ΣΗΜΑΝΣΗ CE ΔΟΜΙΚΩΝ ΠΡΟΪΟΝΤΩΝ ΚΑΙ ΕΠΟΠΤΕΙΑ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΣΕ ΕΛΛΑΔΑ, ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ ΚΑΙ ΡΟΥΜΑΝΙΑ Κυρίες και κύριοι, Η εταιρεία ISOMAT δραστηριοποιείται στην παραγωγή δομικών υλικών από το 1980. Τα προϊόντα που παράγει χωρίζονται στις παρακάτω κατηγορίες: Στεγανωτικά υλικά Πρόσμικτα σκυροδέματος και κονιαμάτων Κόλλες και αρμόστοκοι Επισκευαστικά υλικά και υλικά βαφής Έτοιμοι σοβάδες Βιομηχανικά δάπεδα Η σήμανση CE είναι κάτι που αφορά όλες τις κατηγορίες προϊόντων που παράγονται από την ISOMAT και η σημαντικότητά της έγινε άμεσα αντιληπτή από την εξαγωγική δραστηριότητα της εταιρείας. Ο έλεγχος της αγοράς στο εξωτερικό είναι διεξοδικός και απαιτείται το προϊόν όχι απλώς να φέρει μία τυχαία σήμανση CE αλλά και αυτή να είναι η προβλεπόμενη π.χ. να αναγράφεται ο κωδικός του κοινοποιημένου φορέα πιστοποίησης ή ότι άλλο ορίζεται σχετικά από τα πρότυπα. Επίσης θα πρέπει να είναι διαθέσιμα τα σχετικά συνοδευτικά έγγραφα όπως η δήλωση συμμόρφωσης (declaration of conformity) ή ακόμα και τα αντίστοιχα πιστοποιητικά των εργαστηριακών δοκιμών. Ακόμα και χώρες που πρόσφατα εντάχθηκαν στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπως η Βουλγαρία και η Ρουμανία πραγματοποιούν διεξοδικούς ελέγχους της αγοράς σε αντίθεση με την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα μας όπου δεν γίνεται κανένας έλεγχος. Η διαδικασία επισύναψης της σήμανσης CE για έναν παραγωγό είναι κάτι αρκετά επίπονο ανάλογα με την περίπτωση και τις απαιτήσεις του κάθε προτύπου. Συνοπτικά αυτά που απαιτούνται για τη σήμανση CE είναι: εργαστηριακές δοκιμές αρχικού τύπου (initial type tests) εφαρμογή συστήματος ελέγχου της εργοστασιακής παραγωγής (FPC: factory production control π.χ. κατά ISO 9001) ποιοτικός έλεγχος η συχνότητα του οποίου καθορίζεται από το πρότυπο εμπλοκή στη διαδικασία κοινοποιημένων εργαστηρίων ή φορέων πιστοποίησης, ανάλογα με τις απαιτήσεις του προτύπου 1
Γίνεται άμεσα αντιληπτό το κόστος που πρέπει να επωμιστεί ο παραγωγός για αγορά εξοπλισμού και εργαστηριακών μηχανημάτων είτε για την πραγματοποίηση των αρχικών δοκιμών τύπου, είτε για τις περιοδικές μετρήσεις ποιοτικού ελέγχου, είτε για την τακτική επιθεώρηση από τον εξωτερικό φορέα πιστοποίησης. Παράλληλα ο χρόνος που απαιτείται για την πιστοποίηση και το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό που πρέπει να απασχολεί αυξάνουν επιπλέον το συνολικό κόστος. Η αναφορά στο κόστος και τη δυσκολία της όλης διαδικασίας δεν γίνεται για να δημιουργηθεί η αίσθηση της συμπάθειας προς τον παραγωγό, άλλωστε οι νόμοι είναι υποχρεωτικοί, αλλά για να τονιστεί η διαφορά μεταξύ ενός παραγωγού που αναλαμβάνει το κόστος και το βάρος όλης αυτής της διαδικασίας και ενός άλλου είτε παραγωγού είτε εισαγωγέα που πουλάει προϊόντα χωρίς να συμμορφώνεται στους νόμους του κράτους. Σε αυτό το σημείο είναι που εμπλέκεται το κράτος με την εποπτεία της αγοράς. Η εποπτεία της αγοράς αποτελεί βασικό εργαλείο για την επιβολή των κοινοτικών οδηγιών και στόχο έχει να εξασφαλίσει ότι οι διατάξεις των εφαρμοστέων οδηγιών τηρούνται στο σύνολο της Κοινότητας και ότι επιτυγχάνεται ισοδύναμο επίπεδο προστασίας του πολίτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανεξάρτητα από την προέλευση του προϊόντος. Ο έλεγχος αυτός μπορεί να είναι σε δύο επίπεδα. Το πρώτο αφορά τον έλεγχο του τεχνικού φακέλου του προϊόντος, δηλαδή ότι έχουν γίνει όλες οι απαραίτητες δοκιμές που ορίζουν τα πρότυπα, ότι έχει εμπλακεί στη διαδικασία εάν απαιτείται- κοινοποιημένος φορέας πιστοποίησης κτλ. Το δεύτερο επίπεδο αφορά την επαλήθευση της συμμόρφωσης ενός προϊόντος με τις σχετικές προδιαγραφές των προτύπων μέσω εργαστηριακών ελέγχων. Οι διαπιστευμένοι και κοινοποιημένοι φορείς που υπάρχουν σήμερα για την πιστοποίηση δομικών υλικών στην Ελλάδα είναι πολύ λίγοι και σχετίζονται με μικρό σχετικά αριθμό υλικών για τα οποία μπορεί να γίνει πιστοποίηση: τσιμέντα, δομικά στοιχεία (τούβλα), έτοιμα κονιάματα για χτίσιμο τοιχοποιίας (λάσπη χτισίματος), αδρανή υλικά υψηλών απαιτήσεων, πρόσμικτα σκυροδέματος και κονιαμάτων και προφίλ αλουμινίου. Παράδειγμα προβλήματος που αντιμετώπισε η ISOMAT Το 2004 η εταιρεία πιστοποίησε τις κόλλες πλακιδίων με τη σήμανση CE σύμφωνα με το σχετικό πρότυπο ΕΝ 12004. Η πιστοποίηση αυτή δεν έγινε γιατί ήταν κάτι υποχρεωτικό όπως ένας νόμος του κράτους, αλλά έγινε με πρωτοβουλία της εταιρείας και σαν επακόλουθο της φιλοσοφίας του να παρέχει πιστοποιημένα προϊόντα και να παρακολουθεί τις εξελίξεις γύρω από θέματα τυποποίησης και πιστοποίησης. Το πρότυπο ΕΝ 12004 αναφέρει ότι οι εργαστηριακές δοκιμές αρχικού τύπου πρέπει να γίνονται από κοινοποιημένο εργαστήριο στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αφού λοιπόν αναζητήσαμε στην Ελλάδα ένα τέτοιο εργαστήριο βρήκαμε ένα που μας διαβεβαίωσε ότι πληροί αυτές τις προϋποθέσεις. Αφού έγιναν οι 2
μετρήσεις από το εργαστήριο και διαπιστώθηκε ότι τα προϊόντα συμμορφώνονται με το πρότυπο προχωρήσαμε στην επισύναψη της σήμανσης CE στις συσκευασίες των προϊόντων και στα συνοδευτικά τους έγγραφα (τεχνικά φυλλάδια, δηλώσεις συμμόρφωσης με το πρότυπο). Το 2007, τρία χρόνια μετά την πιστοποίηση, ενημερωθήκαμε ότι από έλεγχο που έγινε στα προϊόντα μας στη Βουλγαρία σε σημεία πώλησης, διαπιστώθηκε ότι η σήμανση CE δεν είναι έγκυρη καθώς ούτε στη σήμανση στη συσκευασία ούτε στις δηλώσεις συμμόρφωσης και στα συνοδευτικά έγγραφα, υπάρχει ο κωδικός ταυτοποίησης του κοινοποιημένου εργαστηρίου που έκανε τις αρχικές δοκιμές τύπου. Επίσης μας ενημέρωσαν ότι είχαμε ένα διάστημα λίγων μηνών για να διορθωθεί αυτό το πρόβλημα και ότι στη συνέχεια εφόσον δεν γίνει αυτό θα ακολουθούσε επιβολή προστίμου της τάξης των 10.000 και εντολή απόσυρσης των προϊόντων από την αγορά της Βουλγαρίας. Εδώ αξίζει να σημειωθεί ότι η Βουλγαρία έγινε μέλος της ευρωπαϊκής ένωσης το 2007 και αμέσως άρχισε να εφαρμόζει τις προβλεπόμενες διαδικασίες για τον έλεγχο της αγοράς σύμφωνα με τα νέα ευρωπαϊκά δεδομένα είτε αυτά αφορούσαν τη σήμανση CE είτε κάτι άλλο. Το διάστημα που δόθηκε σαν παράταση ήταν χαριστικό με την έννοια ότι κανονικά έπρεπε να δοθεί άμεση εντολή απόσυρσης των προϊόντων από την αγορά έως ότου γίνει η συμμόρφωση. Λόγω του ότι για πρώτη φορά γινότανε τέτοιος έλεγχος, δόθηκε μία παράταση. Φυσικά στην Ελλάδα τα 3 χρόνια από το 2004 έως το 2007 δεν είχε γίνει κανένας αντίστοιχος έλεγχος. Από το σημείο αυτό και μετά ξεκίνησε μια διαδικασία σε συνεργασία με αυτό το εργαστήριο και με το υπουργείο ανάπτυξης προκειμένου αυτό να κοινοποιηθεί στην ευρωπαϊκή ένωση καθώς τα χρονικά περιθώρια δεν επέτρεπαν την επανάληψη των εργαστηριακών δοκιμών σε άλλο κοινοποιημένο εργαστήριο του εξωτερικού. Μετά από αυτήν τη δυσάρεστη εμπειρία η ISOMAT πλέον απευθύνεται σε εργαστήρια του εξωτερικού όταν αυτό απαιτείται για κάποια πιστοποίηση και ύστερα από ενδελεχή έρευνα ότι αυτά τα εργαστήρια είναι και κατάλληλα για τη δουλειά που τους ανατίθεται. ΈΛΕΓΧΟΣ ΤΗΣ ΑΓΟΡΑΣ ΣΤΗ ΒΟΥΛΓΑΡΙΑ ΚΑΙ ΤΗ ΡΟΥΜΑΝΙΑ Στη Βουλγαρία υπάρχουν δύο κρατικές αρχές η επονομαζόμενη «metrologia» και η «επιθεώρηση περιβάλλοντος» που σχετίζονται με την εποπτεία της αγοράς των προϊόντων δομικών κατασκευών. Και οι δύο υπάγονται στο αντίστοιχο υπουργείο ανάπτυξης. Οι έλεγχοι που πραγματοποιούν αφορούν συνοπτικά τα παρακάτω: 3
1. Αν τα προϊόντα φέρουν σήμανση CE όταν αυτό απαιτείται 2. Αν η σήμανση είναι όπως προβλέπεται (π.χ. έχει εμπλακεί κοινοποιημένος φορέας πιστοποίησης από τον σχετικό κωδικό στη σήμανση) 3. Εάν το κείμενο της ετικέτας του προϊόντος και η περιγραφή του αντιστοιχεί με την πιστοποίηση, δηλαδή ότι χρησιμοποιήθηκε το σωστό πρότυπο για το συγκεκριμένο τύπο του προϊόντος. 4. Εάν δεν υπάρχει ευρωπαϊκό πρότυπο για αυτό το προϊόν, γίνεται έλεγχος εάν εμπίπτει σε κάποιο εθνικό πρότυπο και εάν έχει γίνει σχετική συμμόρφωση 5. Αν η συσκευασία είναι η σωστή για τον συγκεκριμένο τύπο προϊόντος (π.χ. ένα καθαριστικό εάν φέρει καπάκι ασφαλείας, ανάγλυφη σήμανση για τους τυφλούς, τα ποσοστά πτητικών οργανικών ενώσεων VOC κτλ.) Στη Ρουμανία υπάρχει ένα σώμα επιθεωρητών που υπάγεται στο υπουργείο κατασκευών και το οποίο πραγματοποιεί ελέγχους στα σημεία πώλησης, στα εργοτάξια ακόμα και στις αποθήκες του παραγωγού/διανομέα. Επίσης κάθε εταιρεία δομικών υλικών στη Βουλγαρία και στη Ρουμανία είναι υποχρεωμένη να συνεργαστεί με κάποια εταιρεία ανακύκλωσης-διαχείρισης αποβλήτων από τις συσκευασίες των προϊόντων (χαρτί, μέταλλο και ξύλο). Σε περίπτωση παρατυπίας μετά από τους παραπάνω ελέγχους, η Αρχή επικοινωνεί με τον παραγωγό ή επίσημο διανομέα του προϊόντος τον ενημερώνει για την παρατυπία, του δίνει ένα χρονικό διάστημα για να κάνει τις σχετικές ενέργειες συμμόρφωσης και έως τότε το προϊόν αποσύρεται από την αγορά. Εάν μετά το πέρας της παράτασης για τη συμμόρφωση δεν έχουν γίνει οι απαραίτητες ενέργειες και διαπιστωθεί μετά από νέο έλεγχο ότι δεν έχει γίνει η συμμόρφωση, επιβάλλεται πρόστιμο της τάξης των 5 έως10.000. Μετά την επιβολή του προστίμου ενδέχεται να υπάρξει και οριστική απαγόρευση πώλησης του προϊόντος η και κλείσιμο της εταιρείας. Παράλληλα τόσο στη Βουλγαρία όσο και στη Ρουμανία υπάρχει πληθώρα εργαστηρίων και φορέων πιστοποίησης κοινοποιημένων στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Δίνεται έτσι η δυνατότητα σε κάποιον παραγωγό να κάνει τις σχετικές πιστοποιήσεις σε πολλές κατηγορίες δομικών υλικών. Στην Ελλάδα λόγω έλλειψης διαπιστευμένων εργαστηρίων δοκιμών και φορέων πιστοποίησης η εποπτεία της αγοράς είναι ελλιπής τόσο για εγχώρια όσο και για εισαγόμενα προϊόντα που φέρουν σήμανση CE αμφιβόλου εγκυρότητας. Αυτό καθιστά τον ανταγωνισμό αθέμιτο μεταξύ ενός παραγωγού που θα τηρήσει κατά γράμμα τις διατάξεις και θα επιβαρυνθεί με επιπλέον κόστος το οποίο θα περάσει στο προϊόν του και μεταξύ ενός άλλου είτε παραγωγού είτε εισαγωγέα που έχει επισυνάψει μία μη έγκυρη σήμανση CE στα 4
προϊόντα του. Το ουσιαστικό όμως πρόβλημα δεν έχει να κάνει μόνο με τον αθέμιτο ανταγωνισμό αλλά με το τι προδιαγραφών δομικά υλικά τελικά ενσωματώνονται στις κτιριακές κατασκευές και τι ασφάλεια παρέχουν στους χρήστες αυτών των κτιρίων. Αυτό είναι κάτι που πρέπει να διασφαλίσει το κράτος στους πολίτες λόγω της σημαντικότητας που έχουν τα δομικά υλικά στη δημιουργία ασφαλών κτιριακών κατασκευών. Προκειμένου να βελτιωθεί η υφιστάμενη κατάσταση προτείνουμε να δοθούν κίνητρα προκειμένου υφιστάμενα ή νέα εργαστήρια δοκιμών να μπουν στη διαδικασία διαπίστευσης και κοινοποίησης στην ΕΕ. Με αυτόν τον τρόπο το κράτος θα έχει την τεχνική δυνατότητα για καλύτερη εποπτεία της αγοράς ώστε και αθέμιτος ανταγωνισμός να μην υπάρχει και να διασφαλίζεται ότι ο καταναλωτής θα γνωρίζει πραγματικά τι ιδιότητες οφείλει να έχει το προϊόν που θα χρησιμοποιήσει. Παράλληλα, προτείνουμε τη συμμετοχή των παραγωγικών επιχειρήσεων μέσω των συλλογικών τους φορέων (π.χ. μέσω του Σ.Β.Β.Ε.) στη διαδικασία διαβούλευσης και κατάθεσης προτάσεων πριν αλλάξει ή δημιουργηθέι ένα νέο πρότυπο/οδηγία. Η συμμετοχή αυτή θα εισάγει τις απόψεις της ελληνικής βιομηχανίας για τις απαιτήσεις-προδιαγραφές των υλικών ώστε να μην «επιβάλλονται» οι προδιαγραφές που θέτουν τρίτες χώρες και οι οποίες μπορεί να μην είναι πραγματοποιήσιμες από την εγχώρια βιομηχανία λόγω διαφορετικών υλικών και τρόπων παραγωγής που χρησιμοποιούνται σε κάθε χώρα. Η σημερινή κατάσταση οδηγεί στην εσωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων. Σε μια εποχή όπου τα εμπορικά σύνορα έχουν καταρρεύσει η μόνη δίοδος επιβίωσης και ανάπτυξης των βιομηχανιών είναι να έχουν τη δυνατότητα να αποδείξουν τη διαφορετικότητά τους σε σχέση με τα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά. Η βελτίωση της διαδικασίας πιστοποίησης ενός προϊόντος αποτελεί εφόδιο και ευκαιρία για την ανάπτυξη των επιχειρήσεων και παράλληλα εξασφαλίζει τους καταναλωτές από προϊόντα επικίνδυνα για χρήση σε κτίρια. 5