Απόσπασμα από το βιβλίο «Πως να ζήσετε 150 χρόνια» του Dr. Δημήτρη Τσουκαλά Σημείωση: Το κείμενο αποτελεί απόσπασμα του κεφαλαίου «Χοληστερίνη και φλεγμονή». Έχει αναπαραχθεί λόγω των πολύτιμων πληροφοριών που παρέχει για τη βιταμίνη C. Ο ρόλος της βιταμίνης C στην αθηροσκλήρωση Έχετε ποτέ σκεφτεί γιατί η αθηροσκλήρωση επηρεάζει τις αρτηρίες (ποτέ τις φλέβες) και ιδίως αυτές που τροφοδοτούν με αίμα την καρδιά; Οι αρτηρίες επιτρέπουν μια απρόσκοπτη ροή του αίματος των ιστών, χάρη στην ελαστικότητά τους. Αν οι αρτηρίες ήταν άκαμπτες, το αίμα θα έρεε μόνο κατά τη διάρκεια της καρδιακής συστολής. Αντιθέτως, οι αρτηρίες, με την ελαστικότητά τους, διαστέλλονται και συστέλλονται επιτρέποντας μια συνεχή ροή του αίματος στους ιστούς. Αυτή η ιδιότητα, ωστόσο, προκαλεί επαναλαμβανόμενες μηχανικές καταπονήσεις στο αρτηριακό τοίχωμα. Συγκεκριμένα, οι στεφανιαίες αρτηρίες είναι αυτές που 1
υφίστανται τις μεγαλύτερες βλάβες, καθώς αποτελούν τμήμα ενός οργάνου που βρίσκεται σε διαρκή κίνηση. Σε κάθε συστολή και διαστολή της, η καρδιά συμπιέζει και διαστέλλει τις στεφανιαίες αρτηρίες. (Οι στεφανιαίες αρτηρίες ονομάζονται έτσι επειδή τυλίγονται γύρω από την καρδιά σαν στεφάνι.) Σύμφωνα με τη θεωρία του Linus Pauling, που είναι ίσως αυτός που έχει μελετήσει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο τη βιταμίνη C και τις επιδράσεις της στην υγεία, η συσσώρευση βλαβών στα τοιχώματα των αρτηριών προκαλούνται κυρίως από την έλλειψη της βιταμίνης C και των θρεπτικών συστατικών που απαιτούνται για την επισκευή του κολλαγόνου και της ελαστίνης. Το κολλαγόνο και η ελαστίνη είναι οι ουσίες που σχηματίζουν τα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων. Το σώμα απαιτεί επαρκείς ποσότητες βιταμίνης C, λυσίνης, προλίνης και ψευδάργυρου, για την κατασκευή και τη συνεχή διόρθωση των αρτηριακών τοιχωμάτων. Μέχρι το 1835, οι ναυτικοί υπέφεραν από πλήρεις ρήξεις των αιμοφόρων αγγείων λόγω έλλειψης της βιταμίνης C (δεν 2
τρώγανε φρέσκα φρούτα, καθώς παρέμεναν για μήνες στη θάλασσα) και πέθαιναν από εσωτερική αιμορραγία. Η παντελής έλλειψη βιταμίνης C έκανε τον οργανισμό τους να μην παράγει κολλαγόνο και να πάσχει από σκορβούτο. Η αντισκορβουτική ουσία που αργότερα ανακαλύφθηκε ότι μπορεί να θεραπεύει το σκορβούτο ονομάστηκε ασκορβικό οξύ (βιταμίνη C). Το σύγχρονο τοξικό περιβάλλον αυξάνει δραματικά την ανάγκη μας για βιταμίνη C. Το στρες, η ακτινοβολία, η ρύπανση του περιβάλλοντος, τα βαρέα μέταλλα και τα βιομηχανικά χημικά προϊόντα επιβαρύνουν πολύ το σώμα μας και αυξάνουν σημαντικά την ανάγκη του για βιταμίνη C. Την ίδια στιγμή, η πρόσληψη της βιταμίνης C μέσω της σύγχρονης διατροφής έχει μειωθεί δραματικά. Είναι απαραίτητο να τρώμε φρούτα και λαχανικά, αλλά με όλες τις διαδικασίες που οι τροφές αυτές υφίστανται προτού φτάσουν στο τραπέζι μας (υβριδικά είδη, καλλιέργεια σε εδάφη φτωχά σε θρεπτικές ουσίες, χρήση φυτοφαρμάκων και λιπασμάτων, συντήρηση στο ψυγείο για μεγάλο χρονικό διάστημα πριν φτάσουν στον καταναλωτή) είναι ιδιαίτερα φτωχές στα απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. 3
Το ανθρώπινο είδος είναι ένα από τα λίγα είδη στον πλανήτη που δεν παράγει μόνο του τη βιταμίνη C και πρέπει να την προσλαμβάνει μόνο μέσα από τη διατροφή. Σε όλα τα ζωικά είδη που παράγουν ενδογενή βιταμίνη C (που παράγεται από το σώμα) δεν παρατηρούνται αρτηριοσκλήρυνση και καρδιακές παθήσεις. Σχεδόν όλα τα ζώα παράγουν από 1 ως 40 γραμμάρια βιταμίνη C ανά ημέρα. Φαίνεται ότι, κατά τη διάρκεια της εξέλιξης και λόγω της αφθονίας της βιταμίνης C στο φυσικό περιβάλλον, ο άνθρωπος έπαψε κάποια στιγμή στην πορεία της εξέλιξης να παράγει την ουσία αυτή, ενθαρρύνοντας άλλες μεταβολικές διαδικασίες που επέτρεψαν την αύξηση της βιολογικής του απόδοσης. Σύμφωνα με τον Linus Pauling, η ελάχιστη ημερήσια ποσότητα για την κάλυψη των βασικών αναγκών του οργανισμού σε βιταμίνη C είναι 2-3.000 mg για τους υγιείς ανθρώπους και 5-6.000 mg για όσους αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο καρδιαγγειακής νόσου. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να επισημάνω ότι σήμερα ένα πορτοκάλι περιέχει 55 mg βιταμίνης C, εάν είναι βιολογικό, και αν το φάμε με τη φλούδα και τους σπόρους μέσα σε λίγες ώρες αφού κοπεί από το δέντρο, κάτι που ουσιαστικά είναι αδύνατο. 4
Επομένως, ο σύγχρονος άνθρωπος πάσχει από μια χρόνια προσκορβουτική κατάσταση. Αυτή η ανεπάρκεια δεν εκδηλώνεται σε περίοδο μερικών μηνών, όπως στους ναυτικούς κατά το παρελθόν, αλλά σε διάστημα δεκαετιών. Το σώμα μας είναι σε θέση να επισκευάζει, μέχρι ενός ορισμένου σημείου, το κολλαγόνο και την ελαστίνη των αρτηριακών τοιχωμάτων. Στη συνέχεια, το σώμα πρέπει να χρησιμοποιήσει συμπληρωματικούς μηχανισμούς προσπαθώντας να σταθεροποιήσει το τοίχωμα των αιμοφόρων αγγείων. Ένας από τους κύριους μηχανισμούς υποστήριξης είναι η εναπόθεση της χοληστερίνης επί της βλάβης. Έτσι, όταν το σώμα μας δεν έχει αρκετή βιταμίνη C, αρχίζουν να εμφανίζονται ρωγμές στα τοιχώματα των αιμοφόρων αγγείων. Το ήπαρ λαμβάνει την εντολή να παραγάγει περισσότερη χοληστερίνη για να τροφοδοτήσει την επιδιόρθωση, έστω και επιφανειακή, της βλάβης. Εάν η ζημιά είναι πολύ μεγάλη, η ποσότητα της χοληστερίνης που εναποτίθεται για την επιδιόρθωση αυξάνεται αναλογικά. Τα αιμοφόρα αγγεία φράσσονται, παρατηρούνται προβλήματα στις στεφανιαίες αρτηρίες, εκδηλώνονται αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια, κ.λπ. 5
Ασβέστιο Βιταμίνη K και βιταμίνη D Ένας κεντρικός παράγοντας στη δημιουργία της αρτηριοσκλήρυνσης είναι η εναπόθεση ασβεστίου στο αγγειακό τοίχωμα. Μαζί με την εναπόθεση της χοληστερίνης στα τοιχώματα των αγγείων, λόγω χρόνιων μη επιλυμένων φλεγμονών, συσσωρεύεται επίσης το ασβέστιο. Η προοδευτική ασβεστοποίηση σκληραίνει τα τοιχώματα των αγγείων, που έτσι χάνουν την ελαστικότητά τους και την ιδιότητα να παρέχουν επαρκή ροή αίματος στους ιστούς. Μια νέα έκδοση της αξονικής τομογραφίας (Αξονική 6
Στεφανιογραφία), η οποία ποσοτικοποιεί τις εναποθέσεις ασβεστίου, είναι μία από τις πιο ακριβείς μεθόδους για την πρόωρη ανίχνευση της παρουσίας καρδιακής πάθησης. Νέες μελέτες δείχνουν ότι το ασβέστιο συσσωρεύεται λόγω της έλλειψης των μηχανισμών που ρυθμίζουν τη μεταφορά και την αποθήκευσή του. Τέτοιοι μηχανισμοί απαιτούν την παρουσία επαρκών ποσοτήτων βιταμίνης Κ2, μαγνησίου και βιταμίνη D3. Όταν υπάρχει ανεπάρκεια αυτών των ουσιών στο σώμα, αντί να εναποτίθεται στα οστά, το ασβέστιο εναποτίθεται σε ιστούς όπου δε θα έπρεπε να εναποτίθεται, όπως οι αρτηρίες, οι αρθρώσεις και άλλα όργανα. Κλινικές μελέτες που διεξήχθησαν σε 4.800 ανθρώπους για μια περίοδο δέκα ετών έδειξαν ότι τα άτομα που είχαν αυξημένη πρόσληψη βιταμίνης Κ2 είχαν χαμηλότερα επίπεδα χοληστερίνης, μειωμένη συνολική θνησιμότητα και μια μείωση της καρδιακής θνησιμότητας μεγαλύτερη από 50%. Τι μπορούμε να κάνουμε Το θέμα της χοληστερίνης αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης εικόνας. Αντί να εστιάζουμε την προσοχή μας στη μείωση των 7
επιπέδων της στο αίμα, που μπορεί να σχετίζονται ή όχι με έναν καρδιαγγειακό κίνδυνο, θα πρέπει να μειώσουμε τους παράγοντες που μπορούν να βλάψουν τους ιστούς μας και έτσι να ενεργοποιήσουν τους μηχανισμούς επιδιόρθωσης της φλεγμονής. Η διατήρηση ενός ιδανικού βάρους, η υγιεινή διατροφή, η άσκηση, η μείωση του συναισθηματικού και του βιολογικού στρες και η παροχή στο σώμα μας όλων των απαραίτητων συστατικών για μια βέλτιστη λειτουργία, είναι πράγματα που θα μας βοηθήσουν να βελτιώσουμε την υγεία μας. Η λύση, επομένως, δεν είναι να εμποδίζουμε το σώμα μας να παράγει χοληστερίνη, αλλά να καλύπτουμε τις ανάγκες του για βιταμίνη C, λυσίνη, προλίνη και τα μικροθρεπτικά συστατικά που απαιτούνται για τη βέλτιστη λειτουργία του. Επιστημονικές μελέτες έχουν δείξει ότι μετά τη χορήγηση της απαραίτητης ποσότητας βιταμίνης C, τα επίπεδα χοληστερίνης στο αίμα μειώνονται, βελτιώνεται η λειτουργικότητα του αγγειακού τοιχώματος (ενδοθήλιο) και σταδιακά υποχωρούν οι αθηρωματικές πλάκες. Για την επαναφορά των φυσιολογικών επιπέδων χοληστερίνης, 8
τα οποία μπορεί να είναι διαφορετικά για τον καθένα μας (και σίγουρα όχι εκείνα που καθορίζονται από την αμερικανική επιτροπή για τη χοληστερίνη), και πάνω απ όλα, για να έχουμε ένα υγιές καρδιαγγειακό σύστημα, θα πρέπει: - να καλύπτουμε τις ανάγκες του σώματος για μικροθρεπτικά συστατικά και μέταλλα - να προσλαμβάνουμε επαρκή ποσότητα βιταμίνης C (3-6.000 mg), έτσι ώστε να διασφαλίζεται η παραγωγή κολλαγόνου - να προλαμβάνουμε επαρκείς ποσότητες λυσίνης (2000 mg) και προλίνης (500 mg) - να προσλαμβάνουμε επαρκή ποσότητα βιταμίνης Κ2 - να διατηρούμε μια υγιή βακτηριακή χλωρίδα Η παραγωγή της βιταμίνης Κ2 γίνεται στο έντερο, παρουσία των ωφέλιμων βακτηρίων. - να μειώσουμε σημαντικά τη ζάχαρη και τους επεξεργασμένους υδατάνθρακες (ψωμί, ζυμαρικά, αναψυκτικά, πατάτες) στη διατροφή μας, καθώς τα συστατικά αυτά ευνοούν και προδιαθέτουν τη φλεγμονή 9
- να ασκούμαστε, ακόμα και για λίγα λεπτά την ημέρα (12-15 λεπτά) 3-4 φορές την εβδομάδα, καθώς η άσκηση μπορεί να μας βοηθήσει σημαντικά - να αυξήσουμε την πρόσληψη ωμέγα-3 λιπαρών - να βελτιστοποιήσουμε τα επίπεδα βιταμίνης D στο αίμα - να προσλαμβάνουμε αντιοξειδωτικά - να πίνουμε πολύ νερό 10