ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΙΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΙΤΟΝΟΕΙΔΗ ΚΑΜΠΥΛΗ ΒΡΟΧΟΠΤΩΣΗΣ ΚΑΙ ΧΡΗΣΗ ΤΗΣ ΩΣ ΔΕΙΚΤΗ ΚΛΙΜΑΤΙΚΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ Καλύβας Θ., Ζέρβας Ε.¹ ¹ Σχολή Θετικών Επιστημών και Τεχνολογίας, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάροδος Αριστοτέλους 18, 26335 Πάτρα, E-mail: zervas@eap.gr ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η διερεύνηση της τάσης της βροχόπτωσης δείχνει μία ημιτονοειδούς τύπου μεταβολή μέσα στο κάθε έτος. Σκοπός της παρούσας εργασίας είναι η κατασκευή για κάθε έτος της βέλτιστης ημιτονοειδούς καμπύλης για τη βροχόπτωση που έχει καταγραφεί στο μετεωρολογικό σταθμό του Τατοΐου στην περιοχή των Αθηνών σε μία περίοδο μεγαλύτερη των 50 ετών και ο υπολογισμός με τη χρήση κατάλληλων στατιστικών μεθόδων της απόκλισης των πραγματικών δεδομένων από τη βέλτιστη ημιτονοειδή καμπύλη. Αναλύεται η χρονική μεταβολή αυτής της απόκλισης και διερευνάται κατά πόσο αυτή η απόκλιση μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως δείκτης για την κλιματική αλλαγή. Λέξεις κλειδιά: Βροχόπτωση, ημιτονοειδής καμπύλη, απόκλιση, δείκτης κλιματικής αλλαγής ABSTRACT The investigation of the precipitation trend shows a sine type variation within each year. The aim of this work is the construction for each year of the best sine curve for the precipitation recorded in the weather station of Tatoi on the Athens area over a period of more than 50 years, and the calculation using appropriate statistical methods of the deviation of real data from the best sine curve. The temporal variation of this deviation is analyzed. At the end it is investigated whether this deviation can be used as an indicator of climate change. Keywords: Precipitation, sine curve, deviation, climate change indicator 1
1. ΕΙΣΑΓΩΓΗ Οι μετεωρολογικές παράμετροι παρουσιάζουν μεταβλητότητα τόσο από έτος σε έτος όσο και εντός των ετών. Οι συγγραφείς της παρούσας μελέτης έχουν εξετάσει τη μεταβλητότητα της θερμοκρασίας εντός των ετών για το μετεωρολογικό σταθμό της Νέας Φιλαδέλφειας για το χρονικό διάστημα 1955-2009, υπολογίζοντας την απόκλιση των πραγματικών τιμών θερμοκρασίας από μία βέλτιστη ημιτονοειδή καμπύλη μεταβολής της θερμοκρασίας εντός των ετών, ώστε να δειχθεί περαιτέρω εάν η απόκλιση αυτή μπορεί ν αποτελεί έναν δείκτη για τη μεταβλητότητα της θερμοκρασίας μέσα στο έτος. Η βροχόπτωση, ως μία από τις μετεωρολογικές παραμέτρους, παρουσιάζει κι αυτή μεταβλητότητα από έτος σε έτος. Οι Pnevmatikos & Katsoulis (2006) διαπιστώνουν αλλαγή του καθεστώτος της βροχόπτωσης στην Ελλάδα τα τελευταία 20 χρόνια. Οι Savvidou et al. (2010) βρήκαν για τους μετεωρολογικούς σταθμούς της Νέας Φιλαδέλφειας και του Τατοΐου ότι η βροχόπτωση εμφανίζει αυξητική τάση μέχρι το 1980 ενώ στη συνέχεια η τάση γίνεται μειωτική, για να μετατραπεί πάλι σε αυξητική μετά το 1990. Εκτός από την αλλαγή από έτος σε έτος, η βροχόπτωση παρουσιάζει μεταβλητότητα και εντός των ετών. Οι Feidas et al. (2006) διαπιστώνουν μειωτική τάση για τη χειμερινή βροχόπτωση στην Ελλάδα κατά τη χρονική περίοδο 1955 2001. Εξ αιτίας της διαδοχής των εποχών μπορούμε να θεωρήσουμε ως εύλογη τη χρήση μίας ημιτονοειδούς συνάρτησης για την περιγραφή της μηνιαίας ποσότητας της βροχόπτωσης. Η απόκλιση των πραγματικών τιμών από την παραπάνω ημιτονοειδή μεταβολή διερευνάται σε αυτή την εργασία, κατά πόσο μπορεί να είναι ένας δείκτης για τη μεταβλητότητα της βροχόπτωσης μέσα στο έτος. 2. ΜΕΘΟΔΟΛΟΓΙΑ Στην εργασία αυτή χρησιμοποιούνται τα δεδομένα βροχόπτωσης του σταθμού της Εθνικής Μετεωρολογικής Υπηρεσίας του Τατοΐου, και καλύπτουν τη χρονική περίοδο 1956 2015. Υπολογίζονται αρχικά οι τιμές του μηνιαίου ύψους βροχόπτωσης για όλους τους μήνες όλων των ετών της παραπάνω χρονικής περιόδου. Η κύμανση του μηνιαίου ύψους βροχόπτωσης εντός του έτους είναι ημιτονοειδούς μορφής, επειδή μειώνεται από τα μεγαλύτερα ύψη βροχόπτωσης των χειμερινών μηνών προς τα χαμηλότερα των θερινών μηνών και στη συνέχεια αυξάνεται πάλι προς τα μεγαλύτερα ύψη. Στη συνέχεια, και μετά από επαναληπτικούς υπολογισμούς ελαχιστοποίησης ελαχίστων τετραγώνων, καθορίστηκε η βέλτιστη εξίσωση ημιτονοειδούς μορφής που αναπαριστά την καμπύλη των μηνιαίων τιμών. Η εξίσωση έχει την παρακάτω γενική μορφή: Υ ι = sin( 30ιC 1 ) C 2 + C 3 (1) με: i = 1, 2,,12, ο αριθμός του μήνα, C1, C2, C3 = σταθερές, οι τιμές των οποίων εξαρτώνται από τις ειδικότερες περιπτώσεις στα πλαίσια επίδρασης των τάσεων της βροχόπτωσης, οι οποίες και θα αναφερθούν παρακάτω. Η τιμή που λαμβάνει αυτή η εξίσωση συγκρίνεται, για όλους τους μήνες, με την πραγματική τιμή του ύψους βροχόπτωσης αυτού του μήνα. Μετά τον υπολογισμό της τιμής της εξίσωσης Yι, υπολογίζεται στη συνέχεια ο προτεινόμενος δείκτης Index ως το άθροισμα των τετραγώνων των διαφορών μεταξύ της θεωρητικής τιμής κάθε μήνα και της μέσης τιμής των μετρήσεων: Index j = 12 (T Ι=1 i Υ ι ) 2 (2) με: T i το ύψος βροχόπτωσης του εκάστοτε μήνα i, j, το κάθε έτος. Στην πρώτη αυτή διερεύνηση της τάσης της βροχόπτωσης στο σταθμό του Τατοΐου, εξετάζονται οι εξής περιπτώσεις: 1. Θεώρηση ως ύψους βροχόπτωσης για κάθε μήνα, της μέσης τιμής των υψών βροχόπτωσης όλων των μηνών όλων των ετών που μελετώνται εδώ. Σ αυτήν την περίπτωση, η προσαρμογή της εξίσωσης (1) δίνει τις παρακάτω τιμές στις σταθερές C: C1=2.25, C2=34.50, ενώ η C3 ισούται με τη μέση τιμή των 12 μηνιαίων τιμών όλων των ετών, δηλαδή 38.18. 2. Επειδή (με την εξαίρεση 2-3 ετών) η βροχόπτωση παραμένει σχετικά σταθερή τα πρώτα 11 έτη των δεδομένων (1956 1966), θεωρούμε την ενδεκαετία αυτή ως περίοδο βάσης. H προσαρμογή της εξίσωσης (1) έγινε με βάση τη μέση τιμή των μηνιαίων τιμών υψών βροχόπτωσης αυτής της περιόδου και οι σταθερές C λαμβάνουν τις τιμές: C1=2.45, C2=36.50, ενώ η σταθερά C3 παίρνει τη μέση τιμή των 12 μηνιαίων τιμών της περιόδου 1956 1966, δηλαδή 36.28. 3. Επειδή οι τιμές του 1978 έχουν την πιο καλή προσαρμογή στην ημιτονοειδή καμπύλη, θεώρηση του έτους αυτού ως έτους βάσης. Σ αυτήν την περίπτωση οι σταθερές C1 και C2 2
παίρνουν τις τιμές 2.65 και 52.00 αντίστοιχα, ενώ η C3 παίρνει την τιμή του μέσου μηνιαίου ύψους βροχόπτωσης της χρονιάς του 1978 που ήταν 51.71. Στη συνέχεια, εξετάζονται οι ίδιες περιπτώσεις, αλλά θεωρώντας το μέσο μηνιαίο ύψος βροχόπτωσης του κάθε έτους και όχι όλων των ετών (περίπτωση 1), των ετών 1956-1966 (περίπτωση 2) ή του έτους 1978 (περίπτωση 3). Οι συντελεστές C1 και C2 παραμένουν όπως στις 3 πρώτες περιπτώσεις. 4. C: C1=2.25, C2=34.50, ενώ η C3 ισούται με τη μέση μηνιαία βροχόπτωση του κάθε έτους. 5. C1=2.45, C2=36.50, ενώ η C3 ισούται με τη μέση μηνιαία βροχόπτωση του κάθε έτους. 6. C1=2.65, C2=52.00, ενώ η C3 ισούται με τη μέση μηνιαία βροχόπτωση του κάθε έτους. Στο τέλος εξετάζεται η περίπτωση όπου οι 3 σταθερές είναι βέλτιστες στο κάθε έτος. 7. Η τελευταία περίπτωση που εξετάζεται χρησιμοποιεί τις βέλτιστες τιμές των C1 και C2 για κάθε έτος, ενώ η C3 ισούται με τη μέση μηνιαία βροχόπτωση του κάθε έτους. Μετά και τον υπολογισμό των παραπάνω 7 περιπτώσεων εξετάζονται συγκριτικά οι 7 αντίστοιχοι δείκτες. Τέλος, υπολογίζεται η μέση διαφορά τετραγώνων και των 7 περιπτώσεων, για κάθε μήνα του έτους. Σχήμα 1. Ετήσια βροχόπτωση του μετεωρολογικού σταθμού Τατοΐου. Στη συνέχεια παρουσιάζονται τα αποτελέσματα για τις περιπτώσεις που μελετήθηκαν εδώ. 3.1 Περίπτωση 1 Το σχήμα 2α δείχνει τη μέση βροχόπτωση όλων των μηνών (ως μέση μηνιαία βροχόπτωση όλων των ετών 1956-2015) και την βέλτιστη ημιτονοειδή γραμμή που υπολογίζεται με την εξίσωση (1). Στη συνέχεια, και μετά τον υπολογισμό της τιμής του δείκτη για κάθε έτος της περιόδου 1956-2015, παρατίθεται το διάγραμμα μεταβολής του στο χρόνο (σχήμα 2β). 3. ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΣΥΖΗΤΗΣΗ Το Σχήμα 1 δείχνει την μεταβολή της ετήσιας βροχόπτωσης για το σταθμό του Τατοΐου. Διαπιστώνεται ότι η ετήσια βροχόπτωση έχει αυξητική τάση κατά τη χρονική περίοδο μελέτης, με σχετικά ηπιότερη αυξητική κλίση μετά το 1966. Κατά το διάστημα 1956 1966 η αυξητική τάση εμφανίζεται εντονότερη λόγω του αυξημένου σχετικά ύψους βροχόπτωσης 3 ετών αυτής της περιόδου. Σχήμα 2α. Μέση μηνιαία βροχόπτωση της περιόδου 1956 2015 του μετεωρολογικού σταθμού Τατοΐου και βέλτιστη ημιτονοειδής καμπύλη. 3
Σχήμα 2β. Ετήσια μεταβολή του δείκτη για την πρώτη Σχήμα 3α. Μέση μηνιαία βροχόπτωση της περιόδου 1956 1966 του μετεωρολογικού σταθμού Τατοΐου και βέλτιστη ημιτονοειδής καμπύλη. Παρατηρείται, στο σχήμα 2α, ικανοποιητική προσαρμογή της βέλτιστης καμπύλης στα δεδομένα. Στο σχήμα 2β, διαπιστώνεται ανοδική γενικά τάση του δείκτη μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια πτωτική τάση μέχρι και λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια ο δείκτης εμφανίζει έντονες αυξητικές διακυμάνσεις με φθίνουσα τάση μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 2000. Από εκεί και μετά ο δείκτης εμφανίζει ηπιότερη αυξητική τάση. Υπό την έννοια των διαδοχικών κυμάνσεων που υφίσταται ο δείκτης εντός της περιόδου μελέτης μπορεί να εξαχθεί ότι ο δείκτης αυτός επαληθεύει τρόπον τινά την αυξανόμενη αστάθεια του καιρού μέσα στο έτος, πάντα σε σχέση με μία ιδεατή ημιτονοειδή καμπύλη. 3.2 Περίπτωση 2 Το σχήμα 3α δείχνει τη μέση βροχόπτωση όλων των μηνών των ετών 1956-1966 και την βέλτιστη ημιτονοειδή γραμμή που υπολογίζεται με την εξίσωση (1). Στη συνέχεια και μετά τον υπολογισμό του δείκτη για κάθε έτος της περιόδου 1956-2015, παρατίθεται το διάγραμμα μεταβολής του στο χρόνο (Σχήμα 3β). Σχήμα 3β. Ετήσια μεταβολή του δείκτη για τη δεύτερη Και στη δεύτερη περίπτωση παρατηρείται ικανοποιητική προσαρμογή της βέλτιστης καμπύλης στα δεδομένα. Σχετικά με τον δείκτη διαπιστώνεται, όπως και στην πρώτη περίπτωση, ανοδική γενικά τάση του δείκτη μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια πτωτική τάση μέχρι και λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια ο δείκτης εμφανίζει έντονες αυξητικές διακυμάνσεις με φθίνουσα τάση μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 2000. Από εκεί και μετά ο δείκτης εμφανίζει ηπιότερη αυξητική τάση. Υπό την έννοια των διαδοχικών κυμάνσεων που υφίσταται ο δείκτης εντός της περιόδου μελέτης μπορεί να εξαχθεί ότι και ο δείκτης αυτός επαληθεύει τρόπον τινά την αυξανόμενη αστάθεια του καιρού μέσα στο έτος, πάντα σε σχέση με μία ιδεατή ημιτονοειδή καμπύλη. 4
3.3 Περίπτωση 3 Στη συνέχεια υπολογίστηκε ο δείκτης της περίπτωσης 3. Επειδή η βέλτιστη καμπύλη εφαρμόζεται στο κάθε έτος, καταστρώθηκαν 60 διαγράμματα. Εδώ παρουσιάζεται μόνο το διάγραμμα που αντιστοιχεί στο έτος 1978, καθώς οι μηνιαίες τιμές του έτους αυτού προσεγγίζουν αρκετά ικανοποιητικά την ημιτονοειδή καμπύλη (σχήμα 4α). Στη συνέχεια και μετά τον υπολογισμό του δείκτη της περίπτωσης 3 για κάθε έτος της περιόδου 1956-2015, παρατίθεται το διάγραμμα μεταβολής του στο χρόνο (Σχήμα 4β). της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια ο δείκτης εμφανίζει έντονες αυξητικές διακυμάνσεις με φθίνουσα τάση μέχρι και σήμερα. 3.4 Περίπτωση 4 Μετά τον υπολογισμό του δείκτη της περίπτωσης 4 για κάθε έτος της περιόδου 1956-2015 με βάση τη μέση μηνιαία βροχόπτωση κάθε έτους, παρατίθεται το διάγραμμα μεταβολής του στο χρόνο (Σχήμα 5). Διαπιστώνεται σ αυτό το διάγραμμα ήπια ανοδική τάση του δείκτη μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια πτωτική τάση μέχρι και λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια ο δείκτης εμφανίζει έντονες αυξητικές διακυμάνσεις με φθίνουσα τάση μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 2000. Από εκεί και μετά ο δείκτης εμφανίζει αυξητική τάση. Σχήμα 4α. Μηνιαία βροχόπτωση του έτους 1978 του μετεωρολογικού σταθμού Τατοΐου και βέλτιστη ημιτονοειδής καμπύλη. Σχήμα 5. Ετήσια μεταβολή του δείκτη για την τέταρτη Σχήμα 4β. Ετήσια μεταβολή του δείκτη για την τρίτη Διαπιστώνεται ανοδική γενικά τάση του δείκτη μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια πτωτική τάση μέχρι και λίγο μετά τα μέσα 3.5 Περίπτωση 5 Έχοντας ως βάση την περίοδο 1956-1966 με την υιοθέτηση των δεικτών C1, C2 της περιπτώσεως 2, λαμβάνοντας όμως υπόψη και τη μέση μηνιαία βροχόπτωση του κάθε έτους, υπολογίστηκε ο δείκτης της περίπτωσης 5. Στο παραπάνω Σχήμα 6 παρατίθεται το διάγραμμα μεταβολής του στο χρόνο. Διαπιστώνεται σ αυτό το διάγραμμα ήπια ανοδική τάση του δείκτη μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια πτωτική τάση μέχρι και λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια ο δείκτης εμφανίζει έντονες αυξητικές διακυμάνσεις με φθίνουσα τάση μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 2000. Από εκεί και μετά ο δείκτης εμφανίζει αυξητική τάση. 5
3.7 Περίπτωση 7 Χρησιμοποιώντας τις βέλτιστες τιμές των δεικτών C1, C2, λαμβάνοντας όμως υπόψη και τη μέση μηνιαία βροχόπτωση του κάθε έτους, υπολογίστηκε ο δείκτης της περίπτωσης 7. Στο παραπάνω Σχήμα 8 παρατίθεται το διάγραμμα μεταβολής του στο χρόνο. Διαπιστώνεται ανοδική γενικά τάση του δείκτη μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια πτωτική τάση μέχρι και λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια ο δείκτης εμφανίζει έντονες αυξητικές διακυμάνσεις με φθίνουσα τάση μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 2000. Από εκεί και μετά ο δείκτης εμφανίζει αυξητική τάση. Σχήμα 6. Ετήσια μεταβολή του δείκτη για την πέμπτη 3.6 Περίπτωση 6 Έχοντας ως έτος βάσης το 1978 με την υιοθέτηση των δεικτών C1, C2 της περιπτώσεως 3, λαμβάνοντας όμως υπόψη και τη μέση μηνιαία βροχόπτωση του κάθε έτους, υπολογίστηκε ο δείκτης της περίπτωσης 6. Παρατίθεται στη συνέχεια το διάγραμμα μεταβολής του στο χρόνο (Σχήμα 7). Διαπιστώνεται ήπια ανοδική τάση του δείκτη μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια πτωτική τάση μέχρι και λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια ο δείκτης εμφανίζει έντονες αυξητικές διακυμάνσεις με φθίνουσα τάση μέχρι και σήμερα. Σχήμα 7. Ετήσια μεταβολή του δείκτη για την έκτη Σχήμα 8. Ετήσια μεταβολή του δείκτη για την έβδομη 3.8 Σύγκριση των δεικτών των 7 περιπτώσεων Για τη σύγκριση των δεικτών και των 7 περιπτώσεων παρατίθεται στη συνέχεια το διάγραμμα του Σχήματος 9. Διαπιστώνεται ότι και οι 7 δείκτες εμφανίζουν κοινή γενικά τάση, ανοδική μέχρι περίπου τα τέλη της δεκαετίας του 1980 και στη συνέχεια πτωτική τάση μέχρι και λίγο μετά τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια εμφανίζουν έντονες αυξητικές διακυμάνσεις με φθίνουσα τάση μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 2000 και από εκεί και μετά εμφανίζουν ξανά αυξητική τάση. Οι διαφορές μεταξύ των δεικτών είναι εντονότερες τα έτη μέχρι και τα μέσα περίπου της δεκαετίας του 1990 ενώ στη συνέχεια μειώνονται. 6
Σχήμα 9. Ετήσια μεταβολή των δεικτών και των 7 περιπτώσεων. Το διάγραμμα του Σχήματος 10 δείχνει τον δείκτη συσχέτισης των 7 περιπτώσεων. Παρατηρείται ότι σε αρκετές περιπτώσεις 2 δείκτες συσχετίζονται καλά, άρα μπορούν να χρησιμοποιηθούν ο ένας στη θέση του άλλου, ενώ σε άλλες όχι και τόσο καλά. Σχήμα 11. Τετραγωνική ρίζα της διαφοράς των τετραγώνων μεταξύ της μέσης μηνιαίας τιμής και αυτής που προβλέπεται από τον κάθε δείκτη. Διαπιστώνεται σχετική συνάφεια μεταξύ των δεικτών, εκτός του δείκτη της περίπτωσης 6 ο οποίος διαφοροποιείται κατά τους θερινούς μήνες. Η διαφορές μεταξύ των δεικτών είναι γενικά μεγαλύτερες κατά τους χειμερινούς μήνες. Η διερεύνηση αυτού του τελευταίου σημείου αποτελεί και την συνέχεια της έρευνας. 4. ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Επτά δείκτες, βασιζόμενοι στην απόκλιση της πραγματικής μέσης μηνιαίας βροχόπτωσης από την βέλτιστη ημιτονοειδή, χρησιμοποιήθηκαν για να ποσοτικοποιήσουν την κλιματική αλλαγή. Ως μελέτη περίπτωσης χρησιμοποιήθηκαν τα δεδομένα μετρήσεων βροχόπτωσης του μετεωρολογικού σταθμού Τατοΐου. Οι δείκτες αυτοί μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως μια αρχή για να ποσοτικοποιήσουν τη μεταβλητότητα της βροχόπτωσης μέσα στο έτος, αλλά περισσότερη έρευνα χρειάζεται ώστε να μελετηθεί καλύτερα η συμπεριφορά τους. Σχήμα 10. Συντελεστής συσχέτισης μεταξύ των δεικτών. 3.9 Ανάλυση των δεικτών σε μηνιαία βάση Στο Σχήμα 11 παριστάνεται γραφικά η τετραγωνική ρίζα της μέσης διαφοράς των τετραγώνων των πραγματικών υψών βροχόπτωσης και αυτών που προβλέπονται από τους 7 δείκτες για κάθε μήνα του έτους. 5. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ 1. Kalyvas T., Zervas E. (2017) Analysis of the deviation from the temperature sine curve and use it as indicator of climate change 6 ο Περιβαλλοντικό Συνέδριο Μακεδονίας, 5-7 Μαΐου, Θεσσαλονίκη. 2. Pnevmatikos J.D. & B.D. Katsoulis (2006), The changing rainfall regime in Greece and its impact on climatological means, Meteorol. Appl. 13, 331 345 (2006) 7
3. Savvidou M., Vatikiotis L., Zervas E. (2010), Indicators for climate changes in the Athens area, Energy and Climate Change, 3rd International Scientific Conference Energy and Climate Change, October 7-8, Athens, Greece 4. Feidas H., Ch. Noulopoulou, T. Makrogiannis, and E. Bora-Senta (2006), Trend analysis of precipitation time series in Greece and their relationship with circulation using surface and satellite data: 1955 2001, Theor. Appl. Climatol. 87, 155 177 (2007) 8