Περίληψη : Ο ναός της Αγίας Ειρήνης αποτελεί ένα σημαντικό δείγμα τόσο βυζαντινής ναοδομίας όσο και αυτοκρατορικής τέχνης. Η τρουλαία αυτή βασιλική είναι η δεύτερη μεγαλύτερη σωζόμενη εκκλησία της Κωνσταντινούπολης. Η εκκλησία, που χτίστηκε βόρεια της Αγίας Σοφίας μετά τη Στάση του Νίκα το 532 και υπέστη εκτεταμένες επισκευές το 740, βρίσκεται σήμερα στον εξωτερικό (πρώτο) περίβολο του Τοπκαπί στην Κωνσταντινούπολη. Ο μνημειακός σταυρός στην αψίδα αποτελεί μοναδικό δείγμα εικονομαχικής τέχνης. Χρονολόγηση - Κωνσταντίνειος ναός: δεκαετία 330 - Ιουστινιάνειος ναός: μετά το 532 - Εικονομαχικός ναός: μετά το 740 Γεωγραφικός εντοπισμός Κωνσταντινούπολη, βόρεια της Αγίας Σοφίας, εξωτερικός περίβολος του Τοπκαπί 1. Γενική εισαγωγή Ο ναός της Αγίας Ειρήνης αποτελεί ένα σημαντικό δείγμα ναοδομίας της Κωνσταντινούπολης, που υπολείπεται σε μέγεθος μόνο της Αγίας Σοφίας (εικ.1). Ο ναός υπέστη εκτεταμένες επισκευές κατά καιρούς και η δυσκολία στη χρονολόγησή του όσο και στην κατανόηση κάποιων χαρακτηριστικών του, καθώς και η αυστηρότητα στο εσωτερικό του με το χαρακτηριστικό μνημειακό εικονομαχικό σταυρό, εξηγούν ίσως το γιατί αγνοήθηκε σχετικά από τους ερευνητές και το κοινό, σε σχέση με τη διάσημη γειτονική του Αγία Σοφία. Σύμφωνα με την παράδοση, στην ίδια τοποθεσία βρισκόταν μια προγενέστερη, πολύ μικρότερη εκκλησία, που τον 4ο αιώνα ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Α αποφάσισε να ξαναχτίσει, διευρύνοντάς την, και την αφιέρωσε στην αγία Ειρήνη. 1 Πριν από τα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας το 360, και κατά τη διάρκεια της ανέγερσης της Αγίας Σοφίας τον 5ο αιώνα, η Αγία Ειρήνη λειτουργούσε ως μητροπολιτικός ναός της Κωνσταντινούπολης. 2 Οι βυζαντινές πηγές αναφέρουν ότι η Β Οικουμενική Σύνοδος του 381 έλαβε χώρα στην Αγία Ειρήνη. 3 Μέχρι τον 5ο αιώνα οι δύο ναοί, Αγία Ειρήνη και Αγία Σοφία, εντάσσονταν στο συγκρότημα του Πατριαρχείου. 4 Στη Στάση του Νίκα το 532 η εκκλησία καταστράφηκε από πυρκαγιά και ξαναχτίστηκε από τον Ιουστινιανό Α (527-565) ως σταυροειδής τρουλαία βασιλική. Μετά τις βλάβες που υπέστη από το σεισμό του 740, υπέστη εκτεταμένες επισκευές από τον Κωνσταντίνο Ε (741-755). 5 Σήμερα τα χαμηλότερα μέρη του ναού ανήκουν στο ιουστινιάνειο κτίσμα, ενώ η ανωδομή ανήκει στη μετά το σεισμό του 740 φάση. Η εκκλησία δε μετατράπηκε ποτέ σε τζαμί αλλά χρησιμοποιήθηκε ως οπλοστάσιο από τους Οθωμανούς. Στον εξωτερικό περίβολο του συγκροτήματος του Τοπκαπί σήμερα, στο νότιο άκρο της ευρωπαϊκής Κωνσταντινούπολης, η Αγία Ειρήνη λειτουργεί κυρίως ως αίθουσα συναυλιών, λόγω της εξαιρετικής ακουστικής και της ευρύτητας του χώρου. Παρά το γεγονός ότι η Αγία Ειρήνη δεν κατάφερε να αποσπάσει την αναγνώριση που της άξιζε, παραμένει κατεξοχήν παράδειγμα της πρώιμης βυζαντινής αρχιτεκτονικής της Κωνσταντινούπολης και πρωτότυπο υπόδειγμα της σταυροειδούς τρουλαίας βασιλικής. Επιπλέον, ο αποσπασματικά σωζόμενος σταυρός στην αψίδα αποτελεί σημαντικό δείγμα εκονομαχικής τέχνης στην Κωνσταντινούπολη. 2. Αρχιτεκτονική Η Αγία Ειρήνη, που χτίστηκε μετά τη Στάση του Νίκα το 532 κάτω από τις ίδιες ακριβώς συνθήκες με την Αγία Σοφία, αποτελεί εξαιρετικό δείγμα βυζαντινής τρουλαίας βασιλικής. 6 Χωρίς να έχει ξεπεράσει ποτέ την Αγία Σοφία, η Αγία Ειρήνη παραμένει η δεύτερη σε μέγεθος κωνσταντινουπολίτικη εκκλησία, με την κάτοψη του σημερινού σωζόμενου κτίσματος να έχει διαστάσεις περ. 58Χ30 μ., χωρίς να υπολογίζουμε το αίθριο (εικ. 2). Η Αγία Ειρήνη είναι μια υποδειγματική τρουλαία βασιλική, τρίκλιτη, με υπερώα στις τρεις πλευρές που ανοίγονταν στον κεντρικό χώρο και προς το ιερό στα ανατολικά, ένας Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 1/11
αρχιτεκτονικός τύπος που εμφανίστηκε στην Κωνσταντινούπολη ήδη στα τέλη του 5ου ή στις αρχές του 6ου αιώνα, κρίνοντας από τον Άγιο Πολύευκτο. Ο σημερινός τρούλος της Αγίας Ειρήνης έχει διάμετρο περ. 15 μ. και βρίσκεται στη θέση του αρχικού ιουστινιάνειου τρούλου (εικ. 3). Ο αντίστοιχος επί σφαιρικών τριγώνων τρούλος που υψωνόταν πάνω από το κεντρικό τμήμα του ιουστινιάνειου ναού είχε διαφορετικό σύστημα στήριξης κατά τον άξονα Α-Δ απ ό,τι κατά τον άξονα Β-Ν. Ανατολικά και δυτικά ο τρούλος στηριζόταν σε δύο διαφορετικού βάθους χαμηλές καμάρες, ενώ βόρεια και νότια έβαινε σε δύο πολύ αβαθή τόξα. Τα πλάγια κλίτη εκατέρωθεν του κεντρικού είχαν υπερώα που φωτίζονταν από τα σχετικά μεγάλα παράθυρα πάνω από αυτά. Η προφανής έλλειψη αμφίπλευρης συμμετρίας στην Αγία Ειρήνη είναι ο κυριότερος λόγος της καταστροφής της από το σεισμό του 740. 7 Ο τρούλος της εκκλησίας κατέρρευσε και το κτήριο έμεινε σε ερείπια. Ουσιαστικά ξαναχτίστηκε από τον Κωνσταντίνο Ε μόλις γύρω στο 753. 8 Δεδομένων των ιστορικών συνθηκών, αυτή η φάση της εκκλησίας μάς δίνει πρόσβαση στην αρχιτεκτονική της Κωνσταντινούπολης την περίοδο της Εικονομαχίας. 9 Σε αυτή την επισκευή του 8ου αιώνα, και παρά τη σε μεγάλο βαθμό περιορισμένη οικονομική δυνατότητα, το κτήριο διατήρησε την αρχική του κλίμακα του 6ου αιώνα, καθώς και την κάτοψη βασιλικής, ενώ έλαβε μορφή σταυροειδούς με τρούλο και έναν ελλειπτικό θόλο πάνω από το δυτικό τμήμα του κυρίως ναού (εικ. 4). Οι κιονοστοιχίες εκατέρωθεν του κεντρικού κλίτους ανακαινίστηκαν με κίονες και απομιμήσεις ιωνικών κιονοκράνων της Ιουστινιάνειας περιόδου σε δεύτερη χρήση (εικ. 5). Στο επίπεδο των υπερώων ο ναός πήρε σταυροειδή μορφή, με κάθετες καμάρες βόρεια και νότια του τρούλου, πιθανότατα σε αναζήτηση κατάλληλης στατικής λύσης μάλλον παρά λόγω συμβολικού νοήματος της ίδιας της αρχιτεκτονικής μορφής. 10 Άλλες κατασκευαστικές διορθώσεις περιλάμβαναν θόλους στο δυτικό τμήμα του κυρίως ναού, που συγκρατούνταν από κάθετες καμάρες στο ύψος των υπερώων. Παρόλο που συνολικά στερούνταν ακόμη αμφίπλευρης συμμετρίας, το σύστημα στέγασης με θόλους βελτίωσε τη στατικότητα του κτηρίου. Στις επισκευές του 8ου αιώνα διατηρήθηκαν κάποια παλαιοχριστιανικά στοιχεία: το αίθριο κι ένα σύνθρονο με επτά βαθμίδες και κύκλιον (εικ. 6 και 7). Γνωρίζουμε επίσης ότι υπήρχε κάποιας μορφής φράγμα του πρεσβυτερίου, γιατί μαρμάρινα σπαράγματά του αναγνωρίστηκαν στο δάπεδο της βόρειας κιονοστοιχίας. 11 Την περίοδο αυτή η καμάρα μπροστά από την κόγχη της αψίδας του ιερού είχε σχήμα οξυκόρυφο και κοσμούνταν δύο απλά, δισδιάστατα ψηφιδωτά που παρίσταναν σταυρούς πάνω σε βάθρα. Οι Οθωμανοί επέφεραν κάποιες αλλοιώσεις αλλά γενικά οι αρχιτεκτονικές αλλαγές ήταν ήσσονος σημασίας. 12 Το δάπεδο της εκκλησίας υπερυψώθηκε με ορισμένα σπαράγματα των μαρμάρινων λειτουργικών κατασκευών ενσωματωμένα σε αυτό (εικ. 8). Οι τοξοστοιχίες επίσης υπέστησαν μικρές αλλαγές, ενώ έγιναν κάποιες συμπληρώσεις και παρεμβάσεις, όπως χτίσιμο των αρχικών ανοιγμάτων και προσθήκη παράπλευρων διαμερισμάτων. Εκτός από την ίδια την εκκλησία, κατάλοιπα μιας σειράς δευτερευόντων κτισμάτων σώζονται ακόμη στα βόρεια και στα νότια της εκκλησίας (εικ. 9). 13 Σε μερικά από αυτά αποκαλύφθηκαν δάπεδα με μαρμαροθετήματα. 14 Είναι δύσκολο να διευκρινιστεί η αρχική λειτουργία των δευτερευόντων αυτών κτισμάτων, μερικά από τα οποία υπέστησαν ζημιές ήδη στην πυρκαγιά του 564, αν και είναι πολύ πιθανό ότι κάποια από τα κατάλοιπα ανήκαν στο χαμένο σήμερα ξενώνα του Σαμψών, που συνέδεε, σύμφωνα με τις πηγές, την Αγία Ειρήνη με την Αγία Σοφία. 15 3. Τέχνη Από τον εσωτερικό διάκοσμο της Αγίας Ειρήνης έχουν σωθεί κυρίως ψηφιδωτά στην αψίδα και στο νάρθηκα, σπαράγματα τοιχογραφιών στο νότιο κλίτος και το διακονικό, 16 ανάγλυφα κιονόκρανα, ενίοτε με μονογράμματα (εικ. 10) καθώς και σπαράγματα αναγλύφων ενσωματωμένα στο δάπεδο. 17 Πιο διάσημο είναι οπωσδήποτε το αποσπασματικά σωζόμενο ψηφιδωτό με το μνημειακό σταυρό στην αψίδα του ιερού (εικ. 7), που έγινε από τον Κωνσταντίνο Ε κατά τη διάρκεια της Εικονομαχίας. Ο σταυρός πάνω σε χρυσό βάθος, με πεπλατυσμένα άκρα με σταγονοειδείς απολήξεις και εδραζόμενος σε βάση με τρεις βαθμίδες, αποτελεί μοναδικό δείγμα εικονομαχικής τέχνης. Η απόφαση να διακοσμηθεί η αψίδα με ένα μεμονωμένο μνημειακό σταυρό, που θυμίζει έντονα εικόνες του Τίμιου Σταυρού, αποτελεί ένδειξη των αντιλήψεων του Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 2/11
Κωνσταντίνου Ε και άλλων εικονομάχων, για τους οποίους μόνο ο σταυρός και η Θεία Ευχαριστία ήταν αποδεκτές εικόνες του Χριστού. 18 Επιπλέον, το συμβολικό νόημα του σταυρού ως σημείου νίκης, συνδεδεμένο με την αυτοκρατορική παράδοση ήδη από τον καιρό του Κωνσταντίνου Α, είχε γίνει, στο ιστορικό πλαίσιο της Εικονομαχίας, έμβλημα της χριστιανικής αντίθεσης απέναντι στο Ισλάμ. 19 Το ψηφιδωτό του σταυρού είναι ιδιαίτερα υψηλής ποιότητας. Έχει γίνει με την τεχνοτροπία που για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη τη βλέπουμε στην Αγία Ειρήνη και αργότερα γνώρισε μεγάλη διάδοση στην τέχνη της πρωτεύουσας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το περίφημο ψηφιδωτό της Θεοτόκου Βρεφοκρατούσας στην Αγία Σοφία (867). 20 Ο σταυρός στην Αγία Ειρήνη έχει περίγραμμα από μαύρες ψηφίδες ενώ το φόντο είναι χρυσό. Ωστόσο, στο φόντο από χρυσές ψηφίδες που γίνονταν από γυάλινες ψηφίδες στις οποίες παρεμβαλλόταν φύλλο χρυσού παρεμβάλλονται αυθαίρετα κατά σημεία ασημένιες ψηφίδες που γίνονταν με την ίδια τεχνική. 21 Η καινοτομία αυτή σε καμία περίπτωση δεν αποσκοπούσε στη μείωση του κόστους του χρυσού ψηφιδωτού. Αντίθετα, οι ψηφίδες είναι ασυνήθιστα μικρές και τοποθετημένες πολύ πυκνά, χρησιμοποιήθηκε επομένως περισσότερος χρυσός απ όσο πραγματικά χρειαζόταν. Η χρήση ασημένιων ψηφίδων δείχνει μάλλον την πρόθεση να απαλύνει και να φωτιστεί το χρυσό βάθος, αλλά και να επιτευχθεί η καλύτερη έκφραση του θείου φωτός. 22 Η υψηλή ποιότητα της εκτέλεσης του σταυρού διαπιστώνεται επίσης στα οπτικά τεχνάσματα και την προσεκτική ζύγιση των κεραιών του σταυρού, οι οποίες καμπυλώνουν προς τα κάτω ακολουθώντας το σχήμα της αψίδας, ενώ ο θεατής από το έδαφος τις αντιλαμβάνεται ως οριζόντιες. 23 Δύο μακριές επιγραφές σε ψηφιδωτό ορίζουν το πλαίσιο του θριαμβικού τόξου και είχαν επισκευαστεί από τους Βυζαντινούς κάποια στιγμή πριν από την οθωμανική κατάκτηση του 1453. 24 Οι επιγραφές αποτελούν στίχους από την Παλαιά Διαθήκη, από το βιβλίο του Αμώς και τους Ψαλμούς του Σολομώντα, και είναι αλληγορίες για τον Οίκο του Κυρίου. 25 4. Η Αγία Ειρήνη πρότυπο για άλλους ναούς Στην Κωνσταντινούπολη υπήρχαν κι άλλες εκκλησίες με το όνομα της αγίας Ειρήνης. Οι πηγές αναφέρουν την Αγία Ειρήνη του Εβδόμου, την Αγία Ειρήνη στις Συκές (στο Γαλατά) και την Αγία Ειρήνη προς θάλασσαν. 26 Η τελευταία γνωστή επίσης ως «Νέα», χτίστηκε κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μαρκιανού και επισκευάστηκε σε κάποιο βαθμό επί Μανουήλ Α Κομνηνού (1143-1180), μετά την καταστροφή της από πυρκαγιά. 27 Η Αγία Ειρήνη υπήρξε πρότυπο για άλλες εκκλησίες εκτός βυζαντινής επικράτειας, κυρίως του Κιέβου. 28 Όταν ο Γιάροσλαβ ο Σοφός (1019-54), γιος του πρίγκιπα Βλαδίμηρου (980-1015) διεύρυνε και οχύρωσε το Κίεβο απομιμούμενος την Κωνσταντινούπολη, εκτός από τον καθεδρικό της Αγίας Σοφίας έχτισε επίσης την εκκλησία της Αγίας Ειρήνης (περ. 1050). Το εικονογραφικό πρόγραμμα της Αγίας Ειρήνης επίσης έδωσε το έναυσμα για αντίστοιχες διακοσμήσεις άλλων σύγχρονων εκκλησιών. Ο μνημειακός σταυρός και η επιγραφή από τον Ψαλμό 64:4-5 στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας της Αγίας Ειρήνης αντιγράφτηκε εν μέρει στα λίγο μεταγενέστερα ψηφιδωτά της Αγίας Σοφίας στη Θεσσαλονίκη. Οι ίδιοι στίχοι από τον Ψαλμό 64 αποτέλεσαν μέρος του αναγνώσματος για τα εγκαίνια της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, σύμφωνα με το πρώιμο τυπικό της του 10ου αιώνα. 29 5. Η Αγία Ειρήνη μετά την Άλωση Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς, σε αντίθεση με τις περισσότερες άλλες εκκλησίες της πόλης, η Αγία Ειρήνη δε μετατράπηκε σε τζαμί, αλλά περιλήφθηκε στον περίβολο του ανακτόρου. Χρησιμοποιήθηκε ως οπλοστάσιο των Γενιτσάρων, αποθήκη για λάφυρα πολέμου με διάφορα λάβαρα και βυζαντινά κατάλοιπα ως εμβλήματα νικών, και αργότερα έγινε πολεμικό μουσείο. 30 Το 1846 έγινε το πρώτο τουρκικό μουσείο. Σήμερα το κτήριο λειτουργεί ως μουσείο και χώρος συναυλιών, λόγω της εξαιρετικής του ακουστικής και του χώρου. Μια σαρκοφάγος από πορφυρίτη, που παραδοσιακά συνδέεται με το Μέγα Κωνσταντίνο, βρίσκεται στο αίθριο της Αγίας Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 3/11
Ειρήνης, ενώ σε παλαιότερες φωτογραφίες από το χώρο μερικές φορές φαίνεται τμήμα της περίφημης αλυσίδας που είχε κλείσει τον Κεράτιο για να προστατευτεί η Κωνσταντινούπολη στην πολιορκία του 1453. 31 Το αίθριο της εκκλησίας φιλοξενούσε άλλοτε το βάθρο της στήλης όπου στεκόταν το ασημένιο άγαλμα της αυτοκράτειρας Ευδοξίας και την πρισματική βάση του περίφημου μνημείου του Πορφύριου, που βρισκόταν αρχικά στον Ιππόδρομο. 32 Μεταξύ άλλων, σημαντικών για την ελληνική κληρονομιά αντικειμένων, αξίζει να αναφερθεί η μεταβυζαντινή μπρούντζινη που εκτίθεται στο νότιο κλίτος του ναού. 6. Ιστοριογραφικές πηγές για το μνημείο Η έρευνα κατά τον 20ό αιώνα έχει λύσει κάποια προβλήματα που αντιμετώπιζαν οι ερευνητές μελετώντας την Αγία Ειρήνη. Πολυάριθμες βυζαντινές πηγές, κοσμικές όσο και θρησκευτικές, αναφέρονται στην Αγία Ειρήνη κοντά στην Αγία Σοφία, και ωστόσο οι πληροφορίες για την εκκλησία είναι ορισμένες φορές αντικρουόμενες ή ανεπιβεβαίωτες. 33 Για παράδειγμα ο Θεοφάνης, ο Κωδινός, ο Ψευδο-Κωδινός, ο Ζωναράς και άλλοι Βυζαντινοί χρονικογράφοι και ιστορικοί αποδίδουν συχνά την ίδρυση της Αγίας Ειρήνης στον Κωνσταντίνο Α, 34 ενώ ο ιστορικός Σωκράτης αναφέρει ότι ο Κωνσταντίνος διεύρυνε μια προγενέστερη, μικρότερη εκκλησία της Αγίας Ειρήνης εκεί όπου βρισκόταν προηγουμένως ένας παγανιστικός ναός. 35 Είναι ωστόσο γνωστό ότι ο σημερινός ναός της Αγίας Ειρήνης δεν περιλαμβάνει κανένα στοιχείο προγενέστερο της Ιουστινιάνειας περιόδου. 36 Οι μονογραφίες των W.S. George (1913) και U. Peschlow (1977) παραμένουν οι πλέον περιεκτικές μελέτες σχετικά με το κτήριο. 37 Ο George διεξήγαγε την πρώτη έρευνα σε βάθος για την αρχιτεκτονική και την τέχνη της Αγίας Ειρήνης, τονίζοντας τα μοναδικά της χαρακτηριστικά, ενώ ο Peschlow απέδειξε ότι η βασιλική με τρούλο που στηριζόταν σε καμάρες είχε ήδη κατασκευαστεί τουλάχιστον γύρω στα μέσα του 6ου αιώνα. Αντίθετα με τις συχνές βυζαντινές παρεμβάσεις, ο Τούρκοι επέφεραν μόνο μικρές αλλαγές στο κτήριο, ώστε τα κύρια χαρακτηριστικά του κτηρίου είναι αυτά του βυζαντινού πρωτοτύπου. 38 Εξαιτίας του περιορισμένου αριθμού σωζόμενων τρουλαίων βασιλικών, η Αγία Ειρήνη παραμένει ένα μοναδικό παράδειγμα που προσφέρεται για τη μερική τουλάχιστον κατανόηση αυτού του τύπου της βυζαντινής αρχιτεκτονικής. 1. Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 84, όπου παραπέμπει και στο Σωκράτη, Εκκλησιαστική Ιστορία, Patrologia Graeca 67, II.16. 2. Σωκράτης, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 67, II.16. 3. Για την αναφορά στο Βίο του αγίου Στεφάνου του Νέου (9ος αιώνας), βλ. Auzépy, M.-F., La Vie d' Étienne le Jeune par Étienne le Diacre (Birmingham Byzantine and Ottoman monographs 3, Aldershot 1997), σελ. 44. 4. Σωκράτης, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 67, II.16. 5. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 206-14. 6. Ćurčić, S., Design and Structural Innovation in Byzantine Architecture before Hagia Sophia, στο Mark, R. Çakmak, A.(eds), Hagia Sophia from the Age of Justinian to the Present (Cambridge 1992), σελ. 16-38. 7. Για τις φυσικές καταστροφές και κυρίως για το σεισμό στις 26 Οκτωβρίου του 740, βλ. Θεοφάνης, Χρονογραφία 1, de Boor, C. (επιμ.) (Leipzig 1883, ανατ. Hildesheim 1963), σελ. 412 Downey, G., Earthquakes at Constantinople and Vicinity, A.D. 342-1454, Speculum 30.4 (Οκτ. 1955), σελ. 596-600. 8. Ćurčić, S., Design and Structural Innovation in Byzantine Architecture before Hagia Sophia, στο Mark, R. Çakmak, A. (eds), Hagia Sophia from the Age of Justinian to the Present (Cambridge 1992), σελ. 16-38. 9. Cormack, R., The Arts During The Age of Iconoclasm, στο Bryer, A. Herrin, J. (eds), Iconoclasm (Birmingham 1975), σελ. 35-44 Ousterhout, R., Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 4/11
The Architecture of Iconoclasm: The buildings, στο Haldon, J. Brubaker, L. (eds), Byzantium in the Iconoclast Era (ca. 680-850): the Sources. An annotated survey (Aldershot 2001), σελ. 8. 10. Ćurčić, S., Design and Structural Innovation in Byzantine Architecture before Hagia Sophia, στο Mark, R. Çakmak, A.(eds), Hagia Sophia from the Age of Justinian to the Present (Cambridge 1992), σελ. 16-38. Σύμφωνα με το Ruggieri, V.S.J., Byzantine Religious Architecture (582-867): Its History and Structural Elements (Orientalia Christiana Analecta 237, Roma 1991), σελ. 142-153, οι νέοι αρχιτεκτονικοί τύποι στην Κωνσταντινούπολη αναπτύχθηκαν ως αντίδραση στο σεισμό του 740. 11. Ulbert, T., Untersuchungen zu den byzantinischen Reliefplatten des 6. bis 8. Jahrhunderts, Istanbuler Mitteilungen 19/20 (1969/70), σελ. 349-50, πίν. 72. 12. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 71 Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 93 Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen1977), σελ. 140-205. 13. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 140-205. 14. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 148. 15. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 140-205 Bardill, J., The Palace of Lausus and Nearby Monuments in Constantinople: A Topographical Study, American Journal of Archaeology 101.1 (Ιαν. 1997), σελ. 67-95. 16. Cormack, R., The Arts During The Age of Iconoclasm, στο Bryer, A. Herrin, J. (eds), Iconoclasm (Birmingham 1975), σελ. 36-37. 17. Ulbert, T., Untersuchungen zu den byzantinischen Reliefplatten des 6. bis 8. Jahrhunderts, Istanbuler Mitteilungen 19/20 (1969/70), σελ. 349-50 George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 47-56. 18. Gero, S., The Eucharistic doctrine of the Byzantine iconoclasts and its sources, Byzantinische Zeitschrift 68 (1975), σελ. 4-22 Parry, K., Depicting the Word. Byzantine Iconophile Thought of the Eighth and Ninth Centuries (Leiden New York Köln 1996), σελ. 178-90. 19. Gero, S., Byzantine iconoclasm during the reign of Constantine V, with particular attention to the oriental sources (Louvain 1977), σελ. 162-4 Brubaker, L., Vision and Meaning in Ninth-Century Byzantium: Image as Exegesis in The Homilies of Gregory of Nazianzus (Cambridge New York 1999), σελ. 153-5. Για το ρόλο της εικόνας του σταυρού στην πολεμική εναντίον των μουσουλμάνων, βλ. Corrigan, Κ, Visual Polemics in the ninthcentury Byzantine Psalters (Cambridge 1992), σελ. 91-4. 20. Για μια πιο πρόσφατη συνοπτική μελέτη του ψηφιδωτού, βλ. Ousterhout, R., The Architecture of Iconoclasm: The buildings στο Haldon, J. Brubaker, L. (eds), Byzantium in the Iconoclast Era (Aldershot 2001), σελ. 8. 21. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 47-56, πίν. 17-18, 22. 22. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 47. 23. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 47-56 Underwood, P.A., The Evidence of Restorations in the sanctuary mosaics of the Church of the Dormition at Nicaeα, Dumbarton Oaks Papers 13 (1959), σελ. 239. 24. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 48-50. 25. Η πρώτη επιγραφή προέρχεται από τον προφήτη Αμώς 9:6. Η δεύτερη, η οποία περιέχει και κάποια λάθη από την επισκευή της, προερχόταν από τη μετάφραση των Εβδομήκοντα του Ψαλμού 64:4-5. Για λεπτομέρειες βλ. «Παραθέματα». 26. Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 85 Janin, R., La Géographie ecclésiastique de l'empire byzantin, I: Le siège de Constantinople et le Patriarcat Œcuménique, iii: Les églises et les monastères 2 (Paris 1969), σελ. 102-3, 106-9, με περαιτέρω αναφορές στις βυζαντινές πηγές. Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 5/11
27. Χωνιάτης, Χρονική Διήγησις, Van Dieten, J. (επιμ.), Nicetae Choniatae Historia (CFHB 11.1, Berlin 1975), σελ. 206 23 Νοεμ., 1η Δεκ., 20 Ιουν., 9 και 21 Ιαν., στο Delehaye, H., (επιμ.) Synaxarion ecclesiae Constantinopolitanae. Propylaeum ad Acta sanctorum Novembris (Brussels 1902), σελ. 185-268 (Nοέμβριος) 269-362 (Δεκέμβριος) 363-436 (Ιανουάριος) 721-790 (Ιούνιος). Στο τυπικό της Αγίας Σοφίας του 10ου αιώνα, η διάκριση μεταξύ παλαιάς και νέας Αγίας Ειρήνης γίνεται συχνά εμφατικά, βλ. Mateos, J., Typicon de la Grande Église II (Orientalia Christiana Analecta 166, Rome 1963), σελ. 208, 274. 28. Βλ. ενδεικτικά Conant, K. J., Novgorod, Constantinople, and Kiev in Old Russian Church Architecture, Slavonic and East European Review. American Series 3.2 (Αυγ. 1944), σελ. 75-92. 29. Ousterhout, R., The Architecture of Iconoclasm: The buildings, στο Haldon, J. Brubaker, L. (eds), Byzantium in the Iconoclast Era (Aldershot 2001), σελ. 20, 24, όπου αναφέρεται στην Αγία Σοφία στη Θεσσαλονίκη και στο τυπικόν της Αγίας Σοφίας: Mateos, J., Typicon de la Grande Église II (Orientalia Christiana Analecta 166, Rome 1963), σελ. 186-7. 30. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 7. 31. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), εικ.1. 32. George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 7. Σχετικά με τη μαρμάρινη βάση του αγάλματος του διάσημου αρματοδρόμου Πορφύριου και τη σημασία του για την κατανόηση του ρόλου του στη βυζαντινή Κωνσταντινούπολη, βλ. Woodward, A.M. Wace, A.J.B., The Monument of Porphyrios, στο George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 79-84, πίν. 26-29, με παραπομπές στις πρωτογενείς πηγές. Βλ. επίσης Bardill, J., The Palace of Lausus and Nearby Monuments in Constantinople: A Topographical Study, American Journal of Archaeology 101.1 (Jan. 1997), σελ. 67-95. 33. Ο Van Millingen, A., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 84-91 έχει συνοψίσει το πρόβλημα επίσης Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 19-23. 34. Θεοφάνης, Χρονογραφία 1, de Boor, C. (επιμ.) (Leipzig 1883, ανατ. Hildesheim 1963), σελ. 23 Ψευδο-Κωδινός, Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, Preger, Τ. (επιμ.), Scriptores originum Constantinopolitanarum II (Leipzig 1907, ανατ. 1975), σελ. 139-40 Ζωναράς, Επιτομή Ιστοριών, Büttner-Wobst, Τ., Ioannis Zonarae epitomae historiarum libri xviii 3 (Bonn 1897), σελ. 154. 35. Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 84, όπου παραπέμπει στο Σωκράτη, Εκκλησιαστική Ιστορία, PG 67, II.6 and II.16. Συχνά τέτοιες αναφορές αντιγράφονταν, παράδειγμα ο Θεόδωρος Αναγνώστης που αποκαλύπτει στα γραπτά του ότι ακολουθούσε το κείμενο του Σωκράτη: Θεόδωρος Αναγνώστης, Epitome historiae tripartitae, Hansen, G.C. (επιμ.), Theodoros Anagnostes. Kirchengeschichte 2 (Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten Jahrhunderte. Neue Folge 3, Berlin 1995), κεφ. 27, 65. 36. Peschlow, U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur (Tübingen 1977), σελ. 206-14. Διάφορες βυζαντινές πηγές μας πληροφορούν για τις εργασίες του Ιουστινιανού στην εκκλησία: Μαλάλας, Χρονογραφία, ed. L. Dindorf, Ioannis Malalae chronographia (Bonn 1831), σελ. 486 Delehaye, H., (ed.), Synaxarion ecclesiae Constantinopolitanae. Propylaeum ad Acta sanctorum Novembris (Brussels 1902), σελ. 878 (8 Αυγ.). 37. Άλλα έργα για τη βυζαντινή αρχιτεκτονική καταπιάνονται επίσης με την Αγία Ειρήνη. Βλ. ενδεικτικά Van Millingen, Α., Byzantine Churches in Constantinople: Their History and Architecture (London 1912), σελ. 84-105 Müller-Wiener, W., Bildlexikon zur Topographie Istanbuls (Tübingen 1977), σελ. 112-17. 38. Πάντως οι λειτουργικές κατασκευές της εκκλησίας έχουν χαθεί. Ο Πατριάρχης Φώτιος π.χ. αναφέρει τον άμβωνα της Αγίας Ειρήνης, που δε σώζεται, βλ. Φώτιος, Ομιλία ΣΤ («Φωτίου τοῦ ἁγιωτάτου ἀ ρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως ὁ μιλία τρίτη, λεχθεῖ σα ἐ ν τῷ ἄμβωνι τῆ ς ἁγίας Εἰ ρήνης τῇ ἁγίᾳ Παρασκευῇ μετὰ τὴ ν ἀνάγνωσιν τῆ ς κατὰ συνήθειαν κατηχήσεως»), Λαούρδας, Β., (επιμ.), Ἑλληνικὰ 12, Παράρτημα (Θεσσαλονίκη 1857-1866), σελ. 62. Βιβλιογραφία : Janin R., La géographie ecclésiastique de l empire byzantin, Ι. Le Siège de Constantinople et le Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 6/11
Patriarcat Oecuménique 3: Les églises et les monastères, 2, Paris 1969 Krautheimer R., Early Christian and Byzantine Architecture, 4 ed., Yale University Press, New Haven London 1986, Krautheimer, R. Ćurčić, S. (rev.) Ulbert Th., "Untersuchungen zu den byzantinischen Reliefplatten des 6. bis 8. Jahrhunderts", Istanbuler Mitteilungen, 19/20, 1969/70, 339-357 Cormack S., "The arts during the age of Iconoclasm", Bryer, A. Herrin, J. (eds), Iconoclasm. Papers Given at the Ninth Spring Symposium of Byzantine Studies, University of Birmingham, March 1975, Birmingham 1977, 35-44 Mango C., Byzantine Architecture, London 1986 Ruggieri V., Byzantine Religious Architecture (582-867): Its History and Structural Elements, Roma 1991, Orientalia Christiana Analecta 237 Ebersolt J., Thiers A., Les Églises de Constantinople, Paris 1913 Mathews T.F., The Byzantine Churches of Istanbul. A Photographic Survey, University Park London 1976 Müller-Wiener W., Bildlexikon zur Topographie Istanbuls, Byzantion Konstantinupolis Istanbul bis zum Beginn d. 17. Jhs., Tübingen 1977 Van Millingen A., Byzantine Churches in Constantinople, Their History and Architecture, London 1912, repr. 1974 Bardill J., "The Church of Sts Sergius and Bacchus in Constantinople and the Monophysite Refugees", Dumbarton Oaks Papers, 54, 2000, 1-11 Mathews T.F., The Early Churches of Constantinople. Architecture and Liturgy, University Park, Pennsylvania London 1971 Ćurčić S., Architecture in the Balkans from Diocletian to Süleyman the Magnificent (ca. 300-ca. 1550), London 2008 Bardill J., "The Palace of Lausus and Nearby Monuments in Constantinople: A Topographical Study", American Journal of Archaeology, 101:1, Jan. 1997, 67-95 Conant C., Conant K. J., "Novgorod, Constantinople, and Kiev in Old Russian Church Architecture", Slavonic and East European Review. American Series, 3.2, Aug. 1944, 75-92 Ćurčić S., "Design and Structural Innovation in Byzantine Architecture before Hagia Sophia", Mark, R. Çakmak, A. (eds), Hagia Sophia from the Age of Justinian to the Present, Cambridge 1992, 16-38 Dalton Ο.Μ., "Review of "Byzantine Churches in Constantinople, Their History and Architecture" by Alexander van Millingen", The English Historical Review, 28, Apr. 1913, 352-355 Downey G., "Earthquakes at Constantinople and Vicinity, A.D. 342-1454", Speculum, 30.4, Oct. 1955, 596-600 George W. S., The Church of Saint Eirene at Constantinople, Oxford 1913 Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 7/11
Mango C., "Irene, Church of Saint", A. Kazhdan et al., Oxford Dictionary of Byzantium, 2, New York and Oxford 1991, 1009 Ousterhout R.G., "The Architecture of Iconoclasm: the buildings", Haldon, J. Brubaker, L. (eds), Byzantium in the Iconoclast Era (ca. 680 850). The sources. An annotated survey, Aldershot 2001, Birmingham Byzantine and Ottoman Monographs, 7, 3-36 Peschlow U., Die Irenenkirche in Istanbul: Untersuchungen zur Architektur, Tübingen 1977 Spieser J.M., "St. Irene, Istanbul (Constantinople)", International Dictionary of Architects and Architecture, Detroit 1993, 854-856 Yerasimos S., Constantinople: de Byzance à Istanbul, Paris 2000 Δικτυογραφία : Hagia Eirene http://www.byzantium1200.com/eirene.html Hagia Eirene http://www.nyu.edu/gsas/dept/fineart/html/byzantine/index.htm?http&&&www.nyu.edu/gsas/dept/fineart/html/byzantine/11.htm The Buildings of Procopius Book I.2-5 http://penelope.uchicago.edu/thayer/e/roman/texts/procopius/buildings/1b*.html Γλωσσάριo : άτριο ή αίθριο, το 1. Αρχαιότητα: Ο εσωτερικός ελεύθερος χώρος (αυλή) ενός κτηρίου που σε όλες τις πλευρές του περιβάλλεται από κιονοστοιχίες. 2. Βυζάντιο: Το προαύλιο μιας εκκλησίας στην παλαιοχριστιανική, βυζαντινή και μεσαιωνική εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. Κατά κανόνα περιβαλλόταν από τέσσερις κιονοστήρικτες στοές (τετράστωο, quadriporticus). αψίδα, η Γενικά, καμπύλη ή τοξοειδής απόληξη ή διαμόρφωση τοίχου. Επίσης, τοξοειδής κατασκευή μνημειακού ή μη χαρακτήρα. Στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική, αψίδα ονομάζεται η κόγχη του Ιερού Βήματος, η κάτοψη της οποίας μπορεί να είναι ημικυκλική, πεταλόμορφη, ορθογώνια ή και πολυγωνική εξωτερικά. Η αψίδα συνήθως προεξέχει στο ανατολικό άκρο του ναού. Στο εσωτερικό χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το τέμπλο. Αψίδες που εξέχουν ανατολικά του ναού μπορούσαν να έχουν και τα διαμερίσματα εκατέρωθεν του Ιερού (παραβήματα), συνήθως μικρότερες από την κεντρική αψίδα. διακονικό, το Βοηθητικό δωμάτιο του ναού, ενίοτε αναφέρεται και ως σκευοφυλάκιο, ιδίως σε πρωιμότερες περιόδους, κατά τις οποίες μπορούσε να είναι και ξεχωριστό κτήριο. Χρησιμοποιείται για τη φύλαξη των ιερών σκευών, των προσφορών των πιστών, αλλά και ως αρχείο, βεστιάριο ή βιβλιοθήκη. Στη βυζαντινή ναοδομία καταλαμβάνει τη θέση συμμετρικά της πρόθεσης, στα νότια του βήματος του ναού, σχηματίζοντας το τριμερές ιερό. Συνήθως έχει αψίδα που προβάλλει στα ανατολικά. θριαμβικό τόξο, το Στη ρωμαϊκή αρχτεκτονική: Μνημειακή πύλη που ανεγειρόταν για την υποδοχή του νικηφόρου επικεφαλής των ρωμαϊκών λεγεώνων στρατηγού ή αυτοκράτορα. Στη βυζαντινή αρχιτεκτονική: Το τόξο που σχηματίζει ο τοίχος πάνω από την Ωραία Πύλη και χωρίζει το Ιερό από τον κυρίως ναό, στο σημείο συμβολής της απόληξης του Ιερού Βήματος και του κυρίως ναού. Στις σταυροειδείς βασιλικές είναι το τόξο που σχηματίζεται στη διασταύρωση της στέγης του εγκάρσιου με το κεντρικό κλίτος. καμάρα, η Θολωτή κατασκευή ημικυκλικής διατομής. Χρησιμοποιείται συχνά ως είδος απλής στέγης με ημικυλινδρικό θόλο. κλίτος, το Επιμήκης χώρος στο εσωτερικό κτηρίου ή ναού που δημιουργείται από την ύπαρξη κιονοστοιχίας. κύκλιον, το Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 8/11
Ημικυκλικός διάδρομος που περιέτρεχε το εσωτερικό της αψίδας κάτω από το σύνθρονο, στις παλαιοχριστιανικές και πρώιμες βυζαντινές βασιλικές. μαρμαροθέτημα, το (opus sectile) Τεχνική εντοίχιας ή επιδαπέδιας διακόσμησης. Προκύπτει από έγκοπτη εργασία ή συναρμογή μαρμάρινων ή λίθινων πλακών μικρού πάχους, έτσι ώστε να αποδίδεται κάποιο διακοσμητικό μοτίβο. Όταν χρησιμοποιείται γυαλί, ονομάζεται υαλοθέτημα. νάρθηκας, ο Στην εκκλησιαστική αρχιτεκτονική νάρθηκας ονομάζεται ο εγκάρσιος προθάλαμος στη δυτική πλευρά ενός ναού. Σε αυτόν παρέμεναν οι κατηχούμενοι και εκεί εκτελούνταν ορισμένες πράξεις της λειτουργίας. Ο προθάλαμος τοποθετείται μπροστά από το μεσαίο και τα πλάγια κλίτη ως εσωνάρθηκας ή μπροστά από την πρόσοψη της εκκλησίας ως εξωνάρθηκας. O εξωνάρθηκας μπορεί να έχει τη μορφή ανοιχτής κιονοστήρικτης στοάς. σταυροειδής τρουλαία βασιλική, η Τρίκλιτη βασιλική της οποίας το κεντρικό τμήμα σχηματίζει σταυρό χάρη στο σύστημα στήριξης του τρούλου σε τέσσερις ογκώδεις πεσσούς που φέρουν τέσσερα σταυρικά διατεταγμένα τόξα. Τα πλάγια κλίτη και ο νάρθηκας αποτελούν έναν ενιαίο χώρο που αναφέρεται ενίοτε ως περίστωο. σύνθρονο, το Διάταξη από μια σειρά υπερκείμενων εδράνων, ημικυκλικά τοποθετημένων κατά την εσωτερική περίμετρο της αψίδας του ναού (θυμίζουν μικρό κοίλο θεάτρου), στα οποία κάθονταν οι ιερείς κατά τη διάρκεια των ιεροπραξιών, όταν δε συμμετείχαν στα δρώμενα. Στο κέντρο του ανώτερου εδράνου υπήρχε συνήθως μαρμάρινος θρόνος, όπου καθόταν ο επίσκοπος (όταν ήταν παρών) ή, ενδεχομένως, ο ηγούμενος (όταν επρόκειτο για μοναστηριακό ναό). σφαιρικά τρίγωνα ή λοφία, τα Αρχιτεκτονικά τμήματα με μορφή κοίλων τριγώνων, τέσσερα στον αριθμό, τα οποία επιτρέπουν να στεγαστεί με άνεση ένας κυβικός χώρος από έναν ημισφαιρικό θόλο (τρούλο). Στην πράξη, τα σφαιρικά τρίγωνα αποτέλεσαν το καίριο βήμα για τη λύση του προβλήματος αυτού του τύπου στέγασης. Βοηθούν το θόλο (ο οποίος στη διατομή του είναι κυκλικός) να «καθίσει» επάνω στον κύβο (ο οποίος στη διατομή του είναι τετράγωνος). Μετατρέπουν, θα λέγαμε, το τετράγωνο σε κύκλο με ομαλό και ασφαλή τρόπο για τη στατικότητα του κτηρίου. τρούλος, ο Χαρακτηριστικό στοιχείο στη βυζαντινή εκκλησιαστική αρχιτεκτονική. Πρόκειται για ημισφαιρικό θόλο στη στέγη των ναών, δηλαδή για μια κυλινδρική κατασκευή με ανοίγματα (παράθυρα) στο τύμπανο και με θολωτή στέγαση. Ο τρούλος εμφανίζεται ήδη στα Πρώιμα Βυζαντινά χρόνια, επικρατεί κατά τους Μέσους χρόνους και διαδίδεται ευρύτερα στα Βαλκάνια και τη Ρωσία. τυπικόν, το Σύνολο κανονισμών που αφορούσαν τη διοικητική οργάνωση, το λειτουργικό τυπικό και τη συμπεριφορά σε ένα κοινοβιακό μοναστήρι. Τα μοναστικά τυπικά μπορούσαν ακόμα να περιλαμβάνουν τη βιογραφία του ιδρυτή και έναν κατάλογο της κινητής ή ακίνητης περιουσίας της μονής. Αποτελούν σημαντική πηγή για τη μελέτη της μοναστικής ζωής, ενώ φωτίζουν πολλές πτυχές της βυζαντινής κοινωνίας. Στα λειτουργικά τυπικά συγκαταλέγονται οι οδηγίες για τις καθημερινές ακολουθίες και τα διάφορα λειτουργικά βιβλία με στοιχεία για το χρόνο και τον τρόπο διάφορων εορτασμών. υπερώο, το Το υπερώο (ή γυναικωνίτης) είναι το ανώτερο διαμέρισμα του ναού πάνω από τα πλάγια κλίτη και το νάρθηκα, από όπου παρακολουθούσαν τη λειτουργία τα μέλη της αυτοκρατορικής οικογένειας τη Βυζαντινή περίοδο οπότε το «αυτοκρατορικό θεωρείο» είχε ειδική είσοδο και τη Νεότερη περίοδο οι γυναίκες. φράγμα του πρεσβυτερίου, το Χαμηλό διαχωριστικό ανάμεσα στο Ιερό Βήμα και τον κυρίως ναό. Αρχικά είχε τη μορφή κιγκλιδώματος και αργότερα έγινε λίθινο ή μαρμάρινο. Συναντάται κατά κανόνα την Παλαιοχριστιανική εποχή. Στην κάτοψη είναι ευθύ ή σε σχήμα Π. Αποτελείται από κιονίσκους ή πεσσίσκους και ανάμεσα έχει πλάκες, τα θωράκια. Σταυροί και φυτικά μοτίβα είναι η συνήθης ανάγλυφη διακόσμηση του φράγματος. Πηγές Σωκράτης, Εκκλησιαστική Ιστορία, I.16; I.37; II.6; II.16, Migne, J. P. (επιμ.), Patrologiae cursus completus, Series graeca 67, στήλ. 117A; 176B; 193B; 217B. Notitia Urbis Constantinopolitanae, Seeck, O. (επιμ.),.notitia dignitatum (Berlin 1876, ανατ. 1962), σελ. 231 Προκόπιος, Περί Κτισμάτων, Dewing, H.B. (μτφρ.), Procopius 7: On Buildings (Loeb Classical Library, Cambridge London 1940), σελ. 36 8. Θεόδωρος Αναγνώστης, Epistome historiae tripartite, Hansen, G.C. (επιμ.), Theodoros Anagnostes. Kirchengeschichte 2 (Die griechischen christlichen Schriftsteller der ersten Jahrhunderte. Neue Folge 3, Berlin 1995), κεφ. 27, 65. Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 9/11
Βίος Αγίο Στεφάνου του Νέου, 44.76 7, Auzépy, M. F. (επιμ.), La Vie dʹ Étienne le Jeune par Étienne le Diacre. (Birmingham Byzantine and Ottoman monographs 3, Aldershot 1997). Θεοφάνης, Χρονογραφία, de Boor, C. (επιμ.), Theophanis chronographia 1 (Leipzig 1883, ανατ. Hildesheim 1963), σελ. 23, 181, 240, 412. Ψευδο Κωδινός, Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, Preger, T. (επιμ.), Scriptores originum Constantinopolitanarum II (Leipzig 1907, ανατ. 1975), σελ. 139 140, 214. Ιωάννης Ζωναράς, Επιτομή Ιστοριών, Büttner Wobst, T. (επιμ.), Ioannis Zonarae epitomae historiarum libri xviii 3 (Corpus scriptorum historiae Byzantinae, Bonn 1897), σελ. 154. Mateos, J., Typicon de la Grande Église II (Orientalia Christiana Analecta 166, Rome 1963), σελ. 208, 274. Delehaye, H. (επιμ.), Synaxarion ecclesiae Constantinopolitanae, Propylaeum ad Acta sanctorum Novembris (Brussels 1902), σελ. 415, 631, 638, 878. Παραθέματα 1. Οι επιγραφές στο θριαμβευτικό τόξο της αψίδας α. Η πρώτη επιγραφή, που πλαισιώνεται από φυλλοφόρα στεφάνια, έχει ως εξής: (Ο Ο)ΙΚΟΔΟΜWΝ ΕΙC Τ(ΟΝ ΟΙΚΟΝ CΟΥ ΚΑΙ) ΑΝΑΡΑC[ΙΝ] ΑΥΤΟΥ, ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΠΑΓΓΕΛΙΑΝ (ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΟC ΕΥ ΗΜΑC ΗΛΠΕΙCΑΜΕΝ ΕΙC ΤΟ Ο)ΝΟΜΑ Α(ΥΤΟΥ). Το κείμενο προέρχεται από το βιβλίο του προφήτη Αμώς 9:6: «Ὁ οἰκοδομῶν εἰς τὸν οὐρανὸν τὴν ἀνάβασιν αὐτοῦ, καὶ τὴν ἐπαγγελίαν αὐτοῦ ἐπὶ τῆς γῆς θεμελιῶν, Κύριος Παντοκράτωρ ὄνομα αὐτῷ.» β. Παρομοίως η δεύτερη επιγραφή πλαισιώνεται από αφηρημένα γεωμετρικά σχέδια με ανθέμια. Το κείμενο της επιγραφής έχει ως εξής: (ΔΕΥΤ ΕΙ)CΟΜΕΘΑ ΕΝ ΤΟΙC ΑΓΑΘΟΙC ΤΟΥ ΟΙΚΟΥ CΟΥ, ΑΓΙΟC Ο ΝΑΟC CΟΥ, ΘΑΥΜΑCΤΟC ΕΝ ΔΙΚΑΙΟCΥΝΗ ΕΠΑΚΟΥCΟΝ ΗΜWΝ Ο Θ[ΕΟ]C Ο C[WΤ]ΗΡ ΗΜWΝ, Η ΕΛΠΙC ΠΑΝΤWΝ ΤWΝ ΠΕΡΑΤWΝ ΤΗC ΓΗC ΚΑΙ ΤWΝ ΕΝ ΘΑΛΑCCΗ ΜΑΚ(ΡΑ)[Ν]. Το κείμενο αντιγράφει, με κάποια λάθη, τον Ψαλμό 64:4 5 από τη μετάφραση των Εβδομήκοντα: «Πλησθησόμεθα ἐν τοπις ἀγαθοῖς τοῦ οἴκου σου, ἅγιος ὁ ναὸς σου, θαυμαστὸς ἐν δικαιοσύνῃ ἐπάκουσον ἡμῶν ὁ θεὸς ὁ σωτὴρ ἡμῶν, ἡ ἐλπὶς πάντων τῶν περάτων τῆς γῆς καὶ τῶν ἐν θαλάσσῃ μακρᾶν.» Σε παρένθεση τα γράμματα που είχαν συμπληρωθεί με χρωματιστό ασβεστοκονίαμα κατά την επισκευή σε αγκύλες οι εύλογες συμπληρώσεις κενών κατά την ανάγνωση του George, W.S., The Church of Saint Eirene at Constantinople (Oxford 1913), σελ. 48 51 Janin, R., La Géographie ecclésiastique de lʹempire byzantin, I: Le siège de Constantinople et le Patriarcat Œcuménique, iii: Les églises et les monastères 2 (Paris 1969), σελ. 105 6. 2. Η απόδοση της Αγίας Ειρήνης στον Κωνσταντίνο Α σύμφωνα με τα Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως (48.) Ὠικοδόμησεν δὲ παραχρῆμα καὶ ἱεροὺς οἴκους ἕνα μὲν ἐπώνυμον τῆς ἁγίας Εἰρήνης, ἕτερον δὲ τῶν Ἀποστόλων Ψευδο Κωδινός, Πάτρια Κωνσταντινουπόλεως, Preger, Τ. (επιμ.), Scriptores originum Constantinopolitanarum II (Leipzig 1907, ανατ. 1975), σελ. 139 140. 3. Η Β Οικουμενική Σύνοδος (381) στην Αγία Ειρήνη Κωνσταντινουπόλεως Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 10/11
ἐν ἱεροῖς ναοῖς αἱ ἅγιαι ἓξ σύνοδοι συνηθροίσθησαν... καὶ ἡ δευτέρα ἐν Κωνσταντινουπόλει ἐν τῷ ναῷ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης, Auzépy, M. F. (επιμ.), La Vie dʹ Étienne le Jeune par Étienne le Diacre (Aldershot 1997), 44.76 7. Χρονολόγιο Δεκαετία 330: Κωνσταντίνεια Αγία Ειρήνη Μέχρι το 360: Μητροπολιτικός ναός 381: Η Β Οικουμενική Σύνοδος στην εκκλησία της Αγίας Ειρήνης 532: Ο ναός καταστρέφεται από πυρκαγιά στη Στάση του Νίκα. Ξαναχτίζεται ως τρουλαία βασιλική από τον Ιουστινιανό Α λίγο αργότερα 740: Η εκκλησία υφίσταται καταστροφές από το σεισμό Επί Κωνσταντίνου Ε (741 755): Επισκευές στο κτήριο και στο σύστημα στέγασης. Εικονομαχικός σταυρός (ψηφιδωτό) στο τεταρτοσφαίριο της αψίδας Οθωμανική περίοδος: Οπλοστάσιο 1846: Η εκκλησία μετατρέπεται στο πρώτο τουρκικό μουσείο Δημιουργήθηκε στις 28/7/2017 Σελίδα 11/11