ (Εκτασσόµενος) (Α οφείλει 1000 ευρώ στον Β) Γ Α Β (Λήπτης) (Γ οφείλει 1000 ευρώ στον Α) Ο Α εξουσιοδοτεί τον Γ να καταβάλει τα 1000 ευρώ (που ο Γ του οφείλει) στον Β 8

ΙΙ. ΕΜΠΡΑΓΜΑΤΟ ΙΚΑΙΟ - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Βιβλιογραφία: Α Γεωργιάδης /Μ Σταθόπουλος, Αστικός Κώδιξ Κατ Άρθρο Ερµηνεία, (V Εµπράγµατο ίκαιο (άρθρα 947-1117) ( ίκαιο & Οικονοµία, Π Ν Σάκκουλας (1985)). Μ Σταθόπουλος /Μ Αυγουστιανάκης (επιµ.), Εισαγωγή στο αστικό δίκαιο (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, 1986). Φ ωρής, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο, Εγχειρίδιο, Γ Τεύχος (εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 1991). Φ ωρής, Η Εµπράγµατη Ασφάλεια (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή 1986). Φ ωρής, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο 100 Πρακτικά Θέµατα ιδακτικό Βοήθηµα (εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 1990. Α Σ Γεωργιάδης, Εµπράγµατο ίκαιο, Τόµος Ι (1991), Τόµος ΙΙ (1993) (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, Αθήνα-Κοµοτηνή). Κ Α Βαβούσκος, Εγχειρίδιο Αστικού ικαίου (Ε Έκδοση, 1995, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη). Κ Παναγόπουλος, ιάγραµµα Αστικού ικαίου Εισαγωγή στο δίκαιο και στο αστικό δίκαιο (εκδ. Π Ν Σάκκουλας, 1999). Π Αγαλλοπούλου, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο (2003). Αλ. Βάρκα Αδάµη, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή 2005). Ι Σ Σπυριδάκης, Εισηγήσεις Αστικού ικαίου ( Έκδοση, εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 2006). 1. Εµπράγµατο ίκαιο Έννοια Βασικές Αρχές Το Εµπράγµατο ίκαιο (άρθρα 947-1345) περιέχει κανόνες που ρυθµίζουν της εξουσιαστικές σχέσεις των προσώπων προς τα πράγµατα (εµπράγµατες σχέσεις), τις φυσικές δυνάµεις ή τα δικαιώµατα (δηλαδή η κυριότητα, οι εµπράγµατες ασφάλειες κτλ.). Εµπράγµατο δικαίωµα είναι το δικαίωµα που παρέχει άµεση και έναντι όλων (απόλυτη) εξουσία πάνω σε Πράγµα ή ικαίωµα (Απόλυτο ικαίωµα) (βλ. της ανωτέρω Κεφάλαιο ΙΙ 2.2). Ορισµένες από τις Βασικές Αρχές που διέπουν το Εµπράγµατο ίκαιο είναι οι ακόλουθες: (α) (β) (γ) (δ) Η Αρχή του Περιορισµένου Αριθµού των Εµπραγµάτων ικαιωµάτων: Τα Εµπράγµατα ικαιώµατα είναι µόνο αυτά που προβλέπονται από το νόµο, δηλαδή η Κυριότητα, οι ουλείες, το Ενέχυρο και η Υποθήκη (ΑΚ 973). Άρα δεν είναι δυνατή: (i) η δηµιουργία νέων Εµπράγµατων ικαιωµάτων µε συµφωνία των µερών και (ii) η απόκλιση από αυτά που προβλέπει ο νόµος για το περιεχόµενο του κάθε δικαιώµατος (δηλαδή τα Εµπράγµατα ικαιώµατα πρέπει να έχουν τη µορφή που προβλέπει ο νόµος). Η Αρχή της Ειδικότητας: Τα Εµπράγµατα ικαιώµατα µπορούν να συσταθούν και να υπάρξουν µόνο σε εξατοµικευµένα και συγκεκριµένα Πράγµατα (όχι δηλαδή σε ένα γενικά και αόριστα περιγραφόµενο πράγµα ή σε ένα ιδεατό σύνολο πραγµάτων). Παράδειγµα: εν µπορώ να πω ότι συστήνω γενικά και αόριστα υποθήκη «σε κάποιο διαµέρισµά µου», αλλά η υποθήκη επιβαρύνει το διαµέρισµά µου που βρίσκεται στην οδό Ανθέων, αρ. 16 στο Χαλάνδρι στον 3 ο όροφο πολυκατοικίας και περιγράφεται στο από 10.12.2006 διάγραµµα του πολιτικού µηχανικού Χ. Η Αρχή της ηµοσιότητας: Ο καθένας πρέπει να έχει τη δυνατότητα να ελέγξει και να διαπιστώσει τα Εµπράγµατα ικαιώµατα που έχουν συσταθεί επί Πράγµατος ούτως ώστε να δύναται να τα σεβαστεί (καθώς τα Εµπράγµατα ικαιώµατα είναι απόλυτα και αναπτύσσουν ισχύ έναντι όλων). Παράδειγµα: Οι υποθήκες και οι προσηµειώσεις υποθηκών επί ακινήτων καταχωρίζονται στα βιβλία υποθηκών που βρίσκονται στα αρµόδια υποθηκοφυλακεία και ο καθένας µπορεί να ελέγξει την κατάσταση του ακινήτου που τον-την ενδιαφέρει. Η Αρχή της Χρονικής Προτεραιότητας: Εάν σε ένα πράγµα υπάρχουν περισσότερα Εµπράγµατα ικαιώµατα το προγενέστερο Εµπράγµατο ικαίωµα υπερισχύει από το µεταγενέστερο. Παράδειγµα: Επί του ακινήτου του Α η Τράπεζα Τ1 έχει εγγράψει υποθήκη προς εξασφάλιση ανείου την 1.12.2006 και την ίδια ηµέρα η υποθήκη καταχωρίζεται στο βιβλίο υποθηκών του αρµόδιου υποθηκοφυλακείου. Κατόπιν επί του ίδιου ακινήτου του Α εγγράφει (στα βιβλία υποθηκών του αρµόδιου υποθηκοφυλακείου) την 10.12.2006 υποθήκη η Τράπεζα Τ2 προς εξασφάλιση δεύτερου δανείου. Η υποθήκη της Τ1 (υποθήκη πρώτης τάξεως) προηγείται από την υποθήκη της Τ2 (υποθήκη δεύτερης τάξεως). 9

2. Πράγµατα ιακρίσεις των Πραγµάτων Πράγµατα είναι τα ενσώµατα αντικείµενα, δηλαδή αυτά που έχουν υλική υπόσταση. Το Πράγµα είναι αυθύπαρκτο (αποτελεί αυτοτελή οντότητα), απρόσωπο (αντιδιαστέλλεται από το φυσικό πρόσωπο) και είναι δεκτικό ανθρώπινης εξουσίασης. Τα Πράγµατα διακρίνονται σε: - Ακίνητα-Κινητά: Ακίνητα είναι το έδαφος και τα συστατικά του µέρη. Κινητά είναι όσα δεν είναι Ακίνητα (ΑΚ 948). - Αντικαταστατά-Αναντικατάστατα: Αντικαταστατά είναι τα Κινητά που προσδιορίζονται συνήθως στις συναλλαγές µε αριθµό, µέτρο ή σταθµά (ΑΚ 950), έτσι ώστε σε περίπτωση που χαθούν µπορεί να αντικατασταθούν µε άλλα (π.χ. φρούτα, ύφασµα, στάρι, χρήµα κλπ.). Αναντικατάστατα είναι τα Ακίνητα και όσα Κινητά δεν µπορούν να αντικατασταθούν αν χαθούν επειδή µε βάση τις αντιλήψεις των συναλλαγών είναι µοναδικά (π.χ. ένα άγαλµα, πίνακας ζωγραφικής, έπιπλα). - Κύρια-Παρεπόµενα: Κύριο είναι κάθε Ακίνητο ή Κινητό Πράγµα ώστε τα µέρη που είναι συνδεδεµένα µε αυτό ή που το εξυπηρετούν (κύριο είναι το πράγµα που κατά της αντιλήψεις των συναλλαγών επιτελεί τη σηµαντικότερη λειτουργία). Ειδικότερα παρεπόµενο είναι το πράγµα που κατά τις αντιλήψεις των συναλλαγών εξυπηρετεί το κύριο πράγµα (π.χ. το σπίτι είναι το κύριο πράγµα, ενώ τα έπιπλα της σπιτιού είναι τα παρεπόµενα, ως της το κύριο, πράγµατα). Τα Παρεπόµενα πράγµατα περαιτέρω χωρίζονται σε Συστατικά και Παραρτήµατα. - Πράγµατα εκτός Συναλλαγής: Είναι τα πράγµατα που δεν µπορούν να αποτελέσουν αντικείµενο συναλλαγών και περιλαµβάνουν (ΑΚ 966): (α) τα κοινά σε όλους (π.χ. ο ατµοσφαιρικός αέρας, η ανοιχτή θάλασσα), (β) τα κοινόχρηστα, δηλαδή τα πράγµατα που έχουν τεθεί στη διάθεση του ανώνυµου κοινού, για να χρησιµοποιούνται από αυτό σύµφωνα µε τον προορισµό του (π.χ. οι δρόµοι, οι πλατείες, οι γιαλοί, τα λιµάνια, οι όρµοι, οι όχθες πλεύσιµων ποταµών, οι µεγάλες λίµνες και οι όχθες της κτλ.), και (γ) τα πράγµατα που είναι προορισµένα να εξυπηρετούν δηµόσιους, δηµοτικούς, κοινοτικούς ή θρησκευτικούς σκοπούς (π.χ. κρατικά, δηµοτικά, κοινοτικά κτίρια για την εγκατάσταση δηµόσιων υπηρεσιών, ναοί, µοναστήρια κλπ). 3. Νοµή και Κατοχή Έννοια Νοµή είναι η φυσική εξουσία που κάποιος ασκεί πάνω σε ένα Πράγµα µε «διάνοια κυρίου» (ΑΚ 974) συµπεριφερόµενος δηλαδή ως κύριος, είτε γιατί το Πράγµα είναι νόµιµα δικό του, είτε γιατί αυθαίρετα το θεωρεί δικό του. Ο νόµος προβλέπει τρόπους για την προστασία της νοµής. Παράδειγµα: Ο νόµιµος κύριος της αυτοκινήτου, αλλά και αυτός που έκλεψε ένα αυτοκίνητο είναι νοµέας (και οι δύο συµπεριφέρονται ως κύριοι). Κατοχή είναι η φυσική εξουσία που κάποιος ασκεί σε ένα Πράγµα χωρίς «διάνοια κυρίου», (ΑΚ 974) δηλαδή χωρίς να συµπεριφέρεται ως κύριος. Παράδειγµα: Ο Μισθωτής (ενοικιαστής) ενός σπιτιού είναι κάτοχος (δεν συµπεριφέρεται ως κύριος, αλλά ως µισθωτής δυνάµει σύµβασης µίσθωσης). Οµοίως αυτός που χρησιµοποιεί κινητό πράγµα δυνάµει σύµβασης χρησιδανείου (χρησάµενος). Η διαφορά Νοµής και Κατοχής έγκειται στο υποκειµενικό στοιχείο. Ενώ ο κάτοχος ασκεί τη φυσική εξουσία µε τη θέληση εξουσιάσεως του πράγµατος στο όνοµα κάποιου άλλου (δηλαδή χωρίς διάνοια κυρίου), ο νοµέας ασκεί τη φυσική εξουσία µε τη θέληση εξουσιάσεως του πράγµατος στο δικό του όνοµα (σαν να ήταν το πράγµα δικό του, δηλαδή µε διάνοια κυρίου). 10

4. Κυριότητα 4.1 Έννοια Κυριότητα είναι το Εµπράγµατο ικαίωµα που παρέχει στον δικαιούχο άµεση, απόλυτη και καθολική εξουσία πάνω στο Πράγµα, δηλαδή εξουσία που εκτείνεται σε όλες τις χρησιµότητες του Πράγµατος (εκτός αν η εξουσία αυτή αποκλείεται από το νόµο ή από δικαίωµα τρίτου) (Αρχή της Καθολικότητας) (βλ. ΑΚ 1000). 4.2 Μεταβίβαση Κυριότητας Για τη Μεταβίβαση της Κυριότητας σε Κινητό Πράγµα απαιτείται (ΑΚ 1034): (α) Να υπάρχει Σύµβαση-Συµφωνία για τη µεταβίβαση της Κυριότητας µεταξύ εκείνου που µεταβιβάζει και εκείνου που αποκτά την κυριότητα (Εµπράγµατη-Εκποιητική συµφωνία η οποία είναι Άτυπη και Αναιτιώδης) (Μεταβιβαστική Συµφωνία), και (β) Παράδοση της νοµής του Κινητού από αυτόν που µεταβιβάζει σε αυτόν που αποκτά την Κυριότητα (Παράδοση Νοµής). Υπό προϋποθέσεις είναι δυνατή η κτήση κυριότητας Κινητού από µη κύριο (αν ο αποκτών είναι καλόπιστος) (Καλόπιστη Κτήση Κυριότητας) (ΑΚ 1036). Παράδειγµα: Ο Α δυνάµει σύµβασης χρησιδανείου παρέδωσε στον Β ένα βιβλίο για 10 ηµέρες προκειµένου ο Β να το διαβάσει (εποµένως το βιβλίο βρίσκεται στην κατοχή του Β για δέκα ηµέρες). Την επόµενη ηµέρα ο Β πωλεί και µεταβιβάζει το βιβλίο στον Γ και του το παραδίδει. Αν ο Γ είναι καλόπιστος (δηλαδή δε γνωρίζει ούτε από βαριά αµέλεια αγνοεί ότι το βιβλίο δεν ανήκει στον Β), αποκτά κυριότητα επί του βιβλίου. Αν ο Γ είναι κακόπιστος (δηλαδή γνωρίζει ή εξαιτίας βαριάς αµέλειας αγνοεί ότι το βιβλίο δεν ανήκει στον Β), δεν αποκτά κυριότητα επί του βιβλίου. Για τη Μεταβίβαση της Κυριότητας σε Ακίνητο απαιτείται (ΑΚ 1033): (α) Σύµβαση-Συµφωνία µεταξύ αυτού που µεταβιβάζει (Μεταβιβάζων) και αυτού που αποκτά την κυριότητα (Αποκτών) για τη µεταβίβαση της Κυριότητας (Εµπράγµατη-Εκποιητική Συµφωνία η οποία είναι Τυπική και Αιτιώδης) (Μεταβιβαστική Συµφωνία), (β) Η Μεταβίβαση να γίνεται για κάποια Νόµιµη Αιτία (π.χ. υφιστάµενη Ενοχική-Υποσχετική σύµβαση πώλησης) (Νόµιµη Αιτία) (γ) Ο Μεταβιβάζων (δηλαδή αυτός που µεταβιβάζει) να είναι Κύριος του Ακινήτου (η κτήση Κυριότητας από µη κύριο δεν αναγνωρίζεται στα Ακίνητα) (Κυριότητα Μεταβιβάζοντος) (δ) Η Μεταβιβαστική Συµφωνία να γίνεται µε Συµβολαιογραφικό Έγγραφο (Συµβολαιογραφικό Έγγραφο), (ε) Η Μεταβιβαστική Συµφωνία να µεταγραφεί στα δηµόσια βιβλία µεταγραφών στο αρµόδιο Υποθηκοφυλακείο (δηλαδή το υποθηκοφυλακείο της περιφέρειας του Ακινήτου) (Μεταγραφή). 5. Εµπράγµατη Ασφάλεια 5.1 Έννοια Βασικές Αρχές Ο Αστικός Κώδικας ρυθµίζει δύο είδη δικαιωµάτων Εµπράγµατης Ασφάλειας το Ενέχυρο (σε Κινητά Πράγµατα ή Περιουσιακά ικαιώµατα) και την Υποθήκη (σε Ακίνητα). Οι Βασικές Αρχές που διέπουν τα ικαιώµατα Εµπράγµατης Ασφάλειας είναι η Αρχή του Περιορισµένου Αριθµού, η Αρχή της Ειδικότητας, η Αρχή της ηµοσιότητας, η Αρχή του Κλειστού Αριθµού, η Αρχή της Χρονικής Προτεραιότητας (που αναλύθηκαν ανωτέρω βλ. παράγραφο αρ. 1) καθώς και οι ακόλουθες δύο αρχές: (α) Η Αρχή του Παρεποµένου: Τα ικαιώµατα Εµπράγµατης Ασφάλειας του Ενεχύρου και της Υποθήκης προϋποθέτουν την ύπαρξη Απαίτησης την εκπλήρωση της οποίας εξασφαλίζουν. Είναι δηλαδή Παρεπόµενα ικαιώµατα της Κύριας Απαίτησης χωρίς την οποία δεν µπορούν να 11

(β) υπάρξουν. Εποµένως, εάν η ασφαλιζόµενη Απαίτηση δεν υπάρχει ή απορρέει από άκυρη δικαιοπραξία, τότε είναι άκυρη και η σύσταση του Ενεχύρου και της Υποθήκης. Η Αρχή του Αδιαιρέτου: Εάν διαιρεθεί η Κύρια Απαίτηση η οποία εξασφαλίζεται µε το Ενέχυρο ή την Υποθήκη, δεν διαιρείται ανάλογα ούτε το Ενέχυρο, ούτε η Υποθήκη, αλλά κάθε ένα από αυτά τα δικαιώµατα υπάρχει αδιαίρετο για κάθε τµήµα της Κύριας Απαίτησης. Εποµένως, η Υποθήκη και το Ενέχυρο παραµένουν και ασφαλίζουν την όλη Απαίτηση µέχρι την ολοσχερή εξόφλησή της. Άρα όσο υπάρχει υπόλοιπο της ασφαλιζόµενης Απαίτησης, εξακολουθούν να υφίστανται και να παραµένουν αναλλοίωτα τα Ενέχυρα και οι Υποθήκες που την εξασφαλίζουν. 5.2 Ενέχυρο (ΑΚ 1209-1256) 5.2.1 Έννοια και Λειτουργία του Ενεχύρου Το Ενέχυρο επιβαρύνει την κυριότητα Κινητού Πράγµατος. Το Ενέχυρο αποτελεί δικαίωµα Εµπράγµατης Ασφάλειας που αποσκοπεί στην εξασφάλιση Απαίτησης µε την προνοµιακή ικανοποίηση του ανειστή από το Πράγµα. Η προνοµιακή ικανοποίηση επιδιώκεται µε την αναγκαστική εκποίηση του Πράγµατος σε δηµόσιο πλειστηριασµό και τη διανοµή του πλειστηριάσµατος (από το οποίο πρώτα θα ικανοποιηθεί ο δικαιούχος του Ενεχύρου και κατόπιν οι λοιποί δανειστές που δεν έχουν προγενέστερο ενέχυρο επί του πράγµατος). Παράδειγµα: Ο Α δανείζεται από την Β το ποσό των 1.000 ευρώ για έξι µήνες. Ο Α έχει υποχρέωση (και η Β απαίτηση αντίστοιχα (Κύρια Απαίτηση) για αποπληρωµή του κεφαλαίου κατά το συµφωνηθέν χρονικό σηµείο. Η Α για την εξασφάλιση της Κύριας Απαίτησης συστήνει ενέχυρο στο χρυσό του ρολόι υπέρ της Β και παραδίδει το ρολόι στην Β. Αυτό σηµαίνει ότι εάν ο Α δεν εκπληρώσει την υποχρέωσή του της Παροχή (επιστροφή του ποσού στην Β εντός έξι µηνών) η Β µπορεί να ικανοποιηθεί προνοµιακά (έναντι άλλων πιθανών δανειστών που δεν έχουν προγενέστερο ενέχυρο επί του ρολογιού) από το προϊόν από τον πλειστηριασµό του ρολογιού του Α. Το Ενέχυρο διακρίνεται σε: (α) (β) Συµβατικό Ενέχυρο: Είναι το ενέχυρο που συνιστάται µε δικαιοπραξία-σύµβαση (συµφωνία των µερών) (ΑΚ 1209-1211) και Νόµιµο Ενέχυρο: Είναι το ενέχυρο που προβλέπει ο νόµος υπέρ ορισµένων προσώπων για την εξασφάλιση ορισµένης κατηγορίας απαιτήσεών της 2. Αυτός ο οποίος είναι ο κύριος του κινητού πράγµατος επί του οποίου θα συσταθεί το Ενέχυρο ονοµάζεται Ενεχυραστής. Αυτός υπέρ του οποίου συνιστάται το Ενέχυρο ονοµάζεται Ενεχυρούχος ανειστής. Ο Ενεχυραστής µπορεί να είναι: (α) (β) συγχρόνως και ο Οφειλέτης της εξασφαλιζόµενης Απαίτησης ή πρόσωπο άλλο (διάφορο) από τον Οφειλέτη της εξασφαλιζόµενης Απαίτησης. Παράδειγµα: Η ( ανειστής) δίδει δάνειο στον Ο (Οφειλέτης) 1.000 ευρώ µε την υποχρέωση να της επιστρέψει το ποσό σε έξι µήνες. Εποµένως, η έχει Απαίτηση κατά του Ο, για την επιστροφή των 1.000 ευρώ σε έξι µήνες (Απαίτηση). Προς εξασφάλιση της Απαίτησης της κατά του Ο, ο Ο παραχωρεί ενέχυρο υπέρ της στο χρυσό του ρολόι το οποίο παραδίδει στην. Η είναι Ενεχυρούχος ανειστής και ο Ο είναι Ενεχυραστής. ( ανειστής) Ο (Οφειλέτης): Η ( ανειστής) έχει Απαίτηση κατά του Ο (Οφειλέτης) για επιστροφή των 1.000 ευρώ Ο (Ενεχυραστής) (Ενεχυρούχος ανειστής) Ο Ενεχυραστής (Ο) παραχωρεί Ενέχυρο υπέρ της (Ενεχυρούχος ανειστής) προς εξασφάλιση της Απαίτησης της κατά του Ο. Οφειλέτης της εξασφαλιζόµενης Απαίτησης και ο Ενεχυραστής είναι το ίδιο πρόσωπο, δηλαδή ο Ο. 2 Κύριο χαρακτηριστικό του Νόµιµου Ενεχύρου είναι η αυτοδίκαιή του κτήση από τον Ενεχυρούχο ανειστή. Σηµαντική περίπτωση νόµιµου ενεχύρου είναι το νόµιµο ενέχυρο που έχει ο Εκµισθωτής στα κινητά πράγµατα που εισκοµίστηκαν στο µίσθιο για την εξασφάλισή του από τα τυχόν καθυστερούµενα µισθώµατα (δηλαδή από µισθώµατα τα οποία έχει καθυστερήσει να καταβάλει ο Μισθωτής). 12

Προς εξασφάλιση της Απαίτησης της κατά του Ο, η Μ (µητέρα του Ο) παραχωρεί ενέχυρο υπέρ της στο διαµαντένιο της δαχτυλίδι το οποίο παραδίδει στην. Η είναι Ενεχυρούχος ανειστής και η Μ είναι Ενεχυραστής. ( ανειστής) Ο (Οφειλέτης) Η ( ανειστής) έχει Απαίτηση κατά του Ο (Οφειλέτης) για επιστροφή των 1.000 ευρώ Μ (Ενεχυραστής) (Ενεχυρούχος ανειστής) Η Μ (Ενεχυραστής) παραχωρεί Ενέχυρο υπέρ της (Ενεχυρούχος ανειστής) της εξασφάλιση της Απαίτησης της ( ανειστής) κατά του Ο (Οφειλέτης). Η Μ (Ενεχυραστής) είναι Τρίτο Πρόσωπο σε σχέση µε την Απαίτηση. Εποµένως ο Οφειλέτης (Ο) της εξασφαλιζόµενης Απαίτησης είναι άλλο πρόσωπο από τον Ενεχυραστή (Μ). Επισηµαίνεται ότι µε το Ν. 2844/2000 προβλέπεται και η σύσταση ενεχύρου σε κινητά χωρίς παράδοση καθώς και η σύσταση κυµαινόµενης ασφάλειας (floating charge). Στην περίπτωση αυτή απαιτείται σύµβαση και καταχώριση της σύµβασης στο αρµόδιο ενεχυροφυλακείο (δηλ. το ενεχυροφυλακείο του τόπου όπου βρίσκεται η έδρα του ενεχυραστή). 5.2.2 Σύσταση Συµβατικού Ενεχύρου Για τη σύσταση του Συµβατικού Ενεχύρου απαιτείται (ΑΚ 1211): (α) (β) Παράδοση του Κινητού Πράγµατος (επί του οποίου συνιστάται το Ενέχυρο) από τον Ενεχυραστή στον Ενεχυρούχο ανειστή (Παράδοση Πράγµατος στον Ενεχυρούχο ανειστή), και Συµφωνία ανάµεσα στον Ενεχυραστή και στον Ενεχυρούχο ανειστή για τη σύσταση του Ενεχύρου, η οποία θα πρέπει να γίνει µε συµβολαιογραφικό έγγραφο ή µε έγγραφο βέβαιης χρονολογίας (Συµφωνία Ενεχυραστή και Ενεχυρούχου ανειστή). 5.3 Υποθήκη (ΑΚ 1257-1345) 5.3.1 Έννοια και Λειτουργία της Υποθήκης Υποθήκη είναι το Εµπράγµατο ικαίωµα που συνίσταται πάνω σε ξένο Ακίνητο για την εξασφάλιση Απαίτησης µε την προνοµιακή ικανοποίηση του ανειστή από το Ακίνητο. Η προνοµιακή ικανοποίηση επιδιώκεται µε την αναγκαστική εκποίηση του Ακινήτου σε δηµόσιο πλειστηριασµό και τη διανοµή του πλειστηριάσµατος (από το οποίο πρώτα θα ικανοποιηθεί ο δικαιούχος της Υποθήκης και κατόπιν οι λοιποί δανειστές που δεν έχουν προγενέστερη Υποθήκη επί του Ακινήτου) Παράδειγµα: Ο Α δανείζεται από την Τράπεζα το ποσό των 100.000 ευρώ για 10 χρόνια. Ο Α έχει υποχρέωση προς την Τράπεζα (και η Τράπεζα απαίτηση αντίστοιχα κατά του Α (Κύρια Απαίτηση) για πληρωµή τόκων και αποπληρωµή του κεφαλαίου κατά το συµφωνηθέν χρονικό σηµείο. Η Τράπεζα για την εξασφάλιση της Κύριας Απαίτησης εγγράφει Υποθήκη στο διαµέρισµα του Α. Αυτό σηµαίνει ότι εάν ο Α δεν εκπληρώσει την υποχρέωσή του προς Παροχή (καταβολή των τόκων και του κεφαλαίου κατά την ηµεροµηνία καταβολής/αποπληρωµής) η Τράπεζα µπορεί να ικανοποιηθεί προνοµιακά (έναντι άλλων πιθανών δανειστών που δεν έχουν προγενέστερη υποθήκη επί του διαµερίσµατος) από το προϊόν από τον πλειστηριασµό του διαµερίσµατος του Α. Όποιος είναι ο κύριος του Ακινήτου επί του οποίου θα συσταθεί η Υποθήκη ονοµάζεται Ενυπόθηκος Οφειλέτης. Αυτός υπέρ του οποίου συνιστάται η Υποθήκη ονοµάζεται Ενυπόθηκος ανειστής. Ο Ενυπόθηκος Οφειλέτης µπορεί να είναι: (α) (β) συγχρόνως και ο Οφειλέτης της εξασφαλιζόµενης Απαίτησης ή πρόσωπο άλλο (διάφορο) από τον Οφειλέτη της εξασφαλιζόµενης Απαίτησης. Παράδειγµα: Η ( ανειστής) δίδει δάνειο στον Ο (Οφειλέτης) 100.000 ευρώ µε την υποχρέωση να της επιστρέψει το ποσό σε έξι µήνες. Εποµένως, η Χ έχει Απαίτηση κατά του Ο, για την επιστροφή των 100.000 ευρώ σε έξι µήνες (Απαίτηση). Προς εξασφάλιση της Απαίτησης της κατά του Ο, ο Ο παραχωρεί υποθήκη υπέρ της στο ακίνητό του. Η είναι Ενυπόθηκος ανειστής και ο Ο είναι Ενυπόθηκος Οφειλέτης. ( ανειστής) Ο (Οφειλέτης) Η ( ανειστής) έχει Απαίτηση κατά του Ο (Οφειλέτης) για επιστροφή των 100.000 ευρώ 13

Ο (Ενυπόθηκος Οφειλέτης) (Ενυπόθηκος ανειστής) Ο Ενυπόθηκος Οφειλέτης (Ο) παραχωρεί Υποθήκη υπέρ της (Ενυπόθηκος ανειστής) προς εξασφάλιση της Απαίτησης της κατά αυτού. Εποµένως, ο Οφειλέτης της εξασφαλιζόµενης Απαίτησης και ο Ενυπόθηκος Οφειλέτης είναι το ίδιο πρόσωπο, δηλαδή ο Ο. Προς εξασφάλιση της Απαίτησης της κατά του Ο, η Μ (µητέρα του Ο) παραχωρεί υποθήκη υπέρ της στο ακίνητό της. Η είναι Ενυπόθηκος ανειστής και η Μ είναι Ενυπόθηκος Οφειλέτης. ( ανειστής) Ο (Οφειλέτης) Η έχει Απαίτηση κατά του Ο για επιστροφή των 100.000 ευρώ Μ (Ενυπόθηκος Οφειλέτης) (Ενυπόθηκος ανειστής) Η Μ (Ενυπόθηκος Οφειλέτης) παραχωρεί Υποθήκη υπέρ της (Ενυπόθηκος ανειστής) προς εξασφάλιση της Απαίτησης της ( ανειστής) κατά του Ο (Οφειλέτης). Η Μ (Ενυπόθηκος Οφειλέτης) είναι Τρίτο Πρόσωπο σε σχέση µε την Απαίτηση της κατά του Ο. Εποµένως ο Οφειλέτης (Ο) της εξασφαλιζόµενης Απαίτησης είναι άλλο πρόσωπο από τον Ενυπόθηκο Οφειλέτη (Μ). 5.3.2 Προϋποθέσεις Εγγραφής Υποθήκης Προϋποθέσεις για την εγγραφή Υποθήκης είναι (ΑΚ 1260 επ.): (α) (β) Τίτλος (δηλαδή δικαίωµα) για την εγγραφή της Υποθήκης. Η Υποθήκη µπορεί ειδικότερα να εγγραφεί: (i) (ii) (iii) µε Τίτλο από Ιδιωτική Βούληση (π.χ. µονοµερής συµβολαιογραφική δήλωση του κυρίου του Ακινήτου ή σύµβαση µεταξύ του Ενυπόθηκου Οφειλέτου και του Ενυπόθηκου ανειστή), µε ικαστική Απόφαση ή µε Τίτλο από το Νόµο. Εγγραφή της Υποθήκης στο βιβλίο Υποθηκών του αρµόδιου Υποθηκοφυλακείου (δηλαδή στο Υποθηκοφυλακείο της περιφέρειας του Ακινήτου). 14

ΙΙI. ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΟ ΙΚΑΙΟ - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Βιβλιογραφία: Μ Σταθόπουλος /Μ Αυγουστιανάκης (επιµ.), Εισαγωγή στο αστικό δίκαιο (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, 1986). Φ ωρής, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο, Εγχειρίδιο, Γ Τεύχος (εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 1991). Φ ωρής, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο 100 Πρακτικά Θέµατα ιδακτικό Βοήθηµα (εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 1990. Κ Α Βαβούσκος, Εγχειρίδιο Αστικού ικαίου (Ε Έκδοση, 1995, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη). Κ Παναγόπουλος, ιάγραµµα Αστικού ικαίου Εισαγωγή στο δίκαιο και στο αστικό δίκαιο (εκδ. Π Ν Σάκκουλας, 1999). Π Αγαλλοπούλου, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο (2003). Αλ. Βάρκα Αδάµη, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή 2005). Ι Σ Σπυριδάκης, Εισηγήσεις Αστικού ικαίου ( Έκδοση, εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 2006). 1. Έννοια και Περιεχόµενο Οικογενειακού ικαίου Οικογενειακό ίκαιο είναι το τµήµα του Αστικού ικαίου, που ρυθµίζει τις οικογενειακές σχέσεις (άρθρα 1346-1694 του Αστικού Κώδικα). ηλαδή τις σχέσεις που αναφέρονται στη δηµιουργία της Οικογένειας ή δηµιουργούνται στο πλαίσιο µιας Οικογένειας. Ως όρος η Οικογένεια έχει τρεις έννοιες: (α) οι δύο νόµιµα παντρεµένοι σύζυγοι και τα ανήλικα και άγαµα παιδιά τους (Συζυγική ή µικρή Οικογένεια), (β) ο κύκλος των προσώπων ή συζυγικών οικογενειών που κατάγονται από κοινό γενάρχη και ζουν µαζί (Πατριαρχική Οικογένεια), (γ) ο κύκλος των προσώπων που συνδέονται µε γάµο ή κοινή καταγωγή (άσχετα από το βαθµό συγγένειάς τους και από το αν συµβιούν Οικογένεια µε την Πλατιά Έννοια). Στο Οικογενειακό ίκαιο ειδικότερα ρυθµίζονται οι ακόλουθες (οικογενειακές) σχέσεις: (α) (β) (γ) (δ) (ε) (στ) (ζ) (η) (ζ) η Μνηστεία, ο Γάµος (σύναψη γάµου, κωλύµατα γάµου, άκυρος γάµος, ανυπόστατος γάµος, σχέσεις συζύγων από το γάµο), το ιαζύγιο, η Συγγένεια (για τη συγγένεια βλ. ανωτέρω Κεφάλαιο Ι παράγραφο αρ. 1.1.3(γ)), η υποχρέωση ιατροφής από το νόµο, οι κανόνες που ρυθµίζουν τις σχέσεις Γονέων και Τέκνων (επώνυµο τέκνου, γονική µέριµνα κτλ), η Υιοθεσία, η Επιτροπεία Ανηλίκου, και η ικαστική Συµπαράσταση (για τη δικαστική συµπαράσταση βλ. ανωτέρω παράγραφο αρ. 3.3.2.4). 2. Βασικές Αρχές Οικογενειακού ικαίου Το Οικογενειακό ίκαιο διέπεται από τις ακόλουθες αρχές; (α) (β) (γ) Αρχή της ισονοµίας ανδρών και γυναικών (καθιερώνεται και από το Σύνταγµα). Αρχή της Προστασίας των συµφερόντων των Τέκνων (π.χ. η ρύθµιση της γονικής µέριµνας από το νόµο πάντοτε προς το συµφέρον του τέκνου), Αρχή του Κλειστού Αριθµού των Οικογενειακών Σχέσεων (εκδηλώσεις της αρχής αυτής αποτελούν: (i) η αρχή του κλειστού αριθµού των οικογενειακών σχέσεων (δηλαδή όλες οι οικογενειακές σχέσεις ρυθµίζονται από το νόµο) και (ii) η αρχή της τυπικότητας (π.χ. απαιτείται τύπος για την εγκυρότητα του γάµου), 15

(δ) Αρχή της Αναγνώρισης της Προστασίας της Οικογένειας (µια από τις εκδηλώσεις της αρχής αυτής αποτελεί η αυστηρότητα του διαζυγίου). 3. Γάµος 3.1 Έννοια και Βασικές Αρχές Γάµου Γάµος είναι ιδιόρρυθµη σύµβαση µεταξύ δύο ετερόφυλων προσώπων που ιδρύει µόνιµη συµβίωση ανάµεσά τους και δηµιουργεί τη συζυγική οικογένεια.. Οι αρχές του δικαίου του Γάµου είναι οι ακόλουθες: (α) (β) (γ) (δ) Αρχή της µονογαµίας. Αρχή της ελευθερίας συνάψεως γάµου. Αρχή ότι γάµος µόνο µεταξύ ετερόφυλων προσώπων είναι δυνατός. Αρχή της συναινετικής λύσεως του γάµου. 3.2 Προϋποθέσεις συνάψεως Γάµου 3.2.1 Έγκυρη Σύναψη Γάµου Προϋποθέσεις Για την έγκυρη σύναψη του Γάµου πρέπει: (α) (β) (γ) (δ) Να υπάρχει Συµφωνία (συναίνεση) των µελλονύµφων (αλλιώς ο Γάµος είναι Ακυρώσιµος και στην περίπτωση τέλεσης Γάµου ως αποτέλεσµα απόλυτης σωµατικής βίας Ανυπόστατος) (ΑΚ1350). Να τηρηθεί ορισµένος Τύπος, δηλαδή η Συµφωνία των µελλονύµφων να διατυπωθεί ενώπιον θρησκευτικού λειτουργού (θρησκευτικός γάµος) ή δηµάρχου-προέδρου κοινότητας (πολιτικός γάµος) (αλλιώς ο Γάµος είναι Ανυπόστατος). Να συντρέχουν ορισµένες Θετικές Προϋποθέσεις (αλλιώς ο Γάµος είναι Άκυρος και στην περίπτωση τέλεσης Γάµου µεταξύ ατόµων του ίδιου φύλου Ανυπόστατος). Να µην συντρέχουν ορισµένες Αρνητικές Προϋποθέσεις (Έλλειψη Κωλυµάτων) (αλλιώς ο Γάµος είναι Άκυρος). 3.2.2. Άκυρος Γάµος (ΑΚ 1372 επ.) Εάν δεν συντρέχει κάποια Θετική Προϋπόθεση ή συντρέχει κάποια Αρνητική Προϋπόθεση (Κώλυµα) (βλ. ανωτέρω 3.2.1(γ) και (δ)) ο Γάµος είναι Άκυρος (µε την εξαίρεση της περίπτωσης όπου οι µελλόνυµφοι έχουν το ίδιο φύλο, οπότε ο Γάµος είναι Ανυπόστατος). Για την ακύρωση όµως του Γάµου απαιτείται απόφαση ικαστηρίου (την ακύρωση τη ζητά οποιοσδήποτε εκ των συζύγων και όποιος άλλος έχει έννοµο συµφέρον από την ακύρωση του Γάµου). Μέχρι όµως την ακύρωση του µε την απόφαση του ικαστηρίου ο Γάµος παράγει κανονικά έννοµα αποτελέσµατα. Ειδικότερα: Θετικές Προϋποθέσεις που πρέπει να συντρέχουν για να είναι έγκυρος ο Γάµος είναι οι εξής: (i) ιαφορά φύλου των µελλονύµφων (γάµος µεταξύ προσώπων του ίδιου φύλου είναι Ανυπόστατος). (ii) ικαιοπρακτική ικανότητα των µελλονύµφων για σύναψη Γάµου: Ειδικότερα ικανότητα για σύναψη γάµου έχουν όσοι έχουν συµπληρώσει το 18 ο έτος της ηλικίας τους και δεν έχουν τεθεί σε καθεστώς ικαστικής Συµπαράστασης ή δεν είναι Παροδικά Ανίκανοι για ικαιοπραξία (για την 16

έννοια της Παροδικής Ανικανότητας για ικαιοπραξία και της ικαστικής Συµπαράστασης βλ. ανωτέρω Κεφάλαιο II 3.3.2.3. και 3.3.2.4) 3. Κωλύµατα Γάµου (Αρνητικές Προϋποθέσεις) είναι ορισµένες ιδιότητες οι οποίες, εφόσον συντρέξουν σε κάποιο πρόσωπο, αποκλείουν την τέλεση γάµου µεταξύ του προσώπου αυτού και (α) οποιουδήποτε άλλου πρόσωπο (Απόλυτα Κωλύµατα Γάµου) ή (β) ορισµένου άλλου πρόσωπο (Σχετικά Κωλύµατα Γάµου). Ειδικότερα τα Κωλύµατα, η συνδροµή ενός εκ των οποίων καθιστά το Γάµο άκυρο, είναι τα εξής: (i) Κώλυµα Υφιστάµενου Γάµου (Απόλυτο): Ο παντρεµένος δεν µπορεί να τελέσει νέο γάµο µε οποιοδήποτε πρόσωπο πριν λυθεί ή ακυρωθεί ο υφιστάµενος γάµος του. (ii) Κώλυµα Εξ Αίµατος Συγγένειας (Σχετικό): εν µπορούν να παντρευτούν µεταξύ τους πρόσωπο που είναι εξ αίµατος συγγενείς σε ευθεία γραµµή ή µέχρι και του τέταρτου βαθµού συγγενείς σε πλάγια γραµµή (π.χ. δεν παντρεύονται πρώτα εξαδέλφια). (iii) (iv) Κώλυµα Αγχιστείας (Σχετικό): εν µπορούν να παντρευτούν µεταξύ τους συγγενείς εξ αγχιστείας σε ευθεία γραµµή ή µέχρι και του τρίτου βαθµού σε πλάγια γραµµή. Κώλυµα Υιοθεσίας (Σχετικό): εν µπορεί να παντρευτεί αυτός που υιοθέτησε ή τα παιδιά του, µε αυτόν που υιοθετήθηκε. 3.2.3 Ακυρώσιµος Γάµος Ακυρώσιµος είναι ο Γάµος, όταν η Συναίνεση (Συµφωνία του µελλονύµφου) για την τέλεσή του ήταν προϊόν πλάνης ή απειλής και ειδικότερα όταν ο ένας σύζυγος: (α) πλανήθηκε ως προς την ταυτότητα του προσώπου του άλλου συζύγου και (β) εξαναγκάστηκε σε τέλεση του γάµου µε απειλή. Ο Ακυρώσιµος Γάµος παράγει όλα τα αποτελέσµατα του έγκυρου γάµου, ώσπου να ακυρωθεί µε δικαστική απόφαση. Το δικαίωµα ακύρωσης το έχει µόνο ο σύζυγος που πλανήθηκε ή απειλήθηκε (δηλαδή µόνο αυτός ζητά την ακύρωση από το αρµόδιο δικαστήριο). 3.2.4 Ανυπόστατος Γάµος Ο Ανυπόστατος Γάµος είναι ο ανύπαρκτος γάµος, που δεν παράγει καµιά νοµική ενέργεια, χωρίς να χρειάζεται δικαστική απόφαση που να διαπιστώνει την ελαττωµατικότητά του. Ανυπόστατος είναι ο Γάµος: (α) (β) (γ) Που έχει τελεσθεί µεταξύ ατόµων του ίδιου φύλου. Που έγινε κάτω από απόλυτη σωµατική βία. Που έγινε χωρίς να τηρηθεί ο νόµιµος Τύπος. Ειδικότερα και αναφορικά µε τον Τύπο, Ανυπόστατος είναι ο θρησκευτικός γάµος που έγινε χωρίς ιερολογία ή µε αντικανονική ιερολογία ή, στην περίπτωση ετεροδόξων ή ετεροθρήσκων, χωρίς ιερολογία κατά το δόγµα ή το θρήσκευµα του καθενός από αυτούς. Ανυπόστατος είναι ο πολιτικός γάµος, όταν οι δηλώσεις δεν έγιναν προς το δήµαρχο ή τον πρόεδρο της κοινότητας (ή το νόµιµο αναπληρωτή τους), αλλά προς άλλο αναρµόδιο πρόσωπο. 3 Εάν οι µελλόνυµφοι δεν έχουν συµπληρώσει το 18 ο έτος της ηλικίας τους, το δικαστήριο µπορεί, αφού ακούσει τους µελλονύµφους και τα πρόσωπα που έχουν την επιµέλεια του ανηλίκου, να επιτρέψει το γάµο και πριν από τη συµπλήρωση της ηλικίας των 18 ετών, αν η τέλεση του γάµου επιβάλλεται από σπουδαίο λόγο. 17

4. Λύση Γάµου - ιαζύγιο Ο Γάµος λύεται µε το θάνατο του ενός των συζύγων ή µε ιαζύγιο (η κήρυξη σε Αφάνεια δεν λύει τον Γάµο αλλά αποτελεί λόγο ιαζυγίου). ιαζύγιο είναι η λύση του Γάµου ενώ ζουν και οι δύο σύζυγοι, µε δικαστική απόφαση και για ορισµένους λόγους που προβλέπονται στο νόµο. Έχουµε δύο είδη ιαζυγίου, το Κατά Αντιδικία ιαζύγιο και το Συναινετικό ιαζύγιο. Κατά Αντιδικία ιαζύγιο (ΑΚ 1438 επ.) Απαιτείται απόφαση δικαστηρίου µετά από αίτηση (αγωγή διαζυγίου) του ενός των συζύγων (ενάγων). Καθένας από τους συζύγους (Ενάγων) µπορεί να ζητήσει το ιαζύγιο, όταν οι µεταξύ τους σχέσεις έχουν κλονιστεί τόσο ισχυρά, από λόγο που αφορά το πρόσωπο του Εναγοµένου ή και των δύο συζύγων (όχι µόνο το πρόσωπο του Ενάγοντα), ώστε βάσιµα η εξακολούθηση της έγγαµης σχέσης να είναι αφόρητη για τον Ενάγοντα.. Τον κλονισµό αυτό πρέπει να τον αποδείξει ενώπιον του δικαστηρίου ο σύζυγος που ζητά διαζύγιο (ο ενάγων). Το δικαστήριο για να αποφασίσει τη λύση του γάµου και να εκδώσει τη σχετική απόφαση θα πρέπει να εξετάσει εάν το κλονιστικό γεγονός που επικαλείται ο ενάγων, βάσιµα (δηλαδή κατά «λογική και δίκαιο κρίση»), καθιστά αφόρητη για το συγκεκριµένο σύζυγο (ενάγοντα) την εξακολούθηση της έγγαµης σχέσης. Ο κλονισµός όµως αυτός θα τεκµαίρεται (δηλαδή ο ενάγων δεν χρειάζεται να αποδείξει κλονισµό των συζυγικών σχέσεων) στις ακόλουθες περιπτώσεις: διγαµία, µοιχεία, εγκατάλειψη του ενάγοντα ή επιβουλή της ζωής του ενάγοντα από τον εναγόµενο. Εποµένως, στις περιπτώσεις αυτές ο εναγόµενος (δηλαδή ο σύζυγος κατά του οποίου στρέφεται η αίτηση διαζυγίου) είναι αυτός που φέρει το βάρος να αποδείξει ότι τα ανωτέρω γεγονότα δεν οδήγησαν σε κλονισµό του γάµου. Γεγονότα που θεωρούνται ότι κλονίζουν ισχυρά τις σχέσεις των συζύγων και καθιστούν βάσιµα αφόρητη για τον σύζυγο που αιτείται διαζύγιο την εξακολούθηση της έγγαµης σχέσης είναι µεταξύ άλλων τα ακόλουθα: απιστία, µη σεβασµός προς το σύζυγο, µη έντιµη και ηθική συµπεριφορά, ασθένεια και αναπηρία, µεγάλη διαφορά ηλικίας, ελλείψεις ή ανωµαλία στις συζυγικές σχέσεις, ψυχικές ανωµαλίες-διαταραχές, ασυµβίβαστα ιδιοσυγκρασίας και χαρακτήρα, διαφορά µόρφωσης και ενδιαφερόντων, διαφορά ανατροφής και κοινωνικής θέσης. Τέτοια περιστατικά µπορεί να µην οφείλονται σε υπαιτιότητα κανενός των συζύγων, αλλά απλά να µην είχαν υπολογιστεί ορθά από τους συζύγους κατά τη σύναψη του γάµου ή να είναι επιγενόµενα της διαφορετικής επαγγελµατικής-κοινωνικής εξελίξεως των συζύγων µετά τον γάµο. Εφόσον οι σύζυγοι βρίσκονται σε διάσταση συνεχώς από τέσσερα τουλάχιστον χρόνια, ο κλονισµός τεκµαίρεται αµάχητα και το διαζύγιο µπορεί να ζητηθεί, έστω και αν ο λόγος του κλονισµού αφορά το πρόσωπο του ενάγοντα.. ιάσταση είναι η φυσική και ψυχική αποµάκρυνση του ενός συζύγου από τον άλλο µε τη θέληση να µην έχουν πια κοινωνία βίου (κοινή ζωή). Συναινετικό ιαζύγιο (ΑΚ 1441) Για το συναινετικό διαζύγιο απαιτείται να συντρέχουν σωρρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις: (α) συµφωνία των συζύγων για το διαζύγιο, (β) κοινή Αίτηση Συναινετικού ιαζυγίου και από τους δύο συζύγους, (γ) ο Γάµος να έχει διαρκέσει τουλάχιστον ένα έτος και (δ) αν υπάρχουν παιδιά, έγγραφη συµφωνία των συζύγων που να ρυθµίζει την επιµέλεια των παιδιών και την επικοινωνία µε αυτά. 18

ΙV. ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΟ ΙΚΑΙΟ - ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Βιβλιογραφία: Απ. Γεωργιάδης, Κληρονοµικό ίκαιο (εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα - Κοµοτηνή 2010). Α Γεωργιάδης /Μ Σταθόπουλος, Αστικός Κώδιξ Κατ Άρθρο Ερµηνεία, (ΙΧ Κληρονοµικό ίκαιο (άρθρα 1710-1870) ( ίκαιο & Οικονοµία, Π Ν Σάκκουλας (1996)). Μ Σταθόπουλος /Μ Αυγουστιανάκης (επιµ.), Εισαγωγή στο αστικό δίκαιο (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, 1986). Φ ωρής, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο, Εγχειρίδιο, Γ Τεύχος (εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 1991). Φ ωρής, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο 100 Πρακτικά Θέµατα ιδακτικό Βοήθηµα (εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 1990. Κ Α Βαβούσκος, Εγχειρίδιο Αστικού ικαίου (Ε Έκδοση, 1995, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη). Κ Παναγόπουλος, ιάγραµµα Αστικού ικαίου Εισαγωγή στο δίκαιο και στο αστικό δίκαιο (εκδ. Π Ν Σάκκουλας, 1999). Π Αγαλλοπούλου, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο (2003). Αλ. Βάρκα Αδάµη, Εισαγωγή στο Αστικό ίκαιο (εκδ. Α Ν Σάκκουλα, Αθήνα Κοµοτηνή 2005). Ι Σ Σπυριδάκης, Εισηγήσεις Αστικού ικαίου ( Έκδοση, εκδ. Α Ν Σάκκουλα Αθήνα Κοµοτηνή 2006). 1. Έννοια και Περιεχόµενο Κληρονοµικού ικαίου Το Κληρονοµικό ίκαιο ρυθµίζει την τύχη των έννοµων σχέσεων του προσώπου µετά το θάνατό του (άρθρα 1710-2035 Αστικού Κώδικα). Μετά το θάνατο του προσώπου (Κληρονοµούµενος) η περιουσία του ως σύνολο (Κληρονοµία) περιέρχεται από το νόµο ή από διαθήκη σε ένα ή περισσότερα πρόσωπα (Κληρονόµοι). Εποµένως η φύση της κληρονοµικής διαδοχής είναι Άµεση και Καθολική. Ειδικότερα: Άµεση είναι η κληρονοµική διαδοχή διότι οι Κληρονόµοι διαδέχονται άµεσα τον Κληρονοµούµενο από τον χρόνο του θανάτου του (το εάν στη συνέχεια οι κληρονόµοι θα αποδεχτούν την κληρονοµία ή όχι είναι ένα άλλο ζήτηµα). Καθολική είναι η κληρονοµική διαδοχή διότι η Κληρονοµία µεταβιβάζεται στους Κληρονόµους καθολικά, δηλαδή ως σύνολο δικαιωµάτων και υποχρεώσεων (Ενεργητικό και Παθητικό). Στο Κληρονοµικό δίκαιο ρυθµίζονται µεταξύ άλλων τα ακόλουθα θέµατα: - Η κληρονοµική διαδοχή από ιαθήκη, - Η εξ αδιαθέτου κληρονοµική διαδοχή (δηλαδή κληρονοµική διαδοχή στις περιπτώσεις όπου δεν υπάρχει ιαθήκη), - Η νόµιµη µοίρα (δηλαδή η αναγκαστική (εκ του τόµου) κληρονοµική διαδοχή), η αποδοχή και την αποποίηση της Κληρονοµίας (π.χ. αποδοχή µε το ευεργέτηµα της απογραφής), - Η κληρονοµική αναξιότητα (περιπτώσεις όπου κάποιος δεν µπορεί να κληρονοµήσει εξαιτίας συγκεκριµένης συµπεριφοράς που επέδειξε προς τον Κληρονοµούµενο), - Η αγωγή περί κλήρου (δηλαδή το δικαίωµα Κληρονόµου να απαιτήσει δικαστικά αντικείµενο της Κληρονοµίας από αυτόν που το κατακρατεί), - Οι σχέσεις µεταξύ των περισσότερων Κληρονόµων, - Το κληρονοµητήριο, - Η κληροδοσία, - Η δωρεά αιτία θανάτου. 2. Είδη Κληρονοµικής ιαδοχής ιακρίνουµε τρία είδη κληρονοµικής διαδοχής: (α) την Κληρονοµική διαδοχή από ιαθήκη, (β) την Εξ Αδιαθέτου Κληρονοµική ιαδοχή (δηλ. χωρίς ιαθήκη) και (γ) την Αναγκαστική Κληρονοµική ιαδοχή (Νόµιµη Μοίρα). 19