Ελένη Νιξαρλίδου. Το περιοδικό «Ελληνίς» ( ): η αναπαράσταση των γυναικείων ταυτοτήτων στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου

Σχετικά έγγραφα
Ενδεικτικές απαντήσεις στα θέματα της Ιστορίας. κατεύθυνσης των Πανελλαδικών εξετάσεων 2014

Φορείς των νέων ιδεών ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΙ ΥΠΟΨΗΦΙΟΙ

ΙΣΤΟΡΙΑ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

Συντοµογραφίες 11 Πρόλογος 13 Εισαγωγή 15

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΤΗΝ ΑΣΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗ. Γ. ΟΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΚΑΤΑ ΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ

Ιστορία της Πανεπιστημιακής Εκπαίδευσης στην Ελλάδα: Το παράδειγμα των Φιλοσοφικών Σχολών

Παιδαγωγοί και παιδαγωγική σκέψη στον ελληνόφωνο χώρο (18ος αιώνας- Μεσοπόλεμος)

ENA, Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών Ζαλοκώστα 8, 2ος όροφος T enainstitute.org

ΓΕΝEΣΗ ΚΑΙ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ Κοινωνίες αγροτικού τύπου (παραδοσιακές, στατικές κοινωνίες)

Συνέντευξη από την Ανδρούλλα Βασιλείου, Επίτροπο εκπαίδευσης, πολιτισμού, πολυγλωσσίας και νεολαίας

ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ 13 ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ 15 ΑΝΤΙ ΠΡΟΛΟΓΟΥ 17 ΠΡΟΛΟΓΟΣ 21 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΡΟΖΑΣ ΙΜΒΡΙΩΤΗ 23 ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΟΥ 24 ΕΙΣΑΓΩΓΗ 25

κατεύθυνση της εξάλειψης εθνοκεντρικών και άλλων αρνητικών στοιχείων που υπάρχουν στην ελληνική εκπαίδευση έτσι ώστε η εκπαίδευση να λαμβάνει υπόψη

Ενότητα 20 - Από την έξωση του Όθωνα (1862) έως το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η άφιξη του βασιλιά Γεωργίου του Α.

ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΩΠΟ. Καταστατικό

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΑ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΑ ΚΟΛΛΙΝΤΖΑ

ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΚΑΙ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης

Συνεργασία για την Ανοικτή Διακυβέρνηση. Σχέδιο Δράσης

ΟΙ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΟΠΤΙΚΕΣ ΤΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ Τ.Ε.Φ.Α.Α.

Ο ΡΟΛΟΣ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΣΤΑ ΜΕΓΑΛΑ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΤΟΥ 20 ΟΥ ΑΙΩΝΑ

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΟΡΙΣΜΟΣ

Ομιλία Δημάρχου Αμαρουσίου Γιώργου Πατούλη Έναρξη λειτουργίας Γραφείου Ενημέρωσης ΑΜΕΑ

«ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ: Προσθέτει χρόνια στη ζωή αλλά και ζωή στα χρόνια»

Η Διδασκαλία της Νεοελληνικής Γλώσσας στην Ουκρανία

334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα)

Ενότητα 27- Το κίνημα στο Γουδί (1909) Ιστορία Γ Γυμνασίου. Το κίνημα στο Γουδί (αφίσα της εποχής)

ΟΜΟΣΠΟΝΔΙΑ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΩΝ ΕΛΛΑΔΟΣ (Ο.Ε.Φ.Ε.) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ 2019 A ΦΑΣΗ

Ειδικό Φροντιστήριο Στην Ελληνική Γλώσσα Απαντήσεις

Η λειτουργία των Εδρών Νεοελληνικής Γλώσσας και Πολιτισμού και τα προγράμματα Ελληνικών σπουδών στη Λετονία

Πρότυπα-πειραματικά σχολεία

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

φιλολογικές σελίδες, ιστορία κατεύθυνσης γ λυκείου

Πρόλογος: Κογκίδου ήµητρα. Εκπαιδευτική Ηγεσία και Φύλο. Στο: αράκη Ελένη (2007) Θεσσαλονίκη: Επίκεντρο.

Είδαμε τη βαθμολογία των μαθητών στα Μαθηματικά της προηγούμενης σχολικής χρονιάς. Ας δούμε τώρα πώς οι ίδιοι οι μαθητές αντιμετωπίζουν τα Μαθηματικά.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ

Η καμπάνια του ΟΗΕ HeforShe - Ένα κίνημα αλληλεγγύης ανδρών και γυναικών για την ισότητα των φύλων

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ: Ιστορική αναδροµή του ελληνικού εκπαιδευτικού συστήµατος. Οι µεταρρυθµίσεις του Το σηµερινό εκπαιδευτικό σύστηµα

20 Νοεμβρίου Κυρίες και κύριοι, Καλησπέρα σας.

Στερεότυπα φύλου στις επαγγελματικές επιλογές των νέων γυναικών

Χαιρετισμός του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Νίκου Αναστασιάδη στην τελετή αποφοίτησης στο Πανεπιστήμιο Κύπρου Τρίτη 21 Ιουνίου 2016

Η εποχή του Διαφωτισμού

Επαγγελματικές Προοπτικές. Επιστημόνων Κοινωνικής Πολιτικής στην Εκπαίδευση. Πρόεδρος Τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής, Πάντειο Πανεπιστήμιο

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΟΙ ΠΙΝΑΚΕΣ ΒΑΣΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΓΕΓΟΝΟΤΩΝ

ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΣΤΑ ΚΕΝΤΡΑ ΛΗΨΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΩΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ

ΟΛΟΗΜΕΡΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΔΙΑΚΟΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΡΧΟΝΤΟΥΛΑ ΣΧΟΛΙΚΗ ΣΥΜΒΟΥΛΟΣ 2 ΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΦΕΡΕΙΑΣ ΣΑΜΟΥ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ 11:53

ΘΕΜΑΤΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ Λυκείου- Θεωρητική

ICOM και ΜΟΥΣΕΙΟΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

Εισαγωγή στις Επιστήμες της Αγωγής

η πορεία προς την πτώση της πρώτης δηµοκρατίας και η δικτατορία της 4 ης Αυγούστου

«Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή»

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ: ΔΟΜΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ

Τμήμα Κλασικών Σπουδών και Φιλοσοφίας

12 Ο ΠΑΡΑΔΟΣΙΑΚΟΣ ΧΟΡΟΣ στην εκπαιδευση

ΔΙΔΑΚΤΙΚΗ ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ. Απαντήσεις Θεμάτων Πανελληνίων Εξετάσεων Εσπερινών Επαγγελματικών Λυκείων (ΟΜΑΔΑ Α )

Η Έννοια της Εταιρικής Σχέσης & τα νέα Χρηματοδοτικά Εργαλεία της Τοπικής Αυτοδιοίκησης

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (5/2/2017)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΟΜΑΔΑΣ ΠΡΟΣΑΝ ΑΤΟΛΙΣΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

Σάββατο, 01 Ιουνίου 2002 ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΟΜΑ Α Α

Κοινή Γνώμη. Κολέγιο CDA ΔΗΣ 110 Κομμωτική Καρολίνα Κυπριανού 11/02/2015

Δομές Ειδικής Αγωγής στην Δευτεροβάθμια. Εκπαίδευση και Εκπαιδευτική Ηγεσία: ο ρόλος. του Διευθυντή μέσα από το υπάρχον θεσμικό.

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΑ ΔΙΑ ΒΙΟΥ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ: Η ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΩΝ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΝΙΣΟΤΗΤΩΝ

ΒΑΣΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ

Κρήτη Εθνικές Εκλογές 25 Ιανουαρίου 2015

ΚΕΝΤΡΟ ΕΡΕΥΝΩΝ ΓΙΑ ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΟΤΗΤΑΣ (Κ.Ε.Θ.Ι.)

ΑΡΧΗ 1ΗΣ ΣΕΛΙ ΑΣ ΟΜΑ Α Α

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

ΠΑΝΕΛΛΑΔΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ Γ ΤΑΞΗΣ ΗΜΕΡΗΣΙΟΥ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΕΣ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΘΕΜΑΤΩΝ

ΦΟΡΜΑ ΥΠΟΒΟΛΗΣ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΟΜΙΛΟΥ ΟΝΟΜΑΤΕΠΩΝΥΜΟ. Βαρβάρα Δερνελή ΕΚΠ/ΚΟΥ. Β Τάξη Λυκείου

ΠΑΡΑΓΩΓΗ ΓΡΑΠΤΟΥ ΛΟΓΟΥ ΩΣ ΜΕΣΟ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ ΤΗΣ ΜΗ ΒΙΑΣ ΤΩΝ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΓΗΓΕΝΩΝ ΜΑΘΗΤΩΝ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

ΑΡΗΣ ΑΣΛΑΝΙΔΗΣ Φυσικός, M.Ed. Εκπαιδευτικός-Συγγραφέας

Συντάχθηκε απο τον/την Άννα Φραγκουδάκη - Τελευταία Ενημέρωση Κυριακή, 26 Σεπτέμβριος :28

Η ΕΠΙΔΡΑΣΗ TOT ΣΥΣΤΗΜΑΤΟΣ ΤΩΝ ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΩΝ ΕΞΕΤΑΣΕΩΝ ΣΤΑ ΑΕΙ ΣΤΗ ΣΥΝΘΕΣΗ ΤΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ ΤΗΣ ΑΒΣΘ ΓΙΑΝΝΗ ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΙΟΥ

ΤΜΗΜΑ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΦΑΚΕΛΟΣ ΟΙ ΚΟΜΜΑΤΙΚΕΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΕΣ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ

Ο ΘΕΣΜΟΣ ΤΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΑΘΗΝΑ

ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΗ (ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΒΙΑ)

Πανελλαδική πολιτική έρευνα γνώμης ΠΕΙΡΑΙΑΣ Μάρτιος 200 Μάρτιος 2008 Έρευνα 11-13/3

ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ Ο.Ε.Φ.Ε ΘΕΜΑΤΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ ΟΜΑ Α Α

ΚΕΙΜΕΝΑ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ Β ΛΥΚΕΙΟΥ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ. 22/5/2012 INTERNATIONAL SCHOOL OF ATHENS Κεφαλληνού Λουκία

ν ήβω φ ν Ε ω ουλή τ Β

ΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ. Α1. 1. Να δώσετε τον ορισµό των όρων : α) «Πεδινοί» β) «Βενιζελισµός»

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΑΓΩΓΗΣ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΤΜΗΜΑ ΠΡΟΣΧΟΛΙΚΉΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ

ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΕΣ ΔΙΕΞΟΔΟΙ ΤΩΝ ΑΠΟΦΟΙΤΩΝ ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΒΑΛΚΑΝΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΔΥΤΙΚΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

ΘΕΩΡΗΤΙΚΟ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ

ΕΥΗ ΧΡΙΣΤΟΦΙΛΟΠΟΥΛΟΥ - "ΡΥΘΜΙΣΕΙΣ ΣΤΟ ΝΕΟ ΛΥΚΕΙΟ ΜΕ ΕΥΡΕΙΑ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗ"

Μαρί-Κωνστάνς Κων/νου

Ο κοινωνικός διάλογος στη Ρουμανία. Άρπαντ Σούμπα Ομοσπονδία των μεταλλουργών «Μετάλ»

ΑΡΧΗ 1ης ΣΕΛΙΔΑΣ ΕΞΕΤΑΖΟΜΕΝΟ ΜΑΘΗΜΑ : ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΑΞΗ / ΤΜΗΜΑ : Γ ΛΥΚΕΙΟΥ ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΠΕΡΙΟΔΟΥ : ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2018 ΣΥΝΟΛΟ ΣΕΛΙΔΩΝ : 5

Η ΡΩΣΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ - I ΡΥΣΗ ΚΑΙ ΕΞEΛΙΞΗ ΤΗΣ ΣΟΒΙΕΤΙΚHΣ EΝΩΣΗΣ

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΕΞΕΤΑΣΤΕΑ ΥΛΗ ΣΧΟΛ. ΕΤΟΣ ΤΑΞΗ Γ

Master s Degree. Μεταπτυχιακό στις Επιστήμες Αγωγής (Εξ Αποστάσεως)

ΛΥΚΕΙΟ ΚΟΚΚΙΝΟΧΩΡΙΩΝ «Προκλήσεις και Διέξοδοι. Η διαμόρφωση της ταυτότητας του πολίτη στον 21ο αιώνα»

ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΓΕΝΙΚΗΣ ΠΑΙ ΕΙΑΣ ΓΕΝΙΚΟΥ ΛΥΚΕΙΟΥ ΚΑΙ Γ ΤΑΞΗΣ ΕΠΑΛ (ΟΜΑ Α Β ) 2010

ΓΣΕΒΕΕ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΕΤΉΣΙΟ ΠΡΌΓΡΑΜΜΑ ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΏΝ ΔΡΆΣΕΩΝ

Πανελλαδική έρευνα γνώμης ΠΕΙΡΑΙΑΣ Σεπτέμβρι Σεπτέμβρ ος 200 ιος 2007 Έρευνα 25-27/09

ΚΕΙΜΕΝΟ ΟΙ ΑΡΕΤΕΣ ΤΟΥ ΛΟΓΟΥ

Transcript:

Ελένη Νιξαρλίδου Το περιοδικό «Ελληνίς» (1921-1940): η αναπαράσταση των γυναικείων ταυτοτήτων στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου Επόπτρια Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου Θεσσαλονίκη 10-04-2013.

Γυναίκες της Ελλάδας, είσθε έτοιμες να δεχθείτε την ώρα που έρχεται αναγκαστικά; Είσθε άξιες να δεχθείτε την ελευθερία που θα σας δοθεί; Γυναίκες, η Ζωή σας καλεί, πώς θα της απαντήσετε; Η Νέα Ζωή θέλει άτομα κι όχι όργανα, άτομα παραγωγικά μέσα στην κοινωνία κι όχι παράσιτα, θέλει Γυναίκες, Γυναίκες, Δουλεύτρες και Μητέρες μ επίγνωση της αποστολής τους που θα ξέρουν και ν αναθρέψουν το παιδί τους σ Ανθρωπο και να το προστατέψουν ενάντια κάθε πρόληψης, γιατί θα του αρκεί πώς έχει Μητέρα, Γυναίκες που θα μάθουν στους Αντρες την Αξία που περιφρονούν γιατί δεν την ξέρουν, ενός ισότιμου Συναγωνιστή και Σύντροφου. Αλκης Θρύλος 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ Πρόλογος..5 Μέρος Α : Θεωρητική εισαγωγή 1. Οικονομικό-κοινωνικό-πολιτικό-πολιτιστικό πλαίσιο του πρώτου μισού του 20 ο αιώνα...8 2. Ο Φεμινισμός του Μεσοπολέμου και οι γυναικείες οργανώσεις...15 3. Πρώτο κύμα Φεμινισμού...27 4. Γυναικεία περιοδικά στο Μεσοπόλεμο...33 4.1.Γυναικεία γραφή στο Μεσοπόλεμο...39 Μέρος Β : Η έρευνα Κεφάλαιο Α 1. Σκοπός και στόχοι της έρευνας...43 1.1.Επιμέρους στόχοι της εργασίας...43 1.2.Μεθοδολογία...43 1.3. Η αποδελτίωση και κατηγοριοποίηση των άρθρων...46 Κεφάλαιο Β Το περιοδικό «Ελληνίς» (1921-1940): η αναπαράσταση των γυναικείων ταυτοτήτων στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου 1. Το περιοδικό «Ελληνίς»...47 1. Η Ελληνίδα: ο εθνικός ρόλος των γυναικών...58 1.1. Μητέρα...70 1.2. Σύζυγος...80 1.3. Νοικοκυρά...85 2. Γυναίκα και Εκπαίδευση...93 2.1. Ο ρόλος της γυναικείας εκπαίδευσης...93 2.2. Γυναίκα και επαγγελματική εκπαίδευση...102 2.3. Γυναίκα και οικιακή εκπαίδευση...108 2

2.4. Γυναίκα και γεωργική εκπαίδευση...112 3. Η Ελληνίδα και τα δικαιώματά της...114 3.1. Πολιτικά...123 3.2. Αστικά...152 3.2.1. Γυναίκα και συνδικαλισμός...161 3.3.Κοινωνικά...163 3.3.1. Γυναίκα και Φεμινισμός...167 4. Γυναίκα-Εργασία-Οικονομία.175 4.1. Αγρότισσα...203 4.2. Δασκάλα...207 4.3. Δημοσιογράφος..212 4.4. Επιστήμονας...214 4.5. Καπνεργάτρια...224 4.6. Μαία...226 4.7. Νοσοκόμα..226 4.8. Ξεναγός..232 4.9. Υπηρέτρια..232 5. Γυναίκα-Πολιτισμός...234 5.1. Η γυναίκα πρέσβης ειρήνης...244 5.2. Γυναίκα και αθλητισμός...248 5.3. Γυναίκα και Τέχνες 252 5.4. Γυναίκα και εξωτερική εμφάνιση..254 6. Η σχέση της Ελληνίδας με το περιοδικό «Ελληνίς» 257 Επιλεγόμενα..265 Πηγές...281 Βιβλιογραφία...282 Ξενόγλωσση και μεταφρασμένη...289 3

Παράρτημα Ι...290 Παράρτημα ΙΙ...308 4

Πρόλογος Αφετηρία της ενασχόλησής μου με το συγκεκριμένο θέμα αποτέλεσε κατά κύριο λόγο η συμμετοχή μου στο Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών στην Παιδαγωγική της Ισότητας των Φύλων. Στα πλαίσια του οποίου ήρθα σε επαφή για πρώτη φορά με θεματικές που αφορούν την ιστορία των γυναικών, τις θεωρίες του φύλου στην εκπαίδευση, τη διάσταση του φύλου στην ιστορία της εκπαίδευσης, φύλο και ψυχολογικές προσεγγίσεις, το φύλο και η σχολική επίδοση, η κατασκευή του φύλου στα επίσημα αναλυτικά προγράμματα, φύλο και επαγγελματικές επιλογές, φύλο και εκπαιδευτικές πολιτικές, φύλο και ιδιότητα του πολίτη, εκπαιδευτική ηγεσία και φύλο. Επιπλέον, μου δόθηκε η ευκαιρία να διδαχτώ ερευνητικές μεθόδους και τεχνικές όπως η ερμηνευτική μέθοδος, η ποιοτική ανάλυση περιεχομένου και η κριτική ανάλυση λόγου. Η εργασία που επέλεξα να εκπονήσω με τίτλο «Το περιοδικό Ελληνίς: 1921-1940: αναπαραστάσεις της γυναικείας ταυτότητας στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου» εντάσσεται στη θεματική της Ιστορίας των Γυναικών και χρονικά τοποθετείται την περίοδο του Μεσοπολέμου. Ο Φεμινισμός του Μεσοπολέμου αποτελεί ορόσημο για τις γυναικείες διεκδικήσεις. Διαμόρφωσε ένα σαφές και ολοκληρωμένο πρόγραμμα για την έξοδο των γυναικών σε όλες τις πτυχές της δημόσιας ζωής. Πιο συγκεκριμένα, η παρούσα εργασία θα προσπαθήσει να φέρει στην επιφάνεια τη νέα εικόνα της γυναίκας έτσι όπως αυτή προβάλλεται μέσα από τα άρθρα του περιοδικού «Ελληνίς» κατά την περίοδο του Μεσοπολέμου. Θα αναδείξει κύρια μοντέλα ρόλων που θα καθορίζουν τα συστατικά των κυρίαρχων γυναικείων ταυτοτήτων. Την περίοδο του Μεσοπολέμου η συμμετοχή των γυναικών στη μισθωτή εργασία διευρύνεται σημαντικά. Η Μικρασιατική καταστροφή και η έλευση των προσφύγων συντελεί στην επέκταση της γυναικείας συμμετοχής στη βιομηχανική εργασία. Η διευρυνόμενη συμμετοχή των γυναικών στις μισθωτές σχέσεις αποτελεί πλέον γενονός και στην Ελλάδα. Η Ελληνίδα κατόρθωσε να καταρρίψει το αρσενικό άβατο του δημόσιου τομέα. Ετσι, η Ελληνίδα εκτός από το επάγγελμα της δασκάλας διεισδύει και σε άλλα νέα «γυναικεία επαγγέλματα» όπως αυτά των δακτυλογράφων, γραμματέων, τηλεφωνητριών, ξεναγών. Θα αγωνιστεί να γίνει διπλωμάτης, υπαστυνόμος, ανώτερο στέλεχος σε δημόσιες υπηρεσίες. Αλλά και στον επιστημονικό χώρο δε φαίνεται να υστερεί, γίνεται γιατρός, δικηγόρος, φαρμακοποιός, οδοντίατρος, χημικός, φιλόλογος. Ακόμη η συγκεκριμένη μελέτη θα αναδείξει τους τρόπους με τους οποίους έγινε δυνατή η πρόσβαση των γυναικών στην πολιτική ζωή της χώρας. Πώς οι γυναίκες μέσα από τα άρθρα του περιοδικού συγκροτούν και αρθρώνουν δημόσιο λόγο σε σχέση με τη διεκδίκηση των πολιτικών, αστικών, κοινωνικών και επαγγελματικών τους δικαιωμάτων. Η παρούσα εργασία θα μπορούσε να είναι ένα χρήσιμο εργαλείο για όποιον (φοιτητή/τρια, εκπαιδευτικό, ερευνητή) ασχολείται με θέματα Φύλου και θέλει να μελετήσει τις 5

γυναικείες ταυτότητες, έτσι όπως αυτές διαμορφώθηκαν την περίοδο του Μεσοπολέμου, μέσα από πρωτογενείς πηγές, όπως αυτή του φεμινιστικού περιοδικού «Ελληνίς». Η εργασία χωρίζεται σε δύο μέρη: Α Θεωρητική εισαγωγή, Β Ερευνα. Το θεωρητικό μέρος αποτελείται από τέσσερα κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται το ιστορικόκοινωνικό-πολιτικό-οικονομικό-πνευματικό πλαίσιο της Ελλάδας του Μεσοπολέμου μέσα στο οποίο γεννήθηκε και αναδείχθηκε η ιδιαίτερη φυσιογνωμία του περιοδικού. Στο δεύτερο κεφάλαιο παρουσιάζεται ο Φεμινισμός του Μεσοπολέμου και οι γυναικείες οργανώσεις. Πιο συγκεκριμένα, ποιο είναι το περιεχόμενο του μεσοπολεμικού φεμινισμού. Τι ορίζουν ως «φεμινισμό» οι ίδιες οι γυναίκες που αγωνίζονται οργανωμένες σε διάφορα σωματεία για την κατάκτηση της ψήφου και την απάλειψη των κοινωνικών διακρίσεων σε βάρος τους. Ποιες είναι οι τάσεις και τα ρεύματα του μεσοπολεμικού γυναικείου κινήματος. Στο τρίτο κεφάλαιο γίνεται αναφορά στο πρώτο κύμα φεμινισμού. Η εποχή του Μεσοπολέμου είναι η περίοδος που σηματοδοτεί την αρχή του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα και είναι η πρώτη φορά που μπορούμε να αναφερόμαστε στο φεμινιστικό κίνημα. Στο τέταρτο κεφάλαιο παρουσιάζονται τα γυναικεία περιοδικά του Μεσοπολέμου. Πώς μέσα από τα φεμινιστικά περιοδικά εκφράζεται ο πλουραλισμός των φεμινιστικών ιδεών. Πώς αυτά αντανακλούν την πολυφωνία του φεμινιστικού κινήματος. Πώς μέσα από τα φεμινιστικά περιοδικά οι φεμινίστριες αρθρογράφοι των περιοδικών προσπαθούν να ερευνήσουν σε βάθος τα προβλήματα των γυναικών και να αναζητήσουν τις λύσεις τους. Πώς αυτά γίνοντα τα μέσα για τη διάδοση των αρχών της ισότητας των φύλων και πώς συμβάλλουν στην εδραίωση της παραπάνω αρχής και στην αφύπνιση της κοινής γνώμης. Πώς αρθρώνεται ο φεμινιστικός γυναικείος λόγος του Μεσοπολέμου. Το δεύτερο μέρος, το ερευνητικό, αποτελείται από δύο κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο παρουσιάζεται η μεθοδολογία έρευνας και ο σκοπός και οι στόχοι της εργασίας. Το δεύτερο κεφάλαιο, χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο μέρος διαπραγματεύεται τη φυσιογνωμία του περιοδικού «Ελληνίς». Στο δεύτερο μέρος καταγράφονται τα αποτελέσματα της έρευνας, έτσι όπως προέκυψαν μετά την αποδελτίωση του υλικού. Η παρουσίαση των αποτελεσμάτων γίνεται κατά κατηγορία. Ετσι οι κύριες κατηγορίες που προέκυψαν μετά την αποδελτίωση είναι: Η Ελληνίδα: ο εθνικός ρόλος των γυναικών, Γυναίκα και Εκπαίδευση, η Ελληνίδα και τα δικαιώματά της, Γυναίκα-Εργασία- Οικονομία, Γυναίκα - Πολιτισμός, η σχέση της Ελληνίδας με το περιοδικό «Ελληνίς». Στο τέλος της εργασίας παρουσιάζονται τα συμπεράσματα, έτσι όπως αυτά προέκυψαν από τη μελέτη του υλικού. Επειτα, δίνονται οι πηγές που χρησιμοποιήθηκαν και η βιβλιογραφία. Δύο παραρτήματα δίνονται στο τέλος. Το πρώτο παράρτημα περιλαμβάνει αναλυτικό κατάλογο των ετών και τευχών του περιοδικού «Ελληνίς» που χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα, αλφαβητικό κατάλογο των αρθρογράφων, τα άρθρα των οποίων χρησιμοποιήθηκαν στην έρευνα και κατάλογο των άρθρων που χρησιμοποιήθηκαν κατά θεματική κατηγορία. Στο δεύτερο παράρτημα δίνονται βιογραφικά σημειώματα κάποιων γυναικών-αρθρογράφων που έγραψαν στο περιοδικό. Φτάνοντας στο τέλος αυτής της διαδρομής αισθάνομαι έντονα την ανάγκη να εκφράσω τις ευχαριστίες μου στην καθηγήτρια του Διατμηματικού Μεταπτυχιακου Τμήματος, κ.κ. 6

Σιδηρούλα Ζιώγου-Καραστεργίου για την πολύτιμη βοήθειά της, την καθοδήγηση και την υποστήριξή της για την πραγματοποίηση αυτής της εργασίας. Επίσης, θερμές ευχαριστίες θέλω να εκφράσω στην καθηγήτρια του Διατμηματικού Μεταπτυχιακού Τμήματος, κ.κ. Βασιλική Δεληγιάννη που μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω και να μελετήσω τις Σπουδές Φύλου. Ιδιαίτερα, ευχαριστώ την Ολγα Παντούλη, η συμβολή της οποίας υπήρξε σημαντική σε όλη τη διάρκεια των μεταπτυχιακών μου σπουδών. Τέλος, ευχαριστώ όλους εκείνους που με το δικό τους τρόπο συνέβαλαν στην πραγματοποίηση αυτής της εργασίας. 7

Μέρος Α : Θεωρητική εισαγωγή 1. Οικονομικό-κοινωνικό-πολιτικό- πολιτιστικό πλαίσιο του πρώτου μισού του 20 ο αιώνα. Από τα τέλη του 19 ου αιώνα η ελληνική κοινωνία είχε αρχίσει να μεταβάλλει χαρακτήρα και η σύγκρουση ανάμεσα στην αστική τάξη και τα παραδοσιακά κοινωνικά στρώματα πήγαινε να καταλήξει σε νίκη της πρώτης. Από το 1909 ως το 1935 η ελληνική κοινωνία γνώρισε κυμάνσεις, αναστατώσεις και ξαφνικές αλλαγές, εξαιτίας της οικονομικής κατάστασης, των πολεμικών γεγονότων και των μεγάλων δημογραφικών μεταβολών. Το 1920 ο πληθυσμός του ελληνικού κράτους ανήλθε, στα εδάφη μετά τη συνθήκη της Λωζάνης, σε 5.016.889, με μια πυκνότητα 39,50 κατοίκους στο χμ2. Τέλος, η απογραφή του 1928 έδειξε πληθυσμό 6.204.684 και πυκνότητα 47,99 κατοίκους στο χμ2, ενώ ο πληθυσμός της πρωτεύουσας συνέχιζε την εκρηκτική άνοδό του: 450.000 κάτοικοι το 1920, 800.000 το 1928. Στη σύνθεσή του ο ελληνικός πληθυσμός δεν γνώρισε ριζικές αλλαγές. Από το 1907-1928 ο αγροτικός (οικονομικά ενεργός) πληθυσμός κυμάνθηκε, χονδρικά, ανάμεσα στο 45% και στο 55%. Αυτό βέβαια οφειλόταν και στη συνεχή απελευθέρωση περιοχών με μεγάλο ποσοστό αγροτικών πληθυσμών. Γενικά, από το 1909 ως το 1935 η ελληνική κοινωνία χαρακτηριζόταν από μια εξαιρετική κινητικότητα και ελαστικότητα στους σχηματισμούς και μετασχηματισμούς της που οφείλονταν στις ποικίλες αλλεπάλληλες μεταβολές. Η ανάπτυξη της βιομηχανίας, που σε ένα σημαντικό ποσοστό έγινε με την παρέμβαση του ξένου κεφαλαίου, στηρίχτηκε ως ένα βαθμό στην υποτίμηση της δραχμής και στη μεγάλη προσφορά εργατικής δύναμης, που καθιστούσαν μικρό το κόστος παραγωγής και υψηλά τα κέρδη, δημιουργώντας έτσι ένα κοινωνικό στρώμα εργατών με κακές συνθήκες ζωής, παρά την καθιέρωση της εργασίας των 8 ωρών. Στον αγροτικό τομέα η δημιουργία των μικρών και μεσαίων ιδιοκτητών έλυνε βέβαια προσωρινά το πρόβλημα των αγροτικών σχέσεων, αλλά καθιέρωνε μια δομή γαιοκτησίας που θα ταλαιπωρήσει αργότερα την ελληνική οικονομία και κοινωνία. Αυτές οι λύσεις, οι αντιφάσεις και οι αναζητήσεις της ελληνικής κοινωνίας είχαν σοβαρούς αντίχτυπους στην πολιτική ζωή του τόπου. 1 Παρόλα αυτά η αύξηση της γεωργικής παραγωγής υπήρξε καθοριστικό στοιχείο. Όπως έγραφε στις 12 Μαρτίου 1928 σ ένα άρθρο του στο «Ελεύθερο Βήμα», σχετικά με το μέλλον της ελληνικής οικονομίας, ο παλιός υπουργός Π. Βουρλούμης, από το 1920 ως τα 1927 η βιομηχανία είχε σημειώσει μεγαλύτερες προόδους από όσες είχε κάνει μετά την Επανάσταση του 1821. Αλλωστε ο αριθμός των εργατών από 50.000 έφτασε στους 100.000 στα 1928, γεγονός που εξασφάλιζε τα μέσα συντηρήσεως σε 50.000 περίπου οικογένειες. 1 Β. Κρεμμυδάς, Νεότερη ιστορία: ελληνική και ευρωπαϊκή, Εκδόσεις Γνώση, Αθήνα 1987, σσ. 243-244 8

Η Μικρασιατική καταστροφή και το μέγεθος της ελληνικής τραγωδίας επιφύλαξαν πολύ δυσάρεστη έκπληξη στον ελληνικό λαό, που έσπευσε αμέσως ν αποδώσει τις ευθύνες στην πολιτική ηγεσία της χώρας καθώς και στις επεμβάσεις της Αυλής στα πολιτικά πράγματα του τόπου. Οι αλλεπάλληλες ελληνικές κυβερνήσεις που διαδέχονταν η μια την άλλη, κατάφευγαν στη λήψη αντιλαϊκών και αντιδραστικών μέτρων (λογοκρισία, απαγόρευση δημόσιων συγκεντρώσεων), για να κατασιγάσουν τα οξυμμένα πνεύματα, ν αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη και ν αντιμετωπίσουν πρόχειρα τα φλέγοντα ζητήματα, που αφορούσαν κυρίως τη διαρκή συρροή πολυάριθμων προσφύγων και την περίθαλψή τους καθώς και την επιβολή της στρατιωτικής πειθαρχίας στο αποδεκατισμένο και καταπτοημένο στράτευμα. Τα γεγονότα εξελίχθηκαν αστραπιαία κάτω από ένα αβέβαιο πολιτικό κλίμα. Παρά τις προσπάθειες του Κωνσταντίνου να προβάλει αντίσταση με τη σύμπραξη του Ιωάννη Μεταξά, οι επαναστάτες κατέλαβαν στα μέσα περίπου του Σεπτεμβρίου του 1922 την Αθήνα και υποχρέωσαν τον βασιλιά Κωνσταντίνο να παραιτηθεί από το θρόνο προς χάρη του γιου του Γεωργίου. Η κοινή γνώμη αισθάνθηκε ανακούφιση και χαρά, που συνοδεύονταν ωστόσο από πολλές ανησυχίες και ερωτηματικά γύρω από τη μελλοντική πορεία της χώρας. Η Επαναστατική Επιτροπή όρισε αρχικά διπλωματικό εκπρόσωπο του ελληνικού κράτους τον Ελευθέρο Βενιζέλο, τον δημιουργό της Μεγάλης Ελλάδας των δύο Ηπείρων και των πέντε θαλασσών, ο οποίος ανάλαβε να επωμισθεί τον οδυνηρό ρόλο του διαπραγματευτή των ελληνικών συμφερόντων. Επειτα η Επαναστατική Επιτροπή προχώρησε στην αναζήτηση των υπεύθυνων της Μικρασιατικής Καταστροφής και στην παραπομπή σε δίκη των υπαίτιων της εθνικής συμφοράς. Για πρώτη φορά το νεοελληνικό κράτος από τότε που δημιουργήθηκε αντιμετώπιζε τόσα πολλά και σοβαρά προβλήματα. Η αλλαγή επτά υπουργών Οικονομικών σε διάστημα λιγότερο από τέσσερις μήνες από την επαναστατική κυβέρνηση του Πλαστήρα φανερώνει το μέγεθος της τραγικής κατάστασης. Ωστόσο πέρα από το οικονομικό χάος, η πολιτική αναστάτωση, η επανάσταση του στρατού, η διάλυση της στρατιωτικής δύναμης, τα οξυμμένα πολιτικά πάθη, οι καθημερινές διαδηλώσεις, οι διαμαρτυρίες των στρατιωτών που απολύθηκαν και ζητούσαν δουλειά, οι απαιτήσεις των συγγενών για τα πρόσωπά τους που σκοτώθηκαν, αιχμαλωτίσθηκαν ή αγνοούνταν και γενικά η αποδιοργάνωση του κρατικού μηχανισμού, αποκάλυπτε το πραγματικό πρόσωπο του πολιτικού και κοινωνικού κλίματος της Ελλάδας, που θα δέχονταν τους 1.300.000 πρόσφυγες. Το αποκορύφωμα των συνεπειών της συνθήκης της Λωζάννης (24 Ιουλίου 1923) ήταν το ξερίζωμα του ελληνικού στοιχείου υποχρεωτικά από τις πατρογονικές εστίες. Οσοι επέζησαν μεταφέρθηκαν κάτω από απάνθρωπες συνθήκες στις ακτές της ελεύθερης αλλά φτωχής Ελλάδας. Αχαρακτήριστη ήταν σε πολλά θέματα η συμπεριφορά του κράτους και μεγάλης μερίδας του ελλαδικού πληθυσμού απέναντι στους γυμνούς και πεινασμένους πρόσφυγες, ιδιαίτερα δε η στάση τους απέναντι στην ανταλλάξιμη περιουσία. Από το 1923 ως το 1930 οι αντιπροσωπείες των δύο κρατών δεν μπορούσαν να καταλήξουν σε κάποιο αποτέλεσμα πληρωμής των προσφυγικών αποζημιώσεων. Ο Ελευθέριος 9

Βενιζέλος, βλέποντας ότι οι διαπραγματεύσεις δεν οδηγούσαν πουθενά, αποφάσισε το 1930, όταν πήγε στην Τουρκία, για να υπογράψει την «Συνθήκη φιλίας, ουδετερότητας και διαιτησίας», να παραιτηθεί από την εφαρμογή του άρθρου 14 της Σύμβασης της Λωζάννης, που υποχρέωνε την Τουρκία να πληρώσει στους Μικρασιάτες Ελληνες την αξία της προσφυγικής τους περιουσίας. Απέναντι στο δράμα της προσφυγιάς που σημάδεψε τον ελληνισμό για πολλές δεκαετίες και δημιούργησε πολύπλοκα προβλήματα, η παρουσία του προσφυγικού στοιχείου, κυρίως στη Δυτική Θράκη και στη Μακεδονία συνέβαλε καταλυτικά στην εθνολογική ενίσχυση και στην πύκνωση των ελληνικών πληθυσμών. Ο ξεριζωμένος ελληνισμός της Ανατολής βοήθησε την Ελλάδα να αποκτήσει για πρώτη φορά στην ιστορία της, μετά τους Ρωμαϊκούς χρόνους, εθνολογική ομοιογένεια. Η εγκατάσταση των προσφύγων, κυρίως στη Μακεδονία και τη Θράκη, υπήρξε πραγματική ευλογία σε όλους τους τομείς. Οι πρόσφυγες έγιναν ξανά ακρίτες, επάνδρωσαν τα σύνορα, έδωσαν στις περιοχές που αμφισβητούσαν τη σύνθεση του ελληνικού πληθυσμού. Η συμβολή τους στην πολιτική, πνευματική και ιδεολογική συγκρότηση των Ελλήνων θεωρήθηκε τεράστια. Ενα μεγάλο τμήμα των προσφύγων αποτέλεσε μια εξειδικευμένη φτηνή εργατική δύναμη, η οποία διεύρυνε καθοριστικά με την παρουσία της την εσωτερική αγορά, ξαναζωντάνεψε την οικονομία και βοήθησε ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία διανομής των μεγάλων αγροτικών εκτάσεων στους καλλιεργητές. Παντού, όπου ρίζωσαν οι πρόσφυγες, οι καλλιέργειες διαφοροποιήθηκαν. Η εκτατική καλλιέργεια αντικαταστάθηκε από την εντατική και η μονοκαλλιέργεια από την ποικίλη καλλιέργεια. Παράλληλα με τα πατροπαράδοτα αγροτικά προϊόντα που καλλιεργούσαν οι γηγενείς με απαρχαιωμένες μεθόδους, οι πρόσφυγες έφεραν μαζί τους νέα αγροτικά προϊόντα, άγνωστα πολλές φορές στους γηγενείς ή καλλιεργούνταν σε πολύ περιορισμένη τοπική έκταση. Ο καπνός, η βαμβακοκαλλιέργεια σημείωσαν πολύ μεγάλη πρόοδο. Πάνω από δέκα εκκοκιστήρια βάμβακος λειτουργούσαν στη Μακεδονία τα πρώτα κιόλας χρόνια της έλευσης των προσφύγων, η καλλιέργεια του καπνού σε πολλά μέρη της Μακεδονίας έγινε το θαυματουργό «μάννα» για τους πρόσφυγες, οι οποίοι την εισήγαγαν και την διέδωσαν σε περιοχές που δεν ήταν γνωστή. Παράλληλα με τη γεωργία βελτιώθηκαν και οι υπόλοιποι κλάδοι της αγροτικής οικονομίας, κυρίως η κτηνοτροφία, η σηροτροφία και η αλιεία. Πέρα από τη γεωργία και την κτηνοτροφία εξαιρετικά μεγάλη ήταν η συμβολή των προσφύγων στην ελληνική βιομηχανία, γιατί πολλοί πρόσφυγες είχαν πείρα από βιοτεχνικές και βιομηχανικές επιχειρήσεις και επιπλέον αποτελούσαν φτηνό εξειδικευμένο και έμπειρο εργατικό προσωπικό. Οι πρόσφυγες βιομήχανοι που δεν ήταν λίγοι πρόσφεραν τις μοντέρνες γνώσεις τους στην ανάπτυξη της ελληνικής βιομηχανίας. 10

Ενας άλλος κλάδος στον οποίο οι πρόσφυγες συνέβαλαν ουσιαστικά και συνεχίζουν να διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο είναι η ανάπτυξη του εμπορίου με την ίδρυση εμπορικών επιχειρήσεων και με την αύξηση της συναλλαγματικής κίνησης. 2 Στις εκλογές του 1928 το Κόμμα των Φελελευθέρων κέρδισε ισχυρή πλειοψηφία και ο Ελευθέριος Βενιζέλος κυβέρνησε δημοκρατικά ως το 1932, αλλά τη δημοτικότητα του μείωσε η αδυναμία να βρεθεί λύση στα εθνικά θέματα, το κυπριακό και το δωδεκανησιακό. Ο Βενιζέλος, για να αποφύγει μια ανεπιθύμητη σύγκρουση με την Αγγλία, διακήρυξε ότι δεν υπάρχει κυπριακό ζήτημα, προκάλεσε γενική κατακραυγή και παραιτήθηκε. Ακολούθησε νέα πολιτική αστάθεια, με συνεχή αλλαγή κυβερνήσεων. Στις εκλογές του 1933 το κόμμα του Βενιζέλου νικήθηκε, αλλά ο στρατηγός Πλαστήρας προσπάθησε με πραξικόπημα να αποτρέψει το σχηματισμό κυβέρνησης από τους αντιπάλους του Βενιζέλου και απέτυχε. Αργότερα, το 1935, ο στρατηγός Κονδύλης κατέστειλε μια νέα φιλοβενιζελική στρατιωτική κίνηση και κατέλαβε την εξουσία. Εμπρός στο πολιτικό χάος που επικρατούσε, τα δημοκρατικά κόμματα συμφώνησαν στην επαναφορά του θεσμού της βασιλείας. Υστερα από το δημοψήφισμα του Νοεμβρίου του 1935, ο βασιλιάς Γεώργιος Β, γιος του Κωνσταντίνου, επανήλθε στην Ελλάδα. 3 Οπως και στην πρώτη δεκαετία του 1900, έτσι και τώρα από τα τέλη του 1920 ως τα 1929, οι εξελίξεις στα εκπαιδευτικά σημαδεύτηκαν από ασυντόνιστες προσωπικές προσπάθειες να δοκιμαστούν στην πράξη όσα είχαν αποκρυσταλλωθεί στη θεωρία, και από την παράλληλη επιδίωξη του κράτους, δηλαδή των συντηρητικών κατά κανόνα κυβερνήσεων, να περιορίσουν τις δυνατότητες για μόνιμες και ριζικές αλλαγές: Στα 1925 ο Αλέξανδρος Δελμούζος και στα 1928 ο Μίλτος Κουντουράς διώχθηκαν για τους νεωτερισμούς που εισήγαγαν, ο πρώτος στο Μαράσλειο Διδασκαλείο στην Αθήνα και ο δεύτερος στο Διδασκαλείο Θηλέων της Θεσσαλονίκης. Η πολεμική προκλήθηκε από την ίδια αιτία: Στα σχολεία αυτά επικρατούσε ένα νέο πνεύμα που οδήγησε στη χρήση της δημοτικής, στην αντικειμενική προσέγγιση της ύλης των θεωρητικών μαθημάτων, στην οργάνωση μαθητικών κοινοτήτων, στο διάλογο ανάμεσα σε δασκάλους και σπουδαστές. Ετσι, όταν για τρίτη φορά ανέβηκε στην εξουσία ο Βενιζέλος, στα 1928, τα περιθώρια της εκπαιδευτικής πολιτικής την οποία θα ακολουθούσε ήταν προκαθορισμένα και αυτή τη φορά δεν υπήρχε πεδίο για υποχώρηση, συμβιβασμούς, ή μερικές λύσεις. Το πρόβλημα βρισκόταν στην οξύτερη φάση του: Από τη μια οι νέες χώρες και από την άλλη οι πρόσφυγες, σε συνδυασμό με τη φυσιολογική αύξηση, δημιούργησαν τεράστια αριθμητικά προβλήματα: οι μαθητές του δημοτικού σχολείου από 273.788 που ήταν το σχολικό έτος 1910-11 έφτασαν τις 752.937 το 1931-32, ενώ στο άλλο άκρο οι φοιτητές που πήραν πτυχίο από το Πανεπιστήμιο Αθηνών ήταν 518 και 1.212 αντίστοιχα στις δύο αυτές χρονιές. Οι ελλείψεις σε διδακτικό προσωπικό και σε κτίρια ήταν μεγάλες, ενώ και αυτά που υπήρχαν ήταν ακατάλληλα: το 1916 από 1.166 2 Κ. Βακαλόπουλος, Νεοελληνική Ιστορία: 1204-1940, Εκδοτικός Οίκος Αδελφών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη 1990, σσ. 441-449 3 Β. Κρεμμυδάς, Νεότερη ιστορία...ό.π., σσ. 245-246 11

διδακτήρια που επιθεωρήθηκαν μόνο τα 346 κρίθηκαν υγιεινά. Το σύστημα ολόκληρο ουσιαστικά αμετάβλητο για έναν αιώνα δεν ικανοποιούσε πια ούτε τους πιο συντηρητικούς. Το καινούριο Σύνταγμα, το 1927, χωρίς δέσμευση για τη γλώσσα και με νέα φιλελεύθερη διατύπωση των εκπαιδευτικών άρθρων, είχε ανοίξει το δρόμο για νέες νομοθετικές ρυθμίσεις. Την απάντηση επιχείρησε να δώσει η κυβέρνηση (υπουργός Παιδείας ο Κωνσταντίνος Γόντικας) με μια σειρά νομοσχέδια που υποβλήθηκαν στη Βουλή τον Απρίλιο του 1929. Προβλέπονταν αλλαγές σε όλες τις βαθμίδες: ενοποιούνταν τα ποικίλα ομοειδή σχολεία, που είχαν περιστασιακά ενταχθεί στο σύστημα, και έπαιρναν ταυτόχρονα και πρακτικότερο χαρακτήρα. Η πιο σημαντική καινοτομία, πάντως, στη νομοθεσία του 1929 ήταν η κατάργηση του «ελληνικού σχολείου» και η διαίρεση της γενικής εκπαίδευσης σε δύο ισόχρονους κύκλους: έξι χρόνια δημοτικό σχολείο και έξι γυμνάσιο. Ετσι από τη μια μεριά αυξάνονταν κατά δύο τα χρόνια της υποχρεωτικής φοιτήσεως και από την άλλη αύξανε κατά ένα χρόνο ο κύκλος της γενικής μορφώσεως. Αυτή η ισότιμη διαίρεση έμελλε να είναι το πιο ουσιαστικό κατάλοιπο της μεταρρύθμισης του 1929. Στο διάστημα που μεσολάβησε ως τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο τα πράγματα εξελίχθηκαν με το γνώριμο πια τρόπο: εξουδετέρωση ή κατάργηση των λύσεων που είχαν εισαχθεί κατά τη μεταρρύθμιση και ασυντόνιστες, σπασμωδικές ενέργειες σε διάφορους τομείς, οι οποίες έδιναν την εντύπωση της προόδου ενώ στην πραγματικότητα συνέβαλλαν στη διαιώνιση των χαρακτηριστικών του συστήματος: Στα 1933 αναμορφώθηκε η εκπαίδευση των δημοδιδασκάλων που στο εξής θα ήταν απόφοιτοι γυμνασίου και θα φοιτούσαν στα νέα εκπαιδευτικά ιδρύματα, τις Παιδαγωγικές Ακαδημίες. Η δικτατορία της 4 ης Αυγούστου θα κατέλυε και τα τελευταία υπόλοιπα της μεταρρύθμισης του 1929. Αβέβαιη και η ίδια για τα μέσα που έπρεπε να χρησιμοποιήσει εκτός από τις «εκκαθαρίσεις» του διδακτικού σώματος προχώρησε σε δύο διαδοχικές αναδιαρθρώσεις του σχήματος: Στα 1937 επανέφερε το τετράχρονο δημοτικό σχολείο και δημιούργησε δύο κύκλους στη μέση εκπαίδευση (πέντε και τρία χρόνια αντίστοιχα). Το 1939, διατηρώντας πάντα στα τέσσερα χρόνια τη στοιχειώδη εκπαίδευση, χώρισε διαφορετικά τη μέση (έξι και δύο χρόνια). Μαζί με τους ανασχηματισμούς αυτούς έγιναν και ριζικές αλλαγές στην ύλη που διδασκόταν στα σχολεία, και φυσικά στα διδακτικά βιβλία, ώστε όλα, δομή, λειτουργία και πρόγραμμα να υπηρετούν τους συγκεκριμένους πολιτικούς και κοινωνικούς στόχους του καθεστώτος. Με προσωπική εντολή του Ιωάννη Μεταξά συγκροτήθηκε η επιτροπή που συνέταξε τη Γραμματική της Δημοτικής (ουσιαστικά έργο του Μανώλη Τριανταφυλλίδη), η οποία από τότε αποτελεί τη βάση της σχολικής γραμματικής. Στο κλείσιμο, λοιπόν, της εκατονταετίας από την πρώτη νομοθετική οργάνωση του εκπαιδευτικού συστήματος, καμιά μεταρρύθμιση δεν είχε πραγματοποιηθεί. Οι περισσότερες έμειναν στα σχέδια, και η μία, που τελικά έφθασε ως το στάδιο της εφαρμογής, δεν πρόλαβε να ολοκληρωθεί. Εκτός από τις οργανωτικές τροποποιήσεις που επιβάλλονταν από τα πράγματα, το σύστημα έμεινε αμετάβλητο, μονολιθικό, συγκεντρωτικό, θεωρητικό, έτσι ώστε προσφέροντας 12

περισσότερο τυπικά παρά ουσιαστικά προσόντα να υπηρετεί αποδοτικά τον κοινωνικό-πολιτικό ρόλο που του ορίζουν εκείνοι που εκάστοτε το ελέγχουν. 4 Η πνευματική ζωή που αναπτύσσεται στο ελληνικό κράτος κατά το πρώτο τέταρτο του εικοστού αιώνα, επηρεάζεται άμεσα και εξελίσσεται σε συνάρτηση με τις πολεμικές συγκυρίες (βαλκανικοί πόλεμοι, πρώτος παγκόσμιος πόλεμος, Διχασμός, Μικρασιατική εκστρατεία), οι οποίες σε τελευταία ανάλυση διαμορφώνουν καθοριστικά τη νεοελληνική ιδεολογία, μια ιδεολογία που επικεντρώνεται γύρω από τη Μεγάλη Ιδέα σε ένα διφυές επίπεδο συγκερασμού του Βυζαντίου και της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας. Τη σύγχρονη νεοελληνική πραγματικότητα, τουλάχιστον στο γλωσσικό και στο εκπαιδευτικό πεδίο, εκφράζει ο Εκπαιδευτικός Όμιλος και τα τρία βασικά στελέχη του, ο Δ. Γληνός, ο Α. Δελμούζος και ο Μ. Τριανταφυλλίδης. Η Μικρασιατική καταστροφή, όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Κ.Θ. Δημαράς, βρήκε τη νεοελληνική λογοτεχνία «στην πιο αχάριστη ώρα μιας οδυνηρής εφηβείας» εφόσον η ιδεολογία που είχε θρέψει τις παλαιότερες γενιές ήταν αδύνατο πια να ισχύσει κάτω από τη νέα πολιτική, κοινωνική και ιστορική πραγματικότητα. Ετσι άρχισαν να δημιουργούνται τώρα στα ελληνικά γράμματα δύο διαφορετικές τάσεις, η πρώτη, που ήταν προσκολλημένη στην παράδοση και η δεύτερη, η οποία έτεινε ν αρνηθεί τα περασμένα και να προχωρήσει σε καινοτομίες. 5 Γύρω στο 1930, μια πλειάδα από νέους λογοτέχνες, η λεγόμενη γενιά του 30 προσπάθησε μέσα στο πνεύμα του δημοτικισμού αλλά και από την αγωνιστική σκοπιά του βενιζελισμού που έφθινε να εμβαθύνει στα προβλήματα της ταραγμένης στιγμής, με μικρή επιτυχία. Αρκετοί από τους λογοτέχνες της γενιάς του 30 εργάστηκαν με πολλή επιτυχία, αλλά δραστηριοποιήθηκαν αργότερα, ύστερα από την εμπειρία του πολέμου, της γερμανοϊταλικής κατοχής στην Ελλάδα και της αντίστασης. 6 Από τις κλασσικές μορφές του στίχου ξεκίνησαν οι σύγχρονοι Γ. Βαφόπουλος, Γιάννης Ρίτσος, Νικηφόρος Βρεττάκος και Ζήσης Οικονόμου. Ο υπερρεαλισμός ξεκίνησε μέσα από το έργο του Οδυσσέα Ελύτη, αλλά και ο ίδιος πέρασε σύντομα σε τόνους πιο ανθρώπινους και εσωτερικούς. Ο πιο χαρακτηριστικός δημιουργός της χρονικής περιόδου που αρχίζει μετά το 1922 θεωρείται αναμφισβήτητα ο Γιώργος Σεφέρης. Στους αντιπροσωπευτικότερους πεζογράφους της γενιάς του 30 μπορούν να ενταχθούν οι Κοσμάς Πολίτης, Νίκος. Καζαντζάκης, Στρατής Μυριβήλης, Ηλίας Βενέζης, Μ. Καραγάτσης, Γ. Θεοτοκάς και Αγγελος Τερζάκης. Η συμβολή του Ν. Καζαντζάκη ήταν πρωτοποριακή όχι μόνο στην ευρύτερη ιστορία της παιδείας αλλά και στον τομέα της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Το έργο του χαρακτηρίζεται από 4 Ιστορία του Ελληνικού Εθνους: νεώτερος Ελληνισμός από το 1913 ως το 1941, τ. ΙΕ, σσ. 491-494 5 Κ. Βακαλόπουλος...ό.π., σσ. 472-474 6 Β. Κρεμμυδάς...ό.π., σ. 246 13

συγγραφικό μόχθο, μεταφυσική ανησυχία και αδιάκοπη ταξιδιωτική μετακίνηση. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ο Ν. Καζαντζάκης ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το μυθιστόρημα, το οποίο γνώρισε παγκόσμια εκδοτική επιτυχία και αναγνώριση. Το ελληνικό πρόβλημα και τις ιστορικές διαστάσεις του εκφράζει την εποχή αυτή το πολύτιμο λογοτεχνικό έργο της Πηνελόπης Δέλτα. 7 Οι Ελληνες, παράλληλα προς την προσπάθεια για την προσαρμογή τους στη νέα πραγματικότητα, δεν αμέλησαν να στραφούν και προς άλλα πνευματικότερα έργα πολιτισμού, όπως ήταν η ίδρυση της Ακαδημίας Αθηνών, η ίδρυση του πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη το 1926. 8 Ο ρόλος που καλείται να διαδραματίσει το Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, και η σημασία του για τους κατοίκους των «Νέων Χωρών» είναι σημαντικό δεδομένο των περιορισμένων δυνατοτήτων που είχαν έως τις αρχές του 20 ου αιώνα οι απόφοιτοι των Γυμνασίων από τον ευρύτερο βόρειο χώρο να σπουδάσουν στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. 9 Επίσης, σημειώνεται ανέγερση πολλών και εκσυγχρονισμένων σχολείων και γυμναστηρίων, η αναβίωση του αρχαίου πνεύματος στις γιορτές των Δελφών, στις παραστάσεις αρχαίων θεατρικών έργων και η άνθηση μιας νέας αξιόλογης λογοτεχνίας. 10 Αξιοσημείωτα γεγονότα είναι ο θάνατος του Ιωάννη Κονδυλάκη, του Κωνσταντίνου Χατζόπουλου, του Αγγελου Βλάχου, του Ανδρέα Καρκαβίτσα, αλλά και η γέννηση του Νάνου Βαλαωρίτη και της Γαλάτειας Σαράντη. Το 1922, εκδίδεται η εφημερίδα «Ελεύθερον Βήμα» από τον Δημήτριο Λαμπράκη και το περιοδικό «Μακεδονικά Γράμματα». Είναι μια δεκαετία μελωδική, χορευτική, με άρωμα γυναίκας. Η Ισιδώρα Ντάνκαν και η Σικελιανού αφήνουν την αύρα τους. Ο φεμινισμός φουντώνει στην Ευρώπη και μια νέα γυναίκα τολμηρή, διεκδικητική, εμφανίζεται στον κοινωνικό και εργασιακό στίβο. 11 7 Κ. Βακαλόπουλος...ό.π., σσ. 473-475 8 Α. Βακαλόπουλος, Νέα ελληνική ιστορία...ό.π. σ. 388 9 Β. Φούκας, Η Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης: σπουδές σπουδαστές και σπουδάστριες κατά την περίοδο του μεσοπολέμου 1926-1940, Εκδοτικός Οίκος Αδεφλών Κυριακίδη, Θεσσαλονίκη, 2010, σ.σ.34-35 10 Α. Βακαλόπουλος, Νέα ελληνική...ό.π.σ. 388 11 Μ. Πυργάκη, «Ο ρόλος του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων στα χρόνια της Μικρασιατικής Καταστροφής» στο Ε. Αργυριάδου, Ε. Βαλάσση-Αδάμ (επιμ.), 100 χρόνια Εθνικό Συμβούλιο Ελληνίδων, Εθνική Τράπεζα, σσ. 145-146 14

2. Ο Φεμινισμός του Μεσοπολέμου και οι γυναικείες οργανώσεις Ο Μεσοπόλεμος υπήρξε η πρώτη περίοδος στην ελληνική ιστορία όπου οι γυναίκες ξεσηκώνονται και φανατίζονται πολιτικά, αρχίζουν να παίρνουν μέρος στα πολιτικά δρώμενα. Τα σοσιαλιστικά ιδεώδη αρχίζουν να τις αγγίζουν. Οι πολιτικές ιδέες συνεπαίρνουν τις Ελληνίδες, τις κινητοποιούν αλλά και καθηλώνουν τη σκέψη τους στα υπάρχοντα πολιτικά σχήματα, συχνά μέσα από τη χρήση των συμβόλων. Η εκάστοτε πολιτική εξουσία αντιλαμβάνεται την αλλαγή που υποδηλώνει η πολιτικοποίηση των γυναικών, την οποία και εκμεταλλεύται ιδεολογικά. Οι πρώτες συζητήσεις για την ισοπολιτεία των γυναικών ξεκινούν στην αρχή της μεσοπολεμικής περιόδου, αλλά ο ανδροκρατούμενος κόσμος των πολιτικών θεσμών δεν φαίνεται συλλογικά διατεθειμένος να τους αναγνωρίσει θεσμικά το δικαίωμα να αποβούν ισότιμοι πολιτειακοί παράγοντες και να έχουν λόγο για την πολιτική διακυβέρνηση της χώρας. Τα νομοσχέδια που κατέθεσαν, τόσο ο βενιζελικός βουλευτής Θάνος Τυπάλδος-Μπασιάς το 1912 («Περί ισοπολιτείας των γυναικών») όσο και η πρόταση του Αντιβενιζελικού Δημητρίου Γούναρη για την απονομή πολιτικών δικαιωμάτων στις Ελληνίδες, που απασχόλησε την Γ Εθνοσυνέλευση για αρκετό χρονικό διάστημα πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή, δεν έδωσαν κανέναν άμεσο καρπό. Η ένταξη των γυναικών στους θεσμούς- εργασιακούς ή πολιτικούς προσεγγίζεται και απορρίπτεται, άλλοτε με υποτίμηση και άλλοτε με χλευασμό, επαναλαμβανόμενα από το 1919-1936, οπότε το Νέο Κράτος επιβάλλει με τη φασιστικού τύπου ιδεολογία του την επιστροφή των γυναικών στον οικιακό χώρο. Εξαρτημένες σε μεγάλο βαθμό οικονομικά από τα άρρενα μέλη της οικογένειας, οι μεσοπολεμικές γυναίκες θα εξακολουθήσουν να αναζητούν στρατηγικές αποκατάστασης, κυρίως μέσα από το γάμο. Αν και αφοσιωμένες, όπως πάντα, στα παραδοσιακά τους καθήκοντα, της οικογένειας και της μητρότητας, οι γυναίκες του αστικού χώρου θα προσπαθήσουν να συνδυάσουν την οικιακή και οικογενειακή ζωή με τη μισθωτή εργασία, χωρίς να ανατρέψουν ριζικά την τάση που θεωρούσε ασυμβίβαστη τη μισθωτή εργασία με τον έγγαμο βίο. Στη συνείδηση των φεμινιστριών του Μεσοπολέμου η κοινωνική υποτέλεια των γυναικών ήταν απόρροια της οικονομικής τους υποτέλειας. Η έλλειψη οικονομικής αυτονομίας μετέτρεπε τις γυναίκες σε άβουλα πλάσματα, πλήρως εξαρτημένα από τους άνδρες συγγενείς. Με τον τρόπο αυτό, η οικονομική σκλαβιά είχε μετατραπεί σε συνολική κοινωνική και πολιτική υποδούλωση. Η κοινωνική ανισότητα των γυναικών περιγράφεται από τις φεμινίστριες ως το ιστορικό αποτέλεσμα της βίαιης οικειοποίησης της εξουσίας από τους άνδρες. Η γυναικεία μισθωτή εργασία, παρά την απαξίωση που δέχεται από τον ανδροκρατούμενο κόσμο, αυξάνεται κατά 50% μεταξύ των ετών 1920-1928. Η άσκηση ενός επαγγέλματος αν και σε ορισμένες περιπτώσεις ακατόρθωτη χωρίς την έγκριση του συζύγου- εκτός από την ανάγκη για βιοπορισμό, αποφέρει στις γυναίκες των πόλεων μια συλλογική ταυτότητα, μια διαφορετική 15

εικόνα του κόσμου και του εαυτού τους, ενώ για ορισμένες συνιστά την πρώτη επαφή τους με τις οργανωμένες συλλογικότητες, το συνδικαλισμό και τις πολιτικές συσπειρώσεις. Οι φεμινίστριες του Μεσοπολέμου προσανατολισμένες προς τα υπάρχοντα πολιτικά ρεύματα θα διακηρύξουν τη θέλησή τους να αποκτήσουν ίσα δικαιώματα με τους άνδρες σε όλο το φάσμα των κοινωνικών και πολιτικών δραστηριοτήτων. Οι φεμινιστικές ιδέες βρίσκονται σε άμεση συνάφεια με την εξέλιξη των πολιτικών ιδεών στη μεσοπολεμική Ελλάδα. Η αναπτυσσόμενη φεμινιστική κίνηση στην αρχή της μεσοπολεμικής περιόδου προβάλλει αιτήματα και διεκδικήσεις, όμως ταυτόχρονα αναρωτιέται για το ποια ακριβώς θα έπρεπε να είναι η θέση των γυναικών στην ελληνική κοινωνία. Οι απόψεις των γυναικών της εποχής περιστρέφονται γύρω από τα βασικά ερωτήματα: τι περιμένει η εποχή τους από εκείνες, τι περίμεναν εκείνες από τον εαυτό τους και για το φύλο τους, ως κοινωνική κατηγορία. Ο «φεμινισμός» που έχει ήδη καθιερωθεί ως ο όρος που εγκλείει την προσπάθεια για ανατροπή της κοινωνικής ανισότητας των φύλων, γίνεται αντικείμενο επεξεργασίας ως προς τις επιμέρους συνδηλώσεις του. Πάντως κοινή είναι η αντίληψη στις φεμινίστριες της εποχής ότι ο φεμινισμός είναι ένα ανθρωπιστικό κίνημα που απορρέει από τα ιδεώδη της Γαλλικής Επανάστασης και σχετίζεται άμεσα με τις ιδέες για την ελευθερία και την ισότητα των πολιτών. Επιπλέον, φεμινισμός για τις φεμινίστριες του Μεσοπολέμου είναι η κατάκτηση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας του φύλου τους και η απόκτηση της δυνατότητας να δρουν ελεύθερα με βάση τη θέλησή τους. Επομένως, ο φεμινισμός, ως εκπλήρωση της νομοθετικής ισότητας, ήταν για τις γυναίκες αναγκαιότητα. Με την επικράτηση των ιδεών του φεμινισμού θα απελευθερώνονταν οι γυναικείες δυνάμεις και θα προσφέρονταν στις γυναίκες καινούριες δυνατότητες. 12 Η Αύρα Θεοδωροπούλου σε άρθρο της απαντά πολύ παραστατικά στο ερώμημα: Τι ζητά ο φεμινιστικός αγώνας; «Ζητά πρώτα-πρώτα πολιτικά δικαιώματα για τη γυναίκα. Γιατί τη μητέρα που την εξυμνεί και τη θεοποιεί και τη βραβεύει η κοινωνία δεν τη λογαριάζει η πολιτεία καν ως άνθρωπο. Δεν έχει το δικαίωμα να έχει γνώμη για την ανατροφή των παιδιών της, για τη ζωή ή το θάνατό της. Ποιος πήρε ποτέ από την μητέρα την άδεια για να στείλει τα παιδιά της στον πόλεμο; Ο φεμινισμός ζητά να δώσει στη μητέρα την εξουσία που της αφαιρεί η πολιτεία. Ζητά να εξυψώσει τη γυναίκα στην αληθινή της θέση, τη μητρότητα και να την κάνει σεβαστή, είτε έχει είτε δεν έχει ευλογηθεί από την εκκλησία. Ζητά να μοιραστεί κι ο πατέρας το βάρος του παιδιού του που γεννήθηκε εκτός γάμου και όχι να μείνει ολόκληρο στη φτωχή μητέρα που έχει να αντιμετωπίσει ακόμη και την περιφρόνηση της κοινωνίας, αν όχι και το μαχαίρι του έντιμου (!!) αδελφού. 12 Δ. Σαμίου, «Οι Ελληνίδες 1922-1940: κοινωνικά ζητήματα και φεμινιστικές διεκδικήσεις» στο Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000, τ.7, Ελληνικά Γράμματα, 2003, σσ. 66-69 16

Ο φεμινισμός ζητά να έχει η παντρεμένη γυναίκα το δικαίωμα να εργάζεται επαγγελματικά και όχι όπως θέλει ο αστικός μας κώδικας, να χρειάζεται τη συναίνεση του συζύγου της. Αυτά ζητά ο φεμινισμός για την γυναίκα. Αξιοπρέπεια, ισότητα με τον άνδρα στην πολιτεία, ισότητα με τον άνδρα στην οικογένεια, ισότητα με τον άνδρα στην εργασία». 13 «Ο φεμινισμός δεν είναι κόμμα», τονίζει η Αύρα Θεοδωροπούλου, «αλλά ζητά μέσα σε κάθε κόμμα να δημιουργήσει ρεύμα φεμινιστικό. Κάθε γυναίκα έχει δικαίωμα να έχει δική της γνώμη πολιτική, να είναι δημοκράτισσα, σοσιαλίστρια ή κομμουνίστρια. Τώρα αν κανένα από τα κόμματα αυτά γνωρίζοντας από τα άλλα καλύτερα το συμφέρον του ξέρει να προσελκύσει και τη γυναίκα, θα ζητήσει και πριν πάρει πολιτικά δικαιώματα να τη χρησιμοποιήσει ως δύναμη πολιτική. Για μας ως φεμινίστριες η στάση αυτή σε οποιοδήποτε κόμμα κι αν παρουσιαστεί μας είναι εξαιρετικά ευχάριστη, γιατί μας ενδιαφέρει προ παντός να ξυπνήσει στη γυναίκα την κοινωνική συνείδηση. Μακάρι να πυκνώσουν οι γυναικείες φάλαγγες, στο κομμουνιστικό, είτε στο δημοκρατικό είτε και σε συντηρητικά ακόμη κόμματα. Γιατί ο φεμινισμός είναι ένα κίνημα διακομματικό». 14 Κατά την Αθηνά Γαϊτάνου Γιαννιού, ο φεμινισμός ορίζεται ως «η πάλη των δύο φύλων, η οποία είναι νόμος να εξακολουθήσει στην τωρινή κοινωνία, ενόσω θα υπάρχει σ αυτήν και η μεταξύ των ανδρών πάλη, η λεγόμενη πάλη των τάξεων», και ως επιδίωξη του φεμινισμού αναφέρεται «η γυναίκα που θα σώσει τον άνδρα από το οικογενειακό πρόβλημα, από τα πολλά βάρη της ζωής [ ] η γυναίκα βοηθός, η γυναίκα-συνοδός μια Βεατρίκη του Δάντη [ ]η γυναίκα που ονειροπόλησαν όλοι οι μεγάλοι άνδρες». 15 Σύμφωνα με τις αναλύσεις της Αθηνάς Γαϊτάνου-Γιαννιού, η ενασχόληση των γυναικών με την πολιτική προϋποθέτει μια προπαρασκευαστική περίοδο, κατά την οποία οι γυναικείες μάζες θα διδαχθούν να διακρίνουν τα συμφέροντά τους και θα απεγκλωβιστούν από τον πολιτικό συντηρητισμό». 16 Η γυναικεία κίνηση του Μεσοπολέμου, σε αντίθεση με την προηγούμενη περίοδο της συστηματικής γυναικείας αμφισβήτησης όπου πρωτοπόρες γυναίκες διεκδίκησαν για το γυναικείο φύλο το δικαίωμα στην εκπαίδευση και στην εργασία και υιοθέτησαν ως μεθόδους δράσης τη φιλανθρωπία και τη συμμετοχή στις εθνικές κρίσεις, θα προτάξει το αίτημα των πολιτικών δικαιωμάτων και από αυτό θα εξαρτήσει σχεδόν εξολοκλήρου τις διεργασίες και τη δραστηριότητά της. Ενοποιητικό στοιχείο είναι η διεκδίκηση της πολιτικής για τις γυναίκες παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις, διαφορετικές ερμηνείες, διαφορετικές εντέλει ιδεολογίες, 13 Α. Θεοδωροπούλου, «Φεμινισμός και μητρότητα», Ο αγώνας της Γυναίκας, τχ.164, 1933, σσ. 1-2 14 Α. Θεοδωροπούλου, «Αναγκαία εξήγηση», Ο Αγώνας της Γυναίκας», τχ. 19, 1925, σ. 5 15 Α. Γαϊτάνου Γιαννιού, «Γυναίκα και Πολιτική», Αθήνα, 1925, σσ. 3-4 16 Α. Ψαρρά, «Φεμινίστριες, Σοσιαλίστριες, κομμουνίστριες: γυναίκες και πολιτική στο μεσοπόλεμο» στο Γ. Μαυρογορδάτος,, Χατζηϊωσήφ, Χ. (επιμ.), Βενιζελισμός και αστικός εκσυγχρονισμός, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Ηράκλειο 1988 σ.71 17

φεμινίστριες, σοσιαλίστριες και κομμουνίστριες προσέγγισαν με το δικό τους τρόπο το πρόβλημα της ένταξης των γυναικών στην πολιτική, επιχείρησαν να προτείνουν λύσεις, αγωνίστηκαν, απογοητεύτηκαν, συμβιβάστηκαν. 17 Οι αναζητήσεις των φεμινιστριών δεν έβρισκαν όμως πάντα πρόσφορο έδαφος στην κοινή γνώμη. Οι αντιδράσεις που καταγράφονται μέσα από τις πηγές και τον καθημερινό Τύπο της εποχής δείχνουν μια έκδηλη εχθρότητα απέναντι στις ιδέες για την κοινωνική και πολιτική ισότητα των γυναικών, που επηρέαζε οπωσδήποτε και τη γυναικεία συνείδηση. Η διακωμώδηση του γυναικείου κινήματος αποτελούσε ακόμη την εποχή αυτή συστηματική ανδρική αντίδραση απέναντι σε ένα ζήτημα τόσο καθολικό. Η μεσοπολεμική ελληνική φεμινιστική κίνηση δεν πήρε ποτέ μαζικό χαρακτήρα, χωρίς αυτό να συνεπάγεται ότι δεν είχε δυναμική παρουσία και ότι δεν επηρέασε ποικιλοτρόπα τις εξελίξεις της περιόδου. 18 Οι φεμινίστριες του Μεσοπολέμου μπορούν να διακριθούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τις ριζοσπάστριες συσπειρωμένες στο Σύνδεσμο για τα Δικαιώματα της Γυναίκας και τις συντηρητικές στις οργανώσεις-μέλη του Εθνικού Συμβουλίου των Ελληνίδων και δευτερευόντως- στο Λύκειο των Ελληνίδων. Την ίδια εποχή, οι σοσιαλίστριες και οι κομμουνίστριες, χωρίς να αποτελούν αμιγές τμήμα του γυναικείου κινήματος της εποχής, θα το επηρεάσουν και θα επηρεαστούν ως ένα βαθμό από αυτό και το κυριότερο-θα θέσουν επί τάπητος το σημαντικό ζήτημα της σχέσης του κινήματος με τα πολιτικά κόμματα. Κατά τις δύο μεσοπολεμικές δεκαετίες οι γυναικείες οργανώσεις δεν υπήρξαν αυστηρά μορφώματα για παράδειγμα οι ίδιες γυναίκες χρημάτισαν κατά διαστήματα ενεργά στελέχη δύο και ενίοτε αλληλοσυγκρουόμενων σωματείων, ή απόψεις αντιθετικές στεγάστηκαν κάποτε κάτω από την ίδια οργάνωση. Μόνο προς το τέλος της περιόδου θα συναντήσει κανείς γυναικεία σωματεία με αρκετά σαφή πλαίσια και διακριτές ιδεολογικές κατευθύνσεις. Ο Σύνδεσμος για τα Δικαιώματα της Γυναίκας είναι το σωματείο που εναρμονίζεται περισσότερο από κάθε άλλο με τις ανάγκες των καιρών, που διεκδικεί πειστικά τη νέα ποιότητα του φεμινιστικού αιτήματος. 19 Ιδρύεται στις 16 Απριλίου 1920 με πρωτοβουλία της Αύρας Θεοδωροπούλου και της Μαρίας Νεγροπόντη μετά από παρότρυνση της Διεθνούς Ενωσης για τη Γυναικεία ψήφο, η οποία τη χρονιά αυτή πραγματοποίησε το 8ο συνέδριό της στη Γενεύη. Στην πρώτη ολιγομελή ομάδα του Συνδέσμου συμμετέχουν επίσης η Μαρία Σβώλου και η Ρόζα Ιμβριώτη. 20 Αντλώντας τα κύρια δεδομένα της επιχειρηματολογίας του από τον κλασικό φιλελευθερισμό, αλλά και με ορισμένες περιορισμένες επιδράσεις από έναν συγκεχυμένο ανθρωπιστικό κοινωνισμό, ο ριζοσπαστικός φεμινισμός του Συνδέσμου πρεσβεύει «την πλήρη 17 Α. Ψαρρά, «Φεμινίστριες, σοσιαλίστριες, κομμουνίστριες ό.π., σ. 67 18 Δ. Σαμίου, «Οι Ελληνίδες 1922-1940...», ό.π., σ. 69 19 Α. Ψαρρά ό..π., σ. 68 20 Ε. Αβδελά, Α. Ψαρρά, Ο Φεμινισμός στην Ελλάδα του Μεσοπολέμου. Γνώση, Αθήνα 1985, σ. 39 18

άνθηση των γυναικείων δυνάμεων, την ανακατάταξη του ανθρώπινου παράγοντα», σύμφωνα με τη διατύπωση της Μαρίας Σβώλου, «τον ψυχικό λυτρωμό των γυναικών» κατά την Αύρα Θεοδωροπούλου, «το σπάσιμο των αλυσίδων της πρόληψης και της σεμνοτυφίας, το χτύπημα του παρασιτισμού και της μοιρολατρίας» κατά την Ολγα Οικονόμου. Οι φιλελεύθερες αξίες της ισότητας, της δικαιοσύνης και της ελευθερίας του ατόμου αποτελούν τις σταθερές του φεμινιστικού αυτού λόγου τουλάχιστον κατά το μεγαλύτερο μέρος της μεσοπολεμικής περιόδου. Ταυτόχρονα, η σχεδόν απόλυτη πίστη στις ανεκμετάλλευτες ιδιότητες της «γυναικείας πολιτικής» διαπερνά τις αναλύσεις του Συνδέσμου και εμπνέει την πρακτική του. Από τα κείμενα των πρωτεργατριών του καθώς και ορισμένων συνδικαλιστριών που αρθρογραφούν από τις στήλες του «Αγώνα της Γυναίκας» δεν λείπει μερικές φορές η ξεχωριστή έμφαση στην κεφαλαιώδη σημασία της γυναικείας μισθωτής εργασίας και στη γενικότερη κοινωνική αλλαγή ως προϋπόθεση της γυναικείας απελευθέρωσης. 21 Έχοντας κύριο στόχο τους την απόκτηση των πολιτικών δικαιωμάτων οι γυναίκες του Συνδέσμου θα ασχοληθούν συστηματικά και με άλλα θέματα όπως την εργασία, την εκπαίδευση και το οικογενειακό Δίκαιο. Η προστασία της μητρότητας και των εξώγαμων παιδιών, η αποκατάσταση των προσφύγων ή η κατάργηση του κρατικού διακανονισμού της πορνείας δεν θα τις αφήσουν καθόλου αδιάφορες. Η Ανώτερη Γυναικεία Σχολή (1921), το ορφανοτροφείο «Εθνική Στέγη» (1922), ο Σύλλογος προστασίας κρατουμένων γυναικών και ανηλίκων (1925), ο Σύλλογος εναντίον της σωματεμπορίας (1925), η Εσπερινή Σχολή Γυναικών Υπαλλήλων (1925), η Σχολή κατασκευής παιχνιδιών και εφαρμοσμένης διακοσμητικής (1929) είναι ορισμένες μόνο από τις πρωτοβουλίες του Συνδέσμου στα χρόνια του Μεσοπολέμου, δίνουν όμως μια εικόνα για τη δράση του. Σημαντική επίσης υπήρξε και η διεθνής δραστηριότητα του σωματείου. Η ίδρυση της «Μικρής Αντάντ των Γυναικών» σε συνεργασία με αντίστοιχες οργανώσεις από τη Ρουμανία, τη Γιουγκοσλαβία, τη Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία, καθώς και την ενεργητική συμμετοχή εκπροσώπων του Συνδέσμου στα συνέδρια της Διεθνούς Ένωσης για τη Γυναικεία Ψήφο. Εξω από την Αθήνα και τον Πειραιά, περιορισμένη υπήρξε η διάδοση των ιδεών του Συνδέσμου, η επαρχία θα παραμείνει όλο αυτό το διάστημα βουβή στις εκκλήσεις του, εκτός από τη συγκυριακή της αφύπνιση το διάστημα της πρώτης εγγραφής των γυναικών στους εκλογικούς καταλόγους. Τα επαρχιακά σωματεία θα αναπτύξουν στενότερους δεσμούς με το Εθνικό Συμβούλιο και το Λύκειο των Ελληνίδων που είχαν ένα χαρακτήρα λιγότερο ριζοσπαστικό. 22 Μέσα από τη δραστηριότητα του Συνδέσμου περνά ουσιαστικά όλος ο μεσοπολεμικός φεμινισμός με τις βεβαιότητες και τις αντιφάσεις του, τις ανακαλύψεις και τις απογοητεύσεις του, τις επιτυχίες και τις διαψευσμένες του ελπίδες. 21 Α. Ψαρρά, «Φεμινίστριες, Σοσιαλίστριες, Κομμουνίστριε ό.π σ. 69 22 Ε. Αβδελά, Α. Ψαρρά, Ο φεμινισμός στη Ελλάδα ό.π. σσ. 40-41 19

Με ακτινοβολία που ξεπερνούσε κατά πολύ την περιορισμένη αριθμητική του δύναμη, το σωματείο αυτό προσέφερε από την ίδρυσή του το 1920 ως λίγο πριν από τη βίαιη διάλυσή του την επομένη της 4 ης Αυγούστου του 36 τις σοβαρότερες επεξεργασίες για το περιεχόμενο και τους στόχους του φεμινισμού. 23 Το Εθνικό Συμβούλιο Ελληνίδων ιδρύθηκε ή για την ακρίβεια ανασυστήθηκε τον Αύγουστο του 1919 ως ελληνικό τμήμα του Διεθνούς Συμβουλίου, με πρωτοβουλία μιας ολιγομελούς ομάδας γυναικών. Γνωρίζουμε τα ονόματα μόνο τριών από αυτές: Της Αικατερίνης Πασπάτη, της Σοφίας Σλήμαν και της Ελένης Γρίβα, που υπήρξε και η πρώτη πρόεδρος. Μια μικρή ομάδα αξιόλογων γυναικών ταχύτατα τις πλαισίωσε. Ηταν όλες γυναίκες της αστικής τάξης μορφωμένες και γλωσσομαθείς με ευαισθησία στα κοινωνικά θέματα, προβληματισμό και ανησυχία για την κατάσταση των γυναικών της χώρας μας. Παρακολουθούσαν τις αντίστοιχες εξελίξεις και αλλαγές σε άλλες χώρες και είχαν διαμορφώσει άποψη για τις επιθυμητές αλλά και αναγκαίες εξελίξεις στον τομέα αυτό. Πάνω από όλα όμως ήταν γυναίκες διορατικές και γενναίες. Γιατί η προσπάθεια που ξεκινούσαν προϋπέθετε τότε μεγάλη γενναιότητα. Η στιγμή που ιδρύθηκε στην χώρα μας το ΕΣΕ δεν ήταν τυχαία. Η αμφισβήτηση των καθιερωμένων αντιλήψεων για την θέση των γυναικών είχε αισθητά ενταθεί και είχε κερδίσει έδαφος σε πολλές χώρες, παρά τις μεταξύ τους σημαντικές κοινωνικές διαφορές, και ήδη μεγάλες οργανωμένες προσπάθειες είχαν αναδυθεί και αναπτυχθεί για αρκετά χρόνια. Συγκεκριμένα το 1888 είχε ιδρυθεί στην Washington το Διεθνές Συμβούλιο Γυναικών, μια Συνομοσπονδία Γυναικείων Οργανώσεων που αποσκοπούσε στην προσέγγιση των πρωτοβάθμιων οργανώσεων γυναικών της κάθε χώρας μέσω Εθνικών Ομοσπονδιών. Κοινός σκοπός της κίνησης, σε όλα τα επίπεδα ήταν η βελτίωση της θέσης των γυναικών. Σκοπός του ΕΣΕ, σύμφωνα με το πρώτο καταστατικό ήταν «Η επιδίωξη της προόδου, αναπτύξεως και ευημερίας της Γυναίκας, ως ατόμου ως μέλους της οικογένειας, της κοινωνίας και της πολιτείας» και βασική αρχή του «η ισότης δικαιωμάτων των δύο φύλων». 24 Το Ε.Σ.Ε. είναι ομοσπονδία Σωματείων γι αυτό πρέπει να γνωρίζει καλά τα Σωματεία, να τα παρακολουθεί, να τα συγκεντρώνει σε ώρα Εθνικής ανάγκης, να τα βοηθά στις κατευθύνσεις τους και να τους μεταδίδει ότι λαμβάνει από την μεγάλη Κυψέλη, που είναι το Διεθνές Συμβούλιο Γυναικών. Σκοπός του επίσης είναι να προσπαθεί να συνδέσει μεταξύ τους όλα τα γυναικεία σωματεία της Ελλάδας, ώστε και οι μεταξύ αυτών σχέσεις να είναι αδελφικές. Πρέπει όμως και 23 Α. Ψαρρά, ό..π., σσ. 68-69 24 Ε. Καλλιγά, «Εθνικό Συμβούλιο Ελληνίδων: σύντομο ιστορικό» στο Ε. Αργυριάδου, Ε. Βαλάσση (επιμ), 100 χρόνια Εθνικό Συμβούλιο Ελληνίδων, Εθνική Τράπεζα Ελλάδας, Αθήνα, 2008 σ.11 20

τα σωματεία να βοηθήσουν το Εθνικό Συμβούλιο στο έργο αυτό, το οποίο είναι μεν ωραίο αλλά είναι δύσκολο, υπόσχεται πολλά και απαιτεί μεγάλη υπομονετική εργασία. 25 Πρώτη ενέργεια του Εθνικού Συμβουλίου Ελληνίδων, μετά την ίδρυσή του, ήταν η κατάρτιση εκθέσεως για την κατάσταση των γυναικών στην χώρα, με τη συνδρομή προσωπικοτήτων κύρους, γυναικών αλλά και πολλών ανδρών, ειδικών σε θέματα νομοθεσίας, εκπαιδεύσεως και κοινωνικών επιστημών. Με βάση αυτή την πρώτη έκθεση το ΕΣΕ προχώρησε στη σύνταξη Υπομνήματος προς την τότε Κυβέρνηση υποβάλλοντας συγκεκριμένα αιτήματα για την εκπαίδευση, την υγεία, την προστασία των γυναικών αλλά και το θέμα των πολιτικών δικαιωμάτων. Το ΕΣΕ ξεκίνησε τη δράση του με καλούς οιωνούς και μέσα σε μια τετραετία έγινε γνωστό, αυξάνοντας και τον αριθμό των οργανώσεων που ήταν μέλη του. 26 Οι γυναίκες του ΕΣΕ αντιπροσωπεύουν το συντηρητικό φεμινιστικό ρεύμα του Μεσοπολέμου επιχειρώντας να πετύχουν το συγκερασμό των δεδομένων της εποχής του και των φεμινιστικών δραστηριοτήτων του γυναικείου κινήματος που παρέπεμπαν στην προπολεμική περίοδο. Από τη στιγμή της ανασύστασής του ως ελληνικού τμήματος του Διεθνούς Συμβουλίου το 1919 μέχρι τις παραμονές του Β Παγκοσμίου Πολέμου, το ΕΣΕ θα διακηρύξει την πίστη του στην «ενιαίαν γυναικείαν δράσιν», στον «επί του παρόντος συνασπισμόν των ελληνίδων γυναικών». 27 Σε όλη τη δεκαετία του 1920 το Εθνικό Συμβούλιο και ο Σύνδεσμος θα αποφύγουν να συγκρουσθούν φανερά. Προείχε η κοινή τους κινητοποίηση. Μετά από μια πρώτη διάσταση που προέκυψε κατά τη συμμετοχή του Συνδέσμου στο Συνέδριο της Μικρής Αντάντ στο Βουκουρέστι το 1923, οι δύο σημαντικότερες τάσεις του μεσοπολεμικού γυναικείου κινήματος θα διαφωνήσουν στα δύο καθοριστικά για τις φεμινίστριες της εποχής θέματα: την προστασία της εργασίας των γυναικών και την ψήφο. Το ΕΣΕ υποστήριζε την ειδική, προσιδιάζουσα προς τη φύση τους και τον προορισμό τους, προστασία των εργαζομένων γυναικών και τη σταδιακή, περιορισμένη αρχικά και γενικευμένη στη συνέχεια, παραχώρηση πολιτικών δικαιωμάτων στις γυναίκες. Ενώ οι ριζοσπάστριες του Συνδέσμου με συνέπεια υποστήριξαν σε όλη τη διάρκεια του Μεσοπολέμου την άμεση ανάγκη για «χειραφέτηση» των γυναικών και με την ίδια εμμονή απέρριψαν την ειδική προστασία της γυναικείας εργασίας. 28 Τα σπέρματα της ρήξης είναι ήδη ορατά. Η σύγκρουση γύρω από το ζήτημα της ψήφου, καθόλου ανεξάρτητη με τις γενικότερες πολιτικές εξελίξεις της εποχής, κορυφώνεται το 1934, οπότε ο Σύνδεσμος αποχωρεί και τυπικά από την ομοσπονδία. 29 Αφορμή για την τελική ρήξη υπήρξε η πρωτοβουλία του Εθνικού Συμβουλίου να υιοθετήσει σε ψήφισμά του τον περιορισμό της μόρφωσης ως προϋπόθεση για την εγγραφή των γυναικών στους εκλογικούς καταλόγους. Οι 25 Ε. Αποστολίδου, «Ιδρύματα και Σωματεία», Ελληνίς, τχ. 2, 1927, σ. 26 26 Ε. Καλλιγά ό.π., σ. 11 27 Α. Ψαρρά ό.π., σ. 69 28 Α. Ψαρρά ό..π., σ. 74 29 Ε. Αβδελά, Α. Ψαρρά ό.π., σ. 44 21

αιτίες ωστόσο της αποχώρησης του Συνδέσμου πρέπει να αναζητηθούν στις νέες γυναικείες συμμαχίες που διαμορφώνονταν ήδη σε πλήρη αντιστοιχία με το γενικότερο πολιτικό κλίμα της εποχής. 30 Το Εθνικό Συμβούλιο έχει πια εγκαταλείψει τις διακηρύξεις του και έχει μετατραπεί σε οργάνωση που προπαγανδίζει τις αμιγώς συντηρητικές φεμινιστικές θέσεις. Η στάση του αυτή θα το αποδυναμώσει από τα δυναμικότερά του στελέχη, όπως την Αθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού, την Αγνή Ρουσοπούλου-Στουδίτου, την Ελένη Ρουσοπούλου και θα του επιτρέψει να επιβιώσει ως τον πόλεμο, αλλά θα το οδηγήσει σταδιακά στην αυτοκατάργησή του. Η νέα πραγματικότητα θα επισφραγιστεί με τη «λόγω ανωτέρας βίας» απόσπασής του από το Διεθνές Συμβούλιο τον Μάρτιο του 1940 και λίγο αργότερα με την ανακήρυξή του σε φιλανθρωπικό σωματείο. 31 Το Λύκειο των Ελληνίδων, κατάλοιπο της προηγούμενης περιόδου του γυναικείου κινήματος, σωματείο που ιδρύθηκε από την Καλλιρρόη Παρρέν το 1911 με στόχο την καταπολέμηση της ξενομανίας, την ανάδειξη του ελληνικού πολιτισμού και τη διάσωση των γνήσιων ελληνικών ηθών και εθίμων, θα συνεχίζει να λειτουργεί στα χρόνια του Μεσοπολέμου. Μέλος του Διεθνούς Συνδέσμου Λυκείων που έδρευε στο Λονδίνο, το Λύκειο των Ελληνίδων θα λειτουργήσει με τμήματα κατά τομείς ενδιαφερόντων, θα ιδρύσει αρκετά επαρχιακά παραρτήματα, θα κινητοποιήσει μεγάλο αριθμό γυναικών, δεν θα κατορθώσει όμως να ξεπεράσει την ιδεολογικοπολιτική αγκύλωση που του επέβαλαν οι αρχικοί «εθνικοί» του στόχοι και οι περί «ανάγκης αναγεννήσεως της ελληνικής ψυχής» πεποιθήσεις του. 32 Αναλώνεται σχεδόν αποκλειστικά στην προετοιμασία της ετήσιας «Μεγάλης Εορτής του Σταδίου», ταυτίζοντας τη φεμινιστική δράση με τη στείρα προγονολατρεία και ευαγγελίζεται «την δια της υγιεινής διαμόρφωσιν των λαϊκών τάξεων». Μη έχοντας φεμινιστική πρακτική, το Λύκειο δε συνέπλευσε ούτε προς στιγμή με τις υπόλοιπες γυναικείες οργανώσεις. 33 Οι σοσιαλίστριες και οι κομμουνίστριες, αν και ευάριθμες με μικρή ή μεγάλη απήχηση, δεν αποτελούν πραγματικές τάσεις του γυναικείου κινήματος της εποχής, συντελούν ωστόσο στη δημιουργία ρευμάτων με ιδιαίτερη ιδεολογική βαρύτητα. Περιθωριακά κατά τη δεκαετία του 1920, τα ρεύματα αυτά θα θέσουν ένα πρόβλημα που θα γίνει κεντρικό την επόμενη εικοσαετία, όχι τόσο ως θεωρητική αναζήτηση, αλλά ως βίωμα των φεμινιστριών. 34 Οι σοσιαλίστριες χαρακτήριζαν την οργάνωσή τους ως «κομματική σχολή για γυναίκες». Οι κομμουνίστριες θεωρούσαν πρώτιστο καθήκον τους την ανασκευή της «φεμινιστικής πλάνης» περί ιδιαιτέρων γυναικείων ζητημάτων και ανάγκη ιδιαίτερου αγώνα για την επίλυσή τους. Ο Σοσιαλιστικός Ομιλος Γυναικών, μια ολιγομελή σοσιαλιστική γυναικεία ομάδα γύρω από την Αθηνά Γαϊτάνου-Γιαννιού, συνίσταται από τον Οκτώβριο του 1919 ως το τέλος περίπου 30 Α. Ψαρρά ό.π., σ. 80 31 Ε. Αβδελά, Α. Ψαρρά, ό.π., σ. 44 32 Ε. Αβδελά, Α. Ψαρρά ό.π., σσ. 45-46 33 Α. Ψαρρά ό.π. σ. 70 34 Ε. Αβδελά, Α. Ψαρρά ό.π., σ. 48 22