Μορφές του χρήματος A1 14o ΓΕΛ Θεσσαλονίκης 2013-14 1
Κατά τις συναλλαγές τους στην αρχαιότητα οι άνθρωποι είχαν καθιερώσει το ανταλλακτικό σύστημα βάσει του οποίου ο παραγωγός ενός προϊόντος αντάλλαζε τα επιπλέον προϊόντα με προϊόντα άλλου παραγωγού. Η μέθοδος της ανταλλαγής αγαθών χρονολογείται σε τουλάχιστον 100.000 χρόνια πριν, αν και δεν υπάρχει κανένα ιστορικό στοιχείο που να αποδεικνύει την ύπαρξη μιας κοινωνίας ή οικονομίας που βασίζονταν μόνο στη μέθοδο αυτή. 2
Πρώτο μέλημα του ανθρώπου ήταν η εξεύρεση αγαθών για την επιβίωση του. Οι πρώτες κοινωνίες στηριζόταν στην αυτονομία της παραγωγής. Η έννοια της οικονομίας ήταν συνώνυμη με αυτήν του οίκου και σκοπός μιας πόλης ήταν η αυτάρκεια (Αριστοτέλης). Με την πάροδο των ετών ο άνθρωπος συνειδητοποίησε πως ο καταμερισμός της εργασίας ήταν πιο αποδοτικός, καθώς παραγόταν πλεόνασμα που μπορούσε να ανταλλαχθεί με άλλα προϊόντα. Έτσι γεννήθηκε το εμπόριο. Στην αρχή γινόταν με ανταλλαγή προϊόντων «αντιπραγματισμός». Η αξία ενός προϊόντος καθοριζόταν από τη χρησιμότητα και τη σπανιότητά του. Η συγκριτική αξία καθοριζόταν από το κύριο προϊόν κάθε χώρου. 3
Μονάδες Αξίας πριν από την Εμφάνιση του Νομίσματος Στη Μεσοποταμία και την Αίγυπτο αρχικά χρησιμοποιήθηκαν τα σιτηρά και κατόπιν τα μέταλλα (κώδικας του Χαμουραμπί) (245). Το μέταλλο χυνόταν σε λεπτό σύρμα για να διευκολυνθεί το ζύγισμα. Για αυτό η χρήση της ζυγαριάς ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένη. Τόσο η Αίγυπτος όσο και η Μεσοποταμία είχαν υιοθετήσει τον κανόνα, ένα μέτρο αξίας και σύγκρισης προϊόντων. Αρχικά ο κανόνας βασιζόταν στα σιτηρά και κατόπιν σε κάποιο πολύτιμο μέταλλο. Όμως μέταλλα δεν υπάρχουν παντού. Τα βασίλεια που δεν είχαν μεταλλεία, έπρεπε να τα εισάγουν, να τα αποκτούν ως λάφυρα ή να τα εισπράττουν ως φόρο υποτέλειας. Οι ίδιες συνθήκες επικρατούσαν και στην Ελλάδα. Το ανάκτορο η κεντρική εξουσία συγκέντρωνε και διένειμε τα προϊόντα μέχρι το 12 ο αι. Συμπέρασμα : Η οικονομία αυτών των κοινωνιών χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία μιας κεντρικής εξουσίας που αναδιανέμει τα προϊόντα ανάλογα με την κοινωνική θέση και το επάγγελμα του καθενός. 4
Ως μέτρο αξίας, υιοθετήθηκαν διάφορα αντικείμενα. Στην αρχή ήταν τα βόδια και ο πλούτος στηρίζεται στα αγροτικά και κτηνοτροφικά προϊόντα. Υπολογίζεται σε κεφαλές ζώων, πολύτιμα αντικείμενα, υφάσματα και μέταλλα. Γύρω στον 8ο αι. με την εμφάνιση της πόλης κράτους γίνονται ριζικές αλλαγές. Το επίκεντρο της οικονομίας στηρίζεται στην κτηματική ιδιοκτησία, ενώ παράλληλα αναπτύσσεται η βιοτεχνία και το εμπόριο. Το ρόλο του αρχηγού ενός οίκου, τον παίζουν οι αριστοκρατικές οικογένειες. Παρατηρείται επίσης μεγάλη αύξηση του πληθυσμού και καταμερισμός της εργασίας. Έτσι δημιουργούνται νέες ανάγκες. Η λύση είναι εκτός από τους πολέμους, η ανάπτυξη του εμπορίου και οι αποικίες. 5
Οι πρώτες εμπορικές συναλλαγές αναφέρονται από τον Όμηρο. Η επαφή με άλλους πολιτισμούς ήταν ωφέλιμη τόσο υλικά όσο και πολιτιστικά (π.χ. το αλφάβητο των Φοινίκων). Γύρω στο 10 αι. ο ελλαδικός χώρος υιοθέτησε τη χρήση μετάλλου. Οι μεσοποτάμιες μονάδες βάρους μνα και σέκελ έφτασαν και εδώ. Τα μέταλλα έγιναν λέβητες, τρίποδες και πέλεκεις, ως σκεύηνομίσματα. Στην Πελοπόννησο χρησιμοποιήθηκε ο σιδερένιος οβελός, αφιερωμένος από τον τύραννο του Άργους Φείδωνα, στη θεά Ήρα. Η Σπάρτη (248) διατηρεί τη δύσχρηστη μορφή του σκεύους νομίσματος και μετά την εμφάνιση του νομίσματος στην Ελλάδα, στους πελάνορες. Αυτό συνέβαινε για να αποφευχθεί η δημιουργία μεγάλης περιουσίας. 6
Η Ανταλλακτική οικονομία καταργείται μετά την ανακάλυψη των μετάλλων και τη χρήση τους ως νομίσματα. Με την ανακάλυψη και τη διάδοση τους, ένα νέο μέσο συναλλαγής προστέθηκε παράλληλα με τα ζώα. Η χρήση του μετάλλου στις εμπορικές συναλλαγές μαρτυρείται από τα τέλη της 3ης χιλιετίας πχ. στη Μεσοποταμία. Επιγραφές αναφέρουν νόμους, πληρωμές, συμβόλαια τα οποία πραγματοποιούνταν με βάση ζυγισμένο άργυρο, μερικές φορές σε συνδυασμό με κριθάρι ή άλλα σιτηρά. Καθώς πρόκειται για τις πρώτες γραπτές πηγές που έχουμε, συνδέεται έτσι και η γραφή με την καταμέτρηση των αγαθών και των εμπορικών συναλλαγών. Η επινόηση του νομίσματος ήταν θέμα χρόνου. Η εμπειρία του μετάλλου στις συναλλαγές και η τυποποίησή του σε διάφορα σχήματα οδήγησαν εύκολα στο νόμισμα. 7
Τα πρώτα ελληνικά νομίσματα κόπηκαν στο βασίλειο της Λυδίας και στις ελληνικές πόλεις της Μικράς Ασίας, στην Ιωνία, περιοχές αναπτυγμένες εμπορικά και οικονομικά, στα τέλη του 7ου π.χ. αιώνα. Η χρήση των νομισμάτων στις συναλλαγές και τις πληρωμές δημόσιου και ιδιωτικού χαρακτήρα από τα μέσα του 6ου αιώνα π.χ., τα καθιέρωσε σταδιακά ως την επικρατέστερη μορφή χρήματος στον αρχαίο ελληνικό κόσμο. Στον Ελλαδικό χώρο από τη 2η χιλιετία π.χ. φαίνεται να χρησιμοποιούνται ως μέσο συναλλαγής τα τάλαντα. Στα τέλη του 5ου και κυρίως τον 4ο π.χ. αιώνα κυκλοφόρησαν και χάλκινα νομίσματα για τις μικρές καθημερινές συναλλαγές. Ο βασιλιάς Φίλιππος Β διέδωσε τη χρήση των χρυσών νομισμάτων. 8
Τα ρωμαϊκά νομίσματα διαδόθηκαν σε όλο το γνωστό κόσμο και κόπηκαν σε χρυσό, άργυρο και χαλκό. Ο βυζαντινός χρυσός σόλιδος επικράτησε από τον 4ο έως τον 11ο αιώνα μχ στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και πολύ πέρα απ αυτήν. Η περίοδος από τα μέσα του 6ου αιώνα ως τις αρχές του 7ου χαρακτηρίζεται από συνθήκες ανατροπής της κατάστασης που υπήρχε στο Βυζάντιο τους προηγούμενους αιώνες (4ο-6 ο ).Τα χαρακτηριστικά της περιόδου αυτής δε δείχνουν απαραίτητα μια εποχή παρακμής, αλλά μια κρίση που κατέληξε σε διαφορετικού τύπου οργάνωση του χώρου, των πρώτων υλών, των ανθρώπων και της παραγωγής στο βυζαντινό κράτος κάτοικοί του να μπορέσουν να επιβιώσουν και να ικανοποιήσουν τις νέες ανάγκες που εμφανίστηκαν. Ο 7ος αιώνας, με την αναμφισβήτητα μεγάλη οικονομική κρίση, είχε ως κύρια χαρακτηριστικά την αγροτοποίηση της οικονομίας, την απλοποίηση των σχέσεων παραγωγής και το μετασχηματισμό σε μεγάλο βαθμό της νομισματικής οικονομίας σε ανταλλακτική. Ο 9ος υπήρξε αιώνας σχετικής ειρήνης και γαλήνης κατά τον οποίο συνεχίστηκε η διαδικασία οικονομικής ανάπτυξης που ολοκληρώθηκε το 10ο αιώνα, ενώ η νομισματική οικονομία επικράτησε και πάλι. 9
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας έχουμε μια εκχρηματισμένη οικονομία που έχει σαν κύρια χαρακτηριστικό της τη νομισματική πολυμορφία όπου το οθωμανικό με το ευρωπαϊκό σύστημα συνυπάρχουν στις συναλλαγές. Κατά τη σύγχρονη ελληνική ιστορία συναντάμε ως επί το πλείστον την νομισματική οικονομία. Τα πρώτα νομίσματα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία κυκλοφόρησαν το 1828 από τον πρώτο κυβερνήτη του νεοσύστατου ελληνικού κράτους Ιωάννη Καποδίστρια.Ο Καποδίστριας αντικατέστησε του τούρκικο γρόσι με το φοίνικα. Αρκετά χρόνια αργότερα η δραχμή επανήλθε στο προσκήνιο με τον ερχομό του Όθωνα ο οποίος το Φεβρουάριο του 1833 αντικατέστησε το φοίνικα με τη δραχμή. Εισήγαγε νέα νομισματική μονάδα με την αρχαία ονομασία δραχμή. Συναντάμε όμως την ανταλλακτική οικονομία αρκετά χρόνια αργότερα, κατά τη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου όπου γίνονται συναλλαγές στα πλαίσια μιας ανταλλακτικής οικονομίας.(όπως οι ανταλλαγές με τσιγάρα και λάδι). Οι κάτοικοι μιας περιοχής αντάλλαζαν κάθε μέρα προϊόντα δίνοντας ψωμί και παίρνοντας λάδι ή ρύζι ή ό,τι τους έλειπε. 10
Και φτάνουμε στο σήμερα που όσο περίεργο και αν φαίνεται η ανταλλακτική οικονομία εφαρμόζεται σε αρκετές πλευρές του κόσμου. Στην Ελλάδα η ανταλλακτική οικονομία υφίσταται και λειτουργεί κυρίως στην επαρχία. Σε χαμηλά βέβαια ποσοστά, η ανταλλαγή αγαθών μεταξύ των πολιτών είναι καθημερινό φαινόμενο στα χωριά, χωρίς την ύπαρξη οργανωμένων ανταλλακτικών δικτύων. Όμως το φαινόμενο αυτό παρουσιάζεται να λειτουργεί και οργανωμένα στον ελλαδικό χώρο. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν η Πάτρα και ο Βόλος, ο οποίος έχει δημιουργήσει Το Δίκτυο Ανταλλαγών και Αλληλεγγύης Μαγνησίας. Το παράδειγμα του Βόλου έχει τραβήξει το ενδιαφέρων ομάδων και άλλων πόλεων, όπως η Αθήνα, η Κατερίνη και η Λαμία που μελετούν το ενδεχόμενο να στήσουν το δικό τους δίκτυο τοπικής εναλλακτικής μονάδας,βασιζόμενο στις αρχές της ανταλλακτικής οικονομίας. 11
Η μέθοδος της χρήσης νομισμάτων ως χρήματος, με βάση την αξία του υλικού από το οποίο ήταν φτιαγμένα τελικά εξελίχθη στη μέθοδο του αντιπροσωπευτικού χρήματος. Αυτό συνέβη επειδή οι έμποροι χρυσού και αργύρου ή οι τράπεζες άρχισαν να εκδίδουν αποδείξεις στους καταθέτες εξαργυρώσιμες με χρήματα ουσιαστικής αξίας - τα οποία είχαν κατατεθεί. Τελικά, αυτές οι αποδείξεις έγιναν ευρέως αποδεκτές ως μέσο πληρωμής και ξεκίνησαν να χρησιμοποιούνται ως χρήμα. 12
Η πρώτη σοβαρή προσπάθεια έγινε το 1822 όταν η τότε κυβέρνηση αγόρασε το πρώτο πιεστήριο από την Καρδαμύλη, αλλά το εγχείρημα απέτυχε με την κάθοδο του Ιμπραήμ να καταστείλει την επανάσταση. Από αυτό το εγχείρημα σώζετε μόνο το σχέδιο πάνω σε αποτυπωμένο χαρτί και βρίσκεται στο Μουσείο της Ιονικής Τράπεζας της Κέρκυρας. 13
Η επόμενη προσπάθεια έγινε από τον Ιωάννη Καποδίστρια ερχόμενος από την Ρωσία και με ενάμισι εκατομμύριο δούβλια που του έδωσε η Ρωσική κυβέρνηση, εγκαταστάθηκε στην Αίγινα. Ο Καποδίστριας έστειλε τον Αλέξανδρο Κοντόσταυλο να μεταβεί στην Μάλτα για την αγορά μηχανημάτων για την κοπή των πρώτων νομισμάτων στην Ελλάδα. Ο Κοντόσταυλος πηγαίνοντας στην Μάλτα, που ήταν η έδρα του τάγματος των ιπποτών του Αγίου Ιωάννου, ανακάλυψε ότι μετά την κατάληψη του νησιού από τον Ναπολέοντα το είχαν εγκατάλειψή και είχαν εγκατασταθεί στην Ρώμη. 14
Πηγαίνοντας στην Ρώμη αγοράζει τα πρώτα μηχανήματα στην τιμή των 100 Αγγλικών λιρών. Μετέπειτα μετέβη στην Μασσαλία και στην Αγκόνα για την συμπλήρωση των μηχανημάτων και αφού ολοκλήρωσε την αποστολή του έστειλα τα μηχανήματα στο σπίτι του κυβερνήτη στην Αίγινα και τα εγκατέστησαν στο υπόγειο του σημερινού κυβερνείου. Αφού τελείωσε η εγκατάσταση τους άρχισαν την κοπή των νομισμάτων και το πρώτο νόμισμα κόπηκε 27 Ιουνίου το 1829. Το πρώτο πιεστήρι κοπής νομισμάτων 15
Έτσι 1 Οκτωβρίου του 1829 τέθηκαν σε κυκλοφορία τα πρώτα ελληνικά νομίσματα και την 1 Μαρτίου του 1830 απαγορεύτηκε πλήρως η κυκλοφορία των τουρκικών νομισμάτων που γινόταν οι συναλλαγές στην ελληνική επικράτεια. Τα πρώτα νομίσματα ήταν: 1 λεπτό που ζύγιζε 1,60 γραμμάρια, 5 λεπτά που ζύγιζε 8 γραμμάρια, δέκα λεπτά που ζύγιζε 16 γραμμάρια και ένας φοίνικας που ζύγιζε 4,4 γραμμάρια, αυτά κοπήκανε το 1830 και το 1832 προστεθήκανε και τα 20 λεπτά. 16
17
18