ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΔΑΣ Ένας λογοτεχνικός μπουφές... για όλες τις ορέξεις ΑΘΗΝΑ 2009
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΔΑΣ ΤΑ ΜΕΖΕΔΑΚΙΑ Ένας λογοτεχνικός μπουφές... για όλες τις ορέξεις Αθήνα 2009
Τιτλος: Τα Μεζεδάκια Συγγραφεασ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΔΑΣ Copyright 2009 ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΣΤΑΔΑΣ Πρώτη έκδοση: Αθήνα, Οκτώβριος 2009 ISBN 978-960-564-016-3 Το παρόν έργο πνευματικής ιδιοκτησίας προστατεύεται κατά τις διατάξεις της ελληνικής νομοθεσία (Ν.2121/1993 όπως έχει τροποποιηθεί και ισχύει σήμερα) και τις διεθνείς συμβάσεις περί πνευματικής ιδιοκτησίας. Απαγορεύεται η κατ οποιονδήποτε τρόπο ή μέσο (ηλεκτρονικό, μηχανικό ή άλλο) αντιγραφή, φωτοανατύπωση και γενικώς αναπαραγωγή, μετάφραση, διασκευή, αναμετάδοση στο κοινό σε οποιαδήποτε μορφή και η εν γένει εκμετάλλευση του συνόλου ή μέρους του έργου χωρίς τη γραπτή άδεια του δικαιούχου συγγραφέα.
ΤΟ ΝΤΟΥΕΝΤΕ ΤΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ Όλοι οι συγγραφείς κάποια στιγμή έχουνε μια έμπνευση, μια αναλαμπή. Έρχεται στο μυαλό μας κάτι, μια λεπτομέρεια, μια φράση και το προσθέτουμε στο έργο μας. Ίσως αυτή η έμπνευση γίνει και η αφορμή για ένα καινούριο έργο Όμως πέρα από την φράση, την λεπτομέρεια που θα προσθέσουμε, τα υπόλοιπα τα γράφουμε με σκέψη, βάζουμε το μυαλό μας κάτω για να εφαρμόσουμε την ιδέα που είχαμε, να γράψουμε την συνέχεια, το μολύβι σταματάει, περιμένει την σκέψη να υπαγορεύσει την επόμενη λέξη Αλλά είναι και κάποιες φορές που δεν υπάρχει μόνο η έμπνευση είναι και κάτι άλλο. Είναι η στιγμή που νιώθεις μια έκσταση, ένα μεθύσι και το μολύβι δεν περιμένει πια τη σκέψη αλλά αρχίζει και τρέχει γράφει τη μία λέξη μετά την άλλη χωρίς σταματημό, χωρίς να καταλάβει ποια δύναμη το οδηγεί και υπαγορεύει τις λέξεις, χωρίς να προλάβει ο συγγραφέας να σκεφτεί τι γράφει και να φιλτράρει το μυαλό αυτό το νέο κείμενο που δημιουργείται και άθελά του, ίσως να το λογοκρίνει. Το μολύβι κινείται με μεγάλη ταχύτητα και δεν περιμένει, βγάζοντας μια αγνή δημιουργία δίχως το φιλτράρισμα που θα έκανε συνήθως ο συγγραφέας, γιατί έχει γραφτεί με ντουέντε. Είναι το ίδιο ντουέντε που περιγράφει και Φερντινάντο Γκαρσία Λόρκα, η ίδια έκσταση, πού μόνο την ώρα της κορύφωσης της ερωτικής πράξης μπορεί κάποιος να νιώσει
ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΤΑΔΑ Δεν είναι η μούσα, όπως λέει και ο Λόρκα. Είναι κάτι άλλο. Είναι μια πανάρχαια δύναμη που μοιάζει να βγαίνει από τα έγκατα της γης, σαν τη λάβα ενός ηφαιστείου, με την ίδια ορμή και ένταση. Δεν υπάρχει καλλιτέχνης που δε θα ήθελε να νιώσει μέσα του αυτόν τον αναβρασμό, την αίσθηση ότι το ζεστό αίμα κυλάει πιο γρήγορα στις φλέβες του ίσως του κόβεται η αναπνοή και η καρδία του χτυπάει τρελά και δημιουργεί Αυτό είναι το ντουέντε Μια αγνή δημιουργία που ούτε ο δημιουργός της ξέρει από πού ξεπετάχτηκε και που μετά το ντουέντε, θα αρχίσει να απορεί και ο ίδιος με τον εαυτό του όταν καταλάβει τι γέννησε η ψυχή του. Αυτό το ντουέντε χτυπά απροειδοποίητα και δυστυχώς δεν χτυπάει πάντα. Ο καλλιτέχνης που θα έχει ντουέντε κάποια στιγμή, μπορεί ποτέ ξανά στην ζωή του να μην νιώσει το ίδιο συναίσθημα. Γι αυτό όταν έρθει και φύγει, δεν μπορούμε να ξέρουμε πότε θα επαναληφθεί αλλά θα πρέπει να είμαστε ευτυχισμένοι ως καλλιτέχνες που νιώσαμε και εμείς το ντουέντε. 4
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ΟΙ ΜΕΖΕΔΕΣ
1 [1966] Δεκάρα την έβαλα δεκάρα την πήρα Εκείνη την εποχή, την έχω ακουστά, σαν την εποχή του «μουντζούρη». Ο «μουντζούρης», για όσους αυτό, είναι κάτι άγνωστο, ήταν η ονομασία της αμαξοστοιχίας του τρένου της εποχής, που αν είχες την ατυχία, να διασταυρωθείς μαζί του σε κάποια γέφυρα, τότε ως δια μαγείας, θα γινόσουν «αράπης», από τον καπνό που ξεφούρνιζε το φουγάρο του. Σε αυτή την εποχή, σε μια γειτονία κοντά στης γραμμές του τρένου, η παλιοπαρέα μας, έπαιζε ένα γνωστό ριψοκίνδυνο παιχνίδι: βάζαμε την δεκάρα, το νόμισμα της εποχής, πάνω στης γραμμές του τρένου και περιμέναμε τον «μουντζούρη» να περάσει και να την λιώσει, με αποτέλεσμα να μείνει από αυτήν, μόνο ένα κομμάτι λιωμένο μέταλλο. Αυτό το θέαμα έτυχε να το παρακολουθήσει ο μικρός της παρέας, και του έκανε μεγάλη εντύπωση. Γιατί το κάνετε αυτό; ρώτησε ο μικρός. Γιατί αν βάλουμε την δεκάρα στις γραμμές του τρένου, μόλις περάσει ο μουντζούρης θα την κόψει στα δυο και θα έχουμε δυο δεκάρες! Απάντησε ο πονηρός της παρέας και συμπλήρωσε: Αν βάλουμε μια δεκάρα θα το δεις ότι έχω δίκιο Τότε μας έκλεισε το μάτι και συνέχισε: Δώσε μου μια δεκάρα! 7
ΔΗΜΗΤΡΗ ΣΤΑΔΑ Ο μικρός έδωσε την δεκάρα του ανυποψίαστος, στον φίλο μας κι αυτός με μια αστραπιαία κίνηση, έκανε ένα σάλτο στις γραμμές του τρένου και άφησε την δεκάρα πάνω στις ράγες. Μετά από αυτό, όλοι μας περιμέναμε τον μουντζούρη γεμάτοι αγωνία και περιέργεια. Τι είχε σκαρφιστεί ο πονηρός μας φίλος; Η περισσότερη αγωνία από όλους καθρεφτιζόταν στα μάτια του μικρού, που σε εκείνα τα λεπτά της αναμονής, έμοιαζε σαν να του είχε κοπεί η αναπνοή. Σε λίγο όλοι κατάπιαμε το σάλιο μας, μόλις είδαμε τα πρώτα ίχνη καπνού στον ουρανό. Ήταν ο μουντζούρης! Η αμαξοστοιχία ερχόταν περήφανη από μακριά, μαυρίζοντας τον περίγυρο. Όλοι κοιτούσαμε τον «μουντζούρη» με δέος και με κάποιον κρυφό θαυμασμό, να μας πλησίαζε σιγά σιγά. Σε λίγο πέρασε καμαρωτά από μπροστά μας, δίνοντάς μας τάχα την εντύπωση, ότι αδιαφορεί για την παρουσία μας. Λίγο αργότερα το τελευταίο βαγόνι του τρένου, εξαφανιζόταν στον ορίζοντα. Τότε ο φίλος μας έκανε ένα ακόμα σάλτο στις ράγες και αδιαφορώντας για το λιωμένο μέταλλο που πετάχτηκε μακριά, έβγαλε κρυφά από την τσέπη του, δυο γυαλιστερές δεκάρες, και άρχισε να φωνάζει στον μικρό. Πέτυχε! Κάτσε να σου δείξω Σε λίγο το πρόσωπο του μικρού, φωτίστηκε με ένα χαμόγελο όταν είδε ότι κρατούσε στα χέρια του όχι μια, αλλά δύο δεκάρες! Ήταν γι αυτόν κάτι σα θαύμα Η ιστορία θα τελείωνε εδώ, αν η παλιοπαρέα δεν μετάτρεπε αυτήν τη φάρσα σε συνήθεια. Κι αυτό, γιατί από τότε, ο μικρός έδινε δεκάρες σε όποιον 8
ΜΕΖΕΔΑΚΙΑ από εμάς έβρισκε, για να τον βοηθήσει στον πολυπόθητο πολλαπλασιασμό έναν πολλαπλασιασμό που για εμάς δεν ήταν πάντα τόσο ευχάριστος, αλλά αντίθετα είχε αρχίσει να γίνεται ενοχλητικός. Έτσι ο μικρός μπόμπιρας κατέληγε θυμωμένος γιατί δεν έβρισκε κάποιον να πάρει την δεκάρα του και να την τοποθετήσει ευλαβικά πάνω στις γραμμές του τρένου. Αυτό που συνέβη λίγες μέρες αργότερα, θα έπρεπε να το είχαμε προβλέψει και να είχαμε καταλάβει ότι μια μέρα ο μικρός, θα μάζευε όλο του το θάρρος και θα τολμούσε... να βάλει μόνος του την δεκάρα στις ράγες Λίγα λεπτά μετά το πέρασμα του τρομερού «μουντζούρη», είδαμε τον μικρό μπόμπιρα να πηγαίνει κλαίγοντας προς την μητέρα του, φωνάζοντας: Δεκάρα την έβαλα δεκάρα την πήρα! Λίγο αργότερα, όταν δώσαμε γελώντας τις απαραίτητες εξηγήσεις στην μητέρα του, παραδεχτήκαμε ότι δεν θα έπρεπε να κοροϊδέψουμε έτσι τον μικρό, γιατί θα μπορούσε να είχε πάθει κάτι κακό. Όμως τότε πως θα διαβάζατε αυτήν την χαριτωμένη ιστορία; 9