«ΟΙ ΕΛΛΗΝΟ-ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ, ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ»

Σχετικά έγγραφα
Ειδικότερα: Ο Εδαφικός Διακανονισμός της Συνθήκης της Λωζάννης και η Νομολογία Διεθνών Δικαιοδοτικών Οργάνων. Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος

Χωρικά ύδατα και εναέριος χώρος: Η ελληνοτουρκική πραγματικότητα

Ξέφυγε η Τουρκία: Ζητά με ΝΟΤΑΜ αποστρατικοποίηση της Κάσου

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.4274, 18/3/2011

Επιδιώξεις και στοχεύσεις της Άγκυρας

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Η στρατηγική πολύ μικρής κρατικής δύναμης: η περίπτωση της Κύπρου Στο διεθνές σύστημα δεν υπάρχουν μόνο οι μεγάλες δυνάμεις αλλά επίσης υπάρχουν

Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α ( ιά ιεραρχία ΓΕΕΘΑ) ΓΕΕΘΑ/Γραφείο Νοµικού Συµβούλου Αθήνα, 15 Φεβ 2007

Η Ελλάδα και ο Κόσμος 2018

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ

φιλολογικές σελίδες, ιστορία κατεύθυνσης γ λυκείου

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Βασικά θέματα προς συζήτηση:

ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ, ΔΙΑΦΑΝΕΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 1η Σεπτεμβρίου 2008 (OR.fr) 12594/08 CONCL 3

Σύγχρονα Θέματα Διεθνούς Πολιτικής

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΜΥΣΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΦΑΝΕΡΕΣ ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΚΕΣ...ΥΠΕΡΠΤΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

Ε.Ε. Παρ. Ι(Ι), Αρ. 4452, (Ι)/2014 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ ΝΟΜΟ

Ε.Ε. Π α ρ.ι(i), Α ρ.3831, 5/4/2004 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΠΡΟΝΟΕΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΖΩΝΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Νοµική Σχολή Τοµέας Διεθνών Σπουδών Σίνα 14, Αθήνα Τηλ./fax: ,

Ελληνοτουρκικές διαφορές: Οι αµφισβητήσεις - διεκδικήσεις της Τουρκίας και οι ελληνικές θέσεις.

Η Ελλάδα από το 1914 ως το 1924

για έρευνα και διάσωση στο Αιγαίο

Εφαρμοστέο δίκαιο στα έναντι τρίτων αποτελέσματα των εκχωρήσεων απαιτήσεων. Πρόταση κανονισμού (COM(2018)0096 C8-0109/ /0044(COD))

Ο σεβασμός των θεμελιωδών δικαιωμάτων στην Ένωση

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΙΕ Πανελλήνιος Μαθητικός Διαγωνισμός Δοκιμίου «Ελευθέριος Βενιζέλος» σχολικού έτους

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Παρασκηνιακά παιχνίδια της Άγκυρας

Η Άγκυρα ανησυχεί και προκαλεί

ΓΝΩΜΗ της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής Νομικών της Βουλής των Αντιπροσώπων της Κυπριακής Δημοκρατίας

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Διαβιβάζεται συνημμένως στις αντιπροσωπίες η αποχαρακτηρισμένη έκδοση του προαναφερόμενου εγγράφου.

6058/16 ΔΛ/μκρ 1 DG C 1

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΛΛΑΔΑ ΤΟΥΡΚΙΑ. Αξιολογώντας το παρελθόν και το παρόν, προβλέποντας το μέλλον

Διακήρυξη της Μάλτας, από τα μέλη του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, για τις εξωτερικές πτυχές της μετανάστευσης: το ζήτημα της διαδρομής της κεντρικής

Διονύσιος Τσιριγώτης Λέκτορας, Τμήμα Διεθνών & Ευρωπαϊκών Σπουδών Πανεπιστήμιο Πειραιώς. Ελλάδα-Τουρκία-Ε.Ε.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΓΕΝΙΚΗ ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΝΑΛΩΤΩΝ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ ΠΤΥΧΙΑΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

Πρόταση ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Τροποποιημένη πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Θα αποτελέσει η Κροατία το 28 ο μέλος της Ε.Ε.;

ΕΠΙΤΡΟΠΗ ΤΩΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΩΝ ΚΟΙΝΟΤΗΤΩΝ. Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

155(Ι)/2015 ΝΟΜΟΣ ΠΟΥ ΤΡΟΠΟΠΟΙΕΙ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ (ΕΛΕΓΧΟΣ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΤΟΥ ΛΙΜΕΝΑ) ΝΟΜΟ ΤΟΥ 2011

Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο

Διπλωματική Εργασία. Διμερής Διαφορές Ελλάδας-Τουρκίας τον 21 ο αιώνα: Το ζήτημα της ΑΟΖ. Αντιγόνη Χ. Δήμητσα

Η στρατηγική πολύ µικρής κρατικής δύναµης: Η περίπτωση της Κύπρου

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

14o Πρωτόκολλο της Ευρωπαϊκής Σύμβασης των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και των Θεμελιωδών Ελευθεριών το οποίο τροποποιεί το σύστημα ελέγχου της Σύμβασης

THE ECONOMIST ΟΜΙΛΙΑ ΝΙΚΟΥ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΙΔΗ MINISTER OF FOREIGN AFFAIRS, CYPRUS

JUR.4 EΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) 2018/0900 (COD) PE-CONS 1/19 JUR 15 COUR 2 INST 4 CODEC 46

*** ΣΧΕΔΙΟ ΣΥΣΤΑΣΗΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL 2012/0122(NLE)

ΤΡΟΠΟΛΟΓΙΕΣ EL Ενωμένη στην πολυμορφία EL 2009/0155(NLE) Σχέδιο έκθεσης Vital Moreira (PE v01-00)

Επίσηµη Εφηµερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Έρευνα για τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας-Κύπρου. Νοέμβριος 2014

Οι Τούρκοι κλιµακώνουν τις προκλήσεις τους στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο

Συνθήκη της Λισαβόνας

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΣΥΝΘΗΚΩΝ ΛΩΖΑΝΝΗΣ-ΜΟΝΤΡΕ-ΠΑΡΙΣΙΩΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΕΘΝΙΚΩΝ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΩΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

Η Γενική Συνδιάσκεψη της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας,

Επαναληπτικό διαγώνισμα Ιστορίας

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 10 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΟΔΗΓΙΑ 93/13/ΕΟΚ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ της 5ης Απριλίου 1993 σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές

1ο Σχέδιο. δεδοµένων της Β και Γ στήλης, που αντιστοιχούν στα δεδοµένα της Α στήλης. A. Βασικοί όροι των συνθηκών Β. Συνθήκες Γ.

ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΕΝΩΣΗΣ. Βρυξέλλες, 3 Οκτωβρίου 2013 (OR. en) 13408/13 Διοργανικός φάκελος: 2013/0020 (NLE) TRANS 466 MAR 126

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

ΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑΪΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΜΠΟΡΙΚΗ ΣΥΜΦΩΝΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗ ΤΗΣ ΠΑΡΑΠΟΙΗΣΗΣ/ΑΠΟΜΙΜΗΣΗΣ (ACTA) B7-0618/2010

Νόμιμο δικαίωμά μας τα 12 μίλια

11238/16 ΓΕΧ/γπ/ΔΛ 1 DGC 1

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL σχετικά με τις υπηρεσίες εδάφους στους αερολιμένες της Ένωσης

Σελίδα 1 από 5. Τ

Το Αιγαίο εκτείνεται ανάμεσα στη Η ΔΙΑΜΑΧΗ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ & Η ΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΡΟΚΛΗΤΙΚΟΤΗΤΑ

Πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

XT 21014/19 1 UKTF. Βρυξέλλες, 20 Μαρτίου 2019 (OR. en) XT 21014/19 BXT 15 CO EUR-PREP 10. ΣΗΜΕΙΩΜΑ Γενική Γραμματεία του Συμβουλίου

Προτεινόμενα Θέματα Ιστορία Γενικής Παιδείας

EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL A8-0392/1. Τροπολογία. Harald Vilimsky, Mario Borghezio εξ ονόματος της Ομάδας ENF

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΠΡΟΣ ΤΑ ΜΕΛΗ

ΓΕΩΛΟΓΙΑ-ΓΕΩΓΡΑΦΙΑ Α ΓΥΜΝΑΣΙΟΥ

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

Κοινή πρόταση ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ

Έγγραφο συνόδου B7-xxxx/2013 ΠΡΟΤΑΣΗ ΨΗΦΙΣΜΑΤΟΣ. εν συνεχεία δηλώσεως της Επιτροπής. σύμφωνα με το άρθρο 110 παράγραφος 2 του Κανονισμού

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Βουλή είναι εξοπλισμένη με αναθεωρητική αρμοδιότητα. Το ερώτημα συνεπώς που τίθεται αφορά την κατά χρόνον αρμοδιότητα αυτού τούτου του αναθεωρητικού

ΣΗΜΕΙΑ ΑΝΤΙΦΩΝΗΣΗΣ. ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ κ. ΠΡΟΚΟΠΙΟΥ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗ ΑΝΑΚΗΡΥΞΗΣ ΤΟΥ ΩΣ ΕΠΙΤΙΜΟΥ ΔΗΜΟΤΗ

Η ένταση στις σχέσεις Ελλάδας- Τουρκίας.

A8-0375/22. Luke Ming Flanagan, Paloma López Bermejo, Marina Albiol Guzmán, Ángela Vallina εξ ονόματος Ομάδας GUE/NGL

Ομιλία στο συνέδριο "Νοτιοανατολική Ευρώπη :Κρίση και Προοπτικές" (13/11/2009) Η ΕΝΤΑΞΗ ΤΩΝ ΔΥΤΙΚΩΝ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ ΣΤΗΝ Ε.Ε.

ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟ

ΕΓΓΡΑΦΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. EL Eνωμένη στην πολυμορφία EL

Transcript:

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΙΓΑΙΟΥ ΣΧΟΛΗ ΕΠΙΣΤΗΜΩΝ ΤΗΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΤΜΗΜΑ ΝΑΥΤΙΛΙΑΣ ΚΑΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ «ΟΙ ΕΛΛΗΝΟ-ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ, ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ» Διπλωματική Εργασία για το Προπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών ΚΟΥΡΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ 3/10/05 ΧΙΟΣ

«ΟΙ ΕΛΛΗΝΟ-ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ, ΜΕ ΕΜΦΑΣΗ ΣΤΟ ΘΑΛΑΣΣΙΟ ΔΙΚΑΙΟ» 3/10/05 Διπλωματική Εργασία για το Προπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών Τμήμα Ναυτιλίας και Επιχειρηματικών Υπηρεσιών Συγγραφέας::.ΚΟΥΡΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΣ Επιβλέπων: ΣΙΟΥΣΟΥΡΑΣ ΠΕΤΡΟΣ ΧΙΟΣ 1

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ....2 ΠΕΡΙΛΗΨΗ.....3 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ 4 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ..6 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: OΙ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ..8 3.1: ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΊΔΑ..8 3.2 ΧΩΡΙΚΑ ΥΔΑΤΑ...13 3.3 ΕΘΝΙΚΟΣ ΕΝΑΕΡΙΟΣ ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ F.I.R. ΑΘΗΝΩΝ...17 3.4 ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ.21 3.5 ΝΗΣΙΑ ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΕΣ (ΙΜΙΑ).24 ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4:ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ.27 ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ..30 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ...34 2

ΠΕΡΙΛΗΨΗ Αντικείμενο της διπλωματικής μου εργασίας, είναι η παρουσίαση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων κυρίως στο Αιγαίο μέσα από τη νομική τους διάσταση καθώς και τις ειδικότερες πολιτικές πτυχές τους. Οι αλλεπάλληλες τουρκικές απαιτήσεις μετά την εισβολή στην Κύπρο αποσκοπούν στην αναθεώρηση του νομικού και πραγματικού status quo στο Αιγαίο, δημιουργώντας κατά καιρούς εντάσεις και σοβαρά επεισόδια μεταξύ των δύο χωρών. Συγκεκριμένα, η Τουρκία αμφισβητεί το δικαίωμα των ελληνικών νησιών σε υφαλοκρηπίδα, το καθεστώς που αφορά στα χωρικά ύδατα και στον εναέριο χώρο, το δικαίωμα στρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και την κυριαρχία επί ορισμένων βραχονησίδων. Για κάθε ένα από αυτά τα ζητήματα εξετάζεται το περιεχόμενο της τουρκικής αμφισβήτησης, τα επιχειρήματα των δυο χωρών, η νομική διάσταση και οι πολιτικές όψεις του προβλήματος. Η ανάλυση καταλήγει στο συμπέρασμα ότι το κίνητρο που ωθεί τελικά την Τουρκία να εγείρει τέτοιες διογκωμένες απαιτήσεις δεν συνδέεται τόσο με τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους του Αιγαίου όσο με τον έλεγχο της διέλευσης διαμέσου του αρχιπελάγους και την πρόσβαση στη Μεσόγειο. Ωστόσο, η ρύθμιση του προβλήματος δεν αντιμετωπίζεται ως ένα αποκλειστικά διμερές ελληνοτουρκικό ζήτημα. Η μετατόπισή του από το πλαίσιο του ΟΗΕ στο πεδίο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προσφέρει στην Ελλάδα ένα σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο στην επίλυση των διαφορών της με την Τουρκία. 3

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1: ΕΙΣΑΓΩΓΗ Παρά το γεγονός ότι οι ελληνοτουρκικές σχέσεις διανύουν μια περίοδο ύφεσης, η Τουρκία δεν έχει σταματήσει να επαναλαμβάνει συστηματικά ότι το Αιγαίο είναι θάλασσα ειδικών συνθηκών (στην οποία θα πρέπει να εφαρμοστούν ειδικοί κανόνες) και να αναπτύσει θεωρίες περί ύπαρξης γκρίζων ζωνών. Δηλώνει επίσης ότι είναι έτοιμη να ξεκινήσει διάλογο και διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα προκειμένου να διευθετηθούν τα προβλήματα που εγκυμονεί αυτή η κατάσταση μεταξύ των δύο χωρών. Αφετηρία των ελληνοτουρκικών προβλημάτων στο Αιγαίο υπήρξε η κυπριακή κρίση του 1963-1964 1. Τότε, η Τουρκία έθεσε τις πρώτες αμφισβητήσεις στο Αιγαίο, ενώ μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο, το 1974, οι αμφισβητήσεις αυτές λαμβάνουν σταδιακά τη μορφή συγκεκριμένων αξιώσεων θαλασσίων, εναέριων και εδαφικών περιοχών, αξιώσεις οι οποίες δημιούργησαν κατά καιρούς εντάσεις και σοβαρά επεισόδια μεταξύ των δύο χωρών. Πιο συγκεκριμένα, η Τουρκία αμφισβητεί το δικαίωμα των ελληνικών νησιών σε υφαλοκρηπίδα, το καθεστώς που αφορά στα χωρικά ύδατα και στον εναέριο χώρο, το δικαίωμα στρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και την κυριαρχία επί ορισμένων βραχονησίδων. Οι ελληνοτουρκικές σχέσεις, μετά από κάθε έξαρση αντιπαλότητας, αποκτούν για τους Ευρωπαίους εταίρους μας όλο και περισσότερο τα στοιχεία μιας ανεξήγητης ψυχολογικής εμπλοκής. Η απειλή γίνεται «μανία καταδιώξεως», η αμφισβήτηση κυριαρχίας ταυτίζεται με έναν «ασήμαντο βράχο στο πέλαγος» και μια σειρά πραγματικών γεγονότων που χρονολογούνται από το 1974, παραπέμπονται σε κάποια ψυχοπαθολογία που χάνεται μέσα στην ιστορία. Η υπεροχή στο πεδίο της ανάπτυξης πρέπει να προσδιορίζει και τη συμπεριφορά μας έναντι εχθρών και φίλων, διότι αυτό είναι το πραγματικό πεδίο ανταγωνισμού με την Τουρκία. 1 ΑΛΕΞΑΝΔΡΗΣ, ΒΕΡΕΜΗΣ, ΚΑΖΑΚΟΣ, ΚΟΥΦΟΥΔΑΚΗΣ, ΡΟΖΑΚΗΣ, ΟΙ ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ σελ 32-33. 4

Από το 1974 η Τουρκία έγινε το κύριο αντικείμενο των ελληνικών αμυντικών σχεδιασμών και η πρωτεύουσα απειλή προς την ελληνική ασφάλεια 2. Η στρατιωτική απειλή αντιμετωπίζεται βέβαια με στρατιωτική αλλά και διπλωματική ετοιμότητα που επιτρέπει στην Ελλάδα να κινητοποιεί τους εταίρους της ώστε οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια της Τουρκίας να συνεπάγεται ένα ασύμφορο κόστος. Δεν είναι μόνο οι απώλειες σε μια σύγκρουση που θα εμποδίσουν την Τουρκία να επιτεθεί στην Ελλάδα, αλλά και η απώλεια ενός ευρωπαϊκού μέλλοντος. Στο μεταξύ η αποδοχή των ένδικων μέσων για την αντιμετώπιση των τουρκικών προκλήσεων δεν αποτελεί υποχώρηση αλλά επιλογή πεδίου αναμέτρησης στο οποίο τα όπλα της νομιμότητας μας ευνοούν και οι αρχές που επικαλούμαστε προσυπογράφονται από τους εταίρους μας. 2 Αλέξη Αλεξανδρή, «Τα τουρκικά ανοίγματα στον ισλαμικό χώρο», Άνοιξη-Καλοκαίρι 1985, σελ. 25 5

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2. ΤΟ ΝΟΜΙΚΟ ΚΑΘΕΣΤΩΣ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Το νομικό καθεστώς των ελληνικών νησιών του Αιγαίου, προκύπτει από τις σχετικές Συνθήκες, οι οποίες είναι οι Συνθήκες της Λωζάνης του 1923, του Μοντραί του 1936 και των Παρισίων του 1947 και όπως προκύπτει επίσης από τους γενικούς κανόνες του διεθνούς δικαίου 3. Τα νησιά του Αιγαίου που καλύπτονται από τις συμβατικές πράξεις που ήδη αναφέραμε και έχουν άμεση σχέση με την ελληνοτουρκική διένεξη ανήκουν σε δυο μεγάλες κατηγορίες. Α) τα νησιά που περιήλθαν στην Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13 και τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο. Πρόκειται για τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, εκτός βέβαια από τη Δωδεκάνησο, την οποία είχαν καταλάβει οι Ιταλοί κατά τη διάρκεια του Ιταλοτουρκικού πολέμου το Μάιο του 1912. Β) τα νησιά που αποκτήθηκαν μετά το Β Παγκόσμιο Πόλεμο, δηλαδή τα Δωδεκάνησα. Αυτό που πρέπει να γνωρίζουμε στο σημείο αυτό είναι το γεγονός ότι η Ελλάδα αποδέχθηκε την απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων και στις σχέσεις της με αυτές η εκχώρηση της κυριαρχίας των νησιών κατέστη νομικά οριστική και τελεσίδικη από τη στιγμή που η χώρα μας ικανοποίησε τον ειδικό όρο που οι Μεγάλες Δυνάμεις είχαν ρητά θέσει για την εκχώρηση αυτή, δηλαδή τη συμμόρφωσή μας προς τους όρους του Πρωτοκόλλου της Φλωρεντίας της 17 ης Δεκεμβρίου του 1913, εκκενώνοντας τα εδάφη της Βορείου Ηπείρου που κατείχε. Με άλλα λόγια, οι 3 Κ.Οικονομίδης «Το νομικό καθεστώς των Ελληνικών νησιών του Αιγαίου», Εκδόσεις Γνώση, σελ.117-118 6

Μεγάλες Δυνάμεις εξάρτησαν το νησιωτικό θέμα από την παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στην Αλβανία. Το συμπέρασμα αυτό η τελείωση δηλαδή από νομική άποψη της εκχώρησης προκύπτει αβίαστα από το κείμενο της απόφασης των Μεγάλων Δυνάμεων και από την ελληνική απάντηση της 21 ης Φεβρουαρίου 1914, με την οποία η χώρα μας με δυσκολία, πικρία και με σφιγμένη καρδιά αποδέχεται τελικά την ετυμηγορία των Μεγάλων Δυνάμεων και συμμορφώνεται προς τον παραπάνω όρο τους. Αντίθετα, η Τουρκία δεν δέχτηκε την απόφαση των Μεγάλων Δυνάμεων και πρέπει να αναμείνουμε τη Συνθήκη ειρήνης της Λωζάνης της 24 ης Ιουλίου 1923 που λύνει οριστικά πια το θέμα και έναντι της Τουρκίας. Το άρθρο 12 της Συνθήκης αυτής αποτελεί τον οριστικό τίτλο κυριαρχίας της Ελλάδος πάνω σε όλα τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου 4. 4 Χαρ.Νικολάου, «Το νομικό καθεστώς του Αιγαίου και η Ελληνοτουρκική Διένεξη»,Αθήνα 1992 7

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3: Oι ελληνοτουρκικές διαφορές 3.1: ΥΦΑΛΟΚΡΗΠΊΔΑ Το πρώτο ζήτημα που αμφισβητεί η Τουρκία είναι τα όρια της υφαλοκρηπίδας 5. Το ιστορικό της διαφοράς με την Τουρκία έχει ως εξής: Από το 1958, δηλαδή από την ημερομηνία υπογραφής της Σύμβασης της Γενεύης για την υφαλοκρηπίδα, μέχρι το 1973, η χώρα μας θεωρούσε αυτή κυρία της υφαλοκρηπίδας τόσο του ηπειρωτικού όσο και του νησιωτικού της εδάφους και με την ιδιότητα αυτή είχε αρχίσει να εκχωρεί συστηματικά άδειες για την εξερεύνησή της. Το πρόβλημα εκδηλώθηκε το Νοέμβριο του 1973, όταν η Τουρκία με μονομερείς νομοθετικές πράξεις χαρακτήρισε ορισμένες περιοχές του Αιγαίου ως τουρκική υφαλοκρηπίδα και εξέδωσε άδειες για έρευνα σ αυτές τις περιοχές, όπου υποτίθεται ότι υπάρχουν πλούσια κοιτάσματα. Η κατάσταση αυτή έφερε τις δυο χώρες στα πρόθυρα ένοπλης σύρραξης, το 1976 και 1987, όταν τουρκικά ωκεανογραφικά έπλευσαν στο Αιγαίο για να διενεργήσουν έρευνα στις περιοχές αυτές της υφαλοκρηπίδας που η Ελλάδα θεωρούσε ότι ανήκουν στην ελληνική υφαλοκρηπίδα. 6 Μετά από το πρώτο επεισόδιο, η Ελλάδα απευθύνθηκε ταυτόχρονα στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών και στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Το μεν Συμβούλιο κάλεσε τα δυο μέρη να επιχειρήσουν να μειώσουν την ένταση και να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις, το δε Διεθνές Δικαστήριο έκρινε ότι είναι αναρμόδιο να επιληφθεί της διαφοράς διότι η Ελλάδα 5 Χ,Ροζάκη, «Το διεθνές Νομικό Καθεστώς του Αιγαίου και η Ελληνοτουρκική Κρίση»,Οι Ελληνοτουρκικές Σχέσεις,Αθήνα 1988, σελ.65-66 6 Χ.Δίπλα, «Η Ελληνοτουρκική Διαφορά για την Υφαλοκρυπίδα του Αιγαίου», Εναλλακτικές Λύσεις και Προτάσεις, Αθήνα 1992, σελ.54-55 8

είχε υποβάλει επιφύλαξη στη Γενική Πράξη της Γενεύης που η χώρα μας επικαλέστηκε ως βάση αρμοδιότητας, η οποία εξαιρεί το είδος της διαφοράς της υφαλοκρηπίδας του Αιγαίου από την αρμοδιότητα του Δικαστηρίου. Παρά το γεγονός ότι η υπόθεση δεν εκδικάστηκε από το Δικαστήριο, η απόφαση του τελευταίου με την οποία κηρύχθηκε αναρμόδιο, περιλαμβάνει ένα σημείο καίριας σημασίας για την ελληνική πλευρά που λύνει το ζήτημα του νομικού χαρακτήρα της διαφοράς, καθώς το Δικαστήριο διαπίστωσε ότι τα μέρη αμφισβητούν αμοιβαία δικαιώματα στις ίδιες περιοχές του βυθού του Αιγαίου. Η διαφορά μεταξύ των δύο χωρών για την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας έχει τρεις όψεις, οι οποίες αφορούν στο αντικείμενο και στη φύση της διαφοράς, στο εφαρμοστέο δίκαιο και στη μέθοδο επίλυσής της. Σε σχέση με το αντικείμενο της διαφοράς, η Τουρκία που στηρίζει ότι η διαφορά αφορά ολόκληρη την υφαλοκρηπίδα του Αιγαίου και ως εκ τούτου διεκδικεί περιοχές της υφαλοκρηπίδας δυτικά των ελληνικών νησιών έως το μέσον περίπου του Αιγαίου. Η απαίτηση αυτή θεμελιώνεται στο επιχείρημα σύμφωνα με το οποίο τα νησιά δεν έχουν δική τους υφαλοκρηπίδα επειδή βρίσκονται πάνω στην υφαλοκρηπίδα της Ανατολίας. Εκείνο που επιδιώκει με άλλα λόγια η Τουρκία, είναι να χαράξει τη διαχωριστική γραμμή στο μέσον του Αιγαίου, σαν να μην υπήρχαν καθόλου νησιά και να εγκλωβίσει τα ελληνικά νησιά που βρίσκονται κοντά στις ακτές της σε τουρκική υφαλοκρηπίδα. Οι θέσεις αυτές δεν βασίζονται σε κάποιο κανόνα του διεθνούς δικαίου και αυτό το γνωρίζει καλά η Τουρκία. Γι αυτό άλλωστε επικαλείται τον πολιτικό χαρακτήρα και τη ζωτική σπουδαιότητα της διαφοράς. Ο χαρακτηρισμός της διαφοράς ως πολιτικής έχει σημασία σε σχέση με την μέθοδο επίλυσής της, καθώς είναι γενικά αποδεκτό ότι οι πολιτικές διαφορές δεν επιδέχονται δικαιοδοτικό διακανονισμό και μπορούν να επιλυθούν με πολιτικό-διπλωματικές μεθόδους. Αντιθέτως, η Ελλάδα υποστηρίζει ότι το ζήτημα που πρέπει να επιλυθεί αφορά αποκλειστικά στη νομική οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας μεταξύ των δύο χωρών, 9

δηλαδή από το σύνορο που ξεκινά από τη Θράκη και περνά από τα νησιά του Βορείου κα Ανατολικού Αιγαίου και τα Δωδεκάνησα. Η διαφορά αυτή είναι, σύμφωνα με την Ελλάδα, μια νομική διαφορά εφόσον οι δυο χώρες διαφωνούν ως προς την ερμηνεία και την εφαρμογή συγκεκριμένων κανόνων του διεθνούς δικαίου. Σε σχέση με το θέμα του νομικού χαρακτήρα της διαφοράς, η απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης 1978 δικαιώνει, όπως ήδη σημειώθηκε, την ελληνική πλευρά. Στον ισχυρισμό της Τουρκίας ότι τα νησιά δεν έχουν δικαίωμα σε δική τους υφαλοκρηπίδα, η Ελλάδα απαντά ότι τα νησιά, και ειδικότερα τα νησιά του Αιγαίου, έχουν πλήρη δικαιώματα σε υφαλοκρηπίδα, θέση που είναι απολύτως σύμφωνη με το ισχύον διεθνές δίκαιο 7. Τόσο η Σύμβαση της Γενεύης του 1958 για την υφαλοκρηπίδα, όσο και η νέα Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας του 1982 αναγνωρίζουν στα νησιά δικαίωμα υφαλοκρηπίδας. Μόνον οι βράχοι που δεν μπορούν να κατοικηθούν ή να έχουν δική τους οικονομική ζωή στερούνται υφαλοκρηπίδας. Μάλιστα, το Διεθνές Δικαστήριο έχει αποδεχτεί ότι οι σχετικές διατάξεις της Σύμβασης της Γενεύης αποκρυσταλλώνουν κανόνες του εθιμικού δικαίου. Επομένως δεσμεύουν όχι μόνο τα κράτη που έχουν υπογράψει τη Σύμβαση αυτή, αλλά και τα υπόλοιπα κράτη. Σε ότι αφορά το εφαρμοστέο δίκαιο, η Τουρκία ισχυρίζεται ότι η οριοθέτηση πρέπει να γίνει με βάση τις αρχές της ευθυδικίας, έννοια αόριστη και ασαφή στην οποία δίνει μια δική της ερμηνεία που δεν βασίζεται σε κάποιο διεθνή κανόνα. Επικαλείται διάφορα επιχειρήματα, όπως τις ειδικές περιστάσεις της πολιτικής και φυσικής γεωγραφίας του αιγιακού χώρου και ειδικότερα την εγγύτητα των νησιών του Αιγαίου στις τουρκικές ακτές, γεγονός που, σύμφωνα με την Τουρκία, εμποδίζει της εφαρμογή της μέσης γραμμής και, συνεπώς, πρέπει να εφαρμοστούν ειδικοί κανόνες. Ουσιαστικά, η τουρκική θέση είναι καθαρά υποκειμενική, εκφράζει απλώς τις «ορέξεις» της, που δεν στηρίζονται βέβαια σε κανόνες Διεθνούς Δικαίου. 7 Κ.Οικονομίδης, «Θέματα Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής», Αθήνα 1992 10

Η Ελλάδα υποστηρίζει ότι στην οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας εφαρμόζεται το εθιμικό δίκαιο, εφόσον δεν υπάρχει συμβατικό δίκαιο που να δεσμεύει και τις δύο χώρες και ειδικότερα η αρχή της μέσης γραμμής. Τέλος σε σχέση με τη μέθοδο επίλυσης της διαφοράς, η Τουρκία υποστηρίζει ότι η διαφορά πρέπει να επιλυθεί με διάλογο και διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών και η θέση αυτή συνδέεται άμεσα, όπως σημειώθηκε ήδη, με τον ισχυρισμό της ότι η διαφορά έχει πολιτικό χαρακτήρα. Ωστόσο, το θέμα του νομικού χαρακτήρα της διαφοράς έχει επιλυθεί από την απόφαση του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Συμπεραίνουμε λοιπόν το εξής, ότι η Τουρκία, διεκδικώντας το μισό Αιγαίο και αγνοώντας εντελώς την υφαλοκρηπίδα των ελληνικών νησιών, αποβλέπει στην πραγματικότητα στο να εγκλωβίσει τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου μέσα σε μια μεγάλη ζώνη τουρκικής δικαιοδοσίας, με προφανή απώτερο σκοπό να τα καταλάβει σε κατάλληλη ευκαιρία, επαναλαμβάνοντας έτσι αυτό που έκανε στην Κύπρο 8. Επομένως, λόγω των επεκτατικών βλέψεων της Τουρκίας, το θέμα δεν αφορά στην πραγματικότητα την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, αλλά την κυριαρχία επάνω στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Εφ όσον επομένως είναι στην ουσία θέμα κυριαρχίας και όχι οριοθέτησης, αντιλαμβανόμαστε ότι το όλο ζήτημα είναι εθνικής σημασίας και έτσι πρέπει να το βλέπουμε και να το εξηγούμε στους ξένους. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, αν η Τουρκία επεδίωκε την οριοθέτηση δεν είχε παρά να έλθει στο Διεθνές Δικαστήριο στο οποίο είχε προσφύγει η Ελλάδα το 1976, οπότε η διαφορά θα επελύετο ειρηνικά από έγκυρο και αμερόληπτο διεθνές δικαστικό όργανο. Όμως, αντί της προσέλευσης, η Τουρκία προτίμησε την ερημοδικία και ατυχώς το Διεθνές Δικαστήριο, λόγω αδυναμίας (δεν εκδικάζει ουσιαστικά διαφορές όταν δεν υπάρχει ρητή συναίνεση και των δυο μερών), βρήκε την πρώτη ευκαιρία για να κηρύξει αυτό αναρμόδιο. 8 Χ.Δίπλα, «Η Ελληνοτουρκική Διαφορά για την Υφαλοκρυπίδα του Αιγαίου», Εναλλακτικές Λύσεις και Προτάσεις, Αθήνα 1992, σελ.78 11

3.2 ΧΩΡΙΚΑ ΥΔΑΤΑ Ένα άλλο ζήτημα που αμφισβητεί η Τουρκία είναι το δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο 12 ναυτικά μίλια. Έχει μάλιστα επανειλημμένως απειλήσει με πόλεμο την Ελλάδα αν η τελευταία ασκήσει το δικαίωμά της και καθιερώσει τα 12 ν.μ. θα πρέπει ωστόσο να σημειωθεί ότι η απειλή πολέμου αποτελεί παραβίαση των διεθνών υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η Τουρκία σύμφωνα με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, ο οποίος απαγορεύει ρητά την απειλή ή τη χρήση βίας 9. Η Τουρκία προσπαθεί με τις απειλές της να παρεμποδίσει την Ελλάδα να ασκήσει το δικαίωμά της, επειδή δεν μπορεί να επικαλεστεί υπέρ της διεθνείς νομικούς κανόνες. Βέβαια, κατά καιρούς προβάλει διάφορα νομιμοφανή επιχειρήματα προκειμένου να θεμελιώσει τις θέσεις της. Υποστηρίζει ότι σε περίπτωση επέκτασης της ελληνικής χωρικής θάλασσας στα 12 ν.μ. η ίδια θα εστερείτο των φυσικών και αναφαίρετων δικαιωμάτων της να προνοεί για τη ναυτική και αεροπορική άμυνα των δυτικών της ακτών και της ενδοχώρας στην περιοχή του Αιγαίου, στην οποία διαβιοί το ένα τρίτο του πληθυσμού της, δεδομένου ότι πρακτικά δεν θα απέμεναν περιοχές ανοικτής θάλασσας. Ισχυρίζεται εξάλλου ότι αν εφαρμοστεί το όριο των 12 ν.μ. θα περιέλθει στην κυριαρχία της Ελλάδας ουσιώδες τμήμα του Αιγαίου μαζί με τον βυθό και το υπέδαφός του, μειώνοντας σημαντικά τις περιοχές οι οποίες πρέπει να κατανεμηθούν αναλογικά μεταξύ των δυο παράκτιων κρατών. Το δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 ν.μ. απορρέει από τη νέα Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας, η οποία από τις 16 Νοεμβρίου 1994 που τέθηκε σε ισχύ, αποτελεί μέρος του ελληνικού δικαίου. Η Σύμβαση ορίζει ότι κάθε κράτος έχει δικαίωμα να ορίζει το εύρος των χωρικών του υδάτων μέχρις ορίου το οποίο να μην υπερβαίνει τα 12 ν.μ. από τις γραμμές βάσης. Ο κανόνας αυτός έχει αποκτήσει εκτός από συμβατικό και εθιμικό χαρακτήρα. Τούτο έχει ιδιαίτερη σημασία 9 Μ.Κλάδη-Ευσταθοπούλου, «Ελληνική Αιγαιαλίτιδα Ζώνη:ισχύον καθεστώς και δικαίωμα επέκτασης στα 12 ν.μ σύμφωνα με την Σύμβαση του 1982», Εκδόσεις Σάκουλα 12

εφόσον η Τουρκία δεν έχει υπογράψει την εν λόγω Σύμβαση, δεσμεύεται πάντως από το εθιμικό δίκαιο το οποίο ισχύει erga omnes. Εξάλλου, η επιχειρηματολογία της Τουρκίας δεν φαίνεται να συμβαδίζει με την πρακτική της. Η ίδια έχει ορίσει 12 ν.μ. στις ακτές του Εύξεινου και της Ανατολικής Μεσογείου ενώ για το Αιγαίο διατηρεί για λόγους σκοπιμότητας πλάτος 6 ν.μ. Ισχυρίζεται ότι ο κανόνας των 12 μιλίων δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο Αιγαίο διότι σε ημίκλειστες θάλασσες, οι οποίες αποτελούν ειδική περίπτωση, δεν μπορούν να εφαρμοστούν οι γενικοί κανόνες του διεθνούς δικαίου της θάλασσας. Η Ελλάδα διατηρεί ως σήμερα πλάτος αιγιαλίτιδας ζώνης 6 ν.μ. από το 1936 και 10 ν.μ. για τα θέματα της αεροπορίας και αστυνόμευσης από το 1931. Στα επιχειρήματα της Τουρκίας περί ημίκλειστης θάλασσας, η Ελλάδα απαντά ότι το Αιγαίο με τα νησιά που περιλαμβάνει δεν αποτελεί κάποια ειδική περίσταση, αλλά ενιαίο και αδιαίρετο σύνολο με τον κύριο ηπειρωτικό κορμό. Και η θέση αυτή έχει σαφώς νομική βάση καθώς η Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας εξομοιώνει απόλυτα το νομικό καθεστώς των νησιών με εκείνο των ηπειρωτικών ακτών. Το γεγονός ότι δεν έχει προχωρήσει στην άσκηση του δικαιώματός της για επέκταση του εύρους των χωρικών υδάτων σε 12 ν.μ. δεν σημαίνει ότι έχει απεμπολήσει το δικαίωμά της ή ότι αυτό έχει αποδυναμωθεί 10. Αντιθέτως, οποιαδήποτε στιγμή έχει νομικά τη δυνατότητα να το ασκήσει. Και έχει επανειλημμένως δηλώσει διαμέσου των αρμοδίων οργάνων της ότι θα ασκήσει το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων όποτε εκείνη κρίνει σκόπιμο. Η επιλογή αυτής της στιγμής είναι θέμα πολιτικής απόφασης που συναρτάται από διάφορους παράγοντες. 10 Κ.Οικονομίδης, «Νομιμότητα Επέκτασης της Αιγαιαλίτιδας Ζώνης σε 12 ν.μ», Αθήνα 1992 13

Γεννάται κατ αρχάς το ερώτημα κατά πόσον συμφέρει την Ελλάδα να ασκήσει αυτό το δικαίωμα. Από τη μία πλευρά, η επέκταση του εύρους των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. θα μείωνε, σε μεγάλο βαθμό, το πρόβλημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, εφόσον περιοχές ανοικτής θαλάσσης θα απομείνουν μόνον στο κεντρικό και βόρειο Αιγαίο. Από την άλλη πλευρά, μια τέτοια απόφαση θα δημιουργούσε όχι μόνο μία σοβαρή κρίση με την Τουρκία άλλα και προβλήματα με άλλες χώρες, όπως π.χ. οι ΗΠΑ και η Ρωσία των οποίων οι στόλοι διέρχονται από το Αιγαίο. Και τούτο διότι με την επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στα 12 μίλια, το 64% περίπου του Αιγαίου θα περιέλθει στην ελληνική κυριαρχία (σήμερα το ποσοστό αυτό είναι 35%). Όπως σημειώθηκε ήδη, περιοχές ανοικτής θάλασσας θα απομείνουν μόνο στο κεντρικό και βόρειο Αιγαίο ενώ θα κλείσει όλο το νότιο Αιγαίο και οι δίοδοι μεταξύ Αντικυθήρων-Κρήτης, Κρήτης-Καρπάθου, Καρπάθου-Ρόδου. Βέβαια, λόγω του δικαιώματος αβλαβούς διέλευσης, η κατάσταση αυτή δεν θα προκαλέσει προβλήματα στη διεθνή ναυσιπλοΐα. Εξάλλου, η νέα κατάσταση θα δημιουργήσει στενά διεθνούς ναυσιπλοΐας, σε ιδιαίτερα κρίσιμες περιοχές για τη ναυσιπλοΐα και την αεροπλοΐα, όπως οι περιοχές ανάμεσα στην Αναφή και την Αστυπάλαια και τη Νίσυρο, τη Μύκονο και την Ικαρία, την Αμοργό και τις νησίδες ανατολικότερα και την Κάλυμνο. Τα στενά διεθνούς ναυσιπλοΐας υπάγονται, βάσει της Σύμβασης για το δίκαιο της θάλασσας του 1982, σε ένα καθεστώς διαφορετικό, πιο φιλελεύθερο, από εκείνο που διέπει την αβλαβή διέλευση. Πρόκειται για το καθεστώς του πλου διέλευσης ή διέλευσης εισόδου, το οποίο επιτρέπει την άσκηση της ελευθερίας της ναυσιπλοΐας και της υπέρπτησης για το σκοπό του συνεχούς και ταχέως διάπλου των διεθνών στενών. Με βάση τις σχετικές διατάξεις της Σύμβασης για το δίκαιο της θάλασσας, τα τρίτα κράτη θα έχουν αυξημένα δικαιώματα διέλευσης στη διευρυμένη αιγιαλίτιδα ζώνη. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην περίπτωση του Αιγαίου, το καθεστώς αυτό θα εφαρμοστεί σύμφωνα με την ερμηνευτική δήλωση που κατέθεσε η Ελλάδα κατά την υπογραφή της Σύμβασης, σύμφωνα με την οποία θα ορίσει η ίδια τις διαύλους που θα χρησιμοποιούν τα πλοία και τα αεροσκάφη. 14

Θα ήταν επίσης σκόπιμο να εξεταστούν και ενδιάμεσες λύσεις, όπως εκείνη της επέκτασης της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στα 10 ν.μ. Στην περίπτωση αυτή, θα κλείσει μεν η δίοδος των Αντικυθήρων-Κρήτης αλλά θα παραμείνουν ανοικτές οι άλλες δυο δίοδοι (Κρήτη-Κάρπαθος και Κάρπαθος-Ρόδος) ενώ θα λυθεί και το θέμα του εναέριου χώρου το οποίο συζητείται αμέσως παρακάτω. 15

3.3 ΕΘΝΙΚΟΣ ΕΝΑΕΡΙΟΣ ΧΩΡΟΣ ΚΑΙ F.I.R. ΑΘΗΝΩΝ Το τρίτο σημείο που αμφισβητεί η Τουρκία είναι το καθεστώς εναέριου χώρου πάνω από το Αιγαίο και ειδικότερα το εύρος του ελληνικού εναέριου χώρου και τα όρια του F.I.R. Αθηνών. Ο ελληνικός εναέριος χώρος εκτείνεται πάνω από το ελληνικό έδαφος, ηπειρωτικό και νησιωτικό και πάνω από τα χωρικά ύδατα 11. Όπως σημειώθηκε παραπάνω, τη δεκαετία του 1930, η Ελλάδα όρισε διαφορετικά όρια για την αιγιαλίτιδα ζώνη της :10 ν.μ. για την αεροπορία και σκοπούς αστυνόμευσης του αέρος και 6 ν.μ. στη θάλασσα. Μέχρι το 1974, η Τουρκία ουδέποτε αμφισβήτησε τη ρύθμιση των 10 ν.μ. Αντιθέτως, την αναγνώριζε και την σεβόταν στην πράξη. Με καθυστέρηση αρκετών δεκαετιών, η τουρκική κυβέρνηση αντέδρασε στην ελληνική ρύθμιση, υποστηρίζοντας ότι ο εναέριος χώρος πέραν των 6 ν.μ. αποτελεί μέρος του εναέριου χώρου που βρίσκεται πάνω από την ανοικτή θάλασσα και είναι διεθνής εναέριος χώρος, στον οποίο εφαρμόζεται η αρχή της ελευθερίας υπέρπτησης για τα πολιτικά και πολεμικά αεροσκάφη. Ισχυρίζεται ότι ο ελληνικός εναέριος χώρος δεν μπορεί να εκτείνεται πέραν του ορίου των 6 μιλίων από τις ελληνικές ακτές που έχει ορίσει η Ελλάδα για την αιγιαλίτιδα ζώνη. Η Τουρκία παραβιάζει και εμπράκτως τον ελληνικό εναέριο χώρο, καθώς τα μαχητικά της αεροσκάφη εισέρχονται, επί καθημερινής σχεδόν βάσεως, στον χώρο μεταξύ των 6 και 10 μιλίων από τις ελληνικές ακτές, χωρίς να ζητούν και να τους δίνεται σχετική άδεια από τις ελληνικές αρχές 12. Σε αυτές τις παραβιάσεις, η Ελλάδα αντιδρά με αναγνώριση και αναχαίτιση των τουρκικών αεροσκαφών και με 11 Εφημερίδα Καθημερινή,Συνέντευξη στον Θανάση Βασιλείου,Κυριακή 30/1/05 12 Αγγ.Σ.Γιόκαρης, «Ο Ελληνικός Εναέριος Χώρος και το FIR Αθηνών»,Αναπλ.Καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών,Νομικό Τμήμα, σελ.12-13 16

διαμαρτυρίες που απευθύνονται, δια της διπλωματικής οδού, προς την Τουρκία και το ΝΑΤΟ για τις παραβιάσεις του εναέριου χώρου της. Στις τουρκικές θέσεις η Ελλάδα απαντά ότι η ρύθμιση των 10 ν.μ. ήταν αποδεκτή από τη διεθνή κοινότητα για μια μεγάλη χρονική περίοδο, γεγονός που οδήγησε στην εθιμική αποκρυστάλλωσή της. Προβάλλει επίσης και ένα άλλο πιο ισχυρό επιχείρημα: το δικαίωμά της σε 12 ν.μ. αιγιαλίτιδα ζώνη το οποίο απορρέει από τη Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας και το εθιμικό δίκαιο υποστηρίζει ότι εφόσον μπορεί νομίμως να έχει αιγιαλίτιδα ζώνη 12 ν.μ. ασφαλώς μπορεί να έχει αιγιαλίτιδα ζώνη, μικρότερης έκτασης για λειτουργικούς σκοπούς, δηλαδή όχι για όλα τα θέματα αλλά μόνο για τα θέματα της αεροπορίας και αστυνόμευσης του αέρος. Στο επιχείρημα αυτό, η Τουρκία απαντά ότι: Πρώτον, ο κανόνας των 12 ν.μ. δεν μπορεί να εφαρμοστεί στο Αιγαίο διότι είναι ημίκλειστη θάλασσα και αποτελεί ειδική περίπτωση. Δεύτερον, η οριοθέτηση της αιγιαλίτιδας ζώνης μεταξύ των δύο χωρών πρέπει να γίνει σύμφωνα με τις αρχές της ευθυδικίας. Τα επιχειρήματα αυτά της Τουρκίας καταρρίπτονται εύκολα εφόσον δεν έχουν νομική βάση. Ωστόσο, η πρακτική της διαφοροποίησης των ορίων της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης για διαφορετικούς σκοπούς αποτελεί πράγματι μοναδικό φαινόμενο στη διεθνή πρακτική, καθώς δεν νοείται κυριαρχία επί του αέρος χωρίς αντίστοιχη κυριαρχία επί του εδάφους ή της θάλασσας. Παρά ταύτα, υποστηρίζεται ότι η νομιμότητα αυτής της πρακτικής αποτελεί συνάρτηση της συμφωνίας της με το διεθνές δίκαιο και της αποδοχής της από τη διεθνή κοινότητα. Στο μέτρο που η Ελλάδα δεν αποσυνδέει τον εναέριο χώρο από την αιγιαλίτιδα ζώνη, η πρακτική αυτή είναι νόμιμη εφόσον δεν αντίκειται σε κάποιο κανόνα του διεθνούς δικαίου. 17

Η παραπάνω θέση ενισχύεται από το γεγονός ότι το Προεδρικό Διάταγμα του 1931 που καθορίζει τα 10 ν.μ., αναφέρεται ρητά σε χωρικά ύδατα και όχι σε κάποια αυτόνομη ζώνη αέρος, ανεξάρτητη από την αιγιαλίτιδα ζώνη. Τα 10 μίλια έχουν το χαρακτήρα αιγιαλίτιδας ζώνης, η οποία εξυπηρετεί συγκεκριμένους λειτουργικούς σκοπούς. Ωστόσο, για να εξομαλυνθεί η φαινομενικά ανορθόδοξη αναντιστοιχία μεταξύ χωρικών υδάτων και εναερίου χώρου και να πεισθεί η διεθνής κοινότητα για τη νομιμότητα της ρύθμισης, η Ελλάδα οφείλει να εκσυγχρονίσει τη νομοθεσία της και να καθιερώσει τα 10 ν.μ. και στη θάλασσα. Σε ότι αφορά το F.I.R. Αθηνών, αυτή είναι μια περιοχή ευρύτερη του εθνικού εναέριου χώρου, η οποία περιλαμβάνει τον εθνικό εναέριο χώρο και τμήματα διεθνούς εναέριου χώρου εντός των οποίων παρέχονται υπηρεσίες και ασκείται έλεγχος προς το σκοπό της ασφαλούς και κανονικής διακίνησης εναερίου κυκλοφορίας. Τα όρια ευθύνης του F.I.R. Αθηνών ορίστηκαν από τον Διεθνή Οργανισμό Πολιτικής Αεροπορίας (ICAO) το 1952 και το 1958. Σύμφωνα με τους κανονισμούς του ICAO και τη διεθνή πρακτική, όλα τα αεροσκάφη-πολιτικά και στρατιωτικά-πρέπει να καταθέτουν σχέδια πτήσεως προτού διασχίσουν το F.I.R. Πρόκειται για ένα διεθνές λειτουργικό καθεστώς, στο πλαίσιο του οποίου οι αρμόδιες αρχές κάθε κράτος έχουν την ευθύνη για την ασφάλεια της εναερίου κυκλοφορίας πολιτικών και στρατιωτικών αεροσκαφών. Τα όρια του F.I.R. Αθηνών αμφισβητήθηκαν από την Τουρκία τον Αύγουστο του 1974 όταν εξέδωσε αναγγελία προς τους αεροναυτιλομένους με την οποία επέκτεινε αυθαίρετα την περιοχή ευθύνης της κατά μήκος μιας γραμμής εντός του F.I.R. Αθηνών, στο μέσον περίπου του εναέριου χώρου του Αιγαίου 13. Η Ελλάδα αρνήθηκε την νομιμότητα της τουρκικής πράξης και ανακήρυξε με δική της αναγγελία τμήμα του εναέριου χώρου του Αιγαίου ως επικίνδυνη περιοχή, με αποτέλεσμα να διακοπεί η εναέρια κυκλοφορία προς και από την Τουρκία. 13 Εφημερίδα Έθνος, Άρθρο Γ.Μπαλή-Λ.Γαλανός, Σάββατο 18/12/04 18

Μετά από διεθνείς πιέσεις, το 1980 η Τουρκία ακύρωσε την αναγγελία της και αποκαταστάθηκε το status quo ante στον εναέριο χώρο του Αιγαίου. Οι διεθνείς αεροδιάδρομοι του τμήματος αυτού του F.I.R. Αθηνών ετέθησαν και πάλι στη διάθεση της διεθνούς αεροπλοΐας. Παρά ταύτα, τα τουρκικά στρατιωτικά αεροσκάφη συνεχίζουν από τότε μέχρι σήμερα τις παραβάσεις των διεθνών κανονισμών εναερίου κυκλοφορίας εντός του F.I.R. Αθηνών, με το πρόσχημα ότι οι διεθνείς κανονισμοί εξαιρούν τα στρατιωτικά αεροσκάφη από την υποχρέωση προηγούμενης κατάθεσης σχεδίων πτήσεως προτού εισέλθουν στο F.I.R. Αθηνών. Η ελληνική θέση είναι γνωστή: οι κανονισμοί και οι αποφάσεις του ICAO πρέπει να γίνονται σεβαστοί. Επιπλέον, λόγοι ασφαλείας διεθνούς αεροπλοΐας επιβάλλουν στα τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη να καταθέτουν σχέδια πτήσεων όταν εισέρχονται στο F.I.R. Αθηνών. 19

3.4 ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΠΟΙΗΣΗΣ ΤΩΝ ΝΗΣΙΩΝ ΤΟΥ ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ Η Τουρκία αμφισβητεί επίσης το δικαίωμα στρατιωτικοποίησης των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, συγκεκριμένα των νησιών Λήμνος, Σαμοθράκη, Λέσβος, Χίος, Σάμος, Ικαρία και των Δωδεκανήσων. Ισχυρίζεται ότι βάσει των διεθνών συνθηκών υπάρχει υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης όλων ανεξαρτήτως των νησιών αυτών 14. Σε σχέση με αυτό το ζήτημα, θα πρέπει να διακρίνουμε τρεις κατηγορίες νησιών ανάλογα με το καθεστώς από το οποίο διέπονται. Πρώτον, την περίπτωση της Λήμνου και της Σαμοθράκης. Αυτά τα δύο νησιά είχαν υπαχθεί στο καθεστώς των Στενών λόγω της γειτνίασής τους με αυτά και τελούσαν υπό καθεστώς αποστρατιωτικοποίησης βάσει της Σύμβασης της Λωζάννης της 24 ης Ιουλίου 1923 για τα Στενά. Η Ελλάδα υποστηρίζει ωστόσο ότι η εν λόγω Σύμβαση, η οποία ήταν προσαρτημένη στη Συνθήκη ειρήνης της Λωζάννης που υπογράφτηκε την ίδια ημέρα, καταργήθηκε στο σύνολο της από τη Σύμβαση του Μοντραί της 20ης Ιουλίου 1936 που αφορά επίσης το καθεστώς των Στενών. Η διαπίστωση αυτή προκύπτει αφενός από το προοίμιο της νέας Σύμβασης το οποίο ορίζει ρητά ότι τα Συμβαλλόμενα Μέρη «απεφάσισαν να υποκαταστήσουν την παρούσα Σύμβασιν εις την Σύμβασιν της υπογραφείσας εν Λωζάννη τη 24 η Ιουλίου 1923». Εφόσον λοιπόν καταργήθηκε η Σύμβαση της Λωζάννης, καταργήθηκε και η διάταξη η σχετική με την αποστρατιωτικοποίηση της Λήμνου και της Σαμοθράκης. Αφετέρου, κατά την κύρωση της Σύμβασης του Μοντραί από την τουρκική Εθνοσυνέλευση, ο Τούρκος Υπουργός των Εξωτερικών Rustu Aras δήλωσε ρητά ότι οι διατάξεις της Σύμβασης της Λωζάννης που αφορούν στα ελληνικά νησιά Λήμνο και 14 Κ.Οικονομίδης, «Θέματα Διεθνούς Δικαίου και Εξωτερικής Πολιτικής», Αθήνα 1992, σελ.345-346 20

Σαμοθράκη καταργούνται με τη Σύμβαση του Μοντραί. Τέτοιες δηλώσεις που γίνονται από ένα κυβερνητικό όργανο για την εξωτερική πολιτική δεν έχουν μόνον πολιτική σημασία. Έχουν και νομική σημασία εφόσον αποτελούν έκφραση γνώμης του συγκεκριμένου κράτους η οποία μπορεί να δεσμεύσει το κράτος διεθνώς. Αυτό έχει γίνει άλλωστε δεκτό από τη διεθνή νομολογία. Η Ελλάδα επικαλείται τέλος την πρακτική των δύο χωρών. Μετά τη θέση σε ισχύ της Σύμβασης του Μοντραί, η Τουρκία εξόπλισε την Ίμβρο και την Τένεδο και το ίδιο έκανε και η Ελλάδα με τη Λήμνο και τη Σαμοθράκη. Η συμπεριφορά αυτή αποδεικνύει ότι οι δυο χώρες θεώρησαν ότι είχαν πλέον απαλλαγεί από την υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης που είχε επιβάλει η Σύμβαση της Λωζάννης. Δεύτερον, η περίπτωση των νησιών Λέσβος, Σάμος, Χίος και Ικαρία. Τα νησιά αυτά που περιήλθαν στην Ελλάδα με τους Βαλκανικούς Πολέμους του 1912-13, υπήχθησαν σε καθεστώς μερικής αποστρατιωτικοποίησης δυνάμει της Συνθήκης της Λωζάννης του 1923 15. Το καθεστώς αυτό απαγορεύει τις ναυτικές βάσεις και την ανέγερση οχυρωματικών έργων. Ευρύτερη είναι η υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης των Δωδεκανήσων βάσει της Συνθήκης Ειρήνης των Παρισίων του 1947 με την οποία τα νησιά αυτά εκχωρήθηκαν στην Ελλάδα. Η Τουρκία δεν υπήρξε ωστόσο συμβαλλόμενο μέρος της Συνθήκης αυτής και συνεπώς δεν έχει δικαίωμα να επικαλείται το σχετικό με την αποστρατιωτικοποίηση άρθρο. Κατά καιρούς έχουν προβληθεί διάφορα νομικά επιχειρήματα υπέρ της κατάργησης του καθεστώτος αποστρατιωτικοποίησης των παραπάνω νησιών του κεντρικού και νοτίου Αιγαίου. Εκείνο όμως το επιχείρημα που επικαλείται επίσημα η Ελλάδα για να θεμελιώσει τη νομιμότητα του εξοπλισμού των εν λόγω νησιών, είναι το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας που αντλεί από τους κανόνες του διεθνούς δικαίου και συγκεκριμένα από το άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Βέβαια, η 15 Κ.Οικονομίδη, «Το Νομικό Καθεστώς των Ελληνικών νησιών του Αιγαίου», Εκδόσεις Γνώση 1989 21

άσκηση του δικαιώματος νόμιμης άμυνας προϋποθέτει ένοπλη επίθεση. Η Ελλάδα υποστηρίζει ωστόσο ότι υπάρχει απειλή επίθεσης η οποία ενισχύεται από τα εξής γεγονότα : Την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 Αυθαίρετες τουρκικές αξιώσεις και εχθρικές δηλώσεις και ενέργειες σχετικά με την εδαφική ακεραιότητα των ελληνικών νησιών για περισσότερο από δύο δεκαετίες Τη συγκρότηση από την Τουρκία της Τέταρτης Στρατιάς, την αποκαλούμενη «Στρατιά του Αιγαίου» η οποία έχει εγκατασταθεί έναντι των ελληνικών νησιών Την πρόσφατη τουρκική απόβαση στις βραχονησίδες Ίμια και τις τουρκικές απειλές περί casus belli στην περίπτωση που η Ελλάδα ασκήσει διεθνώς αναγνωρισμένα δικαιώματά της. Σύμφωνα με την ελληνική θέση, το δικαίωμα νόμιμης άμυνας υπερισχύει κάθε αντίθετης συμβατικής δέσμευσης, όπως π.χ. εκείνες που προκύπτουν από τη Συνθήκη της Λωζάννης περί μερικής αποστρατιωτικοποίησης των νησιών Λέσβος, Χίος, Σάμος και Ικαρία. Όπως σημειώθηκε ήδη, η άσκηση του δικαιώματος νόμιμης άμυνας προϋποθέτει ένοπλη επίθεση. Η Ελλάδα υποστηρίζει ωστόσο ότι δεν ασκεί δικαίωμα νόμιμης άμυνας αλλά λαμβάνει, στο πλαίσιο αυτού του δικαιώματος, τα αναγκαία προληπτικά μέτρα προστασίας για να μπορέσει να ασκήσει το δικαίωμα αυτό αν χρειαστεί. Κατά συνέπεια, για την ελληνική πλευρά, δεν υπάρχει πλέον υποχρέωση αποστρατιωτικοποίησης των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου και πολύ περισσότερο διαφορά μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας γι αυτό το θέμα. 22

3.5 ΝΗΣΙΑ - ΒΡΑΧΟΝΗΣΙΔΕΣ (ΙΜΙΑ) Τελευταία στον κατάλογο των τουρκικών αμφισβητήσεων στο Αιγαίο καταγράφεται η εδαφική διεκδίκηση της Τουρκίας έναντι της Ελλάδας, η οποία εκδηλώθηκε με την κατάληψη της βραχονησίδας Ίμια, τον Ιανουάριο του 1996. Το επεισόδιο αυτό που παρ ολίγο να οδηγήσει τις δύο χώρες σε ένοπλη σύγκρουση, έληξε με τη μεσολάβηση των ΗΠΑ, χωρίς ωστόσο να αποσυρθεί η εδαφική διεκδίκηση της Τουρκίας, η οποία στη συνέχεια επεκτάθηκε και σε άλλα νησιά και νησίδες του Αιγαίου 16. Η Τουρκία προβάλλει διάφορα επιχειρήματα για να στηρίξει τους ισχυρισμούς της. Κατ αρχάς υποστηρίζει ότι τα διεθνή κείμενα δεν προσδιορίζουν με σαφήνεια το καθεστώς όλων των νησιών, νησίδων και βραχονησίδων του Αιγαίου (θεωρία περί γκρίζων ζωνών). Κατά συνέπεια, διεκδικεί οποιοδήποτε νησί δεν αναφέρεται ρητά στις συνθήκες ή δεν έχει σαφώς προσδιορισμένο καθεστώς θεωρώντας ότι της ανήκει. Και ζητεί διαπραγματεύσεις με την Ελλάδα προς το σκοπό καθορισμού της κυριαρχίας των αμφισβητούμενων εδαφών. Την ελληνική κυριαρχία επί αυτών των εδαφών αμφισβητεί και εμπράκτως με τις καθημερινές παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου και με δηλώσεις επίσημων αξιωματούχων της. Σε σχέση με τα Ίμια, η Τουρκία υποστηρίζει ότι η ιταλο-τουρκική Συμφωνία του 1932 σχετικά με τη χάραξη της συνοριακής γραμμής μεταξύ των Δωδεκανήσων και της τουρκικής ακτής της Ανατολίας, η οποία ρητά αναφέρει ότι οι νησίδες Ίμια ανήκουν στην ιταλική πλευρά, δεν δεσμεύει την Τουρκία, εφόσον δεν ολοκληρώθηκαν οι σχετικές νομικές διαδικασίες, δηλαδή δεν αντηλλάγησαν έγγραφα επικύρωσης, δεν κυρώθηκε με εσωτερική πράξη ούτε πρωτοκολλήθηκε στην Κοινωνία των Εθνών. Σύμφωνα με ένα άλλο επιχείρημα, η Συνθήκη των Παρισίων του 1947 μεταξύ της Ιταλίας και των Συμμάχων με την οποία εκχωρήθηκαν τα Δωδεκάνησα στην Ελλάδα, 16 Κ.Οικονομίδης «Το νομικό καθεστώς των Ελληνικών νησιών του Αιγαίου», Εκδόσεις Γνώση 23

αναφέρεται σε παρακείμενες νησίδες και δεν αφορά τα Ίμια λόγω της γεωγραφικής τους εγγύτητας προς την Τουρκία και αποτελούν συνεπώς τουρκικό έδαφος. Η Τουρκία ισχυρίζεται επίσης ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να επικαλείται τη Συνθήκη των Παρισίων παρά μόνον εάν αυτό γίνεται με καλή πίστη 17. Και αυτό διότι θεωρεί ότι η Ελλάδα δεν λαμβάνει υπόψη της το γεγονός ότι σύμφωνα με την εν λόγω Συνθήκη, η Δωδεκάνησος πρέπει να παραμείνει αποστρατιωτικοποιημένη. Στους ισχυρισμούς της Τουρκίας, η Ελλάδα απαντά ότι το καθεστώς των βραχονησίδων στο Αιγαίο και τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, και ειδικότερα το καθεστώς των βραχονησίδων Ίμια, προσδιορίζεται με σαφήνεια από διεθνείς συνθήκες. Συγκεκριμένα, βάσει της Συνθήκης ειρήνης της Λωζάννης του 1923, η οποία έχει επικυρωθεί από την Ελλάδα και την Τουρκία και δεσμεύει τις δύο χώρες, οι βραχονησίδες μεταξύ των δύο χωρών από τις εκβολές του Έβρου μέχρι και τη Σάμο ανήκουν στην Ελλάδα, οι δε νησίδες και βραχονησίδες στην περιοχή αυτή, που απέχουν λιγότερο από 3 μίλια από τις τουρκικές ακτές, ανήκουν στην Τουρκία. Από τη Σάμο μέχρι το Καστελόριζο, η ιταλο-τουρκική Συμφωνία του Ιανουαρίου του 1932 και η μεταγενέστερη Συμφωνία του Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, καθορίζουν ρητά και με ακριβέστατη διαχωριστική γραμμή σε ποιόν ανήκουν οι βραχονησίδες της περιοχής. Με βάση την αρχή του διεθνούς δικαίου περί διαδοχής κρατών, οι συμφωνίες που αφορούν μεταβίβαση εδαφικού καθεστώτος εξακολουθούν να έχουν ισχύ και να δεσμεύουν τα διάδοχα κράτη. Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα, ως διάδοχο κράτος της Ιταλίας, όσον αφορά το μεταβιβασθέν έδαφος των Δωδεκανήσων, δεσμεύεται από την παραπάνω Συμφωνία μεταξύ Ιταλίας και Τουρκίας. Οι βραχονησίδες Ίμια ανήκουν στην Ελλάδα (ως διάδοχο κράτος της Ιταλίας) όπως ρητά αναφέρεται στη Συμφωνία του Δεκεμβρίου 1932, στο σημείο 30 υπό το τουρκικό όνομα Kardak. 17 Υπόμνημα περι των νησίδων «Λίμνια Ιμια», Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών, σελ.23 24

Στον τουρκικό ισχυρισμό ότι η Συμφωνία δεν την δεσμεύει διότι δεν ολοκληρώθηκαν οι σχετικές νομικές διαδικασίες, η Ελλάδα απαντά ότι αυτό δεν ήταν απαραίτητο διότι η εν λόγω Συμφωνία αποτελεί συμπληρωματική πράξη της Συμφωνίας του Ιανουαρίου του 1932 που έγινε κατ επιταγή της τελευταίας. Η Συμφωνία αυτή είχε επικυρωθεί και πρωτοκολληθεί νομίμως. Ανεξάρτητα όμως από την ισχύ της Συμφωνίας του 1932, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Τουρκία ουδέποτε αμφισβήτησε την ισχύ των σχετικών διεθνών πράξεων. Με τη συμπεριφορά της αναγνώριζε τη συνοριακή γραμμή μεταξύ των δύο χωρών και στην ουσία συμφωνούσε να τη θεωρεί ως τέτοια. Το επιχείρημα αυτό έχει σαφώς νομική βάση, η οποία συνδέεται με την καθιερωμένη αρχή του διεθνούς δικαίου περί της σταθερότητας των συνόρων και ενισχύεται επίσης από τη νομολογία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Σε πρόσφατη απόφασή του, το Διεθνές Δικαστήριο υπογράμμισε την αυτονομία των συνόρων σε σχέση με τις συνθήκες που τα καθορίζουν και δήλωσε ότι το σύνορο που καθιερώνεται με συνθήκη αποκτά μια μονιμότητα που δεν γνωρίζει απαραίτητα η ίδια η συνθήκη. Η τελευταία μπορεί να πάψει να ισχύει χωρίς να θιγεί η μονιμότητα του συνόρου. Κατά συνέπεια, οι ελληνικές θέσεις σε σχέση με το καθεστώς των Ιμίων αλλά και των άλλων νησίδων και βράχων του Αιγαίου, έχουν στέρεο νομικό έδαφος. Και η Ελλάδα όχι μόνο δεν έπαψε να διακηρύσσει την κυριαρχία της στα Ίμια αλλά κάλεσε την Τουρκία, αν την αμφισβητεί, να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Άλλωστε το ζήτημα έχει σαφώς νομικό χαρακτήρα που επιδέχεται δικαιοδοτικό διακανονισμό εφόσον πρόκειται για αμφισβήτηση διεθνών κανόνων. 25

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4: ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΠΡΟΕΚΤΑΣΕΙΣ Ο στόχος που συστηματικά επιδιώκει η Τουρκία από τις αρχές της δεκαετίας του 70 είναι η αναθεώρηση του νομικού και πραγματικού status quo στο Αιγαίο. Σε αυτό το πλαίσιο, επιχειρεί να παρουσιάσει το Αιγαίο ως χώρο ειδικών συνθηκών, το καθεστώς του οποίου θα πρέπει να ρυθμιστεί με διάλογο και διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο χωρών 18. Γιατί όμως η Τουρκία επιθυμεί διακαώς να επεκτείνει την επιρροή της στην περιοχή του Αιγαίου; Έχει υποστηριχτεί ότι οι τουρκικές αξιώσεις συνδέονται με την επιθυμία της Τουρκίας να εξασφαλίσει τον έλεγχο των πλουτοπαραγωγικών πόρων της περιοχής. Ωστόσο, θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ύπαρξη πλούσιων και οικονομικά εκμεταλλεύσιμων κοιτασμάτων απλώς πιθανολογείται και οι έρευνες που έχουν διεξαχθεί μέχρι σήμερα δεν φαίνεται να στηρίζουν σοβαρές ελπίδες για την ανεύρεσή τους. Το κίνητρο που ωθεί την Τουρκία να εγείρει τέτοιες διογκωμένες αξιώσεις δεν συνδέεται λοιπόν με τους πλουτοπαραγωγικούς πόρους, αλλά περισσότερο με τη διέλευση διαμέσου του Αιγαίου και την πρόσβαση στη Μεσόγειο καθώς και την αναβάθμιση του γεωστρατηγικού ρόλου της Τουρκίας. Ο έλεγχος της θάλασσας, εναέριας και εδαφικής περιοχής του Ανατολικού Αιγαίου που επιδιώκει να εξασφαλίσει η Τουρκία, συνδέεται με τον έλεγχο του διάπλου των στόλων που διέρχονται από την έξοδο των Δαρδανελίων ως τις ακτές της βόρειας Αφρικής ή τη Μέση Ανατολή. Συνεπώς, οι πολλαπλές τουρκικές αξιώσεις σχετικά με την υφαλοκρηπίδα, τα χωρικά ύδατα, τον εναέριο χώρο, την αποστρατιωτικοποίηση των νησιών και τις βραχονησίδες στοχεύουν να αποξενώσουν σταδιακά τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου από το μητρικό ηπειρωτικό κορμό και να καταστήσουν το ανατολικό αρχιπέλαγος ζώνη τουρκικής επιρροής. 18 Στ.Περράκης, «Ζητήματα εφαρμογής του Δικαίου της Θάλασσας στο Αιγαίο.Νομικές και Πολιτικές Προεκτάσεις» Αν.Καθηγητής Παντείου Πανεπιστημίου, σελ.67-68 26

Από την πλευρά της, η Ελλάδα υπερασπίζεται το διεθνώς καθορισμένο και αναγνωρισμένο status quo της περιοχής και δεν διεκδικεί τίποτε από τη γείτονα. Προσπαθεί να προστατεύσει την κυριαρχία της και τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Μετά από ταλαντεύσεις και άστοχους χειρισμούς, η θέση των ελληνικών κυβερνήσεων των τελευταίων ετών είναι σαφής και συγκεκριμένη. Αναγνωρίζει την ύπαρξη νομικής διαφοράς σε σχέση με την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας, για την οποία προτείνει την παραπομπή της στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Καλεί επίσης την Τουρκία να προσφύγει στο Διεθνές Δικαστήριο αν αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία στα Ίμια. Τα υπόλοιπα ζητήματα δεν θεωρεί ότι είναι διαφορές αλλά τεχνητά προβλήματα που έχει «κατασκευάσει» η Τουρκία και που εξυπηρετούν πολιτικές σκοπιμότητες. Αρνείται τη διεξαγωγή διαπραγματεύσεων που προτείνει η Τουρκία γιατί δεν έχει απολύτως τίποτα να διαπραγματευτεί. Η αντιμετώπιση αυτή δεν αναιρεί ωστόσο την ύπαρξη πραγματικών προβλημάτων, τα οποία είναι σε μεγάλο βαθμό αλληλένδετα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σχέση των δικαιωμάτων της Ελλάδας στην υφαλοκρηπίδα με το δικαίωμα επέκτασης των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. Η επέκταση του εύρους των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. θα μείωνε το πρόβλημα της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας, εφόσον περιοχές ανοικτής θαλάσσης θα απομείνουν μόνο στο κεντρικό και βόρειο Αιγαίο, θα δημιουργούσε όμως προβλήματα και με άλλες χώρες των οποίων οι στόλοι διέρχονται το Αιγαίο. Μια ενδιάμεση λύση, όπως είναι εκείνη της επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης στα 10 ν.μ. θα έλυνε και το θέμα της αναντιστοιχίας του εναέριου χώρου με τα όρια της αιγιαλίτιδας ζώνης στη θάλασσα. Πρόκειται στην ουσία για εκκρεμότητες που απαιτούν σοβαρές πολιτικές αποφάσεις, οι οποίες θα πρέπει να ληφθούν μετά από εμπεριστατωμένη αξιολόγηση των ωφελειών αλλά και των κινδύνων που συνεπάγεται η κάθε κίνηση. Η ρύθμιση του προβλήματος του Αιγαίου δεν αντιμετωπίζεται ως ένα αποκλειστικά διμερές ελληνοτουρκικό ζήτημα. Εξαρχής, η Ελλάδα επεδίωξε τη διεθνοποίηση του προβλήματος, προσφεύγοντας στα όργανα του ΟΗΕ. Μετά την αποτυχημένη προσπάθεια επίλυσης του θέματος στο πλαίσιο του ΟΗΕ, αναζήτησε 27

νέες δυνατότητες ιδιαίτερα στο ευρωπαϊκό επίπεδο και πέτυχε τη μετατόπιση του προβλήματος στο επίπεδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τα τελευταία χρόνια η Τουρκία προσπαθεί να αναβαθμίσει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε αυτό το πλαίσιο, επεδίωξε και κατόρθωσε, σε μια πρώτη φάση, να συμπεριληφθεί στον κατάλογο των υποψήφιων χωρών προς ένταξη. Είναι γνωστό όμως ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει θέσει συγκεκριμένα πολιτικά και οικονομικά κριτήρια τα οποία οφείλουν να σεβαστούν τα υποψήφια μέλη. Θα πρέπει επίσης να συμμερίζονται τις αξίες και τους στόχους της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπως ορίζονται στις Συνθήκες. Στη Σύνοδο του Ελσίνκι, τον Δεκέμβριο του 1999, οι 15 ευρωπαίοι εταίροι υπενθύμισαν την προσήλωσή τους στην αρχή της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών σύμφωνα με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και παρότρυναν τα υποψήφια κράτη να καταβάλλουν κάθε προσπάθεια για την επίλυση «κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς και άλλων συναφών θεμάτων». Τόνισαν μάλιστα ότι στην περίπτωση που δεν βρεθεί λύση, τα ενδιαφερόμενα μέρη οφείλουν να φέρουν τη διαφορά ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Περαιτέρω, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που συνήλθε στη Νίκαια, τον Δεκέμβριο του 2000, κάλεσε την Τουρκία να υποβάλλει το συντομότερο δυνατό το εθνικό της πρόγραμμα υιοθέτησης του κοινοτικού κεκτημένου. Η Ελλάδα διαθέτει συνεπώς ένα σημαντικό διαπραγματευτικό όπλο. Η ευρωπαϊκή προοπτική της Τουρκίας θα εξαρτηθεί όχι μόνον από την ελληνική αποδοχή, αλλά και από την ουσιαστική εγκατάλειψη των διογκωμένων αξιώσεών της στο Αιγαίο. Και τούτο διότι η προσέγγιση με την Ευρωπαϊκή Ένωση απαιτεί εκτός από οικονομική και πολιτική σταθερότητα, της οποίας ακρογωνιαίος λίθος είναι η διαφύλαξη των συνόρων και η απόρριψη οποιασδήποτε αναθεωρητικής πολιτικής. 28

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ Οι πολλαπλές λοιπόν τουρκικές απαιτήσεις σχετικά με την υφαλοκρηπίδα, τον ελληνικό εναέριο χώρο, την αποστρατικοποίηση των νησιών, τον επιχειρησιακό έλεγχο του Αιγαίου και πιο πρόσφατα τις «γκρίζες ζώνες», αποσκοπούν ακριβώς στη σταδιακή αποξένωση του ανατολικού ελληνικού αρχιπελάγους από τον μητρικό ηπειρωτικό κορμό. Η επιλογή συνεπώς της επιθετικής τακτικής που αναφέραμε, είναι μάλλον ενδεικτική της αναθεώρησης των κανόνων της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής. Οπωσδήποτε η σημερινή κατάσταση οδηγεί σε ένα και μόνο ασφαλές συμπέρασμα και τούτο είναι ότι η αμυντική θωράκιση των ελληνικών νησιών είναι ανάγκη να διατηρηθεί στο διηνεκές. Αποτελεί μέγιστη εθνική επιταγή και στοιχειώδη προϋπόθεση για την εδαφική ακεραιότητα, την κυριαρχία και την ανεξαρτησία της χώρας μας. Για να καταλάβει κανείς πόσο βάσιμο και δικαιολογημένο είναι το συμπέρασμα αυτό, αρκεί απλώς να θυμηθεί τη γνωστή και συνεχή απειλή της Τουρκίας να προσφύγει σε πόλεμο κατά της Ελλάδος εάν η τελευταία επεκτείνει τη χωρική θάλασσα της πέραν των 6 ν.μ., δηλαδή εάν θελήσει, ως κυρίαρχο κράτος, να ασκήσει ένα νόμιμο δικαίωμα που της παρέχει το Διεθνές Δίκαιο. Είναι προφανές ότι τα νομικά και πολιτικά προβλήματα που ανακύπτουν είναι, όχι μόνο πολλά και δύσκολα, αλλά και στενά αλληλένδετα αναμεταξύ τους. Η επισήμανση και διεύρυνση της αλληλεξάρτησης των προβλημάτων (και των δυνατών λύσεων) είναι η κύρια συνεισφορά της διπλωματικής εργασίας. Παράδειγμα, η διαπίστωση ότι η επέκταση της ελληνικής αιγιαλίτιδας ζώνης στο Αιγαίο στα δώδεκα μίλια θα μετέβαλε το νομικό καθεστώς των υδάτων που καλύπτει η σημερινή στενότερη ζώνη. Με βάση τις νέες διατάξεις περί «διέλευσης διόδου» από «στενά διεθνούς ναυσιπλοΐας», τα τρίτα κράτη θα είχαν αυξημένα δικαιώματα παρουσίας στη νέα ευρύτερη αιγιαλίτιδα ζώνη. Αυτή την πτυχή του θέματος προσπάθησε ν αντιμετωπίσει η ελληνική δήλωση κατά την υπογραφή της Συνθήκης που προβλέπει ότι η Ελλάδα θα ορίσει τις διαύλους που τα πλοία θα χρησιμοποιούν, άσχετο αν η δήλωση αυτή αποτελεί ερμηνεία της όλης διάταξης ή εφαρμογή της έννοιας των «στενών διεθνούς ναυσιπλοΐας» στη συγκεκριμένη περίπτωση. Και είναι επιτυχής η 29

επιχειρηματολογία ότι η ρύθμιση αυτή εξυπηρετεί τη διεθνή ναυσιπλοΐα, δηλαδή συμφέροντα συλλογικά, και όχι απλώς την εθνική ασφάλεια, δηλαδή συμφέροντα μιας μόνο χώρας. Μια πρώτη διαπίστωση από τη μελέτη της αντιμετώπισης από την Ελλάδα, διαχρονικά, των εξελίξεων στο δίκαιο της θάλασσας, είναι ότι οι ελληνικές θέσεις έχουν αντιφατικές ρίζες και γι αυτό συχνά κινούνται προς δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Η παραδοσιακή θέση της χώρας ήταν θεμελιωμένη στο ότι η Ελλάδα είναι κράτος ναυτικό (είναι άλλωστε σήμερα από τις πρώτες πλοιοκτητικές χώρες). Ως ναυτική χώρα, η Ελλάδα έχει αξιόλογη παρουσία στα διεθνή ναυτιλιακά πράγματα, αποτέλεσμα στενής συνεργασίας του Υπουργείου Ναυτιλίας με τους εκπροσώπους των εφοπλιστών. Στις σχετικές διασκέψεις και διαπραγματεύσεις οι θέσεις και απόψεις της ακούγονται γενικά με προσοχή. Δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για έλλειψη αξιοπιστίας σε αυτό το χώρο, άσχετα με το τι συμβαίνει σε άλλες περιοχές. Γι αυτό λοιπόν το λόγο, η Ελλάδα ευνοούσε παραδοσιακά την ελευθερία των θαλασσών και τις όσο το δυνατό στενότερες θαλάσσιες ζώνες εθνικής κυριαρχίας, με στόχο να είναι όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος της θάλασσας ανοικτή θάλασσα, με αυξημένη ελευθερία ναυσιπλοΐας και αλιείας. Μια στοιχειώδης υποχρέωση συνέπειας οδηγούσε τη χώρα στο να υποστηρίζει αλλά και να εφαρμόζει για πολύ καιρό στενή αιγιαλίτιδα ζώνη των τριών μιλίων. Βαθμιαία όμως, ήδη από τη δεκαετία του 1930, αν όχι και νωρίτερα, οι ανάγκες της εθνικής ασφάλειας οδήγησαν τη χώρα προς την επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης της, ακόμη περισσότερο ως προς τον εναέριο χώρο, εφόσον μάλιστα στην περίπτωση του τελευταίου αυτού δεν δημιουργούνταν προβλήματα στην επιθυμητή ελευθερία ναυσιπλοΐας. Η τάση αυτή ενισχύθηκε αργότερα από το γενικότερο ρεύμα υπέρ του εθνικού ελέγχου σε όλο και ευρύτερες θαλάσσιες ζώνες που εκδηλώθηκε μετά τον πόλεμο και κορυφώθηκε κατά τις διαπραγματεύσεις για το δίκαιο της θάλασσας, από μέρους των μικρότερων και λιγότερο αναπτυγμένων οικονομικά χωρών. Έτσι, η διάσταση μεταξύ των παρακτίων χωρών, που τάσσονται υπέρ της επέκτασης της εθνικής κυριαρχίας στις θάλασσες, και των ναυτικών δυνάμεων, που 30

υπερασπίζονται την ελευθερία των θαλασσών, 19 εμφανίζεται στην περίπτωση της Ελλάδας ως εσωτερικός διχασμός απόψεων και πολιτικής (έστω και αν τα συμφέροντα της χώρας αφορούν κυρίως την ελεύθερη ναυσιπλοΐα και όχι την άσκηση ναυτικής πολεμικής ισχύος.). Η διαπάλη μεταξύ των δυο τάσεων χαρακτηρίζει ως ένα σημείο τη συμπεριφορά μας στην Τρίτη Συνδιάσκεψη για το δίκαιο της θάλασσας, ιδιαίτερα στα πρώτα της χρόνια. Η δεύτερη τάση τελικά υπερισχύει, ιδιαίτερα μετά την εκδήλωση των ανοιχτών τουρκικών αμφισβητήσεων της ελληνικής θέσης στο Αιγαίο, αλλά ο εσωτερικός αυτός διχασμός αφήνει τα σημάδια του στην ελληνική πολιτική, δυσκολεύει την ανάληψη πρωτοβουλιών και ενισχύει την ήδη ενδημική τάση για αδράνεια. Και οι δύο θέσεις, πρέπει να τονιστεί, είναι εύλογες και θεμιτές. Το πρόβλημα είναι ότι η πολιτική της χώρας συχνά παγιδεύτηκε μεταξύ των δυο, προσπαθώντας να τις συμβιβάσει, διαχωρίζοντας τα θέματα, υποστηρίζοντας τελικά άλλες θέσεις για το Αιγαίο και άλλες για τον υπόλοιπο κόσμο. Ας μην ξεχνάμε ότι και άλλες χώρες είχαν και έχουν παρόμοια προβλήματα σε σχέση με το δίκαιο της θάλασσας. Οι Ηνωμένες Πολιτείες π.χ., για καιρό δεν μπορούσαν να πάρουν ξεκάθαρη θέση για την αντιμετώπιση του κύματος υποστήριξης της επέκτασης της εθνικής κυριαρχίας στη θάλασσα. Κάποια στιγμή όμως, περί το μέσο της Τρίτης Συνδιάσκεψης, αποφάσισαν ότι η κύρια προτεραιότητά τους ήταν η διατήρηση της ικανότητας των ναυτικών τους δυνάμεων να κινούνται ελεύθερα σε όλες τις θάλασσες. Αντήλλαξαν έτσι την ελευθερία της «διέλευσης διόδου» με την επέκταση της δικαιοδοσίας των παράκτιων κρατών σε διάφορες θαλάσσιες ζώνες. Στην ελληνική περίπτωση, η διάσταση μεταξύ των στόχων οδήγησε τελικά τη χώρα σε μια κάπως υποτονική αντιμετώπιση των ζωτικών αυτών για τη χώρα θεμάτων. Υπάρχει λοιπόν πληθώρα ανοιχτών προβλημάτων στο Αιγαίο.Ανοιχτά είναι τα θέματα αλλα και οι δυνατότητες της χώρας ως προς: την αιγιαλίτιδα ζώνη τη δυνατότητα αποκλειστικής οικονομικής ζώνης την υφαλοκρηπίδα 19 Braudel Fernard, Maurice Aumard, Filippo Coarelli, 31

τη δυνατότητα αλιευτικής ζώνης και συνορεύουσας ζώνης για ειδικούς σκοπούς Συμπερασματικά, τα ναυτικά συμφέροντα της Ελλάδας, τόσο στον πολιτικό όσο και στον γενικότερο κοινωνικό χώρο (τουριστικό,περιβαλλοντικό ) πρέπει να ισορροπήσουν με τα τουρκικά. Η χρυσή τομή μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας θα αποφέρει σημαντικά αποτελέσματα και στις δύο χώρες. 32

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ 33