ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 349 Τα ηχητικά «μυστήρια» που καθιστούν την καθημερινότητα στη σύγχρονη Θεσσαλονίκη μοναδική Αιμιλία Καραποστόλη a & Νικόλαος Π. Τσινίκας b Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, Α.Π.Θ. a emiliearch@gmail.com, b tsinikas@arch.auth.gr ΠΕΡΙΛΗΨΗ Το άρθρο που ακολουθεί αποτελεί μια πρωτότυπη προσέγγιση και μια ξεχωριστή ανάγνωση της σύγχρονης Θεσσαλονίκης έχοντας ως γνώμονα το ηχητικό της περιβάλλον. Τα ηχητικά αντικείμενα, τα ηχητικά φαινόμενα, αλλά και τα ηχοτοπία της πόλης δημιουργούν ένα παλίμψηστο από σύμβολα, υφές, περιβάλλοντα, ηχητικές πρακτικές των κατοίκων, ηχητικές επικράτειες, αλλά και αρχιτεκτονικές οικολογίες που συνθέτουν την πολύπλοκη και πολυδιάστατη ηχητική Θεσσαλονίκη. Οι συγγραφείς δημιουργούν μια μεθοδολογία που επικοινωνεί τα παραπάνω στοιχεία, αλλά έχει και ως απώτερο σκοπό την ευρεία χρήση του ήχου στην αρχιτεκτονική δημιουργία, καθώς και την αρχιτεκτονική επέμβαση στο υπάρχον ηχητικό αστικό περιβάλλον. The sonic mysteries of Thessaloniki; fabrication of a unique everyday life ABSTRACT The following article consists of an original approach and a unique reading of contemporary Thessaloniki, having as a pillar the notion of the sonic environment. The sound objects, sound effects and city soundscapes create a palimpsest of symbols, textures, environments, sound practices of residents, acoustic territories and architectural ecologies that make up the complex and multidimensional sounding Thessaloniki. The writers of this article aim to create a methodology that communicates the information above and aims not only to the widespread use of sound in architectural planning and design, but also to the creative architectural interference with the existing sonic urban environment.
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 350 1. Εισαγωγή Ο αρχιτεκτονικός χώρος, σύμφωνα με τους φαινομενολόγους, αρχιτέκτονες, πολεοδόμους και άλλους ειδικούς, γίνεται αντιληπτός όχι ως αφηρημένος και ουδέτερος, αλλά ως βιωμένος χώρος. Η φαινομενολογία προσφέρει ένα μοντέλο για τη βαθύτερη κατανόηση του κόσμου μέσω της προσωπικής εμπειρίας. Αλλά εκεί βρίσκεται και η αδυναμία της, ως ένα επί το πλείστον αυτοαναφορικό σύστημα με αμφισβητήσιμο βαθμό επιστημονικότητας [1]. Η εμπειρία του χώρου δεν περιορίζεται μόνο στην ηγεμονία της όρασης, αλλά επεκτείνεται και σε άλλες αισθήσεις, όπως η ακοή, που έχει ιδιαίτερη βαρύτητα στην παρούσα μελέτη. Σε αυτό το άρθρο οι συγγραφείς, αποφεύγοντας την παγίδα ενός κλειστού συστήματος αναφοράς, προσεγγίζουν την ακουστική επιστήμη με μια ποιητική διάθεση και αναλύουν τα ηχητικά φαινόμενα της πόλης με απώτερο σκοπό την ευρεία χρήση του ήχου στην αρχιτεκτονική δημιουργία, πέρα από την αποκλειστική χρήση της στο σχεδιασμό ειδικών κτιρίων, όπως χώροι για μουσικές και θεατρικές παραστάσεις. Ο T. Cox, αναγνωρισμένος καθηγητής ακουστικής, κάνει μια παρόμοια προσέγγιση στο τελευταίο του βιβλίο The Sound Book [2]. Έχοντας ως στόχο την ευρεία διάδοση της ακουστικής επιστήμης, ταξιδεύει στις πέντε ηπείρους και παρουσιάζει εκτενώς μοναδικά ακουστικά και ηχητικά φαινόμενα από ολόκληρη την επικράτεια του αντιληπτού κόσμου. Από την πυραμίδα των Μάγια που κελαηδά στο Μεξικό, μέχρι τους ήχους από το λιώσιμο των πάγων στη λίμνη Βαϊκάλη της Σιβηρίας, ο αναγνώστης ταξιδεύει μαζί του, κατανοεί την εμπειρία συγκεκριμένων ηχητικών και ακουστικών φαινομένων και ανακαλύπτει τι κρύβεται πίσω από αυτά τα «μυστήρια», κάποια από τα οποία βιώνει και στην καθημερινή του ζωή. Επεκτείνοντας την αρχική θέση των συγγραφέων, όσον αφορά την αρχιτεκτονική θεωρία και πρακτική, η απλή επιστροφή στη φαινομενολογία δεν επαρκεί. Η μελέτη, καθώς και η επέμβαση στο αστικό ηχητικό περιβάλλον, σύμφωνα με τους συγγραφείς, οφείλει να πραγματοποιείται με βάση το σύνολο των αστικών περιβαλλόντων και συμπεριφορών [3], αλλά και με βάση την πληθώρα των αρχιτεκτονικών οικολογιών [4] που συνυπάρχουν και συνδιαλέγονται στη συνολική περιφέρεια της πόλης. Στο συγκεκριμένο άρθρο αναλύεται η καθημερινή ζωή στη Θεσσαλονίκη με κύριο γνώμονα τα ηχητικά φαινόμενα και την ηχητική εμπειρία, αποκαλύπτοντας με αυτό τον τρόπο έναν ηχητικό χάρτη από ευμετάβλητες υπαρξιακές επικράτειες [5] οι οποίες σπάνια γίνονται συνειδητά αντιληπτές. Οι συγγραφείς αναζητούν τις ηχητικές ταυτότητες και τις ηχητικές πρακτικές των κατοίκων της πόλης που συνιστούν τον ηχητικό χάρτη της Θεσσαλονίκης, αποτελούμενο από ηχητικά αντικείμενα [6], ηχητικά φαινόμενα [7], αλλά και ηχοτοπία [8]. 2. Μεθοδολογία Η μεθοδολογία που προτείνεται είναι ένα σύστημα από τρεις ξεχωριστές επιστημονικές και καλλιτεχνικές προσεγγίσεις που έχουν να κάνουν με τη μουσική σύνθεση, την ακουστική και τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό. Πιο αναλυτικά οι τρεις κατηγορίες είναι οι ακόλουθες:
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 351 2.1. Συγκεκριμένη μουσική και ακουστική οικολογία (μουσική) Η έννοια του ηχητικού αντικειμένου, όπως εισήχθηκε από τον P. Schaeffer [9], χρησιμοποιείται ευρέως στην προτεινόμενη μεθοδολογία για να επιτευχθεί η κατηγοριοποίηση των ηχητικών πηγών, αλλά και των ίδιων των ήχων. Η ακουστική οικολογία από την άλλη, η οποία ερευνά με διεπιστημονικό τρόπο τις κοινωνικές, πολιτιστικές και οικολογικές πτυχές του συνολικού ηχητικού περιβάλλοντος [10], αποτελεί το βασικό πυλώνα αυτής της μεθόδου. Η ιδέα του ηχοτοπίου, η διαδεδομένη ελληνική μετάφραση του αγγλικού όρου soundscape, καθιερώθηκε από το μουσικοσυνθέτη R. M. Schafer και χρησιμοποιείται για τη μελέτη του συνόλου των ηχητικών αντικειμένων και ηχητικών φαινομένων του εκάστοτε κτιρίου, ροής ή περιοχής μελέτης. 2.2. Ακουστική, ηχητικά φαινόμενα και μεθοδολογία CRESSON (ακουστική) Σε αντίθεση με την ακουστική οικολογία που εμμένει σε μια πιο «ρομαντική» προσέγγιση του ηχητικού περιβάλλοντος, αποκηρύττοντας το σύγχρονο αστικό ηχοτοπίο ως «θόρυβο» το οποίο οι ειδικοί οφείλουν να εξαλείψουν, το Κέντρο Έρευνας του Αστικού Ηχητικού περιβάλλοντος, Centre de recherché sur l espace sonore et l environment urbain Cresson, στη Γκρενόμπλ της Γαλλίας, υιοθετεί μια διαφορετική στάση [11]. Η στρουκτουραλιστική μεθοδολογία του CRESSON συμπληρώνει αρχιτεκτονικές και ακουστικές προσεγγίσεις με σκοπό τη διεπιστημονική μελέτη του αστικού ηχοτοπίου και την ευρεία χρήση του στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, αντιμετωπίζοντας το θόρυβο όχι σαν ανεπιθύμητο ήχο, αλλά ως βασικό δομικό στοιχείο της σύγχρονης πόλης [12]. Κύριο στοιχείο της παρούσας μεθοδολογίας είναι η έννοια του ηχητικού φαινομένου, sonic effect. 2.3 Η πολεοδομική ανάλυση του K. Lynch, τα σύμβολα του G. Bachelard, οι χωρικές υφές του H. Lefebvre, οι ηχητικές επικράτειες του B. LaBelle, οι πρακτικές του A. Rapoport και οι οικολογίες των J. Deleuze και F. Guattari (αρχιτεκτονική) Η πολεοδομική ανάγνωση της πόλης από τον K. Lynch και η διάρθρωση του αστικού περιβάλλοντος σε μονοπάτια, όρια, περιοχές, κόμβους και τοπόσημα, σχηματίζουν, σύμφωνα με τον ίδιο, την εικόνα της πόλης [13]. Τα σύμβολα και η ποιητική ανάγνωση των αρχιτεκτονικών «αντικειμένων» από τον G. Bachelard συμπληρώνουν αυτήν την αρχική κατηγοριοποίηση με αρχέτυπα, τα οποία συναντώνται στα βάθη του συλλογικού ασυνείδητου [14]. Οι χωρικές υφές [15], οι ηχητικές πρακτικές των κατοίκων της πόλης και τα αρχιτεκτονικά περιβάλλοντα [16], αλλά και οι αρχιτεκτονικές οικολογίες [17], σε συνάρτηση με τις ηχητικές επικράτειες [18] που συνυπάρχουν μέσα στην πόλη, συμπληρώνουν αυτό το πολυδιάστατο παλίμψηστο. 3. Κατηγορίες Η ανάγνωση και ανάλυση του αστικού ηχητικού περιβάλλοντος πραγματοποιείται με τη βοήθεια του ακόλουθου δομικού συστήματος αναφοράς. Λόγω της μικρής έκτασης του άρθρου θα ακολουθήσει μια επιγραμματική αναφορά
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 352 στις κατηγορίες που συγκροτούν την προτεινόμενη μεθοδολογία [19] και θα μελετηθούν διεξοδικά με την ολοκλήρωση της διδακτορικής διατριβής της συγγραφέα: 3.1. Κτίρια Στην πρώτη κατηγορία πρωταγωνιστούν ήχοι, ηχητικά φαινόμενα και ηχοτοπία που έχουν να κάνουν με την ακουστική κλειστών χώρων, την κατοικία, αλλά και κάποια ειδικά κτίρια που συνοδεύουν τις αντίστοιχες ηχητικές πρακτικές των κατοίκων της Θεσσαλονίκης. Α) Τα πιο ήσυχα μέρη στην πόλη: Αυτή η υποκατηγορία εξετάζει μια πληθώρα άδειων κτιρίων, λόγω της οικονομικής κρίσης, και αναλύει πώς αυτά τα άδεια αρχιτεκτονικά κελύφη επηρεάζουν την ηχητική πραγματικότητα της πόλης. Επιπλέον, έχει να κάνει με τις κατοικίες, οι οποίες αποτελούν τα ησυχαστήρια των κατοίκων και συνδέονται κυρίως με χαμηλής όχλησης ηχοτοπία και ήπιες ηχητικές πρακτικές. Β) Ψίθυροι από παντού: Η δεύτερη υποκατηγορία εξετάζει πώς βιώνεται η ακουστική των δημόσιων κτιρίων με ιδιαίτερη αρχιτεκτονική, όπως τα κυκλικά κτίρια της Θεσσαλονίκης. Η Ροτόντα, ο Λευκός Πύργος και το κτίριο που φιλοξενεί το παιδαγωγικό τμήμα του Α.Π.Θ, γίνονται φορείς ιδιαίτερων ηχητικών φαινομένων, όπως συνηχήσεις, ψιθυρισμοί και ηχητικές σκιές [20], και ηχητικών πρακτικών των κατοίκων που έχουν άμεση σχέση με την ακουστική τους. Γ) Η ακουστική του μεγαλείου: Η τρίτη υποκατηγορία μελετά τις βυζαντινές εκκλησίες που βρίσκονται μέσα στα όρια της σύγχρονης πόλης, αλλά και τα ειδικά κτίρια για μουσικές και θεατρικές παραστάσεις. Τα ηχοτοπία αυτών των αρχιτεκτονημάτων είναι γεμάτα από ξεχωριστούς ήχους που γεννιούνται μέσα στους αιώνες. Οι συγγραφείς αναλύουν την ηχητική κουλτούρα του παρελθόντος και τον τρόπο με τον οποίο μεταφράζονταν η ακουστική εμπειρία τότε σε αντίθεση με το παρόν [21]. 3.2. Ροές και στάσεις Η δεύτερη κατηγορία ασχολείται κυρίως με ήχους και ηχητικές πρακτικές μεγάλου αριθμού ανθρώπων που συνωστίζονται σε στάση ή σε κίνηση, είτε βρίσκονται στο επίπεδο του δρόμου, είτε σε κάποιο ύψος πάνω από το επίπεδο της γης, είτε κάτω από αυτή. Τα ακουστικά και ηχητικά φαινόμενα των ανοιχτών χώρων και τα ιδιαίτερα ηχοτοπία αυτών των περιοχών εμπλουτίζονται από ήχους που ποικίλουν ανάλογα την εποχή του χρόνου και τη γεωγραφία. Α) Τα οικοδομικά τετράγωνα της σύγχρονης πόλης : Η πρώτη υποκατηγορία καταπιάνεται με ακουστικά και ηχητικά εφέ που λαμβάνουν χώρα στον πυρήνα αλλά και στις όψεις του οικοδομικού τετραγώνου λόγω του συνεχούς συστήματος δόμησης, όπως το grand canyon εφέ [22]. Επιπλέον, οι απέναντι όψεις γειτνιαζόντων κτιρίων δημιουργούν ακουστικές κοινότητες [23] που μοιράζονται παρόμοιες ηχητικές πληροφορίες. Β) Οι πέτρες που κροταλίζουν : Η δεύτερη υποκατηγορία αναλύει πώς οι ανασκαφές, τα εγκαταλελειμμένα στρατόπεδα αλλά και οι μεγάλες πολεοδομικές επεμβάσεις, όπως αυτή της Νέας
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 353 Παραλίας, συνθέτουν τα αναγκαία κενά, ανάσες στον αστικό ιστό. Κάποιες από αυτές είναι γεμάτες με αρχαία λείψανα, άλλες με σύγχρονα καλλιτεχνικά περιβάλλοντα και άλλες συνθέτουν αρχιτεκτονικές παρεμβάσεις, που αποτελούν τις αναγκαίες ακουστικές ασυνέχειες του αστικού ηχητικού περιβάλλοντος. Οι ηχητικές πρακτικές των κατοίκων ποικίλουν, αλλά διακρίνονται από χαμηλής όχλησης ηχοτοπία που ενισχύονται από την έλλειψη των συνεχών βόμβων, προερχόμενων από τις μηχανές των αυτοκινήτων, drone εφέ [24]. Γ) Το σύγχρονο ποτάμι : Σύμφωνα με το μουσικό καλλιτέχνη J. Cage, το σύγχρονο ποτάμι, ανέκαθεν απαραίτητο στοιχείο μιας πόλης, αντικαθίσταται από το δρόμο και από τις ροές μεγάλου αριθμού ανθρώπων. Οι δρόμοι αναλύονται ως φυσικά ποτάμια που παράγουν παρόμοια ηχητικά φαινόμενα. Το κελάρυσμα του νερού υποκαθίσταται από τη συνεχή κίνηση των αυτοκινήτων και από τις ροές των ανθρώπων στους αστικούς κόμβους. 2.3. Περιοχές και κοινότητες Η τελευταία κατηγορία έχει να κάνει με περιοχές όπου το συγκεκριμένο σύστημα δόμησης έχει ως αποτέλεσμα τη διαμόρφωση μιας ιδιαίτερης ηχητικής ταυτότητας, αλλά και με τα ιδιαίτερα φυσικά στοιχεία που συνθέτουν μοναδικά ηχητικά αντικείμενα. Α) Η φύση που δεν παραδίνεται: Το δάσος του Σειχ Σου και ο Θερμαϊκός κόλπος αποτελούν τα τελευταία ψήγματα αδόμητου περιβάλλοντος στην πόλη. Τα υψηλής πιστότητας, hi fi ηχοτοπία [25] αυτών των περιοχών και η χαμηλή στάθμη του περιβαλλοντικού θορύβου καθιστούν δυνατή την ακρόαση bio και geo ήχων [26] που εξαφανίζονται μέσα στη σύγχρονη πόλη. Β) Το χωριό μέσα στην πόλη: Οι συγγραφείς υποστηρίζουν την ηχητική σύνδεση του διατηρητέου οικισμού της Άνω πόλης με το αγροτικό αρχιτεκτονικό περιβάλλον. Η αντιπαράθεση της συγκεκριμένης περιοχής με την παραπάνω υποκατηγορία των σύγχρονων οικοδομικών τετραγώνων είναι απαραίτητη. Οι ήχοι διαδίδονται απευθείας, τα μικρά φιδωτά δρομάκια και η χαμηλή πυκνότητα δόμησης αποκλείουν τις συνεχείς ανακλάσεις και την κυριαρχία της κυκλοφοριακής συμφόρησης στο ηχοτοπίο της περιοχής. 4. Συμπεράσματα Τα συμπεράσματα, που θα δημοσιευτούν αναλυτικά στη διδακτορική διατριβή της συγγραφέα, φιλοδοξούν να συνθέσουν μια μοναδική ανάγνωση, αλλά και ακρόαση της πόλης και συγκεκριμένα της Θεσσαλονίκης. Η μεταμόρφωση της αστικής βιωματικής εμπειρίας, αλλά και η ευαισθητοποίηση των πολιτών σε ζητήματα περιβαλλοντικού αστικού θορύβου και η χρήση του ηχητικού περιβάλλοντος ως μιαν ανεκμετάλλευτη πρώτη ύλη για αρχιτεκτονικές, πολεοδομικές και εικαστικές παρεμβάσεις, είναι μόνο κάποια από αυτά.
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 354 5. Αναφορές [1] Neil Lych, Rethinking Architecture. A reader in cultural theory, Routledge, Nεα Υόρκη, σελ. 80 (1997). [2] Trevor Cox, The Sound Book, W.W. Norton & Company, Nέα Υόρκη (2014). [3] Amos Rapoport, «On The invisible in Architecture : An Environment Behaviour Studies Perspective» στο The invisible in architecture επεξεργασία από Ole Booman και Roemer van Toom, St. Martin Press, Λονδίνο, σελ.66-73 (1994). [4] Verena Andermatt Conley, «The ecological relation» στο Relational Architectural Ecologies. Architecture, nature and subjectivity επεξεργασία από Peg Rawes, Routledge, Νέα Υόρκη, σελ.275-287 (2013). [5] ό.π. [6] Brian Kane, «L Obje Sonore Maintenant: Pierre Schaeffer, sound objects and the phenomenological reduction» Organised Sound, 12(1), σελ. 15-27 (2007). [7] Jean Francois Augoyard & Henry Torgue, Sonic experience. A guide to everyday sounds, McGill-Queen s University Press, Κεμπέκ (2005). [8] R. Murray Schafer, The Soundscape. Our sonic environment and the tuning of the world, Destiny Books, Βερμόντ (1977,1994). [9] Brian Kane, ό.π. [10] Επίσημος διαδικτυακός τόπος του Παγκόσμιου Φόρουμ Ακουστικής Οικολογίας (on line), http://wfae.proscenia.net/ (επίσκεψη 11/09/2014). [11] Jean Francois Augoyard & Henry Torgue, ό.π. [12] Björn Hellström, Noise Design. Architectural Modelling and the Aesthetics of Urban Acoustic Space, Διδακτορική διατριβή, Royal Institute of Technology- KTH, Στοκχόλμη (2003). [13] Kevin Lynch, The Image of the City, The M.I.T. Press, Μασαχουσέτη (1960). [14] Gaston Bachelard, Η ποιητική του χώρου, μτφ. Ελένη Βέλτσου & Ιωάννα Δ. Χατζηνικολή, εκδόσεις Χατζηνικολή, Αθήνα (1957, 1982). [15] Henri Lefebvre, The production of space, μτφ. Donald Nicholson-Smith, Basil Blackwell, Μασαχουσέτη (1974, 1991). [16] Amos Rapoport, The meaning of the built environment. A nonverbal communication approach, The University of Arizona Press, Τάκσον (1982, 1990). [17] Verena Andermatt Conley, ό.π. [18] Brandon LaBelle, Acoustic Territories. Sound Culture and everyday life, Continuum, Νέα Υόρκη (2010). [19] Aimilia Karapostoli & Nikolaos P. Tsinikas, «Sounding Thessaloniki; Architectural Representation of an Invisible City», στο Invisible Places. Sounding Cities, Πορτογαλία (2014). [20] Νίκος Τσινίκας, Ακουστικός Σχεδιασμός Χώρων, University Studio Press, Θεσσαλονίκη, σελ. 51 (1990). [21] Deborah Howard & Laura Moretti, Sound and Space in Renaissance Venice, Yale University Press, China (2009). [22] Carl Swason, The Canyon Effect, on line, http://nymag.com/nymetro/urban/features/noise/9461/, (επίσκεψη 12/09/2014).
ΑΚΟΥΣΤΙΚΗ 2014 355 [23] Will Schrimshaw, The Acoustic Community, on line, http://willschrimshaw.net/subtractions/the-acoustic-community/, (επίσκεψη 2/9/14). [24] Jean Francois Augoyard & Henry Torgue, ό.π., σελ. 40-46. [25] R. Murray Schafer, ό.π., σελ. 43. [26] B. C. Pijanowski, L. J. Villanueva - Rivera, S. L. Dumyahn, A. Farina, B. L. Krause, S. H. Gage, και N. Pieretti, «Soundscape ecology: The science of sound in the landscape», Bioscience, τεύχος 61, σελ. 203-216 (2011).