Οι προσωπικές και πραγματικές δουλείες επί ακινήτων στους Κώδικες της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης (1815-1868)



Σχετικά έγγραφα
32. Η Θεσσαλονίκη γνωρίζει μεγάλη ακμή

ΚΑΘΕ ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΜΙΑ ΑΡΧΗ! ΣΗΜΕΡΑ 28/4/2017 ΕΙΝΑΙ Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΜΕΡΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΗΣ ΚΟΒΕΝΤΑΡΕΙΟΥ ΔΗΜΟΤΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ ΚΟΖΑΝΗΣ, ΣΤΟ ΣΗΜΕΡΙΝΟ ΤΗΣ ΚΤΗΡΙΟ

Μητρ. Βελγίου: «Αναμένοντες τον Πατριάρχη του Γένους»

ΠΟΡΙΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ (ΕΤΟΥΣ 1987)

ΜΕΙΟΝΟΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Θεσμοί Εκπαίδευσης του Οικουμενικού Ελληνισμού: «Τα ιστορικά σχολεία» Μπούντα Ελένη, Σχολική Σύμβουλος

Τα αρχεία του Αγίου Όρους για την ελληνικότητα της Μακεδονίας

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 1 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ


ΣΧΕΔΙΑΓΡΑΜΜΑ 2ης ΕΡΓΑΣΙΑΣ

Προσχέδιο έργου Ανάδειξης των Καταλόγων και της Βιβλιοθήκης της Ιεράς Μονής Καρακάλλου (Δεκέμβριος 2008)

ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΙΙ. ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ

Οι Μακεδόνες στη Διασπορά. Οι ελληνικές παροικίες της Κεντρικής Ευρώπης Ουγγαρίας 17 ος 18 ος 19 ος αι.

ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΣΤΗΝΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ

Κυριότερες πόλεις ήταν η Κνωσός, η Φαιστός, η Ζάκρος και η Γόρτυνα

Μοναδικό παλαιοχριστιανικό μνημείο οι Κατακόμβες της Μήλου

ΑΡΧΑΪΚΗ ΕΠΟΧΗ (σελ.84-97) Α. Βασιλεία α. Δικαίωμα να ψηφίζουν για ζητήματα της πόλης είχαν όλοι οι πολίτες, ακόμα και οι πιο φτωχοί

Το ρωμαϊκό κράτος κλονίζεται

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ ΣΔΡΟΛΙΑ 7 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Αρχαιολογικοί χώροι και μνημεία Αγιάς. Ανάδειξη και αξιοποίηση.

Οδηγίες για Λήμματα Τοπωνυμίων

Αρχαίος Πύργος Οινόης Αρχαίο Φρούριο Ελευθερών Αρχαιολογικός χώρος Οινόης. Γιώργος Πρίμπας

Εικονογραφία. Μιχαήλ Βόδας Σούτσος Μεγάλος Διερµηνέας και ηγεµόνας της Μολδαβίας Dupré Louis, 1820

ΑΠΟΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ ΒΥΖΑΝΤΙΟΥ στα αποσπάσματα των εγχειριδίων που ακολουθούν : 1]προσέξτε α) το όνομα του Βυζαντίου β) το μέγεθος

Κοινωνικές τάξεις στη Μεσοβυζαντινή Κοινωνία. Κουτίδης Σιδέρης

Να συμπληρώσετε κάθε μια από τις προτάσεις 1, 2, 3, 4 και 5, επιλέγοντας τη. 1. Ο χώρος τέλεσης της χριστιανικής λατρείας ονομάστηκε ναός

33 Ο ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΣΥΛΟ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ ΤΜΗΜΑ Ε

1. Αναθεώρηση του Συντάγματος

108 Ιστορίας και Εθνολογίας Θράκης (Κομοτηνή)

334 Παιδαγωγικό Δημοτικής Εκπαίδευσης Δυτ. Μακεδονίας (Φλώρινα)

Παιδί και Ιστορικά Αρχεία: Προβληματισμοί, Μεθοδολογία, Μελέτη περίπτωσης. Λεωνίδας Κ. Πλατανιώτης Εκπαιδευτικός ΠΕ 02 (Φιλόλογος)

ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΘΕΩΡΗΤΙΚΗΣ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗΣ Γ ΛΥΚΕΙΟΥ (διαγώνισμα 1)

ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ ΠΡΟΤΑΣΗΣ ΔΙΑΒΟΥΛΕΥΣΗΣ. Ονομασία Φορέα: ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΦΙΛΙΠΠΩΝ - ΝΕΑΠΟΛΕΩΣ - ΘΑΣΟΥ - ΙΕΡΟΣ ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΠΑΥΛΟΥ - ΚΑΒΑΛΑ

7ος αι ος αι. ΗΡΑΚΛΕΙΟΣ. αποφασιστικοί αγώνες και μεταρρυθμίσεις

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 10 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΓΙΩΡΓΗ ΚΑΤΣΟΥΛΗ ΜΑΡΙΟΥ ΝΙΚΟΛΙΝΑΚΟΥ ΒΑΣΙΛΗ ΦΙΛΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ. Από το 1453 μέχρι το 1830 ΤΟΜΟΣ Α ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ..

Η εκπαίδευση των παιδιών από την Αρχαιότητα μέχρι και το Διαφωτισμό, Α

Κωνσταντίνος: από τη Ρώμη στη Νέα Ρώμη

Ενότητα 29 Οι Βαλκανικοί πόλεμοι Ιστορία Γ Γυμνασίου. Η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης (26 Οκτωβρίου 1912)

Βασιλική Παπαγεωργίου. Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Διαχείρισης Εθνικού Αρχείου Μνημείων, Τεκμηρίωσης και Προστασίας Πολιτιστικών Αγαθών

Η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Kλάσης Δυτική Εξαρχία:

Κεφάλαιο 3. Οι Βαλκανικοί Πόλεµοι (σελ )

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 1 ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ. ΓΝΩΡΙΜΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΤΟΠΟ ΜΑΣ

Εισαγωγή στη Νεοελληνική Ιστορία

ΤΑΞΗ ΣΥΓΚΛΗΤΙΚΩΝ ΚΑΙ ΒΟΥΛΕΥΤΩΝ-Βουλευτές:

ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΟΣ ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ. Της Μαρίας Αποστόλα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 3 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Η ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ

Μιχάλης Κοκοντίνης. 1 Πειραματικό δημοτικό σχολείο Θεσσαλονίκης Ε'1 τάξη Οι Ρωμαίοι κυβερνούν τους Έλληνες

ΜΑΘΗΜΑ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ

Η Ίδρυση της Ρώμης και η οργάνωσή της. Επιμέλεια Δ. Πετρουγάκη, φιλόλογος

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 8 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Με ιδιαίτερη χαρά ο ΣΥΝΔΕΣΜΟΣ ΣΥΡΙΑΝΩΝ παρουσιάζει το ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ

Πρόγραµµα εξεταστικής Σεπτεµβρίου 2013 ανά διδάσκοντα

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ- ΠΟΛΥΤΕΧΝΙΚΗ ΣΧΟΛΗ

Άρθρο 1. Μορφή του πολιτεύματος * Άρθρο 2. Πρωταρχικές υποχρεώσεις της Πολιτείας ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ ΑΤΟΜΙΚΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ

ΓΥΜΝΑΣΙΟ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΧΟΛΙΚΗ ΧΡΟΝΙΑ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΡΟΑΓΩΓΙΚΕΣ ΕΞΕΤΑΣΕΙΣ ΜΑΪΟΥ- ΙΟΥΝΙΟΥ Ονοματεπώνυμο: Τμήμα:. Αριθμός:..

κάντε κλικ στη Τρίτη επιλογή : Οι Θεσσαλονικείς αδελφοί ισαπόστολοι Κύριλλος και Μεθόδιος

Οι Εβραίοι της Ελλάδας και η εξόντωσή τους.

Η ιστορική εξέλιξη των μουσείων από την Αρχαία Ελλάδα έως και τον 20ο αιώνα

Πρόγραµµα εξεταστικής Σεπτεµβρίου 2013 ανά ηµέρα ευτέρα, 2/9/2013 ιδακτική της Ιστορίας ΠΑΛΗΚΙ ΗΣ ΑΓΓΕΛΟΣ 09:00-12:00 ΑΙΘΟΥΣΑ Α

Θέμα εισήγησης : «Το Τραμπάντζειο Γυμνάσιο Σιάτιστας και η προσφορά του»

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΥΛΙΚΟ ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΘΗΜΑ "ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΚΑΙ ΕΝΩΣΗ "

ΤΟ ΠΡΟΣΦΥΓΙΚΟ ΖΗΤΗΜΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ( )

Γενικά Αρχεία του Κράτους Αρχεία Νομού Λευκάδας

Θέµα εργασίας. Η Θεσµική Προσαρµογή των Συνταγµατικών ικαιωµάτων I (Μον.Πρωτ.Θεσ/νίκης 1080/1995)

«ΑΠΟ ΣΗΝ ΑΓΡΟΣΙΚΗ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΣΗΝ ΑΣΙΚΟΠΟΙΗΗ (19 ος - 20 ος αιώνας)»

Τονίζεται ότι, η παρούσα εργασία δεν αποτελεί ολοκληρωμένη ανάλυση και δεν είναι σκόπιμο να χρησιμοποιηθεί για την επίλυση ειδικών προβλημάτων.

Τι σημαίνει ο όρος «βυζαντινόν»;

Έτσι ήταν η Θεσσαλονίκη στην αρχαιότητα - Υπέροχη ψηφιακή απεικόνιση

ΓΕΝΙΚΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ. Η τοπική αυτοδιοίκηση

Εκεί που φυλάσσονται τα γράμματα του Γέρου του Μοριά

Περπατώντας στην ªÂÛ ÈˆÓÈÎ fiïë

Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. LOGO

H ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Γ ΚΑΙ Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΝΕΑΣ ΕΠΟΧΗΣ

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 7 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΘΕΜΑ Η ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΚΑΙ ΛΑΪΚΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ

Αγωγή και Εκπαίδευση στη Νεώτερη Ελλάδα

Η σχέση και η αλληλεπίδραση της ΚΔΒΚ με τους επιστημονικούς φορείς της περιοχής

ΚΟΣΜΑΣ Ο ΑΙΤΩΛΟΣ. Μαρία Παντελή Γιώργος Βασιλείου

4 ο ΓΕΛ ΚΟΖΑΝΗΣ Σχ. Έτος Πολιτιστικό πρόγραμμα «ΨΗΦΙΑΚΑ ΕΡΓΑΛΕΙΑ ΓΝΩΣΗΣ: Παράθυρο στη γνώση;»

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΠΤΥΧΙΑΚΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ. Αιμιλία Μαργέτη Γεώργιος Σκούμας

ΣτΕ 2107/2010 [Παράνομη ανάκληση απόφασης για χαρακτηρισμό μνημείου]

ΚΕΝΤΡΟ ΟΛΟΚΛΗΡΩΜΕΝΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΥΔΑΤΩΝ (ΚΕ.Ο.Δ.Υ.) ΣΧΕΔΙΟ ΙΔΡΥΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 2016 Εκκλησίες της Σωτήρας. Πρόγραμμα Μαθητικών Θρησκευτικών Περιηγήσεων «Συνοδοιπόροι στα ιερά προσκυνήματα του τόπου μας»

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΟΙ ΚΑΙ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΚΟΙ ΜΕΤΑΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΛΟΓΩ ΤΟΥ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟΥ ΤΗΣ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ Μέρος Α

ΤΜΗΜΑ ΘΕΟΛΟΓΙΑΣ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΜΕΤΑΠΤΥΧΙΑΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ. 1. Θέματα Ερμηνείας και Θεολογίας των Επιστολών του Αποστόλου Παύλου. 2. Πατερική Ερμηνευτική.

ποδράσηη Διονυσία Διονυσίου Σιδώνια Σχέδια εργασίας σχολείων-μουσείων σχολικού έτους ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΕΣ ΕΠΙΣΚΕΨΕΙΣ ΜΑΘΗΤΩΝ Γυμνάσιο Αγιάς Λάρισας

ΑΝΩΤΑΤΟ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΙΔΡΥΜΑ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΤΜΗΜΑ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΣΥΣΤΗΜΑΤΩΝ ΠΛΗΡΟΦΟΡΗΣΗΣ

ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΕΣ ΣΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ. Ολυμπία Μπάρμπα Μπάμπης Χιώτης Κων/να Μάγγου 2017, Β3 Γυμνασίου

Συγκριτικό Εκκλησιαστικό Δίκαιο

Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ. LOGO

ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΟ (αριθ. 7)

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΑΝΟΙΧΤΑ ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ. Διάλεξη 4 η. Κυριάκος Κυριαζόπουλος, Επίκουρος Καθηγητής Τμήμα Νομικής ΑΠΘ

Οι Μαθητές: Αγγελόπουλος Ηρακλής Ανδρεσάκης Κωνσταντίνος

ΝΟΜΟΣ ΥΠ' ΑΡΙΘ Απλουστεύσεις και βελτιώσεις στη φορολογία εισοδήματος και κεφαλαίου και άλλες διατάξεις. (ΦΕΚ Α' 330/24.12.

Η ΕΥΡΩΠΗ ΤΟ 17 ο ΚΑΙ 18 ο ΑΙΩΝΑ

ΔΙΑΓΩΝΙΣΜΑ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ 5/11/2017 ΟΜΑΔΑ ΠΡΩΤΗ. Να δώσετε το περιεχόμενο των ακόλουθων όρων :

Ελληνιστική Περίοδος Πολιτισμός. Τάξη: Α4 Ονόματα μαθητών : Παρλιάρου Βάσω Σφήκας Ηλίας

Τα Βαλκάνια των αλληλοσυγκρουόμενων εθνικών επιδιώξεων

Transcript:

ΑΠΘ - Σχολή Ν.Ο.Π.Ε. Τμήμα Νομικής Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών Τομέας Ιστορίας, Φιλοσοφίας και Κοινωνιολογίας του Δικαίου ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Γ. ΠΑΛΗΟΥ Οι προσωπικές και πραγματικές δουλείες επί ακινήτων στους Κώδικες της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης (1815-1868) Διπλωματική Εργασία Επιβλέπων Καθηγητής: Γεώργιος Π. Νάκος Θεσσαλονίκη 2006

Περιεχόμενα * Συντομογραφίες - σελ.1 * Εισαγωγή - σελ.3 * Κεφάλαιο 1 ο Το ιστορικό και νομικό πλαίσιο 1. Η Κοζάνη κατά την οθωμανική περίοδο α. Γενικά - σελ. 9 β. Η Επισκοπή Σερβίων και Κοζάνης και η δικαστική δικαιοδοσία της - σελ.16 γ. Η γαιοκτησία στην Κοζάνη του 19ου αιώνα - σελ.23 2. Περιορισμένα εμπράγματα δικαιώματα στο πλαίσιο του οθωμανικού γαιοκτητικού συστήματος α. Μορφές ιδιοκτησίας και δικαιώματα - σελ.30 β. Δουλείες επί ακινήτων στο οθωμανικό και μεταβυζαντινό δίκαιο - σελ.38 * Κεφάλαιο 2 ο Οι εγγραφές των Κωδίκων της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης 1. Γενικά - σελ.44 2. Η μορφή των εγγραφών α. Επικεφαλίδα - σελ.46 β. Κείμενο - σελ.46 γ. Χρόνος και τόπος σύνταξης - σελ.48 δ. Υπογραφές - σελ.48 ε. Γραφείς και γλώσσα - σελ.48 στ. Οι εγγραφές ως αντίγραφα - σελ.49 3. Κοινά γνωρίσματα των πρακτικών του εκκλησιαστικού δικαστηρίου α. Συγκρότηση του δικαστηρίου - σελ.52 β. Οι μάρτυρες - σελ.54 γ. Οι διάδικοι - σελ.56 δ. Η διαδικασία - σελ.57 ε. Η νομική φύση των εγγραφών - σελ.58 i

* Κεφάλαιο 3 ο Οι δουλείες επί ακινήτων μέσα από τις εγγραφές των Κωδίκων 1. Το περιεχόμενο των δουλειών Α. Προσωπικές δουλείες - σελ.60 α. Επικαρπία - σελ.61 β. Οίκηση - σελ.64 Β. Πραγματικές δουλείες - σελ.67 α. Δουλεία στήριξης οικοδομής - σελ.70 β. Δουλεία διόδου - σελ.72 γ. Δουλείες φωτισμού και παραθύρων Ι. Δουλεία παραθύρων - σελ.73 ΙΙ. Δουλεία φωτισμού - σελ.75 δ. Δουλεία άντλησης ύδατος - σελ.76 ε. Δουλεία απορροής ομβρίων υδάτων - σελ.77 2. Τα κοινά χαρακτηριστικά των δουλειών - σελ.80 α. Σύσταση και απόσβεση - σελ.80 β. Η αιτία - σελ.84 γ. Διάρκεια και αιρέσεις - σελ.84 δ. Δικαιούχοι και υπόχρεοι - σελ.86 ε. Η βούληση και η δήλωση της βούλησης - σελ.89 στ. Το αντικείμενο των δουλειών - σελ.91 ζ. Η ωφέλεια - σελ.94 η. Υποχρεώσεις και δικαιώματα - σελ.97 * Συμπεράσματα - σελ.102 * Παράρτημα - σελ. 107 α. Συγκεντρωτικοί πίνακες - σελ.108 β. Σημεία κριτικής έκδοσης των ανέκδοτων κειμένων - σελ.114 γ. Ανέκδοτα κείμενα - σελ.115 δ. Πανομοιότυπα - σελ.130 ε. Δημοσιευμένα κείμενα - σελ.137 * Βιβλιογραφία - σελ.155 * Γλωσσάριο - σελ.166 * Γενικό ευρετήριο - σελ.170 ii

Συντομογραφίες αι.= αιώνας Α.Π. = Άρειος Πάγος Βασιλικά = Ι.Δ. Ζέπου, Βασιλικά (κατά την έκδοση G.E. Heimbach), έκδ. 2 η, εκδ. Δ. & Π. Δημητράκου, τόμ.2 ος και 5 ος, εν Αθήναις 1910 και 1912 βλ. = βλέπε ΕΑΙΕΔ = Επετηρίς του Αρχείου της Ιστορίας του Ελληνικού Δικαίου (Ακαδημία Αθηνών) ΕΕΒΣ = Επετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών ΕΕΔΣΘ = Επιστημονική Επετηρίδα του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης (περιοδικό «Αρμενόπουλος») ΕΕΝ= Εφημερίς Ελλήνων Νομικών ΕΕΣΝΟΕ = Επιστημονική Επετηρίς Σχολής Νομικών και Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (Αριστοτέλειου) ΕΙΕ/ΚΝΕ = Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών / Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών εκδ. = εκδόσεις έκδ. = έκδοση ΕΚΕΙΕΔ = Επετηρίς του Κέντρου Ερεύνης της Ιστορίας του Ελληνικού Δικαίου (Ακαδημία Αθηνών) ΕΜΣ = Εταιρία Μακεδονικών Σπουδών Εξάβιβλος = Κ. Αρμενόπουλου, Πρόχειρον Νόμων ή Εξάβιβλος, επιμέλεια: Κ.Γ. Πιτσάκης, εκδ. Δωδώνη, Αθήνα 1971 ΕλΔ = Ελληνική Δικαιοσύνη (Μηνιαίο νομικό περιοδικό, Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων, εκδ. Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα) επ. = επόμενα (-ες) επιμ. = επιμέλεια ΕφΘρ = Εφετείο Θράκης ΙΝΒΑ = Ινστιτούτο Βιβλίου και Ανάγνωσης (Κοζάνη) κ.α. = και αλλού (ή και άλλα) ΚΒΕ = Κέντρο Βυζαντινών Ερευνών κεφ. = κεφάλαιο Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.1 η

Κώδ.Σιγ.8 = Κώδικας Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης των ετών 1815-1831 Κώδ.Σιγ.9 = Κώδικας Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης των ετών 1832-1868 Κώδ.Σιγ.10 = Κώδικας Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης των ετών 1849-1868 Μαλαξός = Νομοκάνων Μανουήλ Νοταρίου του Μαλαξού μετενεχθείς εις λέξιν απλήν, κριτική έκδοση Δ.Σ. Γκίνη Ν.Ι. Πανταζόπουλου, ΝΟΜΟΣ [ΕΕΣΝΟΕ] 1.1982, Θεσσαλονίκη 1985 ΜΙΕΤ = Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης μτφρ. = μετάφραση ΝοΒ = Νομικό Βήμα (έκδοση Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών) ό.π. = όπου παραπάνω ΟΕΔΒ = Οργανισμός Εκδόσεων Διδακτικών Βιβλίων ΟΕΒΕΣ= Ομοσπονδία Επαγγελματικών Βιοτεχνικών και Εμπορικών Σωματείων παρ. = παράγραφος πρβλ. = παράβαλε σελ. = σελίδα σημ. = σημείωση τεύχ. = τεύχος τόμ. (ή τ.) = τόμος * Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.2 η

Εισαγωγή Η Κοζάνη θεωρείται από τους ιστορικούς ότι αποτελεί μια περίπτωση οικισμού που συγκροτήθηκε μετά τον 14 ο αιώνα, όταν ολοκληρώθηκε η κατάκτηση της (σημερινής) Δυτικής Μακεδονίας από τους Οθωμανούς. Κατά τους δύο τελευταίους αιώνες της οθωμανικής κυριαρχίας, εξελίχθηκε σε αξιόλογο εμπορικό, βιοτεχνικό και πνευματικό κέντρο μιας ευρύτερης περιοχής, η ιστορία της, όμως, δεν έχει ερευνηθεί ακόμη ολοκληρωμένα. Στην κατεύθυνση αυτή, συμβάλλει σημαντικά η έρευνα του πλούσιου και συμπαγούς αρχείου χιλιάδων χειρόγραφων εγγράφων, τα οποία φυλάσσονται στην Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης είτε στο πρωτότυπό τους είτε σε αντίγραφα, είτε λυτά είτε συγκεντρωμένα σε κώδικες 1. Οι κώδικες, εκκλησιαστικοί, κοινοτικοί και συντεχνιακοί, χρονολογούνται κυρίως μεταξύ του 18 ου και του 19 ου αιώνα, και, ως αρχειακές συλλογές, μας παρέχουν πολύτιμες πληροφορίες για τον δημόσιο και ιδιωτικό βίο των υπόδουλων κατοίκων της περιοχής κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα. Μεγάλο μέρος των κωδίκων αυτών προέρχεται από το αρχείο της (σημερινής) Μητρόπολης Σερβίων και Κοζάνης και περιλαμβάνει πλήθος δικαιοπρακτικών εγγράφων, τα οποία μπορούν να αξιοποιηθούν για την μελέτη διάφορων δικαιϊκών θεσμών, όπως του θεσμού της οικογένειας ή των πρακτικών μεταβίβασης της περιουσίας των υπόδουλων κατοίκων της περιοχής, και, κατ επέκταση, για το εφαρμοζόμενο δίκαιο της περιόδου, επιπλέον δε, και για την διερεύνηση του ρόλου της Εκκλησίας στην τοπική κοινωνία. Το εν λόγω αρχειακό υλικό αξιοποιήθηκε και για τις ανάγκες της ερ- 1 Το υλικό αυτό καταγράφηκε και ταξινομήθηκε, κατά το μεγαλύτερο μέρος του, από τους Αντώνιο Σιγάλα (Α. Σιγάλας, Από την πνευματική ζωήν των ελληνικών κοινοτήτων της Μακεδονίας, Α. Αρχεία και βιβλιοθήκαι Δυτικής Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη 1939), Μιχαήλ Καλλινδέρη (Μ.Α. Καλινδέρη, Τα λυτά έγγραφα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης 1676-1808, [Δημοσιεύματα Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, αριθ. 2], Εν Θεσσαλονίκη 1951) και Νικόλαο Δελιαλή (Ν.Π.Δελιαλή, Κατάλογος εντύπων Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, Μέρος 2 ον, ΙΙ. Έντυπα εκδόσεων 1833-1912 πλην των ξενόγλωσσων [Δημοσιεύματα Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, αριθ.3], εν Θεσσαλονίκη 1964. Περισσότερα για την Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης και το αρχειακό υλικό, που φυλάσσεται σ αυτήν, αλλά και στα Γενικά Αρχεία του Κράτους στην Κοζάνη, βλ. παρακάτω σημ. 25, 53. Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.3 η

γασίας αυτής, η οποία επιχειρεί να καταγράψει τα χαρακτηριστικά στοιχεία και την γενικότερη λειτουργία των προσωπικών και πραγματικών δουλειών επί κινητών και ακινήτων πραγμάτων, όπως αυτές συστήνονταν από τους κατοίκους του οικισμού της Κοζάνης κατά τον 19 ο αι. Για το σκοπό αυτό, πραγματοποιήθηκε πρωτότυπη έρευνα αδημοσίευτου και έρευνα εν μέρει δημοσιευμένου αρχειακού υλικού σε εννέα συνολικά κώδικες της (τότε) Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης, οι οποίοι καλύπτουν χρονολογικά την περίοδο 1815-1918. Οι κώδικες αυτοί είναι τρεις κώδικες της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης, εκ των οποίων, οι δύο, των ετών 1815-1831 και 1832-1868, είναι ανέκδοτοι, και ο ένας, των ετών 1849-1868, εκδόθηκε πρόσφατα 2. Οι υπόλοιποι έξι κώδικες, είναι, επίσης, ανέκδοτοι και περιέχουν, τρεις από αυτούς, πρακτικά του πνευματικού δικαστηρίου των ετών 1891-1907, 1906-1918 και 1907-1914 και τρεις, πρακτικά του μικτού εκκλησιαστικού δικαστηρίου των ετών 1893-1900, 1900-1906 και 1900-1913 3. Υλικό, που περιείχε πληροφορίες για το θέμα της έρευνάς μας, ε- ντοπίστηκε μόνο στους τρεις πρώτους κώδικες της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης κι αυτό προδιέγραψε, τελικά, και τα χρονολογικά όρια της εργασίας αυτής (1827-1860). Το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα εντάσσεται στην αποκαλούμενη τέταρτη περίοδο της εξέλιξης του ελληνικού δικαίου, 2 Οι συγκεκριμένοι τρεις κώδικες καταγράφονται από τον Α. Σιγάλα, ό.π., σελ. 76-77, στην κατηγορία των κωδίκων με ελληνικά έγγραφα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, με αριθμό 8, 9 και 10 αντίστοιχα. Ο πρώτος (Κώδ.8 / 1815-1831) αναφέρεται ως «κώδικας αντιγράφων πατριαρχικών κυρίως εγγράφων, αλλά και επισκοπικών, καθώς και πρακτικών συνεδριάσεων», ο δεύτερος (Κώδ.9/1832-1868) ως «κώδικας αντιγράφων των σπουδαιότερων εκκλησιαστικών και άλλων επίσημων γραμμάτων» και ο τρίτος (Κώδ.10) ως «κώδικας αλληλογραφίας Μητροπόλεως των ετών 1850-1862». Δεδομένου ότι και οι τρεις κώδικες περιέχουν έγγραφα της (τότε) Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης (η Επισκοπή προήχθη σε Μητρόπολη το 1882, όπως σημειώνεται και στην σελ.16 της εργασίας), στην παρούσα εργασία αναφέρονται ενιαία ως Κώδικες της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης, και διακρίνονται, χάριν συντομίας, ως Κώδ.Σιγ. 8, 9, 10, βάσει της αρίθμησης του Α.Σιγάλα [βλ. σχετικά και παρακάτω στις σημ. 125, 126]. Κατά την διάρκεια εκπόνησης της παρούσας εργασίας, ο τρίτος κώδικας (Κώδ.Σιγ.10) δημοσιεύτηκε από την Βασιλική Θ. Διάφα Καμπουρίδου, Ο Κώδιξ της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης των ετών 1846-1868, έκδ. ΙΝΒΑ, Κοζάνη 2006, και, επομένως, συγκαταλέγεται στο δημοσιευμένο αρχειακό υλικό που ερευνήθηκε. 3 Οι κώδικες αυτοί καταγράφονται από τον Α. Σιγάλα, ό.π., σελ. 78-79, επίσης, στην κατηγορία των κωδίκων με ελληνικά έγγραφα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, με αριθμό 36, 37, 38, 39, 40 και 41. Ο Κώδ. 36 αναφέρεται ως «κώδικας πρακτικών του ιερού δικαστηρίου περιόδου 1891-1907», ο Κώδ. 37 ως «κώδικας αποφάσεων του πνευματικού δικαστηρίου περιόδου 1906-1918», ο Κώδ.38 ως «κώδικας πρακτικών του ιερού δικαστηρίου περιόδου 1907-1914», ο Κώδ.39 ως «κώδικας πρακτικών του μικτού εκκλησιαστικού δικαστηρίου περιόδου 1893-1900», ο Κώδ.40 ως «κώδικας αποφάσεων του μικτού εκκλησιαστικού δικαστηρίου περιόδου 1900-1906» και ο Κώδ. 41 ως «κώδικας πρακτικών του μικτού εκκλησιαστικού δικαστηρίου περιόδου 1900-1913». Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.4 η

αυτή του μεταβυζαντινού δικαίου, το χωροχρονικό πλαίσιο του οποίου προσδιορίζεται, μεταξύ άλλων, από την περίοδο, κατά την οποία καθεμιά από τις περιοχές των κυρίως ελληνικών περιοχών περιήλθε υπό οθωμανική κυριαρχία και από αυτή, κατά την οποία οι περιοχές αυτές εντάχθηκαν σταδιακά στην ελληνική επικράτεια, μετά τη σύσταση του νεοελληνικού κράτους 4. Η ίδια περίοδος συμπίπτει, επίσης, εν μέρει, με την περίοδο των Μεταρρυθμίσεων, που επιχειρήθηκαν τον 19 ο αι. στην οθωμανική αυτοκρατορία, με την έκδοση των Χαρτών Χάτι-ι-Σερίφ (1839) και Χατι-ι- Χουμαγιούν (1856), και ευαγγελίζονταν ισότητα όλων των υπηκόων, χωρίς διάκριση, μεταξύ άλλων δε, την αναδιάρθρωση και γενίκευση θεσμών διοίκησης, που περιόριζαν τις αρμοδιότητες της Εκκλησίας υπέρ των μηχανισμών της κοινοτικής οργάνωσης 5. Στο πλαίσιο αυτό, εκδόθηκαν, το 1858, ο Νόμος περί Γαιών, και πολύ αργότερα, σε σχέση με την εξεταζόμενη περίοδο, ο οθωμανικός Αστικός Κώδικας (1869). Με την οριοθέτηση της εργασίας στα παραπάνω θεματικά και χρονικά πλαίσια, επιδιώχθηκε συνειδητά μια όσο το δυνατόν καλύτερη εποπτεία του υλικού. Στόχος μας ήταν η ανάδειξη της περίπτωσης της Κοζάνης μέσα στο γενικότερο χωροχρονικό πλαίσιο της εποχής και αντίστροφα, έτσι ώ- στε, να καταστεί εφικτό να συναχθούν ορισμένα συμπεράσματα, σχετικά με το εφαρμοζόμενο δίκαιο στην άσκηση περιορισμένων εμπράγματων δικαιωμάτων επί αλλότριων πραγμάτων, σε μια δεδομένη χρονική περίοδο και σε μια μικρή περιοχή της οθωμανικής αυτοκρατορίας, η οποία, υπαγόμενη στις περιοχές που κρατούσε για τον εαυτό του ο σουλτάνος ή παραχωρούσε σε πρόσωπα της εμπιστοσύνης του (χάσια), ευνοήθηκε από την μη εγκατάσταση Οθωμανών μέσα στα όριά της 6. Για τον λόγο αυτό, επιχειρήθηκε, κατ αρχήν, να καταγραφεί η πραγματικότητα, έτσι όπως αυτή αποτυπώνεται, έστω και θραυσματικά, στο αρχειακό υλικό, που επιλέχθηκε για την έρευνα. Η καταγραφή αυτή 4 Γ.Π. Νάκου, Ιστορία ελληνικού και ρωμαϊκού δικαίου, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 60. 5 Για τις Μεταρρυθμίσεις βλ. ενδεικτικά Ν.Ι. Πανταζόπουλου, Τα «προνόμια» ως πολιτιστικός παράγων εις τας σχέσεις Χριστιανών Μουσουλμάνων, ΕΕΣΝΟΕ, τόμ. ΙΘ, τεύχ.γ, «Αντιχάρισμα στον Ν.Ι. Πανταζόπουλο», Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 74 επ., και παρακάτω, σημ. 26, 93. 6 Βλ. παρακάτω, σελ.12. Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.5 η

είχε ως σκοπό να αναδείξει την σύσταση ή μη δουλειών κατά την εξεταζόμενη περίοδο, τα είδη δουλειών που συστήνονταν, το αντικείμενο και το περιεχόμενό τους, τον σκοπό που εξυπηρετούσαν καθώς και το πλαίσιο άσκησής τους. Η Κοζάνη θεωρείται οικισμός των νεότερων χρόνων, χωρίς την μακραίωνη παράδοση άλλων μακεδονικών πόλεων, και, υπ αυτή την έννοια, αποτελεί μια ιδιαίτερη περίπτωση. Επιπλέον, ο εξεταζόμενος δικαιϊκός θεσμός, υπάγεται στο εμπράγματο δίκαιο, το οποίο, κατά την εξεταζόμενη χρονική περίοδο, ανήκε στην σφαίρα επιρροής του οθωμανικού δικαίου και όχι του προϊσχύοντος βυζαντινορωμαϊκού δικαίου, που με την ανοχή του κατακτητή λειτουργούσε για ορισμένες ιδιωτικού δικαίου σχέσεις των υπόδουλων χριστιανών 7. Έχοντας τα παραπάνω υπόψη, εξετάστηκε αν η άσκηση των δουλειών θεμελιωνόταν σε σχετικές διατάξεις του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου ή η ίδια η άσκησή τους θεμελίωνε κάποιο ιδιαίτερο τοπικό εθιμικό δίκαιο ή, ακόμη, αν υπήρχε επιρροή αντίστοιχων οθωμανικών θεσμών. Στο ίδιο πλαίσιο, διερευνήθηκαν τυχόν θεσμικές ιδιορρυθμίες στο γαιοκτητικό καθεστώς της περιοχής, η δικαιοδοσία της Εκκλησίας αλλά και τυχόν επίδραση των Μεταρρυθμίσεων στα παραπάνω. Η εργασία διαρθρώνεται σε τρία μέρη. Στο πρώτο μέρος, εξετάζεται το ιστορικό και νομικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο αναπτύσσεται ο εξεταζόμενος θεσμός. Παρουσιάζονται, αρχικά, ορισμένα γενικά ιστορικά στοιχεία για την Κοζάνη, την Επισκοπή Σερβίων και Κοζάνης και την δικαστική δικαιοδοσία της. Επιχειρείται, επίσης, μια α- νίχνευση του καθεστώτος της ιδιοκτησίας της γης του (τότε) οικισμού Κοζάνης, κατά τον 19 ο αι., σε συνδυασμό με το γενικότερο οθωμανικό γαιοκτητικό καθεστώς. Στη συνέχεια, εξετάζεται, εν γένει, ο θεσμός των δουλειών μέσα στο νομικό πλαίσιο του οθωμανικού και του βυζαντινορωμαϊκού δικαίου. Στο δεύτερο μέρος, παρουσιάζονται οι εξεταζόμενες εγγραφές των Κωδίκων της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης κατά τα επιμέρους τυπικά στοιχεία, που συνθέτουν την μορφή τους, τη νομική τους φύση και τα 7 Γ.Π. Νάκου, Το νομικό καθεστώς των τέως δημοσίων οθωμανικών γαιών 1821-1912, εκδ. University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 33. Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.6 η

κοινά γνωρίσματά τους, όπως η συγκρότηση του επισκοπικού δικαστηρίου, η διαδικασία ενώπιόν του, η αρμοδιότητα και η δικαιοδοσία του στις εξεταζόμενες εμπράγματες έννομες σχέσεις. Στο τρίτο μέρος της εργασίας, εξετάζονται τα γενικά και λειτουργικά χαρακτηριστικά των προσωπικών και πραγματικών δουλειών, που εντοπίστηκαν στο αρχειακό υλικό. Αναπτύσσεται το επιμέρους περιεχόμενό τους, καθώς και τα κοινά χαρακτηριστικά τους ως προς την σύσταση και την α- πόσβεση, το αντικείμενο επί του οποίου συστήνονται, την αιτία της σύστασής τους, την ωφέλεια που παρέχουν, τους δικαιούχους και τους υπόχρεους, την βούληση των μερών και τις τυχόν ρήτρες, που τίθενται για διασφάλιση των συμφερόντων τους, αλλά και τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματά τους. Για την συναγωγή συμπερασμάτων, ως προς το κυρίως ζητούμενο της έρευνας, η προσοχή μας εστιάστηκε στο περιεχόμενο των εγγράφων που εξετάστηκαν. Η απουσία επαρκών ποσοτικών και αντιπροσωπευτικών δεδομένων, που προέκυψε από την έρευνα του αρχειακού υλικού, σχετικά με ορισμένα γενικότερα ζητήματα της μελέτης μας, οδήγησε και σε αναζήτηση τρόπων αποτελεσματικότερης προσέγγισής του. Γι αυτό και οι πληροφορίες, που αυτό μας παρείχε, αντιμετωπίστηκαν συνδυαστικά, όπου αυτό ήταν εφικτό, με πληροφορίες ανάλογου ή ευρύτερου ενδιαφέροντος περιεχομένου, που αντλήθηκαν από την τοπική ιστοριογραφία, περιηγητικά κείμενα της εποχής, μελέτες, μονογραφίες αλλά και δημοσιευμένο αρχειακό υλικό άλλων επαρχιών της οθωμανικής επικράτειας. Στα όρια, που το τελευταίο αρχειακό υλικό ερευνήθηκε, οι ελάχιστες ομοειδείς ή ανάλογες αναφορές, που εντοπίστηκαν, δεν χρησιμοποιήθηκαν για συγκριτική προσέγγιση, καθώς εκτιμήθηκε ότι κάτι τέτοιο ξεφεύγει από τα όρια της συγκεκριμένης εργασίας. Το παράρτημα της παρούσας εργασίας, περιλαμβάνει την μεταγραφή των πέντε ανέκδοτων εγγραφών των Κωδίκων των ετών 1815-1831 και 1832-1868, που ερευνήθηκαν, τα πανομοιότυπά τους καθώς και τις δημοσιευμένες εγγραφές του Κώδικα των ετών 1849-1868, που χρησιμοποιήθηκαν στην εργασία. Επίσης, παρατίθενται σ αυτό ορισμένοι συγκε- Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.7 η

ντρωτικοί πίνακες, που δίνουν συνοπτικά μια εικόνα των προσωπικών και πραγματικών δουλειών, που ερευνήθηκαν, σε αντιστοίχηση με τις εγγραφές. Από τον Κώδικα των ετών 1815-1831 (Κώδ.Σιγ.8) εξετάστηκαν τρεις εγγραφές ενώ από τον Κώδικα των ετών 1832-1868 (Κώδ.Σιγ.9) δύο εγγραφές, οι οποίες και μεταγράφονται. Δοθέντος ότι και οι δύο Κώδικες είναι ανέκδοτοι, οι εν λόγω εγγραφές, κατά την μεταγραφή τους, δεν α- ριθμήθηκαν με τη σειρά που είναι καταχωρημένες, αλλά με την ένδειξη «Κείμενο Α, Β, Γ, Δ και Ε». Στην αρχή της κάθε εγγραφής, σημειώνεται περιληπτικά το περιεχόμενό της σε σχέση με το είδος της δουλείας, που πραγματεύεται. Πριν από το κείμενο, τέθηκε, υπό μορφή επικεφαλίδας ο αριθμός της σελίδας αριστερά και η χρονολογία σύνταξης της εγγραφής δεξιά. Κατά την μεταγραφή τηρήθηκε πιστά ο συλλαβισμός, η σύνταξη, η ορθογραφία και η στίξη του χειρόγραφου. Τυχόν αρχικά γράμματα τόπων και ονομάτων καθώς και λέξεων μετά από τελεία, που ήταν γραμμένα μικρά, δεν διορθώθηκαν σε κεφαλαία. Ομοίως, δεν επιχειρήθηκαν διορθώσεις στον τονισμό, την ένωση ή τον χωρισμό των λέξεων. Τα λοιπά σημεία κριτικής έκδοσης, που χρησιμοποιήθηκαν για την μεταγραφή των κειμένων, αναφέρονται στο Παράρτημα, σελ.114 της εργασίας. Η χωρίς επεμβάσεις έκδοση ενός χειρόγραφου εγγράφου, έχει σκοπό την όσο το δυνατόν πιστότερη απόδοση της αρχικής και γνήσιας μορφής του κειμένου, έτσι ώστε ο μεν αναγνώστης να αποκομίσει ανάγλυφη την εικόνα του, ο δε ερευνητής να συνάγει τα συμπεράσματα, που τον ενδιαφέρουν, χωρίς παρεμβολές 8. *** 8 Ν.Ι. Πανταζόπουλου [συνεργασία Δεσποίνης Τσούρκα Παπαστάθη], Κώδιξ Μητροπόλεως Σισανίου και Σιατίστης, ιζ ιθ αι., τεύχ. Α, Θεσσαλονίκη 1974, σελ. κη. Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.8 η

Κεφάλαιο 1 ο Το ιστορικό και νομικό πλαίσιο 1. Η Κοζάνη κατά την οθωμανική περίοδο α. Γενικά Η εμφάνιση του οικισμού της Κοζάνης τοποθετείται, μέχρι σήμερα, προς τα τέλη του 14 ου αι. 9, όταν κυνηγημένοι άποικοι από την Ήπειρο ε- γκαταστάθηκαν, περί τα 1392, στα δυτικά της σημερινής πόλης 10, την ίδια περίοδο, που οι Οθωμανοί καταλάμβαναν την ευρύτερη περιοχή, εγκαθίσταντο στα πεδινά και εύφορα κτήματά της, εξαναγκάζοντας τους εκεί χριστιανικούς πληθυσμούς να καταφύγουν στα ορεινά 11. Το απώτερο πα- 9 Η ίδρυση της πόλης δεν έχει χρονολογηθεί ακόμη με ακρίβεια. Ευρήματα παλαιολιθικά και αρχαιολογικά, που αποκαλύφθηκαν στην κοιλάδα του Αλιάκμονα, μαρτυρούν ότι η ευρύτερη περιοχή της Κοζάνης κατοικήθηκε από τα βάθη των αιώνων. Η μορφολογία της περιοχής, ως φυσική δίοδος της Μακεδονίας προς το νότο, επηρέασε την εξέλιξή της. Η αρχική σύνδεση της Κοζάνης με τη μονή της Ολυμπιώτισσας στη Θεσσαλία, από χρυσόβουλο του αυτοκράτορα Ανδρόνικου Γ Παλαιολόγου (1336), αμφισβητήθηκε. Ωστόσο, σε διάφορες τοποθεσίες της σημερινής πόλης, που διέθεταν πολλά νερά και ήταν κρυμμένες σε πυκνά δάση, φαίνεται πως, ήδη από τον 14 ο αι., υπήρχαν εγκατεστημένες οικογένειες κτηνοτρόφων. Βλ. σχετικά Π.Ν. Λιούφη, Ιστορία της Κοζάνης, τύποις Ι. Βάρτσου, Εν Αθήναις 1924, σελ. 22-26, Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, Η ιστορική εξέλιξη των οικισμών στην περιοχή του Αλιάκμονα κατά την τουρκοκρατία - Ο κώδικας αρ. 201 της Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ζάβορδας, εκδ. ΚΝΕ/ΕΙΕ.75, Αθήνα 2000, σελ. 30, 32, 35, Μ.Α. Καλινδέρη, Αι συντεχνίαι της Κοζάνης επί Τουρκοκρατίας, [Δημοσιεύματα Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, αριθ.3], Θεσσαλονίκη 1958, σελ.1, 5-7. 10 Π.Ν. Λιούφη, ό.π., σελ. 34-35, Μ.Α. Καλινδέρη, ό.π., σελ. 3, Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, ό.π., σελ. 33-34. 11 Στην ευρύτερη πεδινή περιοχή της Κοζάνης εγκαταστάθηκαν νομάδες Γιουρούκοι, οι οποίοι ήταν γνωστοί για τα άγρια ήθη και έθιμά τους. Μέχρι και τον 17 ο αι., ασκούσαν στρατιωτικά καθήκοντα και έπαιρναν μέρος στις εκστρατείες όταν τους καλούσε ο σουλτάνος με ειδικό διάταγμα. Στις αρχές του 20ού αι. ήταν πια ειρηνικοί γεωργοί δημητριακών και ταπητουργοί. Με την εγκατάστασή τους, προκλήθηκαν ομαδικές μετακινήσεις χριστιανικών πληθυσμών προς αναζήτηση καταφυγίου σε άλλες περιοχές, μια από τις οποίες ήταν και η Κοζάνη, μακριά από τις διαβάσεις του Αλιάκμονα και προστατευμένη από πυκνά δάση. Τον 17 ο αι., είχε δημιουργηθεί, γύρω από την Κοζάνη, μια τουρκόφωνη οικιστική ζώνη, ενώ ελάχιστοι ήταν οι οικισμοί με χριστιανικό πληθυσμό. Η τοπαρχία Εγρί Μπουτζάκ (η σημερινή περιοχή Ελλησπόντου στα ανατολικά της Κοζάνης) αριθμούσε περί τα τριάντα χωριά, που κατοικούνταν από Γιουρούκους. Είναι χαρακτηριστική, ως προς το κλίμα που επικρατούσε, η αναφορά «οικούντες εις τόπον οπού εσμέν ως πρόβατα εν μέσω λύκων», που περιέχεται σε επιστολή Κοζανιτών προς το Πατριαρχείο το 1790. Η ανυπόφορη κατάσταση που είχε δημιουργηθεί την ίδια περίοδο σε όλη την περιοχή της σημερινής Δ. Μακεδονίας, ανάγκασε μέρος του πληθυσμού της, όπως της περιοχής Ανασελίτσας (σημερινής Νεάπολης Βοΐου Κοζάνης) να εξισλαμιστεί. Πρόκειται για τους λεγόμενους «βαλαάδες», που αποτελούσαν περίπου το ¼ του πληθυσμού της κοιλάδας του Αλιάκμονα στη ΝΔ Μακεδονία. Βλ. Α.Ε. Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας 1354-1833, Θεσσαλονίκη 1969, σελ. 43, 51, 317 επ., Β. Δημητριάδη, Η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία κατά Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.9 η

ρελθόν της χάνεται στα βάθη της ιστορίας 12 ενώ οθωμανικό φορολογικό κατάστιχο του 1528, που μνημονεύει την ύπαρξη 91 οικιών στην Κοζάνη 13 και 54 αφιερωματικές εγγραφές πιστών του «χωρίου Κόζιανης», το 1534, στην παρρησία του Κώδικα της Ζάβορδας, υποδηλώνουν την ύπαρξη συγκροτημένου οικισμού κατά τον 16 ο αι. 14 Με την μετοικεσία εκατό περίπου οικογενειών κτηνοτρόφων, από το μεσαιωνικό φρούριο του Κτενίου, υπό τον προεστό τους, Ιωάννη Τράντα, στα 1649 15, οι υφιστάμενοι οικισμοί γεωργών και κτηνοτρόφων, διασκορτον Εβλιγιά Τσελεμπή, Εισαγωγή- Μετάφραση-Σχόλια, [Δημοσιεύματα της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών.39], Θεσσαλονίκη 1973, σελ. 178, Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, ό.π., σελ.33, Μ. Παπακωνσταντίνου, Μια βορειοελλαδική πόλη στην τουρκοκρατία, Ιστορία της Κοζάνης (1440-1912), έκδ. 2 η, εκδ. Εστία, Αθήνα 1998, σελ. 21-22, 45, 67-68, Μ.Α. Καλινδέρη, Τα λυτά έγγραφα, ό.π., σελ.105-106. 12 Για τις αρχαιότητες, που βρέθηκαν κατά καιρούς σε διάφορα σημεία της πόλης της Κοζάνης και χρονολογούνται από τα προϊστορικά ως τα ρωμαϊκά και τα βυζαντινά χρόνια, μαρτυρώντας την ύπαρξη μιας σημαντικής διαχρονικά πόλης, της οποίας όμως η θέση δεν έχει ακόμη εξακριβωθεί, βλ. Γεωργία Καραμήτρου Μεντεσίδη, Κοζάνη, πόλη Ελιμιώτιδος, Αρχαιολογικός οδηγός, Θεσσαλονίκη 1993, της ίδιας, Κοζάνη, μια αρχαία πόλη, στα Πρακτικά Α Συνεδρίου, «Η Κοζάνη και η περιοχή της, Ιστορία- Πολιτισμός», Σεπτέμβριος 1993, έκδ. ΙΝΒΑ, Κοζάνη 1997, σελ. 203 επ. 13 Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, ό.π., σελ. 32. 14 Πρόκειται για τον κώδικα με αριθμ. 201 της μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος, της επονομαζόμενης Ζάβορδας, στα σημερινά νοτιοδυτικά όρια των νομών Κοζάνης και Γρεβενών, ο οποίος φυλάσσεται στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης και περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, ονόματα ιερωμένων και λαϊκών, αφιερώματα κ.α., και θεωρείται μια από τις κύριες πηγές για την ιστορία της περιοχής, κυρίως της Κοζάνης και των Γρεβενών. Για περισσότερα, βλ. Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, ό.π., και ειδικά για τα ονόματα των Κοζανιτών, σελ.165-166. Αναφορά της Κοζάνης γίνεται και σε κατάστιχο του κώδικα Ιεροσολύμων κατά το έτος 1660, στοιχείο που ενισχύει την άποψη περί συγκροτημένου οικισμού από τον 16 ο αι. Βλ. Χ. Καρανάσιος, Πηγές και βιβλιογραφία για την ιστορία της Κοζάνης, Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος Ι (1999), έκδ. Συνδέσμου Γραμμάτων και Τεχνών Ν. Κοζάνης, Κοζάνη 1999, σελ.47. 15 Οι οικογένειες του Κτενίου με την καταστροφή του χωριού τους και του φρουρίου του από Αλβανούς, κατά το 1649, κατέφυγαν με τον προεστό τους Ιωάννη Τράντα ή Τραντογιάννη, αρχικά στην βορινή περιοχή της Κοζάνης. Όπως μας πληροφορεί ο Π.Ν. Λιούφης, ό.π., σελ. 45, ο Ι. Τράντας «πλούσιος ών και έχων ποίμνιον εκ δωδεκακισχιλίων αιγών και προβάτων, ήλθε μετά εκατόν είκοσιν οικογενειών έξω της Κοζάνης κατά τινα τόπον Κρεββατάκια, ένθα ήν δάσος φιλυρών και οξειών, έκτισε καλύβας, και ώκησε μετά των κατοίκων». Αργότερα, μετακινήθηκαν προς το κέντρο της σημερινής πόλης, όπου ο γιος του Ι.Τράντα, Χαρίσιος, έστησε οικισμό, τον λεγόμενο Γκιουλέρ μαχαλάν, με τα πρώτα διώροφα σπίτια, αγορά, δένδρα (πλατάνια), πολλά λουλούδια και πλακόστρωτους δρόμους, θεμελίωσε, το 1664, την εκκλησία του αγίου Νικολάου (σημερινός μητροπολιτικός ναός) και αναδείχθηκε προεστός του οικισμού, μπασιάς (bas:κεφάλι). Οι Κοζανίτες επί πολλά χρόνια, μετά τον θάνατό του, τιμούσαν τη μνήμη του με ειδική γιορτή (τς μπασιάς η γιορτή). Βλ. Π.Ν. Λιούφη, ό.π., σελ. 46-48, Μ. Παπακωνσταντίνου, ό.π. σελ. 34-35. Η Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, ό.π., σελ. 34-35, θεωρεί ότι η τοπική ιστοριογραφία δημιουργεί την ιστορία της Κοζάνης γύρω από τον κτηνοτροφικό πυρήνα, που δημιουργήθηκε με την έλευση του κτηνοτρόφου Τράντα, στοιχείο που συνηγορεί και με την ετυμολογία του ονόματος της πόλης από το παλαιοσλαβικό koza (γίδα, δέρμα γίδας), που συναντάται και σε άλλους οικισμούς της Βαλκανικής με παραλλαγές, ώστε να ακυρώνεται έτσι η υπόθεση συγκεκριμένης καταγωγής. Ομοίως και ο Α.Κ. Γουναρόπουλος, Κοζανικά, Πανδώρα 22 (1872), φυλ. 525, σελ. 488, αλλά και ο Χ. Καρανάσιος, Πηγές, ό.π., σελ. 47, ο οποίος σημειώνει, επιπλέον, ότι η ανωτέρω εκδοχή μπορεί να ερευνηθεί σε συνδυασμό και με τα βυρσοδεψεία που υπήρχαν παλιότερα στο 1 ο χλμ της εθνικής οδού Κοζάνης-Αθήνας. Αντίθετα, ο Π.Ν. Λιούφης, ό.π., σελ. 34-36, υποστηρίζει ότι η Κοζάνη οφείλει το όνομά της στους πρώτους άποικους, οι οποίοι ονόμασαν το μέρος όπου εγκαταστάθηκαν, Κόσδιανη, από την αντίστοιχη κώμη Κόστιανη της Ηπείρου, που καταστράφηκε από Αλβανούς στα 1390-1393. Για άποικους από την Ήπειρο αναφέρει και ο Μ.Α. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι, ό.π., σελ. 12. Σχετικά με τους βυρσοδέψες, σημειώνει (σελ. 43) ότι συνήλθαν σε συντεχνία το 1826, και ήταν από τις πολυπληθέστερες μεταξύ των 15 συντεχνιών, που Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.10 η

πισμένοι σε διάφορες τοποθεσίες της σημερινής πόλης, συνενώθηκαν σε κοινότητα 16, η οποία υπαγόταν στον «καζά» Σερβίων και στο σαντζάκι του Πασά του «εγιαλετιού» της Ρούμελης 17. Υποστηρίζεται, ότι στα 1664, με ε- νέργειες του γιου του Ιωάννη Τράντα, Χαρίσιου, η Κοζάνη τέθηκε υπό την προστασία της μητέρας του σουλτάνου ως «μαλικιανές» 18, στοιχείο καθοριλειτούργησαν στην Κοζάνη από το 1768, διέθεταν δε, περί τα 28 οργανωμένα εργαστήρια κατεργασίας δέρματος πριν το 1912. 16 Οι κοινότητες της οθωμανικής περιόδου δεν ήταν θεσμοί τοπικής αυτοδιοίκησης, με τη σύγχρονη έννοια, αλλά ενώσεις προσώπων ομοθρήσκων, που συσπειρώνονταν για να προασπίσουν τα συμφέροντά τους και να διατηρήσουν την ταυτότητά τους έναντι των αλλόθρησκων και αλλόγλωσσων, στοιχείο που σταδιακά οδήγησε στην σημερινή μορφή της κοινότητας. Η οργάνωσή τους διέφερε από περιοχή σε περιοχή, διεπόταν, όμως, από κάποιους σταθερούς κανόνες, όπως ότι η εκλογή των κοινοτικών αρχόντων επικυρωνόταν από τον Οθωμανό δικαστή (καδή) της περιοχής, η θητεία των τοπικών αρχόντων ήταν περιορισμένου χρόνου και οι αποφάσεις λαμβάνονταν με ομοφωνία όλων. Βλ. ενδεικτικά, Μαρία Γ. Βενετσανοπούλου, Η θεσμική διαδρομή της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα- Θεσσαλονίκη 2002, σελ. 16-17. 17 Η μεγαλύτερη διοικητική ενότητα στην οργάνωση της οθωμανικής αυτοκρατορίας ήταν το εγιαλέτι ή βιλαέτι (eyalet, vilayet), υπό τη διοίκηση του μπεηλέρμπεη (beylerbeyi). Ένα εγιαλέτι υποδιαιρούνταν σε σαντζάκια (περιφέρειες, από το sancak:σημαία), τα οποία ήταν η βασικότερη διοικητική και οικονομική μονάδα της αυτοκρατορίας και διοικούνταν από τους σαντζακμπέηδες (sancakbeyi), σε ένα δε από τα σαντζάκια του εγιαλετιού, είχε την έδρα του ο διοικητής του, ο μπεηλέρμπεης, γι αυτό και λεγόταν σαντζάκι του Πασά (Pasa sancagi). Υποδιαίρεση του σαντζακιού ήταν ο καζάς, μικρή διοικητική περιφέρεια υπό έναν σούμπαση (subasi) ή βοεβόδα (voyoda) από τον 17 ο αι., όταν η περιοχή είχε παραχωρηθεί σε πρόσωπα του παλατιού ή θρησκευτικά ιδρύματα, αλλά και δικαστική περιφέρεια υπό την δικαιοδοσία ενός καδή (kadi: ιεροδίκης). Ο καζάς υποδιαιρούνταν σε ναχιγιέδες (nahiye), που κατ άλλους ήταν επαρχίες και κατ άλλους πόλεις ή χωριά, οι οποίοι διαιρούνταν σε συνοικίες. Η οθωμανική αυτοκρατορία χωριζόταν σε 25 εγιαλέτια. Οι ευρωπαϊκές περιοχές σχημάτιζαν τρία εγιαλέτια, της Ρούμελης, της Βόσνας και των νησιών. Το πρώτο εγιαλέτι, που σχηματίστηκε, ήταν εκείνο της Ρούμελης, με έδρα τη Σόφια, στο οποίο υπάγονταν όλα τα εδάφη του ευρωπαϊκού χώρου, που κατέκτησαν οι Οθωμανοί μέχρι τον 15 ο αι., μεταξύ αυτών και οι ελλαδικές βαλκανικές ηπειρωτικές περιοχές. Ήταν το σημαντικότερο, διότι περιλάμβανε τον μεγαλύτερο αριθμό σαντζακίων (24). Υποστηρίζεται ότι η Κοζάνη υπαγόταν στο Σαντζάκι των Σερβίων κι αυτό στο εγιαλέτι της Ρούμελης. Βλ. ενδεικτικά Β. Δημητριάδη, Η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, ό.π., σελ. 28-32, 75-77, 85-86, 366, Μαρία Γ. Βενετσανοπούλου, ό.π., σελ. 10-12, Π. Χιδίρογλου, Όψεις της εθνικής και ισλαμικής πολιτικής της Τουρκίας στην βορειοελλαδική περιοχή, στα Πρακτικά Α Συνεδρίου, ό.π, σελ. 594-595, Γ.Ι. Σαλακίδης, Τα Σουλτανικά Έγγραφα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης της Κοζάνης (1721-1909), ΙΝΒΑ, Κοζάνη 2004, σελ.13-15, ο οποίος υποστηρίζει ότι δεν μπορούμε να εξάγουμε ασφαλή συμπεράσματα για τη διοικητική οργάνωση της περιοχής Κοζάνης, λόγω ελλιπών πληροφοριών από πηγές. Παραθέτοντας έγγραφες αναφορές του 17 ου -19 ου αι., εκφράζει την άποψη ότι η Κοζάνη ανήκε στον καζά του Εγρί Μπουτζάκ, ο οποίος με τον καζά Σερβίων, Τζουμά και Τσαρτσαμπά, ανήκε, τουλάχιστον μέχρι το 1872, στο σαντζάκι του Μοναστηρίου, που εξελίχθηκε, αργότερα, σε βιλαέτι, και περί το 1896 στο σαντζάκι των Σερβίων, που ιδρύθηκε το 1888, κι υπαγόταν κι αυτό στο βιλαέτι του Μοναστηρίου. 18 Η οθωμανική διοίκηση διαιρούσε τις διάφορες πηγές εσόδων του κράτους σε ενότητες προσόδων, οι οποίες ονομάζονταν «μουκαταάδες», δηλαδή καθορισμένες ενότητες προσόδων. Κάθε είδος κρατικών εσόδων μπορούσε να αποτελέσει ξεχωριστό μουκαταά (mukata a). Για παράδειγμα, από σουλτανικό έγγραφο του 1839, μαθαίνουμε ότι η Κοζάνη ανήκε στον μουκατά του «ζετζριγιέ», δηλ. του φόρου επί της παραγωγής οινοπνευματωδών. Η συλλογή των εσόδων αυτών, γινόταν είτε με έμμισθο υπάλληλο (εμίνη) είτε με εκμίσθωση της φορολογικής προσόδου, δηλ. του μουκαταά, με το σύστημα του ιλτιζάμ (iltizam), που ήταν ετήσια εκμίσθωση είσπραξης φόρων σε ιδιώτες με πλειοδοσία σε πλειστηριασμό, οι οποίοι, στη συνέχεια, εισέπρατταν τους φόρους για δικό τους λογαριασμό. Το σύστημα του μαλικιανέ (malikane) εισήχθη στα τέλη περίπου του 17 ου αι. και ήταν σύστημα ισόβιας εκμίσθωσης κρατικών φόρων με την διαδικασία πλειστηριασμού. Ο μισθωτής πλήρωνε εφάπαξ ένα ποσό και αναλάμβανε την υποχρέωση να πληρώνει κάθε χρόνο ένα σταθερό ποσό, πλην της περίπτωσης αλλαγής σουλτάνου, οπότε ήταν υποχρεωμένος να πληρώνει μια αύξηση της τάξης του 25%, και 10% σε περίοδο πολέμου. Οι μισθωτής ήταν συνήθως υψηλόβαθμος Οθωμανός αξιωματούχος, διέμενε στην πρωτεύουσα, και ανέθετε (υπενοικίαζε) την είσπραξη φόρων, από την περιοχή ευθύνης του, σε τρίτους, για μικρότερα χρονικά διαστήματα, στοιχείο που πολλές Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.11 η

στικό για την εξέλιξή της, αφού χορηγήθηκαν προνόμια, όπως απαλλαγή από έκτακτους φόρους, ελεύθερη άσκηση θρησκευτικών τελετών και απαγόρευση μόνιμης εγκατάστασης Οθωμανών στα όριά της 19. φορές ακύρωνε τα πλεονεκτήματα της ισόβιας μίσθωσης, σχετιζόμενα με την ευημερία των υπόχρεων φορολογούμενων υπηκόων. Ήδη από τα μέσα του 17 ου αι., η Κοζάνη, αλλά και όλη σχεδόν η σημερινή περιοχή της Δ. Μακεδονίας, ήταν «χάσι» (has: ιδιαίτερος), δηλαδή περιοχή γης στο τιμαριωτικό σύστημα μεγάλων φορολογικών προσόδων, που απέδιδαν εισοδήματα πάνω από 100.000 άσπρα. Τις περιοχές αυτές κρατούσε ο ίδιος ο σουλτάνος ή τις παραχωρούσε σε μέλη της οικογένειάς του ή σε μέλη του παλατιού ή σε υψηλόβαθμους κρατικούς αξιωματούχους, οι οποίοι τα διοικούσαν από απόσταση με αντιπρόσωπο (βοεβόδα). Οι περιοχές αυτές βρίσκονταν σε πλεονεκτική θέση, κυρίως διότι δεν πλήρωναν έκτακτους φόρους και δεν επιτρεπόταν η συλλογή των φόρων από άλλον εκτός από τον βοεβόδα, τον αντιπρόσωπο του κατόχου του χασιού. Αν και η υπαγωγή της Κοζάνης στα προνόμια μαλικιανέ αμφισβητήθηκε, πιθανόν λόγω απώλειας του σχετικού σουλτανικού διατάγματος το 1830, όταν η Κοζάνη λεηλατήθηκε άγρια, επί ένα περίπου μήνα, από Αλβανούς του Ασλάν μπέη, από άλλα διασωθέντα σουλτανικά έγγραφα, προκύπτει ότι ο μουκαταάς του χασιού της Κοζάνης, ήταν ήδη παραχωρημένος το 1760/61 ως μαλικιανές στην Saliha Sultan, κόρη του σουλτάνου Ahmed ΙΙΙ, η οποία τον παραχώρησε στον Mehmed, και στα μέσα του 18 ου αι. στην Fatma Sultan. Για τα παραπάνω, βλ. Γ.Ι. Σαλακίδης, Τα Σουλτανικά Έγγραφα, ό.π., σελ. 139-144, 147-148, 154 επ., όπου δημοσιεύονται δύο σουλτανικά έγγραφα του Σελήμ Γ, με ημερομηνία 29.3.1794 και 16.9.1798, για ανανέωση της εκχώρησης του μουκαταά Κοζάνης ως μαλικιανέ, καθώς και αναφορά με ημερομηνία 25.12.1833 κατοίκων της κοινότητας, απευθυνόμενη προς τον ιεροδίκη του Εγρί Μπουτζάκ και την Υψηλή Πύλη, για επαναφορά του συστήματος μαλικιανέ, αντί του ιλτιζάμ, που είχε επιβληθεί για το διάστημα 1832-1833. Ο ίδιος επισημαίνει ότι το σύστημα του μαλικιανέ ήταν διαδεδομένο σε ολόκληρη την οθωμανική αυτοκρατορία στις αρχές του 19 ου αι. και δεν αφορούσε σε κάποια ιδιαίτερα προνόμια της Κοζάνης. Ομοίως και η Δέσποινα Τσούρκα-Παπαστάθη, Επισημάνσεις στο διοικητικό σύστημα των ελληνικών κοινοτήτων της Μακεδονίας (17 ος -19 ος αι.), στο Συμπόσιο «Η διαχρονική πορεία του κοινοτισμού στη Μακεδονία» (Κέντρο Ιστορίας Θεσσαλονίκης του Δήμου Θεσσαλονίκης, αυτοτελείς εκδόσεις αρ.5), Θεσσαλονίκη 1991, σελ. 276, η οποία επισημαίνει ότι με εξαίρεση τα Μαντεμοχώρια της Χαλκιδικής, στη Μακεδονία δεν υπήρχαν κοινότητες με ειδικά προνόμια. Βλ. ακόμη, Β. Δημητριάδης, Η ανάπτυξη της κοινοτικής οργάνωσης των χωριών της Μακεδονίας και η φορολογική πολιτική του οθωμανικού κράτους, στο Συμπόσιο, ό.π., σελ. 312-315, του ιδίου, Η Κεντρική και Δυτική Μακεδονία, ό.π., σελ. 28 επ., 367, 369, Γ.Ι. Σαλακίδης, Η Λάρισα (Yenisehir) στα μέσα του 17 ου αιώνα, Κοινωνική και οικονομική ιστορία μιας βαλκανικής πόλης και της περιοχής της με βάση τα οθωμανικά ιεροδικαστικά έγγραφα των ετών 1050-1052 (1650-1652), εκδ. Αντ. Σταμούλη, 2004, σελ. 408, 411, Μ.Α. Καλινδέρη, Αι συντεχνίαι, ό.π., σελ. 7-10, του ιδίου, Τα λυτά έγγραφα, ό.π., σελ. 74-77, 120-122, Π.Ν. Λιούφη, ό.π., σελ. 45 [σημ.1], 70-72 και 68, 69, όπου και συνοπτική αναφορά στους φόρους που υποχρεούνταν να πληρώνουν οι Κοζανίτες κατά την οθωμανική περίοδο. 19 Π.Ν. Λιούφης, ό.π., σελ. 45 [σημ.1], Λ.Α. Παπαϊωάννου, Η Μητρόπολη Σερβίων και Κοζάνης, στο Οικοδομή και Μαρτυρία, τόμ. Β, έκδ. Αποστολικής Διακονίας της Εκκλησίας της Ελλάδος, εν Κοζάνη 1992, σελ. 325, ο οποίος σημειώνει ότι στην Κοζάνη δεν αναγέρθηκε ούτε μουσουλμανικό τέμενος ούτε ιουδαϊκή συναγωγή, παρά μόνο λίγα χρόνια πριν την απελευθέρωση, οπότε επιτράπηκε η ανέγερση ενός τζαμιού νότια της πόλης, για τις λατρευτικές ανάγκες των υπαλλήλων του οθωμανικού κράτους που υπηρετούσαν στην Κοζάνη. Ο Μ.Α. Καλινδέρης, Αι συντεχνίαι, ό.π., σελ.8, 91, σημειώνει ότι ο βοεβόδας ήταν και ο μόνος Οθωμανός που ζούσε στην Κοζάνη, τουλαχιστον, μέχρι το 1842. Στα 1886, η Κοζάνη αναφέρεται με 8.000 κατοίκους χριστιανούς Έλληνες και 500 Οθωμανούς, ενώ κατά την απογραφή που διενήργησε το 1905 το Προξενείο της ελεύθερης Ελλάδας στην Ελασσόνα (Λάρισας), στην Κοζάνη καταγράφηκαν 12.000 Έλληνες ελληνόφωνοι και 350 Έλληνες βλαχόφωνοι. Το 1905, ο καζάς Κοζάνης αριθμούσε 69 χωριά και 32.160 κατοίκους, από τους οποίους 15.140 ήταν Έλληνες ελληνόφωνοι, 350 Έλληνες βλαχόφωνοι και 16.670 μωαμεθανοί τουρκόφωνοι. Ο καζάς Κοζάνης μαζί με τους καζάδες Ελασσόνας, Γρεβενών, Ανασελίτσης, Καϊλαρίων και Σερβίων υπάγονταν την ίδια περίοδο στο σαντζάκι Σερβίων κι αυτό στο βιλαέτι (Γενική Διοίκηση) Μπιτολίων (Μοναστηρίου), όπου ήταν εγκατεστημένες έδρες Γενικού Διοικητή, Στρατού κλπ. Μετά τη Συνδιάσκεψη του Βερολίνου, το 1881, οπότε η Θεσσαλία προσαρτήθηκε στην ελεύθερη Ελλάδα, οι Τούρκοι ίδρυσαν Προξενείο στα Λάρισα και οι Έλληνες στα Σέρβια, με έδρα, όμως, την Ελασσόνα, από όπου και εποπτεύονταν οι εν λόγω Καζάδες. Βλ. Γ. Αδάμου, Η Κοζάνη μέσα από τα ανέκδοτα αρχεία του ελληνικού προξενείου Ελασσόνος, 1882-1912, Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος Ε Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.12 η

Διατηρώντας, μέχρι και τον 17 ο αι., την οικονομία της σε αμιγώς γεωργοκτηνοτροφική βάση 20, η Κοζάνη εξελίχθηκε, σταδιακά, σε εμπορικό και βιοτεχνικό κέντρο της περιοχής, καθώς αποτελούσε συγκοινωνιακό και διαμετακομιστικό κόμβο μεταξύ Ιωαννίνων, Θεσσαλονίκης και Μοναστηρίου 21. Τα προϊόντα της (κρόκος, υφαντά, κρασιά κ.α) μεταφέρονταν με τους «κιρατζήδες» 22 στις αγορές της Ευρώπης, ενώ, από τον 17 ο έως τον 19 ο αι., οι δύσκολες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες ανάγκασαν πολλούς Κοζανίτες να εγκατασταθούν σε περιοχές της νοτιοανατολικής Ευρώπης, όπου, ασχολούμενοι με τον εμπόριο, απέκτησαν οικονομική άνεση και συνέβαλαν στην ανάπτυξη της πατρώας γης 23. (1994), Κοζάνη 1994, σελ. 227 επ., Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, ό.π., σελ. 37. 20 Μέχρι και τα μέσα περίπου του περασμένου αιώνα, οπότε αναπτύχθηκαν στην περιοχή εργοστάσια παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος και λιπασμάτων, εξόρυξης και επεξεργασίας χρωμίου, αμιάντου κλπ, που δεν υφίστανται πλέον, πλην της ΔΕΗ, η Κοζάνη ήταν μια καθαρά γεωργοκτηνοτροφική περιοχή. Μέχρι πριν μερικές δεκαετίες, επίσης, η Κοζάνη ήταν και κέντρο κατεργασίας δερμάτων (βυρσοδεψεία) ενώ όλοι σχεδόν οι Κοζανίτες είχαν αμπέλια και παρήγαγαν κρασί, τσίπουρο και άλλα οινοπνευματώδη, τα οποία εμπορεύονταν. Βλ. Μ.Α. Καλλινδέρη, Αι συντεχνίαι, ό.π., σελ. 3-4, Π.Ν. Λιούφη, ό.π., σελ. 363, 367-368, Μ. Παπακωνσταντίνου, ό.π., σελ. 31, Ελένη Μπλιούρα, Μαρτυρίες από την Κοζάνη του 18 ου και 19 ου αιώνα, Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος Η (1997), Κοζάνη 1997, σελ.291. 21 Ο 18 ος και ο 19 ος αι. ήταν περίοδος ακμής για την Κοζάνη. Ανεγέρθηκαν εκπαιδευτήρια, βιβλιοθήκη, μητροπολιτικός ναός, νεκροταφεία, κατοικίες, πανδοχείο κ.ά. Το 1872 η Κοζάνη, με 6.000 κατοίκους, οροθετούνταν σε ένα σταυροδρόμι με δυναμικές γεωγραφικές διασυνδέσεις, ανατολικά προς Βέροια, Νάουσα, Θεσσαλονίκη, δυτικά προς Σιάτιστα, Γρεβενά, Ιωάννινα και λοιπή Ή- πειρο, βόρεια προς Πτολεμαΐδα, Μοναστήρι και λοιπή (πρώην) Γιουγκοσλαβία, νότια προς Σέρβια, Ελασσόνα, Λάρισα και λοιπή Θεσσαλία, που ευνόησαν την άνθηση του εμπορίου. Το 1852 ιδρύθηκε τελωνείο οινοπνευματωδών, το 1865 ο πρώτος τηλεγραφικός σταθμός, που έδωσε τη δυνατότητα σύνδεσης με Ιωάννινα, Μοναστήρι, Θεσσαλονίκη και Λάρισα, ενώ το 1881 λειτούργησε ο πρώτος ατμοκίνητος αλευρόμυλος, νότια της πόλης από Ιταλούς επενδυτές. Διακόσια χωριά από την γύρω περιοχή χρησιμοποιούσαν την πόλη ως κέντρο μεταξύ τους και ως «ταμείο των εφοδίων» ενώ δύο φορές την εβδομάδα (Τρίτη και κυρίως Σάββατο) λειτουργούσε σ αυτή αγορά από τα περίχωρα [σημ.: Η λειτουργία λαϊκής αγοράς στην Κοζάνη τις ημέρες Τρίτη και Σάββατο διατηρείται μέχρι σήμερα]. Η πύκνωση του πληθυσμού με τους μέτοικους από τις γύρω περιοχές και η ύπαρξη ακτημόνων συντέλεσαν στην ανάπτυξη τεχνών και εμπορίου. Από τα μέσα του 18 ου αι. οργανώθηκαν και 15 (γνωστές μέχρι σήμερα) συντεχνίες ομοτέχνων, με πρώτους τους γουναράδες (1768), και στη συνέχεια τους οπλοποιούς, χαλκιάδες και πεταλωτές, τους κηροπώλες, τους βυρσοδέψες, τους αρτοποιούς, τους υφαντάδες, τους κηπουρούς, τους κρεοπώλες, τους κεραμιδάδες, τους κουρείς, τους υποδηματοποιούς, τους ράφτες, τους σαμαράδες, τους κτίστες και τους παντοπώλες, ενώ μαρτυρίες αναφέρουν σαπωνοποιούς και πανδοχείς (χαντζήδες). Η οικονομική άνθηση της πόλης διακόπτονταν, μεταξύ άλλων, από καταδρομές αλλόθρησκων αλλά και εσωτερικές διαμάχες, που συντέλεσαν στη μετανάστευση των κατοίκων. Βλ. Β.Π. Καραγιάννης, Χρονολόγιο Κοζάνης (1392-1993), Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος Ζ (1996), Κοζάνη 1996, σελ. 98 επ., Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου, ό.π., σελ. 35,36, Μ.Α. Καλινδέρη, Αι συντεχνίαι, ό.π., σελ. 17-19, και αναλυτικά για τις συντεχνίες σελ. 20 επ., Π.Ν. Λιούφη, ό.π., σελ.47, 49 επ.,102, 108, 126. 22 Κιρατζήδες: Αγωγιάτες, πραματευτές (από το kiraci: ενοικιαστής κι αυτό από το kira: ε- νοίκιο). Βλ. Κ.Δ. Ντίνας, Το γλωσσικό ιδίωμα της Κοζάνης, τόμ. 2 ος, ΙΝΒΑ, Κοζάνη 2005, σελ.209, 210. Όπως αναφέρει η Ελένη Μπλιούρα, ό.π., σελ.292, μεταφορικό και ταξιδιωτικό μέσο της εποχής ήταν το άλογο, το οποίο μπορούσε κάποιος και να νοικιάσει, με ενοίκιο που αποκαλούνταν «κιράν». 23 Οι πρώτοι απόδημοι Κοζανίτες εντοπίζονται χρονικά στα μέσα του 17 ου αι., ενώ οι αιτίες της προσωρινής ή μόνιμης εγκατάστασής τους κυρίως στις μεγαλουπόλεις της Πέστης, Βιέννης, Βουκουρεστίου και Βελιγραδίου, και σε πόλεις της Αυστροουγγαρίας, Μολδοβλαχίας, Γερμανίας, Σερβίας, Ρωσίας, Ιταλίας και αλλού στη ΝΑ Ευρώπη, πρέπει να αναζητηθούν κυρίως στις δύσκολες κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, που δημιουργήθηκαν μετά την εγκατάσταση των Οθωμανών Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.13 η

Το 1668 περίπου, ιδρύθηκε η Σχολή της Κοζάνης, η οποία από το 1745 και μετά, ανέδειξε, με την επίδραση του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, πλειάδα πνευματικών ανθρώπων 24. Το 1813 ιδρύθηκε και η κοινοτική βιβλιοθήκη με αναγνωστήριο, που έφερε το όνομα «Οίκος βελτιώσεως», όπου «συνήρχοντο κατά καιρούς οι πεπαιδευμένοι ίνα μελετώσι, φιλολογώσι και διαλέγονται» 25 ενώ το 1895 εγκρίθηκε και ο πρώτος «Κανονισμός της ορθοδόξου στην περιοχή και υποχρέωσαν τους ανθρώπους της να αναζητήσουν ασφάλεια και καλύτερη τύχη εκτός των ορίων της, γι αυτό και στους απόδημους δεν περιλαμβάνονται φτωχοί γεωργοκτηνοτρόφοι, αλλά εύποροι κάτοικοι, οι οποίοι αποστέλλοντας χρήματα ή συστήνοντας κληροδοτήματα συνέβαλαν στην ανάπτυξη της. Οι απόδημοι Κοζανίτες ενσωματώθηκαν στις νέες κοινωνίες χωρίς προβλήματα, κατά κανόνα, και με πνεύμα αλληλεγγύης συσπειρώθηκαν για προώθηση των οικονομικών και κοινωνικών τους συμφερόντων, αλλά και για την οργάνωση σχολείων και την καλλιέργεια της ελληνικής παιδείας. Βλ. ενδεικτικά, Χ. Καρανάσιος, Οι απόδημοι Κοζανίτες του 18 ου και 19 ου αιώνα ως παράγοντες προόδου και προοδευτικότητας της πρώιμης νεοελληνικής αστικής κοινωνίας, Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος ΙΔ (2003), Κοζάνη 2003, σελ.63-65 και τις εκεί αναφορές στην σχετική βιβλιογραφία, Ι.Α. Παπανδριανός, Εγκαταστάσεις Κοζανιτών στις Νοτιοσλαβικές χώρες (18 ος - 20ός αι.), Πρακτικά Α Συνεδρίου, ό.π., σελ. 407 επ., Μ. Παπακωνσταντίνου, ό.π., σελ. 37 επ., Μ.Α. Καλινδέρη, Αι συντεχνίαι, ό.π., σελ. 18-19. 24 Ο Π.Ν. Λιούφης, ό.π., σελ. 175 επ., τοποθετεί την ίδρυση της Σχολής στο πλαίσιο λειτουργίας επίσημων ελληνικών σχολείων, που λειτούργησαν κατά τον 16 ο -17 ο αι., όπως η Πατριαρχική Σχολή στην Κωνσταντινούπολη, στην Θεσσαλονίκη, στην Δημητσάνα, στην Μοσχόπολη και αλλού, και μνημονεύει ως πρώτο δάσκαλο τον πολυπράγμονα και φιλομαθή Γεώργιο Κονταρή, προερχόμενο από επιφανή οικογένεια, μέλη της οποίας χρημάτισαν σε αξιώματα των βυζαντινών αυτοκρατόρων, και μεταξύ των επιφανών δασκάλων που δίδαξαν σ αυτή, τον Ευγένιο Βούλγαρι, που δίδασκε φιλοσοφία, μαθηματικά, φυσική, ρητορική. Από τη Σχολή αναδείχθηκαν λόγιοι της εποχής, τα έργα των οποίων εκδίδονταν στην Ευρώπη με δαπάνη Κοζανιτών, όπως ο Χαρίσιος Μεγδάνης, ιερέας οικοδιδάσκαλος, αλλά και γιατρός και ιεροκήρυκας, ο γιατρός Γεώργιος Σακελλάριος, που συνδέθηκε με τον Ρήγα, ο Ευφρόνιος Πόποβιτς, καθηγητής στην Πέστη και εκδότης, το 1810, στη Βιέννη, της εφημερίδας «Ειδήσεις δια τα ανατολικά μέρη», ο Γεώργιος Λασσάνης, από τους πρώτους υπασπιστές του Αλ. Υψηλάντη, που με τη διαθήκη του ίδρυσε τον Λασσάνειο δραματικό διαγωνισμό, η Μητιώ Σακελλαρίου, κόρη του Χ. Μεγδάνη και γυναίκα του Γ. Σακελλάριου, η πρώτη μεταφράστρια θεατρικών έργων, ο Φιλικός Νικόλαος Κασομούλης κ.ά. Βλ. σχετικά, Α.Κ. Γουναρόπουλος, Κοζανικά, ό.π., φυλ. 528, σελ. 557 επ., Β.Π. Καραγιάννης, Το πνευματικό χτες και σήμερα της Κοζάνης, Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος Ζ (1996), Κοζάνη 1996, σελ. 149 επ., Μ. Παπακωνσταντίνου, ό.π., σελ. 47 επ. Ο Χ. Καρανάσιος, Η Σχολή της Κοζάνης κατά τον 18 ο αι. βάσει χειρογράφων, εγγράφων και εντύπων της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, στα Πρακτικά πανελλήνιου συνεδρίου «Νεοελληνικός Διαφωτισμός (απόπειρα μιας νέας ερευνητικής συγκομιδής)», Κοζάνη 8-10 Νοεμβρίου 1996, ΙΝΒΑ, Κοζάνη 1999, σελ. 143 επ., υποστηρίζει ότι ο όρος Σχολή της Κοζάνης χρησιμοποιήθηκε συμβατικά κατά τον 18 ο αι. για όλα γενικώς τα σχολεία της περιόδου, καθώς δεν υπήρξε συγκεκριμένο σχολείο στην Κοζάνη με τέτοια ονομασία, αλλά διάφορα σχολεία με διαφορετική ονομασία. Μέχρι το 1745 λειτουργούσε στην Κοζάνη κατώτερο δημόσιο σχολείο με τη συνδρομή των κατοίκων. Υπό την κηδεμονία της μητρόπολης και της κοινότητας λειτούργησαν η Στοά (1745) και το Μουσείο (1776), ενώ η Σχολή της Κομπανίας (1756) ελεγχόταν από Κοζανίτες της Ουγγαρίας. Ο ίδιος διατείνεται ότι με κριτήριο την ίδρυση από την κοινότητα Κοζάνης, ως Σχολή της Κοζάνης, μπορεί να θεωρηθεί μόνο η Στοά και το Μουσείο, κι αυτά ως ένα είδος σημερινού Γυμνασίου και Λυκείου. Η λειτουργία των σχολείων στην Κοζάνη, όπως και στον υπόλοιπο ελλαδικό χώρο, υπήρξε αποτέλεσμα οικονομικής ανάπτυξης της τότε κωμόπολης. 25 Η (σημερινή) Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης πρωτοεμφανίστηκε ως σχολική στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα, με την ίδρυση της Σχολής της Κοζάνης. Το 1690 η βιβλιοθήκη, με 440 τόμους θρησκευτικών και φιλολογικών βιβλίων, παραδόθηκε στο διδάσκαλο της σχολής και βιβλιοφύλακα, μοναχό Ιωσήφ. Το 1813 φιλοπρόοδοι Κοζανίτες με πρωτοστάτες τον Χ. Μεγδάνη και τον Γ. Παπαδημητρίου, έκτισαν δίπλα στο ναό του Αγίου Νικολάου ένα μικρό θολωτό οίκημα, τον «Οίκο Βελτιώσεως», όπου συνέρχονταν οι μορφωμένοι της εποχής, για να μελετούν και να συζητούν. Εκεί συγκεντρώθηκαν και τα βιβλία της βιβλιοθήκης, η οποία στη συνέχεια εμπλουτίστηκε με χιλιάδες τόμους από δωρεές και αγορές, λειτουργούσε δε και ως δανειστική. Στις αρχές του 19ου αιώνα ανατέθηκε στον εγκατεστημένο στη Βιέννη λόγιο Γ. Ρουσιάδη η παρακολούθηση της εκεί εκδοτικής κίνησης και η κατ επιλογή του αγορά βιβλίων για τη βιβλιοθήκη. Το 1916 ιδρύθηκε το σωματείο Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.14 η

κοινότητος Κοζάνης» 26. Η Κοζάνη απελευθερώθηκε στις 11.10.1912, μετά από 520 χρόνια οθωμανικής κυριαρχίας. Αν και περιβαλλόταν από χωριά, που κατοικούνταν από φανατισμένους μουσουλμάνους και γνώρισε άγριες επιδρομές και λεηλασίες, αλλά και σφοδρές εσωτερικές αναταράξεις 27, κατάφερε να αναδει- «Αναγνωστήριο Κοζάνης», το οποίο με πυρήνα τα βιβλία του «Οίκου Βελτιώσεως» προχώρησε στην αναδιοργάνωση και ανάπτυξη της βιβλιοθήκης. Το 1923 η Βιβλιοθήκη, με 6.976 τόμους βιβλίων, περιήλθε στο Δήμο Κοζάνης. Την περίοδο της κατοχής, ο τότε Έφορος της Βιβλιοθήκης Ν. Δελιαλής, [για τον οποίο βλ. ενδεικτικά το σχετικό αφιέρωμα στα Ελιμειακά, έτος 2 ο, Δεκέμβριος 1983, τεύχ. 6-7, Θεσσαλονίκη 1983] με δική του πρωτοβουλία, ευθύνη και εργασία, μετέφερε όλα τα πολύτιμα έντυπα, βιβλία και αρχαία ευρήματα σε κρύπτη του παρεκκλησίου του Αγίου Λαζάρου, στο ναό του Αγίου Δημητρίου στην Κοζάνη, διασώζοντάς τα έτσι από πιθανή καταστροφή. Το 1963 η βιβλιοθήκη μεταστεγάστηκε σε επέκταση του δημαρχιακού κτιρίου, που κατασκευάστηκε με δωρεά των ομογενών στην Αμερική Κωνσταντίνου και Δημητρίου Ι. Κοβεντάρου, προς τιμή των οποίων προστέθηκε στον τίτλο Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης η λέξη «Κοβεντάρειος». Το 1985 μεταφέρθηκε στον δεύτερο όροφο του κτιρίου του εμπορικού κέντρου του Δήμου, όπου λειτουργεί μέχρι και σήμερα, αριθμώντας περί τους 150.000 τόμους βιβλίων, εκ των οποίων 15.000 παλιές εκδόσεις, οσμανικά έγγραφα, χειρόγραφα από τον 11 ο -19 ο αι., κώδικες και λυτά έγγραφα από το 1676, παλαιοχριστιανικά και μεταγενέστερα κειμήλια κλπ., τα οποία έχουν εν μέρει καταγραφεί σε εργασίες του Δελιαλή, του Καλινδέρη και του Σιγάλα. Βλ. Β.Γ. Σαμπανόπουλος, Κοβεντάρειος Δημοτική Βιβλιοθήκη, Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος Ζ (1996), Κοζάνη 1996, σελ.179 επ., Β.Π. Καραγιάννης, Δημοσιεύματα της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Κοζάνης, ένα μη φιλολογικό ξεφύλλισμα, Δυτικομακεδονικά Γράμματα, έτος Β (1995), Κοζάνη 1995, σελ.102, Π.Ν. Λιούφη, ό.π., σελ. 79-80. 26 Μετά την εγκατάσταση του μητροπολίτη Κωνστάντιου Ματουλόπουλου στην Κοζάνη (1894-1910), εκλέχθηκε προσωρινή Αντιπροσωπεία, που ανέλαβε, μέσω συντακτικής επιτροπής, την κατάρτιση του Γενικού Κανονισμού της κοινότητας, ο οποίος αποτελούνταν από 117 άρθρα και τέθηκε σε ισχύ μετά την επικύρωσή του από το Πατριαρχείο στις 2.11.1895. Ο Κανονισμός αυτός, μετά από παρεμβάσεις της Ένωσης Συντεχνιών, αναθεωρήθηκε στις 19.6.1911. Βλ. Π.Ν. Λιούφη, ό.π., σελ.113-114, 122-123, 157. Μέχρι το 1870 στον ευρύτερο χώρο της Μακεδονίας δεν υπήρχε ενιαίο σύστημα κοινοτικής συγκρότησης. Εκτός από τον αρχιερέα, που εκπροσωπούσε στο οθωμανικό κράτος τους χριστιανούς υπηκόους της επαρχίας του και ήταν υπεύθυνος για τη νομιμοφροσύνη τους, τα υπόλοιπα κοινοτικά όργανα, η δομή και η λειτουργία τους, διέφερε από τόπο σε τόπο, αναλόγως των προνομίων που ίσχυαν σε ορισμένες κοινότητες αλλά και της οικονομικής ευρωστίας των κατοίκων τους. Το ανομοιόμορφο αυτό καθεστώς καταργήθηκε με τους Εθνικούς (ή Γενικούς) Κανονισμούς του 1860-1862, στα πλαίσια των μεταρρυθμίσεων στην σουλτανική επικράτεια, προκειμένου να αποφευχθεί η συρρίκνωση της αυτοκρατορίας, με την έκδοση του Χαττ-ι-Σερίφ του Γκιουλ Χανέ το 1839, που, μεταξύ άλλων, αναγνώριζε την ισότητα όλων των οθωμανών υπηκόων, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, έναντι των νόμων, και του Χάρτη του Χαττ-ι-Χουμαγιούν το 1856, που παρείχε σε όλους τους υπηκόους του σουλτάνου εγγυήσεις για τη ζωή και την περιουσία τους, ισότητα δικαιωμάτων, ανεξάρτητα από θρήσκευμα, εθνική καταγωγή και οικονομική κατάσταση, και μεταξύ άλλων, επιβεβαίωνε την ισότιμη συμμετοχή των λαϊκών στη διοίκηση των κοινοτήτων και στην απονομή της δικαιοσύνης με την ίδρυση μικτών διοικητικών συμβουλίων και δικαστηρίων. Ενόψει αυτών, το Οικουμενικό Πατριαρχείο συνέστησε Εθνικό Προσωρινό Συμβούλιο και την περίοδο 1860-1862 έθεσε σε ισχύ τους «Γενικούς (ή Εθνικούς) Κανονισμούς περί διευθετήσεως των Εκκλησιαστικών και Εθνικών Πραγμάτων των υπό τον Οικουμενικόν θρόνον διατελούντων Ορθοδόξων Χριστιανών, υπηκόων της Α.Μ. του Σουλτάνου». Ως κεντρικά όργανα των κοινοτήτων προβλέπονταν ο Μητροπολίτης, η Αντιπροσωπεία, με νομοθετικές και διοικητικές αρμοδιότητες, και η Δημογεροντία με δικαστική εξουσία, κυρίως, ενώ τα λοιπά προβλεπόμενα όργανα είχαν διοικητικής φύσης αρμοδιότητες. Η σύνταξη των κατά τόπους Κανονισμών άρχισε λίγα χρόνια μετά, μεταξύ δε των διασωθέντων Κανονισμών είναι και της Κοζάνης των ετών 1895 και 1911. Βλ. σχετικά, Χ.Κ. Παπαστάθης, Ο κοινοτισμός στην Μακεδονία υπό το καθεστώς των «Εθνικών Κανονισμών», στο Συμπόσιο, ό.π., σελ. 137 επ. Τους Κανονισμούς Κοζάνης δημοσίευσε ο ίδιος, Οι Κανονισμοί των Ορθοδόξων Ελληνικών Κοινοτήτων του Οθωμανικού Κράτους και της Διασποράς, τόμ. Α (Νομοθετικές πηγές Κανονισμοί Μακεδονίας), Θεσσαλονίκη 1984, σελ. 355 επ. Για την καταγωγή και την οργάνωση των κοινοτήτων την ίδια περίοδο, βλ. επίσης, Κ. Παπαρρηγόπουλου, Π. Καρολίδη, Γ. Αναστασιάδη, Ι- στορία του ελληνικού έθνους, τόμ. 8 ος, εκδ. Αγγελάκη, Αθήνα 1993, σελ. 223 επ. 27 Η πιο γνωστή διαμάχη, περί του ελέγχου της κοινότητας, ήταν αυτή που ξέσπασε στα Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.15 η

χθεί, κυρίως κατά τον 18 ο - 19 ο αι., σε οικονομικό και πνευματικό κέντρο μιας ευρύτερης περιοχής, σε μια σημαντική βορειοελλαδική μητρόπολη, η ιστορία της οποίας, δεν έχει τύχει, ακόμη, ολοκληρωμένης καταγραφής 28. * β. Η Επισκοπή Σερβίων και Κοζάνης και η δικαστική δικαιοδοσία της Η Επισκοπή Σερβίων και Κοζάνης άρχισε να λειτουργεί με έδρα την Κοζάνη, το 1745 29. Λειτούργησε ως Επισκοπή μέχρι το 1882, οπότε με 1776 ανάμεσα στον «αριστοκρατικόν και Αλήφρονα» (φιλικά προσκείμενου στον Αλή πασά), Ρούση Κοντορούση, και στον Γεώργιο Αυλιώτη «άνδρα δημοτικόν, και εχθρόν της εξ Ηπείρου τυρανίας», η ο- ποία εξελίχθηκε σε εμφύλιο σπαραγμό της κοινότητας και «επηύξησε την αθλιότητα αυτής», με κορύφωση του δολοφονία του Αυλιώτη το 1795. Βλ. Π.Ν. Λιούφη, ό.π., σελ. 61 επ. 28 Η υπάρχουσα βιβλιογραφία, σχετικά με την ιστορία της Κοζάνης, στηρίζεται, κυρίως, στις πρώτες εργασίες των Μεγδάνη, Γουναρόπουλου και Λιούφη, στη νεότερη μονογραφία, του Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, οι οποίες, όμως, υστερούν στη χρήση πηγών, καθώς και σε πολλές μεταγενέστερες εργασίες, που έφεραν στο φως αποσπασματικά μόνο κάποια στοιχεία. Για την αναγκαιότητα καταγραφής μιας έγκριτης συνθετικής μονογραφίας για την ιστορία της Κοζάνης, βάσει του πλούσιου αρχειακού υλικού, που διασώζεται στην Δημοτική Βιβλιοθήκη Κοζάνης, καθώς και διεξοδική αναφορά στις πηγές και την σχετική δευτερεύουσα βιβλιογραφία της, βλ. Χ. Καρανάσιος, Πηγές, ό.π., σελ.45 επ. 29 Η Επισκοπή Σερβίων και Κοζάνης λειτούργησε αρχικά, περί τον 4 ο αι., ως Καισαρείας, με έδρα την αρχαία Καισάρεια (σημερινή Καισαρειά Κοζάνης), έδρα του «Κοινού» των Ελιμειωτών, στην αριστερή όχθη του ποταμού Αλιάκμονα, και υπαγόταν στην Μητρόπολη Λάρισας. Τον 7 ο αι. έχασε την αίγλη της και μεταφέρθηκε στα Σέρβια, που λόγω της θέσης και της στρατιωτικής τους σημασίας (οχυρό στην βόρεια είσοδο των στενών του Σαρανταπόρου, από όπου ελέγχονταν οι διαβάσεις από τη Μακεδονία προς την Θεσσαλία) είχαν προσελκύσει το ενδιαφέρον των βυζαντινών αυτοκρατόρων. Μαρτυρία για την ύπαρξη της Επισκοπής τον 11 ο αι. (στην 4 η θέση των επισκοπών της Μητρόπολης Θεσσαλονίκης και Θεσσαλίας), δίνει η «Γεγονυία Διατύπωσις» του αυτοκράτορα Λέοντος Σοφού. Το διάστημα 1020-1223 υπαγόταν στην Αρχιεπισκοπή Αχριδών και στη συνέχεια στη Μητρόπολη Θεσσαλονίκης υπό τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Το κάστρο των Σερβίων καταλήφθηκε από τους Οθωμανούς το 1393 και περί τον 18 ο αι. τα Σέρβια άρχισαν να παρακμάζουν. Αντίθετα, η γειτονική Κοζάνη, στην οποία κατέφευγαν χριστιανοί από τις γύρω περιοχές, παρουσίαζε συνεχή οικονομική, κοινωνική και μορφωτική ανάπτυξη, οπότε και κρίθηκε αναγκαία η μεταφορά της έδρας της Επισκοπής εκεί. Υποστηρίχθηκε ότι η μεταφορά της έδρας ήταν έργο του Επισκόπου της Μελετίου, ο οποίος δεν άντεξε το ολοένα αυξανόμενο ρεύμα των μωαμεθανών. Έτσι, το 1745 με πατριαρχικό γράμμα και σουλτανικό διάταγμα η έδρα της Επισκοπής μεταφέρθηκε στην Κοζάνη και ο Επίσκοπός της έφερνε πλέον τον τίτλο του Σερβίων και Κοζάνης. Το 1757 το Επισκοπικό κτίριο Σερβίων αποτεφρώθηκε, και μαζί μ αυτό χάθηκαν πολύτιμα έγγραφα και αρχεία, ιστορικές μαρτυρίες. Για τα παραπάνω, βλ. Γ.Α. Ράλλη-Μ. Ποτλή, Αποφάσεις Συνοδικαί και Διατάξεις των Κωνσταντινουπόλεως Αρχιεπισκόπων και Πατριαρχών, στο Σύνταγμα των θείων και Ιερών Κανόνων, τόμ. 5 ος, εκ της τυπογραφίας Γ. Χαρτοφύλακος, Αθήνησιν 1855, σελ. 478, Κ. Κατερέλος, Η κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου επί των επαρχιών του δεσποτάτου της Ηπείρου κατά την περίοδο 1204-1235, εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1995, σελ. 184-188, Ι.Δ. Δημόπουλου, Τα παρά τον Αλιάκμονα εκκλησιαστικά, έκδ. Ιερά Μητρόπολις Σερβίων και Κοζάνης, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 9 επ., Π.Ζ. Παπαδόπουλου, Καισαρειά, ένας ιστορικός οικισμός της Δυτικής Μακεδονίας, έκδ. Πολιτιστικός Σύλλογος Καισαρειάς, Νομαρχιακή Αυτοδιοίκησης Κοζάνης, Κοζάνη 2002, σελ. 81, 98 επ., Λ.Α. Παπαϊωάννου, ό.π., σελ. 318 επ. Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.16 η

πράξη του Οικουμενικού Πατριαρχείου αναβαθμίστηκε σε Μητρόπολη, υ- παγόμενη απ ευθείας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο μέχρι και την απελευθέρωση της Κοζάνης (1912) 30. Από το 1928 και εφεξής, υπάγεται στην Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ελλάδας, ως μια των εκκλησιαστικών επαρχιών, που αποτελούν την λεγόμενη Εκκλησία των Νέων Χωρών 31. Πρώτος Επίσκοπός της διατέλεσε ο Μελέτιος 32, με ενέργειες του οποίου ανεγέρθηκε το Επισκοπείο, στο κέντρο του (τότε) οικισμού της Κοζάνης. Κατά την εξεταζόμενη περίοδο, η Επισκοπή Σερβίων και Κοζάνης κατατασσόταν, κατά την τάξη της πρωτοκαθεδρίας των μητροπόλεων και αρχιεπισκοπών του Πατριαρχείου της Κωνσταντινούπολης, στην τέταρτη θέση των οκτώ Επισκοπών, που ανήκαν στην Μητρόπολη Θεσσαλονίκης 33. Είχε υπό την άμεση δικαιοδοσία της 52 συνολικά ενορίες, εκ των οποίων 30 Λ.Α. Παπαϊωάννου, ό.π., σελ. 327. 31 Με τον πατριαρχικό και συνοδικό τόμο της 29.6.1850 το Οικουμενικό Πατριαρχείο χορήγησε αυτοκέφαλο καθεστώς στην Ελλαδική Εκκλησία, η οποία απαρτιζόταν από τις Μητροπόλεις, Αρχιεπισκοπές και Επισκοπές της τότε (ελεύθερης) Ελλάδας, δηλ. της Πελοποννήσου, της Στερεάς Ελλάδας, Εύβοιας, και Κυκλάδων Νήσων, ενώ το 1866 προστέθηκαν σ αυτή οι Μητροπόλεις και Επισκοπές των Ιονίων Νήσων, και, αργότερα, το 1882, μετά τη Συνθήκη του Βερολίνου και την προσάρτηση της Θεσσαλίας και τμήματος της Ηπείρου (Άρτα) στην ελληνική επικράτεια, και οι Μητροπόλεις Θεσσαλίας (πλην Ελασσόνας) και Άρτας, δηλαδή το σύνολο των εδαφών του τότε Βασιλείου της Ελλάδας. Ο εδαφικός αυτός προσδιορισμός της εκκλησιαστικής της δικαιοδοσίας ήταν οριστικός και ισχύει μέχρι και σήμερα, παρόλο που το ελληνικό κράτος εκτείνεται, πλέον, από την Κρήτη μέχρι τον Έβρο. Το δυσμενές κλίμα, μέσα στο οποίο λειτουργούσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο στην Κων/πολη και η αδυναμία εποπτείας των Μητροπόλεων των υπόλοιπων περιοχών, που περιήλθαν στο ελληνικό κράτος μετά την Συνθήκη της Λωζάνης, οδήγησαν στην έκδοση της από 4.9.1928 πατριαρχικής και συνοδικής πράξη, κυρωθείσας με τον Ν.3615/1928, με την οποία περιήλθαν «επιτροπικώς» στην διοίκηση της αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ελλάδας και οι πατριαρχικές Μητροπόλεις των νέων αυτών εδαφών- Νέων Χωρών, όπως μετονομάστηκαν. Βλ. σχετικά, Κ.Α. Βαβούσκου, Εγχειρίδιον Εκκλησιαστικού Δικαίου, έκδ. 3 η, εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1978, σελ. 119 επ. [εφεξής: Κ.Α. Βαβούσκου, Εκκλησιαστικό], Χ.Κ. Παπαστάθης, Στοιχεία Εκκλησιαστικού Δικαίου, τεύχ. 1 ο, έκδ. 2 η, εκδ. Σάκκουλα, Θεσσαλονίκη 1994, σελ. 71-73, 82 επ., του ιδίου, Εκκλησιαστικό Δίκαιο, τεύχ.1 ο, εκδ. Σάκκουλα, Αθήνα Θεσσαλονίκη, 2003, σελ. 68-69, 78-82, Λ.Α. Παπαϊωάννου, ό.π., σελ. 327. 32 Ο Μελέτιος ήταν ιερομόναχος και ιερουργούσε στη Θεσσαλονίκη. Το 1728 περιέπεσε στη δυσμένεια του Μητροπολίτη και κατέφυγε στον Πάπα, ο οποίος τον δέχθηκε και τον τίμησε με το βαθμό του καρδινάλιου. Τέσσερα χρόνια αργότερα, με ενέργειες εκκλησιαστικών παραγόντων της Θεσσαλονίκης και παρακλήσεις των συγγενών του, επανήλθε στους κόλπους της ορθόδοξης εκκλησίας. Το 1734 χρίστηκε Επίσκοπος Σερβίων, και μέχρι τον θάνατό του, το 1752, Επίσκοπος της Επισκοπής Σερβίων και Κοζάνης με τη μεταφορά της έδρας της στην Κοζάνη. Όπως αναφέρει ο Π.Ν. Λιούφης, ό.π., σελ.54-56, ήταν μεγαλοπρεπής, σεβάσμιος, ευρυμαθής, φιλόμουσος και άριστος περί τα εκκλησιαστικά. Ακόμη «εφρόντιζεν αείποτε να διατηρή ακμάζοντα τα Σχολεία της επαρχίας του, και εγένετο σπουδαίος καθιερωτής της εν Κοζάνη δημοσίου Βιβλιοθήκης, εις ήν προσέφερε την πλουσίαν συλλογήν των βιβλίων του και η πρώην κωμόπολις άρχεται καλλωπιζομένη δι οικοδομημάτων μεγαλοπρεπών, ευρυχώρων μετά κήπων και οδοποιΐας». Το 1765, μετά τον θάνατό του, με γράμμα του Πατριάρχη Σαμουήλ δόθηκε συγχώρεση για το διάστημα της προσχώρησής του στο καθολικό δόγμα. Βλ. Ι.Δ. Δημόπουλου, ό.π., σελ. 61. 33 Γ.Α. Ράλλη-Μ. Ποτλή, Αποφάσεις Συνοδικαί, ό.π., σελ. 514. Α. Παληού, Διπλωματική εργασία, σελ.17 η