Η γυναίκα σήµερα Madelyn Ruiz San Juan 8 de marzo de 2017 Πολλά έχουν ειπωθεί για τη γυναίκα πολλά απ τα οποία είναι μύθοι, τα περισσότερα. Η γυναίκα, όμως, πολύ λίγο έχει μιλήσει για τον εαυτό της και μπορεί να είναι μια θεμιτή απόφασή της να μην το κάνει. Αυτό προέκυπτε πολλές φορές όταν μελετιόταν αυτό το θέμα από γυναίκες. Η αλήθεια είναι ότι οι εξειδικευμένες προσεγγίσεις έχουν έρθει συνήθως από άνδρες, αλλά οι πιο συνεπείς και ειλικρινείς από αυτούς έχουν δεχτεί ότι δεν ξέρουν τελικά πώς να ορίσουν τη γυναίκα. Ο Φροϊντ είχε πει προς το τέλος του έργου του ότι ήταν η μαύρη ήπειρος, μετά από τόσα που είχε δει στη ζωή του και στο κλινικό έργο του. Ο Ζακ Λακάν πρότεινε να αποδεχτούμε την αδυναμία μας να ορίσουμε την γυναίκα και να μιλήσουμε, όχι για την Γυναίκα γενικώς, αλλά για την κάθε μία, αφού η κάθε μία είναι ξεχωριστή, διαφορετική. Μήπως επειδή είναι αυτή μια ιδιαιτερότητα της γυναίκας; Το να είναι διαφορετική -με την έννοια του να είναι η άλλη όψη του συμβατικού-, η ανάγκη της να διαφοροποιηθεί μέσα σε ένα πλαίσιο που έβαζε ορισμούς όπου εκείνη δεν χωρούσε ή δεν έβρισκε τον τρόπο να νιώθει άνετα, έχει αποδειχθεί πολλές φορές πως είναι ασυνείδητη τάση στη γυναίκα. Ακόμα και εκεί που η γυναίκα νιώθει ότι αναμένεται η ανταπόκρισή της και είναι διατεθειμένη να συνεργαστεί, εκεί μπορεί να συμμετέχει, μέχρι και να δεσμευτεί, αλλά πάντα καταλήγει στο τέλος σε μια θέση που μοιάζει απρόβλεπτη και αδιανόητη. Το πρόβλημα είναι γιατί απρόβλεπτη και αδιανόητη και για ποιον; Αυτή είναι μια θεμελιώδης ερώτηση. Ίσως το γεγονός ότι η γυναίκα ήταν ανέκαθεν ένα αίνιγμα ήταν το μεγαλύτερο
κίνητρο για την έρευνά μου. Γιατί τόσο ακατανόητη; Αυτό με οδήγησε στο να εφαρμόσω μια αντίθετη λογική: όταν δεν καταλαβαίνουμε κάτι, δεν οφείλεται, τις περισσότερες φορές, στο ότι δεν είναι κατανοητό. Δεν το καταλαβαίνουμε από την άποψη που προσπαθούμε να το προσεγγίσουμε. Έχουμε στο μυαλό μας και στο ασυνείδητο μας κάποιες εγκαταστημένες προδιαγραφές για να είναι κάτι κατανοητό. Με τη γυναίκα συμβαίνει ότι αυτές φαίνονται να μη χρησιμεύουν. Θα σας κάνω λίγη ιστορία. Οι ανθρωπολογικές μελέτες έχουν διαπιστώσει ότι στην αρχή της ανθρωπότητας γυναίκες και άνδρες συγκατοικούσαν και συνεργάζονταν με περισσότερη ευκολία από σήμερα. Όλοι πάλευαν για την επιβίωση τους, δούλευαν μαζί και ο καθένας συνέβαλλε με τον δικό του τρόπο. Πολλά στοιχεία μας επιτρέπουν να ισχυριστούμε ότι η γυναίκα δεν ήταν πάντα υποταγμένη, αντιθέτως, ακόμα και όταν δεν ασκούσε τυπική εξουσία, δηλαδή, δεν ήταν αρχηγός, σε μερικές κοινωνικές δομές, εκείνη όριζε τις σχέσεις γενεαλογίας εκεί που δεν υπήρχε η μονογαμία, όριζε την τακτοποίηση της οικογένειας και της καθημερινής ζωής γενικά. Μπορούμε να φανταστούμε ποια ήταν η θέση της γυναίκας εκείνες τις εποχές όπου αυτές οι δραστηριότητες θεωρούνταν από τις πιο σημαντικές στην κοινωνική οργάνωση. Μετά άλλαξαν τα πράγματα από τη στιγμή που η κοινωνία άρχισε να γίνεται παραγωγική και εμφανίστηκε η ιδιωτική περιουσία. Επικράτησε η πατριαρχική δομή και η γυναίκα πέρασε σε δευτερεύουσα θέση, όπως και εκείνες οι δραστηριότητες στις οποίες εκείνη ήταν πρωταγωνίστρια. Το σημαντικό πια ήταν να παράγεις ένα προϊόν η αξία του οποίου δεν ήταν μόνο η χρησιμότητά του, αλλά και η δυνατότητά του να παράγει πλούτο. Έτσι εκτοπίστηκε η γυναίκα από την αρχική της θέση, παρόλο που σε εκείνη τη θέση αντιπροσώπευε -στην άμεση σύνδεση της με τη φύση- το πιο ουσιαστικό: εκείνη έφερνε τη ζωή. Τότε, η γυναίκα κατείχε, ήταν αυτή που προσέφερε, -σε αυτή την περίπτωση- τη ζωή. Και το λέω αυτό επειδή, -έτσι όπως έχει κυλήσει η ιστορία της ανθρωπότητας, το πιο σημαντικό είναι «το έχειν»... όχι ακριβώς επειδή πιστεύω ότι η αξία της γυναίκας βασίζεται στο να δώσει τη ζωή σε έναν άνθρωπο. Αλλά σε αυτόν τον κόσμο, όπου είναι τόσο σημαντικό να έχεις, η γυναίκα «θα είχε» επίσης κάτι να δώσει. Πολύ απλά αυτό δεν εκτιμάται αρκετά επειδή δεν ανταμείβεται με χρήματα. Εκεί στηρίζεται μια βασική μου θέση: στην κοινωνία που ζούμε μόνο εκτιμάται πραγματικά
ό,τι βγάζει χρήμα. Για αυτό όλες οι δραστηριότητες που κάνουν καθημερινά για πολλές ώρες οι περισσότερες γυναίκες, όπως είναι να ασχοληθούν με τα παιδιά, να τα διαβάσουν, να προσπαθούν να τα μεγαλώσουν κατά το δυνατόν καλύτερα, να φροντίζουν το σπίτι και τα μέλη της οικογένειας γενικά (παππούδες, σύζυγο, αρρώστους, κτλ.), να προσφέρουν υγιεινό φαγητό, -πέρα από αυτό που προσφέρουν σαν εργαζόμενες-, δεν αξιολογούνται στο καπιταλιστικό μοντέλο ζωής. Αυτή η προσφορά είναι αόρατη, όπως είναι και οι περισσότερες γυναίκες. Και, αφού δεν έχει αξία για τις προδιαγραφές του καπιταλιστικού-παραγωγικού συστήματος, δεν ανταμείβονται με χρήμα και οι γυναίκες που «δεν συμμετέχουν» σε αυτό το σύστημα (λέω «δεν συμμετέχουν» σε εισαγωγικά επειδή, αντιθέτως, έχουν έναν θεμελιώδη ρόλο στη διατήρησή του με την εσωτερική οικιακή εργασία) παραμένουν σε μια σχέση εξάρτησης. Ο γιορτασμός της Ημέρας της Γυναίκας έχει πετύχει και έχει επεκταθεί όμως στο ίδιο αυτό μοντέλο, αλλά, όπως έλεγε ο Vicente Verdú, Ισπανός συγγραφέας και δημοσιογράφος, στον καπιταλισμό της ψευδαίσθησης που ζούμε, κάθε καλό σκοπό τον εκμεταλλεύονται όλοι για να φανούν οι «ανθρωπιστικές τους ανησυχίες». Επιστρέφουμε, λοιπόν, στην αδυναμία κατανόησης της γυναίκας. Όπως βλέπουμε, στην ιστορία της ανθρωπότητας έχει επικρατήσει ένα ιδεολογικό, ηθικό μοντέλο, ένα μοντέλο αξιών, που δεν αφορά τη γυναίκα, δεν έχει ιδιαίτερη σχέση με την ουσία της, -και όταν η γυναίκα έχει διεκδικήσει μια θέση σε αυτό το μοντέλο -και το έχει καταφέρει- έχει καταλήξει τις περισσότερες φορές απομίμηση του εκπροσώπου αυτού του μοντέλου, δηλαδή, τον ρόλο του άνδρα: σκέφτεται σαν άνδρας (έχει τις προσδοκίες του) και ζει σαν άνδρας (απασχολείται, εργάζεται σαν άνδρας). Δεν μιλάω μόνο για ακραία παραδείγματα όπως είναι μερικές γυναίκες-πολιτικοί (η Θάτσερ π.χ.) αλλά για εκατοντάδες γυναίκες στον δυτικό κόσμο που προσπαθούν καθημερινά να βρουν μια θέση σ αυτόν, ανταγωνιζόμενες τους άνδρες. Το πρόβλημα είναι ότι η γυναίκα είναι ακατανόητη και για τον εαυτό της. Και αυτό, επειδή έχει μάθει να σκέφτεται με ένα τρόπο που της είναι ξένος. Έτσι δεν αναγνωρίζει τον εαυτό της ούτε μπροστά στον καθρέφτη. Ο Miller, Γάλλος ψυχαναλυτής, λέει ότι η γυναίκα ψάχνει στον καθρέφτη μια άλλη που δεν είναι η ίδια. Εγώ προσθέτω ότι επιμένει στον καθρέφτη επειδή δεν ταυτίζεται με αυτή που βλέπει, δεν ταυτίζεται με αυτή τη μασκαράτα που έχει υιοθετήσει από ανάγκη ή της επιβλήθηκε. Ψάχνει εκείνη τη γυναίκα που έχει το προαίσθημα ότι υπάρχει πέρα από τη μασκαράτα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι για αυτό μας μιλάει η Φρίντα Κάλλο στους πίνακες της. Στο σχετικό με τη γυναίκα σημερινό θεωρητικό πλαίσιο διακινείται η ιδέα ότι η γυναίκα «δεν
υπάρχει» ως έννοια, επειδή δεν υπάρχει καμία αναπαράστασή της ούτε στο ασυνείδητο, ούτε στην συμβολική τάξη του λόγου. Ωστόσο, παρά τη δυσκολία στο να την ονοματίσει, ο Λακάν εντοπίζει μια θέση για την γυναίκα στον λόγο, και εκεί ακριβώς δημιουργείται το πρόβλημα: τη στιγμή που, αναπόφευκτα, εμφανίζεται εκεί κάποια έννοια. Το θέμα είναι να αναρωτηθούμε αν αυτή μπορεί να εκφράσει πραγματικά την πολυπλοκότητα της γυναικείας φύσης. Ο Λόγος του Ανθρώπου, του ομιλούντος ανθρώπου, έχει ρίξει ένα πέπλο πάνω στη γυναίκα, το οποίο έχει δημιουργήσει τη μασκαράτα της. Αυτή η μασκαράτα έχει καθορίσει την γυναίκα, σωστά ή λανθασμένα. Από αυτή τη διαπίστωση, προκύπτει στην ψυχανάλυση όλη αυτή η συζήτηση για το σημαίνον της γυναίκας. Δηλαδή, πρέπει να παραδεχτούμε ότι η μασκαράτα που αποδέχεται η γυναίκα, όπως και οι ταυτίσεις και οι αναλήψεις των ρόλων που προϋποθέτει το κάθε φύλο, θα μπορούσαν να γίνουν αντικείμενο διαφορετικής σκέψης και να καταργηθούν από άλλα σημαίνοντα. Σύμφωνα με τον Λακάν, το ότι δεν υπάρχει ένα σημαίνον που να ονομάζει τη γυναίκα, οφείλεται στο ότι εκείνη έχει αποκλειστεί από το συμβολικό, δηλαδή, δεν συμπεριλαμβάνεται στις έννοιες που ο Άνθρωπος κατανοεί και αυτές που ορίζουν την πραγματικότητά του. Αυτή η απόκλιση οφείλεται σαφώς στην διαφορετικότητα της γυναίκας, δεν υπάρχει άλλος λόγος. Η διαφορετικότητά της την εμποδίζει να εισέλθει, να προσαρμοστεί εντελώς στις απαιτήσεις της επικρατούσας τάξης και αυτό το στοιχείο, πολύ συχνά, το αγνοούν οι γυναίκες που διεκδικούν τα δικαιώματα τους. Είναι πραγματικά η γυναίκα κάτι το διαφορετικό; Η γυναίκα έχει αξιολογηθεί με τα ίδια κριτήρια (ίδια μέτρα και σταθμά) που αξιολογείται ο άνδρας. Η σεξουαλική ψυχολογική εξέλιξή της έχει ερμηνευθεί βάσει μιας ανδροκεντρικής λογικής που εφαρμόζεται με δυσκολία στη γυναίκα. Έτσι, είναι πολλοί οι θεωρητικοί που έχουν διατυπώσει αμφιβολίες για την καταλληλότητα του Οιδιπόδειου Συμπλέγματος να εξηγήσει την πορεία της γυναίκας. Ο Λακάν έφτασε να λέει ότι η γυναίκα έχει μια ιδιαίτερη σχέση με την επιθυμία και την απόλαυση που ρυθμίζει τη φαλλοκεντρική στάση της -μέσα στην τάξη των πραγμάτων της πατροκεντρικής λογικής στην οποία συμμετέχει αναπόφευκτα- και την απομακρύνει από την κοινή στάση του άντρα μπροστά στον κόσμο. Η γυναίκα βρίσκεται τότε κατά κάποιο τρόπο λίγο έξω από τη λογική που επικρατεί, από τη λογική που επιβάλλει το να είμαστε όντα με σκέψη και λόγο, με νόμους, με αρχές και ηθική. Η επιθυμία, που σε κάθε άτομο γεννιέται από τη βασική ματαίωση της απόλυτης ικανοποίησης
και αναπαράγεται ατελείωτα στην αναζήτηση αυτού που πάντα θα λείπει, λειτουργεί στην γυναίκα με ιδιαίτερο τρόπο. Η γυναίκα υποφέρει εξ αιτίας αυτής της έλλειψης, όπως και ο άνδρας, άλλα διαχειρίζεται την επιθυμία της μέσω της απόλαυσης. Η γυναίκα απολαμβάνει περισσότερο ήδη το είπε ο Τειρεσίας όταν τον ρώτησε ο Δίας- επειδή απολαμβάνει (σεξουαλικά, συναισθηματικά, γνωσιακά, κτλ) και με άλλους τρόπους που είναι άγνωστοι για τον άντρα. Αυτό δεν μπορεί να το καταλάβει ο άντρας στη γυναίκα, για αυτό τη φαντασιώνεται μαζοχίστρια, πόρνη (ορισμένες από τις ανδρικές φαντασιώσεις), στην προσπάθειά του να την κατανοήσει. Η γυναίκα, μπορεί να μην γνωρίζει αυτή την άλλη απόλαυση που υπάρχει μέσα της, άλλα τη βιώνει. Όπως βιώνει και γνωρίζει κι εκείνη την άλλη απόλαυση που ξέρει ο άνδρας. Στην απόλαυση του άνδρα, αυτή που η ψυχανάλυση αποκαλεί φαλλική και κάνει τον άνδρα να απολαμβάνει ιδιαίτερα οτιδήποτε έχει σχέση με «το έχειν», η γυναίκα είναι το αντικείμενο της επιθυμίας του, αυτό που τον συμπληρώνει. Η γυναίκα έχει διάφορους τρόπους να σχετίζεται με αυτή την απόλαυση του άνδρα και να περνάει καλά. Ούτως ή άλλως, αυτή η φαλλική απόλαυση είναι, σε τελική ανάλυση, η κατ εξοχήν απόλαυση του ανθρώπινου είδους από τότε που ο άνθρωπος επιθυμεί ό,τι δεν έχει. Ο Λακάν ανακαλύπτει ότι το αίνιγμα της γυναίκας βρίσκεται στην απόλαυσή της, η οποία δίνει μια ιδιαιτερότητα στην γυναικεία αγάπη. Η γυναίκα αγαπά αυτό που λείπει στον παρτενέρ της επειδή εκείνη είναι στη θέση αυτού που τον συμπληρώνει. Έτσι απολαμβάνει η γυναίκα. Από την άλλη, ο Λακάν λέει ότι η αγάπη της γυναίκας έχει κάτι το θεϊκό, επειδή η γυναίκα, κατ εξοχήν, προσφέρει αυτό που δεν έχει, προσφέρεται η ίδια. Τέλος πάντων, αυτό το θέμα είναι αρκετά πολύπλοκο και θα χρειαζόμασταν δύο ώρες για να μιλήσουμε για την αγάπη. Το θέμα του υπερεγώ στη γυναίκα για να μιλήσουμε πιο απλά, της έννοιας του πρεπομένουείναι άλλο σημείο έντονης συζήτησης και πολλοί ειδικοί έχουν προσπαθήσει να αποδείξουν ότι η γυναίκα δεν είναι αυτό το ον των αισθήσεων που δεν έχει ιδανικά να επιδιώξει (αυτό πάντα σε σύγκριση με τον άνδρα). Εγώ λέω ότι θα άξιζε να αναρωτηθούμε τι ιδανικά είναι αυτά που το γυναικείο υπερεγώ δεν υπολογίζει. Δεν είναι μήπως εκείνα που γέννησε ένας πολιτισμός που δίνει προτεραιότητα στο «έχειν» και βασίζονται στην εξουσία και τη δόξα; Έχοντας αυτό υπόψιν, ίσως είναι λογικό να μην την αγγίζουν αυτά τα ιδανικά παρά μόνο σε επίπεδο επικοινωνίας με τον άνδρα. Αυτά την παραπέμπουν σε ένα υπερεγώ ουσιαστικά ξένο, δεν γεννιούνται μέσα της σαν ανάγκη της. Η γυναίκα όμως μπορεί να τα συμμεριστεί επειδή είναι μέρος αυτής της τάξης των πραγμάτων που λέγεται πολιτισμός. Θεωρώ ότι το υπερεγώ έχει ελάχιστη σχέση με τη γυναικεία φύση, και μπορούμε να
καταλάβουμε ότι η γυναίκα θα μπορέσει να οικειοποιηθεί και να ακολουθήσει αυτά τα ιδανικά μόνο όταν μπορέσει να βρει τη θέση της και να νιώσει άνετα μέσα σε αυτή τη λογική. Η γυναίκα μπορεί να ανέβει στο τρένο της προόδου, να ονειρεύεται και να παλεύει δίπλα στον άνδρα για ένα καλύτερο κόσμο, μόνο που ο καλύτερος κόσμος, για εκείνη, είναι εντελώς διαφορετικού είδους. Η ερώτηση του Φροϊντ «Τι θέλει η γυναίκα;» που τόσο έχει ταλαιπωρήσει ειδικούς και μη, δεν βρίσκει μια ικανοποιητική απάντηση για την επιστημονική, θεσμική, ανδροκεντρική σκέψη επειδή η γυναίκα ψάχνει κάτι πιο πέρα από το έχειν, (για αυτό για μια γυναίκα δεν αρκούν ποτέ όσα πλούτη και να έχει για να νιώσει ευτυχισμένη) η γυναίκα ψάχνει ακούραστα μια ικανοποίηση στο είναι. Η αιώνια ανικανοποίητη επιθυμία της, είναι η επιθυμία του είναι. Αυτά, σε συντομία, είναι οι ιδέες της λακανικής ψυχανάλυσης που επιτρέπουν να ισχυριζόμαστε μια ριζική διαφοροποίηση της γυναίκας. Αλλά, πιστεύω ότι σε αυτό το σημείο θα έχετε καταλάβει ότι μιλάμε για μια διαφοροποίηση σε σχέση με ένα οικουμενικό συμβολικό σημείο αναφοράς, το οποίο είναι θεμιτό να αμφισβητούμε. Πρόκειται για μια επικρατούσα λογική την οποία ασκεί μια ισχυρή εξουσία, και ο Λόγος στον οποίο στηρίζεται επιβάλλει σημασίες, στερεότυπα, όπως αυτά των ρόλων των φύλων. Πρόκειται για μια αλλοτριωτική λογική που επικυρώνει ο καπιταλιστικός λόγος. Ο γυναικείος Έρωτας -με την έννοια της λέξης Έρως- αντιπαρατίθεται στον καπιταλιστικό λόγο, είναι η ανατροπή αυτής της εξουσίας. Η ανεπίλυτη διαφωνία μεταξύ των φύλων έχει άμεση σχέση με την έννοια της εξουσίας. Όποιος μπορεί να ασκεί την εξουσία δεν πειράζει αν την αποκτά με τα λεφτά, με την επιστήμη ή με το φόβο- είναι αυτός που επιβάλλεται. Αξίζει να επισημάνουμε ότι δεν υπάρχει συμμετρία μεταξύ της γυναίκας και του άνδρα, δεν είναι οι δύο εξίσου διαφορετικοί ο ένας από τον άλλο. Η διαφορετικότητα της γυναικείας φύσης στηρίζεται στο γεγονός ότι ξεφεύγει από το κατεστημένο. Ο άνδρας, από τη μεριά του, το εκπροσωπεί (κατά τον Μιλλερ είναι πολύ σημαντικό για τον άνδρα να ακολουθεί τους κανόνες, να ανταποκρίνεται στις προσδοκίες αυτού του κατεστημένου.) Εν πάση περιπτώσει, η γυναίκα, η απρόβλεπτη, η φευγαλέα, είναι αυτή που παρανομεί... Σε αυτό βασίστηκε η πιο ισχυρή αντιπαράθεση του φεμινισμού της διαφορετικότητας, και ειδικά, στο έργο της Luce Irigaray, στην ψυχανάλυση. Ο Λακάν, πάντως, δεν καταδίκασε κανέναν με κριτήριο το φύλο του. Η τοποθέτησή του ήταν ότι ο καθένας μπορούσε κατ επιλογή να είναι διαφορετικός κι έτσι δεν θεωρούσε κάτι πιο έγκυρο επειδή ήταν καθιερωμένο.
Τολμάω να προτείνω: Δεν θα ήταν μια λύση στη δυστυχία της ερωτικής ζωής, να πάψει να είναι ο άνδρας τόσο όμοιος με τον εαυτό του; Να πάψει, δηλαδή, να στηρίζεται σε αυτή την οικουμενική τάξη στην οποία, σε τελική ανάλυση, επίσης υποτάσσεται (διαπιστώνουμε στην κλινική πρακτική πόσο υποφέρουν οι άνδρες επειδή πρέπει να είναι κερδοφόροι και αποδοτικός), για να γίνει και εκείνος τόσο διαφορετικός, τόσο παραβάτης, όπως είναι η γυναίκα για τον ίδιο; Θα έκανε μεγάλο καλό και στον ίδιο αν ήταν λίγο διαφορετικός για τον εαυτό του. Η κωμωδία των φύλων για την οποία μιλάει ο Λακάν δείχνει πολύ πετυχημένα πως η ερωτική σχέση είναι μια κωμωδία στην οποία πρωταγωνιστεί η διαφωνία. Οι προφανείς αιτίες της αποτυχίας αυτών των σχέσεων είναι τόσο η γυναικεία μασκαράτα του φαίνομαι-είμαι όσο και η ανδρική μασκαράτα που προσπαθεί με κάθε τρόπο να υποστηρίζει και να προστατεύει το «έχειν». Η ασυμμετρία μεταξύ των φύλων είναι προς το παρόν αναπόφευκτη. Μπορούμε όμως να καλοδεχτούμε την ανατροπή που φέρνει ο νέος γυναικείος Έρως με την προσδοκία να έχει το νόημα της συνύπαρξης και όχι της αντιπαλότητας.