Eτήσιο επιστηµονικό Συνέδριο EΛ.Ε.ΣΥ ΣΥ.Π. - Ε.Κ.Ε.Π. Σάββατο 11 και την Κυριακή 12 εκεµβρίου 2010, Πανεπιστήµιο Πειραιώς (Καραολή και ηµητρίου 80, Πειραιάς) «Ο ρόλος της συµβουλευτικής σταδιοδροµίας µε προοπτική ένα ελπιδοφόρο µέλλον». Ελένη Μπάλιου * Mιχάλης Λαγουδάκος** «Η ΠΟΛΥΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΙΑΣΤΑΣΗ ΣΤΟ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΙΚΟ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟ ΚΑΙ Ο ΝΕΟΣ ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΟΥ ΣΕΠ» Στη νέα εποχή της παγκοσµιοποίησης ο αριθµός των µαθητών που προέρχονται από διαφορετικά πολιτισµικά περιβάλλοντα αυξάνεται όλο και περισσότερο. Ο καθηγητής ΣΕΠ, προκειµένου να λειτουργήσει αποτελεσµατικά µέσα στα νέα εκπαιδευτικά δεδοµένα, θα πρέπει αφού προηγουµένως αναπτύξει πολυπολιτισµική επίγνωση, να διευρύνει τις γνώσεις και τις δεξιότητές του και να χρησιµοποιήσει νέες στρατηγικές που να ανταποκρίνονται στις σύνθετες προκλήσεις που αντιµετωπίζουν οι συγκεκριµένοι µαθητές. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι να παρουσιάσει ένα πλαίσιο εργασίας µε µαθητές διαφορετικής εθνικής-πολιτισµικής προέλευσης στο µάθηµα του επαγγελµατικού προσανατολισµού. Πιο συγκεκριµένα, παρουσιάζονται ορισµένες συνεργατικές και αναπτυξιακές παρεµβάσεις που λειτουργούν υποστηρικτικά για τους µαθητές. Λέξεις κλειδιά: Επαγγελµατικός προσανατολισµός, πολυπολιτισµικότητα, εκπαίδευση, συµβουλευτική, µειονότητα, µετανάστης THE MULTICULTURAL DIMENSION IN SCHOOL VOCATIONAL GUIDANCE AND COUNSELING AND THE NEW ROLE OF THE COUNSELOR. In the new era of globalization the number of students who come from different cultural backgrounds is constantly increasing. In a new educational environment, effective school teachers responsible for vocational guidance and counseling, must first develop multicultural awareness, and then broaden their knowledge and skills and use new strategies that correspond to complex challenges encountered by 1
students. The goal of this paper is to present a frame of working with students of different national and cultural origin, in the subject of vocational counseling and guidance. In particular, some developmental interventions are presented, supportive to the students. * Η.Ε Μ. M.Ed, Ph.D. Σχολική Σύµβουλος ΠΕ06 υτικής Αττικής, ιεύθυνση επικοινωνίας: Β. ΛΑΣΚΟΥ 35 & ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ, ΕΛΕΥΣΙΝΑ, ΤΗΛ. 210-556107 ** Ο Λ.Μ είναι Η.Μ & ΜΥ, MSc,Σχολικός Σύµβουλος ΠΕ12, Ε-Β Αθήνας, πρ.ειδικός Πληροφόρησης ΚΕΣΥΠ Αγ. Παρασκευής. ιεύθυνση επικοινωνίας: Μεσογείων 402,15342 Αγ. Παρασκευή, τηλ. 210-6392243, email: mlagoudakos@yahoo.gr Key words: Vocational Guidance and Counseling,, multiculturalism, education, counseling, minority, immigrant Ο Πολιτισµοκεντρικός χαρακτήρας της συµβουλευτικής στο σχολείο πολυπολιτισµική επάρκεια του καθηγητή -συµβούλου ΣΕΠ. και η Οποιαδήποτε πράξη συµβουλευτικής έχει από τη φύση της διαπολιτισµικό χαρακτήρα, υπό την έννοια ότι οι σύµβουλοι είναι αναγκαίο να αναγνωρίσουν ότι κάθε µαθητής είναι φορέας ενός ξεχωριστού πολιτισµού που µπορεί να εκφράζεται µέσω της διαφορετικότητας του φύλου, της κοινωνικής τάξης, της γλώσσας της θρησκείας, κ.ά. Έτσι, προκειµένου ο σύµβουλος ΣΕΠ να µπορέσει να αντιµετωπίσει µε επιτυχία τα προβλήµατα των µαθητών του και των οικογενειών τους που χαρακτηρίζονται από πολιτισµική ετερότητα, πρέπει να έχει και τις ανάλογες γνώσεις και δεξιότητες. Σύµφωνα µε τους Pedersen και Ivey (1993), η προσέγγιση που πρέπει να υιοθετηθεί είναι «πολιτισµοκεντρική» ή «πολιτισµική ενδοατοµική». ίνεται δηλαδή έµφαση σε µια προοπτική, που λαµβάνει υπόψη της αφενός µεν τις οµοιότητες και τις διαφορές που υπάρχουν στις νόρµες της κοινωνίας (στα κοινωνικά δεδοµένα), και προσδιορίζουν τη διαπροσωπική συµπεριφορά των ατόµων, και αφετέρου στις κοινωνικές παραµέτρους που διαµορφώνουν την κοσµοθεωρία του µαθητή. Η λεγόµενη «πολιτισµική ενδοατοµική» προσέγγιση, επιτρέπει στον καθηγητή να αναγνωρίζει µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο τις σχετικές κοινωνικές παραµέτρους που επηρεάζουν τη συµπεριφορά του µαθητή. Ο καθηγητής καλείται να ασκήσει το ρόλο του, διαθέτοντας πολιτισµοκεντρική επάρκεια. (Lecca, Quervalú, Nunes, & Gonzales, 2
1998; Sue et al., 1998). Πρέπει µε άλλα λόγια να διαθέτει την ικανότητα να παρέχει τις υπηρεσίες του σε άτοµα διαφορετικής κοσµοθεωρίας µε αποτελεσµατικό τρόπο (Diller, 1999). Οι δεξιότητες που πρέπει να διαθέτει ο σύµβουλος-καθηγητής αφορούν στάσεις, γνώσεις και εξειδικευµένες δεξιότητες και κινούνται γύρω από τέσσερις βασικούς άξονες : α. Κατανόηση της πολυπολιτισµικότητας και των επιπτώσεών της στη σχολική κοινότητα. β. Κατανόηση εννοιών που σχετίζονται µε την πολυπολιτισµικότητα, όπως, εθνικότητα, διαφορετικότητα, κυρίαρχες και µειονοτικές οµάδες. γ. Ικανότητα κατάλληλης χρήσης δεξιοτήτων της συµβουλευτικής σε µαθητές που ανήκουν σε µειονοτικές οµάδες. δ. Αυστηρή αφοσίωση στην ανάπτυξη ενός πλαισίου συµβουλευτικής που να αντανακλά τις αξίες της πολυπολιτισµικότητας. Η πολιτισµοκεντρική επάρκεια της συµβουλευτικής και η αυτογνωσία του συµβούλου. Ο σύµβουλος πρέπει να αναπτύξει στάσεις που να δείχνουν σεβασµό και ανεκτικότητα σε διαφορετικές κοινωνικές οµάδες, κατανοώντας το ατοµικό και το κοινωνικό υπόβαθρο των µαθητών του και να διαθέτει παράλληλα την κατάλληλη επαγγελµατική εκπαίδευση. Για να επιτευχθεί ο παραπάνω στόχος, Πρέπει ακόµη να έχει επίγνωση της συνθετότητας της έννοιας «πολιτισµός», (Matsumoto, 1996; Pedersen & Ivey, 1993). Ως πολιτισµός δε, νοείται η διάδραση εθνογραφικών, δηµογραφικών και κοινωνικοοικονοµικών παραµέτρων και κάποιες συµπεριφορές βασισµένες σε ορισµένες κοινά αποδεκτές παραδοχές. Επιπλέον, η πολιτισµική ταυτότητα µιας οµάδας σχηµατίζεται αφού προηγουµένως έχουν διερευνηθεί οι οµοιότητες και οι διαφορές µεταξύ των µελών της και άλλων ατόµων ή οµάδων. (Matsumoto, 1996). Ο σύµβουλος-καθηγητής από την πλευρά του, πρέπει να έχει πλήρη επίγνωση του πολιτισµικού του υπόβαθρου, και του τρόπου µε τον οποίο η πολιτισµική του κληρονοµιά µπορεί να έχει επηρεάσει και άλλες οµάδες µέσα στο πλαίσιο µιας κοινωνίας που χαρακτηρίζεται από πολιτισµικό πλουραλισµό. Αν ο σύµβουλος-καθηγητής υπερτονίσει την πολιτισµική του διαφορά από τον µαθητή, 3
τότε δηµιουργείται ένα συγκρουσιακό περιβάλλον που παρεµποδίζει την αλληλοκατανόηση και την καλή σχέση µεταξύ τους. Το ιδεώδες θα είναι να διατηρηθεί µια ισορροπία που θα προέρχεται από την κατανόηση των οµοιοτήτων και των διαφορών των δυο µερών, η οποία εν τέλει θα διευκολύνει την µεταξύ τους επικοινωνία κατά τη διάρκεια της συνάντησης. (Pedersen, 1994). Ακόµη, ο σύµβουλος-καθηγητής θα πρέπει να κατανοεί µε ποιο τρόπο η δική του πολιτιστική κληρονοµιά διαµορφώνει τις πεποιθήσεις του σχετικά µε τον τρόπο που λειτουργεί ο µαθητής του. Επιπρόσθετα, πρέπει να είναι σε θέση να αξιολογεί την κοινωνική επίδραση που ασκεί στον πελάτη του. Ο Ridley και οι συνεργάτες του (Ridley, 1995; Ridley, Mendoza, Kanitz, Angermeier, & Zenk,1994), υποστηρίζουν ότι η πολιτισµική ευαισθησία του συµβούλου καθηγητή σχετίζεται µε τα βιώµατά του κατά την περίοδο που διαµορφώνεται η πολιτισµική του ταυτότητα και επηρεάζει τον τρόπο διαχείρισης των πληροφοριών που παίρνει από το µαθητή. Ο αποτελεσµατικός σύµβουλος σύµφωνα µε τον Riddley (1995), οφείλει να διερευνήσει τις στάσεις και τις πεποιθήσεις του σχετικά µε τη φυλή, την εθνικότητα και την πολιτισµική ταυτότητα των µειονοτικών µαθητών. Θα ήταν επίσης αδιανόητο να συνδέει τα προβλήµατα των µαθητών του µε το χρώµα και την καταγωγή τους. Ακόµη, µπορεί να µην ασκεί αντικειµενικά το έργο του, επειδή έχει την τάση να ταυτίζεται µε µαθητές που ανήκουν σε µειονοτικές οµάδες. Άλλες φορές, η νοοτροπία του ταυτίζεται µε εκείνη της κυρίαρχης κουλτούρας, ή συµβαίνει να υπερεκτιµά την ατοµικότητα και την ανεξαρτησία του µαθητή χρησιµοποιώντας ανελαστικό τρόπο σκέψης. Τέλος, θα πρέπει να αναφερθεί ότι ένα σοβαρό εµπόδιο κατά τη διάρκεια της συµβουλευτικής διαδικασίας αποτελεί η γλωσσική διαφορά µεταξύ συµβούλου και µαθητή. Ο µαθητής που δεν µιλάει την ίδια γλώσσα µε το σύµβουλο δυσκολεύεται να εκφράσει την πολυπλοκότητα των σκέψεών του και των συναισθηµάτων του, ενώ έχει διαπιστωθεί (Romero, 1985) ότι αποφεύγει να συζητήσει θέµατα που έχουν συναισθηµατική φόρτιση. Εξίσου άβολα όµως αισθάνεται και ο σύµβουλος πού δεν µιλά τη γλώσσα του µαθητή. Στη χειρότερη περίπτωση τα γλωσσικά εµπόδια µπορεί να οδηγήσουν σε λανθασµένες διαγνώσεις και προσεγγίσεις. Οι διαστάσεις της πολυπολιτισµικής επάρκειας του συµβούλου 4
Στη βιβλιογραφία (Carney & Kahn, 1984; Sue et al., 1982), διακρίνονται τρείς διαστάσεις διαπολιτισµικής επάρκειας του συµβούλου: α) Οι πεποιθήσεις και στάσεις, β) Οι γνώσεις, γ) Οι δεξιότητες. Η πρώτη διάσταση έχει να κάνει µε τις πεποιθήσεις και τις στάσεις του συµβούλου σχετικά µε τις εθνικές και φυλετικές µειονότητες, µε τον έλεγχο των προκαταλήψεων και των στερεοτύπων, µε την ανάπτυξη θετικού προσανατολισµού σχετικά µε την έννοια της πολυπολιτισµικότητας και του τρόπου µε τον οποίο οι αξίες και οι προκαταλήψεις του συµβούλου παρεµποδίζουν πιθανά την συµβουλευτική διαδικασία µέσα σε ένα πολυπολιτισµικό περιβάλλον. Η δεύτερη διάσταση σχετίζεται µε το γεγονός ότι ο σύµβουλος πρέπει να έχει βαθιά γνώση των χαρακτηριστικών των οµάδων στις οποίες ανήκουν οι µαθητές του και να κατανοεί τις κοινωνικοπολιτικές επιρροές κάτω από τις οποίες λειτουργούν αυτές οι οµάδες. Η τελευταία, ασχολείται µε τις ειδικές δεξιότητες παρέµβασης που είναι απαραίτητες στην εργασία µε άτοµα που ανήκουν σε µειονότητες. Αναλυτικότερα, οι τρεις διαστάσεις έχουν ως εξής. Α. Πεποιθήσεις και στάσεις Ο σύµβουλος που χαρακτηρίζεται από διαπολιτισµική ευελιξία: 1. Είναι ευαισθητοποιηµένος ως προς τη δική του πολιτισµική κληρονοµιά και µπορεί ταυτόχρονα να εκτιµά και να σέβεται τη διαφορετικότητα. 2. Έχει επίγνωση των στερεοτύπων και των προκαταλήψεων που µπορεί να έχει για τις οµάδες στις οποίες ανήκουν οι µαθητές του. 3. Έχει επίγνωση του τρόπου µε τον οποίο το δικό του πολιτισµικό υπόβαθρο, οι εµπειρίες του, οι στάσεις του, και οι προκαταλήψεις του επηρεάζουν το ψυχολογικό κλίµα κατά τη διάρκεια της συνεδρίας. 4. Έχει τη δυνατότητα να αναγνωρίζει τα όρια των δυνατοτήτων και της αρτιότητας των γνώσεών του. 5. Αντιλαµβάνεται µε ευκολία τη διαφορά που υπάρχει µεταξύ του ίδιου και των µαθητών του σε ότι αφορά τη φυλή, την εθνικότητα τον πολιτισµό και τις πεποιθήσεις τους. 5
Β. Γνώσεις 1. Ο σύµβουλος που χαρακτηρίζεται από διαπολιτισµική ευελιξία, γνωρίζει σε βάθος τις πολιτισµικές του καταβολές και τον τρόπο µε τον οποίο αυτές υπαγορεύουν το τι θεωρείται φυσιολογικό και τι όχι κατά τη διαδικασία της συµβουλευτικής. 2. Έχει επαρκή πληροφόρηση για την οµάδα µε την οποία εργάζεται σε ότι αφορά τις εµπειρίες ζωής τους, την πολιτισµική τους κληρονοµιά, το πολιτισµικό και ιστορικό τους υπόβαθρο. 3. Κατανοεί σε βάθος το πως παράµετροι όπως, η καταπίεση, ο ρατσισµός, οι διακρίσεις και τα στερεότυπα τον επηρεάζουν σε προσωπικό και σε επαγγελµατικό επίπεδο. Το γεγονός αυτό βέβαια του επιτρέπει να αναγνωρίζει και τις ρατσιστικές του στάσεις, πεποιθήσεις και συναισθήµατα. 4. Κατανοεί τον τρόπο µε τον οποίο έννοιες όπως για παράδειγµα, η φυλή, ο πολιτισµός, η εθνικότητα, µπορούν να επηρεάσουν τη διαµόρφωση της προσωπικότητας, τις επαγγελµατικές επιλογές, την εκδήλωση ψυχολογικών διαταραχών και το χτίσιµο µιας αδύναµης προσωπικότητας που αρέσκεται στη συνεχή αναζήτηση βοήθειας, και τέλος την καταλληλότητα ή την ακαταλληλότητα της συµβουλευτικής προσέγγισης. 5. Γνωρίζει πως ακριβώς η ζωή των εθνικών και φυλετικών µειονοτήτων επηρεάζεται από τις εκάστοτε κοινωνικοπολιτικές συνθήκες. 6. Αντιλαµβάνεται ότι θέµατα µεταναστευτικής πολιτικής, φτώχειας, ρατσισµού και στερεοτύπων, µπορούν να επηρεάσουν αρνητικά τη διαδικασία της συµβουλευτικής. 7. Έχει επίγνωση της κοινωνικής του επιρροής στους άλλους. 8. Κατανοεί ότι διαθέτει διαφορετικό στυλ επικοινωνίας από εκείνο του µαθητή. 9. Κατανοεί ότι το στυλ επικοινωνίας που διαθέτει µπορεί να δηµιουργήσει συγκρούσεις, ή αντίθετα, να διευκολύνει τη διαδικασία της συµβουλευτικής. Γ. εξιότητες 1. Επιδιώκει συµµετοχή σε επιµόρφωση και κατάρτιση για να ασκεί αποτελεσµατικότερα το έργο του. 2. Ενηµερώνεται για τα αποτελέσµατα ερευνών σχετικών µε την ψυχική υγεία και τις ψυχικές διαταραχές διαφόρων εθνικών και φυλετικών οµάδων. 6
3. Βρίσκεται σε συνεχή προσδιορισµό της φυλετικής και πολιτισµικής του υπόστασης καθώς και σε συνεχή διαδικασία δόµησης µιας αντιρατσιστικής ταυτότητας. 4. Συµµετέχει ενεργά µε µαθητές του σε κοινωνικές και πολιτιστικές εκδηλώσεις, βιώνοντας την κουλτούρα τους και αποκοµίζοντας πολύτιµες εµπειρίες και πληροφορίες που θα του χρησιµεύσουν στην άσκηση των συµβουλευτικών του καθηκόντων. Ρόλοι του συµβούλου καθηγητή ΣΕΠ σε ένα διαπολιτισµικό πλαίσιο συµβουλευτικής. Σύµφωνα µε τον Attkinson (1993), όταν ο σύµβουλος δουλεύει µε µαθητή που προέρχεται από µειονοτική εθνική ή φυλετική οµάδα, πρέπει να λαµβάνει υπόψη του τους τρείς παρακάτω παράγοντες: 1. το βαθµό στον οποίο ο µαθητής έχει προσεταιριστεί την κουλτούρα της χώρας υποδοχής 2. την αιτιολογία του προβλήµατος του µαθητή 3. τον τρόπο της συµβουλευτικής παρέµβασης Οι προαναφερθέντες παράγοντες προσδιορίζουν τις ιδιότητες του συµβούλου κατά τη διαδικασία της συµβουλευτικής ως εξής: πάροχος συµβουλών συνήγορος και υποστηρικτής διευκολυντής της συµβουλευτικής διαδικασίας ειδικός εµπειρογνώµων προωθητής αλλαγών Ο σύµβουλος λοιπόν, θα πρέπει να διευκολύνει τους µαθητές που έχουν διαφορετικό γλωσσικό και πολιτισµικό υπόβαθρο να προσαρµόζονται στο νέο τους πολιτισµικό περιβάλλον και ταυτόχρονα να ευαισθητοποιεί τους µαθητές της κυρίαρχης κουλτούρας στην αποδοχή των «διαφορετικών» συµµαθητών τους µε στόχο την αρµονική συνύπαρξή τους. Επιπλέον, η πολυπολιτισµική επαγγελµατική ανάπτυξη του συµβούλου είναι απαραίτητη και πρέπει να σχεδιάζεται έπειτα από συστηµατική 7
ανάλυση αναγκών αποτελώντας µια συνεχή διαδικασία. Τέλος, ο σύµβουλος θα πρέπει να στοχεύει στη δηµιουργία ενός τέτοιου σχολικού κλίµατος, µέσα στο οποίο θα εκτιµάται η πολιτισµική ποικιλοµορφία Η ανάπτυξη πολυπολιτισµικών δεξιοτήτων συµβουλευτικής, αποτελεί απαραίτητο εργαλείο του συµβούλου στο πλαίσιο του νέου του ρόλου στο µέλλον. Εξάλλου, δεν πρέπει να λησµονούµε ότι η παροχή επαγγελµατικών υπηρεσιών σε πρόσωπα προερχόµενα από διαφορετικά πολιτισµικά περιβάλλοντα δεν µπορεί να γίνεται από ανεπαρκείς συµβούλους επειδή κάτι παρόµοιο δεν συνάδει µε τις αρχές της ηθικής. (Korman, 1974). Συµπεράσµατα Συνοψίζοντας, θα µπορούσαµε να αναφέρουµε, ότι η απόκτηση πολυπολιτισµικής επάρκειας δεν είναι στατική αλλά δυναµική και συνεχιζόµενη διαδικασία. (Sue and Sue, 1990). Η αναγνώριση της συνθετότητας και της ποικιλοµορφίας των χαρακτηριστικών των µαθητών και παράλληλα οι περιορισµένες δυνατότητες του συµβούλου, αποτελούν έναυσµα για συνεχή βελτίωση της ποιότητας της συµβουλευτικής διαδικασίας µέσα σε ένα πολυπολιτισµικό περιβάλλον. Με το Νόµο 2413 του 1996 αναγνωρίζεται η πολυπολιτισµικότητα της ελληνικής κοινωνίας και καθιερώνεται η διαπολιτισµική εκπαίδευση στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστηµα. Για την προώθηση της νέας πολιτικής και την εφαρµογή της διαπολιτισµικής εκπαίδευσης στο ελληνικό σχολείο δηµιουργήθηκαν από το 1997 τα προγράµµατα «Εκπαίδευση Παλιννοστούντων και Αλλοδαπών Μαθητών», και «Εκπαίδευση Τσιγγανοπαίδων». Ωστόσο, η διαπολιτισµική προσέγγιση ως επίσηµη πολιτική της ελληνικής πολιτείας φαίνεται τελευταία να αλλάζει µετά από κοινωνικές πιέσεις λόγω της ανεξέλεγκτης εισροής οικονοµικών µεταναστών. Αποτέλεσµα ήταν η καταδίκη της Ελλάδας από το Ευρωπαϊκό ικαστήριο ικαιωµάτων του Ανθρώπου για τον εκπαιδευτικό αποκλεισµό µαθητών Ροµά στο Ψάρι Ασπροπύργου. Ο ρόλος του Συµβούλου ΣΕΠ στο νέο πολιτισµικό σχολείο, στις νέες εκπαιδευτικές συνθήκες είναι ιδιαίτερα σηµαντικός. Θα βοηθήσει τους αλλοδαπούς µαθητές να αξιοποιήσουν το δυναµικό τους κατά τον βέλτιστο τρόπο, θέτοντας ρεαλιστικούς στόχους, να προσαρµοστούν στο κοινωνικό και επαγγελµατικό περιβάλλον και να διερευνήσουν τις δυνατότητες επαγγελµατικής ανάπτυξης, που είναι απαραίτητη για την ένταξή τους στη ελληνική κοινωνία. Ο Σύµβουλος ΣΕΠ είναι ο καθηγητής που βρίσκεται πλησιέστερα σ αυτούς τους µαθητές αλλά χρειάζεται άµεσα επιµόρφωση για να αντεπεξέλθει στο νέο 8
περιβάλλον, σε νέα καθήκοντα που σχετίζονται µε την ανάπτυξη πολυπολιτισµικών δεξιοτήτων συµβουλευτικής. Χρειάζεται µεγάλη προσπάθεια για να βοηθήσουν στο µετασχηµατισµό της σύγχρονης πολυπολιτισµικής κοινωνίας σε διαπολιτισµική δηµοκρατική κοινωνία, τις θεµελιώδεις αξίες της οποίας όλοι οι πολίτες θα µπορούν να αποδέχονται, να συµµερίζονται και να ταυτίζονται µαζί τους. BIBΛΙΟΓΡΑΦΙKEΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ Μάρκου, Γ. Π. (2010). ιαπολιτισµική Εκπαίδευση: Όχηµα για την εθνοτικοποίηση της εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ελλάδα; ΑΛΦΑ Β Arthur, N., Stewart, J. (2001). Multicultural Counselling in the New Millennium: Introduction to the Special Theme Issue. Canadian Journal of Counselling/ Revue canadienne de counseling/2001, Vol. 35:1 Atkinson, D.R., Thompson C.E., and Grant, S. K. K A Three-Dimensional Model for Counselling Racial/Ethnic Minorities. The Counselling Psychologist 1993 21 :257. Carney, C. G., & Kahn, K.B. (1984). Building competencies for effective crosscultural counselling: A developmental view. The Counselling Psychologist, 12(1), 111-119. Korman, M. (1974). National conference on levels and patterns of professional training in psychology: Major themes. American Psychology, 29, 301-313. Lecca, P. J., Quervalu, I., Nunes, J. V., & Gonzales, H. F. (1998). Cultural competency in health, social, and human services: Directions for the twenty-first century. New York: Garland Publishing. 9
Paone, Tina R.; Malott, Krista M. Using interpreters in mental health counseling: a literature review and recommendations. (Report). Journal of Multicultural Counselling and Development, July 1, 2008 Pedersen, P. B., Allen I. (1993) Culture-centered counselling and interviewing skills: a practical guide. Praeger, Connecticut. Pedersen, P., & Carey, J. (Eds.). (2003). Multicultural counselling in schools: A practical handbook (2nd ed.). Boston, MA: Allyn & Bacon. Ridley, C. R., Mendoza, D. W., Kanitzm B. E., Angermeier, L., Zenk, R. (1994). Cultural sensitivity in multicultural counselling: A perceptual schema model. Journal of Counselling Psychology, 41, 125-136. Ridley, C. R. (1995, October). Conceptualizing multicultural interventions. Invited address at The Rutgers Invitational Symposium on Education, The State University of New Jersey Rutgers, New Brunswick, New Jersey. Sue, D.W., Bernier, J. E., Durran, A., Feinberg, L., Pedersen, P., Smith, E. J., & Vasquez-Nuttall, E. (1982). Position paper: Cross-cultural counselling competencies. The Counseling Psychologist, 10, 45-52. Sue, D. W., Carter, R. T., Casas, J. M., Fouad, N. A., Ivey, A. E., Jensen, M. et al. (1998). Multicultural counselling competencies: Individual and organizational development. Multicultural aspects of counselling; vol. 11. Thousand Oaks, CA: Sage. Sue, D. W., & Sue, D. (2003). Counselling the culturally diverse: Theory and practice. New York: Wiley. Whitney, J. M. (2006). Self-perceived multicultural counselling competence of licensed professional counsellors. [Doctoral dissertation]. Retrieved March 3, 2007, from ProQuest Digital Dissertation database. 10