Μηνιάτικη ηλεκτρονική έκδοση του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών Τεύχος 43 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2011 13 Γενάρη ώρα 7 μ.μ. στα γραφεία του Σωματείου η κοπή της Βασιλόπιττας Καλή Χρονιά! Με υγεία! HAPPY NEW YEAR WITH HEALTH! SAĞLIK İÇİN MUTLU YILLAR BONNE! NOUVELLE ANNÉE À SANTÉGUTES NEUES! JAHR MIT GESUNDHEIT! BUON NUOVO ANNO CON SALUTE!
ΟΙ ΟΜΟΦΩΝΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΤΗΣ Γ.Σ. ΤΗΣ 27/11/10 για το πρόγραμμα δράσης του Σωματείου το 2011 1) Έκθεση φιγούρας, σκηνικών κλπ. σε κεντρικό σημείο σε συνεργασία με Δήμο. 2) Ισχύουσα πρόταση στην ΕΡΤ για παραγωγή τηλεοπτικού προγράμματος. 3) Αφιέρωμα στα Ηρωικά έργα σε συνεργασία με φορέα. 4) Ημερίδα για την απόφαση της UNESCO. 5) Συνέχιση προσπαθειών για την ίδρυση Εθνικής Σκηνής. 6) Παραχώρηση μουσειακού αρχειακού υλικού σε φορέα που θα το στεγάσει και θα το οργανώσει με ταυτόχρονη παραχώρηση χώρου για το Σωματείο μας. 7) Οργάνωση 15ου Φεστιβάλ λόφου Στρέφη. 8) Βάψιμο γραφείου. 9) Ίντερνετ στο γραφείο και λειτουργία κατά τις μέρες του εντευκτηρίου. 10) Δημιουργία επιτροπών (π.χ. Επιτροπή νέων). Ο ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗΣ ΜΑΣ Μηνιάτικη ηλεκτρονική έκδοση Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών Τζωρτζ 6 Αθήνα 106 77 Τεύχος 42 - Ιανουάριος 2011 Επεξεργασία σχεδίου εξώφυλλου: Πάνος Καπετανίδης Διόρθωση κειμένου: Θωμάς Αθ. Αγραφιώτης ΕΚΔΟΤΗΣ: Πάνος Β. Καπετανίδης Τηλέφωνο: 210 46 16 664 Γράψτε για την εφημερίδα «Ο Καραγκιόζης μας». Στείλτε το κείμενό σας με e-mail στο: somateiokaragkiozh@gmail.com www.karagkiozis.com Πέμπτη 13 Γενάρη ώρα 7 μ.μ. στα γραφεία του Σωματείου η κοπή της Βασιλόπιττας Από τον Φλεβάρη του 2011 τα γραφεία του Σωματείου θα ανοίγουν την ΠΡΩΤΗ ΠΕΜΠΤΗ ΚΑΘΕ ΜΗΝΑ 2
«ΟΙ ΠΕΡΙΠΛΑΝΗΣΕΙΣ ΕΝΟΣ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ» του Θωμά Αθ. Αγραφιώτη Β) «Πίσω στο χρόνο και στον Κραβασαρά με τον Ηλία» Ο Κραβασαράς ήταν γνωστός από το Καραβάν-Σαράι, ως σταθμός καραβανιών από τον οποίο είχε πάρει και το όνομά του. Χτισμένος στον Αμβρακικό κόλπο, σαν αρχαίο θέατρο, ο Κραβασαράς βρισκόταν στα σύνορα του τότε Ελληνικού Βασιλείου. Είχε κινδυνέψει αρχικά να μείνει εκτός ελληνικών συνόρων παρά τις αμέτρητες θυσίες του 1821. Σίγουρα θα ήταν κρίμα για έναν ελληνικό τόπο με τόσα αρχαία μνημεία. Μακριά όμως από την πρωτεύουσα, ο Κραβασαράς δεν είχε πολλά πάρε-δώσε με την Αθήνα. Επικοινωνούσε περισσότερο με το Βραχώρι, το Μεσολόγγι, το Αιτωλικό, την Πάτρα και κυρίως με την τουρκοκρατούμενη Ήπειρο. Με τα Γιάννενα ήταν πολλές οι δοσοληψίες. Μεγάλο κέντρο η πόλη των Ιωαννίνων: «Η μάνα μου Πολίτισσα, ο τάτης μου Γιαννιώτης», λέγανε και ξαναλέγανε για να τονιστεί η αξία των Ιωαννίνων σε σχέση με την Πόλη. Όμως και ο Κραβασαράς ήταν ένα πολύ αξιόλογο κέντρο, ως σταθμός καραβανιών, όχι μόνο εμπορικά αλλά και πολιτιστικά. Όλα τα αξιόλογα θεάματα ερχόντουσαν συνήθως από τα Ιωάννινα στον Κραβασαρά. Και μέσα σε αυτά και το Θέατρο των Σκιών. «Κάποτε μας είχε επισκεφτεί και ο περίφημος καραγκιοζάς Ιάκωβος». Αυτός όμως που πηγαινοερχόταν συχνότερα ήταν ο Ηλίας, ο πιο καλός μαθητής και βοηθός του Ιακώβου. Αντίθετα από τον Ιάκωβο, που είχε αποφασίσει να ριζώσει στα Γιάννενα, ο Ηλίας κινούνταν διαρκώς στην ευρύτερη Ήπειρο και συχνά-πυκνά διέσχιζε και τα σύνορα, για να παίξει και στην ελεύθερη Ελλάδα. Το κύριο «στέκι» του ήταν συνήθως ο Κραβασαράς. Έμενε εκεί εβδομάδες ολόκληρες και τον ψυχαγωγούσε μαζί με τα γύρω χωριά. Πιστός στη μαθητεία του στον Ιάκωβο, ο Ηλίας είχε απαρνηθεί τις αισχρές κωμωδίες του Καραγκιόζ-μπερντέ. Όχι επειδή δεν τις γνώριζε. Απλώς σταδιακά τις απέβαλε από το ρεπερτόριο του, γιατί και στον ίδιο δεν αρέσανε αλλά κυρίως γιατί δεν τις ήθελε το κοινό του. Στο ελεύθερο ελληνικό Βασίλειο δεν επρόκειτο κανείς να τον εμποδίσει να παίξει τα έργα που στα Γιάννενα και την τουρκοκρατούμενη Ήπειρο παιζόντουσαν με κάποιες εύλογες επιφυλάξεις. Τα ηρωικά έργα κυριαρχούσαν χωρίς δισταγμό στον ελεύθερο Κραβασαρά και τον μπερντέ του Ηλία. Ο επικός Κατσαντώνης περισσότερο, ο Μεγαλέξανδρος λιγότερο και κυρίως ο «Έλληνας», ο ανώνυμος Έλληνας, ο ανώνυμος φουστανελοφόρος που ορμά από το βουνό και χτυπάει την Τουρκιά. Και στο πλάι του πάντοτε ο καμπούρης Καραγκιόζης που από απλή κωμική φιγούρα μεταμορφώνεται σε έναν αληθινό ήρωα και γίνεται στόχος του αιμοδιψή, του αιμοσταγή, του αιμοβόρου και του αιμοχαρή «Χριστιανομάχου» κατακτητή Ενθουσίαζε το κοινό κάθε βράδυ ο Ηλίας, αναπτέρωνε το εθνικό του αίσθημα και συγκινούσε με τα βασανιστήρια των Ελλήνων από τους Τούρκους. Αν ο Ιάκωβος φρόντιζε με τις αρκετά λιτές ερμηνείες του να κρατά τα προσχήματα στα οθωμανικά και τουρκοκρατούμενα Γιάννενα, ο Ηλίας δεν είχε τίποτε να φοβηθεί στην ελεύθερη Ελλάδα. Όμως δεν ήταν μονάχα το πατριωτικό κλίμα που απηχούσαν τα έργα του Ηλία. Δεν ήταν μονάχα το πλήθος του κόσμου που συνέρρεε για να τον απολαύσει. Ήταν και κάτι ακόμα, πολύ πιο σημαντικό. Ήταν 3
μια ομάδα μαθητών που είχε προλάβει να οργανώσει. Οι μαθητές αυτοί έμειναν για ελάχιστο καιρό μπροστά από τον μπερντέ. Σύντομα «τρύπωσαν» από πίσω και στάθηκαν σιγά-δειλά οι βοηθοί του Ηλία. Πρώτοι ερχόντουσαν για να βοηθήσουν στο στήσιμο του μπερντέ και τελευταίοι φεύγανε μαζί με τον αγαπημένο τους μάστορα, για να συνεχίσουν τη μαθητεία τους κατά την κρασοκατάνυξη και το βραδινό μεζέ. Τον ακούγανε να λέει για την Πόλη και τα κατορθώματά του εκεί, τον ακούγανε να εξυμνεί το μάστορά του, τον Ιάκωβο, αλλά κυρίως τον θαυμάζανε όταν τους διηγούνταν κατ ιδίαν το έργο της επόμενης μέρας. Ρίγη και ανατριχίλα νιώθανε όταν ο Ηλίας περιέγραφε τα βασανιστήρια του Καραγκιόζη από τον Μουχτάρ... Τα τσιράκια του Ηλία τον ακολουθούσανε και όταν αυτός έφευγε από τον Κραβασαρά για να πεταχτεί μέχρι το Βραχώρι, το Αιτωλικό, τον Έπαχτο, το Μεσολόγγι και από εκεί πάλι πίσω. Αλώνιζε ολόκληρη την Αιτωλοακαρνανία ο Ηλίας και μαζί οι μαθητές του να τον βοηθούν στο παίξιμο αλλά και στο τραγούδι. Και ένας από αυτούς ο Γιάννης. Μαζί τους και άλλοι βοηθοί του Ηλία από το Αιτωλικό και από την Πρέβεζα. Όμως οι βοηθοί από τον Κραβασαρά ήταν οι περισσότεροι. Ο Θωμάς ο Αρσενίου, ο Χάρης ο Μπασιάκος, ο πολύς Κουλούρης και κυρίως ο Γιάννης. Μια ομάδα με τα καλά και τα κακά της, με τις χαρές και τις λύπες της, με τους καυγάδες και τις αντιζηλίες της, με αντιδικίες και με τσακωμούς αλλά και με κοινό σημείο την αγάπη για την πατρίδα και το πάθος για τα κουτσούνια, τον μπερντέ και τον ξυπόλυτο. Ο καθένας τους ξεχώριζε για κάτι. Άλλος για το τραγούδι, άλλος για τις κατασκευές του, άλλος ως βοηθός και άλλος στη μίμηση του μάστορα. Μαζί με τον Ηλία όργωσε όλη την Αιτωλοακαρνανία ο Γιάννης και έμαθε καλά το ποίημα, όπως το είχε μάθει και ο ίδιος ο Ηλίας από τον Ιάκωβο. Στις μνήμες του ερχόντουσαν οι στιγμές που μαζί με τον πατέρα του βλέπανε τον ηλικιωμένο Ιάκωβο στα Γιάννενα. Σαν όνειρο φαντάζανε. Στον Ηλία όμως το ίδιο όνειρο μετατρεπόταν σε μια διαρκή αλήθεια. Ο κόσμος των σκιών ήταν ο νέος κόσμος του Γιάννη. Ο κόσμος που μετέτρεπε το παραμύθι σε ζωή. Ο κόσμος που έκανε την αγάπη για την πατρίδα μια θεατρική πράξη, μια διδασκαλία για το λαό, μία ελπίδα για τη συνέχεια του 1821. Στο πανί του Καραγκιόζη ενσαρκώνονταν οι πόθοι για την ελευθερία και των υπόλοιπων αλύτρωτων Ελλήνων. Όμως η ζωή είναι πολύ σκληρή. Η πραγματικότητα ανελέητη. Οι αναμνήσεις του Γιάννη γινόντουσαν εφιαλτικές, όταν έβλεπε κατάματα τα γεγονότα του 1878. Ο γέρο-κανάρης είχε πεθάνει λίγους μήνες πριν, όντας πρωθυπουργός και 4
Ο Κουμουνδούρος επικεφαλής οικουμενικής κυβέρνησης. Τον ίδιο καιρό ο νέος ρωσοτουρκικός πόλεμος έτρεφε ελπίδες στους Έλληνες πως οι ομόδοξοι Ρώσοι θα αφανίσουν την Τουρκιά και θα ανοίξουν το δρόμο για την Θεσσαλία και την Ήπειρο. «Κούνια όμως που μας κούναγε». Στις αρχές του 1878 όλα βάδιζαν σε τεντωμένο σχοινί. Ο εύζωνας περίμενε την ώρα που θα ηχούσαν οι σάλπιγγες του πολέμου και θα ξεχυνόταν ο στρατός μας πέρα από τα ελληνικά σύνορα. Έτσι θα έπαιρναν σάρκα και οστά όλα όσα ιστορούσαν πίσω από τον μπερντέ τόσα χρόνια ο γέρο-ιάκωβος, ο Ηλίας, τα τσιράκια του και ο ίδιος ο Γιάννης, όταν δειλά-σιγά πήρε το βάπτισμα του πυρός από το μάστορά του πίσω από το πανί. Οι ανώνυμοι Έλληνες τσολιάδες του Καραγκιόζη θα άρπαζαν πραγματικά τα ντουφέκια τους, για να αφανίσουν ως άλλοι Μεγαλέξανδροι τα ίχνη κάθε Χριστιανομάχου. Ο Κουμουνδούρος φαινόταν πια να το είχε πάρει απόφαση. Δίπλα του είχε για υπουργό έναν πολιτικό που τα έλεγε καλά, τον Θεόδωρο τον Δεληγιάννη, απόγονο των Δεληγιανναίων του ηρωικού Μοριά. Και τελικά δώσανε το σύνθημα, για να αρχίσει η εξόρμηση. Είπαμε όμως πως η ζωή είναι σκληρή. Δεν είναι σαν τους θρύλους του μπερντέ με το αίσιο τέλος και την κάθαρση. Η συνθηκολόγηση των Ρώσων με τους Τούρκους σήμανε θλιβερή λήξη στο ελληνικό παραμύθι. «Οι ομόδοξοι και πάλι μας πουλήσανε. Παλιά τους τέχνη κόσκινο». Όλοι ξαναθυμήθηκαν τον προδομένο Λάμπρο Κατσώνη, τον «Θαλασσομάχο του Αιγαίου». Τους αδερφούς Ορλώφ. Και πολλούς ακόμα προδομένους από τσάρους και τσαρίνες. Χάθηκε η Θεσσαλία, χάθηκε και η Ήπειρος. Η Μακεδονία προσφερόταν από τους Ρώσους στους Βουλγάρους και ο Γεώργιος πάσχιζε να πείσει τους ισχυρούς να ανακόψουν την κάθοδο των Τούρκων προς την Αθήνα. «Στα γεγονότα του 1878 λίγο έλειψε να χάναμε όλα αυτά που κατακτήσαμε με αιματηρές θυσίες πενήντα χρόνια πριν». Ο Γιάννης ήταν απαρηγόρητος. Επιστρέφει στον Κραβασαρά με σκυμμένο το κεφάλι, ηττημένος, προδομένος, με κομμένες τις φτερούγες. Μοναδική παρηγοριά ο καμπούρης και οι ηρωικές ιστορίες του. Όλα όσα δεν μπόρεσε να πετύχει στο αληθινό πεδίο της μάχης θα τα πετύχαινε στο φωτισμένο πανί. Όλα όσα δεν επιτεύχθηκαν στη σκληρή πραγματικότητα θα πραγματοποιούνταν στον ψεύτικο κόσμο των χάρτινων σκιών, εκεί που το ψέμα γίνεται «πειστική» αλήθεια έστω και για λίγες στιγμές. Οι σκιές του ανώνυμου «Έλληνα» τσολιά και του Καραγκιόζη είναι αυτές που θα συνέτριβαν τη σκιά του «Χριστιανομάχου» στον μπερντέ (συνεχίζεται) Στο επόμενο τεύχος: Γ) «Ο Χριστιανομάχος της Φιλιππιάδας» 5
Η μουσική και οι ήχοι στο θεάτρο σκιών. Του Ορφέα Καλλιντζή Η μουσική είναι ένα από τα βασικά στοιχεία της παράστασης του Ελληνικού θεάτρου σκιών. Είτε ζωντανή, είτε ηχογραφημένη, σηματοδοτεί την αρχή και το τέλος κάθε έργου, προϊδεάζει τον θεατή σχετικά με το ποιος τύπος θα εισέλθει στην σκηνή, αλλά και συνοδεύει διάφορες σημαντικές σκηνές (μουσικό χαλί). Στόχος μου είναι να παρουσιάσω, με κάποια συχνότητα, μια σειρά άρθρων που θα πραγματεύονται την μουσική του θεάτρου σκιών. Η μουσική, ήταν πάντα αποκλειστική ευθύνη του καραγκιοζοπαίκτη. Σταδιακά το θέατρο σκιών άρχισε να αποκτά τον δικό του μουσικό του χαρακτήρα. που κορυφώθηκε κατά την διάρκεια του Μεσοπολέμου, οπού όλοι οι καραγκιοζοπαίκτες είχαν ζωντανή μουσική. Άλλοτε με ένα ή δύο όργανα, τα οποία ενίοτε τα έπαιζαν οι ίδιοι οι καραγκιοζοπαίκτες (ο Θεωδωρόπουλος έπαιζε μαντολίνο), άλλοτε με πολυπληθείς ορχήστρες, όπως τα θέατρα των Χρήστου Χαρίδημου και Αντώνη Μόλλα. Πολλές φορές τραγουδούσε ο ίδιος ο καραγκιοζοπαίκτης (κυρίως οι Πατρινοί, όπως οι Ανδρέας Βουτσινάς, Αντώναρος, Ορέστης κ.ά.), άλλοτε υπήρχε τραγουδιστής. Από τους γνωστότερους τραγουδιστές του Καραγκιόζη ήταν οι Κώστας Καράμπαλης, Μήτσος Κούλουρης, Δημήτρης Παγανός, ο Σπύρος και ο Θέμης Καράμπαλης κ.ά.. Πολλές φορές ο παίκτης χρησιμοποιούσε ήχους τύπου εφέ όπως τον αχό (το μούγκρισμα του φιδιού) πού μέχρι τις μέρες μας γίνεται με ένα κούφιο τρύπιο καλάμι με την μια πλευρά κλειστή με τσιγαρόχαρτο, στο έργο «Ο Μέγας Αλέξανδρος και το καταραμένο φίδι», ή το τίναγμα της λαμαρίνας για τις βροντές καθώς και το ρίξιμο στην ίδια λαμαρίνα ριζιού, για τον ήχο της βροχής. Στα ύστερα χρόνια του Μεσοπολέμου άρχισαν να χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά τραγούδια από γραμμόφωνο, αντικαθιστώντας την ζωντανή μουσική. Ο πρώτος που το έκανε αυτό ήταν ο νεωτεριστής (και έχοντας μείνει χρόνια στις ΗΠΑ) Ντίνος Θεοδωρόπουλος. Ο μαθητής του Ορέστης γράφει τα εξής: «Ο Θεοδωρόπουλος είχε πολλούς δίσκους του Ρούλια, του Παπασιδέρη, δημοτικά, μικρασιάτικα, ρεμπέτικα... Όλο αγόραζε, γιατί ήθελε να παρουσιάζει νέα τραγούδια. Η αλήθεια είναι ότι ο κόσμος τότε (Σ.τ. Σ. δεκαετία του 1930) εντυπωσιαζόταν από το γραμμόφωνο περισσότερο και από την ορχήστρα. Το γραμμόφωνο ήταν σπάνιο είδος και πολλοί πήγαιναν μόνο να ακούσουν νέα τραγούδια. Όμως εκτός από την εντύπωση ήταν και η οικονομία που είχε πληρώνοντας τρεις τέσσερις ανθρώπους λιγότερους. Ακόμα και όταν είχε τον γέρο Καράμπαλη (Σ.τ.Σ. τον Κώστα Καράμπαλη), μουσική από τους δίσκους έβαζε.» Ο Χρήστος Χαρίδημος, αντίθετα, επικαλείται άλλους λόγους για την χρήση γραμμοφώνου: «Στο Πασαλιμάνι «Ο ΗΧΟΣ ΤΟΥ ΚΑΡΑΓΚΙΟΖΗ» ΤΣΙΠΗΡΑΣ ΚΩΣΤΑΣ Εκδόσεις ΛΙΒΑΝΗΣ - ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ 6
δουλεύαμε με όργανα, μπάντα ολάκερη. Με πιάνα, βιολί, τσασιφιόν, τζαζ, κλαρίνο. Όσο δεν είχανε δουλειά, δουλεύανε στον Καραγκιόζη. Όταν πήγαινε κάνας γάμος, έχανες το βιολί. Σε παράταγε στην μέση. (...) Λοιπόν είχες τον τραγουδιστή, είχε καμιά γκόμενα, την έχανε, έψαχνε να την βρει, μου φευγε. Να πα να βρει την γκόμενα. (...) Είχα ιστορίες. Λέγω, θα το βρω το φάρμακο, θα το βρω το φάρμακο, να σας διώξω να γλιτώσω από σας. Μέχρι που το βρήκα το φάρμακο. Με πλάκες. Πάω και παίρνω το λοιπόν κάτι πλάκες τση δουλειάς μας και παίρνω ένα ραδιόφωνο μεγάλο και το βάνω. Και μόλις το βάνω είχα όλους τους μουσικούς μέσα. Αυτοί που με δουλεύανε. Δεν ταιριάζει Χαρίδημε, δεν πάει. Για σας δεν πάει. Τώρα όλους εσάς σας ρίχνω εδώ, γι αυτό δεν πάει. Για μένα πάει». Μετά τον εμφύλιο, η χρήση ηχογραφημένης μουσικής άρχισε να διαδίδεται ολοένα και περισσότερο. Εντούτοις, ορισμένοι καραγκιοζοπαίκτες εξακολουθούσαν να συνοδεύουν τις παραστάσεις τους με ζωντανή μουσική, συνήθως τραγουδώντας και παίζοντας οι ίδιοι. Γράφει ο Ορέστης: «Εμένα δεν μου άρεσε αυτό το σύστημα (Σ.τ.Σ. της ηχογραφημένης μουσικής που χρησιμοποιούσε ο Ντ. Θεοδωρόπουλος) Γι αυτό κάθισα και έμαθα μπουζούκι και μέχρι τελευταία τραγουδούσα και έπαιζα μόνος μου.» Ο Γιώργος Χαρίδημος, αν και ως επί το πλείστον χρησιμοποιούσε ηχογραφημένη μουσική, σε ορισμένες παραστάσεις με αυξημένες ανάγκες τραγουδιού, είχε ζωντανή μουσική με τραγουδιστή τον Σπύρο Καράμπαλη. Κιθάρα έπαιζε ο Δημήτρης Μεϊμαρογλου, ενώ ενίοτε έπαιζε σαντούρι και ο Γιάννης Τσόβενος. Οι τηλεοπτικές παραστάσεις της ΕΡΤ με τον Ευγένιο Σπαθάρη δίνουν νέα διάσταση στο τραγούδι του θεάτρου σκιών. Η αρχή άλλωστε έγινε το 1979, με την διασκευή για θέατρο σκιών των Βατράχων του Αριστοφάνη και της Ιφιγένειας εν Αυλίδι του Ευριπίδη από τον Γιώργο Παυριανό. Εκτός από το σενάριο, ο Γ. Παυριανός έγραψε και τους στίχους των τραγουδιών, των οποίων την μουσική έγραψε ο Δημήτρης Λέκκας. Τα τραγούδια αυτά ερμηνεύτηκαν από τον Νίκο Δημητράτο. Τηλεοπτικές παραγωγές με τον Ε. Σπαθάρη, όπως «Ο Καραγκιόζης στο Βυζάντιο», «Ο Διγενής Ακρίτας» κ.ά., έχουν και αυτές πρωτότυπη μουσική επένδυση. Αλλά η πληρέστερη όλων αυτών των παραγωγών είναι η «Ομήρου Οδύσσεια» του 1986. Στα 27 εικοσιπεντάλεπτα επεισόδια τραγούδησε, εκτός από τον Νίκο Δημητράτο, πληθώρα γνωστών O μεγάλος «Ορέστης» (Ανέστης Βακάλογλου) τραγουδιστών (μεταξύ άλλων συμμετείχαν οι Γιώργος Ζαμπέτας, Μαρία Δημητριάδη, Γιώργος Νταλάρας και πολλοί άλλοι). Εν τω μεταξύ, το 1985 αρχίζει να προβάλλεται στην κρατική τηλεόραση η εκπομπή «Χρόνια Συντροφιά με τον Καραγκιόζη, με τον Θανάση Σπυρόπουλο. Ο συνεργάτης του Θ. Σπυρόπουλου, Φρίξος Γαζεπίδης, ερμήνευε την πλειοψηφία των τραγουδιών, μαζί με την Τούλα Πλέσσα, (σύζυγο του Θανάση), τον Σταύρο Χατζηαποστόλου, καθώς και τον ίδιο τον Θανάση Σπυρόπουλο. Στις τηλεοπτικές σειρές Τα Κολλητήρια, Καραγκιόζης, «Και μιλάει... και λαλάει» (από τα τέλη της δεκαετίας του 7
1980 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1990) υπήρχε πάλι, ζωντανή ορχήστρα με τον Θέμη Καράμπαλη. Σ αυτή την εκπομπή συμμετείχαν και άλλοι μουσικοί, κυρίως ο Βαγγέλης Καλυβιώτης (ακορντεόν), Ηλίας Φουντάτος (βιολί) και Νίκος Καρατάσσος (σαντούρι). Σε ορισμένα επεισόδια της εκπομπής «Και μιλάει και λαλάει» (παραγωγής του Πανελλήνιου Σωματείου Θεάτρου Σκιών), συμμετείχε παίζοντας κιθάρα και τραγουδώντας ο γνωστός τραγουδιστής Γιώργος Παπαδόπουλος. Για την μουσική τους επένδυση διακρίνονται και οι τρεις βιντεοκασσέτες που κυκλοφόρησαν με τον Βάγγο Κορφιάτη, και τραγουδιστή τον Θέμη Καράμπαλη. Η ορχήστρα αποτελούνταν από τους Θέμη Καράμπαλη (κιθάρα), Βαγγέλη Καλυβιώτη (ακορντεόν) και Αθανάσιο Ρούπα (κλαρίνο). Στις μέρες μας οι παραστάσεις με ζωντανή μουσική είναι η εξαίρεση και όχι ο κανόνας. Εντούτοις, δεν λείπουν και οι παραστάσεις με ζωντανή ορχήστρα. Κάθε Μάιο στην Νέα Σμύρνη πραγματοποιείται το Φεστιβάλ Θεάτρου Σκιών Νέας Σμύρνης, ακολουθώντας την παράδοση του Μάνθου Αθηναίου (ο οποίος τραγουδούσε όσο ήταν εν ζωή στο φεστιβάλ). Η φετινή ορχήστρα (2010) αποτελούνταν από τους Νίκο Καρατάσσο (σαντούρι), Νίκο Μωραΐτης (βιολί), Νίκο Σουλιώτη (τουμπερλέκι), καθώς και από τον Βασίλη Σμάνη, ο οποίος τραγούδησε και έπαιξε λαούτο. Επίσης συμμετείχαν οι Ιάσωνας Μελισσηνός (τουμπερλέκι-τραγούδι), Άννα Μελισσηνού (νταούλι). Κάθε Ιούλιο στου Ζωγράφου πραγματοποιείται το Φεστιβάλ Θεάτρου Σκιών Δήμου Ζωγράφου. Φέτος έπαιξε αποκλειστικά ο Άθως Δανέλλης, ενώ σε προηγούμενα φεστιβάλ συμμετείχαν οι Ηλίας Καρελλάς, Γιάννης Νταγιάκος κ.ά.. ορισμένες παραστάσεις συνοδεύονται μουσικά από τους Δημήτρη Λευιτικό (ακορντεόν, τραγούδι), Κωστής Πιστιόλης (κλαρίνο), Αλέξανδρος Ιερωνυμίδης (λαούτο, μαντολίνο, λύρα) και Γιάννης Χίνος (κρουστά, κιθάρα). Επίσης, για πρώτη φορά φέτος ορισμένες παραστάσεις και των «Σπαθαρείων» στο Μαρούσι παίχτηκαν με την συνοδεία ζωντανής ορχήστρας. Τέλος, υπάρχουν αρκετοί καραγκιοζοπαίκτες οι οποίοι παίζουν κάποιο μουσικό όργανο. Ενδεικτικά αναφέρονται οι Θανάσης Σπυρόπουλος (μπουζούκι), Τάκης Παλαιοθόδωρος (μπουζούκι) και από τους φερέλπιδες νέους ο Νίκος Αλεφραγκής (μπουζούκι, κιθάρα), Παναγιώτης Χατζηαναγνώστου (κιθάρα), Χάρης Κουτσογιάννης (μπουζούκι, αρμόνιο, τουμπερλέκι), Μπάμπης Ρουμελιώτης (τουμπερλέκι), Ιάσωνας Μελισσηνός (τουμπερλέκι), Σωκράτης Κοτσορές (μπουζούκι), Δήμος Βουγιούκας (ακορντεόν). Οφείλω επίσης να αναφέρω τους εξαιρετικά καλλίφωνους Πάνο Καπετανίδη, Άθω Δανέλλη και Κωνσταντίνο Κουτσουμπλή. Πηγές: Ορέστης, ο πατρινός καραγκιοζοπαίχτης Ανέστης Βακάλογλου, Βασίλειου Χριστόπουλου (Αχαϊκές Εκδόσεις, Πάτρα, 1999) Ο Φαρφουλάς, τεύχος 11, συλλογική έκδοση (Εκδόσεις Φαρφουλάς), «Ο Καραγκιόζης», Γιώργου Ιωάννου (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 1970). 8